05 Απριλίου 2022

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΔΙΟΔΩΡΟΣ, ΟΥΪΚΤΩΡ, ΟΥΪΚΤΩΡΙΝΟΣ, ΠΑΠΠΙΑΣ, ΣΕΡΑΠΙΩΝ ΚΑΙ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

«Οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Κόρινθο και συνελήφθησαν κατά την περίοδο της βασιλείας του Δεκίου (249-251), γιατί ομολόγησαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Οδηγήθηκαν ενώπιον του ανθύπατου Τερτίου, ο οποίος ήταν διοικητής της Ελλάδος. Ο ηγεμόνας υπέβαλε σε φρικώδη βασανιστήρια τους αθλητές αυτούς της πίστεως και όλοι τους έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου. Ο Άγιος Ουικτωρίνος, ο Άγιος Ουίκτωρ και ο Άγιος Νικηφόρος ρίφθηκαν κάτω από μεγάλη κυλινδρική πέτρα που τους συνέτριψε. Οι δήμιοι απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του Αγίου Κλαυδίου, την κεφαλή του Αγίου Σεραπίωνα και έριξαν τον Άγιο Διόδωρο σε πυρακτωμένο καμίνι. Τον Άγιο Παπία τον έπνιξαν στη θάλασσα. Πιθανώς να είναι οι ίδιοι με αυτούς της 5ης Απριλίου» (από το ιστολόγιο Ορθόδοξος Συναξαριστής).

Μπορεί να είναι άγνωστοι οι άγιοι μάρτυρες στους περισσοτέρους πιστούς, όμως δεν παύουν να χαρακτηρίζονται από την Εκκλησία μας διά του υμνογράφου της ως «μεγαλομάρτυρες» (στιχ. εσπ.). Και τούτο διότι υπέστησαν για χάρη της πίστεώς τους όλων των ειδών τα βασανιστήρια που μπορούσε η δαιμονοκίνητη καρδιά των διωκτών τους να σκαρφιστεί: «το πλήγωμα των οφθαλμών τους, το κόψιμο των δακτύλων τους, το χαράκωμα των πλευρών τους, το κρέμασμά τους, τη συντριβή των οστών τους, την τεμάχισή τους με ξίφος» (στιχ. εσπ.). Στην πραγματικότητα το μαρτύριό τους ήταν και γι’ αυτούς  «μίμηση του αγίου πάθους του ίδιου του Χριστού» (στιχ. εσπ., ωδή θ΄), που σημαίνει ότι ποιητικό αίτιο για ό,τι υπέμειναν ήταν η αγάπη τους για Εκείνον (ωδή γ΄). Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος σημειώνει το αποτέλεσμα της χαρισματικής αυτής καταστάσεώς τους, συνέχεια της απολύτρωσης που έφερε η Σταύρωση του Κυρίου: «Διαλύσατε όλα τα τεχνάσματα του πονηρού διαβόλου» (ωδή γ΄), ενώ «λάμψατε σαν άστρα με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος παραπάνω από το χρυσάφι» (ωδή γ΄).

Είναι αξιοπρόσεκτη η επιμονή του υμνογράφου μας να προβάλει τους αγίους μάρτυρες ως πράγματι λαμπρούς και φωτεινούς ανθρώπους. Όχι μόνο με την παραπάνω επισήμανση, αλλά και σε πολλούς ύμνους αυτήν την έγνοια έχει: ότι το άγιο Πνεύμα τους φώτισε (βλ. και ωδή α΄), ότι η φωτεινότητά τους υπερέβη και τη λάμψη του ίδιου του ήλιου (κάθισμα όρθρου, ωδή θ΄), ότι αναδείχτηκαν όντως «φωστήρες των πιστών» (στιχ. εσπ., ωδή θ΄). Κι αυτό γιατί; Διότι θέλει να τονίσει το αυτονόητο για τη χριστιανική πίστη, ότι αυτός που διακατέχεται από την αγάπη του Χριστού και έχει διαρκώς στραμμένους τους νοερούς οφθαλμούς του σ’ Εκείνον (κάθισμα όρθρου, ωδή ε΄), δεν μπορεί παρά να ζει μέσα στο δικό Του Φως. Πρόκειται για αλήθεια που λησμονούμε συχνά οι χριστιανοί και γι’ αυτό κυριαρχούμαστε από το σκότος του κοσμικού φρονήματός μας. Εννοούμε αυτό που σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, στοιχώντας στον λόγο του Κυρίου: «Όποιος αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, μένει μέσα στο φως του Θεού». Κι αυτό σημαίνει ότι ενώ για τον άνθρωπο της πτώσεως τα βασανιστήρια είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβούν σ’ έναν άνθρωπο, για τους ίδιους τους μάρτυρες είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να επιτύχουν στη ζωή τους: τους οδηγούν κατευθείαν μέσα στο φως του Παραδείσου (ωδή ς΄). Είναι η άλλη λογική, η εκτός του κόσμου τούτου, της πίστεως του Χριστού, την οποία επισημαίνουμε και στο άλλο μαρτύριο, της συνειδήσεως, του αγώνα δηλαδή κατά των παθών με την άσκηση της εγκρατείας, της νηστείας, των λοιπών ασκητικών τρόπων. Ακούνε νηστεία και εγκράτεια οι πολλοί και «σκοτεινιάζει» το πρόσωπό τους. Ακούνε νηστεία και εγκράτεια οι εν επιγνώσει χριστιανοί και λάμπουν. Γιατί ξέρουν: οδεύουν την οδό που τους βγάζει από το σκοτάδι για να τους πάει στο ξάγναντο της αιώνιας λιακάδας. Δριμύς χειμώνας η ζωή η μακριά από τον Θεό. Γλυκιά άνοιξη και λιακάδα η ζωή μαζί με Εκείνον. Γιατί είναι ζωή μαζί με τον Πατέρα και Δημιουργό μας, που είναι μονίμως μία αγκαλιά απέναντί μας!    

ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΕΝΗ Η ΨΥΧΗ ΜΟΥ

«Τήν τετραυματισμένην μου ψυχήν καί τεταπεινωμένην ἐπίσκεψαι, Κύριε, ἰατρέ τῶν νοσούντων καί τῶν ἀπηλπισμένων λιμήν ἀχείμαστε˙ σύ γάρ εἶ ὁ ἐλθών Λυτρωτής τοῦ Κόσμου ἐγεῖραι ἐκ φθορᾶς τόν παραπεσόντα˙ κἀμέ προσπίπτοντα ἀνάστησον, διά τό μέγα σου ἔλεος» (απόστιχα Αίνων Τριωδίου, ήχος βαρύς).

(Επισκέψου, Κύριε, την τραυματισμένη και ταπεινωμένη ψυχή μου, Συ που είσαι ο ιατρός των νοσούντων και ο γαλήνιος λιμένας των απελπισμένων. Διότι Εσύ ήλθες ως Λυτρωτής του κόσμου για να σηκώσεις από τη φθορά τον άνθρωπο που ξέπεσε. Ανάστησε κι εμένα που πέφτω στις αμαρτίες καθημερινά λόγω του μεγάλου ελέους Σου).

Μέσα σε κλίμα θερμότατης και ζέουσας μετάνοιας ο άγιος υμνογράφος – σε άλλο σημείο (ωδή θ΄) θα πει ακριβώς να προσέλθουμε στο Πυρ του Θεού για να καταφλέξουμε τα πάθη μας «θερμοτάτῳ λογισμῷ τῆς μετανοίας» - βλέπει τον εαυτό του στη θέση του ανθρώπου, από τη γνωστή παραβολή του Καλού Σαμαρείτου, ο οποίος κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα στην Ιεριχώ περιέπεσε σε ενέδρα ληστών και κινδύνεψε να πεθάνει. Κι ενώ τον προσπέρασαν αδιάφορα δύο θρησκευτικοί άνθρωποι του Ισραήλ, βρέθηκε ένας (μη πιστός θεωρούμενος) Σαμαρείτης που όχι ενδιαφέρθηκε για τον ημιθανή άνθρωπο, αλλά αφιέρωσε όσο μπορούσε τον εαυτό του – τον χρόνο του, την άνεσή του, τα χρήματά του – προκειμένου να βρει και πάλι την υγεία του ο τραυματισμένος.

Ο εκκλησιαστικός ποιητής κινείται με την καθιερωμένη ερμηνεία της παραβολής από την Παράδοση των Πατέρων της Εκκλησίας: ο ταλαίπωρος άνθρωπος είναι γενικά ο άνθρωπος του κόσμου τούτου διαχρονικά και όπου γης, ο οποίος έπεσε στην παγίδα των ληστών δαιμόνων και έκτοτε στις παγίδες των παθών της αμαρτίας, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί και να ταπεινωθεί σ’ έναν κόσμο πια εχθρικό προς αυτόν, κυριολεκτικά χαμένος και σχεδόν νεκρός! Ο Καλός Σαμαρείτης είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός, ο Οποίος ακριβώς ήλθε στον κόσμο ως ο μοναδικός Λυτρωτής και ως ο απόλυτος Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, ώστε να θεραπεύσει τον άνθρωπο και να τον αποκαταστήσει υγιή, δεδομένου ότι δεν υπήρχε περιθώριο θεραπείας από οπουδήποτε αλλού.

Τραυματισμένος λοιπόν και ταπεινωμένος από την αμαρτία ο άγιος υμνογράφος και κάθε άνθρωπος – «μέγα τραῦμα» χαρακτηρίζει μάλιστα η πίστη μας τον άνθρωπο τον πεσμένο στην αμαρτία. Αλλά ενώ κάθε άνθρωπος βρίσκεται στην κατάσταση αυτή, δεν έχουν τα μάτια όλοι να δουν την κατάντια και τις όζουσες πληγές ώστε να αντιδράσουν και σωστά. Μάτια που βλέπουν έχουν μόνο οι πιστοί στον Χριστό, οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Και σαν τον άγιο υμνογράφο προσφεύγουν στον μόνο Ιατρό, τον Κύριο Ιησού Χριστό, για να Του προσφέρουν ακριβώς τις πληγές τους. Εδώ βρίσκεται το μεγαλείο της πίστης μας: δεν μας αντιμετωπίζει «τυφλά» και ανελέητα, ζητώντας μας πράγματα που υπερβαίνουν τις δυνάμεις μας. Ο Θεός μας γνωρίζει την πτώση μας, έχει πλήρη επίγνωση της αδυναμίας μας, παρ’ όλα αυτά μάς αγαπά και μάλιστα υπέρμετρα. Γιατί είναι η πηγή του Ελέους και της Αγάπης, όπως το σημειώνει ο απόστολος Παύλος: «ὄντων ἡμῶν ἁμαρτωλῶν, Χριστός ὑπέρ ἡμῶν ἀπέθανεν». Μας αγάπησε ο Θεός και πέθανε για χάρη μας, όταν ήμασταν βουτηγμένοι μέσα στις αμαρτίες μας.

