08 Νοεμβρίου 2023

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΓΑΒΡΙΗΛ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΟΙΠΩΝ ΑΣΩΜΑΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

 

«Ο Μιχαήλ ο διαπρεπέστατος Ταξίαρχος των ασωμάτων Δυνάμεων, και κατά την Παλαιά Διαθήκη και κατά την Καινή της χάριτος, έδειξε και δείχνει  τις πολλές χάριτες και ευεργεσίες του στο ανθρώπινο γένος. Όταν λοιπόν ο αντίπαλος και εχθρός της σωτηρίας μας επαναστάτησε κατά του Δημιουργού και φέρεται να είπε το πρωτοφανές «Θα βάλω τον θρόνο μου πάνω από τις νεφέλες» και καυχήθηκε με το «θα γίνω όμοιος με τον Ύψιστο», τότε ξέπεσε από το αρχαγγελικό αξίωμα,  όπως λέει ο Κύριος «Έβλεπα, λέει, τον σατανά να έχει πέσει από τον ουρανό σαν αστραπή», όπως τα ίδια με αυτόν  έπαθε, λόγω της αλαζονείας του,  και το υπό αυτόν τάγμα αγγέλων. Αυτός λοιπόν ο πανσέβαστος, φυλάσσοντας σαν πιστός δούλος την ευγνωμοσύνη του προς τον Κύριο,  και δείχνοντας την πολλή φροντίδα του για το δικό μας ανθρώπινο γένος, τάχθηκε από τον Παντοκράτορα να είναι ο πρώτος των νοερών και Αρχαγγελικών τάξεων. Διότι όταν είδε τον αποστάτη να έχει πέσει, μάζεψε τους χορούς των Αγγέλων και αφού είπε «Πρόσχωμεν», ας προσέξουμε, ύμνησε με δυνατή φωνή τον Κύριο των όλων, σαν να έλεγε: Ας προσέξουμε εμείς που είμαστε κτιστοί τι πάθανε αυτοί που μέχρι τώρα ήταν φως μαζί με εμάς και τώρα γίνανε σκοτάδι. Αυτή η συγκρότηση λοιπόν ονομάστηκε Σύναξις των Αγγέλων, δηλαδή προσοχή και ομόνοια και ένωση. Αυτός λοιπόν ο μέγας προστάτης και ευεργέτης της σωτηρίας μας, κάνοντας διαρκώς και περισσότερες και πιο εκτεταμένες σωτηριώδεις ευεργεσίες προς όλους, φαίνεται να εμφανίζεται σε πολλούς. Φάνηκε δηλαδή στον Αβραάμ και τον Λώτ κατά την καταστροφή των Σοδόμων. Φάνηκε στον Ιακώβ, όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από τον αδελφό του. Προπορευόταν του λαού των Ισραηλιτών, όταν λυτρώνονταν και ελευθερώνονταν από τη σκληρή δουλεία των Αιγυπτίων. Φάνηκε στον Βαλαάμ που πήγαινε να καταρασθεί τον Ισραήλ. Προς τον Ιησού του Ναυή που ζητούσε να μάθει είπε: «Εγώ είμαι ο αρχιστράτηγος του Κυρίου, μόλις έφτασα». Αυτός και τους ποταμούς που αφέθηκαν ελεύθεροι από τους δυσσεβείς κατά του αγιάσματος και του προσκυνήματος, τους οδήγησε αλλού, κάνοντας άνοιγμα στη γη. Κι είναι πολλά άλλα ακόμη στη θεόπνευστη Γραφή που ιστορούνται γι’  αυτόν. Για τον λόγο αυτό ακριβώς και εμείς, προβάλλοντάς τον προστάτη και φύλακα της ζωής μας, εορτάζουμε την πάνσεπτη τώρα πανήγυρή του, εκζητώντας με τις προστασίες και τις πρεσβείες του και κατά τον παρόντα αιώνα να βρούμε απολύτρωση από τις δυσχέρειες, και κατά τον μέλλοντα να καταξιωθούμε της επουράνιας χάρης και τάξης. Αμήν».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, με δυνατή πίστη και γνώση  όλης της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, μας ανοίγει τα μάτια να δούμε νοερώς τον πνευματικό κόσμο των αγγέλων και αρχαγγέλων, όπως και των λοιπών επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Να δούμε δηλαδή εκείνη τη δημιουργία του Θεού, η οποία προηγήθηκε της υπόλοιπης κτιστής δημιουργίας και του ανθρώπου, δημιουργία τέτοια που βρίσκεται σε απόλυτη υπακοή προς το θέλημα του Θεού και σε διαρκή δοξολογία του αγίου ονόματός Του.   Κατεξοχήν όμως τονίζει τη θέση και το έργο των αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Και για μεν τον Μιχαήλ προβάλλει τον τριπλό χαρακτηρισμό, όπως κάνει άλλωστε σε κάθε αναφορά σ’ αυτόν, όπως στο γνωστό εν Χώναις θαύμα του, του παραστάτη, του πρωτοστάτη και του προστάτη, δηλαδή ότι ο άγιος Μιχαήλ είναι «παραστάτης της Τρισηλίου θεότητος φαιδρότατος», «πρωτοστάτης των ταξιαρχιών των αγγέλων», και βεβαίως «ημέτερος προστάτης», «καθ’  εκάστην μεθ’  ημών πορευόμενος και φυλάττων τους πάντας εκ πάσης του διαβόλου περιστάσεως». Για δε τον άγιο Γαβριήλ υπενθυμίζει ότι ήταν εκείνος ο οποίος «ανεκάλυψεν ημίν θείον και μέγα όντως μυστήριον»: «να σωματούται ο ασώματος Θεός εν μήτρα Παρθενική και να γίνεται άνθρωπος εις το σώσαι τον άνθρωπον», και πριν ακόμη από αυτό «να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της γεννήσεως τέκνου στον Ζαχαρία τον ιερέα», ώστε «να γεννηθεί η φωνή του Λόγου, ο Ιωάννης».

Ο σκοπός όμως της εορτής της συνάξεως των αγγελικών δυνάμεων, κατά τον άγιο υμνογράφο, δεν είναι μόνον η γνώση του πνευματικού αυτού κόσμου και η έκφραση ευγνωμοσύνης μας για τις πολλές και ποικίλες ευεργεσίες τους απέναντι στο ανθρώπινο γένος. Το προέχον γι’  αυτόν είναι εκείνη η δική μας πρακτική, η οποία όντως τους ευχαριστεί και η οποία δεν είναι άλλη από τη μετάνοιά μας: να φύγουμε από την αμαρτία και να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Διότι «την ημών σωτηρίαν αδιαλείπτως πρεσβεύουσιν και τη μετανοία συγχαίρουσι». Για τη σωτηρία μας πρεσβεύουν πάντοτε στον Θεό και χαίρονται για τη μετάνοιά μας. Από την άποψη αυτή, ο κύριος σκοπός της εορτής τους είναι η πρόκληση της βουλήσεώς μας να τους μιμηθούμε: να ζούμε και εμείς, όσο είναι δυνατόν,  ως άγιοι στον κόσμο, νεκρώνοντας μέσα μας κάθε αμαρτωλή κίνηση. «Οι επί γης μιμησώμεθα ως εφικτόν τούτων την αγιότητα, νεκρούντες πάντα τα μέλη τα της σαρκός». Κι όπως το λέει κι αλλιώς ο ποιητής: «Των αγγέλων ζηλώσωμεν τον βίον, και τας φρένας πτερώσωμεν εις ύψος, και συν αυτοίς αϋλως αναμέλψωμεν, Κύριον υμνούντες και υπερυψούντες εις πάντας τους αιώνας». Δηλαδή: Ας ζηλέψουμε τον βίο των αγγέλων, και ας δώσουμε φτερά στο νου μας να φτάσουμε ψηλά, ώστε μαζί με αυτούς να υμνήσουμε με άυλο τρόπο τον Κύριο, υμνολογώντας Τον και υπερυψώνοντάς Τον εις πάντας τους αιώνας.

