26 Μαρτίου 2022

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΓΑΒΡΙΗΛ

«Τήν 26η τοῦ μηνός Μαρτίου ἐπιτελοῦμε τή σύναξη τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ἡ ὁποία μᾶς παραδόθηκε ἀπαρχῆς καί ἐκ Θεοῦ, διότι ὁ ἀρχάγγελος αὐτός διακόνησε στό θεῖο καί ὑπερφυές καί ἀπόρρητο μυστήριο τῆς οἰκονομίας τοῦ Χριστοῦ.

Κατά τή σημείωση μάλιστα τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου στόν Μέγα Συναξαριστή του, «Γαβριήλ θά πεῖ Θεός καί ἄνθρωπος, (ἄνθρωπος Θεοῦ δηλαδή), κατά τόν Κωνσταντινουπόλεως Πρόκλο. Γι᾽ αὐτό κι εἶναι ἐκεῖνος πού ὑπηρέτησε στό μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας τοῦ Θεοῦ Λόγου. Λέγει δέ καί ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς, ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ταυρομενίας, ὅτι τά ἑπτά στοιχεῖα πού περιέχει τό ὄνομα τοῦ Γαβριήλ σημαίνουν ὅτι ὁ Χριστός τοῦ ὁποίου τή Γέννηση εὐαγγελίστηκε ὁ Γαβριήλ θά ἔλθει γιά τή σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος μετρᾶται ἀπό τήν ἑβδομάδα καί τελειώνει σέ ἑπτά αἰῶνες».

῾Ο ἅγιος ὑμνογράφος ᾽Ιωσήφ κινεῖται ἐκστατικά, καθώς ἀναφέρεται στόν ῾παμμέγιστον Γαβριήλ᾽. Δέν ὑπάρχει σχεδόν τροπάριο εἴτε στόν ἑσπερινό εἴτε στόν κανόνα γιά τόν ἀρχάγγελο πού νά μή φανερώνει τόν θαυμασμό καί τή γεμάτη δέος στάση του ἀπέναντί του, ὄχι μόνο γιά τό γεγονός τῆς συμμετοχῆς τοῦ Γαβριήλ στή φανέρωση τοῦ μυστηρίου τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο ὡς ἀνθρώπου στήν ἁγνή παιδούλα Μαριάμ, ἀλλά καί γιά τή διπλή ἀδιάκοπη καί ἀέναη στάση του ἀπέναντι στόν Κύριο τοῦ Παντός, τόν Τριαδικό Θεό: τή δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του καί τήν ἑτοιμότητα ὑπακοῆς στά κελεύσματα τῆς βουλήσεώς Του. Γιά παράδειγμα: «Γαβριήλ ὁ μέγιστος νοῦς...παρατηρώντας καί βλέποντας τό τρισήλιο φῶς τοῦ Θεοῦ... φτάνοντας στήν Παρθένο μετέφερε σ᾽ αὐτήν τή χαρμόσυνη εἴδηση τοῦ θείου καί φρικώδους μυστηρίου (ὅτι θά γεννήσει τόν Θεό ὡς ἄνθρωπο)» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «Γεμᾶτος ἀπό φῶς πάντοτε καί πράττοντας τό θέλημα καί ἐκτελώντας τά προστάγματα τοῦ Παντοκράτορος, ἀρχηγέ ᾽Αγγέλων, Γαβριήλ πανάριστε...» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «Καθώς φωτίζεσαι μετέχοντας στό φῶς τοῦ πρώτου Νοῦ, τοῦ Θεοῦ, φάνηκες δεύτερο φῶς κι ἐσύ, κραυγάζοντας μαζί μέ τίς ἄπειρες τάξεις τῶν ἀγγέλων: ῞Αγιος ὁ Θεός ὁ παντουργός, ὁ Υἱός ὁ συνάναρχος, καί τό Πνεῦμα τό σύνθρονο»  (ὠδή ε´).

Ἡ ἀρχιστρατηγία τοῦ Γαβριήλ καί ἡ πρωτιά του ἔναντι τῶν ἄλλων ἀγγέλων φάνηκε κατά τόν ὑμνογράφο κυρίως ἀπό τό γεγονός ὅτι αὐτόν ὁ παντοκράτωρ Κύριος ἐπέλεξε προκειμένου νά τοῦ ἐμπιστευτεῖ τή φανέρωση τοῦ ἀπ᾽ αἰῶνος μυστηρίου, τοῦ ἐρχομοῦ Του στόν κόσμο ὡς ἀνθρώπου, στήν ἁγνή θεόπαιδα Μαριάμ. Κι εἶναι ἡ ἀνάθεση αὐτή τῆς ἐξαιρετικῆς διακονίας ἀποκάλυψη ταυτοχρόνως καί τῆς δόξας τοῦ συγκεκριμένου ἀρχαγγέλου, κάτι πού σημαίνει ὅτι ὅσο σπουδαῖο εἶναι ἕνα διακόνημα, τόσο σπουδαία γίνεται καί ἡ προσωπικότητα αὐτοῦ πού τό ἀναλαμβάνει καί τό φέρει εἰς πέρας. «Τό μέγα μυστήριον πού ἦταν ἄγνωστο προηγουμένως στούς ἀγγέλους καί ἀπόκρυφο προαιωνίως, μόνο σ᾽ ἐσένα τό ἐμπιστεύτηκε ὁ Θεός, Γαβριήλ» (στιχηρό ἑσπερινοῦ). «᾽Αξιώθηκες μέγιστη δόξα, καθώς μᾶς φανέρωσες τό μέγα μυστήριο, μέγιστε ἀρχάγγελε» (ὠδή γ´).

Βεβαίως ὁ ἅγιος ὑμνογράφος δέν παραλείπει μαζί μέ τίς παραπάνω ἐκτιμήσεις του νά κάνει καί δύο παρατηρήσεις: πρῶτον, ὅτι ὁ ἅγιος ἀρχάγγελος Γαβριήλ διακόνησε τό μυστήριο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου καί πρό τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, δεδομένου ὅτι τόν βρίσκουμε καί στόν προφήτη Δανιήλ: νά τόν φωτίζει καί νά τοῦ ἀποκαλύπτει τά μέλλοντα ἐν πνεύματι Θεοῦ (ὠδή δ´), καί στόν ἱερέα Ζαχαρία, τόν πατέρα ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου: νά τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι ἡ γυναίκα του ᾽Ελισάβετ θά γεννήσει τόν ᾽Ιωάννη καί νά τόν ῾τιμωρεῖ᾽ μέ κωφαλαλία λόγω τῆς ἀπιστίας πού ἐπέδειξε (ὠδή ε´)· δεύτερον, ὅτι ἐνῶ ὅλη ἡ ἀκολουθία ἐπικεντρώνεται δικαίως στόν ἅγιο ἀρχάγγελο Γαβριήλ, ὁ ὑμνογράφος θυμᾶται αἴφνης καί τόν ἄλλο μέγιστο ἀρχάγγελο ἅγιο Μιχαήλ, ἀφιερώνοντάς του ἕνα τροπάριο στό τέλος τῆς ἀκολουθίας, προφανῶς γιά νά δείξει ὅτι καί οἱ δύο εἶναι ἰσοστάσιοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. «Πανέμορφη καί πανένδοξη δυάδα,  Μιχαήλ καί Γαβριήλ, πού στέκεστε στόν θρόνο τῆς θείας δόξας...» (ὠδή θ´).

