19 Απριλίου 2025

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΕΩΣ

«Φοβερόν καί παράδοξον μυστήριον σήμερον ἐνεργούμενον καθορᾶται... Πιλάτῳ παρίσταται, ᾧ τρόμῳ παρίστανται οὐρανῶν αἱ δυνάμεις...» (Καί νῦν δοξαστικού στιχηρών εσπερινού αποκαθήλωσης).

(Φοβερό και παράδοξο μυστήριο φαίνεται να ενεργείται σήμερα... Παρίσταται ενώπιον του Πιλάτου Εκείνος μπροστά στον Οποίο παρίστανται με τρόμο οι Ουράνιες Δυνάμεις...).

Τα περισσότερα τροπάρια της ακολουθίας της Μεγάλης Παρασκευής (Ωρών και Εσπερινού) πατώντας στο ιστορικό έδαφος των γεγονότων που περιγράφει η Καινή Διαθήκη προβάλλουν τη διπλή διάσταση του βάθους των γεγονότων:

- αφενός δίνουν την αληθινή εικόνα Εκείνου χάριν του Οποίου τελούνται τα πάντα, του Κυρίου Ιησού Χριστού: βλέπουμε τον άνθρωπο που υφίσταται τα πάνδεινα από τους θεωρούμενους εχθρούς Του με αποκορύφωμα την εσχάτη των ποινών για την εποχή εκείνη, τον σταυρικό θάνατο, αλλά και βλέπουμε εν πίστει τη θεϊκή Του διάσταση – πρόκειται για τον Παντοδύναμο Θεό, ο Οποίος μέσα στο πλαίσιο της άφατης φιλανθρωπίας και αγάπης Του για τα πλάσματά Του «αφήνεται» να συρθεί στα Πάθη και στον θάνατο, γιατί έτσι ήταν ο μόνος τρόπος ο άνθρωπος να ξαναβρεί τον εαυτό του και να αποκτήσει την ολοκληρία του:  ο Χριστός «αἴρει τήν ἁμαρτίαν» του που κατέφερε αποφαστικό πλήγμα κατά της ύπαρξής του και ήταν το φράγμα που τον χώριζε από τον Δημιουργό του∙

- αφετέρου παρακολουθούμε τα γεγονότα «ἐνεοί», με κομμένη την ανάσα, «ακούγοντας» το δίκαιο παράπονό Του για όσα άδικα υφίσταται έναντι των ευεργετημάτων που πρόσφερε στον λαό Του, όπως και αφουγκραζόμαστε τον συγκλονισμό των αγγελικών Δυνάμεων που αδυνατούν να κατανοήσουν και αυτές το τι γίνεται και διαδραματίζεται – το σχέδιο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του κόσμου ήταν κρυμμένο και από τους αγγέλους ακόμη!

Λοιπόν ενεργείται, μας λέει ο άγιος υμνογράφος, ένα φοβερό και παράδοξο μυστήριο με τα γεγονότα του Πάθους και του Σταυρού του Κυρίου. Αλλά  τα γεγονότα αυτά γνωρίζουμε ότι αποτελούν την αποκορύφωση, δεδομένου ότι το Πάθος Του ξεκινά από τη στιγμή της σάρκωσής Του εν τη κοιλία της Παρθένου Μαρίας. Με τα λόγια μάλιστα του αποστόλου Παύλου που αναφέρει με θάμβος καρδίας: «ὁμολογουμένως μέγα ἐστί τό τῆς εὐσεβείας μυστήριον∙ Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί,  ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α΄ Τιμ. γ΄ 16). Και μάλιστα συμπληρώνει ο άγιος ποιητής ότι το μυστήριο αυτό διαδραματίζεται «σήμερον». Όχι μόνο βέβαια με την έννοια της αναγωγής μας στο «σήμερον» της εποχής εκείνης – μεταφερόμαστε στην εποχή του Χριστού – αλλά και με την έννοια του λεγομένου «λειτουργικού χρόνου», δηλαδή της μεταφοράς του παρελθόντος χρόνου στο εκάστοτε παρόν λόγω της δυνάμεως του αγίου Πνεύματος. Λοιπόν, τα γεγονότα του Πάθους τα παρακολουθούμε κι εμείς σήμερα, μετέχοντας σ’ αυτά, γι’ αυτό και πάντα στην Εκκλησία μας ο πιστός συγκλονίζεται και προκαλείται για την καλή «ἀλλοίωσιν» του εαυτού του: να γίνει και ο ίδιος «καινή κτίσις», ό,τι δηλαδή συνιστά σκοπό του ερχομού του Θεού στον κόσμο ως ανθρώπου και σκοπό του άφατου Πάθους Του.

Και ένα σημείο του μυστηρίου του Πάθους του Κυρίου σημειώνει το Καί νῦν τοῦ Δοξαστικοῦ: «...Παρίσταται ενώπιον του Πιλάτου Εκείνος μπροστά στον Οποίο παρίστανται με τρόμο οι Ουράνιες Δυνάμεις...». Η εικόνα είναι πράγματι ασύλληπτη: Ο Χριστός ως το Δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος έχει ενώπιόν Του τις Ουράνιες Δυνάμεις που στέκονται με δέος και τρόμο μπροστά στο μεγαλείο της Θεότητάς Του∙ και την ίδια στιγμή ο Ίδιος ως άνθρωπος στέκει εντελώς «αδύναμος» μπροστά στο δημιούργημά Του, το οποίο μάλιστα το κρατάει στην ύπαρξη με τις άκτιστες ενέργειές Του. Και τι μας αποκαλύπτει η εικόνα αυτή; Ότι το μεγαλείο του Θεού μας εκφράζεται ανθρώπινα ως η μεγαλύτερη ταπείνωση (αυτό που ο Ίδιος ενέπνευσε ήδη από την Παλαιά Διαθήκη: «ὅσον μέγας εἶ, τοσοῦτον ταπείνου σεαυτόν»). Αν ήταν κάποιος άνθρωπος ο Χριστός και είχε δυνάμεις «κρυφές» θα έβρισκε την ευκαιρία να «ταπεινώσει» τους όποιους αντιπάλους του – έτσι δεν γίνεται σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας, όπου κάποιος «δυνατός» όταν προσβάλλεται χρησιμοποιεί τη δύναμή του και «ὑποσκελίζει» τους εχθρούς του; Ή και ο ίδιος ο Κύριος δεν δέχτηκε παρόμοιους πειρασμούς είτε από τον πονηρό διάβολο αλλ’ είτε και από τους μαθητές Του; «Κύριε, στείλε φωτιά να κάψεις τους εχθρούς σου», ακούει αίφνης από τους μαθητές Του όταν οι Σαμαρείτες Τον παρακαλούν να φύγει από τη χώρα τους. Ο Ίδιος λέει στους εξεγερμένους μαθητές Του που αγανακτούν λόγω της εναντίωσης των Φαρισαίων ότι θα μπορούσε να στείλει μια δωδεκάδα λεγεώνων από αγγέλους να Τον υπερασπιστούν. Μα... δεν θα ήταν ο Ίδιος – Εκείνος που είναι η αγάπη και η ταπείνωση και που ήλθε «ἵνα σώσῃ τον κόσμον».

