16 Σεπτεμβρίου 2022

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΚΑΙ ΠΑΝΕΥΦΗΜΟΣ ΕΥΦΗΜΙΑ

 

«Η αγία αυτή και ένδοξη μεγαλομάρτυς Ευφημία, διέλαμψε κατά τους καιρούς του αυτοκράτορα Διοκλητιανού και του Πρίσκου, ανθυπάτου της Ευρώπης. Υπήρξε γέννημα και θρέμμα της πόλης της Χαλκηδόνας, καταγόμενη από ευγενείς και θεοσεβείς γονείς. Κατηγορήθηκε όμως στον ηγεμόνα ως χριστιανή, και γι’ αυτό την έρριξαν πρώτα στη φωτιά, έπειτα στα θηρία, και στη συνέχεια μηχανεύτηκαν και άλλα βασανιστήρια, τα οποία τα υπέμεινε όλα η αγία με γενναιότητα και έλαβε το στεφάνι του μαρτυρίου. Το ιερό λείψανό της διασωζόταν από τους ευσεβείς χριστιανούς στην πόλη της Χαλκηδόνας, όπου και είχε οικοδομηθεί εις τιμήν της περικαλλής ναός. Στα χρόνια των ευσεβεστάτων βασιλέων Μαρκιανού και Πουλχερίας, συγκροτήθηκε η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος των εξακοσίων δέκα πατέρων στη Χαλκηδόνα (451 μ.Χ.), η οποία αναθεμάτισε τους αιρετικούς μονοφυσίτες Ευτυχή και Διόσκορο και διατύπωσε την αληθινή πίστη περί του Κυρίου μας Ιησού Χριστού – δύο τέλειες φύσεις, ανθρώπινη και θεϊκή, ενωμένες στη μία Του θεϊκή υπόσταση «ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως». Επειδή όμως δεν πείθονταν οι αιρετικοί, γι’ αυτό και σκέφτηκαν οι θεοφώτιστοι Πατέρες το εξής: να γράψουν την ορθόδοξη πίστη σε τόμο και αντιστοίχως να κάνουν και οι αιρετικοί, τους δε δύο αυτούς τόμους να τους εναποθέσουν σφραγισμένους στο στήθος της αγίας, μέσα στη λάρνακά της, κάτι που έγινε. Αργότερα, όταν άνοιξαν τη λάρνακα, τον μεν τόμο των αιρετικών τον βρήκαν ριγμένο υπό τους πόδας της αγίας, τον δε των ορθοδόξων να κρατείται από τη μεγαλομάρτυρα στα τίμια χέρια της. Αυτό βλέποντας όλοι, οι μεν αιρετικοί γέμισαν από ντροπή, οι δε ορθόδοξοι από χαρά. Το χαριτόβρυτο αυτό λείψανό της, ακέραιο, μετακομίστηκε, πριν από την άλωση, από τη Χαλκηδόνα στην Κωνσταντινούπολη, όπου και ανηγέρθη ναός εις τιμήν της αγίας, και μετά την άλωση (1453), μετά από διάφορες αναγκαίες μετακομίσεις, τοποθετήθηκε οριστικά στον ναό του αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου στο Φανάρι, εκεί που μέχρι σήμερα ευρίσκεται, τιμώμενο και σεβόμενο έκτοτε όχι μόνο από τους ορθοδόξους χριστιανούς, αλλά και από τους ετεροδόξους. Τελείται δε η μνήμη και πανήγυρη της αγίας, κατά την 11η Ιουλίου, (όπως και κατά τη σημερινή ημέρα),  κατά την οποία συρρέουν πλήθη πιστών, για ν’  ασπαστούν το ιερό λείψανό της και ν’  αξιωθούν πολλών ιαμάτων».

 

Την αγία μεγαλομάρτυρα Ευφημία την ξαναείδαμε στις 11 Ιουλίου. Και πάλι σήμερα η Εκκλησία την προβάλλει ενώπιόν μας προς παραδειγματισμό, και  για τη μεγάλη της άθληση και για το ορθόδοξο φρόνημά της, τόσο που ο Θεός θέλησε στο ναό της και με τις ευλογίες της, ιδίως διά του τιμίου της λειψάνου, να δώσει απάντηση στον προβληματισμό της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, όπως αναφέρει και το ιερό συναξάρι της. Η άθλησή της ήταν τέτοια που φανέρωσε ότι κάτω από το «χαύνον του θήλεος», όπως σημειώνει ο υμνογράφος, κρυβόταν μία ανδρεία και γενναία καρδιά, μπροστά στην οποία – για να δανειστούμε μία φράση του ιστορικού Ιωάννου Φιλήμονος, την οποία έγραψε για την ηρωίδα του 21 Μπουμπουλίνα – «οι μεν άνανδροι ντροπιάζονταν, οι δε γενναίοι υποχωρούσαν». Πράγματι, ακόμη και ο όσιος Παῒσιος ο αγιορείτης, όταν εν οράματι τού εμφανίστηκε η αγία στο Άγιον Όρος το 1987, θαύμασε πώς μία νεαρή κόρη άντεξε τόσο μεγάλα βασανιστήρια, και μάλιστα παρότρυνε και τους άλλους μάρτυρες, ως αρχηγός τους, να τα υπομείνουν και αυτοί.

Ο υμνογράφος μάλιστα προχωρεί ακόμη περισσότερο και μας υπενθυμίζει ότι η άθληση της αγίας ήταν τελικώς η «προίκα» της ενώπιον του Κυρίου Ιησού Χριστού. «Ανέδραμες, νοητούς προς θαλάμους ώσπερ προίκα, τω νυμφίω σου, Παρθένε, προσαγαγούσα την άθλησιν» (Έτρεξες προς τους νοητούς θαλάμους (της Βασιλείας του Θεού), φέροντας σαν προίκα στον νυμφίο σου Χριστό, Παρθένε, την άθλησή σου). Κι είναι τούτο μία υπενθύμιση, η οποία πρέπει ιδιαιτέρως να μας ελέγχει, διότι αποδυόμαστε στον κόσμο τούτο, είτε κατορθώνοντάς το είτε όχι, να μαζέψουμε υλικά αγαθά, να αποκτήσουμε χρήματα, να έχουμε πράγματα για να περνάμε, και για τη νεότητά μας και για τα γηρατειά μας. Κάνουμε δηλαδή την προίκα μας (σαν να είναι αυτή ο μοναδικός θησαυρός μας),  μεγάλη ή μικρή,  η οποία όμως τελικώς θα παραμείνει στον κόσμο τούτο, χωρίς κάτι από αυτήν να μας συνοδεύσει στα μετέπειτα. Εκείνο που πράγματι θα μας συνοδεύσει ως την αληθινή προίκα μας θα είναι οι αγώνες που κάναμε για να αποκτήσουμε τις αρετές, για να αποκτήσουμε με άλλα λόγια το Πνεύμα του Θεού, καρπός του Οποίου είναι οι αρετές. Χωρίς αυτό το Πνεύμα και το αποτέλεσμα της παρουσίας Του στη ζωή μας θα είμαστε γυμνοί και ντροπιασμένοι ενώπιον του Θεού μας, και ιδίως την ώρα της κρίσεως. Η αγία λοιπόν μας υπενθυμίζει αυτό που ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Μη θησαυρίζετε θησαυρούς επί της γης…Θησαυρίζετε θησαυρούς εν ουρανώ, όπου κλέπται ου διορύσσουσι ουδέ κλέπτουσι».

