10 Νοεμβρίου 2024

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΟΡΕΣΤΗΣ

 

«Αυτός ο άγιος ήταν από την πόλη των Τυάνων της Καππαδοκίας. Επειδή ομολογούσε την πίστη του στον Χριστό, συνελήφθη από τον ηγεμόνα Μαξιμίνο, επί της βασιλείας του Διοκλητιανού. Επειδή δεν πείσθηκε να θυσιάσει στα είδωλα, αλλά με παρρησία ομολογούσε τον Χριστό ως Θεό, κτυπιέται με ράβδους τόσο δυνατά, ώστε τα έγκατα των σπλάγχνων του να αποσπασθούν και να φαίνονται από έξω. Μετά από αυτό οδηγήθηκε στον ναό των ειδώλων. Αυτός τότε με ένα απλό φύσημά του στα είδωλα τα έκανε να γίνουν αμέσως σαν σκόνη. Έπειτα παραδόθηκε στη φυλακή και μετά από επτά ημέρες παραστάθηκε στο βήμα του Μαξιμίνου. Και πάλι, επειδή αναγκάστηκε να θυσιάσει και δεν πείστηκε, του τρυπήσανε τους αστραγάλους με μεγάλα καρφιά και τον πρόσδεσαν με αλυσίδες σε άγριο άλογο, που έτρεχε με πολλή βία, κι αφού τον έσυρε εικοσιτέσσερα μίλια από την πόλη των Τυάνων, παρέδωσε το πνεύμα».

Η στερεότητα και η πνευματική δύναμη της ψυχής του αγίου μάρτυρα Ορέστη είναι εκείνο που κατεξοχήν τονίζεται στην ακολουθία του από τον εκκλησιαστικό ποιητή. Ο μάρτυρας, κατ’  αυτόν, έχει τέτοια και τόση ρώμη εσωτερική, ώστε ο θεωρούμενος πανίσχυρος τύραννος δεν τολμούσε ούτε να υπομείνει το φέγγος των λόγων του. «Ρημάτων σου αντιβλέψαι τω φέγγει ο τύραννος…ουκ ίσχυσεν».  Αιτία της δυνάμεως αυτής του αγίου βεβαίως δεν ήταν άλλο από τη δύναμη που του έδινε το άγιο Πνεύμα, ο ίδιος ο Χριστός, πάνω στην πέτρα της αγάπης του Οποίου είχε στηρίξει και την ύπαρξή του. Οι ύμνοι επ’  αυτού είναι υπέροχοι: «Οι χείμαρροι των βασάνων που σωρεύτηκαν  δεν μπόρεσαν να σείσουν τον πύργο της ψυχής σου, μακάριε μάρτυρα Ορέστη. Διότι είχε στηριχτεί πάνω στην πέτρα της αγάπης του Κυρίου, αξιοθαύμαστε».

Ο άγιος υμνογράφος βλέπει με πνευματικό τρόπο και το μαρτυρικό τέλος του αγίου. Ενώ σύρεται από το άλογο και παραδίδει έτσι δεινώς βασανιζόμενος την αγία ψυχή του, γίνεται λόγω της αιτίας του μαρτυρίου του – της αγάπης του προς τον Χριστό – ο ίδιος ένα άρμα: τρέχει στον αγώνα αυτό, φέροντας επάνω και μέσα στην καρδιά του τον ίδιο τον Χριστό, με αποτέλεσμα να φτάσει χαίροντας στο όριο της πνευματικής αυτής αρματοδρομίας, την βασιλεία του Θεού. «Έγινες άρμα του Λόγου του Θεού, του Χριστού, παμμακάριστε, και τον είχες να είναι σαν σε όχημα επάνω σου. Γι’  αυτό, αφού δέθηκες σε άλογα, από τους πονηρούς, από το βίαιο σύρσιμο εξέπνευσες και έφθασες με χαρά προς τη βασιλεία του Θεού».  Είναι η ίδια αλήθεια που τονίζει κάθε φορά η Εκκλησία μας, όταν αναφέρεται στα μαρτύρια των αγίων: ενώ φαίνονται οι ηττημένοι και οι εξαθλιωμένοι, στην πραγματικότητα είναι οι θριαμβευτές, εκείνοι που έχουν τον τελικό και απόλυτο λόγο.

Ένας ύμνος του κανόνα του αγίου δίνει και την εξήγηση του παράδοξου φαινομένου: πώς δηλαδή ο «αδύναμος» άγιος τελικώς κατισχύει των «δυνατών». «Ο θεϊκός πόθος για τον Χριστό – λέει - σε κατάκαψε, μάρτυς πανάριστε, και σε έκανε δυνατό, έτσι ώστε να καταφλέγεις την εύκολη να καεί ύλη της μανίας των ειδώλων». Σαν φωτιά  ο άγιος κατέκαψε το ξερόχορτο της ειδωλολατρίας. Η συγκεκριμένη εικόνα του αγίου υμνογράφου δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητη. Διότι πέραν του γεγονότος ότι προβάλλει τη δύναμη πράγματι ενός μάρτυρα, δύναμη στην ουσία του ίδιου του Χριστού, επισημαίνει την παντελή αδυναμία της κοσμικής δύναμης. Η ειδωλομανία εν προκειμένω είναι η όποια κυριαρχική δύναμη στον κόσμο, που δεν λαμβάνει υπόψη της τον αληθινό Θεό. Συνεπώς δεν αναφέρεται μόνον στην εποχή του μάρτυρα, αλλά και σε κάθε εποχή, και στη δική μας. Όπου υπάρχουν δυνάμεις που φαίνονται ισχυρές και τεράστιες, αλλά δρουν χωρίς αγάπη, χωρίς δηλαδή την παρουσία του Θεού, η όποια θεωρούμενη δύναμή τους είναι μία σκιά, ένα κυριολεκτικά ξερόχορτο. Είναι αυτό που μαρτυρεί ο λόγος του Θεού, ότι δηλαδή ο κοσμοκράτορας διάβολος είναι ένας ηττημένος άρχοντας, ένας ήδη «τελειωμένος», που απλώς είναι θέμα ολίγου χρόνου μπροστά στον Χριστό να χαθεί με ένα απλό φύσημά Του, όπως ένας ιστός αράχνης.