Κι όλα αυτά γίνονται για χάρη μας: να καταλάβουμε ότι με τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο, με το Πάθος Του, αλλά και μετέπειτα με την Ανάστασή Του, την Ανάληψή Του, την αποστολή του Πνεύματός Του, καλούμαστε να ζούμε σαν κι Εκείνον. Δηλαδή με τον τρόπο της δικής Του αγάπης και κυρίως με τον τρόπο της δικής Του ταπείνωσης. Διότι πολύ συχνά επέρχεται σύγχυση στον νου μας. Και νομίζουμε ότι μπορούμε να λειτουργούμε χριστιανικά με έναν κοσμικό τρόπο επίδειξης της «δύναμής» μας, με την υπεράσπιση ακόμη και του Χριστού(!) ως να είναι ο αδύναμος και ο φοβισμένος που χρειάζεται τη δική μας υπερασπιστική γραμμή – έχουμε μπει για τα καλά στο «λούκι» που λένε της εκκοσμίκευσης. Μα ό,τι δεν κινείται από την αγάπη και την ταπείνωση δεν είναι χριστιανικό – δεν μπορεί να έχει σχέση με τον Παντοκράτορα Κύριο που ίσταται «αδύναμος» ενώπιον των δημιουργημάτων Του. Είναι μάλλον ολοφάνερο έτσι ότι δεν Τον πιστεύουμε όπως ήλθε και όπως είναι, και συνεπώς ψέλνουμε τα τροπάρια της Εκκλησίας μας αλλά προφανώς λίγο επιδερμικά και επιφανειακά, χωρίς να εισερχόμαστε στο νόημά τους και το βάθος τους.

ΤΟΥΤΟ ΕΣΤΙ ΤΟ ΥΠΕΡΕΥΛΟΓΗΜΕΝΟΝ ΣΑΒΒΑΤΟΝ

«Τοῦτό ἐστι τό ὑπερευλογημένον Σάββατον, ἐν ᾧ Χριστός ἀφυπνώσας, ἀναστήσεται τριήμερος».

(Αυτό είναι το υπερευλογημένο Σάββατο, κατά το οποίο ο Χριστός αφού κοιμήθηκε τον ύπνο του θανάτου, θα αναστηθεί σε τρεις ημέρες)

         Ἡ σημερινή ἡμέρα εἶναι ἐντελῶς ξεχωριστή. ῎Οχι μόνον εἶναι Μεγάλη, ἀλλά καί ὑπερευλογημένη. Αἰτία γι᾽ αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Κύριος ᾽Ιησοῦς Χριστός, ἀφοῦ διῆλθε ἀπό τόν Σταυρό, πάνω στόν ὁποῖο πραγματοποιήθηκε κυρίως ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους μέ τήν κατάργηση τοῦ σώματος τῆς ἁμαρτίας, κατέπαυσε ἀπό τά ἔργα Του καί ἐτάφη ὡς κοινός θνητός, εἰσερχόμενος ἔτσι μέ τήν ψυχή Του στό βασίλειο τοῦ θανάτου. Ὁ Κύριος, ὅπως σημειώνει καί τό γνωστό τροπάριο, εἶναι ῾ἐν τάφῳ σωματικῶς, ἐν ῞Αδου δέ μετά ψυχῆς ὡς Θεός, ἐν Παραδείσῳ μετά ληστοῦ καί ἐν θρόνῳ μετά Πατρός καί Πνεύματος, πάντα πληρῶν ὡς παντοδύναμος᾽. Τά τροπάρια τοῦ Μ. Σαββάτου εἶναι καταπληκτικά στήν ἀπόδοση τῆς θεοσώμου ταφῆς τοῦ Κυρίου καί τῆς εἰς ῞Αδου καθόδου Του, χρησιμοποιώντας ἐκφράσεις ἄφθαστης ποιητικῆς σύλληψης. 

