11 Απριλίου 2024

ΠΕΜΠΤΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ἡ χάρις σου, καί τῷ τύπῳ σου φοιτᾷ ἐλαύνουσα τῶν δαιμόνων τήν ἀχλύν, Σταυρέ Χριστοῦ, ὅπλον ἀπροσμάχητον» (ωδή δ΄ Τριωδίου).

(Η χάρη σου, Σταυρέ του Χριστού, που είσαι ανίκητο και ακαταμάχητο όπλο, επέρχεται και μόνο με τον τύπο και το σχήμα σου, αποδιώκοντας τη σκοτεινιά και την ταραχή των δαιμόνων).

Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, κινούμενος μέσα στην ατμόσφαιρα της προβολής του Σταυρού του Κυρίου και λόγω εν γένει της Σαρακοστής, αλλά κυρίως λόγω της εορτής της Σταυροπροσκυνήσεως, στο σύντομο τροπάριο τονίζει τη δύναμη που έχει ο Σταυρός. Κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι η δύναμή Του οφείλεται στον επ’ αυτού αναρτηθέντα Κύριο και όχι στο ίδιο το ξύλο, όπως η Εκκλησία μας το ψάλλει διαρκώς: «Σταυρός ἐπάγη ἐπὶ γῆς, καὶ ἥψατο τῶν οὐρανῶν, οὐχ ὡς τοῦ ξύλου φθάσαντος τὸ ὕψος, ἀλλὰ σοῦ τοῦ ἐν αὐτῷ πληροῦντος τὰ σύμπαντα, Κύριε δόξα σοι» (Ο Σταυρός μπήχθηκε στη γη κι ακούμπησε τους ουρανούς, όχι επειδή το ξύλο καθεαυτό έφθασε το ουράνιο ύψος, αλλά επειδή Συ Κύριε, σταυρωμένος πάνω σ’ αυτό, γεμίζεις τα σύμπαντα. Δόξα Σοι).

Ο Σταυρός λοιπόν του Κυρίου, που μετά τη θυσία Του πάνω στο ξύλο του σταυρού καταστάθηκε το κατεξοχήν σύμβολο του χριστιανισμού και συνυπάρχει πάντοτε με Εκείνον, έχει τεράστια δύναμη. Είναι για τον χριστιανό το όπλο με το οποίο πορεύεται στον κόσμο τούτο, όπλο μάλιστα ακαταμάχητο απέναντι στον Πονηρό διάβολο και την ταραχή που θέλει πάντοτε να δημιουργεί στον άνθρωπο, απέναντι στα στοιχεία του κόσμου τούτου, απέναντι στα ίδια τα πάθη του. «Σταυρός ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, Σταυρός ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, Σταυρός βασιλέων τό κραταίωμα, Σταυρός πιστῶν τό στήριγμα, Σταυρός Ἀγγέλων ἡ δόξα καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα», μάς καθοδηγεί μέσα στην «απειρία» των ύμνων της η Εκκλησία. Όχι μόνο στα συναξάρια των αγίων μας, αλλά και στου κάθε χριστιανού την καθημερινότητα μπορεί  να δει κανείς την επέμβαση του Σταυρού, δηλαδή της θυσιαστικής αγάπης του Δημιουργού μας απέναντί μας. Ποιος χριστιανός σε δυσκολία ευρισκόμενος και επικαλούμενος τον Κύριο, προσβλέποντας μάλιστα στον Σταυρό Του, δεν πήρε δύναμη και κουράγιο; Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σταυρός θεωρείται το όπλο με το οποίο κατεξοχήν κατακαίεται ο διάβολος και κάθε πονηρή του ενέργεια.

Και ο υμνογράφος μας βεβαίως σημειώνει αυτό που κάνουμε όλοι οι χριστιανοί: όχι μόνο να βλέπουμε το βάθος του Σταυρού του Κυρίου, δηλαδή την άρση της αμαρτίας μας και τη διάνοιξη του Παραδείσου, αλλά και τον ίδιο τον τύπο και το σχήμα του. Και μόνο δηλαδή σχηματίζοντας το σημείο του Σταυρού πάνω στο σώμα μας (πόση προσοχή χρειάζεται εδώ για να κάνουμε σωστά το σημείο του Σταυρού και όχι μία «παράδοξη» και ακατανόητη κίνηση!), και μόνο κρατώντας έναν Σταυρό στο χέρι μας, και μόνον στήνοντας έναν Σταυρό σε οποιοδήποτε σημείο είτε στο σπίτι μας είτε στην εργασία μας είτε οπουδήποτε αλλού, επέρχεται αμέσως η χάρη του Εσταυρωμένου Κυρίου. Κι όπου υπάρχει η χάρη του Κυρίου, εκεί βεβαίως δεν έχει χώρο ύπαρξης ο Πονηρός και κάθε ενέργειά του. Αρκεί βεβαίως ο τύπος και ο σχηματισμός Του να γίνεται με πίστη, δηλαδή με έμπρακτη προσπάθεια να ζούμε σταυρικά: ταπεινά και με αγάπη. Διαφορετικά, η χρήση του Σταυρού λειτουργώντας ως ένα «μαγικό» δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα. Μη ξεχνάμε ότι η πίστη μας είναι λογική λατρεία, της λογικής νοουμένης ως επίκλησης και ενέργειας του Λόγου του Θεού, του Χριστού.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΤΙΠΑΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΡΓΑΜΟΥ

«῾Ο ἅγιος ᾽Αντίπας ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλιᾶ Δομετιανοῦ κι ἦταν σύγχρονος τῶν ἁγίων  ᾽Αποστόλων. ᾽Από αὐτούς χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος τῆς κατά Πέργαμον ᾽Εκκλησίας, τόν καιρό πού ὁ θεολόγος καί εὐαγγελιστής ᾽Ιωάννης βρισκόταν ἐξόριστος στήν Πάτμο, καθώς ὁ ἴδιος γράφει στήν ᾽Αποκάλυψή του, ἀποκαλώντας τόν ᾽Αντίπα ἱερέα πιστό καί Μάρτυρα.

Εὑρισκόμενος στήν Πέργαμο ὡς ἀρχιερέας ὁ ἅγιος ᾽Αντίπας, σέ πολύ προχωρημένη ἡλικία, ποίμαινε τό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ μέ κάθε εὐσεβή τρόπο. Γι᾽ αὐτό καί συνελήφθη ἀπό τούς εἰδωλολάτρες, ἐπειδή καί οἱ ἴδιοι οἱ δαίμονες πού λατρεύονταν ἀπό αὐτούς φανέρωσαν ὅτι δέν μποροῦν νά κατοικοῦν στόν συγκεκριμένο τόπο οὔτε καί νά δέχονται τίς προσαγόμενες ἀπό αὐτούς θυσίες, ἀλλά ὅτι ἐκδιώκονταν ἀπό τόν ᾽Αντίπα.

῞Οταν λοιπόν ὁδηγήθηκε ὁ ἅγιος πρός τόν ἡγεμόνα, ὁ ἡγεμόνας προσπαθοῦσε νά τόν πείσει ὅτι τά παλαιότερα ἦταν τιμιώτερα, ἐνῶ τά καινούργια καί νεώτερα ἦταν ἀτιμότερα, θέλοντας νά πεῖ ὅτι ἡ θρησκεία τῶν ῾Ελλήνων ἦταν παλαιά καί συναυξήθηκε σέ πολλά χρόνια, ἐνῶ ἡ πίστη τῶν χριστιανῶν ἄρχισε πολύ ἀργά καί ἔγινε παραδεκτή ἀπό λίγους. Σ᾽ αὐτά ὁ ἅγιος ἀντέταξε τήν ἱστορία τοῦ Κάιν (πού σκότωσε τόν ἀδελφό του ῎Αβελ) καί τήν ἀσέβεια ἔτσι πού φάνηκε ἀπό τήν ἀρχή -  ἀσέβεια πού ἦταν ἀπαράδεκτη γιά τούς εὐσεβεῖς, μολονότι προηγεῖτο χρονικά ὅλων τῶν ἄλλων.

