04 Οκτωβρίου 2023

Η ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΟΥ ΣΤΗΝ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Στην Ακολουθία του Εσπερινού, που τελέστηκε στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Πειραιώς, χοροστάτησε τη Δευτέρα 2 Οκτωβρίου 2023 ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε τόσο στον τιμώμενο Άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, όσο και στην έννοια της δικαιοσύνης, η οποία, ένεκα του κατ’ εικόνα, είναι εγγενές αίσθημα στον άνθρωπο.

«Οι εορτές των Αγίων είναι παιδαγωγικής υφής και παιδαγωγικής προσφοράς», είπε αρχικά ο Σεβασμιώτατος, συμπληρώνοντας πως «η Εκκλησία τιμά τους Αγίους για να μας εμπνεύσει τον ίδιο τρόπο υπάρξεως, για να μας καταρτίσει πνευματικά και να μας χαριτώσει και να μας δώσει χείρα βοηθείας μέσα σε αυτή την ηρωική προσπάθεια που όλοι επιτελούμε για να υπερβούμε τα εμπόδια, τις δυσχέρειες, τα βάσανα, τις αντινομίες, την όλη προβληματική που έχει η ανθρώπινη ζωή».

Θυμίζοντας πως «ο άνθρωπος βαδίζει στον χώρο της φθοράς», σημείωσε ότι «η Εκκλησία μας έρχεται να μας προσφέρει πρότυπα». «Οι Άγιοι μας εμπνέουν, γιατί μας δείχνουν την αληθινή στοχοθεσία», πρόσθεσε και αναφέροντας πως ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο δικαστής της πόλεως των Αθηνών, έγινε μαθητής του Αποστόλου Παύλου, μίλησε για την απέχθεια των Αθηναίων στο μήνυμα της Αναστάσεως, τονίζοντας παράλληλα πως μόνο «μία μικρή ομάδα των ακροατών του Παύλου προσκολλήθηκε σε αυτόν» και πως αυτή η μικρή ομάδα «ανέτρεψε την ιστορία των Αθηνών και της πατρίδος μας».

«Ο μαθητής του Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης είναι εκείνος, ο οποίος πήρε τη δάδα της πίστεως από τα χέρια του Αποστόλου των Εθνών Παύλου και την μεταλαμπάδευσε στην ιστορία του έθνους μας και μετέβαλε της ειδωλομανία των προγόνων μας σε θεοσέβεια και σε πνευματικότητα», είπε χαρακτηριστικά ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας: «Ο Άγιος Διονύσιος μας κομίζει μια αυτογνωσία, γιατί ο ίδιος ήταν δικαστής. θεράπων της δικαιοσύνης, θεράπων του νόμου. Και ακριβώς αυτές οι έννοιες – δικαιοσύνη, νόμος, δίκαιο – είναι έννοιες, οι οποίες καθορίζουν τον τρόπο της κοινωνικής ζωής», αποδεικνύοντας παράλληλα πως «στον άνθρωπο είναι εγγενές το αίσθημα της δικαιοσύνης», γιατί είναι στοιχείο του κατ’ εικόνα και «σε όλη την ιστορία του κόσμου πρυτανεύει η εκζήτησή της». «Επειδή ο Θεός είναι δίκαιος, ο άνθρωπος έχει μέσα του τον πόθο και την ανάγκη της δικαιοσύνης», πρόσθεσε.

Υπογραμμίζοντας πως «το δίκαιο είναι μία μεταφυσική έννοια», τόνισε με έμφαση ότι μέσα στη ζούγκλα δεν υπάρχει η έννοια του δικαίου, «ενώ στον ανθρώπινο πολιτισμό υπάρχει ο θεσμός εμβρυωρού, του αγέννητου ανθρώπου, γιατί ο άνθρωπος είναι άνθρωπος εξ άκρας συλλήψεως και για αυτό η Εκκλησία είναι σφόδρα εναντία στην σατανοκίνητη, δολοφονική θεωρία και πράξη των αμβλώσεων». «Κατά την Αγία μας πίστη και αποκάλυψη είναι άνθρωπος ανεξάρτητος από την κυοφορούσα μητέρα του και έχει δικαιώματα, τα οποία υπερασπίζεται η επιστήμη, το δίκαιο που καταρτίζουν οι άνθρωποι. Αλλά περισσότερο υπερασπίζεται ο Πανάγιος Δημιουργός της ζωής και για αυτό η έκτρωση αποτελεί έγκλημα, μέγιστο έγκλημα που αποκόπτει τον άνθρωπο από την κοινωνία του με τον ζώντα Θεό», συμπλήρωσε.

«Ο Άγιος Διονύσιος κομίζει μέσα μας την ενσυναίσθηση ότι είμαστε εικόνες Θεού για αυτό και μέσα μας λειτουργεί ο πόθος της δικαιοσύνης, το αίσθημα του δικαίου», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος και επισημαίνοντας πως «το δίκαιο στον κόσμο τον ανθρώπινο είναι περιορισμένο, πεπερασμένο», υπογράμμισε: «Είναι ταυτοτική για εμάς η εορτή του Αγίου Διονυσίου, γιατί τιμούμε έναν μύστη της δικαιοσύνης της αληθινής και της ανθρωπίνης αλήθειας, την οποία όπως βλέπουμε σήμερα, εκχυδαΐζουν και απομειώνουν ενσυνείδητα οι άνθρωποι της φθοράς και φτάνουν στο σημείο να ανατρέπουν ακόμη και την ανθρώπινη οντολογία και φυσιολογία και να χειροκροτούν αυτή την ανατροπή».

Αναφέροντας χαρακτηριστικά πως «ο Άγιος Διονύσιος είναι τόσο επίκαιρος, διότι προσέρχεται υπογράφοντας το μήνυμά του με το Αποστολικό του αίμα, με τη ζωή του και τη θυσία του» για να μας κηρύξει ότι «είμαστε πρόσωπα Θεόμορφα που μέσα μας καίει η φωτιά της δικαιοσύνης», σημείωσε ότι «ο Άγιος Διονύσιος σήμερα μας αφυπνίζει από την ραστώνη και την τύρβη της καθημερινότητας».

«Ο Άγιος Διονύσιος έρχεται απόψε να μας πάρει από το χέρι και να μας φέρει ξανά στην αλήθεια που όλοι μας έχουμε προδώσει», είπε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας πως «αν διψάμε για δικαιοσύνη, αν δονεί την καρδιά μας ο πόθος του αληθινού δικαίου, τότε ο δρόμος είναι να επιστρέψουμε, δια της μετανοίας, στον Λυτρωτή του κόσμου. Να μιμηθούμε τον Ιερό Διονύσιο. Να απολαύσουμε την δύναμη και τη χάρη των Αγίων, γιατί είναι η μόνη αλήθεια που μπορεί να εμπνεύσει οντολογικά και υπαρξιακά τον βίο μας».

Χθες Τρίτη το πρωί τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, κατά την διάρκεια της οποίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην προσωπικότητα του Αγίου Διονυσίου, η οποία «είναι μία υπερεθνική προσωπικότητα», όπως χαρακτηριστικά είπε, «ενός ιερού ανδρός ο οποίος προσέρχεται στην Εκκλησία μας από τους πρώτους Αποστολικούς χρόνους». «Είναι ένα πρώτο δημιούργημα του Ευαγγελικού μηνύματος και του Αποστολικού έργου του Αποστόλου των Εθνών, του Αποστόλου Παύλου, που ονομάστηκε δικαίως το στόμα του Χριστού», πρόσθεσε.

«Μας προσφέρει αυτή τη χάρη της κοινωνίας με τον Κύριο δια των Αποστόλων και των Αποστολικών Πατέρων και αισθανόμαστε αυτή την ενότητα» σημείωσε ο Σεβασμιώτατος, συμπληρώνοντας πως μπορεί να έχουν περάσει τόσοι αιώνες, «αλλά η αίσθησή μας, η αντίληψή μας, η κοινωνία μας είναι πολύ ζεστή».

