01 Ιουλίου 2021

ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΑΣ

Τόν πιό καταλυτικό ρόλο στήν ἐπικοινωνία  γονιοῦ καί παιδιοῦ τόν παίζει ὁ σεβασμός τῆς ἐλευθερίας τοῦ παιδιοῦ. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας γονιός, τά πάντα νά προσφέρει στό παιδί του, ἰδίως τόν ἔφηβο, ἄν νιώσει τό παιδί ὅτι δέν σέβεται τήν ἐλευθερία του, τότε ματαίως κοπιᾶ καί παλεύει. Κι ὁ λόγος εἶναι ἁπλός: ὁ Θεός προίκισε τόν ἄνθρωπο μέ τό μεγαλύτερο καί σπουδαιότερο δῶρο, τήν ἐλευθερία. «Πρέπει νά καταλάβουμε οἱ ἄνθρωποι», ἔλεγε ὁ μέγας ὅσιος Πορφύριος, «ὅτι ὁ Θεός δέν μᾶς ἔδωσε ἁπλῶς ἐλευθερία. Χάραξε τήν ἐλευθερία μέσα μας». Γι᾽ αὐτό καί ὁτιδήποτε καταστρατηγεῖ αὐτήν τήν ἐλευθερία διαστρέφει τόν ἀληθινό χαρακτήρα τοῦ ἀνθρώπου. Μεγαλύτερη ἀπόδειξη γιά τήν ἀλήθεια αὐτή ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο πού μᾶς κάλεσε ἐλεύθερα νά Τόν ἀκολουθοῦμε γιά τή σωτηρία μας, δέν ὑπάρχει. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν» εἶπε. Παρ’ ὅλη τήν παγγνωσία Του ὅτι μιά πορεία δική μας μακριά Του εἶναι ἡ καταστροφή μας, παρ’ ὅλη τήν παναγαθότητά Του πού Τόν κάνει, ἀνθρωποπαθῶς μιλώντας, νά «καίγεται» ἡ καρδιά Του ἀπό τήν ἄρνησή μας νά Τόν ἀκοῦμε, ὅμως δέν μᾶς ἐκβιάζει. Ζητάει πάντοτε τήν ἐλεύθερη συγκατάθεσή μας. ῎Ετσι λοιπόν καί μέ τά παιδιά μας· τυχόν δική μας ἐμμονή νά ἐκβιάσουμε τή θέλησή τους, ἔστω καί γιά τό καλό τους, δέν θά τά ὠφελήσει. Κι ἐμεῖς θά ἀπογοητευτοῦμε κι ἐκεῖνα θά ἀντιδράσουν.

Βεβαίως, μιλώντας γιά σεβασμό τῆς ἐλευθερίας τῶν παιδιῶν δέν ἐννοοῦμε τήν ἄρνησή μας νά τά καθοδηγοῦμε  καί νά ἀσκοῦμε ἀγωγή ἐπάνω τους. Κι αὐτό εἶναι ἀπαραίτητο, ἰδίως στά πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς τους, γιατί ἡ ἀνθρώπινη φύση ἔρχεται προβληματική στόν κόσμο τοῦτο, τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία. Μόνον ἕνας κόσμος ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ἁμαρτία δέν θά εἶχε ἀνάγκη ἐπέμβασης διά τῆς ἀγωγῆς, κάτι πού δέν ἔλαβαν σοβαρῶς ὑπ’ ὄψιν τους διάφοροι φιλόσοφοι καί παιδαγωγοί τῶν νεώτερων χρόνων. ᾽Αλλά ἡ ἐπέμβαση αὐτή καί ἡ ἀγωγή πρέπει νά γίνεται διακριτικά, μέ ἀγάπη καί μέ ὑπομονή, πού θά πεῖ: πρωτίστως μέ τή ζωή μας καί λιγότερο μέ τά λόγια μας. ῎Ετσι οὔτε ἡ ὑπερβολή τῆς προστασίας μας ἀλλά καί οὔτε ἡ ἀδιαφορία μας μποροῦν νά δικαιωθοῦν. Μεταξύ πάντοτε τῶν δύο ἀκροτήτων, τοῦ ὑπερπροστατευτισμοῦ καί τῆς ἀδιαφορίας, ὑπάρχει ὁ ἴσιος δρόμος τῆς πίστεως: ἡ διακριτική ἐν ἀγάπῃ ἐπέμβαση. Κι αὐτή ὅπως εἴπαμε, ὅσο τά παιδιά εἶναι ἀκόμη μικρά. Στήν τυχόν ἔνστασή μας, τί κάνουμε ὅταν τά παιδιά μεγαλώσουν, ἡ ἀπάντηση εἶναι: ριχνόμαστε στήν προσευχή ὑπέρ αὐτῶν. «Ἀφῆστε καί κανένα κατσαβίδι γιά τόν Χριστό», ἔλεγε χαριτολογώντας ὁ ὅσιος Παΐσιος σέ πανικόβλητους γονεῖς πού ἔβλεπαν τά παιδιά τους νά ἀντιδροῦν πρός τήν πίστη. «Δέν θά τά λύσουμε ἐμεῖς ὅλα τά θέματά τους». Καί· «οἱ γονεῖς εἶναι κυρίως ὑπεύθυνοι ὅσο τά παιδιά εἶναι μικρά. ᾽Αφότου μπαίνουν στήν ἐφηβεία, χωρίς βεβαίως νά ἀδιαφορεῖ ὁ γονιός, ἀναλαμβάνει ὁ Χριστός καί ὁ φύλακας ἄγγελος τοῦ παιδιοῦ».

