25 Φεβρουαρίου 2022

Η παραβολή της "Μέλλουσας Κρίσης" μέσα από μία ταινία.


...δεῦτε, οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου·...(Ματθ. κε΄, 31-33)


 

ΜΑΚΡΙΑ ΚΑΙ...ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΙ!

«Ο άνθρωπος που σου ζητάει ειλικρινή συγχώρεση, όταν σφάλλη, να τον συγχωράς, κάθε φορά που σφάλλει, με καλοσύνη, και να τον αγαπάς και από κοντά. Τον δε πονηρό που σου ζητάει δήθεν συγχώρεση, για να κάνη τη δουλειά του και συνέχεια να σε μπλέκη στις υποθέσεις του, που βλάπτουν ψυχικά και άλλους ανθρώπους, συγχώρεσέ τον εβδομήντα επτά φορές μαζεμένες, και στο εξής να τον αγαπάς από μακριά και να εύχεσαι γι’ αυτόν» (όσιος Παῒσιος αγιορείτης).

Ο άγιος Παῒσιος, ο μεγάλος όσιος της εποχής μας, ζούσε στο ανώτερο δυνατό για τον άνθρωπο την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Κι αυτό που ζούσε αυτό και δίδασκε είτε προφορικά είτε με τις επιστολές του, μαρτυρώντας στην πραγματικότητα ό,τι διακηρύσσει η Αγία Γραφή και όλη η Πατερική εκκλησιαστική παράδοση. Η αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο δεν είναι η βασική εντολή του ίδιου του Θεού και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη; Και μάλιστα η προς τον συνάνθρωπο αγάπη αποτελεί και την απόδειξη για την ύπαρξη της αγάπης και προς τον Θεό. Ποτέ δεν αυτονομείται η μία από την άλλη, σαν το νόμισμα που έχει δύο πλευρές. Θα πει σε κάποια άλλη αποστροφή λόγου του ο όσιος: «Αν ο άνθρωπος αγαπά τον Θεό, μετά αγαπάει και το σπίτι του, και τον γείτονά του, και τον γείτονα στο σύνορο και τον πάρα πέρα γείτονα. Αν δεν αγαπά τον Θεό, δεν αγαπάει ούτε τον γείτονα ούτε κανέναν. Μετά, αρχίζει ο άνθρωπος να κινείται από συμφέρον».

Έκφραση της γνήσιας αγάπης προς τον συνάνθρωπο, όπως το ζητάει  ο ίδιος ο Κύριος, είναι η απόλυτη ετοιμότητα του πιστού  προσφοράς συγγνώμης προς εκείνον που σφάλλει απέναντί του – η ανεξικακία και συγχωρητικότητά του. Κι όχι όταν σφάλλει μόνο μία φορά, αλλά απειράκις. Στο ερώτημα των μαθητών του Χριστού μέχρι πόσες φορές πρέπει να συγχωρούν τον συνάνθρωπό τους όταν σφάλλει απέναντί τους, λέγοντας και το κατ’ αυτούς όριο: μέχρι επτά, ο Χριστός απάντησε: «Όχι επτάκις, αλλ’ έως εβδομηκοντάκις επτά», δηλαδή διαρκώς και χωρίς όριο. Κι εδώ έχουμε τη συνεισφορά του αγίου Παϊσίου, εδραζομένη βεβαίως και αυτή στο ίδιο το παράδειγμα του Ιησού Χριστού: η αγάπη και η συγγνώμη πρέπει να υπάρχει πάντοτε στον χριστιανό – δεν υπάρχει χριστιανός που να κρατάει κακία και πικρία μέσα στην καρδιά του, όταν μάλιστα καλείται όχι μόνο να συγχωρεί αλλά και να αγαπάει μέχρι θυσίας και τον ίδιο τον εχθρό του – αλλά η αγάπη του να συνοδεύεται με διάκριση. Η διακριτική αγάπη είναι εκείνο που αποκαλύπτει την καθαρή συνείδηση του πιστού ανθρώπου.

Η διάκριση αυτή, καρπός φωτισμού από τη ζωντανή σχέση του χριστιανού με τον Κύριο, του δίνει τη δυνατότητα να «βλέπει» την ειλικρινή ή την πονηρή διάθεση του άλλου: ο ειλικρινής, έστω κι αν σφάλλει, ζητάει συγγνώμη με την καρδιά του, θέλοντας να διορθώσει και να αλλάξει τα πράγματα, έστω κι αν δεν τα καταφέρνει τελικώς∙  ο πονηρός ζητάει συγγνώμη αλλά με συμφέρον και υπολογισμό: για να χρησιμοποιήσει τον αδικημένο από αυτόν και πάλι για τα δικά του συμφέροντα – η ψεύτικη συγγνώμη του είναι εργαλείο εξυπηρέτησης του εγωισμού του, συνεπώς βλάπτει εξακολουθητικά τους άλλους.

