«Υπάρχουν,
δυστυχώς, πολλοί που έχουν μπερδέψει τα πράγματα και δεν μπορούν να σκεφτούν
λογικά. Μου λένε: προσπαθούμε να πάμε κόντρα στο ρεύμα και πολλές φορές
αισθανόμαστε ανεδαφικοί και εξωπραγματικοί. Τους απαντώ: Όχι κόντρα στο ρεύμα,
γιατί αυτό δεν είναι εύκολο. Να πηγαίνετε με το ρεύμα, αλλά να μη παρασύρεστε
από αυτό. Όταν ο άνθρωπος έχει ενσωματώσει στο «Είναι» του τον Χριστό, γιατί να
φοβηθεί το ρεύμα της εποχής του;» (Όσιος Παΐσιος αγιορείτης, από Τ. Μιχαλά,
Τέσσερις ώρες με τον π. Παΐσιο, εκδ. Επέκταση, σελ. 91-92).
Ήταν μία διαπίστωση που πολλαπλώς επαναλάμβανε ο μεγάλος
όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: πολλοί σύγχρονοι άνθρωποι και δη χριστιανοί
βρίσκονται σε μεγάλη σύγχυση, είναι μπερδεμένοι, δεν μπορούν να σκεφτούν λογικά
– για τον όσιο η λογική σκέψη ήταν καίριο στοιχείο για την ύπαρξη και της ίδιας
της πνευματικής ζωής. Και δεν εννοούσε βεβαίως τη λογική ως κριτήριο της
πίστεως – τούτο συνιστά τη βάση της αίρεσης ως διαστροφής της πίστεως στον
χριστιανισμό – αλλά τη λογική ως ορθή όραση της πραγματικότητας, την απλή ματιά
του κόσμου μέσα στον οποίο βρισκόμαστε.
Το παράδοξο στα λεγόμενα του αγίου ήταν ότι ως γνώρισμα
της σύγχυσης του νου θεωρούσε να πηγαίνει κανείς κόντρα στο… ρεύμα! Κόντρα
δηλαδή στο ρεύμα του κόσμου που κείται εν τω πονηρώ, που η προτεραιότητά του
είναι η αμαρτία και η πονηρία, που ο Θεός αν δεν έχει διαγραφεί από τη ζωή του,
έχει μπει οπωσδήποτε στο περιθώριο! Πώς λοιπόν χαρακτηρίζει έλλειψη λογικής
σκέψης και σύγχυση την επαινούμενη θα έλεγε κανείς αυτήν κατάσταση; Δεν έρχεται
σε σύγκρουση ο άγιος με τον απόστολο Παύλο για παράδειγμα που λέγει «μη συσχηματίζεσθε τω αιώνι τούτω», γιατί
ακριβώς πρόκειται για συμπόρευση αμαρτίας;
Κι ασφαλώς ο άγιος αγιορείτης δεν έχει υπ’ όψιν του κάτι
τέτοιο! Ήταν ο πρώτος που ζούσε και κήρυσσε την απομάκρυνση από κάθε τι
αμαρτωλό και εγωιστικό, από κάθε τι που παρασύρει τον άνθρωπο στο ποτάμι των
παθών και της πονηρίας. Απλώς στεκόταν με επιφύλαξη στο μπέρδεμα των ανθρώπων που
ενώ νόμιζαν ότι βαδίζουν την πνευματική οδό, όχι μόνο δεν ένιωθαν χαρά και
πληρότητα ζωής από την εναντίωσή τους προς το κακό, αλλά «αισθάνονταν ανεδαφικοί και εξωπραγματικοί», αισθάνονταν δηλαδή ότι
έδαφός τους και αλήθεια τους δεν ήταν ο Χριστός, ο Οποίος είναι «η οδός, η αλήθεια και η ζωή». Μα αυτό
δεν προσφέρει η πίστη, κατά τα αψευδή λόγια του Κυρίου; Εκείνος που θα
περιπατήσει εν Αυτώ, θα αγωνίζεται δηλαδή να πορεύεται κατά τις άγιες εντολές
του Κυρίου, θα μετατίθεται εκεί που είναι Εκείνος, η ύπαρξή του θα πλημμυρίζει
από τη χάρη της παρουσίας Του, θα ζει ως άλλος Χριστός μέσα στον κόσμο! Οπότε η
αίσθηση «του ανεδαφικού και του
εξωπραγματικού» της «χριστιανικής» ζωής των ανθρώπων αυτών ήταν εξώφθαλμο
σημάδι ότι δεν βρίσκονται αυτοί στην ορθή πορεία της πνευματικής ζωής, ότι
όντως ήταν μπερδεμένοι, ότι ο Χριστός έλειπε τελικώς από τη ζωή τους.
