11 Σεπτεμβρίου 2024

Η ΟΣΙΑ ΜΗΤΗΡ ΗΜΩΝ ΘΕΟΔΩΡΑ Η ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ

«Όπως η βασιλεία των Ουρανών ομοιώθηκε με δέκα παρθένες, όπως λέγει το στόμα του Χριστού στην Καινή Διαθήκη, έτσι και δέκα γυναίκες ομοιώθηκαν με σχήμα ανδρικό και σύντριψαν τα κέντρα του ανθρωποκτόνου διαβόλου. Μία δε από αυτές τις δέκα ήταν και η σήμερα εορταζομένη Θεοδώρα, που το όνομά της σημαίνει δώρο Θεού. Αυτή λοιπόν καταγόταν από την πόλη της Αλεξανδρείας κατά τους χρόνους Ζήνωνος του βασιλιά, κατά το έτος 472. Είχε συζευχθεί νόμιμα με άνδρα και ζούσε ζωή πολύ καλή και ακατηγόρητη. Επειδή όμως από φθόνο του μισόκαλου διαβόλου έπεσε κρυφά σε μοιχεία, αποφάσισε να ζητήσει και να βρει τη σωτηρία της. Γι’ αυτό όταν άκουσε τα ευαγγελικά λόγια, με τα οποία διδάσκει ο Κύριος ότι δεν υπάρχει τίποτε κρυφό που να μη γίνει φανερό αργότερα («οὐκ ἔστιν κρυπτόν, ὅ οὐ φανερόν γενήσεται»: Λουκ. 8, 17), χάριν τούτου, καθώς στοχάστηκε το βάρος της αμαρτίας που έκανε, βδελύχθηκε αυτήν την αμαρτία σαν ένα σίχαμα και μία ακαθαρσία, οπότε απορρίπτει τη γυναικεία ενδυμασία και ντύνεται το αγγελικό σχήμα των (ανδρών) μοναχών και μετονομάζεται από Θεοδώρα σε Θεόδωρο. Πήγε λοιπόν σε ανδρικό μοναστήρι, μετανοώντας και κλαίοντας την αμαρτία της.

Αφού πέρασε η μακάρια δύο ολόκληρα χρόνια, κοπιάζοντας με βαριές δουλειές και με αγώνα να σηκώνει τα πράγματα που χρειάζονταν για το μοναστήρι, από φθόνο του ψυχοφθόρου διαβόλου συκοφαντήθηκε από κάποιους κακότροπους ανθρώπους ότι πόρνεψε με μία γυναίκα. Γι’ αυτό οι συκοφάντες έφεραν ένα βρέφος και το έριξαν έξω στη θύρα του μοναστηριού, κατηγορώντας την ψεύτικα ότι ήταν δικό της. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος η αοίδιμη Θεοδώρα δέχθηκε τη συκοφαντία σαν αληθινή και πήρε το βρέφος, ανατρέφοντάς το κανονικά σαν να ήταν δικό της. Διότι προσπαθούσε η τρισμακάρια να κρύψει τον εαυτό της, ότι ήταν δηλαδή γυναίκα κατά τη φύση. Αφού έκανε υπομονή έξω από το μοναστήρι για την αγάπη του Θεού και για κανόνα της αμαρτίας της επτά ολόκληρα χρόνια, παλεύοντας με την ψύχρα του χειμώνα, με το καύμα του καλοκαιριού και με χαμαικοιτίες, μόλις και μετά βίας μετέπειτα μπήκε μέσα στο μοναστήρι.

Από τότε λοιπόν αφού καταξήρανε το σώμα της με συχνές προσευχές, με κόπους, με ολονύκτιες στάσεις και αγρυπνίες, κι αφού απέκτησε επίγνωση βαθιά το τι σημαίνει να κληρονομήσει κανείς τη βασιλεία των ουρανών, έφθασε σ’ εκείνον τον σκοπό και το τέλος που αγαπούσε. Διότι πραγματικά ακολούθησε φοβερό θαύμα στην αγία αυτή, το οποίο ποιος να μη θαυμάσει; Κι αυτό γιατί ενώ ήταν γυναίκα, έζησε μαζί με άνδρες χωρίς να το καταλάβει κανείς. Κι ακόμη γιατί ενώ βρισκόταν στο μέσο του σταδίου της ασκήσεως, αγωνιζόταν ως ένας από τους άνδρες, λάμποντας ασκητικά ως μέγας ήλιος. Οπότε φορτωμένη από τους άξιους μισθούς των κόπων της, ανέβηκε με χαρά στον ποθητό της νυμφίο Χριστό, ενώ οι μοναχοί βλέποντας αυτό το παράδοξο θαύμα, βρέθηκαν σε έκσταση και δόξασαν τον Θεό».

(Για την οσία αυτή Θεοδώρα γράφεται στο βιβλίο «Παράδεισος των Πατέρων» ότι είπε το αξιόλογο αυτό απόφθεγμα. Δηλαδή ότι δεν σώζει τον άνθρωπο ούτε η άσκηση ούτε η αγρυπνία ούτε κανείς άλλος ασκητικός κόπος, παρά μόνον η γνήσια ταπεινοφροσύνη. Διότι ήταν ένας αναχωρητής και εξεδίωκε τα δαιμόνια. Τα ρωτούσε δε αυτός με ποια αρετή βγαίνουν από τον άνθρωπο:

 - Με τη νηστεία βγαίνετε; Κι αποκρίνονταν τα δαιμόνια: Εμείς ποτέ δεν τρώμε ούτε πίνουμε.

- Τότε με την αγρυπνία βγαίνετε; Κι αποκρίνονταν: Εμείς ποτέ δεν κοιμόμαστε.

– Με την αναχώρηση και την καταφυγή σε έρημους τόπους βγαίνετε; Κι εκείνα αποκρίνονταν: Εμείς στην αναχώρηση και στην ερημιά βρισκόμαστε.

- Με ποια λοιπόν, τους είπε, αρετή βγαίνετε; Κι αποκρίθηκαν: Εμάς καμία αρετή δεν μας νικά, παρά μόνον η ταπεινοφροσύνη. Γιατί αυτή είναι ο νικητής των δαιμόνων.

