10 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΒΛΑΣΙΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΕΒΑΣΤΕΙΑΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ (11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ)

«Ο άγιος Βλάσιος έζησε κατά τους χρόνους του βασιλιά Λικινίου (αρχές 4ου μ.Χ. αι.), ήταν επίσκοπος Σεβαστείας και κατοικούσε σε κάποιο από τα σπήλαια του Αργαίου όρους. Σ’ αυτό το όρος τα άγρια ζώα εξημερώνονταν με την ευλογία του Αγίου και φαίνονταν ήσυχα. Επειδή ήταν έμπειρος και της ιατρικής επιστήμης, επιτελούσε πολλές ιάσεις, έχοντας λάβει από τον Κύριο και την ενέργεια των θαυμάτων. Συνελήφθη όμως και οδηγήθηκε προς τον ηγεμόνα Αγρικόλαο. Ομολόγησε το όνομα του Χριστού και γι’ αυτό ο ηγεμόνας διέταξε να τον κτυπήσουν με ράβδους, να τον αναρτήσουν σε σταυρό και να τον χαρακώσουν με σιδερένια νύχια. Έπειτα, όταν τον οδηγούσαν στη φυλακή, τον ακολούθησαν επτά γυναίκες, των οποίων έκοψαν και τα κεφάλια, γιατί και αυτές ομολόγησαν ότι ο Χριστός είναι Θεός. Ο δε άγιος Βλάσιος, αφού τον έριξαν και στον βυθό της λίμνης, χωρίς να πάθει απολύτως τίποτε,  στη συνέχεια του έκοψαν το κεφάλι, μαζί και με δύο βρέφη που βρίσκονταν στη φυλακή. Λέγεται ότι αυτός ήταν ο επίτροπος της διάταξης του μεγαλομάρτυρα Ευστρατίου, κατά τον καιρό του μαρτυρίου αυτού, όπως έχει βρεθεί να στέκεται εικονισμένος ο άγιος Βλάσιος και σε ένα παλαιό ύφασμα ανάμεσα στους πέντε αγίους μάρτυρες, πολύ κοντά στον άγιο Ευστράτιο, και να δέχεται από το χέρι του τον τόμο της διάταξης. Τελείται δε η σύναξή του στο αγιότατο Μαρτύριό του, που βρίσκεται πλησίον του αγίου Αποστόλου Φιλίππου, στα του Μιλτιάδου».

Ο άγιος Βλάσιος θεωρείται διπλός προστάτης των ανθρώπων: και για τις παθήσεις του λαιμού και για την αποφυγή των επιθέσεων των αγρίων ζώων, ειδικά των λύκων και των τσακαλιών. Από το συναξάρι του υπάρχει εύκολα η εξήγηση: υπήρξε ιατρός, και μάλιστα έφυγε μαρτυρικά με αποτομή της κεφαλής του∙ ο ίδιος στο όρος που ζούσε εξημέρωνε τα άγρια ζώα. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας σημειώνει ως προς το πρώτο, από τους  στίχους του συναξαριού του: «Αποκόπηκε με ξίφος ο λαιμός του Βλασίου, κι έτσι θεραπεύει τις ασθένειες αυτών που πονούν στα λαιμά τους»[1]. Και ως προς το δεύτερο, από στιχηρό του εσπερινού: «Ως εκείνον που φροντίζει τους πάντες σε υμνούμε, Βλάσιε, και τους ανθρώπους και τα ζώα που έπασχαν»[2]. Τα καταγεγραμμένα θαύματα του αγίου από την «ειδικότητά» του αυτή είναι πάμπολλα[3]. Ήδη αναφέρεται ότι πορευόμενος προς το μαρτύριο θεράπευσε με το άγγιγμα του χεριού του ένα παιδάκι που είχε μείνει άφωνο και κινδύνευε να πεθάνει από ασφυξία, γιατί είχε καρφωθεί στο λαιμό του ένα ψαροκόκαλο. Και αυτό συνήργησε στο να θεωρηθεί ο προστάτης των παθήσεων του λαιμού. Η δε λαογραφία της πατρίδας μας αναφέρει πολλές διηγήσεις και έθιμα που ακριβώς προβάλλουν την προστασία του αγίου από τα άγρια ζώα[4].

Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος όμως δεν ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα παραπάνω. Εκείνο που τονίζει είναι η κατά Χριστόν πολιτεία του αγίου, το γεγονός δηλαδή ότι υπήρξε ένθεος ιεράρχης με μεγάλη δραστηριότητα και ότι μαρτύρησε χάριν της πίστεώς του στον Χριστό. Αιτία γι’ αυτό ήταν ότι προσπάθησε να ζήσει αυτό που αδιάκοπα μελετούσε στις άγιες Γραφές, και ιδίως το του αποστόλου Παύλου: «εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος»[5], για μένα ζωή σημαίνει Χριστός και ο θάνατος μού είναι κέρδος. Πράγματι, ο Χριστός ήταν το κέντρο της ύπαρξής του που το απέδειξε και με το μαρτύριό του. Σ’ ένα από τα στιχηρά του εσπερινού διαβάζουμε: «Ο Χριστός ήταν η ζωή σου, παμμακάριε, και ο θάνατος αληθινά δείχτηκε κέρδος με την πίστη σου, σύμφωνα με τον μέγα Παύλο, Βλάσιε θεόφρον, επειδή για χάρη Του με μεγάλη προθυμία πέθανες»[6].

Ζώντας λοιπόν τον Χριστό ο άγιος φωτιζόταν ολόκληρος με το φως Εκείνου, γι’ αυτό και το φως αυτό σκορπούσε παντού: και με τις αστραπές του κηρύγματός του και με τη λαμπρότητα των θαυμάτων του και με το φέγγος του μαρτυρίου του. Για τον υμνογράφο δηλαδή ο άγιος Βλάσιος θεωρείται ένα είδος πνευματικού ήλιου, κοντά στον οποίο τα πάντα έλαμπαν. «Μείωσες τη νύκτα της αθεΐας – σημειώνει – με τις αστραπές του ιερού κηρύγματος, ήλιε, και φάνηκες να κοσμείσαι με τις λαμπρότητες των θαυμάτων και με το φέγγος του μαρτυρίου και γι’ αυτό καταφωτίζεις όλην τη δημιουργία»[7] (ωδή α΄).

Κι αυτό το φως Χριστού που τον διακατείχε, πρωτίστως την καρδιά του και έπειτα και όλη την ύπαρξή του, ήταν εκείνο που έκανε τον άγιο να ξεπερνά όλα τα εμπόδια που έσπερνε ο πονηρός διάβολος στην πορεία του. Για τον άγιο υμνογράφο το πράγμα είναι σαφές: ο πονηρός πάντα βάζει και θα βάζει εμπόδια στον άνθρωπο, και μάλιστα τον πιστό που θέλει να ακολουθεί με συνέπεια τον Κύριο. Ο πιστός όμως μπορεί και πάντα θα μπορεί να ξεπερνά τα εμπόδια με ένα και μόνον τρόπο: όταν είναι συνδεδεμένος με την πηγή της δύναμης και του φωτός, τον ίδιο τον Κύριο, που σημαίνει ότι αγωνιζόμενος τον δρόμο της καθάρσεως της καρδιάς του από τα πάθη, βλέπει την παρουσία Του μέσα του. «Απόκτησες καρδιά γεμάτη από θείο φωτισμό, γι’ αυτό και εύκολα ξεπέρασες τα εμπόδια της πλάνης, υποσκελίζοντας τις επιθέσεις των εχθρών, σοφέ, με την παρουσία σου»[8] (ωδή ζ΄). Θυμίζει αυτό που διαβάζουμε στο Γεροντικό για τον μέγα άγιο Αντώνιο, ο οποίος έλεγε: «Είδα απλωμένες τις παγίδες του διαβόλου στη γη και στέναξα και είπα: Ποιος άραγε μπορεί να τις διαβεί χωρίς να πέσει σ’ αυτές; Κι άκουσα φωνή που έλεγε: Μόνον ο ταπεινόφρων». Ο ταπεινόφρων είναι ο κεκαθαρμένος και φωτισμένος άνθρωπος, που γίνεται πανίσχυρος λόγω του Χριστού.  Η Εκκλησία μας διαλαλεί την αλήθεια αυτή πάντοτε, σήμερα δε και με την προβολή του αγίου ιερομάρτυρα Βλασίου.


