10 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΣ ΝΑ ΜΑΣ ΒΟΗΘΑΕΙ!

 

«Όπως ο γονιός που έκανε παιδιά νιώθει την υποχρέωση να τα βοηθήσει, έτσι και ο Θεός που μας δημιούργησε και μας έχει παιδιά Του ενδιαφέρεται και Αυτός για μας και νιώθει την ανάγκη να μας βοηθήσει. Ναι, είναι υποχρεωμένος γι’ αυτό» (Ιερομ. Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου του Αγιορείτου, Άγιον Όρος).

 

Ο λόγος του οσίου Παϊσίου που τον εξέφραζε κάθε φορά που κάποιοι αμφισβητούσαν την Πρόνοια και την Αγάπη του Θεού για τον κόσμο του είναι απόλυτος. Κι είναι απόλυτος γιατί ο ίδιος ο Θεός τον έχει επανειλημμένως βεβαιώσει που είναι η Αυτο-αλήθεια, αλλά και γιατί επίσης ο άγιος Παΐσιος είχε προσωπική εμπειρία της Πρόνοιας και της Αγάπης αυτής του Θεού, σε βαθμό που ομολογούσε: «Είμαι σίγουρος χίλια τοις εκατό, αν δώσω τώρα σε κάποιον αυτό το πλεκτό που φορώ, μέχρι να πάω στο καλύβι μου, ο Θεός θα μου στείλει άλλο!» «Ο Θεός αγάπη εστί» αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού με αποκορύφωση της αγάπης Του την ενσάρκωση ως ανθρώπου του Υιού και Λόγου Του Ιησού Χριστού και τη Σταυρική θυσία Του προς χάρη των ανθρώπων. Κι όχι μόνο τούτο! Διαρκώς προσφέρει την κενωτική αυτή αγάπη, «πάντοτε μελιζόμενος και ουδέποτε δαπανώμενος» μέσα από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ώστε να μπορεί να τρέφεται για να ζει ο πιστός που Τον έχει αποδεχτεί στη ζωή του.

Ο Κύριος μάλιστα ήταν Εκείνος που άνοιγε τα μάτια των ανθρώπων για να βλέπουν την πανταχού παρουσία της ενέργειας του Τριαδικού Θεού πολλαπλασίως στους ανθρώπους, αλλά και σε όλα τα κτίσματά Του, ό,τι υφίσταται σ’ αυτό που λέμε κόσμος, ορατός και αόρατος. Δεν υπάρχει οτιδήποτε δηλαδή ως δημιουργία που να μη διακρατείται από Εκείνον και να μην τίθεται σε λειτουργία με τρόπους ανεξερεύνητους τις περισσότερες φορές για τους ανθρώπους προς χάριν ακριβώς των ανθρώπων. «Ο Θεός είναι Αυτός που δίνει ζωή και πνοή και τα πάντα» ήταν το πρώτο που κήρυξε στους Αθηναίους ο απόστολος Παύλος, γεγονός που σημαίνει ότι τελικώς βρισκόμαστε οι άνθρωποι και όλη η φύση μέσα στην αγκαλιά της αγάπης του Θεού, η αγάπη Του είναι αυτή που έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε όλα τα κτίσματα, έστω κι αν η αμαρτία και η κακία ημών των ανθρώπων θολώνει τόσο τον νου μας ώστε ζώντας μέσα στο σκοτάδι της άγνοιας να μη βλέπουμε και να μην αισθανόμαστε την αγάπη Του αυτή. «Από Αυτόν και δι’ Αυτού και σε αναφορά προς Αυτόν δημιουργήθηκαν τα πάντα» επιμένει όμως να μας λέει ο θεόπνευστος λόγος της Γραφής, για να τονίσει κατεξοχήν όπως είπαμε την ξεχωριστή Πρόνοια του Πατέρα Θεού στα λογικά κτίσματά Του, τα δημιουργημένα «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου. «Και οι τρίχες της κεφαλής σας είναι αριθμημένες από τον Θεό» απεκάλυψε ο Κύριος, ο Οποίος αδιάκοπα έλεγε ότι «αν ο Θεός φροντίζει ακόμη και το παραμικρότερο χορταράκι του αγρού που σήμερα υπάρχει και την επομένη γίνεται προσάναμμα σε φούρνο, πόσο περισσότερο φροντίζει εμάς τους ανθρώπους;»

Και ποιο άλλο βεβαιώνει αυτήν την εγγύτητα του Θεού και την έγνοια Του για τον άνθρωπο από το συγκλονιστικότερο γεγονός  στην ανθρώπινη ιστορία της ίδιας της παρουσίας Του στον κόσμο, προκειμένου προσλαμβάνοντας τον άνθρωπο μέσα στην ανθρώπινη πια φύση Του να τον καταστήσει ένα μ’  Εκείνον; Δεν είμαστε απλώς δίπλα Του, είμαστε μέσα σ’ Εκείνον και Εκείνος μέσα σ’ εμάς, εφόσον βεβαίως είμαστε βαπτισμένοι στο άγιο όνομά Του και μετέχουμε με επίγνωση των μυστηρίων Του εν Εκκλησία, οπότε κανείς και τίποτε δεν μπορεί να διακόψει την αγάπη Του αυτή. Κατά συνέπεια, επανερχόμενοι στον λόγο του αγίου Παϊσίου,  η βοήθεια του Θεού απέναντί μας δεν έχει τον χαρακτήρα μίας προσφοράς ενός πλουσίου σε έναν φτωχό, μίας απλής ελεημοσύνης δηλαδή, αλλά ενός ξεχειλίσματος μιας καρδιάς που δεν μπορεί να μην αγαπά και να μην ελεεί τα ίδια τα παιδιά Του, σαν τον γονιό που θυσιάζεται για χάρη των δικών του παιδιών. Πρόκειται για «υποχρέωσή» Του κατά τον λόγο του οσίου, για μία «οφειλή» κατά τον απόστολο Παύλο. Όταν ο απόστολος διερμηνεύοντας την εντολή του Χριστού λέει ότι ο χριστιανός είναι υποχρεωμένος, οφείλει, να αγαπά τους πάντες – «μηδενί μηδέν οφείλετε ει μη το αγαπάν αλλήλους» - πόσο περισσότερο ισχύει τούτο για Εκείνον που έχει δώσει μία τέτοια εντολή;

