04 Απριλίου 2022

ΕΧΩ ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΔΙΚΟΥΜΑΙ!

«-Γέροντα, εγώ έχω χαρίσματα πολλά και τάλαντα, και μου λέει ο λογισμός ότι αδικούμαι, και οι σκέψεις αυτές με έχουν ζαλίσει. Τι να κάνω;

Απεκρίθη: -Όταν εξαρχής άκουσα το «εγώ έχω», κατάλαβα ότι τίποτε δεν έχεις εκτός από το «εγώ» σου. Αυτό το «εγώ» σου είναι που σε ταλαιπώρησε, σε ταλαιπωρεί, και ταλαιπωρείς. Τότε μόνον, όταν το «εγώ» σου αφανίσεις, θα σπάσει το σφυρί του εχθρού, και θα παύσει να σου χτυπάει με λογισμούς το κεφάλι, το οποίο σου το κάνει τάλαντο, και ηχούν τα τάλαντά σου» (όσιος Παΐσιος, Επιστολές, έκδ. Ησυχ. αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, Σουρωτή Θεσσαλονίκης).

Πρόκειται για απόσπασμα επιστολής του μεγάλου συγχρόνου οσίου Γέροντα Παϊσίου, ένα είδος «πνευματικών βοτάνων» όπως ο ίδιος το αξιολογεί, που δίνει απάντηση σε «ζαλισμένο» από τους λογισμούς του αδελφό, με τον γνωστό διεισδυτικό αλλά και χιουμοριστικό τρόπο του οσίου. Το πρόβλημα που ταλαιπωρούσε βεβαίως τον αδελφό και το έθεσε υπό την κρίση του αγίου δεν ήταν πρόβλημα μόνο δικό του. Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι, και χριστιανοί, προσβάλλονται από τον λογισμό ότι αδικούνται στη ζωή αυτή, γιατί πιστεύουν ότι τα χαρίσματά τους δεν βρίσκουν την ανταπόκριση που πρέπει στη ζωή τους – η περιορισμένη ζωή τους δεν συνάδει με το δικό τους… μεγαλείο! Είναι κάπου υπάλληλοι για παράδειγμα, είτε στο Δημόσιο είτε στον Ιδιωτικό τομέα, ενώ θα έπρεπε να είναι οι Διευθυντές! Ασχολούνται με χειρονακτικά πράγματα, ενώ τα προσόντα τους είναι για γραφεία επιτελικά! Μπορεί ακόμη να περιμένουν μία εξέλιξη στην ιεραρχία της εργασίας τους και αυτή να… αργεί, γιατί κανείς δεν μπορεί να αναγνωρίσει τα χαρίσματα και τα τάλαντά τους. Αποτέλεσμα; Η αίσθηση της αδικίας, η ζάλη των λογισμών, η θλίψη και η μελαγχολία που μπορεί να προκύψουν, ίσως μία καταπιεσμένη οργή που περιμένει τη στιγμή για να ξεσπάσει, μία υφέρπουσα αρρώστια που κατατρώει και το ίδιο το σώμα!

Ο άγιος κάνει τη διάγνωση: πίσω από την αίσθηση αδικίας, η οποία μπορεί κάποιες φορές να έχει και αντικειμενικά στηρίγματα – υπάρχουν όντως περιπτώσεις που συνάνθρωποί μας έχουν παραπανίσια προσόντα αυτών που απαιτεί η εργασία τους – κρύβεται ένα υπερτροφικό «εγώ». Η επισήμανση του αγίου Παϊσίου στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν άμεση: «όταν άκουσα το εγώ έχω, κατάλαβα ότι τίποτε δεν έχεις εκτός από το εγώ σου». Που σημαίνει: όταν η εκτίμηση για τον εαυτό μας, από πραγματικά ή φανταστικά προσόντα, αρχίζει να αυξάνει, τότε εκεί, εφόσον είμαστε χριστιανοί και έχουμε επίγνωση έστω και λίγο της πνευματικής ζωής, πρέπει να αντιδράσουμε. Διότι το υπερτροφικό εγώ τρέφεται από το πάθος της κενοδοξίας, το οποίο οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη δαιμονική υπερηφάνεια, (πίσω από το πάθος αυτό κρύβεται πάντοτε ο διάβολος), και συνεπώς την πτώση του ανθρώπου από την όποια σχέση του με τον Θεό. Μη λησμονούμε άλλωστε ότι ο εγωισμός αποτελεί την ουσία της αμαρτίας και συνεπώς δεν δικαιώνεται σε οποιαδήποτε έκφρασή του. Το δραματικό στοιχείο στην περίπτωση αυτή είναι ότι ο άνθρωπος ταλαιπωρείται. Δεν υπάρχει περίπτωση να δουλεύει κάποιος στον εγωισμό του, έστω και επίπεδο λογισμών, και να μην υφίσταται τη συνέπεια της αμαρτίας του, τη θλίψη, το άγχος, τη στενοχώρια, ό,τι παραπάνω επισημάναμε. Και μαζί βεβαίως με την ταλαιπωρία του ίδιου του ανθρώπου υπάρχει και η ταλαιπωρία των άλλων. «Το εγώ σου που σε ταλαιπώρησε, σε ταλαιπωρεί και ταλαιπωρείς». Η παρουσία μας στον κόσμο και αυτό που «εκλύει» η ύπαρξή μας είναι ευθέως ανάλογη με ό,τι κυριαρχεί στον νου και στην καρδιά μας.