[1] «Λαιμόν Βλάσιος εκκοπείς διά ξίφους, αλγούσι λαιμοίς ρευμάτων είργει βλάβας».

[2] «Ως προμηθέα σε πάντων υμνούμεν, Βλάσιε, και λογικών θρεμμάτων και αλόγων πασχόντων».

[3] Ένα από τα πιο ωραία τροπάρια πάνω στην αλήθεια αυτή καταγράφει ο υμνογράφος στην ωδή ε΄: «Ενθέω πεποιθήσει, προσευχών σου μάστιξι θήρα, Πάτερ, συνώθησας αποβαλέσθαι την θήραν, ην αδίκως συνέσχε, πιστού γυναίου πληρών, συμπαθεστάτη καρδία, την αίτησιν, Βλάσιε» (Με βαθειά πίστη Θεού, με τη μάστιγα των προσευχών σου, Πάτερ Βλάσιε, εξανάγκασες ένα άγριο ζώο να αφήσει το θήραμά του που το άρπαξε άδικα, εκπληρώνοντας έτσι λόγω της συμπαθέστατης καρδιάς σου το αίτημα μιας πιστής γυναίκας).

[4] «Ο άγιος Βλάσιος, όταν ξέσπασε ο απηνής διωγμός του Λικινίου (308- 323), αρχικά εγκατέλειψε τον επισκοπικό θρόνο και εγκαταστάθηκε στο όρος Αργαίο, στην περιοχή της Καππαδοκίας, μέσα σε ένα σπήλαιο, ως ασκητής και ερημίτης. Στο σπήλαιο, λοιπόν, αυτό άρχισαν να τον επισκέπτονται διάφορα ζώα, που, όμως, ποτέ δεν τον πείραζαν και με τα οποία ο Άγιος είχε την ικανότητα να έρχεται σε καθημερινή επαφή και επικοινωνία και, όταν αυτά ήταν άρρωστα, ύστερα από προσευχή του στον Κύριο, και να τα θεραπεύει. Ζώντας όπως και ο προπτωτικός άνθρωπος, ο άγιος Βλάσιος έφτασε σε μια τέτοια αγαπητική προς τα ζώα σχέση, που, λέγεται ότι ήταν παρόμοια προς αυτήν του αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης, που όταν και αυτός τα έβλεπε μπροστά του τους μιλούσε και τα «καλημέριζε». Τα άγρια ζώα σκλαβώνονταν από την πραότητα και την ταπείνωση του Αγίου, ημέρευαν και μεταβάλλονταν σε υποζύγια και κατοικίδια ζώα η, κατά τα λόγια του ιερού Συναξαριστή: «τα άγρια των ζώων εξημερούμενα διά της ευλογίας του Αγίου χειροήθη εφαίνοντο». Λέγεται, μάλιστα, ότι πολλές φορές αν δεν τα ευλογούσε και τα χάιδευε με τα χέρια του δεν απομακρύνονταν από την σπηλιά του.

Αυτός είναι ο λόγος που ο άγιος Βλάσιος θεωρήθηκε διά των αιώνων θεράπων άγιος και των ζώων γενικά και μαζί με τον άγιο Μόδεστο (16 Δεκ.), τον άγιο Μάμα, τον άγιο Μηνά (11 Νοεμβρ.) και τον άγιο Φίλιππο (14 Νοεμβρ.) λατρεύεται από τους βοσκούς και ως ποιμενικός Άγιος, που προστατεύει τα ποίμνια από τα άγρια σαρκοβόρα ζώα, το τσακάλι και τον κατεξοχήν εχθρό τους, τον λύκο. Σε περιοχές, μάλιστα, αγροτικές- όπως η Κρήτη και η Λακωνία- ο άγιος Βλάσιος, ως βουκόλος, με το μοσχαράκι στην αγκαλιά- ένα σύμβολο που τονίζει αυτήν ακριβώς την προστασία του προς τα ζώα και συνάδει με τις ασχολίες των κατοίκων αγροτικών περιοχών- καταλαμβάνει, συχνά, θέση ιδιαίτερα τιμητική μέσα στο ιερό των εκκλησιών» (Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, Επίκαιρα θέματα από την Ελληνική Λαογραφία, Λαογραφικά του αγίου Βλασίου, στο: anadromes.blogspot.com).

[5] Φιλ. 1, 21.

[6] «Χριστός το ζην σοι, παμμάκαρ, και το θανείν αληθώς κέρδος εδείχθη πίστει, κατά Παύλον τον μέγαν, Βλάσιε θεόφρον, επεί δι’ αυτόν προθυμότατα τέθνηκας».

[7] «Νύκτα αθεῒας αστραπαίς του ιερού κηρύγματος απομειώσας, φωστήρ, κοσμούμενος εδείχθης θαυμάτων λαμπρότησι, φέγγει τε μαρτυρίου, και την κτίσιν πάσαν καταυγάζεις».

ΦΙΛΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ...

«Γέροντα, πόσα είδη φίλων υπάρχουν;»

«Τέσσερα», απάντησε.

«1. Οι φίλοι που είναι σαν το φαγητό – κάθε μέρα τους χρειάζεσαι.

2. Οι φίλοι που είναι σαν το φάρμακο – τους ψάχνεις όταν νιώθεις άσχημα.

3. Οι φίλοι που είναι σαν την ασθένεια – οι ίδιοι σε ψάχνουν!

4. Αλλά και οι φίλοι που είναι σαν τον αέρα – δεν είναι ορατοί αλλά είναι πάντα μαζί σου!» (Από το Μέγα Γεροντικό).

«Άμα βρήκες φίλο αληθινό – λέει η Γραφή – βρήκες τον μεγαλύτερο θησαυρό»! Δηλαδή ο φίλος δεν κυκλοφορεί στους δρόμους έτοιμος να μας προσφερθεί ούτε φαίνεται να αναδεικνύεται μέσα στους πολλούς που καθημερινά συναναστρεφόμαστε! Απαιτείται να τον αναζητήσει κανείς, να ψάξει με πόνο και με διάθεση, να αφιερώσει χρόνο, όπως συμβαίνει και με εκείνους που ψάχνουν για μεγάλους θησαυρούς. Πολλοί δεν το πετυχαίνουν ποτέ τους! Τι τεράστια χαρά όμως όταν τον βρεις. Νιώθεις ότι σου δόθηκε ιδιαίτερο δώρο από τον Ουρανό, ότι έλαβες μία σπουδαία και μοναδική χάρη. Γιατί βρήκες συνάνθρωπο που μπορείς να συντονιστείς μαζί του ψυχικά. Κι έτσι να γίνεις με τον φίλο σου σαν τείχος ισχυρό. «Αγαθοί οι δύο υπέρ τον ένα» σημειώνει και πάλι ο λόγος του Θεού.

Αλλά εννοείται το αυτονόητο: ότι σου δόθηκε αυτό το δώρο γιατί το αναζήτησες και το δίψασες. Γιατί ήσουν έτοιμος να το λάβεις. Κι αυτό θα πει ότι στη φιλία υπάρχει η αμοιβαιότητα – ποτέ δεν παίρνεις την προσφορά του φίλου και το άνοιγμα της ύπαρξής του απέναντί σου αν κι εσύ δεν είσαι στην ίδια ετοιμότητα! Αλλά τούτο αποκαλύπτει και το… εύθραστο της φιλίας: ανά πάσα στιγμή μπορεί να διαρραγεί η μοναδική αυτή σχέση, αν δεν προσεχτεί. Μόλις το θάρρος της φιλίας για παράδειγμα πάει να υπερβεί το λεπτό όριο του σεβασμού και της διάκρισης, εκεί έχει αρχίσει ήδη η υποχώρηση και η διάσπασή της. Μόλις το άνοιγμα της καρδιάς προς τον φίλο πάει να γίνει «βορά» σε μία αδιάκριτη αστειότητα, εκεί έχει πληγεί ίσως ανεπανόρθωτα. Η φιλία είναι σαν τα πολύτιμα κρύσταλλα: απαιτούν διαρκή προσοχή. Μπροστά όμως στην αξία της ύπαρξής της στη ζωή μας, όλες οι θυσίες είναι αποδεκτές.

