11 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ο ΠΙΟ ΚΑΛΟΣ ΜΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

«Πολλές συμβουλές δίνονται για το συμφέρον μας, τίποτε όμως δεν είναι πιο αρμόδιο στον καθένα από τη δική του γνώμη, δηλαδή τη συνείδησή του» (όσιος Μάρκος ο ασκητής, Περί πνευματικού νόμου, κεφ. 68).

Ο όσιος Μάρκος (4ος αι.) αποτελεί έναν από τους μεγάλους ασκητικούς διδασκάλους, που επηρέασε θετικά τη ζωή πολλών συνανθρώπων του διαχρονικά, όπως τον όσιο Συμεών τον νέο θεολόγο για παράδειγμα – δεν είναι τυχαίο ότι στη Βυζαντινή εποχή επικρατούσε η γνώμη «πώλησον πάντα και αγόρασον Μάρκον»! Στο συγκεκριμένο μικρό κεφάλαιο του έργου του «Περί πνευματικού νόμου» προβαίνει σε μία εξαιρετική παρατήρηση που αποκαλύπτει τη βαθειά γνώση του για τον άνθρωπο, γνώση που απέκτησε και από τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των προγενεστέρων από αυτόν Πατέρων, κυρίως όμως από την ασκητική του πείρα δεκαετιών πνευματικής εκκλησιαστικής ζωής.

Τι παρατηρεί ο άγιος; Πολλοί άνθρωποι γύρω μας – κι εμείς οι ίδιοι για τους άλλους – είναι έτοιμοι να μας βοηθήσουν με τη συμβουλή τους, όταν αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα, συχνά μάλιστα και όταν δεν έχουμε πρόβλημα, και να μας υποδείξουν πράγματι το συμφέρον για εμάς. Αλλά και πολλά βιβλία υπάρχουν, παλαιότερα και νεώτερα, που εξίσου μας βοηθούν με τα γραφόμενά τους στην επιλογή της ορθής κατεύθυνσης της ζωής μας -  η Αγία Γραφή, τα Πατερικά κείμενα, όλα τα εκκλησιαστικά γενικώς βιβλία δεν εντάσσονται μέσα σ’ αυτήν τη χορεία των ωφέλιμων βιβλίων; Υπάρχει μάλιστα μία τέτοια ετοιμότητα παροχής συμβουλών από κάποιους συνανθρώπους μας, που λειτουργεί μάλλον αρνητικά ακόμη κι όταν χρειαζόμαστε τη γνώμη και τη συμβουλή τους – νιώθουμε ότι συμπεριφέρονται ως οι δάσκαλοι που από θέση ισχύος και αφ’ υψηλού μάς προσφέρουν τα φώτα τους! Για τέτοιους «έτοιμους» προς διδασκαλία ανά πάσα στιγμή πρέπει να προέτρεψε ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος στην καθολική επιστολή του «μη πολλοί διδάσκαλοι γίνεσθε, αδελφοί μου, ειδότες ότι μείζον κρίμα ληψόμεθα» - γνωρίζοντας ότι θα λάβουμε μεγαλύτερη καταδίκη!

Ανεξάρτητα όμως από τις συμβουλές που καλή ή κακή τη πίστει δίνουμε στους άλλους, συμβουλές πάντα για το συμφέρον τους που ο άγιος Μάρκος δεν αμφισβητεί, προβαίνει είπαμε στη βαθειά ανθρωπολογική παρατήρηση: ό,τι καλή συμβουλή κι αν μας δώσει ο άλλος, ο συνάνθρωπος, εάν εμείς οι ίδιοι δεν την αποδεχτούμε μέσα μας, αν δηλαδή δεν γίνουμε οι ίδιοι συμβουλάτορες και «ποιμένες» του εαυτού μας μέσω της συνειδήσεώς μας, μικρή επίδραση μπορεί να έχει για τη ζωή μας. Γιατί αυτό; Διότι - πέραν του γεγονότος ότι ο καθένας γνωρίζει καλύτερα από τους άλλους το τι συμβαίνει μέσα του, όπως σημειώνει ο απόστολος Παύλος:  «ουδείς γινώσκει ανθρώπων τα του ανθρώπου ει μη το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ» - ο ίδιος τελικώς είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τον εαυτό του και η δοσμένη από τον Θεό ελευθερία του είναι το πιο καθοριστικό και «κανονιστικό» στοιχείο για την πορεία της ζωής του. Όταν ο ίδιος ο Κύριος καλούσε να Τον ακολουθούν «όσοι θέλουν»  - «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν» - τι άλλο ήθελε να μας πει πέραν της αλήθειας αυτής; Γι’ αυτό και δεν έχει καμία σημασία η διά της βίας επιβολή μίας «πνευματικής» ζωής επάνω μας, (και δεν εννοούμε τη χρήση βίας της οργανωμένης Πολιτείας εναντίον αυτών που χρησιμοποιούν βία κατά των άλλων!), μάλιστα καταφέρνει το εντελώς αντίθετο: να αντιδρούμε έστω κι αν αναγνωρίζουμε τον θετικό για εμάς χαρακτήρα της! «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω» ακούγεται ο παρήγορος λόγος του Κυρίου για τον καθένα μας. «Όποιος ακούσει και μου ανοίξει, θα εισέλθω και θα παρακαθήσω μαζί του».

Οπότε το ζητούμενο για τον άγιο που εκφράζει συνολικά την ανθρώπινη φύση εν προκειμένω, είναι να στρέψει ο καθένας την προσοχή του στην επιμέλεια της συνειδήσεώς του – αυτή δίνει τις πιο ορθές συμβουλές ως η πιο αρμόδια! Κι επιμέλεια σημαίνει να φροντίζει ο άνθρωπος να τη διατηρεί καθαρή με την τήρηση των εντολών του Θεού. Όσο ο πιστός «κυνηγάει» με επίγνωση, δηλαδή με δική του ευθύνη και απόφαση, τους λόγους του Κυρίου για να τους εφαρμόσει, τόσο και μεταθέτει εαυτόν στον χώρο συντονισμού του με το φως του Θεού, συνεπώς πορεύεται μέσα στο άπλετο φως της παρουσίας Εκείνου – γίνεται όντως «θεοδίδακτος». Γι’ αυτό και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το αμέσως επόμενο κεφάλαιο του κειμένου του αγίου Μάρκου λέει: «Εάν αποζητείς τη θεραπεία της ψυχής, να επιμελείσαι τη συνείδησή σου. Να εφαρμόζεις όσα σου υπαγορεύει και θα ωφεληθείς» (69).