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΚ ΡΩΜΗΣ

Μέσα στό πλῆθος τῶν ἁγίων ᾽Αναργύρων πού ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔχει στό ἑορτολόγιό της, εἶναι καί οἱ σήμερον ἑορταζόμενοι, Κοσμᾶς καί Δαμιανός οἱ ἀπό Ρώμης, γιά νά διακρίνονται ἀπό τούς ἄλλους ᾽Αναργύρους τούς προερχομένους ἀπό τή Μ. ᾽Ασία. «Αὐτοί ζοῦσαν στή Ρώμη, ὅταν βασιλιάς ἦταν ὁ Καρίνος, ἰατροί στό ἐπάγγελμα, πού παρεῖχαν ἀμισθί τίς ὑπηρεσίες τους, θεραπεύοντας ἀνθρώπους καί κτήνη, μέ  μόνη ῾ἀπαίτησή᾽ τους τήν ὁμολογία καί πίστη τῶν θεραπευθέντων ἀνθρώπων στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό. Διαβλήθηκαν ὅμως στόν βασιλιά ὅτι τίς θεραπεῖες τίς ἐπιτελοῦν μέ τήν τέχνη τῆς μαγείας, κι ἐπειδή ὁδηγοῦνταν ἄλλοι γιά χάρη τους στόν βασιλιά, οἱ ἴδιοι παρέδωσαν τούς ἑαυτούς τους. Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνον βεβαίως δέν πείστηκαν νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό, ἀλλά καί τόν Καρίνο ἀπήλλαξαν ἀπό τή δυσσέβειά του, ὅταν πρόσφεραν τήν ἴαση καί σ᾽ ἐκεῖνον. Διότι τήν ὥρα πού τούς ἀνέκρινε καί τούς ἀπειλοῦσε γιά νά ἀρνηθοῦν τήν πίστη τους, ἡ θέση τοῦ προσώπου του ἄλλαξε θέση καί τό κεφάλι του ἔγειρε πρός τά πίσω, ὁπότε οἱ ἅγιοι τόν θεράπευσαν, γεγονός πού ἔκανε τούς παρευρισκομένους νά πιστεύσουν στόν Χριστό. Καί μαζί μέ αὐτούς ὁμολόγησαν τήν πίστη στόν Χριστό  καί ὁ βασιλιάς μέ ὅλους τούς οἰκείους καί συγγενεῖς του, κι ἀκόμη περισσότερο,  μέ τιμές πιά ἔστειλε πίσω τούς ἁγίους στό σπιτικό τους. Ὕστερα ὅμως ἀπό αὐτά, αὐτός πού ἐπιστατοῦσε τήν ἰατρική τους τέχνη, τούς φθόνησε, γι᾽ αὐτό, κι ὅταν τούς ἀνέβασε σ᾽ ἕνα βουνό, τάχα γιά συλλογή ἰατρικῶν βοτάνων, τούς ἐπιτέθηκε καί μέ λίθους τούς σκότωσε».

Ἡ ὑμνολογία τῆς ἡμέρας ἀφενός δέν φείδεται ἐπαίνων, προκειμένου νά προβάλει τό μέγεθος τῆς ἁγιότητάς τους – «οὐρανοπολῖται», «θεόφρονες», «δυάς ἱερά», «φωταυγής ξυνωρίς», «ὧν καί μόνα τά ὀνόματα νόσους ἐκ βροτῶν ἀπελαύνουσι» κ.π.ἄ. -  ἀφετέρου τονίζει μέ πολλές εἰκόνες καί ἀναφορές τά βασικά στοιχεῖα τῆς κατά Χριστόν βιοτῆς τους. Μία ἀπό τίς πολλές ἀναφορές πού φωτίζει μέ συνοπτικό τρόπο τήν πορεία τῆς ἁγιότητάς τους εἶναι καί αὐτή πού ἐπισημαίνει: «διά πάντων (οἱ ἅγιοι) ὑπήκοοι γενόμενοι Χριστῷ ἐν παρρησίᾳ πρεσβεύουσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».  Οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός δηλαδή  ἅγιασαν, πού σημαίνει δέχτηκαν στήν ὕπαρξή τους ὅλη τήν ἁγία Τριάδα, «Πνεύματι θείῳ χρυσωθέντες», διότι ἀποφάσισαν στή ζωή τους νά κάνουν ὑπακοή στόν Χριστό. Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος ἁγιασμοῦ, κατά τήν πίστη μας, ζωντανῆς σχέσης δηλαδή μέ τόν Θεό,  πέραν τῆς ὑπακοῆς σέ ὅ,τι ὁ Χριστός ἐπιτάσσει καί παρακαλεῖ.  «Δεῦτε ὀπίσω μου». «Χριστός ἔπαθεν ὑπέρ ὑμῶν, ὑμῖν ὑπολιμπάνων ὑπογραμμόν, ἵνα ἐπακολουθήσητε τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ».

