09 Ιουνίου 2023

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

«Κύριλλον ὑμνῶ τοῦ Κυρίου μου φίλον,

Καὶ Κυρίας πρόμαχον Ἀειπαρθένου.

Εὕρατο τυμβοχοὴν ἔνατον Κύριλλος ἐς ἦμαρ.

Θανών Kύριλλος της Aλεξάνδρου Πάπας,

Προς Kύριον μετήλθε πάντων Kυρίων».

(Υμνώ τον Κύριλλο, τον φίλο του Κυρίου μου και τον υπερασπιστή της Κυρίας Αειπαρθένου. Ετάφη ο Κύριλλος την ενάτη Ιουνίου. Πέθανε ο Κύριλλος ο Πάπας της Αλεξανδρείας και πήγε προς τον Κύριο ολων των Κυρίων).

«Ο Άγιος Κύριλλος έζησε επί βασιλείας Θεοδοσίου του Μικρού και γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 370 από εύπορους γονείς της ελληνικής κοινωνίας της πόλεως. Ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου ο Κύριλλος, έλαβε μεγάλη θεολογική μόρφωση, ώστε έγινε κατόπιν διάδοχος του θείου του, στον αρχιεπισκοπικό θρόνο Αλεξανδρείας.

Όταν έγινε η Γ' Οικουμενική Σύνοδος το 431 στην Έφεσο, ο Κύριλλος υπήρξε πρόεδρος αυτής και συνετέλεσε να γκρεμιστούν οι κακοδοξίες του δυσσεβούς Νεστορίου, για το πρόσωπο της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου.

Με πολλά πνευματικά κατορθώματα στο ενεργητικό του, ο Κύριλλος παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο την 27η Ιουνίου του 444, αφού πατριάρχευσε για 32 περίπου χρόνια. Δικαίως ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης τον προσονόμασε «σφραγίδα των Πατέρων».

Να σημειώσουμε τέλος, ότι η μνήμη του Αγίου Κυρίλλου επαναλαμβάνεται και στις 18 Ιανουαρίου» (Ορθόδοξος Συναξαριστής).

Ο σοφός και μεγάλος Πατρολόγος καθηγητής μακαριστός Στυλιανός (μοναχός Γεράσιμος) Παπαδόπουλος, ο οποίος ασχολήθηκε επισταμένως με τον μεγάλο Πατέρα και Οικουμενικό Διδάσκαλο Κύριλλο, εκτιμά με συνοπτικό τρόπο ως εξής την προσφορά του στην Εκκλησία: «Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας υπήρξε το ισχυρό θεολογικό πνεύμα, που χαριτώθηκε από τον Θεό να αντιμετωπίσει, με τεράστιες δυσκολίες αλλά και με επιτυχία, το θεμελιώδες πρόβλημα της χριστολογίας. Η προσφορά του αυτή τον ανέδειξε πατέρα και διδάσκαλο της εκκλησίας, φορέα του πρωτείου αληθείας. Κατά την στιγμή της μεγάλης κρίσεως για την εκκλησία, όταν δηλαδή αμφισβητήθηκε η πραγματική ενότητα των δύο φύσεων στο ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, ο Κύριλλος κατέδειξε θεολογικά και την ενότητα των ασύγχυτων φύσεων και το ενιαίο πρόσωπο του Χριστού, αλήθειες που αποτελούν προϋπόθεση απόλυτη για την σωτηρία του ανθρώπου. Έτσι, ανήγειρε το οικοδόμημα που είχανε θεμελιώσει ο Μ. Αθανάσιος και οι Καππαδόκες Πατέρες».

Από όλον τον κανόνα του αγίου υμνογράφου Θεοφάνους που συνέγραψε για τον μεγάλο Πατέρα επιλέγουμε δύο ύμνους από την πρώτη ωδή, που συγκεφαλαιώνουν την όλη αγιασμένη πορεία του Κυρίλλου. «Γέμισες εξ ολοκλήρου από το σαν φωτιά φως του θείου Πνεύματος, Κύριλλε, γιατί φύλαξες τις εντολές του Χριστού, κι αφού καθαρίστηκες από τα πάθη σου έγινες πράγματι κατοικητήριο της υπερθέου Τριάδος». «Γεμάτος από ζήλο και παρρησία προς τον Θεό, ένδοξε Κύριλλε, διέλυσες με αψευδή τρόπο όλες τις ανοησίες των δυσσεβών αιρέσεων που μάχονταν τον Θεό ως προϊστάμενος της ορθοδοξίας».

Τι σημειώνει ο άγιος Θεοφάνης; Το τεράστιο αντιαιρετικό έργο του μεγάλου Πατρός πρώτον κατά των θεομάχων αιρετικών, γιατί έβλεπε ότι αλλοιώνουν την αληθινή εικόνα του Χριστού και της αγίας Τριάδος. Ζούσε τον Χριστό ο άγιος, η χάρη Του κατέτρωγε την ύπαρξή του – ως νέο Ηλία λόγω του ζήλου του τον χαρακτηρίζει ο υμνογράφος – γι’ αυτό και με μεγάλη δύναμη και θάρρος απέδειξε την παραφροσύνη και τα φληναφήματά τους. Λόγω μάλιστα της θέσης του ως αρχιεπίσκοπος ήταν εκείνος που έφερε την πρώτη ευθύνη στην Εκκλησία, συνεχίζοντας το έργο του Αγίου Αθανασίου και των Καππαδοκών Πατέρων, Βασιλείου, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγορίου Νύσσης.  

Και δεύτερον, θεωρεί δεδομένη την αναφορά ο Θεοφάνης στις προϋποθέσεις του έργου του Κυρίλλου. Ποιες είναι αυτές; Ότι προκειμένου κανείς να διακρίνει την αλήθεια περί Χριστού του Θεού, μέσα μάλιστα στον ορυμαγδό των αιρετικών αποκλίσεων, απαιτείται ο φωτισμός του αγίου Πνεύματος. Μόνον εκείνος που καθοδηγείται από το Πνεύμα του Θεού που έλαβε και λαμβάνει στην Εκκλησία σε υπακοή προς την Αποστολική Παράδοση  μπορεί και να δει ορθά τις πνευματικές πραγματικότητες αλλά και να αντιμετωπίσει ό,τι τις αλλοιώνει, όταν μάλιστα έχει και τις ανθρώπινες ανάλογες δυνάμεις: νου διευρυμένο, γνώση της Αγίας Γραφής και της προγενέστερης από αυτόν Παράδοσης της Εκκλησίας, γνώση ακόμη και της φιλοσοφίας – πολύ σωστά έχει ειπωθεί ότι εκείνος ο θεολόγος που δεν γνωρίζει και την ανθρώπινη φιλοσοφία δυσκολεύεται να δει τι αποτελεί οικείο του Πνεύματος ή ξένο προς αυτό. Είναι αυτό που μαρτυρεί ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην Α΄ καθολική επιστολή του για τους αληθινά πιστούς στον Χριστό: «Εσείς έχετε λάβει από τον Χριστό το χρίσμα του Αγίου Πνεύματος και μένετε όλοι σταθεροί στην αληθινή γνώση».