Είπε πάλι η οσία, ότι ήταν ένας μοναχός που καθόταν στην έρημο στο κελλί του. Από το πλήθος δε των πειρασμών που του προξενούσε ο διάβολος, απέκαμε και είπε: ας φύγω από δω για να γλιτώσω. Την ώρα που ετοίμαζε τα υποδήματά του για να φύγει, βλέπει έναν άλλον άνθρωπο που έβαζε κι εκείνος τα υποδήματά του (κι ήταν ο άλλος, ο διάβολος) και λέγει στον μοναχό: εσύ φεύγεις από δω εξαιτίας μου, αλλά να κι εγώ ότι σε προλαβαίνω κι ετοιμάζομαι να πάω πιο μπροστά από εσένα εκεί που θα πας).

(Από τον Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου)

Θαυμαστός ο βίος της οσίας Θεοδώρας της εν Αλεξανδρείᾳ. Διότι ενώ δεν είναι η μόνη στην εκκλησιαστική ιστορία που ασκήθηκε μεταμφιεσμένη σε άνδρα σε μοναστήρι ανδρών, είναι η μόνη που ακολουθεί αυτήν την παράδοξη άσκηση με δύο ξεχωριστά δεδομένα: πρώτον, επιλέγει το σκληρό μαρτύριο της πλήρους ξενιτείας για να «εξιλεωθεί» από το αμάρτημα της μοιχείας που το γνωρίζει όμως μόνο αυτή∙ δεύτερον, αποδέχεται τη συκοφαντία της σαρκικής σχέσεως με γυναίκα(!), από την οποία προήλθε και ένα βρέφος(!), πάλι ερμηνεύοντας μόνον αυτή το γεγονός ως «ξεπλήρωμα» της μοιχείας που επιτέλεσε έναντι του νόμιμου συζύγου της. Πρόκειται για πραγματικότητα που αναδεικνύει την αγιότητα της Θεοδώρας, γιατί φανερώνει ότι η πορεία της, κι όχι μόνον η ασκητική όταν ντύθηκε το μοναχικό σχήμα αλλά και πρωτύτερα, ήταν αδιάκοπα ενώπιον των οφθαλμών του Κυρίου. Πράγματι, συνέβη η μεγάλη σαρκική πτώση της, «φθόνῳ διαβόλου» κατά τον συναξαριστή, όμως έκτοτε δεν μπορούσε να αντέξει το τραγικό γι’ αυτήν γεγονός, (ενώ θα μπορούσε να το «ξεπεράσει», ακολουθώντας και τον κανόνα της μετανοίας διά του μυστηρίου της εξομολογήσεως).

 Όμως είναι τόσο λεπτή η συνείδησή της που δεν της αρκεί αυτό. Αισθάνεται ότι η εξολοκλήρου αφιέρωσή της στον Θεό, και μάλιστα με τον απόλυτο τρόπο της ξενιτείας που είπαμε, μπορεί να επιφέρει τη συγχώρεση και την ανάπαυση της καρδιάς της. Την αίσθηση αυτή σημειώνει και ο άγιος υμνογράφος της. Ήδη από τα πρώτα στιχηρά του εσπερινού αναφέρει πως «ο ήλιος μέχρι τη δύση του (όχι μετέπειτα συνεπώς) δεν σε είδε να αμαρτάνεις, σε είδε όμως και σε γνώρισε ο καρδιογνώστης Κύριος που δεν δύει ποτέ. Γιατί είναι Αυτός που βλέπει όλα τα κρυφά γενόμενα, οπότε σου φώτισε έντονα με το φως της μετάνοιας και τα μάτια της καρδιάς σου, με αποτέλεσμα να σπεύσεις να τον λατρεύσεις με την επίμονη εγκράτεια και την τελειότητα των αρετών». 

Ο δρόμος της ξενιτείας της οσίας, όπως και η αναδοχή ευχαρίστως της συκοφαντίας φανερώνουν από την άλλη τη σπουδαιότερη εξ όλων των αρετών που χαρακτήριζε τη Θεοδώρα, την αγία ταπείνωση. Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας μαρτυρούν ότι αν θέλουμε αληθινά να γνωρίζουμε το πνευματικό ύψος ενός χριστιανού, πρέπει να δούμε τα σημάδια της αληθινής ταπεινοφροσύνης του. Κι αυτό γιατί ο αποκαλυφθείς Θεός μας είναι τα δύο αυτά: αγάπη και ταπείνωση. Η οσία Θεοδώρα λοιπόν αποκαλύπτει το υπέρμετρο ύψος της, γιατί διαπνεόταν από την ταπείνωση αυτή, και βεβαίως από την αγάπη της προς τον Θεό και τον συνάνθρωπό της. «Φρονήματι τεταπεινωμένῳ» μάς λέει ο υμνογράφος ότι υπηρετούσε στο μοναστήρι η αγία (ωδή γ΄), «τρωθεῖσα θείῳ ἕρωτι» (εξαποστειλάριον),  ενώ μ’ αυτό το φρόνημα εξέχεε τη φλογισμένη αγάπη της προς τον Κύριο με τις προσευχές της: «Δες την ταπείνωση και τον κλαυθμό μου. Δες τη θλίψη μου και ανακούφισέ την... έκραζε η Θεοδώρα πρός τόν μόνον  δυνάμενον σώζειν» (ωδή δ΄). Κι ήταν η ταπείνωσή της αυτή πια που σαν ξίφος στα χέρια της οσίας έκοβε τις κεφαλές των δαιμόνων: «Τῷ ξίφει τοῦτον (τόν ἐχθρόν) τῆς ταπεινώσεως ἔτρωσας, συντρίψασα αὐτοῦ κάραν πολυμήχανον» (ωδή ε΄).

Η οσία χαριτώθηκε ιδιαιτέρως από τον Κύριο λόγω της μεγάλης της ταπείνωσης και της βαθιάς μετάνοιάς της, γι’ αυτό αφενός πάμπολλα ήταν και είναι τα θαύματά της («χάριν ἰαμάτων δεδωκώς σοι, Θεός»: ωδή ε΄), αφετέρου αποτελεί μέγα παράδειγμα μετανοίας για κάθε άνθρωπο που περιπίπτει στις αμαρτίες, όσες μεγάλες και βαριές κι αν είναι  υπογραμμός ἀναδέδεικται πεπτωκόσιν ὁ βίος σου καί βουλομένοις προσέρχεσθαι διά μετανοίας τῷ εἰδότι τά πταίσματα συγχωρεῖν καθώς γέγραπται» (οίκος συναξαρίου) (αναδείχτηκε παράδειγμα η ζωή σου γι’ αυτούς που έπεσαν στην αμαρτία και θέλουν να προσέρχονται με μετάνοια σ’ Αυτόν που γνωρίζει να συγχωρεί τις αμαρτίες, όπως έχει γραφεί).  

