02 Σεπτεμβρίου 2025

ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ "ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ" - ΧΡΙΣΤΟΝ ΑΝΑΠΝΕΕΤΕ

 


ΧΡΙΣΤΟΝ ΑΝΑΠΝΕΕΤΕ

     Μπήκε σε κυκλοφορία το νέο βιβλίο των εκδόσεων 'ἀκολουθεῖν", με τίτλο "ΧΡΙΣΤΟΝ ΑΝΑΠΝΕΕΤΕ" και υπότιτλο "Ἀνασασμοί ζωῆς στά ἀνθρώπινα ἀδιέξοδα" (Διαστ.: 20Χ14, Σελ. 292).  Όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο:

"Ο τίτλος του βιβλίου παραπέμπει ιδιαιτέρως στον τρισμέγιστο όσιο Αντώνιο, τον καθηγητή της ερήμου, ο οποίος τόνιζε σε κάθε ευκαιρία "τόν Χριστόν ἀεί ἀναπνέετε", αλλά και σε όλους τους Πατέρες της Εκκλησίας, παλαιοτέρους και νεωτέρους, οι οποίοι εξίσου προέτρεπαν τους πιστούς, με πρώτον τον εαυτό τους, να μη διέρχεται όχι απλώς ώρα αλλ' ούτε στιγμή που να μη βρίσκονται σε αδιάκοπη κοινωνία και σχέση με τον Κύριο...

Τα κείμενα του βιβλίου - προκλήσεις από την Αγία Γραφή, από τους Πατέρες της Εκκλησίας, από περιστατικά της καθημερινότητας - σ' αυτό ακριβώς αποσκοπούν: να αρχίσουμε να βλέπουμε τα πράγματα, τους συνανθρώπους μας, τον εαυτό μας μέσα στην παρουσία και το φως του Χριστού. Να αρχίσουμε δηλαδή, ή να βοηθηθούμε να συνεχίσουμε, να αναπνέουμε εν Χριστώ, που θα πει να βρίσκουμε μέσα στα προβλήματα και τα θεωρούμενα αδιέξοδα που έτσι κι αλλιώς έχει η ζωή τις λύσεις, μάλλον τη λύση που είναι ανασασμός ζωής. Κι η λύση αυτή είναι η αναφορά στον Ένα: τον Κύριον Ιησού Χριστό και το ζωντανό σώμα Του, την Εκκλησία". 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Α

ΑΝΤΑΥΓΕΙΕΣ ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ

α

1. ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ

    (1) Φάρος στη ζωή μας ο άγιος Πορφύριος

    (2) Ό,τι ωφελεί και στηρίζει!

    (3) Σκοπός μας η διόρθωση του κακού και όχι μόνο η καταδίκη του!

    (4) Η χαρά και η λύπη του οσίου Πορφυρίου

2. ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

    (1) «Δικαιωματισμός» ή αλλιώς Δικαιώματα του Διαβόλου

    (2) Κάποτε βρισκόμουν σε αδιέξοδο…

    (3) Όχι κόντρα στο ρεύμα!

3. ΑΒΒΑΣ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΥ: Υπομονή, σταθερή υπομονή!

4. ΑΝΘΙΜΟΣ Ο ΕΝ ΧΙΩ, ΟΣΙΟΣ: Αρετές που πετάς σε παλιοκάλαθο!

5. ΓΑΒΡΙΗΛΙΑ, Η ΟΣΙΑ ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ

6. ΓΑΛΑΚΤΙΑ, ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ: Τα τέσσερα που θέλει ο Θεός!

7. ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ: Τι είναι αδύνατο για τον    παντοδύναμο Θεό!

8. ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ: Οι δύο πλευρές του Σταυρού του Χριστού

9. ΘΕΟΣΕΜΝΗ, ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ: Δεν αξίζω τίποτα!

10. ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ: Το σπουδαιότερο για τον Θεό

11. ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ, ΓΕΡΩΝ: Το μεγαλύτερο προσκύνημα

12. ΙΩΣΗΦ ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ: Αμέσως την ευχή που είναι πολύτιμη!

13. ΜΑΚΑΡΙΟΣ Ο ΑΙΓΥΠΤΙΟΣ, ΟΣΙΟΣ: Όχι δύο γνώμες στην ψυχή!

14. ΜΑΡΚΟΣ Ο ΑΣΚΗΤΗΣ, ΟΣΙΟΣ: Σβήσιμο αμαρτιών

15. ΜΕΛΑΝΙΑ Η ΝΕΑ, ΑΜΜΑΣ: Τίποτε καλό δεν βρίσκω στον εαυτό μου!

16. ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ, ΟΣΙΑ: Ήταν η γιαγιά μας!

17. ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ (ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ), ΟΣΙΟΣ: Waiting room (Αίθουσα αναμονής)

18. ΤΥΧΩΝ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ, ΓΕΡΩΝ: Πώς ξεπλένονται οι αμαρτίες μας

β

1. ΜΕΣΑ ΜΟΥ ΖΕΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ (Απόστολος Παύλος)

2. ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ «ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ» (Άγιος Ανδρέας Κρήτης)

3. ΑΠΙΣΤΙΑ ΚΑΙ… «ΑΠΙΣΤΙΑ»!

4. ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΙ

5. ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ;

6. ΕΤΟΙΜΟΙ! ΠΥΡ!

7. Η ΠΑΝΤΑΧΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

8. ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ!

9. Η ΟΡΑΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΑΝΤΩΝΙΟ

10. ΠΩΣ ΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΚΑΙ ΝΕΥΡΩΝΕΤΑΙ Ο ΝΟΥΣ

11. ΧΩΡΙΣ ΒΙΑ ΖΩΗ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ!

12. ΑΓΙΟΣ ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ Vs «ΑΓΙΟΥ» ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΥ

Β

ΔΡΑΣΚΕΛΙΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΦΩΣ

(Μικρά κι απλά σχόλια υπό το φως του Χριστού)

 

     Σε όλα τα εκκλησιαστικά και κεντρικά βιβλιοπωλεία. 

 


Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΝΗΣΤΕΥΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ

 

 «Δι’ ἐγκρατείας, Πάτερ, καί προσευχῆς ἀκλινοῦς εἰσῆλθες πρός τήν ἀκρόπολιν τῆς ἀρετῆς, θεοφόρε, ἔνθα τῆς τρυφῆς τόν χειμάρρουν τρυφᾷς» (ωδή γ΄ κανόνος αγίου).

(Με την εγκράτεια, Πάτερ θεοφόρε, και τη σταθερή και ακλόνητη προσευχή σου εισήλθες στην ακρόπολη της αρετής, δηλαδή την αγάπη, όπου απολαμβάνεις τον χείμαρρο της τρυφής του Παραδείσου).

 Ο ύμνος του αγίου υμνογράφου Γερμανού καταγράφει τον δρόμο που ακολούθησε ο όσιος προκειμένου να εισέλθει στην αγκαλιά του Κυρίου και να απολαμβάνει έκτοτε την τρυφή της Βασιλείας Του. Δεν είναι απροϋπόθετη όμως η πορεία αυτή και η ένταξη στη Βασιλεία του Θεού. Απαιτείται η συνέργεια του ανθρώπου κι αυτή εκφράζεται με το ασκητικό φρόνημα της εγκράτειας και την εν αγάπη προσκόλληση του ανθρώπου στον Κύριο κατεξοχήν μέσω του αγώνα της προσευχής. Εγκράτεια και προσευχή θεωρούνται κατά την ορθόδοξη πίστη μας τα πιο «βαριά» όπλα της πνευματικής ζωής, τα οποία συνδέονται ουσιωδώς και οργανικώς μεταξύ τους. Κι αυτό διότι κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί ορθά, που θα πει με αταλάντευτη και «ακλινή» προσήλωση προς τον Κύριο, αν δεν έχει καταστήσει και δεν καθιστά τον εαυτό του ελεύθερο από τα πάθη του μέσω της εγκρατείας του. Άνθρωπος με άλλα λόγια που είναι έκδοτος στις ηδονές και τα πάθη του λόγω της ακρασίας του, δηλαδή άγεται και φέρεται από την προσκόλλησή του σ’ αυτά, δεν μπορεί να αναφερθεί σωστά στον Κύριο, η όποια προσευχή του ρυπαίνεται από την βρωμιά των παθών του.

Πάει για παράδειγμα να προσευχηθεί ένας μνησίκακος και αντί του προσώπου του Κυρίου «βλέπει» διαρκώς ενώπιόν του το πρόσωπο εκείνου που μισεί γιατί ενδεχομένως κάτι του έκανε. Και μπορεί να λέει λόγια προσευχής με το στόμα, η καρδιά του όμως «ζωγραφίζει» εικόνες εκδίκησης για τον υποτιθέμενο εχθρό του – μία «προσευχή» έτσι που στρέφεται εναντίον του ίδιου του εαυτού του και αυξάνει το πλήθος των αμαρτιών του! Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας, στηριγμένη στον Κύριο και στους αγίους Πατέρες της που εμπειρικά έζησαν τα της πνευματικής ζωής, μας παροτρύνουν πάντοτε στη νηστεία, στον περιορισμό κάθε ανεξέλεγκτης τάσης για απόλαυση των ηδονών του βίου, στη  μετριοπάθεια – είναι ο δρόμος για να μπορούν οι οφθαλμοί μας να είναι στραμμένοι, όπως είπαμε, προς τον Κύριο. «Μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό», όπως απεκάλυψε το αψευδές στόμα του Κυρίου μας.

ΤΟ ΑΠΤΟΗΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΜΑ

«Αὐτοθελῶς πρός τούς ἀγῶνας ἐχώρησας, ἀπτοήτῳ, ἔνδοξε, φρονήματι∙ τόν γάρ Χριστόν εἶχες συνεργόν, θείᾳ δυναστείᾳ τό ἀσθενές σου ρωννύοντα, καί μάρτυρα δεικνύντα τῶν αὐτῶν παθημάτων, καί τῆς ἄνω λαμπρότητος μέτοχον» (ὠδή δ΄).

(Προχώρησες, ένδοξε, με τη θέλησή σου προς τους (μαρτυρικούς) αγώνες, με άφοβο φρόνημα. Διότι είχες συνεργό τον Χριστό, ο Οποίος ενίσχυε την ασθένεια (της ανθρώπινης φύσης σου) και σε φανέρωνε μάρτυρα των δικών Του παθημάτων και μέτοχο της ουράνιας λαμπρότητας).