«Αισθανόμαστε αυτό τον άνθρωπο δικό μας, προσωπικό μας φίλο, προσωπικό μας αιστιάτορα που μας θρέφει με το παράδειγμα του, με τον τρόπο του, με το λόγο του, με τα έργα του, με τη θυσία του, με το μαρτύριό του και ιδίως με την παρουσία του μέσα στις καρδιές μας και μέσα στην κοινωνία της προσευχής με το πρόσωπό του», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του και υπογραμμίζοντας πως κατόρθωσε από ένας Αρεοπαγίτης δικαστής, ο οποίος εγκατέλειψε τα πάντα, να γίνει μάρτυρας της πίστεως.

Αναφερόμενος στον Απόστολο των Εθνών, ο οποίος ήλθε έως τρίτου ουρανού, επεσήμανε πως «στην άλλη διάσταση κατανοούμε μόνο δια Χάριτος και δια πνεύματος». «Σε αυτή την φωτοχυσία της Χάριτος φαίνεται πως έφτασε και ο Άγιος Διονύσιος στην κατανόηση του Θεού, όχι με τον νου, αλλά με την καρδιά του», τόνισε ο Σεβασμιώτατος, συμπληρώνοντας: «Δια της αγάπης και της υιοθεσίας δια Ιησού Χριστού ανέρχεται ο άνθρωπος ψηλά, ώστε να φτάσει σε αυτήν την μυστική, όπως λέγεται, Θεολογία. Όχι μια Θεολογία που έχει κρυφά πράγματα, αλλά αυτή που είναι η αποθέωση του ανθρώπου. Η μετοχή της ψυχής πάνω από τη σάρκα, από την ύλη, μέσα στη ζωή του πνεύματος». «Αυτή, λοιπόν, η υπερκοινωνία του προσώπου μας με το Θείο πρόσωπο είναι η θεολογία της νήψεως και της μυστικής των Πατέρων θεωρίας», επεσήμανε.

Υπογραμμίζοντας πως «το κέντρο του ανθρώπου είναι η καρδιά» και πως «από την καρδιά βγαίνουν τα πάντα», σημείωσε πως «η καρδιά είναι το κέντρο της ψυχής και έτσι εκφράζεται με το λόγο και έχει ως όργανο και το νου».

Ο Απόστολος Παύλος δίδαξε το μαθητή του, τον Επίσκοπο των Αθηνών, το Μάρτυρα της πίστεως, τα άρρητα μυστήρια και μας καλεί όλους μας να ανεβούμε ψηλά και δια της προσευχής να ζητήσουμε άμεση Θεοκοινωνία και ενότητα με Εκείνον που είναι η πηγή των απάντων, είπε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, ευχόμενος «να εμπνεύσει και σε εμάς έναν τέτοιο ζήλο».

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΒΒΑΣ ΑΜΜΟΥΝ Ο ΤΗΣ ΝΙΤΡΙΑΣ

«Ἀμμοῦν πατρός κατεῖδε Νιτρία τρία, Κόσμου φυγήν, ἄσκησιν, ἔξοδον βίου» (στίχος συναξαρίου)

(Η περιοχή της Νιτρίας είδε καλά από τον πατέρα της Αμμούν αυτά τα τρία: τη φυγή από τον κόσμο, την άσκηση, την έξοδο από τον βίο).

Α. «Ο όσιος Αμμούν (τέλος 3ου-μέσα 4ου  μ.Χ. αι.) ήταν κατά το γένος Αιγύπτιος, κι όταν ορφάνεψε με τον θάνατο των γονιών του, αναγκάσθηκε από τον θείο του να οδηγηθεί σε γάμο. Όντως νυμφεύθηκε, αλλά συμφώνησε με τη γυναίκα του να φυλάξουν παρθενία. Δούλευε πάντοτε στον Βαλσαμώνα (δηλαδή στον κήπο που είχε το εκλεκτό χόρτο που ονομαζόταν βάλσαμος), έργο που του προξενούσε πολλούς κόπους και μόχθους. Ύστερα από δεκαοκτώ χρόνια ανεχώρησε από εκεί και πήγε στον μέγα Αντώνιο, ο οποίος τον θαύμασε για την ενάρετη πολιτεία του. Ο Αμμούν έγινε παράδειγμα που ωφελούσε πολλούς όχι μόνον εξαιτίας της αρετής και του θεοφιλούς βίου του, αλλά και λόγω των πολλών θαυμάτων που έκανε. Τη μακάρια ψυχή αυτού του αγίου είδε ο μέγας Αντώνιος να αναφέρεται στους ουρανούς από αγίους αγγέλους».

Β. Ένας διάλογος μεταξύ του αγίου αυτού αββά και του Μεγάλου Αντωνίου που αναφέρεται στα Αποφθέγματα Γερόντων αξίζει να σχολιαστεί.

«Ο αββάς Αμμούν ο Νιτριώτης επισκέφτηκε τον αββά Αντώνιο και του λέγει: «Εγώ καταβάλλω περισσότερο κόπο από εσένα και πώς το όνομά σου δοξάστηκε από τους ανθρώπους παραπάνω από το δικό μου;» Του λέγει ο αββάς Αντώνιος: «Επειδή εγώ αγαπώ τον Θεό περισσότερο από σένα».

Η απάντηση του αγίου Αντωνίου αποτελεί κριτήριο για την όλη πνευματική ζωή: εκείνο που προσδιορίζει τη χριστιανικότητα κάποιου είναι όχι οι ασκητικές προσπάθειες, όχι το τεράστιο ίσως κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, όχι η ιεραποστολική δράση μέχρι βαθμού θυσίας, αλλά «το ποσόν και το ποιόν της αγάπης προς τον Θεό»! Που σημαίνει: αν ποιητικό αίτιο και της όποιας σκληρής άσκησης και του όποιου φιλανθρωπικού  και ιεραποστολικού έργου  δεν είναι η αγάπη προς τον Θεό, τότε ολίγη ή μηδαμινή σημασία έχει. Ο Κύριος, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, το τονίζει καθ’ υπερβολήν: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος». Για να συμπληρώσει: «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Δηλαδή η αγάπη προς τον συνάνθρωπο θεωρείται έκφραση και συνέχεια της αγάπης προς τον Θεό. Λοιπόν ο άγιος Αντώνιος τονίζει αυτό που θεωρείται το καίριο και το βασικότερο στην πνευματική χριστιανική ζωή. Είναι συγκλονιστικό και προκαλεί φόβο μάλιστα αυτό που σημειώνει και ο απόστολος Παύλος στον ύμνο της αγάπης στην Α΄ Κορ.: «Καί ἐάν ψωμίσω πάντα τά ὑπάρχοντά μου, και ἐάν παραδῶ τό σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δέ μή ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦμαι»! Να δίνεις τα πάντα για τον άλλο, να θυσιάζεσαι για τον Θεό, να δίνεις και τη ζωή σου ακόμη, και η προσφορά και η θυσία αυτή να θεωρούνται ανώφελες! Τι τραγικότερο;

Και βεβαίως δίνοντας την απάντηση αυτή ο άγιος Αντώνιος επισημαίνει όχι μόνο τη βάση των πάντων, την αγάπη, μα παράλληλα και τη διαβάθμιση που υπάρχει σ’ αυτήν: αγαπάει κανείς τον Θεό (συνεπώς και τον συνάνθρωπό του και τα πάντα), αλλά υπάρχει άλλος που μπορεί να Τον αγαπάει περισσότερο, κι άλλος ακόμη πιο πολύ κ.ο.κ. – ό,τι επίσης απεκάλυψε ο Κύριος και στις παραβολές των ταλάντων και του καλού σπορέως. «Αλλού καρποφορεί τριάντα, αλλού εξήντα, αλλού εκατό». Υπάρχει λοιπόν διαβάθμιση και στην αγιότητα. Είναι πολύ γνωστές εξίσου οι επισημάνσεις του αββά Δωροθέου: το να φοβάται κανείς τον Θεό λόγω της τιμωρίας του αν δεν Τον υπακούσει, ευρισκόμενος συνεπώς στο επίπεδο του δούλου, είναι το πρώτο σκαλοπάτι της αγάπης. Ανεβαίνει επίπεδο,  καθώς περιμένει τις «αμοιβές» του Παραδείσου, για να φτάσει στο «ατέλεστο» στάδιο τελειότητας, όπου ό,τι κάνει το κάνει από αγάπη καθαρή προς τον Θεό, σαν το παιδί που αγαπάει τον Πατέρα του.