Λοιπόν, η χαρά Του είναι ακριβώς αυτή: να αποδεχτούμε τη θεραπευτική αγάπη Του, προσφέροντάς Του το μόνο που μπορούμε: τις πληγές και τα βάσανά μας λόγω της αμαρτίας μας. Ό,τι συνέβη και με τον άγιο Ιερώνυμο, ο οποίος Χριστούγεννα ευρισκόμενος στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, έκλαιγε από ευγνωμοσύνη προς τον Θεό του, αναλογιζόμενος τις άπειρες ευεργεσίες Του προς αυτόν και τον κόσμο όλο. Και στη με δάκρυα προσευχή του τι να Του προσφέρει ως δώρο άκουσε τη φωνή Του: «Ιερώνυμε, τις αμαρτίες σου δώσε μου. Αυτό θα είναι το μεγαλύτερο δώρο σου σε Μένα». Πρόκειται για τη βεβαίωση του ίδιου του Κυρίου που αποκαλύπτει ότι «χαρά γίνεται ἐν Οὐρανῷ ἐπί ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι». Βλέπει δηλαδή κανείς τις αμαρτίες του, συναισθάνεται την κατάντια του και με ελπίδα προσφεύγει στην απειρία της αγάπης του Χριστού μας εν μετανοία; Τότε προκαλεί τη μεγαλύτερη χαρά σε όλον τον Ουρανό.

Η εμπειρία του κάθε εν επιγνώσει πιστού στην Εκκλησία, από τον καθημερινό πνευματικό του αγώνα με τις πτώσεις αλλά και με τη μετάνοιά του, όπως και από το μυστήριο της εξομολογήσεως, νομίζουμε ότι επιβεβαιώνει τον λόγο του υμνογράφου μας.

04 Απριλίου 2022

ΕΧΩ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΥΜΑΙ!

«-Γέροντα, εγώ έχω χαρίσματα πολλά και τάλαντα, και μου λέει ο λογισμός ότι αδικούμαι, και οι σκέψεις αυτές με έχουν ζαλίσει. Τι να κάνω;

Απεκρίθη: -Όταν εξαρχής άκουσα το «εγώ έχω», κατάλαβα ότι τίποτε δεν έχεις εκτός από το «εγώ» σου. Αυτό το «εγώ» σου είναι που σε ταλαιπώρησε, σε ταλαιπωρεί, και ταλαιπωρείς. Τότε μόνον, όταν το «εγώ» σου αφανίσεις, θα σπάσει το σφυρί του εχθρού, και θα παύσει να σου χτυπάει με λογισμούς το κεφάλι, το οποίο σου το κάνει τάλαντο, και ηχούν τα τάλαντά σου» (όσιος Παΐσιος, Επιστολές, έκδ. Ησυχ. αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, Σουρωτή Θεσσαλονίκης).

Πρόκειται για απόσπασμα επιστολής του μεγάλου συγχρόνου οσίου Γέροντα Παϊσίου, ένα είδος «πνευματικών βοτάνων» όπως ο ίδιος το αξιολογεί, που δίνει απάντηση σε «ζαλισμένο» από τους λογισμούς του αδελφό, με τον γνωστό διεισδυτικό αλλά και χιουμοριστικό τρόπο του οσίου. Το πρόβλημα που ταλαιπωρούσε βεβαίως τον αδελφό και το έθεσε υπό την κρίση του αγίου δεν ήταν πρόβλημα μόνο δικό του. Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι, και χριστιανοί, προσβάλλονται από τον λογισμό ότι αδικούνται στη ζωή αυτή, γιατί πιστεύουν ότι τα χαρίσματά τους δεν βρίσκουν την ανταπόκριση που πρέπει στη ζωή τους – η περιορισμένη ζωή τους δεν συνάδει με το δικό τους… μεγαλείο! Είναι κάπου υπάλληλοι για παράδειγμα, είτε στο Δημόσιο είτε στον Ιδιωτικό τομέα, ενώ θα έπρεπε να είναι οι Διευθυντές! Ασχολούνται με χειρονακτικά πράγματα, ενώ τα προσόντα τους είναι για γραφεία επιτελικά! Μπορεί ακόμη να περιμένουν μία εξέλιξη στην ιεραρχία της εργασίας τους και αυτή να… αργεί, γιατί κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα χαρίσματα και τα τάλαντά τους. Αποτέλεσμα; Η αίσθηση της αδικίας, η ζάλη των λογισμών, η θλίψη και η μελαγχολία που μπορεί να προκύψουν, ίσως μία καταπιεσμένη οργή που περιμένει τη στιγμή για να ξεσπάσει, μία υφέρπουσα αρρώστια που κατατρώει και το ίδιο το σώμα!

