04 Μαΐου 2024

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2024

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ Ι.ΚΛΗΡΟ & ΤΟΝ ΕΥΣΕΒΗ ΛΑΟ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

Ἀδελφοί, Συλλειτουργοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά καί περιπόθητα, ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!

Εὑρισκόμεθα χάριτι Θεοῦ στήν λαμπροφόρο νύχτα τῆς Ἀνάστασης καί ἡ Ἐκκλησία καλεῖ ὅλους μας νά βιώσουμε, μυστικά μέσα στήν καρδιά μας, τό μέγα μυστήριο τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ. Τό κορυφαῖο αὐτό ἱστορικό γεγονός πού συνέβη σέ ἱστορικό τόπο καί χρόνο, ἀλλάζοντας τήν ροή τῆς ἱστορίας καί τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Γεγονός, πού βιώνεται στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας, σέ κάθε Θεία Λειτουργία, καθώς Ἀνάσταση εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ζῶντας ὁ ἄνθρωπος τήν Ἐκκλησία ζεῖ τήν διαρκῆ Ἀνάσταση, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τῆς ἀναστημένης ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ χώρα τῶν ζώντων ὅπου «ὁ θάνατος οὐκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6,9).

Αὐτό τό γεγονός βιώνει μυστικά, σιωπηλά καί ἀθόρυβα, ὅποιος ἐλεύθερα καί ἀβίαστα δέχεται τή μεγάλη αὐτή ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας, ζῶντας τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὡς ἐμπειρία καί σχέση. Σχέση, ὅπου βρίσκεται – κρύβεται τό νόημα τῆς πίστης, τό νόημα τῆς Ἀνάστασης.   Στή σχέση αὐτή μέ τόν Χριστό ξαναβρίσκουμε τήν γνήσια καί μοναδική ἐλευθερία.

Ποιά; Τό νά μποροῦμε νά εἴμαστε παιδιά Του, παιδιά τῆς Ἀνάστασης, παιδιά τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀγάπης. Γενονός καί μυστήριο ὅμως πού ὁ πεπερασμένος νοῦς τοῦ ἀνθρώπου ἀδυνατεῖ νά προσλάβει καί νά κατανοήσει, γι’ αὐτό καί τό ἐμπαίζει, τό χλευάζει, ἐνίοτε δέ τό ἀπορρίπτει.

Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ἐπιλογῆς καί στάσης ζωῆς;   Νά νοηματοδοτοῦμε τήν ζωή μας μέ πράγματα πού ἀντί νά τήν γεμίζουν τήν ἀδειάζουν, ἀντί νά τήν τρέφουν τήν ἀποδυναμώνουν, ἀντί νά τῆς χαρίζουν ζωή τήν ὀδηγούν στόν θάνατο. Φτάσαμε σέ καιρούς πού ὅλοι μας ὑποφέρουμε. Ἐγκλωβιστήκαμε στή μοναξιά μας. Φυλακιστήκαμε στήν ἀλαζονεία καί τή φιλαυτία μας.

Ἀδειάσαμε τίς ψυχές μας ἀπό τό φῶς καί τήν ἐλπίδα καί τίς γεμίσαμε μέ τό σκοτάδι, τό φόβο, τό θάνατο. Αἰσθανόμαστε τόν πόνο νά μᾶς παραλύει.   Τίς δυσκολίες νά μᾶς λυγίζουν. Τίς ἀμφιβολίες νά μᾶς ταλαιπωροῦν καί τά ἀναπάντητα ἐρωτήματα νά μᾶς κλονίζουν.

Βιώνουμε ἕνα τραγικό κενό στήν ζωή καί τήν ὕπαρξή μας. Τό κενό τῆς ἀπουσίας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τό κενό τῆς ἀπουσίας τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ «ἄλλου», ἀφοῦ τόν θεωρήσαμε, τόν θεωροῦμε, ὑπαίτιο – φταίχτη τῶν δεινῶν τῆς ζωῆς μας.

Ἐσύ φταῖς, δηλώνουμε στήν καθημερινότητα τῶν σχέσεών μας, ζῶντας τήν κόλασή μας ἀπό τό τώρα, τό σήμερα, καθώς ζωή χωρίς ἀγάπη καί συγχώρεση, σημαίνει ζωή χωρίς χαρά καί ἐλπίδα. Γι’ αὐτό καί στό ἐρώτημα: ποιά ἡ σημασία τῆς Ἀνάστασης γιά τόν σημερινό ἄνθρωπο; Ἡ ἀπάντηση εἶναι… σιωπή…. Καιρός, αὐτό τό Πάσχα, νά πάψομε νά ἀδικοῦμε ἑαυτούς καί ἀλλήλους.

Νά ἀναζητήσουμε μέσα μας, μέ ἀγάπη καί ἐλευθερία, νά ἀνακαλύψουμε τήν κρυμμένη ὀμορφιά τῆς παρουσίας καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.   Γιά νά εἰρηνεύσουν οἱ καρδιές, νά καταλαγιάσουν τά πάθη, νά ἡμερέψουν οἱ λογισμοί. Καί τότε θά ἀνακαλύψουμε τό νόημα καί τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς καί τῆς ζωῆς μας.

Τόν λόγο τῆς ὑπάρξεώς μας. Τότε θά κατανοήσουμε πώς ἀναζητοῦμε νόημα σέ μιά ζωή χωρίς νόημα. Τότε ὅμως θά συνειδητοποιήσουμε πώς τό νόημα τῆς ζωῆς μας δέν ἐξαντλεῖται στήν γῆ ἀλλά φτάνει στόν Οὐρανό.