Η απάντηση εξάλλου του αγίου Αντωνίου στηρίζεται στην ίδια την Αγία Γραφή, κάτι που σημείωνε ως γνωστόν στον κάθε λόγο του: «Για ό,τι πράττεις έχε τη μαρτυρία από τις Άγιες Γραφές». Τον λόγο του Χριστού και των αγίων Αποστόλων και των προγενεστέρων από εκείνον Πατέρων φανέρωνε ο μέγας Γέρων, έχοντας βεβαίως υπ’ όψιν και το αποτέλεσμα: ότι η αγάπη προς τον Θεό βιούμενη από τον πιστό, τον οδηγεί εκεί που υποσχέθηκε ο Κύριος: σε κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό – ο πιστός γίνεται ένα με τον Θεό του, έχοντας ένοικο και σύνοικο και σπίτι και νυμφίο και τροφή και ρίζα και ένδυμα και Πατέρα και Μητέρα και αδελφό και αδελφή και οτιδήποτε άλλο, τον Ίδιο. Ο αγαπών τον Θεό γίνεται ένας άλλος Θεός επί της γης!

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΘΗΝΩΝ

«Ο άγιος Ιερόθεος ήταν ένας από τους εννέα βουλευτές του Αρείου Πάγου. Κατηχήθηκε στη χριστιανική πίστη από τον απόστολο Παύλο και χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών, ενώ αυτός έπειτα κατήχησε και τον μέγα Διονύσιο στην ίδια πίστη. Ο ίδιος προεξήρχε και στην κηδεία της Υπεραγίας Θεοτόκου, όταν συναθροίστηκαν οι άγιοι Απόστολοι, και φαινόταν από όλα όσα ακούγονταν και θεωρούνταν, σαν να ήταν σε εκδημία και έκσταση. Φαινόταν σαν να είχε καταληφθεί από τον Θεό, υμνολογώντας Αυτόν. Έζησε με καλό και θεοφιλή τρόπο, κι αφού εύφρανε τον Θεό με την κατά Χριστό ζωή του και τα κατορθώματά του, εκδήμησε προς τον Κύριο».

Η χθεσινή και η σημερινή ημέρα προβάλλει δύο από τους μεγάλους αγίους της πίστεώς μας, μαθητές  του αποστόλου Παύλου, τον άγιο Διονύσιο τον αρεοπαγίτη και τον άγιο Ιερόθεο. Με τους αγίους αυτούς βρισκόμαστε μπροστά στις πηγές της πίστεώς μας, οσφραινόμαστε τον αέρα της παρουσίας του αγιασμένου Παύλου, νιώθουμε την γεμάτη από αγάπη Χριστού πάλλουσα καρδιά του.

Ο άγιος Ιερόθεος συνιστά μία ιδιάζουσα περίπτωση αγίου, η οποία, με βάση το συναξάρι, τουλάχιστον μας προβληματίζει,  λόγω της εξαιρετικής αγάπης του προς τον Θεό και του ενθέρμου και ανοιχτού μάλλον χαρακτήρα του. Διότι πώς να εξηγήσει κανείς το γεγονός ότι μεταξύ όλων των αποστόλων και των παρευρισκομένων στην Κοίμηση της Θεοτόκου, εκείνος έχει προεξάρχουσα θέση, «φαινόμενος θεόληπτος και θείος υμνολόγος»; Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος μάλιστα δεν μπορεί να μη σημειώσει ότι ο άγιος μίλησε για τον Θεό με πανίερες θεολογίες, τις οποίες εξηγεί ως αποτέλεσμα διπλού γεγονότος: και του βαθύ πόθου που είχε αυτός για τον Θεό, και της επιμελούς, με σύνεση και διάκριση, μελέτης των θείων λογίων. «Νυττόμενος πόθω πνευματικώ και θείοις λογίοις εν συνέσει προσομιλών, των πάντων Δεσπότη πανιέρους θεολογίας ανατέθεικας». Κι είναι σημαντική η επισήμανση του υμνογράφου, διότι μας εξηγεί ότι τότε πράγματι κανείς μιλά ορθά για τον Θεό, τότε θεολογεί, όταν αφενός έχει μεγάλη αγάπη και πόθο για Εκείνον, αφετέρου εγκύπτει με μεγάλη επιμέλεια στα λόγια της Αγίας Γραφής και της προγενέστερης παράδοσης της Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, η θεολογία αν δεν είναι αποτέλεσμα σύνδεσης με ό,τι η Εκκλησία πρεσβεύει και ζει, αλλά και πίστης και αγάπης προς τον Θεό από τον θεολογούντα, δεν θεωρείται ορθή θεολογία και μάλλον καταντά σ’ αυτό που οι Καππαδόκες ιδίως Πατέρες χαρακτήριζαν ως «τεχνολογία».

Ο υμνογράφος επιμένει στον τρόπο θεολογίας του αγίου Ιεροθέου. Η προσέγγιση από αυτόν των θείων λογίων δεν γινόταν, σημειώνει, άκριτα και άλογα. Ο άγιος μελετούσε τις Γραφές, την Παλαιά Διαθήκη και ό,τι μέχρι τότε είχε γραφεί, ιδίως από τις επιστολές των Αποστόλων, με ερευνητική διάθεση, με προσπάθεια δηλαδή να κατανοήσει  το μυστήριο του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Διότι ο Χριστός, συνεπώς και η Εκκλησία στη συνέχεια, δεν ήλθε να καταργήσει τον ανθρώπινο νου και την ανθρώπινη λογική. Εκείνο που πάντοτε αρνήθηκε ήταν η απολυτοποίηση της λογικής, η με μόνο τον ορθό λόγο κρίση της αποκάλυψης του Θεού. Αυτό, ναι, το αρνήθηκε και το αρνείται, διότι δεν λαμβάνεται υπ’  όψιν η αμαρτία του ανθρώπου, διά της οποίας διασπάστηκε ο άνθρωπος, με αποτέλεσμα η λογική να κινείται αυτόνομα, υπηρετώντας πια τα διαστρεβλωμένα πάθη του ανθρώπου. Όταν όμως ο άνθρωπος έχει βρει τον Θεό, όταν συνεπώς η χάρη του Θεού καταυγάζει την καρδιά του, τότε και ο νους και ο λόγος, ενοποιημένος και με τις άλλες δυνάμεις της ψυχής,  κινείται μέσα σε πλαίσια αποδεκτά, που σημαίνει ότι και τον Θεό κατανοεί, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο,  και αυτό που εκφράζει είναι πράγματι η αλήθεια. Ο άγιος Ιερόθεος λοιπόν υπήρξε ένας μελετητής των θείων λογίων, κινούμενος ερευνητικά πάνω στην οικονομία του Θεού, αλλά με ευσεβή αναζήτηση. Και γι’  αυτό καθοδηγούμενος από τη χάρη του Θεού φανέρωσε και σε εμάς τα μυστήρια του Θεού, και μάλιστα με καλλιέπεια λόγων, όπως σημειώνει και σε άλλο σημείο ο ποιητής. «Με ευσεβή αναζήτηση ερεύνησες τα άρρητα μυστήρια της οικονομίας του Χριστού και τα φανέρωσες με δύναμη, χρησιμοποιώντας λόγο φωτισμένο από τον Θεό». «Η φωνή των λόγων σου και η καλλιέπεια των συγγραμμάτων σου προσφέρει μεγάλη ευφροσύνη σ'  αυτούς που τα ακούνε και τα διαβάζουν».

03 Οκτωβρίου 2023

Ο ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΝΕΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Ο Ηγούμενος της Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου Γέροντας Εφραίμ, ομιλιτής στο Συνέδριο Στελεχών Νεότητος της Ι.Μητροπόλεως Πειραιώς.

Με την παρουσία και την ομιλία του Καθηγουμένου της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου κ.Εφραίμ, ολοκληρώθηκε προχθές Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023 το διήμερο Συνέδριο Στελεχών Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, το οποίο πραγματοποιήθηκε στις ανακαινισμένες κατασκηνωτικές μας εγκαταστάσεις στο Πειραϊκό Χωριό, στην Παιανία Αττικής.

