12 Σεπτεμβρίου 2022

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΕΠΙ ΤΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΙ 100 ΕΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ ΤΟΥ 1922

«Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου καί δώσω σοι τόν στέφανον τῆς ζωῆς» (Ἀπ. Ἰω. 2, 10)

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Τήν Κυριακή πρό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καί Ζωοποιοῦ Σταυροῦ καί μέσα στό σταυραναστάσιμο κλῖμα αὐτῆς, ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει ὁρίσει νά τιμῶνται oἱ Ἅγιοι μάρτυρες ἱεράρχες καί λοιποί κληρικοί, οἱ ὁποῖοι βρῆκαν μαρτυρικό θάνατο στή Μικρά Ἀσία καί στόν Πόντο κατά τή διάρκεια τοῦ διωγμοῦ τῶν Ἑλλήνων κατοίκων. Ἡ ἀπόδοση τῆς ὀφειλομένης τιμῆς στή μνήμη τους ἐφέτος συμπίπτει μάλιστα μέ τή συμπλήρωση ἑκατό ἐτῶν ἀπό τή Μικρασιατική Καταστροφή τοῦ 1922.

Γίνεται, ἑπομένως, γιά ὅλους μας ἡ ἡμέρα αὐτή ἀφορμή περισυλλογῆς, στοχασμοῦ καί δημιουργικοῦ προβληματισμοῦ, καθώς καλούμαστε νά διδαχθοῦμε ἀπό τή γενναία στάση τῶν Ἁγίων ἐθνοϊερομαρτύρων, νά ἀναδείξουμε τόν Ἑλληνορθόδοξο Πολιτισμό τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου καί τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης καί νά θαυμάσουμε τή θέληση γιά πρόοδο καί ἀναδημιουργία, τήν ὁποία ἐπέδειξαν οἱ πρόσφυγες τοῦ 1922–1924 μέ τόν ἐρχομό τους στήν κυρίως Ἑλλάδα.

Τιμοῦμε σήμερα κατά πρῶτον τόν Ἅγιο ἐθνοϊερομάρτυρα Χρυσόστομο Σμύρνης, ὁ ὁποῖος ὑπηρέτησε μέ ἀφοσίωση καί αὐταπάρνηση τήν Ἐκκλησία καί τό Γένος, ἀρχικά ὡς Μητροπολίτης Δράμας καί Ζιχνῶν καί ὕστερα ὡς Μητροπολίτης Σμύρνης. Συχνά τοῦ προτάθηκε νά διαφύγει, ἀλλά ἡ σταθερή ἀπάντησή του ἦταν: «ἡ θέση μου εἶναι κοντά στό ποίμνιό μου». Παρέμεινε ἔτσι μέχρι τέλους στόν τόπο τοῦ καθήκοντος καί τοῦ μαρτυρίου γιά νά στηρίξει τό ποίμνιό του, φανείς «πιστός ἄχρι θανάτου», ὅπως συμβουλεύει ὁ Θεός τόν ἄγγελο (ἐπίσκοπο) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σμύρνης στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου (Β´ 10). Τελικῶς κατακρεουργήθηκε ἀπό τόν μαινόμενο τουρκικό ὄχλο καί τό πάντιμο λείψανό του δέν βρέθηκε ποτέ.

Ἐπίσης, τιμοῦμε τίς ἁγιασμένες καί μαρτυρικές μορφές τῶν Μητροπολιτῶν Ἰκονίου Προκοπίου, Μοσχονησίων Ἀμβροσίου καί Κυδωνιῶν Γρηγορίου.

Τιμοῦμε σήμερα τούς Ἁγίους ἐθνοϊερομάρτυρες τοῦ Ποντιακοῦ Ἀγώνα, ὅπως τόν Ἐπίσκοπο Ζήλων Εὐθύμιο καί τόν Ἀρχιμανδρίτη Πλάτωνα Ἀϊβαζίδη. Τιμοῦμε τόν Ἀρχιμανδρίτη Ἰάκωβο Ἀρχαντζικάκη, τόν ὁποῖον πετάλωσαν καί σταύρωσαν οἱ διῶκτες του στόν Βουτζᾶ, προάστειο τῆς Σμύρνης.

Πεντακόσιοι καί πλέον Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι κληρικοί μαρτύρησαν γιά τήν Πίστη καί τήν Πατρίδα στήν αἱματοβαμμένη γῆ τῆς Μικρασίας καί τοῦ Πόντου.

Συγχρόνως, ἀναδεικνύουμε καί προβάλλουμε τήν ἱστορική μνήμη καί τήν ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἐλευθερώνει. Γιά νά γνωρίζουν οἱ νεώτερες γενιές ὅτι ἐπί πολλούς αἰῶνες ἡ εὐρύτερη Μικρά Ἀσία, ἀπό τό Αἰγαῖο ἕως τόν Εὐφράτη καί ἀπό τόν Εὔξεινο Πόντο μέχρι τή θάλασσα τῆς Κιλικίας, ὑπῆρξε λίκνο Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ καί Ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς Παραδόσεως.

Μνημονεύουμε ἐνδεικτικῶς τούς ἀρχαίους Ἴωνες φιλοσόφους, τίς περιοδεῖες τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στή Μικρά Ἀσία, τίς Οἰκουμενικές Συνόδους, τούς Ἁγίους πού ἔζησαν, δίδαξαν ἤ καί μαρτύρησαν ἐκεῖ, τούς Καππαδόκες Πατέρες, τίς Αὐτοκρατορίες τῆς Νίκαιας καί τῆς Τραπεζούντας, τά ἑλληνικά σχολεῖα τοῦ 18ου καί 19ου αἰώνα στή Σμύρνη καί σέ ἄλλες πόλεις.

Συγκλονίζει ἀσφαλῶς ἡ Γενοκτονία τοῦ Ἑλληνισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς, ἡ ὁποία ἄρχισε τό 1914 καί ὁλοκληρώθηκε τό 1923. Δέν ἦταν μία ἀπάντηση τῶν Τούρκων στήν ἀποβίβαση τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ στίς 2 Μαΐου 1919. Ἦταν μία προσχεδιασμένη ἀπό τούς Νεοτούρκους γενοκτονία γιά νά ἐκκαθαρισθεῖ ἡ περιοχή τῆς τότε Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας ἀπό τίς Χριστιανικές κοινότητες καί κυρίως τούς Ἕλληνες καί τούς Ἀρμενίους.