῾Ο ἡγεμόνας ὀργίστηκε πολύ ἀπό τά λόγια τοῦ ἁγίου, γι᾽ αὐτό καί διέταξε νά τόν βάλουν σέ ἕνα κατασκεύασμα χάλκινο πού εἶχε φτιαχθῆ σέ σχῆμα βοδιοῦ. ῾Ο ἅγιος ἱκέτευσε πολύ τόν Θεό μέσα σ᾽ αὐτό κι ἀφοῦ ἐξύμνησε τήν μεγάλη Του δύναμη καί Τόν εὐχαρίστησε γιά ὅσα ἀξιώθηκε νά πάθει γιά τό ὄνομά Του, κι ἀφοῦ Τοῦ ζήτησε νά διαφυλάσσονται ὅσοι τόν θυμοῦνται ἀπαθεῖς καί ἀπό ἄλλα νοσήματα, κυρίως ὅμως ἀπό τήν ἀφόρητη ὀδύνη τῶν ὀδόντων, κι ἀφοῦ τέλος προσευχήθηκε ἀκόμη γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους καί νά βροῦν ἔλεος κατά τήν μέλλουσα κρίση, ἀφοῦ λοιπόν προσευχήθηκε, ἐξεδήμησε πρός τόν Κύριο καί τοποθετήθηκε στήν ᾽Εκκλησία τῆς Περγάμου, πηγάζοντας ἀέναα μύρα καί ἰάσεις.

Τελεῖται δέ ἡ σύναξή του στό πάνσεπτο ᾽Αποστολεῖο τοῦ ἁγίου καί πανευφήμου ᾽Αποστόλου ᾽Ιωάννου τοῦ Θεολόγου, πλησίον τῆς ἁγιωτάτης μεγάλης ᾽Εκκλησίας». 

῾Ο ἅγιος ᾽Αντίπας ἀνήκει στούς σπουδαίους ἀποστολικούς Πατέρες, σ᾽ ἐκείνους δηλαδή πού σχετίστηκαν ἄμεσα μέ τούς ἁγίους ᾽Αποστόλους τοῦ Κυρίου καί συνέχισαν ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ τό θεάρεστο ἔργο τους. ᾽Ιδιαιτέρως σχετίστηκε μέ τόν ἀγαπημένο μαθητή τοῦ Κυρίου ᾽Ιωάννη τόν εὐαγγελιστή, (ὁ ὁποῖος τόν μνημονεύει καί στήν ᾽Αποκάλυψή του),  ἀπό τόν ὁποῖο μάλιστα, κατά τόν ἅγιο ὑμνογράφο του ᾽Ιωσήφ, ἔλαβε καί τήν χάρη τῆς γνώσεως τοῦ Κυρίου, ὁπότε μπορεῖ νά θεωρηθεῖ κατ᾽ ἐπέκταση καί αὐτός ἀγαπημένος ᾽Εκείνου. ῾Η διδασκαλία τοῦ ἁγίου ᾽Αντίπα ἀπό τήν ἄποψη αὐτή ἔχει τήν σφραγίδα τῆς καρδιακῆς καί βαθειᾶς θεολογίας τοῦ Εὐαγγελιστῆ ἀποστόλου, πηγάζει δηλαδή ἀπό τό ἴδιο τό στῆθος τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τό ὁποῖο ἔλαβε τήν γνώση ᾽Εκείνου ὁ ἀγαπημένος Του μαθητής. «᾽Αφοῦ ἄντλησες πλούσια τή χάρη τῆς γνώσεως τοῦ Χριστοῦ, ἱεράρχα, ἀπό ἀκένωτη πηγή, τοῦ ἐπιστήθιου δηλαδή καί θείου κήρυκά της ᾽Ιωάννη, τήν μετέδωσες σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους ἄφθονα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Γι᾽ αὐτό καί ἡ διδασκαλία του ἔχει τό ἄρωμα τῶν χαρισμάτων τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ὅ,τι ἔλεγε δηλαδή ἦταν θεῖα λόγια. «Γέμισες ἀπό τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος, ἀπό τό θεολόγο στόμα τοῦ ἐπιστηθίου μαθητῆ. Γι᾽ αὐτό καί ἀνέβλυσες τά θεῖα διδάγματα σέ ὅλους τούς πιστούς, πάτερ ὅσιε» (ὠδή δ´).

Τί δίδασκε συγκεκριμένα ὁ ἅγιος; Μά ἀσφαλῶς ὅ,τι καί οἱ ἀπόστολοι, ἰδίως ὅπως εἴπαμε ὁ ἀγαπημένος του δάσκαλος Εὐαγγελιστής ᾽Ιωάννης: τή διδασκαλία τοῦ Κυρίου, τή σάρκωση Αὐτοῦ καί τόν Σταυρό καί τήν ᾽Ανάστασή Του. Τά δύο τελευταῖα μάλιστα δέν συνιστοῦν τόν ἄξονα ὅλης τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου καί σέ αὐτά δέν ἐπικέντρωναν πρώτιστα οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ; «Μέ νόμιμο τρόπο, δηλαδή ὀρθά ἐκκλησιαστικό, ποίμανες πράγματι τό ἱερό σου ποίμνιο, πάτερ, καί τό ἐξέθρεψες μέ τήν χλόη τῶν διδαγμάτων τοῦ Χριστοῦ»  (ὠδή α´). «Κηρύττεις τό μέγα μυστήριο τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ἱερομάρτυς»  (ὠδή ε´). «Στεκόσουν ἐνώπιον δικαστικῶν βημάτων, ἀθλοφόρε, κηρύττοντας τήν σάρκωση ᾽Εκείνου πού κένωσε τόν ῾Εαυτό Του γιά σένα καί παραστάθηκε στό βῆμα τοῦ Πιλάτου καί θανάτωσε τόν ἐχθρό μέ τόν Σταυρό Του» (ὠδή ς´).

᾽Αξίζει νά σταθεῖ κανείς ἰδιαιτέρως σέ κάτι πού ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος στήν πρώτη ἤδη ὠδή τοῦ κανόνα του: «Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ σου, ὁ Χριστός, πάνσοφε, σέ ἀνέδειξε ὁ ῎Ιδιος γνήσιο μάρτυρα τῶν δικῶν Του Παθῶν». ῎Οχι ἄλλος, ὄχι κάποιος δάσκαλος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Χριστός σέ ἀνέδειξε μάρτυρα τοῦ Πάθους Του. Δέν εἶναι ἀντίθετο αὐτό πού λέει ὁ ἅγιος ᾽Ιωσήφ μέ τά προηγούμενα λεχθέντα του, ὅτι δάσκαλος κυρίως τοῦ ἁγίου ᾽Αντίπα ἦταν ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης. ᾽Επισημαίνει μέ ἄλλον τρόπο τήν ἔστω καί μέσω τῶν ἀποστόλων εὐθεῖα κλήση τοῦ Χριστοῦ πρός τούς μαθητές Του κάθε ἐποχῆς. Μπορεῖ δηλαδή οἱ ἀπόστολοι νά κηρύσσουν καί νά διδάσκουν, ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος ὅμως τελικῶς εἶναι Αὐτός πού καλεῖ τούς ἀνθρώπους, πολύ περισσότερο Αὐτός πού καλεῖ τούς κήρυκες τῆς παρουσίας Του στόν κόσμο. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ὁ ἅγιος ὑμνογράφος μᾶς ὑπενθυμίζει τήν προσωπική παρουσία τοῦ Κυρίου σέ κάθε ἐποχή μέσα ἀπό τούς πιστούς κήρυκές Του, ὅταν ὅμως αὐτοί βρίσκονται στήν ἴδια γραμμή μέ τούς μαθητές καί ἀποστόλους τοῦ ῎Ιδιου, κρατοῦν δηλαδή τήν ἀποστολική παράδοση.