Καλωσορίζοντας με θερμά λόγια τον Γέροντα Εφραίμ και την συνοδεία του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, σημείωσε πως «σήμερα έχουμε μαζί μας πρόσωπα ευλογημένα και χαριτωμένα». «Ο Γέροντας ανήκει σε όλο το λαό του Θεού» και «ξέρουμε ότι η καρδιά του είναι γεμάτη αγάπη και φιλοστοργία», τόνισε, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως είναι συντονισμένη με την καρδιά του Θεού.

Ο Σεβασμιώτατος εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του και ευχαρίστησε τον Καθηγούμενο της Ιεράς Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου για την παρουσία του, ευχόμενος να πηδαλιουχεί το ιστορικό Μοναστήρι για πολλά ακόμα χρόνια και να είναι φως και οδηγός στον κόσμο που αγωνίζεται. Ως ελάχιστο δώρο αγάπης ο Σεβασμιώτατος προσέφερε στον Γέροντα Εφραίμ έναν επιστήθιο Σταύρο για να τον φέρει «ως ένδειξη μαρτυρικής πορείας, αλλά και νίκης και θριάμβου», όπως χαρακτηριστικά είπε.

Κατά την ομιλία του ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ.Εφραίμ μετέφερε, μέσα από γλαφυρά παραδείγματα, τις εμπειρίες που αποκόμισε από την συναναστροφή του με σύγχρονους Αγίους Γέροντες του Αγίου Όρους.

Αρχικά επεσήμανε πως «ο αγώνας είναι δύσκολος για να μπορέσουμε να συνεγείρουμε τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι βρίσκονται σε μία κατάσταση πραγματικής πνευματικής ανισορροπίας, διότι τα πρότυπα και οι οδηγοί δεν είναι σοβαρά».

Ο Γέροντας Εφραίμ τόνισε πως είναι μια ευθύνη να κηρύττουμε τον λόγο του Θεού και πως αυτό θα πρέπει να μας οδηγεί στο να έχουμε και προσεκτική ζωή. «Εμείς όλοι που συμβάλλουμε ο καθένας με το δικό του τρόπο στο κατηχητικό έργο οφείλουμε να έχουμε μία σωστή ζωή. Να είμαστε δέκτες της Χάριτος», είπε χαρακτηριστικά.

«Πρέπει να δώσουμε σημασία στον Χριστό, δηλαδή να τον αγαπήσουμε. Και θα τον αγαπήσουμε, όπως μας είπε ο ίδιος, τηρώντας τος εντολές Του». «Πρέπει να έχουμε μία σωστή στάση με τον εαυτό μας για να μπορέσουμε να είμαστε δέκτες της Χάριτος και να αυξάνεται αυτή η πνευματική εργασία, ώστε μέσα μας να έχουμε την αίσθηση της Χάριτος του Χριστού», ανέφερε στην συνέχεια, διερωτώμενος: «Διδάσκουμε το Χριστό. Δεν πρέπει να Τον γευτούμε εμείς πρωτίστως για να μπορέσουμε να το μεταφέρουμε;».

«Όταν ο άνθρωπος έχει πάνω από όλους το Χριστό, έχει κάτω από όλους τον εαυτό του. Αυτό το πράγμα λέγεται ταπείνωση και η ταπείνωση είναι σπουδαίο χαρακτηριστικό του Χριστού ως Θεανθρώπου», είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Ηγούμενος της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ.Εφραίμ, συμπληρώνοντας πως «δεν πρέπει οι κατηχητές να παρουσιαζόμαστε ως τέλειοι άνθρωποι, αλλά ως αμαρτωλοί του Χριστού που μας ανέχεται ο Θεός». «Η ταπείνωση ολοκληρώνει τον άνθρωπο. Όσο κανείς είναι ταπεινός τόσο και θεραπεύεται. Αυτό συμβαίνει και στο κατηχητικό έργο. Όταν το κατηχητικό έργο πηγαίνει καλά, ο κατηχητής δεν πρέπει να υπερηφανεύεται, επειδή πίσω από όλα βλέπει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πίσω από όλη την ποιμαντική φροντίδα της Εκκλησίας, είναι ο ίδιος ο Χριστός», συμπλήρωσε.

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Γέροντας Εφραίμ, επεσήμανε πως «για να μπορέσουμε να δώσουμε το σημείο του ουρανού στην κάθε ψυχή, πρέπει να λαλεί μέσα μας ο Κύριος και να αφουγκραζόμαστε τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος», προτρέποντας όλους «όσο μπορούμε να δίνουμε αυτή τη μαρτυρία».

«Η ψυχή που δέχτηκε έστω και για λίγο τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορεί να την ξεχάσει. Να μην απογοητεύεστε», πρόσθεσε. «Όταν βλέπετε μια δυσκολία να προσεύχεστε. Είναι μεγάλο δικαίωμα και προνόμιο να είμαστε παιδιά του Θεού. Το πρώτο είναι η Προσευχή. Αυτό ζητάει ο κόσμος. Πνευματική πληροφορία και ίαση πνευματική» επεσήμανε στην συνέχεια υπογραμμίζοντας με έμφαση πως πρέπει όλοι να προσέχουμε την καθαρότητά μας. «Ζούμε στην Εκκλησία και πρέπει να αγωνιζόμαστε», είπε καταλήγοντας, ευχαριστώντας θερμά για την πρόσκληση και την προσοχή όλων.

Ευχαριστώντας για μία ακόμα φορά τον Ηγούμενο της Ι.Μ.Μ. Βατοπαιδίου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, επεσήμανε πως «δεν μπορούσε να υπάρχει μεγαλύτερο δώρο από τις παραινέσεις, τις συμβουλές και την εμπειρία καρδιάς του Γέροντος για την έναρξη της νέας χρονιάς».

«Είναι ένα δώρο στην ηρωική σας προσπάθεια για την μεταλλαγή του κόσμου με την ταπείνωση και την μίμηση του Χριστού», πρόσθεσε και αναφερόμενος στην προσφορά του Γέροντα στην Εκκλησία μας, επεσήμανε, μεταξύ άλλων, τις υποτροφίες που προσφέρει η Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου στα Εκπαιδευτήρια της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.

Τονίζοντας πως «για την Μητρόπολη Πειραιώς ο Γέροντας Εφραίμ είναι υλικός και πνευματικός σιτοδότης», υπογράμμισε πως «το έργο μας πρέπει να είναι βαθιά πνευματικό».

Σύντομο χαιρετισμό απηύθυνε και ο παριστάμενος Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Προικονήσσου κ.Ιωσήφ.

Στην συνέχεια ο Γέροντας Εφραίμ, απάντησε σε ερωτήσεις των στελεχών που αφορούσαν πνευματικά και κοινωνικά θέματα, αλλά και θέματα σύγχρονα που απασχολούν την οικογένεια και τους νέους.

Όλοι οι Ιερείς Νεότητος και τα Στελέχη του Νεανικού Έργου, έλαβαν στο τέλος, μαζί με τον διορισμό τους για την νέα Ιεραποστολική χρονιά 2023 – 2024, ως ενθύμιο ένα βιβλίο του Γέροντα Εφραίμ και ημερολόγιο που εκδίδει η Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου.

Το διήμερο συνέδριο στελεχών ολοκληρώθηκε με την παράθεση γεύματος προς όλους.

Νωρίτερα το πρωί τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στον Ναό των Αγίων Θεοδώρων, στις Κατασκηνώσεις, Ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ, ο οποίος κατά την διάρκεια του κηρύγματός του  αναφέρθηκε στις ευθύνες του Κατηχητή και την αποστολή της Εκκλησίας στην σύγχρονη οικογένεια και κατ’ επέκταση στην κοινωνία μας.

Το Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2023, πρώτη ημέρα του Συνεδρίου, νωρίς το απόγευμα, τελέστηκε ο Αγιασμός έναρξης των εργασιών του Συνεδρίου, από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη Νήφωνα Καπογιάννη, Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και Διευθυντή του Γραφείου Νεότητος.