Πόσες αυτοκρατορίες δεν υπήρξαν που θεωρούνταν κραταιές και «αιώνιες»; Πού είναι η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία; Χάθηκε. Πού είναι και η Βυζαντινή ακόμη αυτοκρατορία; Κι αυτή κατέπεσε, λόγω «των αμαρτιών» της. Κι ακόμη σύγχρονες αυτοκρατορίες κι αυτές εξαφανίστηκαν. Και επομένως: ποιος μπορεί να θεωρεί κραταιούς και τους σημερινούς ισχυρούς της γης, που κάνουν επίδειξη δυνάμεως στους αδύναμους; Ποιος μπορεί να τους λαβαίνει στα σοβαρά, όταν μάλιστα κριτήριό τους είναι η αδικία, με την έννοια ότι κοιτούν μόνον το συμφέρον τους, αδιαφορώντας για τα πάθη ολόκληρων λαών; Το θέμα είναι αυτοί οι αδύναμοι θεωρούμενοι λαοί να έχουν ανθρώπους με λίγη φλόγα στην καρδιά τους. Ο άγιας Ορέστης – κι όχι μόνον αυτός - με πυρακτωμένη την ψυχή από την αγάπη του Χριστού ντρόπιασε και κατάκαψε, όπως είπαμε, το ξερόχορτο της δύναμης του Μαξιμίνου και του Διοκλητιανού. Εμείς πού θα βρούμε λίγη από τη φλόγα του; Οι άλλοι είναι «ξερόχορτα». Εμείς όμως;

ΚΑΠΟΤΕ ΒΡΙΣΚΟΜΟΥΝ ΣΕ ΑΔΙΕΞΟΔΟ…

«Κάποτε βρισκόμουν σε αδιέξοδο. Από την στενοχώρια αισθανόμουν να μου χτυπούν το κεφάλι με σμίλη, για να μου σπάσουν το κούτελο. Τα μάτια μου κόντευαν να βγουν έξω, ιδιαίτερα το δεξί. Πόνος ανυπόφορος! Έφερνα σβούρα, σπαρταρούσα από τον πόνο. Δεν ήξερα τί να κάνω…Έκανα προσευχή και ζητούσα από τον Θεό, να βρεθεί ένας τρόπος να βγω από το αδιέξοδο. Και ξαφνικά, βλέπω στον δεξιό ώμο τον Φύλακα Άγγελό μου. Ήταν ίσα με δώδεκα χρονών παιδάκι. Είχε ένα όμορφο στρογγυλό προσωπάκι με στρογγυλά ματάκια. Ένα προσωπάκι! Φεγγοβολούσε! Και μόνο με την παρουσία του, μου έφυγε και ο πόνος και όλα· όχι από την χαρά, αλλά από την Θεία Χάρη. Η χαρά δεν διώχνει τον πόνο, έχεις τον πόνο και χαίρεσαι συγχρόνως, ενώ η Θεία Χάρις! Μεγάλη υπόθεση! Δεν περιγράφεται! «Αν είναι έτσι, είπα, όχι με σμίλη, αλλά με βαριοπούλα ας με χτυπούν στο κεφάλι!» Άξιζε να μου σπάσουν το κεφάλι, και μόνο γι’ αυτό. Μετά βρέθηκε και η λύση, που ανθρωπίνως δεν υπήρχε». σιος Παΐσιος Αγιορείτης, «Περί προσευχής», Λόγοι στ΄, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ιωάννης Θεολόγος ο Ευαγγελιστής, Σουρωτή Θεσσαλονίκης.

Προκαλεί εντύπωση! Η στενοχώρια και ο πόνος του οσίου μεγάλου Παϊσίου δεν οφείλονταν σε κάποια σωματική αρρώστια από τις οποίες, πάμπολλες είναι αλήθεια, έπασχε συνήθως. Οφείλετο σε ψυχική δυσφορία, από ό,τι μας αφήνει να καταλάβουμε, λόγω αδιεξόδου στο οποίο ανθρωπίνως είχε βρεθεί. Κι ήταν τέτοια η ψυχική αυτή ένταση, ώστε κατά φυσικό τρόπο σωματικά «σπαρταρούσε», δεν άντεχε, ήταν σαν να του χτυπούσαν το κεφάλι με κοφτερό σφυρί, πήγαινε να του βγει το δεξί ιδίως μάτι! Κι αυτό διότι ψυχή και σώμα είναι ένα στον άνθρωπο, είμαστε ψυχοσωματικές οντότητες, δεν μπορεί κανείς να διακρίνει την ψυχή από το σώμα, οπότε ό,τι συμβαίνει στο ένα αντανακλά και στο άλλο. Μυστήριο και ο ίδιος ο θάνατος: «πώς ψυχή εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται»!

Και προκαλεί εντύπωση η τέτοιας φύσεως οδύνη του αγίου διότι συνήθως έχουμε την εντύπωση ότι οι άγιοι μπορεί μεν να πάσχουν σωματικά, όμως ψυχικά βρίσκονται αδιάκοπα σε μία χαρισματική υψηλή κατάσταση που τους κάνει να μην νιώθουν συχνά ούτε και τον πόνο! Αλλά καταλαβαίνουμε ότι αυτό δεν είναι αλήθεια κι ούτε συνάδει με τη χριστιανική πίστη μας, (πέραν εξαιρετικών καταστάσεων την ώρα του μαρτυρίου κάποιων αγίων!) Ζουν πράγματι μέσα στη χάρη του Θεού οι άγιοι, όμως η χάρη αυτή συνυπάρχει τις περισσότερες φορές και με τον ψυχικό πόνο, με τη στενοχώρια, με την αίσθηση του αδιέξοδου, γιατί συνήθως ενεργεί κατά παραχώρηση του Θεού «υπόγεια», μ’ έναν τρόπο δηλαδή που ενώ υφίσταται ως υπόβαθρο ενισχύοντας τον άνθρωπο εκείνος δεν το καταλαβαίνει την κρίσιμη και δύσκολη στιγμή του, παρά αργότερα όταν δει ότι υπερέβη το αδιέξοδο! Ο ίδιος ο Κύριος, η πηγή της χάριτος, δεν διήλθε από τέτοια φαινόμενα θλίψεως και οδύνης, καθώς τα παραχωρούσε στην ανθρώπινη φύση Του η θεότητά Του; «Περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου» έφτασε να πει σε κάποια στιγμή. Κι ακόμη: δείλιασε ενόψει της σταυρικής Του θυσίας, «δειλιάζει ο Κύριος για να φανεί ότι είναι πραγματικά άνθρωπος» (άγιος Ιωάννης Κλίμακος). «Έξωθεν μάχαι έσωθεν φόβοι» σημειώνει και ο μέγας απόστολος Παύλος – δεν υπέρκειτο και του φόβου ως άνθρωπος ακόμη και ο οικουμενικός απόστολος, που το πνεύμα του Θεού μέσα του, όπως είχε γράψει σε μία επιστολή του, λειτουργούσε ως «πνεύμα όχι δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού».

