24 Δεκεμβρίου 2024

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΦΑΛΗΡΟΥ κ. κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

 

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ  2024

ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΛΟΧΡΙΣΤΟΝ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

Τέκνα μου ἀγαπητά καί πεφιλημένα,

Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε!

Τά Χριστούγεννα, κορυφαία χριστιανική ἑορτή, δέν εἶναι ἁπλῶς εὐκαιρία ἀνταλλαγῆς εὐχῶν καί δώρων, οἰκογενειακῆς θαλπωρῆς, ψυχαγωγίας, πού προσφέρει πνευματική εὐφορία στήν κοινωνική ζωή. Εἶναι κυρίως μιά ἀκένωτη πηγή πολυδιάστατης ἐλπίδος -γιά τήν ἀξία τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου, γιά τήν πορεία τῆς ἀνθρωπότητος, γιά τό νόημα τῆς ζωῆς. Ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ διαλαλεῖ ἑορταστικά ὅτι «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον» (Ἰω. 3:16). Δέν εἴμαστε, λοιπόν, μόνοι μας στήν περιπέτεια αὐτοῦ τοῦ βίου. Μέ τήν ἐνανθρώπησή Του ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ προσέλαβε ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση, στήν πνευματική καί ὑλική της οὐσία, καί τήν ἀνέπλασε. Πρόκειται γιά ἕνα Γεγονός πού ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς χριστιανικῆς ἀποκαλύψεως: «ὁ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί» (Α΄ Τίμ. 3:16). Αὐτή ἡ φανέρωση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ «ἐν σαρκί» συνιστᾶ τή μοναδικότητα τῆς χριστιανικῆς πιστεως. Ἄς τό τονίσουμε «ἔτι καί ἔτι»: ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός καί Κύριος τοῦ σύμπαντος δέν εἶναι μιά ἀπρόσωπη ἐνέργεια, σοφία, δύναμη. Εἶναι προσωπικός Θεός, πού ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο, ὁ ὁποῖος βρίσκεται σέ συνεχῆ σχέση μαζί Του. Μιά σχέση πού γίνεται αἰσθητή ἀπό ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη: «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί, καί ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰω. 4:16). Αὐτός ὁ Θεός δέν ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, πού τόν θανατώνουν ἡ ἐγωπάθεια, τό μῖσος, ἡ ἀδικία, ἡ ἀπόγνωση. Ἡ ἑορτή τῶν Χριστουγέννων μᾶς καλεῖ νά ἀναλογιστοῦμε ὅτι ἡ ἐλπίδα τῆς παρουσίας Του μέσα στή ζωή μας ἀποτελεῖ τήν πηγή τῆς ὑπομονῆς.

Οἱ ποικίλες ἀντιξοότητες καί τά ἀδιέξοδα πού ἐμφανίζονται στήν ἐπίγεια πορεία τοῦ Λυτρωτῆ ἀντιμετωπίζονται πάντοτε μέ ὑπομονή ἐλπίδος. Ἤδη στή Γέννησή Του, ὅπως ἀπεικονίζεται στήν ὀρθόδοξη ἁγιογραφία, μιά γαλήνια ὑπομονή γεμάτη λάμψη ἀντικατοπτρίζεται στό βλέμμα τῆς Παναγίας Μητέρας, τοῦ Ἰωσήφ, καθώς καί τῶν ποιμένων καί τῶν μάγων. Ἀκόμη καί στό βλέμμα τῶν ζώων στό ταπεινό σπήλαιο καί τοῦ ὑποζυγίου, πού μετεῖχε στήν περιπέτεια τῆς ξενιτιᾶς τοῦ μικροῦ Ἰησοῦ, φανερώνεται μιά ἤρεμη ὑπομονή.

Ἡ ὑπομονή τῆς ἐλπίδος πού ἐκπέμπεται τά Χριστούγεννα δέν συνιστᾶ ἀδυναμία, ἀντιθέτως δηλώνει μιά μυστική δύναμη. Μεταμορφώνει καί τίς μεγαλύτερες θλίψεις καί ἀδυναμίες τῆς παρούσης ζωῆς ἐνισχύοντας τήν ἀντοχή, τό ἀγωνιστικό φρόνημα, τήν ἀντίσταση ποιότητος, τή στήριξη τῆς ἀλήθειας καί τῆς δικαιοσύνης. Ἀπό τήν προσωπική του ἐμπειρία ὁ Ἀπόστολος Παῦλος βεβαιώνει: «εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονήν κατεργάζεται, ἡ δέ ὑπομονή δοκιμήν, ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δέ ἐλπίς οὐ καταισχύνει» (Ρωμ. 5:3-5). Μέ τήν ὑπομονή ὁ πνευματικός ἄνθρωπος ἀξιοποιεῖ καλύτερα τίς νοητικές καί συναισθηματικές του δυνάμεις. Ἡ ὑπομονή ἑνωμένη μέ ἤρεμη ἐπιμονή ἀνοίγει περάσματα σέ πολλά ἀδιέξοδα ἀνθρωπίνων σχέσεων, σέ κρίσεις ὑγείας, στή φτώχεια, σέ κοινωνικές ἀναταράξεις. Ὁδηγεῖ τήν ἀνθρώπινη ζωή στήν ὡριμότητα «ἡ δέ ὑπομονή ἔργον τέλειον ἐχέτω, ἵνα ἧτε τέλειοι καί ὁλόκληροι ἐν μηδενί λειπόμενοι» (Ἰακ. 1:4).

Ἡ ἐλπίδα στηρίζει τήν ὑπομονή καί ἡ ὑπομονή ἐνισχύει τήν ἐλπίδα, ἀντλῶντας καί οἱ δύο δύναμη ἀπό τήν πίστη. Οἱ ἀναφορές τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν ὑπομονή εἶναι πολύπτυχες καί διορατικές. Μᾶς βοηθοῦν νά πορευόμαστε «τῇ ἐλπίδι χαίροντες τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες» (Ρωμ. 12:12). Ἀναλογιζόμενοι τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν καί τῶν ἁγίων πού τόν ἀκολούθησαν: «δι’ ὑπομονῆς τρέχωμεν τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν» (Ἑβρ. 12:1-2). Μέ τό βλέμμα προσηλωμένο σ΄ Αὐτόν, ἀντιμετωπίζουμε νηφάλια καί σθεναρά ὅλες τίς δοκιμασίες πού ὀρθώνονται μπροστά μας.