Ο άγιος υμνογράφος προβαίνει σε μία γενική θα λέγαμε εκτίμηση του μαρτυρίου του αγίου Μάμα. Δεκαπεντάχρονο παιδί αυτός, γιος αγίων μαρτύρων του Χριστού, βρίσκεται πάνω στην οδό των γονέων του, με το ίδιο μ’ αυτούς μαρτυρικό φρόνημα -  φρόνημα στην πραγματικότητα του Ίδιου του Κυρίου Ιησού, διότι Αυτός υπήρξε ο πρώτος Μάρτυς, στο μαρτύριο του Οποίου μετέχει έκτοτε κάθε ένας που με πίστη αληθινή Τον έχει αποδεχθεί στη ζωή του. Αυτό σημειώνει λοιπόν ως κεντρική θεολογική θέση και ο άγιος υμνογράφος Θεοφάνης για το μαρτύριο του αγίου Μάμα: ο ίδιος ο Κύριος τον φανέρωσε μάρτυρα του δικού Του Πάθους, που θα πει ότι ο άγιος, όπως και κάθε άγιος μάρτυρας, δεν αγωνιζόταν μόνος του. Και πώς θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, όταν ο Χριστός έχει αποκαλύψει ότι «χωρίς Αὐτοῦ οὐ δυνάμεθα ποιεῖν οὐδέν»; Μόνον με τη δική Του δύναμη μπορεί κανείς να Τον ακολουθήσει στη ζωή του, πολύ περισσότερο στο μαρτύριο του αίματος. Κι έρχεται ο άγιος Θεοφάνης όμως για να συμπληρώσει ότι αφενός η συμμετοχή αυτή στο Πάθος του Χριστού συνιστά μετοχή στη λαμπρότητα της Βασιλείας του Θεού – το μαρτύριο οδηγεί αμέσως στη δόξα του Ουρανού – αφετέρου απαιτείται η θέληση του ανθρώπου. Και δεν μιλάμε για μία θέληση που «σέρνεται» φοβικά και πάει «αλλοιθωρίζοντας» προς τον κόσμο, αλλά για μία θέληση που διακρίνεται για την αποφασιστικότητα της «κόλλησης» της ψυχής και της καρδιάς προς την εικόνα και τη μορφή του Χριστού λόγω αγάπης προς Αυτόν. «Προχώρησες προς τους αγώνες με απτόητο και άφοβο φρόνημα». Η αγάπη του Μάμα προς τον Χριστό, καρπός της χάρης στην καλοπροαίρετη καρδιά του, τον έκανε να ξεπερνά το στοιχείο του φόβου. «Η τέλεια αγάπη, μας θυμίζει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, εξορίζει τον φόβο από την καρδιά».

Αλλά ο Θεοφάνης ο υμνογράφος γίνεται πολύ ανθρώπινος, γιατί είναι κι αυτός άγιος με εμπειρία του πνευματικού αγώνα και με απόλυτη γνώση του τι είναι ο άνθρωπος στον κόσμο τούτο, έστω κι αν είναι χριστιανός. Τι μας λέει και μας «προσγειώνει»; Ναι, ο μάρτυρας έτρεχε εκούσια προς το μαρτύριό του∙ ναι, αγαπούσε πολύ τον Χριστό∙ αλλά δεν έπαυε να είναι άνθρωπος που μόνος του, όπως είπαμε, δεν μπορεί να κάνει τίποτε. Κι ήταν ο Χριστός που βλέποντας τη δική του διάθεση τον ενίσχυε στην ασθένειά του – «ρωννύων τό ἀσθενές (τοῦ Μάμαντος) θείᾳ δυναστείᾳ». Μπροστά στο φάσμα του θανάτου, και μάλιστα με βάσανα, μπορεί το δεκαπεντάχρονο παιδί να δείλιασε – τίποτε πιο ανθρώπινο και «φυσικό»! Κι ο Χριστός τον ενισχύει και του δυναμώνει τη θέληση. Κι αυτός, ενισχυμένος πια, τρέχει προς το μαρτύριο και δίνει τη ζωή του για χάρη του Χριστού. Πόσες ανάλογες καταγραφές δεν έχουμε από τα μαρτύρια των χριστιανών! Δεν θυμόμαστε την αγία Μαρίνα για παράδειγμα που μπροστά σ’ έναν τεράστιο δράκοντα πανικοβλήθηκε! Και παρακάλεσε τον Κύριο, γιατί  σ’ Εκείνον στράφηκε η φοβισμένη θέλησή της, κι ο Κύριος τον δράκοντα τον μεταποίησε στα μάτια της σ’ ένα μικρό και θεωρούμενο ανίσχυρο μαύρο σκυλί, το οποίο και το εξολόθρευσε εύκολα.

Ο Κύριος ενισχύει την αδύνατη θέλησή μας σε ό,τι ανθρωπίνως μας υπερβαίνει, η οποία όμως πρέπει να πιστέψει στην παντοδυναμία Εκείνου. Το δικό μας συνήθως πρόβλημα όμως είναι ότι τη δική μας αδυναμία την κάνουμε και αδυναμία του παντοδύναμου Θεού! Κι αυτόν τον παραλογισμό τον θεωρούμε πολύ συχνά ως τετράγωνη λογική και έκφραση της «εξυπνάδας» μας!