Τι κάνει λοιπόν ο χριστιανός; Τον μεν ειλικρινή και τον συγχωρεί όπως είπαμε, αλλά και τον προσεγγίζει – «τον αγαπά και από κοντά»,  δεν τον απομακρύνει από την παρέα και τη φιλία του. Τον πονηρό όμως, βεβαίως τον συγχωρεί, και μάλιστα διαμιάς που θα πει παντοτινά, αλλά μένει μακριά του. Τον αγαπά εξ... αποστάσεως! Κι εκφράζει την αγάπη του μόνο μέσω της προσευχής υπέρ αυτού. Και τη στάση αυτή την είδαμε και στον ίδιο τον Κύριο: αγαπούσε τους πάντες, σταυρώθηκε για τους πάντες «αίροντας τις αμαρτίες τους», αλλά δεν ήταν φίλος με όλους. (Αληθινούς φίλους Του άλλωστε χαρακτήρισε μόνον εκείνους που τηρούν το θέλημα του Πατρός Του του εν Ουρανοίς). Γι’ αυτό και απέφευγε όσους Τον εχθρεύονταν και λειτουργούσαν με πονηρία και υπολογισμό απέναντί Του, όπως ήταν οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι.  

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΤΑΡΑΣΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

«Ο άγιος Ταράσιος δογμάτισε την προσκύνηση των σεπτών και αγίων εικόνων και δι’ αυτού η βασιλική αρχή και ρωμαϊκή εξουσία επανήλθε προς τις σεπτές παραδόσεις των αγίων Αποστόλων και των Οικουμενικών Συνόδων και η αγία Εκκλησία ενώθηκε με τα υπόλοιπα Πατριαρχεία. Έζησε ο Ταράσιος ευσεβώς και έγινε αξιοσέβαστος στους βασιλείς, ενώ ίδρυσε και ιερό μοναστήρι πέραν του στενού, όπου συνάθροισε πλήθη μοναστών. Υπήρξε πολύ ελεήμων στους πτωχούς, διακυβέρνησε καλώς την Εκκλησία επί είκοσι δύο έτη και δύο μήνες και τελειώθηκε εν ειρήνη, οπότε και κατατέθηκε το σκήνωμά του στο μοναστήρι που κτίστηκε από τον ίδιο. Ήταν σωματικά κατά πάντα όμοιος με τον Θεολόγο Γρηγόριο, εκτός από την ηλικία και την ουλή κάτω από τον οφθαλμό. Διότι δεν ήταν εντελώς μεγάλος στα χρόνια. Η σύναξή του τελείται στην αγιότατη μεγάλη Εκκλησία».

Τρία είναι τα επίπεδα που προβάλλει η υμνολογία της εορτής του αγίου Ταρασίου: πρώτον∙ η πνευματική ασκητική του διαγωγή, διά της οποίας υπερέβη τα πάθη της σαρκός και έζησε θεωρητικό αγγελικό βίο («όλο το γεώδες των παθών της σαρκός το απέβαλες με τους κόπους της εγκρατείας, Ταράσιε, και έζησες επί γης βίο ισάγγελο» (ωδή η΄), δεύτερον∙ η ορθόδοξη διαποίμανση του ποιμνίου του, με το κήρυγμα των ορθοδόξων δογμάτων, κυρίως της προσκυνήσεως των αγίων εικόνων, και την καταπολέμηση των αιρέσεων («Στερέωσες, Ταράσιε, την ταραγμένη διάνοια των πιστών,  στη άσειστη πέτρα της ορθοδοξίας, και τράνταξες τα θεμέλια της πλάνης και κατέβαλες τις βάσεις των αιρέσεων» (ωδή α΄)∙ «τη βασιλεύουσα διαποίμανες ορθόδοξα, διώχνοντας μακριά τα θηρία των αιρέσεων, θεόπνευστε, και διατρανώνοντας την προσκύνηση των σεπτών εικόνων» (κάθισμα όρθρου),  τρίτον∙ η τεράστια φιλανθρωπική του δράση υπέρ των πτωχών και αναγκεμένων συνανθρώπων του, καρπός της γεμάτης έλεος και αγάπη καρδιάς του («έχοντας την προαίρεσή σου σαν ανεξάντλητο ποτάμι ελέους, ανέβλυσες τους αέναους κρουνούς της ευεργεσίας στους αναγκεμένους» (ωδή ε΄), που συνεχιζόταν και με τα διάφορα θαύματά του («σαν μέγας ήλιος φωταγωγείς πάντοτε το πλήρωμα της οικουμένης με τις λάμψεις των δογμάτων σου και των θαυμάτων σου» (κοντάκιον). 