Η προτεραιότητα αυτή στη ζωή του Χριστιανού, όπως το βλέπουμε στην αγία Ευφημία, όχι μόνο κάνει τον άνθρωπο να κερδίσει τελικώς τον Παράδεισο, αλλά τον κάνει και στον κόσμο αυτό  να είναι ευλογία για όλους τους ανθρώπους. Άλλωστε το ένα αποτελεί ποιητικό αίτιο του άλλου: αν δεν είσαι ευλογία για τους συνανθρώπους σου, Παράδεισο δεν βλέπεις. Ο εκκλησιαστικός ποιητής επισημαίνει και αυτήν τη διάσταση  με μία πολύ όμορφη εικόνα: «η διηνθισμένη ταις αρεταίς, και πεφωτισμένη τον λογισμόν, η μύρα προχέουσα εν ταις καρδίαις των πιστών» γράφει. Η αγία ήταν διανθισμένη με τις αρετές, είχε φωτισμένο (από το Πνεύμα του Θεού) λογισμό, ήταν αυτή που πρόσφερε στις καρδιές των πιστών μύρα. Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα ο Χριστιανός να αποτελεί για τον κάθε συνάνθρωπό του άρωμα Χριστού. Να μας βλέπουν οι άλλοι και να μας «εισπράττουν» ως ευλογία δηλαδή στη ζωή τους. Διότι αυτό τελικώς είναι ο Χριστιανός: άρωμα, ευωδία Χριστού, όπως το λέει και ο απόστολος Παύλος. Χωρίς όμως φωτισμένο λογισμό από την πίστη του Χριστού και ενάρετη ζωή από την τήρηση των εντολών Του, τούτο δεν είναι κατορθωτό. Η αγία Ευφημία, νεαρή κόρη αλλά με μεγάλη καρδιά το πέτυχε.  

15 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΗΤΑΣ

 

«Ο άγιος Νικήτας έζησε επί της βασιλείας Κωνσταντίνου του Μεγάλου. Γεννήθηκε και ανατράφηκε στη χώρα των βαρβάρων Γότθων, πέραν του Ίστρου ποταμού. Είχε επικοινωνία με τους βαρβάρους, αλλά ήταν χριστιανός, καταγόμενος από  καλή και πλούσια γενιά. Συνελήφθη από τον άρχοντα των Γότθων Αθηνάριχο, λόγω της πίστεώς του στον Χριστό, και αφού τον βασάνισαν σκληρά κτυπώντας τον, τον έριξαν στη φωτιά, οπότε και τελειώθηκε».

 

Ο άγιος Νικήτας ανήκει σ’  εκείνους τους μάρτυρες που μπορούν να χαρακτηριστούν «πυρφόροι νικηφόροι», δεδομένου ότι τελειώθηκε, όπως λέει το συναξάρι του, μέσα από τη φωτιά. Είχε την ίδια εμπειρία με τους αγίους τρεις παίδες της Παλαιάς Διαθήκης, την ίδια εμπειρία με τον άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης και με πλήθος άλλων αγίων μαρτύρων, με τη διαφορά ότι ο Θεός μέσα στις ανεξερεύνητες βουλές Του δεν τον έσωσε από αυτήν, αλλά επέτρεψε η φωτιά να γίνει το μέσον της τελειώσεώς του και δι’  αυτής να οδηγηθεί στον δροσισμό  του Παραδείσου. Και γι’  αυτόν γράφηκε το «διήλθομεν διά πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν». Τώρα χαίρει στεφανωμένος, ευρισκόμενος στη θριαμβεύουσα Εκκλησία μαζί με τους άλλους μάρτυρες του Κυρίου, αναπαυμένος σαν σε γαλήνιο όρμο, πρεσβεύοντας πια εν αγάπη για εμάς που χειμαζόμαστε ακόμα στην τρικυμιώδη θάλασσα της εδώ ζωής. «Όλμω γαληνώ προσωρμίσθης, αναπαυσάμενος των πόνων, και στεφανηφόρος χορεύεις εν Παραδείσω, μετά Μαρτύρων Χριστού». Ο υμνογράφος μάλιστα λαμβάνει και πάλι την αφορμή να υπενθυμίσει ότι η λαμπρότητα των ενδυμάτων  του, κατά συμβολικό βεβαίως τρόπο, οφείλεται στο ερυθρό χρώμα των αιμάτων του. Το αίμα του ύφανε τον έντιμο χιτώνα του. «Τους αικισμούς υπέμεινας στερρώς, και χιτώνα τον έντιμον, μαρτυρικώς ενδέδυσαι, εκ σων αιμάτων υφαινόμενον».

Η μακαριότητα αυτή του Παραδείσου, την οποία  από την ώρα της τελειώσεώς του και μετέπειτα απολαμβάνει ο άγιος μεγαλομάρτυς, υπήρξε και η δύναμη που τον έκανε, μαζί με τη χάρη του Θεού, να υπομείνει όλα τα μαρτύρια επιτυχώς. Θέλουμε να πούμε ότι αν ο άγιος μπόρεσε να κρατηθεί, και μάλιστα «χαίρων», στα τόσα σκληρά βάσανα που υπέστη, ήταν διότι ο νους του ήταν προσηλωμένος στη θεωρία του Κυρίου Του και της ομορφιάς των χαρίτων που προσφέρει στους νικητές των εχθρών. Όπως το επισημαίνει με γλαφυρότητα ο εκκλησιαστικός μας ποιητής: «Ενηδόμενος Κυρίου τη θεωρία, και ταις αυτού λαμπρότησιν, εντρυφών ο Μάρτυς, πάσχων ουκ ησθάνετο, και χαίρων εκραύγαζε: Δόξα τη δυνάμει σου, Κύριε». Αγαλλιώμενος από τη θεωρία του Κυρίου ο Μάρτυς, και εντρυφώντας στις λαμπρότητες αυτού, δεν αισθανόταν ότι έπασχε και με χαρά εκραύγαζε: Δόξα στη δύναμή Σου, Κύριε.

