06 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΛΗΘΩΡΑ ΑΝΟΗΤΩΝ ΙΔΕΩΝ…

 

«Στο ερώτημα κάποιου Γέροντα από τη Ρωσία: “τι να κάνω με την πληθώρα όλων αυτών των ανόητων ιδεών που ακούω;” απάντησα σύμφωνα με την πείρα της ζωής μου, όχι όσον αφορά τις λεπτομέρειες, αλλά όσον αφορά τη δομή της Εκκλησίας... Πρέπει όλοι όσοι επιστρέφουν στην Εκκλησία... να συσπειρωθούν γύρω από αυτόν τον στύλο και το εδραίωμα. Και η Εκκλησία θα βρει τον δρόμο της...» (όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ).

 

Ο όσιος Γέροντας μιλάει για την κατάσταση που επακολούθησε την πτώση του μπολσεβικισμού στη Ρωσία: μία γενικευμένη σύγχυση, μία πληθώρα απόψεων που κατά τον Ρώσο Γέροντα που ρώτησε τον όσιο ήταν ανόητες ιδέες – το τίμημα των εβδομήντα χρόνων που «ο λαός ήταν αποκομμένος από τη γνήσια διδασκαλία και την πείρα της Εκκλησίας». Για να συμπληρώσει ο όσιος Γέρων: «εμφανίστηκαν παράδοξες απόψεις στη μεγάλη αυτή θάλασσα του ρωσικού λαού, ο οποίος αγαπά τον Χριστό, όχι όμως πάντοτε με συνετή αγάπη όπως απαιτείται». Να λοιπόν το πρόβλημα για τον όσιο Σωφρόνιο: όταν δεν έχει κανείς ουσιαστική σχέση με την Εκκλησία, τη διδασκαλία και την πνευματική πείρα της, τότε αλλοιώνονται τα κριτήριά του (έστω κι αν λέει ότι είναι πιστός)∙ μπορεί να διακατέχεται από αγάπη προς τον Χριστό, όχι όμως «τη συνετή αγάπη που απαιτείται». Που σημαίνει: μπορεί κανείς να έχει κάποια αγάπη για τον Χριστό, αλλά να μην είναι εκείνη που ζητά ο Χριστός, εκείνη που κηρύσσει η Εκκλησία.

Και ποια είναι η συνετή αυτή αγάπη, κατά τον Γέροντα; Καμία άλλη βεβαίως πέραν αυτής που αποκαλύπτει ο Ίδιος ο Κύριος: αυτήν που περνάει μέσα από την τήρηση των αγίων Του εντολών. «Ἐάν ἀγαπᾶτέ με τάς ἐμάς ἐντολάς τηρήσατε». «Ἐάν τάς ἐντολάς μου τηρήσητε, μενεῖτε ἐν τῆ ἀγάπῃ μου». Κατά τον λόγο του οσίου: «Πρέπει να ζούμε οπωσδήποτε κατά τις εντολές του Θεού. Και με την προσπάθεια που καταβάλλει ο άνθρωπος να ζήσει σύμφωνα με τις εντολές αναγεννάται» - «τότε ο άνθρωπος γίνεται ελεύθερος, κατάλληλος να δεχθεί την επενέργεια της θείας χάριτος με άμεσο πλέον τρόπο στην καρδιά του». Η συνετή λοιπόν αγάπη σώζει τον άνθρωπο, με την έννοια ότι τον φέρνει στο σημείο του συντονισμού του με τον ίδιο τον Χριστό και το Πνεύμα Του. Οι άλλες αγάπες «σκιάζονται» από τη βρωμιά των παθών μας, από τον εγωισμό μας, οπότε νομίζουμε ότι αγαπάμε τον Χριστό χωρίς να υπάρχει το κατάλληλο έδαφος στην καρδιά μας για να Τον δεχθούμε όπως πρέπει.