10 Σεπτεμβρίου 2024

ΠΩΣ ΞΕΠΛΕΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΜΑΣ

«Παιδί μου, συμβούλευε ο Ρώσος ασκητής Τύχων, να πλένεις με δάκρυα τα πόδια του Χριστού και ο Χριστός θα ξεπλύνει τις αμαρτίες σου» (Αρχ. Ιωαννικίου, Αθωνικόν Γεροντικόν).

Τον μεγάλο Ρώσο ασκητή του Αγίου Όρους Γέροντα Τύχωνα τον γνωρίσαμε οι πολλοί από τον όσιο Παΐσιο τον αγιορείτη. Υπήρξε πνευματικός του μεγάλου Παϊσίου ο π. Τύχων και συχνά ο όσιος τον μνημόνευε και τον ανέφερε στις συζητήσεις και τις διδασκαλίες του. Για τον άγιο Παΐσιο ο Γέρων Τύχων ήταν ένας σπουδαίος σύγχρονος άγιος, έστω κι αν δεν έτυχε της επίσημης εντάξεώς του στο αγιολόγιο της Εκκλησίας, κι αυτό γιατί ο Κύριος φανερώνει στον κόσμο, για λόγους που Εκείνος γνωρίζει, όσους επιλέγει να είναι ενώπιόν Του οι κατεξοχήν πρεσβευτές υπέρ του κόσμου. Η θαυμαστή «αποκάλυψή» τους θα γίνει κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του, οπότε και η λάμψη του προσώπου τους θα υπερκεράσει τη λάμψη και αυτού του ήλιου. Γνωστό λόγιο του Γέροντα Τύχωνα που έδειχνε και το βάθος της πνευματικής του ζωής  ήταν: «Ο Θεός κάθε ημέρα ευλογεί τον κόσμο, αλλά όταν δει ταπεινό άνθρωπο τον ευλογεί και με τα δύο Του χέρια». Ή και το καταγεγραμμένο: «Ένα “Κύριε ελέησον” εκατό δραχμές, ένα “δόξα Σοι ο Θεός” χίλιες δραχμές».

Λοιπόν στο μνημονευόμενο σπουδαίο Γεροντικό του Όρους υπάρχει και η αναφορά του π. Τύχωνα για τα δάκρυα στην πνευματική ζωή, τα οποία έχουν τέτοια δύναμη που μπορούν να ξεπλύνουν τις όποιες αμαρτίες του ανθρώπου. Εννοείται βεβαίως ότι ο Γέρων Τύχων με τη βαθύτατη καρδία και τη σοφία του γνώριζε εμπειρικά τη διδασκαλία των νηπτικών Πατέρων της Εκκλησίας περί των δακρύων, ότι δηλαδή υπάρχουν δάκρυα που επαινούνται από τον Κύριο και δάκρυα που δεν τα δέχεται, γιατί εκφράζουν ένα εγωιστικό και υπερήφανο φρόνημα ή συνιστούν απλώς ένα χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας ενός ανθρώπου. Εδώ όμως μιλάει για τα αληθινά δάκρυα που πηγάζουν από καρδιά που ζει γνήσια τη μετάνοια ως επίγνωση της αμαρτωλότητάς της και αδιάκοπη επιστροφή της προς τον Θεό – ό,τι ο Κύριος είπε στην παραβολή του ασώτου.

Η μετάνοια αυτή με τα δάκρυα ως γνώρισμα πένθους για την αμαρτία ξεπλένει τις αμαρτίες, γιατί αποτελούν κατάθεση της ψυχής του ανθρώπου στον Χριστό και τον Τίμιο Σταυρό Του, πάνω στον Οποίο ήρε την αμαρτία του σύμπαντος κόσμου όλων των εποχών και την έσβησε διά παντός. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος ζώντας εν μετανοία, όπως κάλεσε ο Κύριος τον άνθρωπο αφ’ ης στιγμής ήλθε στον κόσμο και μετέπειτα: «μετανοείτε, ήγγικε γαρ η Βασιλεία των Ουρανών», μετέχει στο χαρισματικό σώμα Του, την Εκκλησία, ως μέλος Εκείνου, συνεπώς γίνεται δέκτης των δωρεών που έφερε κατεξοχήν με τη Σταυρική Του θυσία, απαλλασσόμενος από τις όποιες δικές του αμαρτίες. Ο αληθινά πιστός, ο μετανοημένος άνθρωπος δηλαδή, ζει από τώρα, από τη ζωή αυτή, τη χαρά του Παραδείσου, γιατί βιώνει ενεργά και αισθητά στην ύπαρξή του την απαλλαγή από κάθε ενοχή και την πληρότητα της χάρης του ίδιου του Θεού του. Το βίωμα της χαρμολύπης στην πιο αυθεντική μορφή του.

Είναι συγκλονιστικά τα λόγια και η πρακτική του αγίου Τύχωνα εν προκειμένω: «Τα μάτια του π. Τύχωνος του Ρώσου ερημίτου ήσαν αδιακόπως γεμάτα δάκρυα. Τα εσκούπιζε με ένα μανδήλιον συνεχώς βρεγμένον, που εκρατούσε πάντα εις το χέρι του. Το επιτραχήλιόν του ήτο σχεδόν πάντα νοτισμένον από αυτά τα δάκρυα και ο ξύλινος σταυρός, με τον οποίον ευλογούσε, εφαίνετο φαγωμένος. Έλεγεν ότι πρέπει όλας τας ημέρας της ζωής μας να πλένωμε τα πόδια του Χριστού με τα δάκρυά μας και να τα σκουπίζωμε με τα μαλλιά μας, ποιούντες μετανοίας. Ο ίδιος έχυνε χούφτες τα δάκρυα εμπρός εις τον Σταυρόν του κελλίου του. Είχε «μουλιάσει» το ξύλον του Σταυρού».

Η υμνολογία της Εκκλησίας μας έρχεται συχνά να μας υπενθυμίσει αυτό το βίωμα των αγίων μας με το δικό της μοναδικό τρόπο, καλώντας μας να μετάσχουμε κι εμείς στη χαρισματική αυτήν πραγματικότητα. «Δάκρυα μοι δος ο Θεός, ως ποτε τη γυναικί τη αμαρτωλώ, και αξίωσόν με βρέχειν τους πόδας σου, τους εμέ εκ της οδούς της πλάνης ελευθερώσαντας, και μύρον ευωδίας σοι προσφέρειν, βίον καθαρόν εν μετανοία μοι κτισθέντα˙ ίνα ακούσω καγώ της ευκταίας σου φωνής˙ Η πίστις σου σέσωκέ σε, πορεύου εις ειρήνην». Δώσε μου δάκρυα, Θεέ μου, όπως έδωσες κάποτε στην αμαρτωλή γυναίκα, και αξίωσέ με να βρέχω τα πόδια Σου που με ελευθέρωσαν από την οδό της πλάνης, και να Σου προσφέρω μύρο ευωδίας, δηλαδή τον καθαρό βίο μου που κτίσθηκε για μένα πάνω στη μετάνοια. Έτσι θα ακούσω κι εγώ τη φωνή Σου που εύχομαι να ακούσω: Η πίστη σου σε έσωσε, πορεύου ειρηνικά.