       Μέ ἐξαίσιο τρόπο καταγράφεται ἐν πρώτοις τό μυστήριο τῆς ἴδιας τῆς ταφῆς, πού προκαλεῖ τήν κατάπληξη ὄχι μόνον τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων. Κι αὐτό γιατί ἀντιμετωπίζεται τό μεγαλύτερο παράδοξο: νά κηδεύεται ἡ ἴδια ἡ ζωή. ῾Ἡ ζωή ἐν τάφῳ κατετέθης, Χριστέ, καί ἀγγέλων στρατιαί ἐξεπλήττοντο, συγκατάβασιν δοξάζουσαι τήν σήν᾽ (῾Χριστέ, που είσαι η ζωή κατατέθηκες στον τάφο, και οι στρατιές των αγγέλων εκπλήττονταν, δοξάζοντας τη συγκατάβασή Σου᾽). Ταυτόχρονα, διατρανώνεται ἡ πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας γιά τό τί διαδραματίστηκε τήν ἡμέρα αὐτή ἀπό τή συνάντηση τοῦ Κυρίου μέ τόν ῞Αδη, τί ὑπέστη δηλαδή ὁ θάνατος ἀπό τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη ἁγία ψυχή Του: ῾Ὅτε κατῆλθες πρός τόν θάνατον, ἡ ζωή ἡ ἀθάνατος, τότε τόν ῞Αδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος᾽ (῾Όταν κατέβηκες στον θάνατο, Συ που είσαι η αθάνατη ζωή, τότε νέκρωσες τον Άδη με την αστραπή της θεότητός Σου᾽).  ῾Τέτρωται ῞Αδης, ἐν τῇ καρδίᾳ δεξάμενος τόν τρωθέντα λόγχῃ τήν πλευράν, καί στένει πυρί θείῳ δαπανώμενος᾽ (῾Πληγώθηκε ο Άδης κατάστηθα, καθώς δέχτηκε Αυτόν που πληγώθηκε με τη λόγχη στην πλευρά, και στενάζει καθώς κατατρώγεται από τη θεία φωτιά᾽).  ῾Φρίττουσιν ῞Αδου οἱ πυλωροί, βλέποντες ἠμφιεσμένον στολήν ᾑμαγμένην τῆς ἐκδικήσεως᾽ (Φρίσσουν οι θυρωροί του Άδη, βλέποντάς Σε να φοράς τη ματωμένη στολή της εκδίκησης᾽).  ῾Ὁ ἐχθρός ῞Αδης ἐσκύλευται᾽ (῾Ο εχθρός Άδης απογυμνώθηκε᾽).

        Ἡ διάλυση αὐτή τοῦ βασιλείου τοῦ ῞Αδη, ὁ θάνατος τοῦ θανάτου σημαίνει κατά συνέπεια τήν ἐλευθερία καί τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τά θανατερά αὐτά δεσμά. ῾Ὑπνοῖ ἡ ζωή καί ῞Αδης τρέμει καί ᾽Αδάμ τῶν δεσμῶν ἀπολύεται᾽(῾Κοιμάται η ζωή και ο Άδης τρέμει και ο Αδάμ λύνεται από τα δεσμά του᾽). Ἡ ζωή εἶναι ἕτοιμη πιά νά βασιλεύσει καί πάλι, γιατί γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἦλθε στόν κόσμο ὁ Δημιουργός.῾Δεῦτε ἴδωμεν τήν ζωήν ἡμῶν ἐν τάφῳ κειμένην, ἵνα τούς ἐν τάφοις κειμένους ζωοποιήσῃ᾽ (῾Ελάτε να δούμε Αυτόν που είναι η ζωή μας, να βρίσκεται στον τάφο, με σκοπό να δώσει ζωή σ᾽αυτούς που βρίσκονται στους τάφους᾽). Πῶς εἶναι τό λιοντάρι πού ᾽ναι μισοκοιμισμένο κι ἕτοιμο νά ξυπνήσει; ῎Ετσι καί ὁ Χριστός,  θανατώνοντας τόν ῞Αδη καί τό θάνατο, εἶναι ἕτοιμος νά ἀναστηθεῖ. ῾᾽Αναστήσεται τριήμερος᾽. ῾Δεῦτε σήμερον, τόν ἐξ ᾽Ιούδα ὑπνοῦντα θεώμενοι, προφητικῶς αὐτῷ ἐκβοήσωμεν. ᾽Αναπεσών κεκοίμησαι ὡς λέων. Τίς ἐγερεῖ σε, βασιλεῦ; ᾽Αλλ᾽ ἀνάστηθι αὐτεξουσίως, ὁ δούς σεαυτόν ὑπέρ ἡμῶν ἑκουσίως᾽ (῾Ελάτε σήμερα, βλέποντας να κοιμάται Αυτόν που προήλθε από τη γενιά του Ιούδα, να Του φωνάξουμε δυνατά με προφητικό τρόπο: Ξάπλωσες και κοιμήθηκες σαν λιοντάρι. Ποιος θα σε ξυπνήσει, βασιλιά; Αλλά αναστήσου με τη θέλησή Σου, Συ που έδωσες τον εαυτό Σου για χάρη μας με τη θέλησή Σου᾽).

        Ὁ Κύριος ὅμως καί στόν ῞Αδη ἀκόμη δέν ἔρχεται ἐκβιαστικά πρός τόν ὑπόδουλο ἄνθρωπο. Πράγματι, διαλύει τό βασίλειο τοῦ θανάτου, ἀλλά καλεῖ τίς ψυχές πού βρίσκονταν ἐκεῖ ν᾽ ἀνταποκριθοῦν στήν κλήση Του. Ὁ Κύριος κι ἐκεῖ ἀκόμη κηρύσσει τήν πίστη σ᾽ ᾽Εκεῖνον, ὥστε ἐλεύθερα οἱ ψυχές νά σωθοῦν, νά ἀναστηθοῦν μαζί Του. Μᾶς τό ἀποκαλύπτει ἰδίως ὁ ἀπ. Πέτρος, ὅταν μᾶς λέει ὅτι ὁ Κύριος ῾ἐκήρυξε καί τοῖς ἐν φυλακῇ πνεύμασι᾽, ὥστε νά μήν ὑπάρξει κανείς πού νά πεῖ ὅτι ἡ σωτηρία ἦρθε μονομερῶς στούς ἀνθρώπους, δηλαδή μόνον γιά τούς μετά Χριστόν. Εἴτε πρό Χριστοῦ εἴτε μετά Χριστόν οἱ πάντες κλήθηκαν καί καλοῦνται μέ προσωπική τους εὐθύνη νά σταθοῦνε μπροστά σ᾽ Εκεῖνον. ῎Ετσι, γιά νά ἐπανέλθουμε, τό Μ. Σάββατο μοιάζει μέ τή νηνεμία πού ἐπικρατεῖ πρίν ἀπό τήν καταιγίδα. Ὑπάρχει μιά φαινομενική ἠρεμία: ἡ ζωή εἶναι ἕτοιμη νά ξεσπάσει, τό φῶς νά ἀνατείλει. Ἡ νίκη εἶναι δεδομένη. ῾Απλῶς προσδοκοῦμε τήν ὥρα νά φανερωθεῖ. ῾Σήμερον ὁ ῞Αδης στένων βοᾶ. Κατεπόθη μου τό κράτος, ὁ ποιμήν ἐσταυρώθη, καί τόν ᾽Αδάμ ἀνέστησε. Ὧνπερ ἐβασίλευον ἐστέρημαι. Καί οὕς κατέπιον ἰσχύσας, πάντας ἐξήμεσα. ᾽Εκένωσε τούς τάφους ὁ σταυρωθείς. Οὐκ ἰσχύει τοῦ θανάτου τό κράτος᾽ (῾Σήμερα ο Άδης φωνάζει στενάζοντας: Εξαφανίστηκε η δύναμή μου, ο ποιμένας σταυρώθηκε και ανάστησε τον Αδάμ. Στερήθηκα αυτούς στους οποίους κυριαρχούσα. Και όσους κατάπια ως ισχυρός, όλους αυτούς τους ξέρασα. Άδειασε τους τάφους Αυτός που σταυρώθηκε. Δεν έχει πια  δύναμη το κράτος του θανάτου᾽). Ἡ γνωστή εἰκόνα τῆς ὀρθόδοξης ᾽Εκκλησίας μας, τῆς εἰς ῞Αδου καθόδου τοῦ Κυρίου, φανερώνει μέ αἰσθητό τρόπο τήν πραγματικότητα αὐτή: ὁ Κύριος διαλύει τό βασίλειο τοῦ θανάτου καί ἀνασταίνεται, ἀνασταίνοντας ταυτόχρονα καί τούς ἀνθρώπους, τύποι τῶν ὁποίων εἶναι ὁ ᾽Αδάμ καί ἡ Εὔα. 