Κι ο αββάς του Γεροντικού με πείρα ζωής και φωτισμό από τον Θεό κάνει τη διάκριση: τέσσαρα είδη των φίλων υπάρχουν. Τα τρία πρώτα βρίσκονται σε χαμηλότερο επίπεδο κι ίσως θα έβαζε ο αββάς εισαγωγικά στη χρήση του όρου, χωρίς να αρνείται τα γνήσια αισθήματά τους. Γιατί; Διότι υπάρχει το χρηστικό και ωφελιμιστικό στοιχείο στους φίλους αυτούς: τους χρειάζομαι, με χρειάζονται – το δούναι και λαβείν εν προκειμένω των συναισθημάτων μας. Το τέταρτο όμως είναι το ανώτερο και το ιερότερο και το πολυτιμότερο: γιατί ο φίλος αυτός είναι πάντα εκεί, με αγάπη και λεπτή διάκριση απέναντί μου, έτοιμος να με βοηθήσει όταν τον χρειαστώ χωρίς να με καταπιέζει – κάτι που πρέπει αντιστοίχως να κάνω και εγώ!

Στην περίπτωση του φίλου αυτού το μόνο που μπορούμε να σκεφτούμε αμέσως είναι ο ίδιος ο Θεός μας ο Ιησούς Χριστός και οι άγιοί Του: πάντοτε μαζί μας, με απόλυτο σεβασμό και αγάπη απέναντί μας, χωρίς η παρουσία τους να στερεί οτιδήποτε από την ακριβή ελευθερία μας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος χαρακτήρισε τους πιστούς του ως φίλους Του και ζήτησε το ίδιο να αισθάνονται και εκείνοι απέναντί Του!  

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΗΣ

«Ο άγιος Χαραλάμπης έζησε επί της βασιλείας του Σεβήρου, όταν ηγεμόνευε ο Λουκιανός στην πόλη της Μαγνησίας. Επειδή ήταν ιερέας των Χριστιανών και δίδασκε την οδό της αληθείας, οι τύραννοι πρόσταξαν να τον ξεντύσουν από την ιερατική του στολή κι έπειτα να γδάρουν όλο το δέρμα του σώματός του. Καθώς λοιπόν ο ηγεμόνας τον έβλεπε  να υπομένει καρτερικά τα βασανιστήρια, εξοργίστηκε και επιχείρησε να ξέσει τον άγιο με τα δικά του χέρια, οπότε αμέσως αποκόπηκαν τα χέρια του και έμειναν μετέωρα στο σώμα του μάρτυρα. Ο άγιος όμως προσευχήθηκε και τον έκανε υγιή. Όταν είδαν αυτό το θαύμα οι δήμιοι, που ονομάζονταν Πορφύριος και Βάπτος, αρνήθηκαν τα είδωλα και πίστεψαν στον Χριστό. Το ίδιο και τρεις γυναίκες από αυτούς που παρίσταντο εκεί. Όλους αυτούς τους συνέλαβε ο ηγεμόνας και αφού τους καθυπέβαλε σε βασανιστήρια, χωρίς έλεος τους αποκεφάλισε. Διότι αν και θεραπεύτηκε, όμως παρέμεινε στην απιστία».

Ο άγιος Χαραλάμπης, και πιο λαϊκά Χαράλαμπος, θεωρείται, κατά την υμνολογία της Εκκλησίας μας,  καύχημα της Ελλάδας. Της Ελλάδας που φέρει το όνομα του Χριστού∙ που είναι χριστιανική και αναγνωρίζει και τιμά τους αγίους∙ που θεωρεί ως μεγίστη ευλογία και θησαυρό πολύτιμο την ύπαρξη των λειψάνων τους, όπως της κάρας του αγίου ιερομάρτυρα∙ που προστρέχει με πίστη και πόθο στις εκκλησιές για να πανηγυρίσει τη μνήμη τους. «Καυχάται σήμερα όλη η χριστιανική Ελλάδα. Γιατί απέκτησε τη δική σου κάρα σαν κρήνη που αναβλύζει ποταμούς ιαμάτων και αστείρευτο πλούτο και χάρη που δεν αδειάζει ποτέ, και διώχνει νόσους και την πολύφθορη πανώλη από τους ανθρώπους που σε μακαρίζουν» (στιχηρό εσπερινού). «Την πάντιμη κάρα σου η Ελλάδα την απέκτησε ως παντοτινό πλούτο της και πολύτιμο θησαυρό» (στιχηρό της λιτής).

Υπάρχει αυτή η Ελλάδα; Υπάρχουν οι πόλεις της που ευφραίνονται και σκιρτούν από αγαλλίαση για τους αγίους, σαν τον άγιο Χαράλαμπο; («Ευφραίνεσθε εν Κυρίω πόλεις της Ελλάδος και σκιρτήσατε αγαλλώμεναι»). Κανείς δεν γνωρίζει. Μία επιφανειακή κρίση θα έλεγε όχι. Ή τουλάχιστον όχι τόσο,  σε σχέση με αυτό  που φαινόταν πριν και από κάποια χρόνια. Φαίνεται ότι υπάρχει ένας γενικότερος αποχρωματισμός από αυτό που συνιστά θεωρητικά την ταυτότητα του Έλληνα: του ορθόδοξου πιστού που ταυτοχρόνως διακατέχεται από την βαθιά αγάπη και προς την πατρίδα. Τείνουμε σ’ αυτό, αν δεν το έχουμε φτάσει κιόλας, που λέει ο λόγος του Χριστού για το μικρό ποίμνιο -  τους λίγους που πράγματι είναι συνεπείς πιστοί και αγαπούν τον Κύριο και γενικώς τις παραδόσεις του έθνους μας - και το προτρέπει να μη φοβάται. «Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον». Αλλά είπαμε, κανείς δεν γνωρίζει. Διότι σε ανάλογο προβληματισμό και του μεγάλου Προφήτη Ηλία, όταν διωκόταν η αληθινή πίστη και κανείς δεν φαινόταν να την ακολουθεί, ο ίδιος άκουσε τον Θεό να του λέει ότι γύρω του, χωρίς εκείνος να το ξέρει, «επτά χιλιάδες Ιουδαίοι δεν είχαν κλίνει το γόνυ στον Βάαλ». Κανείς λοιπόν δεν ξέρει τι σημαίνει χριστιανική Ελλάδα.

Ας επανέλθουμε όμως στον άγιο Χαράλαμπο. Ο υμνογράφος ήδη από το πρώτο στιχηρό του εσπερινού μας δείχνει το μέγεθος της αγιότητάς του και την προσφορά του στην Εκκλησία. «Όλος από τη νεότητά σου – σημειώνει – αφιερώθηκες στον Δεσπότη Χριστό, κι Αυτόν πόθησες βαθιά κι Αυτού τα ίχνη ακολούθησες. Κι αφού καθάρισες την καρδιά σου από κάθε κηλίδα των παθών, γέμισες υπέρμετρα από τη θεία χάρη». Ο άγιος υπήρξε δηλαδή ένα εκτύπωμα του Χριστού: Αυτόν αγάπησε και Αυτού τη ζωή φανέρωσε, διά της τηρήσεως των αγίων εντολών Του.  Δεν χρειάζεται να ψάχνουμε πολύ, για να δούμε ποιος είναι ο άγιος. Άγιος είναι όποιος ζει κατά το θέλημα του Κυρίου, που ζει όπως Εκείνος έζησε. Αλλά ο υμνογράφος γίνεται πιο συγκεκριμένος: το να ζει κανείς όπως ο Χριστός, σημαίνει ότι καθαρίζει την καρδιά του από τα πάθη του και φωτίζεται από τη χάρη του Θεού.