Εν συνεχεία οι αντιπρόσωποι των Ενοριών της Μητροπολιτικής μας περιφέρειας χωρίστηκαν σε ομάδες εργασιών. Οι σύνεδροι ήταν χωρισμένοι ανά κατηχητική βαθμίδα με υπευθύνους για την προσχολική ηλικία την Πρεσβυτέρα Αγγελική Τσουκαλά – Θεοχαράκη, για το κατώτερο κατηχητικό τον π. Δημήτριο Σεκαδάκη και για το Γυμνάσιο – Λύκειο τον π. Μιλτιάδη Ζέρβα. Ακολούθησε το δείπνο και η βραδινή προσευχή, ενώ προηγήθηκε βραδινή ψυχαγωγία, όπου όλοι είχαν την δυνατότητα να διασκεδάσουν, να θυμηθούν παλιές κατηχητικές και κατασκηνωτικές στιγμές, αλλά και να εφοδιαστούν με δημιουργικές ιδέες και παιχνίδια για τα Κατηχητικά τους.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Ο ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ

«῾Ο ἅγιος Διονύσιος πού ὑπερεῖχε ὅλων ὡς πρός τόν πλοῦτο, τήν δόξα, τήν σύνεση καί τήν σοφία, ἦταν ἕνας ἀπό τούς βουλευτές τοῦ ᾽Αρείου Πάγου στήν ᾽Αθήνα. ῎Ακουσε τόν ἀπόστολο Παῦλο νά κηρύττει ὅταν ἦλθε στήν ᾽Αθήνα καί πίστεψε δι᾽ αὐτοῦ στόν Χριστό, βαπτίστηκε καί χειροτονήθηκε ἔπειτα ἐπίσκοπος τῆς πόλεως, ἀφοῦ μυήθηκε πρῶτα τά τῆς πίστεως ἀπό τόν σοφό ῾Ιερόθεο. Μᾶς ἄφησε  συγγράμματα παράδοξα, θαυμαστά καί ὑψηλότατα.

῾Ο ἅγιος ἀφοῦ ἑρμήνευσε τόν τύπο καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς καταστάσεως, μετέβη ἔπειτα καί στήν Δύση, ὅταν βασιλιάς ἦταν Δομετιανός. Στήν πόλη τῶν Παρισίων μάλιστα ἔκανε πολλά θαύματα, ὁπότε καί τοῦ κόψανε τό κεφάλι. ῞Ενα θαῦμα πού εἴδανε πολλοί ἦταν ὅτι μετά τό μαρτύριό του κρατώντας τό κομμένο κεφάλι του μέ τά χέρια του βάδισε δρόμο δύο μιλίων. Καί δέν σταμάτησε πρίν συναντήσει, κατά θεία πρόνοια ἀσφαλῶς, κάποια γυναίκα ὀνόματι Κατούλα, στίς παλάμες τῆς ὁποίας ἐναπέθεσε τό κεφάλι του σάν ἕνα θησαυρό. Τό ἴδιο μέ αὐτόν καρατομοῦνται καί δύο μαθητές του, ὁ Ρουστικός καί ὁ ᾽Ελευθέριος, ὁπότε τά σώματα τῶν ἁγίων αὐτῶν, μαζί μέ τό μαρτυρικό σῶμα τοῦ ἱεροῦ κήρυκα, ρίπτονται βορά στά θηρία καί τά ὄρνεα. Μερικοί ἀπό τούς πιστούς τότε πῆραν τά λείψανα τῶν ἁγίων καί τά κατέθεσαν σέ ἀφανές μέρος, λόγω τοῦ φόβου πού ὑπῆρχε ἀπό τούς διῶκτες. ῞Οταν σταμάτησε ὁ φόβος τῶν διωγμῶν, ἡ μακάρια Κατούλα τά λείψανα τῶν μαρτύρων τά κατέθεσε σέ ἕνα κτίσμα, τρεῖς τοῦ μηνός ᾽Οκτωβρίου.

῾Ο ἅγιος Διονύσιος ἦταν κατά τόν σωματικό του τύπο μεσαίου μεγέθους, λεπτός, λευκός κατά τό χρῶμα ἀλλά καί λίγο κίτρινος, λίγο κοντός στήν μύτη, δασύς στά φρύδια. Εἶχε βαθουλωτούς τούς ὀφθαλμούς καί μεγάλα αὐτιά, ἐνῶ εἶχε λευκά καί μακριά μαλλιά, ὅπως καί τά γένεια του ἦταν μετρίως μακριά, ἀλλά ἀραιά. Εἶχε λίγη κοιλιά καί ἦταν μακρυδάκτυλος. ῾Η σύναξή του τελεῖται στήν ἁγιωτάτη Μεγάλη ᾽Εκκλησία» .

᾽Επανειλημμένως ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής (κατεξοχήν ὁ ἅγιος Θεοφάνης) τονίζει στόν κανόνα του γιά τόν ἅγιο τήν ἰδιαίτερη σχέση του  μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο. ῾Ο ἀπόστολος ἦταν ὁ ψαράς πού τόν ῾ψάρεψε᾽ στά δίχτυα τοῦ Χριστοῦ μέ τό ἀγκίστρι τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ (στιχ. ἑσπ.). Σ᾽ αὐτόν μαθήτευσε πού ἦταν θεατής τῶν οὐρανίων ἀφοῦ ἔφτασε μέχρι τρίτους οὐρανούς, γι᾽ αὐτό ἔγινε κι ὁ ἴδιος οὐράνιος μύστης (κάθισμα όρθρου). Τοῦ Παύλου ἔγινε ἀληθινό θεῖο ἀπεικόνισμα καί λόγω ἀκριβῶς τῆς κοινωνίας του μέ αὐτόν καί τούς ἄλλους ἀποστόλους ἀξιώθηκε νά δεῖ καί τό ζωαρχικό σκῆνος τῆς σεβασμιωτάτης Θεοτόκου πάνω στό νεκροκράββατό της (ὠδή θ΄). Κι αἰτία τῆς ὑπακοῆς του αὐτῆς στόν ἅγιο ἀπόστολο ἦταν, κατά τόν ὑμνογράφο, ἡ σύνεση πού τόν διέκρινε στήν ζωή του (ὠδή ς΄). ῾Ο ὑμνογράφος τονίζει τό τελευταῖο αὐτό, διότι πολλοί ἄκουσαν τόν μεγάλο ἀπόστολο, ἀλλά ἐλάχιστοι τόν ὑπήκουσαν. ῾Ως γνωστόν ἡ παρουσία τοῦ ἀποστόλου Παύλου στήν ᾽Αθήνα στέφθηκε σχεδόν ἀπό ἀπόλυτη...ἀποτυχία. Αὐτή εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ἐκτίμηση, ἀφοῦ ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν ᾽Αθηναίων τόν εἰρωνεύτηκαν γιά τό κήρυγμά του καί γελώντας σηκώθηκαν κι ἔφυγαν. Πλήν ὅμως ἐλαχίστων. Κι αὐτοί οἱ ἐλάχιστοι, μεταξύ τῶν ὁποίων «Διονύσιος ὁ ἀρεοπαγίτης, γυνή τις ὀνόματι Δάμαρις καί τινες σύν αὐτοῖς» ἀπετέλεσαν τελικῶς τήν ῾μαγιά᾽ προκειμένου νά ριζώσει ἡ χριστιανική πίστη στά μεταγενέστερα χρόνια.