Κάθε ἐποχή ἔχει τίς δικές της ἀναταραχές, πολεμικές συγκρούσεις, καταστροφές, τραγωδίες, ἀνέχεια, σπαραγμό, ἀπελπισία. Καί ἡ δική μας συγκλονίζεται ἀπό παρατεινόμενους ἀδιανόητα σκληρούς πολέμους σέ πολλές γωνιές τῆς γῆς καί κοντύτερα στήν Οὐκρανία καί στήν Παλαιστίνη. Ἀντιθέσεις καί ρήγματα ταλαιπωροῦν ἀκόμη καί τά ἐκκλησιαστικά περιβάλλοντα. Κάθε λαός ἔχει τά δικά του πολύμορφα προβλήματα. Κάθε κοινότητα, κάθε ἄνθρωπος βιώνει ὧρες μελαγχολίας καί πόνου. Γιά ὅλες τίς περιπτώσεις, ἀπαραίτητος ὁδηγός παραμένει ἡ ὑπομονή τῆς ἐλπίδος

Ἄς ἐντείνουμε τήν ἱκεσία μας γιά κατάπαυση τῶν φονικῶν συγκρούσεων καί τῶν ποικίλων κοινωνικῶν κρίσεων, ὥστε νά ἐπικρατήσει ὅπου γῆς εἰρήνη. Ἄς προσπαθήσουμε «διά τῆς ὑπομονῆς καί τῆς παρακλήσεως τῶν Γραφῶν» νά ἐνισχύσουμε τήν ὁμοφροσύνη μεταξύ μας καί τήν ἁρμονική συνεργασία, αὐξάνοντας τήν ἐλπίδα μέσα μας. «Ὁ δέ Θεός τῆς ἐλπίδος πληρῶσαι ὑμᾶς πάσης χαρᾶς καί εἰρήνης ἐν τῷ πιστεύειν, εἰς τό περισσεύειν ὑμᾶς ἐν τῇ ἐλπίδι ἐν δυνάμει Πνεύματος Ἁγίου» (Ρωμ. 15:13).

Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε! Ἡ ὑπομονή τῆς ἐλπίδος ἄς πλημμυρίζει, μέ τή χάρη τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τίς καρδιές μας μέ ὁλοφώτεινη χαρά καί εἰρήνη, ἰδιαιτέρως, στή διάρκεια αὐτῶν τῶν ἑορτῶν του Δωδεκαημέρου καί σέ ὅλο τό ἐρχόμενο Νέο Ἔτος 2025!

Χρόνια Πολλά καί Εὐλογημένα!

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΕΤΕΧΘΗ! 

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη!

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΞ ΟΥΡΑΝΩΝ, ΑΠΑΝΤΗΣΑΤΕ!

Η κάθοδος του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου είναι γεγονός. Εκείνος, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, «έκλινεν ουρανούς και κατέβη», φανερώνοντας την άπειρη αγάπη Του και την άβυσσο της ταπείνωσής Του. Δεν ζούμε πια την προσδοκία των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης – ό,τι εν Πνεύματι οραματίζονταν για τις μελλοντικές γενιές. Εμείς είμαστε οι μελλοντικές γενιές, από τη στιγμή που ήρθε ο ενανθρωπήσας Θεός, εμείς ζούμε στο εδώ και το τώρα, μέσα στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, το μυστήριο της παρουσίας Του, που θα πει την εύρεση του Παραδείσου ως εκ νέου ανοίγματος της Βασιλείας του Θεού. Κι αυτό θα πει ότι ζούμε, μπορούμε και ζούμε πια, τη θέρμη της αγκαλιάς του Θεού μας, την απειρία της αγάπης Του, αλλά με επίγνωση και συναίσθηση.

Πριν από τον ερχομό του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο, ο άνθρωπος κείμενος εν τω Πονηρώ λόγω της ανταρσίας του απέναντι στον Δημιουργό του, είχε χάσει τη δυνατότητα ζωής με συνείδηση της αγάπης Του – ζούσε μέσα στην ενέργεια της αγάπης αυτής που τον διακρατούσε στην ύπαρξη αλλά χωρίς, όπως είπαμε, επίγνωση. Η ζωή του ήταν μία μη ζωή, μία πορεία μέσα στο σκότος, με αναλαμπές νοσταλγίας για κάτι βαθύ που του έλειπε και θα του έδινε αληθινό νόημα. Από τη στιγμή όμως που ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και εξαπέστειλε ο Θεός τον Υιό Αυτού να γεννηθεί από μία γυναίκα ως άνθρωπος – όπως το είχε προαναγγείλει ήδη απαρχής της πτώσεως στους πρωτοπλάστους (πρωτευαγγέλιο) και το επανελάμβανε μέσω των προφητών Του στην πρώτη αποκάλυψή Του στον χώρο της Παλαιάς Διαθήκης – ο άνθρωπος και πάλι βρίσκει το αληθινό του πρόσωπο: ο Χριστός τον εντάσσει μέσα στον εαυτό Του, του καθαρίζει τη σκοτεινιασμένη εικόνα του Θεού, του ανοίγει και πάλι την οδό της υιοθεσίας του από τον Θεό. «Άνθρωπος γίνεται ο Θεός, για να κάνει τον άνθρωπο Θεό».

Οπότε, ανοίγονται και πάλι οι οφθαλμοί του ανθρώπου, τα μάτια του μπορούν να δουν και πάλι «τα μάτια» του Δημιουργού του, η ύπαρξή του μπορεί να αισθανθεί και να νιώσει τη θυσιαστική αγάπη του Πατέρα απέναντί του – οι κτύποι της δικής του καρδιάς συντονισμένοι με τους κτύπους της «καρδιάς» Εκείνου!  Αυτό δεν αποκαλύπτει ο ίδιος ο Κύριος;  «Όπως με αγάπησε ο Θεός Πατέρας σάς αγάπησα κι εγώ. Μείνατε μέσα στην αγάπη μου αυτή» - ο ερχομός Του, η γέννα Του, είναι η πιο δραστική παρουσία της αληθινής αγάπης στον κόσμο. Η εμπειρία επ’ αυτού του αποστόλου Παύλου είναι μοναδική: «Αυτό που τώρα ζω ως άνθρωπος είναι η πίστη μου στον Υιό του Θεού, ο Οποίος με αγάπησε και παρέδωσε τον εαυτό Του για χάρη μου».