 Έτσι από την άποψη αυτή μπορεί κανείς να μιλάει για τον Χριστό, να τοποθετείται «εξ ονόματός Του», αλλά να λέει τελικώς «παραδοξότητες» και «ανόητα λόγια». Φτάνει μάλιστα στο σημείο ο όντως φωτισμένος από τον Θεό όσιος Γέρων να μνημονεύει το τι άκουσε από τους γέροντες μοναχούς, όταν έφτασε νεαρός ακόμη στο μοναστήρι του αγίου Παντελεήμονα στο Άγιον Όρος: «Οι γέροντες μοναχοί θεωρούσαν ασύνετο αυτόν που μιλούσε για πνευματικά θέματα έχοντας ζήσει λιγότερα από δέκα χρόνια στο μοναστήρι». Κι αυτό γιατί, όπως εξηγεί παρακάτω, αυτός που θα μιλήσει πρέπει να έχει διέλθει όλο το φάσμα των σταδίων της πνευματικής ζωής. Γίνεται όμως πιο συγκαταβατικός σε άλλο σημείο. Αναφερόμενος σ’ αυτούς που αναλαμβάνουν τα πνευματικά ηνία και ιδίως σ’ αυτούς που κάτι ένιωσαν για τον Χριστό επιστρέφοντας σ’ Αυτόν σημειώνει: «Η εντύπωση εκείνων που δέχονται την πρώτη χάρη είναι σαν να ανακάλυψαν στην πραγματικότητα αυτοί πρώτοι το Φως του Χριστού. Δεν τους κατηγορώ, διότι όλα έχουν καταρρεύσει τώρα στην κοινωνία. Και στη φοβερή αυτή δίνη των καταστάσεων δεν πρέπει να περιμένουμε καθαρή διείσδυση στην πνευματική κατάσταση από κανέναν».

Οι τοποθετήσεις του οσίου Σωφρονίου που είχε σαφή γνώση της πραγματικότητας της σύγχρονης εποχής ισχύουν βεβαίως όχι μόνο για τη μετασοβιετική Ρωσία, αλλά και για όλον τον κόσμο και τη διεθνή κατάσταση των Ορθοδόξων χριστιανών. Κι αυτό γιατί η σύγχυση που βιώνουμε πολλοί χριστιανοί δεν είναι μικρότερη. Σ’ έναν κόσμο που χαρακτηρίζεται πια «πολυπολιτισμικός» λόγω της εύκολης «ανάμειξης» διαφόρων πολιτισμών σε κάθε περιοχή, που φανερώνει τη «μετανεωτερική» λεγόμενη εποχή με το κύριο γνώρισμα της ελευθερίας του καθένα να λέει και να κάνει ό,τι θέλει ανατρέποντας παραδοσιακές αξίες αιώνων και χιλιετιών, η μόνη σφραγίδα που μπορεί να τον χαρακτηρίσει είναι η σφραγίδα της σύγχυσης ως απώλειας κριτηρίων – «δεν πρέπει να περιμένουμε καθαρή διείσδυση στην πνευματική κατάσταση από κανέναν».  Οπότε η συμβολή του αγίου Γέροντα στην κατάσταση αυτή είναι περισσότερο από καθοριστική και αναγκαία. Και τι μας λέει ο Γέροντας προκειμένου να απεμπλακούμε από τον ζόφο και να καθαρίσει λίγο το μυαλό και το πνεύμα μας;  Τη συσπείρωση γύρω από την Εκκλησία, «τόν στύλον καί τό ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας».

Είναι η μόνη ρεαλιστική και σοφή προοπτική. Γιατί οδηγεί εκεί που διαφυλάσσεται η αλήθεια, δηλαδή ο ίδιος ο Χριστός, το φως και η ζωή. «Γι’ αυτό και εγώ υπερασπίζομαι τον θεσμό» εξηγεί ο όσιος. «Τότε, έτσι δομημένη, θα παραμείνει αιώνια η Εκκλησία (ο όσιος αναφέρεται προφανώς στο ανθρώπινο της Εκκλησίας) και βαθμηδόν θα υψωθεί στην οδό της γνώσεως του Θεού». Τότε, κατά το αρχικό κείμενο, «θα βρει τον δρόμο της».  Η ευκολία που γράφουν πολλοί για την Εκκλησία, που κρίνουν τα «κακώς κείμενά» της, που διακωμωδούν τους Ποιμένες της, που ρίχνουν αναθέματα στις (ανθρώπινες) κεφαλές της, που κρίνουν τους πάντες και τα πάντα με ελαφρότητα και επιπολαιότητα, τι άλλο αποδεικνύει παρά ότι πράγματι ισχύει αυτή η σύγχυση, ότι υπάρχει βαθύ έλλειμμα θεολογικό, κυρίως ότι υπάρχει βαθύ έλλειμμα πνευματικό – η αγάπη χωρίς τη «σύνεσή» της! Συνεπώς και για σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε ίσως, υπάρχει η ανάγκη διαφυλάξεως του θεσμού της Εκκλησίας. Να μένουμε ενωμένοι με τους ποιμένες μας, ιδίως εκεί που συνέρχονται εν Συνόδῳ, κάνοντας την υπακοή που εκφράζει το φρόνημα του Χριστού. Και για να επαναλάβουμε και κάτι που είχαμε υπενθυμίσει πάλι από τον όσιο Γέροντα: «και κάπου λάθος να κάνουν οι Ποιμένες αυτοί, θα το διορθώσει και θα το ευλογήσει ο Κύριος, ενώ τον αντιλέγοντα και ανυπάκουο θα τον αφήσει, έστω και με τη «ορθή» γνώμη του, στην αρρωστημένη του θέληση!»

