17 Δεκεμβρίου 2021

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

«Ἡ Παρθένος σήμερον, τόν προαιώνιον Λόγον, ἐν Σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀπορρήτως. Χόρευε ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα, δόξασον μετά Ἀγγέλων καί τῶν Ποιμένων, βουληθέντα ἐποφθῆναι, παιδίον νέον, τόν πρό αἰώνων Θεόν». ( Προεόρτιο κοντάκιο σέ ἦχο γ΄).

(Ἡ Παρθένος Κόρη σήμερα, ἔρχεται νά γεννήσει μέ τρόπο ἀνέκφραστο τόν προαιώνιο Λόγο του Θεού μέσα σ’ ἕνα σπήλαιο. Ξεκίνα χορό ὅλη ἡ οἰκουμένη τώρα πού τ’ ἄκουσες, δοξολόγησε μαζί μέ τούς ἀγγέλους καί τούς βοσκούς τόν προαιώνιο Θεό που θέλησε νά φανερωθεῖ στόν κόσμο σάν ἕνα μικρό βρέφος).

Σχεδόν ἕνα μήνα τώρα ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προετοιμάζει γιά τό γεγονός τῶν Χριστουγέννων. Δέν εἶναι μόνον ἡ σαρανταήμερη νηστεία, δέν εἶναι μόνον οἱ καθημερινές λειτουργίες, εἶναι κυρίως τό περιεχόμενο τοῦ λόγου της μέσα ἀπό τήν ὑμνολογία πού μᾶς ἀνοίγει τά μάτια γιά τό ὑπερφυές γεγονός τῆς Γέννας τοῦ Θεοῦ μας ὡς ἀνθρώπου στόν κόσμο τοῦτο. Και μάλιστα τό προεόρτιο κοντάκιο τῶν Χριστουγέννων, κάθε Κυριακή ἐδῶ καί καιρό, μᾶς μηνοῦσε καί ἐξακολουθεῖ νά μᾶς μηνάει καί γιά τό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς, ἀλλά καί γιά τόν τρόπο ὑποδοχῆς της. Καί τί μᾶς λέει; Ὁ προαιώνιος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὡς ἄσαρκος ἀκόμη Θεός, «κλίνει οὐρανούς» καί ἔρχεται ἐπί τῆς γῆς ὡς ἄνθρωπος. Διάκονοι τοῦ παράδοξου αὐτοῦ μυστηρίου ἡ Παρθένος κόρη Μαριάμ, ἀλλά καί ἡ ἄλογη φύση στό «πρόσωπο» τοῦ σπηλαίου. Καί τώρα πού γίνεται γνωστό τό μυστήριο καλεῖται ὅλη ἡ οἰκουμένη, οἱ ἄγγελοι, οἱ ποιμένες τῆς Ἰουδαίας νά μετάσχουν σ’ αὐτό μέ τόν μόνο  τρόπο πού μπορεῖ νά σταθεῖ ἡ κτιστή φύση ἀπέναντι στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ: μέ τόν ἐνθουσιασμό τοῦ χοροῦ καί μέ τίς δοξολογικές φωνές – «Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε». Ἀρκεῖ νά μή ξεχνᾶμε ὅτι δοξολογοῦμε τόν Θεό μέ τόν λόγο μας, όταν αὐτός ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς ἁγιασμένης ζωῆς μας, τῆς ζωῆς δηλαδή πού πορεύεται μέ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ - ὅ,τι μαρτυρεῖ ἡ ζωή τῆς Παναγίας καί ὅλων τῶν ἁγίων μας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΙΓΙΝΗΣ Ο ΕΚ ΖΑΚΥΝΘΟΥ

Η μνήμη μεγάλων θαυματουργών αγίων κατά τον μήνα Δεκέμβριο (Νικολάου, Σπυρίδωνος, Διονυσίου Αιγίνης) βιώνεται από τους πιστούς,  μέσω του χαρίσματος της θαυματουργίας τους, ως μεγάλη παρηγοριά.  Διότι λόγω της παρρησίας τους ενώπιον του Κυρίου μπορούν και επεμβαίνουν στη ζωή μας, δίνοντας λύση στα αδιέξοδά μας και θεραπεία σε ανίατα πολλές φορές νοσήματά μας. Προς άρσιν βεβαίως παρεξηγήσεως, όλοι οι άγιοι είναι θαυματουργοί, αφού έχουν δύναμη προσευχής που ενεργοποιεί τον έτσι κι αλλιώς «θελητήν του ελέους» Τριαδικό Θεό μας. Κι αν κάποιοι άγιοι δεν έχουν φήμη μεγάλου θαυματουργού αγίου, σαν κάποιους μεγάλους Δασκάλους της Εκκλησίας, είναι γιατί αυτοί χαριτώθηκαν από τον Θεό με το χάρισμα της ιάσεως των λογισμών των ανθρώπων και της διαφυλάξεώς τους από τη λύμη των αιρετικών, κάτι που συνιστά το μέγιστο ίσως χάρισμα του Θεού -  η ορθή πίστη στον Θεό και η αληθινή εικόνα της Εκκλησίας είναι το μέγιστο δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Ποιο θαύμα, για παράδειγμα, θεραπείας σωματικής αρρώστιας θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί και τι νόημα θα είχε, έξω από την αληθινή Εκκλησία του Χριστού; Το θαύμα της ορθής πίστεως προϋποτίθεται του θαύματος της ιάσεως των αρρωστημάτων του σώματος.

Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν (1547-1622) ανήκει στους μεγάλους νεωτέρους θαυματουργούς αγίους της Εκκλησίας, που «ο Χριστός τον  δόξασε πλούσια με  θεοσημεία και θαύματα, και όσο ήταν ζωντανός και όταν μεταστάθηκε», όπως σημειώνει ο άγιος υμνογράφος του ως στόμα της Εκκλησίας. Ο ίδιος μάλιστα εξηγεί τη δωρεά αυτή του Κυρίου στον άγιο: ο άγιος «μιμήθηκε όλες τις αρετές των ενδόξων προπατόρων μας. Τη φιλόξενη διάθεση του Αβραάμ, την ακακία του Ιακώβ, την καθαρότητα του Ιώβ, την απλότητα του Μωυσή, την πραότητα, τη συμπάθεια και φιλοστοργία του βασιλιά Δαβίδ». Κι αυτό σημαίνει: ο Θεός προσφέρεται θεραπευτικά στον κόσμο, όταν βρει ανθρώπους συντονισμένους με το άγιο θέλημά Του – μέσω ανθρώπων ενεργεί στους ανθρώπους ο Θεός. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να σώσει τον άνθρωπο.  

Εκεί όμως που ο άγιος Διονύσιος αποτελεί ορόσημο  για όλους είναι η τεράστια αγάπη του – συνέχεια της αγάπης του Θεού. Η αγάπη προς τον πλησίον, εκτεινόμενη και προς τον θεωρούμενο εχθρό, ήταν το κύριο γνώρισμά του  στον κόσμο – ό,τι ο Κύριος χαρακτήρισε ως σημείο μαθητείας σ’ Εκείνον. Γι’ αυτό και όλες οι αρετές του είχαν νόημα, διότι ακριβώς κατέληγαν σ’ αυτήν την αγάπη. Αυτή συνιστά το μέτρο, αυτή δίνει τον ρυθμό. Χωρίς την αγάπη, η όποια αρετή έχει τη στιφάδα της αυστηρότητας και της ξεραΐλας. Γίνεται αποκρουστική. Με την αγάπη όλα βρίσκουν τον ρυθμό τους και αποκτούν γλυκύτητα. Ο άγιος Διονύσιος λοιπόν είχε και έχει αυτήν την γλυκύτητα: την παρουσία του ίδιου του Χριστού. Τον πλησιάζουμε και η καρδιά μας παρηγορείται και κατανύσσεται. Προσκυνούμε  τον ασκητή με τους μεγάλους ασκητικούς κόπους και νιώθουμε να μας βάζει στην αγκαλιά του πλαταίνοντας τη στενότητα της ψυχής μας. Νιώθουμε σαν παιδιά που τα έχει κοντά του ο αγαπημένος τους παππούς - το μυαλό μας είναι αδιάκοπα καρφωμένο στο πώς αντιμετώπισε τον φονιά του αδελφού του: τον φυγάδευσε και τον έσωσε από το απόσπασμα!

Ο υμνογράφος του φαίνεται να πανηγυρίζει την πλατειά αυτή αγκαλιά του. «Δεν γνώρισε τον Θεό που είναι αγάπη, όποιος δεν αγαπά τον εχθρό του, που τυχαίνει να είναι ο πλησίον του» υπενθυμίζει. Και: «Άκουσες, αγιότατε Πατέρα, τον διδάσκαλο Χριστό να λέει στο Ευαγγέλιο: από αυτό θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, εάν έχετε αγάπη μεταξύ σας, οπότε σε κάθε ευκαιρία αναδείχτηκες έμπρακτα δόκιμος μαθητής Του».

Μακάρι μια τέτοια καρδιά να θερμάνει τις ψυχραμένες λόγω ανομιών δικές μας καρδιές, ώστε να νιώσουμε, έστω και ακροθιγώς, αληθινά Χριστούγεννα.

16 Δεκεμβρίου 2021

ΧΩΡΙΣ ΑΥΤΗΝ Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΜΑΥΡΗ!

«Χρειάζεται η οικογένεια. Χωρίς αυτήν η ζωή είναι μαύρη, δεν μπορεί να προχωρήσει ευχάριστα και ανοδικά. Να γιατί και η Παγκόσμια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου υπογράμμισε ότι η οικογένεια “είναι το φυσικόν και θεμελιώδες συστατικόν στοιχείον της Κοινωνίας”. Να γιατί ο Δημιουργός Θεός δεν άφησε τον άνθρωπο μόνον στη ζωή, αλλ’ “ἐποίησε βοηθόν κατ’ αὐτόν”. Να γιατί και όταν Αυτός ο Δημιουργός Θεός έγινε άνθρωπος, μέσα στην οικογένεια έζησε και την οικογένεια αγίασε κι ευλόγησε» (Μακαριστός Γέρων π. Γεώργιος Κρητικός).