Μία τέτοια ζωντανή μαρτυρία τοῦ Κυρίου στόν κόσμο, μία τέτοια θεολογία συνιστᾶ πράγματι τήν ἀναμμένη φλόγα τῆς πίστεως, γιά τήν ὁποία μίλησε καί  Κύριος πῦρ ἦλθον βαλεῖν»),  ὁποία μπορεῖ νά ξυπνήσει τούς ἀνθρώπους ἀπό τόν βαθύ ὕπνο τῆς ἀθεΐας πού βρίσκονται καί νά τούς ὁδηγήσει συνεπῶς στήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ. «᾽Αγρυπνώντας ἐσύ, πανεύφημε, ξύπνησες μέ τίς διδασκαλίες τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος αὐτούς πού κυριαρχοῦνταν ἀπό τήν νύστα τῆς ἀθεΐας, γιά νά γνωρίσουν τήν ἀληθινή  ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ» (ὠδή δ´). Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὅπου ὑπάρχουν ἀληθινοί ἐργάτες τοῦ εὐαγγελίου, ὅπου ὑπάρχουν ἄνθρωποι μέ νήψη πνευματική, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ δυνατότητα νά κινητοποιηθοῦν καί οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι. Αὐτό δέν εἶναι τό ἔργο μας στήν ᾽Εκκλησία; Νά εἴμαστε οἱ ἄγρυπνοι φρουροί. ᾽Αρκεῖ βεβαίως ἡ φλόγα τῆς πίστεως νά ἔχει πυρακτώσει καί τή δική μας καρδιά. Διότι «οὐκ ἄν λάβοις παρά τοῦ μή ἔχοντος» κατά τή γνωστή φράση. ῾Ο ἅγιος ᾽Αντίπας μποροῦσε νά εἶναι φύλακας τῆς πίστεως, γιατί τό πῦρ τῆς θείας ἀγάπης ἦταν ἀναμμένο μέσα του. «Καθώς ἤσουν ἀναμμένος ἀπό τούς θείους ἄνθρακες τῆς θείας ἀγάπης, μάρτυς ᾽Αντίπα, κατέσβεσες τήν φλόγα τῆς ἀθεΐας» (κάθισμα γ´ ὠδῆς).

Μακρηγοροῦμε, ἀλλά δέν θέλουμε νά παραλείψουμε τούς ὡραιότατους συσχετισμούς πού κάνει ὁ ἅγιος ᾽Ιωσήφ γιά τόν ἑορταζόμενο ἅγιό μας: τόν συσχετίζει μέ τόν Πατριάρχη ᾽Αβραάμ, μέ τόν πατριάρχη Μωϋσῆ, μέ τούς ἁγίους τρεῖς παῖδες στήν κάμινο. Γιατί; Διότι πέρασε μία ζωή ἔνδοξη γεμάτη ἀπό ἀρετές. Καί πλήρης ἀπό ἀγαθά σάν τόν ᾽Αβραάμ ἐξεδήμησε πρός τόν Κύριο (στιχηρό ἑσπερινοῦ)· διότι ἀνέβηκε στό ὄρος τῶν ἀρετῶν καί εἰσῆλθε μέσα στό ἀπόλυτο φωτεινό σκοτάδι τῆς γνώσεως καί μίλησε μέ τόν Θεό, σάν τόν Μωϋσῆ στό ὄρος Σινᾶ (ὠδή ε´)· διότι σάν τούς τρεῖς παῖδες στό καμίνι ἔτσι καί αὐτός ρίχτηκε σέ καμίνι χάλκινου βοδιοῦ, δοξολογώντας παρομοίως μέ τά παιδιά τόν Κύριο (ὠδή ζ´).

῾Ο ὑμνογράφος μας στέκεται προφανῶς ῾ἐνεός᾽ μπροστά στήν τεράστια καί ἅγια προσωπικότητα τοῦ «ἰσαποστόλου» (στιχ. ἑσπερινοῦ) ᾽Αντίπα. Εἴπαμε, τόν θεωρεῖ συνέχεια τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ θεολόγου, προβάλλοντας μάλιστα καί τό ἰαματικό του χάρισμα, ἰδίως ὡς πρός τά δόντια. Μή ξεχνᾶμε ὅτι ὁ ἅγιος ᾽Αντίπας εἶναι ὁ προστάτης ἅγιος τῶν ὀδοντιάτρων κι εἶναι πράγματι ἐξόχως συγκινητικό τό γεγονός ὅτι οἱ πλεῖστοι ἐξ αὐτῶν τόν εὐλαβοῦνται, ἔχουν ἀναρτημένη στά ἰατρεῖα τους τήν εἰκόνα του, διενεργοῦν συνέδρια πρός τιμή του. «Ἄς δοξολογήσουμε ὅπως ἔχουμε χρέος τόν Ἀντίπα, διότι θεραπεύει τά δόντια πού πάσχουν» (κοντάκιο).

10 Απριλίου 2024

ΤΕΤΑΡΤΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Πυρί με καθάρισον τῶν ἐντολῶν σου, φιλάνθρωπε, και σοῦ τά σωτήρια δίδου Παθήματα νῦν θεάσασθαι, καί πόθῳ προσκυνῆσαι, Σταυρῷ τειχιζόμενον καί συντηρούμενον» (ωδή α΄Τριωδίου).

(Φιλάνθρωπε Κύριε, καθάρισέ με με τη φωτιά των εντολών σου, και δώσε μου να δω τώρα τα Παθήματά Σου που έσωσαν το ανθρώπινο γένος, και να τα προσκυνήσω με πόθο, καθώς ο Σταυρός είναι ο φρουρός και ο φύλακάς μου).

Ο άγιος υμνογράφος Θεοφάνης σε λίγες λέξεις περικλείει όλο το βάθος θα λέγαμε της θεολογίας του Σταυρού. Τι επισημαίνει;

Πρώτον, ότι ο Σταυρός για τον πιστό, τον ίδιο και τα άλλα μέλη της Εκκλησίας, συνιστά το τείχος του, τον φύλακα και τον φρουρό του. Διότι ως μέλος Χριστού και της Εκκλησίας, είναι ενδεδυμένος Εκείνον – «ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» - συνεπώς τον  Σταυρό έχει εγκολπωθεί, που θα πει ότι η ζωή του στον κόσμο τούτο αν θέλει να είναι χριστιανός έχει χαρακτήρα σταυρικό. Ο ίδιος ο Κύριος δεν το απεκάλυψε; «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Κι ο απόστολος Παύλος φανερώνοντας το εσωτερικό του βίωμα σημείωνε: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι˙ ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Συνεπώς, ο Σταυρός του Κυρίου δεν τελειώνει σ’ Εκείνον μόνον. Γίνεται «ζυγός», «χρηστός» όμως, για κάθε χριστιανό - Χριστός και πιστός συνθεωρούνται πάντοτε και συνορώνται.

