«Καί εἶπεν αὐτοῖς ὀ Ἰησοῦς∙ τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν
προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Μάρκ. 9, 29).
Είναι
η απάντηση του Κυρίου στους μαθητές Του όταν εκείνοι διεπίστωσαν την
αδυναμία τους μπροστά στο κατειλημμένο από δαιμονικό πνεύμα παιδί: ο πατέρας
του το είχε φέρει σ’ εκείνους πρώτα, διότι ο Κύριος με τους τρεις μαθητές Του,
τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο, βρίσκονταν στο όρος Θαβώρ – εκεί που
πραγματοποιήθηκε η συγκλονιστική μεταμόρφωσή Του. Οι μαθητές δεν μπόρεσαν να
προσφέρουν καμία βοήθεια, την οποία έδωσε αμέσως ο Κύριος, όταν κατήλθε από το
όρος, βγάζοντας το δαιμόνιο από το παιδί και προσανατολίζοντας τον δυστυχή
πατέρα στον δρόμο της παντοδύναμης πίστεως: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά
τῶ πιστεύοντι».
1. Οι χωρίς την παρουσία του Χριστού μαθητές βρέθηκαν σε αδύναμη θέση
μπροστά στα δαιμόνια, μολονότι επεχείρησαν επικαλούμενοι το άγιο όνομα του
διδασκάλου τους να τα βγάλουν από το ταλαίπωρο παιδί. Ένιωσαν προφανώς και
ντροπιασμένοι μπροστά στον πατέρα, γιατί ξεγυμνώθηκε η συγκεκριμένη αδυναμία
τους. Και θεώρησαν παράδοξη την αδυναμία τους, διότι ο ίδιος ο Κύριος τους είχε
δώσει την εξουσία, προ του γεγονότος αυτού, να μπορούν με την επίκληση του
ονόματός Του να βγάζουν δαιμόνια και να επιτελούν θαύματα. «Κύριε, στο όνομά
Σου και τα δαιμόνια υποτάσσονται σε μας!» Πώς τώρα μένει ανενέργητη η χάρη της εξουσίας
αυτής; Η απορία τους λοιπόν ενώπιον του Κυρίου μετά την απελευθέρωση του
παιδιού από τον Κύριο ήταν απολύτως δικαιολογημένη.
2. Η απάντηση του
Κυρίου τους αποκαλύπτει μία κρυμμένη πραγματικότητα για τα δεδομένα τους μέχρι
εκείνης της ώρας: «το συγκεκριμένο γένος δαιμονίων δεν βγαίνει παρά με προσευχή
και νηστεία!» Ναι, είναι σαν τους λέει ο Διδάσκαλος, σας έδωσα την εξουσία
απέναντι στα δαιμόνια, αλλά υπάρχει διαβάθμιση της ενεργείας τους και σ’ αυτά.
Υπάρχουν μικρότερα, αλλά και μεγαλύτερα και ισχυρότερα δαιμόνια. Και στη συγκεκριμένη
περίπτωση με τον νεαρό τα δαιμόνια είναι ισχυρά. Πρόκειται για την εμπειρία
έπειτα όλων των αγίων και των Πατέρων μας, που αναφέρονται σε δαιμόνια που άλλα
τα χαρακτηρίζουν αρχικά και άλλα μικρότερης εμβέλειας και έντασης. Και αρχικά
για παράδειγμα δαιμόνια θεωρούνται αυτά που, κατά παραχώρηση του Κυρίου, προσβάλλουν
τα θεμέλια και τις ρίζες της ανθρώπινης ύπαρξης, οδηγώντας την σε απελπισία και
απόγνωση, όπως είναι η απιστία και η υπερηφάνεια, αλλά και ο βαρύς σαρκικός
μολυσμός που ταράζει και αλλοιώνει κι αυτό το βάθος της καρδιάς του ανθρώπου. Αξίζει
να θυμηθούμε έναν τέτοιο δαιμονικό πειρασμό που απέφυγε ο απόστολος Πέτρος,
κατά τα λόγια του ίδιου του Κυρίου, διότι Εκείνος προσευχήθηκε για χάρη του! «Πέτρο,
ο διάβολος θέλησε να σε ταράξει, αλλά εγώ προσευχήθηκα για χάρη σου να μη
χάσεις την πίστη σου!»