 Ναι, λοιπόν, ο Θεός είναι υποχρεωμένος να μας αγαπά, να μας βοηθάει, να μας προσέχει, να μας προστατεύει, γιατί η Αγάπη είναι το περιεχόμενο της ζωής Του. Το πρόβλημα όμως ως γνωστόν δεν είναι αυτό. Το πρόβλημα είμαστε εμείς οι άνθρωποι που παρόλη την αγάπη και τη φροντίδα του Θεού απέναντί μας, εμείς ζούμε μέσα στο σκοτάδι της άγνοιας λόγω της αμαρτίας μας. Σαν τους τυφλούς που μπορεί να υπάρχει ο ήλιος εκείνοι όμως δεν τον βλέπουν. Γι’ αυτό και το ζητούμενο είναι να παρακαλούμε τον Θεό να μας προσθέτει πίστη, ώστε να ανοίξουν λίγο τα μάτια μας και να δούμε όλο το μεγαλείο της αγάπης Του και της στοργικής αγκαλιάς Του. Τα λόγια πάλι του οσίου Παϊσίου μας παρηγορούν και μας προσανατολίζουν. Έλεγε: «Τι σιγουριά νιώθει το παιδί στην αγκαλιά της μάνας! Μεγαλύτερη αισθάνεται ο πιστός στην αγκαλιά του Θεού! Τώρα νιώθω τη χαρά του παιδιού στην αγκαλιά της μάνας του. Είναι η αγκαλιά του Θεού σαν τον παράδεισο. Παύει και η ευχή, παύουν και όλα. Ζεις στον παράδεισο».

ΑΙ ΑΓΙΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΟΔΩΡΑ, ΜΗΤΡΟΔΩΡΑ, ΝΥΜΦΟΔΩΡΑ

 

«Οι άγιες αυτές ήταν αδελφές και κατάγονταν από τη Βιθυνία. Από μικρές αγάπησαν τον Κύριο Ιησού, τον Οποίο είχαν διαρκές εντρύφημα των ψυχών τους. Έτσι μόνη φροντίδα τους ήταν πώς θα στολίσουν τον εαυτό τους με τις αρετές. Για μεγαλύτερη άσκηση και αφιέρωση στον Θεό, έφυγαν από την πατρίδα τους και αποσύρθηκαν σ’ ένα λόφο, κοντά στα Πύθια θερμά λουτρά. Με τη διαρκή προσευχή τους και την εν Χριστώ άσκησή τους έφτασαν σε μεγάλα ύψη αρετής, τόσο που θεράπευαν διάφορες ασθένειες των ανθρώπων που προσέτρεχαν σ’  αυτές. Ο έπαρχος Φρόντων όμως, που έμαθε γι’ αυτές, έστειλε και  τις συνέλαβε, κι επειδή αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν την πίστη στον Χριστό, άρχισε να τις υποβάλλει σε σκληρά βασανιστήρια: τη στρέβλωση των μελών, το ρίξιμο στη φωτιά, το γδάρσιμο με σιδερένια νύχια, το κρέμασμα σε ξύλο, τέλος δε τον δια ξίφους θάνατο. Σε όλα αυτά οι άγιες υπέμεναν καρτερικά, έχοντας τον νου τους στην αγάπη του Χριστού και ενισχυόμενες από τη χάρη Εκείνου. Με την παράδοση των πνευμάτων τους στον Θεό, ο έπαρχος θέλησε να κάψει τα άγια σώματά τους, αλλά οι φλόγες στράφηκαν εναντίον του, ενώ καταρρακτώδης βροχή έσβησε αμέσως τη φωτιά. Οι χριστιανοί περισυνέλεξαν τα λείψανά τους, τα οποία και τα ενταφίασαν με μεγάλο σεβασμό».

 

Δύο πράγματα είναι αξιοθαύμαστα στις τρεις αυτές αδελφές που εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα. Πρώτον, ότι απαρχής μέχρι τέλους της ζωής τους υπήρξαν αγαπημένες, τόσο που ήταν σαν μία ψυχή σε τρία σώματα. Και στο πατρικό τους στη Βιθυνία και στην αναχώρησή τους στον τόπο της άσκησής τους, αλλά και στο μαρτύριό τους δρούσαν σαν ένας άνθρωπος. Είναι πολύ όμορφη η εικόνα που χρησιμοποιεί ο εκκλησιαστικός ποιητής για να δηλώσει την ενότητά τους αυτή. Τις ονομάζει «τρίφωτον λαμπάδα, τριώροφον οίκημα, σκήνωμα της αγίας Τριάδος». Κι είναι αξιοθαύμαστο τούτο, διότι δυστυχώς όχι σπάνια τα αδέλφια μεταξύ τους δεν διαπνέονται από τη φυσική αγάπη που θα έπρεπε να διακρίνει τις σχέσεις τους. Πολλές φορές μάλιστα όχι μόνο δεν υπάρχει αγάπη, αλλά αναπτύσσεται και μίσος, το οποίο φτάνει, όταν προκύπτουν ιδίως θέματα κληρονομιάς, και σε ακραίες καταστάσεις. Στα θήλεα αδέλφια δε, το ιδιάζον που αναπτύσσεται και συχνά δηλητηριάζει τις σχέσεις τους είναι η ζήλεια. Είναι μία τραγική πραγματικότητα, μέτοχοι της οποίας συχνά γινόμαστε οι πνευματικοί εξομολόγοι. Η αγάπη λοιπόν μεταξύ των τριών αυτών αγίων αδελφών αποτελεί παράδειγμα και έλεγχο. Αυτή είναι η κανονική και φυσιολογική κατάσταση, την οποία βεβαίως και μόνον ευλογεί ο Θεός.