῾Ο ἐκκλησιαστικός ποιητής ὅμως, παρ᾽ ὅλο τό θάμβος πού νιώθει μπροστά στόν ἅγιο τοῦ Θεοῦ ἀρχάγγελο, δέν παύει νά τονίζει ὅτι καί αὐτός συνιστᾶ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς εἶναι περιορισμένος καί στή δύναμη καί στή γνώση. ᾽Επανειλημμένως, ὅπως ἤδη εἴδαμε, σημειώνει ὅτι τό μυστήριο τοῦ ἐρχομοῦ τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο ἦταν ἀπόκρυφο καί γιά τούς ἀγγέλους, ὁ ἴδιος δέ ὁ Γαβριήλ, ὁ ὑπηρέτης τοῦ θαύματος, ἀδυνατοῦσε νά κατανοήσει ὅ,τι διαδραματιζόταν. Τό δοξαστικό μάλιστα τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς, ἔργο ὄχι τοῦ ᾽Ιωσήφ ἀλλά τοῦ ἐξίσου γνωστοῦ ὑμνογράφου ᾽Ιωάννου τοῦ μοναχοῦ, εἶναι ἀπό τά ὡραιότερα τροπάρια πού ὑπάρχουν στήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας. «Στάλθηκε ἀπό τόν Θεό ὁ ἀρχάγγελος Γαβριήλ γιά νά εὐαγγελιστεῖ στήν Παρθένο τή σύλληψη. Κι ὅταν ἦλθε στή Ναζαρέτ, σκεπτόταν μέσα του τό θαῦμα μέ ἔκπληξη, ὅτι δηλαδή πῶς ὁ ἀκατάληπτος Θεός θά γεννηθεῖ ἀπό Παρθένο! Αὐτός πού ἔχει θρόνο Του τόν οὐρανό καί ὑποπόδιο τή γῆ, πῶς θά χωρέσει στή μήτρα μίας γυναίκας! Αὐτόν πού δέν μποροῦν νά Τόν ἀτενίσουν τά ἑξαπτέρυγα καί τά πολυόμματα, θέλησε μέ μόνο τόν λόγο Του νά σαρκωθεῖ ἀπό αὐτήν! Αὐτός πού παρευρίσκεται εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Τί λοιπόν στέκομαι καί δέν λέγω στήν Κόρη: Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος εἶναι μαζί Σου;»

Παράλληλα δέ μέ τήν ἔκπληξη τοῦ ἀρχαγγέλου, τονίζεται καί ἡ ἔκπληξη τῆς πανάγνου Μαριάμ, ἡ ὁποία μέ τή φανέρωση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὅτι δι᾽ αὐτῆς θά γεννηθεῖ ὁ Θεός ὡς ἄνθρωπος, ἀποκαλύπτεται ἀφενός σοφότατη καί διακριτικότατη, κυριολεκτικά ὁ ἀντίποδας τῆς πρώτης Εὔας, καθώς δέν σπεύδει νά ἀποδεχτεῖ τό παράδοξο καί τό θαῦμα, ἀφετέρου πράγματι Παναγία, καθώς μετά τίς ἐξηγήσεις σπεύδει νά κάνει ὑπακοή σέ ὅ,τι συνιστᾶ θέλημα τοῦ Θεοῦ: «᾽Ιδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα Σου».  «Τί σημαίνει ἡ σάν φλόγα μορφή σου; Εἶπε ἡ Σεμνή μέ ἔκπληξη στόν Γαβριήλ. Ποιό εἶναι τό ἀξίωμά σου καί ποιό τό νόημα τῶν λόγων σου; Μοῦ ὑπόσχεσαι παιδοποιΐα, ἀλλά ἐγώ δέν ἔχω πεῖρα ἄνδρα. Φύγε μακριά, μή μέ πλανέψεις, ἄνθρωπε, ὅπως παλιά πλάνεψε ὁ δόλιος ὄφις  τήν προμήτορα Εὔα» (ἀπόστιχο ἑσπερινοῦ).

Δέν εἶναι δυνατόν βεβαίως ὁ ἅγιος ποιητής, μπροστά στήν ἁγιότητα τοῦ ἀρχαγγέλου,  νά μή καταλήγει σέ ὅ,τι ἀποτελεῖ ζητούμενο τοῦ κάθε πιστοῦ: τήν ἐπέμβαση καί τή μεσιτεία του γιά τή σωτηρία τοῦ ἴδιου καί τῆς ᾽Εκκλησίας. «Χάλασε τίς ἄσχημες σκέψεις ἐναντίον μας τῶν ἀπίστων ἀνθρώπων, στέριωσε τήν ὀρθόδοξη πίστη, πάψε τά σχίσματα τῆς ᾽Εκκλησίας, ἀρχάγγελε, μέ τίς παρακλήσεις σου πρός τόν Κτίστη ὅλων» (ὠδή στ´). ᾽Αλλά ἀκόμη περισσότερο, αἰτεῖται ὁ ποιητής τή χάρη νά γίνεται  ὁ ἅγιος ἀρχάγγελος καθοδηγητής τῆς ζωῆς τοῦ ἴδιου καί τῶν ἀνθρώπων. Γιατί ἀκριβῶς οἱ ἄγγελοι ὡς δεύτερα φῶτα μετά τό Πρῶτο, τόν ἴδιο τόν Τριαδικό Θεό, εἶναι οἱ ὁδηγοί τῶν ἀνθρώπων. «᾽Αρχιστράτηγε Θεοῦ, λειτουργέ τῆς θεϊκῆς δόξας, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγέ καί ἀρχηγέ τῶν ἀσωμάτων...» (κοντάκιο). 

25 Μαρτίου 2022

Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις»

(Χαῖρε, Ἐσύ πού παρακαλᾶς ἐπίμονα γιά μᾶς τόν δίκαιο Κριτή)

Ὑπόβαθρο τοῦ χαιρετισμοῦ εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού δέν κατονομάζεται, ὁ ὁποῖος ἀπ’ ὅ,τι φαίνεται βρίσκεται σέ κατάσταση ἁμαρτωλότητας καί γι’ αὐτό ἀδυνατεῖ ἤ διστάζει νά ἀπευθυνθεῖ πρός τόν Οὐράνιο Πατέρα καί τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ ἀναφορά στόν δίκαιο Κριτή, ἀλλά καί ἡ στάση τῆς Παναγίας ὡς Ἐκείνης πού στέκεται ἀδιάκοπα δεητικά ἀπέναντι στόν Υἱό Της, ἐπιβεβαιώνουν τήν ἀλήθεια αὐτή.

1. Κι εἶναι γεγονός: ἡ καθημερινότητα καί ἡ ἀμεσότητα τῆς ζωῆς μᾶς κάνουν τούς χριστιανούς νά βρισκόμαστε πόρρω μακριά τίς περισσότερες φορές ἀπό ἐκεῖ πού ὑποσχεθήκαμε νά εἴμαστε μέ τό ἅγιο βάπτισμά μας. Τί ὑποσχεθήκαμε; Νά εἴμαστε στόν κόσμο τοῦτο ὡς ἕνας ἄλλος Χριστός, δηλαδή νά ζοῦμε τή ζωή Ἐκείνου, μέ ἀπόλυτη ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπό μας, ἀκόμη καί τόν ἐχθρό μας, μέ ἐπίγνωση τῶν κτιστῶν ὁρίων μας, συνεπῶς μέ τήν πρέπουσα ταπείνωση. Καί τό ὑποσχεθήκαμε, γιατί πήραμε τίς δυνάμεις τοῦ Χριστοῦ γιά νά ζοῦμε σάν κι Ἐκεῖνον. Ἄν ὁ Κύριος μᾶς ζητοῦσε τήν ὑπέρ φύσιν ζωή Του νά τήν ἔχουμε κι ἐμεῖς στήν κατάσταση τῆς πτώσεως, ἀσφαλῶς θά ζητοῦσε κάτι ἐντελῶς ἐξωπραγματικό γιά μᾶς, θά ἀποδεικνυόταν δέ καί ὡς ὁ μεγαλύτερης δυνάστης τοῦ ἀνθρώπου, ὁ Ὁποῖος θέλει νά παίξει ἁπλῶς μέ τό πλάσμα Του. Ἀλλ’ ἄπαγε τῆς βλασφημίας! Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τή μεγαλύτερη δωρεά πού μπορεῖ νά ὑπάρξει στόν κόσμο: νά Τόν ἔχουμε ὡς ἔνδυμά μας, νά εἴμαστε ὀργανικά ἑνωμένοι μαζί Του ὡς μέλη Του, νά εἴμαστε τά κλήματα στό δικό Του ἀμπέλι, συνεπῶς Ἐκεῖνος νά ἐπιτελεῖ τά τῆς ζωῆς Του μέσω ἡμῶν, ἁπλῶς μέ τή συγκατάθεσή μας.