Ο άγιος υποδεικνύει με ωραίο και ευφυή τρόπο τη θεραπεία. Κι είναι αυτή που αποτελεί το κλειδί για τη λύση και τη θεραπεία των περισσοτέρων προβλημάτων του ανθρώπου: τον αγώνα για απόκτηση της ταπεινώσεως. Η ταπείνωση είναι η μόνη και αποκλειστική οδός που έχει τη δύναμη να «αφανίζει» το «εγώ» του ανθρώπου, δηλαδή τον εγωισμό και την αλαζονεία της ψυχής του. Διότι τον οδηγεί στην πραγματικότητα του εαυτού του, εκεί που λειτουργεί η χάρη του Θεού και εκτείνεται το αιώνιο Βασίλειό Του. «Ταπεινοίς ο Θεός δίδωσι χάριν», διακηρύσσει διαρκώς ο λόγος του Θεού. Και ο ίδιος ο Κύριος αποκαλύπτει: «Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμι και ταπεινός τη καρδία». Για τον χριστιανό δηλαδή που είναι μέλος Χριστού ως βαπτισμένος στο άγιο όνομά Του ο αγώνας της ταπεινώσεως είναι μονόδρομος: ντυμένος τον Χριστό, ως άλλος Χριστός στον κόσμο με τη χάρη Εκείνου, μόνο στην ταπείνωση μπορεί να Τον έχει και να Τον ζει. Γι’ αυτό και μόνο με την ταπείνωση αυτή μπορεί να νιώσει τις πνευματικές αναβάσεις που Του δίνει. «Ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται». Και πώς καταλήγει ο μεγάλος διακριτικός όσιος; Στην υπερφυή αυτή κατάσταση της ταπεινώσεως, εκεί πια που ο άνθρωπος περιβάλλεται από τη χάρη του Χριστού, δεν μπορεί να βρει τόπο ο Πονηρός διάβολος. Σου επιτίθεται και συναντά το… κενό! «Σπάει το σφυρί του εχθρού»!

Ο ΠΙΟ ΩΡΑΙΟΣ ΚΑΙΡΟΣ

ΔΕΥΤΕΡΑ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ὁ ὡραιότατος καιρός ἐφέστηκεν, ἡ ἀξιέπαινος ἡμέρα ἔλαμψε τῆς ἐγκρατείας, ἀδελφοί, σπουδάσωμεν καθαρθῆναι˙ ὅπως ἐποφθείημεν, καθαροί τῷ Ποιήσαντι, και τῆς ὡραιότητος αὐτοῦ ἐπιτύχωμεν, πρεσβείαις τῆς αὐτόν κυησάσης μόνης ἁγνῆς Θεομήτορος» (κάθισμα όρθρου Τριωδίου).

(Έφτασε ο πιο ωραίος και κατάλληλος πνευματικά καιρός, έλαμψε η αξιέπαινη ημέρα της εγκράτειας, αδελφοί. Ας σπεύσουμε να καθαρισθούμε ψυχικά. Με σκοπό και ευχόμενοι να φανούμε καθαροί στον Δημιουργό μας, και να φθάσουμε να δούμε την ωραιότητά Του, με τις πρεσβείες της μόνης αγνής Θεομήτορος που τον εγέννησε ως άνθρωπο).

Σύντομο σχόλιο στον μακαρισμό του Κυρίου «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» ο ύμνος, μάς υπενθυμίζει ότι όλος ο σκοπός της πνευματικής ασκητικής διαγωγής του χριστιανού, και όχι μόνον βεβαίως του μοναχού και ασκητή, είναι πώς να κοινωνήσει τον Θεό του, πώς να γίνει δηλαδή μέτοχος της θεοποιού ενέργειας του Τριαδικού Θεού: να κατοικήσει ο Θεός μέσα του, κάτι που με άλλες λέξεις ονομάζεται όραση Αυτού ή επίτευξη της ωραιότητάς Του. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η λέξη «ὡραιότης» που χρησιμοποιεί ο άγιος υμνογράφος μιλώντας για τον Δημιουργό μας Χριστό, διότι σ’ Αυτόν μόνο βρίσκεται η πηγή της ωραιότητας, με την έννοια της απόλυτης αγνότητας και καθαρότητας, συνεπώς με την έννοια του πληρώματος όλων των αγαθών και όλων των χαρίτων. Ωραίος δηλαδή για τη χριστιανική πίστη δεν είναι ο άνθρωπος που έχει απλώς όμορφα χαρακτηριστικά προσώπου και σώματος – αυτά είναι με σύντομη ημερομηνία λήξεως και μπορούν να αλλοιωθούν ανά πάσα στιγμή – αλλά ο άνθρωπος που ποθεί να μοιάσει στον Δημιουργό του και κινείται ψυχή τε και σώματι προς τα εκεί που είναι το Φώς Του. Οι άγιοι είναι οι ωραίοι και ώριμοι της ζωής αυτής.