Με άλλα λόγια η πνευματική ασκητική μέθοδος της Εκκλησίας μας είναι το μόνο «αποδεικτικό» στοιχείο ότι πράγματι κανείς ανήκει στον Χριστό, ότι είναι άγιος. Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η πνευματική ζωή ακολουθεί τα γνωστά τρία στάδια: την κάθαρση, τον φωτισμό, τη θέωση. Πάνω σ’ αυτήν την πορεία κρίνεται η γνησιότητα της αγιότητας κάποιου και όχι από άλλες εξωτερικές επιφανειακές εκδηλώσεις: καλά έργα, δραστηριότητες, οικοδομικές επιχειρήσεις, κοινωνικές προσφορές. Όχι ότι αυτά καταδικάζονται. Δεν μπορούν όμως να αξιολογηθούν θετικά, αν δεν αποτελούν εκδηλώσεις κεκαθαρμένης καρδίας. Και ο άγιος Βασίλειος υπήρξε δραστήριος και οργανωτικός και με έργα Πατέρας, αλλά ήταν βαθύτατα ασκητικός, που είχε τονίσει ότι αν κανείς θέλει να βρει τον Θεό στη ζωή του, πρέπει να απομακρυνθεί από όλη τη διάχυση του νου στα αισθητά πράγματα, να έλθει στον εαυτό του και διά της στροφής του αυτής να συναντήσει τον Θεό.

Ο άγιος Χαράλαμπος λοιπόν υπήρξε συνεπής προς αυτήν την πνευματική οδό της Εκκλησίας, που είναι απαρχής η γνήσια και αποστολική παράδοσή της, δηλαδή του Χριστού η παράδοση. Ο υμνογράφος επιβεβαιώνει τα παραπάνω και με άλλες λέξεις. Επιλέγουμε: «Φωτίστηκε κι έγινε λαμπρή η διάνοιά σου από το θείο Πνεύμα…και έτσι δυνάμωσες την ορθόδοξη πίστη» (στιχηρό της λιτής). Ο φωτισμός από το άγιο Πνεύμα, καρπός της εν χάριτι καθάρσεως της καρδίας, είναι ο μόνος τρόπος να δυναμωθεί η ορθόδοξη πίστη. «Η Ελλάδα έμεινε κατάπληκτη, μάρτυς Χαράλαμπε, από την καθαρότητα του βίου σου και το θαυμαστό μαρτύριό σου» (κάθισμα του όρθρου).  

06 Φεβρουαρίου 2023

Ο ΜΕΓΑΣ ΦΩΤΙΟΣ Ο ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ


«Ο μέγας Πατέρας και Διδάσκαλος της Εκκλησίας Φώτιος (9ος αι.), ο ομολογητής της πίστεως και ισαπόστολος, έζησε στους χρόνους των βασιλέων Μιχαήλ υιού Θεοφίλου, Βασιλείου του Μακεδόνα και Λέοντος του υιού αυτού. Επίγεια πατρίδα του ήταν η βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη, με καταγωγή από ευσεβή και επιφανή οικογένεια, ενώ ουράνια η άνω Ιερουσαλήμ. Πριν από την είσοδό του στην ιερωσύνη διέπρεψε σε μεγάλα αξιώματα, όντας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Μαγναύρας, και ζώντας πάντοτε ενάρετη και θεοφιλή ζωή ανέλαβε έπειτα ως Πατριάρχης και την καθοδήγηση της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλως. Τούτο δε έγινε ως εξής: Όταν ο άγιος Ιγνάτιος καταβιβάστηκε από τον αρχιεπισκοπικό θρόνο διά της βίας του αυτοκράτορα, ο θρόνος που έμεινε κενός έπρεπε να πληρωθεί, οπότε ο βασιλιάς στράφηκε προς αυτόν και τον εξανάγκασε να διαδεχτεί κανονικά τον ιερό Ιγνάτιο. Εκάρη λοιπόν μοναχός πρώτα και διήλθε έπειτα «αθρόον» όλες τις βαθμίδες της ιερωσύνης.

Αγωνίστηκε ως Πατριάρχης πολύ υπέρ της ορθοδόξου πίστεως κατά των Μανιχαίων και των Εικονομάχων και άλλων αιρετικών, προπάντων όμως κατά της τότε για πρώτη φορά αναφανείσας παπικής αιρέσεως, αρχηγός της οποίας ήταν ο πατέρας του Λατινικού σχίσματος πάπας Νικόλαος. Τον Νικόλαο αυτόν αφού τον έλεγξε για τις αιρετικές του απόψεις με αποδείξεις από την Αγία Γραφή και τους Πατέρες και τον έκρινε συνοδικά, τον θεώρησε εκτός της Εκκλησίας και τον παρέπεμψε στο ανάθεμα. Για τις ενέργειές του αυτές βεβαίως υπέστη από τους θιασώτες του παπισμού πολλούς διωγμούς και κινδύνους, πολλές επιθέσεις και εις βάρος του κακώσεις, τις οποίες όλες τις αντιμετώπισε με χριστομίμητο τρόπο, αυτός που διακρινόταν για την καρτεροψυχία και την υπομονή του και τον αδαμάντινο χαρακτήρα του – πράγματα γνωστά για όποιον μελετά την εκκλησιαστική ιστορία.

Εκείνο όμως που είναι αναγκαίο να θυμίσει κανείς είναι ότι ο μακάριος Φώτιος που ιερουργούσε το Ευαγγέλιο ως άλλος απόστολος Παύλος, μετέστρεψε στην πίστη του Χριστού όλο το έθνος των Βουλγάρων με τον βασιλιά τους, αφού τους κατήχησε και τους βάπτισε, όπως επίσης αναγέννησε και επέστρεψε στην Καθολική του Χριστού Εκκλησία, με τους πλήρεις χάριτος και σοφίας και αληθείας λόγους του, πολλούς διαφορετικούς αιρετικούς, Αρμενίους, Εικονομάχους και άλλους ετεροδόξους. Όταν μάλιστα με τη σταθερότητα του φρονήματός του κατέπληξε τον βασιλοκτόνο και αγνώμονα Βασίλειο τον αυτοκράτορα και ξερίζωσε τα ζιζάνια κάθε ετεροδιδασκαλίας με τον ένθερμο ζήλο του, τότε αναφάνηκε όσο κανείς άλλος γνήσιος συνεχιστής των αποστόλων και γεμάτος από την πνευματέμφορη διδασκαλία τους.

Έτσι λοιπόν αφού ποίμανε όσια και ευαγγελικά την Εκκλησία του Χριστού και δύο φορές ανέβηκε χωρίς τη θέλησή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο κι επίσης δύο φορές εξορίστηκε με τυραννική βία από αυτόν, κι αφού άφησε στην Εκκλησία και στον λαό του Θεού πολλά και διάφορα συγγράμματα, άριστα και σοφότατα, τέτοια που κάθε εποχή πράγματι μπορεί να θαυμάσει, κι αφού όπως είπαμε υπέφερε πολλά για τους αγώνες του υπέρ της αληθείας και της δικαιοσύνης, στο τέλος εξεδήμησε προς τον Κύριο ο πολύαθλος, εξόριστος στη Μονή των Αρμενιανών, όπως ο θείος Χρυσόστομος στα Κόμανα. Το δε ιερό και πάντιμο σώμα του εναποτέθηκε στη Μονή που λεγόταν Ερημία ή Ηρεμία. Και από παλαιά μεν τελείτο η αγιότατη σύναξή του στο Ναό του Τιμίου Προδρόμου που βρισκόταν στη Μονή που είπαμε, τώρα όμως τελείται στην ιερά και Πατριαρχική Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη, όπου είναι και η Θεολογική Σχολή της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας».

Και μόνον το γεγονός ότι ο άγιος Φώτιος είχε προπάτορες αγίους γονείς που μαρτύρησαν για την πίστη τους, είχε τεράστια κοσμική μόρφωση κυρίως στους τομείς της ελληνικής φιλολογίας, της ρητορικής και της ιατρικής, και χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία και την Ιστορία ως Μέγας, Ομολογητής και Ισαπόστολος λόγω της αγίας βιοτής του και του τεράστιου ιεραποστολικού έργου του, φανερώνει το πνευματικό ύψος και μέγεθός του, τέτοιο που παραβάλλεται με τους αγίους τρεις Ιεράρχες, Βασίλειο τον Μέγα, τον Θεολόγο Γρηγόριο και τον ιερό Χρυσόστομο. Πράγματι, σπάνια στην Ιστορία, την εκκλησιαστική αλλά και τη θύραθεν λεγόμενη, να βρει κανείς τέτοιες προσωπικότητες που μέχρι σήμερα θεωρούνται αξιοζήλευτες και τόσο πνευματικά απαστράπτουσες, γι’ αυτό και είναι επόμενο ιδίως η υμνολογία της Εκκλησίας μας να χρησιμοποιεί όλες τις εικόνες και τα σχήματα λόγου που υπάρχουν προκειμένου να καλλιτεχνήσουν το «άγαλμά» του και την πληθώρα των αρετών του.