Λοιπόν; Καμία διαφορά μεταξύ του χριστιανού και του ανθρώπου της πίστεως; Ναι και όχι. Ναι, γιατί όλοι οι άνθρωποι είμαστε το ίδιο από πλευράς φύσεως, ψυχής και σώματος – στον κόσμο αυτόν υποκείμεθα στις ίδιες προκλήσεις ζωής και θανάτου, φθαρτότητας και αμαρτίας. Όχι βεβαίως, γιατί τις προκλήσεις αυτές ο μεν άπιστος τις υφίσταται με τρόπο που τον καταβάλλουν σχεδόν παντελώς ή με μεγάλη διαλυτική ένταση χωρίς να βλέπει πουθενά τη λύση και τη διέξοδο, σαν έναν που πνίγεται χωρίς να μπορεί να αναπνεύσει˙ ο δε πιστός ενώ υφίσταται τις προκλήσεις, στρέφεται με ένταση και θέρμη ψυχής στον «μόνον δυνάμενον σώζειν», τον ίδιο τον Κύριο και Θεό, προσδοκώντας την όποια επέμβασή Του εν υπομονή, η οποία λειτουργεί παρακλητικά και γαλήνια. «Ησυχάσαμεν ειπόντες το θέλημα του Κυρίου γινέσθω» των Πράξεων των Αποστόλων - το όριο στο οποίο φτάνει ο πιστός, όταν βλέπει από παντού αδιέξοδο.

Κι αυτό βλέπουμε να κάνει και ο όσιος Παΐσιος: «Δεν ήξερα τί να κάνω…Έκανα προσευχή και ζητούσα από τον Θεό, να βρεθεί ένας τρόπος να βγω από το αδιέξοδο». Δεν μας θυμίζει ακριβώς τη στάση του Κυρίου στην αγωνία της Γεθσημανή; «Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο»! Στα αδιέξοδα λοιπόν, στις θλίψεις, στην ψυχική δυσφορία η λύση είναι η αναφορά προς τον Θεό, η έμπονη προσευχή. Και ξέρει πια ο χριστιανός ότι αφού εναπέθεσε το πρόβλημά του στον Κύριο, Εκείνος θα τον φροντίσει με τον καλύτερο τρόπο˙ αν όχι επιλύοντας το πρόβλημα, δίνοντας όμως την απαιτούμενη υπομονή και τη σωστή θέασή του. Κατά τον λόγο και πάλι του μεγάλου Παϊσίου: «Αν κάνουμε εμείς αυτό που πρέπει να κάνουμε, τότε και ο Άγγελος θα κάνη αυτό που πρέπει να κάνη» - ο άγγελος ο σταλμένος από τον Θεό. Κι εκείνον μεν τον βοήθησε ο Κύριος με τον εξαιρετικό τρόπο που κάνει στους αγίους Του: επέτρεψε και να δει τον φύλακα άγγελό του και να φύγει ο πόνος και να δοθεί η λύση στο πρόβλημα και το αδιέξοδο, εμάς δε εξίσου μας βοηθά όταν Τον επικαλούμαστε, στέλνοντας συνήθως τους ανθρώπους αγγέλους Του, που είναι οι διάφοροι συνάνθρωποί μας, έτοιμοι να μας συνδράμουν από εκεί που δεν το περιμένουμε. Αρκεί όπως είπαμε να στρεφόμαστε εν πίστει σ’ Αυτόν και να κάνουμε λίγη υπομονή.

09 Νοεμβρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ: ΠΑΝΑΚΡΙΒΟ ΚΟΣΜΗΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Η αρετή και όχι τα αξιώματα φέρνουν την ανισότητα... Το αξίωμα τιμά αυτόν που το έχει, αλλά δεν τον διακρίνει από τους αδελφούς του Κυρίου. Μεταξύ των αδελφών του Κυρίου διακρίνονται άσχετα προς τα αξιώματα οι μιμητές του Χριστού, γιατί αυτοί φέρουν το αρχέτυπο της εικόνας (δηλ. τον Χριστό) και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, η οποία τους κοσμεί και τους εξυψώνει σε περιωπή δόξας και τιμής»(Απόσπασμα επιστολής αγίου Νεκταρίου πρός Ιωάσαφ μοναχό)

Λόγια του αγίου, ατόφια ευαγγελικά, καθαρά και ξάστερα. Γιατί τι λέει ο μεγάλος νεώτερος άγιος και Πατέρας της Εκκλησίας;

Δεν δημιουργούν ανισότητα στους ανθρώπους τα αξιώματα που έχουν, είτε τα εκκλησιαστικά είτε τα κοσμικά, διότι δεν αποτελεί το έχειν του ανθρώπου το καθοριστικό στοιχείο της ποιότητάς του στον κόσμο. Εξίσου, δεν είναι το αξίωμα εκείνο που τον διακρίνει έναντι των άλλων, διότι το αξίωμα αναφέρεται στα εξωτερικά και συνεπώς στα φθαρτά και παρερχόμενα του κόσμου τούτου. Ο ίδιος ο Κύριος δεν τόνισε ότι «ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, αλλά οι λόγοι Του δεν πρόκειται ποτέ να παρέλθουν;» Που σημαίνει ότι εκείνο που ενδιαφέρει τον άγιο του Θεού και αποτελεί κριτήριό του είναι η θεώρηση των πραγμάτων «υπό το πρίσμα της αιωνιότητας». Και αιωνιότητα έχει μόνο ο λόγος και το θέλημα του Θεού.