Ο άγιος κάνει τη διάγνωση: πίσω από την αίσθηση αδικίας, η οποία μπορεί κάποιες φορές να έχει και αντικειμενικά στηρίγματα – υπάρχουν όντως περιπτώσεις που συνάνθρωποί μας έχουν παραπανίσια προσόντα αυτών που απαιτεί η εργασία τους – κρύβεται ένα υπερτροφικό «εγώ». Η επισήμανση του αγίου Παϊσίου στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν άμεση: «όταν άκουσα το εγώ έχω, κατάλαβα ότι τίποτε δεν έχεις εκτός από το εγώ σου». Που σημαίνει: όταν η εκτίμηση για τον εαυτό μας, από πραγματικά ή φανταστικά προσόντα, αρχίζει να αυξάνει, τότε εκεί, εφόσον είμαστε χριστιανοί και έχουμε επίγνωση έστω και λίγο της πνευματικής ζωής, πρέπει να αντιδράσουμε. Διότι το υπερτροφικό εγώ τρέφεται από το πάθος της κενοδοξίας, το οποίο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη δαιμονική υπερηφάνεια, (πίσω από το πάθος αυτό κρύβεται πάντοτε ο διάβολος), και συνεπώς την πτώση του ανθρώπου από την όποια σχέση του με τον Θεό. Μη λησμονούμε άλλωστε ότι ο εγωισμός αποτελεί την ουσία της αμαρτίας και συνεπώς δεν δικαιώνεται σε οποιαδήποτε έκφρασή του. Το δραματικό στοιχείο στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο άνθρωπος ταλαιπωρείται. Δεν υπάρχει περίπτωση να δουλεύει κάποιος στον εγωισμό του, έστω και επίπεδο λογισμών, και να μην υφίσταται τη συνέπεια της αμαρτίας του, τη θλίψη, το άγχος, τη στενοχώρια, ό,τι παραπάνω επισημάναμε. Και μαζί βεβαίως με την ταλαιπωρία του ίδιου του ανθρώπου υπάρχει και η ταλαιπωρία των άλλων. «Το εγώ σου που σε ταλαιπώρησε, σε ταλαιπωρεί και ταλαιπωρείς». Η παρουσία μας στον κόσμο και αυτό που «εκλύει» η ύπαρξή μας είναι ευθέως ανάλογη με ό,τι κυριαρχεί στον νου και στην καρδιά μας.

Ο άγιος υποδεικνύει με ωραίο και ευφυή τρόπο τη θεραπεία. Κι είναι αυτή που αποτελεί το κλειδί για τη λύση και τη θεραπεία των περισσοτέρων προβλημάτων του ανθρώπου: τον αγώνα για απόκτηση της ταπεινώσεως. Η ταπείνωση είναι η μόνη και αποκλειστική οδός που έχει τη δύναμη να «αφανίζει» το «εγώ» του ανθρώπου, δηλαδή τον εγωισμό και την αλαζονεία της ψυχής του. Διότι τον οδηγεί στην πραγματικότητα του εαυτού του, εκεί που λειτουργεί η χάρη του Θεού και εκτείνεται το αιώνιο Βασίλειό Του. «Ταπεινοίς ο Θεός δίδωσι χάριν», διακηρύσσει διαρκώς ο λόγος του Θεού. Και ο ίδιος ο Κύριος αποκαλύπτει: «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία». Για τον χριστιανό δηλαδή που είναι μέλος Χριστού ως βαπτισμένος στο άγιο όνομά Του ο αγώνας της ταπεινώσεως είναι μονόδρομος: ντυμένος τον Χριστό, ως άλλος Χριστός στον κόσμο με τη χάρη Εκείνου, μόνο στην ταπείνωση μπορεί να Τον έχει και να Τον ζει. Γι’ αυτό και μόνο με την ταπείνωση αυτή μπορεί να νιώσει τις πνευματικές αναβάσεις που Του δίνει. «Ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Και πώς καταλήγει ο μεγάλος διακριτικός όσιος; Στην υπερφυή αυτή κατάσταση της ταπεινώσεως, εκεί πια που ο άνθρωπος περιβάλλεται από τη χάρη του Χριστού, δεν μπορεί να βρει τόπο ο Πονηρός διάβολος. Σου επιτίθεται και συναντά το… κενό! «Σπάει το σφυρί του εχθρού»!

Ο ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΣ ΚΑΙΡΟΣ

ΔΕΥΤΕΡΑ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ὁ ὡραιότατος καιρός ἐφέστηκεν, ἡ ἀξιέπαινος ἡμέρα ἔλαμψε τῆς ἐγκρατείας, ἀδελφοί, σπουδάσωμεν καθαρθῆναι˙ ὅπως ἐποφθείημεν, καθαροί τῷ Ποιήσαντι, και τῆς ὡραιότητος αὐτοῦ ἐπιτύχωμεν, πρεσβείαις τῆς αὐτόν κυησάσης μόνης ἁγνῆς Θεομήτορος» (κάθισμα όρθρου Τριωδίου).