06 Νοεμβρίου 2023

ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ… ΒΑΤΡΑΧΟ!

«Μερικές φορές καθώς αντλούσαμε νερό από τις πηγές, αντλήσαμε μαζί με αυτό, χωρίς να το καταλάβουμε, και έναν βάτραχο. Παρόμοια πολλές φορές, καθώς καλλιεργούμε τις αρετές, υπηρετούμε και τις κακίες που χωρίς να φαίνονται είναι συμπεπλεγμένες μαζί τους» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κστ΄ 37).

Ο άγιος Ιωάννης μάς προσγειώνει στην πραγματικότητα: Την ώρα  που ασκούμε μία αρετή, ή που πιστεύουμε ότι την έχουμε κατακτήσει, την ίδια ώρα έχουμε εισπράξει και τον αρνητικό συνοδό της! Κι ας δούμε  την πονηριά του συνοδού! Ενώ είναι «κολλημένος» με την αγαθή κυρία της, ο ίδιος είναι αφανής. Ο άγιος γίνεται σαφής: «με την αρετή της φιλοξενίας συμπλέκεται και η γαστριμαργία∙ με την αγάπη η πορνική διάθεση∙ με την πραότητα  η υπουλότητα και η οκνηρία∙ με τη σιωπή η διδασκαλική υπεροψία∙… με την ταπεινοφροσύνη η παρρησία. Και σ’ όλα αυτά μέσα, το δηλητήριο της κενοδοξίας»!

Δεν φταίει ασφαλώς η ίδια η αρετή! Η αρετή από τη φύση της είναι αγαθή και καλή. Χριστιανικά μάλιστα θεωρούμενη αποτελεί καρπό του Αγίου Πνεύματος. Το πρόβλημα βρίσκεται μέσα μας: στη χαλασμένη φύση μας∙ στις επιρροές της αμαρτίας, η οποία αν και καταργημένη λόγω της σταυρικής θυσίας του Κυρίου μας και του αγίου βαπτίσματός μας, εξακολουθεί να μας ταλανίζει, γιατί πολύ συχνά είμαστε αμελείς και ξεχνάμε τη χάρη που μας δόθηκε. Οπότε, μια και δεν βρισκόμαστε στο ύψος του χαρίσματος να λειτουργούμε απολύτως ως μέλη Χριστού, η στρεβλή διάθεσή μας χαλάει και την… αρετή. Καλύτερα, αφήνει χώρο στην κακία να αμαυρώνει την έκπαγλη ομορφιά της!

Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν επισημάνει την πραγματικότητα αυτή, χωρίς όμως να υποψιαστούν αυτό που θα επακολουθούσε: τη δυνατότητα υπέρβασης της τραγικότητας του ανθρώπου λόγω του ερχομού του ενανθρωπήσαντος Θεού μας! Και τι έλεγαν; «Ουδέν καλόν αμιγές κακού». Όπως και το αντίστροφο. Δηλαδή τίποτε δεν υπάρχει απολύτως καλό, όπως η αρετή για παράδειγμα, χωρίς τη μίξη του με το κακό. Το καλό συνοδεύεται πάντοτε και με το κακό!

Αλλά είμαστε μετά Χριστόν! Που σημαίνει ότι με τη χάρη Του μέσα στο σώμα Του, την Εκκλησία, μπορεί κανείς να κάνει την υπέρβαση: να καλλιεργεί δηλαδή τις αρετές, χωρίς όμως να υπηρετεί και την «παρέα» τους, τις κακίες. Πώς; Ζώντας διαρκώς με νήψη και επαγρύπνηση: ο νους ως άγρυπνος φρουρός να ελέγχει τους όποιους λογισμούς και τις όποιες διαθέσεις της ψυχής. Και κυρίως με ταπείνωση. Γιατί τότε αναλαμβάνει δράση η χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί ως προστατευτικό δίχτυ και συλλαμβάνει κάθε… βατράχι. Γιατί λένε οι άγιοί μας ότι στην περίπτωση αυτή ο χριστιανός έχει γίνει «όλος μάτια».

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΠΑΥΛΟΣ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«῾Ο Παῦλος ὁ μέγας ὁμολογητής καταγόταν ἀπό τή Θεσσαλονίκη κι ἔγινε νοτάριος καί γραμματέας τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τοῦ ἁγιωτάτου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, καί διάκονος τῆς ῾Αγίας αὐτῆς ᾽Εκκλησίας. Αὐτόν λοιπόν οἱ ὀρθόδοξοι, μετά τήν τελευτή τοῦ ᾽Αλεξάνδρου, τόν προχείρισαν σέ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. ῾Ο Κωνστάντιος ὅμως ὁ βασιλιάς, ἐπειδή ἦταν ὀπαδός τῆς αἵρεσης τοῦ ᾽Αρείου, ὅταν ἐπέστρεψε ἀπό τήν ᾽Αντιόχεια, τόν ἔβγαλε ἀπό τόν θρόνο καί στή θέση του ἔβαλε τόν Εὐσέβιο, ἐπίσκοπο τῆς Νικομηδείας. ῾Ο Παῦλος τότε πῆγε στή Ρώμη, ὅπου βρῆκε τόν μέγα ᾽Αθανάσιο καταβιβασμένο καί αὐτόν ἀπό τόν θρόνο του ἀπό τόν Κωνστάντιο. Μέ γράμματα λοιπόν τοῦ βασιλιά Κώνσταντος ἐπανέρχονται καί οἱ δύο στούς θρόνους τους, ἀλλά καί πάλι ἐκβάλλονται ἀπό τόν Κωνστάντιο μέ τή συμβουλή τῶν ᾽Αρειανῶν. Τότε ὁ Κώνστας γράφει πρός τόν ἀδελφό του Κωνστάντιο ὅτι ῾ἄν τυχόν δέν ξαναπάρουν τούς θρόνους τους, θά ἔλθω μέ στρατιωτική δύναμη ἐναντίον σου᾽. Πῆρε λοιπόν τόν θρόνο ὁ θεϊκός Παῦλος γιά λίγο, ἀλλά μετά τόν θάνατο τοῦ Κώνσταντος ἐξορίζεται στήν Κουκουσό τῆς ᾽Αρμενίας κι ἐκεῖ ἀφοῦ κλείστηκε σέ ἕνα μικρό οἴκημα ὅπου καί λειτουργοῦσε, ἀποπνίγηκε ἀπό τούς ᾽Αρειανούς μαζί μέ τό ὠμοφόρι του, κι ἔτσι παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο”.