Ποιο το πρακτέο; Μη σπεύδουμε πρώτα από όλα να κάνουμε το δάσκαλο, δίνοντας συμβουλές. Ακόμη κι αν φορτικά ο άλλος μάς το ζητάει, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Και στην περίπτωση αυτή, μετά από προσευχή μυστική για να μας φωτίσει ο Θεός, λέμε τη γνώμη μας, αφήνοντας όμως τον άλλο να αποφασίσει τι θα κάνει. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι έχουν καταλάβει πολύ καλά το σημείο αυτό: αποφεύγουν να δίνουν συμβουλές σ’ αυτούς που καταφεύγουν στη βοήθειά τους, καθοδηγώντας τους να βρουν μόνοι τους την απάντηση στα προβλήματά τους. Γιατί μάλλον όλοι γνωρίζουμε τη «λύση» σε ό,τι μας απασχολεί, αλλά αγνοούμε τον τρόπο να την ακολουθήσουμε, ή συχνότερα δεν βρίσκουμε τη δύναμη για κάτι τέτοιο. Και το ίδιο σ’ ένα βαθμό συμβαίνει και με τους γονείς: όσο τα παιδιά τους είναι μικρά, ναι, το παράδειγμά τους πρώτιστα και ο λόγος τους έπειτα θα γίνονται οι καθοδηγοί τους. Όταν μεγαλώσουν όμως και μάλιστα στην εφηβεία τους, εκεί χρειάζεται πολύ περίσκεψη και φειδώ: η σπουδή για συμβουλές, και μάλιστα με προτεταμένο δάχτυλο, είναι η βόμβα για να κλονίσει τη σχέση των γονιών με τα παιδιά και να τους δώσει το «πάτημα» να αντιδράσουν και να κάνουν το εντελώς αντίθετο από τη συμβουλή τους. Η διαρκής ορθή πρόταση στην περίπτωση αυτή, αλλά και πάντα, είναι «να έρθουν στο φιλότιμο»! Γιατί «φιλότιμο» και προσωπική ευθύνη είναι ακριβώς το ίδιο!

Νεαρός υποτακτικός βρέθηκε στο ασκηταριό του μεγάλου οσίου Ποιμένα. Κι ο όσιος δεν του υπεδείκνυε τίποτε, δεν τον συμβούλευε. Κι όταν εκείνος παραπονέθηκε σε άλλον αδελφό της συνοδείας για τη «σιωπή» του Γέροντα, ο όγιος Γέρων που πληροφορήθηκε το παράπονο είπε: «Ό,τι βλέπει να κάνω εγώ ας κάνει και εκείνος»! Η συμβουλή με άλλα λόγια που κραυγάζει η ίδια η ζωή μας, και δευτερευόντως ο λόγος μας, είναι η πιο αξιόπιστη και δυνατή συμβουλή: κάνει τον άλλον να την αποδεχτεί ως πρόταση και της δικής του ζωής. Κι αυτή η συμβουλή πια είναι η πιο «αρμόδια»!   

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΝΙΗΛ Ο ΣΤΥΛΙΤΗΣ

«Ο όσιος Δανιήλ έζησε επί Λέοντος του μεγάλου βασιλιά, του Μακέλλη, ορμώμενος από τη Μεσοποταμία, από την περιοχή  των Σαμοσάτων, από κώμη που ονομαζόταν Μαρουθά, και οι γονείς του  ονομάζονταν Ηλίας και Μάρθα. Μετά τον πέμπτο χρόνο της ηλικίας του, οι γονείς του τον έβαλαν σε μοναστήρι, όπου διέπρεψε στην ασκητική ζωή. Όταν ήδη είχε προκόψει στην άσκηση, πήγε προς τον όσιο Συμεών τον στυλίτη και ευλογήθηκε από αυτόν. Κατά θεία αποκάλυψη, ήλθε στα μέρη της Θράκης, κοντά στο Βυζάντιο, στην περιοχή του Ανάπλου. Εκεί κλείστηκε σε κάποιο ειδωλολατρικό ναό και υπέστη πολλούς δαιμονικούς πειρασμούς. Έπειτα ανέβηκε σε κίονα, δείχνοντας πολλή άσκηση και υπομονή, σε ζέστη και σε κρύο, εκτεθειμένος στις προσβολές των ανέμων. Έκανε λοιπόν πολλά θαύματα, τόσο που η φήμη της αρετής του έφτασε και στον βασιλιά Λέοντα, όπως και στον μετά από αυτόν Ζήνωνα και τον τύραννο Βασιλίσκο. Αυτοί επισκέφτηκαν και προσκύνησαν τον άγιο, ο οποίος τους προανήγγειλε αυτά που επρόκειτο να συμβούν, και έτσι βοήθησε την αγία Εκκλησία, που πολεμείτο από τους αιρετικούς. Έζησε τη ζωή του με τρόπο όσιο και άμεμπτο και εξεδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται η σύναξή του στην περιοχή του Ανάπλου».

Το Άγιον Όρος θεωρείται και είναι η αναφορά των ορθοδόξων ανά τα πέρατα της Οικουμένης. Μπορεί να ακούγεται ότι και εκεί υπάρχει πολύ γήινο στοιχείο, δεν παύει όμως να προσφέρει, σ’ εκείνους που θα θελήσουν,  όλες τις προϋποθέσεις για υπέρβαση των παθών τους, για κάθαρση της καρδιάς τους, για έλλαμψη θείου φωτός στην ύπαρξή τους. Αν μη τι άλλο, θεωρείται το Όρος τόπος άσκησης και αγιασμού, που στο διάβα των αιώνων γέννησε και ανέδειξε μεγάλους οσίους, οι οποίοι αποτελούν καύχημα της Εκκλησίας. Το Άγιον Όρος έτσι λειτούργησε και λειτουργεί ως σημείο προσανατολισμού, ως εικόνα που παραπέμπει πάντοτε στις αγιασμένες μορφές του, κατανύσσοντας τις καρδιές όλων των καλοπροαιρέτων ανθρώπων. Ποιος για παράδειγμα, ακούγοντας γι’ αυτό – δεν μιλάμε για εκείνους που έχοντας «χαλασμένο» νου διαστρεβλώνουν τα πάντα, παίρνοντας αφορμή από πραγματικά ή φανταστικά σενάρια σκανδάλων – δεν φέρνει στο μυαλό του μορφές σαν των οσίων Παϊσίου, Πορφυρίου, Εφραίμ του Κατουνακιώτη; Όρος Άγιον: «αρκεί το βλέπειν σε και το ακούειν περί σου» για να δώσεις όραμα και ώθηση αναγωγής στην ψυχή του κάθε πιστού!

Γιατί η αναφορά στο Άγιον Όρος σήμερα, που γιορτάζουμε τον όσιο Δανιήλ τον στυλίτη; Για τον απλούστατο λόγο ότι και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, προβάλλοντας τον όσιο, τον χαρακτηρίζουν ως «όρος Άγιον της Εκκλησίας του Χριστού». Που σημαίνει: όπως το επίγειο Άγιον Όρος ανεβάζει την ψυχή του ανθρώπου και μόνο με τη μνήμη του ή την όρασή του, το ίδιο και περισσότερο προκαλείται ο πιστός να ανέβει πνευματικά και μόνο με το άκουσμα του ονόματος του οσίου Δανιήλ. Γιατί; Διότι ο όσιος, κατά τον υμνογράφο του, είναι ο τύπος του ασκητή, του πνευματικού αθλητή, του προθυμότατου αγωνιστή, του εμπειρότατου ιατρού. «Τι να σε ονομάσουμε Δανιήλ; Ασκητή, γιατί τα πάθη σου τα υπέταξας στον νου∙ αθλητή, γιατί έδειξες υπομονή σε κάθε σκληραγωγία∙ στύλο που υψώθηκε από τη γη προς τον ουρανό, στερεωμένο στην πέτρα της αλήθειας∙ αγωνιστή προθυμότατο και ιατρό εμπειρότατο».

Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, διευκρινίζει ακόμη περισσότερο τον χαρακτηρισμό του ως «όρους αγίου»: ο όσιος, υπερβαίνοντας τα πάθη του διά της εγκρατείας που επέδειξε,  έφθασε στο όρος της αληθινής απάθειας, συνεπώς, κατά την υπόσχεση του ίδιου του Κυρίου, έγινε κατοικητήριο Εκείνου, ο Οποίος ζει στην κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». «Αφού έσχισες στα δύο  την θάλασσα των παθών, Πάτερ,  με το ραβδί της εγκράτειας, την διάβηκες,  χωρίς να καταποντιστείς σ’ αυτήν, και έφτασες στο όρος της αληθινής εγκράτειας και μίλησες με τον Θεό διά της καθαρότητας του νου σου». Ο παραλληλισμός είναι σαφέστατος: ο όσιος παρομοιάζεται με τον Μωυσή, ο οποίος κατ’ εντολή του Θεού κτύπησε με το ραβδί του την ερυθρά θάλασσα, ανοίχτηκε αυτή στη μέση, διάβηκε ο λαός του Ισραήλ, ανέβηκε έπειτα ο Μωυσής στο όρος Χωρήβ για τις δέκα εντολές.

Το ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτο στοιχείο του ύμνου, το οποίο έρχεται και επανέρχεται σε όλη σχεδόν την ακολουθία του οσίου, είναι το γεγονός ότι ο   όσιος Δανιήλ υπερέβη τα πάθη του και ανέβηκε στον Θεό με το ραβδί της εγκρατείας. Την εγκράτεια του οσίου Δανιήλ προβάλλει και τονίζει διαρκώς ο άγιος Ιωσήφ, διότι δι’ αυτής πορεύτηκε σε όλη τη ζωή του ο όσιος, αποδεικνύοντας ότι τον νου και την καρδιά του τα είχε μεταθέσει στον Κύριο: μόνον ο «κολληθείς τω Κυρίω» μπορεί να εγκρατευτεί, με την έννοια ακριβώς να περιορίσει την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο τούτο.  «Χαλίνωσες, Πάτερ, τις ορέξεις και τις ορμές των παθών, με τους κόπους της εγκράτειας».

Την αρετή της εγκρατείας, που συνιστά καρπό της παρουσίας του αγίου Πνεύματος («ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν…εγκράτεια»), έχουμε ιδιαιτέρως ανάγκη και εμείς σήμερα, σε εποχή που ο κόσμος με τα θέλγητρά του έχει γίνει σχεδόν η αποκλειστική πηγή ζωής του ανθρώπου, δυστυχώς και του χριστιανού. Αλλά το πράγμα είναι πολύ καθαρό και το τονίζει και η ζωή του οσίου Δανιήλ: δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει τον Θεό, δεν μπορεί να ανεβεί λίγο πνευματικά, δεν μπορεί δηλαδή να γευτεί τον Χριστό, χωρίς τη γενική αρετή της εγκρατείας. Στον βαθμό που αρχίζουμε να χαλιναγωγούμε τις ορέξεις μας: στις πράξεις, στα λόγια μας, στις επιθυμίες και τους λογισμούς μας, θα αρχίσουμε να γινόμαστε αληθινοί χριστιανοί. Ειδικά, ενόψει της εορτής των Χριστουγέννων, θα λέγαμε ότι τούτο αποτελεί μονόδρομο.

10 Δεκεμβρίου 2021

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΑΣ Ο ΚΑΛΛΙΚΕΛΑΔΟΣ, ΕΡΜΟΓΕΝΗΣ ΚΑΙ ΕΥΓΡΑΦΟΣ

«Οι άγιοι αυτοί ζούσαν επί της βασιλείας του Μαξιμίνου. Όταν κάποτε ζήτησαν οι Αλεξανδρείς βοήθεια, λόγω κάποιων που επαναστάτησαν, αποστάληκε από τον βασιλιά ο Μηνάς για να επιλύσει το πρόβλημα. Διότι είχε εκπαιδευτεί σε κάθε σοφία και είχε εξασκηθεί στους ρητορικούς λόγους, επειδή είχε μείνει το μεγαλύτερο διάστημα στην Αθήνα και είχε μετάσχει στην ευγλωττία τους, ως Αθηναίος κατά την καταγωγή. Αυτός λοιπόν φθάνοντας στην Αλεξάνδρεια όχι μόνον διευθέτησε το πρόβλημα, διαλύοντας κάθε αμφιβολία τους και ένσταση, αλλά έπεισε και αυτούς που παραδέχονταν τον λόγο της χριστιανικής πίστεως να είναι πιο σταθεροί, όπως και θεράπευσε πολλούς από τους ασθενείς. Γι’  αυτό ο βασιλιάς που έμαθε τι συνέβη, στέλνει τον έπαρχο Ερμογένη, με την εντολή να απομακρύνει τον Μηνά από την πίστη των χριστιανών, κι αν δεν πειστεί, να τον σκοτώσει με ποικίλα βασανιστήρια. Αυτός λοιπόν εξέτασε τον άγιο, κι επειδή δεν τον έπειθε, αλλά τον έβλεπε να του αντιλέγει, πρώτα μεν βγάζει τα πέλματα από τα πόδια του, βγάζει τα μάτια του και κόβει τη γλώσσα του. Όταν όμως είδε ότι τα κομμένα μέρη του σώματος του αγίου ιάθηκαν κατά παράδοξο τρόπο, και ότι δύο άγγελοι σκέπαζαν το κεφάλι του αγίου Μηνά, άλλαξε και πίστεψε στον Χριστό, οπότε δέχτηκε το βάπτισμα από τον άγιο Μηνά, κι ακόμη: έλαβε το αξίωμα της αρχιερωσύνης από τους συνελθόντες επισκόπους της περιοχής. Πληροφορούμενος αυτά ο βασιλιάς, έρχεται στην Αλεξάνδρεια. Φέρνοντας αυτούς πια ενώπιον του, επιχειρεί να τους απομακρύνει από την χριστιανική πίστη. Καθώς βέβαια δεν μπόρεσε να τους πείσει, διέταξε να κτυπηθεί η κοιλιά του Ερμογένη με λόγχη, να κοπούν τα χέρια και τα πόδια του, και να ριχτεί σε σχάρα φωτιάς, ό,τι δε απομείνει από το σώμα του να ριχτεί στον ποταμό. Στον δε άγιο Μηνά, διέταξε να αναρτηθεί σε σκοτεινό τόπο και να κρεμαστεί βαρύτατος λίθος από τα πόδια του. Όταν λοιπόν τελέστηκαν αυτά, κατά την προσταγή του βασιλιά, με θεία δύναμη των αγγέλων οι άγιοι διαφυλάχτηκαν σώοι και εμφανίστηκαν στον βασιλιά και τον έλεγχαν, καθώς αυτός συνέχιζε να ασεβεί. Τότε ο άγιος Εύγραφος, που ήταν ο γραμματέας του αγίου Μηνά, ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό, και είπε πολλά κατά του βασιλιά, υβρίζοντάς τον γι’ αυτά που έκανε. Ο δε βασιλιάς, μη υποφέροντας την ήττα και τον έλεγχό του, γεμάτος από θυμό, έβγαλε μαχαίρι και σκότωσε με το χέρι του τον Εύγραφο. Σκοτώθηκαν τότε και ο άγιος Μηνάς και ο Ερμογένης με τα μαχαίρια των υπηρετών του βασιλιά, οι οποίοι επιτέθηκαν σ’ αυτούς. Τα τίμια λείψανά τους με θείο πρόσταγμα πάρθηκαν και κατατέθηκαν στο Βυζάντιο, όπου τώρα βρίσκονται κάνοντας θαύματα και άπειρα σημεία».