ΤΟ ΕΝ ΧΩΝΑΙΣ ΘΑΥΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ

 

«Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος κήρυξε μεταξύ άλλων και στην Ιεράπολη της Φρυγίας, προφήτευσε δε ότι η περιοχή θα ευλογηθεί από αγίασμα του αρχαγγέλου Μιχαήλ. Πράγματι, στις Κολοσσές, κοντά στην Ιεράπολη, ανέβλυσε αγίασμα, στο οποίο προσέρχονταν πολλοί άνθρωποι καθημερινά και έβρισκαν την ίαση από κάθε είδους ασθένεια και ανάγκη. Κάποτε, ένας πλούσιος ειδωλολάτρης, που είχε μεγάλο πρόβλημα με την κωφαλαλία της κόρης του, είδε όνειρο, στο οποίο του φανερωτόταν ότι αν δεν πάει την κόρη του στο αγίασμα, η κόρη του δεν επρόκειτο να γίνει καλά. Πήγε και με το αγίασμα η κόρη του αμέσως θεραπεύτηκε. Μπροστά στο μεγάλο αυτό θαύμα, πίστεψε ο ίδιος και όλη η οικογένειά του, οι οποίοι και βαπτίστηκαν, γενόμενοι ένθερμοι χριστιανοί. Από ευγνωμοσύνη, έδωσε τα χρήματα που χρειάζονταν για να κτιστεί περικαλλής ναός επ’  ονόματι του ταξιάρχη Μιχαήλ, στο οποίο προσέτρεχαν τώρα ακόμη περισσότεροι άνθρωποι. Μετά από έναν αιώνα περίπου, ένας νεαρός, ονόματι Άρχιππος, ένιωσε έντονη επιθυμία, λόγω αγάπης του προς τον αρχάγγελο, να πάει να υπηρετήσει στον ναό, ως νεωκόρος, και ο ίδιος γινόταν μάρτυρας καθημερινά των θαυμασίων που τελούνταν εκεί. Ο διάβολος όμως δεν άντεξε και θέλησε διά των οργάνων του να χαλάσει τον ναό και το αγίασμα. Παρακίνησε λοιπόν τους ειδωλολάτρες της περιοχής, ώστε τα δύο ποτάμια που περνούσαν από εκεί, να τα ενώσουν και να τα στρέψουν κατά του ναού. Άρχισαν τις σατανικές αυτές εργασίες, τις οποίες είδε και κατάλαβε ο Άρχιππος, οπότε με δάκρυα στα μάτια προσευχόταν στον Θεό και στον αρχάγγελο να επέμβουν για να μη πραγματοποιηθούν τα μιαρά σχέδια των ειδωλολατρών. Και πράγματι: όταν τα νερά έρχονταν πια ορμητικά, με τρόπο που διαμιάς θα καταστρεφόταν ο ναός, είδε τον αρχάγγελο να κτυπά με ραβδί το μέρος μπροστά στον ναό, ανοίγοντας ένα βαθύ ρήγμα, στο οποίο χωνεύτηκαν τα νερά και πέρασαν από την άλλη μεριά του ναού. Τα σχέδια των υιών του διαβόλου απέτυχαν και η δύναμη του Θεού δια του αρχαγγέλου έκανε τους πιστούς να μεγαλύνουν το όνομα του Θεού και να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο στην πίστη τους. Έκτοτε το μεγάλο αυτό θαύμα διαλαλείται σε όλους τους αιώνες, και η Εκκλησία μας το τιμά την 6ηΣεπτεμβρίου».

 

Δύο πράγματα προβάλλει η Εκκλησία μας σήμερα εξ αφορμής του θαύματος του αγίου Μιχαήλ: πρώτον, τη μαρτυρία της για τον αρχάγγελο Μιχαήλ, που επεκτείνεται δι’  ολίγων και  στον αρχάγγελο Γαβριήλ, και δεύτερον τη δοξολογική αναφορά προς το θαύμα. Η όλη ακολουθία του εσπερινού και του όρθρου πράγματι έρχεται και επανέρχεται στη σπουδαία θέση την οποία κατέχει ο αρχάγγελος και ως προς τον Θεό και ως προς τους υπόλοιπους αγγέλους και ως προς τον άνθρωπο. Αξιοποιώντας το υμνογραφικό του ταλέντο μάλιστα ο υμνογράφος χαρακτηρίζει τον ταξιάρχη, πέραν των άλλων, ως παραστάτη, ως πρωτοστάτη, ως προστάτη.