01 Σεπτεμβρίου 2025

ΤΟΥΣ ΣΥΓΧΩΡΕΣΑ ΚΙ ΑΥΤΟΥΣ…

Η γιαγιά Σοφία που έφυγε από τη ζωή αυτή υπερπλήρης ημερών - στα 97 είχε μπει όταν άφησε την τελευταία της πνοή - ήταν ένα σπάνιο είδος ανθρώπου. Δεν ήταν μόνο η καταγωγή της – Σμυρνιά βέρα από το Κορδελιό – αλλά το ποιόν που λέμε του χαρακτήρα της: άνθρωπος ντόμπρος, ευχάριστος σε όλη τη διάρκεια της ζωής της, με καθαρό μυαλό που μπορούσε να επισημαίνει το ουσιώδες από το δευτερεύον και περιττό, κυρίως όμως με μία πίστη βαθειά στον Χριστό και την Εκκλησία, που όταν προκλήθηκε στα χρόνια που βρέθηκε στην Αμερική κοντά στην πρωτοκόρη της, (καθώς εκεί που εργαζόταν ως ράπτρια για μία δεκαετία την προσέγγισαν διάφοροι Προτεστάντες), εκείνη με λόγο βέβαιο και σταράτο δεν άφησε ούτε στιγμή να της αλλάξουν τα μυαλά, να την επηρεάσουν ή έστω να της ενσπείρουν την παραμικρή αμφιβολία.

Στα ένδεκά της βρέθηκε με τους γονείς της, τον Σταμάτη και την Ευαγγελία, πρόσφυγες στην Ελλάδα λόγω της καταστροφής της Σμύρνης το ’22, με τελική κατάληξη τον Πειραιά, τη Νέα Καλλίπολη και τα βράχια της Πειραϊκής. Εκεί μεγάλωσε, εκεί παντρεύτηκε, εκεί έκανε τις τρεις κόρες της. Και δεν ήταν βέβαια μόνο ο κατατρεγμός της προσφυγιάς, αλλά και τα «χτυπήματα» της μετέπειτα ζωής της. Γιατί το 1944 στον βομβαρδισμό του Πειραιά έχασε τον άνδρα της τον Μιχάλη κι έμεινε με τις δύο κόρες της και την τρίτη της μέσα στην κοιλιά. Παρ’ όλα αυτά δεν το έβαλε κάτω. Φύσει αισιόδοξος χαρακτήρας πρόσβλεπε στον Χριστό και πατούσε στέρεα στη γη. «Κι αυτό θα περάσει!» συνήθιζε να λέει. «Αύριο μια καινούργια μέρα ξημερώνει». Κι έτσι επέζησε και έζησε και καλοέζησε τελικά, κι έφτασε όπως είπαμε και στην Αμερική - προσκεκλημένη από την κόρη της που βρέθηκε εκεί ξενιτεμένη και παντρεμένη - για να δουλέψει και να πάρει μάλιστα και σύνταξη αμερικάνικη που της έδινε τη δυνατότητα και την άνεση να είναι ανεξάρτητη μέχρι τέλους οικονομικά, αφότου μάλιστα βρέθηκε και πάλι πίσω στην πατρίδα μαζί με τις άλλες κόρες της και τις οικογένειές τους.

Η γιαγιά η Σοφία! Θυμάμαι να της δίνουμε, ακόμη και μετά τα ογδόντα πέντε της, να διαβάσει βιβλία που ήταν το πάθος της, και μας τα επέστρεφε μετά τρεις ή τέσσερις μέρες ασκώντας ουσιαστική κριτική και επισημαίνοντας στοιχεία που μόνον κάποιος έμπειρος αναγνώστης θα μπορούσε να επισημάνει. Κι όταν ερχόταν η ώρα να εξομολογηθεί, έβλεπες τον άνθρωπο που η μετάνοια αποτελούσε καίριο γνώρισμα της ύπαρξής του χωρίς να μπορεί να κρατήσει κακία για οποιοδήποτε άνθρωπο. «Ένα πουλάκι τ’ ουρανού» είναι η γιαγιά, λέγαμε όλοι μας, βλέποντας βεβαίως και τη διατροφή της που κυριολεκτικά ήταν παρόμοια του… σπουργιτιού! Της άρεσαν, πρέπει να πούμε, και οι εκδρομές και οι διάφορες εξορμήσεις. Και δεν υπήρχε περίπτωση να την καλέσουμε να έρθει μαζί μας σε κάποιες εξόδους μας χωρίς αυτή να είναι στην… πόρτα σε λιγότερο από τρία λεπτά.

Ένα πράγμα μόνο δεν μπορούσε να ξεπεράσει˙ κάποιους εφιάλτες της από τα παιδικά της χρόνια με τους Τούρκους, όταν μικρό παιδί έβλεπε την καταστροφή της αγαπημένης της Σμύρνης από εκείνους που νόμιζε ότι ζουν μαζί αγαπημένοι, όταν μη πολυκαταλαβαίνοντας έβλεπε τον τρόμο στα μάτια των γονιών της και των δικών της ανθρώπων από την αγωνία τους για την επιβίωσή τους. Το «γιατί;» της παιδικής ψυχής της δεν μπορούσε να βρει απάντηση και δικαίωση, κάτι που μάλλον συνεχίστηκε και στα μετέπειτα χρόνια. Κι ήταν τότε που ταραγμένη και καταϊδρωμένη ξυπνούσε μέχρι τα γεράματά της από τους εφιάλτες αυτούς, λέγοντας πάντοτε ότι έβλεπε Τούρκους που ήθελε να τους…  χαστουκίσει ή τους είχε ήδη χαστουκίσει!

