01 Μαΐου 2024

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ (2)

 

«Ει ουν υμείς φίλοι μού εστε, εμέ μιμείσθε…» (Απόστιχα αίνων)

Μεγάλη Πέμπτη: η παράδοση των μυστηρίων της Εκκλησίας, της Θείας Ευχαριστίας. Και μαζί μ’ αυτήν: το νίψιμο των ποδιών των μαθητών, η υπερφυής προσευχή μετά τον Μυστικό Δείπνο, η προδοσία του Ιούδα. Συγκλονιστικά γεγονότα που τα παρακολουθεί κανείς σιωπηλός, με μαζεμένο τον νου, με φρίκη μπροστά στην άπειρη αγάπη του Κυρίου, με δάκρυα στα μάτια και την καρδιά. Κι εκείνος ο λόγος του Κυρίου, που τον απηύθυνε πρώτα στους δώδεκα μαθητές Του, όταν τους έπλυνε τα πόδια, κι έκτοτε ισχύει ως προτροπή για κάθε πιστό κάθε εποχής: «Αν είστε φίλοι μου, να μιμείσθε εμένα», ακούγεται αξιωματικά.

Μπορούμε καταρχάς να είμαστε φίλοι Του; Πώς να είσαι φίλος μ’ Εκείνον που είναι ο παντοδύναμος και Δημιουργός Θεός; Η ανθρώπινη λογική ιλιγγιά και τρέμει, γιατί νιώθει ενώπιον του άπειρου μεγαλείου του Θεού τη δική της άπειρη μικρότητα. Αλλά η στάση αυτή της λογικής είναι το σύμπτωμα του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου μας. Γιατί ο Θεός  ήλθε στον κόσμο στο πρόσωπο του Χριστού μας, και έδειξε ότι εμείς οι μικροί και αδύναμοι άνθρωποι είμαστε γι’ Αυτόν ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει. Τόσο πολύτιμο μάλιστα που πρόσφερε και προσφέρει τον εαυτό Του για χάρη μας.

Φίλοι λοιπόν του Θεού μας. Εκείνος μας έδωσε τη δυνατότητα και τη χάρη αυτή. Μας το είπε καθαρά: «Υμείς φίλοι μου εστέ. Ουκέτι υμάς λέγω δούλους». Δεν σας ονομάζω δούλους. Είστε φίλοι μου. Υπάρχει μεγαλύτερη τιμή; Η λαϊκή παροιμία το επιβεβαιώνει: Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι. Αν είμαστε φίλοι με τον Χριστό, σημαίνει ότι κι εμείς είμαστε ίδιοι με Αυτόν. Στο πρόσωπό μας, στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου μας, μπορούμε να βλέπουμε πια την παρουσία Εκείνου. Και πλησιάζοντας Εκείνον, μας σπρώχνει αμέσως προς τον πλησίον μας.

Έτσι; Χωρίς προϋποθέσεις; Τέτοιο μεγαλείο χωρίς όρους; Χωρίς όρους, ναι, πλην ενός. Να θέλουμε κι εμείς τη φιλία Του. Και γι’ αυτό να Τον ακολουθούμε στον τρόπο της ζωής Του. Αφού σας έκανα ένα μ’ Εμένα, μας λέει, να μιμείσθε τον τρόπο της ζωής μου. Όχι με μία μίμηση ασφαλώς εξωτερική, αλλά με μία διάθεση να αφήνουμε Εκείνον να δρα μέσα από εμάς. Είμαι λοιπόν φίλος Του σημαίνει ότι Τον μιμούμαι: στη θυσιαστική αγάπη Του, στην αγία ταπείνωσή Του, στην απόλυτη υπακοή στον Θεό Πατέρα Του – είναι η δοσμένη σ’ εμένα δυνατότητα.