Το δεύτερο αξιοθαύμαστο είναι η ανδρεία την οποία επέδειξαν και στη σκληρή άσκηση που ανέλαβαν στο λόφο που αποσύρθηκαν, αλλά κυρίως στην ώρα των μαρτυρίων τους. Η γυναικεία φύση πάντοτε θεωρήθηκε ως πιο απαλή και συνεπώς ευάλωτη στις σκληρές καταστάσεις, κάτι που οι σημερινές άγιες, όπως και όλες οι άγιες της Εκκλησίας μας το απέδειξαν ανίσχυρο. Ο έπαρχος Φρόντων καταρχάς προσέκρουσε σε «νταμάρι», όταν επεχείρησε να τις μεταπείσει, ώστε να φύγουν από την πίστη του Χριστού. Κι εκεί που αποδείχτηκε γρανιτένια η θέλησή τους ήταν ακριβώς την ώρα των μαρτυρίων τους. Ο υμνογράφος, έκθαμβος μπροστά στο ένθεο φρόνημά τους, σημειώνει: «Ατελεί εν τω σώματι, και τελείω φρονήματι, παλαμναίον δράκοντα, τον αρχέκακον, κατεπαλαίσατε ένδοξοι, δυνάμει του Πνεύματος, και ανίσχυρον αυτού την ισχύν απεδείξατε». Δηλαδή: Καταπαλαίψατε, ένδοξοι μάρτυρες, τον αρχέκακον δολοφόνο δράκοντα, τον αρχέκακο διάβολο (και τα όργανά του), με το ατελές και αδύναμο σώμα σας, αλλά με το τέλειο φρόνημά σας, και με τη Δύναμη του αγίου Πνεύματος αποδείξατε ανίσχυρη τη δύναμή του.

Είναι περιττό βεβαίως να υπενθυμίσουμε ότι και στα δύο αξιοθαύμαστα στοιχεία των αγίων αυτών μαρτύρων υπάρχει ως προϋπόθεση και βάση η ένθερμη πίστη στον Χριστό και η τελεία αγάπη Του. Η πίστη και η αγάπη σ’  Εκείνον δίνει αφενός την ενότητα στους ανθρώπους, πολύ περισσότερο δε την υπομονή στα μαρτύρια. Κι είναι η απάντηση της Εκκλησίας σε κάθε παρόμοια κατάσταση∙ όπου υπάρχει διχόνοια, ζήλεια, μίσος και έχθρα, όπου υπάρχουν δυσκολίες και αντιξοότητες στη ζωή, η  λύση είναι μία: ο άνθρωπος να στραφεί προς τον Χριστό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υμνογράφος ερμηνεύει και τα δύο αξιοθαύμαστα ακριβώς με τον τρόπο τούτο: την αδελφική αγάπη τους τη χαρακτηρίζει πνευματική. «Αδελφικώς τω πνεύματι συνδούμεναι» (έχοντας αδελφικό σύνδεσμο κατά το πνεύμα), ενώ το μαρτύριό τους το ερμηνεύει ως αποτέλεσμα ενίσχυσής τους από την αγάπη του Χριστού: «τον δεδοξασμένον Λόγον ολικώς αγαπήσασαι, ου τετρωμέναι τω πόθω υπεμείνατε, παθημάτων τας επαγωγάς καρτερώτατα» (Επειδή αγαπήσατε τον δοξασμένο Λόγο του Θεού ολοκληρωτικά, πληγωμένες από τον πόθο Του, υπομείνατε καρτερικότατα όλα τα βασανιστήρια).

09 Σεπτεμβρίου 2022

Ή ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ Ή ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ

«Μοιάζουν οι μεν ευλογημένες και όσιες αρετές με την κλίμακα του Ιακώβ, οι δε ανόσιες κακίες με την αλυσίδα που έπεσε από τα χέρια του κορυφαίου Αποστόλου Πέτρου (πρβλ. Πράξ. ιβ΄ 7). Διότι οι μεν πρώτες, καθώς η μία οδηγεί στην άλλη, ανεβάζουν στον ουρανό εκείνον που το επιθυμεί. Ενώ οι άλλες, οι κακίες, έχουν τη συνήθεια να γεννούν η μία την άλλη και να συσφίγγονται μεταξύ τους» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. θ΄ 1).

Με άμεσο και εποπτικό τρόπο ο όσιος, χρησιμοποιώντας εικόνες από περιστατικά της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, τονίζει μία κεντρική αλήθεια της πνευματικής ζωής: τα πάντα σ’ αυτήν είναι ενοποιημένα – το ένα παραπέμπει στο άλλο· το ένα γεννά το άλλο! Που σημαίνει: αγωνιζόμαστε στην απόκτηση μίας αρετής; Θα δούμε ότι η αρετή αυτή μας παίρνει από το χέρι και μας πάει και σε άλλη, κι ακόμη σε άλλη. Το ίδιο και αντίστροφα: πήραμε τον κατήφορο; Μην περιμένουμε καμία… μαγική στάση! Η μία πτώση θα ακολουθεί την άλλη χωρίς σταματημό.

Αυτό δεν συμβαίνει μόνο σε έναν ή σε κάποιους μόνον ανθρώπους. Συμβαίνει σε όλους μας. Είναι τέτοια η φύση της ανθρώπινης ύπαρξης, που δεν υπάρχουν στεγανά σ’ αυτήν: όλος ο άνθρωπος, ψυχοσωματικά, τοποθετείται ενιαία είτε προς το θετικό είτε προς το αρνητικό. Ας ακούσουμε τα φοβερά λόγια του Κυρίου: «ο μη ων μετ’ εμού κατ' εμού εστί, και ο μη συνάγων μετ’ εμού σκορπίζει» - όποιος δεν είναι μαζί μου είναι εναντίον μου, και όποιος δεν μαζεύει μαζί μου σκορπίζει! «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Γι’ αυτό, δεν μπορούμε  να… αλλοιθωρίζουμε στη ζωή μας. Αν πιστέψουμε ότι μόνον εμείς μπορούμε να συμβιβάσουμε τα ασυμβίβαστα, έχουμε μπλεχτεί με τον πιο οδυνηρό τρόπο στα δίχτυα του πονηρού, και μας δουλεύει… ψιλό γαζί που λένε. Οπότε μην ακούμε  τον γλυκερό ψίθυρο του Πονηρού και των υποτακτικών του: «δοκίμασέ τα όλα· απόκτησε εμπειρίες· εμπλούτισε… τον εαυτό σου»! Η δοκιμασία του κακού, η εμπειρία της αμαρτίας είναι μεν εμπλουτισμός, αλλά μόνο στο κακό. Μας  θολώνει τον νου, χάνουμε τον Θεό μας, πληγωνόμαστε, πετρώνουμε, νεκρωνόμαστε…

