28 Ιουλίου 2023

ΑΗ ΜΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΜΟΝΑ! (Νησιώτικο)

 




Η ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΘΕΜΑ ΚΑΡΔΙΑΣ

 

Η πίστη στον Χριστό είναι κυρίως θέμα της καρδιάς κι έπειτα της λογικής. Ο Κύριος δεν είπε «αν με καταλαβαίνετε», αλλ’ «αν με αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου», που θα πει ότι μπορούμε να Τον καταλάβουμε στον βαθμό που προσπαθούμε να Τον αγαπήσουμε. Η αγάπη μας προς Αυτόν ως τήρηση των αγίων εντολών Του ανοίγει τον δρόμο για την εγκατοίκησή Του στην ψυχή και το σώμα μας, οπότε η κατανόησή Του έχει εμπειρικό χαρακτήρα – ο πιστός γίνεται κυριολεκτικά θεοδίδακτος. Αυτό άλλωστε υποσχέθηκε: Την ώρα που τηρούμε τις εντολές Του, εμφανίζεται μέσα μας, βρίσκει «έδαφος» να φτιάξει μοναστήρι όλη η αγία Τριάδα. Και βασική εντολή Του είναι η πίστη μας σ’ Αυτόν: «πιστεύετε εις τον Θεόν και εις εμέ πιστεύετε». Όλα τα της πίστεως είναι δεμένα με την αγάπη στο πρόσωπό Του – το να αγαπώ τον Χριστό σημαίνει να Τον πιστεύω και το να Τον πιστεύω σημαίνει να Τον αγαπώ.

Η αγάπη αυτή βεβαίως δεν αποτελεί μία αυτόνομη κίνηση του ανθρώπου. Δεν αγαπάμε τον Χριστό από μόνοι μας. Η αγάπη μας είναι ανταπόκριση στη δική Του αγάπη - «ημείς αγαπώμεν, ότι Αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς» - γι’ αυτό και το χαρακτηριστικό της είναι η ταπείνωση. Χωρίς Εκείνον δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε. Ο απόστολος Παύλος έχει εκφράσει τη βιωματική αυτή αλήθεια με μοναδικό τρόπο: «Αυτό που τώρα ζω με το σώμα μου είναι η πίστη μου στον Χριστό τον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μου».  Οπότε αν δεν πιστεύουμε στον Χριστό, συνεπώς αν δεν Τον αγαπούμε, είναι γιατί δεν έχουμε γνωρίσει το πόσο Εκείνος μας αγάπησε και μας αγαπά. Στη ρίζα της απιστίας βρίσκεται πάντοτε η άγνοια του Θεού, η οποία κατά τους αγίους μας συνιστά την πιο σκληρή οδυνηρή πραγματικότητα που κάνει τον άνθρωπο να «σφαδάζει» μπροστά στην ακατανόητη κατ’ αυτόν τον τρόπο ύπαρξή του -  δεν ξέρει κυριολεκτικά τι να κάνει και πώς να διαχειριστεί τον εαυτό του! Έτσι το ζητούμενο είναι  να ζητάμε από τον Κύριο μπροστά στο αδιέξοδό μας να νιώσουμε έστω και λίγο την αγάπη Του, δηλαδή να Τον πιστέψουμε αληθινά – ό,τι προέτρεπε ο μεγάλος σύγχρονος όσιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης.  

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΚΟΝΟΙ ΠΡΟΧΟΡΟΣ, ΝΙΚΑΝΩΡ, ΤΙΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΜΕΝΑΣ

«Οι άγιοι αυτοί, επειδή κήρυσσαν τον λόγο της πίστεως και ομολογούσαν τον Κύριο Ιησού Χριστό, Υιό Θεού και τέλειο άνθρωπο, άθλησαν σε διαφορετικούς τόπους, και αφού έπαθαν πολλά από τους ασεβείς, έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου». Ανήκαν στους επτά διακόνους της πρώτης Εκκλησίας, σ’  εκείνους δηλαδή που χειροτονήθηκαν από τους αποστόλους «διακονείν τραπέζαις», με κριτήριο επιλογής τους την πνευματικότητά τους και τη δύναμη της ψυχής τους, μαζί με τους  Στέφανο, τον αρχιδιάκονο και πρωτομάρτυρα, Φίλιππο και Νικόλαο. Οι τέσσερις αυτοί σήμερα εορταζόμενοι κατάγονταν από τα μέρη της Ανατολής. Και ο μεν Πρόχορος -  ο οποίος ακολούθησε κατά την παράδοση τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο και Ευαγγελιστή και μάλιστα στο διωγμό του Δομιτιανού βρέθηκε μαζί του εξόριστος στην Πάτμο, όπου και κατέγραψε την Αποκάλυψή του καθ’ υπαγόρευση εκείνου - κήρυξε αργότερα στα μέρη της Νικομήδειας, γενόμενος επίσκοπος της πόλεως και δίνοντας και τη ζωή του στο έργο του ευαγγελισμού των ανθρώπων. Ο «υψηλόνους» Νικάνωρ, εκτελώντας κι αυτός, πέραν των διακονικών του καθηκόντων, έργο ευαγγελιστή, διδάσκοντας με δύναμη την αιώνια ζωή που έφερε ο Ιησούς Χριστός, τον Σταυρό και τα Πάθη Του, σφαγιάστηκε ως πρόβατο, μαζί με δύο χιλιάδες ακόμη πιστούς, από τα χέρια των Ιουδαίων, την ημέρα που μαρτύρησε και ο άγιος Στέφανος. Ο «σοφός και ιερός» Τίμων, στο ίδιο έργο με τους άλλους ευρισκόμενος, έγινε αργότερα ποιμένας των Βόστρων, εκδαπανώμενος στην αγάπη του ποιμνίου του. Στο τέλος, έλαβε κι αυτός το στεφάνι του μαρτυρίου, όταν οι άνομοι, μη αντέχοντας τον σφοδρό του έρωτα για τον Χριστό, τον έριξαν στο μέσο μεγάλης φωτιάς. Κι ο «μέγας και ευκλεής» Παρμενάς, έδρασε κι αυτός με μεγάλη σπουδή, ακολουθώντας τα χνάρια των δώδεκα αποστόλων κι έχοντας κι αυτός μακάριο τέλος.