         Ἡ ᾽Εκκλησία μας αὐτήν τήν ἀνατολή τοῦ φωτός τῆς  ᾽Αναστάσεως πού μαρτυρεῖ ἡ σημερινή ἡμέρα, ἀρχῆς γενομένης ἀπό τό ἑσπέρας τῆς Μ. Παρασκευῆς, τήν προβάλλει μέ τά πανηγυρικά πιά τροπάριά της, τά γεμάτα χαρά καί φῶς – φεύγουμε ἀπό τό πένθιμο στοιχεῖο τῶν προηγουμένων ἡμερῶν – ἀλλά καί μέ τά φωτεινά ἐνδύματα τῆς ῾Αγίας Τράπεζας καί τῶν ἀμφίων τῶν ἱερέων. Ὅλα μᾶς προσανατολίζουν, μέ ρυθμό μάλιστα καταιγιστικό, στή νέα ἡμέρα, ῾τῇ μιᾷ τῶν Σαββάτων᾽῾τήν ἑορτήν ἑορτῶν καί τήν πανήγυριν τῶν πανηγύρεων᾽.

18 Απριλίου 2025

ΠΡΟΣΚΥΝΟΥΜΕΝ ΣΟΥ ΤΑ ΠΑΘΗ, ΧΡΙΣΤΕ!

 1. «Τά ἅγια καί σωτήρια καί φρικτά Πάθη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ» πού ἐπιτελοῦμε τήν ῾Αγία καί Μεγάλη Παρασκευή, ἀποτελοῦν τό ἀποκορύφωμα τῶν ὅλων Παθῶν τοῦ Κυρίου. Διότι ὁλόκληρη ἡ ζωή Του ἦταν ἕνα Πάθος. Κι ἀκόμη περισσότερο∙ ὁ ἀπ. Παῦλος εἶναι ἐκεῖνος πού τονίζει καί μιά ἄλλη μυστική διάσταση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου καί μετά τήν ᾽Ανάσταση: τή συνέχεια Αὐτοῦ τοῦ Πάθους μέσα ἀπό τά παθήματα τῶν μελῶν τοῦ ζωντανοῦ σώματός Του, τῶν ἐπιμέρους Χριστιανῶν, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ὁ Κύριος τελικῶς εἶναι πάντοτε στόν Σταυρό μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων. «Χαίρομαι τώρα πού ὑποφέρω γιά χάρη σας καί συντελῶ ἔτσι μέ τά σωματικά μου παθήματα, ὥστε νά ὁλοκληρωθοῦν οἱ θλίψεις πού πρέπει νά ὑπομείνει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἡ ᾽Εκκλησία» (Κολ.1,24).


       2. Τά πάθη τοῦ Κυρίου καί μάλιστα ἡ σταυρική Του θυσία ἐκφεύγουν τῶν ὁρίων τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ὁ Σταυρός Του συνιστᾶ μυστήριο, γιατί ἀκριβῶς Αὐτός πού πάσχει δέν εἶναι ἕνα κοινό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἀλλ᾽ ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός. Πάσχει ὁ ἴδιος ὁ Θεός κατά τό ἀνθρώπινο. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν μποροῦμε μέ μέτρο τίς δυνάμεις μας – τή λογική μας, τά συναισθήματά μας, τή διαίσθησή μας ἀκόμη – νά κατανοήσουμε αὐτό πού διαδραματίζεται. Βλέπουμε μέν ἕναν ἄνθρωπο νά πάσχει ἐπί τοῦ Σταυροῦ, ἀλλά μᾶς διαφεύγει τό βάθος Του, ἡ κρυμμένη πραγματικότητα. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ, ἔστω καί ἐκ μέρους, νά βοηθήσει στήν προσέγγιση αὐτή τοῦ μυστηρίου; Μόνον ἡ πίστη πού φωτίζεται βεβαίως ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. ῎Αν ὁ ἴδιος ὁ Θεός δέν μᾶς φωτίσει καί δέν μεταποιήσει τίς ἀνθρώπινες δυνατότητές μας, ὥστε μέ ἐνδυναμωμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια νά βλέπουμε τά γινόμενα, θά παραμένουμε πάντα μέσα στό σκοτάδι τῆς ὁριζόντιας διάστασης τῶν πραγμάτων, σέ νύκτα πνευματική. Κι ἐκεῖνο πού προϋποτίθεται γι᾽ αὐτόν τό φωτισμό εἶναι ἡ ἐν μετανοίᾳ προσέγγιση τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πάθους Του, πού καθαρίζει τά μάτια καί ἐνεργοποιεῖ ἐν γένει τίς πνευματικές αἰσθήσεις. «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται».