Ο σεμνός υμνογράφος του αγίου Ταρασίου Γεώργιος μάλιστα, γνωστός υμνογράφος της Εκκλησίας μας, θέλοντας να προβάλει ζωντανά και παραστατικά το μέγεθος της αγιότητάς  του στους πιστούς, τον παρουσιάζει ως ζωντανή εικόνα και στήλη  που στέκει ενώπιόν μας καλώντας μας να τον ακολουθήσουμε σε ό,τι αυτός πάλεψε να έχει στη ζωή του: την πίστη και τις αρετές. «Στέκεσαι μπροστά μας, σαν γεμάτη πνοή εικόνα και ζωντανή στήλη των αρετών και της πίστεως, Ταράσιε, φωνάζοντας αδιάκοπα με τα έργα και τα λόγια σου, σοφέ, και προτρέπεις όλους τους πιστούς να μιμηθούν εσένα» (ωδή θ΄). Ο υμνογράφος με τον τρόπο αυτό διακηρύσσει την παρρησία στον Θεό του αγίου Ταρασίου. Διότι μόνον ένας που έχει γίνει χριστομίμητος, σαν τον απόστολο Παύλο, μπορεί να έχει το θάρρος να καλεί και τους άλλους να τον ακολουθήσουν στον τρόπο της ζωής του. Όπως δηλαδή ο απόστολος έλεγε «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού», κατά τον ίδιο τρόπο και ο άγιος Ταράσιος: προέτρεπε τους πιστούς να τον μιμηθούν. Σε αποστολικά ύψη λοιπόν η ζωή του, όπως μας τον παρουσιάζει η Εκκλησία μας.

Κι είναι εκπληκτικό από τη ζωή του, όπως το διαπιστώνουμε και στους μεγάλους Ιεράρχες και Πατέρες της Εκκλησίας μας, το γεγονός ότι παρ’ όλες τις απασχολήσεις του ως αρχιεπίσκοπος έβρισκε χρόνο για τις εμβριθείς μελέτες του στην Αγία Γραφή – τι ωραία μας δίνει τη διάσταση αυτή ο ύμνος της ακολουθίας του (ωδή γ΄): «Εισέδυσες στον βυθό της θεόπνευστης Γραφής, Ταράσιε σοφέ, κι από εκεί ανείλκυσες τον πολύτιμο μαργαρίτη» – όπως και το ότι δεν σκλήρυνε την καρδιά του η θεσμική διοικητική του θέση. Η καρδιά του κρατήθηκε ανέπαφη, γεμάτη σπλάχνα οικτιρμών προς όλους τους ανθρώπους, κατεξοχήν μάλιστα προς τους πτωχούς και τους ενδεείς. Το σημειώσαμε και παραπάνω: η καρδιά και η προαίρεσή του ήταν «ανεξάντλητο ποτάμι ελέους και αγάπης». Πόσο πρέπει να τον έχουμε παράδειγμα τον άγιο όλοι οι πιστοί, και μάλιστα εκείνοι που κατέχουν  μεγάλα αξιώματα, είτε στην Εκκλησία είτε στην πολιτεία. Διότι αν τα αξιώματα δεν κάνουν πιο σάρκινη την καρδιά μας και δεν θεωρούνται αναβαθμός για μείζονα αγάπη, ασφαλώς δεν έχουν κανένα νόημα. Κι ίσως θεωρηθούν και η καταδίκη μας.

24 Φεβρουαρίου 2022

ΟΛΟΣ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!

«Όλος ο πόλεμος γίνεται για την ταπείνωση. Οι εχθροί έπεσαν από υπερηφάνεια και μας σπρώχνουν προς την απώλεια από τον ίδιο δρόμο. Οι εχθροί μάς επαινούν∙ κι αν η ψυχή δεχτή τον έπαινο, τότε αποχωρεί η χάρη απ’ αυτήν, ωσότου μετανοήση. Έτσι σ’ όλη τη ζωή της η ψυχή μαθαίνει τη Χριστομίμητη ταπείνωση. Μόνο η ταπεινή ψυχή βρίσκει την ανάπαυση και την άγια εκείνη ειρήνη, για την οποία μιλεί ο Κύριος (πρβλ. Ιωάν. ιδ΄ 27). Η νηστεία,  η εγκράτεια, η αγρυπνία, η ησυχία κι οι άλλες αρετές βοηθούν, αλλά η κύρια δύναμη βρίσκεται στην ταπείνωση. Η Μαρία η Αιγυπτία αποξήρανε με τη νηστεία σ’ ένα χρόνο το σώμα της, γιατί δεν είχε και τι να φάη∙ με τους λογισμούς όμως πάλαιβε δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια» (όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης).