Μία πρώτη παρατήρηση για τους διακόνους αυτούς της πρώτης Εκκλησίας είναι ότι εκλέχτηκαν από τον λαό και χειροτονήθηκαν από τους αποστόλους, προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες του κοινωνικού και φιλανθρωπικού έργου της πρώτης κοινότητας των Ιεροσολύμων. Διότι, όπως είπαν οι απόστολοι «ουκ αρεστόν ημάς καταλείψαντας τον λόγον του Θεού διακονείν τραπέζαις». Δεν μας αρέσει ν’  αφήσουμε την εξαγγελία του λόγου του Θεού και να υπηρετούμε στα τραπέζια. Το «ουκ αρεστόν» βεβαίως αυτό των αποστόλων δεν οφείλετο σε υποβάθμιση του φιλανθρωπικού έργου της Εκκλησίας, αλλά στην ορθή ιεράρχηση της αποστολής και του έργου της. Σημαίνει ότι ναι μεν το κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο είναι άκρως απαραίτητο και αναγκαίο, ως πραγμάτωση της βασικής εντολής του Κυρίου, της αγάπης, όμως η προτεραιότητα είναι ο λόγος του Θεού. Με άλλα λόγια, με την εμφάνιση των επτά πρώτων διακόνων, ταυτόχρονα τονίζεται ότι η Εκκλησία ιδρύθηκε από τον Χριστό, για να συνεχίζει την παρουσία του Ίδιου στον κόσμο, ως το ζωντανό σώμα Του, και να φανερώνει το θέλημα του Θεού σ’ αυτόν, κι έπειτα, ή, τέλος πάντων, παράλληλα, να καλύπτει, όσο μπορεί, τις βιοτικές ανάγκες των ανθρώπων. Μόνον άνθρωποι που δεν έχουν γνώση του Ευαγγελίου μπορεί να αλλοιώνουν την προτεραιότητα αυτή.

Μία δεύτερη παρατήρηση αναφέρεται στο κριτήριο της επιλογής των διακόνων, όπως το δίνουν οι ίδιοι οι απόστολοι του Χριστού: να  είναι «άνδρες πλήρεις πνεύματος αγίου και σοφίας». Κανείς δεν μπορεί να διακονεί στην Εκκλησία από οποιαδήποτε θέση, χωρίς να είναι πνευματοφόρος και χριστοφόρος, ή, τουλάχιστον, να αγωνίζεται να γίνει έτσι. Και τούτο διότι μία διακονία-υπηρεσία, χωρίς την προϋπόθεση αυτή, σημαίνει ότι αντιμετωπίζεται η Εκκλησία «οριζόντια», ως μία επιχείρηση ή δημόσια υπηρεσία, στην οποία κάποιος έναντι αμοιβής προσφέρει ένα έργο. Η εντολή και η προτροπή των αποστόλων για πνευματοφόρους πιστούς στην άσκηση των διακονημάτων φανερώνει ότι τα διακονήματα κατανοούνται ως μέσα δοξολογίας τελικώς του Θεού, λειτουργούν δηλαδή ως προσευχή, κατά το «είτε πίνετε είτε εσθίετε είτε τι άλλο ποιείτε, πάντα εις δόξαν Θεού ποιείτε» του αποστόλου. Κατά συνέπεια, δεν υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι πιστοί, ως προς τα διακονήματα, για να δημιουργούνται εντάσεις και ανταγωνισμοί, αλλ’  «έκαστος εφ’ ω ετάχθη, εκεί μενέτω». Και το ελαχιστότερο διακόνημα, τελούμενο με φόβο Θεού, γίνεται εξαιρετικό μέσο αγιασμού των ανθρώπων.

Μία τρίτη παρατήρηση είναι ότι την εκλογή των διακόνων την έκαναν οι πιστοί, κατά προτροπή των αποστόλων. Εκείνοι είπαν ο λαός να εκλέξει επτά άνδρες για την κάλυψη της ανάγκης του μοιράσματος του φαγητού. Και πάνω σ’  αυτό το σημείο έκτοτε, ιδιαιτέρως τα νεώτερα χρόνια, ακούγονται φωνές, οι οποίες επισημαίνουν ότι το πρωτοχριστιανικό κριτήριο της εκλογής των διακόνων από τον λαό, πρέπει να επανέλθει. Αναγνωρίζουμε το δίκιο αυτών που το υποστηρίζουν, όπως εξίσου κατανοούμε και εκείνους, οι οποίοι αντιπαραβάλλουν τη διαφορετική παράδοση που διαμορφώθηκε στο θέμα της εκλογής στο πέρασμα των αιώνων, σύμφωνα με την οποία όχι άμεσα ο λαός, αλλ’  ο επίσκοπος, με την έγκριση του λαού, είναι ο εκλέκτωρ. Δεν θα μπούμε στη διαδικασία συμφωνίας με τη μία ή την άλλη παράδοση, αφού η καθεμία έχει τα δικά της ισχυρά επιχειρήματα κι είναι θέμα που όταν τεθεί ως πραγματικό πρόβλημα στην Εκκλησία, οπωσδήποτε θα επιλυθεί. Εκείνο που ακροθιγώς θα πούμε είναι ότι αφενός το θέμα δεν είναι, πιστεύουμε, πρωτεύον – δεν εξαρτάται από αυτό η καλή ή όχι πορεία της Εκκλησίας – και αφετέρου δεν ξέρουμε αν τα πνευματικά κριτήρια του λαού θα λειτουργήσουν καλύτερα από τα πνευματικά κριτήρια ενός επισκόπου, όσον αφορά τη χειροτονία ενός κληρικού, όταν μάλιστα την ευθύνη της χειροτονίας έχει κατά κύριο λόγο ο χειροτονών επίσκοπος. Άλλωστε η διακονία ενός κληρικού – κι εδώ ίσως πρέπει να ρίχνουμε περισσότερο το βάρος μας – δεν είναι θέμα τόσο του πρώτου καιρού, όσο της μετέπειτα καθημερινότητάς του, ως αδιάκοπης επιβεβαίωσης του χαρίσματος που έλαβε.