3. Και τι σημειώνει ο Κύριος;
Μπορεί να επιτρέπει ως Θεός πειρασμούς μεγάλους στους ανθρώπους, μα τους δίνει
τα όπλα προκειμένου να τους αντιμετωπίσουν. Και ποια είναι αυτά; Η προσευχή και
η νηστεία. Μπροστά σε κάθε δαιμονική επίθεση λοιπόν, ακόμη και την πιο ισχυρή
θεωρούμενη, ο άνθρωπος δεν είναι ανοχύρωτος. Ιδίως ο βαπτισμένος χριστιανός,
εκείνος που διά του αγίου βαπτίσματος ντύθηκε τον Χριστό και έγινε δίοδος
προκειμένου Εκείνος να ενεργεί μέσω αυτού, με το όπλο του ονόματος του Χριστού
όταν συνοδεύεται με την ασκητική προσπάθεια της εγκράτειας και της νηστείας,
υποτάσσει όντως και τα πιο ισχυρά δαιμόνια. Έχουμε εδώ τη διαπιστωμένη εμπειρία
όλων των αγίων μας απαρχής μέχρι σήμερα και όσο θα υπάρχει κόσμος. Δεν είναι
τυχαίο ότι και ο μέγας όσιος της εποχής μας, ο άγιος Παϊσιος, εκφράζοντας την
αλήθεια αυτή έλεγε: «Μετά τον ερχομό του Χριστού, ο διάβολος είναι σαν το σκυλί
που του έχουν βγάλει τα δόντια ή σαν το φίδι που δεν έχει δηλητήριο». Αλλά μιλούσε
βεβαίως έχοντας υπ’ όψιν του τον εν επιγνώσει χριστιανό, που η πίστη γι’ αυτόν
δεν είναι στα χαρτιά ή στη θεωρία του μυαλού του. Άλλωστε είναι η αγάπη του
Θεού μας που ως τείχος περισκέπει τον πιστό, δίνοντάς του ως σύμμαχο και βοηθό
της ψυχής και του σώματος τον φύλακα άγγελό του και εκφράζοντας το άπειρο έλεός
Του με τη συγκατάβαση αποδοχής των πρεσβειών της Παναγίας Μητέρας Του και όλων
των αγίων Του.
4. Οπότε ο χριστιανός
που προσεύχεται, που το όνομα του Κυρίου καθώς είπαμε βρίσκεται αδιάκοπα στα
χείλη και στην καρδιά του: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», που η προσευχή του
δηλαδή λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της εκκλησιαστικής κοινότητας του σώματος
του Χριστού, βλέπει την όποια αδυναμία
του να μεταποιείται σε παντοδυναμία, γιατί τον ενισχύει και η εγκράτειά του.
Και γιατί ο Κύριος έδεσε την προσευχή με τη νηστεία ως σωματική εγκράτεια;
Διότι ο άνθρωπος είναι ψυχή και σώμα, σώμα και ψυχή. Και τα δύο κινητοποιούνται
στη χριστιανική πίστη μας, αφού ολόκληρος ο άνθρωπος στέκεται ενώπιον του Θεού
μας – χωρίς την κινητοποίηση και του σώματος το σώμα άγεται και φέρεται από τις
σαρκικές αντίθεες ορέξεις του: η νηστεία είναι γνωστό ότι υποτάσσει το σώμα και
το θέτει στην υπηρεσία του ηγεμονικού νου, ο οποίος με τη σειρά του βεβαίως
υποτάσσεται στο θέλημα του Θεού. Θα μπορούσαμε ίσως να πούμε ότι τα ισχυρά αυτά
όπλα της προσευχής και της νηστείας που εκδιώκουν και τα δαιμόνια εκφράζουν με
άλλον τρόπο εκείνο που ο Θεός μας λέει για την αγάπη μας προς Αυτόν: «αγαπήσεις
Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής, της καρδίας, της διανοίας, της ισχύος».
Όχι μόνο ο εσωτερικός άνθρωπος, αλλά και το ίδιο το σώμα του πρέπει να μετάσχει
της εν πόθω στροφής προς Εκείνον – το εξ όλης της ισχύος κινητοποιεί και την
κάθε ίνα του σώματος του ανθρώπου.
Η Εκκλησία μας διά του Κυρίου μάς βάζει στο χέρι το μαστίγιο που μαστιγώνει τον διάβολο. Κι αυτό είναι η προσευχή. «Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους» σημειώνει ο μεγάλος όσιος που εορτάζουμε σήμερα, ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος. Αλλά το μαστίγιο πρέπει να το κρατάει χέρι που αντέχει και που είναι συνδεδεμένο με την πηγή της Δύναμης, τον Κύριο και Θεό μας. Την αντοχή αυτή την προσφέρει η εν γνώσει νηστεία. Αποκαλύπτει την αγάπη μας προς τον Θεό αλλά και την παντοδυναμία στην οποία είμαστε κλημένοι από Εκείνον.