 Λοιπόν, το αξίωμα τιμά, σημειώνει, αυτόν που το έχει, αλλά από πλευράς κοσμικής και όχι χριστιανικής. Για τη χριστιανική πίστη έχει εντελώς δευτερεύουσα, αν μη και αρνητική, σημασία, όταν μάλιστα δεν λειτουργεί με τον τρόπο του Χριστού. Κι ο τρόπος του Χριστού εκφράστηκε με τη ζωή Του αλλά και με τη διδαχή Του. «Δεν ήλθα για να διακονηθώ, αλλά για να διακονήσω» είπε. Και «όποιος θέλει να είναι πρώτος, ας είναι τελευταίος και υπηρέτης των άλλων». Οπότε,  χωρίς διακονική και θυσιαστική διάθεση ο «αξιωματούχος» γίνεται Χριστομάχος καί Θεομάχος! Εντάσσεται και αυτός σε όλη τη χορεία των κοσμικών αρχόντων που ο Κύριος κατεδίκασε ως «κατακυριευτές και κατεξουσιαστές»  των ανθρώπων -  «δεν πρέπει να είστε έτσι κι εσείς»! Δεν έχουμε εν προκειμένω τη μόνιμη σύγκρουση του πνεύματος του κόσμου με το χριστιανικό πνεύμα; «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Αυτό επισημαίνει λοιπόν καταρχάς και ο άγιος Νεκτάριος. 

Τι προσδίδει τιμή λοιπόν, κατ’ αυτόν, στον άνθρωπο; Απολύτως και μόνο η αρετή του, όταν νοείται βεβαίως και αυτή ως πορεία «μίμησης» του Χριστού – να είναι ο πιστός ένας άλλος Χριστός στον κόσμο και συνεπώς να φανερώνεται ως έδαφος που καλλιεργείται και αναπτύσσεται η χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όπου υπάρχει το Πνεύμα του Θεού, εκεί υπάρχει αξία, δόξα και τιμή, εκεί ο άνθρωπος έχει γίνει και γίνεται διαρκώς κυριολεκτικά κόσμημα Θεού και ανθρώπων. Ένας τέτοιος πλούτος χάρης που κινείται σε υπέρ φύσιν επίπεδο δημιουργεί κατά τον άγιο Νεκτάριο την όποια «ανισότητα» ανάμεσα στους ανθρώπους. Όπως συμβαίνει, ευαγγελικά, με το καλό χωράφι της παραβολής του σπορέως, όπου αλλού καρποφορεί τριάντα, αλλού εξήντα, αλλού εκατό.

Ο άγιος Νεκτάριος «πλήρωσε» ακριβά την πιστότητά του στον ευαγγελικό λόγο. Κι αυτό γιατί κάποιοι στην Εκκλησία της τότε εποχής (και μόνο τότε άραγε;) τα αξιώματα τα έβλεπαν με τον τρόπο του κόσμου, του πεσμένου στην αμαρτία, και όχι με τον τρόπο του Χριστού και των αγίων. Κι η πιστότητά του αυτή απέδειξε περίτρανα την πράγματι χριστοποιημένη ύπαρξή του: διώχτηκε και αξιώθηκε της ιερότητας του μαρτυρίου – της κατασυκοφάντησης, του εξευτελισμού, της εξορίας, της πείνας, της απόλυτης κατ’  άνθρωπον μοναξιάς! Αλλά και γι’ αυτό δοξάστηκε από τον Κύριο, με την ανάσταση και τη δόξα που ο Κύριος δίνει στους δικούς Του! Ο Κύριος όντως τον κατέστησε στην Εκκλησία ένα από τα πανάκριβα κοσμήματά της!

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΕΝΤΑΠΟΛΕΩΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος γεννήθηκε στη Συλυβρία της Ανατολικής Θράκης την 1η Οκτωβρίου 1846. Το όνομα που του δόθηκε στη βάπτισή του ήταν Αναστάσιος. Τελείωσε το Δημοτικό και τις τρεις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου (ελληνικό σχολείο) στη γενέτειρά του. Δεκατεσσάρων ετών πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, όπου εργάζεται σε καπνοπωλείο, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Διορίζεται λίγο αργότερα δάσκαλος και παιδονόμος στο σχολείο του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου. Το 1866 μεταβαίνει στη Χίο, όπου μετά δεκαετία κείρεται μοναχός στην Ιερά Νέα Μονή, με το όνομα Λάζαρος, αφού χρημάτισε για αρκετά χρόνια δάσκαλος στο χωριό Λιθί. Το 1877 χειροτονείται διάκονος παίρνοντας το όνομα Νεκτάριος. Έρχεται στην Αθήνα, για να συμπληρώσει τις γυμνασιακές του σπουδές, ενώ με την ευλογία του πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου, εγγράφεται στη συνέχεια στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1885 παίρνει το πτυχίο του και μετά λίγους μήνες χειροτονείται πρεσβύτερος. Ο Πατριάρχης, εκτιμώντας τα προσόντα του, τον χειροτονεί το 1889 επίσκοπο – μητροπολίτη Πενταπόλεως, θέση που αξιοποίησε για να επιτελέσει ένα τεράστιο πνευματικό και κοινωνικό έργο. Ο φθόνος όμως που προκαλεί το έργο του φέρνει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνσή του (1890). Έρχεται στην Ελλάδα, όπου αναλαμβάνει τη θέση ιεροκήρυκα στην Εύβοια πρώτα (1891) και στη Φθιώτιδα έπειτα (1893). Το 1894 αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Ριζαρείου Σχολής, θέση που θα κρατήσει μέχρι το 1908, οπότε και θα παραιτηθεί για λόγους υγείας. Στο μεταξύ, από το 1904 ήδη έχει ιδρύσει το μοναστήρι της Αγίας Τριάδος στην Αίγινα. Εκεί εγκαταβιώνει μετά τη Ριζάρειο και εκεί αναδεικνύεται ιδιαιτέρως η οσιακή του προσωπικότητα. Αρρωσταίνει μετά από ορισμένα χρόνια βαριά, οπότε και αποβιώνει στο Αρεταίειο νοσοκομείο την 8η Νοεμβρίου 1920, μετά από δίμηνη εκεί νοσηλεία. Τον Απρίλιο του 1921 άνοιξαν τον τάφο του με σκοπό την οικοδόμηση μαρμάρινου μνημείου. Το σκήνωμά του βρέθηκε ανέπαφο, ενώ η ευωδία που σκορπούσε ήταν υπέροχη. Το ίδιο επανελήφθη και μετά τρία χρόνια, καθώς και το 1927. Και τις δύο αυτές φορές το σκήνωμα ήταν ανέπαφο και η ευωδία η ίδια. Το 1953 έγινε και πάλι ανακομιδή. Τη φορά αυτή, για λόγους που γνωρίζει ο Θεός, το σκήνωμά του βρέθηκε διαλυμένο. Με πατριαρχική πράξη της 20ής Απριλίου του 1961 η Εκκλησία μας διεκήρυξε επίσημα την αγιότητά του. Το συγγραφικό του έργο είναι πολύ μεγάλο και αξιόλογο, ενώ τα θαύματά του είναι αμέτρητα».