Μπορεῖ νά μήν εἶναι πολύ γνωστός σήμερα στό πλήρωμα τῆς ᾽Εκκλησίας ὁ ἅγιος Παῦλος ὁ ὁμολογητής, ὅμως ἡ ἁγιότητά του καί οἱ ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως προβάλλονται ἀρκούντως ἀπό τήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας, δεδομένου ὅτι στήν ἐποχή που ἔζησε (4ος μ.Χ. αἰ.) ἦταν ἀπό ἐκείνους πού στήριξαν τήν ὀρθοδοξία ἀπέναντι στή λαίλαπα τῶν αἱρέσεων τοῦ ἀρειανισμοῦ πού ὑποβίβαζε σέ κτίσμα τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ καί τῶν ὀπαδῶν τοῦ αἱρεσιάρχου Μακεδονίου πού ἀρνοῦνταν τή θεότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. ῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος Θεοφάνης ἐπανειλημμένως τονίζει τούς ἀντιαιρετικούς τους ἀγῶνες, ἐξαιτίας τῶν ὁποίων μάλιστα ἔχασε καί τόν ἀρχιερατικό του θρόνο, σύρθηκε στήν ἐξορία, ἔχασε τέλος καί τήν ἴδια τή ζωή του. «Τόν ἄθεο ῎Αρειο καί τόν δυσεβή Μακεδόνιο τούς ἔπνιξες μέ τά στέρεα νεῦρα τῶν δογμάτων σου» (στιχηρό εσπερινοῦ). ῾Η δύναμη τῶν λόγων του  γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη ἦταν τέτοια, ὥστε ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής τόν παραλληλίζει μέ τόν Δαυΐδ πού μέ τή σφενδόνα του νίκησε κι αὐτόν τόν γίγαντα Γολιάθ. «Την ἀθεΐα τοῦ ᾽Αρείου καί τή βλασφημία τοῦ Μακεδονίου ἀφοῦ τά ἐκσφενδόνισες μακριά μέ τήν ἔκθεση τῶν θεοπνεύστων σου δογμάτων καί διδαγμάτων, ὅπως ὁ Δαυΐδ παλαιά τόν ἀλλόφυλο Γολιάθ, αὐτούς τούς αἱρετικούς τούς ἀπαγχόνισες καί τούς κατεδίκασες μέ δύναμη» (ωδή ε´).

Πῶς δικαιολογεῖται ὁ μεγάλος ἀγώνας του κατά τῶν αἱρετικῶν καί ὑπέρ τῆς πίστεως; ῎Οχι μία φορά ὁ ὑμνογράφος μας, ὅπως εἴδαμε καί παραπάνω, σημειώνει: ῾Η αἵρεση ἀποτελεῖ ἀθεΐα καί βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ, ἄνοια καί ἀφροσύνη, κι ἀκόμη: σαπίλα πού μπορεῖ νά μολύνει τόν κόσμο ὅλο. Συνεπῶς ὁ ἀγώνας του εἶναι ὑπέρ τῆς ἀληθείας τῆς ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ, σάν τόν ἀγώνα νά μή χάσουμε τό φάρμακο, προκειμένου νά διακρατηθεῖ ἡ ὑγεία τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου (ωδές ε΄ και ς΄). ῎Ετσι ἡ αἵρεση δέν εἶναι ἁπλῶς μία ἄλλη γνώμη πού μποροῦμε ἀπροβλημάτιστα νά τήν ἐντάξουμε στήν ᾽Εκκλησία, ἀλλά συνιστᾶ τήν πλήρη ἀλλοίωση τῆς ᾽Εκκλησίας, τή διαστροφή τῆς πίστεως στόν Χριστό, συνεπῶς τήν ἀπώλεια τῆς ἴδιας τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.

῎Εχει πολύ μεγάλη σημασία ὅμως αὐτό πού σημειώνει ὁ ὑμνογράφος Θεοφάνης: ὁ ἅγιος Παῦλος – καί μαζί μέ αὐτόν βεβαίως ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες - πολέμησε τήν αἵρεση ὄχι μέ τρόπο ἀρνητικό, ἀλλά μέ τρόπο θετικό. Πῶς; ᾽Εκθέτοντας τά ὀρθά δόγματα καί φανερώνοντας ἔτσι τήν πλάνη τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν. Μέ ἄλλα λόγια μπροστά στό φῶς τῆς ἀλήθειας  ἀποκαλύπτεται καί ἐξαφανίζεται τό σκοτάδι τῆς πλάνης. Κι αὐτή ἡ φανέρωση τῆς ἀλήθειας βλέπουμε ὅτι δέν γίνεται μόνον μέ τό στόμα καί τά χείλη, ἀλλά πρῶτα καί κύρια μέ τήν καθαρότητα τοῦ νοῦ και τόν ἔνθεο ζῆλο. «Μέ τό στόμα καί μέ τή γλώσσα καί μέ τήν καρδιά κήρυξες τόν Χριστόν, Παῦλε» (ωδή γ´). Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως μέ τό στόμα προϋποθέτει τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς ἀπό τά πάθη, ὥστε αὐτό πού ὁμολογεῖται νά ἀποτελεῖ τελικῶς καρπό τοῦ φωτός τοῦ ἁγίου Πνεύματος (ωδή ε´).  

Εἶναι εὐνόητο βεβαίως ὅτι ἕνας μεγαλοφυής ποιητής τῆς ἐμβέλειας τοῦ ἁγίου Θεοφάνη δέν θά ἄφηνε ἀσχολίαστο τό γεγονός τῆς ὁμωνυμίας τοῦ ἁγίου Παύλου τοῦ ὁμολογητοῦ μέ τόν μέγιστο ἀπόστολο Παῦλο. ᾽Ακριβῶς γιά νά τονίσει τό μέγεθος καί τήν πνευματική ἀξία τοῦ σήμερα ἑορταζομένου ἁγίου. ῾Η παράθεση τοῦ τροπαρίου εἶναι ἐντελῶς ἐνδεικτική: «Ὁ θεσπέσιος ἀπόστολος Παῦλος ἐσένα πού ἔχεις τό ἴδιο ὄνομα μέ αὐτόν καί κοσμεῖσαι, παμμάκαρ, μέ τούς ἴδιους τρόπους ζωῆς καί ὡς πρός τή θεοσέβεια καί τήν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καί ὡς πρός τήν καρτερία τῶν περιστάσεων, καί φλέγεσαι ἀπό τόν ζῆλο τῆς ὀρθοδοξίας, ὑπέρμαχε, ἐσένα λοιπόν σέ ὁρίζει μιμητή του. Μαζί του τώρα εἶσαι δοξασμένος στά οὐράνια σκηνώματα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἐκεῖνο πού κατεξοχήν δείχνει τήν παραλληλία ζωῆς τῶν δύο Παύλων γιά τόν ὑμνογράφο εἶναι τό γεγονός ὅτι ῾ἔμαθαν᾽ τόν Θεό, Τόν γνώρισαν ὄχι ἀπό βιβλία ἤ ἁπλά ἀκούσματα, ἀλλά γιατί ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὑπῆρξε ἡ πηγή τῆς γνώσης τους. «῎Εσκυψες στά βάθη τοῦ Πνεύματος, γιατί ἔζησες στή γῆ σάν νά μήν εἶχες σάρκα. Κι ἀπό κεῖ ἄντλησες τόν πλοῦτο τῆς θείας γνώσης καί πρόσφερες σάν πηγή στούς ἀνθρώπους τήν ὀρθοδοξία μέ τίς διδασκαλίες σου, ὅσιε Πατέρα» (Δοξαστικό ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου).