Και πέρασε ο καιρός και βρέθηκε η γιαγιά που αλαφροπατούσε στη γη στα στερνά της. Χρειάστηκε μάλιστα να βρεθεί και σε κλινική για προβλήματα της καρδιάς της, οπότε με πολλή στοργή όλοι, θέλοντας να τη διασκεδάσουν τη ρωτούσαν: «Γιαγιά, τι έγινε; Σήμερα… έδειρες κανέναν Τούρκο;» Κι ήταν η απάντηση πια της γιαγιάς εκείνο που μάλλον την απελευθέρωσε εντελώς από τα γήινα και την έκανε να βρεθεί στην αγκαλιά του αγαπημένου της Κυρίου και της λατρεμένης της Παναγίας πολύ σύντομα πια. «Πάει κι αυτό! Τους έχω συγχωρέσει κι αυτούς! Και όλους μα όλους!»

Μακάρια ψυχή η γιαγιά η Σοφία! Από εκείνες τις ψυχές που πέρασαν από τον κόσμο και άφησαν ευωδία Χριστού στο πέρασμά τους! Να έχουμε την ευχή της! 

ΟΥΡΑΝΙΕ ΠΑΤΕΡΑ ΜΑΣ…

«Τῆς αὐτολέκτου καί θείας διδασκαλίας Χριστοῦ, τήν προσευχήν μαθόντες, καθἑκάστην ἡμέραν, βοήσωμεν τῷ ΚτίστῃΠάτερ ἡμῶν, ἐν τοῖς οὐρανοῖς κατοικῶν, τόν ἐπιούσιον ἄρτον δίδου ἡμῖν, παρορῶν ἡμῶν τά πταίσματα» (στιχηρό εσπερινού 1ης Σεπτεμβρίου).

(Αφού μάθαμε την προσευχή της θείας διδασκαλίας που είπε ο Ίδιος ο Χριστός, ας φωνάξουμε στον Δημιουργό καθημερινά: Πατέρα μας που κατοικείς στους ουρανούς, δίνε μας τον καθημερινό άρτο, παραβλέποντας τα πταίσματά μας).

Την πρώτη ημέρα της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς, που ξεκινά βεβαίως με τον εσπερινό της προηγουμένης, δεν είναι τυχαίο ότι ο άγιος υμνογράφος θέτει ως πρώτο ύμνο της ακολουθίας την κλήση να προσευχόμαστε με τα λόγια που δίδαξε ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός: «Πάτερ ἡμῶν». Κι αυτό βεβαίως διότι για την Εκκλησία μας δεν υπάρχει σπουδαιότερη προσευχή από αυτήν – είναι η Κυριακή προσευχή, η προσευχή του Κυρίου. Ποιος άλλος θα μπορούσε να μας μάθει πώς να προσευχόμαστε παρά ο Ίδιος ο Δημιουργός μας; Αυτός είναι που στο αίτημα των μαθητών Του για το πώς να προσεύχονται απάντησε με τα συγκεκριμένα λόγια της προσευχής. Γι’ αυτό και έκτοτε κάθε προσευχή της Εκκλησίας μας στην ουσία αποτελεί επανάληψη ή προέκταση και ανάλυση της πιο βαθειάς αυτής προσευχής, που σημαίνει ότι εκκλησιαστικά προσευχόμαστε αδιάκοπα με τον τρόπο του Θεού μας.

Να προσφωνούμε τον Θεό «Πατέρα», συνεπώς να νιώθουμε ως παιδιά Του αγαπημένα, είναι μία χαρισματική πραγματικότητα – δεν μπορεί να Τον πει έτσι κανείς άνθρωπος εκτός της χάρης του Θεού, εκτός δηλαδή της Εκκλησίας. Είναι η δωρεά που δίνει ο Χριστός στον βαπτισμένο στο όνομά Του άνθρωπο, γεγονός που φανερώνεται κατεξοχήν στη Θεία Λειτουργία. «Καί καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα, μετά παρρησίας, ἀκατακρίτως, τολμᾶν ἐπικαλεῖσθαι Σέ, τόν ἐπουράνιον Θεόν, Πατέρα, καί λέγειν: Πάτερ ἡμῶν...». Πρόκειται για την αλήθεια που διακηρύσσει ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής ήδη από το πρώτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. «Ὅσοι έλαβον Αὐτόν (δηλαδή πίστεψαν στόν Χριστό), ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». Ποια μεγαλύτερη εξουσία στον κόσμο υπάρχει από εκείνην που δίνει ο Παντοδύναμος Θεός στον άνθρωπο, γιατί ακριβώς τον έχει κάνει παιδί Του; Οι άγιοί μας που βίωναν στο απόλυτο δυνατό την κάθε λέξη των προσευχών και των λόγων του Χριστού έχουν εκφράσει συγκλονιστικές αλήθειες ειδικά για την Κυριακή προσευχή.