Ο Χριστός λοιπόν ήλθε «εξ Ουρανών» φέρνοντας και ως άνθρωπος όλες τις ευλογίες του Θεού, τη θέωση του ανθρώπου! Μα σε όλα αυτά επίμονα έρχεται στο προσκήνιο η λέξη «απαντήσατε»! Ο Θεός προσφέρεται κατά τρόπο απόλυτο και χωρίς κρατούμενα. Μα είναι Θεός που ζητάει «συνεργούς» και όχι δουλικά ή μηχανές. Απαιτείται και η δική μας συγκατάθεση στην αποδοχή των δωρεών Του – η δική Του κίνηση θέτει σε κίνηση και τη δική μας ολιγωρία και ακηδία. Να κάνουμε τι; Να σπεύσουμε προς συνάντησή Του. Αν δεν υπάρξει η σπουδή αυτή από πλευράς μας, η δική Του αγάπη μένει «μετέωρη», ένα δώρο που δεν υπάρχει το χέρι για να το αποδεχτεί – η μεγαλύτερη «προσβολή» στον δωρεοδότη: η ίδια η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος! Και το περιεχόμενο της «απαντήσεως» του Θεού, της συνάντησης στον ερχομό Του, τη δίνει ο Ίδιος και τη βλέπουμε και στην παραπάνω μαρτυρία του αποστόλου του: να αποδεχτούμε τον λόγο Του, να Τον πιστέψουμε, να επιμείνουμε και εμείς στην πίστη του Παύλου, να περπατάμε τη ζωή μας πάνω στις άγιες εντολές Του.

Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Υ Γ Ε Ν Ν Α !

 

Με τον χρωστήρα του ζωγράφου 

και με τον κάλαμο του υμνογράφου

Μεγαλειώδης η θεολογία της βυζαντινής εικόνας της Γεννήσεως του Κυρίου Ιησού Χριστού. Όλα τονίζουν το βάθος των γεγονότων, όλα μηνύουν το ποιος είναι ο τεχθείς, ποια η θέση της Υπεραγίας Θεοτόκου ή  του αγίου Ιωσήφ του μνήστορος, ποια η στάση των αγγέλων και των ανθρώπων (των απλών ποιμένων της Βηθλεέμ αλλά και των αναζητητών της αλήθειας μάγων-αστρονόμων της μακρινής Περσίας), ποια η μετοχή στο υπερφυές γεγονός της ίδιας της φύσεως. Με κεντρικό σημείο βεβαίως την Παναγία: να στέκει, ανακλιμένη ή προσκυνούσα, και ν’ απορεί για το μυστήριο της άπειρης συγκατάβασης του Υιού και Λόγου του Θεού που έγινε δι’ Αυτής άνθρωπος, αδυνατώντας να αγγίξει τον επί λάρνακας κείμενο Υιό Της. Η εικόνα μάς διδάσκει ό,τι σαλπίζει ο παιάνας: «Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε∙ Χριστός ἐξ Οὐρανῶν, ἀπαντήσατε∙ Χριστός ἐπί γῆς ὑψώθητε..».  

Αλλά μεγαλειώδης και η υμνολογία (διά καλάμου αγίου Ιωσήφ του υμνογράφου) της Εορτής, που ήδη προεορτίως μας καθοδηγεί στις μυστικές διαστάσεις της Γεννήσεως του Θεού ως ανθρώπου – κάποιες φορές διαφορετικά απ’ ό,τι ο χρωστήρας του αγιογράφου. Τι εννοούμε; Λίγο πλάι από το θείο βρέφος η Μάνα Παναγία (στην εικόνα). Μέσα στην αγκαλιά της Μάνας Παναγίας το θείο βρέφος (στους ύμνους), δεχόμενο τους κατασπασμούς της μητρικής στοργής. Ακούμε αίφνης στον οίκο του κοντακίου της 21ης Δεκεμβρίου: «Κρατώντας η Παρθένος μέσα στην αγκαλιά Της τον Υιό του Θεού και καταφιλώντας Τον με μητρικούς ασπασμούς έλεγε... Γι’  αυτό και χαίρομαι κρατώντας στην αγκαλιά τον Υιό του Θεού».

Ο χρωστήρας του ζωγράφου δεν αναιρεί βεβαίως τον κάλαμο του υμνογράφου κι ο κάλαμος του υμνογράφου δεν αναιρεί τον χρωστήρα του ζωγράφου. Απλά ο ένας συμπληρώνει τον άλλον. Πόσο όμως μεγαλείο κι αλήθεια κρύβει η «ανθρώπινη» προσέγγιση του αγίου υμνογράφου (του Ιωσήφ του συναισθηματικού και παρακλητικού, κατά τον αγαπημένο άγιο Πορφύριο) – η Μάνα Παναγία με τον Χριστό στην αγκαλιά Της, καθώς Τον «πνίγει» μέσα στα φιλιά της! Ο Κύριος της δόξας δέχτηκε όχι μόνο την πνευματική αγάπη του αγιότερου πλάσματός Του, της πάναγνης κόρης της Ναζαρέτ, με την απόλυτη υπακοή Της στο θέλημά Του, αλλά και την ανθρώπινη αγάπη της μάνας απέναντι στο βλαστάρι της! Το ανθρώπινο του Κυρίου τρέφεται πέρα από το γάλα της Μάνας και από τη στοργική αγκαλιά Της και τους κατασπασμούς Της.

Και μας συγκινεί ιδίως το δεύτερο, όχι για λόγους συναισθηματικούς πρώτιστα, αλλά για λόγους πνευματικούς. Διότι κατά την υπόσχεση του Κυρίου ο πιστός καλείται να στέκεται απέναντι στον Δημιουργό Του κι απέναντι στην άπειρη αγάπη Του όπως και η Παναγία, καλύτερα: να γίνεται και ο ίδιος μία Παναγία αν θέλει να είναι χριστιανός – να έχουμε τον Χριστό στην αγκαλιά μας και να μπορούμε να Τον κατασπαζόμαστε κάθε ώρα και κάθε στιγμή! Πώς; Τα ίδια τα λόγια του Κυρίου μάς καθοδηγούν: «ὁ τρώγων μου τήν σάρκα καί πίνων μου τό αἷμα ἐν ἐμοί μένει κἀγώ ἐν Αὐτῶ», «ὁ τηρῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐν τῶ Θεῶ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῶ», ο ακόμη πιο άμεσος στον παραπάνω προβληματισμό λόγος Του «τίς ἐστιν μήτηρ μου καί ἀδελφός μου καί ἀδελφή μου; Πᾶς ὁ ἀκούων τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί τηρῶν αὐτόν ἐκεῖνος μήτηρ μου καί ἀδελφός μου καί ἀδελφή μού ἐστιν». Την ώρα που σπεύδουμε να τηρήσουμε τις εντολές του Κυρίου, κοινωνώντας διά της αγάπης, πνευματικά και μυστηριακά, Θεό και συνάνθρωπο, εκείνη την ώρα πραγματοποιούμε τη μεγαλειώδη υπόσχεση και προοπτική: σαρκώνουμε τον Κύριο μέσα στην ύπαρξή μας και γινόμαστε και εμείς Παναγίες. Τότε, όπως καταλαβαίνουμε δεν γιορτάζουμε απλώς Χριστούγεννα. Γινόμαστε οι ίδιοι Χριστούγεννα.