Είναι παραστάτης του Θεού, «της τρισηλίου Θεότητος» όπως αναφέρει συγκεκριμένα, και καταυγάζεται επομένως από τις θεϊκές ελλάμψεις, γενόμενος δεύτερο φως μετά τον Θεό, και   συνεπώς ζώντας πλούσια την αγάπη του Θεού. Διότι αυτό σημαίνει φως και δόξα και χάρη Θεού: αγάπη Εκείνου βιούμενη από τους μετέχοντες σ’  Αυτόν. Από την άποψη αυτή ο αρχάγγελος ως πολύ κοντά στον Θεό ευρισκόμενος ζει αυτήν την αγάπη, την οποία εκδηλώνει ως δοξολογία προς τον Θεό και ως «άνοιγμα» προς τους υπόλοιπους αγγέλους και   τους ανθρώπους. Πόση πλάνη υπάρχει σ’  εκείνους που έχουν συνδέσει τον ταξιάρχη με κάτι φοβερό και τρομερό, ενώ αν έχει τέτοια μεγάλη θέση στο εκκλησιαστικό στερέωμα είναι λόγω ακριβώς της μεγάλης του αγάπης. Μόνον για τους εχθρούς της πίστεως, τους αρνητές του Θεού, τον διάβολο δηλαδή και τα όργανά του, γίνεται ο πρωτάγγελος αυτός πράγματι φόβητρο και απειλή. Το σημειώνει και ο υμνογράφος: «πυρφόρον το είδος σου» που αφενός φωτίζει τους πιστούς και αφετέρου κατακαίει τους εχθρούς και απίστους.

 Ως παραστάτης λοιπόν του Θεού, με τον τρόπο που  λέει ο υμνογράφος, είναι με τη θέληση του Θεού πρωτοστάτης των αγγέλων, δηλαδή ο αρχηγός τους που τους καθοδηγεί σε ό,τι ο ίδιος επιτελεί: δοξολογία προς τον Δημιουργό, αγάπη και πρόνοια για τους ανθρώπους. Κι είναι πολύ μεγάλη η χαρά των αγγέλων, σημειώνει ο υμνογράφος, γιατί έχουν τέτοιο αρχηγό, που τους καθοδηγεί με τον συγκεκριμένο τρόπο.

Και βεβαίως, ο αρχάγγελος, όπως και οι λοιπές ουράνιες δυνάμεις, γίνεται προστάτης των ανθρώπων. Η προστασία του ανθρώπου αποτελεί έκφραση της αγάπης του, που διαπιστώνεται και στην ψυχή του ανθρώπου, με την έννοια ότι  ο αρχάγγελος προστατεύει τον άνθρωπο από τις επιθέσεις του πονηρού – «όπου επισκιάσει η χάρις σου, αρχάγγελε, εκεί του διαβόλου φυγαδεύεται η δύναμις» - αλλά και από τις επιθέσεις των ίδιων των παθών του, και στους σωματικούς κινδύνους και τις ασθένειες που μπορεί να περάσει – κάθε ένας που με πίστη θα επικαλεστεί τον άγιο Μιχαήλ θα δει τη θεραπευτική επέμβασή του – και στην ώρα όμως του θανάτου.

Ο  υμνογράφος, δεύτερον, όπως είπαμε, αναφέρεται δοξολογικά προς το θαύμα του αρχαγγέλου. Προβάλλει το θαύμα ως ενέργεια της χάρης του Θεού, που περνά όμως από την παρουσία του αρχαγγέλου,  και του δίνεται η ευκαιρία να συσχετίσει τον αρχάγγελο με άγια και σπουδαία πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, όπως τον Νώε, τον Μωυσή, τον Ιησού του Ναυή. Με τον Νώε, για παράδειγμα, διότι όπως αυτός κατασκεύασε την Κιβωτό, κατ’  εντολήν του Θεού, προκειμένου να σωθούν άνθρωποι και ζώα από τον κατακλυσμό, έτσι και ο αρχάγγελος, προκειμένου να σώσει τον ναό του και τους πιστούς ανθρώπους από τον κατακλυσμό των ποταμίων ρευμάτων, «κατασκευάζει» ένα χωνί στο έδαφος, για να απορροφήσει τα νερά. Με τον Μωυσή, διότι και με τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας σώζονται από τα νερά οι Ισραηλίτες, και στον βράχο Χωρήβ έπειτα, κτυπά με το ραβδί και βγαίνουν νερά για να ξεδιψάσουν οι Ιουδαίοι. Και στα δύο θαυμαστά γεγονότα έχουμε ύδατα και σωτηρία των ανθρώπων. Έτσι και με τον πρωτάγγελο του Θεού: έχουμε και πάλι ύδατα και σωτηρία ανθρώπων. Αλλά και με τον Ιησού του Ναυή: τον μνημονεύει ο υμνογράφος, διότι όπως στην εποχή του Ιησού είδε αυτός τον αρχάγγελο με πύρινη ρομφαία να καθοδηγεί τον λαό, έτσι και στο προκείμενο θαύμα: ως ρομφαία το ραβδί του ταξιάρχη προκαλεί ρήγμα στο έδαφος και σώζει τον νέο  λαό του Θεού, τους χριστιανούς.