Θεμέλιο της σκέψεως του χριστιανού για να αξιολογεί τα της ζωής του είναι η σπουδαιότερη δωρεά που ο Θεός του έδωσε: να τον έχει κάνει μέλος του σώματός Του, ένα μ’ Εκείνον. Ο χριστιανός αποτελεί «μίμημα Χριστού», μία «επανάληψη» Εκείνου – ο χριστιανός προεκτείνει τον Κύριο, όπως ο Ίδιος το απεκάλυψε: «Εγώ ειμι η άμπελος, υμείς τα κλήματα», ο Χριστός συνιστά το ένδυμα της ψυχής και του σώματός του. Γι’ αυτό και τα κύρια χαρακτηριστικά του Κυρίου, η αγάπη και η ταπείνωση, θεωρούνται δομικά στοιχεία της χριστιανικότητας του πιστού. Αγάπη ο Κύριος; Αγάπη και ο χριστιανός. Ταπείνωση ο Κύριος; Ταπείνωση και ο χριστιανός. Και το ιερό αυτό ζεύγος, κατά Ιωάννη της Κλίμακος, δεν μπορούν να θεωρηθούν ξεχωριστά: όπου αγάπη εκεί και ταπείνωση∙ όπου ταπείνωση εκεί και αγάπη. Η ταπείνωση μάλιστα αποτελεί τη βάση και της ίδιας της αγάπης, στο δικό της μόνο έδαφος, της ταπείνωσης, μπορεί να φυτρώσει το άνθος της μοναδικής και καθ’ υπερβολήν οδού.

Και βεβαίως η Αγάπη και η Ταπείνωση για τον Θεό μας συνιστούν υπερφυείς καταστάσεις που η διάνοια του ανθρώπου δεν μπορεί να προσεγγίσει – περικλείουν το μυστήριο της Τριαδικής θεότητας. Η αγάπη όμως και η ταπείνωση του χριστιανού αποτελούν αγώνισμα που αποκαλύπτουν την πνευματική κατάστασή του, ένα αγώνισμα που δεν έχει όριο και τέλος, γιατί ο πιστός άνθρωπος διαρκώς «κυνηγά» τον Θεό του που είναι άπειρος. Έτσι ο χριστιανός είναι χριστιανός στον βαθμό που αφήνει χώρο στην ύπαρξή του για να φανερώνεται ο Κύριος, κάτι που μετριέται από τον βαθμό ακριβώς της αγάπης και της ταπείνωσής του. Όσο μεγαλύτερες η αγάπη και η ταπείνωση, τόσο και πλουσιότερη η χάρη του Θεού στον άνθρωπο.

Κι έρχεται ο άγιος Σιλουανός, ο μέγας αυτός όσιος της εποχής μας, που το μεγαλείο του ανέδειξε κατά μοναδικό τρόπο ο άλλος όσιος εξίσου και υποτακτικός του Σωφρόνιος ο Αθωνίτης, για να τονίσει με τον δικό του λόγο ότι «όλος ο πόλεμος γίνεται για την ταπείνωση». Ο όσιος Γέρων μιλάει και από την πείρα του. Ταλαιπωρήθηκε φρικτά, παρ’ όλες τις τρομακτικές ασκητικές του ενέργειες στο Μοναστήρι του αγίου Παντελεήμονος του Άθω, τις νηστείες και τις χαμευνίες και τις αγρύπνιες του, προκειμένου να «μάθει» το πρώτο και σπουδαιότερο αυτό μάθημα. Σε απόγνωση μάλιστα ευρισκόμενος του εμφανίστηκε ο Κύριος για να του πει: «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι». Δεν υπάρχει δηλαδή περίπτωση να είναι κανείς με τον Κύριο, αν τον εαυτό του δεν τον έχει καταδικάσει στην... απώλεια, αλλά χωρίς απελπισία. Αυτή δεν είναι η πνευματική πραγματικότητα; Γιατί τι έχει ο άνθρωπος από μόνος του για να μπορεί να καυχηθεί; Μόνο τις αμαρτίες του και τις ανοησίες του. Ό,τι καλό υπάρχει σ’ αυτόν οφείλεται σε δωρεά του Κυρίου. Όπως το σημειώνει ο απόστολος Παύλος: «τι έχεις που δεν το έχεις λάβει; Αφού λοιπόν το έχεις λάβει από τον Θεό, τι καυχάσαι σαν να μην σου έχει δοθεί;» Την ίδια συγκλονιστική μαρτυρία, ποιου ύψους κανείς δεν ξέρει, καταθέτει ο ίδιος απόστολος: «Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ». Η μεγαλωσύνη του αποστόλου Παύλου έγκειτο στο απροσμέτρητο βάθος της ταπείνωσής του. Διότι «πας ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» κατά τον λόγο του Κυρίου.