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟΝ ΚΑΙ ΜΕΓΑ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ

Ποιο είναι αυτό το παράδοξο και μεγάλο μυστήριο που ακατάπαυστα εξαγγέλλει η υμνολογία της Εκκλησίας τα Χριστούγεννα και όχι μόνο; Μα τι άλλο από αυτό που ομολογεί έκθαμβος ο μέγας απόστολος Παύλος: «ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον∙ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί!», πραγματικά είναι μεγάλο το μυστήριο της πίστεώς μας: ο Θεός έγινε άνθρωπος. Κι έρχεται λοιπόν η εκκλησιαστική υμνολογία προκειμένου αυτό να αναπαραγάγει σε όλους τους τόνους και σε όλες τις φωνές, όλο το διάστημα της ετοιμασίας για το υπερφυές γεγονός του ερχομού του Θεού στον κόσμο, κατεξοχήν δε την τελευταία εβδομάδα με αποκορύφωση την ημέρα των Χριστουγέννων και όλες τις ημέρες που συνιστούν τον ευλογημένο απόηχό τους! «Παράδοξο μυστήριο οικονομείται σήμερα! Ο Θεός γίνεται άνθρωπος. Παρέμεινε σταθερά σε ό,τι ήταν, Θεός δηλαδή, κι αυτό που δεν ήταν, ανθρώπινο δημιούργημά Του δηλαδή, το προσέλαβε, χωρίς να υποστεί καμία ανάμειξη και καμία διαίρεση». Κι αλλού: «Πώς να διηγηθώ το μεγάλο μυστήριο; Ο άσαρκος σαρκώνεται και ο Λόγος αποκτά ύλη. Ο αόρατος βλέπεται κι αυτός που δεν μπορούσε κανείς να τον αγγίξει ψηλαφάται. Ο άναρχος αποκτά αρχή. Ο Υιός του Θεού γίνεται υιός ανθρώπου, ο Ιησούς Χριστός, Αυτός που είναι χθες και σήμερα και ο ίδιος σε όλους τους αιώνες».

Μέγα και παράδοξο λοιπόν το μυστήριο, το οποίο μπορεί να «κατανοηθεί» με τη μόνη δύναμη που ο Δημιουργός έχει δώσει στον άνθρωπο για τέτοια υπερφυή γεγονότα: την πίστη από μία καρδιά που πάσχει και αγωνιά για την αλήθεια. Δεν είναι η λογική που έχει τον έλεγχο και αποτελεί το κριτήριο – μετά την πτώση στην αμαρτία ο αμαρτωλός πια άνθρωπος είναι διασπασμένος και ξένος από τον χώρο που φανερώνεται ο Θεός, την ίδια την «καρδιά» του. Πρέπει να κινητοποιηθεί αυτή, να διψάσει τον Θεό για να μπορέσει να προκαλέσει κάποια ρωγμή στην πώρωσή της ώστε η ακτίνα του Ήλιου της Δικαιοσύνης να βρει τρόπο να διεισδύσει μέσα της, φωτίζοντας τη σκοτεινιά της. Κι όταν συμβεί τούτο, τότε τα πάντα αλλοιώνονται. Αλλά επί τα βελτίω: ο άνθρωπος προκαλείται σε μετάνοια και το εσωτερικό δάκρυ του φέρνει την κάθαρση από τη βρομιά των παθών του – ο νοερός οφθαλμός του με την ακτίνα του θεϊκού Πνεύματος αρχίζει να διακρίνει λίγο την πραγματικότητα! «Μακάριοι οἱ καθαροί τῆ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν  ὄψονται». Και τα θεόπνευστα λόγια του ποιητή συνοψίζουν: «Οὐ φέρει τό μυστήριον ἔρευναν∙ πίστει μόνῃ τοῦτο πάντες δοξάζομεν» (Δεν ερευνάται με τη λογική το μυστήριο. Με μόνη τη φωτισμένη από τον Θεό πίστη το δοξολογούμε).

Την παραδοξότητα όμως του μυστηρίου της σάρκωσης ως ανθρώπου του Θεού την επισημαίνουμε και στο μυστήριο της ίδιας της Υπεραγίας Θεοτόκου, αλλά κατ’ επέκταση και σε κάθε πια πιστό άνθρωπο, ιδίως τον αληθινά πιστό, τον άγιο! Τι εννοούμε; Η Παναγία Μητέρα του Κυρίου ζει μέσα στο μυστήριο, αφού ήταν εκείνη που πρόσφερε το «υλικό», την ίδια τη σάρκα της στον Υιό και Θεό της ώστε να έρθει αυτός στον κόσμο ως άνθρωπος, όμοιος καθ’ όλα με εμάς πλην της αμαρτίας – η αμαρτία δεν αποτελεί φυσιολογικό στοιχείο στον πλασμένο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού άνθρωπο. Αλλά επίσης ζει το μυστήριο που οι άγιοι υμνογράφοι το θέτουν διατυπωμένο στα χείλη της: πώς «άνανδρος» αυτή τίκτει κανονικά παραμένοντας όμως Παρθένος; «Βλέπω ακατάλυτη τη σφραγίδα της παρθενίας μου, γι’ αυτό και σε κηρύττω Λόγο Θεού που δεν αλλοιώθηκε αλλά απέκτησε σάρκα. Δεν γνωρίζω ανδρική σπορά, σε γνωρίζω όμως ως εκείνο που έλυσες τη φθορά. Διότι είμαι αγνή, ενώ εσύ προήλθες από εμένα. Όπως βρήκες τη μήτρα μου έτσι και την άφησες».

Κι αυτή τη διπλή διάσταση του μυστηρίου, και Παρθένος και Μητέρα, όπως ο ίδιος ο Κύριος είναι και Θεός και άνθρωπος, τη διαπιστώνουμε είπαμε και σε κάθε πιστό που θέλει να έχει ενεργοποιημένη την πίστη του. Διότι ο κάθε πιστός στον Χριστό πώς κινείται και πώς ζει; Όπως λέει ο απόστολος Παύλος: «διά πίστεως περιπατοῦμεν, οὐ δι’ εἴδους», με τα μάτια της πίστεως πορευόμαστε στη ζωή αυτή, όχι με ό,τι μας προσφέρουν μόνο οι σωματικές μας αισθήσεις. Το εξαγγέλλει και αλλού ο μέγας αυτός άνθρωπος: «Δεν είμαστε προσηλωμένοι κυρίως στα βλεπόμενα με τα σωματικά μας μάτια, αλλά στα μη βλεπόμενα. Διότι τα βλεπόμενα είναι φθαρτά, ενώ τα μη βλεπόμενα αιώνια». Και τι είναι αιώνιο; Η παντοδύναμη χάρη του Κυρίου που διακρατεί και διαπερνά τα σύμπαντα. Λοιπόν, ο πιστός ζει διαρκώς την παρουσία του Κυρίου, οι οφθαλμοί του αδιάκοπα ενατενίζουν σ’ Αυτόν, ταυτοχρόνως όμως και ως άνθρωπος της ζωής αυτής προσβλέπει και στα υλικά. Αυτό δεν συνιστά το μυστήριο του κάθε αγίου; Πατάει στη γη αυτή αλλά ζει στον Ουρανό! Και δεν μπορεί και δεν πρέπει να χάσει τη διπλότητα αυτή. Γιατί την ώρα που θα τη χάσει θα αρχίσει η τρεπτότητα της κοσμικής ζωής να τον συμφύρει στη ζάλη και στους ταραγμένους κλυδωνισμούς της.