Ο άγιος Νεκτάριος θεωρείται από όλους τους πιστούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως ένας από τους πιο αγαπητούς αγίους της. Όχι μόνον διότι ο Θεός επιτελεί μέσω αυτού καθημερινώς πάμπολλα θαύματα – «πλούσιες ιάσεις καθημερινά πηγάζει (η κάρα του) θαυμαστώς με τη χάρη του Θεού», κατά τον γνωστό όσιο υμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη – αλλά και διότι είναι ένας άγιος της εποχής μας, «ο άγιος του εικοστού αιώνα», και μάλιστα  όχι μικρότερος από τους άλλους μεγάλους αγίους ιεράρχες της Εκκλησίας που έζησαν τα παλαιότερα χρόνια. Κι αυτό σημαίνει ότι με τον άγιο Νεκτάριο αφενός νιώθουμε πλούσια τη χάρη του Θεού, μέσω κυρίως των αγίων λειψάνων του, που κατανοούνται ως «ιαμάτων κρήνη» και «προσφέρουν ουράνια οσμή και θεία ευωδία σε όλους», αφετέρου παίρνουμε απάντηση  στο εύλογο ερώτημα που τίθεται «γιατί δεν έχουμε μεγάλους αγίους σήμερα;» Ο όσιος υμνογράφος λοιπόν επισημαίνει αυτό το ισοστάσιο του αγίου Νεκταρίου με τους προγενέστερους μεγάλους αγίους, δίνοντας μάλιστα και την εξήγηση: ο Νεκτάριος προσπάθησε να ακολουθήσει τα ίχνη των παλαιών αγίων, με την καθαρότητα της ζωής του, δηλαδή στην πραγματικότητα να ζήσει σύμφωνα με το ευαγγέλιο του Χριστού. «Με το φως των έργων σου φανερώνεις το φως του Ευαγγελίου, πάτερ, σε όλον τον κόσμο κατά θαυμαστό τρόπο». «Ακολούθησες, Νεκτάριε, τα ίχνη των παλαιών αρχιερέων του Χριστού, με την καθαρότητα της ζωής σου, και φάνηκες ίσος με αυτούς και μέτοχος της δόξας τους».

Ο εμπνευσμένος υμνογράφος πέρα από τη γενική αναφορά που κάνει για την ακολουθία των παλαιών Πατέρων από τον άγιο Νεκτάριο, εστιάζει την προσοχή μας στον άγιο Διονύσιο. Κυρίως αυτόν ακολούθησε με άμεμπτο τρόπο ο σήμερα εορταζόμενος άγιος, διότι και εκείνος την Αίγινα είχε ως τόπο των πνευματικών του αγώνων, αφού υπήρξεν ο επίσκοπός της. Γι’  αυτό και μετέχουν, σημειώνει, και οι δύο άγιοι, ο παλαιότερος και ο νεώτερος, στην ίδια δόξα του Θεού, ικετεύοντας ασφαλώς για όλους, κατεξοχήν όμως για τη νήσο τους. «Ακολούθησες καθαρά με τους ενάρετους τρόπους σου, άγιε, τον Διονύσιο, τον θείο ποιμένα της Αίγινας, μαζί με τον οποίο μετέχοντας στη δόξα του Θεού, άγιε, ικέτευε να σώζεται η νήσος πάντοτε». Μπορεί η νήσος Ζάκυνθος να καυχάται, διότι κατέχει το άγιο σκήνωμα του θείου Διονυσίου, αλλά και η νήσος Αίγινα δέχεται πάντοτε τις ευεργετικές ακτίνες των πρεσβειών του στον Θεό, που πολλαπλασιάζονται και με τις πρεσβείες του αγίου Νεκταρίου.

Όλοι μας προστρέχουμε συχνά-πυκνά στον άγιο Νεκτάριο, ιδίως ανήμερα της εορτής του, διότι η καρδιά του πλατυσμένη από την αγάπη του Θεού, είναι γεμάτη από αγάπη και προς εμάς. Και ιδίως προστρέχουμε όσοι ταλαιπωρούμαστε από κάποιο πρόβλημα, ψυχικό ή σωματικό. Είναι τόσες πολλές οι θαυμαστές επεμβάσεις του, ώστε δεν υπάρχει, θα έλεγε κανείς, άνθρωπος που με πίστη τον επικαλείται, και δεν εισπράττει το θετικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικά, επ’ αυτού, και τα λόγια του μακαριστού γέροντος π. Ανανία Κουστένη, ο οποίος θέλοντας να τονίσει ακριβώς τη θαυματουργία του αγίου Νεκταρίου σημειώνει με χαριτωμένο τρόπο ότι μετά και τη φανέρωση από τον Χριστό του άλλου μεγάλου θαυματουργού αγίου της εποχής μας, ακόμη πιο σύγχρονου και από τον άγιο Νεκτάριο, του αγίου Λουκά του ιατρού, του Ρώσου, ο άγιος Νεκτάριος έχει κάποιον να τον ξεκουράσει. «Στέλνει ο άγιος Νεκτάριος τον άγιο Λουκά στη θέση του πολλές φορές,  γιατί έχει κουραστεί ο ίδιος  να επεμβαίνει στις τόσες επικλήσεις των κουρασμένων και ασθενών χριστιανών μας».