Λοιπόν, η σωτηρία ως σχέση με τον Κύριο, ως δηλαδή επιβεβαίωση του βαπτίσματός μας που Τον ντυθήκαμε, βρίσκεται στην επιλογή της μοναδικής αυτής οδού, της ταπείνωσης, που φανερώνει και τη γνησιότητα της μετανοίας μας. «Μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά, και τότε θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας» είπε ο Κύριος. Γι’ αυτό και Εκείνος είναι ο δάσκαλός μας στην οδό αυτή, γι’ αυτό και «Χριστομίμητη» η ταπείνωση, κατά τον άγιο Σιλουανό. Κι εκείνο που δεν αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης για τον όσιο μεγάλο Γέροντα είναι το γεγονός ότι «οι εχθροί δαίμονες έπεσαν από υπερηφάνεια και μας σπρώχνουν προς την απώλεια από τον ίδιο δρόμο». Ταπεινωνόμαστε λοιπόν; Χριστοποιούμαστε. Υπερηφανευόμαστε; Δαιμονοποιούμαστε. Ακόμη και η άσκηση όλων των αρετών απλώς «βοηθούν». «Η κύρια δύναμη βρίσκεται στην ταπείνωση». Το παράδειγμα της αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας είναι πράγματι συγκλονιστικό.

Κι επειδή ο Κύριος θέλει να μας καθοδηγήσει στην οδό Του αυτή προκειμένου να μας παρέχει όλα τα αγαθά Του που δεν μπορεί να τα προσλάβει μία υπερήφανη ψυχή, γιατί είναι γεμάτη από το Εγώ της, δρα απέναντί μας παιδαγωγικά και απείρως στοργικά. Ο άγιος Σιλουανός και πάλι μας επισημαίνει: «Ο Κύριος διαπαιδαγωγεί σπλαχνικά την ψυχή. Μόλις αποκτήση έπαρση η ψυχή έναντι του αδελφού, την ίδια στιγμή δέχεται επίθεση από κάποιο κακό λογισμό∙ κι αν ταπεινωθή η ψυχή, η χάρη παραμένει∙ ειδάλλως, θ’ ακολουθήση ένας μικρός πειρασμός, για να ταπεινωθή. Αν όμως δεν ταπεινωθή, τότε θ’  αρχίση ο πόλεμος της πορνείας. Αν και πάλι δεν ταπεινωθή, θα πέση σε κάποιο μικρό αμάρτημα. Κι αν και πάλι δεν ταπεινωθή, τότε πια έρχεται ένας μεγαλύτερος πειρασμός και θα υποστή μια μεγαλύτερη αμαρτία. Κι έτσι θα δυναμώνη η δοκιμασία, ωσότου ταπεινωθή η ψυχή. Τότε φεύγει ο πειρασμός. Κι αν ταπεινωθή ακόμα περισσότερο, θα έλθη η κατάνυξη και η ειρήνη και θα εξαφανιστή κάθε κακό».

Η ΕΥΡΕΣΙΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ, ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΚΑΙ ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ

«Η τίμια και σεβάσμια και στους αγγέλους κεφαλή πρώτα μεν βρέθηκε, κατ’ ευδοκία και φανέρωση του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, από δύο μοναχούς στην οικία του Ηρώδη, όταν ήλθαν στα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τον ζωηφόρο τάφο του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Από τους μοναχούς αυτούς την έλαβε κάποιος κεραμέας και την μετέφερε στην πόλη των Εμεσηνών. Επειδή αισθανόταν χαρά κι ευτυχία  στην καρδιά του μέσω αυτής ο κεραμέας, την τιμούσε εξαιρετικά. Έπειτα επειδή επρόκειτο να πεθάνει, την άφησε στην αδελφή του, αφήνοντας την εντολή να μην την μετακινεί ούτε να την ανοίγει, παρά μόνον να την τιμά. Και μετά τον θάνατο της γυναίκας, πολλοί δέχτηκαν την κεφαλή διαδοχικά ο ένας μετά τον άλλον. Τελευταία από όλους η κεφαλή του Προδρόμου περιήλθε σε κάποιο μοναχό και πρεσβύτερο Ευστάθιο, που ανήκε στην κακοδοξία των Αρειανών. Αυτός εκδιώχτηκε από τους ορθοδόξους από το σπήλαιο στο οποίο κατοικούσε, διότι καπηλευόταν τις ιάσεις που γίνονταν διά της τιμίας κάρας, λέγοντας ότι οφείλονται στην κακόδοξη πίστη του, γι’ αυτό κατά θεία οικονομία φεύγοντας άφησε την κάρα του θείου Προδρόμου στο σπήλαιο. Ήταν λοιπόν κρυμμένη εκεί, μέχρι των χρόνων του Μαρκέλλου, που ήταν αρχιμανδρίτης, επί της βασιλείας του Ουαλεντιανού του νέου και του επισκόπου Εμέσης Ουρανίου. Τότε ακριβώς, επειδή αποκαλύφθηκαν πολλά γι’ αυτήν, βρέθηκε να είναι σε υδρία, οπότε εισήχθη στην Εκκλησία από τον επίσκοπο Ουράνιο, ενεργώντας πολλές ιάσεις και θαύματα. Τελείται δε η σύναξη για την εύρεση της κάρας στο αγιότατο Προφητείο του Προδρόμου, που βρίσκεται στην περιοχή του Φωρακίου».