Γιατί βλέπουμε στους βίους των αγίων μας να βρίσκονται αυτοί σε μία ψύχραιμη κατάσταση, έστω κι αν τα ανθρωπόμορφα θεριά των εχθρών της πίστεως επιπίπτουν με μανία εναντίον τους; Διότι ακριβώς όπως είπαμε ενατενίζουν πάντοτε στον Σωτήρα Χριστό. Κι έχοντας τους νοερούς όφθαλμούς τους προς Αυτόν, που θα πει αγωνιζόμενοι να «μένουν μέσα σ’ Εκείνον και Εκείνος μέσα σ’ αυτούς», έχοντάς Τον δηλαδή ως οίκο και κατάπαυσή τους, μπορούν με επίγνωση να αγκαλιάζουν με αγάπη και τους εχθρούς τους, πολύ περισσότερο κάθε πλάσμα του Θεού, τρόπον τινά ως προέκταση Εκείνου. Κι ίσως είναι αυτό που έλεγε ο μεγάλος όσιος της εποχής μας, λογιότατος Σωφρόνιος Αθωνίτης, ο εν τω Έσσεξ Αγγλίας αναπαυόμενος: ο χριστιανός ζει ένα είδος ορθόδοξης «σχιζοφρένειας». Διαρκώς με τον Χριστό αλλά και διαρκώς με τους ανθρώπους. Με πόθο και αγάπη και έρωτα προς τον Χριστό, που εκφράζεται όμως προς ό,τι είναι του Χριστού, είτε είναι κυρίως ο άνθρωπος είτε όλη η φυσική δημιουργία. Ευνόητο ότι μιλάμε για τη βίωση του μυστηρίου του βαπτίσματος που ενσωματώνει τον πιστό στον Χριστό και τον κάνει όπως είπαμε πράγματι μία Εκείνου προέκταση. Οπότε η διπλότητα αυτή του πιστού δεν αποτελεί μία «φαντασιακή» εικόνα του, αλλά μία οντολογική πνευματική πραγματικότητά του. Μακάρι ο Κύριος να μας δίνει το δώρο αυτό της χάρης Του αφότου ήλθε στον κόσμο: να έχουμε αίσθηση ότι Του ανήκουμε, ώστε ταυτοχρόνως να έχουμε αίσθηση ότι και όλος ο κόσμος αποτελεί κομμάτι του εαυτού μας. «Όλα σας ανήκουν, είτε άνθρωποι είτε ο κόσμος είτε η ζωή είτε ο θάνατος είτε τα παρόντα είτε τα μελλούμενα. Έσείς όμως ανήκετε στον Χριστό κι ο Χριστός στον Θεό» (απόστολος Παύλος).

21 Δεκεμβρίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

 

«Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν»(Ματθ. 1, 21)

Ένα παράδοξο ευαγγελικό ανάγνωσμα, στο μεγαλύτερο τμήμα του, είναι το σημερινό της Κυριακής προ της Χριστού Γεννήσεως. Μία πληθώρα ονομάτων, ένα γενεαλογικό δένδρο, από τον Αβραάμ μέχρι και τον Ιωσήφ, τον μνήστορα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Γιατί αυτό; Ακριβώς για να δηλωθεί πρώτον ότι ο Κύριος Ιησούς  Χριστός δεν ήλθε ως «από μηχανής Θεός», αλλά ως Εκείνος που είναι κανονικότατος άνθρωπος, «τέλειος άνθρωπος» εκτός από Θεός βεβαίως, άρα έχει συγκεκριμένη ανθρώπινη καταγωγή, και μάλιστα ιουδαϊκή, και δεύτερον για να μαρτυρηθεί ότι ο ερχομός Του είχε προφητευτεί από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης - ό,τι είχε υποσχεθεί ο Θεός από την ώρα της πτώσεως των πρωτοπλάστων στην αμαρτία με το λεγόμενο πρωτευαγγέλιο. Και ο ερχομός Του αυτός θα σήμαινε την απαλλαγή των ανθρώπων από την αιτία της απομάκρυνσής τους από Εκείνον, την ίδια την αμαρτία: αυτό που ο άγγελος Κυρίου αναφέρει με τον λόγο του: «Αὐτός γάρ σώσει τόν λαόν αὐτοῦ  ἀπό τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν».

1. Η αναφορά στην αμαρτία, από την οποία θα απάλλασσε τον λαό Του ο Ιησούς, δεν είναι ως έννοια κάτι το απλό. Υπάρχουν άνθρωποι, και «χριστιανοί» ακόμη, που είτε υποβαθμίζουν την αμαρτία είτε και την διακωμωδούν ότι αποτελεί εφεύρημα των παπάδων για να εκμεταλλεύονται τους ανθρώπους – η στάση της αθεΐας ως έκφρασης όχι μόνο άγνοιας αλλά και υποταγής των ανθρώπων στον Πονηρό διάβολο. Δεν πρόκειται βεβαίως να κρίνουμε τις αντιλήψεις αυτές, διότι είναι αυτονόητο ότι διαγράφουν όλη την αποκάλυψη του Κυρίου Ιησού. Για τους χριστιανούς όμως, που έχουν στοιχειώδη επίγνωση της πίστεώς τους, η έννοια της αμαρτίας έχει ένα τεράστιο βάθος, ανάλογο με την εικόνα που έχει κανείς και για τον Θεό, κάτι που σημαίνει ότι και η κατανόησή της δεν εκλαμβάνεται κατά τρόπο στατικό, αλλά βαίνει αυξομειούμενη: μικρή επίγνωση του Θεού και σχέση μαζί Του, μικρή αίσθηση και της αμαρτίας∙ μεγαλύτερη επίγνωση του Θεού, μεγαλύτερη και η αίσθηση αυτής. Αυτό συμβαίνει διότι Θεός και αμαρτία βρίσκονται σε αντιθετική κατάσταση – «ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν» - συνεπώς η στροφή προς τον Θεό δημιουργεί και την αποστροφή από την αμαρτία, όπως και η στροφή προς την αμαρτία και το φρόνημα του κόσμου δημιουργεί και την αποστροφή από τον Θεό και το άγιο θέλημά Του. Από την άποψη αυτή είναι ευνόητο γιατί πολλοί άνθρωποι δεν θέλουν τον Θεό στη ζωή τους: διότι έχουν «αγκαλιάσει» καρδιακά την αμαρτία, δηλαδή τα πάθη τους, οπότε σπεύδουν να διαγράψουν τον Θεό, για να μην υπάρχει κανείς έλεγχος στις πονηρές πράξεις τους.