Ποιά τά σημάδια τῆς ὑπακοῆς στόν Χριστό; Μά τίποτε ἄλλο, πέρα ἀπό αὐτά πού βλέπουμε στή ζωή τοῦ ῎Ιδιου: τήν ἀγάπη στόν ἄνθρωπο καί τήν ταπείνωση. Οἱ ἅγιοι Κοσμᾶς καί Δαμιανός ἀποτελοῦν κυριολεκτικά τή συνωνυμία τῆς ἀγάπης. Ὅπου ὑπῆρχε νόσημα καί πρόβλημα, ἐκεῖ καί ἡ παρουσία τους λειτουργοῦσε ἰαματικά καί θεραπευτικά, πάντοτε εἰς εὐεργεσίαν. Κι ὄχι μόνον ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ, ἀλλά καί μετά θάνατον. Κι ἡ ἀγάπη τους αὐτή, ὡς συνέχεια τῆς ἀγάπης τοῦ ἴδιου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἐνεργοῦσε καί σέ ἀνθρώπους καί σέ κτήνη: «ἀνθρώποις τε καί κτήνεσι, τάς εὐεργεσίας μετέδωκαν». ῎Ισως εἶναι οἱ κατεξοχήν ἅγιοι, τῶν ὁποίων ἡ ζωή ἀποτελεῖ ὑπομνηματισμό τῆς ἐπισήμανσης τοῦ ὁσίου ᾽Ισαάκ τοῦ Σύρου περί τοῦ τί εἶναι ἡ ἐλεήμων καρδία. «Καρδία ἐλεήμων ἐστί καῦσις καρδίας ὑπέρ πάσης τῆς κτίσεως...». Ἡ ἀγάπη τους αὐτή ἀπό τήν ἄλλη ἐπιβεβαιωνόταν ὅτι ἦταν καθαρή, ξένη ἀπό προσμείξεις ἐγωϊσμοῦ, λόγω τῆς μεγάλης ταπείνωσής τους. Οἱ ἅγιοι ποτέ δέν κόμπασαν γιά τά κατορθώματά τους, γιά τά θαύματα πού γίνονταν διαρκῶς μέσω αὐτῶν. Διότι γνώριζαν ὅτι ἦταν ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού ἔδινε τή συγκεκριμένη δύναμη. Γι᾽ αὐτό καί ἡ ὑμνολογία μας σημειώνει: «Μεγάλων ἀξιωθέντες δωρεῶν πανεύφημοι, ἐν ταπεινότητι βίου ἐν τῇ γῇ ἐπολιτεύσασθε».

Τό ἀποτέλεσμα μίας τέτοιας ἁγίας βιοτῆς εἶναι πάντοτε τό ἴδιο: ἡ παρρησία πού ἔχουν οἱ ἅγιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μας. Παρρησία, δύναμη καί θάρρος δηλαδή μπροστά στόν Θεό,  γιά νά πρεσβεύουν ἀδιάκοπα γιά μᾶς, πού χειμαζόμαστε ἀκόμη στό πέλαγος τοῦ βίου αὐτοῦ. Εἶναι ἡ ὑπόσχεση πού ἔχει δώσει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅτι ἐκεῖνος πού θά Τόν ἀκολουθεῖ μέ συνέπεια, θά γίνεται ἕνα μ᾽ Αὐτόν καί θά εἰσπράττει τίς  δυνάμεις Του. Οἱ ἅγιοι γίνονται κατά κάποιο τρόπο παντοδύναμοι, λόγω τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ. «Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» πού λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Κυρίως ὅμως τονίζουν τήν ἀλήθεια αὐτή τά λόγια τοῦ Κυρίου: «᾽Εάν μείνητε ἐν ἐμοί καί τά ρήματά μου ἐν ὑμῖν μείνῃ, ὅ ἐάν θέλῃτε αἰτήσασθε, καί γενήσεται ὑμῖν».