Αφορμή και πάλι για την Εκκλησία μας η εύρεση της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου, προκειμένου να τονίσει τη σπουδαία θέση του μεταξύ όλων των αγίων: να θυμηθούμε οι πιστοί ότι ήταν εκείνος που «κήρυξε τη σωτήρια έλευση του Σωτήρος Χριστού, κατενόησε την πτήση του αγίου Πνεύματος που σκήνωσε σ’ εκείνον, κατά το βάπτισμα του Κυρίου, που μεσίτευσε μεταξύ της Παλαιάς και της Νέας χάριτος» (στιχηρό εσπερινού)∙ ότι ήταν εκείνος που «όταν παρανόμησε ο Ηρώδης τον έλεγξε και γι’ αυτό ως παράφρων ο δειλός του έκοψε την κεφαλή» (κάθισμα όρθρου)∙ ότι ήταν εκείνος που «σφράγισε την Παλαιά Διαθήκη και υπήρξε το τέλος των προφητών, ενώ ετοίμασε τον δρόμο της καινής» (ωδή δ΄)∙ ότι τέλος υπήρξε εκείνος που «φάνηκε με τη δύναμη και το πνεύμα του προφήτη Ηλία σαν ακράδαντος πύργος» (ωδή ε΄), ενώ υμνήθηκε από τον Κύριο «ως ο μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους» (ωδή ζ΄).

Πέραν όμως αυτών. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας σήμερα έρχεται να μας εξηγήσει γιατί ο Κύριος θέλησε να τον φανερώσει από την κρυμμένη στη γη για πολλά χρόνια θέση του. Κι η εξήγηση που προσάγει είναι διπλή: αφενός να κηρύξει εκ νέου μετάνοια  στους ανθρώπους, αφετέρου να γίνει ίαμα γι’ αυτούς με τα διάφορα θαύματά του. Με άλλα λόγια η εύρεση της κεφαλής του τιμίου Προδρόμου κατανοείται μέσα στο πλαίσιο της ευεργεσίας του Χριστού στον πιστό λαό του, αποτελεί δηλαδή δώρο Του στην Εκκλησία, γιατί θέλει και να τον παρηγορήσει στον κόσμο τούτο με τα ιάματα που προσφέρει δια της κάρας του Ιωάννου, και να τον βοηθήσει και πάλι να βρει τον αληθινό δρόμο της ζωής, που δεν είναι άλλος από τον δρόμο της μετανοίας και του αγιασμού. Οι πολλές αναφορές του υμνογράφου επί των παραπάνω συγκεφαλαιώνονται θα λέγαμε στους στίχους του συναξαρίου: «Από τη γη φανερώνει ο Πρόδρομος τη σεβάσμια κάρα του, προτρέποντας πάλι να κάνουμε καρπούς άξιους της μετάνοιας. Πρόδρομε, συ που βάπτισες παλιά τον λαό στις πηγές των υδάτων, συ τώρα που φάνηκες από τη γη, βάπτιζέ τον στις πηγές των θαυμάτων».

Αλλ’ είπαμε, οι αναφορές του υμνογράφου είναι πάμπολλες: δεν μπορεί να κάνει οιαδήποτε αναφορά στον άγιο Ιωάννη, χωρίς να νιώσει την ανάγκη να μιλήσει για το πρώτιστο έργο του Προδρόμου, το κήρυγμα της μετανοίας. Προσαρμόζει όμως το έργο αυτό στα δεδομένα της εποχής του, και κάθε εποχής βεβαίως, όσο κι αν είναι σύγχρονη. «Στάλθηκε ο Πρόδρομος σαν φωνή ανθρώπου που φωνάζει στις έρημες καρδιές, εγκεντρίζοντας σ’ αυτές την ευσεβή πίστη του Υιού του Θεού, του αληθινού Θεού» (ωδή η΄). Κι είναι ευνόητο για τον άγιο υμνογράφο ότι μιλώντας για τη μετάνοια μιλάμε για την οδό αγιασμού των ανθρώπων, που οδηγεί στο να γίνει ο άνθρωπος κατοικητήριο του Τριαδικού Θεού. Εκεί οδηγεί η μετάνοια και ο αγιασμός: όχι απλώς να γίνει ο άνθρωπος ένας καλός άνθρωπος – πολλοί «καλοί» άνθρωποι από ό,τι μας λένε οι άγιοί μας θα βρεθούν στην κόλαση, σε αρνητική δηλαδή σχέση με τον Θεό – αλλά να γίνει μία φανέρωση Εκείνου, μία ζωντανή παρουσία της Βασιλείας του Θεού στον κόσμο. «Ετοιμάστε, λέει και τώρα (που φανερώθηκε η κεφαλή του) ο Πρόδρομος, την οδό του Κυρίου, διά της αγιότητος. Διότι αυτός θα έλθει μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα και θα κατοικήσει αιωνίως στις καρδιές μας» (ωδή η΄).