Τότε θά ἀντιληφθοῦμε πώς γιά νά νικήσουμε ὅλους τούς θανάτους: τό θάνατο τῆς ἀγάπης, τό θάνατο τῆς καλωσύνης, τό θάνατο τῆς ἀνθρωπιᾶς, τό θάνατο τῆς ἐλευθερίας, κυρίως ὅμως τό θάνατο τῆς ζωῆς, ὁ δρόμος καί ὁ τρόπος εἶναι νά βιώσουμε τήν ἐμπειρία τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ στήν καρδιά μας.

Αὐτή τήν ἐμπειρία πού νικᾶ τό θάνατο, τόν κάθε θάνατο, καθώς ὁ καρφωμένος ἐπί τοῦ Σταυροῦ καί Ἀναστημένος Χριστός δέν ἄδειασε μόνον τούς τάφους, ἀλλά μπῆκε καί στό δικό μας τό θάνατο γιά νά τόν καταργήσει.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί,

Ἡ θλίψη καί ἡ χαρά συνυπάρχουν στήν ἀνθρώπινη ζωή. Ἡ ἀλήθεια αὐτή τονίζεται ἔντονα στά γεγονότα της Μεγάλης Ἑβδομάδος.  Πρό τοῦ Πάθους ὁ Χριστός κατά τόν Μυστικό Δεῖπνο διευκρίνισε στούς μαθητές του: «Καί ἐσεῖς, λοιπόν, τώρα ἔχετε λύπη. Ἀλλά πάλιν θά σᾶς δῶ καί θά χαρεῖ ἡ καρδιά σας καί τή χαρά σας κανείς δέν θά σᾶς τήν ἀφαιρέσει» (Ἰω. 16-22).

Ὁ πόνος συγκλονίζει τίς ἡμέρες τῶν Παθῶν, ἀλλά τελικά ὑπερνικᾶται μέσα στό φῶς τοῦ θριάμβου τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ πρώτη καθοριστική λέξη καί προτροπή του Ἀναστάντος στίς ἀφοσιωμένες Μυροφόρες, πού ἔσπευσαν στό μνῆμα του, ἦταν: «χαίρετε!» (Ματθ. 28, 9). Ὅταν ὁ Ἀναστάς Χριστός πρωτοεμφανίστηκε στούς μαθητές, ὁ εὐαγγελιστής Ἰωάννης σημειώνει ὅτι «ἐχάρησαν ἰδόντες τόν Κύριον» (Ἰω. 20, 21).

Ἡ χαρά τοῦ Πάσχα ἀναβλύζει μέσα ἀπό πολύμορφο πόνο πού προηγήθηκε: προδοσία, ἀποδοκιμασία, περιφρόνηση, θάνατο σταυρικό. Τό σταυροαναστάσιμο Πάσχα λυτρώνει ἀπό κάθε εἴδους λύπη. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ βεβαιώνει τή νίκη τῆς ἀλήθειας κατά τοῦ ψεύδους, τῆς ἀγάπης κατά τοῦ μίσους, τόν θρίαμβο τῆς ζωῆς πάνω στόν θάνατο.

Ὁ Ἀναστάς Χριστός διαλύει κάθε σκιά τοῦ Ἅδη. Συντρίβει τήν κυριαρχία τοῦ θανάτου, πού φέρνει ἡ βία, ἡ ἀλαζονεία, ἡ ἀδικία. Ἡ σύζευξη πόνου καί ἀγαλλιάσεως μᾶς αἰφνιδιάζει. Ἐν τούτοις, ἡ ἐναρμόνιση τῶν ἀντιθέσεων παραμένει χαρακτηριστικό τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τονίζει τήν ἐξαιρετική αὐτή ἐμπειρία: « ἐν θλίψει πολλῇ μετά χαρᾶς Πνεύματος Ἁγίου» (Α΄ Θεσ. 1,6).

Πρόκειται γιά μία ἐκπληκτική ἐναρμόνιση, μία παράδοξη ἀντίστιξη. Ἐκφραστικά τήν περιγράφει σέ ἄλλη ἐπιστολή του: «Πιεζόμεθα μέ κάθε τρόπο, ἀλλά δέν φτάνουμε σέ ἀδιέξοδο, εὑρισκόμεθα σέ ἀμηχανία ἀλλά ὄχι σέ ἀπελπισία, διωκόμεθα ἀλλά δέν ἐνκαταλειπόμεθα, καταβαλλόμεθα ἀλλά δέν χανόμεθα». (Β΄ Κορ. 4, 8-10).

Καί ἀλλοῦ: «ὡς λυπούμενοι ἀεί δέ χαίροντες, ὡς πτωχοί πολλούς δέ πλουτίζοντες, ὡς μηδέν ἔχοντες καί πάντα κατέχοντες» (Β΄  Κορ. 6, 6 -11).

Στό τελευταῖο βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, μέ συμβολικές συγκλονιστικές παραστάσεις συνοψίζεται ἡ ἀλληλουχία ἀντιθέτων, ἡ σύγκραση ὀδύνης καί τελικῆς νίκης τοῦ σταυρωθέντος καί ἀναστάντος Χριστοῦ.