Ας στοχαστούμε λοιπόν στον λόγο του οσίου: αδιάκοπα ή θα ανεβαίνουμε  ή θα καταποντιζόμαστε. Οπότε ας πάρουμε τον δρόμο της ελπίδας: να μένουμε  όσο μπορούμε πάνω στο αγαθό, και θα βλέπουμε τις αρετές χωρίς σταματημό ν’ αστράφτουν σαν μαργαριτάρια πάνω μας. Και: ας φύγουμε μακριά, σαν να συναντάμε φίδι, από το όποιο κακό. Ο πειραματισμός με αυτό είναι χαλκάς που αδιάκοπα θα συσφίγγεται γύρω μας…

Ας προχωρήσουμε λίγο τον στοχασμό: η παραπάνω αλήθεια δεν ισχύει μόνο για τη ζωή αυτή. Προεκτείνεται και στην άλλη! Που θα πει: αδιάκοπα θα αυξάνουμε εν Θεώ ακόμη και στον Παράδεισο· αδιάκοπα θα αυξάνουμε στον κολασμό, όντας και μέσα στην κόλαση!

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΝ ΙΩΑΚΕΙΜ ΚΑΙ ΑΝΝΗΣ

«Τη σύναξη αυτών εορτάζουμε, λόγω της γεννήσεως της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου. Και έγιναν αυτοί πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας, μέσω της  πάναγνης αγίας αυτών θυγατέρας, της Θεοτόκου. Την τελείωσή τους όμως από τον κόσμο αυτό γνωρίζει η εικοστή Πέμπτη του μηνός Ιουλίου».

Στον απόηχο των Γενεθλίων της Θεοτόκου η σημερινή εορτή της σύναξης των δικαίων Ιωακείμ και Άννης, κατά την προσφιλή συνήθεια της Εκκλησίας να τιμά μετά από ένα μεγάλο γεγονός τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτό - ο Ιωακείμ και η Άννα τιμώνται ως οι γονείς της Θεοτόκου, ως εκείνοι δηλαδή που συνήργησαν, προκειμένου να έλθει στον κόσμο, βουλήματι Θεού, η προορισθείσα να γίνει Μητέρα Αυτού, κόρη τους Μαρία. Και βεβαίως, είναι φυσικό τέτοιος ευκλεής καρπός σαν την Παναγία να έχει γονείς όχι τυχαίους, οι οποίοι πράγματι χαρακτηρίζονταν  από έντονη θεοσέβεια και απόλυτη υπακοή στον νόμο του Θεού, γι’  αυτό και υπερέβαλαν όλους ως προς τη γονεϊκή τους ιδιότητα. «Ω, μακάρια δυάδα. Εσείς ξεπεράσατε όλους τους γονείς, γιατί βλαστήσατε αυτήν που υπερέχει από όλη τη δημιουργία», κατά πώς ψάλλει και η Εκκλησία μας.

Η Γέννηση της Θεοτόκου όμως  δεν ήλθε ανώδυνα. Οι γονείς της έζησαν πολλά χρόνια με το «στίγμα» της ατεκνίας, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη κάθε Ιουδαϊκό ζεύγος που αδυνατούσε να κάνει παιδιά, θεωρείτο ότι είχε κατά κάποιο τρόπο την «κατάρα» του Θεού, αφού σίγουρα δεν θα προερχόταν από αυτό ο Μεσσίας που αναμενόταν. Με άλλα λόγια, κάθε ζεύγος Ιουδαίων δυνάμει ήταν και το Μεσσιανικό ζεύγος, συνεπώς το άτεκνο ζεύγος εξαιρείτο από  την ευλογία αυτή. Κι όμως, ο Θεός ανατρέπει τη λογική αυτή∙ μέσα από τη στείρωση της Άννας δημιουργεί τις συνθήκες της σπουδαιότερης ευτεκνίας στον κόσμο, για όλες τις εποχές, γεγονός που σηματοδοτεί την εκ θαύματος προέλευση της Παναγίας, σαν ένα είδος νέας δημιουργίας: όπως με τη βούληση του Θεού εκ του μηδενός δημιουργείται ο κόσμος, κατά παρόμοιο τρόπο, με τη βούληση του Θεού εκ της στειρώσεως δημιουργείται η Παναγία. Κι αυτό δίνει ώθηση στον υμνογράφο να «δει» και με άλλον τρόπο τη Γέννησή της: ως απαρχή αφενός στειρώσεως του ανθρώπου έναντι της αμαρτίας – ο άνθρωπος μπορεί να μην αμαρτάνει πια – και αφετέρου  διάλυσης της στειρώσεως της ανθρωπίνης  φύσεως – ο άνθρωπος μπορεί πια να καρποφορεί τις αρετές με τη χάρη του Θεού. Έτσι με τα Γενέθλια της Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε γεγονότα που υπερβαίνουν τη φυσική τάξη και μας μυούν στο μυστήριο της θείας οικονομίας, του σχεδίου δηλαδή του Θεού προς σωτηρία του κόσμου. Η Εκκλησία μάς καθοδηγεί να «ψαύσουμε» εν ταπεινώσει, εν φόβω και τρόμω, τον «βηματισμό» του Θεού, καθώς έρχεται η ώρα εισόδου Του στη γη.

