11 Μαΐου 2023

THALOS QUINTET (JASMYNE)

 



ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΣ

 



ΝΑ ΦΥΛΑΞΟΥΜΕ ΓΝΗΣΙΑ ΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

«Φωτισθέντες, ἀδελφοί, τῇ Ἀναστάσει τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί φθάσαντες τό μέσον τῆς ἑορτῆς τῆς δεσποτικῆς, γνησίως φυλάξωμεν τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ∙ ἵνα ἄξιοι γενώμεθα καί τήν Ἀνάληψιν ἑορτάσαι καί τῆς παρουσίας τυχεῖν τοῦ ἀγίου Πνεύματος» (Δοξαστικό αίνων Μεσοπεντηκοστής).

 (Αφού φωτιστήκαμε, αδέλφια, από την Ανάσταση του Σωτήρος Χριστού και φθάσαμε το μέσο της Δεσποτικής αυτής εορτής, ας φυλάξουμε αληθινά τις εντολές του Θεού. Κι αυτό για να γίνουμε άξιοι να εορτάσουμε και την Ανάληψη και να δεχτούμε την παρουσία του Αγίου Πνεύματος).

Κατά τον άγιο υμνογράφο η Ανάσταση του Κυρίου αποτελεί το γεγονός που έφερε το φως του Θεού στην ύπαρξη του ανθρώπου. Ο άνθρωπος λόγω της πτώσεώς του στην αμαρτία έχασε την κοινωνία του με τον Θεό, οπότε η δόξα και το φως του από τη σχέση του με Αυτόν χάθηκαν – ο ζόφος και η σκοτεινιά των παθών του τον περιέβαλαν με τρόπο τραγικό. Ο θρήνος του Αδάμ, όπως τον αποδίδει η Εκκλησία μας την Κυριακή της Τυρινής, εκφράζει τη θλιβερή αυτή πραγματικότητα. Ο ερχομός του Υιού του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο, η ενανθρώπησή Του ήταν εκείνη που ανακεφαλαίωσε τα πάντα – όλα μπήκαν στη θέση τους: ο Κύριος ήρε την αμαρτία του κόσμου, την κατήργησε επί του Σταυρού, θανάτωσε τον θάνατο και με την Ανάστασή Του έδειξε με τον πιο περίτρανο τρόπο ότι έκτοτε «ἡ ζωή κυριεύει» και το φως του Θεού είναι αυτό που πλημμυρίζει και πάλι τα σύμπαντα. «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια». Μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο ήλιος λάμπει διαρκώς, ο άνθρωπος και σύμπασα η φύση βρίσκονται αδιάκοπα κάτω από τις ευεργετικές ακτίνες Του, το σκοτάδι έχει διαλυθεί. Με μία βεβαίως προϋπόθεση: ο άνθρωπος να  θ έ λ ε ι  τον Χριστό στη ζωή του. Αυτή είναι η μεγαλωσύνη του Θεού μας: ενώ είναι παντοδύναμος και τίποτε δεν μπορεί να αντισταθεί στο θέλημά Του, ο Ίδιος περιορίζεται, ζητώντας την ελεύθερη υπακοή του κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Αυτού πλάσματός Του. Η πίστη δηλαδή του ανθρώπου είναι η αναγκαία συνθήκη, καθώς λέμε, για να εισρεύσει όλος ο πλούτος της θεότητας στην ύπαρξή του, γεγονός που αναδεικνύει την αξία της ελευθερίας στον άνθρωπο. Για να το πούμε με μία εικόνα: ο ήλιος έχει προβάλει με τη μεγαλύτερη δυνατή λαμπρότητα, αλλά πρέπει ο άνθρωπος να ανοίξει τα μάτια του για να δει την ομορφιά του φωτός. Ο Θεός μας δεν εκβιάζει τον άνθρωπο.

Η «συνθήκη» της πίστεως για τον άνθρωπο είναι η συμμετοχή του στον Σταυρό του Κυρίου. Όταν λέμε ότι ο άνθρωπος πιστεύει στον Χριστό σημαίνει ότι αποδέχεται τον λόγο Του ως την οδό της ζωής του – η πίστη ως γνωστόν στον χριστιανισμό δεν έχει τον χαρακτήρα μιας θεωρητικής απλώς αποδοχής. Κι είναι σταυρός για τον άνθρωπο η ακολουθία του Χριστού με βάση τις εντολές Του, γιατί καλείται ο άνθρωπος να «σταυρώσει» τη λογική του ως το απόλυτο κριτήριό του, να αγωνιστεί κατά των ψεκτών παθών του, του εγωισμού και της υπερηφάνειας του πάνω από όλα που τον έλκουν και τον δένουν γοητευτικά με τον πεσμένο κόσμο της αμαρτίας, να προσανατολίζεται διαρκώς χωρίς καμία διακοπή στην αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, κυρίως δε τον θεωρούμενο εχθρό του – η αγάπη προς τον εχθρό είναι το πιο καθοριστικό στοιχείο της χριστιανικότητας κάποιου. Έτσι σταυρός και ανάσταση συνυπάρχουν στον πιστό άνθρωπο, οπότε και η χαρά και το φως της ανάστασης περνάνε μέσα από τις οδύνες του σταυρώματος των παθών. «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ».