Ο φωτισμός όμως του αγίου Πνεύματος δεν έρχεται με αυτόματο και τυχαίο τρόπο. Χρειάζεται ο πιστός να αποδύεται στον αγώνα καθάρσεως της καρδιάς του από ό,τι πονηρό και εμπαθές, όπως σημειώνει για τον άγιο Κύριλλο ο υμνογράφος, που σημαίνει ότι αγωνίζεται να τηρεί τις άγιες εντολές του Κυρίου. «Φύλαξ των εντολών του Χριστού» ήταν ο άγιος Κύριλλος και έτσι καταξιώθηκε να γίνει «ενδιαίτημα της υπερθέου Τριάδος». Ο άγιος υμνογράφος και μας ανοίγει τα μάτια για το έργο του μεγάλου Πατρός Κυρίλλου, αλλά και την καρδιά του που είχε ένοικο τον Κύριο. Γι’ αυτό και έγινε, λόγω και της πρόκλησης από τις τότε αιρέσεις, ο σπουδαιότερος κήρυκας της υπεραγίας Θεοτόκου. Δεν μπορεί κανείς να έχει ορθή εικόνα του Χριστού χωρίς να έχει την ορθή εικόνα και της Υπεραγίας Μητέρας Του. Ο Θεάνθρωπος Κύριος συμβαδίζει πάντοτε με τη Θεοτόκο Παναγία. Με τα λόγια και πάλι του Θεοφάνους: «Με δύναμη του νου και με φωτισμό της χάρης του Θεού θεολόγησες, μακάριε Κύριλλε, για την ομοούσιο Τριάδα και τον Υιό τον σαρκωμένο Θεό. Κι αφού φάνηκες υπέρμαχος της Θεοτόκου, τώρα δοξάζεσαι στα επουράνια» (ωδή θ΄).

Ίσως μία φράση του αγίου Θεοφάνους αποτελεί τη σύνοψη όλης της αγιοσύνης του Κυρίλλου με μοναδικό τρόπο: «Διαποιμάνθηκες ως πρόβατο από τον Χριστό και ποίμανες το ποίμνιό σου, Πάτερ, με τα ψυχότροφα λόγια σου» (ωδή ε΄).

08 Ιουνίου 2023

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΚΑΛΛΙΟΠΗ

«Ἡ ἁγία Καλλιόπη ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλιᾶ Δεκίου (περί τά μέσα τοῦ 3ου αἰ. ) καί ἦταν ἐξαιρετικά ὄμορφη σωματικά ἀλλά καί ψυχικά. Συνελήφθη λόγω τῆς πίστεώς της στόν Χριστό καί προσπάθησαν νά τήν ἐξαναγκάσουν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη Αὐτοῦ. Ἐπειδή κρατοῦσε τήν πίστη της μέ δύναμη, γι’ αὐτό καί τήν κτύπησαν μέ σφοδρότητα, ὅπως καί τῆς ἀπέκοψαν τούς μαστούς, τούς ὁποίους ὅμως Ἄγγελος Κυρίου πού παρευρισκόταν τούς ἀποκατέστησε ὑγιεῖς. Ἔπειτα τά ὄργανα τοῦ διαβόλου τήν ἔσυραν πάνω σέ κομμένο ὄστρακο καί στή συνέχεια τήν ἔριξαν στή φωτιά. Τίς καμμένες σάρκες της τίς ἄλειψαν μέ ἁλάτι καί τίς κατάτριψαν μέ τρίχινα ὑφάσματα. Μετά ἀπό αὐτά τῆς ἔκοψαν τό κεφάλι, εἰς δόξαν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».

Ὁ ὅσιος Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, ὁ ὑμνογράφος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, προκαλεῖται ἀπό τό ὄνομά της προκειμένου νά φανερώσει τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά τῆς ἁγίας. Κάλλος πού ἀναφερόταν καί στό σῶμα, πρωτίστως ὅμως στήν ψυχή τῆς ἁγίας κόρης. Διότι εἶναι γνωστό καί πολυειπωμένο ὅτι κατά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἐκεῖνο πού ἔχει ἰδιαίτερη ἀξία στόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἡ ἐξωτερική του ὀμορφιά, ἀλλά τό κάλλος τῆς ψυχῆς, τό ὁποῖο διαπορθμεύεται καί στό σῶμα, κάνοντάς το καί αὐτό νά λάμπει μέ ξεχωριστό φῶς. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι μία ἐξωτερική ὀμορφιά χωρίς τήν ἀντίστοιχη ἐσωτερική της διάσταση, ὄχι μόνο δέν λειτουργεῖ θετικά – πέραν ἴσως τῆς προκλήσεως τῶν σαρκικῶν παθῶν στούς ἐμπαθεῖς - ἀλλά δημιουργεῖ καί ἀρνητικά συναισθήματα πού ἀπωθοῦν τούς περισσοτέρους ἀνθρώπους. Σάν ἴσως τά πλαστικά λουλούδια, τά ὁποῖα φαίνονται ὄμορφα, ἀλλά δέν ἔχουν καθόλου ὀσμή. Λοιπόν ὁ ἅγιος ὑμνογράφος ἐπανειλημμένως τονίζει τό πνευματικό κάλλος τῆς ἁγίας Καλλιόπης, τό ὁποῖο συνεστήθη ἀπό τήν ψυχική της ἁγνότητα καί ἀπό τήν ἱερά ἄθληση τοῦ μαρτυρίου της. Γιά νά συμπληρώσει: ἡ ψυχική της ἁγνότητα, ἀλλά καί ἡ ὑπομονή της στά μαρτύρια ἦταν καρπός τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἔρωτά της πρός τόν Κύριο, τοῦ πόθου της γιά τό κάλλος καί τήν ὀμορφιά Ἐκείνου. «Ὅπως λέει τό ὄνομά σου, πόθησες βαθιά, καλλιπάρθενε καί πανεύφημε Καλλιόπη, τό ἄχραντο καί πέρα ἀπό τά ἀνθρώπινα κάλλος τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτό καί ὀμόρφυνες τόσο πολύ τόν ἑαυτό σου ἀπό τά κάλλη τῆς ἁγνότητας καί ἀπό τήν ἱερά σου ἄθληση» (στιχηρό ἑσπερινοῦ).