 Η Μεγάλη Πέμπτη μας θυμίζει τη συγκλονιστική μυστική αυτή πραγματικότητα που διαιωνίζεται αδιάκοπα στην Εκκλησία: η ζωή μας να φανερώνει τη φιλία μας σ’ Εκείνον. Οι φίλοι του Χριστού είναι οι συνεχιστές της δικής Του ζωής μέσα στον κόσμο. Πόσο άραγε φίλοι Του είμαστε  εμείς;

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ (3)

 

«Μυσταγωγῶν σου, Κύριε, τοὺς μαθητάς, ἐδίδασκες λέγων· Ὦ φίλοι, ὁρᾶτε, μηδεὶς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος· εἰ γὰρ πάσχω, ἀλλ' ὑπὲρ τοῦ κόσμου· Μὴ οὖν σκανδαλίζεσθε ἐν ἐμοί· οὐ γὰρ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ὑπὲρ τοῦ κόσμου. Εἰ οὖν ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ, ἐμὲ μιμεῖσθε· ὁ θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἒσχατος· ὁ δεσπότης ὡς ὁ διάκονος· μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε· ἐγὼ γάρ εἰμι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος».

 (Κύριε, θέλοντας νὰ μυήσεις τοὺς μαθητὲς στὸ θεῖο σου μυστήριο, τοὺς δίδασκες, λέγοντας: Ὢ φίλοι μου, προσέχετε κανένας φόβος νὰ μή σᾶς χωρίσει ἀπὸ ἐμένα· γιατί ἂν πάσχω, τὸ κάνω γιὰ τὸν κόσμο· νὰ μὴ σκανδαλίζεστε μὲ τὴ διαγωγή μου, ἐπειδὴ δὲν ἦλθα νὰ ἐξυπηρετηθῶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ νὰ τοὺς ὑπηρετήσω καὶ νὰ δώσω τὴ ζωή μου λύτρο ἐξαγορᾶς τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία (καὶ τὸ διάβολο). Ἐάν, λοιπόν, εἶστε φίλοι μου, νὰ μιμεῖσθε τὸ παράδειγμά μου· ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, ἂς εἶναι ὁ τελευταῖος· ὁ δεσπότης, ἂς εἶναι ὅπως ὁ διάκονος (ὄχι βέβαια μὲ λειτουργικὴ ἔννοια). Μείνετε, λοιπόν, μαζί μου, γιὰ νὰ καρποφορήσετε βότρυ (σταφύλι)· διότι ἐγὼ εἶμαι ἡ ἄμπελος τῆς πνευματικῆς ζωῆς) (Μετάφραση Ἀνδρέα Θεοδώρου).