Ἡ ἐναρμόνιση τῆς θλίψεως μέ χαρά Πνεύματος Ἁγίου, γιά τήν ὁποία γίνεται λόγος, ἐκ πρώτης ὄψεως εἶναι ἀνέφικτη.   Ἀλλά, ὅπως ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν μᾶς βεβαιώνει, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ» (Φιλ. 4, 13). Ἡ σύνθεση αὐτή μοιάζει ἀδύνατη, ὅμως ἡ στενή σχέση μέ τόν παθόντα καί ἀναστάντα Χριστό τήν καθιστᾶ δυνατή.  Αὐτήν τήν κοινωνία μέ τόν σαρκωθέντα Λόγο τοῦ Θεοῦ βιώνουμε ἐνσωματωμένοι στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι τό μυστικό Τοῦ Σῶμα.

Τό Ἅγιο Πνεῦμα, μέ τήν κοινωνία αὐτή, ἐνεργεῖ στήν ὕπαρξή μας, δυναμώνει καί χαροποιεῖ ὅλο μας τό εἶναι. Ἡ Ἀνάσταση ἀποτελεῖ πρόγευση τῆς τελικῆς νίκης τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀγάπης στά ἔσχατα.

Ἡ ἀναστάσιμη χαρά στηρίζεται σέ ἀρραγῆ θεμέλια. Πρῶτον στή διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ ὅτι «Ἐδόθη μοί πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Μάτθ. 28:18). Στή διάρκεια τῶν αἰώνων πολλοί παρουσιάστηκαν ὡς ἐξουσιαστές τῆς οἰκουμένης. Ἐκεῖνος, ὅμως, ὁ ὁποῖος ἔχει τήν τελική ἐξουσία σέ ὅσα συμβαίνουν στόν οὐρανό καί στή γῆ εἶναι ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.

Τό δεύτερο ἀκλόνητο θεμέλιο ἀποτελεῖ ἡ διαβεβαίωση τοῦ Ἀναστάντος ὅτι: «καί ἰδού ἐγώ μεθ’ ὑμῶν εἰμί πάσας τάς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28, 20). Ὁ δικός μας Κύριος δέν εἶναι μακρινός, ἀδιάφορος θεατής στά ὅσα συμβαίνουν. Ἐξακολουθεῖ νά εἶναι «μεθ’ ἡμῶν» σέ ὅλες τίς φάσεις καί τίς δύσκολες στιγμές τῆς ζωῆς μας.

Καί ἕνα τρίτο: ἡ πασχαλινή χαρά πολλαπλασιάζεται, ὅταν προσφέρει ἀγάπη ἐκεῖ ὅπου περισσεύει τό μῖσος, ἐκεῖ ὅπου συνθλίβει ἡ ἀπόγνωση. «Πάσχα, ἐν χαρᾷ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα, ὦ Πάσχα λύτρον λύπης». Ἡ θλίψη καί ἡ χαρά ἐναλλάσσονται στή ζωή μας. Ὀδυνηρά ἀπρόοπτα δέν λείπουν ἀπό τήν πορεία μας, συμφορές πού ὑπερβαίνουν τίς δυνάμεις μας καί μᾶς καταβάλλουν.

Νιώθουμε ἀμήχανοι νά τά ἀντιμετωπίσουμε καί συχνά κυριευόμαστε ἀπό τόν φόβο. Παρά ταῦτα, ἡ βούλησή μας ἄς μήν ἀδρανήσει. Ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς, ἄς ἀφήνουμε το φῶς τῆς Ἀναστάσεως νά καταυγάζει τή ζωή μας καί τό Ἅγιο Πνεῦμα νά μᾶς χαρίζει ἀντοχή, ὑπομονή, ἐλπίδα.

Ἡ σταυροαναστάσιμη χαρά ἀποτελεῖ διακριτικό γνώρισμα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. Γι’ αὐτό ὁ κορυφαῖος Ἀπόστολος ἐπιμένει: «χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε, πάλιν ἐρῶ χαίρετε» (Φιλ. 4, 4, Α΄ Θεσ. 5,16) .

Ἄς καταυγάσει, λοιπόν, τήν ζωή μας ἡ χαρά (τῆς Ἀναστάσεως) λυτρώνοντάς μας ἀπό τήν λύπη καί τήν καταχνιά. Ἡ ἀναστάσιμη βεβαιότητα, τό ἀναστάσιμο φρόνημα, ἄς στηρίζουν καί ἄς χαροποιοῦν καθημερινά τήν ζωή μας.

    Χριστὸς Ἀνέστη!  Ἀληθῶς Ἀνέστη!

Μέ θερμές Πατρικές εὐχές

Ο  Μ  Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ  Σ Α Σ

  + ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! ΑΛΗΘΩΣ (ΓΙΑ ΕΜΑΣ) ΑΝΕΣΤΗ;

 

Ίσως δεν πρέπει να σπεύδουμε να διαλαλούμε εύκολα τη χαρά και τη δοξολογική διάθεσή μας για την Ανάσταση του Χριστού! Όχι γιατί βεβαίως δεν της πρέπει «πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις», αφού με την Ανάσταση του Κυρίου πατήθηκε ο μεγαλύτερος και έσχατος εχθρός του ανθρώπου, ο θάνατος - το «Χριστός ανέστη» συνιστά δικαίως τον νικητήριο παιάνα της Εκκλησίας, τόσο που χωρίς την Ανάσταση «ματαία η πίστις ημών» κατά τον απόστολο.