Για τον άγιο υμνογράφο λοιπόν, επανερχόμενοι στο τροπάριο, ο φωτισμός από την Ανάσταση έρχεται στον βαθμό που ο πιστός βρίσκεται σε μία διαρκή ένταση για να είναι πάνω στις εντολές του Κυρίου. Και τι τονίζει; Πρέπει να συνεχίσει ο πιστός να «φυλάει γνήσια τις εντολές του Χριστού, αν θέλει με τρόπο άξιο να εορτάσει και την Ανάληψη Εκείνου και τον ερχομό εν δόξη του Αγίου Πνεύματος». Είναι πολύ σημαντικός ο λόγος του. Γιατί τονίζει ότι η εορτή στην Εκκλησία, ιδίως δε μία Δεσποτική εορτή, απαιτεί αυξημένες προϋποθέσεις. Δεν μπορεί κανείς «εἰκῇ καί ὡς ἔτυχε» όπως λέμε, να έλθει στην Εκκλησία μία γιορτινή ημέρα και απλώς να παρακαθήσει στα λεγόμενα και ακουόμενα. Κάτι τέτοιο απάδει προς τη γνήσια χριστιανική πίστη κι ίσως αυτό να συνιστά και την τραγωδία ημών των περισσοτέρων θεωρουμένων χριστιανών. Ο υμνογράφος λοιπόν μάς βοηθάει: γιορτάζουμε σωστά την εορτή, όταν είμαστε στο άνοιγμα του εαυτού μας απέναντι στον Θεό και στον συνάνθρωπο. Διαφορετικά, παραμένουμε «αδιάβροχοι» στη χάρη του Θεού, γι’ αυτό και παρατηρείται το φαινόμενο να μπαίνουμε στην Εκκλησία και να εξερχόμαστε από αυτήν το ίδιο – ξένοι μπήκαμε ξένοι βγήκαμε.

Η Ανάληψη και η Πεντηκοστή ζητάει ανθρώπους συγγενείς προς το πνεύμα τους. Ένας είναι ο τρόπος που μας καθιστά «συγγενείς» προς τον Χριστό: η τήρηση των αγίων Του εντολών, που ενεργοποιεί το ένδυμα του αγίου βαπτίσματος. Και ένδυμα είναι ο ίδιος ο Χριστός! Κι αμέσως καταλαβαίνουμε ότι η κάθε εορτή, ιδίως η μεγάλη, λαμπρύνει στο ανώτερο δυνατό την εν Χριστώ ύπαρξή μας. Ο Χριστός λάμπει μέσω ημών!  

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΙΟΣ ΦΩΤΙΣΤΕΣ ΤΩΝ ΣΛΑΥΩΝ

Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος ἔζησαν τόν ἔνατο αἰ., σέ ἐποχή καθοριστική γιά τό Βυζάντιο, λόγω τοῦ πρώτου λεγομένου σχίσματος τῆς Δυτικῆς ᾽Εκκλησίας ἐπί πατριάρχου Φωτίου. ῏Ησαν ῞Ελληνες ἀπό τή Θεσσαλονίκη, καταγόμενοι ἀπό πλούσια καί ἀριστοκρατική οἰκογένεια, πού τούς ἔδωσε τή δυνατότητα νά σπουδάσουν σέ πλάτος καί βάθος. Ὁ Κύριλλος μάλιστα – Κωνσταντίνος πρίν γίνει μοναχός καί ἀλλάξει τό ὄνομά του – πού ἦταν καί μικρότερος ἀπό τόν Μεθόδιο, σπούδασε μαθηματικά, φιλοσοφία, ἀστρονομία καί μουσική, κι ἔγινε καί καθηγητής φιλοσοφίας στό Πανεπιστήμιο τῆς Μαγναύρας, πιθανόν διάδοχος τοῦ ἁγίου Φωτίου. Ὁ Μεθόδιος, μέ πλατιά καί αὐτός μόρφωση, διακρίθηκε κυρίως γιά τίς διοικητικές του ἱκανότητες καί τό ὀργανωτικό καί πρακτικό του πνεῦμα, κάτι πού φανερώθηκε ἰδιαιτέρως, ὅταν ἀνέλαβε διοικητής σέ περιοχές κοντά στούς Σλαύους.

Ἡ πίστη τους στόν Χριστό ἦταν πολύ θερμή καί βαθιά, γι᾽ αὐτό καί οἱ δύο ἀπεφάσισαν νά ἀποσυρθοῦν ἀπό τά ἐγκόσμια καί νά γίνουν μοναχοί. ῎Ηδη ὅμως εἶχαν δείξει καί τήν ἱεραποστολική τους διάθεση, ἀφοῦ εἶχαν ἀναλάβει διάφορες ἀποστολές μέσα στό πλαίσιο τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Σ᾽αὐτούς λοιπόν τούς χαρισματούχους ἀπό κάθε πλευρά ἄνδρες ἀνατέθηκε ὁ ἐκχριστιανισμός ἑνός τμήματος τῶν Σλαύων, σέ ἐποχή πού αὐτοί ἤδη εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στά ὅρια τοῦ Βυζαντίου, ἀναζητώντας ταυτότητα καί πατρίδα. ῏Ηταν γνωστή ἄλλωστε ἡ τακτική τοῦ Βυζαντίου, ὅταν ἐπρόκειτο γιά βαρβαρικούς λαούς. Προκειμένου ν᾽ ἀποτελοῦν ἀπειλή τῆς αὐτοκρατορίας, τούς ἔκανε συμμάχους ἐκχριστιανίζοντάς τους. Τό ἴδιο συνέβη καί μέ τούς Σλαύους. ᾽Ανέλαβαν λοιπόν τήν ἀποστολή οἱ δύο Θεσσαλονικεῖς ἀδελφοί, γνωστοί καί ἀπό ἄλλες, καθώς εἴπαμε, ἐπιτυχημένες ἀποστολές.