2. Δέν γίνεται ὅμως αὐτό, δυστυχῶς. Ὅπως εἴπαμε, καθημερινῶς φανερώνουμε ἕνα πρόσωπο ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό αὐτό πού θά ἔπρεπε, ὄχι πάντως τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, γιατί ἑλκυόμαστε καί παρασυρόμαστε ἀπό τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ὀρέξεις μας, συνεπῶς στίς στιγμές πού ἔχουμε ἐπίγνωση τῆς τραγικότητάς μας αὐτῆς - τότε πού λειτουργεῖ λίγο ἡ συνείδησή μας – δέν ἔχουμε μάτια γιά νά τά ὑψώσουμε στόν Κύριο καί Θεό μας. Κι αὐτό συμβαίνει, γιατί κατανοοῦμε καί νιώθουμε ὅτι ὁ Κύριος, ὁ γεμᾶτος ἀγάπη καί συγκατάβαση πρός ἐμᾶς, ὁ Πατέρας, ὁ φίλος, ὁ ἀδελφός, Αὐτός πού ἔγινε καί γίνεται τά πάντα γιά ἐμᾶς, εἶναι ταυτοχρόνως καί ὁ δίκαιος Κριτής. Εἶναι ὁ Κριτής γιατί ἀναγνωρίζουμε ὅτι δέν θέλει τήν ἁμαρτία καί ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν μπορεῖ νά συνυπάρξει μέ τή δική Του πραγματικότητα. «Ὅς ἄν θέλῃ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, (τοῦ κόσμου ἐννοεῖται τῆς ἁμαρτίας), ἐχθρός τοῦ Θεοῦ καθίσταται». Ἁμαρτία καί θέλημα τοῦ Θεοῦ βρίσκονται, ὡς γνωστόν, σέ διαμετρικά ἀντίθετες κατευθύνσεις. Ὁπότε, ἡ μόνη λύση γιά ἐμᾶς πού δέν θέλουμε νά διαγράψουμε τόν Θεό ἀπό τή ζωή μας, πού συναισθανόμαστε ὅτι τελικῶς Αὐτός εἶναι τό θεμέλιο καί τό νόημα τῆς ζωῆς μας, εἶναι νά στραφοῦμε σ’ Ἐκείνην πού εἶναι πιό κοντά μας, γιατί εἶναι ἡ Μάνα μας, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ ὁποία παραθεωρεῖ συχνά τίς ἀδυναμίες μας καί παρακαλεῖ γιά χάρη μας τόν δίκαιο Κριτή, τόν Κύριο καί Υἱό Της.

Ἄς θυμηθοῦμε γι’ ἀκόμη μία φορά τό περιστατικό μέ τήν Παναγία τήν Παραμυθία, ἡ ὁποία ἐπεμβαίνει παρ’ ὅλη τήν κακή διαγωγή τῶν μοναχῶν, στόν Υἱό Της καί Τόν παρακαλεῖ νά τούς σώσει. Καί πράγματι τούς σώζει, γιατί κάμπτεται ὁ Κύριος ἀπό τίς παρακλήσεις Της. Ἄς θυμηθοῦμε ἀκόμη ἕνα παρόμοιο περιστατικό πού καταγράφεται στά θαύματα τῆς Θεοτόκου, ὅπου καί πάλι ἡ Ἴδια παρεμβαίνει γιά τά «γουρουνάκια» της, ὅπως ἔλεγε, γιά δυό  καλογέρους δηλαδή πού ἦσαν μέθυσοι καί εἶχε ἀποφασιστεῖ να τούς ἐκδιώξουν ἀπό τό μοναστήρι τους! Ἡ ἐπέμβασή Της, καταλυτική, τούς σώζει ἀπό τόν θάνατο καί ὁδηγοῦνται αὐτοί σέ μετάνοια!

3. Ἀλλά τό κρίσιμο σημεῖο στόν Χαιρετισμό, πού ἀποκαλύπτει τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ μας καί τῆς Παναγίας μας, βρίσκεται στίς λέξεις «δίκαιος» καί «δυσώπησις». Γιατί ὁ Κύριος εἶναι μέν ὁ Κριτής, ἀλλ’ εἶναι ὁ δίκαιος Κριτής. Πού σημαίνει ὁ Κριτής ὁ γεμᾶτος ἀγάπη. Μᾶς τό ξεκαθάρισε ὁ Ἴδιος. «Ἡ κρίσις ἡ ἐμή δικαία ἐστί, εἶπε, ὅτι οὐ ζητῶ τό θέλημα τό ἐμόν ἀλλά τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός». Ἀγάπη ὁ Θεός, ἀγάπη καί τό θέλημά Του, συνεπῶς ἡ κρίση τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς περιεχόμενο τήν Ἀγάπη Του. Δέν μιλᾶμε συνεπῶς γιά μία δικαιοσύνη κατά τά ἀνθρώπινα μέτρα – θά μᾶς εἶχε «τσακίσει» ὁ Θεός ἔτσι. Ἀλλά γιά τή δικαιοσύνη πού ταυτίζεται μέ τήν ἀγάπη Του, συνεπῶς ἡ ἀδυναμία μας νά στραφοῦμε σ’ Αὐτόν, λόγω φόβου τῆς δικαιοσύνης Του, εἶναι δείγμα τῆς ἀπιστίας μας οὐσιαστικά στόν Ἴδιο. Ἀλλά ὁ Κύριος δέν ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτό: συγκαταβαίνει καί ἀποδέχεται τούς στεναγμούς μας, γιατί στρεφόμαστε πρός τήν Παναγία Μητέρα Του. Κι αὐτό εἶναι μία ἰδιαίτερη χαρά Του. Γιατί τελικῶς στροφή πρός τήν Παναγία σημαίνει στροφή πρός τόν Ἴδιο.

Καί ἡ λέξη «δυσώπησις». Τί μεγαλεῖο γιά τήν Παναγία μας, ἀλλά καί γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους! Τήν παρακαλοῦμε, κι Ἐκείνη ἀρχίζει τίς δεήσεις Της γιά χάρη μας. Καί ξέρει ὅτι «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου». Γιατί δέν παρακαλεῖ ἰσχνά καί ἄνευρα. Παρακαλεῖ μέ τήν ἔνταση τῆς ἀγάπης Της, παρακαλεῖ ἐπίμονα, μέχρις ὅτου νά κάμψει τήν πιθανή «ἄρνηση» τοῦ Υἱοῦ Της ὡς Κριτῆ! Αὐτό ἄλλωστε δέν σημαίνει ἡ λέξη «δυσωπῶ;»  Παρακαλῶ ἐπίμονα.

Ὁ χαιρετισμός σήμερα μᾶς τό ὑπενθυμίζει: ἔχουμε Κριτή, στόν Ὁποῖο θά λογοδοτήσουμε, ἀλλά δίκαιο, γεμᾶτο ἀγάπη· κι ἔχουμε τήν Παναγία μας, τή Μάνα μας, ἡ ὁποία πάντοτε ἐνδιαφέρεται γιά ἐμᾶς καί κραυγάζει ὑπέρ ἡμῶν. Ὁ χαιρετισμός καί ἡ δοξολογία μας, συνοδευόμενα ἀπό τά δάκρυά μας, εἶναι δεδομένα!

25 ΜΑΡΤΙΟΥ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΕΝΝΗΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

Η ημέρα ορόσημο της Πίστης και της Πατρίδας ως η ημέρα που ξεκίνησε η ελευθερία του ανθρωπίνου γένους από τα δεσμά της αμαρτίας, του διαβόλου και του θανάτου με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου αλλά και της αποτίναξης από τον τουρκικό ζυγό με τη συμβολική έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως, η 25η Μαρτίου, αποτελεί και ημέρα που γιορτάζεται από τα τέλη του εικοστού αιώνα το αγέννητο παιδί – το παιδί που κυοφορείται στην κοιλιά της μάνας του για να προστεθεί όταν έρθει η ώρα στη μακριά σειρά των κατοίκων αυτού εδώ του πλανήτη. Ήταν η πρόταση του πάπα Ιωάννη Παύλου του Β΄ (1920-2005) που έγινε αποδεκτή από τη Διεθνή Κοινότητα, καθώς την εμπνεύστηκε ακριβώς από το περιεχόμενο της μεγάλης Θεομητορικής εορτής. Ευαγγελισμός σημαίνει τη χαρμόσυνη αγγελία του ερχομού του Θεού ως ανθρώπου στον κόσμο, ερχομού που οι απαρχές του βρίσκονται στα σπλάχνα της μικρής Μαριάμ, όταν ο λόγος ο αρχαγγελικός εν Πνεύματι Αγίω θα σαρκώσει μέσα της τον Υιό του Θεού. «Ο Υιός του Θεού Υιός της Παρθένου γίνεται». Κι έτσι το μέγα μυστήριο των απαρχών της Γέννας του Θεού γίνηκε έμπνευση  και γιορτή και για το μυστήριο των απαρχών της γέννας και κάθε ανθρώπου.