30 Ιουνίου 2021

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

 

Ἡ ἑορτή τῆς Συνάξεως τῶν δώδεκα ἀποστόλων ἀποτελεῖ ἀντανάκλαση τῆς μεγάλης χθεσινῆς ἑορτῆς τῶν πανευφήμων καί πρωτοκορυφαίων ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, προεκτείνει δηλαδή τήν τιμή πού ἀποδίδει ἡ ᾽Εκκλησία μας στούς μεγάλους αὐτούς ἀποστόλους: κατά τήν ὑμνολογία, στόν μέν Πέτρο τήν τιμή τοῦ  προεξάρχοντος τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, στόν δέ Παῦλο τήν τιμή  τοῦ κοπιάσαντος ὑπέρ πάντας ἄλλους στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου σέ ὅλα τά ἔθνη. Συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ ὅ,τι διαπιστώνουμε στίς μεγάλες ἑορτές τῆς ᾽Εκκλησίας: μετά ἀπό ἕνα σπουδαῖο γεγονός, τήν ἑπομένη τιμᾶται τό πρωταγωνιστοῦν πρόσωπο. ᾽Αντιστοίχως λοιπόν σήμερα: μετά τήν ἑορτή τῶν πρωτοθρόνων λεγομένων ἀποστόλων ἑορτάζουμε συνολικά ἐκείνους πού εἶχαν τήν ἴδια ἰδιότητα μέ αὐτούς, τήν ἰδιότητα καί τό χάρισμα τοῦ ἀποστόλου.

Ἡ σύναξη τῶν ἀποστόλων, πέραν τοῦ ὅτι δίνει τήν ἀφορμή γιά νά δεῖ κανείς τήν κατά Χριστόν βιοτή καί τό ἔργο καθενός ἀπό αὐτούς, θέτει τόν προβληματισμό τῆς ἀποστολικότητας τῆς ᾽Εκκλησίας, τί σημαίνει δηλαδή ὅτι ἡ ᾽Εκκλησία εἶναι ἀποστολική, ὅπως τό ὁμολογοῦμε διαρκῶς στό σύμβολο τῆς πίστεως:  πιστεύουμε ῾εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν ᾽Εκκλησίαν᾽. Ἡ ᾽Εκκλησία μας λοιπόν εἶναι ἀποστολική, διότι θεμελιώνεται ῾ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων᾽. Βασικός θεμέλιος λίθος, βασικό ἀγκωνάρι εἶναι ὁ ᾽Ιησοῦς Χριστός - ὁ Ἱδρυτής καί ἡ Κεφαλή τῆς ᾽Εκκλησίας - ὑπόλοιποι θεμέλιοι λίθοι, κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι οἱ ἀπόστολοί Του. ᾽Εκεῖνοι κλήθηκαν ἀπό τόν Χριστό καί ἔλαβαν τήν ἐντολή νά εἶναι οἱ μάρτυρές Του, ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς, νά φανερώνουν δηλαδή τή ζωή Του καί νά συνδέουν μέσω αὐτῶν τούς ἀνθρώπους μέ τόν Χριστό καί διά τοῦ Χριστοῦ ἐν Πνεύματι ἁγίῳ μέ τόν Θεόν Πατέρα. ῾Ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν, περί τοῦ λόγου τῆς ζωῆς,… ἀπαγγέλλομεν ὑμῖν, ἵνα καί ὑμεῖς κοινωνίαν ἔχητε μεθ᾽ ἡμῶν. Καί ἡ κοινωνία δέ ἡ ἡμετέρα μετά τοῦ πατρός καί μετά τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽ (Α´᾽Ιωάν. 1, 1-3).

῎Ετσι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό ἔξω ἀπό τήν κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους, πού σημαίνει δέν μπορεῖ κανείς νά ζεῖ τόν Θεό ἔξω ἀπό τήν ᾽Εκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι ἀποστολική. Κάθε διαφορετική ἐκτός ᾽Εκκλησίας σχέση μέ τόν Θεό - διότι ῾τό Πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ᾽ - συνιστᾶ ἁπλῶς δρόμο, πού ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο μέσα στήν ᾽Εκκλησία καί ὄχι κατευθεῖαν στόν Θεό. ῎Ας θυμηθοῦμε ἐν προκειμένω τόν ἅγιο Κορνήλιο: μπορεῖ οἱ προσευχές του νά ἀνέβαιναν ὡς θυμίαμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὅπως σημειώνουν οἱ Πράξεις τῶν ᾽Αποστόλων, ᾽Εκεῖνος ὅμως ἔστειλε τόν ἀπόστολο Πέτρο, προκειμένου νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει, ὥστε ὡς μέλος τῆς ᾽Εκκλησίας νά ἔχει ζωντανή καί ἐνεργή σχέση μαζί Του. 