Ο μακαριστός Γέρων π. Γεώργιος Κρητικός, διαπρύσιος κήρυκας του ευαγγελίου του Κυρίου, λόγω και έργω: ό,τι κήρυσσε το έβλεπες ενσαρκωμένο στην αγία βιοτή του, τονίζει στο παραπάνω απόσπασμα άρθρου του για την οικογένεια αυτό που συνιστούσε βαθειά πεποίθησή του και εμπειρική διαπίστωσή του από την πολύχρονη ιερατική του διακονία. Τι δηλαδή; Η ζωή χωρίς την οικογένεια είναι ζωή μαύρη, χωρίς χαρά, μία ζωή μίζερη κολλημένη στην ύλη των παθών και των αισθήσεων. Κι ασφαλώς ο αγιασμένος Γέρων δεν αναφέρεται σ’ αυτούς που από αγάπη προς τον Κύριο στράφηκαν στη μοναχική ζωή την πλήρως αφιερωμένη στον Θεό – αυτοί αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της Εκκλησίας, καθώς έλεγε στοιχώντας στους αγίους Πατέρες και πάνω από όλα στον ίδιο τον Κύριο: «δεν μπορούν όλοι να προχωρήσουν όλοι σ’ αυτόν τον δρόμο της αφιέρωσης, αλλά σ’ όσους έχει δοθεί το χάρισμα τούτο». Αλλ’ ούτε και σ’ εκείνους που για λόγους ανώτερους: αφιέρωσης στην επιστήμη τους για χάρη της κοινής ωφέλειας, αφιέρωσης στην οικογένειά τους λόγω υπάρξεως ασθενειών σε μέλη αυτής ή αφιέρωσης και στην ιεραποστολή, δεν μπόρεσαν παρ’ όλη ίσως την επιθυμία τους να δημιουργήσουν δική τους οικογένεια. Έχει υπ’ όψιν του εκείνους τους αδελφούς που χωρίς να υφίσταται κάποιο πρόβλημα αυτοί επιλέγουν τη «μοναξιά» τους για να κάνουν, όπως λέμε, τη ζωή τους, χωρίς καμία δέσμευση – «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν»! Γι’ αυτούς σημειώνει ότι η ζωή τους είναι μαύρη και χωρίς χάρη και χαρά, όπως άλλωστε το επισημαίνει σε άλλο σημείο του κειμένου του, μνημονεύοντας συγκεκριμένη περίπτωση καταξιωμένου και σπουδαίου θεωρούμενου ανθρώπου μέσα στην κοινωνία, που του εξομολογήθηκε: «όλα τα έχω στη ζωή, αλλά ζω χωρίς καμία χαρά, γιατί έκανα το μεγαλύτερο σφάλμα: δεν δημιούργησα δική μου οικογένεια».

Ο μακαριστός π. Γεώργιος λοιπόν προβάλλει την αξία της οικογένειας. Κι η σκέψη του κινείται με σφαιρικό τρόπο: επικαλείται και την ίδια την πραγματικότητα της ζωής, αυτό δηλαδή που η ίδια η κοινωνία έχει διαπιστώσει εμπειρικά ως ανάγκη της μέσω της Παγκόσμιας Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του ανθρώπου, κυρίως όμως τον λόγο του Θεού: ο Δημιουργός μάς έπλασε έτσι ώστε το κοινωνικό στοιχείο να συνυπάρχει με τη φύση μας – «δεν είναι καλό να είναι ο άνθρωπος μόνος» - αλλά και ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός μας επέλεξε μέσα σε οικογένεια να ανατραφεί και να μεγαλώσει, ευλογώντας και αγιάζοντας τον συγκεκριμένο θεσμό. Κι είναι περιττό βεβαίως να τονίσουμε ότι ο μακαριστός Γέρων θεωρεί ότι καταξιώνεται και αγιάζεται η οικογένεια, όταν τα μέλη της, πρωτίστως οι σύζυγοι, ο πατέρας και η μάνα, λειτουργούν και κινούνται όπως ο άγιος Ιωακείμ και η Παναγία Μητέρα του Κυρίου: με απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού, που θα πει με απόλυτη προτεραιότητα της θυσιαστικής αγάπης του ενός προς τον άλλον. Τότε μόνον δημιουργούνται οι συνθήκες να σκηνώσει η χάρη του Θεού στην οικογένεια και να φανερώνεται αυτή ως «κατ’ οίκον Εκκλησία». Διαφορετικά η οικογένεια μπορεί να υφίσταται αλλά να λειτουργεί εγωιστικά, φτιάχνοντας ανθρώπους ατομιστές με μοναδική απόβλεψη το συμφέρον τους. Στην περίπτωση αυτή βεβαίως και ο γάμος και η οικογένεια περιπίπτει στην περίπτωση εκείνων από την παραβολή του μεγάλου Δείπνου που αρνήθηκαν την πρόσκληση του Κυρίου με το «έχε με παρητημένον» και έμειναν έξω από το τραπέζι της Βασιλείας, μακριά δηλαδή από τον Θεό.