Ο όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ για παράδειγμα, για να αναφερθούμε σε σύγχρονο άγιο, πολλές φορές έχει γράψει πάνω στο θέμα αυτό. Ο ίδιος καταρχάς έχει αποκαλύψει ότι υπήρχαν εποχές που ξεκινούσε το «Πάτερ ἡμῶν» το πρωί για να το ολοκληρώσει το βράδυ: την κάθε λέξη την περνούσε βιωματικά μέσα από ολόκληρη την ύπαρξή του. Γι’ αυτό και δεν δίσταζε να πει στις ομιλίες του στο τέλος της ζωής του: «Και μόνη η προφορά του Ονόματος του Θεού μάς φλέγει πραγματικά σαν φωτιά. Έτσι θα έπρεπε να προφέρουμε και το «Πάτερ ἡμῶν». Ουσιαστικά, αν προφέραμε μόνο μία φορά σε ολη τη ζωή μας τις λέξεις αυτές του «Πάτερ ἡμῶν» με το αυθεντικό νόημά τους, που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα του Ίδιου του είναι, θα ήταν αρκετό. Σε αυτό έγκειται το μυστήριο της αναγεννήσεώς μας από την αμαρτωλή κατάστασή μας σε εκείνην που αναμένει από εμάς ο Κύριος».

Ο άγιος υμνογράφος λοιπόν, για να επανέλθουμε στον πρώτο εκκλησιαστικό ύμνο του νέου έτους, μας θυμίζει την αλήθεια αυτή. Να παρακαλούμε τον Θεό ως Πατέρα μας με την αίσθηση της υιϊκότητάς μας, με επίγνωση βεβαίως της αμαρτωλότητάς μας. «Δίνε μας τον επιούσιο άρτο μας (και το επίγειο αλλά και τον αιώνιο μέσα από τη Θεία Ευχαριστία) και συγχώρα τα πταίσματά μας». Γιατί είναι ο Μόνος που μπορεί να μας καθαρίσει από την όποια πνευματική και ψυχική ακαθαρσία μας. Αρκεί να Τον παρακαλούμε, όπως είπαμε, εκκλησιαστικά: ως μέλη του αγίου Σώματός Του εν μετανοία και ταπεινώσει, που θα πει εν αγάπη και ανεξίκακα.

25 Αυγούστου 2025

Η ΕΠΙΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ ΣΟΥ…

 Ο νεαρός κληρικός μόλις τελείωσε το κήρυγμα την ώρα του κοινωνικού και εισήλθε και πάλι στο άγιο Βήμα. Ήξερε ότι είχε έλθει στον Ναό του προκειμένου να λάβει μέρος σε μνημόσυνο γνωστού του Ιεράρχης πολιός και Γέροντας, εγνωσμένης θεολογικής καταρτίσεως και ρητορικής δεινότητας. Του έκανε νόημα να τον πλησιάσει. «Σεβασμιώτατε, την ευχή σας!» έσκυψε και του φίλησε με πολύ σεβασμό το χέρι του ο ιεροκήρυκας. «Του Κυρίου και της Παναγίας μας!» απάντησε. «Θέλω να σου πω ότι κήρυξες ωραία, με μεστό θεολογικό λόγο και με σεμνότητα. Όμως, να ξέρεις, ότι η επιτυχία του κηρύγματός σου δεν έγκειται κυρίως σ’ αυτό. Είναι που είσαι… σύντομος! Γιατί αν δεις τον ενορίτη σου, που στέκει μάλιστα όρθιος, να αλλάζει ποδάρι, ήδη τον έχασες!» «Να ’ναι ευλογημένο, Σεβασμιώτατε. Το ίδιο μας λέει συχνά και ο Μητροπολίτης μας. Το κήρυγμά μας δεν πρέπει, πλην λίγων εξαιρέσεων, να ξεπερνά τα δέκα με δώδεκα λεπτά». Κούνησε το κεφάλι συμφωνώντας με τον οικείο Δεσπότη. Δεν πρόλαβαν να πούνε περισσότερα, γιατί δεν ήταν της ώρας. Όμως τα λόγια του πράγματι συχνά τα έφερνε στον νου ο νέος κληρικός, έστω κι αν τα χρόνια πια περνούσαν με ρυθμό γρήγορο.

Τα θυμήθηκε και πάλι έντονα πολλά χρόνια αργότερα, όταν έτυχε να λειτουργήσει σε άλλον Ναό εκτός της Μητροπόλεως που ανήκε, στον οποίο όμως παρευρισκόταν και ο παραιτηθείς Μητροπολίτης του κανονικού Ναού του. Μεγάλος πια στην ηλικία ο Επίσκοπος και με προβλήματα υγείας προτίμησε, δείχνοντας και το μεγαλείο του, να αφήσει τη θέση του, για να μπορέσει πιο άνετα να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Συναντήθηκαν λοιπόν ο Μητροπολίτης και ο προχωρημένος πια στην ηλικία κι αυτός κληρικός. Οι ιερείς του εκεί Ναού παρεκάλεσαν τον παπά να μιλήσει, εκείνος ανταποκρίθηκε και στο τέλος βρέθηκαν στο αρχονταρίκι του Ναού να θυμούνται τα παλιά ο παπάς και ο Δεσπότης, ο οποίος μάλιστα ήταν εκείνος που είχε χειροτονήσει τον παπά, διάκονο και πρεσβύτερο.