Ἄν ἀναφερόμαστε συχνά  στό μυστήριο τῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου, στό δοξαστικό τῶν ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου τῆς Μ. Πέμπτης πού ακούγεται σέ ἦχο πλ. τοῦ α΄, βρισκόμαστε στό ὑπέρτατο μυστήριο τῆς Σταυρικῆς θυσίας τοῦ Κυρίου. Κι εἶναι ἀλήθεια ὅτι πολλοί ἐπεχείρησαν νά δώσουν ἀπάντηση γιά τό Πάθος αὐτό τοῦ Κυρίου – τήν ἀποκορύφωση καλύτερα τοῦ Πάθους Του, γιατί ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ὑπῆρξε ἕνα Πάθος. Καί τί εἶπαν, ὅπως γιά παράδειγμα ὁ γνωστός θεολόγος τῆς Δύσεως Ἄνσελμος Κανταουρίας; Ὅτι πρόκειται γιά ἱκανοποίηση τῆς θείας δικαιοσύνης. Τόσο πολύ δηλαδή εἶχε προσβληθεῖ ὁ Θεός ἀπό τίς ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων, ὥστε ἔπρεπε νά πάθει ἕνας Θεός γιά νά ἐξαλείψει τό κατάντημα αὐτό. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀπέφυγε τόν πειρασμό. Δέν θέλησε νά διεισδύσει λογικά στό μυστήριο, γι’ αὐτό καί ἀρκέστηκε σ’ αὐτό πού ἀπεκάλυπτε ἡ ἴδια ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ: ὅτι πάνω στόν Σταυρό φανερώνεται μέν τό ἀσύλληπτο μέγεθος τῆς ἁμαρτίας τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ταυτοχρόνως ἀποκαλύπτεται τό ἄπειρο μέγεθος τῆς ἀγάπης τοῦ Δημιουργοῦ. Αὐτό σημειώνει καί ὁ ὑμνογράφος ἐν προκειμένῳ: ὁ Κύριος μυεῖ στό μυστήριο τῆς ἀγάπης Του τούς μαθητές Του, τό ὁποῖο ὑπέρκειται ὁποιασδήποτε λογικῆς - ἡ λογική πάντοτε σκανδαλίζεται μπροστά σέ ἕναν Θεό πού πάσχει! Καί «σκληραίνει» τόν λόγο Του: ὄχι μόνον ἐγώ, ἀλλά καί σεῖς πρέπει νά περπατήσετε μέ ἀντίστοιχο θυσιαστικό γιά τούς ἄλλους τρόπο: εἶναι τό τίμημα τῆς φιλίας σας, λέει, πρός Ἐμένα. Ἀλλά εἶναι καί ὁ μοναδικός δρόμος πού γίνεστε σάν κι Ἐμένα. Γιατί εἶστε σταφύλι στό δικό Μου ἀμπέλι

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ ΕΣΠΕΡΑΣ

 

«Τάς χεῖρας ἐξέτεινας, ἐν αἷς τόν ἄρτον ἔλαβες τῆς ἀφθαρσίας, λαβεῖν τά ἀργύρια, τό στόμα πρός φίλημα προσαγαγών δολίως, ἐν ᾧ τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί τό Αἷμα ὑπεδέξω˙ ἀλλ’ οὐαί σοι! ὡς φησίν ὁ Χριστός» (ωδή θ΄ Τριωδίου, Αγίου Ανδρέου Κρήτης).

(Με τα χέρια που άπλωσες για να λάβεις τον άρτο της αφθαρσίας, πήρες  και τα αργύρια, όπως και το στόμα με το οποίο υποδέχτηκες το σώμα και το αίμα του Χριστού το έφερες κοντά Του με δόλιο τρόπο για να Τον φιλήσεις. Αλλά αλλοίμονό σου! Όπως λέει ο Χριστός).

Την κατάσταση του προδότη μαθητή Ιούδα διεκτραγωδεί ο μεγάλος άγιος Πατήρ Ανδρέας Κρήτης, επικεντρώνοντας στα χέρια και το στόμα του! Είναι τα χέρια που κράτησαν τον Κύριο στην πρώτη Θεία Λειτουργία που τέλεσε Εκείνος επί της γης στον Μυστικό Δείπνο, υπό τα είδη του Άρτου. Στο πρώτο «λάβετε, φάγετε, τούτο μού εστι το Σώμα» που είπαν τα χείλη του Δημιουργού – τα ιδρυτικά λόγια του μυστηρίου της Ευχαριστίας που έκτοτε και εις τους αιώνας επαναλαμβάνει μέσω των ιερέων Του – ήταν παρών και εκείνος, Τον άκουσε να τον καλεί με το όνομά του, να του προσφέρει το ίδιο το αγιασμένο σώμα Του, να τον καθιστά μέτοχο του Ίδιου του Εαυτού Του – Ένα με εκείνον και τους άλλους μαθητές! Κι ακόμη: τα εν συνεχεία παράδοξα λόγια Του που μιλούσαν για το Αίμα Του μέσα από τον αγιασμένο Οίνο: «Πίετε εξ Αυτού πάντες. Τούτο γαρ εστι το Αίμα μου, το υπέρ υμών και πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών». Κι ήλθε η σειρά του να φέρει το στόμα του σ’ αυτόν τον Οίνο που ήταν η κρυμμένη παρουσία του Διδασκάλου – το στόμα του Τον γεύτηκε κι η ζεστασιά Του απλώθηκε σε όλο του το σώμα.