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΓΓΑΙΟΣ

«Ο προφήτης Αγγαίος καταγόταν από τη φυλή Λευί. Γεννήθηκε στη Βυβυλώνα κατά την εκεί αιχμαλωσία του Ισραηλιτικού λαού (586-538 π.Χ.). Νέος ακόμη ήλθε από τη Βαβυλώνα στα Ιεροσόλυμα και προφήτευσε μαζί με τον προφήτη Ζαχαρία επί τριάντα έξι έτη. Προανήγγειλε και αυτός τη σάρκωση του Χριστού, τετρακόσια εβδομήντα έτη πριν τη Γέννησή Του, ενώ φανερά προφήτευσε για την επιστροφή του λαού από την αιχμαλωσία. Είδε μάλιστα και ένα μέρος από την οικοδομή του νέου ναού που έκτισαν οι επανακάμψαντες Ισραηλίτες. Πέθανε και ετάφη πλησίον των ιερέων, όπως αυτοί, ένδοξα, διότι και αυτός ήταν από γένος ιερατικό. Ήταν γηραιός πολύ, αξιοσέβαστος λόγω της ηλικίας του, πασίγνωστος για την αρετή του, αγαπώμενος  από όλους και τιμώμενος ως ένδοξος και μέγας προφήτης. Το όνομά του ερμηνεύεται Εορτή ή εορταζόμενος».

Με τον προφήτη Αγγαίο βρισκόμαστε στο κλίμα της πρώτης αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο, την Παλαιά Διαθήκη: εκεί που ο Θεός προετοίμαζε το έδαφος για τον ερχομό Του ως ανθρώπου. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει τόση σημασία για την Εκκλησία μας, όχι βεβαίως διότι καταγράφει την Ισραηλιτική ιστορία – αυτό θα ενδιέφερε πρωτίστως τους Ισραηλίτες – αλλά διότι προφητεύει την Καινή Διαθήκη: τον ερχομό του Χριστού. Η Παλαιά Διαθήκη δηλαδή είναι σαφώς προσανατολισμένη προς την Καινή, και μόνον κάτω από την οπτική αυτή μπορεί να κατανοήσει κανείς και τη σημασία της. Με άλλα λόγια ο χριστολογικός χαρακτήρας της φανερώνει και την ισότιμη θέση της προς την Καινή, γι’ αυτό και Αγία Γραφή χαρακτηρίζεται τόσο η Παλαιά, όσο και η Καινή Διαθήκη. Ο ίδιος ο Κύριος με σαφήνεια το έδειξε, όταν μεταξύ άλλων είπε πως «ό,τι έγραψε ο Μωυσής και οι προφήτες για Εμένα το έγραψαν».

Τον χριστολογικό χαρακτήρα των προφητειών του προφήτου Αγγαίου καταγράφει και ο υμνογράφος του άγιος Θεοφάνης. Πολλοί από τους ύμνους της ακολουθίας του αναφέρονται ακριβώς στο γεγονός του ερχομού του Θεού ως ανθρώπου, της ενσάρκου οικονομίας Του. «Προφητεύεις τη σωτήρια απολύτρωση για όλους τους ανθρώπους» σημειώνει μεταξύ άλλων∙ «Χριστέ, υπέδειξες στον προφήτη σου τον έμψυχο ναό που φτιάχτηκε για σένα από Παρθένο» τονίζει αλλού∙ κι ακόμη: «Θεόπτα προφήτα Αγγαίε, προανήγγειλες με φανερό τρόπο ότι θα φανερωθεί ο άναρχος Λόγος στους εσχάτους χρόνους». Έτσι ενώ με τον προφήτη Αγγαίο μεταφερόμαστε αρκετούς αιώνες προ Χριστού, με τις εν Πνεύματι αγίω προφητείες του («Θείω Πνεύματι πεφωτισμένην την διάνοιαν έχων, προφήτα») πατάμε και πάλι στο έδαφος της Καινής, βλέποντας μαζί του τη Γέννηση του ίδιου του Κυρίου μας.

Ο προφήτης Αγγαίος «δέθηκε» με την επάνοδο των συμπατριωτών του από την αιχμαλωσία της Βαβυλώνος και με την ανοικοδόμηση του νέου, λόγω καταστροφής του παλαιοτέρου από τους Βαβυλωνίους,  ναού των Ιεροσολύμων. Το διπλό αυτό «δέσιμο» προβάλλεται κατά κόρον από τους ύμνους της Εκκλησίας μας, με συνεπή αναγωγή τους όμως και στην πνευματική ζωή των χριστιανών. Τι εννοούμε; Ο άγιος υμνογράφος αφενός την απελευθέρωση των Ιουδαίων την παίρνει ως αφορμή για να αναφερθεί και στην απελευθέρωση των ίδιων των χριστιανών από τη δική τους «βαβυλώνια» αιχμαλωσία: τα δίκτυα του διαβόλου, με την παρουσία του Χριστού («Σωτήρα Κύριε, από τον κατώτατο βυθό της αμαρτίας που ήταν αιχμαλωτισμένος ο άνθρωπος επί μακρόν τον ανύψωσες και τον ελευθέρωσες, και τον οδήγησες πάλι σαν φιλάνθρωπος προς την άνω Πόλη, τη Βασιλεία Σου»), αφετέρου την ανοικοδόμηση του ναού που κήρυσσε ο προφήτης την χρησιμοποιεί ως μέσον για να τονίσει και ότι ο ίδιος ο προφήτης έγινε ναός του Θεού («Ο Θεός που κατοικεί στα ουράνια και γεμίζει όλη την οικουμένη σε φανερώνει ναό αγιωσύνης, προφήτα») και ότι εμείς οι χριστιανοί είμαστε ναός του αγίου Πνεύματος και καλούμαστε να το επιβεβαιώνουμε διαρκώς στην καθημερινότητά μας («μακάριε Προφήτη, αξίωσέ μας να γίνουμε ναοί του ζωντανού Θεού»).