Πρίν φύγουν, κατέστρωσαν τά σχέδιά τους. Θέλοντας νά κάνουν ἔργο εἰς βάθος, ἔφτιαξαν ἀλφάβητο γιά τόν λαό στόν ὁποῖο θά ἀπευθύνονταν, δεδομένου ὅτι ἐκεῖνοι δέν εἶχαν γραφή. Καί τό ἀλφάβητο αὐτό τό δημιούργησαν μέ βάση τό ἑλληνικό, ἀλλά καί τά ἰδιαίτερα φθογγολογικά σημεῖα ἀπό τή γλώσσα τῶν Σλαύων. Τή σλαυική γλώσσα πρέπει νά τήν γνώριζαν καί ἀπό τό ὅτι ὁ Μεθόδιος εἶχε χρηματίσει διοικητής σέ σλαυικές ἐπαρχίες, ἀλλά καί ἀπό τό ὅτι κατά πᾶσα πιθανότητα στήν οἰκογένειά τους πρέπει νά εἶχαν σλαύους ὡς ὑπηρέτες. Δημιούργησαν λοιπόν ἀλφάβητο, τό γλαγολιτικό καί μετέπειτα Κυρίλλειο λεγόμενο, μετέφρασαν κείμενα τῆς ῾Αγίας Γραφῆς καί τῆς λειτουργικῆς παράδοσης τῆς ᾽Εκκλησίας καί μέ συνεργάτες ξεκίνησαν γιά τό μεγάλο τους ἔργο. ᾽Από τίς πρῶτες φροντίδες τους ἦταν νά πλαισιωθοῦν ἀπό ντόπιους, Σλαύους συνεργάτες. Καί στόχος τους ἦταν νά κηρύξουν τή χριστιανική πίστη, δίνοντας μόνο τήν πρώτη ὤθηση γιά τόν ἐκχριστιανισμό τους. Μέ ἄλλα λόγια σταθερή βούλησή τους ἦταν νά ἐνεργοποιήσουν τόν λαό αὐτό, ὥστε στή συνέχεια οἱ ἴδιοι νά ὀργανώσουν μέ τόν τρόπο πού ἐκεῖνοι ἤθελαν τήν ζωή τους. Τά προβλήματα βεβαίως πού συνάντησαν δέν ἦταν λίγα. Καί τά περισσότερα προέρχονταν ὄχι ἀπό τούς ἐκχριστιανιζομένους, ὅσο ἀπό ἐκπροσώπους τῆς ᾽Εκκλησίας τῆς Ρώμης. Τελικά ὅμως ἡ ὅλη τους προσπάθεια πέτυχε: ὁ Χριστιανισμός ρίζωσε στά μέρη ἐκεῖνα, οἱ ἴδιοι ὅμως ἄφησαν στό ἔργο αὐτό τήν τελευταία τους πνοή. Ὁ μέν Κύριλλος πέθανε στή Ρώμη τό 869, ὅταν εἶχε πάει ἐκεῖ, γιά νά διευθετήσει μέ τόν ἐπίσκοπο Ρώμης θέματα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Σλαύων, ὁ δέ Μεθόδιος τό 885, στά χώματα τῆς ἱεραποστολῆς του, ὡς ἀρχιεπίσκοπος τῶν Σλαύων. ᾽Από τά ἐλάχιστα προαναφερθέντα στοιχεῖα γιά τούς μεγάλους αὐτούς ἀγίους ἰσαποστόλους θά μπορούσαμε, ἐπιγραμματικά, νά σημειώσουμε τά ἑξῆς:

1) Οἱ ἅγιοι Κύριλλος καί Μεθόδιος ὑπῆρξαν γνησιότατοι ῞Ελληνες ἐκ Θεσσαλονίκης, μέ τήν πραγματική καί ὁλοκληρωμένη ὅμως σημασία τοῦ ὅρου ῾῞Ελληνας᾽. Δηλαδή ὑπῆρξαν ἄνθρωποι οἰκουμενικοί, πού ἔκλειναν μέσα στήν καρδιά τους τόν κόσμο ὅλο. Διότι αὐτό εἶναι ὁ ῞Ελληνας: ὄχι ὁ στενόκαρδος τοπικιστής, ἀλλ᾽ ὁ μεγαλόψυχος καί παγκόσμιος ἄνθρωπος. Καί τέτοιος εἶναι ὁ ῞Ελληνας κυρίως μετά τήν ἀπόκτηση τῆς πίστεώς του στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό. Ἡ οἰκουμενικότητα ἀφενός τοῦ ἑλληνισμοῦ καί ἡ οἰκουμενικότητα ἀφετέρου τοῦ χριστιανισμοῦ ἔχουν πλατύνει τήν καρδιά του καί τόν ἔχουν κάνει, ἐνῶ ἀγαπᾶ τήν πατρίδα του καί εἶναι ἕτοιμος νά θυσιαστεῖ γι᾽ αὐτήν – μή ξεχνᾶμε τή φιλοπατρία τῶν ῾Ελλήνων ὡς βασική τους ἀρετή – νά βλέπει καί τόν ὑπόλοιπο κόσμο ὡς ἀδέλφια καί δυνάμει μετόχους τῆς πολιτιστικῆς του κληρονομιᾶς. Τέτοιοι λοιπόν παγκόσμιοι ἄνθρωποι ἦταν καί οἱ ἅγιοί μας.