Μα, τι περίεργο! Δεν ένιωσε τίποτε καλό. Το αντίθετο: είδε να σκληραίνει η καρδιά του και σαν να τον καταλαμβάνει ένα κύμα οργής και αγριότητας απέναντι σ’ Εκείνον που μέχρι τότε ακολουθούσε. Κάτι σκοτεινό ένιωσε να πλημμυρίζει την ύπαρξή του που τον έκανε να μην αντέχει να παρακάθεται μαζί Του και με τους άλλους – ένας πνιγμός που τον έσπρωχνε να φύγει για να «αναπνεύσει»! «Ό,τι έχεις να κάνεις κάν’ το γρήγορα», άκουσε μακρινά μέσα στο βουητό του κεφαλιού του. Βγήκε έξω και κοίταξε τα χέρια του που έτρεμαν. Τα χέρια που μόλις είχαν πιάσει το «σώμα» του Δασκάλου – έτσι είχε πει. Τα ίδια χέρια, θυμήθηκε, που λίγες ώρες πριν είχαν λάβει τα αργύρια από τους αρχιερείς και τους Γραμματείς για την προδοσία του τάχα Μεσσία! Είναι αλήθεια ότι είχε απογοητευθεί πολύ από τον Διδάσκαλο – αλλιώς Τον περίμενε και αλλιώς του «βγήκε». Δεν έκανε τίποτε ο Ιησούς για τους εχθρούς Ρωμαίους. Εκείνοι συνέχιζαν να είναι οι κατακτητές και ο Χριστός αντί να ηγηθεί επαναστατικού κινήματος προσανατόλιζε τους ακολούθους Του σε άλλα Βασίλεια, έξω από τη γη που πατάμε, στους Ουρανούς! Και οι αρχιερείς; Απογοητευμένοι και εκείνοι όπως και ο ίδιος. Τον ήξεραν, τον πλησίασαν, τους πλησίασε – του έταξαν και χρήματα! Και δεν μπορούσε να αρνηθεί σ’ αυτά που είχαν τέτοια δύναμη στον κόσμο – ήταν η αδυναμία του, γιατί περιέκλειαν δύναμη˙ δύναμη επιβολής. Κάτι θα είχε καταλάβει και ο Δάσκαλος που του ανέθεσε το ταμείο της ομάδας! «Το γλωσσόκομον εκράταγε».

Ένιωσε το στόμα του στεγνωμένο και γυρόφερε τη γλώσσα του – ο Οίνος που μόλις είχε πιει ήλθε και πάλι με τη γεύση του. «Το αίμα Του», σκέφτηκε τα λόγια του Ιησού. Σαν να δαιμονίστηκε: «μας κορόϊδεψε»! Έτρεξε να βρει τους νέους συντρόφους του, έστω κι αν τους απεχθανόταν. Ο Ιησούς έπρεπε να παραδοθεί στους αρχιερείς και στις αρχές – ό,τι είχαν κανονίσει. Το σχέδιο που του είπαν ήταν απλό: θα τους οδηγούσε εκεί που συνήθιζαν να πηγαίνουν ο Χριστός με τους μαθητές Του. Και σημάδι, μέσα στη νύχτα, για το Ποιον έπρεπε να συλλάβουν ήταν ένα φίλημα. Εκείνος, ο Ιούδας, με την απογοητευμένη και συντριμμένη καρδιά από τα γκρεμισμένα όνειρά του, θα πήγαινε στον Αρχηγό και θα του έδινε ένα φίλημα: κανείς δεν θα τον παρεξηγούσε. Μαθητής Του ήταν μέχρι τώρα! Κάτι κρύο πήρε και πάλι να ανεβαίνει στην καρδιά του. Και πάλι συνδύασε το στόμα του που γεύτηκε τον Οίνο του Δείπνου με τον Χριστό, με εκείνο το ίδιο που θα φιλούσε τον Δάσκαλο. Δεν ένιωσε καλά, αλλά ο «σκοπός» και τα χρήματα τού θέριεψαν και πάλι την καρδιά. «Με φίλημα, Ιούδα, προδίδεις τον Διδάσκαλο;» ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσε από Εκείνον και το θλιμμένο βλέμμα Του θα τον κυνηγούσε για πάντα! Όλα σωριάστηκαν μέσα του και το μόνο που «ανέτειλε» ήταν μια θηλιά και ένα δέντρο!  