Δεύτερον, παρ’ όλη τη συγκλονιστική αυτή θεώρηση του χριστιανού ως συνέχειας του Χριστού, απαιτείται διαρκώς η συνέργειά του για να ενεργοποιείται η δοσμένη σ’ αυτόν χάρη. Μπορεί δηλαδή ο Θεός να μας τα έχει δώσει όλα, αν όμως δεν βρίσκεται και η δική μας θέληση στην ίδια πορεία θελήσεως Εκείνου, τότε  όλα «ακυρώνονται», με την έννοια ότι ενώ υπάρχουν, παραμένουν ανενέργητα και λειτουργούν δυστυχώς προς «κρίμα και κατάκριμα» του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο άγιος Θεοφάνης ενώ αναγνωρίζει ως πιστός ότι ο Χριστός με τη Σταυρική Του θυσία κυρίως έσωσε τον άνθρωπο: μπορεί και πάλι να έχει ζωντανή συνειδητή σχέση με τον Δημιουργό του, όμως ζητά από τον Κύριο να του δώσει τη δωρεά να δει, να μετάσχει δηλαδή, στα Παθήματά Του, με τον τρόπο που αναφέραμε παραπάνω: να ζει κι ο ίδιος σταυρικά τη ζωή του, με θυσιαστική αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, γεγονός που ισοδυναμεί με την αληθινή και με πόθο  προσκύνηση του Σταυρού.

Και τρίτον, η θέα του Σταυρού του Χριστού ως αληθινή προσκύνησή Του με την έννοια της συσταύρωσης του πιστού με τον Χριστό – και πάλι το τονίζουμε: βλέπει και προσκυνά τον Σταυρό μόνον εκείνος που αγωνίζεται να ζει την αγάπη του Εσταυρωμένου Χριστού – απαιτεί την κάθαρση της καρδιάς από ό,τι εμπαθές ταλαιπωρεί αυτήν στον κόσμο τον πεσμένο στην αμαρτία. «Καθάρισέ με με τη φωτιά των εντολών Σου», είναι η προϋπόθεση για όλες τις χαρισματικές μεγάλες δωρεές του Κυρίου στον πιστό άνθρωπο. Κι αυτό διότι ο απόλυτα καθαρός από αμαρτία Θεός μπορεί να προσεγγιστεί μόνον από εκείνον που αγωνίζεται να καθαρίσει με τη δύναμη του Θεού την καρδιά του. Ο λόγος του υμνογράφου αγίου Θεοφάνους έχει την ίδια σημασία μ’ αυτό που ο ίδιος ο Κύριος απεκάλυψε ήδη από τον πρώτο μακαρισμό του στην επί του Όρους ομιλία Του: «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». Θα δει τον Θεό, θα δει συνεπώς το μυστήριο και το βάθος του Σταυρού ως σωτηρίας του κόσμου, μόνον εκείνος που έχει καθαρή την καρδιά. (Θυμόμαστε εν προκειμένω την περίπτωση της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που μόνον όταν μετανόησε και άρχισε να καθαρίζεται η καρδιά της μπόρεσε να προσεγγίσει τον Σταυρό!)

Και η συμβολή εν προκειμένω του αγίου υμνογράφου είναι η συγκεκριμενοποίηση του τρόπου καθάρσεως της καρδιάς: διά των εντολών του Χριστού, που λειτουργούν στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου ως φλόγα, ως πυρ. Κι αξίζει την εικόνα αυτή, εικόνα πάλι της αγίας Γραφής, να την έχουμε συχνά πυκνά μπροστά στα μάτια μας: οι εντολές του Χριστού όταν τίθενται σε εφαρμογή από τον χριστιανό, έχουν τη δύναμη του πυρός, που οδηγεί σε διπλό αποτέλεσμα: κατακαίει όλα τα αγκάθια των παθών και της αμαρτίας, φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Όπου είναι ο Χριστός δηλαδή: μέσα στις εντολές Του, στο σώμα και το αίμα Του, στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, εκεί έχουμε την παρουσία της καθαρτικής και φωτιστικής φωτιάς. Άλλωστε ο Ίδιος το είπε: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν επί τῆς γῆς καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη». Φωτιά ήλθε να βάλει με το Πνεύμα Του και η χαρά Του είναι ακριβώς αυτή!

Λοιπόν: η αγία Σαρακοστή ως η κατεξοχήν περίοδος προβολής και θέασης του Σταυρού του Κυρίου (και της ακολουθούσης βεβαίως Ανάστασής Του) είναι σαν καμίνι. Πρέπει να είμαστε φωτιά κι εμείς για να μπορούμε να πούμε ότι σωστά την «περπατάμε». Να πορευόμαστε δηλαδή στον δρόμο των αγίων εντολών του Κυρίου! 

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε΄ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

 

«Ο άγιος καταγόταν από την Πελοπόννησο. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς άνθρωποι, γι’  αυτό και τον ανέθρεψαν με φόβο Κυρίου. Σπούδασε στη Σμύρνη κι έζησε βίο αγγελικό, οπότε εξελέγη Μητροπολίτης της σπουδαίας αυτής πόλεως. Όταν χήρευσε ο Πατριαρχικός θρόνος Κωνσταντινούπολης, τον Γρηγόριο κάλεσαν και ψήφισαν για νέο Πατριάρχη. Δύο φορές εκδιώχθηκε χωρίς λόγο, καταφεύγοντας στο Άγιον Όρος, και δύο φορές ανακλήθηκε στη θέση του. Κατά την τρίτη Πατριαρχία του ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση, οπότε ο Γέρων Πατριάρχης προβλέποντας καθαρά τον θάνατό του που θα γινόταν για χάρη του Γένους, ατρόμητα ανέλαβε να σηκώσει τη θυσία του με καρτεροψυχία. Ανήμερα το Πάσχα του 1821, βλέποντας ο σουλτάνος τους ορθοδόξους λαούς να θέλουν να απελευθερωθούν, αποφασίζει να κρεμάσει τον Πατριάρχη σε αγχόνη. Τον άφησε κρεμασμένο στο ξύλο τρεις ημέρες, κι έπειτα τον εξέδωσε στους Εβραίους. Αυτοί τον κακοποίησαν και τον έσυραν σε όλες τις οδούς της Πόλεως, ρίχνοντάς τον τέλος στη θάλασσα. Η Πρόνοια όμως του Κυρίου κράτησε αβλαβές το λείψανό του, στέλνοντάς το σε χέρια ευσεβών. Έτσι ο μάρτυς Πατριάρχης «κατέφυγε» αισίως στο άσυλο των Ρώσων, όπου εκεί τον δέχτηκαν όπως πρέπει και τον κήδευσαν στην Οδησσό. Μετά 50 έτη έγινε η μετακομιδή των λειψάνων του, τα οποία τοποθετήθηκαν με λαμπρές εκδηλώσεις στη Μητρόπολη των Αθηνών, όπου και παραμένουν μέχρι σήμερα».