2) Ποτέ δέν μποροῦν νά θεωρηθοῦν οἱ ἅγιοι ὡς ὄργανα τοῦ Βυζαντίου γιά κατακτητικούς σκοπούς. ᾽Εκτός ἀπό τό ὅτι δέν εἶχε τέτοια πολιτική τό Βυζάντιο, οἱ ἁγιασμένοι αὐτοί ἀδελφοί κινοῦνταν στίς ἐνέργειές τους ἀπό τήν ἀγάπη τους στόν  Χριστό καί τόν συνάνθρωπο. Οἱ ἴδιοι οἱ παλαιοσλαβονικοί βίοι τους ἐπισημαίνουν τήν παραπάνω ἀλήθεια, τονίζοντας ὅτι ἔβλεπαν τούς Σλαύους ὡς πλανεμένα λόγω εἰδωλολατρίας ἀδέλφια τους.

3) ᾽Ακριβῶς γιά τόν παραπάνω λόγο, στάθηκαν ἔναντι τῶν Σλαύων μέ ἀπόλυτο σεβασμό. Δέν θέλησαν νά τούς ὑποτάξουν, δέν τούς φέρθηκαν σάν νά ἦσαν κατώτερα ὄντα. Τούς εἶδαν ὡς ἰσότιμους, πού ἁπλῶς ἔπρεπε στήν ἀρχή νά βοηθηθοῦν. ᾽Απόδειξη: τούς μίλησαν στή γλώσσα τους καί πῆραν ὡς συνεργάτες τους Σλαύους. Μέ τή δημιουργία μάλιστα τοῦ ἀλφαβήτου ὄχι μόνο τούς ἔδωσαν τή δυνατότητα νά γνωρίσουν πληρέστερα τόν ἀληθινό Θεό, ἀλλά ἔθεσαν ταυτοχρόνως καί τίς βάσεις γιά τήν πολιτιστική τους ἀνάπτυξη. Ὅλος ὁ πολιτισμός τῶν Σλαύων ῾πατάει᾽ στό ἔργο τῶν Θεσσαλονικέων ἀδελφῶν. Δέν εἶναι λοιπόν τυχαῖο ὅτι αὐτοί πού κυρίως ἑορτάζουν καί πανηγυρίζουν στή μνήμη τους εἶναι οἱ ἴδιοι οἱ Σλαῦοι, μέ ὅλη τήν ποικιλία τους.

4) Πέρα ἀπό τό γεγονός ὅτι ἦσαν ἄνθρωποι χαρισματικοί, ἐργάστηκαν πολύ σκληρά καί συστηματικά. Δέν στηρίχτηκαν δηλαδή μόνο στό ταλέντο καί τήν ἔμπνευσή τους γιά τήν τεράστια ἀποστολή πού ἀνέλαβαν, ἀλλά προγραμμάτισαν τήν ὅλη προσπάθειά τους. Ἡ δημιουργία τοῦ ἀλφαβήτου - ἔργο κατεξοχήν ἐπίπονο - ἡ εὕρεση συνεργατῶν κλπ. ἀποδεικνύουν τοῦ λόγου τό ἀληθές. Κι εἶναι μεγάλο παράδειγμα ὁ τρόπος αὐτός δράσεώς τους γιά μᾶς τούς νεοέλληνες, οἱ ὁποῖοι ἔχουμε συνηθίσει, στηριγμένοι μόνο στό ταλέντο καί τή φαντασία μας, χωρίς ὅμως πολύ κόπο καί δουλειά, νά θέλουμε νά ἐπιτυγχάνουμε σ᾽ αὐτό πού κάνουμε. Μέ ἄλλα λόγια γιά τήν ἐπιτυχία ἑνός ἔργου, καί μάλιστα μεγάλου, ἡ ἔμπνευση μόνη δέν ἀρκεῖ.

5) Τό μυστικό τῆς ἐπιτυχίας τους ἦταν τό ὅτι ἀνέλαβαν τήν ἀποστολή τους ἀποφασισμένοι νά πεθάνουν γι᾽ αὐτήν. Κάτι πού ἔγινε. Καί μᾶς διδάσκουν ὅτι τότε πετυχαίνει ἕνας ἱερός σκοπός, ὅταν δέν τόν ἀντιμετωπίζει κανείς ὡς ἀγγαρεία, ἀλλ᾽ ὡς κάτι πού περιέχει τό στοιχεῖο τῆς αὐτοθυσίας. ῎Αν, κοντολογίς, σέ κάτι πού πιστεύω ὅτι εἶναι ἐκ Θεοῦ δέν ἀποφασίσω καί τόν θάνατό μου γι᾽ αὐτό, τότε δέν πρόκειται νά ἐπιτύχω τίποτε. Ὑπό τό πρίσμα αὐτό τό ἔργο τῶν ἰσαποστόλων Κυρίλλου καί Μεθοδίου ἦταν συνέχεια τοῦ ἔργου τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου.