Τα χέρια και το στόμα του προδότη μαθητή. Αυτά που λειτούργησαν σε διπλό επίπεδο: από τη μια με τον Χριστό, από την άλλη εναντίον Του. Δεν κατάλαβε τίποτε από εκείνα που βεβαίωνε ο μέχρι τότε Δάσκαλός του: «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Και «ο μη ων μετ’ εμού κατ’ εμού εστι». Και τελικώς ζούσε μέσα στο «ουαί», το «αλλοίμονό σου» που λέει ο Κύριος και επαναλαμβάνει ο άγιος Ανδρέας. Γιατί τελικώς η ζωή του ήταν μέσα στην υποκρισία: άλλα να σκέπτεται και να λογίζεται μέσα του και άλλα να ενεργεί εξωτερικά με τα λόγια και τις πράξεις του. Η υποκρισία: αυτή που φέρνει τον δαιμονισμό του ανθρώπου, από την οποία πρέπει να παρακαλούμε τον Θεό να μας απαλλάξει, ώστε ο λόγος του Θεού να καταλαμβάνει όλη την ύπαρξή μας.

30 Απριλίου 2024

Α Ν Α Τ Ρ Ο Π Η !

 


 Ο κοντινός Κυρίου με την ταυτότητα

του Γένους του ολούθε  σφραγισμένος

φανέρωσε τον θησαυρό που ’κρυβε στην καρδιά του˙

Θεός και αρχηγός του ο χρυσός που 

λάμψη έφερνε με βια στα φλογισμένα μάτια,

τα μαθημένα χώμα και λάσπη να κοιτούν.

 

Κι η μακρινή και ξένη, του δρόμου η γυναίκα,

μονάχο φτύσμα των καλών και «ηθικών»,

που ’ξεραν λίθους με γωνιές να ρίχνουν πάνωθέ της,

έδειξε πως δικός της θησαυρός

είν’ ο Χριστός που τους χαμένους κυνηγούσε.

 

Άπλωσε χέρια ο μαθητής τ’ αργύρια να πάρει

και μαύρο χέρι δαίμονα έκλεψε την καρδιά του.

Άπλωσε χέρια η ποταπή μύρο για να προσφέρει

κι είδε το Μύρο τ’ Άγιο να την κερνά τη χάρη.

 

Η λογική τ’ ανθρώπου απόγινε αργή κι οι 

«ασφαλείς» αισθήσεις σβήστηκαν απ’ τον χάρτη.

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ

 

«Ἡ πρώην ἄσωτος γυνή, ἐξαίφνης σώφρων ὤφθη, μισήσασα τά ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας καί ἡδονάς τοῦ σώματος, διενθυμουμένη τήν αἰσχύνην τήν πολλήν καί κρίσιν τῆς κολάσεως, ἥν ὑποστῶσι πόρνοι καί ἄσωτοι. ῟Ων περ πρῶτος πέλω, καί πτοοῦμαι, ἀλλ᾽ ἐμμένω τῇ φαύλῃ συνηθείᾳ ὁ ἄφρων. Ἡ πόρνη δέ γυνή, καί πτοηθεῖσα καί σπουδάσασα ταχύ, ἦλθε βοῶσα πρός τόν Λυτρωτήν: Φιλάνθρωπε καί οἰκτίρμον, ἐκ τοῦ βορβόρου τῶν ἔργων μου ῥῦσαί με» (οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ ὄρθρου).