ΑΙ ΑΓΙΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΗΝΟΔΩΡΑ, ΜΗΤΡΟΔΩΡΑ, ΝΥΜΦΟΔΩΡΑ

«Οι άγιες αυτές ήταν αδελφές και κατάγονταν από τη Βιθυνία. Από μικρές αγάπησαν τον Κύριο Ιησού, τον Οποίο είχαν διαρκές εντρύφημα των ψυχών τους. Έτσι μόνη φροντίδα τους ήταν πώς θα στολίσουν τον εαυτό τους με τις αρετές. Για μεγαλύτερη άσκηση και αφιέρωση στον Θεό, έφυγαν από την πατρίδα τους και αποσύρθηκαν σ’ ένα λόφο, κοντά στα Πύθια θερμά λουτρά. Με τη διαρκή προσευχή τους και την εν Χριστώ άσκησή τους έφτασαν σε μεγάλα ύψη αρετής, τόσο που θεράπευαν διάφορες ασθένειες των ανθρώπων που προσέτρεχαν σ’  αυτές. Ο έπαρχος Φρόντων όμως, που έμαθε γι’ αυτές, έστειλε και  τις συνέλαβε, κι επειδή αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν την πίστη στον Χριστό, άρχισε να τις υποβάλλει σε σκληρά βασανιστήρια: τη στρέβλωση των μελών, το ρίξιμο στη φωτιά, το γδάρσιμο με σιδερένια νύχια, το κρέμασμα σε ξύλο, τέλος δε τον δια ξίφους θάνατο. Σε όλα αυτά οι άγιες υπέμεναν καρτερικά, έχοντας τον νου τους στην αγάπη του Χριστού και ενισχυόμενες από τη χάρη Εκείνου. Με την παράδοση των πνευμάτων τους στον Θεό, ο έπαρχος θέλησε να κάψει τα άγια σώματά τους, αλλά οι φλόγες στράφηκαν εναντίον του, ενώ καταρρακτώδης βροχή έσβησε αμέσως τη φωτιά. Οι χριστιανοί περισυνέλεξαν τα λείψανά τους, τα οποία και τα ενταφίασαν με μεγάλο σεβασμό».

Δύο πράγματα είναι αξιοθαύμαστα στις τρεις αυτές αδελφές που εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα. Πρώτον, ότι απαρχής μέχρι τέλους της ζωής τους υπήρξαν αγαπημένες, τόσο που ήταν σαν μία ψυχή σε τρία σώματα. Και στο πατρικό τους στη Βιθυνία και στην αναχώρησή τους στον τόπο της άσκησής τους, αλλά και στο μαρτύριό τους δρούσαν σαν ένας άνθρωπος. Είναι πολύ όμορφη η εικόνα που χρησιμοποιεί ο εκκλησιαστικός ποιητής για να δηλώσει την ενότητά τους αυτή. Τις ονομάζει «τρίφωτον λαμπάδα, τριώροφον οίκημα, σκήνωμα της αγίας Τριάδος». Κι είναι αξιοθαύμαστο τούτο, διότι δυστυχώς όχι σπάνια τα αδέλφια μεταξύ τους δεν διαπνέονται από τη φυσική αγάπη που θα έπρεπε να διακρίνει τις σχέσεις τους. Πολλές φορές μάλιστα όχι μόνο δεν υπάρχει αγάπη, αλλά αναπτύσσεται και μίσος, το οποίο φτάνει, όταν προκύπτουν ιδίως θέματα κληρονομιάς, και σε ακραίες καταστάσεις. Στα θήλεα αδέλφια δε, το ιδιάζον που αναπτύσσεται και συχνά δηλητηριάζει τις σχέσεις τους είναι η ζήλεια. Είναι μία τραγική πραγματικότητα, μέτοχοι της οποίας συχνά γίνονται οι πνευματικοί εξομολόγοι. Η αγάπη λοιπόν μεταξύ των τριών αυτών αγίων αδελφών αποτελεί παράδειγμα και έλεγχο. Αυτή είναι η κανονική και φυσιολογική κατάσταση, την οποία βεβαίως και μόνον ευλογεί ο Θεός.

Το δεύτερο αξιοθαύμαστο είναι η ανδρεία την οποία επέδειξαν και στη σκληρή άσκηση που ανέλαβαν στο λόφο που αποσύρθηκαν, αλλά κυρίως στην ώρα των μαρτυρίων τους. Η γυναικεία φύση πάντοτε θεωρήθηκε ως πιο απαλή και συνεπώς ευάλωτη στις σκληρές καταστάσεις, κάτι που οι σημερινές άγιες, όπως και όλες οι άγιες της Εκκλησίας μας το απέδειξαν ανίσχυρο. Ο έπαρχος Φρόντων καταρχάς προσέκρουσε σε «νταμάρι», όταν επεχείρησε να τις μεταπείσει, ώστε να φύγουν από την πίστη του Χριστού. Κι εκεί που αποδείχτηκε γρανιτένια η θέλησή τους ήταν ακριβώς την ώρα των μαρτυρίων τους. Ο υμνογράφος, έκθαμβος μπροστά στο ένθεο φρόνημά τους, σημειώνει: «Ατελεί εν τω σώματι, και τελείω φρονήματι, παλαμναίον δράκοντα, τον αρχέκακον, κατεπαλαίσατε ένδοξοι, δυνάμει του Πνεύματος, και ανίσχυρον αυτού την ισχύν απεδείξατε». Δηλαδή: Καταπαλαίψατε, ένδοξοι μάρτυρες, τον αρχέκακον δολοφόνο δράκοντα, τον αρχέκακο διάβολο (και τα όργανά του), με το ατελές και αδύναμο σώμα σας, αλλά με το τέλειο φρόνημά σας, και με τη Δύναμη του αγίου Πνεύματος αποδείξατε ανίσχυρη τη δύναμή του.