04 Νοεμβρίου 2023

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ (ΚΑΡΣΛΙΔΗΣ)

 

«Ὁ Γεώργιος, ὁ γεωργός τῆς ἀρετῆς καί σύνοικος τῆς σοφίας, τό εὔχρηστο σκεῦος τοῦ παντοδύναμου Παρακλήτου Πνεύματος καί ἡ ἀκένωτη βρύση  τῶν ἰαμάτων, ἀφοῦ ἀκολούθησε κατά τά νεώτερα χρόνια τά βήματα τῶν παλαιῶν λαμπρῶν ὁσίων πατέρων, ἔγινε στύλος καί εἰκόνα γι’ αὐτούς πού θέλουν νά ζοῦν μέ εὐσέβεια».

Ὁ καλός καί γνωστός ὑμνογράφος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, καί κατά ἀκρίβεια τυπική «Μέγας ὑμνογράφος τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας», δρ. Χαράλαμπος Μπούσιας, ὁ ὁποῖος συνέγραψε καί τήν ἀκολουθία τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Γεωργίου Καρσλίδου τοῦ ὁμολογητοῦ, μέ τά παραπάνω σύντομα λόγια στό συναξάρι τῆς ἀκολουθίας του συνοψίζει τά κύρια στοιχεῖα τῆς κατά Χριστόν πολιτείας τοῦ ὁσίου: ὁ ὅσιος ὑπῆρξε ἄνθρωπος τῆς ἀρετῆς καί τῆς σοφίας, ὑπῆρξε κατοικητήριο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ ἀποτέλεσμα νά γίνει ὁ ἴδιος ὅπως ἀσφαλῶς καί τά χαριτόβρυτα λείψανά του βρύση τῶν ἰαμάτων γιά κάθε ἀσθένεια τῶν πιστῶν ἀνθρώπων πού πρόστρεχαν καί προστρέχουν σ’ αὐτόν. Αἰτία τῶν ὑπερφυῶν αὐτῶν καταστάσεων ἦταν τό γεγονός ὅτι προσπάθησε στή ζωή του νά ἀκολουθήσει τά χνάρια τῶν παλαιῶν μεγάλων ὁσίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό κι ἐκεῖνος μαζί μέ τούς μεγάλους ὁσίους ἔγινε στήριγμα καί πρότυπο γιά ὅλους τούς πιστούς χριστιανούς.

Μέ ἔμπνευση, γνώση κι ἐπιστήμη ὁ ὑμνογράφος μας ἀναπτύσσει μέ τή δοσμένη ἀπό τόν Θεό χάρη πού ἔχει ὅλες τίς διαστάσεις αὐτές τῆς ζωῆς τοῦ ὁσίου Γεωργίου. Ἐπανειλημμένως ἐπισημαίνει καταρχάς ὅτι ὁ ὅσιος ὑπῆρξε ἄνθρωπος στόν ὁποῖο εἶχαν κατοικήσει ὅλες οἱ ἀρετές τοῦ Θεοῦ: ἤδη γιά παράδειγμα στό ἀπολυτίκιό του μᾶς ἀναφέρει ὅτι ἦταν «τοῦ χαροποιοῦ πένθους μύστης καί καθρέπτης τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, τῆς ταπείνωσης καί τῆς πνευματικῆς ἐγρήγορσης»· ἦταν «αὐτός πού ἀναλώθηκε μέ τήν ἀγάπη καί τή συμπάθειά του πρός κάθε συνάνθρωπο, καθοδηγώντας ἀπλανῶς τόν λαό τοῦ Θεοῦ» (ἰδιόμελο τοῦ ὄρθρου)· ἦταν ὁ ἐγκρατέστατος ἄνθρωπος πού «ζοῦσε μέ σκληραγωγία τῆς σάρκας του καί μέ ἀσιτία» (ὠδή γ΄)· αὐτός πού «ἔτρεχε πρῶτος στήν ἐλεημοσύνη, δείχνοντας ὅτι εἶναι τό φῶς τῆς ἀγάπης» (ὠδή δ΄)· αὐτός πού ὑπῆρξε «ἡ βάση τῆς σωφροσύνης καί ἡ λάμψη τῆς ἀγαθωσύνης» (οἶκος κοντακίου). Μ’ ἕνα λόγο ὑπῆρξε ἄνθρωπος πού «στό πρόσωπό του οἱ χριστιανοί τῶν νεώτερων χρόνων ἔβλεπαν τά κατορθώματα τῶν ὁσιώτατων ἀσκητῶν τῆς ἐρήμου τῆς Παλαιστίνης καί τῆς Αἰγύπτου» (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ), έβλεπαν δηλαδή ἕναν  ἄλλον Ἀντώνιο, ἄλλον Εὐθύμιο, ἄλλον Μακάριο, καί πού τελικῶς «μέ τήν ἄσκησή του ἔφθασε ὡς ἄσαρκος μέχρι τούς ἀγγέλους καθώς ἀνέβηκε τήν κλίμακα ὅλων τῶν ἀρετῶν» (ὠδή ε΄).