Μέ βάση τά παραπάνω: ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ τελειώνει μέ τόν θάνατο καί τοῦ τελευταίου τῶν ἀποστόλων, συνεπῶς ἡ ἀποκάλυψη δέν συνεχίζεται, ἐνῶ  κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους  στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας σημαίνει  1) ὑπακοή σέ ὅ,τι ἐκεῖνοι δίδαξαν γιά τόν Χριστό, ὅτι δηλαδή εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Θεός πού ἦρθε πρός σωτηρία τοῦ κόσμου, 2) μίμηση, ὅσον τό δυνατόν σέ ἐμᾶς, τῆς θεοφιλοῦς ζωῆς τους: νά ἀκολουθοῦμε δηλαδή τά δικά τους χνάρια ζωῆς, τά ὁποῖα ῾πατᾶνε᾽ πάνω στά χνάρια τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

29 Ιουνίου 2021

"Κ Ρ Α Τ Η Μ Α Τ Α"...

Μέσα στον απέραντο μουσικό θησαυρό που μας παρέδωσε ο βυζαντινός και μεταβυζαντινός κόσμος ιδιαίτερη θέση κατέχει μία τάξη μαθημάτων που ονομάζονται "κρατήματα". Κράτημα (ή βάσταμα αλλιώς) είναι η επέκταση μίας δεδομένης μελωδίας κάτω από άλογες συλλαβές, η οποία αποσκοπεί στη διάρκεια της μελωδίας και στον καλλωπισμό της. 

Τέτοια κρατήματα μπορούμε να ακούσουμε στον παρακάτω σύνδεσμο από τον αρχιμ. π. Νικόδημο Καβαρνό, κληρικό της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ο οποίος θεωρείται "βιρτουόζος" της βυζαντινής ψαλτικής τέχνης όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. 

Kabarnos - Kratimata - YouTube

ΣΕ ΑΙΘΟΥΣΑ «ΜΙΜΗΣ ΠΛΕΣΣΑΣ» ΟΝΟΜΑΣΤΗΚΕ Η ΑΙΘΟΥΣΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΩΔΕΙΟΥ ΤΗΣ Ι.ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ.

Τον γνωστό μουσικοσυνθέτη κ.Μίμη Πλέσσα τίμησε την Κυριακή 27 Ιουνίου 2021 το Ωδείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς για την μεγάλη και πολυετή προσφορά του στην τέχνη και τον πολιτισμό της χώρας μας.

Πιο συγκεκριμένα, παρουσία των καθηγητών του Ωδείου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ τίμησε τον εγνωσμένης αξίας μουσικοσυνθέτη, μετονομάζοντας την αίθουσα θεωρητικών μαθημάτων του μουσικού μας ιδρύματος σε αίθουσα «ΜΙΜΗΣ ΠΛΕΣΣΑΣ».

Ο Σεβασμιώτατος εξήρε το έργο του κ.Πλέσσα, ο οποίος συνοδευόταν από την σύζυγό του κα Λουκίλα Καρρέρ – Πλέσσα, τονίζοντας πως  αυτή τη στιγμή το Ωδείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «καταθέτει μια ταπεινή, αλλά τόσο ζεστή και αγαπητική ευγνωμοσύνη στον Μίμη Πλέσσα».

«Αγαπητέ Μίμη κατόρθωσες να βρίσκεσαι στις καρδιές όλων των Ελλήνων και να έχεις εγγράψει το όνομά σου όχι ως ένας απλός άνθρωπος του Πολιτισμού, αλλά ως ένας τεράστιος και υπέροχος Έλληνας» σημείωσε ο Σεβασμιώτατος απευθυνόμενος στον κ.Πλέσσα, συμπληρώνοντας πως «η μουσική παιδεία θα είναι πάντοτε στον αστερισμό του Μίμη Πλέσσα γιατί είσαι ένας από τους μεγάλους και υπέροχους άνδρες που ο Θεός μας χάρισε για να κατανοούμε το μεγαλείο του ανθρώπου. Αυτό υπερασπίζεσαι ανύσταχτα με όλη σου τη ζωή. Αυτό διηκόνησες και αυτό μας αφήνεις και μας παραδίδεις ως παρακαταθήκη με το έργο σου και με την παρουσία σου, με την σεμνότητά σου και την καλοσύνη της καρδιάς σου που δεν έχει όρια».

Με μεγάλη συγκίνηση για τα όσα είπε ο Σεβασμιώτατος ο κ.Πλέσσας παρέλαβε το Τιμητικό Δίπλωμα που του απονεμήθηκε και «εκφράζει την καρδιά μας, τα συναισθήματά μας, την αγάπη μας, το θαυμασμό μας στο τεράστιο έργο σου, αλλά κυρίως στη μεγάλη καρδιά σου. Την καρδιά που γεμίζει από τόση αγάπη του Θεού, από τόση αγάπη για τον κάθε άνθρωπο», όπως χαρακτηριστικά είπε ο Σεβασμιώτατος.

Μελωδίες του κ.Πλέσσα απέδωσαν οι καθηγητές του Ωδείου της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, ενώ την όλη εκδήλωση προλόγισε ο Διευθυντής κ.Νικόλαος Αμοργιανός.

