«Ο όσιος Δανιήλ έζησε επί Λέοντος του μεγάλου βασιλιά,
του Μακέλλη, ορμώμενος από τη Μεσοποταμία, από την περιοχή των Σαμοσάτων, από κώμη που ονομαζόταν Μαρουθά, και οι
γονείς του ονομάζονταν Ηλίας και Μάρθα. Μετά τον πέμπτο χρόνο της
ηλικίας του, οι γονείς του τον έβαλαν σε μοναστήρι, όπου διέπρεψε στην ασκητική
ζωή. Όταν ήδη είχε προκόψει στην άσκηση, πήγε προς τον όσιο Συμεών τον στυλίτη
και ευλογήθηκε από αυτόν. Κατά θεία αποκάλυψη, ήλθε στα μέρη της Θράκης, κοντά
στο Βυζάντιο, στην περιοχή του Ανάπλου. Εκεί κλείστηκε σε κάποιο ειδωλολατρικό
ναό και υπέστη πολλούς δαιμονικούς πειρασμούς. Έπειτα ανέβηκε σε κίονα,
δείχνοντας πολλή άσκηση και υπομονή, σε ζέστη και σε κρύο, εκτεθειμένος στις
προσβολές των ανέμων. Έκανε λοιπόν πολλά θαύματα, τόσο που η φήμη της αρετής
του έφτασε και στον βασιλιά Λέοντα, όπως και στον μετά από αυτόν Ζήνωνα και τον
τύραννο Βασιλίσκο. Αυτοί επισκέφτηκαν και προσκύνησαν τον άγιο, ο οποίος τους
προανήγγειλε αυτά που επρόκειτο να συμβούν, και έτσι βοήθησε την αγία Εκκλησία,
που πολεμείτο από τους αιρετικούς. Έζησε τη ζωή του με τρόπο όσιο και άμεμπτο
και εξεδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται η σύναξή του στην περιοχή του Ανάπλου».
Το Άγιον Όρος θεωρείται και είναι η αναφορά των ορθοδόξων
ανά τα πέρατα της Οικουμένης. Μπορεί να ακούγεται ότι και εκεί υπάρχει πολύ
γήινο στοιχείο, δεν παύει όμως να προσφέρει, σ’ εκείνους που θα θελήσουν, όλες τις προϋποθέσεις για υπέρβαση των παθών τους, για
κάθαρση της καρδιάς τους, για έλλαμψη θείου φωτός στην ύπαρξή τους. Αν μη τι
άλλο, θεωρείται το Όρος τόπος άσκησης και αγιασμού, που στο διάβα των αιώνων
γέννησε και ανέδειξε μεγάλους οσίους, οι οποίοι αποτελούν καύχημα της
Εκκλησίας. Το Άγιον Όρος έτσι λειτούργησε και λειτουργεί ως σημείο
προσανατολισμού, ως εικόνα που παραπέμπει πάντοτε στις αγιασμένες μορφές του,
κατανύσσοντας τις καρδιές όλων των καλοπροαιρέτων ανθρώπων. Ποιος για
παράδειγμα, ακούγοντας γι’ αυτό – δεν μιλάμε για εκείνους που έχοντας
«χαλασμένο» νου διαστρεβλώνουν τα πάντα, παίρνοντας αφορμή από πραγματικά ή
φανταστικά σενάρια σκανδάλων – δεν φέρνει στο μυαλό του μορφές σαν των οσίων
Παϊσίου, Πορφυρίου, Εφραίμ του Κατουνακιώτη; Όρος Άγιον: «αρκεί το βλέπειν
σε και το ακούειν περί σου» για να δώσεις όραμα και ώθηση αναγωγής στην
ψυχή του κάθε πιστού!
