10 Ιουνίου 2022

Η ΑΠΟΔΟΣΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Με την απόδοση της Αναλήψεως του Κυρίου, όπως συμβαίνει και με κάθε μεγάλη Δεσποτική και Θεομητορική εορτή, η Εκκλησία μας προβάλλει και πάλι τη μεγαλειώδη θεολογία της για το τελευταίο αυτό γεγονός της επί γης πορείας του Κυρίου μας: ολοκλήρωση του απολυτρωτικού έργου Του, (συνεπώς αποκατάσταση της σχέσεως του ανθρώπου με τον Δημιουργό Του που είχε διασαλευτεί και χαθεί λόγω της αμαρτίας των προπατόρων), υπόσχεση αποστολής του Αγίου Πνεύματος ως του Παρακλήτου που θα καθιστά προσωπικό και οικείο το έργο της σωτηρίας που επιτέλεσε Εκείνος, αναγγελία της και πάλι μετά δόξης αυτήν τη φορά δευτέρας ελεύσεώς Του, (σε χρόνο όμως άδηλο, που σημαίνει ότι έκτοτε, μετά την εις Ουρανούς άνοδό Του και την εκ δεξιών του Πατρός με το σώμα Του καθέδρα Του, η κάθε στιγμή μπορεί να είναι η στιγμή της Παρουσίας Του αυτής).

Κι ένα στοιχείο που τονίζει πολλές φορές η εκκλησιαστική υμνολογία της Αναλήψεως ως καρπό της σωτηρίας που έφερε ο Κύριος είναι η ανακαίνιση ακριβώς του ανθρώπου από τη φθορά που του επέφερε η αμαρτία. Δειγματοληπτικά επ’ αυτού παραθέτουμε έναν ύμνο από την ωδή α΄ του κανόνα της εορτής, ποίημα του υμνογράφου Ιωσήφ του Θεσσαλονίκης.

«Γηράσαντα, Κύριε, κόσμον πολλοῖς ἁμαρτήμασι, καινίσας τῷ πάθει σου καί τῇ ἐγέρσει σου, ἀνελήλυθας, ὀχούμενος νεφέλῃ, πρός τά ἐπουράνια∙ δόξα τῇ δόξῃ σου» (Κύριε, αφού ανακαίνισες με το πάθος Σου και την Ανάστασή Σου τον κόσμο που γέρασε λόγω των πολλών αμαρτιών του, ανήλθες πάνω σε νεφέλη προς τα επουράνια. Δοξολογούμε τη δόξα Σου).

  Τι δηλώνει ο άγιος υμνογράφος; Πρώτα από όλα τη βασική συνέπεια της αμαρτίας: τη φθορά και τη γήρανση. Η αμαρτία ως ανυπακοή προς το θέλημα του Θεού δεν ήταν και δεν είναι χωρίς συνέπειες. Δεν πρόκειται για μία απλή αστοχία ή για μία απλή παράβαση ενός ηθικού κανόνα, οπότε στην περίπτωση αυτή δεν «παθαίνει» τίποτε ο άνθρωπος στην ουσία του. Η αμαρτία αντανακλά στο κέντρο της ύπαρξης του ανθρώπου, συνιστά οντολογικό γεγονός που λένε οι θεολόγοι, που σημαίνει ότι τραυματίζει καίρια τον άνθρωπο, την ψυχή και το σώμα του. Διότι ακριβώς χωρίζει τον άνθρωπο από την πηγή της ζωής του τον Θεό. Το είχε αποκαλύψει απαρχής ο Δημιουργός, όταν έδωσε εντολή στους προπάτορες να μην πλησιάσουν «τό δένδρον τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καί τοῦ κακοῦ» (χαρακτηρισμός εκ των υστέρων λόγω των αποτελεσμάτων της αμαρτίας): «Ἐάν φάγητε καί μή εἰσακούσητέ μου, θανάτῳ ἀποθανεῖσθε». Λοιπόν, «διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος». Ενώ η δημιουργία του ανθρώπου σ’ έναν κόσμο που δεν χαρακτηριζόταν από τη φθορά είχε προοπτική αθανασίας και αφθαρσίας, λόγω της ανυπακοής του εκπίπτει, και για όλον τον κόσμο, σε φθορά και σε θάνατο. Όπου υπάρχει λοιπόν η αμαρτία, εκεί υπάρχει η γήρανση, η φθορά δηλαδή που καταλήγει στον θάνατο – η αμαρτία «ρουφάει» κάθε ικμάδα ζωής, απονευρώνει τον άνθρωπο, τον κάνει ένα κινούμενο σκελετό: πρωτίστως ψυχικά κι έπειτα και σωματικά.

Ο Χριστός ήλθε, σαρκώθηκε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, προκειμένου ακριβώς να μας δώσει και πάλι πίσω τη ζωή, να μας ενώσει μέσω του Εαυτού Του με τον Θεό που είναι η πηγή της ζωής. «Ἐγώ ἦλθον ἵνα ζωήν ἔχωσιν καί περισσόν ἔχωσιν». Η ανάληψή Του είναι η επιβεβαίωση ότι όντως πραγματοποιήθηκε αυτό το ανακαινιστικό έργο, μοναδικό στην παγκόσμια ιστορία – ούτε υπήρξε παρόμοιο ποτέ ούτε πρόκειται να υπάρξει άλλο. Διότι ο Χριστός είναι ο ενανθρωπήσας Θεός. Εκείνος «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη» και σήκωσε για χάρη μας το φράγμα που μας χώριζε από τον Θεό, συνεπώς πια εν Χριστώ βλέπουμε Θεού πρόσωπο. «Ὁ ἑωρακώς ἐμέ ἑώρακε τόν Πατέρα». Κι όπως σημειώσαμε και παραπάνω: Μετά την ανάληψή Του έστειλε το Πανάγιον Πνεύμα που ως έργο Του έχει την οικείωση της σωτηρίας που έφερε ο Χριστός στην καρδιά του ανθρώπου – εν Αγίῳ Πνεύματι, δηλαδή στην Εκκλησία που ενεργοποιείται από το Άγιον Πνεύμα,  ο άνθρωπος γνωρίζει και καταλαβαίνει τον Χριστό, γινόμενος ένας άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο.