Εἶναι πραγματικά πολυάριθμοι οἱ Ἕλληνες πού ξεριζώθηκαν ἀπό τά ἁγιασμένα καί πατρογονικά χώματα τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς. Ὅμως, ποτέ δέν ἀπελπίσθηκαν. Ἤλπισαν καί ἐργάσθηκαν γιά μία νέα ἀρχή καί ἕνα καλύτερο μέλλον μέ πίστη στόν Θεό καί τά κατάφεραν.

Ἀντλοῦμε διδάγματα ἀπό τή Χριστιανική εὐλάβεια, τήν ἐργατικότητα καί τή διάθεση ἀναγεννήσεως, τίς ὁποῖες ἐπέδειξαν οἱ ἀδελφοί μας Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἦλθαν ὡς πρόσφυγες ἀπό ὅλα τά σημεῖα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τοῦ Πόντου καί τῆς Ἀνατολικῆς Θράκης.

Τούς τιμοῦμε διότι συνέβαλαν δημιουργικά στή διαμόρφωση τῆς Νεοελληνικῆς κοινωνίας.

Τούς εὐχαριστοῦμε διότι ἔφεραν μαζί τους λείψανα Ἁγίων, ὅπως τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Ρώσσου στό Νέο Προκόπιο Εὐβοίας, καί θαυματουργές ἱερές εἰκόνες, ὅπως τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, μεταδίδοντας «ὀσμήν εὐωδίας πνευματικῆς» στή μητέρα πατρίδα.

Θυμόμαστε τά γεγονότα χωρίς ἐκδικητικότητα, χωρίς φανατισμό. Διδάσκουμε τήν Ἱστορία γιά νά μήν ἐπαναληφθεῖ ὁποιαδήποτε γενοκτονία.

Μιλοῦμε στά παιδιά μας γιά τίς συνέπειες τοῦ Διχασμοῦ καί τῆς Διχόνοιας, προσευχόμαστε καί ἐργαζόμαστε γιά νά ὑπάρχει ἐθνική ὁμοψυχία.

Σέ αὐτήν τήν ἐπέτειο, ἐπικαλούμαστε τίς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων τῆς Μικρασίας, ἀπό τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου Σμύρνης τοῦ 2ου αἰώνα μέχρι τοῦ Ἁγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Ὑποκλινόμαστε εὐλαβικά στήν ἱερή μνήμη τῶν πατέρων καί τῶν μητέρων μας, πού θανατώθηκαν ἤ ἐξαναγκάσθηκαν νά πάρουν τόν δρόμο τῆς προσφυγιᾶς κατά τή διάρκεια τῆς Γενοκτονίας τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη τῶν ἑκατοντάδων χιλιάδων φονευθέντων καί ἐκτοπισθέντων, ἀγνοουμένων καί ξεριζωμένων προγόνων μας.

Ἄς ἀναπαύει Κύριος ὁ Θεός καί τίς ψυχές τῶν στρατιωτῶν μας, πού ἔπεσαν ἡρωϊκῶς μαχόμενοι κατά τή Μικρασιατική Ἐκστρατεία τοῦ 1919–1922.

Μετά πατρικῶν εὐχῶν καί ἀγάπης

† Ὁ Ἀθηνῶν ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ, Πρόεδρος
† Ὁ Σάμου καί Ἰκαρίας Εὐσέβιος
† Ὁ Φλωρίνης, Πρεσπῶν καί Ἐορδαίας Θεόκλητος
† Ὁ Κασσανδρείας Νικόδημος
† Ὁ Σερρῶν καί Νιγρίτης Θεολόγος
† Ὁ Σιδηροκάστρου Μακάριος
† Ὁ Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἁλμωπίας Ἰωήλ
† Ὁ Ἀργολίδος Νεκτάριος
† Ὁ Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων Τιμόθεος
† Ὁ Μεγάρων καί Σαλαμῖνος Κωνσταντῖνος
† Ὁ Κεφαλληνίας Δημήτριος
† Ὁ Τρίκκης, Γαρδικίου καί Πύλης Χρυσόστομος
† Ὁ Καρπενησίου Γεώργιος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Ὠρεῶν Φιλόθεος

11 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΩΣ ΝΑ ΣΥΓΚΡΑΤΟΥΜΕ ΤΟΝ ΑΛΗΤΗ ΝΟΥ ΜΑΣ

 

O νους από τη φύση του μετά την πτώση στην αμαρτία είναι «αλήτης»: ξεφεύγει δηλαδή εύκολα και περιπλανιέται από δω κι από κει. Απαιτείται μεγάλος αγώνας και ξεχωριστή χάρη από τον Κύριο για να τον κρατάει κανείς εκεί που πρέπει, να τον έχει περιορισμένο στην έδρα του, την καρδιά.  Ας ακούσουμε τι λέει ο Μέγας Βασίλειος επ’ αυτού: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται και δεν διαχέεται μέσω των αισθήσεων στα πράγματα του κόσμου, επιστρέφει στον εαυτό του, στην καρδιά του δηλαδή, και διά του εαυτού του οδηγείται στην έννοια του Θεού». Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν είπε ότι η Βασιλεία του Θεού «εντός υμών εστιν», είναι μέσα σας;

Πώς θα κρατήσουμε λοιπόν τον νου στην καρδιά; Βεβαίως, όλοι οι άγιοί μας προτείνουν την προσευχή του Ιησού. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» - είναι το βαρύ «πυροβολικό» στην πνευματική ζωή.  Μπορούμε όμως να ασκούμε και άλλες πολλές εργασίες. Να δίνουμε δηλαδή «τροφή» στον νου μας με αυτά που θα τον ωθούν διαρκώς στο κέντρο του, την καρδιά. Όπως: να σκεπτόμαστε τον Θεό και την αγάπη Του, να σχολάζουμε πάνω στην ουράνια βασιλεία Του, στον ζήλο των μαρτύρων, στην πανταχού παρουσία Του, στον φύλακα άγγελό μας, στην ώρα του θανάτου μας, στο τι έπειτα θα ακολουθήσει με την κρίση. Ο μεγάλος δάσκαλος της ασκητικής ζωής άγιος Ιωάννης της Κλίμακος είναι πολύ σαφής: «Ο νους του “πρακτικού” μπορεί να ασκεί πολλών ειδών εργασίες. Να σκέπτεται δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό, να ενθυμείται τον Θεό, να ενθυμείται την ουράνια βασιλεία, να ενθυμείται τον ζήλο των Μαρτύρων, να ενθυμείται ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, όπως ο Ψαλμωδός που έλεγε, “προωρώμην τον Κύριον” κλπ. (Ψαλμ. ιε΄ 8). Να ενθυμείται ακόμη τους αγίους αγγέλους, τον χωρισμό της ψυχής του από το σώμα, τη συνάντηση με τα τελώνια του αέρα, την απόφαση του Κριτού, την κόλαση» (Κλίμαξ, λόγ. στ΄ 17).