Αστέρες πολύφωτοι, κατά τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο, είναι για την Εκκλησία οι σήμερα εορταζόμενοι άγιοι. Αστέρες που φωτίζουν όλη τη δημιουργία με το φως πρώτα των θαυμαστών αγώνων τους, έπειτα με τις λάμψεις των θαυμάτων τους. Εκείνο που ανέδειξε τους αγίους αυτούς σ’  αυτό το ύψος, κατά την Εκκλησία μας, και τους έκανε να σβήσουν τη φωτιά της αθεΐας,   είναι η φλόγα του ενθέου ζήλου τους («ενθέω ζήλω πυρούμενοι, το πυρ της της αθεΐας κατέσβεσαν»), όπως και το γεγονός ότι και αυτοί οι άγιοι, σαν όλους τους άλλους, μετέθεσαν τη βάση της ζωής τους στον Χριστό, τόσο που και ο ίδιος ο θάνατος να τους φαίνεται κάτι το γλυκύ. «Γλυκός είναι για μένα ο θάνατος που πεθαίνω, φώναζε ο Ερμογένης. Για μένα η ζωή είναι ο Χριστός, κι ο θάνατος άπειρο κέρδος. Ας κοπούν λοιπόν τα μέλη μου». Είναι η χαρισματική εμπειρία όλων των αγίων, που φανερώνει ότι όπου έχει σκηνώσει η φλόγα της πίστεως στον Χριστό, εκεί και τα μεγαλύτερα βάσανα, και οι μεγαλύτερες θλίψεις και δοκιμασίες, μπορούν να αντιμετωπιστούν με μεγάλη υπομονή. Κι είναι τούτο ακριβώς το μήνυμα, θα λέγαμε, που δίνουν και σε εμάς σήμερα οι άγιοι, σε εμάς που όντως υφιστάμεθα θλίψεις και δοκιμασίες, αλλά που τελικώς το ζητούμενο δεν είναι η εξάλειψη των δοκιμασιών, αλλά η αύξηση της πίστεώς μας: να φλογιστεί και η δική μας η καρδιά από το πυρ του Χριστού.

Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας επικεντρώνουν, πέραν των γενικών αναφορών τους, στου καθενός σημερινού αγίου το μαρτύριο, αλλά και το χάρισμα. Για παράδειγμα, το χάρισμα λόγου του αγίου Μηνά, με τις τόσες σπουδές και την κοσμική σοφία, γίνεται αφορμή στον υμνογράφο να τονίσει το πόσο χρησιμοποίησε την εξασκημένη γλώσσα του για την εξαγγελία της ορθής πίστεως και τα σωτήρια δόγματα. «Πράγματι η γλώσσα σου, αθλητή Μηνά καλλικέλαδε, αναδείχτηκε σαν κάλαμος ταχυγράφου γραμματέα, που ρητορεύει με σαφήνεια την χριστιανική πίστη και τα σωτήρια δόγματα, με τα οποία δοξάστηκε ο Θεός». Κι είναι βεβαίως σαν να λέει η Εκκλησία μας, ότι και του κάθε πιστού το όποιο χάρισμα, πολύ περισσότερο εκείνου που έχει κι αυτός το χάρισμα του λόγου,  πρέπει να βρίσκεται σ’ αυτήν την αναγωγική πάντοτε πορεία: να δοξολογεί τον Θεό. Όπως το σημειώνει και ο απόστολος Παύλος, ακόμη και για τα απλούστατα, καθημερινά πράγματα της ζωής μας: «είτε εσθίετε είτε πίνετε πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε». Ακόμη και το φαγητό και το πιοτό μας, πρέπει να γίνεται έτσι ώστε να δοξάζεται ο Θεός -  ό,τι ακολουθείται ως πρακτική από πολλούς, κυρίως δε μοναχούς, οι οποίοι πριν πιουν το ποτήρι νερού, κάνουν το σημείο του σταυρού.

Εκεί που πράγματι υπάρχει η έκπληξη είναι η απότομη μεταβολή του αγίου Ερμογένους του επάρχου. Γίνεται όργανο του τυράννου βασιλιά, όπως και του αρχεκάκου διαβόλου, καθώς υποβάλλει σε σκληρά βασανιστήρια τον άγιο Μηνά. Κι όμως! Ο Θεός του δίνει τη χάρη, μέσα σ’ αυτήν την τραγικότητα, να δει αγγέλους. Άβυσσος τα κρίματα του Θεού! Κι όχι μόνο μεταστρέφεται, δεχόμενος εκείνη την ώρα το βάπτισμα του Κυρίου, αλλά και οι επίσκοποι της περιοχής φωτίζονται από τον Θεό για να τον κρίνουν άξιο της αρχιερωσύνης!!! Κατάλυση κάθε τυπικού και κάθε θεωρούμενου κανόνα. Αλλά είναι γνωστό: «όπου βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις». Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, πράγματι δεν μπορεί να μην επισημάνει το θαυμαστό γεγονός: «Υπήρξε αθρόα η μεταβολή του Ερμογένη προς τον Κύριο με σαφή τρόπο. Διότι καθαρίζεται από την αμαρτία με το λουτρό του βαπτίσματος και με θεϊκή κρίση αναλαμβάνει το φως της αρχιερωσύνης, φωτίζοντας πια αυτούς που ζούσαν στη νύκτα των δεινών αμαρτιών». Θυμίζει η περίπτωσή του βεβαίως την κλήση του αγίου Ματθαίου του ευαγγελιστή από τον Κύριο ή την κλήση του αποστόλου Παύλου: κλήθηκαν την ώρα της αμαρτίας τους. Ο ένας απομυζούσε με τους φόρους τους συνανθρώπους του, ο άλλος δίωκε τους χριστιανούς!  