Λοιπόν, «εἴ τις ἐν Χριστῶ καινή κτίσις» (όποιος είναι ενωμένος με τον Χριστό είναι καινούργια δημιουργία). Διότι ο Ίδιος ήλθε για τον σκοπό αυτό. «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα» (Να, όλα τα κάνω καινούργια). Από την άποψη αυτή ό,τι έχει Χριστό είναι ανακαινισμένο∙ ό,τι δεν έχει, έστω κι αν φαίνεται νέο, είναι παλαιό. Και πώς αλλιώς; Χωρίς Χριστό κάθε τι ανακυκλώνει απλώς τα φθαρμένα υλικά του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου. Γι’ αυτό και ο χριστιανός στέκει με επιφύλαξη απέναντι σε οτιδήποτε στον κόσμο υπόσχεται «αλλαγές» και «νέες» καταστάσεις. Αν όντως αυτό το θεωρούμενο νέο αποτελεί φανέρωση Χριστού, δηλαδή παρουσιάζει σημεία αγιότητας κινούμενο μέσα σε εκκλησιαστικό πλαίσιο ταπεινής αγάπης, τότε ναι, γίνεται αποδεκτό. Αν όμως δεν υφίσταται κάτι τέτοιο, τότε πρόκειται για επιφάνεια που κρύβει την άβυσσο της κακίας του ανθρώπου και απλώς επιβεβαιώνει την παροιμία που λέει «ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός».

ΝΕΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΕΡΟΥ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΝΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ Ι. Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Δεν είναι πολύς καιρός (22 Ιανουαρίου 2022) που είχαμε κάνει μία μικρή παρουσίαση δύο εξαιρετικών βιβλίων που εξέδωσε το γνωστό και φιλόξενο μοναστήρι του Αναστάντος Χριστού της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς. Το πρώτο, με συγγραφέα τον καθηγούμενο της Μονής και ιεροκήρυκα της ίδιας Μητροπόλεως Αρχιμ. π. Μεθόδιο Κρητικό, με τίτλο: «Τι θέλει ο Θεός από εμάς;» και υπότιτλο «Οι δέκα εντολές»˙ το δεύτερο, με συγγραφέα τον αδελφό της Ιεράς Μονής Αρχιμ. π. Μελέτιο Κατσουρό, ιατρό, θεολόγο, ζωγράφο και αγιογράφο, με τίτλο: «Βάζε ξύλα στη φωτιά» και υπότιτλο «Καταρτίζοντας ένα πνευματικό καθημερινό πρόγραμμα». Κι είχαμε πει τότε πόσο πράγματι οι γραφές και των δύο αποτελούν σημαντικό βοήθημα στην πνευματική προαγωγή του κάθε εν επιγνώσει χριστιανού, για τον λόγο ότι και τα δύο γράφτηκαν με σοφία και φωτισμό Θεού.

Τώρα ήρθαν στα χέρια μας και τα δύο επόμενα βιβλία των εκδόσεων του Ιερού Ησυχαστηρίου. Και πάλι το πρώτο, του αγίου καθηγουμένου π. Μεθοδίου, με ίδιο τίτλο: «Τι θέλει ο Θεός από εμάς;» αλλά με υπότιτλο αυτήν τη φορά «Η επί του Όρους ομιλία»˙ το δε δεύτερο, του π. Μελετίου με τίτλο «Εγώ είμαι του Θεού» και υπότιτλο: «Μία σύντομη ματιά στα σημαντικότερα πρόσωπα και γεγονότα της Γενέσεως». Είναι περιττό βεβαίως να πούμε ότι και τα δύο νέα αυτά βιβλία στοιχούν στην ίδια γραμμή των προηγουμένων, δηλαδή καταγράφουν με αταλάντευτο τρόπο το θέλημα του Θεού όπως αυτό φανερώθηκε και μέσα στην Αγία Γραφή αλλά και στη λοιπή θεόπνευστη παράδοση της Εκκλησίας μας.

Αξίζει να σημειωθεί ότι και ο καθηγούμενος και ο αδελφός της Μονής προσφέρουν στέρεα τροφή στον αναγνώστη τους, έστω και με απλουστευμένο τρόπο λόγω της ποιμαντικής συνειδήσεώς τους, γιατί μας εισάγουν κατευθείαν εκεί που είναι η πηγή: η Αγία Γραφή. Κι ό,τι άλλο πέραν της Γραφής καταγράφουν, είτε από τους Πατέρες είτε και από την ανθρώπινη σκέψη, είναι απολύτως συντονισμένο με Αυτήν. Είναι γνωστή μάλιστα η ευαισθησία του π. Μεθοδίου, και από τα κηρύγματά του αλλά και από τις μακροχρόνιες εκπομπές του στο ραδιόφωνο της Πειραϊκής Εκκλησίας, στα θέματα της Γραφής – πάντοτε η πηγή του είναι η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Και του είμαστε από την άποψη αυτή ευγνώμονες. Διότι η καρδιά μας αναπαύεται στα λόγια του και στις γραφές του – τον λόγο του Θεού αναπνέουμε μ’ αυτά που λέει και γράφει και από αυτόν τον λόγο τρεφόμαστε. Οπότε είμαστε βέβαιοι ότι, για να θυμηθούμε σκέψη του μεγάλου οσίου της εποχής μας Σωφρονίου του Αθωνίτου, ο λόγος και αυτού «μένει εις τον αιώνα».

Η μεθοδική ανάλυση των θεμάτων, η απόλυτη σαφήνεια, η παραστατικότητα και εποπτικότητα, ο συγχρονισμός με την εποχή μας, μαζί και με το καλαίσθητο της έκδοσης, καθιστούν τα βιβλία πράγματι οδό προς σωτηρία και αγιασμό του ανθρώπου, όπως με πολύ εύστοχο και άμεσο τρόπο σημειώνει και ο Σεβασμιώτατος άγιος Πειραιώς κ. Σεραφείμ στον πρόλογο του βιβίου του π. Μεθοδίου. Η μελέτη τους γι’ αυτό συνιστά ισχυρή ώθηση προς τα εμπρός και παρηγοριά ξεχωριστή στους δύσκολους καιρούς που διερχόμαστε.

09 Ιουνίου 2022

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

«Κύριλλον ὑμνῶ τοῦ Κυρίου μου φίλον,

Καὶ Κυρίας πρόμαχον Ἀειπαρθένου.

Εὕρατο τυμβοχοὴν ἔνατον Κύριλλος ἐς ἦμαρ.

Θανών Kύριλλος της Aλεξάνδρου Πάπας,

Προς Kύριον μετήλθε πάντων Kυρίων».