Ποιος ο δρόμος, κατά τον Κύριο και τον εκκλησιαστικό ποιητή, για να φθάσει κανείς στο υπερμέγιστο αυτό ύψος θεοκοινωνίας; Ο αγώνας για κάθαρση της καρδιάς από ό,τι αμαρτωλό και εμπαθές την βρομίζει. Δεν είναι δυνατόν ο απόλυτα καθαρός Θεός να βρει τόπο κατοικίας σε μία καρδιά που πονηρεύεται, δηλαδή δεν είναι στραμμένη εντελώς προς τον Θεό και λειτουργεί με κριτήριο τον εγωισμό της. Και τι πρέπει συγκεκριμένα να κάνει ο άνθρωπος; Να σπεύδει, «σπουδάσωμεν», εκεί που είναι η αγάπη Εκείνου με αντίστοιχο τρόπο πόθου και αγάπης προς Αυτόν. Κι αυτό σημαίνει σπουδή τήρησης των αγίων εντολών του Χριστού, διότι, όπως διαρκώς αποκαλύπτει ο λόγος του Θεού, μέσα στις εντολές και το θέλημα του Κυρίου «κρύβεται» ο Ίδιος. Αγωνιζόμενος λοιπόν ο πιστός να τηρεί τις εντολές του Θεού: την ταπεινή αγάπη πρωτίστως, καθαρίζει την καρδιά του, γεγονός που το καταλαβαίνει από την αίσθηση της σάρκωσης του Θεού μέσα του, ή αλλιώς όπως είπαμε από το άνοιγμα των πνευματικών οφθαλμών του για να θεάται την ωραιότητα του Κυρίου του ως μέτοχος και αυτός της ίδιας ωραιότητας.

Ο άγιος υμνογράφος συμπληρώνει: η Σαρακοστή είναι ο πιο κατάλληλος καιρός για τον πνευματικό αυτόν αγώνα, γιατί προβάλλει την αρετή της εγκράτειας, η οποία καθώς περιορίζει τον αισθητό και υλικό ορίζοντα της ζωής μας μάς οδηγεί εύκολα στον ορίζοντα του Θεού. Κι ακόμη: στον αγώνα αυτόν έχουμε βοηθό την Υπέρμαχο Στρατηγό, την ίδια τη Θεομήτορα, η οποία δεν έχει μεγαλύτερη χαρά από το να βλέπει τα πιστά παιδιά της να ακολουθούν τον Υιό και Θεό της. Δύσκολος ο αγώνας, αλλά η υπέροπλος δύναμις ακατανίκητη.   

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΜΑΛΑΙΩ

«Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας ζωής του προείπε ο Όσιος τρία χρόνια προ της τελευτής του. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος».

 Ο όσιος Γεώργιος αποτελεί μία ακόμη επιβεβαίωση αυτού που έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: στους ρωμαιοκαθολικούς ο μοναχισμός είναι εξωστρεφής, με την έννοια ότι οι μοναχοί πηγαίνουν στον κόσμο για να βρουν τους ανθρώπους. Στους ορθοδόξους ο μοναχισμός προσβλέπει με αγάπη πρωτίστως στον Θεό, ώστε να καθαρθεί η καρδιά και να γίνει έτσι καθαρή και η αγάπη προς τους ανθρώπους, πράγμα που το αισθάνεται ο κόσμος, γι' αυτό και αναζητεί αυτός τους μοναχούς και προσέρχεται στα μοναστήρια. Έτσι συμβαίνει το παράδοξο να φεύγει ο μοναχός από τον κόσμο και ο Θεός να τον μεταποιεί σε μαγνήτη για τους ανθρώπους. Στον όσιο Γεώργιο λοιπόν βλέπουμε ακριβώς εφαρμοσμένη αυτήν την πραγματικότητα: αποτραβιόταν από τον κόσμο για να είναι με τον Θεό, και ο κόσμος διαρκώς τον αναζητούσε. Κι όσο μάλιστα απομακρυνόταν, τόσο και η δίψα των ανθρώπων γι' αυτόν αυξανόταν. Ένα από τα στιχηρά του εσπερινού της εορτής του οσίου αποδίδει με τον τρόπο του υμνογράφου την αλήθεια αυτή: «Ανατέθηκες ολόκληρος με θέρμη στον παντεπόπτη Θεό και συνδέθηκες με Αυτόν με όλη την ψυχή σου, γι' αυτό και καλλιέργησες τους θεϊκούς καρπούς του Πνεύματος: την ησυχία, την εγκράτεια, την αγάπη, την ελπίδα, την μακροθυμία και την πραότητα, δείχνοντας έτσι με μεγαλοπρέπεια τον δρόμο που οδηγεί στον ουρανό, δηλαδή την πίστη και την αγάπη, πάτερ». Κι αλλού: «Ο βίος σου αναδείχτηκε λαμπρός, ο λόγος σου αρτυμένος από το θεϊκό αλάτι και τη χάρη Του, Γεώργιε» (ωδή γ΄).

     Η εν θερμή αγάπη στροφή του οσίου Γεωργίου προς τον Κύριο συνιστά "αξιοπερίεργο" γεγονός για τον άγιο Θεοφάνη, τον υμνογράφο του οσίου, γι' αυτό και το σχολιάζει περισσότερο της μιας φοράς. Και τούτο, γιατί ο Γεώργιος στράφηκε προς τον Θεό όχι γιατί τον καθοδήγησαν οι γονείς του, όχι γιατί είχε κάποιο αγιασμένο πρότυπο στη νεότητά του, αλλά γιατί τον καθοδήγησε η ίδια η Πρόνοια του Θεού. Κι αυτό σημαίνει ότι όπου ο Κύριος συναντήσει καλοπροαίρετη καρδιά, εκεί αναλαμβάνει ο Ίδιος την κυβέρνηση του ανθρώπου, αν και πρέπει να σημειώσουμε ότι και στις περιπτώσεις που άνθρωπος καθοδηγεί συνάνθρωπό του προς εύρεση του Θεού, τελικώς είναι ο Ίδιος ο Θεός που απλώς χρησιμοποιεί ως όργανό του τον καθοδηγητή για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η αγάπη του Θεού για τον κάθε άνθρωπο, έστω και τον πιο ελάχιστο, με άλλα λόγια, είναι δεδομένη: όλους μάς έχει στο κέντρο της "καρδιάς" Του, εφευρίσκοντας τρόπους να μας φέρει κοντά Του. «Οδηγήθηκες από τη θεία Πρόνοια, Γεώργιε, και βάδισες την οδό που φέρει προς τον ουρανό, έχοντας συνεργό σου τον μόνο ευεργέτη και πανοικτίρμονα Θεό» (ωδή α΄). «Μακάριε, από τον Θεό σαφώς κυβερνήθηκες» (ωδή α΄).