Θα αρκεστούμε όμως σε ένα μόνο ύμνο από την ακολουθία του, που νομίζουμε πως έστω και σκιωδώς μάς δίνει μικρή εικόνα της φωτεινής, όπως δηλώνει και το όνομά του, ζωής του.

«Δεῦτε πάντες οἱ πιστοί, τὸν Ἱεράρχην καὶ φίλον Κυρίου, Φώτιον τὸν πανθαύμαστον, εὐσεβῶς ἀνευφημήσωμεν· οὗτος γὰρ ἀποστολικῆς διδασκαλίας γενόμενος ἔμπλεως, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καταγώγιον, δι' ἐνάρετου πολιτείας ἀναδειχθείς, ἐκ τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας διὰ δογμάτων τοὺς λύκους ἀπήλασε· καὶ τὴν Ὀρθόδοξον Πίστιν σαφῶς τρανώσας, στῦλος ἀναδέδεικται, καὶ εὐσεβείας πρόμαχος· διὸ καὶ μετὰ πότμον παριστάμενος ἐγγύτερον τῷ Χριστῷ, ἀδιαλείπτως πρεσβεύει ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Δόξα μ. εσπ.).

(Εμπρός όλοι οι πιστοί, ας υμνολογήσουμε ευσεβώς τον Ιεράρχη και φίλο του Κυρίου, Φώτιο τον πανθαύμαστο. Γιατί αυτός αφού έγινε πλήρης από την αποστολική διδασκαλία και αναδείχτηκε κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος με την ενάρετη ζωή του, έδιωξε μακριά τους λύκους αιρετικούς από την Καθολική Εκκλησία με τη διδασκαλία του. Κι αφού διατράνωσε την Ορθόδοξη Πίστη, αναδείχτηκε στύλος και πρόμαχος της ευσέβειας. Γι’  αυτό και μετά την κοίμησή του, ευρισκόμενος πολύ πιο κοντά στον Χριστό από όσο ζούσε, πρεσβεύει αδιαλείπτως υπέρ των ψυχών μας).

Τι κυρίως μας λέει ο υμνογράφος; Πρώτον, ο άγιος Φώτιος υπήρξε και είναι φίλος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Δηλαδή έζησε με τέτοιον τρόπο που αναδείχτηκε σε φίλο Του, όπως ο Ίδιος το είχε πει: «Υμείς φίλοί μου εστέ, εάν ποιήτε όσα εντέλλομαι υμίν», είστε φίλοι μου, αν κάνετε στη ζωή σας όσα σας δίνω ως εντολή. Οπότε ο άγιος Φώτιος, όπως και οι άγιοι απόστολοι, απέδειξε  έμπρακτα την αγάπη του προς Εκείνον, γιατί η αγάπη προς τον Κύριο μόνο διά της τηρήσεως των εντολών Του αποδεικνύεται αληθινή και ο Φώτιος τις εντολές του Κυρίου, την πίστη και την αγάπη, «την ενάρετον πολιτείαν», ως κόρην οφθαλμού τηρούσε στη ζωή του.

Γι’ αυτό δεύτερον, αναδείχτηκε σε κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος, αφού αυτή είναι η υπόσχεση του Κυρίου: «όποιος τηρεί τις εντολές μου και δείχνει ότι με αγαπά, θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου και θα έλθουμε σ’ Αυτόν και θα κάνουμε κατοικητήριό μας την ύπαρξή του». Αυτό δεν είναι και κάθε άγιος; Ένα μοναστήρι της αγίας Τριάδος! Προσεγγίζεις τον άγιο και απολαμβάνεις τη φιλοξενία του ίδιου του Θεού. Ο Θεός ενεργεί μέσω αυτού!

 Τρίτον, η χαρισματική και υπέρ φύσιν αυτή πραγματικότητα δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο σε κοινωνία με τους αγίους αποστόλους. Ποτέ κανείς δεν αγιάζει μόνος του! Χωρίς την ένταξη στην Εκκλησία και την εμβάπτιση στο ποτάμι της Παραδόσεως που κατ’ ανάγκην περνά από τους αγίους αποστόλους, τους θεμελίους της πίστεως, κανείς δεν μπορεί να είναι χριστιανός, πολύ περισσότερο άγιος! Μας το δηλώνει με τον σαφέστερο τρόπο και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Α΄ καθολική του επιστολή ήδη από την αρχή: «η κοινωνία σας μαζί με μας τους αποστόλους είναι κοινωνία και με τον Ιησού Χριστό». Κι αυτό γιατί ο Κύριος έτσι θέλησε να «οργανώσει» τα πράγματα: είμαστε μαζί Του όταν είμαστε μαζί με τους άλλους τους φίλους και δικούς Του, πρωτίστως και εξαιρέτως τους αγίους μαθητές και αποστόλους Του! Αυτό δεν υμνολογεί λοιπόν και ο ύμνος; Ο άγιος Φώτιος έγινε  «έμπλεως αποστολικής διδασκαλίας». Γι’ αυτό και γέμισε Πνεύμα άγιο, γι’ αυτό και έγινε και είναι φίλος του Χριστού.   

Τέταρτον, μία τέτοια ζωή αγιοπνευματική έκανε τον Φώτιο αφενός στύλο και μπροστάρη της ορθόδοξης πίστεως, γιατί δεν μπορεί αυτός που ακολουθεί το Φως του Χριστού να μην αναδεικνύεται δεύτερο φως κατά τον λόγο του Ίδιου και πάλι: «όποιος με ακολουθεί δεν θα περπατήσει στο σκοτάδι αλλά θα έχει το φως της ζωής» και «εσείς είστε το φως του κόσμου˙ δεν μπορεί μία πόλη που είναι πάνω σε βουνό να μένει κρυμμένη», πολύ περισσότερο όταν ο φωτισμένος αυτός άνθρωπος έχει τέτοιο διευρυμένο νου που μπορεί να εκφράσει και με λόγο  την εμπειρία του Θεού που ζει, συνεπώς να βοηθήσει τους πιστούς στη διαφύλαξη της αλήθειας όταν αυτή σκοτίζεται από τους αρνητές της˙ αφετέρου με όπλο την αλήθεια που είναι το φως του Χριστού να ελέγξει τους ανθρώπους του σκότους, τους αιρετικούς που επιπίπτουν ως λύκοι προκειμένου να κατασπαράξουν το ποίμνιο της Εκκλησίας. Λοιπόν, ο άγιος Φώτιος εκλέχτηκε από τον Χριστό παιδιόθεν ώστε να είναι και να κινείται ως όργανο του Κυρίου, προς έκφραση της αλήθειας και καταδίκη της κάθε αιρέσεως, ιδίως της νεοφανούς της εποχής του με την παπική εκτροπή και ως προς τις παράλογες διαθέσεις του, πρωτείου στην Εκκλησία, και ως προς τις απαράδεκτες επεμβάσεις στο ίδιο το Σύμβολο Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως – ένα Σύμβολο που αποτελεί πράγματι κριτήριο στην πίστη μας απαρχής και έως το τέλος των καιρών.