Κι ἐπισημαίνει βεβαίως ὁ καλός καί πιστός ὑμνογράφος ὅτι ὅλες αὐτές οἱ ἀρετές δέν ὑπῆρξαν ἕνα κατόρθωμα τοῦ ἁγίου, βασισμένου στίς δικές του δυνάμεις, ὥστε ἡ καύχηση νά εἶναι γι’ αὐτόν.  Ἦταν ἡ παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος μέσα στήν ὕπαρξή του, πού ἔκανε τόν ἅγιο, «καθώς ἀγάπησε ἀπό μικρό παιδί τόν Χριστό καί κατηύθυνε πρός Αὐτόν ὅλη τήν ἔφεση τῆς ψυχῆς του» (αἶνοι),  νά φανερώνεται ἀπό ὅπου πέρασε – εἴτε τήν Ἀργυρούπολη τοῦ Πόντου εἴτε τή χώρα τῆς Γεωργίας εἴτε τήν πόλη τῆς Δράμας καί τό ἱδρυθέν ἀπό αὐτόν μοναστήρι τῆς Ἀναλήψεως - μέ τόσο θεοχαρίτωτο τρόπο. Γι’ αὐτό καί ἡ ὅποια ἀρετή του ἦταν στερεωμένη στό θεμέλιο ὅλων τῶν ἀρετῶν πού δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν ταπείνωση, γιατί εἶναι ἡ μόνη πού ἑλκύει ὡς μαγνήτης κυριολεκτικά τή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. «Ταπεινοῖς ὁ Θεός δίδωσι χάριν». Καί παίρνει ἀφορμή ὁ ἐνημερωμένος ὑμνογράφος μας ἀπό «τόν ταπεινόν ἀσκητήν» (στιχηρό ἑσπερινοῦ), γιά νά διεισδύσει λίγο στήν ψυχή του πάνω στήν ὑψοποιό αὐτήν ἀρετή. Καί μᾶς καθοδηγεῖ καί μᾶς συγκινεῖ, λέγοντάς μας ὅτι ἡ ταπείνωσή του αὐτή ἦταν ὁ καρπός μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τῆς ἀσκητικῆς του προσπάθειας «νά κρατάει τόν νοῦ του στόν Ἅδη, χωρίς ὅμως νά ὁδηγεῖται σέ ἀπόγνωση, γι’ αὐτό καί νά ἀξιώνεται τῆς ἀπόλαυσης τοῦ Θαβωρίου φωτός» (λιτή). Τί κάνει ὁ ὑμνογράφος; Μέ φωτισμό προφανῶς Θεοῦ, «δανείζεται» τήν ἐκφρασμένη διά γραφίδος ἁγίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἄθω καί ὁσίου Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ ἐμπειρία τοῦ ἰδίου ἁγίου Σιλουανοῦ, γιά νά πεῖ ὅ,τι ἐκεῖνος εἶχε δεῖ ὡς ἐνέργεια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ στόν ἑαυτό του. Αὐτό δηλαδή πού ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν ἴδιο τόν Κύριο στόν ἅγιο Σιλουανό, σύγχρονο σχεδόν τοῦ τιμωμένου ἁγίου μας,  προκειμένου νά μένει στήν ταπείνωση, συνεπῶς καί στή χάρη τοῦ Θεοῦ, «κράτει τόν νοῦν σου εἰς τόν ἅδη καί μή ἀπελπίζου», τό ἴδιο ἀποδίδει ὁ ὑμνογράφος καί στόν ἅγιο Γεώργιο Καρσλίδη. Κι ἔχει δίκιο: γιατί ὁ πνευματικός ἀγώνας, παρ’ ὅλες ἴσως τίς διακλαδώσεις του, εἶναι κοινός σέ ὅλους τούς ἁγίους.

Ὁ ἅγιος Γεώργιος ὑψώνεται λοιπόν κι αὐτός σέ οἰκουμενικό πρότυπο γιά ὅλους τούς πιστούς, προσφέροντας σ’ αὐτούς τή χάρη τῶν ἰάσεων καί τή λύση τῶν ποικίλων προβλημάτων τοῦ βίου τους. Γιατί ἀκριβῶς ἔγινε κι αὐτός «σκεῦος ἐκλογῆς», σάν ὅλους τούς Πατέρες καί ὁσίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί μέσα ἀπό αὐτόν διακρίνουμε καθαρά τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, τήν παρουσία τῆς χάρης Του. Κι ἕνα στοιχεῖο πού ἐπιβεβαιώνει μέ περίτρανο τρόπο τήν ἀλήθεια αὐτή εἶναι καί τό ὅτι ὁ ἅγιος Γεώργιος πέρασε ἀπό πολύ μικρός πάρα πολλούς κόπους, κινδύνους, φυλακίσεις, μέ ἀποτέλεσμα τήν σχεδόν ὁλοκληρωτική του ἐξάντληση. Μέχρι θανάτου κινδύνεψε ὁ ὅσιος, χωρίς ὅμως οὐδ’ ἐπί στιγμήν νά καμφθεῖ τό ἀνδρειότατο φρόνημά του. Σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο, οἱ πόνοι τοῦ σώματός του καί τό εὔθραστο τῆς ὑγείας του συνοδεύονταν ἀπό μία καρδιά γεμάτη ἀπό χάρη Θεοῦ, συνεπῶς ἀπό πνευματική ὑγεία. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ἦταν αὐτός πού ὅταν παρεκάλεσε τόν Κύριο νά ἄρει ἀπό αὐτόν τόν «σκόλοπα τῆ σαρκί», Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε ὅτι «σοῦ ἀρκεῖ ἡ χάρη Μου», ὁπότε κατάλαβε ὁ ἀπόστολος ὅτι «ὅταν ἀσθενῇ τότε δυνατός ἐστι»; Τό ἴδιο συμβαίνει, κατά τόν ὑμνογράφο, καί μέ τόν ἅγιο Γεώργιο. «Τό ἀσθενικό του σῶμα ἔκρυβε μία ὑγιέστατη καρδιά… κι ἦταν στήν πραγματικότητα ἡ ἀγόγγυστη ἀπό αὐτόν ἀνάληψη τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου πάνω του» (δοξαστικό τῶν ἀποστίχων).