Το κυοφορούμενο βρέφος, το αγέννητο παιδί: το μυστήριο της θέλησης του Θεού να υπάρχει συνέχεια στο ανθρώπινο γένος. Και μη σπεύσει κανείς να δηλώσει την απιστία του με την αλαζονική στάση ότι ο ερχομός ενός παιδιού είναι καρπός της θέλησης μοναχά των γονέων του, γιατί θα συναντήσει όχι μόνο την αρνητική στάση της χριστιανικής πίστεως που διακηρύσσει ότι εκτός των γονέων απαιτείται και η συνέργεια του Θεού – «ο Θεός διανοίγει τη μήτρα της γυναίκας» μας αποκαλύπτει η Γραφή – αλλά και την αντίδραση εκείνων των ζευγαριών που ενώ επιθυμούν διακαώς να τεκνοποιήσουν, δεν τα καταφέρνουν χωρίς μάλιστα να υφίσταται κάποιος ιατρικός λόγος.

Υπάρχει λοιπόν ξεχωριστή ιερότητα ήδη από την έναρξη της ζωής ενός ανθρώπου στη μήτρα της μάνας του, γιατί βεβαιώνεται το «ναι» του Θεού για να συνεχιστεί η ζωή επί της γης. Και με ποιο σκοπό; Την ετοιμασία νέων υπάρξεων ώστε να προστεθούν στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, και να γίνουν ει δυνατόν ήδη από τη ζωή αυτή  ενεργοί πολίτες της Βασιλείας του Θεού. Αυτή δεν είναι η σκοποθεσία που θέτει για τον άνθρωπο η χριστιανική πίστη; Όχι να γίνει ένας καλός απλώς άνθρωπος κι ούτε να έχει ένα πέρασμα στη γη εμφανές ή αφανές – ό,τι χαρακτηρίζει τον άνθρωπο που δεν έχει ταυτότητα κι ούτε νόημα στη ζωή του. Αλλά να γίνει ένα «μίμημα Χριστού», ένας άλλος Χριστός που το πέρασμά του θα μυροβολήσει την πλάση όλη. Να γίνει δηλαδή άγιος που το όνομά του θα λειτουργεί ως ανάπαυση και ελπίδα και για κάθε άλλο συνάνθρωπό του.

Κι από την άποψη αυτή καταλαβαίνουμε δύο κυρίως πράγματα: πρώτον, γιατί ο ίδιος ο Χριστός βεβαίωσε ότι ο ερχομός κάθε νέου ανθρώπου στον κόσμο  - ό,τι δηλώνει το αγέννητο παιδί! – συνιστά μία μεγάλη χαρά για όλην την ανθρωπότητα: «διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εν τω κόσμω» είπε, και δεύτερον, γιατί όχι μόνο η πράξη αλλά και η σκέψη ακόμη της έκτρωσης από τη μήτρα της γυναίκας του παιδιού αποτελεί ανοσιούργημα που προσβάλλει και τους γονείς και τον άνθρωπο γενικά αλλά και τον ίδιο τον Θεό μας! Η έκτρωση δεν είναι το «όχι» του ανθρώπου απέναντι στο «ναι» του Θεού; Η αλαζονεία του πλάσματος που χωρίς επίγνωση έρχεται αντιμέτωπος με τον Δημιουργό του – και δεν εννοούμε τις συγκεκριμένες περιπτώσεις που για λόγους ιατρικούς επιβάλλεται κάτι τέτοιο, κι αυτό με πολύ πόνο ψυχής από τους γονείς και μάλιστα τη μάνα.

Λοιπόν, η μεγάλη Θεομητορική εορτή του Ευαγγελισμού μας δίνει ως προέκταση και τη διάσταση αυτή. Να θυμόμαστε και να γιορτάζουμε μαζί με τον ερχομό του Χριστού και την ελπίδα της ανθρωπότητας με τα αγέννητα ακόμη παιδιά. Κι όπως το δήλωσε τότε ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ στο πράγματι εμπνευσμένο σκεπτικό του: η καθιέρωση της ημέρας αποτελεί «θετική επιλογή υπέρ της ζωής και της εξάπλωσης μιας κουλτούρας για τη ζωή, που να εγγυάται τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας σε κάθε περίπτωση».

Ε Υ Α Γ Γ Ε Λ Ι Σ Μ Ο Σ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Πανηγύρι της πίστης και της λευτεριάς» κατά τον ποιητή η 25η Μαρτίου. Ιερό ορόσημο ως απαρχή για την απόκτηση της εθνικής μας ελευθερίας. Αλλά και ημέρα που περισσότερο καλεί εμάς τους πιστούς που βλέπουμε το βάθος των γεγονότων, όχι απλώς να θυμηθούμε κάτι ή και να παραδειγματιστούμε από κάτι, αλλά να συμμετάσχουμε στο σπουδαιότερο γεγονός που πραγματοποιήθηκε ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία: τη σάρκωση του Υιού και Λόγου του Θεού μέσα στην Παναγία. Κι αν η μία εορτή είναι σπουδαία λόγω της αποτίναξης της Οθωμανικής κυριαρχίας, η άλλη, του Ευαγγελισμού, είναι σπουδαιότατη, λόγω της απαρχής της υπαρξιακής και αιώνιας σωτηρίας μας.

Το απολυτίκιο της ημέρας μας καθοδηγεί στην προσέγγιση του νοήματός της.

«Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τό κεφάλαιον καί τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις. Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ υἱός τῆς Παρθένου γίνεται καί Γαβριήλ τήν χάριν εὐαγγελίζεται. Διό καί ἡμεῖς σύν αὐτῶ τῆ Θεοτόκῳ βοήσωμεν  Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά Σοῦ».

(Σήμερα ανακεφαλαιώνεται η σωτηρία μας και φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο. Ο Υιός του Θεού γίνεται υιός της Παρθένου Μαρίας και ο αρχάγγελος Γαβριήλ εξαγγέλλει χαρμόσυνα τη χάρη αυτή. Για το λόγο τούτο κι εμείς μαζί με αυτόν ας φωνάξουμε δυνατά στη Θεοτόκο: Χαίρε Συ που είσαι γεμάτη από τη χάρη του Θεού. Ο Κύριος είναι μαζί Σου).

Το πρώτο σημείο που μας επισημαίνει το απολυτίκιο είναι το πώς πρέπει να στεκόμαστε απέναντι στη Θεοτόκο. Καλούμαστε να τη δούμε γεμάτη από τη χάρη και το φως του Θεού. Όχι γιατί από μόνη της έχει την ιδιαιτερότητα αυτή, αλλά γιατί ο ίδιος ο Θεός προσέβλεψε πάνω της και την επισκίασε με το Πανάγιο Πνεύμα Του. Η Παναγία, ιδίως μετά τον Ευαγγελισμό, ποτέ δεν είναι μόνη της. Μολονότι και προ του Ευαγγελισμού είχε τη χάρη του Θεού λόγω της αγιασμένης ζωής της – μη ξεχνάμε ότι από παιδούλα τριών ετών εισήλθε στον Ναό και ζούσε με συνεχείς προσευχές και νηστείες – όμως εκεί που έλαβε τη σχετική πληρότητα της χάρης ήταν στον Ευαγγελισμό της, οπότε έκτοτε η παρουσία του Χριστού την συνόδευε σε κάθε βήμα της και σε κάθε εκδήλωση της ζωής της. Γι’ αυτό και στο πρόσωπο της Παναγίας κρίνεται και η ποιότητα της πίστης των Χριστιανών: τυχόν αποδοχή της Παναγίας ως Κεχαριτωμένης και φανέρωσης του Ιησού Χριστού σημαίνει ορθή αποδοχή και Εκείνου. Τυχόν απόρριψη ή υποβάθμιση της Παναγίας σημαίνει ταυτοχρόνως και απόρριψη ή αλλοίωση της εικόνας και του Χριστού.

