ΚΥΡΙΑΚΗ
ΤΟΥ ΘΩΜΑ Ή ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ
«Φέρει Χριστός
φιλανθρώπως καί τήν ψηλάφησιν, ὡς καί Σταυρόν πρό ταύτης καί τόν ἄδικον φόνον,
τάφου τριημέρως ἐξαναστάς, ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος∙ καί τῶν θυρῶν
κεκλεισμένων τοῖς Μαθηταῖς ἐπιστάς ὡς παντοδύναμος».
(Ενώ αναστήθηκε από τον
τάφο την τρίτη ημέρα ο Χριστός με σφραγισμένο το μνήμα και φανερώθηκε με
κλεισμένες τις θύρες στους Μαθητές ως παντοδύναμος (Θεός), υπομένει λόγω της
φιλανθρωπίας του και την ψηλάφηση (από τον Θωμά), όπως υπέμεινε πριν από αυτήν
και τον Σταυρό και τον άδικο φόνο).
Από τα λιγότερο γνωστά
τροπάρια της Κυριακής του Θωμά το παραπάνω (γιατί ανήκει στην ακολουθία του
Μικρού λεγόμενου εσπερινού) θέτει με άμεσο τρόπο τη διαχρονικότητα της
Σταύρωσης θα λέγαμε του Κυρίου Ιησού Χριστού. Γιατί; Διότι ο άγιος υμνογράφος
αναφέρεται και πάλι στη λόγω φιλανθρωπίας του Κυρίου υπομονή και ανοχή Του
απέναντι στα πλάσματά Του, τα οποία, όπως ο «άπιστος» μαθητής Του Θωμάς, παρόλο
ότι αναστήθηκε, παρόλο ότι φανερώθηκε στους μαθητές Του ως παντοδύναμος Θεός,
αυτά εξακολουθούν και Τον αμφισβητούν και Τον απορρίπτουν. Το «ἐάν μή ἴδω, οὐ
μή πιστεύσω» του Θωμά συνιστά τον λόγο των χειλέων και της καρδιάς πλήθους
ανθρώπων σε όλες τις εποχές, οι οποίοι παλεύουν με τις αμφιβολίες και την
απιστία τους, γιατί θέτουν ενώπιόν τους ως προτεραιότητα το κατ’ αυτούς
«προφανές»: τις αισθήσεις και τη λογική τους. Και πώς τους αντιμετωπίζει ο
Χριστός, κατά τον υμνογράφο μας; Όχι με εκνευρισμό
βεβαίως γιατί δεν καταλαβαίνουν, όχι με οργή που ετοιμάζεται να
εκφραστεί ως απειλή απέναντί τους, αλλ’ ούτε και ως «απελπισία» γιατί δεν ξέρει
τι άλλο πια να κάνει μαζί τους! Τους αντιμετωπίζει όπως αντιμετώπισε και όλους
αυτούς που Τον οδήγησαν στον Σταυρό: με άκρα συγκατάβαση και φιλανθρωπία, με
άκρα υπομονή και ανεξικακία, προσευχόμενος στον Θεό Πατέρα γι’ αυτούς: «Πάτερ,
ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι». Ο πόνος Του δηλαδή είναι ο ίδιος με
τον πόνο που δέχτηκε ως άνθρωπος καθώς δεχόταν την έχθρα και τη φονική διάθεση
του λαού ως απάντησή τους για τις ευεργεσίες που τους προσέφερε: «Λαός μου,
τί ἐποίησά σοι καί τί μοι ανταπέδωκας;»
Κι αυτό ακριβώς
σημαίνει ότι ο Κύριος δεν αλλάζει απέναντι στον άνθρωπο της όποιας εποχής:
παραμένει πάντοτε ο μόνος «πιστός», δηλαδή πιστός ως προς την αγάπη Του
απέναντι στα πλάσματά Του, έστω και αν συνεχίζουν όπως είπαμε να Τον αρνούνται,