Είναι περιττό βεβαίως να υπενθυμίσουμε ότι και στα δύο αξιοθαύμαστα στοιχεία των αγίων αυτών μαρτύρων υπάρχει ως προϋπόθεση και βάση η ένθερμη πίστη στον Χριστό και η τελεία αγάπη Του. Η πίστη και η αγάπη σ’  Εκείνον δίνει αφενός την ενότητα στους ανθρώπους, πολύ περισσότερο δε την υπομονή στα μαρτύρια. Κι είναι η απάντηση της Εκκλησίας σε κάθε παρόμοια κατάσταση∙ όπου υπάρχει διχόνοια, ζήλεια, μίσος και έχθρα, όπου υπάρχουν δυσκολίες και αντιξοότητες στη ζωή, η  λύση είναι μία: ο άνθρωπος να στραφεί προς τον Χριστό. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υμνογράφος ερμηνεύει και τα δύο αξιοθαύμαστα ακριβώς με τον τρόπο τούτο: την αδελφική αγάπη τους τη χαρακτηρίζει πνευματική. «Αδελφικώς τω πνεύματι συνδούμεναι» (έχοντας αδελφικό σύνδεσμο κατά το πνεύμα), ενώ το μαρτύριό τους το ερμηνεύει ως αποτέλεσμα ενίσχυσής τους από την αγάπη του Χριστού: «τον δεδοξασμένον Λόγον ολικώς αγαπήσασαι, ου τετρωμέναι τω πόθω υπεμείνατε, παθημάτων τας επαγωγάς καρτερώτατα» (Επειδή αγαπήσατε τον δοξασμένο Λόγο του Θεού ολοκληρωτικά, πληγωμένες από τον πόθο Του, υπομείνατε καρτερικότατα όλα τα βασανιστήρια).

09 Σεπτεμβρίου 2024

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΠΑΤΟΡΩΝ ΙΩΑΚΕΙΜ ΚΑΙ ΑΝΝΗΣ

«Τη σύναξη αυτών εορτάζουμε, λόγω της γεννήσεως της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου. Και έγιναν αυτοί πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας, μέσω της  πάναγνης αγίας αυτών θυγατέρας, της Θεοτόκου. Την τελείωσή τους όμως από τον κόσμο αυτό γνωρίζει η εικοστή Πέμπτη του μηνός Ιουλίου».

Στον απόηχο των Γενεθλίων της Θεοτόκου η σημερινή εορτή της σύναξης των δικαίων Ιωακείμ και Άννης, κατά την προσφιλή συνήθεια της Εκκλησίας να τιμά μετά από ένα μεγάλο γεγονός τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτό - ο Ιωακείμ και η Άννα τιμώνται ως οι γονείς της Θεοτόκου, ως εκείνοι δηλαδή που συνήργησαν, προκειμένου να έλθει στον κόσμο, βουλήματι Θεού, η προορισθείσα να γίνει Μητέρα Αυτού, κόρη τους Μαρία. Και βεβαίως, είναι φυσικό τέτοιος ευκλεής καρπός σαν την Παναγία να έχει γονείς όχι τυχαίους, οι οποίοι πράγματι χαρακτηρίζονταν  από έντονη θεοσέβεια και απόλυτη υπακοή στον νόμο του Θεού, γι’  αυτό και υπερέβαλαν όλους ως προς τη γονεϊκή τους ιδιότητα. «Ω, μακάρια δυάδα. Εσείς ξεπεράσατε όλους τους γονείς, γιατί βλαστήσατε αυτήν που υπερέχει από όλη τη δημιουργία», κατά πώς ψάλλει και η Εκκλησία μας.

Η Γέννηση της Θεοτόκου όμως  δεν ήλθε ανώδυνα. Οι γονείς της έζησαν πολλά χρόνια με το «στίγμα» της ατεκνίας, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη κάθε Ιουδαϊκό ζεύγος που αδυνατούσε να κάνει παιδιά, θεωρείτο ότι είχε κατά κάποιο τρόπο την «κατάρα» του Θεού, αφού σίγουρα δεν θα προερχόταν από αυτό ο Μεσσίας που αναμενόταν. Με άλλα λόγια, κάθε ζεύγος Ιουδαίων δυνάμει ήταν και το Μεσσιανικό ζεύγος, συνεπώς το άτεκνο ζεύγος εξαιρείτο από  την ευλογία αυτή. Κι όμως, ο Θεός ανατρέπει τη λογική αυτή∙ μέσα από τη στείρωση της Άννας δημιουργεί τις συνθήκες της σπουδαιότερης ευτεκνίας στον κόσμο, για όλες τις εποχές, γεγονός που σηματοδοτεί την εκ θαύματος προέλευση της Παναγίας, σαν ένα είδος νέας δημιουργίας: όπως με τη βούληση του Θεού εκ του μηδενός δημιουργείται ο κόσμος, κατά παρόμοιο τρόπο, με τη βούληση του Θεού εκ της στειρώσεως δημιουργείται η Παναγία. Κι αυτό δίνει ώθηση στον υμνογράφο να «δει» και με άλλον τρόπο τη Γέννησή της: ως απαρχή αφενός στειρώσεως του ανθρώπου έναντι της αμαρτίας – ο άνθρωπος μπορεί να μην αμαρτάνει πια – και αφετέρου  διάλυσης της στειρώσεως της ανθρωπίνης  φύσεως – ο άνθρωπος μπορεί πια να καρποφορεί τις αρετές με τη χάρη του Θεού. Έτσι με τα Γενέθλια της Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε γεγονότα που υπερβαίνουν τη φυσική τάξη και μας μυούν στο μυστήριο της θείας οικονομίας, του σχεδίου δηλαδή του Θεού προς σωτηρία του κόσμου. Η Εκκλησία μάς καθοδηγεί να «ψαύσουμε» εν ταπεινώσει, εν φόβω και τρόμω, τον «βηματισμό» του Θεού, καθώς έρχεται η ώρα εισόδου Του στη γη.