     Ο Θεοφάνης όμως σημειώνει και το αυτονόητο: βεβαίως ο Θεός καθοδηγεί τον άνθρωπο, αλλά και πρέπει και ο άνθρωπος στη συνέχεια να ανταποκριθεί, προκειμένου να κρατήσει τη δωρεά του Θεού και να την αυξήσει. Κι αυτό γίνεται με τη συνεχή μελέτη του λόγου του Θεού και την προσοχή των λογισμών του. Άνθρωπος ο οποίος μένει μόνον στην πρώτη κλήση του Θεού και δεν συνεργάζεται έπειτα με τον Θεό, δυστυχώς δεν μπορεί να καρποφορήσει τις αρετές. Ο όσιος Γεώργιος έδειξε το πόσο πράγματι η αγάπη του Θεού τον συνείχε: δεν περνούσε ημέρα που να μη μελετά τα λόγια του Θεού και να μη βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς νήψεως. Είχε κατανοήσει πλήρως ότι το μυστικό της πνευματικής ζωής είναι ο έλεγχος των λογισμών και ότι για να συμβεί αυτό πρέπει να ποτίζει αδιάκοπα την ψυχή του με τη βροχή των θεϊκών λογίων. Κι αν και σήμερα, όπως και σε κάθε εποχή, υπάρχει μικρή καρποφορία στις πνευματικές αρετές, που σημαίνει έχουμε λιγοστή παρουσία της χάρης του Θεού στις ανθρώπινες καρδιές, είναι διότι δεν μελετούμε όσο πρέπει τον λόγο του Θεού, είτε σαν Ευαγγέλιο είτε σαν πατερικά κείμενα είτε σαν βίους αγίων είτε ως ύμνους της Εκκλησίας μας, οπότε ανοχύρωτη η καρδιά μας γίνεται σπήλαιο ληστών. «Πρόσεχες αδιάκοπα, πάνσοφε, στη μελέτη των λόγων του Θεού, γι' αυτό και απομάκρυνες, πάτερ Γεώργιε, τους άστατους δαιμονικούς λογισμούς» (ωδή δ΄).

03 Απριλίου 2022

ΣΥΝΤΟΜΑ ΣΤΕΦΑΝΙΑ

«Αλλά και τούτο φαίνεται ότι κάνει πολλές φορές ο Θεός. Βλέποντας ανδρείες ψυχές, επιτρέπει τους πολέμους ευθύς εξ αρχής, με την επιθυμία να τις στεφανώσει σύντομα» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. α΄, 41).

Είναι φορές που παραπονιέσαι ότι αντιμετωπίζεις στη ζωή σου δυσκολίες, δοκιμασίες, πειρασμούς, παραπάνω από τις δυνάμεις σου. Και μάλιστα εκ νεότητός σου. Μία δύσκολη αρρώστια προσωπική ή οικογενειακή, ένα ατύχημα, μία αποτυχία ενώ κάτι το ήθελες πάρα πολύ. Κι είναι οι στιγμές που νιώθεις ότι δεν αντέχεις, που πάει να κλονισθεί η πίστη σου γιατί ο Θεός σε εγκατέλειψε, όταν μάλιστα βλέπεις ότι η δοκιμασία διαρκεί.

Μην πιστέψεις τον λογισμό αυτό. Είναι ψεύτικος. Είναι του εχθρού που θέλει ακριβώς να σε καταβάλει για να σε φέρει στα δικά του δίχτυα και να σε κάνει υποχείριό του.

Στρέψου με ορμή στον Κύριο. Ζήτα του ενίσχυση και υπομονή. Έχοντας υπόψη σου ότι ποτέ ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει, γιατί η αγάπη Του είναι άπειρη και η Πρόνοιά Του για όλον τον κόσμο, κυρίως δε για τον άνθρωπο και μάλιστα τον πιστό, δεδομένη. Ο Κύριος δεν μας βεβαίωσε ότι «και αι τρίχες της κεφαλής υμών πάσαι ηριθμημέναι εισί»; Ο απόστολός Του θεόπνευστα δεν διεκήρυξε ότι «δεν πρόκειται να μας αφήσει να δοκιμασθούμε παραπάνω από όσο μπορούμε, και μάλιστα μαζί με τη δοκιμασία θα φέρει και τη διέξοδο»; Άρα ό,τι μας συμβαίνει είναι μέσα στα πλαίσια του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τον καθένα από εμάς: Εκείνος το επιτρέπει για το καλό μας.

Και πέραν αυτού: αν πράγματι πολλές και μαζεμένες δοκιμασίες σού έρχονται, γνώριζέ το χωρίς αμφιβολία: πρώτον, ο Κύριος σού ετοιμάζει σύντομα στεφάνια, και δεύτερον, σου δίνει ευκαιρία αυτογνωσίας:  να κατανοήσεις ότι έχεις ανδρεία ψυχή. Η γενναιότητα συνοδεύεται πάντοτε από τις προκλήσεις και τους πειρασμούς.