Ένα δεύτερο βασικό σημείο  είναι η αιτιολογία  του ύμνου για την υψηλή θέση που κατέχει η Παναγία και για τη μεγάλη χάρη με την οποία χαριτώθηκε: δι’ Αυτής ο Υιός του Θεού γίνεται άνθρωπος. Η Παναγία έγινε «τό ὄχημα δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός». Δάνεισε τη σάρκα της στον Υιό και Θεό της, οπότε η ανθρώπινη φύση του Χριστού έκτοτε φέρει και τη σφραγίδα της Παναχράντου Μητέρας Του. Με τον αρχαγγελικό χαιρετισμό πιο συγκεκριμένα ο Θεός γίνεται έμβρυο στη γαστέρα της Παναγίας - Θεός μάς σώζει σε όλες τις φάσεις της ζωής μας, κάτι που συνιστά και απάντηση στο τραγικό θέμα δυστυχώς των εκτρώσεων.  Με τη συνέργεια Εκείνης ο Θεός ακολουθεί την όλη διαδικασία της κύησης, συνέργεια που βασιζόταν ασφαλώς στην καθαρότητα της ζωής της. Η καθαρότητα και ψυχοσωματική αγνότητά της έγινε η θελκτική δύναμη που «μαγνήτισε» τη θεία αγάπη, που θα πει ότι στο πρόσωπο της νεαρής Κόρης Μαριάμ παρακολουθούμε τη συμμετοχή του ανθρώπου στην όλη διαδικασία της σωτηρίας που ενεργεί προς χάρη του ο Θεός. Κι εκείνο που επιβεβαιώνει ανθρώπινα την επιλογή του Θεού είναι η εν ταπεινώσει υπακοή της στην κλήση Του: «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά τό ρῆμά Σου» (Λουκ. 1, 38).

Δεν συνειδητοποιούμε όσο πρέπει την απάντηση της Θεοτόκου στο θείο κέλευσμα. Διότι μένουμε μόνο στην επιφάνεια κρίνοντας τα πράγματα εκ των υστέρων. «Μα ήταν μεγάλη τιμή να την καλέσει ο Θεός. Τι άλλο θα μπορούσε να κάνει;» Αλλ’ αυτό το λέμε, διότι γνωρίζουμε την περαιτέρω εξέλιξη των πραγμάτων: το Πάθος αλλά και την Ανάσταση του Χριστού την παντοδυναμία των θαυμάτων Του. Την ώρα εκείνη όμως του Ευαγγελισμού η Παναγία βρίσκεται μόνη αντιμέτωπη με κάτι άγνωστο. Καλείται να πει το  ν α ι  σε ένα γεγονός που της ετοίμαζε τη διαπόμπευσή της και ίσως, το πιθανότερο, και την απώλεια της ίδιας της ζωής της. Διότι ανύπαντρη κοπέλα να βρεθεί έγκυος στα χρόνια εκείνα σήμαινε τον λιθοβολισμό της. Η Παναγία όμως – γι’ αυτό και είναι Παναγία – δεν διστάζει. Αφού μαθαίνει ότι είναι κλήση Θεού, υποτάσσεται στο θέλημα Εκείνου γνωρίζοντας ότι το τίμημα μπορεί να είναι και ο θάνατος. Μα δεν την νοιάζει. Εκείνο που την ενδιαφέρει είναι η υπακοή στο θεϊκό θέλημα. Αποκαλύπτεται λοιπόν και μάρτυρας η Παναγία. Αν όχι σωματικά, μάρτυρας ωστόσο «τῇ συνειδήσει». Καθαρή λοιπόν στην ψυχή η Παναγία και με μαρτυρικό φρόνημα γίνεται η μητέρα του Θεού!

Ένα τρίτο σημείο: φανερώνεται με τον ερχομό του Θεού στον κόσμο το προαιώνιο μυστήριο. Ο Ευαγγελισμός αποτελεί εκπλήρωση προαιώνιας βουλής του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Ο Θεός, διδάσκουν πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας μας, θα ερχόταν στον κόσμο ως άνθρωπος ανεξάρτητα και από την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία. Ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής για παράδειγμα σημειώνει ότι η σάρκωση του Χριστού, απαρχή της οποίας είναι ο Ευαγγελισμός, αποτελεί την τελευταία φάση της δημιουργίας του ανθρώπου. Ο Θεός δηλαδή οπωσδήποτε θα ερχόταν στον κόσμο για να ωθήσει αποφασιστικά τον άνθρωπο στην επίτευξη του απαρχής τεθειμένου σκοπού του: το «καθ’ ὁμοίωσιν». Κι ακόμη: ο Ευαγγελισμός ήδη είχε προαναγγελθεί στην Παλαιά Διαθήκη με το λεγόμενο Πρωτευαγγέλιο. Στο Πρωτευαγγέλιο, την υπόσχεση δηλαδή του Θεού στους πρωτοπλάστους μετά την αμαρτία τους ότι ο απόγονος της γυναίκας θα συντρίψει τον διάβολο, βλέπει η Εκκλησία μας την προφητεία του Ευαγγελισμού. Διότι στον Ευαγγελισμό έχουμε τη γυναίκα που γεννά Εκείνον που συντρίβει τον διάβολο. Στη δημιουργία ήδη του ανθρώπου έχουμε τις απαρχές του Ευαγγελισμού.

Ένα τέταρτο σημείο: όχι μόνο φανερώνεται το προαιώνιο μυστήριο, αλλ’ ακριβώς αυτό συνιστά και την ανακεφαλαίωση της σωτηρίας του ανθρώπου. Τι σημαίνει ανακεφαλαίωση; Επανένταξη του ανθρώπου και πάλι στο σχέδιο του Θεού. Η αμαρτία που διέσπασε τον άνθρωπο και τον εκτρόχιασε από την ορθή πορεία της ζωής του, εξαφανίζεται και καταπατείται. Διά του Χριστού που σαρκώνεται στην Παναγία η αμαρτία αίρεται και η θύρα του Παραδείσου και πάλι ανοίγεται. Ο άνθρωπος βιώνει στο πρόσωπο του Χριστού τη σωτηρία του: να συναντηθεί πραγματικά και πάλι με τον Θεό.

Κι όλα αυτά, πέμπτο σημείο, πραγματοποιούνται σήμερον. Ενώ όλα όσα αναφέρθηκαν βιώθηκαν στο παρελθόν, εντούτοις δεν χάνουν τίποτε και από τη σύγχρονη επικαιρότητα. Το παρελθόν, ο ερχομός του Χριστού, η σύλληψή Του στο πανάγιο σώμα της Θεοτόκου, βιώνεται στην Εκκλησία μας και ως παρόν. Λόγω της διαρκούς παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, ο ίδιος δηλαδή ο Θεός, διαιωνίζει τα σωτηριώδη γεγονότα του παρελθόντος και τα προχέει στο εκάστοτε παρόν. Πρόκειται για τον λεγόμενο λειτουργικό χρόνο, για τον οποίο μιλάνε οι θεολόγοι της Εκκλησίας.

Κι αυτό σημαίνει: αφού το σωτηριώδες παρελθόν εν Χριστώ, όπως ο Ευαγγελισμός, γίνεται κάθε φορά παρόν, άρα το μόνο που και εμείς χρειαζόμαστε για να το κάνουμε δικό μας γεγονός και να νιώσουμε τη δυναμική του, είναι η πίστη μας: η ανεπιφύλακτη παράθεση της ζωής μας στα χέρια Εκείνου και τις υποσχέσεις Του. Μία τέτοια αληθινή πίστη θα μας κάνει να δούμε και τον δικό μας εαυτό μέσα στον Ευαγγελισμό της Παναγίας, δηλαδή να νιώσουμε σαρκωμένο και σε εμάς τον ίδιο τον Θεό μας!