Τη συγκλονιστική αυτή αναγωγή που αγκαλιάζει όλη την πνευματική ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης, κάνει ο υμνογράφος με πολλές εικόνες και σχήματα, αλλά και με σαφή λόγο, όπως στο κοντάκιο της εορτής: «Ο Ιωακείμ και η ´Αννα, με την αγία γέννησή σου, άχραντε Θεοτόκε, ελευθερώθηκαν από την ντροπή της ατεκνίας, όπως και ο Αδάμ και η Εύα ελευθερώθηκαν από τη φθορά του θανάτου. Τη γέννησή Σου αυτήν εορτάζει και ο λαός σου, καθώς λυτρώθηκε από την ενοχή των πταισμάτων του με το να κραυγάζει σε σένα: η στείρα ´Αννα γεννάει τη Θεοτόκο και τροφό της ζωής μας». Η Γέννηση της Θεοτόκου δεν κινείται δηλαδή μόνο σ’  ένα συγκεκριμένο ιστορικό επίπεδο∙ της εποχής του Ιωακείμ και της Άννας, όπου το ζεύγος ελευθερώνεται από την ντροπή της ατεκνίας, αλλά ανάγεται και στην αρχή της ανθρωπότητας με ό,τι συνέβη με την πτώση του Αδάμ και της Εύας στην αμαρτία: ο θάνατος ως τίμημα της αμαρτίας υπερβαίνεται, γιατί γεννήθηκε εκείνη, που θα γεννούσε τον Λυτρωτή του ανθρώπου, ακριβώς από την αμαρτία και τον θάνατο. Κι ακόμη∙ η Γέννησή της δρα πια διαχρονικά σε όλους τους αιώνες. Με Αυτόν που γέννησε η Παναγία ο άνθρωπος σώθηκε από οποιαδήποτε ενοχή, αφού ο Υιός και Θεός της, διά της σταυρικής Του θυσίας, σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, όλων των εποχών.

Παρακολουθούμε τα γεγονότα, μαζεμένοι, σιωπηλοί, «ψαύοντας», όπως είπαμε, εν φόβω και τρόμω τα μυστήρια. Και πώς αλλιώς; Ένα ζευγάρι Ιουδαίων, χωρίς να κατανοεί το τι διαδραματίζεται στο βάθος, γίνεται το όργανο του Θεού για το μεγαλύτερο μυστήριο που μπορούσε ποτέ να υπάρξει: της φανέρωσης Εκείνου στον κόσμο ως ανθρώπου!

07 Σεπτεμβρίου 2024

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Η σύνδεση της Γεννήσεως της Παναγίας με τον Ιησού Χριστό είναι εκείνο που κατεξοχήν εξαγγέλλει η εορτή.  Δεν προβάλλεται η Παναγία μας καθεαυτήν ως άνθρωπος. Ποτέ κανείς άνθρωπος από μόνος του, όσο σπουδαίος κι αν είναι, δεν μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους ανθρώπους - όλοι ενεργούν και υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της φθοράς και του θανάτου. Η Παναγία έρχεται στον κόσμο μέσα στο θείο σχέδιο σωτηρίας του κόσμου από την αμαρτία και τον θάνατο: είναι η προορισθείσα εκ πασών των γενεών να γίνει Μητέρα του Θεού, παραμένοντας Παρθένος κόρη, όπως διαλαλούν οι ύμνοι της εορτής της. Είναι εκείνη που ο ερχομός της, ως προαναγγελία του Σωτήρα του κόσμου Χριστού, είχε προφητευθεί με φωτισμό Θεού από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης∙ είτε ως κλίμαξ του Ιακώβ είτε ως στάμνος και μάννα είτε ως ράβδος του Ααρών είτε πολύ περισσότερο ως «η κεκλεισμένη πύλη, η κατά ανατολάς βλέπουσα», την οποία έδειξε στον προφήτη Ιεζεκιήλ ο Θεός, αποκαλύπτοντάς του ότι δεν θα την διέλθει άλλος παρά μόνον ο Ίδιος, και γι’  αυτό θα την κρατήσει έπειτα και πάλι κεκλεισμένη.

Η Γέννηση της Παναγίας λοιπόν τονίζεται και υμνολογείται τόσο εξαίσια, διότι ακριβώς παραπέμπει στον Ιησού Χριστό. Ο Χριστός είναι Εκείνος που δίνει την αξία στη Μητέρα Του, χωρίς την οποία όμως δεν θα ήταν Αυτός που είναι: εκτός από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Γι’  αυτό και η μοναδικότητα του Ιησού Χριστού αποκαλύπτει και τη μοναδικότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κανείς ποτέ δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει παρόμοιος με την Παναγία. Το ύψος της αγιότητάς της είναι υπέρμετρο και πάντοτε θα παραμένει, κατά την πατερική ποιητική έκφραση, «Θεός μετά Θεόν». Κατά συνέπεια κατανοείται και το γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη χαρά στη σύμπασα οικουμένη. Διότι με τη Γέννηση της Παναγίας ξεκινά η διαδικασία Γεννήσεως και της Χαράς του κόσμου, του Χριστού. Στον κόσμο πια θα υπάρχει η δυνατότητα υπέρβασης της αμαρτίας, κατάργησης του διαβόλου, καταπάτησης του θανάτου. Στον κόσμο θα υπάρχει η αληθινή Ζωή. Είναι δυνατόν να μη χαίρει ο κόσμος γι’  αυτό; «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια∙ σήμερον έπνευσαν αύραι, σωτηρίας προάγγελοι».

 Και βεβαίως η Εκκλησία μας δεν παύει, προβάλλοντας με ποιητικότατο και θεολογικότατο τρόπο την εορτή, να καλεί και εμάς τους πιστούς όλων των αιώνων στην πρακτική διάσταση αυτής∙ δηλαδή αφενός να κινηθούμε σε δοξολογία του Θεού μας για την ευεργεσία Του να αναδείξει την Παναγία κατοικητήριό Του, αφετέρου να κατανοήσουμε ότι «ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου» ο Κύριος θα μας σώζει, και τρίτον, να διδαχθούμε από την Παναγία στον τρόπο της ζωής της, ακολουθώντας  αυτό που την ανέδειξε σε τόσο μεγάλη αγιότητα: το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά Σου». Η Εκκλησία αδιάκοπα μας υπενθυμίζει ότι είμαστε κλημένοι για τη θέωση, δηλαδή να γινόμαστε κι εμείς Παναγίες, σαρκώνοντας τον Χριστό μέσα μας. Κι ο λόγος για την προοπτική αυτή που ξεπερνά οποιαδήποτε φαντασία είναι η ένταξή μας στο σώμα του Χριστού διά του αγίου βαπτίσματός μας. Είμαστε μέλη Χριστού, είμαστε ενδεδυμένοι Εκείνον, συνεπώς μπορούμε να ζούμε σαν την Παναγία. Αρκεί βεβαίως να το θέλουμε και να το επιτηζούμε.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΚΑΙ ΖΩΟΠΟΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