(Υμνώ τον Κύριλλο, τον φίλο του Κυρίου μου και τον υπερασπιστή της Κυρίας Αειπαρθένου. Ετάφη ο Κύριλλος την ενάτη Ιουνίου. Πέθανε ο Κύριλλος ο Πάπας της Αλεξανδρείας και πήγε προς τον Κύριο ολων των Κυρίων).

«Ο Άγιος Κύριλλος έζησε επί βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού και γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 από εύπορους γονείς της ελληνικής κοινωνίας της πόλεως. Ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου ο Κύριλλος, έλαβε μεγάλη θεολογική μόρφωση, ώστε έγινε κατόπιν διάδοχος του θείου του, στον αρχιεπισκοπικό θρόνο Αλεξανδρείας.

Όταν έγινε η Γ' Οικουμενική Σύνοδος το 431 στην Έφεσο, ο Κύριλλος υπήρξε πρόεδρος αυτής και συνετέλεσε να γκρεμιστούν οι κακοδοξίες του δυσσεβούς Νεστορίου, για το πρόσωπο της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου.

Με πολλά πνευματικά κατορθώματα στο ενεργητικό του, ο Κύριλλος παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο την 27η Ιουνίου του 444, αφού πατριάρχευσε για 32 περίπου χρόνια. Δικαίως ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης τον προσονόμασε «σφραγίδα των Πατέρων».

Να σημειώσουμε τέλος, ότι η μνήμη του Αγίου Κυρίλλου επαναλαμβάνεται και στις 18 Ιανουαρίου» (Ορθόδοξος Συναξαριστής).

Ο σοφός και μεγάλος Πατρολόγος καθηγητής μακαριστός Στυλιανός (μοναχός Γεράσιμος) Παπαδόπουλος, ο οποίος ασχολήθηκε επισταμένως με τον μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο Κύριλλο, εκτιμά με συνοπτικό τρόπο ως εξής την προσφορά του στην Εκκλησία: «Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας υπήρξε το ισχυρό θεολογικό πνεύμα, που χαριτώθηκε από τον Θεό να αντιμετωπίσει, με τεράστιες δυσκολίες αλλά και με επιτυχία, το θεμελιώδες πρόβλημα της χριστολογίας. Η προσφορά του αυτή τον ανέδειξε πατέρα και διδάσκαλο της εκκλησίας, φορέα του πρωτείου αληθείας. Κατά την στιγμή της μεγάλης κρίσεως για την εκκλησία, όταν δηλαδή αμφισβητήθηκε η πραγματική ενότητα των δύο φύσεων στο ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, ο Κύριλλος κατέδειξε θεολογικά και την ενότητα των ασύγχυτων φύσεων και το ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, αλήθειες που αποτελούν προϋπόθεση απόλυτη για την σωτηρία του ανθρώπου. Έτσι, ανήγειρε το οικοδόμημα που είχανε θεμελιώσει ο Μ. Αθανάσιος και οι Καππαδόκες Πατέρες».

Από όλον τον κανόνα του αγίου υμνογράφου Θεοφάνους που συνέγραψε για τον μεγάλο Πατέρα επιλέγουμε δύο ύμνους από την πρώτη ωδή, που συγκεφαλαιώνουν την όλη αγιασμένη πορεία του Κυρίλλου. «Γέμισες εξ ολοκλήρου από το σαν φωτιά φως του θείου Πνεύματος, Κύριλλε, γιατί φύλαξες τις εντολές του Χριστού, κι αφού καθαρίστηκες από τα πάθη σου έγινες πράγματι κατοικητήριο της υπερθέου Τριάδος». «Γεμάτος από ζήλο και παρρησία προς τον Θεό, ένδοξε Κύριλλε, διέλυσες με αψευδή τρόπο όλες τις ανοησίες των δυσσεβών αιρέσεων που μάχονταν τον Θεό ως προϊστάμενος της ορθοδοξίας».

Τι σημειώνει ο άγιος Θεοφάνης; Το τεράστιο αντιαιρετικό έργο του μεγάλου Πατρός πρώτον κατά των θεομάχων αιρετικών, γιατί έβλεπε ότι αλλοιώνουν την αληθινή εικόνα του Χριστού και της αγίας Τριάδος. Ζούσε τον Χριστό ο άγιος, η χάρη Του κατέτρωγε την ύπαρξή του – ως νέο Ηλία λόγω του ζήλου του τον χαρακτηρίζει ο υμνογράφος – γι’ αυτό και με μεγάλη δύναμη και θάρρος απέδειξε την παραφροσύνη και τα φληναφήματά τους. Λόγω μάλιστα της θέσης του ως αρχιεπίσκοπος ήταν εκείνος που έφερε την πρώτη ευθύνη στην Εκκλησία, συνεχίζοντας το έργο του Αγίου Αθανασίου και των Καππαδοκών Πατέρων, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου Νύσσης.  

Και δεύτερον, θεωρεί δεδομένη την αναφορά ο Θεοφάνης στις προϋποθέσεις του έργου του Κυρίλλου. Ποιες είναι αυτές; Ότι προκειμένου κανείς να διακρίνει την αλήθεια περί Χριστού του Θεού, μέσα μάλιστα στον ορυμαγδό των αιρετικών αποκλίσεων, απαιτείται ο φωτισμός του αγίου Πνεύματος. Μόνον εκείνος που καθοδηγείται από το Πνεύμα του Θεού που έλαβε και λαμβάνει στην Εκκλησία σε υπακοή προς την Αποστολική Παράδοση  μπορεί και να δει ορθά τις πνευματικές πραγματικότητες αλλά και να αντιμετωπίσει ό,τι τις αλλοιώνει, όταν μάλιστα έχει και τις ανθρώπινες ανάλογες δυνάμεις: νου διευρυμένο, γνώση της Αγίας Γραφής και της προγενέστερης από αυτόν Παράδοσης της Εκκλησίας, γνώση ακόμη και της φιλοσοφίας – πολύ σωστά έχει ειπωθεί ότι εκείνος ο θεολόγος που δεν γνωρίζει και την ανθρώπινη φιλοσοφία δυσκολεύεται να δει τι αποτελεί οικείο του Πνεύματος ή ξένο προς αυτό. Είναι αυτό που μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Α΄ καθολική επιστολή του για τους αληθινά πιστούς στον Χριστό: «Εσείς έχετε λάβει από τον Χριστό το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος και μένετε όλοι σταθεροί στην αληθινή γνώση».