Αλλά για την προϋπόθεση που θέτει η ίδια η Εκκλησία, προκειμένου να ψάλλουμε το «Χριστός Ανέστη». Κι η προϋπόθεση αυτή είναι η εκ καρδίας συγχώρηση των πάντων, έστω και των θεωρουμένων εχθρών μας. Ο εκκλησιαστικός υμνογράφος δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής στο δοξαστικό των Αίνων της Πασχαλινής ακολουθίας: «Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει, και ούτω βοήσωμεν: Χριστός Ανέστη εκ νεκρών». Για να φωνάξουμε δυνατά ότι αναστήθηκε ο Χριστός, πρέπει να συγχωρήσουμε τους πάντες και τα πάντα, ακριβώς λόγω της Αναστάσεως. Κι η αιτία; «Συγγνώμη εκ του τάφου ανέτειλε»! Που σημαίνει: αν δεν έχουμε αναστηθεί πνευματικά με την αγάπη που δίνει στον βαπτισμένο χριστιανό ο ίδιος ο Κύριος, αν δεν βρισκόμαστε δηλαδή στην ίδια φορά αγάπης και συγγνώμης με τον Ίδιο, δεν μπορούμε να νιώσουμε τη χαρά της Αναστάσεως, συνεπώς και να Την δοξολογήσουμε αληθινά.

Μήπως λοιπόν, αν κρατάμε οποιαδήποτε κακία στον συνάνθρωπό μας ή αν έχουμε βαριά καρδιά απέναντί του, είμαστε υποκριτές λέγοντας «Χριστός Ανέστη»; Η Ανάσταση του Χριστού δεν είναι ιδεολογική πρόταση, αλλά βίωμα της Εκκλησίας.

ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟΝ (Α΄ ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ)

«Μνήσθητι, εὔσπλαγχνε, καί ἡμῶν, καθώς ἐμνημόνευσας τοῦ λῃστοῦ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν» (Θυμήσου και εμάς, εύσπλαγχνε Κύριε, όπως θυμήθηκες τον ληστή στη βασιλεία των Ουρανών). 

Το παραπάνω μικρό τροπάριο ακούγεται «εἰς ἦχον β΄ εἱρμολογικῶς», καθώς σημειώνει το τυπικό της Εκκλησίας μας, «ἀντί τοῦ: Εἴδομεν τό φῶς» κατά το τέλος της Θείας Λειτουργίας τοῦ Μ. Βασιλείου το πρωί του Μ. Σαββάτου, όπου τελείται, όπως λέει και ο λαός μας, η «Πρώτη Ανάσταση». Κι ως γνωστόν πρόκειται για την προαναγγελία της Αναστάσεως, αφού τελείται ο εσπερινός της λαμπροφόρου αυτής εορτής που συμπλέκεται με τη Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου. Όπως δηλαδή συμβαίνει με κάθε εσπερινό που ξεκινά την εορτή της επομένης ημέρας, κατά τον ίδιο τρόπο και η σημερινή: ξεκινά την Ανάσταση του Κυρίου, έχουμε εισέλθει στον προθάλαμο, για να προχωρήσουμε τρέχοντας στην καθαυτή εορτή με την έναρξη της επομένης ημέρας, «τῇ μιᾷ των Σαββάτων». 

Και την ώρα αυτή που έχει πάρει να χαράζει το σημαντικότερο γεγονός που υπήρξε, υπάρχει και θα υπάρχει στην παγκόσμια ιστορία: η Ανάσταση του Κυρίου που σηματοδοτεί και την ανάσταση των ανθρώπων καθώς νικιέται «ὁ ἔσχατος ἐχθρός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θάνατος», (συνεπώς και  η φιλαυτία και η πονηρία από τη δύναμη της Αγάπης), η Εκκλησία μας και πάλι έρχεται να μας φέρει στη θέση του ευγνώμονος ληστού, αυτού που αισθάνθηκε τη θέση του έναντι του συσταυρωμένου Βασιλέως της Δόξης, του ανθρώπου που έστω και την τελευταία στιγμή μετάνιωσε για ό,τι άσχημο και αμαρτωλό έκανε και στράφηκε με ταπείνωση αλλά και ελπίδα στον μόνο Σωτήρα του κόσμου.  Κι αυτό γιατί; Για να τονίσει ότι ναι μεν ο Κύριος καταπατά τον θάνατο καθιστώντας τον μία απλή μετάβαση προς τη ζωή η οποία πια αυτή «κυριεύει», αλλά απαιτείται και η ανθρώπινη συμμετοχή: ο άνθρωπος να μετανιώσει, να αισθανθεί όπως και ο ευγνώμων ληστής την κατάντια του και να ελπίσει στον Κύριο. Με άλλα λόγια η Ανάσταση του Κυρίου θα φέρει μεν την ανάσταση των σωμάτων όλων των ανθρώπων, είτε πιστών είτε απίστων, κατά την ημέρα της Δευτέρας παρουσίας Του (με την ένωση των σωμάτων με τις ψυχές), όμως δεν θα είναι ανάσταση προς ζωή για όλους: οι εν πίστει και μετανοίᾳ κεκοιμημένοι ή οι εν μετανοίᾳ ζώντες την ημέρα Εκείνη θα γευτούν με τρόπο ευλογίας την ανάστασή τους, εν αντιθέσει προς τους απίστους και αμετανοήτους που θα αναστηθούν μεν, αλλά η ανάσταση θα είναι γι’ αυτούς ανάσταση κρίσεως. 