Δεν θα μας απασχολήσει η φιλολογία ιστορικών και μη περί τη βιοτή και τη θυσία του αγίου Γρηγορίου Ε΄- εκφεύγει των ορίων του εδώ αναφοράς μας. Εκείνο που θέλουμε να πούμε είναι ό,τι κεντρικό τονίζει η ακολουθία του αγίου, που αναφέρεται στον διπλό χαρακτήρα, εθνικό και θρησκευτικό, του δι’  απαγχονισμού μαρτυρίου του.

Πρώτον. Ο Πατριάρχης οδηγείται στο μαρτύριο με απόλυτη αυτοσυνειδησία ότι ο θάνατός του θα λειτουργήσει ως αποκατάσταση των Ελλήνων στην προγονική τους δόξα. «Ποθώντας ο Πατριάρχης να αναλάβει και πάλι το γένος της Ελλάδας τη δόξα των προγόνων τους, υπέμεινε να αναρτηθεί στην αγχόνη από το δυσσεβές γένος, ο αθώος ως ένοχος». Κι ας προσέξουμε: όχι μόνο θέλοντας ή έχοντας μία διάθεση, αλλά «ποθώντας», που σημαίνει ότι έκαιγε στην καρδιά του η ακατανίκητη δύναμη για λύτρωση των Ελλήνων μέσω της θυσίας του – ό,τι πόθο είχε και ο άγιος Ιγνάτιος για τον «Εσταυρωμένο έρωτά του Χριστό». «Δεν μπορώ να ησυχάσω και να αναπαυτώ, μέχρις ότου δω το ελληνικό έθνος ελεύθερο από τη δουλεία».  

Για τον επίσκοπο υμνογράφο Νικόλαο Κοκκίνη (και τον επιμελητή επίσης επίσκοπο Αβέρκιο Λαμπίρη) είναι σαφές ότι η απόφαση θυσίας του Πατριάρχη ήταν απόφαση του ίδιου του Παντοκράτορος Κυρίου που επιθυμούσε την ελευθερία των υποδούλων διά του δούλου Του Γρηγορίου. «Ας δοξολογήσουμε οι πιστοί τον τρισυπόστατο Παμβασιλέα Θεό, που μας λύτρωσε διά του απαγχονισμού του θείου Πατριάρχου» σημειώνει. Για να εξαγγείλει παρεμφερώς αλλού ό,τι είπε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. «Ο Θεός έβαλε την υπογραφή Του για την ελευθερία της Πατρίδος μας και δεν την παίρνει πίσω» είπε ο Γέρος του Μοριά. «Ο Παντοκράτωρ έγραψε στους ουρανούς με τον κάλαμο της απόφασής Του, να λυτρωθεί το δικό Του Γένος από τον ζυγό» υμνολόγησε ο άλλος.

Και δεύτερον: η θυσία του Πατριάρχη σφραγίζεται από το χριστιανικό στοιχείο. Ο Πατριάρχης θυσιάζεται για το έθνος του, φανερώνοντας όμως την πιστότητά του στο ευαγγέλιο του Χριστού – «υπέρ πίστεως και του έθνους». Το μαρτύριό του ήταν ο μισθός της αγιότητάς του, «τό τελειωθῆναι δι’ αἵματος», γεγονός που έδειχνε τη χαρισματική πορεία όλης της ζωής του. Γιατί; Διότι ως διπλή κεφαλή: του Έθνους και της Εκκλησίας, κινητήρια δύναμη είχε την αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο – ό,τι χαρακτηρίζει κάθε μαθητή του Χριστού. «Πόσο γενναία και αδαμάντινη η ψυχή σου, αξιομακάριστε Γρηγόριε. Γιατί είχες ανένδοτη την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον».

Το μαρτύριό του έτσι πλαισιώνουν άγγελοι, αποκαλύπτει ο υμνογράφος: παρίστανται σ’ αυτό, του ετοιμάζουν στεφάνια την ώρα που απαγχονίζεται, του φορούν τα στεφάνια την ώρα που διασύρεται το τίμιο λείψανό του, του ετοιμάζουν τόπο μαζί με τους παλαιούς μάρτυρες για τη θριαμβευτική είσοδό του στη Βασιλεία του Θεού.

Κι ίσως εκείνο που μπορεί να περιγράψει τη στάση των πιστών Ελλήνων απέναντι στον άγιο ιερομάρτυρα να είναι αυτό που συνιστούν οι ίδιοι οι άγγελοι, όπως βάζει τα λόγια στο στόμα τους ο υμνογράφος στο συγκλονιστικό δοξαστικό του εσπερινού, συντεθειμένο αναλογικά προ το δοξαστικό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου σε οκτώ ήχους. «Οι υπέρτατες των ουρανών δυνάμεις που προπορεύονται μαζί με τον Δεσπότη Χριστό, κραυγάζουν στον όχλο που ακολουθεί (τη σορό του Πατριάρχη): Γιατί σίγησε η γλώσσα όλων σας και δεν φωνάζετε με δυνατή φωνή και θάρρος;  Να, έφθασε ο υπέρμαχος της Ελλάδος. Υψώστε τα χέρια και αποδώστε όλοι ευχαριστίες προς τον αρχιερέα πατέρα σας. Διότι μέσω αυτού πραγματοποιήθηκε η ποθητή σωτηρία μας των Ελλήνων. Δεν έχουμε δύναμη να τον υμνολογήσουμε, και πράγματι δεν είναι εύκολο να προσφέρουμε ύμνο αντάξιό του. Διότι ο τρόπος της ζωής του υπερβαίνει κάθε εγκώμιο».  

09 Απριλίου 2024

ΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΤΟΥ ΑΘΕΪΣΜΟΥ ΘΛΙΒΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗ ΔΥΣΗ!

 

Γράφει ο Καλλιντέρης Νικόδημος, Νομικός


Σε μια πολύ πρόσφατη συνέντευξή του στον λονδρέζικο ραδιοφωνικό σταθμό LBC [1] o Καθηγητής Εξελικτικής Βιολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Richard Dawkins, παγκοσμίως γνωστός για τις σκληρές αθεϊστικές αντιλήψεις του, δήλωσε ότι είναι θλιμμένος βαθύτατα για τη απωλεσθείσα επιρροή του Χριστιανισμού, φτάνοντας στο σημείο να παραδέχεται ότι «πολιτιστικά» ο ίδιος είναι Χριστιανός (“cultural Christian”).

Και να συμπληρώνει ότι «νιώθω σαν στο σπίτι μου με το χριστιανικό ήθος. Αν είχα να επιλέξω μεταξύ Χριστιανισμού και Ισλάμ, θα επέλεγα κάθε φορά τον Χριστιανισμό». [2]

Ο 83χρονος Καθηγητής έχει επηρεάσει όσο λίγοι την πολιτικοφιλοσοφική σκέψη και επιστήμη στον δυτικό κόσμο και η φήμη του είναι συνδεδεμένη με την ανοιχτή αντίθεσή του στη θρησκευτική πίστη γενικώς αλλά και με τη στοχευμένη αποστροφή του προς τον Χριστιανισμό ειδικότερα.

Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της επιρροής του και στον τόπο μας, αρκεί να μελετήσει επιστημονικά κείμενα Ελλήνων Καθηγητών Φιλοσοφίας, Νομικής, Θεολογίας και άλλων κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, στα οποία παρατίθενται αμέτρητες παραπομπές στο έργο του Dawkins.

Σήμερα, ενώ στην πατρίδα του τη Βρετανία ο Χριστιανισμός έχει εμφατικά υποχωρήσει και παρακμάσει τις τελευταίες δεκαετίες, ο ίδιος ανησυχεί πλέον για την ραγδαία επέλαση και επιρροή του Μωαμεθανισμού εκεί.