Γι’ αὐτό καί ἄφοβος καί ἀνδρεῖος ὁ ὅσιος μετάγγιζε καί συνεχίζει νά μεταγγίζει ἀφοβία καί ἀνδρειότητα σέ κάθε πιστό πού ἀναφέρεται σέ αὐτόν, ὅπως πολύ ὡραῖα ἐπίσης τό ἐπισημαίνει ὁ σεμνός ὑμνογράφος. «Θάρρος καί ἰσχύ καί δύναμη δίνεις ὡς βραβεῖο, ὅσιε Γεώργιε, σέ ὅλους τούς πιστούς πού σέ μακαρίζουν μέ ἄξιο τρόπο» (ὠδή θ΄). Ἕνας ἄνθρωπος πού ἔχει ἀντιμετωπίσει τόν θάνατο μέ πίστη Χριστοῦ, ἕνας κυριολεκτικά ὁμολογητής τῆς πίστεως, αὐτός νιώθει τή δύναμη τοῦ Χριστοῦ μέσα του καί μπορεῖ ὡς ὑγιές μέλος Ἐκείνου νά τήν προσφέρει καί στά ἄλλα μέλη τοῦ σώματος.  Κι ἄς ἐπιτραπεῖ νά τονίσουμε ἐδῶ μία λεπτή  ἐπισήμανση τοῦ ὑμνογράφου ὡς πρός τήν ὁμολογιακή διάσταση τῆς πίστεως τοῦ ὁσίου. Πολλοί στήν ἐποχή μας καυχῶνται γιά τό γεγονός ὅτι εἶναι ὁμολογητές τῆς πίστεως. Διατείνονται ὅτι ἡ ἐποχή μας εἶναι καί πρέπει νά εἶναι ἐποχή ὁμολογίας. Καί κανείς δέν ἀντιλέγει ὡς πρός αὐτό. Εἶναι κάτι ἄλλωστε πού ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τό ἐζήτησε. Μέ μία προϋπόθεση: ἡ ὁμολογία συνοδεύεται πάντοτε ἀπό τά παθήματα, τήν ἄσκηση, τό μαρτυρικό φρόνημα. Γιατί μία ὁμολογία πού μένει μόνο σέ φωνασκίες καί σέ συνθήματα δέν ξέρουμε κατά πόσον συνάδει μέ τό φρόνημα τοῦ Κυρίου, τῆς Ἐκκλησίας Του, τῶν ἁγίων Του. Ποιά ἐπισήμανση κάνει λοιπόν ὁ ὑμνογράφος; Προσπαθώντας νά κατανοήσει τόν χαρακτηρισμό τοῦ ἁγίου Γεωργίου ὡς ὁμολογητοῦ, γράφει μεταξύ ἄλλων: «Φυλακήν καθυπέμεινας καί διεσώθης ἐκ θανάτου, πανόλβιε, ἵνα στέφανον λάβῃς ὁμολογίας σου». Ὑπέμεινες δηλαδή τή φυλάκιση καί διασώθηκες ἀπό τόν θάνατο, παμμακάριστε, προκειμένου νά λάβεις τό στεφάνι τῆς ὁμολογίας σου (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Ὁμολογητής δηλαδή εἶναι καί χαρακτηρίζεται ἐκεῖνος πού ἔχει πάθει γιά τόν Κύριο καί τήν πίστη Του, πού σημαίνει ὅπως εἴπαμε ὅτι δέν ἐξαντλεῖται τό ὁμολογιακό στοιχεῖο μόνο σέ λόγια καί φωνές. Γι’ αὐτό καί μακαριστός ἁγιορείτης ασκητής, ὁ Γερο-Δαμασκηνός ἀπό τον ἅγιο Βασίλειο στα Κατουνάκια, πού ἔζησε ὅλη τή ζωή του στην ἐρημική αὐτή περιοχή, σημείωνε ὅτι ναί μέν στήν ἐποχή μας κάποιοι χωρίζουν τούς συγχρόνους χριστιανούς σέ ὁμολογητές καί μή, ἀλλά ἡ πραγματικότητα αὐτή θά φανεῖ τότε πού θά προκύψουν τά ἀληθινά προβλήματα καί θά χρειαστεῖ έμπρακτα νά φανερώσει ὁ πιστός ἄν πράγματι εἶναι πιστός ἤ ὄχι.  Καί μέ τά ἴδια τά λόγια του πού εἶπε σέ κάποιον θεωρούμενο ὁμολογητή και ζηλωτή: "Πάτερ Ἰ..., στά τελευταῖα χρόνια θά ἄρει ὁ Θεός τήν εὐλογία τῆς ὁμολογίας ἀπό πολλούς ὑποκριτάς ζηλωτάς καί θά τή δώσει σέ ανθρώπους μέ ἀγαθή προαίρεση καί καλή διάθεση" (Ἱερομ. Φιλίππου, Ἡ σοφία τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐκδ. Φερενίκη, σελ. 34).  

Ἡ ἐπισήμανση τῶν χαρίτων τοῦ ἁγίου, ἡ μεγάλη παρρησία του ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ὥστε νά διενεργοῦνται καθημερινῶς καί ὅσο ζοῦσε ἀλλά καί μετέπειτα πάμπολλα θαύματα, ἡ βεβαιωμένη ἐπίκλησή του πού ὁδηγεῖ σέ μετάνοια τούς ἀνθρώπους, δέν θά εἶχε τέλος. Θά ἦταν εὐχῆς ἔργον νά ἀναζητήσουμε καί νά πάρουμε στά χέρια μας τό βιβλίο πού ἔγραψε γι’ αὐτόν, (κατόπιν παρακλήσεως τό 1979 τῆς ὁσιώτατης μακαριστῆς ἡγουμένης στό μοναστήρι τοῦ ὁσίου Ἀκυλίνας μοναχῆς), ὁ μακαριστός κι αὐτός πιά Γέροντας Μωϋσής μοναχός. Κι ἐκεῖ θά δοῦμε καί θά θαυμάσουμε τήν ἐπακριβή πορεία, ἐπίγεια καί πνευματική, τοῦ ὁσίου Γεωργίου. Καί μακάρι νά κατανυχθοῦμε, ὥστε μέσα στά πλαίσια καί τῆς δικῆς μας ζωῆς νά μεταφέρουμε κάτι ἀπό τήν ἁγιασμένη ζωή του. Καί νομίζουμε ὅτι ἀξίζει νά ἀναφέρουμε ὅτι ὁ ἅγιος Γεώργιος, ἀρκετά μετά ἀπό τή βιογράφησή του ἀπό τόν μακαριστό Μωϋσή, τότε πού βρισκόταν ὁ λόγιος αὐτός Γέροντας στά τέλη τῆς ζωῆς του μέσα ἀπό πολλούς κόπους καί ἀσθένειες καί πειρασμούς, τοῦ φανερώθηκε, μαζί μέ τόν ἅγιο Ἱερώνυμο τόν Σιμωνοπετρίτη καί τήν ὁσία Σοφία τῆς Κλεισούρας, γιά νά τοῦ δώσει δύναμη καί κουράγιο στή δυσκολεμένη του κατάσταση καί νά ἐκφράσει τήν εὐαρέσκειά του γιά τήν ἐνασχόλησή του μέ αὐτόν.

Ταῖς πρεσβείας τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Γεωργίου Καρσλίδη, ὁ Κύριος νά σώσει καί νά ἁγιάσει ὅλους μας.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

«Ο μακάριος Ιωαννίκιος γεννήθηκε κατά το εικοστό τέταρτο έτος της τυραννίας του θηριωνύμου Λέοντος, στη χώρα των Βιθυνών. Ο πατέρας του λεγόταν Μυριτρικής και η μητέρα του Αναστασού. Σε ηλικία σαράντα ετών εξεστράτευσε μαζί με τον βασιλιά κατά των Βουλγάρων και έδειξε τέτοια ανδρειοσύνη, ώστε μπροστά στα μάτια του βασιλιά κατέκοψε πολλούς Βουλγάρους, σώζοντας τους ομοφύλους του. Θέλοντας να αποφύγει τη μελετώμενη από τον βασιλιά απέναντί του τιμή και δόξα, έρχεται στο όρος  του Ολύμπου, όπου άκουσε με τα ίδια του τα αυτιά  θεϊκή φωνή να του λέει να ανέβει υψηλότερα. Εκεί συνάντησε δύο μοναχούς, που  δεν τους είχε δει ποτέ κανένας, οι οποίοι φορούσαν τρίχινα ρούχα και τρέφονταν με άγρια βότανα. Αυτοί του μίλησαν για όσα είχε ως σκοπό να κάνει, ενώ έλαβε από αυτούς ως περιβολή τη χάρη της προσευχής. Αφού έφυγε από εκεί, πήγε πρώτα στο όρος του Τριχάλικος, έπειτα στη Μονή των Αυγάρων και τέλος στα όρη της Κοντουρίας. Έμαθε τριάντα ψαλμούς, τους οποίους έψαλλε μαζί με κάποιο τροπάριο που ο ίδιος σύνθεσε: Η ελπίς μου ο Θεός, καταφυγή μου ο Χριστός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον. Αυτός ο μακάριος αφού πέρασε από πολλά μέρη και έκανε μεγάλα θαύματα και προφήτευσε  για τα μέλλοντα, ήλθε και προς τη Μονή του Αντιδίου, οπότε πλήρης ημερών αναπαύτηκε εν Κυρίω, σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών».