(Ἡ πρώην ἄσωτη γυναίκα φάνηκε ξαφνικά σώφρων, γιατί μίσησε τά ἔργα τῆς αἰσχρῆς ἁμαρτίας καί τίς ἡδονές τοῦ σώματος: θυμήθηκε τη μεγάλη ντροπή και την κρίση της κόλασης που θα υποστούν οι πόρνοι και οι άσωτοι. Πρώτος από αυτούς είμαι εγώ και φοβάμαι, αλλά μένω προσκολλημένος ο άφρων στην πονηρή μου συνήθεια. Η πόρνη όμως γυναίκα, η οποία και φοβήθηκε και αντέδρασε γρήγορα, ήλθε φωνάζοντας προς τον Λυτρωτή: Φιλάνθρωπε και Οικτίρμων, σώσε με από τον βόρβορο των έργων μου).

        ὀρθρινή ἀκολουθία τῆς ΜΤετάρτης (πού ψάλλεται τό ἑσπέρας τῆς προηγουμένηςσφραγίζεται ἀπό τό τροπάριο τῆς ἁγίας Κασσιανῆςπεριεχόμενο τοῦ ὁποίου εἶναι  συγκλονιστική μετάνοια τῆς πόρνης γυναίκας τοῦ Εὐαγγελίου ὁποία προσῆλθε στόν ᾽Ιησοῦ Χριστό μέ πολύτιμο μύροπροκειμένου νά ἀλείψει μέ αὐτό τά ἄχραντα πόδια Τουὡς ἔκφραση εὐγνωμοσύνης γιά τήν ἀγάπη μέ τήν ὁποία τήν δέχτηκε καί τήν περιέβαλε καί γιά τή συγχώρηση βεβαίως πού εἰσέπραξε ἀπό ΑὐτόνΚι εἶναι βεβαίως περιττό καί νά ὑπενθυμίσουμε ὅτι ἡ ἁγία Κασσιανή, μεγάλη ἁγία καί ποιήτρια τῆς ᾽Εκκλησίας μας τοῦ ἔνατου μ.Χ. αἰώνα, δέν ἔχει καμμία σχέση πρός τήν πόρνη αὐτή, πέραν τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ ἁγία χρησιμοποίησε τό περιστατικό τοῦ Εὐαγγελίου γιά νά τό ἀποδώσει μέ ὑψηλότατη ποιητική εὐαισθησία καί νά τό παραδώσει ἔτσι στό πλήρωμα τῆς ᾽Εκκλησίας στούς αἰῶνες, προκαλώντας πάντοτε, μέχρι καί σήμερα, κατάνυξη καί διάθεση μετανοίας σέ κάθε καλοδιάθετη ψυχή. Κι αὐτός εἶναι ἀκριβῶς ὁ ἕνας λόγος πού ἡ ᾽Εκκλησία μας μᾶς προβάλλει τό περιστατικό: νά μιμηθεῖ ὁ κάθε ἄνθρωπος τή μετάνοια αὐτῆς τῆς γυναίκας, ἐνῶ ἀπό τήν ἄλλη τό προβάλλει τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα καί γιά λόγους ἱστορικούς, σύμφωνα μέ τό συναξάρι τῆς ἡμέρας: «ὅτι μικρόν πρό τοῦ Πάθους τοῦτο γέγονε». Μιά προσέγγιση στή διαδικασία τῆς μετάνοιας τῆς γυναίκας αὐτῆς, πέραν τοῦ τροπαρίου τῆς Κασσιανῆς, μᾶς δίνει ὁ παραπάνω οἶκος τοῦ κοντακίου τῆς ἀκολουθίας.