«Για τον λόγο που ο Θεός γνωρίζει, σε δοκιμάζει. Μπορείς να κρατήσεις αυτή τη θλίψη; (λέγει ο Κύριος). Μπορώ! Θα σου δώσω Χάρη. Δεν μπορείς; Κι αυτό που σου έδωσα, θα το αφαιρέσω. Εγώ δεν θέλω δειλούς ανθρώπους» (όσιος Εφραίμ Κατουνακιώτης).

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ

«Ζῶντος Θεοῦ σὺ θεῖος ὑμνητὴς Πάτερ,

Ἐγὼ δὲ σοῦ θανόντος ὑμνητὴς νέος» (στίχοι συναξαρίου).

(Πάτερ, εσύ υπήρξες θείος υμνητής του Ζωντανού Θεού, κι εγώ νέος υμνητής δικός σου, τώρα που έφυγες από τη ζωή αυτή).

«Αυτός ο θείος πατέρας καταγόταν από τη Σικελία και ήταν υιός του Πλωτίνου και της Αγάθης. Κατόρθωσε να διαφύγει από την πατρίδα του για να μην αιχμαλωτιστεί από τους βαρβάρους και από εκεί, μεταβαίνοντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπέμεινε θλίψεις και διώξεις για τον ευσεβή ζήλο του υπέρ των αγίων εικόνων. Τελείωσε οσιακά τον δρόμο της ζωής του, αφού χρημάτισε άριστος ασματογράφος, και κοιμήθηκε εν Κυρίω μετά το 866. Ο Ιωσήφ έγραψε ύμνους που κάλυψαν σχεδόν ολόκληρη την Παρακλητική, όπως και πάμπολλους ασματικούς κανόνες των Μηναίων, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται ως ο κατεξοχήν υμνογράφος της Εκκλησίας».

Αν η πορεία των εν επιγνώσει χριστιανών είναι «συν πάσι τοις αγίοις», διότι εν Χριστώ όλοι είμαστε ένα: και οι της στρατευόμενης όπως λέμε Εκκλησίας και οι της θριαμβεύουσας, πολύ περισσότερο ισχύει τούτο για τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο: είναι ο μόνιμος συνοδοιπόρος μας,  ο καθημερινός σύντροφός μας, ο μεγάλος φίλος και αδελφός μας, διότι με τους δικούς του ύμνους και κανόνες ανοίγονται τα μάτια μας επ’ εκκλησίαις για να τιμούμε και να δοξολογούμε όπως πρέπει τους περισσοτέρους αγίους μας. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι ο σοφός υμνογράφος του «πρύτανιν» όλων των άλλων υμνογράφων τον ονομάζει (κάθ. όρθρου).

Πώς είχε τη δυνατότητα να γράφει τόσους ύμνους και με τόση μεγάλη ευκολία ο άγιος; Και μάλιστα ύμνους που το περιεχόμενό τους αποκαλύπτει όχι μόνο την ιστορική πορεία του κάθε αγίου, αλλά κυρίως την κατά Χριστόν πολιτεία του και τους μυστικούς κραδασμούς της χαριτωμένης καρδιάς του; Πρόκειται για εκ Θεού χάρισμα, σημειώνει ο δικός του υμνογράφος. Ο Χριστός του το έδωσε, ανταποκρινόμενος στο αίτημα της καρδιάς του, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως όργανο τον άγιο απόστολο Βαρθολομαίο. «Ο Σωτήρας Κύριος που γνωρίζει να δοξάζει αυτούς που Τον δοξάζουν, σου δώρισε το χάρισμα της ποιήσεως διά του θείου και σεπτού αποστόλου Βαρθολομαίου» (δοξ. εσπ.). Κι ακριβώς εδώ έχουμε τη βαθύτερη εξήγηση: ο Ιωσήφ τον Χριστό είχε μόνιμη αναφορά του, Εκείνον ποθούσε να δοξάζει διαρκώς στη ζωή του, γι’ αυτό και θεωρούσε ανάγκη της ψυχής του να ασχολείται και με Εκείνον αλλά και με τους αγίους Του που συνιστούν άλλον τρόπο δοξολογικής προσευχής Του. «Δοξολογούσες τις θείες φάλαγγες όλων των αγίων και κήρυττες με δύναμη τα κατορθώματά τους. Διότι άντλησες από τις πηγές του σωτηρίου τα λόγια σου» (στιχ. εσπ.).

Είναι ευνόητο έτσι ότι ο άγιος Ιωσήφ αγάπησε και υμνολόγησε τόσο τους αγίους, γιατί υπήρξε κοινωνός της δικής τους ζωής, κοινωνός δηλαδή της ίδιας της ζωής του Κυρίου. Μόνον ένας που έχει αναλογία ζωής προς τους αγίους, αγωνιζόμενος κατά των παθών του με έμπονη στροφή της καρδιάς του προς το θέλημα του Θεού και υπομένοντας όλους τους πειρασμούς που συνοδεύουν τη στροφή αυτή, μπορεί και να τους κατανοήσει και να τους περιγράψει με τον ορθό τρόπο (στιχ. εσπ., λιτή). Οπότε ο άγιος ενεργοποιούσε το χάρισμά του, γιατί κινείτο από την πνοή του Παρακλήτου Πνεύματος. Εκείνο είχε τελικώς ως διδάσκαλο και καθοδηγητή!  «Μεγάλο θαύμα! Πες μας Ιωσήφ, πώς λαλούσες και κατέγραφες τους ύμνους σου εύκολα; Σαν να διδασκόσουν από κάποιον άλλον. Ασφαλώς το Πνεύμα το Άγιον μιλούσε μέσα από εσένα» (λιτή). Το αποτέλεσμα είναι σαφές: ό,τι κινούσε τον άγιο στις γραφές του αυτό και μετέδιδε – την ανόρθωση των καρδιών. Η εκκλησιαστική υμνογραφία του αγίου Ιωσήφ δεν αφήνει περιθώρια παρανοήσεως. «Αφού ανήλθες στο ύψος των αρετών και έλαβες από τον Θεό την άνω σοφία, διασάφησες τα θεία δόγματα των Γραφών. Γι’  αυτό και κάθε άνθρωπο τον υψώνεις με τους ύμνους σου προς τον ένθεο έρωτα, υποδεικνύοντας τους άριστους δρόμους της κατανύξεως» (Κάθισμα όρθρου).