2. Η αμαρτία έτσι, ως ουσιαστική διαγραφή του Θεού, λειτουργεί ως διαστροφή του ανθρώπου, ψυχικά και σωματικά. Αν ο Θεός είναι η ζωή του ανθρώπου, όπως πράγματι είναι -  «Εγώ ειμι ο Ων», λέει η Αποκάλυψη του Θεού – απομάκρυνση από Αυτόν σημαίνει μετάβαση προς τον θάνατο. Και όντως: ο λόγος της Γραφής με αυτόν τον τρόπο κατανοεί αυτό που συνέβη στον άνθρωπο με την επανάστασή του κατά του Δημιουργού του: ο άνθρωπος διαστράφηκε και αλλοιώθηκε, γέμισε σκοτάδι η εικόνα του Θεού μέσα του και έχασε την προοπτική του: το καθ’ ομοίωσιν, να γίνει και αυτός ένας μικρός Θεός. Η αμαρτία συνεπώς δεν είναι μία απλή παράβαση ούτε και «παιχνίδι» για να γελά ο άφρων και μωρός άνθρωπος. Όπως μπορούμε να γελάμε με εκείνον που ενώ ήταν πολύ όμορφος στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ομορφιά του χάθηκε εντελώς  από μία πυρκαγιά ή ένα μεγάλο τραυματισμό, άλλο τόσο και περισσότερο μπορούμε να «γελάμε» με την όποια αμαρτία μας.

3. Σ’ αυτήν την αλλοιωμένη από πλευράς πνευματικής κατάσταση της αμαρτίας, με τα γνωρίσματα της φθοράς και του θανάτου, όπως και της βαθειάς θλίψης και μελαγχολίας που την συνοδεύουν, έρχεται ο Χριστός. Το μήνυμα του αγγέλου ότι «Αυτός θα σώσει τον λαό Του από τις αμαρτίες τους» είναι ό,τι πιο παρήγορο είχε και έχει ακουστεί  ποτέ στην ανθρωπότητα. Ο Χριστός είναι ο Ιησούς, ο Σωτήρας των ανθρώπων, Αυτός που  είχε προαναγγελθεί από τους προφήτες, ακριβώς για να αποκαταστήσει τον άνθρωπο από την πτώση του, με όλα τα αρνητικά αποτελέσματά της, τη φθορά, όπως είπαμε, και τον θάνατο. Κι Αυτός ο Χριστός δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος, αλλά ο Ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο ένας της Τριάδος, που με την κοινή ενέργεια Αυτής, σαρκώνεται, ενανθρωπίζεται, γίνεται ένας από εμάς. «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν». Με τον ερχομό Του προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, γενόμενος ο «Εμμανουήλ, ο εστιν μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός», την κανονική και αναμάρτητη όμως, την μη αλλοιωμένη από την αμαρτία – «τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος χωρίς αμαρτίας», κατά τη διατύπωση της Οικουμενικής Συνόδου – ώστε καθένας που θα εντάσσεται σε Αυτόν διά της πίστεως να επανέρχεται στα φυσιολογικά του πλαίσια, δηλαδή να καθαρίζεται από την αμαρτία, να βρίσκει τον φωτισμό της εικόνας του Θεού μέσα του και να ανοίγεται γι’ αυτόν και πάλι η χαμένη προοπτική του καθ’  ομοίωσιν. Και αυτό ξεκίνησε με τη Γέννηση του Υιού και Λόγου του Θεού και  αποκορυφώθηκε με τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του. Πάνω στον Σταυρό ιδίως ο Χριστός «κατήργησε το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς εις την αμαρτίαν». Κι η Ανάστασή Του το διατράνωσε, ως νίκη πια απέναντι στον θάνατο.

Από την άποψη αυτή η Γέννηση του Χριστού έχει άμεση αναφορά  στο Πάθος και την Ανάστασή Του, γι’ αυτό και η Γέννα Του συνιστά την απαρχή του Πάθους, κάτι που φαίνεται εποπτικά και στη βυζαντινή εικόνα της Γεννήσεως, όπου ο Κύριος ως βρέφος είναι τοποθετημένος πάνω σε λάρνακα αντί φάτνης, όπως και στην εικόνα της Παναγιάς του Χάρου, κατά την οποία η Παναγία κρατά αντί του μικρού Χριστού έναν μικρό Εσταυρωμένο.

Τα Χριστούγεννα ουσιαστικά έφτασαν. Η παρηγοριά που δίνει η Γέννηση του Χριστού είναι πραγματική και προσιτή στον καθένα. Το μόνο που απαιτείται για να νιώσει κανείς την προσφορά αυτή του Θεού είναι η εν πίστει μετάνοιά του. Το απλωμένο χέρι του Θεού ζητεί και τη δική μας ανταπόκριση. Και μετάνοια σημαίνει να πιστέψουμε ότι η αγάπη Του είναι μεγαλύτερη από τις αμαρτίες μας, να δεχτούμε ότι η ζωή μαζί Του είναι απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούμε χωρίς Αυτόν. Η κατάθεση των αμαρτιών μας, η εξομολόγησή μας στο μυστήριο της μετανοίας, εκεί που προσφέρεται η βαριά και βρόμικη καρδιά μας σ’ Εκείνον, ώστε να την πάρει και να την ξεπλύνει, κάτι που κατεξοχήν ολοκληρώνεται στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, θα είναι το ωραιότερο δώρο που μπορούμε  να Του προσφέρουμε για ό,τι Εκείνος έκανε και κάνει για εμάς. Θα έχουμε το κουράγιο να Του προσφέρουμε τις αμαρτίες μας; Θα γιορτάσουμε δηλαδή αληθινά Χριστούγεννα;

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 1, 1-25)

Βίβλος γενέσεως  Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ  Ἀβραάμ. 2  Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν  Ἰσαάκ,  Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ,  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, 3  Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐσρώμ,  Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀράμ, 4  Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμιναδάβ,  Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, 5 Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ,  Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεσσαί, 6  Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα. Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, 7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιά,  Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀσά, 8  Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσαφάτ,  Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωράμ,  Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὀζίαν, 9  Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωάθαμ,  Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἄχαζ,  Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐζεκίαν, 10  Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμών,  Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσίαν, 11  Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. 12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος  Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, 13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιούδ,  Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιακείμ,  Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀζώρ, 14  Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀχείμ,  Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιούδ, 15  Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλεάζαρ,  Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ, 16  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη  Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. 17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ  Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. 18 Τοῦ δὲ  Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ  Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος  Ἁγίου. 19  Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων·  Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν  Ἁγίου. 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23  Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ  Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Η γενεαλογία του Ιησού Χριστού