Οπότε η Εκκλησία μας διά της υμνογραφίας της τονίζει και πάλι, στο ξημέρωμα της Χαράς για τη νέα δημιουργία, ότι το μόνο και απόλυτο ζητούμενο από τον άνθρωπο για να μπορέσει αυτός να ζήσει τη Βασιλεία των Ουρανών είναι η στάση της μετανοίας  – ό,τι συνιστά το ήθος του τελώνη, του μετανοημένου ασώτου, του ευγνώμονος ληστή. Το «μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» της αρχής της δημόσιας δράσης του Κυρίου βρίσκει θα λέγαμε την ευλογημένη απόληξή της στο «μνήσθητί μου, Κύριε» πάνω σ’ έναν σταυρό. Κι αυτό το σταυρωμένο «μνήσθητι» γίνεται πια η κραυγή που σφραγίζει χωρίς καμία διακοπή τη χριστιανική πορεία κάθε ανθρώπου και του δίνει τη βεβαιότητα από τα χείλη του Ίδιου του Κυρίου ότι κι αυτός θα είναι μέλος της ευλογημένης Βασιλείας Του. Φτάνει στο σημείο μάλιστα ο μέγας Γέρων της εποχής μας, όσιος Σωφρόνιος ο Αθωνίτης, ο Γέρων του Έσσεξ, να σημειώνει τα εξής καταπληκτικά γι’  αυτήν την ευλογημένη μετάνοια ως πλήρη αφοσίωση και στροφή στον δρόμο του Κυρίου: «Όταν όλο το «είναι» μας είναι συγκεντρωμένο στον Θεό, η προσευχή μας μπορεί να λάβει χαρακτήρα αιώνιο και να μην αντιληφθούμε τη στιγμή του θανάτου. Όταν είμαστε βυθισμένοι σε μια τέτοια προσευχή, δεν είμαστε πλέον σίγουροι αν θα επιστρέψουμε στη γη ή όχι. Αν περάσουμε στην άλλη όχθη σε κατάσταση προσευχής, δεν θα ζήσουμε τον θάνατό μας, αλλά θα αισθανόμαστε ότι ζούμε. Όταν βρισκόμαστε συνεχώς στην τελευταία Κρίση, περνάμε από τον θάνατο στην αιώνια ζωή, χωρίς να καταλάβουμε ότι έχουμε πεθάνει» (Οικοδομώντας τον Ναό του Θεού, τόμ. Β΄, σελ. 344).

Αδιανόητο βάθος μυστηρίου της πνευματικής ζωής των αγίων. Η άβυσσος της μετανοίας που συναντά την άβυσσο του ελέους του Θεού!

02 Μαΐου 2024

"ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΣΟΥ ΤΑ ΠΑΘΗ, ΧΡΙΣΤΕ"!

 

 1. «Τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ» πού ἐπιτελοῦμε τήν ῾Αγία καί Μεγάλη Παρασκευή, ἀποτελοῦν τό ἀποκορύφωμα τῶν ὅλων Παθῶν τοῦ Κυρίου. Διότι ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ἦταν ἕνα Πάθος. Κι ἀκόμη περισσότερο∙ ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού τονίζει καί μιά ἄλλη μυστική διάσταση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί μετά τήν ᾽Ανάσταση: τή συνέχεια Αὐτοῦ τοῦ Πάθους μέσα ἀπό τά παθήματα τῶν μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τῶν ἐπιμέρους Χριστιανῶν, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος τελικῶς εἶναι πάντοτε στόν Σταυρό μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. «Χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά χάρη σας καί συντελῶ ἔτσι μέ τά σωματικά μου παθήματα, ὥστε νά ὁλοκληρωθοῦν οἱ θλίψεις πού πρέπει νά ὑπομείνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἡ ᾽Εκκλησία» (Κολ.1,24).
       2. Τά πάθη τοῦ Κυρίου καί μάλιστα ἡ σταυρική Του θυσία ἐκφεύγουν τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ὁ Σταυρός Του συνιστᾶ μυστήριο, γιατί ἀκριβῶς Αὐτός πού πάσχει δέν εἶναι ἕνα κοινό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀλλ᾽ ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός. Πάσχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατά τό ἀνθρώπινο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε μέ μέτρο τίς δυνάμεις μας – τή λογική μας, τά συναισθήματά μας, τή διαίσθησή μας ἀκόμη – νά κατανοήσουμε αὐτό πού διαδραματίζεται. Βλέπουμε μέν ἕναν ἄνθρωπο νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά μᾶς διαφεύγει τό βάθος Του, ἡ κρυμμένη πραγματικότητα. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ, ἔστω καί ἐκ μέρους, νά βοηθήσει στήν προσέγγιση αὐτή τοῦ μυστηρίου; Μόνον ἡ πίστη πού φωτίζεται βεβαίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς φωτίσει καί δέν μεταποιήσει τίς ἀνθρώπινες δυνατότητές μας, ὥστε μέ ἐνδυναμωμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια νά βλέπουμε τά γινόμενα, θά παραμένουμε πάντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ὁριζόντιας διάστασης τῶν πραγμάτων, σέ νύκτα πνευματική. Κι ἐκεῖνο πού προϋποτίθεται γι᾽ αὐτόν τό φωτισμό εἶναι ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάθους Του, πού καθαρίζει τά μάτια καί ἐνεργοποιεῖ ἐν γένει τίς πνευματικές αἰσθήσεις. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται».