15 Δεκεμβρίου 2021

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΓΡΙΑ ΖΩΑ

«(Ο αιχμάλωτος για την πίστη του στον Χριστό Ελευθέριος) λύθηκε από αγγέλους, που τον οδήγησαν σε όρος υψηλό, όπου έζησε μαζί με τα άγρια ζώα, τα οποία εξημερώνονταν, καθώς ο άγιος τους έλεγε λόγια του Θεού» (Από το συναξάρι του αγίου).

Τα λόγια που αρνήθηκαν ν’ ακούσουν

αυτοί που τους λαούς εξουσιάζανε

τ’ άκουσαν τ’ άγρια θεριά, οι λύκοι, τα τσακάλια,

τ’ αγριογούρουνα κι οι ύαινες.

Σαν δρόσος Αερμών ο σπόρος έπεφτε

στις άλογες ψυχές τους, και ημέρωναν

σκύβοντας το κεφάλι σαν τ’ άκακα αρνιά.

Νέος Αδάμ ο Ελευθέριος στον κήπο της Εδέμ

σα βασιλιάς την αγκαλιά του άπλωνε

στ’ αδικημένα απ’ τ’ αδελφού του πρώτου

τις μαύρες τις αποκοτιές.

Στης άγιας Ανθίας το βλαστάρι

βρήκαν κι αυτά την ιδική τους

χάρη και το χαμένο «πρόσωπο».

Κι είδαν ψηλά και δάκρυσαν

ο Ησαΐας κι ο Μιχαίας, τα τρία

 παιδιά τα άγια, ακόμα και ο Δανιήλ

 που ξέκρινε ονείρατα των πρώτων

- πώς φέγγισ’ η καρδιά τους.

Μονάχα κλαίνε κι απορούν που

όχι λίγων χριστιανών ψυχές

τα δόντια με λαχτάρα ακονίζουν

στων αδελφών τη σάρκα για να μπήξουν

θεριά ανήμερα με μάσκα του ανθρώπου.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ

«Ο άγιος Ελευθέριος ήταν από την πόλη της Ρώμης, πολύ νέος στην ηλικία, ορφανός από πατέρα, που είχε μόνη τη μητέρα του, στο όνομα Ανθία, η οποία είχε κατηχηθεί στην πίστη του Χριστού από τον άγιο απόστολο Παύλο. Οδηγήθηκε από αυτήν στον επίσκοπο Ανίκητο ο άγιος και έμαθε από αυτόν τα ιερά γράμματα, ενώ τον ενέταξε και στο τάγμα των κληρικών. Κατά το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του χειροτονείται διάκονος, κατά το δέκατο όγδοο πρεσβύτερος, στο δε εικοστό προχειρίζεται επίσκοπος του Ιλλυρικού, ενώ προηγουμένως είχε κάνει πολλά θαύματα λόγω της μεγάλης αρετής του. Επειδή όμως, με τη διδασκαλία του, μετέστρεφε πολλούς προς την πίστη του Χριστού, ο βασιλιάς Αδριανός στέλνει και τον καλεί. Κι όταν εκείνος διακήρυξε  ενώπιόν του ότι ο Χριστός είναι Θεός των όλων, δίνει προσταγή να τον βάλουν σε χάλκινο κρεβάτι και να απλώσουν από κάτω σωρό φωτιάς. Έπειτα να τον βάλουν σε σχάρα που είχε εκκαυθεί πάρα πολύ, και πάλι σε πυρωμένο τηγάνι, γεμάτο από λάδι και στέαρ και πίσσα. Με τη χάρη όμως και τη δύναμη του Χριστού φυλάσσεται από όλα αβλαβής. Έπειτα κατασκευάζεται κλίβανος, με τη συμβουλή του επάρχου Κορέμμονος, έχοντας από τη μία και την άλλη πλευρά μυτερούς οβελίσκους. Στον κλίβανο αυτόν εισέρχεται πρώτος ο ίδιος ο Κορέμμων, αφού γέμισε από άγιο Πνεύμα και ομολόγησε ότι ο Χριστός είναι Θεός. Από αυτόν εξήλθε αβλαβής και του έκοψαν το κεφάλι. Ο άγιος Ελευθέριος ρίχτηκε στο τηγάνι, αλλά βγήκε σώος, γιατί σβήστηκε η φλόγα. Έπειτα φρουρείται και δένεται σε άρμα, που το τραβούσαν άγρια άλογα. Λύθηκε όμως από αγγέλους, που τον οδήγησαν σε όρος υψηλό, όπου έζησε μαζί με τα άγρια ζώα, τα οποία εξημερώνονταν, καθώς ο άγιος τους έλεγε λόγια του Θεού. Αργότερα νουθέτησε τους στρατιώτες που έστειλαν να τον συλλάβουν και τους βάπτισε μαζί με άλλους, περίπου πεντακόσιους, που πίστεψαν στον Χριστό. Οδηγήθηκε κάποια στιγμή προς τον βασιλέα και ρίχτηκε στα θηρία να τον φάνε, αλλά διαφυλάχθηκε σώος, οπότε φονεύεται από δύο στρατιώτες που επέπεσαν πάνω του, με προσταγή του ηγεμόνα. Η δε μητέρα του Ανθία, αφού αγκάλιασε το νεκρό σώμα του αγίου και το ασπαζόταν, φονεύεται και αυτή με ξίφος. Τελείται δε η σύναξή του στο μαρτυρείο του, πλησίον του Ξηρολόφου».