27 Ιουλίου 2023

"ΚΑΘΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΖΩΗΣ"!

 

Μητροπολίτης Πειραιώς προς νέο κληρικό: «Κάθε Λειτουργία σου να είναι μία Λειτουργία ζωής».

Με την ευχή «η εργασία η πνευματική να πληρώνει, να προσφέρει, να δίδει την Βασιλεία του Θεού» ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ χειροτόνησε χθες Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023 τον Διάκονο της τοπικής μας Εκκλησίας π.Γεώργιο Γκιάτα σε Πρεσβύτερο, στον Πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως.

Απευθύνοντας πατρικούς λόγους και νουθεσίες προς τον π.Γεώργιο, ο Σεβασμιώτατος σημείωσε πως «σήμερα ζούμε ένα θαύμα και πάλι. Ζούμε μια ευλογία. Ζούμε μια παρουσία του Ζωοποιού Πνεύματος, του Παρακλήτου, του εκ του Πατρός εκπορευομένου, ο οποίος σε λίγα λεπτά θα σε καταστήσει οικονόμο των Μυστηρίων της Χάριτος, μέτοχο της αδιασπάστου, αδιακόπου Αποστολικής Διαδοχής που ανάγεται στο ίδιο το ζωοποιό πρόσωπο του πρώτου Αρχιερέως, του μεγάλου Αρχιερέως, του δομήτορος της Εκκλησίας Κυρίου Ιησού Χριστού».

«Θα λάβεις την εξουσία των κλείθρων του παραδείσου, θα έχεις τη δυνατότητα με τα χοϊκά σου χέρια να ψαύεις, και να διαμοιράζεις και να διαδίδεις Αυτόν τον Κύριο της Δόξης», συνέχισε ο Σεβασμιώτατος, προσθέτοντας: «Εσύ ο Γεώργιος, ο ταπεινός άνθρωπος, θα έχεις αυτή τη Χάρη και αυτή τη μοναδική ευλογία να είσαι ο κυρίαρχος, ο διανομεύς, ο διαγγελεύς του Αιωνίου Θεού. Και ακόμη με το πετραχήλιόν σου να κερδίζεις ψυχές από τον κόσμο της φθοράς και να υπερβαίνεις το θάνατο και να ανοίγεις τις πύλες των ουρανών και της Βασιλείας των εσχάτων, εσύ ο άνθρωπος ο μικρός και ελάχιστος».

Στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος αναφερόμενος σε ορισμένες «θαυμαστές και μοναδικές ευλογίες και δωρεές» που έχει δεχθεί ο π.Γεώργιος, αλλά και σε πρόσωπα που φανέρωσε ο Θεός στη ζωή του, επεσήμανε πως δεν είναι αυτόκλητος αλλά Θεόκλητος, «διότι δια του Επισκόπου σου έλαβες την κλήση των ουρανών, την απεδέχθης, την καλλιέργησες και ιδού σήμερα ευρίσκεσαι ενώπιον του Αγίου Θυσιαστηρίου για να λάβεις το δεύτερο βαθμό της Ιερωσύνης, για να γίνεις ο οικονόμος των Θείων Μυστηρίων», όπως χαρακτηριστικά είπε.

«Είναι χαριτωμένο το γεγονός και πολυσήμαντο ότι αυτή τη μεγίστη πνευματική σου αναγωγή, την προσωπική σου Πεντηκοστή, την επιτελείς σε αυτόν τον Πανίερο Ναό της Αγίας ενδόξου Παρθενομάρτυρος και Οσίας Παρασκευής της Αθληφόρου, αυτού του ιερού προσώπου που μαρτύρησε για την πίστη», είπε σε άλλο σημείο ο Σεβασμιώτατος και υπογραμμίζοντάς του μηνύματα και διδάγματα ζωής από το Απολυτίκιο της Αγίας Παρασκευής «που με τόση θεολογική ευγλωττία συνέθεσε ο Ιερός Υμνογράφος», όπως τόνισε, επεσήμανε:

«Αυτό το Απολυτίκιο σφραγίζει τη ζωή σου, αδερφέ Γεώργιε, και καλείσαι και εσύ να μιμηθείς την οσία και μάρτυρα και παρθένο Παρασκευή στην Ιερατική σου πορεία και διαδρομή. Να προετοιμάζεσαι πάντοτε για την κοινωνία σου με τον Ζωντανό Θεό. Κάθε Λειτουργία σου να είναι μια λειτουργία ζωής. Να την θεωρείς ως την πρώτη και ως την τελευταία της υπάρξεώς σου και να δίνεσαι και να παραδίδεσαι στο Πνεύμα το Άγιον και να γίνεσαι Θεοφόρος και Θεοειδής, όπως η Αγία Παρασκευή. Και έτσι η εργασία σου η πνευματική να κληρώνει, να σου προσφέρει, να σου δίδει την Βασιλεία του Θεού σε κάθε μετρητή στιγμή της υπάρξεώς σου. Αυτό είναι η προσευχή όλων μας: Να σε αξιώσει να γίνεις μέτοχος, κοινωνός, εφέστιος παραστάτης, μιμητής κατά πάντα του Αγίου Γεωργίου, της Αγίας Παρασκευής και πάντων των Αγίων».