Ο φωτισμός όμως του αγίου Πνεύματος δεν έρχεται με αυτόματο και τυχαίο τρόπο. Χρειάζεται ο πιστός να αποδύεται στον αγώνα καθάρσεως της καρδιάς του από ό,τι πονηρό και εμπαθές, όπως σημειώνει για τον άγιο Κύριλλο ο υμνογράφος, που σημαίνει ότι αγωνίζεται να τηρεί τις άγιες εντολές του Κυρίου. «Φύλαξ των εντολών του Χριστού» ήταν ο άγιος Κύριλλος και έτσι καταξιώθηκε να γίνει «ενδιαίτημα της υπερθέου Τριάδος». Ο άγιος υμνογράφος και μας ανοίγει τα μάτια για το έργο του μεγάλου Πατρός Κυρίλλου, αλλά και την καρδιά του που είχε ένοικο τον Κύριο. Γι’ αυτό και έγινε, λόγω και της πρόκλησης από τις τότε αιρέσεις, ο σπουδαιότερος κήρυκας της υπεραγίας Θεοτόκου. Δεν μπορεί κανείς να έχει ορθή εικόνα του Χριστού χωρίς να έχει την ορθή εικόνα και της Υπεραγίας Μητέρας Του. Ο Θεάνθρωπος Κύριος συμβαδίζει πάντοτε με τη Θεοτόκο Παναγία. Με τα λόγια και πάλι του Θεοφάνους: «Με δύναμη του νου και με φωτισμό της χάρης του Θεού θεολόγησες, μακάριε Κύριλλε, για την ομοούσιο Τριάδα και τον Υιό τον σαρκωμένο Θεό. Κι αφού φάνηκες υπέρμαχος της Θεοτόκου, τώρα δοξάζεσαι στα επουράνια» (ωδή θ΄).

Ίσως μία φράση του αγίου Θεοφάνους αποτελεί τη σύνοψη όλης της αγιοσύνης του Κυρίλλου με μοναδικό τρόπο: «Διαποιμάνθηκες ως πρόβατο από τον Χριστό και ποίμανες το ποίμνιό σου, Πάτερ, με τα ψυχότροφα λόγια σου» (ωδή ε΄).

«Η ΧΑΡΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕ ΚΡΑΤΑΕΙ ΣΤΟΝ ΙΣΙΟ ΔΡΟΜΟ»

«Έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης ότι η Χάρις του Θεού τον κρατά στον ίσιο δρόμο. Αν φύγει η Χάρις, το βράδυ μπορεί να με βρεις στην ταβέρνα» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).

Ο άγιος Γέροντας είχε πλήρη επίγνωση της ανθρωπολογίας της χριστιανικής πίστεως και της πνευματικής ζωής. Διότι ποια η αντίληψη του χριστιανού για τον άνθρωπο; Ότι ναι μεν δημιουργήθηκε από τον Θεό «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου, όμως λόγω της αμαρτίας του ο άνθρωπος, της ανυπακοής που επέδειξε προς τον Δημιουργό του, η ομοίωση χάθηκε και ο εικονισμός του Θεού σκοτείνιασε, ζοφώθηκε. Ο άνθρωπος μετά την πτώση στην αμαρτία «παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς», δηλαδή αγόταν και φερόταν από τα πάθη του χωρίς δυνατότητα ρυθμίσεώς του από τον ηγεμόνα νου που τυφλώθηκε. Μετά τον ερχομό του ενανθρωπήσαντος Θεού μας βεβαίως ο άνθρωπος αποκαταστάθηκε: με την πρόσληψή του από τον Χριστό καθαρίστηκε η εικόνα του Θεού μέσα του, ανοίχτηκε και πάλι ο προορισμός της ομοίωσής του προς Αυτόν, με την προϋπόθεση όμως της αποδοχής του Κυρίου εν πίστει στη ζωή του. Ο χριστιανός με άλλα λόγια που έχει πιστέψει στον Χριστό και έχει γίνει μέλος του σώματός Του της Εκκλησίας διά του αγίου βαπτίσματος, ανανεώνοντας και ενεργοποιώντας τη χαρισματική αυτή κατάστασή του διά της μετανοίας και της συμμετοχής του στα μυστήρια της Εκκλησίας, αυτός πράγματι μπορεί να θεωρηθεί ως φυσιολογικός άνθρωπος κατά τον τρόπο της δημιουργίας του.

Η τρεπτότητά του όμως παραμένει: μπορεί να αλλάξει και να αλλάζει διαρκώς, γιατί στον κόσμο τούτο η θέλησή του δεν είναι παγιωμένη στο αγαθό -  η παγίωση στο αγαθό συνέβη με τους αγίους αγγέλους μετά την πτώση του Εωσφόρου και των οργάνων του. Οι άγγελοι ναι! Παραμένουν στο αγαθό πάντοτε, όπως και ο Πονηρός διάβολος στο πονηρό και το κακό. Οι άνθρωποι όμως όχι! Το μόνο σταθερό και αναλλοίωτο και αιώνιο στοιχείο που μπορεί να κρατήσει στέρεο τον χριστιανό, έστω κι αν χαρακτηρίζεται από το τρεπτό της θελήσεώς του, είναι η χάρη του Θεού, όταν κι εκείνος είναι προσανατολισμένος στις άγιες εντολές Του. Κι αυτό συνιστά το γνώρισμα πια του κάθε πιστού χριστιανού: ο αγώνας του μέχρι θανάτου να ακολουθεί τον Κύριο και την οδό Του, δηλαδή να προσπαθεί αδιάκοπα να τηρεί ό,τι Εκείνος καθόρισε ως πορεία της ζωής. Διότι ο Κύριος βρίσκεται μέσα στις εντολές Του – οι εντολές του Θεού μάς προσομοιώνουν μ’ Εκείνον και μας συντονίζουν με την παρουσία Του.