Πολλές φορές έχει εξαγγελθεί ότι η μετάθεση αυτή του νου από τα βάσανα στο αποτέλεσμα, που είναι το στεφάνωμα από τον Κύριο, συνιστά τη σπουδαιότερη μέθοδο αντιμετωπίσεως όλων των οδυνηρών του βίου. Ήταν κάτι που το ετόνιζε και ο μέγιστος των αγίων, όσιος Αντώνιος, ο οποίος έλεγε, όπως αυτό καταγράφεται στον Βίο του από τον Μεγάλο Αθανάσιο, ότι πρέπει κανείς να μην παγιδεύεται στο πρόβλημα, αλλά στη λύση. Να ζει μέσα στα προβλήματα, αλλά «σαν να έχει ήδη  νικήσει». Κι είναι η μέθοδος αυτή κάτι που επισημαίνουν και νεώτεροι ψυχολόγοι, ότι δηλαδή για να απεμπλακεί κανείς από τις δυσκολίες της ζωής, από την ταλαιπωρία των λογισμών που στριφογυρίζουν τον άνθρωπο μονίμως στο πρόβλημα, θα πρέπει να μεταθέσει ακριβώς τον λογισμό του σε κάτι πέρα από το πρόβλημα. Για τον χριστιανό αυτό συνιστά μία πραγματικότητα, που την επιβεβαιώνει καθημερινά από τον πνευματικό του αγώνα. Διότι αυτό είναι και το μυστικό της πνευματικής ζωής: με τη χάρη του Θεού να ελέγχει κανείς τους λογισμούς του, ώστε να καλλιεργεί τους σωστούς λογισμούς. Και σωστοί λογισμοί είναι κυρίως αυτοί που έχουν ως κέντρο τον Κύριο Ιησού Χριστό και τη χάρη που Εκείνος πάντοτε δίνει. Είναι η πρόταση της Εκκλησίας μας για να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο τα προβλήματα της πνευματικής ζωής, αλλά και τα προβλήματα της καθημερινότητας, ιδίως αυτά που σχετίζονται με την κρίση της εποχής. Δηλαδή: μη μένουμε μόνο στα προβλήματα, διότι αυτό μπορεί να μας καταβάλει και να μας διαλύσει. Ο νους μας να προσβλέπει στον Κύριο, στη λύση που Εκείνος δίνει στον κάθε πιστό Του, κι αυτό θα μας δώσει τη δύναμη και την υπομονή να αντιμετωπίσουμε τα πάντα.

14 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΥΨΩΝΕΤΑΙ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΓΙΑΖΕΤΑΙ

 

«Σταυρός ὑψοῦται σήμερον καί κόσμος ἁγιάζεται∙ ὁ γάρ Πατρί συνεδρεύων καί Πνεύματι τῶ Ἁγίῳ, ἐν τούτῳ χεῖρας ἁπλώσας τόν κόσμον ὅλον εἵλκυσας πρός σήν, Χριστέ, ἐπίγνωσιν∙ τούς οὖν εἰς σέ πεποιθότας θείας ἀξίωσον δόξης» (Εξαποστειλάριο εορτής Υψώσεως).

(Ο Σταυρός υψώνεται σήμερα και ο κόσμος αγιάζεται. Διότι, Χριστέ, που κάθεσαι μαζί με τον Πατέρα και το Άγιον Πνεύμα, αφού άπλωσες τα χέρια πάνω σ’ Αυτόν τον Σταυρό, έλκυσες όλο τον κόσμο για την επίγνωσή Σου. Λοιπόν αυτούς που πιστεύουν σε Σένα αξίωσέ τους από τη θεϊκή Σου δόξα). 

 

Η Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού δεν έχει μόνο ιστορικές συντεταγμένες – ό,τι συνέβη με τον Μ. Κωνσταντίνο τον 4ο αι. με τη θεοπτία του Σταυρού και την εύρεσή Του αργότερα με την αγία Ελένη, αλλά και τον 7ο αι. με τον αυτοκράτορα Ηράκλειο όταν εξεστράτευσε κατά των Περσών για να ξαναπάρει τον Τίμιο Σταυρό που είχαν αυτοί κλέψει. Πολύ περισσότερο έχει πνευματική διάσταση που αυτήν τονίζει ο παραπάνω ύμνος. Υψώνεται, λέει, ο Σταυρός, κι ο κόσμος αγιάζεται. Που θα πει ο κόσμος αποκτά συνθήκες διά του Σταυρού υπέρβασης του χάσματος στο οποίο βρισκόταν λόγω της αμαρτίας και συνεπώς μονίμου αποκοπής του από τον Θεό. Με τον Σταυρό ο κόσμος μπορεί να ξαναδεί Θεού πρόσωπο, γιατί δι’ Αυτού καταργήθηκε το αίτιο του χωρισμού, η αμαρτία, καταπατήθηκε το αποτέλεσμά της, ο θάνατος, νικήθηκε ο Πονηρός που καταδυνάστευε τον άνθρωπο. Ο Σταυρός πράγματι έγινε «η θύρα του Παραδείσου» κι αυτήν τη θύρα μπόρεσε διά του Χριστού να διέλθει πια ο άνθρωπος.

Γιατί τέτοια και τόση η δύναμη του Σταυρού; Διότι, εξηγεί ο άγιος υμνογράφος, πάνω σ’ Αυτόν άπλωσε τα εσταυρωμένα χέρια Του από την κακία των ανθρώπων ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού, ο Ιησούς Χριστός, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Το μυστήριο του Σταυρού σ’ αυτό το σημείο έγκειται: δεν πάσχει επ’ Αυτού ένας κοινός άνθρωπος, όσο άγιος και μεγάλος κι αν ήταν, αλλά ο ίδιος ο Θεός ως άνθρωπος – καμία ανθρώπινη λογική δεν μπορεί να κατανοήσει το μέγεθος απειρίας της αγάπης του Θεού μας, η οποία εδράζεται πάνω στην απειρία της ταπεινώσεώς Του. Ο ανθρώπινος νους ιλιγγιά από την αδυναμία να χωρέσει την ταπείνωση και την αγάπη αυτή, κινούμενος στον νόμο της πτώσεως που θέλει να λειτουργεί η δικαιοσύνη ως καταδίκη του ενόχου και δικαίωση του αθώου. Λοιπόν επί του Σταυρού ο ενανθρωπήσας Θεός πάσχει λόγω της αγάπης Του, δικαιώνοντας τον ασεβή και αναλαμβάνοντας ο Ίδιος την ενοχή του υπευθύνου ανθρώπου.