αλλά και πιστός ως προς τη δική Του εμπιστοσύνη απέναντί τους: υπομένει και
προσδοκά τη μετάνοια και την αλλαγή τους. Ο Θεός μας είναι Εκείνος που μας
ξέρει σε απόλυτο βαθμό, ξέρει το πόσο δυσκίνητοι είμαστε, παρόλη την πληθώρα
των ευεργετικών προκλήσεών Του απέναντί μας, στο να επιτελούμε το αγαθό και να
ανοιγόμαστε με πίστη σ’ Εκείνου την πίστη και την αγάπη, γι’ αυτό και δεν
«βιάζεται» να μας πιέσει ή να μας «εξολοθρεύσει»! Μιλάμε για τον
Πατέρα μας, ο Οποίος περιμένει εσαεί εμάς τα κακότροπα και «μουτρωμένα» πολλές
φορές παιδιά Του, επιτρέποντας το πολύ κάποια παιδαγωγικά λίγο εντονότερα
«αγγίγματα» μήπως και συνέλθουμε. Κι όσο Τον αρνούμαστε και υψώνουμε, όπως πολύ
ωραία έχει γραφεί, «τη μικρή γροθιά μας» απέναντί Του, τόσο περισσότερο κι
Εκείνος πολλαπλασιάζει την αγάπη Του – παραχωρώντας μέσα στην απειρία της
αγάπης Του κάποιους πειρασμούς, όπως είπαμε, προκειμένου να συνέλθουμε από την
όποια αμαρτία μας, να βαθύνουμε ίσως «εν πειρασμώ» τη σχέση μας μαζί Του, ή κι
ακόμη ορισμένοι να καθαρίσουν ό,τι απομεινάρι αμαρτίας έχουν ως άνθρωποι και να
βρεθούν ως μάρτυρες ενώπιόν Του.
Λοιπόν, όπως μας αγάπησε ο Κύριος πάνω στον Σταυρό, το ίδιο εξακολουθεί και μας αγαπά και μετά τη δόξα της Ανάστασής Του, που θα πει έτσι ότι το Πάθος Του εξακολουθεί και υφίσταται και θα υφίσταται όσο θα υπάρχει κόσμος με όλες τις αδυναμίες Του. Και να, που ο άγιος υμνογράφος μάς λέει (μέσα από το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της Κυριακής) ότι την ίδια μακροθυμία που φανέρωσε ο Κύριος απέναντι στους σταυρωτές Του, την ίδια έδειξε κι απέναντι στον μαθητή Του Θωμά (μετά την Ανάστασή Του!), την ίδια δείχνει πάντοτε σε όλους που Τον έκαναν και τον κάνουν πέρα από τη ζωή τους: «Φιλάνθρωπε, μέγα καί ἀνείκαστον τό πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν Σου∙ ὅτι ἐμακροθύμησας ὑπό Ἰουδαίων ραπιζόμενος, ὑπό Ἀποστόλου ψηλαφώμενος, καί ὑπό τῶν ἀθετούντων σε πολυπραγμονούμενος. Πῶς ἐσαρκώθης; Πῶς ἐσταυρώθης ὁ ἀναμάρτητος; Αλλά συνέτισον ἡμᾶς ὡς τόν Θωμᾶν βοᾶν σοι∙ ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου, δόξα Σοι» (Φιλάνθρωπε, μέγα και πέρα από κάθε φαντασία είναι το πλήθος των οικτιρμών και της αγάπης Σου. Διότι μακροθύμησες καθώς ραπιζόσουν από τους Ιουδαίους, καθώς ψηλαφιόσουνα από Απόστολο και γινόσουν αντικείμενο πολλών σχολίων από αυτούς που σε αρνιόντουσαν. Πώς σαρκώθηκες; Πώς σταυρώθηκες συ που είσαι ο αναμάρτητος; Όμως συνέτισέ μας όπως έκανες με τον Θωμά, ώστε να Σου φωνάζουμε δυνατά: Κύριε και Θεέ μου, δόξα Σοι).