(Έφτασε ο πιο ωραίος και κατάλληλος πνευματικά καιρός, έλαμψε η αξιέπαινη ημέρα της εγκράτειας, αδελφοί. Ας σπεύσουμε να καθαρισθούμε ψυχικά. Με σκοπό και ευχόμενοι να φανούμε καθαροί στον Δημιουργό μας, και να φθάσουμε να δούμε την ωραιότητά Του, με τις πρεσβείες της μόνης αγνής Θεομήτορος που τον εγέννησε ως άνθρωπο).

Σύντομο σχόλιο στον μακαρισμό του Κυρίου «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» ο ύμνος, μάς υπενθυμίζει ότι όλος ο σκοπός της πνευματικής ασκητικής διαγωγής του χριστιανού, και όχι μόνον βεβαίως του μοναχού και ασκητή, είναι πώς να κοινωνήσει τον Θεό του, πώς να γίνει δηλαδή μέτοχος της θεοποιού ενέργειας του Τριαδικού Θεού: να κατοικήσει ο Θεός μέσα του, κάτι που με άλλες λέξεις ονομάζεται όραση Αυτού ή επίτευξη της ωραιότητάς Του. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η λέξη «ὡραιότης» που χρησιμοποιεί ο άγιος υμνογράφος μιλώντας για τον Δημιουργό μας Χριστό, διότι σ’ Αυτόν μόνο βρίσκεται η πηγή της ωραιότητας, με την έννοια της απόλυτης αγνότητας και καθαρότητας, συνεπώς με την έννοια του πληρώματος όλων των αγαθών και όλων των χαρίτων. Ωραίος δηλαδή για τη χριστιανική πίστη δεν είναι ο άνθρωπος που έχει απλώς όμορφα χαρακτηριστικά προσώπου και σώματος – αυτά είναι με σύντομη ημερομηνία λήξεως και μπορούν να αλλοιωθούν ανά πάσα στιγμή – αλλά ο άνθρωπος που ποθεί να μοιάσει στον Δημιουργό του και κινείται ψυχή τε και σώματι προς τα εκεί που είναι το Φώς Του. Οι άγιοι είναι οι ωραίοι και ώριμοι της ζωής αυτής.

Ποιος ο δρόμος, κατά τον Κύριο και τον εκκλησιαστικό ποιητή, για να φθάσει κανείς στο υπερμέγιστο αυτό ύψος θεοκοινωνίας; Ο αγώνας για κάθαρση της καρδιάς από ό,τι αμαρτωλό και εμπαθές την βρομίζει. Δεν είναι δυνατόν ο απόλυτα καθαρός Θεός να βρει τόπο κατοικίας σε μία καρδιά που πονηρεύεται, δηλαδή δεν είναι στραμμένη εντελώς προς τον Θεό και λειτουργεί με κριτήριο τον εγωισμό της. Και τι πρέπει συγκεκριμένα να κάνει ο άνθρωπος; Να σπεύδει, «σπουδάσωμεν», εκεί που είναι η αγάπη Εκείνου με αντίστοιχο τρόπο πόθου και αγάπης προς Αυτόν. Κι αυτό σημαίνει σπουδή τήρησης των αγίων εντολών του Χριστού, διότι, όπως διαρκώς αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, μέσα στις εντολές και το θέλημα του Κυρίου «κρύβεται» ο Ίδιος. Αγωνιζόμενος λοιπόν ο πιστός να τηρεί τις εντολές του Θεού: την ταπεινή αγάπη πρωτίστως, καθαρίζει την καρδιά του, γεγονός που το καταλαβαίνει από την αίσθηση της σάρκωσης του Θεού μέσα του, ή αλλιώς όπως είπαμε από το άνοιγμα των πνευματικών οφθαλμών του για να θεάται την ωραιότητα του Κυρίου του ως μέτοχος και αυτός της ίδιας ωραιότητας.

Ο άγιος υμνογράφος συμπληρώνει: η Σαρακοστή είναι ο πιο κατάλληλος καιρός για τον πνευματικό αυτόν αγώνα, γιατί προβάλλει την αρετή της εγκράτειας, η οποία καθώς περιορίζει τον αισθητό και υλικό ορίζοντα της ζωής μας μάς οδηγεί εύκολα στον ορίζοντα του Θεού. Κι ακόμη: στον αγώνα αυτόν έχουμε βοηθό την Υπέρμαχο Στρατηγό, την ίδια τη Θεομήτορα, η οποία δεν έχει μεγαλύτερη χαρά από το να βλέπει τα πιστά παιδιά της να ακολουθούν τον Υιό και Θεό της. Δύσκολος ο αγώνας, αλλά η υπέροπλος δύναμις ακατανίκητη.   

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΜΑΛΑΙΩ

«Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας ζωής του προείπε ο Όσιος τρία χρόνια προ της τελευτής του. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος».