       1. «Ἡ πρώην ἄσωτος γυνή, ἐξαίφνης σώφρων ὤφθη». Ἡ πρώην ἄσωτη γυναίκα, ξαφνικά φάνηκε σώφρων. Τί προκάλεσε τή συνταρακτική μεταστροφή της πού συνιστᾶ παραδοξότητα, ὅταν μάλιστα γνωρίζει κανείς τήν καταστροφική δύναμη τῆς συνήθειας; Διότι πολλοί ἐπιθυμοῦν τήν ἀλλαγή τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς τους, μή ἀντέχοντας τίς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας –«τά γάρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος» καί «θλίψις καί στενοχωρία παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό κακόν» -  ἀλλά στήν πράξη διαπιστώνουν τήν ἀδυναμία τῆς θέλησής τους γιά νά τό κατορθώσουν - ὅ,τι δραματικά ἐπισημαίνει καί ὁ ὑμνογράφος: «ἐμμένω τῇ φαύλῃ συνηθείᾳ ὁ ἄφρων»! Ὁ ὑμνογράφος μᾶς καθοδηγεῖ: ἡ γυναίκα μεταστράφηκε «μισήσασα τά ἔργα τῆς αἰσχρᾶς ἁμαρτίας καί τάς ἡδονάς τοῦ σώματος», γενόμενη ἔτσι παράδειγμα καί γιά ὅλους τούς πιστούς. Κι αὐτό σημαίνει: κανείς δέν μπορεῖ νά μετανοήσει καί νά γίνει σώφρων, νά μπορεῖ δηλαδή νά ζεῖ μέ ἐγκράτεια, ἔχοντας τόν ἔλεγχο τῶν ψεκτῶν παθῶν του καί καθοδηγούμενος ἀπό τόν ἡγεμόνα νοῦ, ἄν δέν σταθεῖ ἀρνητικά πρός τήν αἰσχρή ἁμαρτία καί δέν ἀναπτύξει τό λεγόμενο ἅγιο μίσος πρός τίς ἡδονές τοῦ σώματος. Καί τοῦτο γιατί ἡ ἐμμονή στίς ἡδονές σημαίνει τόν παθολογικό ἔρωτα τοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἐμπλοκή του πρός τόν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, ἄρα τήν ἀδυναμία θέας τοῦ Θεοῦ. «Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν»! Σχέση μέ τόν Θεό καί δουλεία στήν ἁμαρτία εἶναι καταστάσεις ἀσυμβίβαστες. Ὅπως τό διατυπώνει ὁ μεγάλος σύγχρονος ὅσιος Σωφρόνιος Ἀθωνίτης: «Ἡ ὁλοκληρωτική μετάνοια μᾶς ἀποσπᾶ ἀπό τό θανάσιμο ἐναγκαλισμό τοῦ ἐγωκεντρικοῦ ἀτομισμοῦ καί εἰσάγει στή θεωρία τῆς θείας παγκοσμιότητος τοῦ Χριστοῦ, ῾τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς εἰς τέλος᾽ (πρβλ. ᾽Ιωάν. ιγ´1). Ὅταν μισήσουμε τούς ἑαυτούς μας λόγω τῆς ζωντανῆς μέσα μας κακίας, τότε διανοίγονται σέ μᾶς οἱ ἀτέρμονες ὁρίζοντες τῆς ἐντεταλμένης ἀγάπης». Καί παρακάτω: «Τί θέλω κατ᾽ οὐσίαν νά πῶ μέ ὅλα αὐτά; Αὐτό ἀκριβῶς: Διά τῆς δοθείσης σέ μένα μετανοίας, μέχρι καί τοῦ αὐτομίσους, ἔλαβα χωρίς νά τό περιμένω πεῖρα θαυμαστῆς εἰρήνης, καί τό ἄκτιστο Φῶς μέ περιέβαλε, εἰσέδυσε μέσα μου, ἔκανε καί μένα φῶς ὅμοιο πρός Αὐτό καί μοῦ ἔδωσε νά ζήσω τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ τῆς ᾽Αγάπης, Βασιλεία, τῆς ὁποίας ῾οὐκ ἔσται τέλος᾽»(«᾽Οψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστιν»).