Στην κουβέντα πάνω, πίνοντας και τον καφέ τους, παρευρισκομένης και της παπαδιάς, ο ιερέας θέλησε να πει και το… παράπονό του στον Δεσπότη, για να βρει συμπαράσταση. «Σεβασμιώτατε, θέλω κάτι να σας πω, μιας που είναι εδώ και η παπαδιά. Όταν βγαίνω να κηρύξω, είτε στον Ναό μου είτε κάπου αλλού που τύχει να βρεθώ, η πρεσβυτέρα από εδώ μου κάνει κάποιες φορές παρατήρηση, λέγοντάς μου ότι ξεπερνώ τον καθορισμένο χρόνο για το κήρυγμα. “Κουράζεις τον κόσμο” μου λέει, “έστω κι αν λες σπουδαία πράγματα. Ο κόσμος στην εποχή μας δεν αντέχει τα μακριά κηρύγματα”. Και πρέπει να σας πω, άγιε Δέσποτα, ότι σπανίως ξεπερνώ τα δεκαπέντε λεπτά. Τότε που τα ξεπερνώ όμως κάνει την παρατήρηση. Μάλιστα, χαριτολογώντας λέει ότι θα σηκώνει και πανό που θα λέει: Τελείωνε!»

Είπε και ήταν σίγουρος ότι ο Γέρων Δεσπότης, ο οποίος σημειωτέον είχε αναλωθεί στο γραπτό και στο προφορικό κήρυγμα όλα τα χρόνια της ιερατικής και αρχιερατικής του διακονίας, θα στρεφόταν στην πρεσβυτέρα για να τη… μαλώσει. Περίμενε ότι θα της έλεγε ότι ο λόγος του Θεού πρέπει να ακούγεται και κυρίως αυτή να ενισχύει τον παπά της να μιλάει και περισσότερο! Ο Δέσποτας κοντοστάθηκε για λίγο κι έπειτα γύρισε και με χαμογελαστό πρόσωπο, πιάνοντας και το χέρι του παπά, του είπε με μεγάλη στοργή: «Να ακούς την παπαδιά σου, παπά μου. Να την ακούς!» Ο ιερέας κατέβασε το κεφάλι, χαμογέλασε, ευχαρίστησε νοερά τον Κύριο για τη σύνεση και τη σοφία του Δεσπότη αλλά και της… παπαδιάς του, και σήκωσε το φλυτζάνι του για να συνεχίσει να πίνει τον μέτριο ελληνικό καφέ του!

20 Αυγούστου 2025

ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΑΣ, ΟΧΙ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ!

Η ατμόσφαιρα μέσα στο παλιό θαλασσινό εξωκκλήσι, πανέμορφο και εσωτερικά αλλά και εξωτερικά – η φυσική του τοποθεσία ήταν κυριολεκτικά μαγευτική, καθώς τα βράχια που το περιέβαλαν, εκτός από τη λωρίδα γης που την ένωναν με την ξηρά, διαρκώς ερωτοτροπούσαν με τη θάλασσα είτε στις μπουνάτσες της είτε στις αγριάδες της – ήταν πραγματικά κατανυκτική. Το παλιό τέμπλο με τις γλυκές εικονογραφίες του, τα σεμνά καντηλάκια που τρεμόπαιζαν από τις μικρές ριπές του πελαγίσιου αέρα που δέχονταν από τις ανοιχτές θύρες, τα λιγοστά στασίδια στα πλαϊνά των τοίχων, το βοτσαλωτό δάπεδο ποιος ξέρει πόσων χρόνων, το κάθε τι που ανέπνεες στον μικρό ναό τον αφιερωμένο στη μάνα Παναγιά, σου δημιουργούσαν την αίσθηση μιας εγγύτητας προς τον Κύριο που σε υπέβαλε και σε παρακινούσε να ψάλεις, να προσευχηθείς, να αναβλύσει από την καρδιά σου το «Κύριε, ελέησον» και το «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς». Γι’ αυτό και έβλεπες όλων των ειδών ανθρώπους, ακόμη και φαινομενικά άσχετους προς την πίστη, να δρασκελίζουν τη χαμηλωμένη θύρα κάνοντας μ’ ευλάβεια τον σταυρό τους, να ανάβουν το καθαρό κεράκι τους, τα χείλη τους να φιλούν το χέρι της Παναγίας, να κοντοστέκονται για λίγα δευτερόλεπτα, μάλλον ζητώντας ο καθένας λύση σε ό,τι θεωρούσε πρόβλημα κι ασήκωτο βάρος στη ζωή του.