Και η επιβεβαίωση σε όλα αυτά τα παράδοξα και «ανάποδα», που η δική μας η λογική μπορεί να μη τα δέχεται, έρχεται στο τέλος του μαρτυρίου και των τριών: όχι κάποιοι ευλαβείς χριστιανοί, αλλά ο ίδιος ο Κύριος αναλαμβάνει τα λείψανά τους από το ποτάμι που ρίχτηκαν – πόσο άγια πράττουμε οι ορθόδοξοι που τιμούμε τόσο τα λείψανα των αγίων μας: «προσκυνώ τα λείψανα» που λέει και ο άγιος Ιωσήφ – για να τα εναποθέσει σε χώρο που θα τιμηθούν δεόντως από τους χριστιανούς. Οπότε ο συνειρμός του αγίου υμνογράφου είναι δεδομένος: ο Κύριος τα έσωσε, όπως παλαιότερα έσωσε από την κοιλιά του θαλασσίου κήτους τον προφήτη Ιωνά. Συνεπώς, όπως και ο Ιωνάς προτύπωσε την ταφή του Κυρίου, έτσι και λείψανα πια αυτά οδηγήθηκαν σε ταφή, άρα είναι έτοιμα και να προσφέρουν την χάρη στους πιστούς και να δεχτούν την ανάσταση κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. «Σώζεις, παντοδύναμε Κύριε, τον Ιωνά από το θηρίο, ο οποίος προτύπωνε την ταφή σου. Τα δε σώματα των μαρτύρων που είχαν ριχτεί στο πέλαγος, τα οδηγείς σε γαληνότατο λιμάνι της ταφής τους, όπως είναι το θείο θέλημά Σου, για ευεργεσία ημών των πιστών».

09 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΠΗΓΗ…ΑΒΥΣΣΟΣ…ΘΑΛΑΣΣΑ…

«Η αγάπη είναι πηγή πίστεως, άβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος).

«Τι ’ν’ αυτό που το λένε αγάπη;» λέει από παλιά ένα όμορφο τραγούδι. Καταλαβαίνει ο στιχουργός ότι η αγάπη δεν είναι κάτι που μπορεί κανείς εύκολα να ορίσει - και μιλάει για μία εκδοχή της: την ερωτική μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Πόσο όμως τούτο ισχύει, όταν προσπαθήσει κανείς να την ορίσει σε όλες τις διαστάσεις της: με τον Θεό, με τον φίλο, με τον γονιό, με τον αδελφό, με τον συνάνθρωπο εν γένει! Εκεί σηκώνει τα χέρια, γιατί διαπιστώνει ότι βρίσκεται ενώπιον ενός μυστηρίου μεγάλου, τόσο μεγάλου που κατά τη χριστιανική πίστη ανάγεται στον ίδιο τον Θεό. Έτσι δεν «ορίζεται» ο Θεός από τη Γραφή; «Ο Θεός αγάπη εστί». Επομένως όσο και να προσπαθήσουμε να την προσδιορίσουμε φτάνουμε σε αδιέξοδο. Η μόνη λύση είναι ως χριστιανοί να ψαύσουμε τα ενεργήματά της όπως τα βλέπουμε στην Αποκάλυψη του Θεού μας, κατεξοχήν δε στο πρόσωπο του ενανθρωπήσαντος Θεού μας, του Ιησού Χριστού. Κάθε λόγος, κάθε κίνηση, κάθε ενέργεια Εκείνου την Αγάπη απεκάλυπτε – στο απώγειό της. Στη γη βρισκόταν η ίδια η Αγάπη!

Κι αυτήν την Αγάπη κληθήκαμε ως πιστοί να ζούμε κι εμείς. Ενσωματωμένοι στον Χριστό διά του αγίου βαπτίσματος, Εκείνον, δηλαδή την Αγάπη, φανερώνουμε, Εκείνον περιφέρουμε, με το κύριο γνώρισμα και χαρακτηριστικό της: τη θυσία του εαυτού μας για χάρη του άλλου! Τον θάνατό μας για να ζήσει ο άλλος! «Αυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα. Μεγαλύτερη αγάπη από αυτή δεν υπάρχει: να θυσιάζει κανείς τη ζωή του για χάρη των φίλων του» (ο Κύριος). Αυτό ψαύσαμε και είδαμε και παρατηρήσαμε στον Χριστό: τη θυσία Του για μας˙ τη ζωή Του μέσα σε μας˙ τη χαρά Του ως εγκατοίκησή Του μέσα στη δική μας ύπαρξη – στην ψυχή και το σώμα μας! Κι αυτό είδαμε και βλέπουμε και στη ζωή όλων των αγίων μας. «Πάντοτε τη νέκρωση του Χριστού περιφέρουμε μέσα στο σώμα μας» (απόστολος Παύλος). Και τι γίνεται μέσα στο μυστήριο αυτό που μόνον εμπειρικά διαπιστώνεται;

- Φουντώνει η πίστη στον Χριστό – έχουμε φτάσει όχι σε ρυάκια και λιμνούλες, αλλά στην ίδια την πηγή, στο τέρμα και το ωμένα (Ω): η πίστη ως θέα και όραση Θεού!

- Πλαταίνει τόσο πολύ η καρδιά μας, ώστε χωράει τον κόσμο όλο – «βουτιά» στην άβυσσο: όλους τους κατανοούμε μ’ έναν «παροξυσμό» (απ. Πέτρος) που μας βγάζει «εκτός εαυτού»˙ όλους και όλα τα ανεχόμαστε – η υπομονή μας δεν έχει όρια˙ όλους τους δικαιολογούμε, αναλαμβάνοντας την ευθύνη και για των άλλων τα σφάλματα˙ όλους τους βάζουμε κάτω από τη σκέπη μας – σαν να είμαστε κι εμείς θεοί!

- Πέφτουμε σε πέλαγος που κατά τρόπο παράδοξο ανοίγει τα μάτια για να δούμε το πόσο μικροί και μηδαμινοί είμαστε – ναι, ένα τεράστιο «μηδέν»! «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε!» (ο Κύριος). Γιατί ακριβώς το μεγαλείο μας ως ανθρώπων έγκειται σ’ Εκείνου την αγάπη και τη δύναμη. Που θα πει: όσο γευόμαστε τον Θεό μας και την αγάπη που μας μεταγγίζει, τόσο και προχωρούμε στην αναγνώριση της ευτέλειάς μας – προχωρούμε από ταπείνωση σε ταπείνωση. «Μακάριοι όσοι αναγνωρίζουν την πνευματική τους φτώχεια» (ο Κύριος). Όπως το λέει ο ορισμός του αληθινού χριστιανού και πάλι, ο μέγας Παύλος: «ο Χριστός ήλθε να σώσει τους αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ!» «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μη απελπίζεσαι» (άγιος Σιλουανός).