Ο άγιος Παΐσιος λοιπόν λέει το αυτονόητο για έναν χριστιανό εν επιγνώσει: ο ίσιος δρόμος είναι ο δρόμος του Χριστού και του αγίου θελήματός Του, αλλά μόνον η χάρη του Θεού μπορεί να κρατήσει τον άνθρωπο πάνω σ’ αυτόν. Γιατί πρόκειται περί χαρισματικής καταστάσεως, περί της Ζωής Εκείνου που προσφέρεται ως δυνατότητα στον άνθρωπο που καλοπροαίρετα θα ανταποκριθεί στην κλήση της ακολουθίας Του. Κι αυτή η ανταπόκριση εκκινεί από την ένταξη του ανθρώπου στην Εκκλησία διά του βαπτίσματος, αλλά δεν σταματάει ποτέ. Μέχρι το τέλος της ζωής του ο άνθρωπος, μέχρι κυριολεκτικά την τελευταία του πνοή δεν μπορεί να χαλαρώσει. Το όποιο χαλάρωμα ως γνωστόν στην πνευματική ζωή αποτελεί την ίδια στιγμή οπισθοδρόμηση και έκπτωση του πιστού – «όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου» είπε ο Ίδιος ο Κύριος. Θυμόμαστε το περιστατικό από το Γεροντικό, όπου ένας όσιος αββάς φτάνοντας στο τέλος της επίγειας ζωής του άκουσε από τους μαθητές του: σώθηκες τώρα, αββά. Κι εκείνος αμέσως, πριν εκπνεύσει, απάντησε: όχι ακόμη! Αυτή είναι η αίσθηση του αγίου που ξέρει το πόσο εύκολα μπορεί να προσκλίνει  στο κακό η θέληση του ανθρώπου, αν ακριβώς χαλαρώσει την ένταση του πνευματικού του αγώνα. Ο όσιος Παΐσιος μιλάει για την «ταβέρνα» ως πτώση του στην αμαρτία, όχι χαρακτηρίζοντας την ταβέρνα βεβαίως ως τόπο αμαρτίας, αλλά ως τόπο που απάδει προς αυτόν ως καλόγερο.   

Γι’ αυτό και οι άγιοι ακολουθούσαν την οδό της ταπεινώσεως – πώς μπορούσαν να αποδεχτούν τον όποιο υπερήφανο λογισμό ότι κάτι κατάφεραν; Τα λόγια του ίδιου του Κυρίου ηχούσαν πάντοτε στην καρδιά τους: «Όταν εφαρμόσετε όλα όσα σας είπα, να λέτε ότι είμαστε αχρείοι δούλοι. Ότι κάναμε ό,τι οφείλαμε να κάνουμε». Κι ο απόστολος Παύλος ήταν εκείνος που για τον λόγο αυτό φώναζε: «Τι καλό έχεις που δεν το έλαβες από τον Θεό; Κι αφού το έλαβες από Εκείνον τι καυχάσαι σαν να μην το έχεις λάβει;» Ο λόγος μάλιστα του ίδιου έρχεται χωρίς περιστροφές να το βεβαιώσει: «Με τη χάρη του Θεού σωθήκαμε διά της πίστεως. Κι αυτό είναι δώρο του Θεού, δεν είναι κατόρθωμα δικό μας για να μη καυχηθεί κανείς».   

08 Ιουνίου 2022

ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ… ΠΡΟΣΓΕΙΩΜΕΝΟΙ!

«Διηγούνται ότι ένας νέος έλεγε στον όσιο Παϊσιο τον αγιορείτη ότι είναι έτοιμος να πέσει στη φωτιά για τον Χριστό. Κάποια μέρα λοιπόν τον παρακάλεσε ο όσιος Γέρων να σηκώσει λίγο το παντελόνι του πάνω από την κάλτσα και όταν το σήκωσε ακούμπησε στη γάμπα του τη φλόγα ενός κεριού. Ο νέος πετάχτηκε φωνάζοντας και ο σοφός Γέρων του είπε: Εσύ είσαι που θα ’πεφτες στη φωτιά για τον Χριστό;» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).

Όταν το σπουργίτι νομίζει ότι είναι… αετός! – αυτό θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του συγκεκριμένου περιστατικού. Να ομολογείς ότι είσαι έτοιμος να ριχτείς στη φωτιά για τον Χριστό και να μην μπορείς να ανεχτείς τον παραμικρό πόνο, ένα ελαφρό και απαλό κάψιμο! Ο άγιος Παΐσιος αποκαλύπτει με τον δικό του μοναδικό και παραστατικό τρόπο το πρόβλημα του νεαρού επισκέπτη του, αλλά και πολλών άλλων από εμάς τους θεωρουμένους «καλούς» χριστιανούς: να μη διακρίνουμε το όριο των τελείων που δείχνει ο Κύριος και η Εκκλησία μας με το δικό μας όχι απλώς χαμηλό αλλά και κάτω της… βάσεως όριο! Μοιάζει με το περιστατικό που ανέφερε ο εξίσου μέγας όσιος Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης, κατά το οποίο μία Γερόντισσα βλέποντας κάποιους αγίους ψηλά σ’ ένα βουνό θεώρησε ότι είναι εύκολο να τους φτάσει. Αλλά διαπίστωσε ότι το μονοπάτι για την κορυφή ήταν γεμάτο από αγκάθια και τριβόλια – κανείς δεν φτάνει διαμιάς στην κορυφή της σκάλας˙ χρειάζεται να κουραστεί, να επιμείνει, να ματώσει στον αγώνα της πνευματικής ζωής. «Δώσε αίμα και λάβε Πνεύμα» είναι εκείνο που κατεξοχήν χαρακτηρίζει τον εσωτερικό αγώνα ενός πιστού χριστιανού.

Η έλλειψη της διάκρισης λοιπόν το συχνά διαπιστούμενο πρόβλημα πολλών χριστιανών, που σημαίνει την έλλειψη της αυτογνωσίας – «πετάμε στα… σύννεφα!» κατά το κοινώς λεγόμενο. Διότι κινούμαστε με ό,τι ακούμε και διαβάζουμε για τους αγίους μας, φαντασιούμενοι ότι έχουμε φτάσει στα δικά τους μέτρα, έστω κι αν τρώμε… χώμα στην καθημερινότητά μας. Ο άγιος Παΐσιος το έλεγε και με άλλο παρεμφερές με το παραπάνω παράδειγμα: να θέλεις να μαρτυρήσεις για τον Χριστό, αλλά να μη σηκώνεις μύγα στο σπαθί σου όταν κάποιος σε προσβάλει. Πώς είναι δυνατόν να μην αντέχεις έναν προσβλητικό λόγο, μία άδικη κατ’ εσέ απέναντί σου πράξη, ένα βλέμμα ίσως επιτιμητικό, αλλά να δηλώνεις… έτοιμος μάρτυρας; Πρόκειται για τους κατά φαντασίαν χριστιανούς, όπως τους έχουν χαρακτηρίσει, όπου η πράξη δεν συμβαδίζει καθόλου με ό,τι υπάρχει ως εικόνα στο μυαλό! Δεν φανερώνει η κατάσταση αυτή την τραγικότητα που ζούμε πολλές φορές οι χριστιανοί και που δεν είναι άλλη από την κρυμμένη εν πολλοίς αλαζονεία μας; Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι οι άγιοί μας θεωρούν πως τα πνευματικά μας μέτρα μπορούμε να τα επισημάνουμε, όταν δούμε τις αντιδράσεις μας στους πειρασμούς και στις επιθέσεις και προσβολές απέναντί μας. Το περιστατικό από το Γεροντικό με τον άγιο μέγα Αντώνιο είναι γνωστό: επαινούμενο ένα νεαρό μοναχό από άλλους αδελφούς τον πρόσβαλε. Κι όταν εκείνος αντέδρασε, ο άγιος του είπε γεμάτος στοργή: Πρόσεξε, αδελφέ, γιατί είσαι σαν την πόλη εκείνη που μπροστά φαίνεται ωραία αλλά πίσω τη λυμαίνονται ληστές!