Ανακάλυψε κάπως ετεροχρονισμένα, δηλαδή, ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις τις οποίες λυσσαλέα πολέμησε για να καταστρέψει όσο λίγοι διανοητές, ήταν στην πραγματικότητα το θεμέλιο επάνω στο οποίο δομήθηκε ο δυτικός πολιτισμός! Και όταν το θεμέλιο καταστρέφεται τα αποτελέσματα είναι οδυνηρά… «Στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα»…

Ο Dawkins ήδη από τη δεκαετία του 1980 με τον ορθολογιστικό τρόπο σκέψης του έγινε ευρύτερα γνωστός ως πολέμιος του Χριστιανισμού ενώ μετά τη δημοσίευση του βιβλίο του “The God Delusion” το 2006 («Η περί Θεού αυταπάτη»), ο Καθηγητής κατέστη ο «πρωθιερέας» και μια από τις πιο εξέχουσες προσωπικότητες του κινήματος των «Νεοαθεϊστών» [3].

Αυτοί θεωρούν τους εαυτούς τους ως πρωτοπόρους του ορθολογισμού και της επιστήμης και επιδιώκουν να εξαλείψουν κάθε υπόλειμμα «θρησκευτικής ανοησίας και αυταπάτης», προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της δημιουργίας μιας πραγματικά «φιλελεύθερης» και κοσμικής κοινωνίας!

Το κίνημα των «Νεοαθεϊστών» διαμόρφωσε όλο το κοσμοθεωρητικό υπόβαθρο που αποτέλεσε το ιδεολογικοπολιτικό όχημα επάνω στο οποίο κινήθηκαν πολλές ακτιβιστικές οργανώσεις και πολιτικά κινήματα όπως οι «υπερ-φεμινίστριες», οι ενώσεις προώθησης και επιβολής στον δημόσιο βίο των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων, το «αντιρατσιστικό» κίνημα, κ.λπ.

Με στρατηγική και προσεκτική μεθοδολογία οι «Νεοαθεϊστές» με προεξάρχοντα τον Dawkins παρουσίαζαν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και ιδίως τον Χριστιανισμό ως τους κύριους αντιπάλους της επιστημονικής αλήθειας.

Και εν πολλοίς κατόρθωσαν με την αγαστή αρωγή Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων, των διεθνούς εμβέλειας Μ.Μ.Ε., των πιο έγκριτων εκδοτικών οίκων, μιας πανσπερμίας πολιτικών οργανώσεων και κινημάτων και με πληθώρα πανίσχυρων οικονομικών χορηγών να εκδιώξουν/εκκαθαρίσουν τον Χριστιανισμό από τον δημόσιο χώρο στις δυτικές χώρες και να επιβάλουν την αντικατάστασή του από τον ορθό λόγο.

Αλλά αντί να αντικατασταθεί ο Χριστιανισμός από τη λογική, αντικαταστάθηκε από την εμμονική και ιδεοληπτική άρνηση της πραγματικότητας, την οποία σήμερα αναγκάζεται να παραδεχτεί δημοσίως ο Dawkins.

To πιο ηχηρό ράπισμα κατά αυτής της νεοαθεϊστικής αυταπάτης ήρθε από την μεταναστευτική κρίση στον ευρωπαϊκό χώρο.

Την ώρα που εκατομμύρια μουσουλμάνοι ως επί το πλείστον μετανάστες από την Αφρική και την Ασία κατέκλυζαν ανεξέλεγκτα τα δυτικά κράτη, κατέστη ταχύτατα σαφές ότι η απουσία μιας συνεκτικής θρησκευτικής ταυτότητας άφηνε ανοχύρωτους τους γηγενείς πληθυσμούς στην εξελισσόμενη πολιτισμική και θρησκευτική επίθεση.

Κι ενώ οι ευρωπαϊκές ελίτ γαλουχημένες με τις αθεϊστικές, κοσμικές και ουδετερόθρησκες ιδέες του Dawkins δεν μπορούσαν να αρθρώσουν συγκροτημένο λόγο για να σταματήσουν την αθρόα εισροή του Ισλάμ στην Ευρώπη, οι μετανάστες άρχισαν να απολαμβάνουν την οικονομική ευημερία των δυτικών κοινωνιών αλλά ούτε κατ’ ελάχιστο δεν έδειξαν την πρόθεση να αφομοιωθούν από το χριστιανικό δυτικό πρότυπο που είχε πλέον καταστεί αδύναμο και παρηκμασμένο.

Ενόσω οι ιδεοληψίες του Dawkins και των οπαδών του αποδομούσαν συστηματικά τη χριστιανική θεώρηση της ζωής, ο Μωαμεθανισμός επεκτείνονταν ταχύτατα δημιουργώντας «γκέτο» σε πολλές περιοχές της δυτικές Ευρώπης προκειμένου να παραμείνουν καθαροί και ανεπηρέαστοι οι πιστοί μουσουλμάνοι από την «φιλελεύθερη» και άθρησκη προπαγάνδα των δυτικών.

Και όχι μόνον αυτό, αλλά η ισχυροποίηση του Ισλάμ στη Δύση συνετέλεσε στην θορυβώδη επιβολή του με ακτιβιστικές διαμαρτυρίες κατά των φεμινιστικών κινημάτων/εκδηλώσεων ή των «παρελάσεων υπερηφάνειας» των ομοφυλοφίλων ενώ η τρομοκρατία, οι σεξουαλικές επιθέσεις κατά γυναικών και η δημιουργία περιοχών απροσπέλαστων για τους χριστιανούς πολίτες έγινε κοινός τόπος στην Ευρώπη.

Ο Dawkins στην εν λόγω ραδιοφωνική του συνέντευξη, γεμάτος ανησυχία αναφέρεται στο γεγονός ότι το Ραμαζάνι αντικατέστησε το χριστιανικό Πάσχα ενώ οι εγκαταλελειμμένοι χριστιανικοί ναοί μετατράπηκαν σε τζαμιά. Στη συνέχεια δηλώνει βέβαια ότι νιώθει χαρούμενος όταν ακούει ότι λιγότεροι άνθρωποι είναι πιστοί Χριστιανοί αλλά λυπήθηκε όταν διαπίστωσε ότι οι θρησκευτικοί ύμνοι, τα χριστουγεννιάτικά κάλαντα ή οι χριστιανικές εκκλησίες που είναι συνδεδεμένα με την ιστορική παράδοση της Βρετανίας να δίνουν τη θέση τους σε έναν άλλο επιβαλλόμενο πολιτισμό.

Είναι τραγική η διαπίστωση ότι ο Dawkins με βάση τα λεγόμενά του μοιάζει με ένα μπερδεμένο και συγχυσμένο παιδί που κρατά στα χέρια του μία δέσμη με μαραμένα λουλούδια, τα οποία ο ίδιος έκοψε με αγώνα δεκαετιών από τις ρίζες τους και σήμερα αναρωτιέται για ποιο λόγο έχουν μαραθεί…

Αυτή η συνέντευξη του πιο ξακουστού πολεμίου του Χριστιανισμού των τελευταίων δεκαετιών, ίσως αποτελεί την απόδειξη ότι η εποχή των «Νεοαθεϊστών» παρήλθε καθώς η αυταπάτη της κοσμικής και ουδετερόθρησκης ουτοπίας τείνει να ξεθωριάσει.