3. Τί μποροῦμε λοιπόν νά ψηλαφήσουμε μέ τόν πνευματικό αὐτόν τρόπο; Τί μποροῦμε ἑπομένως νά ποῦμε γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, καθοδηγούμενοι ἀπό τούς κατεξοχήν πνευματοφόρους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς ᾽Εκκλησίας μας; ῎Οχι βεβαίως αὐτό πού ἐπιχείρησε ἡ σχολαστική θεολογία τῆς Δύσης, ὅτι δηλαδή τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἐξιλέωση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, πού ζητοῦσε ἱκανοποίηση λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀνθρώπου, διότι κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὑπόκυψη ἀκριβῶς στήν παγίδα πού ἀναφέραμε: τή διά λογικῆς προσέγγιση τοῦ Σταυροῦ, ἄρα στήν οὐσία στή διαστρέβλωση καί τήν ἀλλοίωση τοῦ νοήματος καί τοῦ περιεχομένου του. Τόν Θεό στήν περίπτωση αὐτή τόν κάνει κατ᾽ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου,καί μάλιστα τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Πατέρων μας, σέ στάση ἄπειρου σεβασμοῦ πρός τό μυστήριο, εἶδε κυρίως δύο πράγματα καί αὐτά πρωτίστως ἐτόνισε:

(α) τήν ἄβυσσο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, τέτοιας πού ἔπρεπε νά σταυρωθεῖ ἕνας Θεός γιά νά τήν καταργήσει, κάτι πού σημαίνει τήν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης λύτρωσης μέ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπινο τρόπο, ἄρα καί τήν καταδίκη ὁποιουδήποτε μεσσιανισμοῦ, στηριγμένου σέ ἀνθρώπινα κηρύγματα καί σέ ἀνθρώπινες μόνο δυνατότητες, καί

 (β) τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού «κενώνει» τόν ἑαυτό Του, «κλίνει οὐρανούς καί κατέρχεται», προκειμένου νά ἄρει ἐπάνω Του Αὐτός τή δική μας ἁμαρτία καί νά μᾶς προσφέρει τή γλυκύτητα τῆς θεραπείας μας καί τή δικαιοσύνη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ λειτούργησε καί λειτουργεῖ μ᾽ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ ἀνθρώπινος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τοῦ ἐνόχου καί τήν ἀθώωση τοῦ ἀθώου. Βάσει τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀθῶος, ὁ Χριστός, τιμωρεῖται, ἐνῶ ὁ ἔνοχος, ὁ ἄνθρωπος, δικαιώνεται καί ἀθωώνεται, κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς ὅτι ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιά τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα ἦταν ἡ θεραπεία της. ῎Ετσι μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός: θεραπεύοντάς μας!

4. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό «αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» κυριολεκτεῖται: πάνω στόν Σταυρό σβήστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὄχι μόνον τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῆς καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν. Δέν ὑπῆρξε, δέν ὑπάρχει καί δέν θά ὑπάρξει ἄνθρωπος μετά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού νά μή βρίσκεται αἰρόμενος ἐπί τοῦ Σταυροῦ, γεγονός πού εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης καί μάλιστα τόν Ἡσαΐα, καί πού αὐτήν τήν πίστη στίς προφητεῖς ζητοῦσε ὁ Κύριος ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους καί μάλιστα τούς μαθητές Του. «῏Ω, ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, τοῦ πιστεύειν ἐπί πᾶσιν οἷς ἐκήρυξαν οἱ προφῆται»! Ὁ Κύριος «ἔδει παθεῖν» ἀκριβῶς γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε: τήν ἄρση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ ὅ,τι πιό παρήγορο ἔχει ἀκουστεῖ ποτέ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι αὐτό γιατί μετά τόν Σταυρό δέν ὑπάρχει ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας ἄνθρωπος, ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἁμαρτίες κι ἄν ἐπιτελέσει, μπροστά στήν Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη σβήνει καί χάνεται. Κι ἔκτοτε θεωρεῖται βλασφημία ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀπειρίας τῆς ἀγάπης αὐτῆς. ᾽Εκεῖνος δηλαδή πού θά ἐπικαλεστεῖ τίς πολλές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες του γιά νά θέσει ἐρωτηματικό στή δυνατότητα τῆς συγγνώμης του ἀπό τόν Χριστό, στήν οὐσία εὐθέως βλασφημεῖ τόν Σταυρό Του καί ἀποκαλύπτει ἁπλῶς τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα του. Τίθεται στήν περίπτωση αὐτή σέ προτεραιότητα ἡ ἀνθρώπινη λογική ἔναντι τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Γιά νά τό διατυπώσουμε μέ τούς ὅρους τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Ὅλη ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἄν μαζευτεῖ ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἄλλη, εἶναι σάν μιά σπίθα μπροστά σ᾽ ἕνα πέλαγος. Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ σπίθα στό πέλαγος; Κι αὐτό τό παράδειγμα δέν εἶναι ἀπολύτως σωστό. Διότι τό πέλαγος ἔχει καί κάποια ὅρια, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη.