3. Τί μποροῦμε λοιπόν νά ψηλαφήσουμε μέ τόν πνευματικό αὐτόν τρόπο; Τί μποροῦμε ἑπομένως νά ποῦμε γιά τό μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, καθοδηγούμενοι ἀπό τούς κατεξοχήν πνευματοφόρους ἀνθρώπους, τούς ἁγίους τῆς ᾽Εκκλησίας μας; ῎Οχι βεβαίως αὐτό πού ἐπιχείρησε ἡ σχολαστική θεολογία τῆς Δύσης, ὅτι δηλαδή τό πάθος τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ ἐξιλέωση τῆς Θείας Δικαιοσύνης, πού ζητοῦσε ἱκανοποίηση λόγω τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ ἀνθρώπου, διότι κάτι τέτοιο συνιστᾶ ὑπόκυψη ἀκριβῶς στήν παγίδα πού ἀναφέραμε: τή διά λογικῆς προσέγγιση τοῦ Σταυροῦ, ἄρα στήν οὐσία στή διαστρέβλωση καί τήν ἀλλοίωση τοῦ νοήματος καί τοῦ περιεχομένου του. Τόν Θεό στήν περίπτωση αὐτή τόν κάνει κατ᾽ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου,καί μάλιστα τοῦ πεσμένου στήν ἁμαρτία. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία τῶν Πατέρων μας, σέ στάση ἄπειρου σεβασμοῦ πρός τό μυστήριο, εἶδε κυρίως δύο πράγματα καί αὐτά πρωτίστως ἐτόνισε:

(α) τήν ἄβυσσο τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίας, τέτοιας πού ἔπρεπε νά σταυρωθεῖ ἕνας Θεός γιά νά τήν καταργήσει, κάτι πού σημαίνει τήν ἀδυναμία τῆς ἀνθρώπινης λύτρωσης μέ ὁποιονδήποτε ἀνθρώπινο τρόπο, ἄρα καί τήν καταδίκη ὁποιουδήποτε μεσσιανισμοῦ, στηριγμένου σέ ἀνθρώπινα κηρύγματα καί σέ ἀνθρώπινες μόνο δυνατότητες, καί

 (β) τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού «κενώνει» τόν ἑαυτό Του, «κλίνει οὐρανούς καί κατέρχεται», προκειμένου νά ἄρει ἐπάνω Του Αὐτός τή δική μας ἁμαρτία καί νά μᾶς προσφέρει τή γλυκύτητα τῆς θεραπείας μας καί τή δικαιοσύνη Του. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ λειτούργησε καί λειτουργεῖ μ᾽ ἕναν ἐντελῶς διαφορετικό τρόπο ἀπ᾽ ὅ,τι ὁ ἀνθρώπινος, ὁ ὁποῖος ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία τοῦ ἐνόχου καί τήν ἀθώωση τοῦ ἀθώου. Βάσει τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, ὁ ἀθῶος, ὁ Χριστός, τιμωρεῖται, ἐνῶ ὁ ἔνοχος, ὁ ἄνθρωπος, δικαιώνεται καί ἀθωώνεται, κι ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς ὅτι ἡ τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιά τήν πεσμένη στήν ἁμαρτία ἀνθρωπότητα ἦταν ἡ θεραπεία της. ῎Ετσι μᾶς τιμωρεῖ ὁ Θεός: θεραπεύοντάς μας!

4. Τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό «αἴρει τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» κυριολεκτεῖται: πάνω στόν Σταυρό σβήστηκαν οἱ ἁμαρτίες ὄχι μόνον τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τῶν πρό αὐτῆς καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν. Δέν ὑπῆρξε, δέν ὑπάρχει καί δέν θά ὑπάρξει ἄνθρωπος μετά τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, πού νά μή βρίσκεται αἰρόμενος ἐπί τοῦ Σταυροῦ, γεγονός πού εἶχε προαναγγελθεῖ ἀπό τούς προφῆτες τῆς Π. Διαθήκης καί μάλιστα τόν Ἡσαΐα, καί πού αὐτήν τήν πίστη στίς προφητεῖς ζητοῦσε ὁ Κύριος ἀπό τούς ᾽Ιουδαίους καί μάλιστα τούς μαθητές Του. «῏Ω, ἀνόητοι καί βραδεῖς τῇ καρδίᾳ, τοῦ πιστεύειν ἐπί πᾶσιν οἷς ἐκήρυξαν οἱ προφῆται»! Ὁ Κύριος «ἔδει παθεῖν» ἀκριβῶς γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε: τήν ἄρση τοῦ βάρους τῆς ἁμαρτίας τῶν ἀνθρώπων, καί τό γεγονός αὐτό ἀποτελεῖ ὅ,τι πιό παρήγορο ἔχει ἀκουστεῖ ποτέ στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κι αὐτό γιατί μετά τόν Σταυρό δέν ὑπάρχει ἁμαρτία ἀσυγχώρητη. Ὅ,τι κι ἄν κάνει ἕνας ἄνθρωπος, ὅλων τῶν εἰδῶν τίς ἁμαρτίες κι ἄν ἐπιτελέσει, μπροστά στήν Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη σβήνει καί χάνεται. Κι ἔκτοτε θεωρεῖται βλασφημία ἡ ἀμφισβήτηση τῆς ἀπειρίας τῆς ἀγάπης αὐτῆς. ᾽Εκεῖνος δηλαδή πού θά ἐπικαλεστεῖ τίς πολλές ἤ μεγάλες ἁμαρτίες του γιά νά θέσει ἐρωτηματικό στή δυνατότητα τῆς συγγνώμης του ἀπό τόν Χριστό, στήν οὐσία εὐθέως βλασφημεῖ τόν Σταυρό Του καί ἀποκαλύπτει ἁπλῶς τήν ἀπιστία καί τήν ἀθεΐα του. Τίθεται στήν περίπτωση αὐτή σέ προτεραιότητα ἡ ἀνθρώπινη λογική ἔναντι τοῦ θελήματος καί τῆς ἐνέργειας τοῦ Θεοῦ. Γιά νά τό διατυπώσουμε μέ τούς ὅρους τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: Ὅλη ἡ ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων ἄν μαζευτεῖ ἀπό τή μιά μεριά καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἄλλη, εἶναι σάν μιά σπίθα μπροστά σ᾽ ἕνα πέλαγος. Τί μπορεῖ νά κάνει ἡ σπίθα στό πέλαγος; Κι αὐτό τό παράδειγμα δέν εἶναι ἀπολύτως σωστό. Διότι τό πέλαγος ἔχει καί κάποια ὅρια, ἐνῶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπεριόριστη.