23 Μαρτίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΜΑΘΗΤΑΙ

«Ο άγιος Νίκων έζησε κατά τους χρόνους του ηγεμόνα Κυντιλιανού και καταγόταν από τη χώρα των Νεαπολιτών. Ήταν όμορφος νέος και λαμπερός στην όψη του, ενώ στους πολέμους με την ανδρεία του προξενούσε τον φόβο στους αντιπάλους. Ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης και η μητέρα του χριστιανή. Σε έναν μεγάλο πόλεμο και μάλιστα σε μία σφοδρή μάχη, ο μακάριος θυμήθηκε τις παραινέσεις της μητέρας του, κι αφού στέναξε βαθιά και είπε ᾽Κύριε Ιησού Χριστού, βοήθα με᾽, έκανε το σημείο του Σταυρού σαν να περιβαλλόταν με ένα τείχος, και προχώρησε με δύναμη στο μέσο των αντιπάλων. Και άλλους μεν κτυπούσε με το μαχαίρι, άλλους με το δόρυ, και δεν σταμάτησε έως ότου κατατρόπωσε τους πάντες και τους έτρεψε σε φυγή. Από τη στάση του αυτή εξεπλάγησαν όλοι, επειδή ο πόλεμος ήλθε ευνοϊκά γι᾽ αυτούς, οπότε μαζί με τους άλλους και ο ίδιος επέστρεψε στο σπίτι του. Απεκάλυψε στη μητέρα του τον σκοπό του από εδώ και πέρα, και έπλευσε στα μέρη της Κωνσταντινούπολης.

Αφού έφθασε σε κάποιο Νησί που ονομαζόταν Χίος, ανεβαίνει στο όρος του και έμεινε εκεί επί επτά ημέρες, αφιερωμένος σε νηστείες και αγρυπνίες και προσευχές, οπότε θείος άγγελος του μηνύει να κατέβει στον γιαλό με μία ράβδο, που του έδωσε αυτός που του φανερώθηκε. Φτάνοντας στον γιαλό βρήκε πλοίο, ανέβηκε σ᾽ αυτό και μετά από δύο ημέρες που κατέβηκε, έφτασε στο όρος του Γάνου. Κατά θεία συγκυρία του παρουσιάστηκε ένας επίσκοπος ως μοναχός, κι αφού τον πήρε από το χέρι, τον οδήγησε σε σπηλιά που κατοικούσε ο ίδιος. Εκεί τον κατήχησε και τον βάπτισε στο όνομα της αγίας Τριάδος, μεταδίδοντάς του και τα άγια μυστήρια. Μετά από τρία χρόνια τον χειροτονεί σε πρεσβύτερο κι έπειτα σε επίσκοπο.

Αναδέχτηκε την προστασία όλων των μοναχών που μαζεύτηκαν εκεί, εκατόν ενενήντα στον αριθμό τους, και μαζί με αυτούς έρχεται στη Μυτιλήνη. Από εκεί προχώρησε στην Ιταλία, και αφού είδε τη μητέρα του και την κήδευσε μετά τον θάνατό της, έφτασε στη Σικελία, οπότε κατοίκησε στο όρος του Ταυρομενίου μαζί με άλλους εννέα. Ο ηγεμόνας τότε που έμαθε τα σχετικά με τον άγιο, αμέσως τους έφερε όλους ενώπιόν του, και αφού ερωτήθηκαν για την πίστη τους, τους έριξαν στο έδαφος, τους κτύπησαν πάρα πολύ και τέλος τους σκότωσαν με ξίφος. Ο δε άγιος Νίκων κρατείται από τέσσερις, τον καίνε με λαμπάδες, τον δένουν στη συνέχεια σε υποζύγια και τον σύρουν στη γη, τον ωθούν σε γκρεμό, του κτυπούν το στόμα με πέτρες, του κόβουν τη γλώσσα, και τέλος αποτέμνουν το κεφάλι του με ξίφος. Με τον τρόπο αυτό έφτασε στο τέλος και η δική του μαρτυρία».

Κόσμημα τόσο για τους ασκητές όσο και για τους μάρτυρες ο άγιος Νίκων, κατά τον υμνογράφο άγιο Ιωσήφ. Κι αυτό γιατί υπήρξε τροπαιοφόρος  κατά του διαβόλου και στην άσκηση και στο μαρτύριο σε βαθμό που προκαλεί την κατάπληξη των πιστών (ωδή η´). Γι᾽αυτό και ο Κύριος που δίνει τα στεφάνια, συνεχίζει ο υμνογράφος, επειδή τον είδε να είναι διανθισμένος από το κάλλος των βασάνων του και να είναι ντυμένος με την πορφύρα των αιμάτων του, τον έβαλε να κατοικεί μαζί Του (ωδή θ´). Μένει έκθαμβος όμως ο άγιος Ιωσήφ από τον πόθο και τον θερμό ζήλο του οσίου Νίκωνα, που τον έκανε να φτάσει σε τέτοιο ύψος αθλητικής ζωής, μέχρι του ουρανού. «Πόσο ωραίος είναι ο πόθος σου που απέκτησες για τον Κύριο, Νίκων, και θερμός ο ζήλος σου που αναφλεγόταν από τη θεία φωτιά, και θαυμαστή η άθλησή σου, που σε ένωσε με τα ουράνια» (ωδή θ´).

Και τα εγκώμια δεν είναι μόνον για τον άγιο Νίκωνα βεβαίως. Είναι και για όλους τους μαθητές του, οι οποίοι ακολούθησαν τον δάσκαλό τους σαν ένθεο στράτευμα, προκειμένου και αυτοί να αγωνιστούν στα πνευματικά παλαίσματα. «Περιζώστηκες την πνευματική οδό, μάρτυς Χριστού, και όπλισες τον ένθεο στρατό σου για τα σκάμματα της άθλησης» (ωδή γ´). Κι η αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά το γεγονός ότι όταν ο ηγέτης είναι συνεπής, ζει δηλαδή αυτό που διδάσκει, τότε εύκολα επιδρά στους καλοπροαίρετους μαθητές του, οι οποίοι τον ακολουθούν μέχρι σημείου προσφοράς και της ίδιας της ζωής τους. Τέτοιοι άνθρωποι που ακολουθούν τον ενάρετο άνθρωπο γίνονται και οι ίδιοι ενάρετοι, γι᾽ αυτό και ευωδιάζουν σαν  ηδύπνοα ρόδα, κάτι που εισπράττουν στη συνέχεια και όλοι οι πιστοί της Εκκλησίας. «Σαν κρίνα ανθήσατε στο λειβάδι των αρετών και σαν ηδύπνοα ρόδα προσφέρετε το άρωμά σας στις καρδιές μας, από τις ομορφιές του μαρτυρίου σας, θεόπνευστοι αθλοφόροι» (ωδή ς´).