Ποια η ενδεδειγμένη στάση του νεαρού στο αρχικό περιστατικό με τον όσιο Παΐσιο; Να θέλγεται και να κατανύσσεται με τη χαρισματική δύναμη αγάπης προς τον Χριστό των αγίων μαρτύρων - «μας χαρίστηκε, λέει ο απόστολος Παύλος, όχι μόνο να πιστεύουμε στον Χριστό αλλά και να πάσχουμε γι’ Αυτόν» - αλλά με ταπείνωση να αναγνωρίζει τη δική του μηδαμινότητα, αγωνιζόμενος στην υπομονή της διακράτησης της αγάπης προς τους συνανθρώπους του στην καθημερινότητά του. Γιατί τελικώς αυτό είναι το ζητούμενο που δίνει τον τόνο και το στίγμα της ποιότητας της πνευματικής μας ζωής: την κάθε ώρα και στιγμή μας να τη θεωρούμε ως την ώρα της χάριτος και της δωρεάς του Θεού για να κρατιόμαστε σε κάθε δυνατή για εμάς αναμαρτησία, να αγωνιζόμαστε δηλαδή να τηρούμε τις άγιες εντολές του Θεού. Τότε ανοίγουμε χώρο στην καρδιά και την ύπαρξή μας για να σκηνώσει η χάρη του Θεού – «οι καθαροί τη καρδία όψονται τον Θεόν» - γεγονός που τη δυναμώνει και την ενισχύει σε βαθμό τέτοιο που πράγματι μπορεί κανείς να αντέξει και τους μεγαλύτερους πειρασμούς, κατεξοχήν δε τη χάρη και του ίδιου του μαρτυρίου για την πίστη μας. Διαφορετικά, όπως είπαμε, θα μοιάζουμε με τον γίγαντα που θέλει να σηκώνει θεόρατο βάρος έχοντας πήλινα ποδάρια.

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος έχει δώσει την απάντηση με τον δικό του εμπνευσμένο τρόπο: επαινεί εκείνον τον πιστό που ακούγοντας και διαβάζοντας τα υψηλά των εντολών του Χριστού, εφαρμοζόμενα από τους αγίους με προσφορά και της ίδιας τους της ζωής, κτυπά το στήθος του με πένθος και δάκρυα, γιατί βλέπει την αδυναμία του. Και σημειώνει πως η ταπείνωση που επιδεικνύει ο συγκεκριμένος: μπροστά στο ύψος των αγίων να νιώθει ελαχιστότατος, μπορεί να τον οδηγήσει από άλλη πλευρά στην… πρωτοπορία! Διότι ταπεινούμενος με επίγνωση υψώνεται «ιλιγγιωδώς». Ο λόγος του Κυρίου είναι σαφής: «ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται».    

Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΟΥ

 «Ο άγιος Θεόδωρος ζούσε την εποχή του Λικινίου, γεννημένος στα Ευχάιτα και από εκεί καταγόμενος, ζώντας όμως στην Ηράκλεια του Πόντου. Ήταν ωραίος κατά το σώμα, αλλά ωραιότερος κατά την ψυχή, κοσμημένος με λόγο και γνώση και την υπόλοιπη σοφία, γι᾽ αυτό και μερικοί τον ονόμαζαν Βρυορρήτορα (σημ.: βρύση της ρητορικής). Ο άγιος, αφού πέρασε από όλα τα βασανιστήρια, άφησε το μεν μακάριο σώμα του στη γη, το οποίο εκβλύζει ποταμούς ιαμάτων σε όλους αυτούς που το πλησιάζουν με πίστη. Το δε άγιο πνεύμα του αυλίζεται στους ουρανούς. Αυτού του τιμίου και αγίου σώματος τη μετακοδική εορτάζουμε».

Όπως συνήθως συμβαίνει, η εορτή της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου δεν περιέχει τίποτε από το καθαυτό γεγονός της ανακομιδής. Η ακολουθία όλη αναλίσκεται στην προβολή της αγιότητας και των αρετών του αγίου – εδώ ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης αξιοποιεί επανειλημμένως και το όνομά του για να πει ότι ο άγιος είναι «επώνυμος των του Θεού δωρεών» (ωδή α´ κ.α.) - όπως και στο μαρτύριο το οποίο υπέστη. Το φρικτό μαρτύριο μάλιστα του αγίου Θεοδώρου δίνει και την αφορμή στον Θεοφάνη να προβεί, έστω δι᾽ ολίγων, και στη θεολογία του μαρτυρίου, που αξίζει ιδιαιτέρως να προσεχτεί για μία ακόμη φορά. Το μαρτύριο δεν είναι βάσανα που υφίσταται ο μάρτυρας μέσα σε μία αυθυπέρβαση της φύσεώς του, αναγόμενος σε υπεράνθρωπες καταστάσεις και γινόμενος πρότυπο ηρωισμού και γενναιότητας. Μία τέτοια θέαση συνιστά οριζόντια και κοσμική κατανόηση των όσων υπέστη. Το χριστιανικό μαρτύριο αποτελεί χαρισματικό γεγονός, το οποίο υφίσταται και υπάρχει με τη δύναμη του Χριστού ως μετοχή στα πάθη Εκείνου. Με άλλα λόγια το μαρτύριο ενός χριστιανού αγίου, όπως εν προκειμένω του αγίου Θεοδώρου, αποτελεί προέκταση του μαρτυρίου του ίδιου του Χριστού, είναι δηλαδή η συσταύρωση του μέλους του Χριστού με τον εσταυρωμένο Κύριο. Όπως ο Κύριος υπέστη το πάθος του Σταυρού, ως αποκορύφωμα του όλου πάθους της ζωής Του, έτσι και ο μάρτυρας του Χριστού, όταν δοθεί η ευκαιρία, υφίσταται και αυτός τα διάφορα μαρτύρια, σαν να είναι και αυτός ανεβασμένος πάνω στον Σταυρό. Με αποτέλεσμα βεβαίως να δέχεται με τη χάρη του Θεού και την αναστάσιμη ενέργεια, η οποία ακολουθεί πάντοτε τον Σταυρό.