Τη συγκλονιστική αυτή αναγωγή που αγκαλιάζει όλη την πνευματική ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης, κάνει ο υμνογράφος με πολλές εικόνες και σχήματα, αλλά και με σαφή λόγο, όπως στο κοντάκιο της εορτής: «Ο Ιωακείμ και η ´Αννα, με την αγία γέννησή σου, άχραντε Θεοτόκε, ελευθερώθηκαν από την ντροπή της ατεκνίας, όπως και ο Αδάμ και η Εύα ελευθερώθηκαν από τη φθορά του θανάτου. Τη γέννησή Σου αυτήν εορτάζει και ο λαός σου, καθώς λυτρώθηκε από την ενοχή των πταισμάτων του με το να κραυγάζει σε σένα: η στείρα ´Αννα γεννάει τη Θεοτόκο και τροφό της ζωής μας». Η Γέννηση της Θεοτόκου δεν κινείται δηλαδή μόνο σ’  ένα συγκεκριμένο ιστορικό επίπεδο∙ της εποχής του Ιωακείμ και της Άννας, όπου το ζεύγος ελευθερώνεται από την ντροπή της ατεκνίας, αλλά ανάγεται και στην αρχή της ανθρωπότητας με ό,τι συνέβη με την πτώση του Αδάμ και της Εύας στην αμαρτία: ο θάνατος ως τίμημα της αμαρτίας υπερβαίνεται, γιατί γεννήθηκε εκείνη, που θα γεννούσε τον Λυτρωτή του ανθρώπου, ακριβώς από την αμαρτία και τον θάνατο. Κι ακόμη∙ η Γέννησή της δρα πια διαχρονικά σε όλους τους αιώνες. Με Αυτόν που γέννησε η Παναγία ο άνθρωπος σώθηκε από οποιαδήποτε ενοχή, αφού ο Υιός και Θεός της, διά της σταυρικής Του θυσίας, σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, όλων των εποχών.

Παρακολουθούμε τα γεγονότα, μαζεμένοι, σιωπηλοί, «ψαύοντας», όπως είπαμε, εν φόβω και τρόμω τα μυστήρια. Και πώς αλλιώς; Ένα ζευγάρι Ιουδαίων, χωρίς να κατανοεί το τι διαδραματίζεται στο βάθος, γίνεται το όργανο του Θεού για το μεγαλύτερο μυστήριο που μπορούσε ποτέ να υπάρξει: της φανέρωσης Εκείνου στον κόσμο ως ανθρώπου!

08 Σεπτεμβρίου 2022

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


                

Δεν προλάβαμε να σταματήσουμε τις δοξολογίες για την Υπεραγία Θεοτόκο του μηνός Αυγούστου - μήνας που  καταγαύζεται, όπως όλοι γνωρίζουμε, από την Κοίμησή της, αλλά και την κατάθεση της τιμίας ζώνης της - και ξεκινάμε νέους πανηγυρισμούς, επί τη εορτή των Γενεθλίων της. Αλλά η Εκκλησία μας δεν παύει ποτέ να εορτάζει την Μητέρα του Κυρίου, σε καθημερινή μάλιστα βάση, αφού όλοι οι ύμνοι της επιστεγάζονται από τα τροπάρια γι’  αυτήν, τα γνωστά «Θεοτοκία», όπως και όλες οι μεγάλες εορτές των αγίων μας έχουν ως σημαιοφόρο τους κανόνες γι’  αυτήν. Και ευλόγως: η Παναγία αποτελεί τύπο της Εκκλησίας, διότι όπως  Εκείνη γέννησε τον Υιό του Θεού ως άνθρωπο, έτσι και η Εκκλησία γεννά τον Χριστό στις καρδιές των ανθρώπων. Όχι μόνο λοιπόν στις Θεομητορικές εορτές, αλλά σε όλες τις εορτές και πάντα, η Παναγία έχει την πρώτη θέση. Τι συγκεκριμένα προβάλλει όμως η σημερινή εορτή, ώστε να διαφοροποιείται αυτή από τις άλλες της Παναγίας;

1. Καταρχάς, θα πρέπει να εξηγήσουμε κάτι που φαίνεται ως αντίφαση και που έχει τονιστεί βεβαίως πολλές φορές: η χριστιανική ορθόδοξη πίστη δεν προβάλλει τα γενέθλια ενός ανθρώπου ως ημέρα εορτής, αλλά την ημέρα που εορτάζει ο άγιός του. Πώς λοιπόν εδώ έχουμε εορτή Γενεθλίων, όπως το ίδιο συμβαίνει και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο; Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη. Τα γενέθλια ενός ανθρώπου, η ημέρα του ερχομού του στον κόσμο λειτουργεί στο επίπεδο μίας οριζόντιας πορείας απλώς του ανθρώπου, η οποία στην πραγματικότητα τροφοδοτεί τον θάνατο. Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο μέσα σε πλαίσια φθοράς και γνωρίζει ότι το τέλος του είναι ο θάνατος. Τι να γιορτάσει λοιπόν; Η ημέρα όμως που εορτάζει ο άγιος ενός ανθρώπου, αυτός του οποίου φέρει το όνομα, ή έστω η ημέρα της βαπτίσεώς του, ως ημέρα εντάξεώς του στο ζωντανό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, ως μέλος αυτού, αυτό συνιστά την ανάμνηση της χάρης εκ Θεού που δέχτηκε, συνεπώς την απαρχή της σωτηρίας του. Αν κάτι εορτάζεται στην Εκκλησία είναι γιατί έχει πάντοτε σωτηριολογικό χαρακτήρα. Από την άποψη αυτή, είναι ηλίου φαεινότερο γιατί η Εκκλησία μας εορτάζει τα Γενέθλια της Παναγίας ή του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: τότε έρχονται στον κόσμο εκείνοι που κατεξοχήν συνεργούν στον ερχομό του Χριστού και συνεπώς στη σωτηρία του κόσμου. «Η Γέννησίς σου, Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη. Εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών».