Ποια η αληθινή έννοια της προτροπής του οσίου να μην
πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα αλλά να το ακολουθούν; Όπως σημειώνει: «Να μην παρασύρεστε από αυτό»! Που
σημαίνει: ό,τι ως πλαίσιο ζωής προσφέρει ο σύγχρονος κόσμος σ’ αυτό εντάσσουμε
τον εαυτό μας χωρίς να αφηνόμαστε όμως στην επιρροή του προς την αμαρτία. Δεν
μπορείς για παράδειγμα εσύ να χρησιμοποιείς… γαϊδουράκι, όταν όλος ο κόσμος
χρησιμοποιεί αυτοκίνητο˙ δεν μπορείς εσύ να… ανάβεις φωτιά για να μεταδώσεις
ένα μήνυμα, όταν ο κόσμος όλος χρησιμοποιεί την κινητή τηλεφωνία˙ δεν μπορείς
εσύ να φοράς… φουστανέλα, όταν όλοι φοράνε παντελόνια˙ δεν μπορείς εσύ να
καταφεύγεις σε… μάγους και γιατροσόφια, όταν η ιατρική τεχνολογία έχει κάνει
αλματώδεις προόδους κ.ά.π.
Είναι ευνόητο έτσι ότι το ζητούμενο από τον όσιο είναι η
διάκριση του χριστιανού και η αδιάκοπη εγρήγορσή του να μην παρασυρθεί. Ό,τι
δηλαδή ο ίδιος ο Κύριος προσευχόταν στον Ουράνιο Πατέρα για τους μαθητές Του:
«Πατέρα, δεν σε παρακαλώ να τους βγάλεις έξω από τον κόσμο, αλλά να τους
κρατήσεις μακριά από τον πονηρό»! Ο χριστιανός ζει με άλλα λόγια μέσα στον
κόσμο, πορεύεται κατά πώς πορεύονται οι περισσότεροι, αξιοποιεί οτιδήποτε
προσφέρει ο κόσμος, αλλά προσπαθεί να μην επηρεασθεί από τη βρομιά και την
αμαρτία του κόσμου. Δεν πηγαίνει το μυαλό μας στους πρώτους χριστιανούς, όπως
περιγράφεται η ζωή τους από την καταπληκτική επιστολή προς Διόγνητο; Ας δούμε
ένα μικρό απόσπασμά της: «οι χριστιανοί ούτε
από τον τόπο που κατοικούν ούτε από τη γλώσσα που μιλούν ούτε από την εξωτερική
ζωή τους διακρίνονται ανάμεσα στους ανθρώπους…Κατοικούν σε πόλεις ελληνικές και
βάρβαρες, που έλαχε ο καθένας τους, ακολουθώντας τις τοπικές συνήθειες στα
φορέματα και στο φαγητό και στον υπόλοιπο βίο κι όμως η πολιτεία τους
φανερώνεται θαυμαστή και ομολογουμένως παράδοξη… Στη γη περνούν τις μέρες τους,
αλλά στον ουρανό πολιτεύονται… Ό,τι είναι η ψυχή για το σώμα, είναι οι
χριστιανοί για τον κόσμο».
Κι ό,τι προτρέπει ο όσιος καταλήγει στο πιο σημαντικό: Για να μπορεί να σταθεί ο χριστιανός με την εγρήγορση και τη διάκριση που πρέπει στον κόσμο απαιτείται το ένα χωρίς το οποίο όλα τα άλλα είναι μάταια. Ποιο; «Να ενσωματώσει στο είναι του τον Χριστό»! Όταν δηλαδή ο χριστιανός κατανοήσει ότι από την ώρα που βαπτίστηκε και χρίστηκε εν Εκκλησία έγινε μέλος Χριστού, ντύθηκε Εκείνον που περιέχει τα πάντα και δίνει ζωή και πνοή στα πάντα, έγινε κλήμα στο αμπέλι που είναι ο Ίδιος, άρα συνιστά μία συνέχεια και προέκτασή Του, τότε δεν υφίσταται κανένας απολύτως κίνδυνος για να παρασυρθεί στην αμαρτία. Ο χριστιανός δηλαδή έχει την «πρωτοβουλία» των κινήσεων, αυτός υπέρκειται του κόσμου, γιατί τον περιέχει εν Χριστώ και μπορεί να καθορίσει την πορεία του ανεξάρτητα και ελεύθερα από όποιες κακές επιρροές του. Όπως με άλλη διατύπωση σημείωνε και ο μέγας Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης; «Μη φοβάστε την αμαρτία. Αγαπήστε τον Χριστό και έτσι ελεύθερα και χαρούμενα πορευτείτε τη ζωή σας».