Μεγάλες εργασίες που ορθά ασκούμενες από τον νου προστατεύουν από την πτώση στην αμαρτία και εξισορροπούν τον ανθρώπινο ψυχισμό μας! Γιατί μας κρατούν στη χάρη του Θεού!

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΕΥΦΡΟΣΥΝΟΣ Ο ΜΑΓΕΙΡΟΣ

 

«Ο όσιος γεννήθηκε από αγροίκους και χωρικούς γονείς, οπότε και ανατράφηκε χωρίς ιδιαίτερη παιδεία. Ύστερα εισήλθε σε μοναστήρι κι αφού ντύθηκε το μοναχικό σχήμα έγινε υπηρέτης των μοναχών. Επειδή καταγινόταν πάντοτε στο μαγειρείο ως αγροίκος, οι άλλοι μοναχοί τον καταφρονούσαν και τον περιέπαιζαν, όμως ο μακάριος υπέφερε όλες τις καταφρονήσεις με γενναιότητα καρδιάς και σύνεση και ησυχία του λογισμού, χωρίς να ταράσσεται καθόλου. Κι αυτό γιατί μολονότι αγράμματος, ήταν έμπειρος κατά την πνευματική γνώση. Στο μοναστήρι λοιπόν εκείνο που βρισκόταν, ήταν και ένας φιλόθεος ιερέας, ο οποίος παρακαλούσε διαρκώς τον Θεό να του φανερώσει τα αγαθά που πρόκειται να απολαύσουν όσοι τον αγαπούν. Μία νύκτα λοιπόν, την ώρα που κοιμόταν ο ιερέας, φάνηκε στον ύπνο του ότι βρέθηκε μέσα σε περιβόλι και έβλεπε τα εκεί ευρισκόμενα πανευφρόσυνα αγαθά με θάμβος και έκσταση. Εκεί όμως είδε και τον μάγειρα του μοναστηριού Ευφρόσυνο, ο οποίος στεκόταν στο μέσον του περιβολιού και απολάμβανε τα διάφορα εκείνα αγαθά. Τον πλησίασε τότε κι άρχισε να τον ρωτά ποιο είναι αυτό το περιβόλι και πώς εκείνος βρέθηκε σ’ αυτό! Ο Ευφρόσυνος του αποκρίθηκε: Εγώ έχοντας εξουσία για όλα όσα βλέπεις εδώ, χαίρομαι και ευφραίνομαι με τη θεωρία τους και τη νοερή απόλαυση. Ο ιερέας του είπε: Μπορείς να μου δώσεις κάποιο από τα αγαθά αυτά;  Κι ο Ευφρόσυνος αποκρίθηκε: Ναι, θα πάρεις από όλα αυτά με τη χάρη του Θεού μου. Τότε ο ιερέας του έδειξε κάποια μήλα και του ζήτησε να του δώσει από αυτά. Ο Ευφρόσυνος πήρε μερικά και τα έβαλε στο πανωφόρι του ιερέα λέγοντάς του: να, απόλαυσε τα μήλα που ζήτησες.

Κάποια στιγμή κτύπησε το σήμαντρο για να εγερθούν οι Πατέρες για τον όρθρο, οπότε ξύπνησε και ο ιερέας. Κι ενώ νόμιζε ότι η οπτασία που έβλεπε ήταν όνειρο, καθώς άπλωσε το χέρι του για το πανωφόρι του, βρήκε πραγματικά τα μήλα. Θαύμασε για την παράδοξη ευωδία τους κι έμεινε ακίνητος για πολλή ώρα. Κίνησε έπειτα για την Εκκλησία και βλέποντας εκεί να στέκεται ο Ευφρόσυνος τον τράβηξε παράμερα και τον όρκισε να του πει πού ήταν εκείνη τη νύκτα. Ο Ευφρόσυνος του είπε: Συγχώρησέ με, πάτερ, σε κανένα μέρος δεν πήγα κατά τη νύκτα αυτήν, παρά τώρα ήλθα στην ακολουθία. Κι ο ιερέας είπε: Γι’  αυτό εγώ πρώτα σε έδεσα με όρκους, για να φανούν σε όλους τα μεγαλεία του Θεού. Και συ δεν πείθεσαι να φανερώσεις την αλήθεια; Τότε ο ταπεινόφρων Ευφρόσυνος αποκρίθηκε: Εκεί, πάτερ, ήμουνα, όπου είναι τα αγαθά που πρόκειται να κληρονομήσουν όσοι αγαπούν τον Θεό και που συ προ πολλών ετών ζητούσες να δεις. Εκεί είδες και εμένα να απολαμβάνω τα αγαθά του περιβολιού. Κι αυτό γιατί θέλοντας ο Κύριος να δώσει πληροφορία στην αγιοσύνη σου για τα ζητούμενα αγαθά των δικαίων, ενήργησε τέτοιο μεγάλο θαύμα μέσω από εμένα τον ευτελή. Κι ο ιερέας είπε: Και τι, πάτερ Ευφρόσυνε, τι μου έδωσες από τα αγαθά του περιβολιού; Τα ωραία και ευωδέστατα μήλα, αποκρίθηκε ο Ευφρόσυνος, τα οποία τώρα τα έβαλες στην κλίνη σου. Όμως, πάτερ συγχώρησέ με, γιατί εγώ είμαι σκουλήκι και δεν είμαι άνθρωπος.

Τότε ο ιερέας διηγήθηκε σε όλους τους αδελφούς την οπτασία που είδε, η οποία προξένησε σε όλους θαυμασμό και έκπληξη και ζήλο του καλού και της αρετής. Ο δε μακάριος Ευφρόσυνος, αποφεύγοντας τη δόξα των ανθρώπων, αναχώρησε κρυφά από το μοναστήρι. Κι απομακρύνθηκε τόσο πολύ, ώστε να μείνει παντελώς άγνωστος σε όλους. Πολλοί δε ασθενείς, τρώγοντας από τα μήλα εκείνα που είχε δώσει στον ιερέα, γιατρεύτηκαν από τις ασθένειές τους» (συναξάρι ακολουθίας οσίου).