Πάνω στήν ἀγάπη αὐτή τῆς ἁγίας πρός τόν Κύριο ἀφιερώνει τά περισσότερα τροπάρια ὁ ἅγιος ὑμνογράφος, γιατί θεωρεῖ ὅτι δέν μπορεῖ νά κατανοηθεῖ οὔτε καί νά ἑρμηνευτεῖ ὁ τρόπος τῆς ζωῆς της, πολύ περισσότερο τό σκληρό μαρτύριό της, ἔξω ἀπό αὐτήν. Κι εἶναι μία ἀλήθεια πού πάντοτε πρέπει νά τονίζεται, δεδομένου ὅτι χωρίς τήν ἀγάπη πρός τόν Χριστό ἀπονευρώνεται κάθε τι πού χαρακτηρίζεται ὡς χριστιανικό. Ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος θεωρεῖ τήν ἀγάπη μας πρός Ἐκεῖνον ὡς τό μοναδικό ποιητικό αἴτιο γιά νά εἴμαστε μαζί Του: «ἐάν ἀγαπᾶτέ με, τάς ἐντολάς τάς ἐμάς τηρήσατε» λέει μεταξύ ἄλλων γιά παράδειγμα· ὅταν ὅλοι οἱ ἀπόστολοι αὐτήν τήν πραγματικότητα τονίζουν προκειμένου νά εἴμαστε καί νά παραμένουμε χριστιανοί: «εἴ τις οὐ φιλεῖ τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ἤτω ἀνάθεμα» καί «τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» κ.ἄ.π.· τότε πῶς εἶναι δυνατόν καί ἡ Ἐκκλησία μας διά τῆς ὑμνογραφίας της νά μήν τονίζει τήν ἀλήθεια αὐτή; «Ἐπειδή πληγώθηκες ἀπό τόν ἔρωτα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, Καλλιόπη, ἔκανες ἀνδραγαθήματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ)· «Δέχτηκες τή φωτιά τῆς θείας ἀγάπης στήν ψυχή σου, Καλλιόπη, γι’ αὐτό καί ἀκολούθησες τή φωνή τοῦ νυμφίου Χριστοῦ» (δοξαστικό ἑσπερινοῦ).

Ἀφήνοντας ὅλες τίς διαστάσεις τοῦ θεϊκοῦ ἔρωτα τῆς ἁγίας Καλλιόπης, ἐπικεντρώνουμε σ’ ἕναν ὕμνο ἀπό τήν στ΄ ὠδή. Μᾶς δίνει ὁ ὑμνογράφος μας πολύ ὡραῖες ἀφορμές γιά τή βαθύτερη προσέγγιση τοῦ ψυχικοῦ κόσμου τῆς ἀγίας. «Ἀφοῦ λάμπρυνες τά ὄμματα τῆς ψυχῆς σου, Καλλιόπη, μέ οὐράνιες μελέτες, ἔβγαλες φτερά προκειμένου νά πετάξεις πρός τό θεῖο κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, καί ἔσπευσες νά κερδίσεις αὐτήν τή βασιλεία μέ ἀσφάλεια, σεμνή, μέ τούς κόπους τῆς ἄθλησής σου».  Τί μᾶς ἐπισημαίνει ὁ ὅσιος Γεράσιμος; Πρῶτον· τό κάλλος τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, τό κάλλος τοῦ Χριστοῦ δηλαδή, λειτουργεῖ ὡς μαγνήτης γιά ἐκεῖνον πού Τόν ἔχει πιστέψει καί θέλει νά Τόν ἀκολουθήσει, πού σημαίνει ὅτι τρέχει πρός Αὐτόν σάν νά ἔχει φτερά στά πόδια του – «εἰς ὀσμήν μύρου Σου ἔδραμον, Χριστέ», ὅπως θά ἐπισημάνει σέ κάποιο ἄλλο σημεῖο ὁ ὑμνογράφος, ἀφορμώμενος ἀπό τό «Ἆσμα Ἀσμάτων» τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δεύτερον· ἐκεῖνο πού ἐπιβεβαιώνει τήν ἔνταξη στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τή θετική σχέση πρός τόν Κύριο ὡς ἕνωση μαζί Του, εἶναι ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου, πολύ περισσότερο ὅταν αὐτό τό μαρτύριο γίνεται κατά χάριν Θεοῦ πραγματικότητα. «Γίνου πιστός ἄχρι θανάτου», καλεῖ τόν πιστό ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ - ὁ Κύριος πού μᾶς «ἠγάπησεν ἕως τέλους» ζητάει καί ἀπό ἐμᾶς μία παρόμοια στάση, καθώς μᾶς ἐνισχύει πρός τοῦτο μέ τή χάρη Του. Κανείς μέ ἄλλα λόγια δέν μπορεῖ νά εἶναι χριστιανός πορευόμενος μέ διψυχία. Τρίτον, καί ἴσως σπουδαιότερο· ἡ σπουδή γιά τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί ἡ διάθεση τοῦ μαρτυρίου ἀπαιτεῖ τήν προετοιμασία τοῦ ἀνθρώπου. Κι ἐκεῖνο πού ὄντως προετοιμάζει τόν ἄνθρωπο, μέ τήν ἔννοια ὅτι καθιστᾶ εὔφορο τό ἔδαφος τῆς ψυχῆς του γιά νά ριζώσει ἡ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, εἶναι οἱ «οὐράνιες μελέτες». Ποιές εἶναι αὐτές; Ἡ ἀφιέρωση τοῦ ἀνθρώπου στόν λόγο τοῦ Χριστοῦ, στήν καλλιέργεια τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του, στήν ἐνασχόληση μέ τούς βίους τῶν ἁγίων Του, στήν ἐντρύφηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων. Χριστιανός πού δέν ἀφιερώνει ἔστω καί λίγο χρόνο τήν ἡμέρα γιά τίς «οὐράνιες αὐτές μελέτες» δέν ξέρουμε κατά πόσο μπορεῖ νά νιώσει τήν «ἀναπτέρωσιν» αὐτή, γιά τήν ὁποία κάνει λόγος ὁ ὑμνογράφος. Διότι τελικῶς μέ ὅ,τι κανείς ἀσχολεῖται, αὐτό καί γίνεται. 

ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΟΣΙΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΠΑΪΣΙΟΥ

«Επισκέφτηκε κάποτε τον Γέροντα Πορφύριο ο Γέρων Παΐσιος στο Μήλεσι και έμεινε μαζί του αρκετή ώρα στο πρώτο σπιτάκι με τους τσιμεντόλιθους, στο οποίο έμενε τότε ο Γέρων Πορφύριος. Όταν έφυγε ο Γέρων Παΐσιος κάποιος ρώτησε τον Γέροντα Πορφύριο με περιέργεια: Τι είπατε, Γέροντα; Και ο Γέρων Πορφύριος απάντησε: Τίποτα! Λέγαμε την ευχή» (Οσίου Παϊσίου Αγιορείτου, Διδαχές και Αλληλογραφία, εκδ. Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι).

Τι θα περίμενε κανείς από μία συνάντηση δύο οσίων; Λόγια φιλοφροσύνης του ενός προς τον άλλον; Και δικαιολογημένα: ο καθένας εν χάριτι αναγνώριζε τη χάρη του Θεού που αναπαυόταν στην ύπαρξη του άλλου – βλέπουμε στον άλλον ό,τι εμείς οι ίδιοι έχουμε. Το «περίεργο» είναι ότι οι άγιοι ενώ αναγνωρίζουν τη χάρη του Θεού στον συνάνθρωπό τους, οι ίδιοι τον εαυτό τους τον τοποθετούν στον πάτο του Άδη – κανείς άλλος δεν είναι χειρότερος από τους ίδιους. Ας θυμηθούμε τον απόστολο Παύλο με το «ο Χριστός ήλθε στον κόσμο να σώσει τους αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ!», όπως και του συγχρόνου μας οσίου Σιλουανού του Αθωνίτου από την απάντηση του Κυρίου σε εναγώνια προσευχή του: «Κράτα τον νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι!» Λοιπόν, λόγια φιλοφροσύνης; Ο καθένας να «εξυμνεί» τα χαρίσματα του άλλου, εξουθενώνοντας τον εαυτό του; Και ασφαλώς όχι! Μία τέτοια απάντηση θα φανέρωνε το μέγεθος της αλαζονείας των θεωρουμένων «οσίων». Γιατί θα ήταν καρπός ταπεινολογίας και ταπεινοσχημίας που συνιστά την κορυφή της δαιμονικής υπερηφάνειας. Αδύνατο λοιπόν να υπάρξει τέτοιο περιεχόμενο στην όποια συνομιλία τους.