Η βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, του γιου του Δαβίδ, γιου του Αβραάμ. Ο Αβραάμ γέννησε τον Ισαάκ, και ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του, και ο Ιούδας γέννησε τον Φάρες και τον Ζάρα από τη Θαμάρ, και ο Φάρες γέννησε τον Εσρώμ, και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ, και ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ, και ο Αμιναδάβ γέννησε τον Ναασσών, και ο Ναασσών γέννησε τον Σαλμών, και ο Σαλμών γέννησε τον Βόες από τη Ραχάβ, και ο Βόες γέννησε τον Ιωβήδ από τη Ρουθ, και ο Ιωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί, και ο Ιεσσαί γέννησε τον Δαβίδ τον βασιλιά. Και ο Δαβίδ γέννησε τον Σολομώντα από τη γυναίκα του Ουρία, και ο Σολομώντας γέννησε τον Ροβοάμ, και ο Ροβοάμ γέννησε τον Αβιά, και ο Αβιά γέννησε τον Ασάφ,
και ο Ασάφ γέννησε τον Ιωσαφάτ, και ο Ιωσαφάτ γέννησε τον Ιωράμ, και ο Ιωράμ γέννησε τον Οζία, και ο Οζίας γέννησε τον Ιωαθάμ, και ο Ιωαθάμ γέννησε τον Αχάζ, και ο Αχάζ γέννησε τον Εζεκία, και ο Εζεκίας γέννησε τον Μανασσή, και ο Μανασσής γέννησε τον Αμώς, και ο Αμώς γέννησε τον Ιωσία, και ο Ιωσίας γέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του κατά τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα. Μετά λοιπόν τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ο Ιεχονίας γέννησε τον Σαλαθιήλ, και ο Σαλαθιήλ γέννησε τον Ζοροβαβέλ, και ο Ζοροβαβέλ γέννησε τον Αβιούδ, και ο Αβιούδ γέννησε τον Ελιακίμ, και ο Ελιακίμ γέννησε τον Αζώρ, και ο Αζώρ γέννησε τον Σαδώκ, και ο Σαδώκ γέννησε τον Αχίμ, και ο Αχίμ γέννησε τον Ελιούδ, και ο Ελιούδ γέννησε τον Ελεάζαρ, και ο Ελεάζαρ γέννησε τον Ματθάν, και ο Ματθάν γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας, από την οποία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. Όλες λοιπόν οι γενιές από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τον Δαβίδ ως τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ως τον Χριστό είναι δεκατέσσερις γενιές.

Η γέννηση του Ιησού Χριστού

Και η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο: Όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του η Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν αυτοί να συνευρεθούν, βρέθηκε να έχει παιδί στην κοιλιά της από το Άγιο Πνεύμα.
Και ο Ιωσήφ ο άντρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να την αποδιώξει κρυφά. Ενώ λοιπόν σκεφτόταν αυτά, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε σ’ αυτόν στο όνειρό του, λέγοντας: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη φοβηθείς να παραλάβεις τη Μαρία τη γυναίκα σου. Γιατί αυτό που μέσα της γεννήθηκε είναι από Πνεύμα Άγιο. Και θα γεννήσει γιο, και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». Και όλ’ αυτά έχουν γίνει, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: Ιδού, η παρθένος θα έχει παιδί στην κοιλιά και θα γεννήσει γιο και θα καλέσουν το όνομά του Εμμανουήλ, που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: Ο Θεός είναι μαζί μας. Και όταν σηκώθηκε ο Ιωσήφ από τον ύπνο, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και παρέλαβε τη γυναίκα του, και δε γνώριζε αυτήν, ωσότου γέννησε γιο. Και κάλεσε το όνομά του Ιησού.

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 11, 9-10, 32-40)

Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Άνθρωποι πίστης

Αδελφοί, με την πίστη παροίκησε ο Αβραάμ στη γη της επαγγελίας σαν σε ξένη χώρα και κατοίκησε μέσα σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, τους συγκληρονόμους αυτής της υπόσχεσης. Γιατί περίμενε την πόλη που έχει τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Και τι να λέω ακόμα; Γιατί θα μου λείψει ο χρόνος να διηγούμαι για τον Γεδεών, τον Βαράκ, τον Σαμψών, τον Ιεφθάε, τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τους προφήτες, οι οποίοι διαμέσου της πίστης κατανίκησαν βασίλεια, έκαναν έργα δικαιοσύνης, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν από στόματα μάχαιρας, δυναμώθηκαν από ασθένειες, έγιναν ισχυροί στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή παρατάξεις εχθρικών στρατευμάτων. Γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους ζωντανούς με ανάσταση. Ενώ άλλοι ξυλοκοπήθηκαν μέχρι τον θάνατο και δεν δέχτηκαν την απολύτρωση, για να επιτύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Και άλλοι δοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμα και δεσμά και φυλακή. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέθαναν με φόνο από μάχαιρα, περιήλθαν με προβιές, με δέρματα κατσικιών, και στερούνταν, θλίβονταν, κακουχούνταν, – για τους οποίους δεν ήταν άξιος ο κόσμος – περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε όρη και σε σπηλιές και στις τρύπες της γης. Και αυτοί όλοι, αν και είχαν καλή μαρτυρία μέσω της πίστης τους, δεν απόκτησαν την υπόσχεση, γιατί ο Θεός πρόβλεψε για μας κάτι καλύτερο, για να μην τελειοποιηθούν χωρίς εμάς.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

«Σε μία από τις πρώτες μου επισκέψεις στον Άθωνα, έξω από τη Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου, στο κονάκι, εκεί που εγκαταβίωνε και ησύχαζε ο μακαριστός Γέροντας Ιωσήφ (ο Βατοπαιδινός), άκουσα ο ίδιος τον Γέροντα να λέει σε κάποιον από την παρέα μας: “Το μεγαλύτερο προσκύνημά σου είναι η ενορία σου. Και ο πλέον Πανάγιος Τάφος είναι η Αγία Τράπεζα του Ναού της ενορίας σου”» (Δημ. Λυκούδης, θεολόγος, Διευθυντής της εφημ. «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», φ. 428, 12-12-2024).