Λοιπόν, ας κοιτάμε τους αγίους μας – είναι οι μόνοι χριστιανοί!

Η ΣΥΛΛΗΨΙΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ, ΜΗΤΡΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, θέλοντας να ετοιμάσει για τον Εαυτό Του έμψυχο και άγιο οίκο για κατοικία Του, απέστειλε τον άγγελο Αυτού προς τους Δικαίους Ιωακείμ και Άννα (από τους οποίους θέλησε να προέλθει η κατά σάρκα μητέρα Του) και προμήνυσε τη σύλληψη της άγονης και στείρας Άννας, για να καταστήσει βέβαιη τη γέννηση της Παρθένου. Γι’  αυτό και συνελήφθη η αγία Παρθένος Μαρία και γεννήθηκε, όχι όπως μερικοί λένε, επτά μηνών ή χωρίς άνδρα, αλλά γεννήθηκε σε εννέα τέλειους μήνες, όπως και από υπόσχεση μεν Θεού, από συνάφεια όμως και σπορά άνδρα. Διότι μόνος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός γεννήθηκε από την αγία Παρθένο Μαρία απορρήτως και ανερμηνεύτως, καθώς γνωρίζει μόνος Εκείνος, χωρίς των θελημάτων της σαρκός, και ενώ είναι τέλειος Θεός προσέλαβε όλη την τελειότητα της κατά σάρκα οικονομίας Του, όπως δημιούργησε και έπλασε τη φύση των ανθρώπων από την αρχή.

Αυτήν λοιπόν την ημέρα πανηγυρίζουμε, διότι υπενθυμίζει τους χρησμούς που δόθηκαν από άγγελο, ο οποίος ευαγγελίστηκε την αγία  σύλληψη της αγνής Θεομήτορος. Αυτούς τους χρησμούς εκπληρώνοντας ο Θεός που δημιούργησε  τα σύμπαντα εκ του μηδενός, διέγειρε τη στείρα κοιλιά για να καρποφορήσει. Και έκανε παιδοτόκο μητέρα κατά παράδοξο τρόπο αυτήν που έφτασε σε βαθειά γεράματα  χωρίς παιδιά, δίνοντάς της τη χάρη αυτή σαν άξιο τέλος της δίκαιης αίτησης των Δικαίων. Από αυτό το δώρο του Θεού σε αυτούς, δηλαδή την Παναγία, έμελλε ο Ίδιος  να γεννηθεί ως ενσαρκωθείς Θεός -  καθώς ευδόκησε οι σώφρονες αυτοί να την γεννήσουν, αυτήν δηλαδή που προορίστηκε και εκλέχτηκε από όλες τις γενιές.  Τελείται δε αυτή η Σύναξη στον σεβάσμιο οίκο της Θεοτόκου, που βρίσκεται στα Ευόρανα, πλησίον της αγιωτάτης Εκκλησίας».

Το πρώτο που τονίζει η ακολουθία της εορτής είναι το γεγονός ότι η σύλληψη και η γέννηση ενός παιδιού δεν είναι θέμα μόνον των γονιών του. Πολλά ζευγάρια, και μάλιστα χωρίς να έχουν ιδιαίτερο ιατρικό πρόβλημα, αδυνατούν να τεκνοποιήσουν, με αποτέλεσμα να θλίβονται, να αγχώνονται, να προσπαθούν να εξεύρουν διάφορες λύσεις προς υπέρβασή του. Για την πίστη της Εκκλησίας μας, η σύλληψη και η γέννηση είναι θέμα συνεργασίας του ζεύγους και της ίδιας της ενέργειας του Θεού. «Ο Θεός διανοίγει την μήτραν της γυναικός» μας διδάσκει ο λόγος του Θεού, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος ως ζεύγος προσφέρει τον εαυτό του και ο Θεός ενεργοποιεί και μεταποιεί την προσφορά αυτή, ώστε να υπάρξει η καρποφορία. Δεν έχει σημασία αν έχει επίγνωση αυτής της πραγματικότητας τις περισσότερες φορές ο άνθρωπος. Η ενέργεια του Θεού λειτουργεί, έστω και κατά τρόπο ανεπίγνωστο από πολλούς, όπως αντιστοίχως συμβαίνει και με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου και του κάθε όντος επί γης, που η ενέργεια του Θεού τα φέρνει σε φως και τα διακρατεί, είτε υπάρχει η πίστη σ’ Αυτόν είτε όχι. «Ο Θεός δίνει σε όλους και όλα ζωή και πνοή και τα πάντα», κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου στους Αθηναίους στον Άρειο Πάγο.

Η ατεκνία λοιπόν ενός ζεύγους εξαρτάται και από το θέλημα του Θεού, που σημαίνει λειτουργεί εν προκειμένω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο του Ίδιου, το οποίο συνήθως το ζεύγος αδυνατεί να το κατανοήσει παρά μόνον μετά από μικρό ή μεγάλο χρονικό διάστημα. Η επίγνωση όμως της συνέργειας αυτής, Θεού και ανθρώπου, για ένα τόσο μεγάλο έργο: τον ερχομό στον κόσμο ενός παιδιού, μπορεί να ενεργοποιήσει την προσευχή του ανθρώπου, την εκζήτηση από Αυτόν της χάρης Του, ώστε να «μεταβάλει» ακόμη και αυτό το σχέδιό Του. Και πράγματι, όχι λίγες φορές, ο Θεός μεταστρέφεται, υπακούοντας στο αίτημα των ανθρώπων, και δίνει τη χάρη της καρποφορίας στη γυναίκα και την υπέρβαση επομένως της ατεκνίας της.

Τον προβληματισμό αυτό τον βλέπουμε έντονα και στη συγκεκριμένη εορτή της συλλήψεως της αγίας Άννης. Άτεκνο το άγιο ζεύγος του Ιωακείμ και της Άννης, δεν χάνει όμως την ελπίδα του στον Θεό. Και μάλιστα σε εποχή για τους Ιουδαίους,  που η ατεκνία θεωρείτο μέγα όνειδος, ντροπή, αφού απεδείκνυε ότι το συγκεκριμένο ζεύγος δεν μπορούσε να θεωρηθεί μέσον ερχομού του Μεσσία στον κόσμο. Και γι’ αυτό αποδύεται σε προσευχή. Η δραματική ένταση των ύμνων εν προκειμένω φτάνει στο απώγειό της: «Κύριε των Δυνάμεων, γνωρίζεις την ντροπή της απαιδίας. Συ λοιπόν διάλυσε την οδύνη της καρδιάς μου και διάνοιξε τους καταρράκτες της μήτρας και ανάδειξέ με, εμένα που είμαι άκαρπη, καρποφόρο».  Και η προσευχή της Άννας εισακούεται. Ο Θεός επιβλέπει επί το άγιο ζεύγος. «Παλαιά καθώς προσευχόταν με πίστη η Αννα η σώφρων και ικέτευε τον Θεό, ακούει φωνή Αγγέλου, που την βεβαίωνε ότι ο Θεός θα πραγματοποιήσει τις προσευχές της». «Υπάκουσε ο Θεός στους στεναγμούς της Άννας και πρόσεξε ο Κύριος τη δέησή της».