Μήπως λόγια που εξαντλούνται στο πώς διάγουν τη ζωή τους; Τι προβλήματα και αρρώστιες πιθανόν έχουν ή τι προβλήματα αναπτύσσονται από τις σχέσεις τους με τον κόσμο, είτε τον χριστιανικό είτε τον μη χριστιανικό; Μα ένα τέτοιο περιεχόμενο συζητήσεως διαπιστώνεται σε εμάς τους αρχαρίους που η περιέργεια για τις ζωές των άλλων ή η ανάγκη να διεκτραγωδήσουμε τον πόνο μας και τα «πάθια» μας για να δείξουμε πόσο «χάλια» ζούμε στον κόσμο τούτο μάς συνέχει και κυριαρχεί στη συνείδησή μας. Ασφαλώς λοιπόν ούτε κάτι τέτοιο μπορεί να βρεθεί ως αντικείμενο λόγων σε συνάντηση δύο αγίων της Εκκλησίας – δεν θα ήταν άγιοι, αφού θα ταλαντεύονταν κι αυτοί μέσα στην περιδίνηση των παθών και των δυσκολιών και των αναγκών της ζωής τους.

Τι λοιπόν; Τι λένε μεταξύ τους οι άγιοι; Τι μπορούσαν να λένε οι όσιοι Πορφύριος και Παΐσιος από την πρόσωπο προς πρόσωπο συνάντησή τους; Την απάντηση στη δίψα της περιέργειάς μας την έχουμε: «Τίποτα δεν είπαμε. Λέγαμε την ευχή!» Μα, πώς; Δεν ζούσαν μαζί! Δεν συναντιόντουσαν συχνά! Δεν είχαν καν τηλεφωνική επικοινωνία ούτε αλληλογραφία! Δεν είχαν κάτι να πουν; Κι εδώ λοιπόν ο όσιος μέγας Πορφύριος αποκαλύπτει το περιεχόμενο της καρδιάς ενός αληθινά πιστού ανθρώπου, όταν όμως συναντά έναν εξίσου αληθινά πιστό. Τι ζει την κάθε ώρα και στιγμή του ένας άγιος; Τον Χριστό ως περιεχόμενο της ζωής του. «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη εν εμοί Χριστός», όπως το λέει ο μέγας απόστολος Παύλος. Ο χριστιανός, εφόσον είναι πράγματι πιστός, τον Κύριο δεν έχει μόνιμο «αντικείμενο» του στοχασμού του; Τον Κύριο δεν ποθεί με έρωτα στο βάθος της καρδιάς του; Προς Εκείνον δεν φέρεται αδιάκοπα τρέχοντας προς το άγιο θέλημά Του; Όλη η ζωή του αγίου δηλαδή είναι μία επιβεβαίωση αυτού που μαρτυρεί και πάλι ο άγιος Παύλος: «τα πάντα και εν πάσι Χριστός». Και: «εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν».

Πώς λοιπόν να πεις για κάτι άλλο πέραν του Χριστού – Εκείνος σε περιέχει κι εσύ Τον περιέχεις, κατά την υπόσχεσή Του: «Εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ». Κι αυτό σημαίνει ότι ψηλαφάμε με την απάντηση του αγίου Πορφυρίου το βίωμα δύο μελών του σώματος του Χριστού που βρίσκονται χωρίς κενά και ενδιάμεσα σε κοινωνία αγάπης με την κεφαλή του σώματος. Τον Χριστό δηλαδή έβλεπε στο πρόσωπο του αγίου Παϊσίου ο άγιος Πορφύριος, τον Χριστό έβλεπε στο πρόσωπο του αγίου Πορφυρίου ο άγιος Παΐσιος. Κι αυτό με θερμότητα αγάπης που σβήνει οτιδήποτε γήινο και επιφέρει την τέλεια ενότητα. «Ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμέν».

Κι η συνάντηση αυτή των δύο που είναι ένα εν Χριστώ – «εγώ εν αυτοίς και αυτοί εν εμοί» - καταλήγει στην κατάληξη που δεν είναι άλλη από την προσευχή ή καλύτερα από την ερωτική κραυγή της ευχής: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» - ίσως κι ούτε το «ελέησόν με»˙ επαρκεί το «Κύριε Ιησού Χριστέ», το «Κύριε Ιησού», το «Ιησού» μόνο. Ο άγιος μας άνοιξε λίγο τα μάτια και για το τι κυριαρχεί και υφίσταται στην πρόσωπο προς πρόσωπο κοινωνία των αγίων με τον Τριαδικό Θεό στη Βασιλεία Του! Η απόλυτη ενότητα, όπου εν Πατρί και εν Χριστώ και εν Αγίω Πνεύματι, όπου μαζί με την Παναγία και τους αγίους, όπου μαζί με όλους τους αγγέλους, έχουμε μία αναπνοή, έναν ρυθμό, μία θέληση. Ο Θεός ενωμένος με τους αγίους, τους άλλους θεούς εν χάριτί Του!

Ας επιτραπεί όμως να θέσουμε το ερώτημα του τι επικρατεί στη συνάντηση ενός αγίου με έναν από εμάς τους «ψυχικούς» χριστιανούς και ανθρώπους; Κατ’ αναλογίαν της πνευματικής μας καταστάσεως, η προσαρμογή του αγίου στο επίπεδό μας – η ακρόαση των προβλημάτων μας, η συμβουλή για την υπέρβασή τους, η προτροπή για την υπομονή μας, η «επιπεδοποίησή» του αγίου στην κενότητά μας. Σαν τον άγιο Παΐσιο που όταν έβλεπε ότι ο επισκέπτης του τον ρωτούσε για αυτονόητα και γήινα πράγματα: τι τρώτε, πόσοι καλόγεροι είναι στο Όρος, με τι εργασίες ασχολείσθε; απαντούσε παρομοίως: ποιος είναι ο πρωθυπουργός της χώρας, πώς πάνε τα οικονομικά, πώς πάνε οι δουλειές στον κόσμο!

Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΟΥ ΛΕΙΨΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΛΑΤΟΥ

 «Ο άγιος Θεόδωρος ζούσε την εποχή του Λικινίου, γεννημένος στα Ευχάιτα και από εκεί καταγόμενος, ζώντας όμως στην Ηράκλεια του Πόντου. Ήταν ωραίος κατά το σώμα, αλλά ωραιότερος κατά την ψυχή, κοσμημένος με λόγο και γνώση και την υπόλοιπη σοφία, γι᾽ αυτό και μερικοί τον ονόμαζαν Βρυορρήτορα (σημ.: βρύση της ρητορικής). Ο άγιος, αφού πέρασε από όλα τα βασανιστήρια, άφησε το μεν μακάριο σώμα του στη γη, το οποίο εκβλύζει ποταμούς ιαμάτων σε όλους αυτούς που το πλησιάζουν με πίστη. Το δε άγιο πνεύμα του αυλίζεται στους ουρανούς. Αυτού του τιμίου και αγίου σώματος τη μετακοδική εορτάζουμε».