02 Απριλίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ)

«Καί εἶπεν αὐτοῖς ὀ Ἰησοῦς∙ τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Μάρκ. 9, 29).

Είναι η απάντηση του Κυρίου στους μαθητές Του όταν εκείνοι διεπίστωσαν την αδυναμία τους μπροστά στο κατειλημμένο από δαιμονικό πνεύμα παιδί: ο πατέρας του το είχε φέρει σ’ εκείνους πρώτα, διότι ο Κύριος με τους τρεις μαθητές Του, τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, βρίσκονταν στο όρος Θαβώρ – εκεί που πραγματοποιήθηκε η συγκλονιστική μεταμόρφωσή Του. Οι μαθητές δεν μπόρεσαν να προσφέρουν καμία βοήθεια, την οποία έδωσε αμέσως ο Κύριος, όταν κατήλθε από το όρος, βγάζοντας το δαιμόνιο από το παιδί και προσανατολίζοντας τον δυστυχή πατέρα στον δρόμο της παντοδύναμης πίστεως: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά τῶ πιστεύοντι».

1. Οι χωρίς την παρουσία του Χριστού μαθητές βρέθηκαν σε αδύναμη θέση μπροστά στα δαιμόνια, μολονότι επεχείρησαν επικαλούμενοι το άγιο όνομα του διδασκάλου τους να τα βγάλουν από το ταλαίπωρο παιδί. Ένιωσαν προφανώς και ντροπιασμένοι μπροστά στον πατέρα, γιατί ξεγυμνώθηκε η συγκεκριμένη αδυναμία τους. Και θεώρησαν παράδοξη την αδυναμία τους, διότι ο ίδιος ο Κύριος τους είχε δώσει την εξουσία, προ του γεγονότος αυτού, να μπορούν με την επίκληση του ονόματός Του να βγάζουν δαιμόνια και να επιτελούν θαύματα. «Κύριε, στο όνομά Σου και τα δαιμόνια υποτάσσονται σε μας!»  Πώς τώρα μένει ανενέργητη η χάρη της εξουσίας αυτής; Η απορία τους λοιπόν ενώπιον του Κυρίου μετά την απελευθέρωση του παιδιού από τον Κύριο ήταν απολύτως δικαιολογημένη.

2. Η απάντηση του Κυρίου τους αποκαλύπτει μία κρυμμένη πραγματικότητα για τα δεδομένα τους μέχρι εκείνης της ώρας: «το συγκεκριμένο γένος δαιμονίων δεν βγαίνει παρά με προσευχή και νηστεία!» Ναι, είναι σαν τους λέει ο Διδάσκαλος, σας έδωσα την εξουσία απέναντι στα δαιμόνια, αλλά υπάρχει διαβάθμιση της ενεργείας τους και σ’ αυτά. Υπάρχουν μικρότερα, αλλά και μεγαλύτερα και ισχυρότερα δαιμόνια. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση με τον νεαρό τα δαιμόνια είναι ισχυρά. Πρόκειται για την εμπειρία έπειτα όλων των αγίων και των Πατέρων μας, που αναφέρονται σε δαιμόνια που άλλα τα χαρακτηρίζουν αρχικά και άλλα μικρότερης εμβέλειας και έντασης. Και αρχικά για παράδειγμα δαιμόνια θεωρούνται αυτά που, κατά παραχώρηση του Κυρίου, προσβάλλουν τα θεμέλια και τις ρίζες της ανθρώπινης ύπαρξης, οδηγώντας την σε απελπισία και απόγνωση, όπως είναι η απιστία και η υπερηφάνεια, αλλά και ο βαρύς σαρκικός μολυσμός που ταράζει και αλλοιώνει κι αυτό το βάθος της καρδιάς του ανθρώπου. Αξίζει να θυμηθούμε έναν τέτοιο δαιμονικό πειρασμό που απέφυγε ο απόστολος Πέτρος, κατά τα λόγια του ίδιου του Κυρίου, διότι Εκείνος προσευχήθηκε για χάρη του! «Πέτρο, ο διάβολος θέλησε να σε ταράξει, αλλά εγώ προσευχήθηκα για χάρη σου να μη χάσεις την πίστη σου!»