῾Ο ποιητής Θεοφάνης, ὁποῖος θεωρεῖ γνήσια τά ἐπ᾽ ὀνόματι τοῦ ἁγίου Διονυσίου σωζόμενα κείμενα, (παρὅλη τήν ἄρνηση τῆς νεώτερης ἱστορικοφιλολογικῆς κριτικῆς), ἀναφέρεται σέ αὐτά προκειμένου νά τονίσει τήν θεολογική ἐμβρίθεια τοῦ ἁγίου, ὁποῖος μυημένος στά ἐπουράνια φώτισε μέ τόν λόγο του καί τήν ἁγία Τριάδα καί τίς τάξεις τῶν ἀγίων ἀγγέλων καί τήν ἴδια τήν ᾽Εκκλησία. «Μέ φιλοσοφικό τρόπο, ἀλλά καί μυστικά καί μέ εὐσέβεια, θεόφρον μάκαρ Διονύσιε, ὅσο ἦταν δυνατό ἀπό τήν ὁμοίωσή σου μέ τόν Θεό, ἔκανες ἔνθεη ἀνάπτυξη τῶν θείων ὀνομάτων» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «῎Εκανες μέ τήν ἀρετή ἴδιο τόν νοῦ σου μέ τούς ἀγγέλους, Πάτερ Διονύσιε, γι᾽ αὐτό καί ἔγραψες σέ ἱερά βιβλία τήν ὑπερκόσμια εὐταξία τῆς ἱεραρχίας τῶν ἀγγέλων, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ρύθμισες καί τά συστήματα τῆς ᾽Εκκλησίας, μιμούμενος τίς τάξεις τῶν ἀγγέλων» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Δέν διστάζει λοιπόν ὁ ὑμνογράφος  γιά τόν παραπάνω λόγο νά χαρακτηρίσει τόν ἅγιο Διονύσιο ὡς «Τριαδικόν θεολόγον» (ὠδή γ´) καί «διόπτραν οὐρανοῦ» (οἶκος συναξαρίου). ῎Εκθαμβος μάλιστα γιά τήν φιλοσοφική καί θεολογική διάνοια τοῦ ἁγίου σημειώνει: «῾Ο βίος σου, μακάριε Διονύσιε, θαυμαστός, ὁ λόγος σου θαυμασιότερος, ἡ γλῶσσα σου γεμάτη φῶς, τό στόμα σου μέ τήν πνοή τῆς φωτιᾶς τοῦ Κυρίου, ὁ δέ νοῦς σου ἀκριβῶς σάν νά εἶναι τοῦ Θεοῦ» (ὠδή ς΄).

Σάν νά προσγειώνεται ὅμως κάποια στιγμή ὁ ἅγιος ποιητής καί ἀφήνει τά ὑψιπετῆ κείμενα τοῦ Διονυσίου. Βλέπει τί πρόκειται ἐνώπιόν του, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος, μέ τό διπλό στεφάνι του πού δέν εἶναι τά κείμενά του ἀλλά ἡ ἰερωσύνη του καί τό μαρτύριό του. Καί σημειώνει: «Κέρδισες τόν Παράδεισο, γιατί ἤσουνα ἀρχιερέας ὅπως τόν θέλει ὁ Θεός, καί συγκέρασες τήν ἱερωσύνη σου μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου σου». (ὠδή θ´). Δέν νομίζουμε ὅτι εἶναι τυχαία ἡ ἀναφορά αὐτή τοῦ ἁγίου ποιητῆ στήν κατακλείδα τοῦ κανόνα του. Εἶναι ἴσως σάν νά μᾶς λέει: μπορεῖ νά ἔχει γράψει περίφημα κείμενα ὁ ἅγιος, μπορεῖ νά περιέγραψε τόν οὐράνιο κόσμο μυημένος ἀπό τόν ἀπόστολο Παῦλο καί φωτισμένος ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τελικῶς ἡ εἴσοδος στήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐξαρτήθηκε  ἀπό τό πόσο νόμιμα κινήθηκε πάνω στήν κλήση του ἀπό τόν Θεό κι ἀπό τό πόσο ἔμεινε σταθερός μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του πάνω στήν πίστη,  ἀκόμη καί μέ τήν προσφορά τοῦ αἵματός του. ῾Ο ἅγιος Διονύσιος ὄντως «τήν πίστιν τετήρηκε», γι᾽ αὐτό καί «ἔγινε πιό γνωστή δι’ αὐτοῦ ἡ πανένδοξη Μητρόπολη τῶν Ἀθηνῶν» (ὠδή η΄).

02 Οκτωβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΣ ΚΑΙ Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΣΤΙΝΑ

«Ο άγιος Κυπριανός ήταν από την Αντιόχεια της Συρίας, επί Δεκίου του βασιλιά, ευγενής και πλούσιος, φιλόσοφος και μεγάλος μάγος. Οδηγήθηκε όμως προς την πίστη του Χριστού από την Ιουστίνα την παρθένο και χριστιανή, η οποία, καταγόμενη και αυτή από την Αντιόχεια,  διέλυσε σαν ιστό αράχνης όλες τις δαιμονικές ενέργειές του απέναντί της. Διότι κάποιος Έλληνας, Αγλαΐδας λεγόμενος, επειδή πληγώθηκε από έρωτα γι’ αυτήν, λόγω της ομορφιάς της, κι επειδή δεν μπόρεσε να πετύχει το σκοπό του, προσήλθε στον Κυπριανό. Όταν όμως αυτός τρεις φορές έστειλε δαίμονες προς την κόρη, χωρίς να πετύχει τίποτε, τότε κατάλαβε ότι η τέχνη του ήταν ανίσχυρη, γι’  αυτό και μεταστράφηκε στην πίστη του Χριστού, βαπτίσθηκε και έκαψε όλα τα μαγικά του βιβλία. Τέλος μάλιστα έγινε και επίσκοπος της Εκκλησίας. Κι αφού οδήγησε πολλούς στον χριστιανισμό, συνελήφθη μαζί με την Ιουστίνα από τον Κόμη της Δαμασκού, οπότε και υπέστησαν  σκληρά βασανιστήρια: ξέσθηκαν οι πλευρές τους, τους έβαλαν σε σιδερένιο τηγάνι, και στο τέλος, αφού τους έστειλαν στη Νικομήδεια, τους έκοψαν το κεφάλι».

Από το ναδίρ στο ζενίθ, από το έσχατο βάθος στο ανώτατο ύψος, θα ήταν ο τίτλος της ζωής του αγίου Κυπριανού, αν θα θέλαμε με μία φράση να τη χαρακτηρίσουμε, όπως μας καθοδηγεί προς τούτο και η εκκλησιαστική ακολουθία: «Κακίας τον πυθμένα τον κάτω κατείληφας∙ της ακροτάτης δε πάλιν αρετής ανήλθες, πάτερ, εις ύψος παραδόξως». Πάτερ, κατέλαβες τον πιο κάτω πυθμένα της κακίας, ενώ ανέβηκες πάλι κατά παράδοξο τρόπο στο ύψος της πιο υψηλής αρετής. Αιτία γι’  αυτό είναι ότι ο άγιος από την τρέλα και τη μανία της μαγείας, δηλαδή από την πλήρη υποταγή του στον πονηρό διάβολο, βρέθηκε να συγκατοικεί με τις υψηλότερες πνευματικές αγγελικές δυνάμεις. «Ανανήψας, θεοφάντορ, της πριν μανίας, δαιμονικήν απάτην και ψυχόλεθρον  πλάνην πάσαν εθριάμβευσας». Υπάρχει κάτι ανάλογο στη ζωή του με αυτό που βλέπουμε και στη ζωή του αγίου αποστόλου Παύλου: και εκείνος από διώκτης του χριστιανισμού που ήταν, και μάλιστα ο χειρότερος όλων, βρέθηκε να υπηρετεί τον Κύριο Ιησού, σε σημείο τέτοιο, ώστε να χαρακτηρίζεται ως ο μεγαλύτερος απόστολος. Γι’  αυτό και δεν είναι τυχαίο που η Εκκλησία μας χαρακτηρίζει τον άγιο Κυπριανό «συνόμιλον Παύλου και έργοις συμμέτοχον».

Χαρακτηρίζουμε τη μαγεία, την οποία υπηρετούσε ο άγιος Κυπριανός πριν να μεταστραφεί στην πίστη του Χριστού, ως τρέλα και μανία. Γιατί πώς αλλιώς να χαρακτηριστεί η αλλοίωση της φυσικής καταστάσεως του ανθρώπου, που αντί να βρίσκεται σε αρμονία σχέσεως με τον Θεό Δημιουργό, εκείνος όχι μόνον αρνείται τη σχέση αυτή, αλλά και την πολεμά, ευρισκόμενος ως στρατιώτης στο στρατόπεδο του αντιπάλου του Θεού, σατανά διαβόλου; Και το λέμε αυτό, διότι άλλο είναι να μη γνωρίζει κανείς τον Θεό και συνεπώς να πράττει εν αγνοία του όσα είναι αντίθετα προς το άγιο θέλημά Του – μολονότι ένας καλοπροαίρετος άνθρωπος, ακόμη και ειδωλολάτρης,  ακολουθώντας τον έστω και  ζοφωμένο νόμο της συνειδήσεώς του θα επιτελεί και καλές πράξεις, όπως για παράδειγμα ο εκατόνταρχος Κορνήλιος, που οι προσευχές και οι ελεημοσύνες του ανέβαιναν ως θυμίαμα ενώπιον του Θεού – και άλλο να έχει προσχωρήσει ενσυνείδητα στον Πονηρό, τα κελεύσματα του οποίου να υπηρετεί προς βλάβη των ανθρώπων.