Όπως συνήθως συμβαίνει, η εορτή της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου μεγαλομάρτυρα Θεοδώρου δεν περιέχει τίποτε από το καθαυτό γεγονός της ανακομιδής. Η ακολουθία όλη αναλίσκεται στην προβολή της αγιότητας και των αρετών του αγίου – εδώ ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης αξιοποιεί επανειλημμένως και το όνομά του για να πει ότι ο άγιος είναι «επώνυμος των του Θεού δωρεών» (ωδή α´ κ.α.) - όπως και στο μαρτύριο το οποίο υπέστη. Το φρικτό μαρτύριο μάλιστα του αγίου Θεοδώρου δίνει και την αφορμή στον Θεοφάνη να προβεί, έστω δι᾽ ολίγων, και στη θεολογία του μαρτυρίου, που αξίζει ιδιαιτέρως να προσεχτεί για μία ακόμη φορά. Το μαρτύριο δεν είναι βάσανα που υφίσταται ο μάρτυρας μέσα σε μία αυθυπέρβαση της φύσεώς του, αναγόμενος σε υπεράνθρωπες καταστάσεις και γινόμενος πρότυπο ηρωισμού και γενναιότητας. Μία τέτοια θέαση συνιστά οριζόντια και κοσμική κατανόηση των όσων υπέστη. Το χριστιανικό μαρτύριο αποτελεί χαρισματικό γεγονός, το οποίο υφίσταται και υπάρχει με τη δύναμη του Χριστού ως μετοχή στα πάθη Εκείνου. Με άλλα λόγια το μαρτύριο ενός χριστιανού αγίου, όπως εν προκειμένω του αγίου Θεοδώρου, αποτελεί προέκταση του μαρτυρίου του ίδιου του Χριστού, είναι δηλαδή η συσταύρωση του μέλους του Χριστού με τον εσταυρωμένο Κύριο. Όπως ο Κύριος υπέστη το πάθος του Σταυρού, ως αποκορύφωμα του όλου πάθους της ζωής Του, έτσι και ο μάρτυρας του Χριστού, όταν δοθεί η ευκαιρία, υφίσταται και αυτός τα διάφορα μαρτύρια, σαν να είναι και αυτός ανεβασμένος πάνω στον Σταυρό. Με αποτέλεσμα βεβαίως να δέχεται με τη χάρη του Θεού και την αναστάσιμη ενέργεια, η οποία ακολουθεί πάντοτε τον Σταυρό.

«Έλαμψες από ομορφιά, πάνσοφε, γιατί ένωσες τα σεπτά παθήματά σου με τα παθήματα του Δεσπότη Χριστού, και γιατί αξιώθηκες τη λαμπρότητά του και τη χαρά που ποθούσες» (ωδή δ´). «Από πίστη σε Σένα, που υπέμεινες σταυρό και θάνατο για μένα, σταυρώνομαι κι εγώ, Δέσποτα, και πληγώνομαι από τα τοξεύματα και δέχομαι τις φοβερές πληγές, Κύριε, φώναζες, γενναιόφρον μάρτυς Θεόδωρε, την ώρα της άθλησής σου» (ωδή η´).  Έτσι το μαρτύριο χάριν του Χριστού συνιστά την κατεξοχήν πράξη πίστεως σ᾽ Αυτόν. Τότε ο χριστιανός φτάνει στο υψηλότερο σημείο πίστεως, όταν δίνει και την ίδια τη ζωή του για να μείνει σταθερός στο θέλημα του Χριστού.

Έχει τονιστεί επανειλημμένως όμως ότι συνήθως στο μαρτύριο ενός πιστού υπάρχει κάποιος ή κάποιοι άλλοι χριστιανοί που τον ενισχύουν, γινόμενοι αλείπτες (προπονητές και καθοδηγητές) αυτού. Στην περίπτωση του αγίου Θεοδώρου δεν φαίνεται να υπάρχει τέτοιος αλείπτης. Κι όμως! Ο άγιος Θεοφάνης μάς υπενθυμίζει ότι τέτοιο αλειπτικό έργο ανέλαβε ο ίδιος ο Κύριος. Στη φυλακή ευρισκόμενος ο άγιος Θεόδωρος δέχεται την εμφάνιση του Χριστού, ο Οποίος τον ενισχύει να αντέξει τα μαρτύρια και τον παροτρύνει στους αγώνες κατά του εχθρού. «Την ώρα που αθλούσες νόμιμα, σου φανερώνεται ο Χριστός στη φυλακή που ήσουν κλεισμένος, ο Οποίος σε παρότρυνε σαν αγωνοθέτης προς τους αγώνες, να παλέψεις κατά του εχθρού, ένδοξε» (ωδή ς´). Ο Θεός δεν μας αφήνει ποτέ χωρίς ενίσχυση. Είτε μέσω δικών Του πιστών ανθρώπων είτε με την προσωπική Του παρουσία, πάντοτε  έρχεται αρωγός στις δυσκολίες μας, όταν μάλιστα αυτές υφίστανται από υπακοή προς το άγιο θέλημά Του. Πρόκειται για μία πραγματικότητα που δεν πρέπει να ξεχνάμε ποτέ, αρκεί να υπάρχει μέσα μας έστω και μία σπίθα αληθινής πίστεως!

06 Ιουνίου 2023

Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ

 

Λαμπρά πανηγύρισε την εορτή του Αγίου Πνεύματος ο Καθεδρικός Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος Πειραιώς.

Με την αρμόζουσα Εκκλησιαστική τάξη και μεγαλοπρέπεια πανηγύρισε τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, 5 Ιουνίου 2023, ο Καθεδρικός Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος Πειραιώς. Το πρωί τελέστηκε η Ακολουθία του Όρθρου και στην συνέχεια Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, Ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Τον Θείο Λόγο κήρυξε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π.Νήφων Καπογιάννης ο οποίος μιλώντας για την εορτή της Παναγίας Τριάδος και αφού αναφέρθηκε στην υπόσχεση που έδωσε ο Κύριος στους μαθητές Του για την έλευση του Παρακλήτου, μεταξύ άλλων, τόνισε πως «η Αποκάλυψη της Αλήθειας δεν αφορούσε μόνο τους μαθητές, αλλά το σύνολο της Εκκλησίας». «Όταν έφτασε η ημέρα της Πεντηκοστής, η υπόσχεση εκπληρώνεται», πρόσθεσε, συμπληρώνοντας πως « δεν έλαβαν απλώς την χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά πληρώθηκαν από Αυτό, έγιναν τέλειοι και άρχισαν να μιλούν άλλες γλώσσες καθώς ο Παράκλητος έδινε σε αυτούς την δύναμη να ομιλούν με σοφία, φωτισμό και γνώση όλης της Αλήθειας».