Θυμίζουμε ότι στο Ωδείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, όπου η φοίτηση είναι τετραετής και τα πτυχία αναγνωρισμένα από το κράτος, διδάσκονται όλα τα τμήματα κλασσικής, παραδοσιακής, βυζαντινής, λαϊκής  και σύγχρονής μουσικής, ανώτερα θεωρητικά, κλασσικό και σύγχρονο τραγούδι, φωνητική και ορθοφωνία, μουσική προπαιδεία και μουσικοκινητική για παιδιά από 3-6 ετών με κρουστά όργανα και κουκλοθέατρο, προετοιμασία σε μουσικά σχολεία και μουσικά πανεπιστήμια.

Το Ωδείο μας λειτουργεί με πλήρως εξοπλισμένες αίθουσες, σύγχρονες εξαιρετικές υποδομές και με διακεκριμένους συνεργάτες στο χώρο της μουσικής.

Ο ΕΝΑΓΚΑΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

Ο μήνας Ιούνιος λαμπροφορεί τις μεγάλες μορφές των αγίων πρωτοθρόνων αποστόλων Πέτρου και Παύλου (29 Ιουνίου), για των οποίων την εορτή μάλιστα η Εκκλησία μάς προετοιμάζει με ξεχωριστή νηστεία. Πρόκειται περί μεγάλης εορτής κατά την οποία καλούμαστε να ακολουθήσουμε κι εμείς την εν αγάπη προς τον Κύριο πορεία τους, αλλά επίσης να προκληθούμε να αναμετρηθούμε και στο θέμα της εν Χριστώ ενότητάς μας, όπως αυτό προβάλλεται με έντονο τρόπο από την εικόνα του εναγκαλισμού τους – η πιο γνωστή εικόνα των πρωτοκορυφαίων είναι ακριβώς ο ένας να αγκαλιάζει τον άλλον. Κατά τον μακαριστό Φώτη Κόντογλου μάλιστα υπάρχει κι ένα επίγραμμα που συνοδεύει τη συγκεκριμένη εικόνα: «Ποθών ο Πέτρος την σεβασμίαν θέαν του συμμαθητού, προς συνάντησιν τρέχει. Ιδών δ’ ο Παύλος όνπερ επόθει λίαν, χείρας εκτείνας, δεξιούται τον Πέτρον» (Ποθώντας ο Πέτρος τη σεβάσμια όψη του συμμαθητή του τρέχει προς συνάντησή του. Βλέποντας κι ο Παύλος αυτόν που τόσο πολύ ποθούσε απλώνει τα χέρια και τον αγκαλιάζει).

Η κλήση ν’  ακολουθήσει κανείς τους αγίους είναι αυτονόητη για την Εκκλησία. Δεν τους προβάλλει χάριν φιλολογικού μνημοσύνου, αλλά για να τους υποδείξει ως οδοδείκτες και αδελφούς, οι οποίοι προσανατολίζουν στον μόνο Σωτήρα Ιησού Χριστό κι ενισχύουν τον δικό μας πνευματικό αγώνα προς μίμησή τους. Άλλωστε «τιμή μάρτυρος μίμησις μάρτυρος». Κι αυτό σημαίνει ότι όπως οι μεγάλοι αυτοί απόστολοι αγάπησαν με απόλυτο τρόπο τον Χριστό μέχρι θυσίας της ζωής τους, κατά τον ίδιο τρόπο οφείλουμε κι εμείς αντιστοίχως να πορευτούμε. Το ξεχωριστό στην εορτή που αξίζει σχολιασμού είναι ο εναγκαλισμός τους. Γιατί στον εναγκαλισμό βλέπουμε το όριο της πίστης μας, αυτό που ο καθένας πρέπει να κάνει με κάθε συνάνθρωπό του.

Τι εννοούμε; Μπορεί καταρχάς η εικόνα να προϋποθέτει μία «απολογητική» διάθεση του αγιογράφου - ιστορικά γνωρίζουμε ότι είχε υπάρξει σύγκρουση μεταξύ των δύο αποστόλων (ο απόστολος Παύλος όταν «ήρθε ο Πέτρος στην Αντιόχεια, του αντιμίλησε κατά πρόσωπο, γιατί ήταν αξιοκατάκριτος. Γιατί πριν έρθουν μερικοί άνθρωποι του Ιακώβου, έτρωγε στα κοινά δείπνα μαζί με τους εθνικούς. Σαν ήρθαν όμως, υποχωρούσε και διαχώριζε τη θέση του, επειδή φοβόταν τους Ιουδαίους»: Γαλ. 2,11εξ.) -, όμως αυτό που κυριάρχησε και τότε και μετέπειτα ήταν ακριβώς η εν Χριστώ ενότητά τους, ο εναγκαλισμός τους. Γιατί τελικά αυτό ισχύει στη χριστιανική πίστη: μπορεί να διαφωνώ με τον συνάνθρωπό μου (όταν πρόκειται μάλιστα για θέματα που δεν άπτονται του πυρήνα της πίστεως), δεν παύω όμως να τον αγαπώ και να χαίρομαι από την παρουσία του και την ύπαρξή του. Κι αυτό γιατί η αγάπη ως αποδοχή του άλλου, και μάλιστα σε σημείο να τον θεωρώ κομμάτι δικό μου και κρυμμένη παρουσία του Χριστού, είναι το διαρκώς ζητούμενο και το άκρως επιθυμητό. Ο Κύριος αυτό έθεσε ως προϋπόθεση για να είναι μαζί μας και εμείς μαζί Του. «Αυτή είναι η εντολή μου με την οποία θα δείχνετε ότι με αγαπάτε: να αγαπά ο ένας τον άλλον». Για να συνεχίσει: «Έτσι θα νιώσετε κι εσείς την αγάπη του Θεού Πατέρα και τη δική μου και θα κάνουμε κατοικητήριό μας την ύπαρξή σας».