Ο όσιος Ευφρόσυνος αποτελεί ένα επιπλέον θαυμαστό σημείο μέσα στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας που επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει ευκολότερος και ανετότερος δρόμος για την είσοδο του ανθρώπου στη Βασιλεία του Θεού, ήδη από τη ζωή αυτή, από την ταπείνωση. Κι αυτό διότι το καθοριστικότερο στοιχείο της ζωής του, απαρχής μέχρι τέλους, ήταν η υψοποιός αυτή αρετή. Οι αναφορές επ’  αυτού του εκκλησιαστικού ποιητή είναι πάμπολλες. Ήδη το απολυτίκιό του, εκεί που συμπυκνώνεται η ουσία της αγιότητας ενός αγίου, αυτό επισημαίνει εξαρχής: «ὁσίως ἐβίωσας ἐν ταπεινώσει πολλῇ». Και στο δοξαστικό επίσης του εσπερινού: «Οὗτος γάρ ταπεινώσει ἑαυτόν κοσμήσας», αυτό ήταν το κόσμημα της ζωής του, η ταπείνωση. Κι είναι αυτονόητο για τη χριστιανική πίστη ότι όπου υπάρχει η ταπείνωση, εκεί υπάρχει η παρουσία του Θεού, εκεί υπάρχουν και όλα τα χαρίσματα που δίνει ο Κύριος. Γιατί ακριβώς ο παντοδύναμος και πανάγαθος Θεός μας αυτά τα δύο μάς απεκάλυψε ως κατεξοχήν στοιχεία της ζωής Του: την αγάπη και την ταπείνωση. «Ο Θεός αγάπη εστί» και «μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά».

Κι αυτό βεβαίως σημαίνει ότι πάνω στη βάση αυτή κτίζεται η πίστη στον Χριστό και η αγάπη για Εκείνον και τον συνάνθρωπο, όπως επίσης ότι η ταπείνωση συνυπάρχει με το κατεξοχήν αποδεικτικό στοιχείο της, την υπακοή. Ταπείνωση, πίστη, αγάπη, υπακοή – τα ακριβά κοσμήματα κάθε αγίου, ιδίως του σήμερα εορταζομένου οσίου Ευφροσύνου. Οπότε στο πρόσωπό του ψαύουμε την ενέργεια και τη χάρη του Τριαδικού Θεού ή αλλιώς μπροστά στον όσιο Ευφρόσυνο βλέπουμε μία άλλη «εν ετέρα μορφή» παρουσία του Κυρίου Ιησού Χριστού. Κι ασφαλώς για να υπάρχουν οι αρετές αυτές συνυπάρχουν και όλες οι παράμετροί τους, η υπομονή, η εγκράτεια, το πένθος, τα δάκρυα – διαβάζοντας τη ζωή του οσίου νιώθουμε ότι περιδιαβαίνουμε σ’ όλον τον Παράδεισο – με τελική αναφορά τη χαρά και την ευφροσύνη που φέρνει η παρουσία του Θεού στον άνθρωπο του Θεού.

«Όσιε πάτερ Ευφρόσυνε, άσκησες την αρετή με επιμέλεια στο μαγειρείο της Μονής κι αγάπησες την ταπείνωση παραπάνω από το χρυσάφι της γης. Γι’ αυτό και υψώθηκες σε άρρητο ύψος τελειώσεως» (λιτή). «Χαίρε, όσιε Ευφρόσυνε, που είσαι ο εραστής των αρετών, το λαμπρό κατοικητήριο της θείας χάρης, το βάθρο της αγάπης προς τον πλησίον, το λιβάδι της ακτησίας, η στήλη της ταπεινοφροσύνης, το κόσμημα των μοναχών, το φως του άμεμπτου βίου και ο πολύτιμος θησαυρός της θεάρεστης ασκήσεως» (στιχ. εσπ.).

Ο τονισμός μάλιστα της ταπεινώσεως ως της κατεξοχήν αρετής του οσίου Ευφροσύνου συνιστά, κατά τον καλό υμνογράφο κ. Χ. Μπούσια, ό,τι σημαντικότερο για την εποχή μας. Γιατί; Διότι η εποχή μας χαρακτηρίζεται θα λέγαμε και για την ανισορροπία αυτή: μέσα σε όλα τα δεινά και φοβερά που αντιμετωπίζει να προβάλλει ως «πρότυπο» τον οιηματία άνθρωπο, τον φαντασμένο που νομίζει ότι τα ξέρει και τα κάνει όλα! Μπορεί δηλαδή ο σύγχρονος άνθρωπος να στέκει «ενεός» κι ανήμπορος μπρος σ’ έναν αόρατο ιό που έχει φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή του, ο ίδιος όμως εξακολουθεί να υπερηφανεύεται και να αλαζονεύεται! Να, πώς το εκφράζει ο ποιητής: «Σήμερα έλαμψε ως λαμπρός ήλιος η πανευφρόσυνη μνήμη του πνευματοφόρου Ευφροσύνου, η οποία διώχνει την ομίχλη της οιήσεως και της υπερηφάνειάς μας» (δόξα εσπ.). Βλέπουμε τον άγιο Ευφρόσυνο, παραδειγματιζόμαστε και... προσγειωνόμαστε στην πραγματικότητα της ζωής μας.