«Από την γενέθλια αυτή ημέρα της Εκκλησίας μας το Άγιο Πνεύμα κατευθύνει τα βήματά γης και παρέχει στα μέλη της  τον αγιασμό», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο π.Νήφων, επισημαίνοντας πως «σε αυτό στρέφονται όσοι ποθούν την αγιότητα, όσοι ποθούν να ζουν με αρετή, όσοι ποθούν να ποτίζονται από την άνωθεν πνοή Του και να βοηθιούνται στο δικό τους φυσικό σκοπό, την κατά χάριν θέωση».

Σημειώνοντας πως «ο Αληθινός Θεός της Θείας Αποκάλυψης είναι ένας και Τριαδικός», υπογράμμισε: «Ένας διότι μία μόνο θεϊκή φύση υπάρχει και τριαδικός διότι η μία θεϊκή φύση διακρίνεται σε τρία πρόσωπα, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιον Πνεύμα. Ο Θεός μας επομένως είναι μία κοινωνία Προσώπων με αχώριστη και αδιαίρετη ενότητα. Δεν υπάρχουν διχογνωμίες, διαφωνίες και διαιρέσεις στην Τριαδική Θεότητα. Οι σκέψεις, οι αποφάσεις και οι ενέργειες των Τριών Προσώπων είναι κοινές. Ό, τι θέλει ο Θεός Πατέρας, θέλει και ο Υιός και το Άγιον Πνεύμα. Ο Θεός Πατέρας θέλει, ο Υιός συμφωνεί και το Άγιον Πνεύμα ενεργεί την κοινή θέληση της Αγίας Τριάδος».

Ακολούθησε η λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος στους κεντρικούς δρόμους της πόλεως του Πειραιά, προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ, κληρικών της τοπικής μας Εκκλησίας και πλήθους προσκυνητών. Την Ιερά Εικόνα πλαισίωσαν αγήματα του Πολεμικού Ναυτικού, του Στρατού Ξηράς και του Λιμενικού Σώματος, αντιπροσωπεία του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, φιλαρμονικές του Πολεμικού Ναυτικού, του Λιμενικού Σώματος και του Δήμου Πειραιά.

Προ της Απολύσεως ο Σεβασμιώτατος ανέφερε πως «λιτανεύσαμε στους δρόμους της γης μας, το ιερό εικόνισμα που αποπειράται να εικονίσει τον αιώνιο, τον ακατάληπτο, τον απερινόητο Θεό». «Εκείνον ο οποίος μας αναμένει στην πληρότητα της αγάπης του». Επισημαίνοντας πως καλούμαστε να κατανοήσουμε την αγάπη Του και να ανταποκριθούμε με αγάπη» και υπογραμμίζοντας πως ο τρόπος της υπάρξεως του Θεού είναι η αγάπη την οποία βλέπουμε σε όλη την Δημιουργία, συμπλήρωσε πως «αυτή η αγάπη έγινε πρόσωπο, έγινε άνθρωπος».

Τέλος, ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε θερμά όλους τους παρισταμένους, όλους όσοι διακόνησαν για την λαμπρά πανήγυρη και ιδιαίτερα τον προϊστάμενο του Καθεδρικού μας Ιερού Ναού και Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π.Δανιήλ Ψωίνο και τους συνεργάτες του «για την άρτια, μεγαλειώδη και εξαίρετη πανήγυρη», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Παρέστησαν: ο πρώην Υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και υποψήφιος Βουλευτής Πειραιά Κωνσταντίνος Καταφάδος, ο πρώην Βουλευτής και υποψήφιος Βουλευτής Πειραιά Νικόλαος Βλαχάκος, ο Υποναύαρχος του Λιμενικού Σώματος Νικόλαος Πολέμης, ο Αστυνομικός Διευθυντής Άρης Λιμπεράτος, οι Αντιδήμαρχοι Γρηγόρης Καψοκόλης και Αντώνης Μοραντζής, οι Περιφερειακοί Σύμβουλοι Ευγενία Μπαρμπαγιάννη και Σταύρος Βοϊδονικόλας, ο Πρόεδρος της Β΄ Δημοτικής Κοινότητος Αλέξανδρος Νανόπουλος, ο Δημοτικός Σύμβουλος Γιάννης Αλιφραγκής, οι πολιτευτές Παναγιώτης Αβραμόπουλος, Πέτρος Μούγιος και Μίνα Σαμαρά, ο Πρόεδρος της Ενώσεως Καταναλωτών Ελλάδος Μιχάλης Τσιφάκης, η Πρόεδρος της Παμπειραϊκής Ενώσεως Χριστίνα Κοζομπόλη και εκ μέρους του Πειραϊκού Συνδέσμου ο Γεώργιος Δρούζας.

ΠΩΣ ΓΝΩΡΙΖΩ ΟΤΙ ΕΧΩ ΠΡΟΚΟΨΕΙ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ;

«Γέροντα, από πού θα γνωρίσω ότι έχω προκόψει στην πνευματική ζωή;»

Το ερώτημα του νεαρού προσκυνητή στο κελάκι του Γέροντα φαινόταν καίριο κι έκανε και τους άλλους προσκυνητές να εντείνουν την προσοχή τους. Όλοι κοίταζαν τον Γέροντα περιμένοντας με ενδιαφέρον την απάντησή του. Είχε προηγηθεί αρκετή συζήτηση προηγουμένως για την πνευματική ζωή και τι είναι αυτή, σε αντιδιαστολή με άλλες, εξωχριστιανικές και μη, κατανοήσεις της ζωής αυτής.

Ο Γέροντας δεν έσπευσε να απαντήσει. Ξεκούκισε λίγο το κομποσχοίνι του, κοίταξε ένα γύρο τα πρόσωπα που φαίνονταν ότι διψούσαν για γνήσια πνευματική εσωτερική ζωή, και μετρώντας τα λόγια του είπε αργά.

 «Προκοπή στην πνευματική ζωή σημαίνει καταρχάς ότι έχω κάνει την καρδιά μου δεκτική ώστε να λάβει περισσότερη χάρη Θεού. Σημαίνει δηλαδή ότι έχω προσπαθήσει και προσπαθώ να καθαρίσω την καρδιά μου από κάθε τι εμπαθές, είτε φιλήδονο είναι αυτό είτε φιλάργυρο είτε φιλόδοξο. Λοιπόν, όπου ο άνθρωπος υπηρετεί τα πάθη του, που θα πει τον εγωισμό του, εκεί πνευματική ζωή δεν υπάρχει».

«Ναι, Γέροντα», διέκοψε λίγο απότομα είναι αλήθεια τον λόγο του Γέροντα ο νεαρός, «αλλά από ποια συγκεκριμένα πράγματα θα γνωρίζω ότι έχω προκόψει ή έστω προκόβω;»

«Αυτό θα έλεγα τώρα», μειδίασε λίγο ο Γέροντας κι αγκάλιασε με το βλέμμα του τον νεαρό. «Δεν θα σας πω βαθιές θεωρίες. Απλά πράγματα μας δείχνουν την προκοπή μας ή όχι, έστω κι αν πολύ συχνά νομίζουμε ότι έχουμε προκόψει γιατί διαβάζουμε κάποια πνευματικά βιβλία ή πηγαίνουμε στην Εκκλησία. Και να ορισμένα από αυτά:

Έρχεται η ώρα της προσευχής και βαριέσαι να ψελλίσεις έστω δυο λόγια προσευχής. Η προσευχή θεωρείται από τους αγίους μας ότι είναι ο καθρέπτης της πνευματικής ζωής. Αν λοιπόν δεν έχω πόθο για προσευχή, αν δεν ελκύομαι από την αναφορά μου προς τον Θεό, ε, τότε βρίσκομαι πολύ πίσω στα πνευματικά».