Οπότε στην εικόνα του εναγκαλισμού των αποστόλων με τη διευκρίνηση του επιγράμματος έχουμε την εποπτική παράσταση της σχέσεως των χριστιανών μεταξύ μας: τρέχουμε με βαθιά αγάπη προς  τον συνάνθρωπό μας, γιατί μας έλκει το σεβάσμιο της μορφής του∙ κι εκείνος αντιστοίχως με τον ίδιο πόθο προς εμάς ανοίγει την αγκαλιά του για να μας περικλείσει μέσα του. Και το βάθος που δεν φαίνεται στην εικόνα: και οι δύο είναι μέσα στην αγκαλιά του Χριστού.

Κάθε διαφορετική εικόνα σχέσεως, έστω κι αν χαρακτηρίζεται χριστιανική, δεν είναι. Γιατί πάντα θα λείπει η παρουσία του Χριστού. 

ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

Η εορτή των «πρωταποστόλων» Πέτρου και Παύλου αλλά και των άλλων μαθητών του Κυρίου προ(σ)καλεί σε ορθή αυτοσυνειδησία της πίστεώς μας και μας δίνει το γνήσιο παράδειγμα ώστε να «ἐπακολουθήσωμεν τοῖς ἴχνεσιν τοῦ Κυρίου». Διότι βεβαίως αυτό έκαναν και όλοι οι απόστολοι: περιπατούσαν «ἐν Κυρίῳ».

Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα στην προσπάθειά του να μας υποδείξει τον δρόμο των αποστόλων και πώς κινήθηκαν στον κόσμο ως  απεσταλμένοι του Χριστού σημειώνει κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό, το οποίο αποτελεί παρακαταθήκη και για εμάς που θέλουμε να βρισκόμαστε στη δική τους πορεία: Ποιο ήταν το όπλο που χρησιμοποίησαν μέσα στον εχθρικό γι’ αυτούς κόσμο που βρέθηκαν. Διότι είναι δεδομένο – το είδαμε στη ζωή του ίδιου του Κυρίου Ιησού – ότι ο κόσμος ο πεσμένος στην αμαρτία εναντιώνεται σε κάθε τι που δεν είναι της δικής του «γραμμής» και της δικής του «οσμής», συνεπώς κάθε τι που δεν εκφράζει το αμαρτωλό φρόνημά του το θεωρεί ξένο σώμα και προσπαθεί να το αποβάλει. Δυστυχώς αυτή είναι η τραγωδία του κόσμου: να δέχεται την ευεργεσία της χάρης του Θεού και να ανταποδίδει την κακότητα και τη σταύρωση!

Λοιπόν, στην γ΄ ωδή του κανόνα για τους κορυφαίους των αποστόλων αναφέρει: «Γυμνούς καί ἀόπλους εἰς τά ἔθνη ἀπέστειλας σοῦ τούς Μαθητάς, ἀνθ’ ὅπλων σοῦ τό ὄνομα βαστάζοντας τό ἅγιον∙ καί τόν τῆς πλάνης πόλεμον, Χριστέ, τῇ πίστει διέλυσαν» (Χριστέ, απέστειλες τους μαθητές σου  στα ειδωλολατρικά έθνη γυμνούς και άοπλους, έχοντας σαν όπλο τους το άγιο όνομά σου. Και με την πίστη τους σ’ αυτό διέλυσαν τον πόλεμο της πλάνης).