Κι ακόμη ο βίος του θυμίζει δύο πράγματα από τη ζωή του μεγάλου συγχρόνου οσίου Σιλουανού του Αθωνίτου. Πρώτον, αυτό που έλεγε ο άγιος ευρισκόμενος στη Μονή του αγίου Παντελεήμονος Αγίου Όρους: σημασία στη ζωή μας δεν έχουν οι τίτλοι και τα αξιώματα, τα μεγάλα διακονήματα και οι θέσεις. Σημασία έχει το πώς κανείς διακονεί και στο μικρότερο διακόνημα: να έχει αίσθηση της παρουσίας του Χριστού ώστε να ζει αναμάρτητα. Η αναμαρτησία δεν είναι το κυρίως ζητούμενο στην κάθε ώρα και στιγμή της ζωής μας; «Αξίωσέ μας, Κύριε, την ημέρα μας να τη διαβούμε αναμάρτητα» - ό,τι ζούσε καθημερινά ο όσιος Ευφρόσυνος στο θεωρούμενο ταπεινό διακόνημά του στο μαγειρείο της Μονής. Και δεύτερον, αυτό που είχε αποκαλύψει ο ίδιος ο Σιλουανός, όταν υπηρετούσε στην τράπεζα της Μονής τους άλλους μοναχούς. «Ο Κύριος έδωσε να νιώσω τη μεγάλη χάρη Του, γιατί με τον λογισμό μου έλεγα ότι υπηρετώ τους αδελφούς του Κυρίου και τον ίδιο τον Κύριο». Κι είναι συγκλονιστικό να σκεφτεί κανείς ότι μεγάλη χάρη έλαβε ο άγιος Σιλουανός και όταν είδε τον Κύριο εν πνεύματι μέσα από την εικόνα Του στο μοναστήρι κατά την ώρα του εσπερινού, αλλά και όταν εκτελούσε το απλούστατο και ταπεινό διακόνημά του στο κοινό τραπέζι. Και γιατί θυμόμαστε τον άγιο Σιλουανό εν προκειμένω; Γιατί και ο όσιος Ευφρόσυνος ζούσε τον Παράδεισο με «αισθητό» τρόπο μάλιστα – το απεκάλυψε ο Κύριος στον φιλόθεο ιερέα της Μονής του - επειδή διακονούσε τους αδελφούς του με ταπείνωση, χωρίς να οργίζεται για τους εμπαιγμούς που δεχόταν, με διαρκή προσευχή γι’ αυτούς που τον «πείραζαν». Όσιος Ευφρόσυνος: μία ταπεινή και μικρή εξωτερικά μορφή∙ ένας γίγαντας του Πνεύματος κι ένα κατοικητήριο του Θεού με πανίερες θεοπτικές εμπειρίες εσωτερικά.

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΑ Η ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

 

«Όπως η βασιλεία των Ουρανών ομοιώθηκε με δέκα παρθένες, όπως λέγει το στόμα του Χριστού στην Καινή Διαθήκη, έτσι και δέκα γυναίκες ομοιώθηκαν με σχήμα ανδρικό και σύντριψαν τα κέντρα του ανθρωποκτόνου διαβόλου. Μία δε από αυτές τις δέκα ήταν και η σήμερα εορταζομένη Θεοδώρα, που το όνομά της σημαίνει δώρο Θεού. Αυτή λοιπόν καταγόταν από την πόλη της Αλεξανδρείας κατά τους χρόνους Ζήνωνος του βασιλιά, κατά το έτος 472. Είχε συζευχθεί νόμιμα με άνδρα και ζούσε ζωή πολύ καλή και ακατηγόρητη. Επειδή όμως από φθόνο του μισόκαλου διαβόλου έπεσε κρυφά σε μοιχεία, αποφάσισε να ζητήσει και να βρει τη σωτηρία της. Γι’ αυτό όταν άκουσε τα ευαγγελικά λόγια, με τα οποία διδάσκει ο Κύριος ότι δεν υπάρχει τίποτε κρυφό που να μη γίνει φανερό αργότερα («οὐκ ἔστιν κρυπτόν, ὅ οὐ φανερόν γενήσεται»: Λουκ. 8, 17), χάριν τούτου, καθώς στοχάστηκε το βάρος της αμαρτίας που έκανε, βδελύχθηκε αυτήν την αμαρτία σαν ένα σίχαμα και μία ακαθαρσία, οπότε απορρίπτει τη γυναικεία ενδυμασία και ντύνεται το αγγελικό σχήμα των (ανδρών) μοναχών και μετονομάζεται από Θεοδώρα σε Θεόδωρο. Πήγε λοιπόν σε ανδρικό μοναστήρι, μετανοώντας και κλαίοντας την αμαρτία της.

Αφού πέρασε η μακάρια δύο ολόκληρα χρόνια, κοπιάζοντας με βαριές δουλειές και με αγώνα να σηκώνει τα πράγματα που χρειάζονταν για το μοναστήρι, από φθόνο του ψυχοφθόρου διαβόλου συκοφαντήθηκε από κάποιους κακότροπους ανθρώπους ότι πόρνεψε με μία γυναίκα. Γι’ αυτό οι συκοφάντες έφεραν ένα βρέφος και το έριξαν έξω στη θύρα του μοναστηριού, κατηγορώντας την ψεύτικα ότι ήταν δικό της. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος η αοίδιμη Θεοδώρα δέχθηκε τη συκοφαντία σαν αληθινή και πήρε το βρέφος, ανατρέφοντάς το κανονικά σαν να ήταν δικό της. Διότι προσπαθούσε η τρισμακάρια να κρύψει τον εαυτό της, ότι ήταν δηλαδή γυναίκα κατά τη φύση. Αφού έκανε υπομονή έξω από το μοναστήρι για την αγάπη του Θεού και για κανόνα της αμαρτίας της επτά ολόκληρα χρόνια, παλεύοντας με την ψύχρα του χειμώνα, με το καύμα του καλοκαιριού και με χαμαικοιτίες, μόλις και μετά βίας μετέπειτα μπήκε μέσα στο μοναστήρι.

Από τότε λοιπόν αφού καταξήρανε το σώμα της με συχνές προσευχές, με κόπους, με ολονύκτιες στάσεις και αγρυπνίες, κι αφού απέκτησε επίγνωση βαθιά το τι σημαίνει να κληρονομήσει κανείς τη βασιλεία των ουρανών, έφθασε σ’ εκείνον τον σκοπό και το τέλος που αγαπούσε. Διότι πραγματικά ακολούθησε φοβερό θαύμα στην αγία αυτή, το οποίο ποιος να μη θαυμάσει; Κι αυτό γιατί ενώ ήταν γυναίκα, έζησε μαζί με άνδρες χωρίς να το καταλάβει κανείς. Κι ακόμη γιατί ενώ βρισκόταν στο μέσο του σταδίου της ασκήσεως, αγωνιζόταν ως ένας από τους άνδρες, λάμποντας ασκητικά ως μέγας ήλιος. Οπότε φορτωμένη από τους άξιους μισθούς των κόπων της, ανέβηκε με χαρά στον ποθητό της νυμφίο Χριστό, ενώ οι μοναχοί βλέποντας αυτό το παράδοξο θαύμα, βρέθηκαν σε έκσταση και δόξασαν τον Θεό».