Πέμπτον, ο άγιος Φώτιος όχι μόνο στην εποχή του αλλά και στη δική μας και σε κάθε εποχή, στέκει ακοίμητος φύλακας της πίστεως, ζώντας μέσα στο Φως της τρισήλιας θεότητας ο ίδιος, αλλά και ευχόμενος «αδιαλείπτως» και για τη σωτηρία των ψυχών μας. Είμαστε βέβαιοι και αυτό συνιστά και την παρηγοριά μας, γιατί αυτή είναι η εμπειρία της Εκκλησίας και όλων των αγίων: η παρρησία του αγίου και μεγάλου Φωτίου ενώπιον του Κυρίου είναι πολύ μεγάλη, που σημαίνει ότι Τον «επηρεάζει» θετικά ώστε να είναι πάντοτε «ίλεως» σε κάθε κυρίως αδυναμία και εκτροπή μας από το άγιο θέλημά Του. 

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΒΟΥΚΟΛΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΜΥΡΝΗΣ

«Ο άγιος Βουκόλος από νεαρή ηλικία αγίασε τον εαυτό του και έγινε δοχείο του αγίου Πνεύματος. Αυτόν βρήκε δόκιμο και άξιο ο πανεύφημος και από τον Χριστό αγαπώμενος θείος Ιωάννης ο Θεολόγος, και τον χειροτόνησε Επίσκοπο και ποιμένα καλό της Εκκλησίας της Σμύρνης. Ο Βουκόλος, ο οποίος φωτιζόταν από το Άγιον Πνεύμα, οδηγεί στο φως της πίστεως του Χριστού τους ευρισκομένους στο σκοτάδι της πλάνης, και με το άγιο βάπτισμα τους κάνει υιούς ημέρας, σώζοντάς τους από μύρια ανήμερα θηρία. Αυτός λοιπόν, πριν  φύγει από τη ζωή αυτή, χειροτόνησε και έβαλε ποιμένα και Διδάσκαλο των λογικών προβάτων στην ίδια πόλη, τη Σμύρνη, τον μακάριο Πολύκαρπο, οπότε και εκοιμήθη εν Κυρίω. Όταν το τίμιο σώμα του το έθεσαν κάτω από τη γη, ο Θεός έκανε να ανατείλει φυτό, που παρέχει ιάσεις μέχρι σήμερα».

Δεν είναι πολύ γνωστός ο άγιος Βουκόλος στους περισσοτέρους από τους χριστιανούς μας, μολονότι ανήκει στους αποστολικούς Πατέρες, που έλαμψαν με τη ζωή και το κήρυγμά τους. Ίσως διότι βρέθηκε ανάμεσα σε δύο σπουδαιότατους άνδρες, μεγάλους αστέρες της Εκκλησίας μας, που τον επισκίασαν με τη λάμψη τους: τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και τον άγιο Πολύκαρπο Σμύρνης. Κι από την άλλη: βρέθηκε να συνεορτάζει και με έναν άλλο αστέρα, οικουμενικό πατέρα και διδάσκαλο, ισαπόστολο και ομολογητή, μεγάλο ως προς τον χαρακτηρισμό του, τον άγιο Φώτιο, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Παρ’ όλα όμως τα φώτα των σπουδαίων και μεγάλων αυτών, ο άγιος Βουκόλος, κατά την Εκκλησία μας, δεν παύει «να αστράπτει με το φως των θεουργών αρετών του, ευρισκόμενος ως φως στη λυχνία της θείας Εκκλησίας και να καθιστά λαμπρή αυτή με τις ιερές διδασκαλίες του» (Στιχηρό εσπερινού). Είναι ο άνθρωπος, που, όπως σημειώνει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος σε άλλο σημείο του κανόνα του, «έλαμψε σαν φως, σαν φέγγος, σαν μέγα ήλιος, σαν αστραπή στην Εκκλησία του Χριστού, και φώτισε τις διάνοιες των πιστών» (ωδή θ΄).

Τι ήταν εκείνο που τον έκανε και αυτόν δεύτερο φως μετά το πρώτο, τον Χριστό, και «ιερόν κειμήλιον» Αυτού; Ο άγιος υμνογράφος απαντά: «Το ωραίον της ψυχής και η καθαρότης του νοός» (ωδή δ΄), αποτέλεσμα των πνευματικών του ασκήσεων προς υπέρβαση των αμαρτωλών παθών: «Κυριεύσας δι’ ασκήσεως του σώματος, των παθημάτων, ένδοξε» (ωδή ζ΄). Γι’ αυτό και όλες οι αρετές του Θεού εγκατοίκησαν σ’ αυτόν και τον κατέστησαν κατοικητήριο Εκείνου. «Ο ένδοξος Βουκόλος αναδείχθηκε σε κατοικητήριο της αγίας Τριάδος, διότι απέκτησε την ταπείνωση που υψώνει, την καθαρότητα του νου, την ανυπόκριτη αγάπη, την ειλικρινή πίστη και ελπίδα» (ωδή ς΄).

Είπαμε όμως ότι η αγιότητά του αυτή, λόγω και της υπεύθυνης θέσης του: να είναι επίσκοπος, έπαιρνε μορφή ιεραποστολική. Ο άγιος Βουκόλος κήρυττε αδιάκοπα τον λόγο του Θεού, «κηρύσσοντας τη μία ουσία της Τριάδος με ευσεβή τρόπο, ώστε να ξεριζώνει την πολύθεη πλάνη» (ωδή γ΄), πάντοτε βεβαίως προβάλλοντας το διαρκές κήρυγμα του διδασκάλου και πνευματικού του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, δηλαδή την πραγματικότητα της σάρκωσης του Υιού και Λόγου του Θεού. «Έγιναν ωραία, παμμακάριε, τα σαγόνια σου, γιατί κήρυσσαν τη σάρκωση αυτού που έλαμψε σε εμάς από την άφατη ευσπλαχνία του» (ωδή ζ΄). «Θεολόγησες τον Λόγο του Θεού που σαρκώθηκε, και έσωσες πολλούς λαούς από την αλογία της πλάνης, γιατί έγινες θείος μαθητής εκείνου που έλαμψε για τις θεολογικές διδασκαλίες του, τον άγιο Ιωάννη δηλαδή, κήρυκα Βουκόλε» (ωδή η΄).

Ο άγιος Ιωσήφ δεν αφήνει ασχολίαστο το γεγονός ότι στον τάφο του οσίου φύτρωσε φυτό που παρείχε ιάσεις στους προστρέχοντες. Θεωρεί  ότι το θαυμαστό αυτό γεγονός συνιστά μαρτυρία από τον Θεό της δικαίωσης του αγίου, και για τη δράση του ως ποιμένα και για την κατάστασή του στους ουρανούς. «Βλάστησες σαν φοίνικας στις αυλές του Θεού, γι’ αυτό και εκοιμήθης όπως πρέπει στους δικαίους. Και τώρα φέρεις φυτό στο θείο σου μνήμα, που αποτελεί θαύμα σ’ αυτούς που το βλέπουν, θεοκήρυκα Βουκόλε» (ωδή η΄). Ο άγιος Βουκόλος: ένας φωτεινός αποστολικός πατέρας που παραπέμπει στον κατά πολύ νεώτερό του,  συνεορτάζοντα με αυτόν, άλλον φωτεινό, και λόγω ονόματος, άγιο Φώτιο, τον «ομότροπον των αποστόλων»,  τον οικουμενικό πατέρα και μέγαν εν διδασκάλοις.

04 Φεβρουαρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

«Σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης» (Β´ Τιμ. 3, 14)

῾Η προβολή ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο στόν μαθητή καί συνεργάτη του Τιμόθεο τῆς ἐν δοκιμασίαις καί θλίψεσι προσωπικῆς του ζωῆς χάριν τοῦ εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ καί ἡ προτροπή του νά παραμένει αὐτός σέ ὅ,τι ἔμαθε καί βεβαιώθηκε προσωπικά ἀπό τόν ἴδιο καί ἀπό τήν ῾Αγία Γραφή προκειμένου νά ἐπιτύχει τή σωτηρία του τήν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ, ἀποτελεῖ τό περιεχόμενο τοῦ μικροῦ ἀποστολικοῦ ἀναγνώσματος πού ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔχει θέσει κατά τήν ἔναρξη τοῦ εὐλογημένου Τριωδίου, τό ὁποῖο θά ἐκβάλει στό Πάθος καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Κι αὐτό γιατί σέ κάθε ἐποχή, πολύ περισσότερο στή δική μας, ἡ μόνη σωτήρια ὁδός σ᾽ ἕναν κόσμο διαρκῶς μεταβαλλόμενο καί ἀδιάκοπα πορευόμενο ἀπό τό κακό στό χειρότερο εἶναι νά μένουμε κι ἐμεῖς σταθεροί στήν παράδοση τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων ᾽Αποστόλων, πού σημαίνει νά μένουμε πιστοί σέ ὅ,τι ἡ ᾽Εκκλησία μας ζεῖ καί διδάσκει μέ ὅλη τή ζωή της. ῾Σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης᾽: σύ δέ μένε ἀκλόνητος σ᾽ ἐκεῖνα πού ἔμαθες καί βεβαιώθηκες γιά τήν ἀλήθεια τους ἀπό τήν προσωπική σου πεῖρα.

1. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἀπόλυτα ρεαλιστής. Καταγράφοντας τήν πορεία τοῦ ἴδιου, ὅπως καί κάθε ἄλλου χριστιανοῦ στόν κόσμο τοῦτο, ἐπισημαίνει ὅτι τό τίμημα γιά τή χριστιανοσύνη ἑνός πιστοῦ ἀνθρώπου εἶναι οἱ διωγμοί καί τά παθήματα πού θά ὑποστεῖ χάριν ἀκριβῶς τῆς πίστεώς του. ῾Οἵους διωγμούς ὑπήνεγκα᾽ (τί φοβερούς διωγμούς ὑπέφερα), θά πεῖ μεταξύ ἄλλων, γιά νά γενικεύσει: ῾Καί πάντες οἱ θέλοντες εὐσεβῶς ζῆν ἐν Χριστῷ ᾽Ιησοῦ διωχθήσονται᾽ (Κι ὅλοι ὅσοι θέλουν νά ζήσουν μέ εὐσέβεια, σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, θά ἀντιμετωπίσουν διωγμούς). Ζητᾶς νά ἀκολουθήσεις τόν Χριστό; - εἶναι σά νά λέει στόν Τιμόθεο. ῾Ετοιμάσου νά βρεῖς τόν κόσμο ἐνάντιο σέ σένα. Θά σέ ἀπορρίψει καί θά σέ καταδιώξει. Κι αὐτό γιατί; Διότι ἀκολουθεῖς ᾽Εκεῖνον, ὁ ῾Οποῖος ῾εἰς τά ἴδια ἦλθε καί οἱ ἴδιοι αὐτόν οὐ παρέλαβον᾽. Κι ὄχι μόνον δέν Τόν ἀποδέχτηκαν, ἀλλά καί Τόν πολέμησαν καί Τόν σταύρωσαν καί Τόν θανάτωσαν. ῾῏Ην γάρ πονηρά αὐτῶν τά ἔργα᾽, κατά συνέπεια δέν ἄντεχαν τό φῶς Του πού ἀπεκάλυπτε τή σκοτεινιά τῶν ἁμαρτωλῶν ἔργων τους. ῎Ετσι ὅ,τι στάση κράτησε ὁ πεσμένος στήν ἁμαρτία κόσμος ἀπέναντι στόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό ᾽Ιησοῦ Χριστό, τήν ἴδια στάση κρατάει κι ἀπέναντι στούς μαθητές καί ἀκολούθους Του. ῾Ο Κύριος δέν τό ἀπέκρυψε. ῾Εἰ ἐμέ ἐδίωξαν καί ὑμᾶς διώξουσιν᾽ εἶπε. Καί: ῾διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ὑμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν᾽.

2. ῎Ετσι ὁ ἀπόστολος στοιχώντας μέ συνέπεια στόν Χριστό προτείνει στόν Τιμόθεο μία ζωή πού ἀποτελεῖ πρόκληση γιά τή λογική τοῦ κοσμικοῦ ἀνθρώπου, κυριολεκτικά ἀνατροπή ὅλων τῶν ῾σταθερῶν᾽ του, ὁ ὁποῖος ἔχοντας διαγράψει τόν Θεό ἀπό τή ζωή του ἐπιζητεῖ στόν κόσμο τοῦτο τήν ἄνεση, τήν ἀποδοχή ἀπό τούς ἄλλους, τή δύναμη τοῦ πλούτου, τήν κυριαρχία, ὅ,τι δηλαδή συνιστᾶ τήν ἴδια τήν ἁμαρτία καί τήν ὑποδούλωση στόν Πονηρό.  Κι ἀκόμη περισσότερο: ἡ ἁμαρτωλή αὐτή κατάστασή του ἐπιτείνεται χωρίς σταματημό, γιατί ῾πονηροί ἄνθρωποι καί γόητες προκόψουσιν ἐπί τό χεῖρον, πλανῶντες καί πλανώμενοι᾽ (οἱ πονηροί ἄνθρωποι καί οἱ ἀπατεῶνες θά προκόβουν στό χειρότερο, θά ἐξαπατοῦν τούς ἄλλους καί οἱ ἄλλοι θά τούς ἐξαπατοῦν).  Καμμία μεσσιανικότητα ὡς προσδοκία καλλιτέρευσης τοῦ κόσμου ἀπό μόνου του δέν χαρακτηρίζει τά λόγια τοῦ ἀποστόλου. ῾Ο κόσμος θά χειροτερεύει ὁλοένα καί περισσότερο.

῾Ο ἀπόστολος λοιπόν μέ ἀπόλυτη σαφήνεια περιγράφει τόν κόσμο μέσα στόν ὁποῖο πορεύεται ὁ χριστιανός: εἶναι ἕνας κόσμος ὑπό τόν κοσμοκράτορα Διάβολο, μέσα στόν ὁποῖο φαίνεται ὅτι ὁ πιστός δέν ἔχει θέση. ᾽Αλλ᾽ ἐνῶ ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας θά ἐπιθυμεῖ νά ἀφανίσει τούς ἀκολούθους τοῦ Χριστοῦ, δέν θά τά καταφέρνει, γιατί τελικῶς Αὐτός πού προσδιορίζει τά σύμπαντα μέχρι κεραίας εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὁ Παντοδύναμος Θεός. ῾Οἵους διωγμούς ὑπήνεγκα! Καί ἐκ πάντων με ἐρρύσατο ὁ Κύριος᾽ (Καί ἀπ᾽ ὅλους τούς διωγμούς πού ὑπέφερα μέ γλύτωσε ὁ Κύριος). Νά λοιπόν ἡ πραγματικότητα τοῦ βάθους τῆς πίστεως, στήν ὁποία προσανατολίζει τή σκέψη τοῦ Τιμοθέου ὁ ἀπόστολος Παῦλος: ἐκεῖ πού φαίνεται ὅτι ἡττᾶται ὁ πιστός ἀπό τίς δυνάμεις τοῦ σκότους, ἐκεῖ ἀκριβῶς ἀναδύεται τό φῶς τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ. Πρόκειται γιά τή συμμετοχή τοῦ πιστοῦ στή Σταύρωση καί τήν ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Χριστός φάνηκε ἐπί τοῦ Σταυροῦ ἀδύναμος καί ἡττημένος. ᾽Αλλ᾽ ἐκεῖ φάνηκε καί ἡ ἀπόλυτη παντοδυναμία Του: ἀναστήθηκε τριήμερος. ῾Αὕτη ἐστίν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον: ἡ πίστις ἡμῶν!᾽