10 Μαΐου 2023

ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ

 



Μ Ε Σ Ο Π Ε Ν Τ Η Κ Ο Σ Τ Η

 

«Τῇ Τετάρτῃ τοῦ Παραλύτου τήν τῆς Μεσοπεντηκοστῆς ἑορτάζομεν ἑορτήν».

Στίχοι ἰαμβικοί: «Ἑστώς διδάσκει τῆς ἑορτῆς ἐν μέσῳ, Χριστός Μεσσίας τῶν διδασκάλων μέσον» (Στέκεται και διδάσκει στο μέσον της εορτής ο Μεσσίας Χριστός, ανάμεσα στους διδασκάλους).

«Ἑορτάζουμε τήν ἑορτή αὐτή λόγω τῆς τιμῆς τῶν μεγάλων δύο ἑορτῶν, δηλαδή τοῦ Πάσχα καί τῆς Πεντηκοστῆς, ἐπειδή ἡ Μεσοπεντηκοστή ἑνώνει καί συνδέει καί τίς δύο. Ὡς ἑξῆς ἔχουν τά πράγματα: Μετά τό ὑπερφυές θαῦμα πού ἐνήργησε ὁ Χριστός στόν παράλυτο, οἱ Ἰουδαῖοι σκανδαλιζόμενοι δῆθεν χάριν τοῦ Σαββάτου (διότι Σάββατο έγινε τό θαῦμα), ζητοῦσαν νά τόν σκοτώσουν. Καταφεύγει λοιπόν στή Γαλιλαία καί ζώντας στά ἐκεῖ ὄρη πραγματοποιεῖ τό μεγάλο θαῦμα, κατά τό ὁποῖο μέ πέντε ἄρτους καί δύο ἰχθύες τρέφει πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωρίς νά ληφθοῦν ὑπόψη οἱ γυναῖκες καί τά παιδιά. Μετέπειτα, ὅταν ἔφτασε ἡ Σκηνοπηγία (μεγάλη κι αὐτή ἑορτή γιά τούς Ἰουδαίους), ἀνεβαίνει στά Ἱεροσόλυμα, ὅπου κινεῖτο κρυφά. Περί τό μέσο τῆς ἑορτῆς, ἀνέβηκε στό ἱερό καί δίδασκε, μέ ἀποτέλεσμα οἱ πάντες νά ἐκπλήττονται ἀπό τή διδασκαλία Του. Μέ φθόνο δέ ἔλεγαν γι’ Αὐτόν: Πῶς αὐτός γνωρίζει γράμματα ἐνῶ δέν τά ἔχει μάθει; Ὁ Χριστός βεβαίως ὡς ὁ νέος (δεύτερος) Ἀδάμ γνωρίζει (τά πάντα), ὅπως ἄλλωστε καί ὁ πρῶτος ἐκεῖνος (Ἀδάμ) πού ἦταν γεμᾶτος ἀπό κάθε σοφία, ἀλλά κι ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι Θεός. Γόγγυζαν λοιπόν ὅλοι καί ἡ διάθεσή τους ἦταν φονική γι’ Αὐτόν. Ὁ Χριστός ἀπό τήν ἄλλη ἐλέγχοντάς τους ὅτι δῆθεν μάχονται ὑπέρ τοῦ Σαββάτου τούς ἔλεγε: «Γιατί ζητᾶτε νά μέ σκοτώσετε;» Καί συνέχιζε σχετικά: «Ἄν ἀγωνίζεσθε γιά τόν Νόμο, γιατί τότε ὀργίζεσθε μέ ἐμένα; Ἐπειδή ἔκανα ὑγιῆ ὁλόκληρο ἄνθρωπο κατά τό Σάββατο, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Μωυσῆς νομοθετοῦσε νά καταλύετε αὐτό, στήν περίπτωση πού πρόκειται γιά περιτομή;» Ἀφοῦ τούς μίλησε λοιπόν ἀρκετά γιά τό θέμα αὐτό καί τούς φανέρωσε ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι ὁ Δοτήρας τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου καί Ἴσος μέ τόν Θεό Πατέρα, δέχεται λιθοβολισμό ἀπό αὐτούς, ἰδιαιτέρως τήν τελευταία ἡμέρα, τήν πιό σημαντική, τῆς ἑορτῆς.Ἐννοεῖται ὅτι κανένας ἀπολύτως λίθος δέν Τόν ἄγγιξε, ὁπότε καί φεύγοντας ἀπό ἐκεῖ βρίσκει τόν ἐκ γενετῆς τυφλό, τόν ὁποῖο θεραπεύει δημιουργώντας του ὀφθαλμούς. 

Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι τρεῖς ἦσαν στούς Ἰουδαίους οἱ μεγαλύτερες ἑορτές. Πρώτη ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα, (ἡ ὁποία τελοῦνταν κατά τήν πρώτη τοῦ μήνα εἰς ἀνάμνηση τῆς διάβασης στήν Ἐρυθρά θάλασσα)∙ δεύτερη ἡ Πεντηκοστή, πού θύμιζε τή ζωή τους στήν ἔρημο μετά τή διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς (γιατί ἔζησαν στήν ἔρημο πενήντα ἡμέρες μέχρι νά λάβουν τόν Νόμο τοῦ Μωυσῆ). Κι ἀκόμη γιά νά τιμήσουν τόν ἀριθμό ἑπτά πού εἶχε μία ξεχωριστή σημασία γι’ αὐτούς∙ καί τρίτη ἑορτή, ἡ ἑορτή τῆς Σκηνοπηγίας, γιά νά τούς θυμίζει τή σκηνή πού εἶδε ὁ Μωυσῆς μέσα στή νεφέλη τοῦ Ὄρους Σινᾶ καί τήν ἔφτιαξε διά τοῦ ἀρχιτέκτονος Βεσελεήλ. Ἡ Σκηνοπηγία κρατοῦσε ἑπτά ἡμέρες καί τούς ὑπενθύμιζε ἐπίσης τή συγκομιδή τῶν καρπῶν καί τήν κατάπαυσή τους στήν ἔρημο. Τότε λοιπόν, ὅταν ἦταν σέ ἐξέλιξη ἡ συγκεκριμένη ἑορτή, στάθηκε ὁ Ἰησοῦς καί μέ μεγάλη φωνή φώναξε: «Ὅποιος διψάει, ἄς ἔρχεται κοντά μου καί νά πίνει». 

Ἐπειδή λοιπόν μέ τή διδασκαλία αὐτή ὁ Χριστός ἀπέδειξε τόν ἑαυτό Του Μεσσία κι ὅτι Αὐτός ἔγινε μεσίτης καί συμφωνητής ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων μέ τόν αἰώνιο Πατέρα Του, γιά τόν λόγο αὐτόν ἑορτάζουμε τήν ἑορτή τή σημερινή καί τήν ὀνομάζουμε Μεσοπεντηκοστή. Δηλαδή δοξολογοῦμε κατ’ αὐτήν τόν Μεσσία Χριστό καί προβάλλουμε τήν ἀξία καί σημασία ξεχωριστά τῶν δύο μεγάλων δικῶν μας ἑορτῶν, τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Πεντηκοστῆς (ὡς ἐλεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος). 

Χάριν τούτου μάλιστα νομίζουμε ὅτι ἑορτάζεται μετά τήν Πεντηκοστή καί ἡ ἑορτή τῆς Σαμαρείτιδος: κι ἐκείνη ἐξηγεῖ πολλά γιά τόν Μεσσία Χριστό καί ἀναφέρεται στό νερό καί στή δίψα, ὅπως καί ἐδῶ. Διότι στήν πραγματικότητα κατά τόν Εὐαγγελιστή Ἰωάννη προτάσσεται τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ Τυφλοῦ ἀπό τό γεγονός τῆς συνάντησης τοῦ Χριστοῦ μέ τή Σαμαρείτιδα».

Ἡ λίγο ξεχασμένη καί ὑποτιμημένη ἀπό τούς Χριστιανούς τῆς ἐποχῆς μας ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς (ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἐποχή τοῦ Βυζαντίου, ὅπου προβαλλόταν μέ ἐξαίσιο τρόπο, τόσο πού θεωρεῖτο ἡ ἑορτή τῆς αὐτοκρατορίας: μέ πομπή μεγάλη πήγαινε ὁ αὐτοκράτορας ἐνδεδυμένος τά «βασιλικά» του στόν Ναό τοῦ ἀγίου Μωκίου, ὅπου τόν περίμενε ὁ Πατριάρχης, προκειμένου νά συμμετάσχουν στήν πανηγυρική θεία Λειτουργία) ἔρχεται νά μᾶς προβάλει καίρια στοιχεῖα τῆς πίστεώς μας, τά ὁποῖα χωρίς αὐτά δέν μποροῦμε νά χαρακτηριστοῦμε ὄντως χριστιανοί. Πέραν τοῦ τονισμοῦ τῆς σημασίας τῶν δύο μεγάλων ἑορτῶν πού συνδέει, τήν Ἀνάσταση καί τήν Πεντηκοστή, ἐξαγγέλλει μέ ἔντονο τρόπο τή θεότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ὅμως κατανοεῖται στόν βαθμό πού ὁ ἄνθρωπος τήν ἔχει ἀποδεχθεῖ ὄχι θεωρητικά καί μακρόθεν, ἀλλά ὑπαρξιακά καί προσωπικά: δηλαδή ὅτι ὁ Κύριος ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ὁ Θεός πού ἔγινε ἄνθρωπος λειτουργεῖ πιά ὡς κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, πού σημαίνει ὅτι μετά Χριστόν ὁ ἄνθρωπος, ὁ πιστός ἐννοεῖται, δέν μπορεῖ νά ζήσει, νά κινηθεῖ, νά μιλήσει, νά σκεφτεῖ χωρίς νά λάβει Ἐκεῖνον ὑπόψη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ὁ χριστιανός εἶναι (πρέπει νά εἶναι) ἕνας Χριστός μέσα στόν κόσμο καί τόν Χριστό (πρέπει νά) βλέπει στήν ὕπαρξή του κάθε ἄλλος ἄνθρωπος ἐπί τῆς γῆς. Πρόκειται γιά τήν ἀλήθεια γιά τήν ὁποία μαρτυρεῖ καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ὄχι μόνο ὁμολογεῖ ὅτι «ζεῖ ὁ Χριστός μέσα του» ὡς κέντρο τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί ὅτι κάθε χριστιανός συνιστᾶ «μία ἐπιστολή τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, πού διαβάζεται ἔτσι ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους». 