Εκείνο όμως που πράγματι ευχαριστεί τον άγιο Νεκτάριο είναι όχι μόνον η επίκλησή του για τις ιάσεις που ο Θεός του δίνει, αλλά κυρίως η επίκλησή του να πρεσβεύει υπέρ ημών, προκειμένου να ακολουθούμε τον τρόπο της ζωής του. Διότι αυτό συνιστά πάντοτε την σωστή εορτή ενός αγίου: να τον μιμούμαστε. Όπως το λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος», συνεπώς «τιμή αγίου, μίμησις αγίου». Κι ένας ύμνος έρχεται να μας υπενθυμίσει ποιο ήταν το «μυστικό» της αγιότητας του αγίου Νεκταρίου. «Έγινες ισότιμος των παλαιών Πατέρων, διότι μιμήθηκες τον τρόπο της ζωής τους, τον θεϊκό ζήλο τους και τις υπόλοιπες αρετές τους, Νεκτάριε, και διέπρεψες στην αληθινή ταπεινοφροσύνη και στα απλά και απονήρευτα ήθη». Αν ο άγιος Νεκτάριος έφτασε σε τόσο μεγάλο ύψος αγιότητας, το κατόρθωσε  όχι διότι υπήρξε σπουδαίος ιεροκήρυκας, σπουδαίος δάσκαλος, σοφός συγγραφέας, αλλά διότι υπήρξε ταπεινός. Η οδός της ταπεινοφροσύνης ήταν γι’ αυτόν η οδός που τον έφτασε πολύ γρήγορα στη δόξα του Ουρανού, η οδός της ταπεινοφροσύνης είναι πάντοτε αυτή, μαζί με την απονήρευτη διάθεση, που ανοίγει τις πύλες του Ουρανού και για κάθε χριστιανό.

08 Νοεμβρίου 2024

Ο ΘΕΟΣ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ!

«Ο Θεός, αγαπητοί μου, δεν έχει ανάγκη από δάκρυα ούτε επιθυμεί να πενθεί ο άνθρωπος από την οδύνη της καρδιάς του· αλλά μάλλον να τον βλέπει να αγάλλεται και να ευθυμεί εσωτερικά από την αγάπη του προς Αυτόν» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ζ΄45).

Ακούς και διαβάζεις ότι ο Κύριος μακαρίζει αυτούς που πενθούν. Για τις αμαρτίες τους και για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Το ίδιο βλέπεις ότι κάνουν και οι άγιοι Πατέρες: όλοι τονίζουν πόσο αναγκαία είναι τα δάκρυα και το πένθος στην πνευματική ζωή. Μην σου μπει ο λογισμός ότι αυτό συμβαίνει γιατί ο Θεός αρέσκεται στην πένθιμη γενικά  κατάσταση του ανθρώπου. Αν συνέβαινε αυτό, ο Θεός δεν θα ήταν Αυτός που αποκάλυψε ο Κύριος Ιησούς Χριστός: ο Θεός Πατέρας με την άπειρη αγάπη Του απέναντί μας, αλλά ένας «Θεός» σκληρός και σαδιστής, που χαρά του θα είχε τον πόνο και τα δάκρυα των ανθρώπων. «Άπαγε της βλασφημίας!» Μακριά από τέτοιες βλάσφημες σκέψεις!

Ο Θεός μας, ο αληθινός Τριαδικός Θεός, είναι αγάπη, και η χαρά Του είναι να χαίρεται ο άνθρωπος: «να τον βλέπει να αγάλλεται και να ευθυμεί εσωτερικά». Να είναι δηλαδή μέσα στα πλαίσια της απαρχής δημιουργίας Του: σε διαρκή αναφορά και αγάπη προς Αυτόν!  «Στον Αδάμ πριν από την παράβαση δεν υπήρχαν δάκρυα» (46). Δάκρυα ήρθαν στον Αδάμ και σε όλους τους απογόνους του, γιατί αμάρτησε. Η θλίψη και η στενοχώρια ήταν το τίμημα της ανυπακοής του προς τον Θεό. Κι αυτό ισχύει διαχρονικά, όσο υπάρχει άνθρωπος.

Αλλά ήρθε ο Χριστός, ο ενανθρωπήσας Θεός. Και κατάργησε το αίτιο της θλίψης και των δακρύων, δηλαδή την αμαρτία και το αποτέλεσμά της, τον θάνατο. Και έφερε και πάλι τη χαρά και την ευθυμία - «Χαίρετε», ήταν και είναι η αδιάκοπη προτροπή Του. Σε ποιον όμως; Σ’ εκείνον που Τον αγαπά και μένει μαζί Του, σ’ εκείνον που ανήκει στο σώμα Του, την Εκκλησία, και δεν αμαρτάνει. Γιατί κάθε που αμαρτάνει, ξεπηδά εκ νέου η οδύνη των δακρύων: το μόνιμο τίμημα της αμαρτίας.

Και τότε καταλαβαίνεις ότι έχεις ν’ αντιπαλέψεις ως πιστός με δύο είδη πένθους: με το πένθος της ίδιας της αμαρτίας - θλίψη και αμαρτία πάνε πάντοτε μαζί· και το πένθος που πρέπει πια να καλλιεργείς, επειδή ακριβώς βλέπεις ότι αμαρτάνεις και χάνεις την αγάπη προς τον Χριστό. Το ένα είναι η κόλαση. Το άλλο συνυπάρχει με τον παράδεισο - οι άγιοι το λένε «χαρμολύπη»: πενθώντας για τις αμαρτίες σου αρχίζει και γελά η καρδιά σου. Ζεις λοιπόν το παράδοξο της χριστιανικής ζωής: χαίρεσαι και πενθείς. Μάλλον πενθείς και γι’ αυτό χαίρεσαι. Το πένθος αυτό είναι συμμετοχή στον Σταυρό. Η χαρά είναι συμμετοχή στην Ανάσταση. Σταυρός και Ανάσταση είναι οι δύο όψεις της ίδιας πραγματικότητας.

«Θανάτωσε την αμαρτία, και τότε θα είναι περιττά τα δάκρυα της οδύνης στους οφθαλμούς σου» (46).