Το γεγονός της επέμβασης του Θεού, που τη στείρωση την κάνει καρπογονία, το προσλαμβάνει ο υμνογράφος για να το διευρύνει και επί πνευματικού επιπέδου: πέρα από το ότι κάνει αναδρομή στο παρελθόν για να δείξει αντίστοιχες καταστάσεις της Παλαιάς Διαθήκης – «Συ, παντοδύναμε, που έδωσες κάποτε σε βαθύτατο γήρας στη Σάρρα υιό, τον μέγα Ισαάκ, συ που διάνοιξες τη στείρα κοιλιά  της Άννας, της μητέρας του προφήτου σου Σαμουήλ» – θεωρεί ότι ο Θεός, όπως παλιά, όπως τώρα με την Άννα, κατεξοχήν όμως μετά τον ερχομό Του στον κόσμο, μπορεί την άνυδρη και χωρίς χάρη ανθρώπινη φύση να την μεταβάλει και να της δώσει τη δροσιά που πρέπει, ώστε να καρποφορήσει. «Η χαρά του κόσμου σήμερα προκηρύσσεται με λόγο και αλλάζει τις μητρικές οδύνες σε χαρά ευφροσύνης, και φανερώνει ότι η στείρωση της φύσης θα γίνει καρποφόρα, που πληθαίνει με τα έργα της χάρης». Κι αυτό σημαίνει ότι εμείς που ζούμε πια μετά Χριστόν, σε οποιαδήποτε κατάσταση ξηρασίας και αν βρισκόμαστε, πνευματική ή ηθική, αν στραφούμε με πίστη στον Θεό, θα δούμε τη θαυματουργική επέμβασή Του. Ο Θεός θα διανοίξει τις πόρτες της καρδιάς μας, ώστε να πλημμυρίσουμε από την παρουσία της χάρης Του. Αρκεί να υπομένουμε και να επιμένουμε.

Κι είναι περιττό βεβαίως και να σημειώσουμε ότι η σύλληψη της αγίας Άννης αποτελεί εορτή της Εκκλησίας μας όχι πρωτίστως για να δείξει το αποτέλεσμα της υπομονής και της επιμονής στη δέηση του Θεού, αλλά διότι με τη σύλληψή της αυτή μπαίνουν οι βάσεις για τη γέννηση Εκείνης, η οποία σαν νέος ουρανός θα έφερνε τον κόσμο τον ήλιο Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Με την προοπτική του ερχομού του Κυρίου φωτίζεται και αυτή η εορτή, συνεπώς είναι μία ακόμη αφορμή δοξολογίας του αγίου ονόματός Του. «Ο νέος ουρανός, δηλαδή η Παναγία,  με τη θέληση του παντουργού Θεού φτιάχνεται στην κοιλιά της Άννας. Από αυτόν τον ουρανό έλαμψε δυνατά και ο ανέσπερος ήλιος, δηλαδή ο Χριστός, που δίνει φως σε όλον τον κόσμο με τις ακτίνες της θεότητας».

08 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΜΕΘΥΣΜΕΝΟΙ ΑΠΟ… ΑΓΑΠΗ!

«Η αγάπη, ως προς την ποιότητά της είναι ομοίωση με τον Θεό, όσο βέβαια είναι δυνατόν στους ανθρώπους. Ως προς την ενέργειά της, μέθη της ψυχής. Ως προς δε τις ιδιότητές της, πηγή πίστεως, άβυσσος μακροθυμίας, θάλασσα ταπεινώσεως» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. λ΄, 3).

Ο όσιος μας το λέει ξεκάθαρα: μοιάζουμε με τον Θεό, όταν αγαπάμε. Γιατί «ο Θεός αγάπη εστί». Κι έτσι είμαστε μέσα στην προοπτική της δημιουργίας μας, γιατί μ’ αυτήν τη δυναμική δημιουργήθηκαμε: «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού». Που σημαίνει: όσο αγαπάμε τόσο γινόμαστε και φυσιολογικοί. Αν βγάλουμε την αγάπη από τη ζωή μας, αυτομάτως χάνουμε τον ανθρωπισμό μας - γινόμαστε κτηνώδεις και δαιμονιώδεις, μολονότι και τα κτήνη ακόμη έχουν κάποια φυσική αγάπη. Οπότε μπορεί να μεγαλουργούμε στον κόσμο, είτε με τις γνώσεις μας είτε με τα χρήματά μας είτε με τις σπουδαίες θέσεις μας, και τελικώς να λειτουργούμε μέσα σ’ αυτόν ως τύραννοι και ως κόλαση – άλλοι  περιφερόμενοι δαίμονες!

Εννοείται βεβαίως ότι μιλάμε για την αληθινή αγάπη και όχι τις «καρικατούρες» της που δημιουργούμε συνήθως οι άνθρωποι (παραλλαγές του ίδιου του εγωισμού!)  – γι’ αυτό και ο όσιος τη σχετίζει με τον Θεό. Ας θυμηθούμε  τον ωραίο στίχο: «Θες να δεις την αγάπη; Κοίτα τον Σταυρό!» Στον Σταυρό βλέπουμε, όσο είναι δυνατόν για μας, τα όρια της αγάπης, δηλαδή την κατανόησή της ως θυσίας ανιδιοτελούς προς χάρη του άλλου. Και τι γίνεται, όταν με τη χάρη του Χριστού, (που σημαίνει με τη χάρη των μυστηρίων της Εκκλησίας), προσπαθούμε κι εμείς να τη ζήσουμε; Αρχίζουμε να νιώθουμε την ενέργειά της που είναι μια «μέθη της ψυχής». Γιατί; Διότι τότε φανερώνεται ο ίδιος ο Χριστός μέσα στην ψυχή του ανθρώπου, κάνοντάς τον να ζει μια θεοειδή «τρέλα»! Ο ίδιος το υποσχέθηκε: «Εάν με αγαπάτε, τηρείστε τις εντολές μου (δηλαδή το «αγαπάτε αλλήλους»). Κι όταν με αγαπήσετε έτσι, θα σας αγαπήσει ο Πατέρας μου, κι εγώ θα σας αγαπήσω και θα σας φανερωθώ μέσα σας». Ζώντας την αγάπη λοιπόν ζούμε διαρκώς τη θεία κοινωνία: μας προσφέρεται μ’ έναν πνευματικό και ξεχωριστό από το μυστήριο της Ευχαριστίας ο ίδιος ο Χριστός!