Μένει κανείς έκθαμβος μπροστά στα θαυμαστά που επιτελεί ο Κύριος μέσω των αγίων Του, είτε αγγέλων είτε ανθρώπων. Και η εορτή δίνει την ευκαιρία να κάνει κάποιος και ευρύτερες ανθρωπολογικές και κοινωνικές  παρατηρήσεις. Και πρώτον, ο ίδιος ο υμνογράφος εύχεται όπως τότε ο αρχάγγελος έσωσε τον ναό από τον κατακλυσμό των υδάτων, κατά παρόμοιο τρόπο να επέμβει για να σώσει εμάς από τον κατακλυσμό των λογισμών μας. Ο ποιητής ζει έντονη και βαθειά πνευματική ζωή και γνωρίζει ότι πολλοί χριστιανοί ταλαιπωρούμαστε από τους λογισμούς, που έρχονται πολλές φορές μ’  έναν τρόπο ανεξέλεγκτο και επικίνδυνο, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να συγκεντρώσουμε τον νου μας. Ο αρχάγγελος λοιπόν μπορεί να επέμβει και σ’  αυτό το επίπεδο. Όπως βεβαίως ενόψει της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, που έχει τονιστεί επανειλημμένως ότι πρόκειται για παγκόσμια πνευματική κυρίως κρίση, κάτι που το ζούμε έντονα και στη δική μας πατρίδα, μπορεί και εδώ να επέμβει. Θέλουμε να πούμε ότι καθημερινώς μας «βομβαρδίζουν» με απειλητικές ειδήσεις ότι έρχονται τα χειρότερα. Ότι σαν ποτάμι, σαν «τσουνάμι» θα επιπέσουν επάνω μας όλα τα άσχημα αποτελέσματα της κρίσης και πολλοί, δικαιολογημένα, πανικοβάλλονται και καταρρέουν. Έρχεται λοιπόν σήμερα η μνήμη του αρχαγγέλου και μας υπενθυμίζει τη θαυμαστή επέμβασή του: μπροστά σε κάθε κατακλυσμό, μπροστά σε κάθε τσουνάμι απειλητικό, μπορεί να σταθεί μπροστά εκείνος. Και με τη δύναμη του Θεού μπορεί να «χωνεύσει» αυτό το τσουνάμι, όπως και την κάθε απειλή. Ένα μόνον απαιτείται για να δει κανείς να ενεργοποιείται αυτή η δύναμη του ταξιάρχη: η πίστη του ανθρώπου και η με πόθο θερμό επίκλησή του. Αυτό μας λέει η εμπειρία της Εκκλησίας μας, αυτό έχει υποσχεθεί ο ίδιος ο Θεός μας.

02 Σεπτεμβρίου 2022

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ

 


Ο γάμος ως σχέση αγάπης απαιτεί διαρκή αγώνα για τη διακράτηση και την επιβεβαίωσή του. Κι αυτό γιατί οι προκλήσεις του εγωισμού ως της ουσίας της αμαρτίας στον κόσμο τούτο απειλούν να τον διαλύσουν. Αυτό σημαίνει ότι όπως ο κάθε πιστός πρέπει καθημερινά να επιβεβαιώνει την πίστη του στον Χριστό – «ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ιακ. 2,26) και «δεῖξον μοι τήν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου» ((Ιακ. 2, 18) – κατά τον ίδιο τρόπο και οι σύζυγοι: καθημερινά πρέπει να αγωνίζονται να διατηρούν τη σχέση τους στο πνευματικό ύψος που πρέπει, την αγάπη. Οι ανθρώπινες σχέσεις, κατεξοχήν δε η συζυγική, η πιο άμεση και στενή που υπάρχει, δεν λειτουργεί στον… «αυτόματο»! Ο «αυτόματος» λειτουργεί μόνο με βάση τα εγωιστικά πάθη του ανθρώπου, τα οποία όπως είπαμε οδηγούν στη διάλυση και την καταστροφή. Η αγάπη όμως που είναι ο μόνος σύνδεσμος που διακρατεί ορθά τη σχέση προϋποθέτει ενεργητική διάθεση, ένταση εσωτερική, καρδιά που πάλλεται και είναι ζωντανή, γιατί θέλει να ακολουθεί τον Δημιουργό της Θεό που είναι Αγάπη.