Τα απλωμένα χέρια του Εσταυρωμένου γίνονται έτσι μία αγκαλιά που περικλείουν τον κόσμο όλο, κάθε εποχής και τόπου, του παρελθόντος, του παρόντος, του κάθε μέλλοντος – η αγκαλιά του Χριστού ενοποιεί του πάντες και τα πάντα, οπότε κάθε άνθρωπος, είτε με επίγνωση είτε όχι, βρίσκεται μέσα στη σκέπη των πτερύγων Του. Κι αυτό δεν γίνεται καταναγκαστικά, σημειώνει ο υμνογράφος. Αν η αγκαλιά του Χριστού λειτουργούσε καταναγκαστικά, θα ήταν θηλειά και βρόγχος που το μόνο που θα προκαλούσε θα ήταν η επιδίωξη της αποτίναξής της. Μα η αγκαλιά αυτή είναι η αγκαλιά της Ίδιας της Αγάπης και αυτό που προσφέρει είναι η απελευθέρωση, η ασφάλεια, η ανάπαυση, η χαρά, η αγαλλίαση, ο Παράδεισος. Αυτό που σημειώνει ο υμνογράφος είναι τα λόγια του ίδιου του Κυρίου: «όταν υψωθώ από της γης, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Θα σταυρωθώ δηλαδή και όλοι θα έλκονται από Μένα σαν από θείο μαγνήτη. Μαγνήτης κυριολεκτικά για την ανθρώπινη καρδιά είναι ο Σταυρός του Κυρίου, γιατί το μόνο που κάνει την καρδιά να κατανύσσεται και να θέλει να τα δώσει όλα είναι η εύρεση της αληθινής αγάπης και της γνήσιας ταπείνωσης – ό,τι συνιστά περιεχόμενο του Σταυρού. Ποιος άνθρωπος, ας είναι και ο πιο σκληρόκαρδος, δεν νιώθει να «λιώνει» όταν συναντά μία τέτοια χαρισματική κατάσταση; Τι έκανε τόσους σκληροτράχηλους ληστές και κακοποιούς να αλλάξουν ζωή και να γίνουν μεγάλοι άγιοι, από το ότι βρέθηκαν σε χώρους που άνθιζε μία τέτοια ταπεινή αγάπη; Ας θυμηθούμε τον αρχιλήσταρχο Μωυσή τον αιθίοπα! Τον τρέμανε οι πάντες, αλλά συναντώμενος με οσίους ασκητές μετανόησε κι άλλαξε ζωή, γενόμενος μέγας κι αυτός άγιος!  

Οπότε ο άνθρωπος προσεγγίζοντας τη Σταυρωμένη Αγάπη, τον Χριστό, ανοίγει την καρδιά του κι αρχίζει να καταλαβαίνει τελικά ποιος είναι ο Θεός, ποια είναι η πίστη η χριστιανική, τι αβύσσους παραδείσου μπορεί να βρει και να συναντήσει. Όπως το λέει και ο απόστολος: «Όσα οφθαλμός δεν είδε και όσα αυτί δεν άκουσε και όσα ανθρώπινη καρδιά δεν έφτασε είναι όσα ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που Τον αγαπάνε». Αν με άλλα λόγια πιστέψουμε πραγματικά στον Χριστό, τότε θα μας αποκαλυφτούν τα πάντα – τα μυστήρια θα λυθούν, γιατί ο ίδιος ο Θεός θα θελήσει να μας τα γνωστοποιήσει, σε μας που είμαστε φίλοι Του. Κι εδώ βεβαίως βρίσκεται το κρίσιμο σημείο: τα πάντα μας τα προσφέρει η Σταυρωμένη Αγάπη που μας τραβάει κατά τρόπο μυστικό κοντά Της, αρκεί και εμείς πράγματι να Την θελήσουμε, που θα πει να Την πιστέψουμε. Και πίστη Χριστού δεν είναι θεωρία και ιδεολογική παραδοχή, αλλά «ακολουθείν» Αυτώ. Γεύεται κανείς τον Παράδεισο της Αγάπης Του όταν συντονίζεται με τους κτύπους της δικής Του καρδιάς – όταν αρχίζει κι αυτός να αγαπά ταπεινά και θυσιαστικά, χωρίς να περιμένει ανταπόκριση για οτιδήποτε. Ο λόγος και πάλι του αποστόλου Παύλου το ξεκαθαρίζει: «Χριστώ συνεσταύρωμαι», λέει, γι’ αυτό «ζω ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός». Για να έχεις τον Χριστό μέσα σου κι εσύ να είσαι μέσα σε Εκείνον η προϋπόθεση είναι η συσταύρωση μαζί Του. Να γίνεις δηλαδή κι εσύ μία θερμή και στοργική αγκαλιά για τους πάντες, δηλαδή να βλέπεις τον εαυτό σου να προεκτείνει τα απλωμένα χέρια  Εκείνου μέσα από σένα. Η εν μετανοία μετοχή στα άχραντα μυστήρια μάλιστα ανανεώνει διαρκώς την πνευματική αυτή πορεία, κάνοντας τον πιστό να κατανοεί ότι αυτή είναι και η απόλυτη προτεραιότητα της ζωής του.   

«ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΝΑ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ!»

 

Όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης: «Εδώ στο Άγιον Όρος ήρθα στις 14 Σεπτεμβρίου. Ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ημέρα που ξαναγεννήθηκα. Κάθε μέρα να εορτάζουμε την ύψωση του σταυρού μας. Όταν σηκώνουμε τον σταυρό, πεθαίνουμε και ξαναγεννιόμαστε. Η άρση του σταυρού θάνατος και ανάσταση είναι» (Από το βιβλίο του π. Σπυρίδωνα Βασιλάκου, «Ἔλα φῶς...», εκδ. Θεσβίτης, σελ. 75).

Ο μέγας Γέρων, ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, εόρταζε ιδιαιτέρως την ημέρα της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Γιατί; Διότι ήταν η ημέρα εισόδου του στο Άγιον Όρος – «Του Σταυρού ήρθα στο Άγιον Όρος, Σεπτέμβριος του 1933» ήταν η διαρκής επανάληψή του. Δεν την εόρταζε όμως ως γεγονός απλής ανάμνησης που άλλαζε έστω τον ρου της ζωής του – από κοσμικός έγινε καλόγερος – αλλά ως γεγονός που στιγμάτισε την εσωτερική πνευματική του ζωή. Ο άγιος Γέρων με τα μεγάλα ολοφώτεινα μάτια που αντιφέγγιζαν το φως του Ουρανού που ζούσε στην καρδιά και σ’ όλη την ύπαρξή του ένιωσε εισερχόμενος νεαρός στο Όρος τη μυστική αξία του αγιασμένου αυτού τόπου – τη χάρη που τον διαπερνά ως εσωτερικό ρεύμα ζωής. Τότε ήταν «που ξαναγεννήθηκα» ομολογεί. Ξαναγεννιέται πνευματικά εκείνος που βαπτίζεται στην άγια κολυμβήθρα της Εκκλησίας κι εκείνος που βρίσκει το αληθινό μονοπάτι της μετάνοιας, στο οποίο λούζεται με τα δάκρυά του. Ο Θεός έδωσε τη χάρη στον νεαρό (μετέπειτα Εφραίμ) Ευάγγελο να κατανοήσει ότι καλόγερος σημαίνει άνθρωπος που αγωνίζεται στη μετάνοια. Ότι πήρε τη δύναμη της μετανοίας από την «κοιλιά» της Εκκλησίας την αγία κολυμβήθρα – γι’ αυτό και πολύ αργότερα θα την αναζητήσει στο χωριό του και θα την ασπαστεί με πολλά δάκρυα – κι αυτή η μετάνοια αποτελεί το έργο κάθε βεβαίως χριστιανού, πολύ περισσότερο όμως του «τύπου» του χριστιανού, του ορθόδοξου μοναχού.