 2. Τί προκαλεῖ μέ τή σειρά του τό μίσος αὐτό κατά τῆς ἁμαρτίαςσύμφωνα μέ τόν ὑμνογράφοΔύο τινά: (1)  κρίση τῆς κολάσεως καί  ντροπή πού τή συνοδεύει – «διενθυμουμένη τήν αἰσχύνην τήν πολλήν καί κρίσιν τῆς κολάσεωςἥν ὑποστῶσι πόρνοι καί ἄσωτοι»καί (2)  ἐπίγνωση τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ - «Φιλάνθρωπε καί οἰκτίρμον,..ρῦσαί με»Ὅσο  ἄνθρωπος μέ ἄλλα λόγια ἀποκτᾶ ἐπίγνωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦκάτι πού ἀποτελεῖ χάρη δική Τουπροσφερόμενη ὅμως σ᾽ ἐκείνους πού ἔστω καί στήν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας διατηροῦν κάποια ψήγματα ἀγαθά - ἄς θυμηθοῦμε ἐδῶ αὐτό πού ἔλεγε  ὅσιος Πορφύριοςὅτι βεβαίως  Θεός δίνει τήν ἀγάπη Του σέ ὅλουςἀλλά θέλει γιά νά γίνει αὐτή  ἀγάπη Του αἰσθητή κάτι ἐλάχιστο ἀπό τόν ἄνθρωπομιά ἐπιθυμία του νά θελήσει κι αὐτός τήν ἀγάπη αὐτή - τόσο καί θέλγεται ἀπό ᾽Εκεῖνον καί στρέφεται ἐν μετανοίᾳ σέ ΑὐτόνΚι ἄν δέν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη αὐτή, ἐκεῖνο πού μπορεῖ λίγο νά τόν συνετίσει καί νά τόν ξυπνήσει εἶναι ὁ φόβος γιά τήν κόλαση καί ἡ ντροπή πού ὁ ἄνθρωπος θά νιώσει τότε μπροστά στήν κρίση τοῦ Θεοῦ, γεγονός πού συνιστᾶ κι αὐτό χαρισματική κατάσταση, κατώτερο θά λέγαμε σκαλοπάτι τῆς ἀγάπης.

Ἡ πόρνη γυναίκα ἔνιωσε τίς χαρισματικές αὐτές καταστάσεις, τοῦ φόβου καί τῆς ἀγάπης, γεγονός πού τίς φανέρωσε μέ τή σπουδή τῆς στροφῆς της πρός τόν Λυτρωτή – «ἡ πόρνη δέ γυνή, καί πτοηθεῖσα καί σπουδάσασα ταχύ, ἦλθε βοῶσα πρός τόν Λυτρωτήν». Κι εἶναι εὐνόητο ὅτι τά στάδια αὐτά τῆς μετανοίας, ὅπως μᾶς τά προσφέρει ὁ ὑμνογράφος μέσα ἀπό τό παράδειγμα τῆς γυναίκας τοῦ Εὐαγγελίου, εἶναι ἀσφαλῶς τά ἴδια στάδια πού μᾶς προβάλλει ἡ κλασικότερη παραβολή τοῦ Κυρίου στό θέμα αὐτό: ἡ παραβολή τοῦ ἀσώτου. Ὅ,τι ἔκανε ὁ ἄσωτος – συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας του καί στροφή στήν ἀγάπη τοῦ Πατέρα - τό ἴδιο βλέπουμε νά κάνει καί ἡ ἄσωτη γυναίκα. Τό ἕνα εἶναι παραβολή, τό ἄλλο πραγματικότητα. Τό ἀποτέλεσμα ὅμως εἶναι τό ἴδιο: ἡ ἀνοιχτή ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ πού μᾶς συγχωρεῖ καί μᾶς ἐξυψώνει σέ παιδιά Του.