«Απόφευγε σαν μάστιγα τους τόπους των πτώσεων. Διότι
όταν δεν υπάρχει εμπρός μας ένα οπωρικό, δεν ερεθίζεται και τόσο η όρεξή μας»
(άγιος Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. γ´, 10)
«Εκ του οράν το εράν», από την όραση πηγάζει η
επιθυμία. Ένα παλιό γνωμικό που καταγράφει αυτό που συμβαίνει με την ανθρώπινη
φύση: αυτό που έχουμε μπροστά μας, προκαλεί την επιθυμία μας
για να το γευθούμε. Κι όχι μόνο η όραση, κατεξοχήν βεβαίως αυτή, αλλά και οι
άλλες αισθήσεις: προκαλούμενες εξάπτουν την επιθυμία στον άνθρωπο. Εκεί
δεν στηρίζεται και όλη η επιστήμη με τις διαφημίσεις; Μας φέρνουν το προϊόν μπροστά μας, με ωραίο περιτύλιγμα,
εξωραϊσμένο στο ανώτερο δυνατό, ολοζώντανο, ντυμένο και με την κατάλληλη
μουσική, και χωρίς να το χρειαζόμαστε μας προκαλούν να το πάρουμε, να το
δοκιμάσουμε. Μας κάνουν να το θεωρούμε απαραίτητο στη ζωή μας.
Μην υπερτιμάμε λοιπόν τις δυνάμεις μας. Απαιτείται
αυτοσυγκράτηση σε όλα: στα μάτια πρώτα και σε όλες τις αισθήσεις έπειτα. Και
ιδίως, εκεί που έχει υπάρξει πτώση, δεν πρέπει να ξαναβρεθούμε. Ή αν βρεθούμε
εξ ανάγκης, να είμαστε σε επιφυλακή.
Ισχύει όμως και το αντίστροφο: αφού προκαλούμαστε στην επιθυμία μας με την όρασή μας και με ό,τι μας φέρνει στη μνήμη ο τόπος μιας πτώσεως, ας επιλέγουμε εκείνους τους τόπους, εκείνες τις καταστάσεις, εκείνους τους ανθρώπους, που μας προκαλούν στο αγαθό. Έλεγε ο άγιος Επιφάνιος ότι και μόνη η θέα της Αγίας Γραφής για παράδειγμα μας ωθεί στο αγαθό. Πόσες φορές μία εικόνα του Χριστού, της Παναγίας, ενός αγίου δεν μας έκαναν να θελήσουμε να προσευχηθούμε; Πόσες φορές ένας αγιασμένος τόπος: ένας ναός, ένα μοναστήρι, δεν μας οδήγησαν σε κατάνυξη; Κι ακόμη: πόσες φορές η συνάντηση με έναν γνήσιο άνθρωπο του Θεού δεν μας έδωσε την αφορμή μετανοίας μας και εσωτερικής αλλαγής;