 Εν πρώτοις, πριν από οποιαδήποτε άλλη αναφορά, θα πρέπει να επισημάνουμε μία παραδοξότητα: την υπέρβαση οποιουδήποτε κανόνα της Εκκλησίας σχετικά με την είσοδό του αγίου Ελευθερίου και την εξέλιξή του στους βαθμούς της ιερωσύνης. Τι θέλουμε να πούμε; Ο άγιος Ελευθέριος κλήθηκε από την Εκκλησία να γίνει διάκονος σε ηλικία μόλις δεκαπέντε ετών. Τρία χρόνια αργότερα, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, και σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, προήχθη σε επίσκοπο. Όταν κανείς γνωρίζει ότι οι ηλικίες που διαμορφώθηκαν, τα μετέπειτα βεβαίως χρόνια, για τους βαθμούς της ιερωσύνης είναι κατά πολύ μεγαλύτερες – η Εκκλησία μας καθόρισε ότι στα εικοσιπέντε του χρόνια κάποιος μπορεί να γίνει διάκονος για παράδειγμα – κοντοστέκεται, γιατί βλέπει ότι ενώπιον του αγίου Ελευθερίου η ίδια η Εκκλησία κινήθηκε με έναν εντελώς ελεύθερο τρόπο, δηλαδή με τον χαρισματικό τρόπο που καθορίζει το Πνεύμα του Θεού, που «πνει όπου θέλει», ανεξάρτητα από οποιαδήποτε δέσμευση ηλικίας και φύσεως. Και το γεγονός τούτο συγκινεί ιδιαίτερα, διότι φανερώνει ότι η Εκκλησία μας δεν δεσμεύεται από κανέναν νόμο κανονιστικό, όταν βλέπει την παρουσία του αγίου Πνεύματος. Για την Εκκλησία μας η σημαντικότερη κανονιστική αρχή είναι αυτή που εξήγγειλε ο ίδιος ο αρχηγός Της: «το Σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον».

 Γιατί όμως; Τι ήταν εκείνο που έκανε την Εκκλησία την εποχή εκείνη, να θέσει «επί την λυχνίαν επισκοπής» ένα νεαρό παλληκάρι, έφηβο ακόμη; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη και υπονοήθηκε και προηγουμένως: η πνευματεμφορία του αγίου Ελευθερίου. Ο άγιος Ελευθέριος, όπως σημειώνουν μάλιστα και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, «εκ θείου Πνεύματος λαβών της σοφίας τον πλούτον, μιμητής ανεδείχθη των Αποστόλων». Η αγιασμένη του ζωή, με άλλα λόγια, το γεγονός ότι εκ βρέφους αποδείχθηκε «καθαρά μυροθήκη του Πνεύματος» υπήρξε η προϋπόθεση, προκειμένου να λάβει «την προσθήκην του Πνεύματος» διά της ιερωσύνης, την οποία, όπως είπαμε, κατέστεψε και με το στεφάνι του μαρτυρίου.

Πώς φανερωνόταν η παρουσία του Πνεύματος του Θεού στη ζωή του; Μα, πρώτα από όλα, με εκείνο που ο ίδιος ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ως καρπό του Πνεύματος: τις αρετές. «Ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, αγαθωσύνη, χρηστότης, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Ο άγιος Ελευθέριος ήταν πλήρης αρετών. «Των αρετών το τερπνόν καταγώγιον» τον ονομάζει ο υμνογράφος της Εκκλησίας. Κι έπειτα, με τα πάμπολλα θαύματα τα οποία επιτελούσε, και εξακολουθεί βεβαίως και επιτελεί. Θαύματα που αποδείκνυαν την παρρησία την οποία είχε και έχει ενώπιον του Τριαδικού Θεού μας, ο Οποίος ήθελε και θέλει να προσφέρει τη χάρη Του μέσω του ταπεινού αγίου Του. Κι εκεί που κατεξοχήν θεωρείται μέχρι σήμερα ο προστάτης και ο ευεργέτης, είναι στις επίτοκες γυναίκες, τις έγκυες, οι οποίες πάντοτε τον επικαλούνταν, προκειμένου να φτάσουν να «ελευθερωθούν» με τον καλύτερο τρόπο. Την παραπάνω αλήθεια επισημαίνει και ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας: «Φροντίζοντας, πάτερ, τις επίτοκες γυναίκες, δίνεις ελευθερία σ’ αυτές, που έρχονται προσκυνήτριες στον Ναό σου. Και έκανες καλοτάξιδους πάλι εκείνους που σε παρακάλεσαν θερμά, όπως και στους ασθενείς δίνεις την υγεία, λάμποντας έτσι με τα θαύματα».