Κι ακόμη. Για τον όσιο Γέροντα η καλογερική αυτή μετάνοια με την οποία ο άνθρωπος αναγεννάται γιατί είναι γνήσια ταυτίζεται με την άρση του σταυρού. Μοναχός δηλαδή για τον όσιο είναι ο εσταυρωμένος άνθρωπος (πόσο ωραία φανερώνεται τούτο με τη συγκεκριμένη εικόνα του εσταυρωμένου μοναχού!) κατά τον τύπο που λέει ο απόστολος Παύλος: «Χριστώ συνεσταύρωμαι», που σημαίνει ότι τον Σταυρό του Κυρίου Τον ζούσε βιωματικά ο άγιος Γέροντας ως θάνατό του, συνεπώς και ως ανάστασή του. Τα απλοϊκά φαινομενικά λόγια του περικλείουν τα αποκαλυπτικά λόγια του Ίδιου του αρχηγού της πίστεως Ιησού Χριστού: «όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώνει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί», αλλά και τη μεγαλειώδη θεολογία περί του βαπτίσματος του αποστόλου Παύλου: «όσοι βαπτιστήκαμε, στον θάνατο του Χριστού βαπτιστήκαμε και την ανάσταση Εκείνου ομολογούμε».  Οπότε ο όσιος Εφραίμ με δύο λέξεις αφήνει να φανεί η ένταση του εσωτερικού του κόσμου, η οδύνη που ζούσε από τον πόλεμο κατά των παθών και του πονηρού διαβόλου, αλλά και η πνευματική ηδονή από τα αναστάσιμα και χαρμόσυνα στοιχεία που του πρόσφερε αφειδώλευτα η χάρη του Θεού.

Κι η επισήμανσή του είναι συγκλονιστική και μοναδική: «κάθε μέρα να εορτάζουμε την ύψωση του σταυρού μας». Ο ατόφιος, αληθινός και αταλάντευτα προσανατολισμένος στον σκοπό του καλόγερος: όχι απλώς να γιορτάζουμε την ύψωση του Σταυρού τη συγκεκριμένη ημέρα, αλλά την κάθε ημέρα ως προσωπικό γεγονός. Η πορεία της μετάνοιας δηλαδή ως πορεία άρσης του σταυρού πάνω στις εντολές του Χριστού δεν γνωρίζει διαλείμματα. Το διάλειμμα είναι για τους αρχάριους και τους «τυφλούς» ακόμη πνευματικά ανθρώπους που λειτουργεί ως οπισθοδρόμηση και κατρακύλα. Η ακολουθία του Χριστού είναι «κόλλησις» στον Χριστό που κάνει τον άνθρωπο να γίνει κι εκείνος Χριστός. Όπως έγινε και ο όσιος Εφραίμ και έγιναν όλοι οι άγιοι.

Δεν ξέρουμε πόσοι αντέχουμε το πυρ των λόγων του οσίου. Απλώς να παρακαλούμε η φωτιά του Πνεύματος που έκαιγε την καρδιά του να καύσει λίγο και τις δικές μας καρδιές, ώστε να καθαριστεί το έδαφος και να φωτιστεί ο χώρος.

Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΥΨΩΣΙΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

 

Η μεγάλη Δεσποτική εορτή της υψώσεως του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού δεν αποτελεί εορτή μίας μόνο ημέρας ή έστω μερικών μόνο ημερών με κέντρο αυτήν αλλά χαρακτηρίζει ολόκληρη τη ζωή της Εκκλησίας. Κι αυτό γιατί ο Σταυρός αποτελεί το κατεξοχήν σύμβολο της χριστιανικής πίστεως, την «καθέδραν της ορθοδόξου θεολογίας» κατά πιο πατερική έκφραση, που σημαίνει πως οτιδήποτε στην Εκκλησία κατανοείται σε σχέση με τη Σταυρική θυσία Εκείνου που απεστάλη από τον Θεό Πατέρα ακριβώς για να υψωθεί στον Σταυρό και να ελκύσει με τον τρόπο αυτόν κοντά Του όλα τα έθνη. «Καγώ εάν υψωθώ από της γης πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». Θείος μαγνήτης ο Σταυρός, δηλαδή ο επ’ αυτού ανυψωθείς ως άνθρωπος Υιός και Λόγος του Θεού, από την ελκτική δύναμη του Οποίου δεν μπορεί να αντιδράσει κάθε καλοπροαίρετος άνθρωπος όπου γης.

Τρεις είναι οι κύριες διαστάσεις της μεγάλης αυτής εορτής: η ιστορική, η θεολογική, η πνευματική.

Η ιστορική διάσταση πρώτον, διότι την αφορμή ώστε να καθιερωθεί η συγκεκριμένη εορτή την έδωσε και το όραμα του Μ. Κωνσταντίνου με το «εν τούτω νίκα» πριν από τη μάχη με τον συνάρχοντά του Μαξέντιο, οπότε πιστεύοντας στο όραμα του Σταυρού οπλίστηκε κι αυτός και το στράτευμά του με πολλή δύναμη και νίκησε τον αντίπαλό του∙ και η θαυμαστή εύρεση του τιμίου Σταυρού με τις ανασκαφές της αγίας Ελένης στα Ιεροσόλυμα, γεγονός που οδήγησε στην πρώτη ύψωσή Του (4ος αι.)∙ και η επαναφορά του Σταυρού από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο (αρχές 7ου αι.), όταν εξεστράτευσε νικηφόρα κατά των Περσών που Τον είχαν διαρπάσει, γεγονός που οδήγησε στη δεύτερη ύψωσή Του και στα Ιεροσόλυμα και στην Κωνσταντινούπολη.

Η θεολογική διάσταση έπειτα, η οποία κατεξοχήν αυτή μάς εξηγεί γιατί ο Σταυρός συνιστά «την θύραν του Παραδείσου» και «την καθέδραν της ορθοδόξου θεολογίας» όπως είπαμε και παραπάνω. Και τι κηρύσσει η Εκκλησία μας για το θεολογικό βάθος του Σταυρού, χωρίς τον Οποίο  η σωτηρία για τον άνθρωπο ως αποκατάσταση της σχέσεώς του με τον Θεό θα ήταν ανύπαρκτη;