(Για την οσία αυτή Θεοδώρα γράφεται στο βιβλίο «Παράδεισος των Πατέρων» ότι είπε το αξιόλογο αυτό απόφθεγμα. Δηλαδή ότι δεν σώζει τον άνθρωπο ούτε η άσκηση ούτε η αγρυπνία ούτε κανείς άλλος ασκητικός κόπος, παρά μόνον η γνήσια ταπεινοφροσύνη. Διότι ήταν ένας αναχωρητής και εξεδίωκε τα δαιμόνια. Τα ρωτούσε δε αυτός με ποια αρετή βγαίνουν από τον άνθρωπο:

 - Με τη νηστεία βγαίνετε; Κι αποκρίνονταν τα δαιμόνια: Εμείς ποτέ δεν τρώμε ούτε πίνουμε.

- Τότε με την αγρυπνία βγαίνετε; Κι αποκρίνονταν: Εμείς ποτέ δεν κοιμόμαστε.

– Με την αναχώρηση και την καταφυγή σε έρημους τόπους βγαίνετε; Κι εκείνα αποκρίνονταν: Εμείς στην αναχώρηση και στην ερημιά βρισκόμαστε.

- Με ποια λοιπόν, τους είπε, αρετή βγαίνετε; Κι αποκρίθηκαν: Εμάς καμία αρετή δεν μας νικά, παρά μόνον η ταπεινοφροσύνη. Γιατί αυτή είναι ο νικητής των δαιμόνων.

Είπε πάλι η οσία, ότι ήταν ένας μοναχός που καθόταν στην έρημο στο κελλί του. Από το πλήθος δε των πειρασμών που του προξενούσε ο διάβολος, απέκαμε και είπε: ας φύγω από δω για να γλιτώσω. Την ώρα που ετοίμαζε τα υποδήματά του για να φύγει, βλέπει έναν άλλον άνθρωπο που έβαζε κι εκείνος τα υποδήματά του (κι ήταν ο άλλος, ο διάβολος) και λέγει στον μοναχό: εσύ φεύγεις από δω εξαιτίας μου, αλλά να κι εγώ ότι σε προλαβαίνω κι ετοιμάζομαι να πάω πιο μπροστά από εσένα εκεί που θα πας).

(Από τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

 

Θαυμαστός ο βίος της οσίας Θεοδώρας της εν Αλεξανδρείᾳ. Διότι ενώ δεν είναι η μόνη στην εκκλησιαστική ιστορία που ασκήθηκε μεταμφιεσμένη σε άνδρα σε μοναστήρι ανδρών, είναι η μόνη που ακολουθεί αυτήν την παράδοξη άσκηση με δύο ξεχωριστά δεδομένα: πρώτον, επιλέγει το σκληρό μαρτύριο της πλήρους ξενιτείας για να «εξιλεωθεί» από το αμάρτημα της μοιχείας που το γνωρίζει όμως μόνο αυτή∙ δεύτερον, αποδέχεται τη συκοφαντία της σαρκικής σχέσεως με γυναίκα(!), από την οποία προήλθε και ένα βρέφος(!), πάλι ερμηνεύοντας μόνον αυτή το γεγονός ως «ξεπλήρωμα» της μοιχείας που επιτέλεσε έναντι του νόμιμου συζύγου της. Πρόκειται για πραγματικότητα που αναδεικνύει την αγιότητα της Θεοδώρας, γιατί φανερώνει ότι η πορεία της, κι όχι μόνον η ασκητική όταν ντύθηκε το μοναχικό σχήμα αλλά και πρωτύτερα, ήταν αδιάκοπα ενώπιον των οφθαλμών του Κυρίου. Πράγματι, συνέβη η μεγάλη σαρκική πτώση της, «φθόνῳ διαβόλου» κατά τον συναξαριστή, όμως έκτοτε δεν μπορούσε να αντέξει το τραγικό γι’ αυτήν γεγονός, (ενώ θα μπορούσε να το «ξεπεράσει», ακολουθώντας και τον κανόνα της μετανοίας διά του μυστηρίου της εξομολογήσεως).

 Όμως είναι τόσο λεπτή η συνείδησή της που δεν της αρκεί αυτό. Αισθάνεται ότι η εξολοκλήρου αφιέρωσή της στον Θεό, και μάλιστα με τον απόλυτο τρόπο της ξενιτείας που είπαμε, μπορεί να επιφέρει τη συγχώρεση και την ανάπαυση της καρδιάς της. Την αίσθηση αυτή σημειώνει και ο άγιος υμνογράφος της. Ήδη από τα πρώτα στιχηρά του εσπερινού αναφέρει πως «ο ήλιος μέχρι τη δύση του (όχι μετέπειτα συνεπώς) δεν σε είδε να αμαρτάνεις, σε είδε όμως και σε γνώρισε ο καρδιογνώστης Κύριος που δεν δύει ποτέ. Γιατί είναι Αυτός που βλέπει όλα τα κρυφά γενόμενα, οπότε σου φώτισε έντονα με το φως της μετάνοιας και τα μάτια της καρδιάς σου, με αποτέλεσμα να σπεύσεις να τον λατρεύσεις με την επίμονη εγκράτεια και την τελειότητα των αρετών». 

Ο δρόμος της ξενιτείας της οσίας, όπως και η αναδοχή ευχαρίστως της συκοφαντίας φανερώνουν από την άλλη τη σπουδαιότερη εξ όλων των αρετών που χαρακτήριζε τη Θεοδώρα, την αγία ταπείνωση. Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μαρτυρούν ότι αν θέλουμε αληθινά να γνωρίζουμε το πνευματικό ύψος ενός χριστιανού, πρέπει να δούμε τα σημάδια της αληθινής ταπεινοφροσύνης του. Κι αυτό γιατί ο αποκαλυφθείς Θεός μας είναι τα δύο αυτά: αγάπη και ταπείνωση. Η οσία Θεοδώρα λοιπόν αποκαλύπτει το υπέρμετρο ύψος της, γιατί διαπνεόταν από την ταπείνωση αυτή, και βεβαίως από την αγάπη της προς τον Θεό και τον συνάνθρωπό της. «Φρονήματι τεταπεινωμένῳ» μάς λέει ο υμνογράφος ότι υπηρετούσε στο μοναστήρι η αγία (ωδή γ΄), «τρωθεῖσα θείῳ ἕρωτι» (εξαποστειλάριον),  ενώ μ’ αυτό το φρόνημα εξέχεε τη φλογισμένη αγάπη της προς τον Κύριο με τις προσευχές της: «Δες την ταπείνωση και τον κλαυθμό μου. Δες τη θλίψη μου και ανακούφισέ την... έκραζε η Θεοδώρα πρός τόν μόνον  δυνάμενον σώζειν» (ωδή δ΄). Κι ήταν η ταπείνωσή της αυτή πια που σαν ξίφος στα χέρια της οσίας έκοβε τις κεφαλές των δαιμόνων: «Τῷ ξίφει τοῦτον (τόν ἐχθρόν) τῆς ταπεινώσεως ἔτρωσας, συντρίψασα αὐτοῦ κάραν πολυμήχανον» (ωδή ε΄).