3. Μέ τά παραπάνω δεδομένα κατανοεῖ κανείς τήν προτροπή τοῦ ἀποστόλου στόν μαθητή του: ῾σύ δέ μένε ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης᾽. Δηλαδή μέσα σ᾽ ἕναν κόσμο πού φαίνεται ὅτι κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία καί ὁ Πονηρός, πού οἱ διωγμοί πᾶνε νά ἐξαφανίσουν τούς πιστούς, ἐσύ, Τιμόθεε, (καί κάθε χριστιανέ συνεπῶς), μή παρασυρθεῖς, ἀλλά νά μένεις σταθερός. Σέ τί; Στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ πού διδάχθηκες ἀπό ἐμένα πού γνώρισα ἐμπειρικά τόν Κύριο καί εἶσαι βεβαιωμένος γιά τήν ἀλήθεια τῆς ἐμπειρίας μου αὐτῆς, καί στά ἱερά γράμματα τά δοσμένα ἀπό τόν Θεό, πού ᾽χουν τή δύναμη νά σέ κάνουν σοφό ὥστε νά κερδίσεις τή σωτηρία σου ἐν Χριστῷ. ῎Ετσι ἡ μαρτυρία καί ἡ πρόσκληση τοῦ ἀποστόλου γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὡς σχέση μέ τόν Χριστό καί ἔνταξη στή Βασιλεία Του εἶναι ἡ πιστότητα στήν παράδοση. Τήν παράδοση πού ἀναφέρεται στίς ῞Αγιες Γραφές καί τή ζωντανή βίωση τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ ἀπό τούς πραγματικά πιστούς Του. ῾Αγία Γραφή, ζωή τῶν ἁγίων. ᾽Αλλ᾽ αὐτό δέν εἶναι ἡ ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας; ῾Η ᾽Εκκλησία μας ὡς τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν πορεύεται ἐν Πνεύματι πάνω στό θεμέλιο τῆς κεφαλῆς της ὅπως τοῦτο καταγράφεται ἀπό τήν ῾Αγία Γραφή κι ὅπως ἐξαγγέλλεται ἀπό ἐκείνους πού κατεξοχήν Τόν ἔζησαν καί Τόν κήρυξαν, τούς ἁγίους ἀποστόλους πρῶτα, τούς ἁγίους Πατέρες  ἔπειτα κι ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους;

4. Κι εἶναι εὐνόητο ἑπομένως ὅτι μιλᾶμε γιά μία Παράδοση πού ἔχει τή ζωντάνια τῆς παρουσίας τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ καί τή φανέρωση ἔτσι τοῦ Χριστοῦ ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽ σέ κάθε ἐποχή. Μιλᾶμε λοιπόν γιά μία πιστότητα πού ἐνῶ φαίνεται ὅτι στηρίζεται στό παρελθόν, ἐκβάλλει ἀδιάκοπα στό ἑκάστοτε παρόν. Μόνο ἄσχετοι πρός τήν πίστη ἤ ἐλλειμματικοί κατά τόν νοῦ μποροῦν νά ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ Παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας συνιστᾶ συντηρητισμό καί στεῖρα προσκόλληση πρός τό παρελθόν. Μόνον ὅσοι ἔχουν διαγράψει ἀπό τή ζωή τους τόν Χριστό καί ἡ ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας τούς εἶναι ἐντελῶς ξένη μποροῦν νά ὑποστηρίζουν τέτοια ἰδεολογήματα, ἀποκυήματα τῆς φαντασίας τους. ᾽Αλλά αὐτοί δυστυχῶς, ὅσο δέν θά μετανοοῦν, θά ἀνήκουν στούς πονηρούς καί τούς γόητες, ῾ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία καί τό τέλος ἡ ἀπώλεια᾽. Γιά τούς πιστούς ὁ Χριστός καί τό σῶμα Του ἡ ᾽Εκκλησία θά εἶναι καί θά παραμένει πάντοτε ἡ μόνη σωτηρία.

Σ᾽ ἕναν κόσμο πού μοιάζει μέ φουσκωμένο ποτάμι καί στό διάβα του παρασύρει τά πάντα ὁδηγώντας τα στό βάραθρο, τό μόνο σταθερό σημεῖο πού μπορεῖ νά κρατήσει τόν ἄνθρωπο γιά νά ζήσει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὡς Σωτήρα εἶναι ἡ παράδοση τῆς ᾽Εκκλησίας. ῞Ο,τι λέει ὁ ἀπόστολος στόν μαθητή καί συνεργάτη του Τιμόθεο: νά μένει σταθερός σ᾽ ἐκείνου τή διδαχή καί τή ζωή καί στίς ἅγιες Γραφές, τό ἴδιο λέει καί σήμερα. ῎Εχουμε σημεῖο ἀναφορᾶς. ῎Ας τό κρατοῦμε χωρίς ταλαντεύσεις.

ΑΡΧΗ ΤΡΙΩΔΙΟΥ (ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ)

 

«Από σήμερα, στον εσπερινό της Κυριακής, αρχίζουν να συμψάλλονται οι ύμνοι που περιέχονται στο λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου. Σε μερικούς ναούς πριν την έναρξη του εσπερινού τίθεται κάτω από την εικόνα του Χριστού στο τέμπλο σε ευτρεπισμένο σκαμνί το λειτουργικό βιβλίο του Τριωδίου, όπου προσέρχεται ο πρωτοψάλτης (ο οποίος εκπροσωπεί όλους όσοι υπηρετούν στο αναλόγιο), βάζει μπροστά στην εικόνα τρεις μετάνοιες, ασπάζεται την εικόνα, παίρνει στα χέρια του το Τριώδιο και το ασπάζεται, κάνει πάλι τρεις μικρές μετάνοιες και απέρχεται μαζί με το Τριώδιο στην οικεία του θέση».

Μία βαθειά συμβολική κίνηση με το ξεκίνημα της περιόδου του Τριωδίου, για να προβληθούν δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, η μεγάλη σημασία του λειτουργικού βιβλίου που φέρει την ονομασία «Τριώδιον» - παραλαβή του από τον πρωτοψάλτη μπροστά στην εικόνα του Κυρίου σαν να προσφέρει Εκείνος στον εκπρόσωπο του λαού στις λειτουργικές συνάξεις τα λόγια που απηχούν το Πνεύμα Του και ευαρεστείται ο Ίδιος να ακούει∙ και δεύτερον, η προσκύνηση του εκπροσώπου του λαού (ο ψάλτης είναι εκείνος που για λόγους ευταξίας λέει όσα ο λαός πάντοτε έλεγε) που φανερώνει ότι ενώπιον του Κυρίου η μόνη ορθή στάση και κίνηση είναι η υπακοή. Κι η υπακοή αυτή εξαγγέλλεται με τον πιο δυνατό τρόπο όταν ο άνθρωπος πορεύεται κατά τα κελεύσματα των ύμνων του Τριωδίου, δηλαδή προσπαθεί να ζει με μετάνοια ως διαρκή επιστροφή προς τον Θεό. Διότι το Τριώδιο ως βιβλίο της Εκκλησίας αλλά και ως περίοδος που χρωματίζεται από το περιεχόμενο του βιβλίου αυτού τη μετάνοια πρωτίστως προβάλλει και διακηρύσσει.

Από τον εσπερινό της ημέρας λοιπόν ουσιαστικά εισερχόμαστε στην πιο ιερή και κατανυκτική περίοδο όλου του χρόνου, η οποία διαρθώνεται σε τρία μέρη: το εισαγωγικό μέρος (Κυριακές Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω και Τυρινής, ήτοι τρεις εβδομάδες), το καθαυτό μέρος, τη Μεγάλη Σαρακοστή (αρχής γενομένης από την Καθαρά Δευτέρα έως το Σάββατο του Λαζάρου) και το τρίτο και τελευταίο που συνιστά και το όλο σκοπό και την αποκορύφωση, τη Μεγάλη Εβδομάδα. Είναι αυτονόητο βεβαίως ότι από την άποψη αυτή η θεώρηση πολλών, δυστυχώς και χριστιανών, περί του Τριωδίου ως της περιόδου του ξεφαντώματος και του «ξεσαλώματος» κοινώς των ανθρώπων δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της εκκλησιαστιακής περιόδου και ζωής. Στην κοσμική θεώρηση ο άνθρωπος χάνει τον εαυτό του και νεκρώνεται πνευματικά. Διότι στρέφεται «ολοσχερώς» προς τον θάνατο που φέρνει το αμαρτωλό φρόνημα. Στην εκκλησιαστική θεώρηση ο άνθρωπος βρίσκει τον εαυτό του και το μεγαλείο της δημιουργίας του. Διότι ενσκύπτει μέσα στην καρδιά του προκειμένου να την καθαρίσει από κάθε τι εμπαθές μέσω της μετανοίας και τη ζωής της εγκρατείας, ώστε να βλαστήσει το ομορφότερο άνθος που καταξιώνει τον άνθρωπο: την αληθινή αγάπη.