«Οἱ ἅγιοι αὐτοί ζοῦσαν στή Ρώμη ἐπί Διοκλητιανοῦ τοῦ
βασιλιᾶ. ῾Ο ἅγιος Καλλίστρατος συνελήφθη ὡς χριστιανός ἀπό τόν στρατηλάτη
Περσεντίνο κι ἐπειδή ὁμολόγησε ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἀληθινός Θεός κτυπήθηκε ἰσχυρά.
῎Επειτα τόν ἔβαλαν πάνω σέ ὄστρακο καί τόν ἔσυραν ἐπάνω του. Κατόπιν τόν ἔβαλαν
σ᾽ ἕνα σακκί καί τόν ἔριξαν στήν θάλασσα. Σχίστηκε ὅμως τό σακκί καί βγῆκε ἔξω ὑγιής.
Εἶδαν τό θαῦμα αὐτό σαράντα ἐννέα στρατιῶτες καί πίστεψαν καί ἐκεῖνοι στόν
Χριστό. ῾Ο Περσεντίνος τότε τούς βασάνισε καί τούς ἔβαλε στήν φυλακή μαζί μέ
τόν Καλλίστρατο, ὁ ὁποῖος βρῆκε τήν εὐκαιρία νά τούς διδάξει γιά τήν κρίση τοῦ
Θεοῦ, γιά τήν ᾽Ανάσταση καί γιά τήν ψυχή. Στήν συνέχεια ἀφοῦ τούς ἔβγαλαν ὅλους
ἀπό τήν φυλακή, ὁ Καλλίστρατος προσευχήθηκε καί ἔριξε κάτω τά εἴδωλα. Μόλις τό
εἶδαν αὐτό καί ἄλλοι στρατιῶτες, ἑκατόν ὀγδόντα τέσσερις (ἤ κατά ἄλλους ἑκατόν
τριάντα πέντε) τόν ἀριθμό, πίστεψαν καί αὐτοί, ὁπότε οἱ δυνάστες ἔκοψαν τά
κεφάλια ὅλων».
Τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Καλλίστρατος ὑπῆρξε ἁπλός
στρατιώτης τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας γίνεται ἀφορμή ἀπό τόν ὑμνογράφο του ἅγιο
᾽Ιωσήφ νά τόν δεῖ σέ μία διπλή στρατιωτική διάσταση: ἀφενός ὅτι ἀπό πλευρᾶς
πνευματικῆς ὁ στρατιώτης ἀναδείχτηκε στρατηγός, ἀφετέρου ὅτι καί μετά τόν
θάνατό του συνέχισε τή στρατιωτική του ἰδιότητα.
Τί ἐννοεῖ ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; «Ο Καλλίστρατος μέ τήν
σταθερότητά του στή χριστιανική πίστη ἀντιπαρατάχτηκε στόν διώκτη διάβολο καί
τά ὄργανά του ὡς στρατηγός, μέ ἀποτέλεσμα μάλιστα νά σαγηνεύσει καί τούς αἰχμάλωτους
τοῦ διαβόλου καί νά τούς ὁδηγήσει στή θεία ζωή» (ὠδή δ´). Κι ἀπό τήν ἄλλη μέ τό
μαρτύριό του ὁ ἅγιος καί μάλιστα τῆς ἀποκοπῆς τῆς κεφαλῆς του ἐντάχτηκε στό
στράτευμα τῶν καλλινίκων μαρτύρων τῶν πρό αὐτῶν (στίχοι τοῦ
συναξαρίου). Γιά νά συνεχίσει τήν σκέψη του ὁ ποιητής: ὡς
στρατιώτης Χριστοῦ πιά ὁ Καλλίστρατος εἶναι στολισμένος μέ τήν κόκκινη χλαίνη τῶν
μαρτύρων, τή βαμμένη ἀπό τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου του. «Στολισμένος, μακάριε
μάρτυς, μέ τή χλαίνη πού ᾽ναι βαμμένη πράγματι ἀπό τά ἱερά σου αἵματα,
παρίστασαι στεφανωμένος μπροστά στόν βασιλιά τόν αἰώνων Χριστό» (ωδή γ΄). ῎Ετσι
ὁ ἅγιος Καλλίστρατος καί οἱ σύν αὐτῷ μάρτυρες ἀποτελοῦν μία ἀκόμη ἐπιβεβαίωση
τοῦ γνωστοῦ τροπαρίου γιά τούς μάρτυρες, τό ὁποῖο βλέπει τήν ᾽Εκκλησία νά ἔχει
κόκκινα τά ἐνδύματά της, λόγω ἀκριβῶς τοῦ αἵματος τῶν ἁγίων μαρτύρων της.