 α. Ότι ο Σταυρός ως η αποκορύφωση των Παθών του Κυρίου δεν μπορεί να κατανοηθεί με τις ανθρώπινες δυνάμεις, είτε τις λογικές είτε τις ψυχολογικές είτε τις συναισθηματικές και τις λοιπές. Προς κατανόησή Του απαιτείται η χαρισματική δύναμη της πίστεως, η δύναμη δηλαδή ενός μέλους της Εκκλησίας που έχει ενσωματωθεί διά του αγίου βαπτίσματος στο μυστικό σώμα του Χριστού, ώστε να μπορεί με πνευματικούς οφθαλμούς να «δει» ό,τι δεν φαίνεται αισθητά και το μυστήριο που περικλείει: την άπειρη αγάπη του Δημιουργού που δεν διστάζει προκειμένου να σώσει το αγαπημένο πλάσμα Του να γίνει άνθρωπος και μάλιστα να υποστεί την πιο εξευτελιστική τιμωρία και τον πιο αποτρόπαιο θάνατο, τον σταυρικό. Με τα λόγια του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού «τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο ώστε τον Υιό Του τον μονογενή έδωσε, με σκοπό κάθε ένας που πιστεύει σ’ Αυτόν να μη χαθεί αλλά να έχει ζωή αιώνιο» - αγάπη έτσι σημαίνει παράδοση και θυσία για χάρη του άλλου χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Κι ακόμη να «δει» μαζί με την απειρία της αγάπης του Θεού μας και την άβυσσο της ανθρώπινης αμαρτίας, τέτοιας που οδήγησε σε θάνατο την ίδια τη Ζωή! Ο άνθρωπος που επαναστάτησε κατά του Δημιουργού του, (το προπατορικό λεγόμενο αμάρτημα), δεν παρεξέκλινε απλώς από κάποιο μονοπάτι ούτε κι έχασε κάτι δευτερεύον για τη ζωή του∙ έχασε τον Δρόμο της Ζωής κι οδηγήθηκε στο σκότος του θανάτου – η ζωή του μετά την αμαρτία του ήταν μία ζωή εν θανάτω.

β. Με τον Σταυρό του Κυρίου που αποκορυφώνει το Πάθος Του η αμαρτία του ανθρώπου αίρεται, εξαφανίζεται, γιατί τη σηκώνει επάνω Του ο ενανθρωπήσας Θεός. Ο Κύριος είναι «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», που θα πει ότι εν Αυτώ το χάσμα που χώριζε Θεό και άνθρωπο δεν υφίσταται πια. Με τον Χριστό που μας προσέλαβε στην ανθρώπινη φύση Του ο άνθρωπος είδε και πάλι Θεού πρόσωπο. Αν μπορούμε να ατενίσουμε τον Θεό μας είναι γιατί ήρθε Εκείνος που έδωσε τα μάτια Του ώστε να γίνουν και δικά μας μάτια – η όραση Εκείνου συνιστά και την όραση του Θεού Πατέρα: «ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα». Μετά τον Σταυρό επομένως και την Ανάσταση που ακολουθεί δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη. Όποιος επικαλεστεί το πλήθος και το βάρος των αμαρτιών του για να μην προχωρήσει σε σχέση με τον Θεό βλασφημεί κυριολεκτικά τον Κύριο και το Πάθος Του – δεν δέχεται τη διαγραφή του χρέους από Εκείνον στον οποίο αναφέρεται κάθε χρωστούμενη αμαρτία, αρνείται να πιστέψει συνεπώς και στο άπειρο μέγεθος της αγάπης Του. Κι αυτό αποτελεί τη βλασφημία του αγίου Πνεύματος, η οποία δεν βρίσκει συγχώρηση ποτέ, κατά τον λόγο του Κυρίου.

Κι είναι τέλος η πνευματική διάσταση του Σταυρού, χωρίς την οποία πράγματι η όποια θεολογική διακήρυξη παραμένει χωρίς αντίκρυσμα και καταντά ιδεολογική πρόταση. Τι εννοούμε; Αν ο Σταυρός δεν γίνει γεγονός της ζωής του ανθρώπου, αν ο πιστός δεν ζει σταυρικά κατά το πρότυπο του Κυρίου και των αγίων Του αποστόλων και μαθητών, τότε η πίστη δεν είναι χριστιανική. Όταν ο ίδιος ο Κύριος χαρακτηρίζει ως μαθητή Του εκείνον που Τον ακολουθεί απαρνούμενος τον εγωιστικό εαυτό του και αίροντας τον σταυρό της αγάπης, τότε ποιος χωρίς τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί να ονομαστεί μαθητής Του; «Όποιος θέλει να με ακολουθήσει», είπε, «ας απαρνηθεί τον εαυτό του και ας σηκώσει τον σταυρό του και ας με ακολουθεί». Χριστιανός σημαίνει σταυρωμένος άνθρωπος δηλαδή, όπως εξέφρασε το βίωμά του αυτό και ο μέγιστος των αποστόλων Παύλος: «Έχω σταυρωθεί μαζί με τον Χριστό, γι’ αυτό και δεν ζω πια εγώ, ζει μέσα μου ο Χριστός». Κι ας μην ξεχνάμε βεβαίως το αυτονόητο: η κεντρική εντολή του Χριστού από την οποία εξαρτάται η χριστιανική μας ποιότητα και αυτοσυνειδησία μας είναι το «αγαπάτε αλλήλους». Κι αυτήν την αγάπη ο Χριστός μάς την μέτρησε με την αγάπη του Ίδιου: «καθώς εγώ σας αγάπησα». Ο Σταυρός είναι το μέτρο της αγάπης του χριστιανού, γι’ αυτό και μόνον σταυρικά πορεύεται, κάτι που πήρε ως δύναμη εφαρμογής από την ώρα που βαπτίστηκε - το βάπτισμα τι άλλο είναι παρά η μετοχή του ανθρώπου στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, δηλαδή ο άνθρωπος «δομήθηκε» πάνω στον «άξονα» του Σταυρού!

Ο χριστιανός λοιπόν εορτάζει τον Σταυρό όταν πορεύεται με πνευματικό σταυρικό τρόπο: με πίστη και αληθινή αγάπη. Χωρίς την πορεία αυτή η όποια ιστορική γνώση του ή η όποια θεολογική κατάρτισή του μένει μετέωρη, για να μην πούμε ότι γίνεται και δαιμονική. Διότι «και τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίσσουν» μπροστά στον Θεό. 

12 Σεπτεμβρίου 2022

ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ 2022-2023

 

ΣΤΗΝ  ΕΝΑΡΞΗ  ΤΩΝ  ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΩΝ 

Ἀγαπητά μου παιδιά,

Μέ πολύ μεγάλη χαρά σᾶς καλωσορίζω κι ἐγώ, ὡς πνευματικός σας πατέρας, στόν εὐλογημένο χῶρο τοῦ σχολείου σας. Ἐδῶ, ὅπου διδάσκεστε τήν ξακουστή γιά τόν πλοῦτο της ἑλληνική μας γλῶσσα, τήν ἡρωική ἱστορία τῆς πονεμένης μας πατρίδας, τήν παντοτινή ἀναζήτηση τῆς σοφίας καί τῆς ἐπιστήμης. Ἐδῶ ὅμως εἶναι πού μαθαίνετε ἐπίσης νά συνεργάζεστε, νά ἀθλεῖστε στόν νοῦ καί στό σῶμα, νά γίνεστε φίλοι, νά ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον, ὅπως πρῶτος ὁ Θεός μᾶς ἀγάπησε καί γιά χάρη μας νίκησε ἀκόμη καί τόν θάνατο.