2. Κι ακριβώς το γεγονός αυτό, δηλαδή η σύνδεση της Γεννήσεως της Παναγίας με τον Ιησού Χριστό, είναι εκείνο που κατεξοχήν εξαγγέλλει η εορτή.  Δεν προβάλλεται η Παναγία μας καθεαυτήν ως άνθρωπος. Ποτέ κανείς άνθρωπος από μόνος του, όσο σπουδαίος κι αν είναι, δεν μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους ανθρώπους: όλοι ενεργούν και υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της φθοράς, όπως είπαμε, και του θανάτου. Η Παναγία έρχεται στον κόσμο μέσα στο θείο σχέδιο σωτηρίας του κόσμου από την αμαρτία και τον θάνατο: είναι η προορισθείσα εκ πασών των γενεών να γίνει Μητέρα του Θεού, παραμένοντας Παρθένος κόρη, όπως διαλαλούν οι ύμνοι της εορτής της. Είναι εκείνη που ο ερχομός της, ως προαναγγελία του Σωτήρα του κόσμου Χριστού, είχε προφητευθεί με φωτισμό Θεού από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης: είτε ως κλίμαξ του Ιακώβ είτε ως στάμνος και μάννα είτε ως ράβδος του Ααρών είτε πολύ περισσότερο ως «η κεκλεισμένη πύλη, η κατά ανατολάς βλέπουσα», την οποία έδειξε στον προφήτη Ιεζεκιήλ ο Θεός, αποκαλύπτοντάς του ότι δεν θα την διέλθει άλλος, παρά μόνον ο Ίδιος, και γι’  αυτό θα την κρατήσει έπειτα και πάλι κεκλεισμένη.

Η Γέννηση της Παναγίας λοιπόν τονίζεται και υμνολογείται τόσο εξαίσια, διότι ακριβώς παραπέμπει στον Ιησού Χριστό. Ο Χριστός είναι Εκείνος που δίνει την αξία στη Μητέρα Του, χωρίς την οποία όμως δεν θα ήταν Αυτός που είναι: εκτός από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Γι’  αυτό και η μοναδικότητα του Ιησού Χριστού αποκαλύπτει και τη μοναδικότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κανείς ποτέ δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει παρόμοιος με την Παναγία. Το ύψος της αγιότητάς της είναι υπέρμετρο και πάντοτε θα παραμένει, κατά την πατερική ποιητική υπερβολή ίσως, «Θεός μετά Θεόν». Κατά συνέπεια κατανοείται και το γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη χαρά στη σύμπασα οικουμένη. Διότι με τη Γέννηση της Παναγίας ξεκινά η διαδικασία Γεννήσεως και της Χαράς του κόσμου, του Χριστού. Στον κόσμο πια θα υπάρχει η δυνατότητα υπέρβασης της αμαρτίας, κατάργησης του διαβόλου, καταπάτησης του θανάτου. Στον κόσμο θα υπάρχει η αληθινή Ζωή. Είναι δυνατόν να μη χαίρει ο κόσμος γι’  αυτό; «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια∙ σήμερον έπνευσαν αύραι, σωτηρίας προάγγελοι».

3. Ένα σημείο, στο οποίο πρέπει κανείς να σταθεί, από εκείνα που μαρτυρεί για την εορτή η Εκκλησία, είναι η συχνή επίκληση του προορισμού της για το ρόλο της στη θεία οικονομία. Η Παναγία προορίστηκε να γίνει Μητέρα του Θεού ως ανθρώπου. Το θέμα του προορισμού έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, και μάλιστα στο παρελθόν. Είναι δε από εκείνα που οριοθετούν την αλήθεια από την πλάνη της αίρεσης. Υπάρχει προορισμός του ανθρώπου; Κι αν ναι, τότε πού βρίσκεται η ελευθερία του ανθρώπου, η οποία καταγράφεται στην Αγία Γραφή ως το βασικότερο στοιχείο του εικονισμού του Θεού στον άνθρωπο; Δεν θα μακρηγορήσουμε σ’ αυτό. Παρ’  όλη τη σοβαρότητα και τη δυσκολία ίσως που έχει η διαπραγμάτευσή του – μη ξεχνάμε ότι ο ιερός Αυγουστίνος, ο μεγαλύτερος θεολόγος του Δυτικού χριστιανισμού, αλλά και άγιος της δικής μας Εκκλησίας, δίδαξε τον λεγόμενο «απόλυτο προορισμό», δηλαδή τον εξαρχής χωρισμό των ανθρώπων από πλευράς του Θεού, των σωσμένων και των χαμένων, γεγονός που επηρέασε πάρα πολύ έπειτα και τους Προτεστάντες – μπορούμε να κάνουμε μερικές απλές επισημάνσεις: ο Θεός βεβαίως δημιουργεί ελεύθερο τον άνθρωπο, αλλά δεν καταργείται με αυτό η δική Του παγγνωσία και προόραση. Για τον Θεό τα πάντα είναι «γυμνά και τετραχηλισμένα» ενώπιόν Του, συνεπώς γνωρίζει εκ των προτέρων οτιδήποτε κι αν συμβεί, οτιδήποτε κι αν σκεφτεί ως λογισμό ο άνθρωπος. Άλλωστε στον Θεό χρόνος δεν υπάρχει, τα πάντα δηλαδή γι’  Αυτόν είναι παρόντα. Το γεγονός λοιπόν ότι ο Θεός προγνωρίζει τα πάντα δεν σημαίνει ότι καθορίζει και τα πάντα, σαν να είναι Αυτός ο απολύτως υπεύθυνος. Ο άνθρωπος κινείται και σκέφτεται ελεύθερα, αλλά ο Θεός μπορεί απλώς να επέμβει για να τροποποιήσει αυτό που η ελευθερία του ανθρώπου αποφάσισε και ενήργησε. Την πραγματικότητα αυτήν τη βλέπουμε και στα αρνητικά, αλλά και στα θετικά. Και στα θετικά είναι η Γέννηση και της Παναγίας: ο Θεός προγνωρίζοντας τη θετική κλίση της ψυχής της στο πανάγιο θέλημά Του, την προετοιμάζει να γίνει ό,τι και έγινε. Η Παναγία θέλησε να είναι με τον Θεό. Ο Θεός προετοίμασε να γίνει η Μητέρα Του, προβλέποντας τη στροφή της θελήσεώς της σ’  Εκείνον. Με τον τρόπο αυτό, όσο είναι δυνατόν να εκφραστεί απλά, κατανοούμε και τον προορισμό της Παναγίας, ίσως ένα είδος σχετικού προορισμού, για το οποίο μιλούν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας.