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΑΜΜΕΓΙΣΤΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΚΑΙ ΠΑΣΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΥΡΑΝΙΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ

«Ο Μιχαήλ ο διαπρεπέστατος Ταξίαρχος των ασωμάτων Δυνάμεων, και κατά την Παλαιά Διαθήκη και κατά την Καινή της χάριτος, έδειξε και δείχνει  τις πολλές χάριτες και ευεργεσίες του στο ανθρώπινο γένος. Όταν λοιπόν ο αντίπαλος και εχθρός της σωτηρίας μας επαναστάτησε κατά του Δημιουργού και φέρεται να είπε το πρωτοφανές «Θα βάλω τον θρόνο μου πάνω από τις νεφέλες» και καυχήθηκε με το «θα γίνω όμοιος με τον Ύψιστο», τότε ξέπεσε από το αρχαγγελικό αξίωμα,  όπως λέει ο Κύριος «Έβλεπα, λέει, τον σατανά να έχει πέσει από τον ουρανό σαν αστραπή», όπως τα ίδια με αυτόν  έπαθε, λόγω της αλαζονείας του,  και το υπό αυτόν τάγμα αγγέλων. Αυτός λοιπόν ο πανσέβαστος, φυλάσσοντας σαν πιστός δούλος την ευγνωμοσύνη του προς τον Κύριο,  και δείχνοντας την πολλή φροντίδα του για το δικό μας ανθρώπινο γένος, τάχθηκε από τον Παντοκράτορα να είναι ο πρώτος των νοερών και Αρχαγγελικών τάξεων. Διότι όταν είδε τον αποστάτη να έχει πέσει, μάζεψε τους χορούς των Αγγέλων και αφού είπε «Πρόσχωμεν», ας προσέξουμε, ύμνησε με δυνατή φωνή τον Κύριο των όλων, σαν να έλεγε: Ας προσέξουμε εμείς που είμαστε κτιστοί τι πάθανε αυτοί που μέχρι τώρα ήταν φως μαζί με εμάς και τώρα γίνανε σκοτάδι. Αυτή η συγκρότηση λοιπόν ονομάστηκε Σύναξις των Αγγέλων, δηλαδή προσοχή και ομόνοια και ένωση. Αυτός λοιπόν ο μέγας προστάτης και ευεργέτης της σωτηρίας μας, κάνοντας διαρκώς και περισσότερες και πιο εκτεταμένες σωτηριώδεις ευεργεσίες προς όλους, φαίνεται να εμφανίζεται σε πολλούς. Φάνηκε δηλαδή στον Αβραάμ και τον Λώτ κατά την καταστροφή των Σοδόμων. Φάνηκε στον Ιακώβ, όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από τον αδελφό του. Προπορευόταν του λαού των Ισραηλιτών, όταν λυτρώνονταν και ελευθερώνονταν από τη σκληρή δουλεία των Αιγυπτίων. Φάνηκε στον Βαλαάμ που πήγαινε να καταρασθεί τον Ισραήλ. Προς τον Ιησού του Ναυή που ζητούσε να μάθει είπε: «Εγώ είμαι ο αρχιστράτηγος του Κυρίου, μόλις έφτασα». Αυτός και τους ποταμούς που αφέθηκαν ελεύθεροι από τους δυσσεβείς κατά του αγιάσματος και του προσκυνήματος, τους οδήγησε αλλού, κάνοντας άνοιγμα στη γη. Κι είναι πολλά άλλα ακόμη στη θεόπνευστη Γραφή που ιστορούνται γι’  αυτόν. Για τον λόγο αυτό ακριβώς και εμείς, προβάλλοντάς τον προστάτη και φύλακα της ζωής μας, εορτάζουμε την πάνσεπτη τώρα πανήγυρή του, εκζητώντας με τις προστασίες και τις πρεσβείες του και κατά τον παρόντα αιώνα να βρούμε απολύτρωση από τις δυσχέρειες, και κατά τον μέλλοντα να καταξιωθούμε της επουράνιας χάρης και τάξης. Αμήν».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, με δυνατή πίστη και γνώση  όλης της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, μας ανοίγει τα μάτια να δούμε νοερώς τον πνευματικό κόσμο των αγγέλων και αρχαγγέλων, όπως και των λοιπών επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων. Να δούμε δηλαδή εκείνη τη δημιουργία του Θεού, η οποία προηγήθηκε της υπόλοιπης κτιστής δημιουργίας και του ανθρώπου, δημιουργία τέτοια που βρίσκεται σε απόλυτη υπακοή προς το θέλημα του Θεού και σε διαρκή δοξολογία του αγίου ονόματός Του.   Κατεξοχήν όμως τονίζει τη θέση και το έργο των αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ. Και για μεν τον Μιχαήλ προβάλλει τον τριπλό χαρακτηρισμό, όπως κάνει άλλωστε σε κάθε αναφορά σ’ αυτόν, όπως στο γνωστό εν Χώναις θαύμα του, του παραστάτη, του πρωτοστάτη και του προστάτη, δηλαδή ότι ο άγιος Μιχαήλ είναι «παραστάτης της Τρισηλίου θεότητος φαιδρότατος», «πρωτοστάτης των ταξιαρχιών των αγγέλων», και βεβαίως «ημέτερος προστάτης», «καθ’  εκάστην μεθ’  ημών πορευόμενος και φυλάττων τους πάντας εκ πάσης του διαβόλου περιστάσεως». Για δε τον άγιο Γαβριήλ υπενθυμίζει ότι ήταν εκείνος ο οποίος «ανεκάλυψεν ημίν θείον και μέγα όντως μυστήριον»: «να σωματούται ο ασώματος Θεός εν μήτρα Παρθενική και να γίνεται άνθρωπος εις το σώσαι τον άνθρωπον», και πριν ακόμη από αυτό «να φέρει τη χαρμόσυνη είδηση της γεννήσεως τέκνου στον Ζαχαρία τον ιερέα», ώστε «να γεννηθεί η φωνή του Λόγου, ο Ιωάννης».