 Ο όσιος Γεώργιος αποτελεί μία ακόμη επιβεβαίωση αυτού που έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: στους ρωμαιοκαθολικούς ο μοναχισμός είναι εξωστρεφής, με την έννοια ότι οι μοναχοί πηγαίνουν στον κόσμο για να βρουν τους ανθρώπους. Στους ορθοδόξους ο μοναχισμός προσβλέπει με αγάπη πρωτίστως στον Θεό, ώστε να καθαρθεί η καρδιά και να γίνει έτσι καθαρή και η αγάπη προς τους ανθρώπους, πράγμα που το αισθάνεται ο κόσμος, γι' αυτό και αναζητεί αυτός τους μοναχούς και προσέρχεται στα μοναστήρια. Έτσι συμβαίνει το παράδοξο να φεύγει ο μοναχός από τον κόσμο και ο Θεός να τον μεταποιεί σε μαγνήτη για τους ανθρώπους. Στον όσιο Γεώργιο λοιπόν βλέπουμε ακριβώς εφαρμοσμένη αυτήν την πραγματικότητα: αποτραβιόταν από τον κόσμο για να είναι με τον Θεό, και ο κόσμος διαρκώς τον αναζητούσε. Κι όσο μάλιστα απομακρυνόταν, τόσο και η δίψα των ανθρώπων γι' αυτόν αυξανόταν. Ένα από τα στιχηρά του εσπερινού της εορτής του οσίου αποδίδει με τον τρόπο του υμνογράφου την αλήθεια αυτή: «Ανατέθηκες ολόκληρος με θέρμη στον παντεπόπτη Θεό και συνδέθηκες με Αυτόν με όλη την ψυχή σου, γι' αυτό και καλλιέργησες τους θεϊκούς καρπούς του Πνεύματος: την ησυχία, την εγκράτεια, την αγάπη, την ελπίδα, την μακροθυμία και την πραότητα, δείχνοντας έτσι με μεγαλοπρέπεια τον δρόμο που οδηγεί στον ουρανό, δηλαδή την πίστη και την αγάπη, πάτερ». Κι αλλού: «Ο βίος σου αναδείχτηκε λαμπρός, ο λόγος σου αρτυμένος από το θεϊκό αλάτι και τη χάρη Του, Γεώργιε» (ωδή γ΄).

     Η εν θερμή αγάπη στροφή του οσίου Γεωργίου προς τον Κύριο συνιστά "αξιοπερίεργο" γεγονός για τον άγιο Θεοφάνη, τον υμνογράφο του οσίου, γι' αυτό και το σχολιάζει περισσότερο της μιας φοράς. Και τούτο, γιατί ο Γεώργιος στράφηκε προς τον Θεό όχι γιατί τον καθοδήγησαν οι γονείς του, όχι γιατί είχε κάποιο αγιασμένο πρότυπο στη νεότητά του, αλλά γιατί τον καθοδήγησε η ίδια η Πρόνοια του Θεού. Κι αυτό σημαίνει ότι όπου ο Κύριος συναντήσει καλοπροαίρετη καρδιά, εκεί αναλαμβάνει ο Ίδιος την κυβέρνηση του ανθρώπου, αν και πρέπει να σημειώσουμε ότι και στις περιπτώσεις που άνθρωπος καθοδηγεί συνάνθρωπό του προς εύρεση του Θεού, τελικώς είναι ο Ίδιος ο Θεός που απλώς χρησιμοποιεί ως όργανό του τον καθοδηγητή για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η αγάπη του Θεού για τον κάθε άνθρωπο, έστω και τον πιο ελάχιστο, με άλλα λόγια, είναι δεδομένη: όλους μάς έχει στο κέντρο της "καρδιάς" Του, εφευρίσκοντας τρόπους να μας φέρει κοντά Του. «Οδηγήθηκες από τη θεία Πρόνοια, Γεώργιε, και βάδισες την οδό που φέρει προς τον ουρανό, έχοντας συνεργό σου τον μόνο ευεργέτη και πανοικτίρμονα Θεό» (ωδή α΄). «Μακάριε, από τον Θεό σαφώς κυβερνήθηκες» (ωδή α΄).