Πώς έφτασε σ’ αυτό το σημείο αγιασμού ο άγιος Ελευθέριος, με αποτέλεσμα να χαριτωθεί τόσο πολύ από τον Θεό; Βεβαίως, με τη νόμιμη άσκησή του. Από μικρός, «εκ νεότητος» «ως ο Σαμουήλ», κατενόησε ότι εκείνο που εμποδίζει την παρουσία του Θεού στη ζωή του ανθρώπου είναι τα πάθη του. Γι’ αυτό και αποδύθηκε σε ασκητικούς αγώνες εξαλείψεως των παθών αυτών, καλύτερα: μεταστροφής τους σε ένθεα πάθη, δηλαδή, σε αγάπη του Θεού και σε αγάπη του ανθρώπου.   Στον αγώνα αυτόν είχε συνεργό βεβαίως τον ίδιο τον Κύριο, αφού χωρίς Αυτόν «ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν», αλλά και ο ίδιος προσανατόλισε ολοκληρωτικά τον νου και την καρδιά του σ’  Εκείνον, έχοντας μάθει από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι μόνον όποιος έχει μεταθέσει το κέντρο βάρους της ύπαρξής του στον Θεό μπορεί και πράγματι να βρει τον Θεό και να Τον κάνει κάτοικο της ψυχής και του σώματός Του. Κατά τον υμνογράφο του, ο άγιος «προσήλωσε ολοκληρωτικά τον νου του στο ωραιότατο κάλλος του θείου εραστή, του Χριστού, και πληγώθηκε από τον γλυκό του έρωτα». Πράγματι: η ταλάντευση μεταξύ του Θεού και του κόσμου, η «διψυχία» που λέει ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος, συνιστά ακαταστασία, που το μόνο που φέρνει στην ψυχή του ανθρώπου είναι η ταραχή. Ο ίδιος ο Κύριος το απεκάλυψε: «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Ο άγιος Ελευθέριος λοιπόν δεν «έπαιζε» με την πίστη του: αγάπησε με πάθος τον Κύριο, προσκολλήθηκε σ’  Αυτόν, γι’  αυτό και δέχτηκε τόσο πλούσια τη δύναμή Του, δύναμη τέτοια ώστε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να υπερβεί τα ανθρώπινα πάθη του. «Προσκολλήθηκες στον Θεό με καθαρότατο νου, ήδη από τη νεότητά σου, και απομάκρυνες την ψυχήν σου από το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα, οπότε και απέκτησες πλούσια την άφθονη χάρη των θαυμάτων».

 Δεν μπορούμε βεβαίως  να μην επισημάνουμε και τη βοήθεια που του παρέσχε ο πνευματικός του πατέρας, ο άγιος Ανίκητος, πάπας Ρώμης. Αν, είπαμε, έμαθε από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι σκοπός της ζωής είναι να αποκτήσει το Πνεύμα του Θεού και ότι αυτό επιτυγχάνεται με την άσκηση κατά των παθών, το έμαθε, γιατί ακριβώς καθοδηγήθηκε σωστά. Πέραν της βοήθειας σ’ αυτό από την ίδια τη μητέρα του – μαθήτρια του αποστόλου Παύλου – ο άγιος Ανίκητος ήταν εκείνος που τον μύησε στην πνευματική αυτή Παράδοση. Ο ίδιος υπήρξε φορέας αυτής, γι’  αυτό και είχε τη δυνατότητα να την μεταγγίσει στο νεαρό βλαστάρι της πίστεως, τον άγιο Ελευθέριο. Έτσι ο άγιός μας ευλογήθηκε από τον Θεό να μάθει την Παράδοση όχι από βιβλία και διαλέξεις, αλλά από ζωντανή πηγή, από τη συναναστροφή του με αγίους. Κατά τον συναξαριστή του, όπως είδαμε: «Οδηγήθηκε από τη μητέρα του στον επίσκοπο Ανίκητο ο άγιος και έμαθε από αυτόν τα ιερά γράμματα, ενώ τον ενέταξε και στο τάγμα των κληρικών».