Η οσία χαριτώθηκε ιδιαιτέρως από τον Κύριο λόγω της μεγάλης της ταπείνωσης και της βαθιάς μετάνοιάς της, γι’ αυτό αφενός πάμπολλα ήταν και είναι τα θαύματά της («χάριν ἰαμάτων δεδωκώς σοι, Θεός»: ωδή ε΄), αφετέρου αποτελεί μέγα παράδειγμα μετανοίας για κάθε άνθρωπο που περιπίπτει στις αμαρτίες, όσες μεγάλες και βαριές κι αν είναι  («υπογραμμός ἀναδέδεικται πεπτωκόσιν ὁ βίος σου καί βουλομένοις προσέρχεσθαι διά μετανοίας τῷ εἰδότι τά πταίσματα συγχωρεῖν καθώς γέγραπται» (οίκος συναξαρίου) (αναδείχτηκε παράδειγμα η ζωή σου γι’ αυτούς που έπεσαν στην αμαρτία και θέλουν να προσέρχονται με μετάνοια σ’ Αυτόν που γνωρίζει να συγχωρεί τις αμαρτίες, όπως έχει γραφεί).  

10 Σεπτεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 

“᾽Εμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι᾽οὗ ὁ κόσμος ἐμοί ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ

 

 Τό ἀποστολικό, (ὅπως καί τό εὐαγγελικό ἄλλωστε), ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς βρίσκεται μέσα στήν προοπτική τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Παρμένο ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀναφέρεται στό τί ἀποτελεῖ καύχημα τοῦ ἀποστόλου. Καί τό καύχημα αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. ᾽Αφοῦ ὁ ἀπόστολος ἐπιστήσει τήν προσοχή τῶν Γαλατῶν ἀπέναντι σ᾽ ἐκείνους πού θέλουν νά τούς χρησιμοποιοῦν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς – τούς ἰουδαιοχριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, ἀρκεῖ νά μή ὑφίσταντο κάποιο διωγμό γιά τήν πίστη τους – τονίζει ἀκριβῶς τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς καύχηση τῆς ζωῆς του καί ὡς προσωπικό γεγονός σωτηρίας του. ῾῞Οσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός από τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τόν σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽.

 

 1. Ὁ ἀπόστολος δέν καυχᾶται γιά ἐπίγεια πράγματα, δηλαδή γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά δύναμη - ὅ,τι ἐκφράζει τόν κοσμικό λεγόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς -, διότι μία τέτοια καύχηση γιά τά γήϊνα μόνο ἀγαθά εἶναι εὐνόητο ὅτι ἀποκαλύπτει τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει διαγράψει τόν Θεό καί τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή του καί ἔχει κάνει κέντρο αὐτῆς μόνον τή φιλαυτία καί τόν ἐγωϊσμό του. ῞Ενα ἐγωπαθές ἄτομο πού βιώνει ἔτσι τήν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, ἔχει ὡς μόνη ὅραση ζωῆς ὅ,τι ἱκανοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του καί τά πάθη του, κατά τό ῾φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνῄσκομεν᾽. Πρόκειται γιά τήν καύχηση τοῦ τύπου τοῦ ἄφρονος πλουσίου τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου, πού τό μόνο τελικῶς πού εἰσπράττει εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς αἰώνιας σωτηρίας του. ῾῞Α δέ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται; Τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ᾽.

Ὁ ἀπόστολος καυχᾶται γιά ὅ,τι θεωρεῖτο σκάνδαλο γιά τούς ἰουδαίους καί ἀνοησία γιά τούς εἰδωλολάτρες : τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Γιατί; Διότι ὡς γνωστόν πάνω στόν Σταυρό ἀποκορυφώθηκε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο - ῾οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν᾽ - ἀφοῦ διά τοῦ Σταυροῦ ἤρθη ἐν Χριστῷ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου καί σώθηκε ἔτσι αὐτός ἀπό τό κεντρί της, τόν θάνατο, καί τόν παντοτινό ὑποκινητή της, τόν πονηρό διάβολο. Μέ τόν Σταυρό ὁ ἄνθρωπος ὁδηγήθηκε στήν ἐλευθερία καί τή χαρά τῆς ἀληθινῆς ζωῆς: τή μετοχή του στό ἀποτέλεσμα τοῦ Σταυροῦ, τήν  ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι καύχηση γιά τόν Σταυρό σημαίνει καύχηση γιά τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού νίκησε τόν θάνατο καί τόν ἐγωϊσμό, δείχνοντας τήν αἰώνια ζωή ὡς προοπτική τοῦ ἀνθρώπου.

2. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐξηγεῖ ὁ ἀπόστολος στή συνέχεια: «μέ τόν Σταυρό ὁ κόσμος γιά μένα ἔχει σταυρωθεῖ καί ἐγώ γιά τόν κόσμο». Ὁ Σταυρός ἔχει ἀνθρωπολογικές καί παγκόσμιες διαστάσεις. ῞Ο,τι ὑπέστη ὁ Κύριος ἀντανακλᾶ πιά στόν ἄνθρωπο τόν ὁποῖο προσέλαβε καί ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑπερνικήσει τίς ὅποιες ἐπιρροές τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, προερχόμενες εἴτε ἔξω ἀπό αὐτόν εἴτε ἀπό τά ἴδια τά πάθη του. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά πιστέψει στόν Χριστό καί νά Τόν ἀποδεχθεῖ στή ζωή του, πού σημαίνει νά βαπτισθεῖ στό ἅγιο ὄνομά Του καί νά γίνει μέλος τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τήν ᾽Εκκλησία. ᾽Ενσωματωμένος στόν Χριστό εἰσπράττει τή δύναμή Του καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ κόσμος, κατά τή διατύπωση τοῦ ἀποστόλου, νεκρώνεται γι᾽ αὐτόν καί ὁ ἴδιος νεκρώνεται γιά τόν κόσμο. Καί βεβαίως ἐννοεῖται ὅτι μιλώντας γιά τή νέκρωση τοῦ κόσμου ὁ ἀπόστολος δέν ἐννοεῖ τόν κόσμο ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ. ᾽Εννοεῖ αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δίνει ὡς περιεχόμενο: τό ἁμαρτωλό φρόνημα τοῦ κόσμου, τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Τό λέει πολύ καθαρά μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ ἀπόστολος ᾽Ιωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: ῾Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. ῞Οτι πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὔκ ἐστιν᾽.