Γιατί η αναφορά στο Άγιον Όρος σήμερα, που γιορτάζουμε
τον όσιο Δανιήλ τον στυλίτη; Για τον απλούστατο λόγο ότι και οι ύμνοι της
Εκκλησίας μας, προβάλλοντας τον όσιο, τον χαρακτηρίζουν ως «όρος Άγιον της
Εκκλησίας του Χριστού». Που σημαίνει: όπως το επίγειο Άγιον Όρος ανεβάζει
την ψυχή του ανθρώπου και μόνο με τη μνήμη του ή την όρασή του, το ίδιο και
περισσότερο προκαλείται ο πιστός να ανέβει πνευματικά και μόνο με το άκουσμα
του ονόματος του οσίου Δανιήλ. Γιατί; Διότι ο όσιος, κατά τον υμνογράφο του,
είναι ο τύπος του ασκητή, του πνευματικού αθλητή, του προθυμότατου αγωνιστή,
του εμπειρότατου ιατρού. «Τι να σε ονομάσουμε Δανιήλ; Ασκητή, γιατί τα πάθη σου
τα υπέταξας στον νου∙ αθλητή, γιατί έδειξες υπομονή σε κάθε σκληραγωγία∙ στύλο που υψώθηκε από τη γη προς τον ουρανό, στερεωμένο
στην πέτρα της αλήθειας∙ αγωνιστή προθυμότατο και ιατρό εμπειρότατο».
Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, διευκρινίζει ακόμη
περισσότερο τον χαρακτηρισμό του ως «όρους αγίου»: ο όσιος,
υπερβαίνοντας τα πάθη του διά της εγκρατείας που επέδειξε, έφθασε στο όρος της αληθινής απάθειας, συνεπώς, κατά την
υπόσχεση του ίδιου του Κυρίου, έγινε κατοικητήριο Εκείνου, ο Οποίος ζει στην
κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί
τον Θεόν όψονται». «Αφού έσχισες στα δύο την θάλασσα των παθών, Πάτερ, με το ραβδί της εγκράτειας, την διάβηκες, χωρίς να καταποντιστείς σ’ αυτήν, και έφτασες στο όρος
της αληθινής εγκράτειας και μίλησες με τον Θεό διά της καθαρότητας του νου
σου». Ο παραλληλισμός είναι σαφέστατος: ο όσιος παρομοιάζεται με τον Μωυσή, ο
οποίος κατ’ εντολή του Θεού κτύπησε με το ραβδί του την ερυθρά θάλασσα,
ανοίχτηκε αυτή στη μέση, διάβηκε ο λαός του Ισραήλ, ανέβηκε έπειτα ο Μωυσής στο
όρος Χωρήβ για τις δέκα εντολές.
Το ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτο στοιχείο του ύμνου, το οποίο
έρχεται και επανέρχεται σε όλη σχεδόν την ακολουθία του οσίου, είναι το γεγονός
ότι ο όσιος Δανιήλ υπερέβη τα πάθη του και ανέβηκε στον Θεό με
το ραβδί της εγκρατείας. Την εγκράτεια του οσίου Δανιήλ προβάλλει και τονίζει
διαρκώς ο άγιος Ιωσήφ, διότι δι’ αυτής πορεύτηκε σε όλη τη ζωή του ο όσιος,
αποδεικνύοντας ότι τον νου και την καρδιά του τα είχε μεταθέσει στον Κύριο:
μόνον ο «κολληθείς τω Κυρίω» μπορεί να εγκρατευτεί, με την έννοια
ακριβώς να περιορίσει την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο τούτο. «Χαλίνωσες, Πάτερ, τις ορέξεις και τις ορμές των παθών,
με τους κόπους της εγκράτειας».
Την αρετή της εγκρατείας, που συνιστά καρπό της παρουσίας του αγίου Πνεύματος («ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν…εγκράτεια»), έχουμε ιδιαιτέρως ανάγκη και εμείς σήμερα, σε εποχή που ο κόσμος με τα θέλγητρά του έχει γίνει σχεδόν η αποκλειστική πηγή ζωής του ανθρώπου, δυστυχώς και του χριστιανού. Αλλά το πράγμα είναι πολύ καθαρό και το τονίζει και η ζωή του οσίου Δανιήλ: δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει τον Θεό, δεν μπορεί να ανεβεί λίγο πνευματικά, δεν μπορεί δηλαδή να γευτεί τον Χριστό, χωρίς τη γενική αρετή της εγκρατείας. Στον βαθμό που αρχίζουμε να χαλιναγωγούμε τις ορέξεις μας: στις πράξεις, στα λόγια μας, στις επιθυμίες και τους λογισμούς μας, θα αρχίσουμε να γινόμαστε αληθινοί χριστιανοί. Ειδικά, ενόψει της εορτής των Χριστουγέννων, θα λέγαμε ότι τούτο αποτελεί μονόδρομο.