Ο άγιος Ελευθέριος προσανατολίζει και εμάς σήμερα στην ίδια με αυτόν ζωή, ζωή στην πραγματικότητα του Χριστού και των αγίων Αποστόλων. Και μας καλεί, δεόμενος υπέρ ημών, σε απελευθέρωση από τα πάθη μας. Όπως το θέτει και ο άγιος υμνογράφος: «Μάρτυς Ελευθέριε, ελευθέρωσέ με τώρα, με τις ευφρόσυνες ικεσίες σου στον Κύριο, εμένα που είμαι δουλωμένος στη μαυρίλα των παθών». Είθε με τις πρεσβείες του αγίου να φτάσουμε κι εμείς σ’  αυτήν την απελευθέρωση, που μας καταξιώνει ως ανθρώπους και μας ανοίγει τη Βασιλεία του Θεού ήδη από τη ζωή αυτή.

14 Δεκεμβρίου 2021

ΝΕΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΚΟΛΟΥΘΕΙΝ" ΤΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗ

 

Μόλις κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις "ἀκολουθεῖν" το νέο βιβλίο του π. Γεωργίου Δορμπαράκη, με τίτλο: ΑΒΒΑΔΕΣ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΥ, με σχεδιασμό εξωφύλλου από τον γνωστό ζωγράφο-αγιογράφο Νικόλαο Βλαχάκη (σελ. 320).  Όπως σημειώνεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: 

"Οἱ ἀββάδες τοῦ Γεροντικοῦ δέν λένε πράγματα τοῦ μυαλοῦ τους. Διατυπώνουν μέ τόν δικό τους τρόπο ὅ,τι λέει ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ὅμως ἐκεῖνοι ἔκαναν πράξη στή ζωή τους κι ἐπιβεβαίωσαν ἔτσι ἐμπειρικά τήν ἀλήθεια του. Ὁ Χριστός εἶπε νά μένουμε σταθεροί στή δική Του ἀγάπη, πού θά πεῖ νά ’μαστε στόν «χῶρο» πού θά δεχόμαστε τήν ἀγάπη Του αὐτή, ἀγάπη κι ὅλης τῆς ἁγίας Τριάδος. Καί ὁ «χῶρος» αὐτός, σημεῖο συντονισμοῦ καί ἐπαφῆς μαζί Του ἐν Ἐκκλησίᾳ, δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τόν πλησίον μας, τόν συνάνθρωπό μας. Πού θά πεῖ: ἐκτεινόμενοι ἐν ἀγάπῃ πρός τόν συνάνθρωπο βρίσκουμε τόν Θεό μέσα μας. Στόν χῶρο τοῦ Θεοῦ καί τῆς καρδιᾶς μας βρισκόμαστε μέ τούς ὅσιους ἀββάδες – ἡ δροσιά τῆς χάρης τους διαπερνᾶ τήν ὕπαρξή μας. Κι αὐτό εἶναι ἡ  ἀνάπαυση καί ἡ παρηγοριά μας".

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ

Α΄ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΠΑΝΤΕΣ ΟΙ ΕΝ ΑΣΚΗΣΕΙ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΕΣ ΟΣΙΟΙ - ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΣ ΤΟΥΣ (ΣΑΒΒΑΤΟΥ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ)

Β΄ ΟΣΙΟΙ ΑΒΒΑΔΕΣ

1.          ΟΣΙΟΣ ΑΓΑΘΩΝ

2.          ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΟΥΝ Ο ΤΗΣ ΝΙΤΡΙΑΣ

3.          ΟΣΙΟΣ ΑΜΜΩΝΑΣ

4.          ΟΣΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

5.          ΟΣΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΣ

6.          ΟΣΙΟΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

7.          Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΚΥΠΡΟΥ

8.          ΟΣΙΟΣ ΕΥΦΡΟΣΥΝΟΣ Ο ΜΑΓΕΙΡΟΣ

9.          ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ

10.       ΟΣΙΟΣ ΙΣΙΔΩΡΟΣ Ο ΠΗΛΟΥΣΙΩΤΗΣ

11.       (1) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ

12.       (2) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ: «ΠΩΣ ΕΝΕΔΡΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΑΓΙΔΕΥΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΑΣΤΙΓΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΝΗΡΟ»

13.       (3) ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΑΡΠΑΘΙΟΣ: «Η ΔΙΚΑΙΗ ΠΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ»

14.       ΟΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΚΟΛΟΒΟΣ

15.       ΟΣΙΟΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ Ο ΡΩΜΑΙΟΣ

16.       ΟΣΙΟΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ Ο ΑΣΚΗΤΗΣ

17.       (1) ΟΣΙΟΣ ΜΩΫΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΨ

18.       (2) ΟΣΙΟΣ ΜΩΫΣΗΣ Ο ΑΙΘΙΟΨ: «ΛΕΥΚΑΝΕ ΤΗΝ ΚΑΤΑΜΑΥΡΗ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ!»

19.       ΟΣΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ Ο ΑΠΛΟΥΣ

20.       ΟΣΙΟΣ ΠΟΙΜΗΝ

21.       ΟΣΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

22.       ΟΣΙΟΣ ΣΙΣΩΗΣ Ο ΜΕΓΑΣ

    23.  ΟΣΙΑ ΑΜΜΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑ Η ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙᾼ

Γ΄(ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ) ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ

Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ – ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ

 

Το βιβλίο διατίθεται σε όλα τα κεντρικά βιβλιοπωλεία.