Ο σκοπός όμως της εορτής της συνάξεως των αγγελικών δυνάμεων, κατά τον άγιο υμνογράφο, δεν είναι μόνον η γνώση του πνευματικού αυτού κόσμου και η έκφραση ευγνωμοσύνης μας για τις πολλές και ποικίλες ευεργεσίες τους απέναντι στο ανθρώπινο γένος. Το προέχον γι’  αυτόν είναι εκείνη η δική μας πρακτική, η οποία όντως τους ευχαριστεί και η οποία δεν είναι άλλη από τη μετάνοιά μας: να φύγουμε από την αμαρτία και να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Διότι «την ημών σωτηρίαν αδιαλείπτως πρεσβεύουσιν και τη μετανοία συγχαίρουσι». Για τη σωτηρία μας πρεσβεύουν πάντοτε στον Θεό και χαίρονται για τη μετάνοιά μας. Από την άποψη αυτή, ο κύριος σκοπός της εορτής τους είναι η πρόκληση της βουλήσεώς μας να τους μιμηθούμε: να ζούμε και εμείς, όσο είναι δυνατόν,  ως άγιοι στον κόσμο, νεκρώνοντας μέσα μας κάθε αμαρτωλή κίνηση. «Οι επί γης μιμησώμεθα ως εφικτόν τούτων την αγιότητα, νεκρούντες πάντα τα μέλη τα της σαρκός». Κι όπως το λέει κι αλλιώς ο ποιητής: «Των αγγέλων ζηλώσωμεν τον βίον, και τας φρένας πτερώσωμεν εις ύψος, και συν αυτοίς αϋλως αναμέλψωμεν, Κύριον υμνούντες και υπερυψούντες εις πάντας τους αιώνας». Δηλαδή: Ας ζηλέψουμε τον βίο των αγγέλων, και ας δώσουμε φτερά στο νου μας να φτάσουμε ψηλά, ώστε μαζί με αυτούς να υμνήσουμε με άυλο τρόπο τον Κύριο, υμνολογώντας Τον και υπερυψώνοντάς Τον εις πάντας τους αιώνας.

07 Νοεμβρίου 2024

ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟ;

 «Ανώτερη από το βάπτισμα αποδεικνύεται η μετά το βάπτισμα πηγή των δακρύων (της μετανοίας), αν και είναι κάπως τολμηρό αυτό που λέγω. Διότι εκείνο μας καθαρίζει από τα προηγούμενά μας κακά, ενώ τούτο, το βάπτισμα των δακρύων, από τα μετέπειτα. Και το πρώτο, εφόσον το ελάβαμε όλοι στη νηπιακή ηλικία, το εμολύναμε. Ενώ με το δεύτερο καθαρίζουμε πάλι και το πρώτο. Και εάν η φιλανθρωπία του Θεού δεν το είχε χαρίσει αυτό στους ανθρώπους, οι σωζόμενοι θα ήταν πράγματι σπάνιοι και δυσεύρετοι» (Άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. ζ΄ 8).

Υποκλίνεσαι στην τόλμη του αγίου! Η μετάνοια υπεράνω του αγίου βαπτίσματος; Το βάπτισμα δεν είναι εκείνο που μας ενσωματώνει στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, και μας κάνει να είμαστε μέλη Του και ένα μαζί Του; Τι ανώτερο και κοντινότερο από το κλαδί σε σχέση με το δέντρο; Το κλαδί είναι το ίδιο το δέντρο, η προέκτασή του. «Ο πιστεύσας και βαπτισθείς ούτος σωθήσεται».

Κι όμως! Ο τολμηρός λόγος του αγίου μάλλον  είναι φυσιολογικός. Εκφράζει την πίστη της Εκκλησίας και την πνευματική της ζωή μ’ έναν βαθιά προσωπικό τρόπο: με τον τρόπο εκείνου που έχει εκκλησιάσει και διαποτίσει τη χριστιανικότητά του με τα πιο καθαρά και γνήσια νάματα της αμώμητης ορθόδοξης πίστης.

Μπορείς να βαπτισθείς και να γίνεις μέλος Χριστού, αν δεν έχεις μετανοήσει; Και για μεν τον ενήλικα κατανοητό: προηγείται η μετάνοια. Με τα νήπια όμως; Η  Εκκλησία έστω και νήπιο σε θεωρεί ανοικτό στη χάρη του Θεού, εξαλείφοντάς σου την αναγκαστική ροπή προς την αμαρτία. Οπότε σου δίνει τη δύναμη να μπεις σωστά στον πνευματικό αγώνα, της αέναης δηλαδή ανάβασής σου στην κλίμακα της μετάνοιας.  Γιατί η καθημερινότητα και η πραγματικότητα της ζωής σε προσγειώνει. Έστω και απελευθερωμένος συνεχίζεις να υποδουλώνεσαι στην αμαρτία - εξακολουθούν και σε πειράζουν τα πάθη σου,  δέχεσαι πολλαπλασίως τις επιθέσεις του Πονηρού, επηρεάζεσαι από τον κόσμο της πτώσης. Λοιπόν θα μπορούσες να είσαι αναμάρτητος, όμως τελικώς… δεν είσαι. Κι είναι τόσο σίγουρο αυτό, ώστε ο Ευαγγελιστής της αγάπης σημειώνει: «Αν πει κανείς ότι δεν έχει αμαρτίες, είναι ψεύτης».

Έτσι δυστυχώς η αμαρτία μάς κυνηγά σαν τη σκιά μας  και μετά το βάπτισμα. Είναι ο ρεαλισμός της ανθρώπινης φύσης μας. Και τότε τι γίνεται με τις αμαρτίες αυτές τις μετά το βάπτισμα; Δοξάζουμε τον Θεό για την άπειρη φιλανθρωπία του και τη φιλάνθρωπη  συγκατάβασή του! Μας έδωσε άλλο πνευματικό βάπτισμα, που όχι μόνο εξαλείφει τις αμαρτίες μας αυτές, αλλά καθαρίζει και το πρώτο, με την έννοια ότι μας φέρνει και πάλι στο αφετηριακό σημείο της εξόδου μας από την κολυμβήθρα, αμόλυντους και κατακάθαρους πνευματικά! Και το άλλο αυτό βάπτισμα, ως διαρκές δεύτερο βάπτισμα, είναι ακριβώς η μετάνοια. Η αληθινή όμως: αυτή που σε βαπτίζει στις πηγές των δικών σου δακρύων! Για σκέψου το μεγαλείο και τη δυναμική του μυστηρίου αυτού: το χαρισματικό παρελθόν σου αδιάκοπα ολοζώντανο παρόν!   Με τα δάκρυά σου κάθε φορά να λάμπεις ως μέλος Χριστού και να φοράς… φωτοστέφανο! Να ζεις αδιάκοπα την Πεντηκοστή!