Το μέλλον ανήκει στους πιστούς. Τους ορθόδοξους πιστούς! Γιατί όπως έχει δηλώσει και ο μεγάλος Βυζαντινολόγος και Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Cambridge Steven Runciman (1903-2000) στην τελευταία πριν από την εκδημία συνέντευξή του τον Ιούλιο του 2000 [4] «στα επόμενα 100 χρόνια η Ορθοδοξία θα είναι η μόνη ιστορική Εκκλησία που θα υφίσταται»!

Και συμπληρώνει ότι «η αγγλικανική εκκλησία είναι σε πολύ κακή κατάσταση. Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία συνεχίζει να χάνει έδαφος.

Όμως, ευτυχώς υπάρχει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο αυξανόμενος αριθμός ανθρώπων που ασπάζονται την Ορθοδοξία είναι εντυπωσιακός, ειδικά στη Βρετανία.

Πιστεύω ότι προσφέρει μια πραγματική πνευματικότητα την οποία οι άλλες εκκλησίες δεν μπορούν πλέον να μεταδώσουν. Όλα αυτά με οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Ορθοδοξία θα διατηρηθεί, σε αντίθεση με τους άλλους».

Πηγή: romfea.gr

1. https://www.youtube.com/watch?v=COHgEFUFWyg

2. https://www.spectator.co.uk/article/does-richard-dawkins-know-what-he-thinks

3. https://www.theblaze.com/columns/opinion/richard-dawkins-champion-of-atheism-mourns-christianitys-decline

4. https://frjohnpeck.com/sir-steven-runciman-within-next-100-years-orthodoxy-will-historical-church/

ΤΡΙΤΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Η ΠΑΡΑΝΟΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

«Τίς μή θρηνήσει σε; τίς μή πενθήσει σε, ψυχή, ποθοῦσαν τά πονηρά, οὐκ ἐκζητοῦσαν πόθῳ τά ἀγαθά, δικαίου Κριτοῦ δέ καταφρονοῦσαν ἀεί, μακροθυμοῦντος ἐπί σοί;» (ωδή β΄ Τριωδίου).

(Ποιος δεν θα σε θρηνήσει; Ποιος δεν θα σε πενθήσει, ψυχή μου, που ποθείς τα πονηρά, δεν εκζητείς με πόθο τα αγαθά, κι από την άλλη καταφρονείς πάντοτε τον δίκαιο Κριτή που μακροθυμεί για σένα;)

Πλήρης κατανύξεως ο ύμνος του αγίου Ιωσήφ του υμνογράφου, ο οποίος διεκτραγωδεί την κατάσταση όχι κάποιου άλλου αμαρτωλού, αλλά του ίδιου του εαυτού του! Γιατί το σημείο του ορθοφρονούντος πιστού αυτό είναι: να κατακρίνει πρώτιστα τον εαυτό του και μόνον αυτόν, καθώς ο Θεός τού ανοίγει τα μάτια για να βλέπει την έσχατη κατάπτωσή του. Είναι καίρια αλήθεια της χριστιανικής πίστεως ότι όσο κανείς προσεγγίζει τον Θεό, τόσο και διανοίγονται οι πνευματικοί οφθαλμοί του για να βλέπει την πραγματικότητα του εαυτού του. Διαρκώς η Εκκλησία μας, ιδίως την περίοδο της Σαρακοστής, μάς το υπενθυμίζει: «Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου». Και πώς να είναι αλλιώς τα πράγματα, όταν ο ίδιος ο Κύριος, μέσα στο πλαίσιο της άπειρης φιλανθρωπίας Του, μάς έχει πει ποιοι τελικώς είμαστε, μετά την πτώση μας στην αμαρτία; Τι είμαστε οι άνθρωποι; Επιλέγουμε τα λόγια του Κυρίου: «ἄπιστοι», «ὀλιγόπιστοι», «το τίποτε», «πονηροί», «διεστραμμένοι», «σατανάδες», «ἀχρεῖοι»! Κι όμως εμάς μάς κατέστησε η αγάπη Του ίδιους με Εκείνον! Μας ενσωμάτωσε στον Εαυτό Του και μας έδωσε και μας δίνει τις δυνάμεις Του και τα χαρίσματά Του! Και μας υποσχέθηκε την Ουράνια Βασιλεία Του και τα αγαθά Της, γιατί Εκείνος έγινε «ὁ πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς»! Όπως το σημειώνει μεταξύ άλλων και ο απόστολος Παύλος: «Ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὗς οὐκ ἤκουσε, καί ἐπί καρδίαν οὐκ ἀνέβη, ἅ ὁ Θεός ἡτοίμασε τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν

Κι όμως! Παρ’ όλες τις δωρεές και τα χαρίσματα, παρ’ όλη την απειρία της προσφοράς του Θεού μας, εξακολουθούμε συχνά να διαγράφουμε τον Θεό μας, έστω και κατά διάνοια, και να επιλέγουμε ό,τι συνιστά καταστροφή μας – η έσχατη αφροσύνη και παράνοια! Όπως το σημειώνει το Γεροντικό της Εκκλησίας μας μέσα από τον προβληματισμό ενός παιδιού: Υπάρχει κάποιος πλούσιος που με αγαπά, αλλά εγώ δεν τον θέλω και αγαπώ έναν φτωχό που με μισεί. Αυτό δεν κάνουμε οι θεωρούμενοι πιστοί του Χριστού; Δεν επιλέγουμε όχι μία ή δύο, αλλά πολλές φορές στη ζωή μας αυτό που αποτελεί δόλωμα του Πονηρού, κάνοντας πέρα τα πλούσια αγαθά του Κυρίου μας;

Λοιπόν, ο άγιος υμνογράφος, διαπιστώνοντας την τραγωδία της ύπαρξής του: να συνεχίζει να ποθεί τα πονηρά και όχι τα αγαθά, να καταφρονεί και να περιφρονεί τον Κύριο που τον αγαπά σε απόλυτο βαθμό, πιάνει το πένθος και τους θρήνους. Σε έναν τέτοιον άνθρωπο, με τέτοια παραφροσύνη, μόνον αυτό ταιριάζει. Κινείται στο ίδιο μήκος κύματος με τον άγιο Ανδρέα Κρήτης, ο οποίος και αυτός, έχοντας την ίδια χάρη αυτογνωσίας, στον Μεγάλο Κανόνα του έτσι ξεκινάει: «Πόθεν ἄρξομαι θρηνεῖν τάς τοῦ ἀθλίου μου βίου πράξεις; Ποίαν ἀπαρχήν ἐπιθήσω, Χριστέ, τῇ νῦν θρηνωδίᾳ;» Η παράνοια και η ανοησία φτάνει στο απώγειο, όταν επισημαίνει ο υμνογράφος: ο Κύριος που με αγαπά υπέρμετρα, είναι και ο Κριτής μου. Και η κρίση Του, επειδή είναι Δίκαιος, θα είναι δίκαια και απέναντί μου. «Ἕκαστος περί ἑαυτοῦ λόγον δώσει τῷ Κυρίῳ». Ο καθένας ανάλογα με τις πράξεις, τις διαθέσεις του, τους λόγους του, τις σκέψεις και τους λογισμούς του, θα κριθεί. Τα δάκρυα έτσι πολλαπλασιάζονται!