“᾽Εμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι, εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου, δι᾽οὗ ὁ κόσμος ἐμοί ἐσταύρωται, κἀγώ τῷ κόσμῳ

 Τό ἀποστολικό, (ὅπως καί τό εὐαγγελικό ἄλλωστε), ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς βρίσκεται μέσα στήν προοπτική τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς ὑψώσεως τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ. Παρμένο ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀναφέρεται στό τί ἀποτελεῖ καύχημα τοῦ ἀποστόλου. Καί τό καύχημα αὐτό εἶναι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου. ᾽Αφοῦ ὁ ἀπόστολος ἐπιστήσει τήν προσοχή τῶν Γαλατῶν ἀπέναντι σ᾽ ἐκείνους πού θέλουν νά τούς χρησιμοποιοῦν ἀπό πλευρᾶς θρησκευτικῆς – τούς ἰουδαιοχριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἤθελαν νά τά ἔχουν καλά μέ ὅλους, ἀρκεῖ νά μή ὑφίσταντο κάποιο διωγμό γιά τήν πίστη τους – τονίζει ἀκριβῶς τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὡς καύχηση τῆς ζωῆς του καί ὡς προσωπικό γεγονός σωτηρίας του. ῾῞Οσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός από τόν σταυρό τοῦ Κυρίου μας ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, τόν σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο᾽.

 1. Ὁ ἀπόστολος δέν καυχᾶται γιά ἐπίγεια πράγματα, δηλαδή γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά δύναμη - ὅ,τι ἐκφράζει τόν κοσμικό λεγόμενο ἄνθρωπο κάθε ἐποχῆς -, διότι μία τέτοια καύχηση γιά τά γήϊνα μόνο ἀγαθά εἶναι εὐνόητο ὅτι ἀποκαλύπτει τόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος ἔχει διαγράψει τόν Θεό καί τήν παρουσία Του ἀπό τή ζωή του καί ἔχει κάνει κέντρο αὐτῆς μόνον τή φιλαυτία καί τόν ἐγωϊσμό του. ῞Ενα ἐγωπαθές ἄτομο πού βιώνει ἔτσι τήν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, ἔχει ὡς μόνη ὅραση ζωῆς ὅ,τι ἱκανοποιεῖ τίς αἰσθήσεις του καί τά πάθη του, κατά τό ῾φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνῄσκομεν᾽. Πρόκειται γιά τήν καύχηση τοῦ τύπου τοῦ ἄφρονος πλουσίου τῆς γνωστῆς παραβολῆς τοῦ Κυρίου, πού τό μόνο τελικῶς πού εἰσπράττει εἶναι ἡ ἀπώλεια τῆς αἰώνιας σωτηρίας του. ῾῞Α δέ ἡτοίμασας, τίνι ἔσται; Τήν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπό σοῦ᾽.

Ὁ ἀπόστολος καυχᾶται γιά ὅ,τι θεωρεῖτο σκάνδαλο γιά τούς ἰουδαίους καί ἀνοησία γιά τούς εἰδωλολάτρες : τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. Γιατί; Διότι ὡς γνωστόν πάνω στόν Σταυρό ἀποκορυφώθηκε ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο - ῾οὕτω γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν᾽ - ἀφοῦ διά τοῦ Σταυροῦ ἤρθη ἐν Χριστῷ ἡ ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπου καί σώθηκε ἔτσι αὐτός ἀπό τό κεντρί της, τόν θάνατο, καί τόν παντοτινό ὑποκινητή της, τόν πονηρό διάβολο. Μέ τόν Σταυρό ὁ ἄνθρωπος ὁδηγήθηκε στήν ἐλευθερία καί τή χαρά τῆς ἀληθινῆς ζωῆς: τή μετοχή του στό ἀποτέλεσμα τοῦ Σταυροῦ, τήν  ᾽Ανάσταση τοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι καύχηση γιά τόν Σταυρό σημαίνει καύχηση γιά τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πού νίκησε τόν θάνατο καί τόν ἐγωϊσμό, δείχνοντας τήν αἰώνια ζωή ὡς προοπτική τοῦ ἀνθρώπου.

2. Τήν πραγματικότητα αὐτή ἐξηγεῖ ὁ ἀπόστολος στή συνέχεια: «μέ τόν Σταυρό ὁ κόσμος γιά μένα ἔχει σταυρωθεῖ καί ἐγώ γιά τόν κόσμο». Ὁ Σταυρός ἔχει ἀνθρωπολογικές καί παγκόσμιες διαστάσεις. ῞Ο,τι ὑπέστη ὁ Κύριος ἀντανακλᾶ πιά στόν ἄνθρωπο τόν ὁποῖο προσέλαβε καί ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά ὑπερνικήσει τίς ὅποιες ἐπιρροές τοῦ ἁμαρτωλοῦ κόσμου, προερχόμενες εἴτε ἔξω ἀπό αὐτόν εἴτε ἀπό τά ἴδια τά πάθη του. ᾽Αρκεῖ βεβαίως νά πιστέψει στόν Χριστό καί νά Τόν ἀποδεχθεῖ στή ζωή του, πού σημαίνει νά βαπτισθεῖ στό ἅγιο ὄνομά Του καί νά γίνει μέλος τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τήν ᾽Εκκλησία. ᾽Ενσωματωμένος στόν Χριστό εἰσπράττει τή δύναμή Του καί ἀπελευθερώνεται ἀπό τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Ὁ κόσμος, κατά τή διατύπωση τοῦ ἀποστόλου, νεκρώνεται γι᾽ αὐτόν καί ὁ ἴδιος νεκρώνεται γιά τόν κόσμο. Καί βεβαίως ἐννοεῖται ὅτι μιλώντας γιά τή νέκρωση τοῦ κόσμου ὁ ἀπόστολος δέν ἐννοεῖ τόν κόσμο ὡς δημιουργία τοῦ Θεοῦ. ᾽Εννοεῖ αὐτό πού ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δίνει ὡς περιεχόμενο: τό ἁμαρτωλό φρόνημα τοῦ κόσμου, τή δύναμη τῆς ἁμαρτίας. Τό λέει πολύ καθαρά μεταξύ τῶν ἄλλων ὁ ἀπόστολος ᾽Ιωάννης ὁ Εὐαγγελιστής: ῾Μή ἀγαπᾶτε τόν κόσμον μηδέ τά ἐν τῷ κόσμῳ. ῞Οτι πᾶν τό ἐν τῷ κόσμῳ, ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκός καί ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καί ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὔκ ἐστιν᾽.