Κι όμως! Ένας τέτοιος άνθρωπος, τόσο δέσμιος του διαβόλου, δεν χρειάστηκε παρά ένα μικρό κορίτσι, την αγία Ιουστίνα, για να μπορέσει να απεμπλακεί. Όχι χρησιμοποιώντας η νεαρή κόρη επιχειρήματα, όχι κάνοντας θαύματα, αλλά απλώς τηρώντας το άγιο θέλημα του Θεού. Και μόνον δηλαδή η υπακοή στο θέλημα του Θεού είναι ικανή να εκδιώξει τον διάβολο και να μεταστρέψει έναν υπηρέτη του σε απόστολο του Χριστού. Το συγκλονιστικότερο: εν αγνοία της ίδιας της Ιουστίνας. Η αγία, αγωνιζόμενη απλώς να κρατήσει την αγνότητά της, χωρίς να γνωρίζει τίποτε, διέλυε κάθε ιστό αράχνης που έπλεκε γι’  αυτήν ο διάβολος μέσω του οργάνου του. Κι αυτό που συνέβη τότε, συμβαίνει πάντοτε, όπως βεβαίως και σήμερα. Ο διάβολος ενώ φαίνεται πανίσχυρος, στην πραγματικότητα είναι εξαφανισμένος και κατηργημένος από τον Κύριο. Είναι γνωστό: μόνον όποιος του δίνει δικαιώματα τον βλέπει κατακτητή της ζωής του. Και δικαιώματα του δίνουμε, όταν αμαρτάνουμε και παρουσιαζόμαστε χαλαροί στην πνευματική μας ζωή. Τότε ναι, ο διάβολος μας κάνει υποχείρια και έρμαιά του. Οπότε εισπράττουμε και το ανάλογο τίμημα: τη θλίψη, τη μελαγχολία, το μίσος, την κόλαση από αυτή τη ζωή. Θυμίζει η περίπτωση το περιστατικό του Γεροντικού: τον άγιο ασκητή που πηγαίνοντας στο σπίτι ενός ανθρώπου, προκειμένου να πάρει το αντίτιμο για κάτι πανέρια που του είχε πουλήσει, ήλθε αντιμέτωπος με τη δαιμονισμένη κόρη του ανθρώπου. Και χωρίς να πει τίποτε ο ασκητής, χωρίς να κάνει κάποια προσευχή για να βγει το δαιμόνιο, εκείνο εξαφανίστηκε σαν να καιγόταν, γιατί ο ασκητής δεν αντέδρασε σε χαστούκι που του έδωσε η κοπέλα. Η μη αντίδρασή του, λόγω της υπακοής στον Κύριο: «μη αντιστήναι τω πονηρώ», έφερε ακριβώς το θαύμα˙ να βγει το δαιμόνιο.

Δυστυχώς, ο διάβολος υπάρχει και δρα όπου βρει. Κι ακόμη δυστυχέστερα, υπάρχουν ταλαίπωροι συνάνθρωποί μας που καταφεύγουν στη μαγεία, στα δίχτυα δηλαδή του εχθρού τους, για να βρουν «ίαση». Η μεγαλύτερη συμβολή μας για την υπέρβαση της τραγικότητας αυτής είναι η υπακοή μας στο θέλημα του Θεού. Όσο εμείς που έχουμε κάποια συναίσθηση της πίστεώς μας είμαστε συνεπείς προς αυτήν την πίστη μας, τόσο θα αγιάζουμε τον εαυτό μας, συνεπώς ο διάβολος θα συναντά ένα «κενό» απέναντί μας, αλλά και τόσο θα βοηθούμε, χωρίς ίσως να το καταλαβαίνουμε, και τους αμελείς συνανθρώπους μας.

30 Σεπτεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ (ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ)

 

«Εἶπεν ὁ Κύριος∙ Καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως... Πλήν ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» (Λουκ. 6, 31.36).

Τμήμα της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου Ιησού (Ματθ. 5-7) αποτελεί το ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής Β΄ Λουκά, η οποία κατά τον ευαγγελιστή Λουκά έγινε επί τόπου πεδινού. Μάλλον πρόκειται, όπως σημειώνουν πολλοί από τους ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης, περί δύο ομιλιών που έκανε ο Κύριος, δηλαδή την ίδια ομιλία που έκανε αρχικά σε πιο εκτεταμένη μορφή  πάνω σε βουνό, την ίδια πιο περιληπτικά έκανε για  δεύτερη φορά επί τόπου πεδινού, και αυτήν κατέγραψε ο Λουκάς. Η πρώτη φράση του αναγνώσματος μάλιστα «καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» χαρακτηρίστηκε ως «ο χρυσός κανόνας της χριστιανικής ηθικής», που σημαίνει ότι με αυτόν ρυθμίζονται έτσι οι ανθρώπινες σχέσεις, ώστε να μπορεί να φανερώνεται ο Θεός στη ζωή τους.

1. Θα πρέπει καταρχάς βεβαίως να θυμίσουμε ότι ο κανόνας αυτός στην αρνητική του διατύπωση ήταν κάτι που πρότεινε η Παλαιά Διαθήκη, απαντώμενος για πρώτη φορά στο βιβλίο του Τωβίτ με τη φράση «ὅ σύ μισεῖς, μηδενί ποιήσῃς», αυτό που εσύ μισείς, μην το κάνεις σε κανέναν άλλον. Εννοιολογικά και μορφολογικά συναντάμε τον αρνητικό  κανόνα αυτό και έξω από την ιουδαιοχριστιανική αποκάλυψη, σε διαφόρους φιλοσόφους και σε άλλες θρησκείες, όπως για παράδειγμα στον Κλεόβουλο τον Ρόδιο ή και τον Κομφούκιο.  Πρόκειται λοιπόν για έναν κανόνα που ρυθμίζει θετικά τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων και που βασίζεται στα καλά στοιχεία που υπάρχουν παγκόσμια και πανθρησκειακά στην ανθρώπινη ύπαρξη. Μην ξεχνάμε ότι η πτώση στην αμαρτία δεν επέφερε την καταστροφή του ανθρώπου, αλλά τη ζόφωση της εικόνας του Θεού μέσα του, όπως βεβαίως ο Λόγος του Θεού, άσαρκος μέχρι την ενανθρώπησή Του, φώτιζε τον άνθρωπο (π.χ. με τον σπερματικό λόγο που είπαν ορισμένοι Πατέρες), με σκοπό τη διαπαιδαγώγησή του προς μελλοντική αποδοχή Εκείνου.

2. Ο Κύριος δεν αρνείται τον κανόνα αυτό. Αντιθέτως. Τον αποδέχεται και τον επεκτείνει, ανάγοντάς τον όμως σε επίπεδο χαρισματικό, δηλαδή αντανάκλασης στον άνθρωπο του τρόπου υπάρξεως του ίδιου του Θεού. Θέλουμε να πούμε ότι σε πρώτη φάση ο Κύριος διατυπώνει τον ρυθμιστικό αυτόν κανόνα της μεταξύ των ανθρώπων συμπεριφοράς κατά τρόπο θετικό: «καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καί ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Και θέλει προσοχή. Ο Κύριος δεν λέει «ό,τι σας κάνουν οι άλλοι, αυτό να κάνετε κι εσείς σ’  αυτούς», διότι τούτο ίσχυε ως ο πυρήνας της ιουδαϊκής ηθικής, με το «ὀφθαλμόν ἀντί ὀφθαλμοῦ καί ὀδόντα ἀντί ὀδόντος». Μπορεί για την εποχή της Παλαιάς Διαθήκης να ήταν κανόνας υπέρβασης της άκρατης εκδίκησης, περιορίζοντάς την στην ίση ανταπόδοση, για την εποχή που έφερε όμως ο Ίδιος λειτουργούσε ως αμαρτία. Ο Κύριος λοιπόν λέει «καθώς θέλετε ἵνα ποιῶσιν οἱ ἄνθρωποι», ό,τι θα επιθυμούσαμε να μας κάνουν οι άλλοι να κάνουμε κι εμείς, όποια συμπεριφορά των άλλων απέναντί μας θα θέλαμε, την ίδια συμπεριφορά προς αυτούς πρέπει και να επιδεικνύουμε,  με άλλα λόγια: μην κοιτάμε, κατά τρόπο ιουδαϊκό, όπως είπαμε, το τι κάνει ο άλλος, ώστε η δράση μας να είναι αντίδραση, δηλαδή μία ανώριμη συμπεριφορά, αλλά να κοιτάμε τον βαθύτερο εαυτό μας, άρα μέτρο της αγάπης μας  προς τους άλλους να είναι η αγάπη μας στον ίδιο τον εαυτό μας. Έτσι,  ο κανόνας αυτός, θα λέγαμε,  ισοδυναμεί με την εντολή του Θεού «ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν», κάτι που φανερώνει τελικώς αφενός ότι ο εαυτός μας είναι «αξεπέραστος» από εμάς τους ίδιους – ο άνθρωπος κρίνει τα πάντα με βάση τον εαυτό του – αφετέρου ότι οι άνθρωποι μεταξύ μας είμαστε ίδιοι. Ο χρυσός αυτός κανόνας ανάγλυφα μας δείχνει την κοινότητα της ανθρώπινης φύσης, το πόσο η αυτογνωσία λειτουργεί ταυτόχρονα σ’ ένα μεγάλο ποσοστό και ως ετερογνωσία.