Γι’ αὐτό, παιδιά μου, στή φετινή σας πορεία πού τώρα ξεκινᾶτε, μήν ἀδιαφορήσετε γιά κανένα ἀπό τά μαθήματά σας. Ὅλα μαζί, σάς βοηθοῦν νά γίνετε ὁλοκληρωμένες προσωπικότητες, νά βρεῖτε τά τάλαντά σας καί νά καλλιεργήσετε τίς ἱκανότητες πού σᾶς χάρισε ὁ Θεός. Ὅλα ἔχουν τήν ἀξία τους καί σίγουρα οἱ καλοί σας δάσκαλοι κοπιάζουν καί ἀγωνίζονται γιά νά τήν ἀνακαλύψετε κι ἐσεῖς. Τά δύσκολα χρόνια τῆς πανδημίας φανέρωσαν ὅτι καμιά τεχνική προσπάθεια, ὅσο φιλότιμη κι ἄν εἶναι, δέν μπορεῖ νά ἀντικαταστήσει τούτη τή ζωντανή κοινωνία τοῦ σχολείου, τή σχέση μαθητῶν καί δασκάλων καί τό θαῦμα τῆς ἐκπαίδευσης.

Ἐμπιστευθεῖτε μέ τήν ὑπακοή σας τούς ἀνθρώπους πού θυσιάζονται ὥστε νά ἔχετε ἕνα καλύτερο μέλλον. Ἡ προσευχή καί ἡ εὐλογία πού ἡ Ἐκκλησία μας σᾶς χάρισε μέ τόν σημερινό ἁγιασμό θά συντροφεύει ἐσᾶς, τίς οἰκογένειές σας καί τούς δασκάλους σας.

Καλή σχολική χρονιά!

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ


 ΣΤΗΝ  ΕΝΑΡΞΗ  ΤΩΝ  ΓΥΜΝΑΣΙΩΝ – ΛΥΚΕΙΩΝ 

Ἀγαπητά μου παιδιά, ἡ φετινὴ σχολικὴ χρονιὰ ξεκινᾶ μὲ ἐλπίδες καὶ προσδοκίες, μὰ εἶναι ἀλήθεια πὼς στὸν κόσμο κυριαρχεῖ μιὰ σκιὰ φόβου καὶ ἀνασφάλειας. Εἶναι ἡ σκιὰ τοῦ πολέμου ποὺ τα μαύρα του σύννεφα ἐμφανίστηκαν λίγους μήνες πρὶν στὴ χώρα τῆς Οὐκρανίας καὶ γρήγορα ταξίδεψαν ἀπειλητικὰ σὲ ὅλο τὸν κόσμο.

Οἱ νέοι πάντα ἀντιδροῦν στὸν πόλεμο καὶ στὴ βία. Αὐτὸ δὲν εἶναι παράξενο. Ἕνα παιδὶ δὲν μπορεῖ νὰ δικαιολογήσει καὶ νὰ δικαιώσει τὴν ἐπιθετικότητα. Οὔτε τὰ οἰκονομικὰ συμφέροντα, οὔτε οἱ ἐθνικιστικὲς ἐξάρσεις, οὔτε οἱ παγκοσμιοποιημένοι σχεδιασμοὶ εἶναι ἀρκετοὶ γιὰ νὰ ἐξηγήσουν στὰ μάτια τὰ δικά σας τοῦτον τὸν πόλεμο, ὅπως καὶ κανέναν ἄλλον.

Ξέρω πὼς θέλετε ὁ πόλεμος αὐτὸς καὶ κάθε ἄλλος πόλεμος νὰ σταματήσουν. Ξέρω πὼς θέλετε νὰ ἀντιδράσετε, νὰ διαμαρτυρηθείτε, νὰ φωνάξετε. Ξέρω πὼς θέλετε νὰ ἀλλάξετε τὸν κόσμο αυτὸν καὶ νὰ τὸν κάνετε πιὸ δίκαιο, πιὸ ἀγνό, πιὸ εἰρηνικό.

Ὅλα ὅσα θέλετε ἀξίζει νὰ τὰ παλέψετε φέτος μέσα στὸ σχολείο σας. Ἀξίζει νὰ ἀναζητήσετε, νὰ μελετήσετε καὶ νὰ σπουδάσετε τὴν εἰρήνη.

Ἡ εἰρήνη πρώτα ἀπὸ ὅλα εἶναι κατάσταση ἐσωτερική. Εἶναι ἀρετὴ ποὺ φωλιάζει μέσα στὴ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ὅταν ἀγωνίζεται ἑνάντια στὰ πάθη του καὶ στὰ ψεύτικα θελήματά του. Προσπαθήστε φέτος στὸ σχολείο σας νὰ συνεργαστεῖτε μὲ τοὺς καθηγητὲς καὶ τοὺς συμμάθητές σας.

Ἂν σὲ κάτι διαφωνεῖτε μάθετε νὰ συζητάτε, νὰ ἀκοῦτε καὶ νὰ κατανοεῖτε· νὰ ἐκφράζετε τὴν ἄποψή σας μὲ σεβασμό καὶ ἡρεμία. Κι ἂν αὐτὸ ποὺ πιστεύετε δὲν τὸ δέχονται οἱ ἄλλοι, μάθετε νὰ σεβόσαστε καὶ νὰ ἀποδέχεστε τὴ βούληση τῶν πολλῶν, χωρὶς νὰ πρέπει νὰ ἀρνηθεῖτε αὐτὰ ποὺ πιστεύετε.

Μὴν ἐπιτρέψετε σὲ κανένα νὰ ἀσκήσει βία σὲ κάποιον ἄλλο μικρότερο ἢ πιὸ ἀδύναμο, ἀλλὰ πρωτίστως μὴν ξεγελαστεῖτε καὶ πέσετε ἐσεῖς οἱ ἴδιοι σ’ αὐτὴ τὴν παγίδα.

Μάθετε νὰ συγχωράτε ἐκεῖνον ποὺ ἔκανε λάθος καὶ μὴν ὀνομάσετε κανέναν ἀντίπαλο ἢ ἐχθρό. Μὴ βάζετε ταμπέλες στοὺς ἀνθρώπους καὶ μὴν τοὺς ἐγκαταλείπετε στὰ λάθη τους. Ὅλοι εἴμαστε ἀδέρφια καὶ μέσα στὶς διαφορές μας μποροῦμε νὰ φτιάξουμε φιλίες ἰσχυρές. 

Καὶ μὴ ξεχνάτε παιδιά μου πὼς ἡ εἰρήνη εἶναι κατάσταση πνευματική. Ὁ ἄνθρωπος ὅταν γνωρίσει τὸ Θεὸ τῆς ἀγάπης, τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ τὸν ἐσταυρωμένο, ὅταν μάθει νὰ σχετίζεται μαζί Του, ὅταν ἀκούει τὸ λόγο Του, ὅταν τοῦ μιλᾶ μὲ προσευχὲς καὶ λόγια καρδιακά, δέχεται τὴν «ἄνωθεν εἰρήνη», ἐκεῖνη ποὺ ἐπιτρέπει νὰ ζεῖς καὶ νὰ συναναστρέφεσαι μὲ τοὺς ἄλλους, μὲ κριτήριο ὄχι τὴ δύναμη ἢ τὸ συμφέρον, ἀλλὰ τὴν ἐνότητα καὶ τὴν ἀγάπη.