Είναι περισσότερο από σαφές έτσι ότι η εύρεση της κεφαλής του τιμίου Προδρόμου λειτουργεί κατεξοχήν εισαγωγικά και αφυπνιστικά προς την περίοδο που εισερχόμαστε σε λίγες ημέρες: τη Σαρακοστή. Δεν υπάρχει καλύτερη προετοιμασία μας γι’ αυτήν, περίοδο νηστείας και εγκρατείας, πνευματικής αφύπνισης και κατάνυξης, από ό,τι μας προβάλλει η τεράστια προσωπικότητα του αγίου Ιωάννου. Κι ακριβώς αυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων και η υμνολογία της Εκκλησίας: «Ανέτειλε με λαμπρότητα η τίμια κάρα σου από τους άδυτους κόλπους της γης, Πρόδρομε Ιωάννη…Σε παρακαλούμε να μας δώσεις λύση στα δεινά της ζωής μας, όπως και να διανύσουμε τον καιρό της εγκράτειας καρποφόρα με τις πρεσβείες σου» (εξαποστειλάριον όρθρου). Και στους αίνους διαβάζουμε: «Άνοιξε τα προπύλαια της εγκράτειας η πάνσεμνη κεφαλή σου, πανεύφημε, και παρέθεσε σε όλους γλυκύτατη ευχαρίστηση των θείων χαρισμάτων. Σ’ αυτά τα θεία χαρίσματα αν μετέχουμε με πίστη, γλυκαίνουμε την τραχύτητα της νηστείας».

23 Φεβρουαρίου 2022

Το ζύμωμα του Προσφόρου από τους μαθητές των Κατηχητικών μας.

 


Κατά τη διάρκεια των κατηχητικών μαθημάτων του Σαββάτου 12 Φεβρουαρίου 2022, οι μαθητές όλων των βαθμίδων είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν την Ακολουθία της Προσκομιδής, δηλαδή της προετοιμασίας των Τιμίων Δώρων, να δουν τα ιερά σκεύη της Εκκλησίας μας στο Παρεκκλήσιο του Τιμίου Προδρόμου και των Οσίων Πατέρων και να μετάσχουν στην παρασκευή του προσφόρου. 











ΤΟ «ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ» ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ

Πρόκειται για μικρής έκτασης μαρτυρολόγιο, που άσκησε τεράστια επίδραση στα μετέπειτα χρόνια της Εκκλησίας ως προς τον χαρακτήρα των εν γένει μαρτυρολογίων. Αφορμή συγγραφής – κατά το ίδιο το κείμενο -  στάθηκε το αίτημα της Εκκλησίας του Φιλομηλίου προς την Εκκλησία της Σμύρνης, επίσκοπος της οποίας ήταν ο άγιος Πολύκαρπος, προκειμένου να μάθουν λεπτομέρειες για το συγκλονιστικό μαρτύριό του που έγινε στο αμφιθέατρο της πόλεως περί τα μέσα του 2ου αι., εκεί που πλήθος ειδωλολατρών και Ιουδαίων ήταν συναθροισμένοι για να απολαμβάνουν το «θέαμα» του βασανισμού και του θανάτου των χριστιανών. Το γράμμα γράφτηκε διά χειρός Ευαρέστου, χριστιανού της Σμύρνης, ενώ τη μεταφορά του στην Εκκλησία του Φιλομηλίου -  και δι’  αυτής «προς όλες τις παροικίες της αγίας και καθολικής Εκκλησίας σε κάθε τόπο» - ανέλαβε «ο αδελφός Μαρκίων». Σκοπός: «η δοξολογία του Κυρίου που διαλέγει τους δούλους Του».

Είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί να καταγραφεί εδώ όλο το μαρτύριο. Μπορούμε όμως να σχολιάσουμε δι’ ολίγων την αντίδραση του συγκεντρωμένου όχλου, που ενώ θαμπώνεται πράγματι από τη γενναιότητα των χριστιανών μαρτύρων, συνεχίζει με δαιμονικό τρόπο να κραυγάζει εναντίον τους! Οι φράσεις είναι χαρακτηριστικές:

«Μόλις ο όχλος είδε και θαμπώθηκε από το δείγμα γενναιότητος του θεοφιλούς και θεοσεβούς γένους των χριστιανών ξέσπασε σε φωνές: Να λείψουν οι άθεοι! (δηλ. οι χριστιανοί!) Φέρε εδώ και τον Πολύκαρπο!»