Ο άγιος Ιωσήφ όμως στέκεται με προσοχή και στο χαρισματικό σημείο της επίδρασης της μητέρας του οσίου επάνω του. Πράγματι, δεν μπορεί κανείς να ξεπεράσει εύκολα αυτό που επισημαίνει το συναξάρι του, ότι στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του θυμήθηκε τις παραινέσεις της μητέρας του. Πρόκειται ασφαλώς για μία ιδιαίτερη χάρη του Θεού, ο Οποίος δεν μας αφήνει σε ησυχία κι έρχεται να μας υπενθυμίσει την παρουσία Του, τότε που υπάρχει κάποια κρίση στη ζωή μας. Τα λόγια της μητέρας του οσίου, με άλλα λόγια, ειπωμένα σε χρόνο ανύποπτο προφανώς, καρποφόρησαν τότε που ήταν έτοιμος να τα αποδεχτεί. Και η πιο πρόσφορη ώρα για κάτι τέτοιο ήταν η ώρα της μάχης που διακυβευόταν και η ίδια η ζωή του. Στο σκοτάδι της δυσκολίας λειτούργησαν τα λόγια αυτά που παρέπεμπαν στον Χριστό ως φως. «Έλαμψε φως στην καρδιά σου από τα θεία λόγια της μητέρας σου, όσιε»  (κάθισμα όρθρου). Θυμίζει αυτό που συνέβη στον όσιο μία σύγχρονη περίπτωση αδελφού, ο οποίος επηρεάστηκε πολύ από Βουδιστές, τόσο που πήγε και έζησε και στο Θιβέτ. Κι εκεί που ο νους του ήταν εντελώς θολωμένος και συγχυσμένος από ό,τι τον έβαζαν να κάνει και να λέει, ξαφνικά του ήρθε στη σκέψη το όνομα του Χριστού. Αυτό που είχε ακούσει παλαιότερα, η μνημόνευση του αγίου ονόματός Του, λειτούργησε εντελώς θεραπευτικά και προς εξυπνισμό του. Ήταν η ώρα της επίσκεψης του Θεού και από τότε, έστω και με δυσκολία, επανήλθε στην πίστη, γινόμενος ένθερμος πιστός. Και οι δύο περιπτώσεις – ελάχιστες μέσα σε απειρία παρομοίων – μας θυμίζουν ότι ο λόγος του Θεού έχει τεράστια δύναμη, που λειτουργεί όμως «υπογείως». Κανείς δεν πρέπει να βιάζεται ούτε και να απογοητεύεται, όταν δεν βλέπει άμεσα αποτελέσματα της σποράς του λόγου του. Η καρποφορία είναι θέμα του Θεού, που ενεργοποιεί τον σπόρο, όταν υπάρχει βεβαίως και η καλή διάθεση του ανθρώπου. Κι αυτήν την τελευταία επισήμανση περί καλής διαθέσεως την καταγράφει ο άγιος υμνογράφος: «Υπακούοντας στις θεϊκές παραινέσεις της μητέρας σου, απόκτησες Νίκων τη  δύναμη του Σταυρού στους πολέμους» (ωδή ε´). 

22 Μαρτίου 2022

ΝΤΡΟΠΗ ΜΟΥ ΤΑ ΡΑΚΗ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ ΝΤΥΜΕΝΟΣ!

 

ΤΡΙΤΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ἥμαρτον ὁμολογῶ σοι Κύριε, ὁ ἄσωτος ἐγώ˙ οὐ τολμῶ ἀτενίσαι εις Οὐρανόν τό ὄμμα˙ ἐκεῖθεν γάρ ἐκπεσών, ἐγενόμην ἄθλιος. Ἥμαρτον εἰς τόν Οὐρανόν καί ἐνώπιόν σου, καί οὐκ εἰμί ἄξιος κληθῆναι υἱός σου˙ ἐμαυτόν ἀποκηρύττω, οὐ χρήζω κατηγόρων, οὐδέ πάλιν μαρτύρων˙ ἔχω θριαμβεύουσάν μου τήν ἀσωτίαν˙ ἔχω στηλιτεύουσαν τήν φαύλην πολιτείαν˙ ἔχω καταισχύνουσαν τήν παροῦσάν μου γύμνωσιν, πρός ἐντροπήν δέ τά ράκη, ἅ περιβέβλημαι. Εὔσπλαγχνε Πάτερ, Υἱέ μονογενές, τό Πνεῦμα τό ἅγιον, μετανοοῦντά με δέξαι, καί ἐλέησόν με» (απόστιχα Αίνων, ήχος βαρύς).

(Αμάρτησα, Σου το ομολογώ, Κύριε, εγώ ο άσωτος. Δεν τολμώ να ατενίσω το βλέμμα στον Ουρανό. Γιατί από κει ξέπεσα κι έγινα άθλιος. Αμάρτησα στον Ουρανό και ενώπιόν Σου και δεν είμαι άξιος να ονομαστώ υιό Σου. Αποκηρύσσω τον εαυτό μου, δεν χρειάζομαι κατηγόρους κι ούτε πάλι μάρτυρες. Έχω την αμαρτία μου να το διακηρύσσει. Έχω τον πονηρό τρόπο ζωής μου να με στηλιτεύει. Έχω την τωρινή μου γύμνωση να με ντροπιάζει, κι είναι πράγματι για ντροπή μου τα ράκη που είμαι ντυμένος. Εύσπλαχνε Πατέρα, Υιέ μονογενή Χριστέ, Πνεύμα άγιον, δέξου με μετανοημένο και ελέησέ με).

Συγκλονιστικό το τροπάριο του αγίου υμνογράφου Ιωσήφ, ο οποίος συνέδεσε προκειμένου να περιγράψει τον μετανοημένο άνθρωπο τις παραβολές και του ασώτου υιού και του τελώνου και φαρισαίου. Ο τελώνης δεν ήταν εκείνος που έχοντας συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του δεν τολμούσε να σηκώσει το βλέμμα του στον Ουρανό; – έβλεπε ένδακρυς μόνο τη γη, γιατί χώμα είχε κάνει με τις αμαρτίες του τη ζωή του. Και το μόνο που κατόρθωνε να ψελλίζει ήταν «Θεέ μου, ελέησέ με τον αμαρτωλό». Το ίδιο συνέβη και με τον άσωτο της άλλης πιο γνωστής και μεγάλης παραβολής του Κυρίου: κι εκείνος φτάνει η ώρα που νιώθει την κατάντια του. Και παίρνει τον δρόμο της επιστροφής για να συρθεί ενώπιον του Πατέρα του. Κι εδώ αρχίζει το έργο του αγίου υμνογράφου: με μετοχή καρδιάς προβαίνει στην περιγραφή της όλης εσωτερικής διεργασίας που διαδραματίζεται στην καρδιά και των δύο, δηλαδή στην καρδιά του κάθε πιστού που έχει επίγνωση όντως και της δικής του τραγικότητας. Γιατί στο πρόσωπο ασφαλώς και του τελώνη και του ασώτου καλεί η Εκκλησία μας διά του αγίου ποιητή να δει ο καθένας τον εαυτό του. Η περιγραφή είναι ανθρώπου που «ζωγραφίζει». Η κάθε λέξη του Ιωσήφ είναι πινελιά στον πίνακα της ψυχής του και της δικής μας.

 Παρακολουθούμε βήμα-βήμα τα στάδια της αληθινής μετανοίας: την ομολογία ενώπιον του Θεού της αμαρτίας που συνιστά την ασωτία˙ την ταπείνωση που κάνει τον άνθρωπο να βλέπει τον ξεπεσμό και την αθλιότητά του˙ την επίγνωση ότι δεν μπορεί πια να χαρακτηρίζεται υιός Θεού -  τον κατηγορεί η ίδια η συνείδησή του, που δεν υπάρχει τίποτε στον κόσμο πιο «βίαιο» κατά τον άγιο Ανδρέα Κρήτης στο Μεγάλο Κανόνα του˙ την πονηρή διαγωγή  που συνιστά κυριολεκτικά μαστίγωμα της συνείδησης - η κουρελιασμένη ψυχή βοά για την κατάντια! Αλλά υπάρχει η μετάνοια, σημειώνει ο υμνογράφος ακολουθώντας το Ευαγγέλιο. Η μετάνοια που ναι μεν διαπιστώνει την ασωτία και την αμαρτία, αλλά προχωράει με πόδια τρεμάμενα εκεί που υπάρχει η λύτρωση και ο καθαρμός: το έλεος του Θεού, η αγάπη του Θεού Πατέρα και όλης της αγίας Τριάδος. Κι αυτή η αγάπη του Θεού είναι αυτή που υπέρκειται της κάθε αμαρτίας. «Όλη την αμαρτία του κόσμου αν μαζέψουμε από τη μια, όλου του κόσμου κι όλων των εποχών, είναι σαν ένας κόκκος άμμου ή σαν μία σπίθα μπροστά στο πέλαγος του ελέους του Θεού. Τι μπορεί να κάνει ένας κόκκος άμμου ή μία σπίθα; Τίποτε απολύτως. Αυτό κι ακόμη περισσότερο συμβαίνει με την αμαρτία όταν παραβληθεί με την αγάπη του Θεού» (ιερός Χρυσόστομος).

Η ποιητική ζωγραφική δύναμη του αγίου υμνογράφου είναι πολύ μεγάλη. Η προβολή της μετανοίας ως της μόνης σώζουσας δύναμης του ανθρώπου είναι φοβερή. Το τροπάριο θα έπρεπε να το αντιγράψουμε και να το κορνιζώσουμε, για να το βλέπουμε καθημερινά. Θα λειτουργεί καθημερινά ως καθρέπτης της χριστιανικής ή μη πορείας μας.    