«Έλαμψες από ομορφιά, πάνσοφε, γιατί ένωσες τα σεπτά παθήματά σου με τα παθήματα του Δεσπότη Χριστού, και γιατί αξιώθηκες τη λαμπρότητά του και τη χαρά που ποθούσες» (ωδή δ´). «Από πίστη σε Σένα, που υπέμεινες σταυρό και θάνατο για μένα, σταυρώνομαι κι εγώ, Δέσποτα, και πληγώνομαι από τα τοξεύματα και δέχομαι τις φοβερές πληγές, Κύριε, φώναζες, γενναιόφρον μάρτυς Θεόδωρε, την ώρα της άθλησής σου» (ωδή η´).  Έτσι το μαρτύριο χάριν του Χριστού συνιστά την κατεξοχήν πράξη πίστεως σ᾽ Αυτόν. Τότε ο χριστιανός φτάνει στο υψηλότερο σημείο πίστεως, όταν δίνει και την ίδια τη ζωή του για να μείνει σταθερός στο θέλημα του Χριστού.

Έχει τονιστεί επανειλημμένως όμως ότι συνήθως στο μαρτύριο ενός πιστού υπάρχει κάποιος ή κάποιοι άλλοι χριστιανοί που τον ενισχύουν, γινόμενοι αλείπτες (προπονητές και καθοδηγητές) αυτού. Στην περίπτωση του αγίου Θεοδώρου δεν φαίνεται να υπάρχει τέτοιος αλείπτης. Κι όμως! Ο άγιος Θεοφάνης μάς υπενθυμίζει ότι τέτοιο αλειπτικό έργο ανέλαβε ο ίδιος ο Κύριος. Στη φυλακή ευρισκόμενος ο άγιος Θεόδωρος δέχεται την εμφάνιση του Χριστού, ο Οποίος τον ενισχύει να αντέξει τα μαρτύρια και τον παροτρύνει στους αγώνες κατά του εχθρού. «Την ώρα που αθλούσες νόμιμα, σου φανερώνεται ο Χριστός στη φυλακή που ήσουν κλεισμένος, ο Οποίος σε παρότρυνε σαν αγωνοθέτης προς τους αγώνες, να παλέψεις κατά του εχθρού, ένδοξε» (ωδή ς´). Ο Θεός δεν μας αφήνει ποτέ χωρίς ενίσχυση. Είτε μέσω δικών Του πιστών ανθρώπων είτε με την προσωπική Του παρουσία, πάντοτε  έρχεται αρωγός στις δυσκολίες μας, όταν μάλιστα αυτές υφίστανται από υπακοή προς το άγιο θέλημά Του. Πρόκειται για μία πραγματικότητα που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ, αρκεί να υπάρχει μέσα μας έστω και μία σπίθα αληθινής πίστεως!

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ

«Ἡ ἁγία Καλλιόπη ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλιᾶ Δεκίου (περί τά μέσα τοῦ 3ου αἰ. ) καί ἦταν ἐξαιρετικά ὄμορφη σωματικά ἀλλά καί ψυχικά. Συνελήφθη λόγω τῆς πίστεώς της στόν Χριστό καί προσπάθησαν νά τήν ἐξαναγκάσουν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη Αὐτοῦ. Ἐπειδή κρατοῦσε τήν πίστη της μέ δύναμη, γι’ αὐτό καί τήν κτύπησαν μέ σφοδρότητα, ὅπως καί τῆς ἀπέκοψαν τούς μαστούς, τούς ὁποίους ὅμως Ἄγγελος Κυρίου πού παρευρισκόταν τούς ἀποκατέστησε ὑγιεῖς. Ἔπειτα τά ὄργανα τοῦ διαβόλου τήν ἔσυραν πάνω σέ κομμένο ὄστρακο καί στή συνέχεια τήν ἔριξαν στή φωτιά. Τίς καμμένες σάρκες της τίς ἄλειψαν μέ ἁλάτι καί τίς κατάτριψαν μέ τρίχινα ὑφάσματα. Μετά ἀπό αὐτά τῆς ἔκοψαν τό κεφάλι, εἰς δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Ὁ μακαριστός ἅγιος Γέρων Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ὁ ὑμνογράφος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, προκαλεῖται ἀπό τό ὄνομά της προκειμένου νά φανερώσει τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά τῆς ἁγίας. Κάλλος πού ἀναφερόταν καί στό σῶμα, πρωτίστως ὅμως στήν ψυχή τῆς ἁγίας κόρης. Διότι εἶναι γνωστό καί πολυειπωμένο ὅτι κατά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖνο πού ἔχει ἰδιαίτερη ἀξία στόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἡ ἐξωτερική του ὀμορφιά, ἀλλά τό κάλλος τῆς ψυχῆς, τό ὁποῖο διαπορθμεύεται καί στό σῶμα, κάνοντάς το καί αὐτό νά λάμπει μέ ξεχωριστό φῶς. Ὅλοι τό γνωρίζουμε ὅτι μία ἐξωτερική ὀμορφιά χωρίς τήν ἀντίστοιχη ἐσωτερική της διάσταση, ὄχι μόνο δέν λειτουργεῖ θετικά – πέραν ἴσως τῆς προκλήσεως τῶν σαρκικῶν παθῶν στούς ἐμπαθεῖς - ἀλλά δημιουργεῖ καί ἀρνητικά συναισθήματα πού ἀπωθοῦν τούς περισσοτέρους ἀνθρώπους. Σάν ἴσως τά πλαστικά λουλούδια, τά ὁποῖα φαίνονται ὄμορφα, ἀλλά δέν ἔχουν καθόλου ὀσμή. Λοιπόν ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ἐπανειλημμένως τονίζει τό πνευματικό κάλλος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, τό ὁποῖο συνεστήθη ἀπό τήν ψυχική της ἁγνότητα καί ἀπό τήν ἱερά ἄθληση τοῦ μαρτυρίου της. Γιά νά συμπληρώσει: ἡ ψυχική της ἁγνότητα, ἀλλά καί ἡ ὑπομονή της στά μαρτύρια ἦταν καρπός τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἔρωτά της πρός τόν Κύριο, τοῦ πόθου της γιά τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά Ἐκείνου. «Ὅπως λέει τό ὄνομά σου, πόθησες βαθιά, καλλιπάρθενε καί πανεύφημε Καλλιόπη, τό ἄχραντο καί πέρα ἀπό τά ἀνθρώπινα κάλλος τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτό καί ὀμόρφυνες τόσο πολύ τόν ἑαυτό σου ἀπό τά κάλλη τῆς ἁγνότητας καί ἀπό τήν ἱερά σου ἄθληση» (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