5. Ἡ μόνη στάση τοῦ πιστοῦ μπροστά στόν Σταυρό, ἔτσι, εἶναι ἡ προσκύνηση. «Προσκυνοῦμέν Σου τά πάθη, Χριστέ»! Δηλαδή:

       - ἐν πίστει τά ἀποδεχόμαστε καί τά πιστεύουμε∙

       - γονατίζουμε ἐν κατανύξει μπροστά στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καί κτυπᾶμε τό στῆθος μας, σάν τόν τελώνη, γιά τό μέγεθος τῆς ἁμαρτίας μας∙

       - Τόν παρακαλοῦμε μέ ταπείνωση νά μᾶς ἐνισχύει γιά νά ἀκολουθοῦμε τά χνάρια τῆς ζωῆς Του, ὥστε νά Τόν νιώθουμε ἐν αἰσθήσει στήν καρδιά μας∙

       - προσερχόμαστε προπάντων πάντοτε ἐν μετανοίᾳ γιά νά κοινωνήσουμε τό σῶμα καί τό αἷμα Του, ὅπως τό λέει καί πάλι ὁ ἅγιος Χρυσόστομος: ὅταν προσέρχεσαι νά κοινωνήσεις, νά προσέρχεσαι μέ τήν πεποίθηση ὅτι κοινωνᾶς ἀπό τή λογχευμένη πλευρά τοῦ ἐσταυρωμένου Χριστοῦ, πού ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τελικῶς, ἡ προσκύνηση τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου ταυτίζεται ὡς διάθεση τουλάχιστον μέ τό βίωμα τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός». Στό μέτρο πού ζοῦμε τόν Σταυρό, βλέπουμε καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ζωντανή στή ζωή μας. ᾽Αλλ᾽ αὐτό σημαίνει καί τήν ὅραση τῆς ᾽Αναστάσεώς του. «Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν Σου ᾽Ανάστασιν».

17 Απριλίου 2025

ΜΕ ΦΟΒΟ ΘΕΟΥ ΣΤΗ ΜΥΣΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

Μ. ΠΕΜΠΤΗ

 Τή Μεγάλη Πέμπτη οἱ Πατέρες μας, μᾶς παρέδωσαν νά ἑορτάζουμε τέσσερα πράγματα: τόν ἱερό Νιπτήρα, τόν Μυστικό Δεῖπνο, τήν ὑπερφυᾶ προσευχή καί ἀκόμη τήν προδοσία τοῦ ᾽Ιούδα. ᾽Εκεῖνο τό τροπάριο πού συγκεφαλαιώνει καί συνδέει τά περισσότερα ἀπό αὐτά, ἐπισημαίνοντας τίς προεκτάσεις τους καί στή δική μας ζωή, εἶναι κυρίως ὁ οἶκος τοῦ κοντακίου τοῦ ὄρθρου τῆς ἡμέρας: ῾Τῇ μυστικῇ ἐν φόβῳ τραπέζῃ προσεγγίσαντες πάντες, καθαραῖς ταῖς ψυχαῖς, τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα, συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ, ἵνα ἴδωμεν τούς πόδας πῶς ἀπονίπτει τῶν Μαθητῶν, καί ἐκμάσσει τῷ λεντίῳ, καί ποιήσωμεν ὥσπερ κατίδωμεν, ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες. Αὐτός γάρ ὁ Χριστός οὕτως ἐκέλευσε τοῖς αὐτοῦ μαθηταῖς ὡς προέφησεν. ᾽Αλλ᾽ οὐκ ἤκουσεν ᾽Ιούδας ὁ δοῦλος καί δόλιος᾽.

(Αφού προσεγγίσουμε όλοι με φόβο Θεού τη μυστική Τράπεζα, ας υποδεχτούμε τον αγιασμένο άρτο με καθαρές τις ψυχές, συμπαραμένοντας με τον Δεσπότη Χριστό, προκειμένου να δούμε πώς νίπτει τα πόδια των μαθητών και τα σκουπίζει με το λέντιο. Κι ας κάνουμε όπως ακριβώς είδαμε, δηλαδή υποτασσόμενοι ο ένας στον άλλον και πλένοντας τα πόδια ο ένας του άλλου. Διότι ο ίδιος ο Χριστός έτσι έδωσε εντολή στους μαθητές Του, όπως προείπε. Όμως δεν άκουσε ο Ιούδας ο δούλος και δόλιος).

       1. ῾Τόν ἄρτον ὑποδεξώμεθα᾽: Ὁ ὑμνογράφος, ἐκφράζοντας τήν πίστη τῆς ᾽Εκκλησίας, μᾶς καλεῖ νά προσεγγίσουμε τή μυστική Τράπεζα, προκειμένου νά κοινωνήσουμε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ κέντρου τῆς ᾽Εκκλησίας μας, τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας, τό ὁποῖο συνέστησε ὁ Κύριος ἀκριβῶς τήν ἡμέρα αὐτή, κατά τό Μυστικό Δεῖπνο.