Ακούγεται προκλητικός ο λόγος του μεγάλου και σπουδαίου Γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού (1921-2009), μαθητή και υποτακτικού του οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού, παραδελφού και ίσως ίδιας  περιωπής με τον όσιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, ανθρώπου συνεπώς με βαθιά σοφία και εμπειρία της χάρης του Θεού. Η παρουσία και αυτού του Γέροντος σφράγισε τα νεώτερα χρόνια την πνευματική πορεία του Αγίου Όρους και θεωρείται ως ένα από τα ορόσημα του ευλογημένου Άθω. Ακούγεται λοιπόν προκλητικός ο λόγος του, διότι φαίνεται να υποβαθμίζει το προσκύνημα των Αγίων Τόπων, ακόμη και τον ίδιο τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου Ιησού Χριστού! Μα υπάρχει τίποτε σημαντικότερο από τα χώματα εκείνα που πάτησαν και βάδισαν τα πανάχραντα πόδια του ενανθρωπήσαντος Θεού; Από τον τόπο δηλαδή που επέλεξε ο ίδιος ο Θεός «κλίνοντας τους ουρανούς» να κατέβει και να περπατήσει ως άνθρωπος επί της γης συναναστρεφόμενος μαζί μας;

Και ασφαλώς δεν υποβαθμίζει ο μακαριστός Γέροντας τους Αγίους Τόπους! Πώς θα μπορούσε άλλωστε έστω και σαν σκέψη να υπονοήσει τούτο, όταν για παράδειγμα ο ίδιος «καιγόταν» ευρισκόμενος στην Αθήνα να πάει προσκυνητής στην Παναγία της Τήνου; Τα προσκυνήματα δηλαδή γι’ αυτόν, πολύ περισσότερο οι Άγιοι Τόποι, ήταν χώροι που ανέδιδαν τη χάρη του Θεού και των Αγίων, τα λείψανα ή οι εικόνες του Κυρίου και των φίλων Του περιέκλειαν τη δυναμική της παρουσίας του Θεού, που «περίμεναν» την καρδιακή πίστη των ανθρώπων για να ενεργοποιήσουν τη χάρη Του. Τότε προς τι ο «παράδοξος» λόγος του Γέροντα; «Το μεγαλύτερο προσκύνημα η ενορία˙ ο πιο πανάγιος Τάφος η Αγία Τράπεζα»! Πρόκειται γι’ αυτό που ο καθένας μπορεί να υπονοήσει και υπονοεί και ο ίδιος: αν δεν ενταχτείς σωστά στην ενορία σου, αν δεν μετέχεις εν μετανοία και ταπεινώσει στην Αγία Τράπεζα διά της θείας κοινωνίας της ενορίας σου, αν δεν λειτουργείς δηλαδή στη ζωή σου ως μέλος του σώματος του Χριστού, τότε κανένας Άγιος Τόπος και κανένας Πανάγιος Τάφος δεν πρόκειται να σου προσφέρει αυτό που βαθιά αναζητείς: τη χάρη του Θεού, τη ζωντανή αίσθηση της παρουσίας Του! Περισσότερο θα μοιάζεις μ’ εκείνους τους θεωρούμενους «προσκυνητές» του Αγίου Όρους, οι οποίοι πηγαίνουν για την όμορφη και μοναδική φύση, για τα αρχαία κτίσματα, για τα «ωραία» νηστίσιμα, για τους γραφικούς και απόκοσμους καλόγερους, χωρίς ποτέ να έρχονται σ’ επαφή μ’ αυτό που πράγματι είναι το Όρος και το βάθος του: ένας τόπος όπου από αιώνων υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται, έστω και με τις πτώσεις τους, να βρουν τον Θεό τους  άρα και τον αληθινό εαυτό τους! Άλλο περιηγητής και άλλο προσκυνητής!

Το ίδιο λοιπόν και τους με τους Αγίους Τόπους και τον Πανάγιο Τάφο! Για να συλλάβεις το μεγαλείο και τη χάρη και το φως και τη δόξα που περικλείουν θα πρέπει προηγουμένως να «δουλεύεις» πάνω στις προϋποθέσεις της πνευματικής ζωής, ώστε καθαιρόμενος δι’ αυτής να ανοίξουν οι πνευματικές σου  αισθήσεις και ν’ αρχίζεις να βλέπεις και να ακούς και να γεύεσαι. Πόσοι αλήθεια άνθρωποι δεν έχουν πάει στους Αγίους Τόπους, αλλά επέστρεψαν όπως ακριβώς, για να μην πούμε χειρότεροι, από ό,τι πήγαν; Γιατί πήγαν «αδιάβαστοι» και «αδιάβροχοι»! Τι έκανε ο μακαριστός άγιος Γέροντας Ιωσήφ για το προσκύνημά του στην Τήνο; Προκειμένου αυτός και το πνευματικό του τέκνο Αθανάσιος, ο σήμερον Μητροπολίτης Λεμεσού, να πάνε και να προσκυνήσουν σωστά την εικόνα της Παναγίας, νήστεψαν ολόκληρη την προηγούμενη ημέρα. Μόνον για το προσκύνημα! Ας φανταστούμε την ένταση του αγώνα τους και για τα άλλα της πνευματικής ζωής τους! «Δοκιμαζέτω άνθρωπος εαυτόν και ούτω εκ του Ποτηρίου πινέτω»! Για να μη γίνει η θεία κοινωνία «εις κρίμα ή εις κατάκριμα». Η αντιστοιχία με τα άγια προσκυνήματα είναι αυτονόητη.

Και μοιάζει αυτό που λέει ο Γέροντας Ιωσήφ, ο προκλητικός θεωρούμενος λόγος του, με ό,τι σημειώνει ο απόστολος Παύλος: δεν μπορεί να λες ότι αγαπάς τους συνανθρώπους σου, αν δεν αγαπάς και δεν προνοείς πρώτα από όλα για την οικογένειά σου! Με τα ίδια τα λόγια του σε απόδοση: «Αν κάποιος δεν φροντίζει για τους συγγενείς του, κι ιδιαίτερα για εκείνους που μένουν στο ίδιο σπίτι μαζί του, αυτός έχει αρνηθεί την πίστη κι είναι χειρότερος κι από έναν άπιστο» (Α΄Τιμ. 5, 8). Τουτέστιν: αν δεν νιώθεις την ιερότητα του δικού σου χώρου και τόπου, της ενορίας σου, ούτε την ιερότητα των Αγίων Τόπων και του Παναγίου Τάφου θα μπορέσεις να αισθανθείς. Οπότε ο άγιος μακαριστός Γέρων Ιωσήφ μας προσγειώνει: Για να προσεγγίσεις με αίσθηση ψυχής τα μεγάλα, πρώτα πρέπει να ασκηθείς στα θεωρούμενα «μικρά». Η ταπεινή ενορία έτσι γίνεται μέτρο και για το όλον της Εκκλησίας. Κατά τον Κύριο: «επί ολίγα ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω»!