     Ο Θεοφάνης όμως σημειώνει και το αυτονόητο: βεβαίως ο Θεός καθοδηγεί τον άνθρωπο, αλλά και πρέπει και ο άνθρωπος στη συνέχεια να ανταποκριθεί, προκειμένου να κρατήσει τη δωρεά του Θεού και να την αυξήσει. Κι αυτό γίνεται με τη συνεχή μελέτη του λόγου του Θεού και την προσοχή των λογισμών του. Άνθρωπος ο οποίος μένει μόνον στην πρώτη κλήση του Θεού και δεν συνεργάζεται έπειτα με τον Θεό, δυστυχώς δεν μπορεί να καρποφορήσει τις αρετές. Ο όσιος Γεώργιος έδειξε το πόσο πράγματι η αγάπη του Θεού τον συνείχε: δεν περνούσε ημέρα που να μη μελετά τα λόγια του Θεού και να μη βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς νήψεως. Είχε κατανοήσει πλήρως ότι το μυστικό της πνευματικής ζωής είναι ο έλεγχος των λογισμών και ότι για να συμβεί αυτό πρέπει να ποτίζει αδιάκοπα την ψυχή του με τη βροχή των θεϊκών λογίων. Κι αν και σήμερα, όπως και σε κάθε εποχή, υπάρχει μικρή καρποφορία στις πνευματικές αρετές, που σημαίνει έχουμε λιγοστή παρουσία της χάρης του Θεού στις ανθρώπινες καρδιές, είναι διότι δεν μελετούμε όσο πρέπει τον λόγο του Θεού, είτε σαν Ευαγγέλιο είτε σαν πατερικά κείμενα είτε σαν βίους αγίων είτε ως ύμνους της Εκκλησίας μας, οπότε ανοχύρωτη η καρδιά μας γίνεται σπήλαιο ληστών. «Πρόσεχες αδιάκοπα, πάνσοφε, στη μελέτη των λόγων του Θεού, γι' αυτό και απομάκρυνες, πάτερ Γεώργιε, τους άστατους δαιμονικούς λογισμούς» (ωδή δ΄).

03 Απριλίου 2022

ΣΥΝΤΟΜΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ

«Αλλά και τούτο φαίνεται ότι κάνει πολλές φορές ο Θεός. Βλέποντας ανδρείες ψυχές, επιτρέπει τους πολέμους ευθύς εξ αρχής, με την επιθυμία να τις στεφανώσει σύντομα» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. α΄, 41).

Είναι φορές που παραπονιέσαι ότι αντιμετωπίζεις στη ζωή σου δυσκολίες, δοκιμασίες, πειρασμούς, παραπάνω από τις δυνάμεις σου. Και μάλιστα εκ νεότητός σου. Μία δύσκολη αρρώστια προσωπική ή οικογενειακή, ένα ατύχημα, μία αποτυχία ενώ κάτι το ήθελες πάρα πολύ. Κι είναι οι στιγμές που νιώθεις ότι δεν αντέχεις, που πάει να κλονισθεί η πίστη σου γιατί ο Θεός σε εγκατέλειψε, όταν μάλιστα βλέπεις ότι η δοκιμασία διαρκεί.

Μην πιστέψεις τον λογισμό αυτό. Είναι ψεύτικος. Είναι του εχθρού που θέλει ακριβώς να σε καταβάλει για να σε φέρει στα δικά του δίχτυα και να σε κάνει υποχείριό του.

Στρέψου με ορμή στον Κύριο. Ζήτα του ενίσχυση και υπομονή. Έχοντας υπόψη σου ότι ποτέ ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει, γιατί η αγάπη Του είναι άπειρη και η Πρόνοιά Του για όλον τον κόσμο, κυρίως δε για τον άνθρωπο και μάλιστα τον πιστό, δεδομένη. Ο Κύριος δεν μας βεβαίωσε ότι «και αι τρίχες της κεφαλής υμών πάσαι ηριθμημέναι εισί»; Ο απόστολός Του θεόπνευστα δεν διεκήρυξε ότι «δεν πρόκειται να μας αφήσει να δοκιμασθούμε παραπάνω από όσο μπορούμε, και μάλιστα μαζί με τη δοκιμασία θα φέρει και τη διέξοδο»; Άρα ό,τι μας συμβαίνει είναι μέσα στα πλαίσια του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τον καθένα από εμάς: Εκείνος το επιτρέπει για το καλό μας.

Και πέραν αυτού: αν πράγματι πολλές και μαζεμένες δοκιμασίες σού έρχονται, γνώριζέ το χωρίς αμφιβολία: πρώτον, ο Κύριος σού ετοιμάζει σύντομα στεφάνια, και δεύτερον, σου δίνει ευκαιρία αυτογνωσίας:  να κατανοήσεις ότι έχεις ανδρεία ψυχή. Η γενναιότητα συνοδεύεται πάντοτε από τις προκλήσεις και τους πειρασμούς.

«Για τον λόγο που ο Θεός γνωρίζει, σε δοκιμάζει. Μπορείς να κρατήσεις αυτή τη θλίψη; (λέγει ο Κύριος). Μπορώ! Θα σου δώσω Χάρη. Δεν μπορείς; Κι αυτό που σου έδωσα, θα το αφαιρέσω. Εγώ δεν θέλω δειλούς ανθρώπους» (όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης).

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ

«Ζῶντος Θεοῦ σὺ θεῖος ὑμνητὴς Πάτερ,

Ἐγὼ δὲ σοῦ θανόντος ὑμνητὴς νέος» (στίχοι συναξαρίου).

(Πάτερ, εσύ υπήρξες θείος υμνητής του Ζωντανού Θεού, κι εγώ νέος υμνητής δικός σου, τώρα που έφυγες από τη ζωή αυτή).