Μέ ἄλλα λόγια, καυχᾶται ὁ ἀπόστολος, ναί, γιά τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου. ᾽Αλλά δέν βλέπει τόν Σταυρό σάν κάτι μετέωρο: ἀποκομμένο ἀπό τόν ἴδιο, σάν γεγονός δηλαδή πού σχετίζεται μέ κάποιον ἄλλον ἔστω καί τόν Θεό. Μία τέτοια θεώρηση θά συνιστοῦσε διαστροφή τῆς πίστεως. Θά σήμαινε ἀλλοίωσή της κι ἔκπτωσή της σέ μία ἰδεολογία. Τόν Σταυρό Τόν βλέπει χάριτι Θεοῦ ὡς προσωπικό ὑπαρξιακό γεγονός, ὡς βίωμα δικό του, πού τόν κάνει νά μετέχει σ᾽ Αὐτόν. Τό εἶχε πεῖ ἄλλωστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος. ῾῞Οστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι᾽. ῎Ετσι ὁ χριστιανός, ἄν εἶναι ἀληθινός χριστιανός, δέν μπορεῖ νά ἀφήσει χῶρο μέσα στήν καρδιά καί τόν νοῦ του γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς ὅποιας ἁμαρτίας. Κάθε κίνημα ἐμπαθές, εἴτε φιληδονίας είτε φιλαργυρίας εἴτε φιλοδοξίας, νεκρώνεται ἐν τῇ γενέσει του, ὅπως ἀντιστοίχως ὅπου ἐνεργεῖται ἡ ἁμαρτία τοῦ κόσμου ἐκεῖ δέν μπορεῖ νά βρεῖ παρόντα τόν χριστιανό. Γιά τόν πεσμένο στήν ἁμαρτία κόσμο ὁ χριστιανός εἶναι ἀπών, δέν ὑπάρχει. Ἡ γνωστή εἰκόνα τοῦ ἐσταυρωμένου μοναχοῦ, ὅπου στή θέση τοῦ μοναχοῦ βρίσκεται καί κάθε χριστιανός, εἶναι κατεξοχήν ἀποκαλυπτική τῆς ἀλήθειας αὐτῆς.

3. ᾽Εσταυρωμένος ἔτσι ὁ χριστιανός, μέ ἀνενέργητη τήν ἁμαρτία μέσα του, ἤ καθιστώντας την ἀνενέργητη μέ τό διαρκές βίωμα τῆς μετανοίας του κάθε φορά πού ἐπισημαίνει τή δαιμονική ἐπιρροή της στήν ὕπαρξή του, βλέπει νά μετατίθεται ἐσωτερικά σέ μία ἄλλου εἴδους κατάσταση: γίνεται ῾καινή κτίσις᾽, καινούργια δημιουργία. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ σέ αὐτόν, κάνοντάς τον νά βιώνει ἤδη ἀπό τή ζωή αὐτή τήν πνευματική ἀνάστασή του, πού ἐκδηλώνεται μέ τούς καρπούς τοῦ ἁγίου Πνεύματος: τήν ἀγάπη, τή χαρά, τήν εἰρήνη, τή μακροθυμία, τήν ἐγκράτεια. Τό ἐπισημαίνει ὁ ἀπόστολος: ῾ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτούς καί ἔλεος καί ἐπί τόν ᾽Ισραήλ τοῦ Θεοῦ᾽. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτήν τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἐν Χριστῷ δηλαδή ἄνθρωπος πού μετέχει στόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ὡς μέλος Αὐτοῦ καί ὡς τηρητής τῶν ἐντολῶν Του, μακριά συνεπῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, ζεῖ ἐνεργά μέσα στή χάρη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μέσα στόν Θεό καί ὁ Θεός μέσα σ᾽ αὐτόν. Βρίσκεται ὅσο εἶναι δυνατόν  σέ μία κατάσταση ἀδιάκοπης θείας κοινωνίας.

 Κανείς δέν εἶπε ὅτι ὁ δρόμος τοῦ χριστιανοῦ εἶναι εὔκολος. ῾Οὐδείς ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν μετά ἀνέσεως᾽, μᾶς λένε οἱ ἅγιοί μας, στοιχώντας στή ζωή καί τόν λόγο τοῦ Κυρίου. Χρειάζεται νά σταυρώνουμε καθημερινῶς τά πάθη καί τίς ἁμαρτίες μας, διότι λάβαμε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος τή δύναμη γι᾽ αυτό, προκειμένου νά διατηρεῖται ἡ χάρη τοῦ βαπτίσματος μέσα μας, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ ἅγιοι τό ἔκαναν. ᾽Απομένει νά τό ἀποδεικνύουμε καί ἐμεῖς.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 3, 13-17)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· Κανένας δέν ἀνέβηκε στόν οὐρανό παρά μόνο ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, καί πού εἶναι στόν οὐρανό. Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν νά μή χαθεῖ ἀλλά νά ζήσει αἰώνια. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στό θάνατο τό μονογενῆ του Υἱό, γιά νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια. Γιατί, ὁ Θεός δέν ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά νά καταδικάσει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Γαλ. 6, 11-18)

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, προσέξτε μέ πόσο μεγάλα γράμματα σᾶς γράφω τώρα μέ τό ἴδιο μου τό χέρι. Ὅσοι θέλουν ν’ ἀποκτήσουν καλή φήμη στούς ἀνθρώπους, αὐτοί σᾶς ὑποχρεώνουν νά περιτέμνεστε μέ μόνο στόχο νά μήν καταδιώκονται ἀπό τούς Ἰουδαίους ἐξαιτίας τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε οὔτε κι αὐτοί πού ἐπιμένουν στήν περιτομή τηροῦν τό νόμο. Ἁπλῶς θέλουν νά περιτέμνεστε ἐσεῖς, γιά νά καυχηθοῦν ὅτι σᾶς κατάφεραν νά τό κάνετε. Ὅσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο. Γιά ὅσους ἀνήκουν στόν Ἰησοῦ Χριστό δέν ἔχει καμιά σημασία οὔτε τό νά κάνεις περιτομή οὔτε τό νά μήν κάνεις, ἀλλά ὅλοι εἶναι νέα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Στό ἑξῆς κανένας ἄς μή μοῦ δημιουργεῖ προβλήματα. Ἀρκετά ἔχω πάθει γιά τόν Ἰησοῦ, ὅπως δείχνουν τά σημάδια στό σῶμα μου. Ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εὔχομαι νά εἶναι μαζί σας, ἀδερφοί μου. Ἀμήν.