Οἱ ὑμνογράφοι τῆς ἐορτῆς, καί ὁ ἅγιος Θεοφάνης ἀλλά καί ὁ ἅγιος Ἀνδρέας Κρήτης, διαρκῶς ἀναφέρονται σ’ αὐτήν τή διάσταση τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, διότι τονίζουν ὅ,τι τονίζει καί τό ἅγιο Εὐαγγέλιο κατά τό συναξάρι: ὁ Κύριος φανερώνει τή μεσσιανικότητά Του, ἐλέγχει τούς Ἰουδαίους, καλεῖ ὅλον τόν κόσμο πού διψάει γιά ἀλήθεια νά ἔλθει κοντά Του, γιατί Ἐκεῖνος εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς καί τοῦ ζωντανοῦ νεροῦ πού ξεδιψάει τήν καρδιά καί σύνολη τήν ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπιλέγουμε σχεδόν τυχαῖα: «Καθώς βρισκόσουν στό μέσο τοῦ ἱεροῦ, ὅταν πλησίαζε κατά ἔνθεο τρόπο τό μέσο τῆς ἑορτῆς, φώναζες δυνατά: Ὅποιος διψάει, ἄς ἔρχεται κοντά Μου καί ἄς πίνει. Διότι αὐτός πού πίνει ἀπό τά θεῖα μου νάματα, θά δεῖ ὅτι θά ἀναβλύσουν ἀπό τήν καρδιά του ποταμοί τῶν δογμάτων μου. Κι ὅποιος πιστεύει σέ μένα πού στάλθηκα ἀπό τόν Θεό Πατέρα μου, θά δοξαστεῖ μαζί μέ μένα. Γι’ αὐτό σοῦ φωνάζουμε: Δόξα Σοι, Χριστέ ὁ Θεός, γιατί πρόσφερες τά νάματα τῆς φιλανθρωπίας Σου στούς δούλους Σου πλούσια» (κάθισμα ὄρθρου). Εἶναι τά ἴδια λόγια – τό σημειώνει τό συναξάρι – πού ἀπηύθυνε ὁ Κύριος καί στή Σαμαρείτιδα γυναίκα, ἡ ὁποία ἐπειδή ἦταν καλοπροαίρετη καί πίστεψε στόν Χριστό, μεταστράφηκε καί ἔγινε ὄχι ἁπλῶς μία καλή χριστιανή, ἀλλά ἡ ἰσαπόστολος μεγαλομάρτυς ἁγία Φωτεινή – τά λόγια τοῦ Κυρίου λειτούργησαν μέσα της καταλυτικά, ἀνατρέποντας ὁλόκληρη τήν προγενέστερη ζωή της. 

Τό μόνο πού ἀπαιτεῖται βεβαίως εἶναι ἡ καλή διάθεση τοῦ ἀνθρώπου: νά πιστέψει δηλαδή στόν Χριστό, ἀφήνοντας κατά μέρος «τό δικό του θέλημα», τόν δικό του ἐγωισμό. Γιατί ἀσφαλῶς αὐτό σημαίνει πίστη στόν Χριστό: Τόν παίρνω σοβαρά στή ζωή μου καί Τόν καθιστῶ μέ τή χάρη Του κέντρο τῆς ζωῆς μου. Ὁπότε τί Τοῦ προσφέρω; Τή βρωμιά τῶν ἁμαρτιῶν μου, τό χέρσο τῆς καρδιᾶς μου, προκειμένου νά τήν πλημμυρίσει μέ τήν πηγή τῶν ὑδάτων τῆς διδασκαλίας Του καί μέ τά νάματα τῶν αἱμάτων Του, ὥστε νά καταστεῖ «καταγώγιον» δικό Του καί τοῦ ἁγίου Του Πνεύματος. Ὁ οἶκος τοῦ συναξαρίου τῆς ἡμέρας εἶναι πολύ ἀποκαλυπτικός. «Τήν ψυχή μου πού ἔγινε χέρσα ἀπό τίς ἀνομίες τῶν πταισμάτων μου, κατάρδευσέ την μέ τίς ροές τῶν αἱμάτων Σου καί κάνε την καρποφόρο ἀπό ἀρετές. Γιατί ἐσύ εἶπες σέ ὅλους, πανάγιε Λόγε τοῦ Θεοῦ, νά προσέρχονται κοντά Σου καί νά ἀρύονται ὕδωρ ἀφθαρσίας, πού εἶναι τό ζωντανό νερό πού καθαρίζει τίς ἁμαρτίες ὅλων ὅσοι ὑμνοῦν τήν ἔνδοξη καί θεία Σου ἀνάσταση. Σ’ αὐτούς πού Σέ ἀναγνωρίζουν Θεό, ἀγαθέ Κύριε, παρέχεις τήν οὐράνια δύναμη τοῦ Πνεύματος πού ἦλθε ἀληθινά πάνω στούς μαθητές Σου. Διότι Ἐσύ εἶσαι ἡ πηγή τῆς ζωῆς μας».

