«Ο άγιος έζησε όταν
βασιλιάς ήταν ο Ιουλιανός ο παραβάτης (4ος αι.) και Ηγεμόνας Αγκύρας
ο Σατορνίνος. Ο ίδιος ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας στην Άγκυρα. Κατηγορήθηκε
ότι ήταν χριστιανός γι’ αυτό και οδηγήθηκε ενώπιον του ηγεμόνα. Όταν ρωτήθηκε
για την πίστη του και ομολόγησε τον Χριστό, τον ανήρτησαν σε σταυρό, τον
χαράκωσαν στις πλευρές και τον έριξαν στη φυλακή. Τον έβγαλαν πάλι από τη
φυλακή και τον βασάνισαν ακόμη περισσότερο δένοντάς τον με σίδερα, κι έτσι τον
φυλάκισαν εκ νέου. Μετά από κάποιες ημέρες, οδήγησαν τον άγιο στον βασιλιά που
έτυχε να διέρχεται από την Άγκυρα. Αφού τον ανέκρινε κι εκείνος και είδε τη
σταθερότητα της πίστεώς του, έδωσε διαταγή στον κόμη Φλαβέντιο να του κόψουν το
σώμα λωρίδες, κάτι που άρχισε να γίνεται αμέσως παρόντος του βασιλιά. Κι αφού
τον είχαν πετσοκόψει, μπροστά και πίσω, ώστε να κρέμονται οι λωρίδες από το
σώμα του, ο έχων αδαμάντινη πίστη Βασίλειος απέσπασε μόνος του μία λωρίδα και
την έριξε στο πρόσωπο του Ιουλιανού. Αυτός εξοργισμένος διέταξε αμέσως να τον
κατακαύσουν με πυρωμένες σούβλες και να του διαπεράσουν με αυτές την κοιλιά και
τα νώτα και κάθε άλλο σημείο που ήταν ακόμη σώο. Με τον τρόπο αυτόν παρέθεσε το
πνεύμα του στον Θεό».
Όλων των αγίων
μαρτύρων τα βασανιστήρια που πέρασαν προκαλούν αποτροπιασμό σε κάθε εχέφρονα άνθρωπο,
ιδιαιτέρως δε τα μαρτύρια του αγίου Βασιλείου του πρεσβυτέρου. Διότι δεν ήταν
μόνο η τιμωρία του πάνω σε σταυρό ή οι πληγές στις πλευρές του, ούτε ακόμη και
το βάρος του σίδερου που του κρέμασαν. Ήταν που τον πετσόκοψαν κυριολεκτικά, βγάζοντας
λωρίδες από το σώμα του, για να ολοκληρωθεί έπειτα το μαρτύριό του και με τις πυρωμένες
σούβλες που τρύπησαν κάθε σημείο του σώματός του. Και το ερώτημα που τίθεται
είναι: πώς άντεξε τόσα μαρτύρια, ώστε να θελήσει και να «παίξει» κατά κάποιον
τρόπο με τον ίδιο τον βασιλιά, πετώντας του στο πρόσωπο μία λωρίδα από το δικό
του… κρέας, και λέγοντάς του «φάε κρέας, αφού σου αρέσει τόσο πολύ!» Κι είναι ο
άγιος υμνογράφος της Εκκλησίας που έρχεται με σοφία Θεού να δώσει την απάντηση:
«Σου αφαίρεσαν το δέρμα με άδικη απόφαση, ένδοξε Βασίλειε, κι υπέφερες του
πόνους γιατί είχες τον νου σου στο τέλος σου που θα είναι χωρίς πόνο, όπως και
στα βραβεία που υπάρχουν έτοιμα από τον Κύριο για όλους τους αθλητές» (στιχ.
εσπ.). Η μεγάλη πίστη του στον Θεό δηλαδή και η αγάπη του προς Εκείνον ήταν που
ενεργοποιούσε τη χάρη του αγίου βαπτίσματός του, να είναι μέλος Χριστού, ώστε
τελικώς να θεωρεί κάθε μαρτύριο ως μετοχή στου Χριστού τα Πάθη και με την ενίσχυση
Εκείνου να αντέχει. «Χριστέ παμβασιλέα, ο ένδοξος Βασίλειος αγάπησε σταθερά τη
δική Σου βασιλική δόξα και έτσι αθλήθηκε» (ωδή α΄). «Μιμούμενος, σοφέ μάρτυς, Αυτόν
που άπλωσε τις παλάμες για χάρη Σου στον Σταυρό, σταυρώθηκες κι εσύ καρτερικά»
(ωδή ς΄).