Ο νέος Πρεσβύτερος διορίσθηκε ως εφημέριος στον Ιερό Ναό Εισοδίων Θεοτόκου Βώκου «Παναγίας Οδηγήτριας».

Προχθές, Τρίτη 25 Ιουλίου 2023 τελέστηκε ο Πανηγυρικός Εσπερινός, κατά την διάρκεια του οποίου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ στο κήρυγμά του αναφερόμενος στην Αγία Παρασκευή η οποία ασκήτευσε «κατά τον 2ο αιώνα στην κοσμοκράτειρα Ρώμη και ανέλαβε έργον αποστολικό», όπως χαρακτηριστικά είπε, σημείωσε πως «μας εισφέρει ένα δυνατό μήνυμα, ένα μήνυμα ζωής, δυνάμεως, υπομονής, καρτερίας, γενναιοψυχίας και πνευματικής ενισχύσεως».

«Η Αγία μας Εκκλησία στηρίζεται και μεγαλύνεται σε δύο αγωγούς χάριτος» που πηγάζουν από τον ίδιο τον Κύριο επεσήμανε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, προσθέτοντας: «Ο ένας αγωγός είναι η λεγόμενη Αποστολική Διαδοχή» «που είναι η ιερά αλυσίδα προσώπων τα οποία ανάγουν την ιερατική τους διακονία στον ίδιο τον Χριστό, ο οποίος πνευματικά παρέδωσε την Αρχιερωσύνη Του λέγοντας στους Αποστόλους ‘’Λάβετε Πνεύμα Άγιο’’ και παρέχοντας σε αυτούς την εξουσία  ‘’του δεσμεῖν τε καὶ λύειν’’ και ‘’έν τώ νύν αιώνι καί έν τώ μέλλοντι’’».  «Ο κάθε Επίσκοπος και ο κάθε Πρεσβύτερος είναι Ιερείς κατά την τάξη Μελχισεδέκ, διάδοχοι των Αγίων Αποστόλων, οι οποίοι έλαβαν την Ιερωσύνη από τον ίδιο το Χριστό και έτσι η Χάρις διαχέεται και διαδίδεται έως της συντελείας του κόσμου».

«Πέραν αυτής της ευλογίας και αυτού του Ιερού Αγωγού της Θείας Χάριτος», συνέχισε ο Σεβασμιώτατος, «υπάρχει εις την Εκκλησία και η λεγόμενη μαρτυρική διαδοχή, η οποία ανάγεται και αυτή στο πρόσωπο του Χριστού, ο οποίος είναι ο πρώτος Μάρτυς του Γολγοθά». «Το αίμα του Ιησού Χριστού που έρευσε πάνω στον Σταυρό του Μαρτυρίου είναι το ποτάμι της Μαρτυρικής Διαδοχής που συνεχίζει να ποτίζει το δένδρο της πίστεως». «Η Μαρτυρική Διαδοχή, λοιπόν, είναι η κατά πάντα μίμηση Ιησού Χριστού και βέβαια συνάπτεται άρρηκτα με την αντιμαχία του κόσμου της φθοράς», υπογράμμισε. «Έτσι με αυτόν τον αγωγό της Χάριτος το δέντρο της πίστεως αυξάνεται και αγιάζεται και χαριτώνεται γιατί ο Κύριός μας προσεφέρθη για να πλημμυρίσει τον κόσμο χάριτος δια του Αγίου Του Αίματος», συμπλήρωσε.

«Την ίδια στιγμή ο Κύριος μας παρέδωσε έναν ασφαλή οδηγό πορείας», σημείωσε, αναφερόμενος στον Κυριακό λόγο που καταγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ‘’Εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ’ ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος’’».

«Αυτή τη μαρτυρική διαδοχή διακόνησε η Αγία Παρασκευή» «των είκοσι ετών που αγωνίστηκε ως ισαπόστολος και ως μάρτυς και ως οσία», τόνισε ο Σεβασμιώτατος υπογραμμίζοντας πως «αυτή η διττή αγωγή χάριτος, η αποστολική διαδοχή που εγγυάται την γνησιότητα της αρχιερατικής διακονίας και της θείας χάριτος στη ζωή μας και η μαρτυρική διαδοχή που είναι η συνέχιση του Σταυρού του Γολγοθά ανά τους αιώνας και η οποία πλημμυρίζει με δόξα, με τιμή, με μεγαλείο, με θαύματα, με αγιασμούς, με πορφύρα και βύσσον και αλουργίδα θεσπεσία την Αγία μας Εκκλησία, μας προσφέρει σήμερα με την εόρτιον μνήμη της η Αγία Οσιοπαρθενομάρτυς Παρασκευή»

Εύχομαι αυτό το μήνυμα ευψυχίας, γενναιότητος, θάρρους, δυνάμεως και ισχύος να πλημμυρίζει τις καρδιές μας σε αυτή τη σκληρή εποχή των πολλών αντινομιών και των μεγάλων συγχύσεων. Και αν μεν σήμερα δεν ζητάται από εμάς ακόμη η μαρτυρία του αίματος και η μαρτυρική διαδοχή δι’ αίματος, μας ζητείται η μαρτυρική διαδοχή δια της συνειδήσεως, διότι καλούμεθα όλοι να αντιπαλέσουμε τον δαίμονα της συγχύσεως, της αμαρτίας και του συμβιβασμού με κάθε τι το γήινο, το ψεύτικο, το κίβδηλο, το σαπρό που γελοιοποιεί την ελευθερία του ανθρώπου και που καταβιβάζει τον άνθρωπο σε χοϊκή απλή μορφή επιβίωσης».