  Ο όσιος Ιωαννίκιος είναι γνωστός καταρχάς σε όλο το πιστό πλήρωμα της Εκκλησίας από το συντεθειμένο από αυτόν τροπάριο που καθημερινώς λέγεται κατά την ακολουθία του Αποδείπνου (μικρού και μεγάλου): «η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς αγία, δόξα Σοι». Η έξοδός του από τον κόσμο, όπως είδαμε στο συναξάρι του, ήταν αποτέλεσμα  της αποφυγής της ανθρώπινης δόξας, δείγμα της ταπείνωσης που τον διακατείχε, συνεπώς της παρουσίας της δόξας του Θεού μέσα στην καρδιά του, η οποία έγινε και ο καθοδηγητής του για τον πνευματικό δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσει.  Κατά τον υμνογράφο «υψούσαν ταπείνωσιν έσχηκας», και γι’  αυτό «περπάτησες την οδό που εισάγει, χωρίς επιστροφή, στην ουράνια πόλη. Διότι το άγιον Πνεύμα, που είχε αναπαυτεί στην καρδιά σου, ήταν ο οδηγός σου».  Κι αυτό συνιστά μία παραδοξότητα: πώς ένας στρατιώτης, που πολεμούσε με τόση γενναιότητα και σκότωσε στον πόλεμο τόσους εχθρούς,  μπορούσε να έχει στην καρδιά του τέτοια χάρη Θεού;

Πέρα από το γεγονός βεβαίως ότι το παράδειγμα του οσίου Ιωαννικίου μας υπενθυνμίζει πως δεν πρέπει να σπεύδουμε να κρίνουμε επιφανειακά τους συνανθρώπους μας – «μη κρίνετε κατ’  όψιν» είπε ο ίδιος ο Κύριος -   η εξήγηση ίσως να βρίσκεται σε μια επισήμανση του υμνογράφου που λέει: «ρεόντων τα μένοντα ηλλάξω, εμφρόνως τον σον αναλαβών σταυρόν Ιωαννίκιε, και έν αβάτοις όρεσιν, ως ο Ηλιού ο μέγιστος, υποχωρών διετέλεσας». Δηλαδή: Με φρόνηση, Ιωαννίκιε, αντάλλαξες τα ρέοντα της ζωής αυτής με τα μένοντα και αιώνια της βασιλείας του Θεού, αναλαμβάνοντας τον σταυρό της ακολουθίας του Κυρίου, και σε απάτητα όρη, σαν τον μέγιστο Ηλία, υποχωρούσες διαρκώς. Έχουμε την εντύπωση ότι η μελετώμενη από τον βασιλιά τιμή και δόξα του οσίου ως στρατιώτη τότε, λειτούργησε ως απλή αφορμή, προκειμένου  αυτός να οδηγηθεί σε οριστική απόφαση απομάκρυνσής του  από τη γοητεία και τις παγίδες του κόσμου τούτου. Ήδη πρέπει να βρισκόταν σε προβληματισμό  και αναταραχή περί του πρακτέου της ζωής του, γι’  αυτό και όταν βρέθηκε στο οριακό σημείο αποδοχής ή όχι της ανθρώπινης δόξας, η θέλησή του έκλινε εκεί που κτυπούσε  η καρδιά του: να ακολουθήσει με ολοκληρωτικό δόσιμο του εαυτού του τον Χριστό∙ να ανταλλάξει τα ρέοντα με τα μένοντα.  Ίσως μας παραπέμπει τούτο στον απόστολο Παύλο, ο οποίος ναι μεν προ της μεταστροφής του στη χριστιανική πίστη δίωκε τους χριστιανούς, όμως δεν πρέπει να αισθανόταν καλά με αυτό που έκανε. Και προφανώς γι’ αυτό ο Κύριος, βλέποντας το βάθος της καρδιάς Του, τον κάλεσε με έναν εξαιρετικό τρόπο να γίνει απόστολός Του.

Ο υμνογράφος από εκεί και πέρα αναφέρεται στον πνευματικό αγώνα καθάρσεως της καρδιάς του οσίου, η οποία τον οδήγησε σε τέτοια πλάτυνση του εσωτερικού του κόσμου, ώστε εκτός από θαυματουργός να είναι και προορατικός: «Ιωαννίκιε, με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, αφού καθάρισες το όμμα της διάνοιάς σου, σου δόθηκε η χάρη της προφητείας, ώστε να μιλάς για τα μέλλοντα ως παρόντα, και να βλέπεις τα μακρινά ως κοντινά». Εκεί όμως που πρέπει, νομίζουμε,  ιδιαιτέρως να σταθούμε είναι σ’  έναν ύμνο από την ογδόη ωδή. Ο υμνογράφος βλέπει τον όσιο να στέκεται πάνω σε ψηλό όρος, όπως ένα λυχνάρι πάνω στη λυχνία – κατά τον λόγο του Κυρίου βεβαίως «ουδείς λύχνον άψας τίθησιν αυτόν υπό τον μόδιον, αλλ’  επί την λυχνίαν» - και από εκεί να  καταφωτίζει με την πίστη τα νοήματα των ανθρώπων, διότι τους υποδεικνύει με άριστο τρόπο τον αληθινό δρόμο της ζωής και τους ανεβάζει έτσι με τον θείο λόγο του στο ύψος της εν Χριστώ απάθειας. «Ιστάμενος άνω προς το όρος, ως επί λυχνίας, όσιε, πάντων τα νοήματα πίστει κατεφώτιζες, υποδεικνύων άριστα Ιωαννίκιε, την τρίβον της ζωής και ανάγων τούτους θείω λόγω, προς ύψος απαθείας».

Γιατί  ο τονισμός του συγκεκριμένου ύμνου; Διότι σε ημέρες κρίσιμες σαν αυτές που διερχόμαστε, ο όσιος, όπως λέει ο ύμνος, που λειτουργούσε θεραπευτικά για τους ανθρώπους, με την έννοια ότι διόρθωνε λογισμούς, μπορεί να μας βοηθήσει κατά αντίστοιχο τρόπο. Δηλαδή, να μάθουμε κι εμείς ακούγοντάς τον να μη μείνουμε δεμένοι σε ό,τι προκαλεί ταραχή και φόβο – τα ρέοντα της ζωής αυτής – αλλά με φωτισμένο νου να επιμένουμε στην αληθινή οδό, που δεν είναι άλλη από τη ζωή του Χριστού, και να προσβλέπουμε στο ύψος της υπέρβασης των ανθρωπίνων παθών και καταστάσεων. Κι είναι εύλογο: η ζωή αυτή μονίμως έχει το χαρακτηριστικό της ταραχής, διότι δεν είναι μόνιμη κατάσταση. «Παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου». «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Μη κάνουμε το λάθος να θεωρήσουμε ότι αυτά που διερχόμαστε ως κοινωνία και έθνος και παγκόσμια είναι αιώνια. Αυτά έρχονται και παρέρχονται. Τα αιώνια όμως που είναι ο Χριστός και ο άγιος λόγος Του δεν παρέρχονται ποτέ: «οι λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν».