 Δύο πράγματα είναι καίρια: Πρώτον, ότι το θάμβος που δημιουργείται στους εχθρούς της πίστεως από τη γενναία και υπεράνθρωπη στάση των χριστιανών που περιφρονούν και τον ίδιο τον θάνατο για χάρη της πίστεώς τους δεν γίνεται αφορμή μετανοίας τους. Το αντίθετο μάλιστα: γίνεται αφορμή μεγαλύτερης τύφλωσής τους. Σαν να δαιμονίζονται περισσότερο, διψώντας κι άλλο αίμα – η χαρά τους να βλέπουν ανθρώπους να βασανίζονται, κατασπαρασσόμενοι από τα θηρία ή κατακαιόμενοι από τη φωτιά! Δεν παραξενευόμαστε όμως. Η αντίδραση αυτή αποτελεί συνέχεια της ίδιας στάσης των εχθρών του Χριστού απέναντι και στον Ίδιο όσο ήταν στον κόσμο τούτο: όχι μόνο βλέποντας τη θαυμαστή ζωή Του δεν μετανοούσαν, αλλά κυριαρχούντο περισσότερο από τον Πονηρό, φτάνοντας στο σημείο να «ερμηνεύουν» τα εκ Θεού σημεία και θαύματά Του ως ενεργήματα του διαβόλου! «Εν τω άρχοντι των δαιμονίων εκβάλλει τα δαιμόνια»!  Κι αυτό γιατί; Διότι για να πιστέψει ο άνθρωπος χρειάζεται να είναι έτοιμος, να είναι δηλαδή καλοπροαίρετος αναζητητής της αλήθειας. Άνθρωπος που αναζητεί και διψάει την αλήθεια και δεν έχει προσκολληθεί ολοκληρωτικά στα πάθη του και τον κόσμο, κάποια στιγμή θα  δεχτεί μέσα του το φως του Χριστού. «Όποιος αγαπάει την αλήθεια ακούει τη φωνή μου» υπογραμμίζει αξιωματικά ο Κύριος. Έτσι και στην περίπτωση με τον άγιο Πολύκαρπο επιβεβαιώνεται ο προφητικός λόγος του αγίου Συμεών του θεοδόχου, ότι ο Χριστός «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών και εις σημείον αντιλεγόμενον». Μπροστά στον Χριστό τοποθετείσαι οριστικά: ή θετικά ή αρνητικά, Τον πιστεύεις ή Τον απορρίπτεις. Μέση λύση δεν υφίσταται. Κανείς δεν μπορεί να σταθεί αδιάφορα απέναντί Του. Η αδιαφορία άλλωστε συνιστά τον μεγαλύτερο βαθμό άρνησής Του.

Και δεύτερον, αξίζει να σταθεί κανείς και στην παράδοξη ιαχή: «Να λείψουν οι άθεοι». Άθεοι για τους ειδωλολάτρες ήταν οι χριστιανοί! Διότι αρνούνταν την πίστη στα είδωλα και στο «θεϊκό πνεύμα» του αυτοκράτορα. Είναι συγκλονιστικό να σκεφτεί κανείς ότι για πρώτη φορά στην ιστορία οι πρώτοι που δέχτηκαν την κατηγορία επί αθεῒα ήταν οι... χριστιανοί! Οι κατεξοχήν ένθεοι να χαρακτηρίζονται άθεοι. Αλλά αυτό δεν είναι το τίμημα, μεταξύ άλλων, των ανθρώπων που διαγράφουν τον Χριστό από τη ζωή τους; Τυφλώνονται πορευόμενοι στο σκότος χωρίς κριτήρια, χωρίς νόημα, χωρίς διάκριση. Το είχαν αναγγείλει ήδη οι προφήτες από την Παλαιά Διαθήκη: Οι χωρίς Θεό άνθρωποι το σκοτάδι το λένε φως και το φως σκοτάδι. Το γλυκύ το ονομάζουν πικρό και το πικρό γλυκύ. Δεν διατρανώνεται η αλήθεια των Πατέρων της Εκκλησίας που επιβεβαιώνουν με κάθε τρόπο από την εμπειρία της ζωής ότι ο νους του (αθέου) ανθρώπου έναν νόμο έχει, την πλάνη; Ποιος μπορεί να εμπιστευτεί την κρίση, ιδίως για πνευματικά θέματα, ανθρώπου που άγεται και φέρεται από τα πάθη του; Όλα τα κρίνει με βάση το... σκοτάδι του! Η σημερινή εποχή μάλιστα συνιστά τον πιο ανάγλυφο υπομνηματισμό της αλήθειας αυτής: ό,τι πιο διαστροφικό, παράδοξο και περίεργο υπάρχει  προβάλλεται και ανακυκλώνεται ως «αλήθεια»  και βαθειά «σοφία»! Αλλά ο λόγος του Θεού αποκαλύπτει: «ο Θεός μωραίνει την κρίση των θεωρουμένων σοφών»!