4. Και βεβαίως η Εκκλησία μας δεν παύει, προβάλλοντας με ποιητικότατο και θεολογικότατο τρόπο την εορτή, να καλεί και εμάς τους πιστούς όλων των αιώνων στην πρακτική διάσταση αυτής: δηλαδή αφενός να κινηθούμε σε δοξολογία του Θεού μας για την ευεργεσία Του να αναδείξει την Παναγία κατοικητήριό Του, αφετέρου να κατανοήσουμε ότι «ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου» ο Κύριος θα μας σώζει, και τρίτον, να διδαχθούμε από την Παναγία στον τρόπο της ζωής της, ακολουθώντας  αυτό που την ανέδειξε σε τόσο μεγάλη αγιότητα: το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά Σου». Η Εκκλησία αδιάκοπα μας υπενθυμίζει ότι είμαστε κλημένοι για τη θέωση, δηλαδή να γινόμαστε κι εμείς Παναγίες, σαρκώνοντας τον Χριστό μέσα μας. Κι ο λόγος για την προοπτική αυτή που ξεπερνά οποιαδήποτε φαντασία είναι η ένταξή μας στο σώμα του Χριστού διά του αγίου βαπτίσματός μας. Είμαστε μέλη Χριστού, είμαστε ενδεδυμένοι Εκείνον, συνεπώς μπορούμε να ζούμε σαν την Παναγία. Αρκεί βεβαίως να το θέλουμε και να το επιτηζούμε.

07 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΩΣ ΓΙΝΟΜΑΣΤΕ ΣΥΧΝΑ ΑΝΟΗΤΟΙ!

Συχνά γινόμαστε ανόητοι, γιατί πιστεύουμε ότι ο χρόνος είναι στη διάθεση και την κατοχή μας. Πετάμε στα σύννεφα χωρίς να βλέπουμε την πραγματικότητα της ζωής: ο θάνατος παραμονεύει στο κάθε βήμα μας!  Εκεί που λέμε «ζω», εκεί ήδη έχουμε φύγει! Είναι τυχαίο που ο  ίδιος ο Κύριος χαρακτήρισε με τον ίδιο τρόπο τον πλούσιο που πίστευε ότι θα ζήσει αιώνια; «Άφρων!», ανόητε!

Μα γινόμαστε ανόητοι και για άλλον λόγο: πιστεύουμε ότι ο επόμενος χρόνος θα αναπληρώσει τον χαμένο και σπαταλημένο χρόνο μας. Αλλά πρέπει να είμαστε σε τέτοια εγρήγορση προκειμένου να τηρούμε το θέλημα του Θεού, ώστε η κάθε στιγμή γίνεται στιγμή κρίσης αν δεν αξιοποιείται. Η κάθε στιγμή δηλαδή είναι μοναδική και ανεπανάληπτη! Όπως το σημειώνει με στοργική αυστηρότητα ο μέγας Ιωάννης της Κλίμακος: ««Μην απατάσαι, ανόητε εργάτη, ότι με τον επόμενο χρόνο θα αναπληρώσεις τον χρόνο που έχασες. Διότι και της κάθε ημέρας ο χρόνος δεν επαρκεί ώστε να εκπληρώσουμε όπως πρέπει τις καθημερινές μας υποχρεώσεις προς τον Δεσπότη (Χριστό)» (λόγ. στ΄ 25).

Τι κρύβεται πίσω από τον αφυπνιστικό λόγο του αγίου; Αφενός η εντολή του Κυρίου περί της αγάπης προς τον Θεό «εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος» - δεν έχουμε περιθώρια… χρόνου αφού ο Θεός μάς  ζητάει το εκατό τοις εκατό της ενέργειάς μας, αφετέρου ότι ο χρόνος συνιστά δωρεά Εκείνου στον άνθρωπο προς αξιοποίησή του, δηλαδή προς τήρηση ακριβώς των αγίων Του εντολών. «Δίνω χρόνο για μετάνοια» (πρβλ. Αποκ. 3, 23), επισημαίνει ο λόγος του Θεού.  Αναξιοποίητος χρόνος λοιπόν δεν είναι περιφρόνηση του δώρου αυτού; Πετάμε αυτό που μας δίνει ο Δημιουργός μας.

Η εξαπάτηση και η ανοησία βεβαίως επαυξάνεται, όταν ληφθεί υπόψη και ένας ψυχολογικός παράγων: η βαριεστημάρα που καραδοκεί πάντοτε στα λεγόμενα πνευματικά. Είναι αξίωμα πια: ό,τι αναβάλλουμε να κάνουμε σήμερα, δύσκολα γίνεται αύριο. «Η αναβολή οδηγεί στη χώρα του ποτέ»!

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΣΩΖΩΝ

«Ο άγιος Σώζων, ορμώμενος από τη Λυκαονία, ήταν βοσκός προβάτων. Όταν αξιώθηκε να βαπτιστεί και να γίνει χριστιανός, εισήλθε σε ειδωλολατρικό ναό, στον οποίο υπήρχε άγαλμα, κατασκευασμένο από χρυσάφι και ασήμι, έσπασε το δεξί χέρι του αγάλματος, το πούλησε και τα χρήματα που πήρε τα μοίρασε στους πτωχούς. Ο ηγεμόνας του τόπου άρχισε να τιμωρεί πολλούς από αυτούς που υποψιαζόταν ότι προέβησαν στην ενέργεια αυτή, γι’  αυτό και ο άγιος παρουσιάστηκε και φανέρωσε ότι εκείνος ήταν ο δράστης του γεγονότος. Αμέσως τον κτύπησαν με σφοδρότητα, του έβαλαν σιδερένια υποδήματα και τον ανάγκασαν να τρέχει. Και πάλι άρχισαν να τον κτυπούν τόσο πολύ, ώστε τα οστά του σώματός του έσπασαν όλα και με τον τρόπο αυτόν παρέδωσε το πνεύμα του στον Θεό».