5. Ἡ μόνη στάση τοῦ πιστοῦ μπροστά στόν Σταυρό, ἔτσι, εἶναι ἡ προσκύνηση. «Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ»! Δηλαδή:

       - ἐν πίστει τά ἀποδεχόμαστε καί τά πιστεύουμε∙

       - γονατίζουμε ἐν κατανύξει μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κτυπᾶμε τό στῆθος μας, σάν τόν τελώνη, γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας∙

       - Τόν παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀκολουθοῦμε τά χνάρια τῆς ζωῆς Του, ὥστε νά Τόν νιώθουμε ἐν αἰσθήσει στήν καρδιά μας∙

       - προσερχόμαστε προπάντων πάντοτε ἐν μετανοίᾳ γιά νά κοινωνήσουμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του, ὅπως τό λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: ὅταν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις, νά προσέρχεσαι μέ τήν πεποίθηση ὅτι κοινωνᾶς ἀπό τή λογχευμένη πλευρά τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, πού ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τελικῶς, ἡ προσκύνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ταυτίζεται ὡς διάθεση τουλάχιστον μέ τό βίωμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός». Στό μέτρο πού ζοῦμε τόν Σταυρό, βλέπουμε καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ζωντανή στή ζωή μας.
᾽Αλλ᾽ αὐτό σημαίνει καί τήν ὅραση τῆς ᾽Αναστάσεώς του.
 «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου ᾽Ανάστασιν».

01 Μαΐου 2024

ΟΡΘΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΕΜΠΤΗΣ (1)

 

 Τή Μεγάλη Πέμπτη οἱ Πατέρες μας, μᾶς παρέδωσαν νά ἑορτάζουμε τέσσερα πράγματα: τόν ἱερό Νιπτήρα, τόν Μυστικό Δεῖπνο, τήν ὑπερφυᾶ προσευχή καί ἀκόμη τήν προδοσία τοῦ ᾽Ιούδα. ᾽Εκεῖνο τό τροπάριο πού συγκεφαλαιώνει καί συνδέει τά περισσότερα ἀπό αὐτά, ἐπισημαίνοντας τίς προεκτάσεις τους καί στή δική μας ζωή, εἶναι κυρίως ὁ οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ ὄρθρου τῆς ἡμέρας: ῾Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα, συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ, ἵνα ἴδωμεν τούς πόδας πῶς ἀπονίπτει τῶν Μαθητῶν, καί ἐκμάσσει τῷ λεντίῳ, καί ποιήσωμεν ὥσπερ κατίδωμεν, ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες. Αὐτός γάρ ὁ Χριστός οὕτως ἐκέλευσε τοῖς αὐτοῦ μαθηταῖς ὡς προέφησεν. ᾽Αλλ᾽ οὐκ ἤκουσεν ᾽Ιούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος᾽.

(Αφού προσεγγίσουμε όλοι με φόβο Θεού τη μυστική Τράπεζα, ας υποδεχτούμε τον αγιασμένο άρτο με καθαρές τις ψυχές, συμπαραμένοντας με τον Δεσπότη Χριστό, προκειμένου να δούμε πώς νίπτει τα πόδια των μαθητών και τα σκουπίζει με το λέντιο. Κι ας κάνουμε όπως ακριβώς είδαμε, δηλαδή υποτασσόμενοι ο ένας στον άλλον και πλένοντας τα πόδια ο ένας του άλλου. Διότι ο ίδιος ο Χριστός έτσι έδωσε εντολή στους μαθητές Του, όπως προείπε. Όμως δεν άκουσε ο Ιούδας ο δούλος και δόλιος).

       1. ῾Τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα᾽: Ὁ ὑμνογράφος, ἐκφράζοντας τήν πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας, μᾶς καλεῖ νά προσεγγίσουμε τή μυστική Τράπεζα, προκειμένου νά κοινωνήσουμε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ κέντρου τῆς ᾽Εκκλησίας μας, τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο συνέστησε ὁ Κύριος ἀκριβῶς τήν ἡμέρα αὐτή, κατά τό Μυστικό Δεῖπνο.

Ὁ Κύριος στό Δεῖπνο αὐτό τέλεσε γιά πρώτη φορά ἐπί τῆς γῆς τή Θεία Λειτουργία, καλώντας τούς μαθητές Του νά φᾶνε τό ἅγιο σῶμα Του καί νά πιοῦνε τό τίμιο αἷμα Του. Τό ῾λάβετε, φάγετε, τοῦτο γάρ ἐστι τό σῶμά μου᾽ καί τό ῾πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου᾽ συνιστοῦν τά ἱδρυτικά τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας λόγια, τά ὁποῖα ἔκτοτε ἐπαναλαμβάνονται σέ κάθε ἀντίστοιχη σύναξη πιστῶν, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου ῾τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν᾽, διαιωνίζοντας ἀκριβῶς ἐν Πνεύματι τόν Μυστικό Δεῖπνο. Ἡ Θεία Λειτουργία ἔ τ σ ι κατανοεῖται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας: ὡς ἡ συνέχεια τοῦ Μ. Δείπνου, γι᾽ αὐτό καί πάντοτε θεωρήθηκε ὡς τό κέντρο, ὅπως εἴπαμε, τῆς ᾽Εκκλησίας, γύρω ἀπό τό ὁποῖο ῾πλέχτηκαν᾽ καί ὅλα τά ὑπόλοιπα μυστήρια αὐτῆς. Κι εἶναι θά λέγαμε λογικό: ὁ Κύριος πού ἐρχόμενος στόν κόσμο μᾶς ἔσωσε, μέ τήν ἔννοια ὅτι μᾶς ἐνσωμάτωσε στόν ἑαυτό Του καί ἔτσι μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό - κάτι πού ἐνεργοποιεῖται γιά τόν πιστό ἀπό τήν ὥρα πού βαπτίζεται καί χρίεται στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ - ὁ ῎Ιδιος μᾶς τρέφει μέ τό σῶμα καί τό αἷμα Του, γιά νά διατηρηθεῖ αὐτή ἡ σχέση Του μαζί μας καί νά αὐξηθεῖ ῾μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ᾽.