Κι είναι τούτο το μυστικό για τη διάρκεια ενός γάμου. Όταν βλέπουμε ένα ζευγάρι να διατηρεί τη συναισθηματική και την όλη σχέση του για χρόνια (και δεν μιλάμε για διατήρηση ως συμβατική σχέση), σημαίνει ότι από πίσω υπάρχει η έγνοια του καθενός να κερδίζει την αγάπη του συντρόφου του την κάθε ώρα και την κάθε στιγμή. Ιδιαιτέρως στις κρίσιμες στιγμές όπου κάποιο πρόβλημα είτε προσωπικό είτε ευρύτερα οικογενειακό απειλεί τον σύνδεσμο αυτόν της τελειότητας, κατά τη Γραφή, εκεί η αγάπη αποκαλύπτει το θεμέλιό της για να συνεχίσει να υφίσταται. Και ποιο το θεμέλιο αυτό; Μα τι άλλο από την ταπείνωση. Ταπείνωση και αγάπη συνιστούν ένα ιερό ζεύγος (άγ. Ιωάννης Κλίμακος), γι’ αυτό και ο συνειδητός χριστιανός κινείται πάντοτε με βάση τα δύο αυτά.

Στη συζυγική σχέση μάλιστα εφαρμόζεται αυτό που έδωσε ως απάντηση σε έναν έγγαμο ο όσιος της εποχής μας Παΐσιος Αγιορείτης για το «ποιος πρέπει να πλένει τα πιάτα στο σπίτι». «Όποιος προλάβει πρώτος» απάντησε σοφά και αγιοπνευματικά ο όσιος, που θα πει ότι εφόσον η αγάπη είναι η βάση της σχέσεως στο ζευγάρι το κάθε μέλος θεωρεί ως χαρά του την εξυπηρέτηση του άλλου. Το ίδιο όμως θα έλεγε, πιστεύουμε, ο όσιος στην ερώτηση «ποιος να ζητάει συγγνώμη από τον άλλον». «Όποιος και πάλι προλάβει πρώτος». Η εκζήτηση μάλιστα της συγγνώμης αποκαλύπτει την ύπαρξη της ταπείνωσης στον άνθρωπο, γι’ αυτό και όπου τη βλέπουμε εκεί ξεπερνιούνται όλα τα προβλήματα. «Μα εγώ έχω δίκιο» μπορεί να αντιτείνει ο σύζυγος ή η σύζυγος. Κατεξοχήν όμως τότε που τον «πνίγει» το δίκιο του, πέρα από το γεγονός ότι αποκαλύπτει με τον πιο περίτρανο τρόπο το πόσο ενεργός είναι ο εγωισμός του – ο εγωιστής θεωρεί πως πάντοτε έχει δίκιο! – θα δείξει την ταπείνωσή του. Ναι, έχεις δίκιο και υποχωρείς γιατί αγαπάς. Προτιμάς να θυσιάσεις το «δίκιο» σου για χάρη του άλλου. Γιατί ο άλλος είναι τελικά ο κρυμμένος Χριστός, γιατί είναι η εικόνα Εκείνου, γιατί είναι ο άλλος σου… εαυτός, οπότε εσύ κερδίζεις με τη φαινομενική απώλειά σου, κυρίως είπαμε στο ζευγάρι που έτσι κι αλλιώς «οὐκέτι εἰσί δύο, ἀλλά μία σάρξ». Και συνήθως με τη σπουδή της ταπείνωσης αυτής ανοίγει και η καρδιά του άλλου – με την ταπείνωση ανθίζει η αγάπη, οπότε όλοι είναι… κερδισμένοι!

 Κι εμπειρικά πια στην περίπτωση αυτή κατανοούν οι σύζυγοι αυτό που διδάσκει η Εκκλησία μας, ότι δηλαδή ο γάμος είναι το πεδίο όπου καλλιεργείται ο άνθρωπος και προάγεται πνευματικά, ώστε να φτάσει στην αγιότητα, χωρίς την οποία «κανείς δεν θα δει τον Κύριο» (Εβρ. 12,14). Η ταπεινή αγάπη δηλαδή συνιστά την προϋπόθεση για να βασιλεύει ο Κύριος στο ζευγάρι και στην οικογένειά τους. Η «κατ’ οἶκον Ἐκκλησία» σε εγρήγορση.  

Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΝΗΣΤΕΥΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ

 

«Δι’ ἐγκρατείας, Πάτερ, καί προσευχῆς ἀκλινοῦς εἰσῆλθες πρός τήν ἀκρόπολιν τῆς ἀρετῆς, θεοφόρε, ἔνθα τῆς τρυφῆς τόν χειμάρρουν τρυφᾷς» (ωδή γ΄ κανόνος αγίου).

(Με την εγκράτεια, Πάτερ θεοφόρε, και τη σταθερή και ακλόνητη προσευχή σου εισήλθες στην ακρόπολη της αρετής, δηλαδή την αγάπη, όπου απολαμβάνεις τον χείμαρρο της τρυφής του Παραδείσου). 

 

Α. «Ο άγιος Ιωάννης από παιδί διακρίθηκε για τη σπάνια εγκράτεια του και για τον από φυσικού έρωτα προς τη νηστεία, πράγμα που του έδωσε και την προσωνυμία του Νηστευτή. Ο Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και όταν έγινε έφηβος έκανε το επάγγελμα του χαράκτη. Η καρδιά του όμως, ήταν δοσμένη στα θεία και κάθε μέρα διάβαζε την Αγία Γραφή και άλλα θρησκευτικά βιβλία, πλουτίζοντας έτσι τις γνώσεις του. Τα πλεονεκτήματα του αυτά, εκτίμησε ο Πατριάρχης Ιωάννης ο Γ' και τον χειροτόνησε διάκονο. Από τη θέση αυτή ανέπτυξε ιδιαίτερα την ελεημοσύνη, βοηθώντας πλήθος φτωχών και άλλων απόρων. Αργότερα έγινε πρεσβύτερος, και μετά το θάνατο του Πατριάρχη Ευτυχίου, με κοινή υπόδειξη αρχόντων και λαού, εκλέχτηκε διάδοχος του ο Ιωάννης ο Νηστευτής σαν Ιωάννης Δ' (582 επί βασιλέως Μαυρικίου). Το πόσο έλαμψε και σαν Πατριάρχης ο Ιωάννης, έχουμε πολύ εύγλωττες μαρτυρίες: Ο επίσκοπος Σενιλλίας Ισίδωρος τον παριστάνει σαν Άγιο και ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σωφρόνιος τον αποκάλεσε «σκήνωμα πάσης ἀρετῆς». Στον Ιωάννη επίσης Σύνοδος των Πατριαρχών που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 587, του απένειμε τον τίτλο «Οἰκουμενικός». Σχετικά με τις εκκλησιαστικές ποινές ο Ιωάννης θέσπισε σοφό κανονικό, που βρίσκεται στο Πηδάλιο. Κοιμήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου του 595 μ.Χ. και το λείψανό του τάφηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων» (Από ιστολόγιο: ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ).

 

Β. Ο παραπάνω ύμνος του αγίου υμνογράφου Γερμανού καταγράφει τον δρόμο που ακολούθησε ο όσιος προκειμένου να εισέλθει στην αγκαλιά του Κυρίου και να απολαμβάνει έκτοτε την τρυφή της Βασιλείας Του. Η μόνη διαφορά είναι ότι επιλέγει αντί του όρου «Βασιλεία του Θεού» τη φράση «ακρόπολη της αρετής», διότι και τα δύο ταυτίζονται: ακρόπολη της αρετής είναι η αγάπη και αγάπη είναι ο ίδιος ο Θεός. Λοιπόν, ο άγιος Ιωάννης έφτασε στο άκρο της αρετής αυτής, που θα πει η καρδιά του και όλη η ύπαρξή του έγινε κατοικητήριο της αγίας Τριάδος, ήδη από τη ζωή αυτή στον κόσμο τούτο, πολύ περισσότερο όμως μετά την οσιακή κοίμησή του.

Δεν είναι απροϋπόθετη όμως η πορεία αυτή και η ένταξη στη Βασιλεία του Θεού. Απαιτείται η συνέργεια του ανθρώπου κι αυτή εκφράζεται με το ασκητικό φρόνημα της εγκράτειας και την εν αγάπη προσκόλληση του ανθρώπου στον Κύριο κατεξοχήν μέσω του αγώνα της προσευχής. Εγκράτεια και προσευχή θεωρούνται κατά την ορθόδοξη πίστη μας τα πιο «βαριά» όπλα της πνευματικής ζωής, τα οποία συνδέονται ουσιωδώς και οργανικώς μεταξύ τους. Κι αυτό διότι κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί ορθά, που θα πει με αταλάντευτη και «ακλινή» προσήλωση προς τον Κύριο, αν δεν έχει καταστήσει και δεν καθιστά τον εαυτό του ελεύθερο από τα πάθη του μέσω της εγκρατείας του. Άνθρωπος με άλλα λόγια που είναι έκδοτος στις ηδονές και τα πάθη του λόγω της ακρασίας του, δηλαδή άγεται και φέρεται από την προσκόλλησή του σ’ αυτά, δεν μπορεί να αναφερθεί σωστά στον Κύριο, η όποια προσευχή του ρυπαίνεται από την βρωμιά των παθών του.