«Μόνο η προσευχή, Γέροντα, δείχνει την προκοπή μας;» ακούστηκε από κάποιον μεσήλικα η ερώτηση.

«Όχι, βέβαια», απάντησε. «Σε όλα τα καθημερινά μας αποκαλύπτουμε το τι σόι χριστιανοί είμαστε. Γιατί είπαμε ότι η πνευματική ζωή δείχνει τη χριστιανική μας ζωή.

Λοιπόν, άλλο πράγμα: η βιασύνη μας. Σήμερα μάλιστα με τούς καταιγιστικούς ρυθμούς της ζωής, όλοι βιάζονται. Ποιος θα πάρει τη θέση του άλλου είναι ο αγώνας, και το θεωρούμε μάλιστα κατόρθωμα αυτό. Λοιπόν, αν βιάζεσαι σημαίνει ότι όχι μόνο δεν προκόβεις αλλά διαρκώς και οπισθοχωρείς. Κι αυτό γιατί η βιασύνη αποκαλύπτει την έλλειψη υπομονής που έχουμε, άρα την κρυφή υπερηφάνεια που μας κατατρώγει. Ο ανυπόμονος άνθρωπος είναι ο υπερήφανος άνθρωπος. Κι όπου υπάρχει υπερηφάνεια εννοείται ότι εκεί δεν υπάρχει το ησύχιο και πράο Πνεύμα του Θεού.

Ακόμη: η έλλειψη πίστης στην Πρόνοια του Θεού. Πόσοι χριστιανοί ομολογούν την πίστη τους στον Θεό, αλλά με το παραμικρό πρόβλημα τα χάνουν, πανικοβάλλονται, περιπίπτουν σ’ ένα χάος. Πού είναι η πίστη στα λόγια του Χριστού μας που μας βεβαιώνει ότι «και οι τρίχες όλες της κεφαλής μας είναι αριθμημένες από Εκείνον;»

Και πέραν τούτων, εκείνο που κατεξοχήν δείχνει αν είμαστε προκομμένοι ή ανεπρόκοποι στα πνευματικά είναι η στάση μας απέναντι στον κάθε συνάνθρωπό μας. Ο Χριστός μας μάς έχει αποκαλύψει ότι στον κάθε συνάνθρωπό μας πρέπει να βλέπουμε δύο πράγματα: Πρώτον, την παρουσία Εκείνου – «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου εμοί εποιήσατε» -,  και δεύτερον, τον ίδιο τον εαυτό μας – «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Και τι βλέπουμε καθημερινά, και μάλιστα στους χριστιανούς μας; Πώς ο ένας να βγάλει το μάτι του άλλου, πώς να τον αδικήσει πολλές φορές προκειμένου ο ίδιος να σταθεί, πώς να τον υποβαθμίσει, πώς να τον προσβάλει...»

Σταμάτησε ο Γέροντας και δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα βαθουλωμένα μάτια του. Τα σκυμμένα κεφάλια των προσκυνητών έδειχναν ότι τα λόγια του μάλλον είχαν πιάσει τόπο. Ο Γέροντας τους είδε. Αλλά επειδή ήξερε βαθιά την ανθρώπινη φύση, δεν αναθάρρησε. Τους χαιρέτισε, αποσύρθηκε στο κελί του κι άρχισε με βαθύ πόνο την προσευχή υπέρ όλου του κόσμου, του κόσμου που ήταν κομμάτι του εαυτού του…

«ΒΑΣΙΛΕΥ ΟΥΡΑΝΙΕ, ΠΑΡΑΚΛΗΤΕ, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ…»

«Βασιλεῦ Οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,  πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν,  θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός· ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος, καί σῶσον, ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν».

(Οὐράνιε Παρηγορητή μας Βασιλιά, Σύ πού εἶσαι τό Πνεῦμα τῆς ἀλήθειας, πού εἶσαι παντοῦ παρών καί γεμίζεις τά πάντα μέ τήν παρουσία Σου, ἔλα καί κατοίκησε μέσα μας κι ἀνάμεσά μας, καί καθάρισέ μας ἀπό κάθε ψυχική βρωμιά, καί σῶσε, ἀγαθέ, τίς ψυχές μας).

Τό στιχηρό τῶν ἀποστίχων τοῦ ἑσπερινοῦ καί δοξαστικό τῶν Αἴνων τῆς Πεντηκοστῆς, ἀλλά καί τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, σέ ἦχο πλάγιο τοῦ δευτέρου, ἀποτελεῖ μετά τό «Πάτερ ἡμῶν» τήν πιό γνωστή προσευχή τοῦ ὀρθόδοξου χριστιανοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας. Μέ τήν προσευχή αὐτή μάλιστα ἀρχίζει κάθε ἀκολουθία, ὅπως καί μέ αὐτήν ξεκινᾶ τήν κάθε προσευχή του καί ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός. Ἀπευθύνεται στό τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό Ὁποῖο ἐκπορεύεται ἀπό τήν πηγή τῆς Θεότητος, τόν Πατέρα, ὅπως καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, γεννᾶται ἀπό Ἐκεῖνον, πού σημαίνει δέν ἔχουμε ἀσφαλῶς τρεῖς Θεούς, κάτι πού συνιστᾶ καταδικασμένη αἵρεση ἀπό τήν Ἐκκλησία μας, ἀλλά ἄλλον τρόπο ὑπάρξεως τοῦ Ἑνός κατά τή φύση καί τήν Οὐσία Του Θεοῦ.