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΝΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

«Ο άγιος έζησε όταν βασιλιάς ήταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης (4ος αι.) και Ηγεμόνας Αγκύρας ο Σατορνίνος. Ο ίδιος ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας στην Άγκυρα. Κατηγορήθηκε ότι ήταν χριστιανός γι’ αυτό και οδηγήθηκε ενώπιον του ηγεμόνα. Όταν ρωτήθηκε για την πίστη του και ομολόγησε τον Χριστό, τον ανήρτησαν σε σταυρό, τον χαράκωσαν στις πλευρές και τον έριξαν στη φυλακή. Τον έβγαλαν πάλι από τη φυλακή και τον βασάνισαν ακόμη περισσότερο δένοντάς τον με σίδερα, κι έτσι τον φυλάκισαν εκ νέου. Μετά από κάποιες ημέρες, οδήγησαν τον άγιο στον βασιλιά που έτυχε να διέρχεται από την Άγκυρα. Αφού τον ανέκρινε κι εκείνος και είδε τη σταθερότητα της πίστεώς του, έδωσε διαταγή στον κόμη Φλαβέντιο να του κόψουν το σώμα λωρίδες, κάτι που άρχισε να γίνεται αμέσως παρόντος του βασιλιά. Κι αφού τον είχαν πετσοκόψει, μπροστά και πίσω, ώστε να κρέμονται οι λωρίδες από το σώμα του, ο έχων αδαμάντινη πίστη Βασίλειος απέσπασε μόνος του μία λωρίδα και την έριξε στο πρόσωπο του Ιουλιανού. Αυτός εξοργισμένος διέταξε αμέσως να τον κατακαύσουν με πυρωμένες σούβλες και να του διαπεράσουν με αυτές την κοιλιά και τα νώτα και κάθε άλλο σημείο που ήταν ακόμη σώο. Με τον τρόπο αυτόν παρέθεσε το πνεύμα του στον Θεό».

 Όλων των αγίων μαρτύρων τα βασανιστήρια που πέρασαν προκαλούν αποτροπιασμό σε κάθε εχέφρονα άνθρωπο, ιδιαιτέρως δε τα μαρτύρια του αγίου Βασιλείου του πρεσβυτέρου. Διότι δεν ήταν μόνο η τιμωρία του πάνω σε σταυρό ή οι πληγές στις πλευρές του, ούτε ακόμη και το βάρος του σίδερου που του κρέμασαν. Ήταν που τον πετσόκοψαν κυριολεκτικά, βγάζοντας λωρίδες από το σώμα του, για να ολοκληρωθεί έπειτα το μαρτύριό του και με τις πυρωμένες σούβλες που τρύπησαν κάθε σημείο του σώματός του. Και το ερώτημα που τίθεται είναι: πώς άντεξε τόσα μαρτύρια, ώστε να θελήσει και να «παίξει» κατά κάποιον τρόπο με τον ίδιο τον βασιλιά, πετώντας του στο πρόσωπο μία λωρίδα από το δικό του… κρέας, και λέγοντάς του «φάε κρέας, αφού σου αρέσει τόσο πολύ!» Κι είναι ο άγιος υμνογράφος της Εκκλησίας που έρχεται με σοφία Θεού να δώσει την απάντηση: «Σου αφαίρεσαν το δέρμα με άδικη απόφαση, ένδοξε Βασίλειε, κι υπέφερες του πόνους γιατί είχες τον νου σου στο τέλος σου που θα είναι χωρίς πόνο, όπως και στα βραβεία που υπάρχουν έτοιμα από τον Κύριο για όλους τους αθλητές» (στιχ. εσπ.). Η μεγάλη πίστη του στον Θεό δηλαδή και η αγάπη του προς Εκείνον ήταν που ενεργοποιούσε τη χάρη του αγίου βαπτίσματός του, να είναι μέλος Χριστού, ώστε τελικώς να θεωρεί κάθε μαρτύριο ως μετοχή στου Χριστού τα Πάθη και με την ενίσχυση Εκείνου να αντέχει. «Χριστέ παμβασιλέα, ο ένδοξος Βασίλειος αγάπησε σταθερά τη δική Σου βασιλική δόξα και έτσι αθλήθηκε» (ωδή α΄). «Μιμούμενος, σοφέ μάρτυς, Αυτόν που άπλωσε τις παλάμες για χάρη Σου στον Σταυρό, σταυρώθηκες κι εσύ καρτερικά» (ωδή ς΄).

Ο άγιος υμνογράφος προβαίνει σε μία παρατήρηση που παραπέμπει στο μαρτύριο του πρωτομάρτυρος της Εκκλησίας και αρχιδιακόνου αγίου Στεφάνου: το πρόσωπο του αγίου Βασιλείου έλαμπε από τη χάρη του Θεού, όταν τον είδε ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο αποστάτης, όπως έλαμπε και το πρόσωπο του αγίου Στεφάνου όταν τον ανέκριναν οι δυσσεβείς κριτές του. Με αποτέλεσμα, όπως παλαιά με τον πρωτομάρτυρα, έτσι κι εδώ με τον άγιο Βασίλειο, να χάσει τον νου του ο βασιλιάς και να βυθιστεί ακόμη περισσότερο μέσα στο σκοτάδι που βρισκόταν. «Είδε το θείο πρόσωπό σου να αστράπτει από τη λάμψη του αγίου Πνεύματος ο δυσσεβής, κι ένιωσε, μάρτυς, κατάπληξη. Και σαν υπηρέτης του σκότους χωρίς καμία αίσθηση γινόταν περισσότερο ανόητος» (ωδή δ΄). Και τι σημαίνει αυτό; Ότι τελικώς ο πονηρός άνθρωπος που έχει διαγράψει τον Θεό από τη ζωή του δεν αντέχει την παρουσία του ανθρώπου του Θεού. Ευρισκόμενος υπό την κατοχή του άρχοντα του σκότους δαιμονίζεται με κάθε τι που θυμίζει πίστη στον Χριστό, πολύ περισσότερο αντιδρά με τα μαρτύρια για χάρη Του. Ό,τι συνέβη με τον Κύριο, ό,τι συνέβη με τους Αποστόλους Του, το ίδιο συμβαίνει διαχρονικά με τους συνεπείς πιστούς: οι αρνητές δεν θέλουν το φως έστω και ως υποψία ύπαρξής του στον κόσμο. Και δικαίως: το φως της πίστεως και της αλήθειας αποκαλύπτει το σκότος και την κόλαση που ζουν.

Δύο σημεία από τον πλούτο της υμνολογίας για τον άγιο αξίζουν έστω και μίας αναφοράς: πρώτον, ο άγιος Βασίλειος υπέταξε τελικώς τον εχθρό δαίμονα και τα όργανά του καθώς ο ίδιος είχε υποτάξει τον εαυτό του στον Κύριο. Είναι γνωστό για τη χριστιανική πίστη: η υπακοή στον Θεό αποτελεί τη μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο. Γιατί ενεργοποιεί την παντοδυναμία του ίδιου του Κυρίου. Αρκεί η υπακοή αυτή να μην είναι στα λόγια, αλλά στην ίδια τη ζωή. Όπως το λέει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος: «Υποτάχτηκες στον Κύριο με τον αγαθό τρόπο της ζωής σου, πάνσοφε, γι’ αυτό και καθυπέταξες τον εχθρό και τον σύντριψες λαμπρά κάτω από τα πόδια σου» (ωδή α΄). Και δεύτερον, η υπακοή στο θέλημα και τις εντολές του Θεού κάνουν τον άνθρωπο να γίνεται πραγματικά δρόμος και αυτός σωτηρίας για τους συνανθρώπους του, οδηγώντας τους στη αληθινή θεογνωσία. «Επειδή φύλαξες τα προστάγματα του Θεού, θεόφρονα Βασίλειε, κατακλείστηκες στις φυλακές, αλλά ανοίγοντας ταυτόχρονα στους πιστούς δρόμο διδασκαλίας που οδηγεί στο πλάτος της γνώσεως του Θεού» (ωδή γ΄).