Ὁ Κύριος στό Δεῖπνο αὐτό τέλεσε γιά πρώτη φορά ἐπί τῆς γῆς τή Θεία Λειτουργία, καλώντας τούς μαθητές Του νά φᾶνε τό ἅγιο σῶμα Του καί νά πιοῦνε τό τίμιο αἷμα Του. Τό ῾λάβετε, φάγετε, τοῦτο γάρ ἐστι τό σῶμά μου᾽ καί τό ῾πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτο γάρ ἐστι τό αἷμά μου᾽ συνιστοῦν τά ἱδρυτικά τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας λόγια, τά ὁποῖα ἔκτοτε ἐπαναλαμβάνονται σέ κάθε ἀντίστοιχη σύναξη πιστῶν, κατά τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου ῾τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐμήν ἀνάμνησιν᾽, διαιωνίζοντας ἀκριβῶς ἐν Πνεύματι τόν Μυστικό Δεῖπνο. Ἡ Θεία Λειτουργία ἔ τ σ ι κατανοεῖται ἀπό τήν ᾽Εκκλησία μας: ὡς ἡ συνέχεια τοῦ Μ. Δείπνου, γι᾽ αὐτό καί πάντοτε θεωρήθηκε ὡς τό κέντρο, ὅπως εἴπαμε, τῆς ᾽Εκκλησίας, γύρω ἀπό τό ὁποῖο ῾πλέχτηκαν᾽ καί ὅλα τά ὑπόλοιπα μυστήρια αὐτῆς. Κι εἶναι θά λέγαμε λογικό: ὁ Κύριος πού ἐρχόμενος στόν κόσμο μᾶς ἔσωσε, μέ τήν ἔννοια ὅτι μᾶς ἐνσωμάτωσε στόν ἑαυτό Του καί ἔτσι μᾶς συμφιλίωσε μέ τόν Θεό - κάτι πού ἐνεργοποιεῖται γιά τόν πιστό ἀπό τήν ὥρα πού βαπτίζεται καί χρίεται στό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ - ὁ ῎Ιδιος μᾶς τρέφει μέ τό σῶμα καί τό αἷμα Του, γιά νά διατηρηθεῖ αὐτή ἡ σχέση Του μαζί μας καί νά αὐξηθεῖ ῾μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ᾽.

2. Ὁ ὑμνογράφος, λοιπόν, μᾶς καλεῖ νά κοινωνήσουμε ῾τόν ἄρτον᾽, ὑπενθυμίζοντας ὅμως καί τίς προϋποθέσεις τῆς κοινωνίας αὐτῆς: τόν φόβο καί τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς. Ἡ συμμετοχή στή Θ. Κοινωνία δηλαδή δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα. Μιά συμμετοχή στά ἄχραντα μυστήρια, χωρίς τήν ἐνδεδειγμένη μετάνοια καί χωρίς ἐπίγνωση, δημιουργεῖ τίς συνθῆκες ἐπανάληψης τοῦ δαιμονισμοῦ τοῦ ᾽Ιούδα. Μή ξεχνᾶμε ὅτι καί ὁ ᾽Ιούδας κοινώνησε, ἀλλά μέ τήν προδοσία ἐν ἐξελίξει, μέ ἀποτέλεσμα νά δαιμονιστεῖ καί νά καταστραφεῖ. Καί τοῦτο γιατί ὁ εὐλογημένος ἄρτος δρᾶ μέσα στόν ἄνθρωπο ἐνεργοποιώντας ὅ,τι συναντᾶ στήν ψυχή του: φιλοθεΐα ἤ μισανθρωπία. Σάν τή βροχή πού πέφτοντας στή γῆ θά φέρει τήν καρποφορία εἴτε τῶν ἀγαθῶν σπερμάτων εἴτε τῶν ζιζανίων. ῎Ετσι μπορεῖ κανείς νά κοινωνήσει καί ἀντί νά καλυτερεύσει, μέ τήν ἔννοια τῆς πνευματικῆς προόδου του, νά χειροτερεύσει. Οἱ προϋποθέσεις λοιπόν κατά τόν ὑμνογράφο εἶναι ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ καθαρότητα τῆς ψυχῆς. στόν κόσμο.

       3. ῾συμπαραμένοντες τῷ Δεσπότῃ᾽,τι συνέβη στόν Μυστικό Δεῖπνο λειτουργεῖ ἀρχετυπικάπού σημαίνει ὅτι πολλοί δυστυχῶς χριστιανοί  ἀκολουθοῦν τό παράδειγμα τοῦ ᾽Ιούδα ὁποῖος κοινώνησε ἐν προδοσίᾳ τοῦ Χριστοῦ καί ἔφυγε γιά νά ὁλοκληρώσει αὐτήν τήν προδοσία ὑμνογράφος μᾶς προτρέπει νά συμπαραμένουμε μέ τόν Χριστό κι ἐκεῖ νά Τόν δοῦμε νά πλένει τά πόδια τῶν μαθητῶν καί νά τά σκουπίζει μέ τό λέντιοπροκειμένου μέ τόν ἴδιο τρόπο νά στεκόμαστε κι ἐμεῖς ἀπέναντι σέ κάθε συνάνθρωπό μας᾽ἀλλήλοις ὑποταγέντες καί ἀλλήλων τούς πόδας ἐκπλύνοντες᾽Μέ ἄλλα λόγια  ὀρθή μετοχή στή ΘΕὐχαριστία ὁδηγεῖ σέ γνήσια ἀκολουθία τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦδηλαδή στήν ταπείνωση καί τήν ἐν ἀγάπῃ διακονία τῶν συνανθρώπωνΝά τό ποῦμε κι ὅπως τό διατύπωσε καί  μεγάλος ρῶσος μυθιστοριογράφος καί βαθύς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ΦΝτοστογιέφκσι στό τελευταῖο ἔργο του ῾᾽Αδελφοί Καραμαζώφ᾽῾Μπροστά σέ μερικές σκέψεις  ἄνθρωπος στέκεται μπερδεμένοςἰδίως μπροστά στή θέα τῆς ἀνθρώπινης ἁμαρτίαςκαί ἀναρωτιέται ἄν θά τήν πολεμήσει μέ βία  μέ ταπεινή ἀγάπηΠάντα ν᾽ ἀποφασίζεις: ῾Θά τήν πολεμήσω μέ ταπεινή ἀγάπη᾽. ῎Αν ἀποφασίσεις πάνω σ᾽ αὐτό μιά γιά πάντα, μπορεῖς νά κατακτήσεις ὁλόκληρο τόν κόσμο. Ἡ γεμάτη ἀγάπη ταπείνωση εἶναι μιά τρομερή δύναμη: εἶναι τό πιό δυνατό ἀπ᾽ ὅλα τά πράγματα καί δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο σάν κι αὐτή᾽. Μετοχή στή Θ. Εὐχαριστία καί ἔχθρα πρός τό συνάνθρωπο ἤ ἀδικία του ἐκ μέρους μας καί ῾τσαλάκωμα᾽ τῆς προσωπικότητάς του μέ ὁποιονδήποτε τρόπο δέν μποροῦν νά συνυπάρξουν. Ὁ ὑμνογράφος εἶναι σαφής: Χριστιανός σημαίνει νά βλέπεις καί νά ἀκολουθεῖς τόν Χριστό, μέσα σέ εὐχαριστιακά, δηλαδή ἐκκλησιαστικά πλαίσια, ζώντας πάντοτε τήν ταπεινή ἀγάπη Του. Κάθε τι διαφορετικό σημαίνει ἔκπτωση στή δολιότητα τοῦ ᾽Ιούδα.