«Αυτός ο θείος πατέρας καταγόταν από τη Σικελία και ήταν υιός του Πλωτίνου και της Αγάθης. Κατόρθωσε να διαφύγει από την πατρίδα του για να μην αιχμαλωτιστεί από τους βαρβάρους και από εκεί, μεταβαίνοντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπέμεινε θλίψεις και διώξεις για τον ευσεβή ζήλο του υπέρ των αγίων εικόνων. Τελείωσε οσιακά τον δρόμο της ζωής του, αφού χρημάτισε άριστος ασματογράφος, και κοιμήθηκε εν Κυρίω μετά το 866. Ο Ιωσήφ έγραψε ύμνους που κάλυψαν σχεδόν ολόκληρη την Παρακλητική, όπως και πάμπολλους ασματικούς κανόνες των Μηναίων, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται ως ο κατεξοχήν υμνογράφος της Εκκλησίας».

Αν η πορεία των εν επιγνώσει χριστιανών είναι «συν πάσι τοις αγίοις», διότι εν Χριστώ όλοι είμαστε ένα: και οι της στρατευόμενης όπως λέμε Εκκλησίας και οι της θριαμβεύουσας, πολύ περισσότερο ισχύει τούτο για τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο: είναι ο μόνιμος συνοδοιπόρος μας,  ο καθημερινός σύντροφός μας, ο μεγάλος φίλος και αδελφός μας, διότι με τους δικούς του ύμνους και κανόνες ανοίγονται τα μάτια μας επ’ εκκλησίαις για να τιμούμε και να δοξολογούμε όπως πρέπει τους περισσοτέρους αγίους μας. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι ο σοφός υμνογράφος του «πρύτανιν» όλων των άλλων υμνογράφων τον ονομάζει (κάθ. όρθρου).

Πώς είχε τη δυνατότητα να γράφει τόσους ύμνους και με τόση μεγάλη ευκολία ο άγιος; Και μάλιστα ύμνους που το περιεχόμενό τους αποκαλύπτει όχι μόνο την ιστορική πορεία του κάθε αγίου, αλλά κυρίως την κατά Χριστόν πολιτεία του και τους μυστικούς κραδασμούς της χαριτωμένης καρδιάς του; Πρόκειται για εκ Θεού χάρισμα, σημειώνει ο δικός του υμνογράφος. Ο Χριστός του το έδωσε, ανταποκρινόμενος στο αίτημα της καρδιάς του, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως όργανο τον άγιο απόστολο Βαρθολομαίο. «Ο Σωτήρας Κύριος που γνωρίζει να δοξάζει αυτούς που Τον δοξάζουν, σου δώρισε το χάρισμα της ποιήσεως διά του θείου και σεπτού αποστόλου Βαρθολομαίου» (δοξ. εσπ.). Κι ακριβώς εδώ έχουμε τη βαθύτερη εξήγηση: ο Ιωσήφ τον Χριστό είχε μόνιμη αναφορά του, Εκείνον ποθούσε να δοξάζει διαρκώς στη ζωή του, γι’ αυτό και θεωρούσε ανάγκη της ψυχής του να ασχολείται και με Εκείνον αλλά και με τους αγίους Του που συνιστούν άλλον τρόπο δοξολογικής προσευχής Του. «Δοξολογούσες τις θείες φάλαγγες όλων των αγίων και κήρυττες με δύναμη τα κατορθώματά τους. Διότι άντλησες από τις πηγές του σωτηρίου τα λόγια σου» (στιχ. εσπ.).

Είναι ευνόητο έτσι ότι ο άγιος Ιωσήφ αγάπησε και υμνολόγησε τόσο τους αγίους, γιατί υπήρξε κοινωνός της δικής τους ζωής, κοινωνός δηλαδή της ίδιας της ζωής του Κυρίου. Μόνον ένας που έχει αναλογία ζωής προς τους αγίους, αγωνιζόμενος κατά των παθών του με έμπονη στροφή της καρδιάς του προς το θέλημα του Θεού και υπομένοντας όλους τους πειρασμούς που συνοδεύουν τη στροφή αυτή, μπορεί και να τους κατανοήσει και να τους περιγράψει με τον ορθό τρόπο (στιχ. εσπ., λιτή). Οπότε ο άγιος ενεργοποιούσε το χάρισμά του, γιατί κινείτο από την πνοή του Παρακλήτου Πνεύματος. Εκείνο είχε τελικώς ως διδάσκαλο και καθοδηγητή!  «Μεγάλο θαύμα! Πες μας Ιωσήφ, πώς λαλούσες και κατέγραφες τους ύμνους σου εύκολα; Σαν να διδασκόσουν από κάποιον άλλον. Ασφαλώς το Πνεύμα το Άγιον μιλούσε μέσα από εσένα» (λιτή). Το αποτέλεσμα είναι σαφές: ό,τι κινούσε τον άγιο στις γραφές του αυτό και μετέδιδε – την ανόρθωση των καρδιών. Η εκκλησιαστική υμνογραφία του αγίου Ιωσήφ δεν αφήνει περιθώρια παρανοήσεως. «Αφού ανήλθες στο ύψος των αρετών και έλαβες από τον Θεό την άνω σοφία, διασάφησες τα θεία δόγματα των Γραφών. Γι’  αυτό και κάθε άνθρωπο τον υψώνεις με τους ύμνους σου προς τον ένθεο έρωτα, υποδεικνύοντας τους άριστους δρόμους της κατανύξεως» (Κάθισμα όρθρου).