2. Ὁ ὑμνογράφος, λοιπόν, μᾶς καλεῖ νά κοινωνήσουμε ῾τόν ἄρτον᾽, ὑπενθυμίζοντας ὅμως καί τίς προϋποθέσεις τῆς κοινωνίας αὐτῆς: τόν φόβο καί τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Ἡ συμμετοχή στή Θ. Κοινωνία δηλαδή δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα. Μιά συμμετοχή στά ἄχραντα μυστήρια, χωρίς τήν ἐνδεδειγμένη μετάνοια καί χωρίς ἐπίγνωση, δημιουργεῖ τίς συνθῆκες ἐπανάληψης τοῦ δαιμονισμοῦ τοῦ ᾽Ιούδα. Μή ξεχνᾶμε ὅτι καί ὁ ᾽Ιούδας κοινώνησε, ἀλλά μέ τήν προδοσία ἐν ἐξελίξει, μέ ἀποτέλεσμα νά δαιμονιστεῖ καί νά καταστραφεῖ. Καί τοῦτο γιατί ὁ εὐλογημένος ἄρτος δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο ἐνεργοποιώντας ὅ,τι συναντᾶ στήν ψυχή του: φιλοθεΐα ἤ μισανθρωπία. Σάν τή βροχή πού πέφτοντας στή γῆ θά φέρει τήν καρποφορία εἴτε τῶν ἀγαθῶν σπερμάτων εἴτε τῶν ζιζανίων. ῎Ετσι μπορεῖ κανείς νά κοινωνήσει καί ἀντί νά καλυτερεύσει, μέ τήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς προόδου του, νά χειροτερεύσει. Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν κατά τόν ὑμνογράφο εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς. στόν κόσμο.

       3. ῾συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ᾽,τι συνέβη στόν Μυστικό Δεῖπνο λειτουργεῖ ἀρχετυπικάπού σημαίνει ὅτι πολλοί δυστυχῶς χριστιανοί  ἀκολουθοῦν τό παράδειγμα τοῦ ᾽Ιούδα ὁποῖος κοινώνησε ἐν προδοσίᾳ τοῦ Χριστοῦ καί ἔφυγε γιά νά ὁλοκληρώσει αὐτήν τήν προδοσία ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νά συμπαραμένουμε μέ τόν Χριστό κι ἐκεῖ νά Τόν δοῦμε νά πλένει τά πόδια τῶν μαθητῶν καί νά τά σκουπίζει μέ τό λέντιοπροκειμένου μέ τόν ἴδιο τρόπο νά στεκόμαστε κι ἐμεῖς ἀπέναντι σέ κάθε συνάνθρωπό μας᾽ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες᾽Μέ ἄλλα λόγια  ὀρθή μετοχή στή ΘΕὐχαριστία ὁδηγεῖ σέ γνήσια ἀκολουθία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦδηλαδή στήν ταπείνωση καί τήν ἐν ἀγάπῃ διακονία τῶν συνανθρώπωνΝά τό ποῦμε κι ὅπως τό διατύπωσε καί μεγάλος ρῶσος μυθιστοριογράφος καί βαθύς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς Φ. Ντοστογιέφκσι στό τελευταῖο ἔργο του ῾᾽Αδελφοί Καραμαζώφ᾽῾Μπροστά σέ μερικές σκέψεις ἄνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ἰδίως μπροστά στή θέα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, καί ἀναρωτιέται ἄν θά τήν πολεμήσει μέ βία μέ ταπεινή ἀγάπη. Πάντα ν᾽ ἀποφασίζεις: ῾Θά τήν πολεμήσω μέ ταπεινή ἀγάπη᾽. ῎Αν ἀποφασίσεις πάνω σ᾽ αὐτό μιά γιά πάντα, μπορεῖς νά κατακτήσεις ὁλόκληρο τόν κόσμο. Ἡ γεμάτη ἀγάπη ταπείνωση εἶναι μιά τρομερή δύναμη: εἶναι τό πιό δυνατό ἀπ᾽ ὅλα τά πράγματα καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο σάν κι αὐτή᾽. Μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία καί ἔχθρα πρός τό συνάνθρωπο ἤ ἀδικία του ἐκ μέρους μας καί ῾τσαλάκωμα᾽ τῆς προσωπικότητάς του μέ ὁποιονδήποτε τρόπο δέν μποροῦν νά συνυπάρξουν. Ὁ ὑμνογράφος εἶναι σαφής: Χριστιανός σημαίνει νά βλέπεις καί νά ἀκολουθεῖς τόν Χριστό, μέσα σέ εὐχαριστιακά, δηλαδή ἐκκλησιαστικά πλαίσια, ζώντας πάντοτε τήν ταπεινή ἀγάπη Του. Κάθε τι διαφορετικό σημαίνει ἔκπτωση στή δολιότητα τοῦ ᾽Ιούδα.