3. Και τι σημειώνει ο Κύριος; Μπορεί να επιτρέπει ως Θεός πειρασμούς μεγάλους στους ανθρώπους, μα τους δίνει τα όπλα προκειμένου να τους αντιμετωπίσουν. Και ποια είναι αυτά; Η προσευχή και η νηστεία. Μπροστά σε κάθε δαιμονική επίθεση λοιπόν, ακόμη και την πιο ισχυρή θεωρούμενη, ο άνθρωπος δεν είναι ανοχύρωτος. Ιδίως ο βαπτισμένος χριστιανός, εκείνος που διά του αγίου βαπτίσματος ντύθηκε τον Χριστό και έγινε δίοδος προκειμένου Εκείνος να ενεργεί μέσω αυτού, με το όπλο του ονόματος του Χριστού όταν συνοδεύεται με την ασκητική προσπάθεια της εγκράτειας και της νηστείας, υποτάσσει όντως και τα πιο ισχυρά δαιμόνια. Έχουμε εδώ τη διαπιστωμένη εμπειρία όλων των αγίων μας απαρχής μέχρι σήμερα και όσο θα υπάρχει κόσμος. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο μέγας όσιος της εποχής μας, ο άγιος Παϊσιος, εκφράζοντας την αλήθεια αυτή έλεγε: «Μετά τον ερχομό του Χριστού, ο διάβολος είναι σαν το σκυλί που του έχουν βγάλει τα δόντια ή σαν το φίδι που δεν έχει δηλητήριο». Αλλά μιλούσε βεβαίως έχοντας υπ’ όψιν του τον εν επιγνώσει χριστιανό, που η πίστη γι’ αυτόν δεν είναι στα χαρτιά ή στη θεωρία του μυαλού του. Άλλωστε είναι η αγάπη του Θεού μας που ως τείχος περισκέπει τον πιστό, δίνοντάς του ως σύμμαχο και βοηθό της ψυχής και του σώματος τον φύλακα άγγελό του και εκφράζοντας το άπειρο έλεός Του με τη συγκατάβαση αποδοχής των πρεσβειών της Παναγίας Μητέρας Του και όλων των αγίων Του.

4. Οπότε ο χριστιανός που προσεύχεται, που το όνομα του Κυρίου καθώς είπαμε βρίσκεται αδιάκοπα στα χείλη και στην καρδιά του: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», που η προσευχή του δηλαδή λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής κοινότητας του σώματος του Χριστού,  βλέπει την όποια αδυναμία του να μεταποιείται σε παντοδυναμία, γιατί τον ενισχύει και η εγκράτειά του. Και γιατί ο Κύριος έδεσε την προσευχή με τη νηστεία ως σωματική εγκράτεια; Διότι ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα, σώμα και ψυχή. Και τα δύο κινητοποιούνται στη χριστιανική πίστη μας, αφού ολόκληρος ο άνθρωπος στέκεται ενώπιον του Θεού μας – χωρίς την κινητοποίηση και του σώματος το σώμα άγεται και φέρεται από τις σαρκικές αντίθεες ορέξεις του: η νηστεία είναι γνωστό ότι υποτάσσει το σώμα και το θέτει στην υπηρεσία του ηγεμονικού νου, ο οποίος με τη σειρά του βεβαίως υποτάσσεται στο θέλημα του Θεού. Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι τα ισχυρά αυτά όπλα της προσευχής και της νηστείας που εκδιώκουν και τα δαιμόνια εκφράζουν με άλλον τρόπο εκείνο που ο Θεός μας λέει για την αγάπη μας προς Αυτόν: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, της καρδίας, της διανοίας, της ισχύος». Όχι μόνο ο εσωτερικός άνθρωπος, αλλά και το ίδιο το σώμα του πρέπει να μετάσχει της εν πόθω στροφής προς Εκείνον – το εξ όλης της ισχύος κινητοποιεί και την κάθε ίνα του σώματος του ανθρώπου.

Η Εκκλησία μας διά του Κυρίου μάς βάζει στο χέρι το μαστίγιο που μαστιγώνει τον διάβολο. Κι αυτό είναι η προσευχή. «Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους» σημειώνει ο μεγάλος όσιος που εορτάζουμε σήμερα, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Αλλά το μαστίγιο πρέπει να το κρατάει χέρι που αντέχει και που είναι συνδεδεμένο με την πηγή της Δύναμης, τον Κύριο και Θεό μας. Την αντοχή αυτή την προσφέρει η εν γνώσει νηστεία. Αποκαλύπτει την αγάπη μας προς τον Θεό αλλά και την παντοδυναμία στην οποία είμαστε κλημένοι από Εκείνον.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΚΟΣ)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Μαρκ. 9, 17-31)

 Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ λέγων· διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. Καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ρήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. Καὶ ἰδὼν αὐτὸν εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς ἐκυλίετο ἀφρίζων. Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς. Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου μετὰ δακρύων ἔλεγε· πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι ἐπισυντρέχει ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ λέγων αὐτῷ· τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω, ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. Καὶ κράξαν καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. Ὁ δὲ Ἰησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν, ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ· ἐδίδασκε γὰρ τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τὸν καιρό, κάποιος ἄνθρωπος πλησίασε τὸν Ἰησοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «Διδάσκαλε, ἔφερα σ’ ἐσένα τό γιό μου, γιατί ἔχει μέσα του δαιμονικό πνεῦμα πού τόν κάνει ἄλαλο. Κάθε φορά πού τόν πιάνει, τόν ρίχνει κάτω καί τότε βγάζει ἀφρούς, τρίζει τά δόντια καί μένει ξερός. Εἶπα στούς μαθητές σου νά διώξουν αὐτό τό πνεῦμα, ἀλλά δέν μπόρεσαν». «Ἄπιστη γενιά!» ἀποκρίθηκε ὁ Ἰησοῦς. «Ὥς πότε θά εἶμαι μαζί σας; Πόσον καιρό ἀκόμη θά σᾶς ἀνέχομαι; Φέρτε μου ἐδῶ το παιδί». Ἐκεῖνοι τοῦ τό ἔφεραν. Μόλις τό πνεῦμα εἶδε τόν Ἰησοῦ, ἀμέσως τάραξε τό παιδί, κι ἐκεῖνο ἔπεσε καταγῆς καί κυλιόταν βγάζοντας ἀφρούς. «Πόσος καιρός εἶναι πού τοῦ συμβαίνει αὐτό;» ρώτησε ὁ Ἰησοῦς τόν πατέρα τοῦ παιδιοῦ. Ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Ἀπό μικρό παιδί. Πολλές φορές μάλιστα καί στή φωτιά τόν ἔριξε καί στά νερά γιά νά τόν ἐξολοθρέψει. Ἀλλά ἄν μπορεῖς νά κάνεις κάτι, σπλαχνίσου μας καί βοήθησέ μας». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε τοῦτο: «Ἐάν μπορεῖς νά πιστέψεις, ὅλα εἶναι δυνατά γι’ αὐτόν πού πιστεύει». Ἀμέσως τότε φώναξε δυνατά ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ καί εἶπε μέ δάκρυα: «Πιστεύω, Κύριε! Ἀλλά βοήθησέ με, γιατί ἡ πίστη μου δέν εἶναι δυνατή». Βλέποντας ὁ Ἰησοῦς ὅτι συγκεντρώνεται κόσμος, πρόσταξε τό δαιμονικό πνεῦμα μ’ αὐτά τά λόγια: «Ἄλαλο καί κουφό πνεῦμα, ἐγώ σέ διατάζω: βγές ἀπ’ αὐτόν καί μήν ξαναμπεῖς πιά μέσα του». Βγῆκε τότε τό πνεῦμα, ἀφοῦ κραύγασε δυνατά καί συντάραξε τό παιδί. Ἐκεῖνο ἔμεινε ἀναίσθητο, ἔτσι πού πολλοί ἔλεγαν ὅτι πέθανε. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τό ἔπιασε ἀπό τό χέρι του, τό σήκωσε, κι αὐτό στάθηκε ὄρθιο. Ὅταν μπῆκε ὁ Ἰησοῦς στό σπίτι, τόν ρώτησαν οἱ μαθητές του ἰδιαιτέρως: «Γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά βγάλουμε αὐτό τό δαιμονικό πνεῦμα;» Κι ἐκεῖνος τούς ἀπάντησε: «Αὐτό τό δαιμονικό γένος δέν μπορεῖ κανείς νά τό βγάλει μέ τίποτε ἄλλο παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία». Ἔφυγαν ἀπό ’κεῖ καί προχωροῦσαν διασχίζοντας τή Γαλιλαία. Δέν ἤθελε ὁ Ἰησοῦς νά μάθει κανείς ὅτι περνοῦσε ἀπό ’κεῖ, γιατί δίδασκε τούς μαθητές του καί τούς ἔλεγε: «Ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου θά παραδοθεῖ σέ χέρια ἀνθρώπων, πού θά τόν θανατώσουν· τήν τρίτη ὅμως ἡμέρα μετά τό θάνατό του θ’ ἀναστηθεῖ».

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 6, 13-20)

Ἀδελφοί, τῷ Ἀβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεὸς, ἐπεὶ κατ’ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ’ ἑαυτοῦ, λέγων· ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος, ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Ἰησοῦς, κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ ἀρχιερεὺς γενόμενος εἰς τὸν αἰῶνα.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Θεός ἔδωσε τήν ὑπόσχεσή του στόν Ἀβραάμ, ἐπειδή δέν ὑπῆρχε ἀνώτερος γιά νά ὁρκιστεῖ, ὁρκίστηκε στόν ἑαυτό του, λέγοντας: Σοῦ ὑπόσχομαι ὅτι θά σ’ εὐλογήσω καί θά σοῦ δώσω πολλούς ἀπογόνους. Έτσι πῆρε ὁ Ἀβραάμ τήν ὑπόσχεση, καί μέ τήν ὑπομονή του πέτυχε τήν ἐκπλήρωσή της. Οἱ ἄνθρωποι ὁρκίζονται σέ κάποιον ἀνώτερό τους, κι ὁ ὅρκος δίνει γι’ αὐτούς τέλος σέ κάθε ἀμφισβήτηση καί ὑποδηλώνει ἐπιβεβαίωση. Ὁ Θεός, λοιπόν, ἐπειδή ἤθελε νά δείξει πιό καθαρά σ’ αὐτούς πού θά κληρονομοῦσαν τά ὅσα ὑποσχέθηκε ὅτι ἡ ἀπόφασή του ἦταν ἀμετάκλητη, τήν ἐγγυήθηκε μέ ὅρκο. Γιά δύο λοιπόν ἀμετακίνητα πράγματα, γιά τά ὁποῖα εἶναι ἀδύνατο νά διαψευστεῖ ὁ Θεός, ἐμεῖς πού καταφύγαμε σ’ αὐτόν ὀφείλουμε νά μείνουμε σταθεροί σ’ αὐτά πού ἐλπίζουμε. Αὐτή μας ἡ ἐλπίδα μᾶς ἀσφαλίζει καί μᾶς βεβαιώνει σάν ἄγκυρα, καί μᾶς ὁδηγεῖ στά ἐνδότερα τοῦ καταπετάσματος, ὅπου μπῆκε πρίν ἀπό μᾶς καί γιά χάρη μας ὁ Ἰησοῦς, ἀρχιερέας γιά πάντα ὅπως ὁ Μελχισεδέκ.