 

Η εορτή του αγίου Σώζοντος βρίσκεται υπό τη σκιά της μεγάλης εορτής των Γενεθλίων της Θεοτόκου. Όχι μόνον λόγω της αυριανής Θεομητορικής εορτής, αλλά και λόγω του ότι η Εκκλησία μας και σήμερα προεορτάζει τα Γενέθλιά της και αυτά αποτελούν την προτεραιότητα των όλων ακολουθιών. Αυτό όμως συνιστά μία ιδιαίτερη ευλογία για τον άγιο Σώζοντα, ο οποίος διακατεχόταν από θερμή αγάπη προς τον Κύριο Ιησού Χριστό – «πυρπολούμενος αγάπη Θεού, Παμμάκαρ» σημειώνει μεταξύ άλλων ο υμνογράφος – συνεπώς και για την Παναγία Μητέρα Του. Κατά την πίστη μας, Χριστός και Παναγία συνθεωρούνται και ο βαθμός της αληθινής όρασης του Χριστού εξαρτάται και από τον βαθμό της αληθινής αποδοχής της Παναγίας Μαριάμ, δηλαδή της αποδοχής της ως πράγματι Θεοτόκου. Είναι λοιπόν ευλογία για τον άγιο Σώζοντα, διότι εορτάζει  κάτω από τη δροσιά της σκιάς της Παναγίας. Έτσι εφαρμόζεται και γι’  αυτόν ό,τι οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου επισημαίνουν για Εκείνην: «χαίρε δένδρον ευσκιόφυλλον, υφ’ ου σκέπονται πολλοί». Μέσα στους πολλούς είναι από την άποψη αυτή και ο άγιος Σώζων.

Πυρπολείτο από την αγάπη του Θεού λοιπόν ο άγιος Σώζων και αυτή η αγάπη τον οδήγησε και στο μαρτύριο υπέρ Χριστού και μάλιστα με τρόπο οικειοθελή. Ο υμνογράφος όμως μας υπενθυμίζει ότι δεν αρκεί μόνον να οδηγηθεί κάποιος στο μαρτύριο, αλλά και να μείνει σταθερός μέχρι τέλους, κρατώντας την αγάπη του Χριστού, που σημαίνει να δει τον εαυτό του ως ευώδη θυσία προς Εκείνον, άρα κρατώντας την αγάπη και προς τους εχθρούς: «σεαυτόν θυσίαν δε ευωδεστάτην Θεώ τέθυκας». Η με αγάπη σταθερότητα αυτή μέχρι τέλους δεν κατορθώνεται παρά μόνον όταν συνεργήσει η χάρη του Θεού. Και η χάρη του Θεού συνεργεί παρέχοντας την υπομονή, η οποία λειτουργεί ως δροσιά για τον μάρτυρα. Αν στα μαρτυρολόγια καταγράφονται τόσες περιπτώσεις αγίων, που άντεξαν με χαρά και πολλές φορές ανώδυνα τα μαρτύρια, είναι γιατί ακριβώς η χάρη του Θεού ενεργούσε και τους ενίσχυε. Όπως συνέβη και στην Παλαιά Διαθήκη, με τους αγίους τρεις παίδες που τους έριξαν στην κάμινο της φωτιάς και άγγελος Κυρίου μεταποιούσε τη φωτιά σε δροσιά, κατά τον ίδιο τρόπο ο Κύριος: ενισχύει τους μάρτυρες του ονόματός Του, για να αντέξουν με τον σωστό τρόπο, δηλαδή με αγάπη, τα μαρτύρια. Ο υμνογράφος λοιπόν επισημαίνει αυτήν την πραγματικότητα και για τον άγιο Σώζοντα: «Ρίχτηκες στο καμίνι των οδυνηρών βασάνων, Μάρτυς, και δέχτηκες τη δροσιά της υπομονής από τον Θεό, γι’ αυτό και ευχαρίστως κραύγαζες: Είσαι ευλογημένος στον ναό της δόξας σου, Κύριε».

Καμίνι βασάνων είναι βεβαίως και η ζωή μας, πολλές φορές, χωρίς να υπάρχουν τα σωματικά μαρτύρια από τους εχθρούς της πίστεως. Οι σωματικές ασθένειες, ο πόνος συγγενών μας, οι διάφορες αποτυχίες, τα προβλήματα των παιδιών μας, οι δυσκολίες από την οικονομική δυσπραγία και πολλά άλλα που συνιστούν τις δοκιμασίες της ζωής, τι άλλο είναι από βάσανα, που μας δοκιμάζουν σαν να βρισκόμαστε κι εμείς σ’  ένα καμίνι; Και η λύση είναι αυτή που προτείνει κάθε φορά η Εκκλησία μας, βασισμένη στον αιώνιο λόγο του Θεού και στη ζωή των αγίων: η με πίστη στροφή προς τον Θεό και η υπομονή την οποία Εκείνος δίνει, με την οποία δροσιζόμαστε, έστω και μέσα στο καμίνι ευρισκόμενοι. Η Εκκλησία μας όμως και πάλι τονίζει: για να λειτουργήσει η χάρη της υπομονής, το βλέμμα μας πρέπει να είναι αδιάκοπα στραμμένο στον μόνο δυνάμενο να μας σώσει, τον Κύριο. Το επισημαίνει για μία ακόμη φορά και για τον άγιο: «Άντεξε ο Σώζων τα σωματικά μαρτύρια, γιατί έβλεπε προς τον μόνο που σώζει την ψυχή».