Ο άγιος υμνογράφος προβαίνει σε μία παρατήρηση που
παραπέμπει στο μαρτύριο του πρωτομάρτυρος της Εκκλησίας και αρχιδιακόνου αγίου
Στεφάνου: το πρόσωπο του αγίου Βασιλείου έλαμπε από τη χάρη του Θεού, όταν τον
είδε ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο αποστάτης, όπως έλαμπε και το πρόσωπο του αγίου
Στεφάνου όταν τον ανέκριναν οι δυσσεβείς κριτές του. Με αποτέλεσμα, όπως παλαιά
με τον πρωτομάρτυρα, έτσι κι εδώ με τον άγιο Βασίλειο, να χάσει τον νου του ο
βασιλιάς και να βυθιστεί ακόμη περισσότερο μέσα στο σκοτάδι που βρισκόταν. «Είδε
το θείο πρόσωπό σου να αστράπτει από τη λάμψη του αγίου Πνεύματος ο δυσσεβής,
κι ένιωσε, μάρτυς, κατάπληξη. Και σαν υπηρέτης του σκότους χωρίς καμία αίσθηση
γινόταν περισσότερο ανόητος» (ωδή δ΄). Και τι σημαίνει αυτό; Ότι τελικώς ο
πονηρός άνθρωπος που έχει διαγράψει τον Θεό από τη ζωή του δεν αντέχει την
παρουσία του ανθρώπου του Θεού. Ευρισκόμενος υπό την κατοχή του άρχοντα του
σκότους δαιμονίζεται με κάθε τι που θυμίζει πίστη στον Χριστό, πολύ περισσότερο
αντιδρά με τα μαρτύρια για χάρη Του. Ό,τι συνέβη με τον Κύριο, ό,τι συνέβη με τους
Αποστόλους Του, το ίδιο συμβαίνει διαχρονικά με τους συνεπείς πιστούς: οι αρνητές
δεν θέλουν το φως έστω και ως υποψία ύπαρξής του στον κόσμο. Και δικαίως: το
φως της πίστεως και της αλήθειας αποκαλύπτει το σκότος και την κόλαση που ζουν.
Δύο σημεία από τον πλούτο της υμνολογίας για τον άγιο
αξίζουν έστω και μίας αναφοράς: πρώτον, ο άγιος Βασίλειος υπέταξε τελικώς τον
εχθρό δαίμονα και τα όργανά του καθώς ο ίδιος είχε υποτάξει τον εαυτό του στον
Κύριο. Είναι γνωστό για τη χριστιανική πίστη: η υπακοή στον Θεό αποτελεί τη
μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο. Γιατί ενεργοποιεί την παντοδυναμία του ίδιου του
Κυρίου. Αρκεί η υπακοή αυτή να μην είναι στα λόγια, αλλά στην ίδια τη ζωή. Όπως
το λέει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος: «Υποτάχτηκες στον Κύριο με τον αγαθό τρόπο της
ζωής σου, πάνσοφε, γι’ αυτό και καθυπέταξες τον εχθρό και τον σύντριψες λαμπρά κάτω
από τα πόδια σου» (ωδή α΄). Και δεύτερον, η υπακοή στο θέλημα και τις εντολές
του Θεού κάνουν τον άνθρωπο να γίνεται πραγματικά δρόμος και αυτός σωτηρίας για
τους συνανθρώπους του, οδηγώντας τους στη αληθινή θεογνωσία. «Επειδή φύλαξες τα
προστάγματα του Θεού, θεόφρονα Βασίλειε, κατακλείστηκες στις φυλακές, αλλά
ανοίγοντας ταυτόχρονα στους πιστούς δρόμο διδασκαλίας που οδηγεί στο πλάτος της
γνώσεως του Θεού» (ωδή γ΄).