Ο όσιος μας δίνει και τα κριτήρια γνησιότητας της αγάπης και της θεοκοινωνίας αυτής: αναβλύζει μέσα από την καρδιά μας η ακλόνητη πίστη στον Τριαδικό Θεό – πίστη και αγάπη πάνε πάντοτε μαζί·  πλαταίνει τόσο πολύ η καρδιά μας, ώστε χωράμε τους πάντες και υπομένουμε τους πάντες, κατεξοχήν μάλιστα τους εχθρούς μας· νιώθουμε ότι όλη αυτή η χάρη, μας προσφέρεται από τον Κύριο χωρίς να την αξίζουμε: ψαύουμε την άβυσσο της ευτέλειάς μας, κολυμπώντας στη θάλασσα της μηδαμινότητάς μας. Έχουμε γίνει μικροί… Χριστοί!

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΤΑΠΙΟΣ

«Ο όσιος Πατάπιος ορμώμενος από τις Θήβες της Αιγύπτου επέλεξε τη μοναχική ζωή και ακολούθησε τον Χριστό. Ασκήθηκε για πολλά χρόνια στην έρημο κι έπειτα ήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έκανε πάρα πολλά θαύματα: έδωσε το φως σε τυφλούς, θεράπευσε υδρωπικούς με χρίση αγίου ελαίου, έδιωξε δαίμονες, θεράπευσε και καρκίνο. Στο τέλος παρέθεσε το πνεύμα του στον Κύριο εν ειρήνη».

Ο όσιος Πατάπιος μπορεί μεν να κατάγεται  από την Αίγυπτο, όμως είναι αγαπημένος άγιος των ορθοδόξων και μάλιστα των Ελλήνων. Και τούτο διότι, ως γνωστόν, το λείψανό του (το οποίο δωρήθηκε από τους Παλαιολόγους στην οικογένεια των εξαδέλφων τους Νοταράδων, που εγκαταστάθηκαν στην Κορινθία) ευρίσκεται πάνω από το Λουτράκι, στα Γεράνεια όρη, στο ομώνυμό του μοναστήρι, κάτι που «τυχαία» ανακαλύφθηκε ήδη από το 1904.  Πλήθος πιστών καθημερινώς έρχονται προσκυνητές του, προκειμένου να πάρουν την χάρη της ευλογίας του και να βοηθηθούν στα διάφορα προβλήματα και τις ανάγκες τους. Κι όχι τυχαία. Ο όσιος αποτελεί προστάτη όλων των αναγκεμένων ανθρώπων, το δε λείψανό του συνιστά πηγή πράγματι των ιάσεων. Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας δεν «χορταίνουν» να τονίζουν την αλήθεια αυτή, που επιβεβαιώνεται διαχρονικά. «Η σορός σου, σοφέ Πατάπιε, αναβρύζει σε όλους ιάματα. Αυτά τα ιάματα παίρνοντάς τα όλοι οι πιστοί σώζονται από πολλές νόσους, ψυχών και σωμάτων». Κι ιδιαιτέρως στην εποχή μας – αλλά και ποια εποχή είναι χωρίς θλίψεις και δοκιμασίες;  - που ο κόσμος ταλαιπωρείται από πάρα πολλά προβλήματα και ανάγκες, ο όσιος Πατάπιος είναι στην «ημερησία διάταξη»: προσφέρει σε όλους τους πιστούς αυτό που έχουν ανάγκη, διότι βεβαίως έχει ενώπιον του Θεού μεγάλη παρρησία. Έτσι «πάντων των εν ανάγκαις προστάτης ώφθης, Πατάπιε όσιε».

Φαίνεται λίγο περίεργο το γεγονός ότι ένας τόσο μεγάλος ασκητής, με τόση σκληραγωγία απέναντι στον εαυτό του, είχε και έχει μία τόσο τρυφερή καρδιά, έτοιμη να καμφθεί μπροστά στις ικεσίες του κάθε πονεμένου. Αλλά τούτο δεν μας παραξενεύει. Διότι η άσκηση ενός χριστιανού πιστού σ’ αυτό ακριβώς αποσκοπεί: να ελέγξει ο ίδιος, με τη χάρη του Θεού, τα πάθη του εγωισμού του και να τα μεταποιήσει σε πάθος αγάπης. Έτσι όσο πιο σκληρή η σκληραγωγία, τόσο και πιο «σάρκινη» η καρδιά, τόσο και μεγαλύτερη η ευαισθησία και η τρυφερότητα. Μην ξεχνάμε ότι ο σκοπός των πάντων στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας μας είναι να φθάσει ο άνθρωπος να ζει ορθά την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κι αν μάλιστα δεν υπάρχει η θυσιαστική αγάπη προς τον συνάνθρωπο, πρέπει να αμφισβητήσουμε και την υποψία έστω της αγάπης προς τον Θεό. Κι εκείνο που επίσης φανερώνει την αλήθεια της αγάπης είναι βεβαίως η ταπείνωση, η βάση όλων των αρετών. Την αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει και πάλι η γραφίδα του αγίου υμνογράφου. «Οπλισμένος με την αγάπη, όσιε, σαν ξίφος, και υπό την σκέπη της ενθέους σου ταπεινώσεως, σαν ένας είδος ασπίδας, εξαφάνισες τα στίφη των δαιμόνων». «Απέκτησες ταπείνωση, αγρυπνία και ισχυρή δέηση, καθαρή αγάπη, πίστη, ελπίδα, και έγινες συνόμιλος των επουρανίων αγγέλων, πάτερ όσιε».

Εκείνο που τονίζει ιδιαιτέρως ο υμνογράφος από την ασκητική ζωή του οσίου Παταπίου - τέτοια που τον συγκρίνει με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο: «Ηλιού τον Θεσβίτην μιμούμενος και ιχνηλατών Ιωάννην τον Πρόδρομον» - είναι το χάρισμα των δακρύων που απέκτησε. Τα δάκρυά του μάλιστα ήταν εκείνα που «αφενός απεξήραναν τα πάθη του σώματος και αφετέρου έφεραν τους ποταμούς των ιαμάτων του». Κι ακόμη: τα θερμά του αυτά δάκρυα ως έκφραση της μετανοίας και του πόθου προς τον Θεόν «καταβύθισαν τα στρατεύματα των δαιμόνων και τα οιδήματα της αμαρτίας, ενώ έγιναν πέλαγος θαυμάτων γι’ αυτούς που βρίσκονταν στον βυθό των παθημάτων». Κι είναι αλήθεια: αν κανείς δεν ζει τη μετάνοια με αίσθηση ψυχής, αν δεν κλαίει για τις αμαρτίες και τα πάθη του, πώς θα καθαρίσει το οπτικό της ψυχής του, πώς θα δει τον Θεό λάμποντα στο κάτοπτρο της καρδιάς του; Είθε η μετάνοια του αγίου και ο πόθος του προς τον Θεό να γίνουν καθοδηγητικά σημεία και της  δικής μας πνευματικής πορείας.  Ίσως κι εμείς δούμε έτσι «το νοητό πυρ, το Πνεύμα του Θεού, να αναφλέγει τα αισθητήρια της ψυχής μας και να αποτεφρώνει τη φλόγα της αμαρτίας μας».