῾Ο ἅγιος ᾽Ιωσήφ κάνει μία σημαντική θεολογική παρατήρηση,
καθώς βλέπει τόν «παμμέγιστον» μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ νά ἔχει βρεῖ τόν
δρόμο πού ὁδηγεῖ στή μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Βρῆκε καί ἀκολούθησε,
λέει, αὐτόν τόν δρόμο ὄχι ἀπό μία δική του ἔμπνευση ἤ ἀπό μία ἰδιοτροπία, ἀλλά ἀπό
τόν φωτισμό πού δέχτηκε ἐκ Θεοῦ. Κι εἶναι σημαντική ἡ παρατήρησή του, διότι
κανείς ἀπό μόνος του δέν γίνεται χριστιανός, πολύ περισσότερο ἀδυνατεῖ νά
μαρτυρήσει γιά τόν Χριστό, ἄν δέν κληθεῖ ἀπό τόν ῎Ιδιο καί δέν ἐνισχυθεῖ ἰδιαιτέρως
ἀπό τήν χάρη Του. ῞Οπως τό σημειώνει ὁ Κύριος: «οὐδείς δύναται ἐλθεῖν πρός
με, ἐάν μή ὁ πατήρ μου ἐλκύσῃ αὐτόν». Καί κατά τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου
Παύλου: «῾Ημῖν ἐχαρίσθη οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ
πάσχειν». ῾Η χριστιανική πίστη λοιπόν καί τό μαρτύριο γιά τόν Χριστό
συνιστοῦν δωρεά τοῦ Θεοῦ (μᾶς δόθηκε), ὅταν βεβαίως ὑπάρξει ἡ προϋπόθεση: ἡ
καλή διάθεση καί ἡ βούληση τοῦ ἀνθρώπου. «Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, τῆς εὐσεβείας
φωτί φωτισθείς τήν διάνοιαν, τήν ὁδόν ἐβάδισας ἀκλινῶς τήν εἰσάγουσαν πρός τήν ἐκεῖθεν
μακαριότητα» (στιχηρό ἑσπερινοῦ) (Μάρτυς ἀθλητά Καλλίστρατε, ἀφοῦ
φωτίστηκες στή διάνοια ἀπό τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς εὐσέβειας, βάδισες χωρίς
παρεκκλίσεις τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στή μακαριότητα τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ).
῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος δέν μπορεῖ νά ἀφήσει ἀσχολίαστο καί τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἔγινε καί ἀλείπτης, πνευματικός καθοδηγητής καί ἐνισχυτής δηλαδή, τῶν ὑπολοίπων μαρτύρων καί μέ τή ζωή του καί μέ τή διδασκαλία του. Σημειώνει ὅτι πρῶτα ὁ ἴδιος πλούτισε ἀπό τόν λόγο ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, πού θά πεῖ τόν ἐνστερνίστηκε και τόν ἔκανε βίωμά του, κι ἔπειτα καθοδήγησε πρός τή ζωή αὐτή κι ἐκείνους πού βρίσκονταν λόγω ἄγνοιας σέ κατάσταση πνευματικῆς νέκρωσης. Κι εἶναι εὐνόητο: κανείς δέν μπορεῖ νά φωτίσει ἄλλους, ἄν ὁ ἴδιος προηγουμένως δέν ἔχει φωτιστεῖ. Κανείς δέν μπορεῖ νά μεταδώσει φωτιά πού δέν ἔχει. ῞Οπως τό ἔχει πεῖ ξεκάθαρα καί ὁ μέγας ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: ῾Φωτισθῆναι δεῖ πρῶτον εἶτα φωτίσαι᾽. Σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἴδιου τοῦ ποιητῆ: «Μάρτυς θεόφρον Καλλίστρατε, λόγον πλουτήσας ζωῆς, πρός ζωήν καθωδήγησας τούς ἀγνοίᾳ πρότερον ἐν νεκρώσει ὑπάρχοντας» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). Κι ἀλλοῦ: «Τῇ πλημμύρᾳ τῶν λόγων σου ἤρδευσας καρδίας καί καθωδήγησας πρός τό ὕδωρ τό ἀείζωον» (ὠδή δ´) (Μέ τήν πλημμύρα τῶν λόγων σου πότισες τίς καρδιές καί τίς καθοδήγησες πρός τό αἰώνιο ὕδωρ᾽). Κι αἰτία γιά τήν παραπάνω ἀλήθεια εἶναι τό γεγονός ὅτι ὁ Καλλίστρατος ἀγάπησε μέ ὅλη του τήν καρδιά τόν Χριστό. ῞Οπου ὑπάρχει ἡ ὁλοκάρδια ἀγάπη πρός τόν Χριστό, ἐκεῖ καί ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος γεμίζει ἀπό τήν παρουσία ᾽Εκείνου, ἀλλά καί τούς ἄλλους καθοδηγεῖ στόν σωστό δρόμο. «῾Ολοκαρδίως, μάρτυς, ἐπιποθήσας Χριστόν τόν Θεόν ἡμῶν» (ὠδή ε´).