Η "ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗ" ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝΟΣ

 

«Νυττόμενος τοῦ Δεσπότου τῷ πόθῳ διέσπειρας τόν πλοῦτον τοῖς πένησι, σαυτόν γυμνάζων πρός ἄθλησιν, ἥνπερ καί διήνυσας, τάς δι’ αἰῶνος ἐλπίδας προορώμενος» (ωδή δ΄).

(Σε κεντούσε ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, γι’ αυτό και μοίρασες τον πλούτο στους φτωχούς. Έτσι γύμναζες τον εαυτό σου για την άθληση, την οποία και διάνυσες, έχοντας ενώπιόν σου ως όραμα τις αιώνιες ελπίδες).

Η ελεήμων καρδία του αγίου Παντελεήμονα, παρόμοια χάριτι Θεού με το έλεος Εκείνου, τον έκανε να μοιράζει κάθε πλούτο που είχε στον κόσμο τούτο στους πένητες. Και μιλάμε για πλούτο όχι μόνο υλικό, αλλά κυρίως των δεξιοτήτων που απέκτησε, όπως της ιατρικής τέχνης, αλλά και πνευματικό, όπως το ιαματικό χάρισμα που του έδωσε ο Κύριος. Κι αυτό θα πει ότι ο άγιος γενόμενος δίοδος του ελέους του Θεού πρόσφερε όλο τον εαυτό του σε κάθε άνθρωπο που ήταν αναγκεμένος, αλλά εξίσου και σε κάθε κτίσμα του Θεού, όπως τα ζώα – «πάντας θεραπεύων, πάντων ἰατρεύων τά νοσήματα» (ωδή α΄). Κι όλα αυτά βεβαίως κατά τον τρόπο του Θεού: «ἀναργύρως», δηλαδή αφιλοκερδώς, τόσο που ο άγιος υμνογράφος «αναγκάζεται» να τον χαρακτηρίσει «τό ἱερόν ἀγλάϊσμα τῶν σεπτῶν Ἀναργύρων» (εξαποστ.), το κόσμημα της ομάδας των αγίων Αναργύρων.

Ποια η κινητήρια δύναμη της αδιάκοπης αυτής προσφοράς του ή με άλλα λόγια τι ήταν εκείνο που γέμιζε από αγάπη τη μεγάλη καρδιά του; Ο πόθος του Δεσπότου Χριστού, σημειώνει εμφατικά ο άγιος υμνογράφος. Διότι πράγματι μόνον ένας κυνηγός της αγάπης του Θεού μπορεί να ζει και την αγάπη Εκείνου – όσο κανείς αναζητεί τον Θεό τόσο και γεμίζει από την ελεήμονα παρουσία Του. Γι’ αυτό και όχι μόνον δεν αδειάζει η αγάπη αυτή, αλλά προσφερομένη γεμίζει και περισσότερο, φτάνοντας στο σημείο της πιο μεγάλης χάρης: της προσφοράς και της ίδιας της ζωής προς χάρη του Κυρίου και Δημιουργού. Ο άγιος ποιητής Θεοφάνης είναι σαφής: η εν αγάπη προσφορά του αγίου Παντελεήμονος προς τον κόσμο ήταν και η «γυμνασία» του, το γύμνασμά του, προς την άθληση του μαρτυρίου, προσβλέποντας πάντοτε προς τον Χριστό και την αιώνια Βασιλεία Του.

Η σκέψη του αγίου κινείται απολύτως αγιογραφικά και πατερικά: ο πιστός που τα μάτια του είναι στραμμένα προς τον Χριστό, πορεύεται διαρκώς πάνω στο άγιο θέλημά Του, δηλαδή τη σταυρική αγάπη, κάτι που τον καθιστά έτοιμο ανά πάσα στιγμή να δώσει και τη ζωή του για την πίστη του αυτή. Ο υμνογράφος μας, διαβάζοντας τη ζωή του αγίου Παντελεήμονος, βλέπει ό,τι έκανε και τον απόστολο Παύλο να ομολογεί: «μας χαρίστηκε από τον Θεό όχι μόνο να πιστεύουμε στον Χριστό, αλλά και να πάσχουμε γι’ Αυτόν» - η χάρη του μαρτυρίου δίνεται ως δωρεά από τον Θεό σ’ εκείνον που πιστεύει αληθινά, σ’ εκείνον δηλαδή που ενεργοποιεί την πίστη του με την αγάπη και την ελεήμονα διάθεσή του. Οπότε τα πράγματα είναι σαφή: δεν μπορείς να γίνεις μάρτυρας Χριστού, αν προηγουμένως δεν έχεις φτάσει στο σημείο τη ζωή σου να την κομματιάζεις, κατά το ήθος του Χριστού μας στη Θεία Ευχαριστία, προς χάριν όλων.  