Σ’ αυτό το εκκλησάκι βρεθήκαμε πριν από χρόνια πολλά μαζί με φίλο κληρικό, για να προσευχηθούμε και να τελέσουμε το μυστήριο του γάμου σε ζευγάρι γνωστών μας παιδιών, που θέλησαν εκεί, στο κυκλαδίτικο νησί να λάβουν την ευλογία του Κυρίου για το ξεκίνημα της έγγαμης ζωής τους. Δεν ήταν εύκολο το ταξίδι, όμως η αγάπη προς τους μελλονύμφους και η θερμή παράκληση της οικογένειας που γνωρίζαμε καλύτερα έκαμψε τις όποιες αντιστάσεις μας. Και το αποτέλεσμα πράγματι δικαίωσε τον όποιον κόπο μας. Τα πράγματα κύλισαν ειδυλλιακά, κανένα εμπόδιο δεν παρουσιάστηκε ανυπέρβλητο, Θεός και άνθρωποι συνεργάστηκαν θα έλεγε κανείς με τον καλύτερο τρόπο προφανώς για να «ανταμειφθεί» η καλοσύνη και η αγαθοσύνη της καρδιάς των νέων ανθρώπων. Εκτός από κάποιο… σημείο στη διαδικασία του μυστηρίου! Σημείο που άλλους ελαφρώς τους τάραξε, άλλους τους διασκέδασε!

Τι έγινε; Την ώρα που είχε γίνει ήδη ο αρραβώνας και είχε ξεκινήσει ο γάμος, στα αιτήματα υπέρ των μελλονύμφων, όπου τονίζονται και τα ονόματά τους όχι μία φορά – «υπέρ των δούλων του Θεού τάδε και τάδε» -  «ξέσπασε» η μάνα της νύφης. Στο άκουσμα του ονόματος της κόρης της «Αικατερίνης» ακούστηκε να λέει δυνατά πίσω από τον παπά: «Αικατερίνας, πάτερ, Αικατερίνας!» Μάλλον, από ό,τι φάνηκε, συγκρατιόταν όλη την ώρα, καθώς αρκετές φορές μέχρι εκείνη τη στιγμή το «υπέρ της δούλης του Θεού Αικατερίνης» ερχόταν και ξαναρχόταν, οπότε δεν άντεξε και άφησε τον «καημό» της καρδιάς της να βγει από το στόμα της. Ο παπάς, ο οποίος τύχαινε να είναι εκτός από θεολόγος και πολύ καλός φιλόλογος, γιατί είχε σπουδάσει τη φιλολογία, κοντοστάθηκε καθώς πίσω από το κεφάλι του, κυριολεκτικά στα αυτιά του, άκουσε την παρατήρηση, μα δεν είπε τίποτε. Ξεροκατάπιε και συνέχισε. Τα αιτήματα όμως υπέρ των μελλονύμφων συνεχίζονταν - «…υπέρ της δούλης της Θεού Αικατερίνης» είπε και λίγο παρακάτω. Κοκκίνησε η συμπεθέρα, για πολλοστή φορά άκουσε «παραποιημένο» το όνομα της κόρης της, ο παπάς γι’ αυτήν δεν εισάκουσε την υποβολή του «ορθού» - ίσως να σκέφτηκε και την αγραμματοσύνη του! – και ξανάπε λίγο πιο δυνατά αυτήν τη φορά, αλλά εις επήκοον τελικώς των πάντων! «Αικατερίνας, Αικατερίνας»!

Η αντίδραση του νεαρού ιερέα ήταν λίγο απρόσμενη. Χωρίς να δείχνει καμία ταραχή, σαν να «διάβαζε» το υπόλοιπο της ακολουθίας μέσα από τη φυλλάδα, σταμάτησε και κοίταξε προς τη μεριά της μάνας. «Η Αικατερίνα, της Αικατερίνης είναι το σωστό» σημείωσε. «Είναι όνομα της πρώτης κλίσης που αλλάζει το α και γίνεται η στη γενική, γιατί πρόκειται για το μη καθαρό α, όπως λέει η Γραμματική. Πώς λέμε: η γλώσσα της γλώσσης, έτσι κι εδώ». Κι ατάραχος συνέχισε τα επίλοιπα της ακολουθίας. Όσοι κατάλαβαν το τι έγινε – γιατί κάποιοι, απασχολημένοι με τα «δικά» τους στο κοινωνικό γεγονός, δεν πήραν είδηση για την παρέκβαση, απορημένοι με την αντίδραση των άλλων – προσπάθησαν να συγκρατήσουν το μειδίαμα ή και τον αυθόρμητο γέλωτά τους, ιδίως οι πιο μορφωμένοι και εγκρατείς περί τη Γραμματική. Η δε «συμπεθέρα» έσκυψε το κεφάλι κάνοντας «τον Αρτέμη» που λέμε, κατακόκκινη γιατί έγινε το κέντρο του περίγελου κι ευχόμενη να μην είχε ανοίξει ποτέ το στόμα της για τα «δίκια» της κόρης της.

Κατά τα άλλα το μυστήριο κύλισε ομαλότατα, το τέλος του βρήκε τους πάντες να έχουν πλήρη τη συνείδησή τους με τους ευτυχείς νεόνυμφους, ενώ οι εγκάρδιες ευχές όλων και στις δύο οικογένειες, ακόμη δε περισσότερο το πλούσιο γλέντι που ακολούθησε, έσβησαν εντελώς το «ατυχές» συμβάν. Γιατί όλοι μα όλοι το μόνο που ήθελαν ήταν το νέο ζευγάρι να είναι καλά και οι ευχές των καλών γονιών τους να τους συνοδεύουν για πάντα!