Εὐχόμαστε καλὰ μου παιδιά τὸ σχολείο σας, τὴ χρονιὰ τοῦτη ποὺ ἀρχινᾶ, νὰ γίνει ἕνα ἐργαστήριο γνώσης, σοφίας καὶ παιδείας, μὰ πρωτίστως, ἕνας τόπος ποὺ ἡ εἰρήνη θὰ ἐδρεύει στὶς ψυχές σας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ ξεχύνεται στὴν πατρίδα μας καὶ στὸν κόσμο ὅλο. Ὁ Θεὸς νὰ σᾶς εὐλογεῖ καὶ νὰ σᾶς φωτίζει.   

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΘΝΟ-ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

Δεν πρόκειται να ασχοληθούμε με τις ενστάσεις που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί για την αγιότητα του εθνο-ιερομάρτυρα αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης. Για εμάς και για τους περισσοτέρους χριστιανούς, και μάλιστα τους έχοντες σχέση με τα ματωμένα χώματα της Μικρασιατικής γης, δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Για εμάς ο άγιος Χρυσόστομος αποτελεί σύμβολο αγάπης προς τον Θεό και χρέους προς την πατρίδα, δεδομένου μάλιστα ότι εκπροσωπεί όλους τους πεσόντες και αναιρεθέντες ποικιλοτρόπως κατά τη Μικρασιατική καταστροφή, κάτι που αποδεικνύεται περίτρανα από την ιδιαίτερη αγάπη που τρέφουν προς αυτόν όλοι οι  Μικρασιάτες, έκφραση της οποίας αποτελούν τα διαρκώς πυκνούμενα γι’  αυτόν βιβλία που εκδίδονται, τα ποιήματα που γράφονται, τα αφιερώματα που γίνονται κάθε χρόνο στη μνήμη του, οι προτομές που φιλοτεχνούνται σε περιοχές που υπάρχουν και ζουν Μικρασιάτες, οι ναοί που κτίζονται στη μνήμη του.

Κι είναι ευκαιρία, με το αφιέρωμα τούτο, να τονίσουμε για μία ακόμη φορά την αγιότητα του μαρτυρικού ιεράρχη, γιατί αποδεικνυόμενη αυτή ιδίως από τις τελευταίες στιγμές της ζωής του γίνεται φάρος και οδοδείκτης για όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς. Είναι όντως συγκλονιστικές οι περιγραφές του τέλους του κι είναι σαν να διαβάζουμε και πάλι από το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων τις τελευταίες στιγμές του πρωτομάρτυρα και αρχιδιακόνου Στεφάνου. Τις περιγραφές αυτές κάνει όχι ένας απλός άνθρωπος, του οποίου ίσως μπορούμε να αμφισβητήσουμε την ακρίβεια των λόγων του, ούτε κι ένας ραψωδός που μεγεθύνει τα γεγονότα στην εξιστόρησή τους, αλλά ένας επιστήμονας, αυτόπτης συγκλονιστικού γεγονότος, ο μακαριστός ακαδημαϊκός καθηγητής Γεώργιος Μυλωνάς, και μάλιστα σε ομιλία του επίσημη, στις 14 Δεκεμβρίου 1982, στην Ακαδημία Αθηνών. Παραθέτουμε αυτούσια τα λόγια της ομιλίας αυτής:

«Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω την ομιλία μου με μία προσωπική μαρτυρία, που για πρώτη φορά εξομολογούμαι. Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μία ομάδα φοιτητών του International college της Σμύρνης και εγώ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ’  ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης. Σ’  αυτό ήταν ασφυκτικά στριμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προωρισμένοι για θάνατο. Τις βραδυνές ώρες φύλακες μ’  επικεφαλής Τουρκοκρήτα παρελάμβαναν θύματα που ετυφεκίζοντο. Στις 5 το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ο Τουρκοκρής εκείνος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. «Είσαι δάσκαλος;» με ρωτά. «Αυτή την τιμή είχα», του απαντώ. «Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;» «Ναι», του λέγω. «Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους εδώ». «Ελάτε μαζί μου έξω», λέγω στους συντρόφους μου. «Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος». Ποια ήταν η έκπληξή μας, όταν ακούσαμε τον Τουρκοκρητικό να λέει: «Δεν θα σας σκοτώσω, θα σας σώσω. Απόψε θα θανατωθούν όλοι όσοι είναι στο μπουντρούμι, γιατί έφεραν και άλλους που δεν έχουμε χώρο να τους στοιβάξουμε. Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει να λησμονήσω μία τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος». Και συνέχισε: «Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ’  εκείνους που τον τύφλωσαν, που του ’βγαζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλλά, τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν. Βαθειά εντύπωση μου έκανε και αξέχαστος παραμένει η στάση του. Στα μαρτύρια που τον υπέβαλαν δεν απήντα με φωνές, με παρακλήσεις, με κατάρες.

Το πρόσωπό του το κατάχλωμο, το σκεπασμένο με αίμα των ματιών του, το πρόσωπό του είχε στραμμένο προς τον ουρανό και διαρκώς κάτι ψιθύριζε, που δεν ηκούετο πέρα από την περιοχή του. Ξέρεις εσύ, δάσκαλε, τι έλεγε;» «Ναι, ξέρω», του απάντησα. « Έλεγε, «Πάτερ Άγιε, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι». «Δεν σε καταλαβαίνω, δάσκαλε, μα δεν πειράζει. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του. Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει τη χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δύο χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε, που με δύο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα, ελπίζω πως θα ησυχάσω. Γι’  αυτό σας χάρισα τη ζωή». «Και πού τον έθαψαν;» ρώτησα με αγωνία. «Κανείς δεν ξέρει πού έρριξαν το κομματιασμένο του κορμί».

Αυτή είναι η μαρτυρία ενός αυτόπτη μάρτυρα, που φανερώνει, όπως είπαμε, το μέγεθος της αγιότητας του μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου, αφού στην ορθόδοξη πίστη μας εκείνο που αποτελεί αποδεικτικό μεγάλης αγιότητας είναι η αγάπη που απλώνεται και προς τον εχθρό. Και τίποτε να μη ξέραμε για τον άγιο Χρυσόστομο, και μύρια όσα να του έχουν καταλογιστεί, το τέλος του είναι εκείνο που φανερώνει την εσωτερική, της καρδιάς του, ποιότητα. Κι ο άγιος Χρυσόστομος σαν τον Χριστό, σαν τον άγιο Στέφανο, σαν τους αποστόλους και όλους τους αγίους μάρτυρες ευλογεί τους διώκτες του και προσεύχεται γι’  αυτούς. Μόνον όποιος διακατέχεται πλούσια από αυτό το πνεύμα του Χριστού ξέρουμε ότι ανήκει σ’  Εκείνον και προεκτείνει την αγιότητα Εκείνου.