Οι απόστολοι πίστεψαν και ακολούθησαν τον Ιησού Χριστό, Αυτόν που απεκαλύφθη ως ο ενανθρωπήσας Θεός. Η Βασιλεία του Θεού που έφερε δεν είχε εγκόσμιο χαρακτήρα (αυτή ήταν και η απάντηση του Κυρίου στον Πιλάτο που του έθεσε παρόμοιο ερώτημα: «ἡ Βασιλεία ἡ ἐμή οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου»), γι’ αυτό και τα όπλα των αποστόλων ήταν μόνον πνευματικά: η πίστη στο άγιο όνομα του Χριστού. Ο κόσμος τούς αντιμετώπισε με τον δικό του τρόπο, χρησιμοποιώντας δηλαδή ό,τι βίαιο και εχθρικό είχε κατασκευάσει για τους αντιπάλους του, εκείνοι δε στάθηκαν άοπλοι και εντελώς ανυπεράσπιστοι μπροστά στα όπλα αυτά. Γι’ αυτό και γεύτηκαν βεβαίως το φυσικό και αυτονόητο που επέτρεψε και επιτρέπει συνήθως ο Θεός: τα βασανιστήρια και τον θάνατο.

 Κι εδώ βεβαίως διαπιστώνεται το παράδοξο της ύπαρξης του χριστιανού στον κόσμο: δεν εναντιώνεται στον αντίπαλο, δεν παίρνει κι αυτός όπλα να του αντιπαρατεθεί, αλλά κατά το παράδειγμα του αρχηγού της πίστεως «ὡς πρόβατον ἐπί σφαγήν ἄγεται καί ὡς ἀμνός ἄμωμος ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτόν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει  τό στόμα αὐτοῦ». Μία διαφορετική στάση θα σήμαινε αλλοίωση του φρονήματος του Χριστού, ο Οποίος είχε προειδοποιήσει τους μαθητές Του: «εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν». Στον κόσμο τούτο με άλλα λόγια ο θεωρούμενος νικητής είναι πάντα ο εχθρός της πίστεως – αυτός που οδηγεί στον σταυρό και τον θάνατο!

Αλλ’ ακριβώς στο σημείο αυτό αναδύεται πια η άλλη λογική που διέπει τη χριστιανική πίστη: κινητοποιείται η παντοδυναμία του Θεού που λειτουργεί «ανάποδα» προς τη λογική του κόσμου. Εκεί που ο κόσμος θεωρεί ότι νίκησε, εκεί πια επέρχεται η πλήρης και ολοσχερής διάλυσή του. Ό,τι συνέβη και με τον Σταυρό του Κυρίου: «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ»∙ «Θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσμον». Ο Σταυρός δηλαδή έφερε την Ανάσταση και οι δυνάμεις του σκότους, ο ίδιος ο θάνατος και ο παμπόνηρος διάβολος, καταργήθηκαν. Ο Θεός δεν «δουλεύει» κατά τα ανθρώπινα αμαρτωλά πρότυπα – δεν θα ήταν ο Θεός μας! Κι αυτό θα πει ότι τελικώς η παντοδυναμία που φέρνει τα πάνω κάτω είναι η ταπείνωση και η αγάπη, αυτή που προσωρινά φαίνεται ότι είναι η χαμένη.

Λοιπόν, για να επανέλθουμε στο τροπάριο: οι μαθητές του Κυρίου χωρίς όπλα, γυμνοί, εκτεθειμένοι σε κάθε κακότητα του αμαρτωλού φρονήματος του κόσμου, βρέθηκαν στο τέλος νικητές. Γιατί είχαν στα χέρια τους το ισχυρότερο όπλο που υπάρχει στον κόσμο, αόρατο και «αδύναμο» για τους πολλούς: το παντοδύναμο όνομα του Χριστού. Το δικό Του όνομα είναι «τό ὑπέρ πᾶν ὄνομα», μπροστά στο οποίο κλίνουν γόνυ τα επουράνια, τα επίγεια και τα καταχθόνια, όλες οι σκοτεινές δυνάμεις του κόσμου. Ψελλίζει κανείς το «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ» και τρέμουν τα σύμπαντα. Γιατί στο όνομα αυτό περικλείεται η ενέργεια του Τριαδικού Θεού, του Δημιουργού Παντοκράτορος Θεού, Αυτού δηλαδή από τον Οποίον έχουν προέλθει τα πάντα, διακρατούνται τα πάντα, κατευθύνονται προς Αυτόν τα πάντα. Κι είναι το όπλο του ονόματος του Χριστού, που ο Ίδιος έβαλε στα χέρια των μαθητών Του, καθώς τους το έδωσε και ως εντολή. «Ἔως ἄρτι οὐκ ἠτήσασθε οὐδέν ἐν τῷ ὀνόματί μουΑἰτεῖτε καί λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρά ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη» (Μέχρι τώρα δεν ζητήσατε τίποτε εξ ονόματός μου. Ζητείτε και θα πάρετε, για να είναι η χαρά σας πλήρης και ολοκληρωμένη).

Το όνομα του Χριστού: το παντοδύναμο όπλο μας στον κόσμο τούτο. Αρκεί να το επικαλούμαστε όπως και οι απόστολοι και οι άγιοί μας: με πίστη στην προσωπική παντοδύναμη και πανταχού παρουσία Του∙ με θερμή αγάπη προς την ποθητή μορφή Του.