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΣΙΜΩΝ Ο ΖΗΛΩΤΗΣ

«Αυτός είναι ο Σίμων, που ονομαζόταν και Ναθαναήλ και χρημάτισε νυμφίος στον γάμο, στον οποίο κλήθηκε ο Χριστός με τους μαθητές Του στην Κανά, όπου και μετέβαλε το νερό σε κρασί. Γι᾽ αυτό και ο νυμφίος αφού εγκατέλειψε τον γάμο και το κρασί, ακολούθησε τον φίλο και θαυματουργό και νυμφαγωγό και παρευρισκόταν με τους Αποστόλους στο υπερώο, όταν το Άγιον Πνεύμα με τη μορφή πύρινων γλωσσών επιφοίτησε σ᾽ αυτούς. Κι αφού γέμισε από το Πνεύμα αυτό και διέτρεξε όλη σχεδόν τη γη, κατέφλεξε όλη την απάτη της πολυθεΐας. Πήγε σε όλη τη Μαυριτανία και στην Αφρική και κήρυξε τον Χριστό. Ύστερα έφτασε στη Βρετανία κι αφού φώτισε πολλούς με τον λόγο του Ευαγγελίου, σταυρώθηκε από τους απίστους και φτάνοντας στο τέλος του θάφτηκε εκεί. Επειδή δε διακατεχόταν από διάπυρο ζήλο προς τον παντοκράτορα Θεό, απέκτησε ως επωνυμία του τον τρόπο της ζωής του».

Εκείνο που κάνει εντύπωση στον κανόνα του αγίου υμνογράφου Θεοφάνη είναι ότι δεν υπάρχει καμμία απολύτως αναφορά στο περιστατικό της Κανά κι ούτε επομένως  ότι ο άγιος Σίμων είναι ο νυμφίος του γάμου. Ο υμνογράφος επικεντρώνει την προσοχή του αποκλειστικά και μόνον στο γεγονός ότι ο Σίμων αξιώθηκε από τον Κύριο να κληθεί ως μαθητής Του, να γίνει ακόλουθός Του επί τριετία, να γίνει μέτοχος των πυρίνων γλωσσών της Πεντηκοστής, να δράσει ως απόστολος μεταφέροντας τη φλόγα της πίστης σε διάφορα μέρη του κόσμου. Ό,τι συνήθως υμνολογείται και για τους άλλους αποστόλους, των οποίων προβάλλεται η μοναδικότητα στον ευαγγελισμό των ανθρώπων, το ίδιο υμνολογείται και για τον σημερινό απόστολο. Ο άγιος Σίμων δηλαδή «αναδείχτηκε πιστός μεσίτης του Θεού και των ανθρώπων» (απόστιχα εσπερινού). «Πέρασε τη δημιουργία σαν υψιπέτης αετός, ως μαθητής και απόστολος του Σωτήρα Χριστού, και κατέφλεξε, όπως καίει κανείς τα ξερόχορτα, όλη την πλάνη των ειδώλων με τα φλογερά του δόγματα, ενώ μετέστρεψε τα ειδωλολατρικά έθνη από τον βυθό της αγνωσίας του Θεού στην θεία γνώση» (δοξαστικό εσπερινού).

Η σπουδαία αυτή δράση του δικαιολογείται, όπως είπαμε, από το γεγονός ότι κλήθηκε από τον Χριστό να γίνει μαθητής Του, που σημαίνει ότι «μυήθηκε στο θεϊκό μυστήριο της σάρκωσης του Θεού από τον ίδιο τον Σωτήρα, καθώς δέχτηκε την υπερκόσμια λάμψη Του» (ωδή γ´), ότι «συνόδευε διαρκώς τον Χριστό ως σύντροφός Του» (ωδή ζ´), και βεβαίως ότι «υποδέχτηκε κι αυτός με προθυμία, όταν βρισκόταν στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά την Ανάληψη του Κυρίου, τη φαινομένη με φωτιά γλώσσα του Πνεύματος του Θεού» (ωδή ε´). Γι᾽ αυτό και «τη μνήμη του την δοξολογούμε ως ημέρα σωτηρίας» (οίκος κοντακίου).

Εκείνο που εξίσου κατά κόρον τονίζει ο άγιος Θεοφάνης, θέλοντας να δείξει την ολοκληρωτική αφιέρωση στον Χριστό του αγίου Σίμωνα, είναι ο ένθεος ζήλος του. Πολλά τροπάριά του είναι ακριβώς αφιερωμένα στην εξήγηση της επωνυμίας του ῾ζηλωτής᾽. Σίμων ο ζηλωτής, διότι: έδειξε μεγάλο ζήλο για τον παντοκράτορα Θεό, αποδεικνύοντας ότι η ζωή του ερμηνεύει την επωνυμία του· διότι:  ζήλεψε το πάθος Του, τη σταυρική Του θυσία· διότι: έδειξε ζήλο για την αγνή και αιώνια ζωή. «Σίμων αξιοθαύμαστε, ονομάστηκες επώνυμος του ζήλου, γιατί έδειξες θερμό ζήλο για τον παντοκράτορα Θεό, γι᾽ αυτό και σε ανέδειξε γεμάτο από θεία θαύματα. Έχοντας λοιπόν θαυμαστό ζήλο, ονομάστηκες όπως πια το λέει το όνομά σου Ζηλωτής, μακάριε, και απέκτησες την ονομασία, σε συμφωνία με τον τρόπο της ζωής σου» (δοξαστικό εσπερινού).  «Ο Σίμων μοιάζει, Χριστέ, να σου λέει αυτό: Επειδή ζηλεύω το πάθος Σου, υπομένω το πάθος του Σταυρού»  (στίχοι συναξαρίου). «Σίμων, ζηλωτή της αιώνιας και αγνής ζωής, νέκρωσε τη ζωντανή αμαρτία μας, με τη ζωηφόρο δύναμη του Ζωοδότη Χριστού, της οποίας δέχτηκες την ενέργεια» (ωδή δ´).