02 Νοεμβρίου 2023

"ΒΛΕΠΩ ΤΟΤΕ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΑΝΑΡΓΥΡΟΥΣ..."


Άγιος Ευμένιος Σαριδάκης

Κάποιο απόγευμα, ο πατήρ Ευμένιος αισθάνθηκε ένα αφόρητο πόνο στο στομάχι του, σε βαθμό απελπιστικό. Το πως θεραπεύτηκε, μου το διηγήθηκε ο ίδιος: «Δεν ήξερα τι να κάνω. Εμένα το στομάχι μου δεν με είχε πονέσει ποτέ.

Πήγα κι εγώ μέσα στον Ναό, μπροστά στην εικόνα των Αγίων Αναργύρων και άρχισα να σταυρώνω το στομάχι μου και να παρακαλώ τους Αγίους Αναργύρους να με κάνουν καλά. Σταυρωνόμουν για πάνω από τέσσερες ώρες.

Μετά κάθισα λίγο να ξεκουραστώ, και με πήρε ο ύπνος. Βλέπω τότε τους Αγίους Αναργύρους με λευκές μπλούζες, σαν γιατρούς, να μου κάνουν εγχείρηση. Μου έβγαλαν έξω το στομάχι και μου το έδειχναν. Αμέσως μετά ξύπνησα και ήμουν μια χαρά. Από τότε δεν με ξαναπόνεσε καθόλου»

*****

π. Ευμένιος: Τζάμπα είναι η αγάπη. Ούτε πληρώνουμε, ούτε να πάμε ταξείδι να την βρούμε, ούτε να κόψουμε εισιτήριο χρειάζεται. Η αγάπη είναι τζάμπα. Όπου να πάμε, ο Θεός είναι εκεί. Η αγάπη είναι δωρεά. Όποιος αγαπά τον Θεό διψά αχόρταγα να ομιλή με Αυτόν. Δεν αγαπά τίποτε άλλο. Αυτός που αγαπά Τον Θεό, αγαπά και ό,τι είναι του Θεού. Τα δημιουργήματα του Θεού αγαπά και όλα αυτά, που αγαπά ο Θεός.

Από Το Βιβλίο Του Μοναχού Σίμωνα, “Πατήρ Ευμένιος, Ο Ποιμήν Ο Καλός Και Θαυματουργός”.

(Blog Ι. Ν. Αγ. Δημητρίου Πειραιώς)

ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ…ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ, ΤΗ ΖΩΗ Κ.ΛΠ.

«Πονηρός σημαίνει, άνθρωπος που κάνει ψευδείς προβλέψεις και που φαντάζεται ότι αντιλαμβάνεται τους λογισμούς των άλλων από τα λόγια τους, και τα μυστικά των καρδιών τους από τις εξωτερικές κινήσεις» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. κδ΄ 9).

Δεν αναφέρεται προφανώς ο όσιος σ’ εκείνον που βλέποντας κάποια γεγονότα μπορεί να προβλέψει την επόμενη κίνηση: τον οδηγό για παράδειγμα που τρέχει με ιλιγγιώδη ταχύτητα και προβλέπει ότι με τον τρόπο αυτόν οδεύει με μαθηματικό τρόπο σε σύγκρουση. Ούτε σ’ αυτόν που καταλαβαίνει τι γίνεται γιατί τα λόγια ενός συνανθρώπου του φανερώνουν εξόφθαλμα τη σκέψη του, ή οι βίαιες ενέργειές του δείχνουν το εσωτερικό της καρδιάς του: τον έξω φρενών για παράδειγμα άνθρωπο που οι ύβρεις που εκτοξεύει ή οι σπασμωδικές κινήσεις του δείχνουν ανάγλυφα το μίσος και την έχθρα που κυριαρχούν στη σκέψη του και στην καρδιά του. Αυτό συμβαίνει κατά αυτόματο τρόπο σχεδόν σε όλους.

Αναφέρεται στον άνθρωπο που έχει κάνει στάση ζωής την τάχα πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων, διαρκώς η φαντασία του καλπάζει για να διεισδύει από τα λόγια του άλλου τα οποία «ψειρίζει»,  στους υποτιθέμενους λογισμούς του, όπως και συνεχώς παρατηρεί τις σωματικές κινήσεις των συνανθρώπων του για να υποθέτει το τι μυστικά καρδιάς κρύβουν αυτές. Μ’ ένα λόγο περιγράφει τον εκτός εαυτού, κι έτσι και εκτός Θεού, άνθρωπο, που κύριο γνώρισμά του έχει την πνευματική τύφλωση. Τύφλωση μάλιστα τέτοια που να πιστεύει ακράδαντα ότι είναι ο κατεξοχήν… ανοικτομάτης!

Είναι ο ορισμός του πονηρού ανθρώπου, αποφαίνεται αξιωματικά ο όσιος. Γιατί πονηρός; Διότι και ο Πονηρός, ο διάβολος, με τον ίδιο τρόπο κινείται και φανερώνεται. Κι αυτός - μολονότι ως πνεύμα με «πολυχρόνια» πείρα είναι πιο… μέσα στις διαπιστώσεις του - αναγγέλλει πολλές φορές στα δικά του ως επί το πλείστον όργανα τα μελλούμενα, υποθέτει τους λογισμούς των ανθρώπων από τα λόγια τους, φαντάζεται τα μυστικά της καρδιάς τους από τις εξωτερικές κινήσεις τους. Διότι μη ξεχνάμε: ο διάβολος δεν γνωρίζει το μέλλον ούτε και τον εσωτερικό μας κόσμο! Ο μόνος γνώστης ως παντογνώστης και καρδιογνώστης είναι ο Θεός, «ο Πατήρ του μέλλοντος αιώνος», στον Οποίο «τα πάντα είναι γυμνά και φανερά ενώπιόν Του»! Κάθε απόπειρα λοιπόν να μας πείσουν οι αστρολόγοι, οι χειρομάντεις, οι καφετζούδες και όλοι οι σχετικοί, ότι μπορούν να γνωρίσουν το μέλλον και να αποκαλύψουν τα κρυπτά των ανθρώπων, είναι εκ του Πονηρού και ψεύτικα.

Κι αυτή είναι η βασική διαφορά μεταξύ των αγίων και των πονηρών: οι πρώτοι έχοντας το Πνεύμα του Θεού γνωρίζουν τα μυστικά και τα κρύφια και τα μελλοντικά, για να βοηθήσουν τον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν σε μετάνοια και εύρεση του Θεού· οι δεύτεροι, καθοδηγούμενοι από τον πατέρα τους διάβολο δεν γνωρίζουν, αλλά υποθέτουν ψευδώς τα παραπάνω, κι αυτό για να πλανέψουν τον άνθρωπο και να τον κάνουν υποχείριο του δικού τους πατέρα – πάντοτε εννοείται με το… αζημίωτο!

Ας προσέξουμε μόνο μη πέσουμε κι εμείς στην παγίδα και γίνουμε πονηροί!