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ Ο ΙΑΜΑΤΙΚΟΣ

 «Ο άγιος Παντελεήμων έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και καταγόταν από την πόλη Νικομήδεια. Ο πατέρας του Ευστόργιος ήταν ειδωλολάτρης κι ύστερα έγινε Χριστιανός με τις νουθεσίες του υιού του, ενώ η μητέρα του Ευβούλη προερχόταν από χριστιανική οικογένεια. Σπούδασε την ιατρική επιστήμη κοντά σ’  ένα σπουδαίο και δοξασμένο ιατρό, τον Ευφρόσυνο, αλλά την κατά Χριστόν ιατρική τέχνη και πίστη την έμαθε από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο, με την οποία (πίστη), αφού επικαλέστηκε τον Χριστό, ανάστησε ένα παιδί, που πέθανε στο δρόμο από δάγκωμα μίας έχιδνας. Βαπτίζεται λοιπόν από τον πρεσβύτερο Ερμόλαο και χειραγωγείται από αυτόν προς τη χριστιανική πίστη. Το μαρτύριό του έγινε ως εξής: Κάποιος τυφλός, που προσήλθε σ’ αυτόν, ιατρεύτηκε από τον άγιο. Όταν ρωτήθηκε λοιπόν ο πρώην τυφλός από τον βασιλιά «Ποιος σε γιάτρεψε;», «ο Παντολέων», είπε (γιατί αυτό ήταν το προηγούμενο όνομά του), «καθώς επικαλέστηκε τον Χριστό, στον Οποίο και εγώ πιστεύω». Αμέσως ο βασιλιάς τού έκοψε το κεφάλι, ενώ ο Παντολέων προσήχθη σ’ αυτόν. Ο Μαξιμιανός, επειδή ο άγιος δεν κάμφθηκε καθόλου ούτε με τις υποσχέσεις ούτε με τις απειλές, για ν’  αρνηθεί την πίστη του Χριστού, διέταξε να κτυπηθεί φοβερά και να φλεχθεί με λαμπάδες. Του εμφανίστηκε όμως ο Χριστός, με το σχήμα του πρεσβυτέρου Ερμολάου, που του έδωσε θάρρος, και φάνηκε ότι ήταν μαζί του και στον βρασμένο μόλυβδο και στη θάλασσα που τον έριξαν. Αφού έμεινε αβλαβής από όλα, ρίχνεται στα θηρία, αλλά κι από αυτά, σαν άλλος Δανιήλ, παραμένει αλώβητος, οπότε τον δένουν σε τροχό γεμάτο μαχαίρια, που τον άφησαν να πέσει στο έδαφος από ψηλά. Τέλος, στην τελευταία απόφαση να τον θανατώσουν διά ξίφους, προσευχήθηκε κι ακούστηκε φωνή από τον ουρανό να τον καλεί Παντελεήμονα. Μόλις τελείωσε την προσευχή κι ενώ επρόκειτο να του κόψουν το κεφάλι, την ώρα που ο δήμιος άπλωσε το χέρι, γύρισε πίσω το σίδερο κι έλιωσε σαν κερί, θαύμα που έκανε τους στρατιώτες να πιστέψουν στον Χριστό. Τότε ο άγιος μάρτυρας πρότεινε μόνος του τον αυχένα και έτσι κόπηκε το κεφάλι του. Λέγεται δε ότι χύθηκε γάλα αντί αίμα, και η ελιά στην οποία είχε προσδεθεί, αμέσως διαμιάς καρποφόρησε».

Αν, κατά τον άγιο Ιάκωβο, «η κρίσις ανίλεώς εστιν τοις μη ποιήσασιν έλεος», δηλαδή η κρίση του Θεού θα είναι χωρίς έλεος γι’  αυτούς που δεν έδειξαν στη ζωή τους έλεος για τους άλλους, τι πρέπει αντιστρόφως να πούμε για τον άγιο Παντελεήμονα, ο οποίος όχι απλώς είχε και έδειξε έλεος και αγάπη στους συνανθρώπους του, αλλά είχε και έδειξε το μεγαλύτερο έλεος που μπορεί να βρεθεί σε άνθρωπο, και ενόσω ζούσε και μετά το μαρτυρικό του τέλος; Μία πραγματικότητα, που δεν την διαπιστώσαμε μόνοι μας οι άνθρωποι, αλλά την απεκάλυψε και ο ίδιος ο Θεός, ο Οποίος ακριβώς του έδωσε κι αυτήν την προσωνυμία. Κι αυτό σημαίνει ότι ο άγιος έφτασε πράγματι σε επίπεδα θεϊκά, αφού μόνον ο Θεός μπορεί κατ’  ουσίαν να χαρακτηριστεί ως καθ’  υπερβολήν και υπερθετικά Παντελεήμων, γεγονός που μας δίνει το δικαίωμα να λέμε ότι ο άγιος έγινε δίοδος των χαρίτων του Θεού στον κόσμο, φανέρωση της βασιλείας της αγάπης Του σε αυτόν. Και βεβαίως εννοούμε ότι το έλεος του αγίου – προέκταση κατ’ αλήθεια του ελέους του Θεού – εκτεινόταν και συνεχίζεται βεβαίως να εκτείνεται μέχρι σήμερα και στα σώματα, αλλά και στις ψυχές των ανθρώπων.

Δεν είναι τυχαίο που ο Κύριος τον χαρίτωσε μ’  αυτόν τον τρόπο. Ο Θεός, γνωρίζουμε, δίνει πλούσια το έλεός Του σ’ εκείνους που η καρδιά τους έχει και κάποια «φυσική» κλίση συμπαθείας προς τους συνανθρώπους τους. Ο άγιος από μικρός έδειξε την με αγάπη στροφή του προς τους άλλους, όταν θέλησε να σπουδάσει μία επιστήμη, που είναι ακριβώς κοντά στον άνθρωπο, μάλλον η πιο κοντινή σ’  αυτόν, διότι στέκεται δίπλα στον πόνο του: την ιατρική. Κανείς δεν σπουδάζει ιατρική – και μιλάμε με αληθινή έφεση ψυχής κι όχι επαγγελματικά – αν η καρδιά του δεν «κτυπάει», έστω και λίγο, συντονισμένα με τους κτύπους της καρδιάς των ανθρώπων. Πολλαπλασίως ο Θεός προσφέρει το έλεός Του σ’ εκείνους που επέλεξαν και αγωνίστηκαν στη ζωή τους να σταθούν στην κύρια εντολή Του, την αγάπη. Ο άγιος Παντελεήμων, λοιπόν, και από φυσικού του και με τη θέλησή του είδε να πολλαπλασιάζεται το έλεος του Θεού σ’ αυτόν, έλεος που τελικός αποδέκτης  του είμαστε εμείς οι άνθρωποι σ’  όλες τις εποχές.