Πάνω στήν ἀγάπη αὐτή τῆς ἁγίας πρός τόν Κύριο ἀφιερώνει τά περισσότερα τροπάρια ὁ μακαριστός Γέρων ὑμνογράφος, γιατί θεωρεῖ ὅτι δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ οὔτε καί νά ἑρμηνευτεῖ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς της, πολύ περισσότερο τό σκληρό μαρτύριό της, ἔξω ἀπό αὐτήν. Κι εἶναι μία ἀλήθεια πού πάντοτε πρέπει νά τονίζεται, δεδομένου ὅτι χωρίς τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό ἀπονευρώνεται κάθε τι πού χαρακτηρίζεται ὡς χριστιανικό. Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θεωρεῖ τήν ἀγάπη μας πρός Ἐκεῖνον ὡς τό μοναδικό ποιητικό αἴτιο γιά νά εἴμαστε μαζί Του: «ἐάν ἀγαπᾶτέ με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε» λέει μεταξύ ἄλλων γιά παράδειγμα· ὅταν ὅλοι οἱ ἀπόστολοι αὐτήν τήν πραγματικότητα τονίζουν προκειμένου νά εἴμαστε καί νά παραμένουμε χριστιανοί: «εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ἤτω ἀνάθεμα» καί «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» κ.ἄ.π.· τότε πῶς εἶναι δυνατόν καί ἡ Ἐκκλησία μας διά τῆς ὑμνογραφίας της νά μήν τονίζει τήν ἀλήθεια αὐτή; «Ἐπειδή πληγώθηκες ἀπό τόν ἔρωτα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, Καλλιόπη, ἔκανες ἀνδραγαθήματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ)· «Δέχτηκες τή φωτιά τῆς θείας ἀγάπης στήν ψυχή σου, Καλλιόπη, γι’ αὐτό καί ἀκολούθησες τή φωνή τοῦ νυμφίου Χριστοῦ» (δοξαστικό ἑσπερινοῦ).

Ἀφήνοντας ὅλες τίς διαστάσεις τοῦ θεϊκοῦ ἔρωτα τῆς ἁγίας Καλλιόπης, ἐπικεντρώνουμε σ’ ἕναν ὕμνο ἀπό τήν στ΄ ὠδή. Μᾶς δίνει ὁ ὑμνογράφος μας πολύ ὡραῖες ἀφορμές γιά τή βαθύτερη προσέγγιση τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τῆς ἀγίας. «Ἀφοῦ λάμπρυνες τά ὄμματα τῆς ψυχῆς σου, Καλλιόπη, μέ οὐράνιες μελέτες, ἔβγαλες φτερά προκειμένου νά πετάξεις πρός τό θεῖο κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, καί ἔσπευσες νά κερδίσεις αὐτήν τή βασιλεία μέ ἀσφάλεια, σεμνή, μέ τούς κόπους τῆς ἄθλησής σου».  Τί μᾶς ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Γέρων Γεράσιμος; Πρῶτον· τό κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τό κάλλος τοῦ Χριστοῦ δηλαδή, λειτουργεῖ ὡς μαγνήτης γιά ἐκεῖνον πού Τόν ἔχει πιστέψει καί θέλει νά Τόν ἀκολουθήσει, πού σημαίνει ὅτι τρέχει πρός Αὐτόν σάν νά ἔχει φτερά στά πόδια του – «εἰς ὀσμήν μύρου Σου ἔδραμον, Χριστέ», ὅπως θά ἐπισημάνει σέ κάποιο ἄλλο σημεῖο ὁ ὑμνογράφος, ἀφορμώμενος ἀπό τό «Ἆσμα Ἀσμάτων» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δεύτερον· ἐκεῖνο πού ἐπιβεβαιώνει τήν ἔνταξη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τή θετική σχέση πρός τόν Κύριο ὡς ἕνωση μαζί Του, εἶναι ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου, πολύ περισσότερο ὅταν αὐτό τό μαρτύριο γίνεται κατά χάριν Θεοῦ πραγματικότητα. «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου», καλεῖ τόν πιστό ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ - ὁ Κύριος πού μᾶς «ἠγάπησεν ἕως τέλους» ζητάει καί ἀπό ἐμᾶς μία παρόμοια στάση, καθώς μᾶς ἐνισχύει πρός τοῦτο μέ τή χάρη Του. Κανείς μέ ἄλλα λόγια δέν μπορεῖ νά εἶναι χριστιανός πορευόμενος μέ διψυχία. Τρίτον, καί ἴσως σπουδαιότερο· ἡ σπουδή γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου ἀπαιτεῖ τήν προετοιμασία τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἐκεῖνο πού ὄντως προετοιμάζει τόν ἄνθρωπο, μέ τήν ἔννοια ὅτι καθιστᾶ εὔφορο τό ἔδαφος τῆς ψυχῆς του γιά νά ριζώσει ἡ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἱ «οὐράνιες μελέτες». Ποιές εἶναι αὐτές; Ἡ ἀφιέρωση τοῦ ἀνθρώπου στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, στήν καλλιέργεια τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του, στήν ἐνασχόληση μέ τούς βίους τῶν ἁγίων Του, στήν ἐντρύφηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Χριστιανός πού δέν ἀφιερώνει ἔστω καί λίγο χρόνο τήν ἡμέρα γιά τίς «οὐράνιες αὐτές μελέτες» δέν ξέρουμε κατά πόσο μπορεῖ νά νιώσει τήν «ἀναπτέρωσιν» αὐτή, γιά τήν ὁποία κάνει λόγος ὁ ὑμνογράφος. Διότι τελικῶς μέ ὅ,τι κανείς ἀσχολεῖται, αὐτό καί γίνεται.