Μέ ἄλλα λόγια, καυχᾶται ὁ ἀπόστολος, ναί, γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. ᾽Αλλά δέν βλέπει τόν Σταυρό σάν κάτι μετέωρο: ἀποκομμένο ἀπό τόν ἴδιο, σάν γεγονός δηλαδή πού σχετίζεται μέ κάποιον ἄλλον ἔστω καί τόν Θεό. Μία τέτοια θεώρηση θά συνιστοῦσε διαστροφή τῆς πίστεως. Θά σήμαινε ἀλλοίωσή της κι ἔκπτωσή της σέ μία ἰδεολογία. Τόν Σταυρό Τόν βλέπει χάριτι Θεοῦ ὡς προσωπικό ὑπαρξιακό γεγονός, ὡς βίωμα δικό του, πού τόν κάνει νά μετέχει σ᾽ Αὐτόν. Τό εἶχε πεῖ ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ῾῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. ῎Ετσι ὁ χριστιανός, ἄν εἶναι ἀληθινός χριστιανός, δέν μπορεῖ νά ἀφήσει χῶρο μέσα στήν καρδιά καί τόν νοῦ του γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὅποιας ἁμαρτίας. Κάθε κίνημα ἐμπαθές, εἴτε φιληδονίας είτε φιλαργυρίας εἴτε φιλοδοξίας, νεκρώνεται ἐν τῇ γενέσει του, ὅπως ἀντιστοίχως ὅπου ἐνεργεῖται ἡ ἁμαρτία τοῦ κόσμου ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά βρεῖ παρόντα τόν χριστιανό. Γιά τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι ἀπών, δέν ὑπάρχει. Ἡ γνωστή εἰκόνα τοῦ ἐσταυρωμένου μοναχοῦ, ὅπου στή θέση τοῦ μοναχοῦ βρίσκεται καί κάθε χριστιανός, εἶναι κατεξοχήν ἀποκαλυπτική τῆς ἀλήθειας αὐτῆς.

3. ᾽Εσταυρωμένος ἔτσι ὁ χριστιανός, μέ ἀνενέργητη τήν ἁμαρτία μέσα του, ἤ καθιστώντας την ἀνενέργητη μέ τό διαρκές βίωμα τῆς μετανοίας του κάθε φορά πού ἐπισημαίνει τή δαιμονική ἐπιρροή της στήν ὕπαρξή του, βλέπει νά μετατίθεται ἐσωτερικά σέ μία ἄλλου εἴδους κατάσταση: γίνεται ῾καινή κτίσις᾽, καινούργια δημιουργία. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ σέ αὐτόν, κάνοντάς τον νά βιώνει ἤδη ἀπό τή ζωή αὐτή τήν πνευματική ἀνάστασή του, πού ἐκδηλώνεται μέ τούς καρπούς τοῦ ἁγίου Πνεύματος: τήν ἀγάπη, τή χαρά, τήν εἰρήνη, τή μακροθυμία, τήν ἐγκράτεια. Τό ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος: ῾ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτούς καί ἔλεος καί ἐπί τόν ᾽Ισραήλ τοῦ Θεοῦ᾽. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐν Χριστῷ δηλαδή ἄνθρωπος πού μετέχει στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ὡς μέλος Αὐτοῦ καί ὡς τηρητής τῶν ἐντολῶν Του, μακριά συνεπῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, ζεῖ ἐνεργά μέσα στή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα σ᾽ αὐτόν. Βρίσκεται ὅσο εἶναι δυνατόν  σέ μία κατάσταση ἀδιάκοπης θείας κοινωνίας.

 

 Κανείς δέν εἶπε ὅτι ὁ δρόμος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι εὔκολος. ῾Οὐδείς ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν μετά ἀνέσεως᾽, μᾶς λένε οἱ ἅγιοί μας, στοιχώντας στή ζωή καί τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Χρειάζεται νά σταυρώνουμε καθημερινῶς τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, διότι λάβαμε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος τή δύναμη γι᾽ αυτό, προκειμένου νά διατηρεῖται ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος μέσα μας, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τό ἔκαναν. ᾽Απομένει νά τό ἀποδεικνύουμε καί ἐμεῖς.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 3, 13-17)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. 

 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· Κανένας δέν ἀνέβηκε στόν οὐρανό παρά μόνο ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, καί πού εἶναι στόν οὐρανό. Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν νά μή χαθεῖ ἀλλά νά ζήσει αἰώνια. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στό θάνατο τό μονογενῆ του Υἱό, γιά νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια. Γιατί, ὁ Θεός δέν ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά νά καταδικάσει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.

 

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Γαλ. 6, 11-18)

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, προσέξτε μέ πόσο μεγάλα γράμματα σᾶς γράφω τώρα μέ τό ἴδιο μου τό χέρι. Ὅσοι θέλουν ν’ ἀποκτήσουν καλή φήμη στούς ἀνθρώπους, αὐτοί σᾶς ὑποχρεώνουν νά περιτέμνεστε μέ μόνο στόχο νά μήν καταδιώκονται ἀπό τούς Ἰουδαίους ἐξαιτίας τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε οὔτε κι αὐτοί πού ἐπιμένουν στήν περιτομή τηροῦν τό νόμο. Ἁπλῶς θέλουν νά περιτέμνεστε ἐσεῖς, γιά νά καυχηθοῦν ὅτι σᾶς κατάφεραν νά τό κάνετε. Ὅσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο. Γιά ὅσους ἀνήκουν στόν Ἰησοῦ Χριστό δέν ἔχει καμιά σημασία οὔτε τό νά κάνεις περιτομή οὔτε τό νά μήν κάνεις, ἀλλά ὅλοι εἶναι νέα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Στό ἑξῆς κανένας ἄς μή μοῦ δημιουργεῖ προβλήματα. Ἀρκετά ἔχω πάθει γιά τόν Ἰησοῦ, ὅπως δείχνουν τά σημάδια στό σῶμα μου. Ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εὔχομαι νά εἶναι μαζί σας, ἀδερφοί μου. Ἀμήν.