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΥΨΥΧΙΟΣ Ο ΕΝ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑ

 

«Ο άγιος καταγόταν από την Καππαδοκία. Έχοντας ευσεβή ζωή, νυμφεύτηκε κατά τα νόμιμα. Πυρπολημένος από θείο ζήλο και σε συνεννόηση με πολλούς άλλους χριστιανούς, κατέστρεψε εκ βάθρων τον ειδωλολατρικό ναό που ήταν αφιερωμένος στη θεά Τύχη, όπου εκεί είχε δώσει διαταγή ο Ιουλιανός ο παραβάτης να προσφέρουν οι πολίτες τις θυσίες τους καθημερινά. Κι επειδή έγινε γνωστή η πράξη του, διέταξε ο Ιουλιανός να παραδοθούν σχεδόν όλοι οι χριστιανοί σε εξορίες και ποικίλους βασανισμούς∙ ο δε μάρτυς Ευψύχιος, επειδή ήταν ο αίτιος αυτού του πράγματος, να οδηγηθεί στον διά ξίφους θάνατο. Και πράγματι του κόψανε το κεφάλι και τελείωσε η ζωή του».

Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός στους πολλούς ο άγιος μάρτυς Ευψύχιος – ίσως και από το γεγονός ότι η μνήμη του εντάσσεται μέσα στην περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής. Παρ’ όλα αυτά η υμνολογία μας διά της γραφίδος του αγίου Ιωσήφ του υμνογράφου τον θεωρεί ως «στύλον τῆς Ἐκλησίας» και «πύργον ἄσειστον τῆς εὐσεβείας», που «ευωδιάζει ως κρίνο από την οσμή των άθλων του» (στιχηρά εσπερινού), ενώ δεν παύει να μας τονίζει ότι καθένας που νοσεί και προστρέχει στην αγιοσύνη του λαμβάνει σαν από κρήνη την ίασή του (στιχ. εσπ., κάθισμα όρθρου, ωδή η΄).

Όπως συμβαίνει συνήθως, ο υμνογράφος μάς καθοδηγεί προκειμένου να κατανοήσουμε και τη πράξη του και το σκληρό μαρτύριό του: ο άγιος «ζήλῳ θείῳ ἐπυρώθη» απέναντι στην «αλαζονεία του ματαιόφρονα ηγεμόνα» (στιχ. εσπ.), ο οποίος σε εποχή που η χριστιανική πίστη είχε αρχίσει να θριαμβεύει (μέσα 4ου μ.Χ. αι.) αυτός θέλησε να επαναφέρει την ειδωλολατρία και να την επιβάλει διά της βίας στους χριστιανούς. Το μαρτύριό του μάλιστα είναι εκείνο, κατά τον Ιωσήφ, που φανερώνει περίτρανα την ολοκληρωτική στροφή του νου και της καρδιάς του αγίου προς τον Θεό: «Ο νους σου με τη στροφή προς τον Θεό, μακάριε, ξέφυγε από όλα τα τερπνά του βίου και φάνηκε απόλυτα ωραίος σαν βασιλιάς κατά των αμαρτωλών παθών» (ωδή α΄). Κι αλλού: «Ούτε η πείνα ούτε ο θάνατος ούτε η απόλαυση της τρυφής του παρόντος βίου είχαν τη δύναμη να σε χωρίσουν από την αγάπη του Δημιουργού» (ωδή δ΄). Η μεγάλη αγάπη του αγίου προς τον Χριστό φάνηκε όχι μόνο από την επιμονή και την υπομονή του κατά την ώρα των βασάνων, αλλά,  ίσως περισσότερο, και από την ώρα των «εκ δεξιών» βασάνων που υπέστη πριν από το μαρτύριο: δηλαδή τις υποσχέσεις του ηγεμόνα με δωρεές και απολαύσεις, (όταν μάλιστα αυτές προσφέρονταν σε ένα νιόνυμφο παλληκάρι), αλλά και με την απειλητική περιγραφή από την άλλη των βασανιστηρίων. Κατά τον υμνογράφο μας και πάλι: «έχοντας στον νου ο τύραννος να συλήσει τον θησαυρό της ψυχής σου προβάλλοντας έντεχνα  τις δωρεές αλλά και τις εικόνες των βασάνων, προσπαθούσε να σου διαλύσει τη δύναμη της ψυχής. Αλλά με δύναμη και υπομονή νίκησες, ένδοξε» (ωδή ς΄).

Ο άγιος Ιωσήφ, έχοντας προφανώς υπόψη πολλά περισσότερα για το μαρτύριο του αγίου Ευψυχίου από όσα περιγράφει το σύντομο συναξάρι του Μηναίου, μας δίνει στιγμές των τελευταίων του στιγμών που παραπέμπουν και στο Πάθος του ίδιου του Κυρίου Ιησού Χριστού. Μας λέει αίφνης ότι τον ύψωσαν για να τον βασανίσουν, όπως ύψωσαν και τον Κύριο («υπέφερες τα βασανιστήρια της σαρκός με μεγάλη καρτερία, αφού σε σήκωσαν ψηλά παραπλήσια προς τον Δεσπότη όλης της κτίσεως»: ωδή ε΄)∙ ότι δέχτηκε κτυπήματα στα πλευρά, όπως νύχθηκε ο Κύριος διά της λόγχης («υμνολογούσες τον Χριστό, την ώρα που χαράκωναν τις πλευρές σου και έβγαζαν το δέρμα σου, μάρτυς»: ωδή ε΄)∙ κι ότι ακόμη την ώρα του μαρτυρίου του φάνηκε άγγελος να τον πλησιάζει και να του μιλάει, δίνοντάς του θάρρος  για το μαρτύριο, κάτι που θυμίζει και πάλι τον άγγελο Κυρίου που φάνηκε στον Κύριο κατά την ώρα της εναγώνιας προσευχής Του «ενισχύων Αὐτόν» λίγο προ του Πάθους Του («άγγελος φάνηκε που σου μιλούσε από κοντά στο αποκορύφωμα του μαρτυρίου σου, αθλοφόρε Ευψύχιε, και σου έδινε θάρρος»: ωδή γ΄).

Ο άγιος υμνογράφος βέβαια δεν παραλείπει να μας επισημάνει κάτι πολύ σημαντικό που σχετίζεται με τη θερμή έως θανάτου αγάπη προς τον Χριστό του μάρτυρα κυρίως κατά την ώρα του μαρτυρίου του. Τι ήταν εκείνο που τον έκανε να φτάσει σε τέτοιο υψηλό σημείο χάρης; Και μιλάμε για έναν «κοσμικό» χριστιανό και μάλιστα φρεσκοπαντρεμένο! «Με χαρά, μάρτυς, σκόρπισες όλα τα υπάρχοντά σου στους φτωχούς και αναγκεμένους αδελφούς, κι έτσι αντ’ αυτού απέκτησες την άκλεπτη μακαριότητα του μαρτυρίου και την αιώνια χαρά» (ωδή δ΄)∙ «Ύφανες για τον εαυτό σου ένδυμα από άριστα έργα κι αφού το 'κανες κατακόκκινο από το μαρτύριό σου στολίστηκες από αυτό και γεμάτος ομορφιά παραστάθηκες ενώπιον του Κυρίου, Ευψύχιε» (ωδή α΄). Με απλά λόγια: ο άγιος έφτασε στο μαρτύριο από αγάπη προς τον Κύριο, γιατί είχε ετοιμαστεί γι’ αυτό με τα έργα της πίστεως και της αγάπης του προς τον συνάνθρωπο. «Σαν έτοιμος από καιρό» λοιπόν ο άγιος λόγω του πνευματικού του αγώνα να τηρεί την κεντρική εντολή του Θεού του, όταν κλήθηκε να μαρτυρήσει, απλώς επιβεβαίωσε την ετοιμότητά του αυτή και με την προσφορά της ζωής του.