Αυτήν τη φυσική, αλλά και χαρισματική ταυτόχρονα ανέλιξη του πνεύματός του μάς την προβάλλει με ωραιότατες εικόνες και χαρακτηρισμούς ο ποιητής της Εκκλησίας μας. Ο άγιος, εν πρώτοις, πέραν από πρώτο των αναργύρων αγίων της Εκκλησίας,   συνιστά, κατ’ αυτόν, έναν «παιδαριογέροντα», ένα γέροντα δηλαδή στη σύνεση, αλλά από την παιδική του ήδη ηλικία. «Ἀνατείλας οἷα περ ἀστήρ, φέρων ἐν νεότητι, πρεσβυτικὴν καὶ θεόφρονα σύνεσιν». Διότι από παιδάκι φανέρωσε τη στροφή του προς τον Θεό, όταν του δόθηκαν πολλές αφορμές ν’  ακολουθήσει άλλη πορεία από τη χριστιανική, με τις προτροπές του ειδωλολάτρη πατέρα του. Εκείνος όμως, σαν νέος Ηρακλής, στο κρίσιμο σταυροδρόμι της νεότητας, επιλέγει τον δρόμο που ακολουθεί η ευσεβέστατη μητέρα του και γίνεται χριστιανός. «Μεγαλέμπορον» τον χαρακτηρίζει εν προκειμένω ο υμνογράφος, διότι αντάλλαξε προσφυώς τα εύκολα πάθη της νεότητας και τον ολισθηρό δρόμο, στον οποίο αυτά οδηγούν, με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Από την άλλη, ο υμνογράφος επισημαίνει κι ένα βασικότατο στοιχείο της πνευματικής ζωής: τη χειραγωγία του από πνευματικό πατέρα. Ο άγιος Παντελεήμων ναι μεν «πειράστηκε» με ό,τι πρόβαλλε σ’  αυτόν ως πρότυπο ζωής ο πατέρας του, αλλά ευλογήθηκε από τον Θεό με τη χαρισματική μορφή πρώτα της μητέρας του, κυρίως όμως με την διακριτική καθοδήγηση του ιερέα Ερμολάου. Ο Ερμόλαος ήταν ο πνευματικός του, ο γέροντάς του, που διαρκώς τον ενίσχυε και τον προσανατόλιζε στον ουρανό. Και η επιβεβαίωση της χάρης αυτής του Θεού στον άγιο έρχεται με τον παραδοξότερο τρόπο, άνωθεν: ο ίδιος ο Χριστός τον ενισχύει στα μαρτύριά του, αλλά με τη μορφή του αγίου Ερμολάου. Αγαθή διάθεση ψυχής, γνωμικό θέλημα στραμμένο προς τον Θεό, πνευματική χειραγωγία από πνευματικό: τα στοιχεία που κινητοποιούν τη χάρη του Θεού, για να γίνει κανείς άγιος, έστω και σ’ ένα βαθμό, σαν τον άγιο Παντελεήμονα.  

25 Ιουλίου 2023

ΠΟΤΕ ΜΟΛΥΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΚΑΘΑΡΙΖΕΤΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ;

 

Έλεγε ο όσιος Πατήρ Πασιος ο αγιορείτης: «Βλέπεις τη στάμνα; Το πάνω μέρος είναι καθαρό, προς τα κάτω όμως που ακουμπάει στη γη, πιάνει κάτι σαν μούχλα. Έτσι και ο άνθρωπος: όσο προσκολλάται στη γη και στα γήινα, μολύνεται, ενώ όσο υψώνεται στα ουράνια, καθαίρεται» (Ιερομ. Παϊσίου, Μύρον εκκενωθέν).

Είναι γεγονός ότι όλοι σχεδόν οι Πατέρες της Εκκλησίας, παλαιότεροι και νεώτεροι, χρησιμοποίησαν παραδείγματα από τον αισθητό κόσμο προκειμένου να βοηθήσουν τον άνθρωπο να κατανοήσει πνευματικές πραγματικότητες. Διότι πολύ συχνά αυτό που ισχύει στα αισθητά και υλικά ισχύει σ’ έναν βαθμό και στα πνευματικά. Ο όσιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης για παράδειγμα μιλούσε για τον ανθρώπινο έρωτα, που κάνει τον άνθρωπο να σκέφτεται και να στρέφεται αδιάκοπα προς το αντικείμενο του έρωτά του. Για να πει ότι έτσι πρέπει και ο άνθρωπος να είναι στραμμένος προς τον Θεό «εξ όλης της ψυχής και της καρδίας και της διανοίας». Το ίδιο και ο άγιος Πασιος στο παραπάνω απόσπασμα. Χρησιμοποιεί ένα απλό παράδειγμα, τη στάμνα του νερού, για να υπενθυμίσει μία καίρια αλήθεια της πνευματικής ζωής: σε ό,τι ο άνθρωπος προσκολλάται, με ό,τι καταγίνεται και απορροφάται, αυτό θα του φέρει και τα ανάλογα αποτελέσματα. Προσκολλάται κανείς στα γήινα και τα υλικά; Θα αρχίσει να μολύνεται. Προσκολλάται στα ουράνια και τα πνευματικά; Θα αρχίσει να καθαρίζει η ψυχή του, που σημαίνει ότι θα αρχίσει να δημιουργείται χώρος στην καρδιά του για να βρει «έδαφος» εγκατοίκησης η χάρη του Θεού – «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται».