3. Τι συνήθως λοιπόν θέλουμε από τους άλλους, ώστε αυτό να προσφέρουμε και σ’  αυτούς; Έχουμε την εντύπωση ότι οι πιο καίριες επιθυμίες μας από πλευράς των άλλων, είναι η αποδοχή του προσώπου μας, ο σεβασμός της ελευθερίας μας, του χώρου και του χρόνου μας, η απονήρευτη και άδολη συμπεριφορά τους, η διακριτικότητά τους, μ’ ένα λόγο η αγάπη τους. Αυτό λοιπόν συνιστά, κατά τον κανόνα, και το μέτρο της αντίστοιχης δικής μας συμπεριφοράς: κι εμείς να αγαπούμε τον άλλον, να τον σεβόμαστε, να είμαστε διακριτικοί απέναντί του, να μην κάνουμε υπερβάσεις με καταστρατήγηση κυρίως της ελευθερίας τους. Πράγματι, χρυσός κανόνας, που στην εφαρμογή του η κοινωνία μας θα λειτουργούσε ως παράδεισος. Αλλ’  είπαμε: πρόκειται για κανόνα, που εκφράζει ό,τι καλύτερο είχε να πει το ανθρώπινο γένος, στηριγμένο στα καλά στοιχεία της ανθρώπινης φύσης. Το ερώτημα που τίθεται όμως είναι: με ποια δύναμη ο άνθρωπος θα μπορέσει να τον πραγματοποιήσει; Πώς αυτό που συνιστά ορθή νοητική σύλληψη, καλή κοινωνική διδασκαλία, μπορεί να γίνει πράξη; Με άλλα λόγια πώς θα ξεπεραστούν οι δεσμεύσεις του ανθρώπου στην αμαρτία και τα πάθη της, στον διάβολο και τα στοιχεία του κόσμου τούτου;

4. Ο Κύριος λοιπόν δίνει την απάντηση και είναι σαφής: η υπέρβαση των δεσμεύσεων του ανθρώπου, ώστε να μπορεί να τοποθετείται ορθά απέναντι στον συνάνθρωπό του είναι χαρισματική κατάσταση. «Καί εἰ ἀγαπᾶτε τούς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστίν;» Δεν μπορεί με άλλα λόγια ο άνθρωπος να ξεφύγει από τον εγωισμό των σχέσεών του, από ένα «δούναι και λαβείν»: δίνω γιατί παίρνω - ό,τι συνιστά, είπαμε, την ιουδαϊκή και την κατά κόσμον γενικώς ηθική – αν δεν ενισχυθεί από την ενέργεια του ίδιου του Θεού. Το να μπορώ να αγαπώ τον άλλον, χωρίς να περιμένω ανταπόδοση, να του συμπεριφέρομαι καλά, χωρίς η δράση μου αυτή να είναι αντίδραση, συνιστά υπέρ φύσιν κατάσταση, που προϋποθέτει την παρουσία του Χριστού και της χάρης Του στον κόσμο τούτο.

Συνεπώς ο Κύριος τονίζει την αξία του χρυσού κανόνα των ανθρωπίνων σχέσεων, αλλά μας προσανατολίζει στην ορθή και πραγματική εφαρμογή του: μόνον ο εν Χριστώ άνθρωπος, ο ενταγμένος στο Σώμα Του, την αγία Εκκλησία, που έχει γίνει μέλος Του και λειτουργεί σ’ αυτόν η χάρη και η δύναμή Του, αυτός και μόνον μπορεί να στέκεται με τρόπο αγαπητικό και διακριτικό απέναντι στον κάθε συνάνθρωπό του, προεκτείνοντας έτσι τη στάση του ίδιου του Χριστού και του Θεού Πατέρα σε όλον τον κόσμο. «Γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθώς καί ὁ Πατήρ ἡμῶν ὁ  οὐράνιος οἰκτίρμων ἐστίν». Κι επειδή ο Θεός Πατέρας και ο Κύριος Ιησούς Χριστός αγαπά τον κόσμο χωρίς διακρίσεις – «Αὐτός (ο Θεός) χρηστός ἐστιν ἐπί τούς ἀχαρίστους καί πονηρούς» - γι’  αυτό και ο χριστιανός αντιστοίχως  μπορεί πια να αγαπά τους πάντες, ακόμη και τους εχθρούς του, χωρίς να προβληματίζεται για το αν εκείνοι θα του ανταποδώσουν τα ίσα. «Πλήν ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν καί ἀγαθοποιεῖτε καί δανείζετε, μηδέν ἀπελπίζοντες».  Ο χριστιανός δηλαδή ζει και κινείται σε υπέρ τα κοσμικά και πεσμένα στην αμαρτία ανθρώπινα επίπεδα. Η έγνοια και η μέριμνά του είναι να αρέσει στον Θεό, Εκείνου το άγιο θέλημα να διακρατεί, προκειμένου να Τον έχει ζωντανό μέσα στην ύπαρξή του. Κι ένας τρόπος υπάρχει, όπως είπαμε, γι’ αυτό: να ζει σαν τον Θεό, έχοντας και αυξάνοντας τη δύναμη Εκείνου.

Το πρόβλημα στην ανθρωπότητα από ό,τι φαίνεται δεν είναι η έλλειψη καλών λόγων, σπουδαίων κοινωνικών ιδεών, «παραδείσιων» οραματισμών. Αυτά πράγματι υπήρξαν και υπάρχουν και θα υπάρχουν στον κόσμο μας. Και οι φιλοσοφίες και οι θρησκείες, ωραία πράγματα είπαν και λένε. Με πολλή πλάνη και ψεύδος αναμειγμένα τα ωραία τους αυτά, αλλά και πράγματι ωραία. Το πρόβλημα όμως είναι το πώς θα εφαρμοστούν τα ωραία αυτά. Για τη χριστιανική πίστη μας, η λύση είναι μόνον ο Κύριος. Αν ο άνθρωπος δεν Τον αποδεχτεί όπως αποκαλύφθηκε, αν δεν γίνει μέλος Του με άλλα λόγια, προκειμένου να ενισχύεται από την αγία χάρη Του, πάντοτε θα πελαγοδρομεί στην αντίφαση μεταξύ ίσως καλών λόγων και δαιμονικού τρόπου ζωής. Διότι «οὔκ ἐστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία». Ας παρακαλούμε τον Κύριο αφενός να φωτίζει τους ανθρώπους που Τον αγνοούν, προκειμένου να Τον γνωρίσουν, αφετέρου να ενισχύει τη θέληση ημών των θεωρουμένων χριστιανών, ώστε να κάνουμε πράξη αυτά που ήδη μας έχει δώσει και που τις περισσότερες φορές τα αφήνουμε για αργότερα. Δηλαδή να αγαπάμε τον συνάνθρωπό μας, ανεξάρτητα από τη στάση εκείνων.  Αλλά το αργότερα σημαίνει συνήθως ποτέ.