 Ὁ Τριαδικός Θεός μας δηλαδή, κατά τήν ἀποκάλυψη τοῦ Κυρίου μας, (ἡ ὁποία σκιωδῶς ἐμφαίνεται καί στήν Παλαιά Διαθήκη: ἄς θυμηθοῦμε γιά παράδειγμα τή φιλοξενία τοῦ Ἀβραάμ), εἶναι Ἕνας, ἀλλά καί τρεῖς· Ἕνας κατά τή φύση Του, Τρεῖς κατά τίς ὑποστάσεις Του - ὁ Θεός μας ἔχει τή δυνατότητα νά ζεῖ καί ὡς Πατέρας καί ὡς Υἱός καί ὡς Ἅγιον Πνεῦμα, ἤ κατά τά λεγόμενα ἰδιώματα πού ἀναφέραμε, ὡς ἀγέννητος, ὡς γεννητός καί ὡς ἐκπορευτός. Κι αὐτό ὄχι κατά συγκυρία, δηλαδή ἄλλοτε ὡς Πατέρας ἤ ἄλλοτε ὡς Υἱός καί ἄλλοτε ὡς Ἅγιον Πνεῦμα, σάν νά ἔχει τρεῖς «μάσκες», τίς ὁποῖες χρησιμοποιεῖ κατά τό δοκοῦν, ἀλλά ἔτσι Τριαδικός ζεῖ ἀενάως, ὁ ἕνας μέσα στόν ἄλλον, χωρίς νά χάνεται ποτέ τό ἴδιον τοῦ καθενός. Ὅπως τό ἀπεκάλυψε ὁ μόνος πού μποροῦσε νά τό ἀποκαλύψει, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ὡς Θεός: «ἐγώ ἐν τῷ Πατρί καί ὁ Πατήρ ἐν ἐμοί». Γι’ αὐτό καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ὡς Θεός καί Κύριος, εἶναι ὁ Οὐράνιος Βασιλέας· εἶναι ὁ Παρηγορητής καί ἐνισχυτής τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἄλλωστε καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός· εἶναι ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν· εἶναι ὁ θησαυρός τῶν πιστῶν ἀνθρώπων καί πού δινει ζωή στούς πάντες καί στά πάντα, ἀντιστοίχως ὅπως καί τά ἄλλα πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Καί καλό νά εἶναι νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι κατά τήν πίστη μας, τή θεμελιωμένη στήν Ἁγία Γραφή καί στήν Ἱερά  Παράδοση, ὁ Θεός μας εἶναι μέν Τριαδικός, ἀλλά μέ κοινή ἐνέργεια καί τῶν Τριῶν Θείων Προσώπων - ὅπου δρᾶ ὁ Θεός δρᾶ πάντοτε τριαδικά: «ὁ Πατήρ δι’ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ποιεῖ τά πάντα». Τό ξεχωριστό τῆς δράσεως τοῦ κάθε Θείου Προσώπου ἔγκειται, ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, στό γεγονός ὅτι σέ κάθε «ἐποχή», (ὅπου ὡς ἐποχή νοεῖται ἡ κάθε ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ γιά τό σχέδιο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου: Παλαιά Διαθήκη, Καινή Διαθήκη, ἐποχή Ἐκκλησίας), ἔχουμε τό κάθε Πρόσωπο τῆς Τριαδικῆς Θεότητος νά διακονεῖ τήν κοινή ἐνέργεια ὅλης τῆς Θεότητος, πού σημαίνει ὅτι στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Θεός Πατέρας ἦταν Ἐκεῖνος πού διακονοῦσε τήν κοινή ἐνέργεια ὅλων τῶν Προσώπων· στήν Καινή Διαθήκη ὁ Θεός Υἱός ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ· στήν ἐποχή τῆς Ἐκκλησίας ὁ Θεός Ἅγιον Πνεῦμα.

Μέ τήν Πεντηκοστή ἑπομένως ἔχουμε τήν ἀπαρχή τῆς δράσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο, σταλέν ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό,  ἔχει ὡς ἔργο νά καθιστᾶ οἰκεῖο καί ἐσωτερικό στόν ἄνθρωπο τό ἔργο σωτηρίας πού ἐπιτέλεσε Ἐκεῖνος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή, χωρίς τή δράση αὐτή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, θά εἴχαμε μέν σωθεῖ ἀπό τόν Χριστό, ἀλλά ἡ σωτηρία αὐτή θά παρέμενε ξένη καί «ἄγνωστη» γιά ἐμᾶς, πού θά πεῖ ὅτι ὁ Θεός μας σήμερα, ὄντως ὁ Παρηγορητής καί ἐνισχυτής μας, εἶναι τό Παράκλητον Πνεῦμα. Κι ὅπως σημειώνει σύγχρονος Θεολόγος ἐπ’ αὐτοῦ, «ὅταν ἐμεῖς σήμερα κραυγάζουμε «Θεέ μας», στήν πραγματικότητα ἀναφερόμαστε στό Πνεῦμα Αὐτό, τό τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος». Ἤδη ὁ ἀπόστολος Παῦλος, καί ὄχι μόνον, τό σημείωνε μέ ἔνταση: «Οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» - κανείς δέν μπορεῖ νά ὁμολογήσει τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς Κύριο καί Θεό, παρά μόνον μέ τόν φωτισμό καί τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος τό εἶχε ὑπονοήσει τοῦτο, ὅταν ἔλεγε ὅτι δέν πρόκειται νά μᾶς ἀφήσει ὀρφανούς. Θά ξανάρθω σέ σᾶς, ἔλεγε στούς λυπημένους μαθητές Του, ἐννοώντας ἀκριβῶς τήν ἔλευσή Του ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, καί ὄχι τή Δευτέρα Του Παρουσία.

 Ὁπότε μέ τό Πνεῦμα Αὐτό δέν εἴμαστε ὀρφανοί. Γιατί τοῦτο ἔρχεται καί κατοικεῖ στήν καρδιά μας, ἰδίως ἀπό τήν ὥρα τοῦ ἁγίου βαπτίσματός μας, κατά τό ὁποῖο καθιστάμεθα μέλη Χριστοῦ,  καί μᾶς καθαρίζει ἀπό κάθε ψυχική βρωμιά πού ἀποτελεῖ φράγμα καί τροχοπέδη γιά τήν «ἀνάπαυσιν» τοῦ Θεοῦ στήν ὕπαρξή μας. Κι αὐτή ἡ ἐγκατοίκηση τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος πού ἐνεργοποιεῖ τόν Χριστό καί τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ Πατέρα μέσα μας, δέν χάνεται εὔκολα. Μπορεῖ νά ἁμαρτάνουμε δυστυχῶς καί μετά τό βάπτισμά μας, ἀλλά τό Πνεῦμα αὐτό τοῦ Θεοῦ μᾶς παρακινεῖ διαρκῶς σέ μετάνοια, ἡ ὁποία γίνεται πράξη καί γεγονός, ὅταν ἀνταποκριθεῖ καί ἡ δική μας βούληση, μέ ἀποτέλεσμα καί πάλι νά «ἐπανεμφανίζεται» τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μέ τρόπο ἐνεργή καί αἰσθητό. Κι εἶναι σημαντικό νά τονίσουμε ὅτι τελικῶς μόνον τό Ἅγιον Πνεῦμα μπορεῖ νά καθαρίσει τίς ψυχές μας ἀπό κάθε τι ἁμαρτωλό – «Νοῦν καθαρίσαι μόνου τοῦ ἁγίου Πνεύματός ἐστι» (ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς) – γι’ αὐτό κι ἐκεῖνες οἱ φωνές πού μιλᾶνε κατά καιρούς γιά «κάθαρση» τῆς Ἐκκλησίας, ἐννοώντας την μέ ἕναν ἐξωτερικό τρόπο κατά τά ἀνθρώπινα πρότυπα, μόνον κάθαρση δέν μπορεῖ νά εἶναι. Ἐκκαθάριση ναί, ὄχι ὅμως κάθαρση ἐσωτερική καί πνευματική, πού μόνη αὐτή φωτίζει καί ἁγιάζει τόν ἄνθρωπο, γιατί ἐκφράζει τό ταπεινό καί ἁγνό ἦθος τοῦ Θεοῦ μας. Μία τέτοια διαδικασία πού παραπέμπει μονίμως στή μετάνοια εἶναι καί αὐτό πού ἡ Ἐκκλησία μας χαρακτηρίζει ὡς σωτηρία, κι αὐτό θά πρέπει νά ἀποτελεῖ τή μόνιμη ἐπιλογή τῆς ζωῆς μας.