 Και το παράδειγμα της στάμνας είναι άμεσο: η επαφή του πάτου της με τη γη φέρνει μούχλαˑ το πάνω μέρος της διατηρείται καθαρό. Ο άγιος αποδίδει με τον δικό του τρόπο αυτό που ο λόγος του Θεού και η εκκλησιαστική παράδοση διαλαλούν: «τα άνω φρονείτε, τα άνω ζητείτε, μη τα επί της γης» (απ. Παύλος). Κι αυτό γιατί δημιουργημένοι από τον Θεό «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» Εκείνου έχουμε ως φυσιολογία την αδιάκοπη και εν αγάπη φορά προς τον Θεό: «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος». Τι πιο φυσιολογικό πράγματι για το ον που δημιουργήθηκε «να επαναλαμβάνει» τον Θεό του (όσιος Σωφρόνιος Αθωνίτης), που εξήλθε από Εκείνον, στέκεται και υφίσταται από Εκείνον, κατατείνει προς Εκείνον, από το να έχει αδιάκοπα και αταλάντευτα τους πνευματικούς οφθαλμούς του προς τη ρίζα και την πηγή του; «Οι οφθαλμοί μου διά παντός προς τον Κύριον» λέει ο εμπνευσμένος από το Πνεύμα του Θεού άνθρωπος.  Γι’ αυτό και στο κέντρο όλων των μυστηρίων της Εκκλησίας, τη Θεία Λειτουργία, ακούγεται η προτροπή του ιερέα: «Άνω σχώμεν τας καρδίας», για να απαντήσει ο πιστός λαός «Έχομεν προς τον Κύριον», προκειμένου να υπάρξει η ευλογημένη συνέχεια: «Ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Δεν υπάρχει περίπτωση δηλαδή ένας άνθρωπος, ιδίως ο πιστός θεωρούμενος, να μπορέσει να ζήσει πνευματικά, να υπάρξει πνευματικά ως μέλος Χριστού, χωρίς τη διαρκή ώθηση της καρδιάς του για να βρίσκεται εκεί που είναι ο Κύριος.

Οπότε, όταν οι μέριμνες του κόσμου τούτου, πολύ περισσότερο οι πειρασμοί και οι περισπασμοί του, αποσπούν τον χριστιανό από τη «θέαση» αυτή του προσώπου του Χριστού, εκεί ναι! Η «μούχλα» η πνευματική, η πονηρία και η αμαρτία δηλαδή, αρχίζει να αναπτύσσεται και να καλλιεργεί ένα σάπιο περιβάλλον  για την ψυχή του, συνεπώς ο Πονηρός θα αρχίσει να έχει το «πάνω χέρι» με όλα τα «συνοδευτικά» της παρουσίας του: το άγχος, τη θλίψη, την ταραχή, την ακαταστασία, την κόλαση. Και δεν εννοεί ο άγιος Αγιορείτης βεβαίως ότι ένας χριστιανός στον κόσμο ευρισκόμενος, αλλά και ένας μοναχός ακόμη, δεν θα ασχολείται με τα πράγματα του κόσμου τούτου – κατ’ ανάγκην ως έχοντες και σώμα θα ασχολούμαστε και με αυτά. Το ζητούμενο είναι, όπως το σημειώνει, να μην προσκολλάται κανείς σε αυτά, να μην απορροφάται ολοκληρωτικά γενόμενος ως οι άθεοι που έχουν διαγράψει τον Θεό από τη ζωή τους. Και πώς επιτυγχάνεται τούτο; Μόνον όταν ο πιστός χαρακτηρίζεται από αληθινή πίστη, η οποία του διανοίγει τους οφθαλμούς, για να βλέπει τα πάντα στον κόσμο «εν Θεώ». «Εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν» σημειώνει ο απόστολος Παύλος αποδίδοντας τη σημαντικότερη βαθιά πραγματικότητα, ότι «ο Θεός δίνει ζωή και πνοή και τα πάντα» στον άνθρωπο και σε όλη τη δημιουργία.

Κατά συνέπεια, όταν ο πιστός με την άσκησή του μάθει να βλέπει με αυτό το «διπλό» βλέμμα τον κόσμο, τον εαυτό του, τους συνανθρώπους του, τα πάντα, να βλέπει δηλαδή το πιο «προφανές»: την παρουσία του Δημιουργού σε όλα τα κτίσματα και δημιουργήματα, τότε πράγματι κινείται στο στόμιο της στάμνας, «τα άνω φρονεί», διαλέγεται αδιάκοπα με τον Πατέρα του, νιώθει όπως το παιδί στην αγκαλιά της μάνας του. Κι εκεί, ασφαλώς, δεν αφήνεται περιθώριο να αναπτυχθεί «μούχλα», γιατί το φως του προσώπου του Κυρίου έρχεται ως «πυρ καταναλίσκον» κάθε πάθος και κάθε πονηρή κίνηση της ψυχής. Στη δυναμική αυτή κατάσταση του πιστού, που επιβεβαιώνει ότι «ουκ έχομεν μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν», ο άνθρωπος γίνεται κατοικητήριο του ίδιου του Θεού, από την οποία αγωνίζεται να μην εκπέσει ποτέ. Αλλά και στην περίπτωση που κάπου εκπέσει, αμέσως αναλαμβάνει τον αγώνα της επανόδου του, δηλαδή τον αγώνα της μετανοίας, ώστε να ξαναβρεί αυτό που έχει κατανοήσει και νιώσει ως το περιεχόμενο της ίδιας της ζωής του: ζωή χωρίς Χριστό δεν αντέχεται!