ΝΑ ΜΙΜΕΙΣΘΕ ΕΜΕΝΑ!

Μ. ΠΕΜΠΤΗ

 «Ει ουν υμείς φίλοι μού εστε, εμέ μιμείσθε…» (Απόστιχα αίνων)

Μεγάλη Πέμπτη: η παράδοση των μυστηρίων της Εκκλησίας, της Θείας Ευχαριστίας. Και μαζί μ’ αυτήν: το νίψιμο των ποδιών των μαθητών, η υπερφυής προσευχή μετά τον Μυστικό Δείπνο, η προδοσία του Ιούδα. Συγκλονιστικά γεγονότα που τα παρακολουθεί κανείς σιωπηλός, με μαζεμένο τον νου, με φρίκη μπροστά στην άπειρη αγάπη του Κυρίου, με δάκρυα στα μάτια και την καρδιά. Κι εκείνος ο λόγος του Κυρίου, που τον απηύθυνε πρώτα στους δώδεκα μαθητές Του, όταν τους έπλυνε τα πόδια, κι έκτοτε ισχύει ως προτροπή για κάθε πιστό κάθε εποχής: «Αν είστε φίλοι μου, να μιμείσθε εμένα», ακούγεται αξιωματικά.

Μπορούμε καταρχάς να είμαστε φίλοι Του; Πώς να είσαι φίλος μ’ Εκείνον που είναι ο παντοδύναμος και Δημιουργός Θεός; Η ανθρώπινη λογική ιλιγγιά και τρέμει, γιατί νιώθει ενώπιον του άπειρου μεγαλείου του Θεού τη δική της άπειρη μικρότητα. Αλλά η στάση αυτή της λογικής είναι το σύμπτωμα του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου μας. Γιατί ο Θεός  ήλθε στον κόσμο στο πρόσωπο του Χριστού μας, και έδειξε ότι εμείς οι μικροί και αδύναμοι άνθρωποι είμαστε γι’ Αυτόν ό,τι πιο πολύτιμο υπάρχει. Τόσο πολύτιμο μάλιστα που πρόσφερε και προσφέρει τον εαυτό Του για χάρη μας.

Φίλοι λοιπόν του Θεού μας. Εκείνος μας έδωσε τη δυνατότητα και τη χάρη αυτή. Μας το είπε καθαρά: «Υμείς φίλοι μου εστέ. Ουκέτι υμάς λέγω δούλους». Δεν σας ονομάζω δούλους. Είστε φίλοι μου. Υπάρχει μεγαλύτερη τιμή; Η λαϊκή παροιμία το επιβεβαιώνει: Δείξε μου τον φίλο σου να σου πω ποιος είσαι. Αν είμαστε φίλοι με τον Χριστό, σημαίνει ότι κι εμείς είμαστε ίδιοι με Αυτόν. Στο πρόσωπό μας, στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου μας, μπορούμε να βλέπουμε πια την παρουσία Εκείνου. Και πλησιάζοντας Εκείνον, μας σπρώχνει αμέσως προς τον πλησίον μας.

Έτσι; Χωρίς προϋποθέσεις; Τέτοιο μεγαλείο χωρίς όρους; Χωρίς όρους, ναι, πλην ενός. Να θέλουμε κι εμείς τη φιλία Του. Και γι’ αυτό να Τον ακολουθούμε στον τρόπο της ζωής Του. Αφού σας έκανα ένα μ’ Εμένα, μας λέει, να μιμείσθε τον τρόπο της ζωής μου. Όχι με μία μίμηση ασφαλώς εξωτερική, αλλά με μία διάθεση να αφήνουμε Εκείνον να δρα μέσα από εμάς. Είμαι λοιπόν φίλος Του σημαίνει ότι Τον μιμούμαι: στη θυσιαστική αγάπη Του, στην αγία ταπείνωσή Του, στην απόλυτη υπακοή στον Θεό Πατέρα Του – είναι η δοσμένη σ’ εμένα δυνατότητα.

 Η Μεγάλη Πέμπτη μας θυμίζει τη συγκλονιστική μυστική αυτή πραγματικότητα που διαιωνίζεται αδιάκοπα στην Εκκλησία: η ζωή μας να φανερώνει τη φιλία μας σ’ Εκείνον. Οι φίλοι του Χριστού είναι οι συνεχιστές της δικής Του ζωής μέσα στον κόσμο. Πόσο άραγε φίλοι Του είμαστε  εμείς;