Πάει για παράδειγμα να προσευχηθεί ένας μνησίκακος και αντί του προσώπου του Κυρίου «βλέπει» διαρκώς ενώπιόν του το πρόσωπο εκείνου που μισεί γιατί ενδεχομένως κάτι του έκανε. Και μπορεί να λέει λόγια προσευχής με το στόμα, η καρδιά του όμως «ζωγραφίζει» εικόνες εκδίκησης για τον υποτιθέμενο εχθρό του – μία «προσευχή» έτσι που στρέφεται εναντίον του ίδιου του εαυτού του και αυξάνει το πλήθος των αμαρτιών του! Γι’ αυτό και η Εκκλησία μας, στηριγμένη στον Κύριο και στους αγίους Πατέρες της που εμπειρικά έζησαν τα της πνευματικής ζωής, μας παροτρύνουν πάντοτε στη νηστεία, στον περιορισμό κάθε ανεξέλεγκτης τάσης για απόλαυση των ηδονών του βίου, στη  μετριοπάθεια – είναι ο δρόμος για να μπορούν οι οφθαλμοί μας να είναι στραμμένοι, όπως είπαμε, προς τον Κύριο. «Μακάριοι οι καθαροί στην καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν τον Θεό», όπως απεκάλυψε το αψευδές στόμα του Κυρίου μας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΜΑΜΑΣ

 

«Ο άγιος Μάμας ήταν από τη Γάγγρα, πόλη των Παφλαγόνων. Οι γονείς του ήταν Χριστιανοί, οι οποίοι συνελήφθησαν για την πίστη τους στον Χριστό και ρίχτηκαν στη φυλακή. Εκεί, στα δεσμά της φυλακής, γεννήθηκε και ο άγιος. Επειδή οι γονείς του πέθαναν στη φυλακή, ανέλαβε το βρέφος κάποια Χριστιανή γυναίκα, ονόματι Αμμία, η οποία και τον ανέθρεψε. Τη θετή αυτή μητέρα του ο άγιος φώναζε διαρκώς «μαμά», γι’  αυτό και Μάμα τον ονόμασαν. Όταν έγινε δεκαπέντε ετών, συνελήφθη ως Χριστιανός και κτυπήθηκε με ραβδιά, ενώ στη συνέχεια του κρέμασαν βαρύ μολύβι στον τράχηλο και τον έριξαν στη θάλασσα. Σώθηκε όμως με τη δύναμη του Θεού από τον κίνδυνο και κρύφτηκε σ’  ένα σπήλαιο, τρεφόμενος από το γάλα ελαφιών. Και πάλι όμως τον συνέλαβαν, τον έριξαν σε καμίνι και τον πέταξαν στα θηρία. Τέλος τον τρύπησαν με σιδερένια τρίαινα, οπότε και έφυγε από τη ζωή αυτή».

  

Τριπλή η χάρη την οποία έχει ο άγιος Μάμας: Πρώτον, υπήρξε παιδί μαρτύρων, από τους οποίους, έστω κι αν δεν τους γνώρισε, δεχόταν ασφαλώς τη διαρκή ευλογία των εν παρρησία προσευχών τους ενώπιον του Κυρίου. Δεύτερον, ανατράφηκε χριστιανικά, από ευσεβή γυναίκα, η οποία του μετάγγισε τα νάματα της χριστιανικής πίστεως και δεν έπαυσε ασφαλώς να του μιλά για τους αγιασμένους γονείς του. Τρίτον, και σημαντικότερο, ο ίδιος υπήρξε, παιδί ακόμα, ομολογητής και μάρτυρας της χριστιανικής πίστεως, ανήκοντας στην περίοπτη ομάδα των αγίων παιδομαρτύρων. Την ιδιαίτερη αυτή χάρη του αγίου Μάμα προβάλλει η  Εκκλησία μας, μέσα ιδίως από την ακολουθία του, καθώς τον παραλληλίζει, λόγω της αντιστοιχίας των μαρτυρίων τους, και με τους αγίους τρεις παίδες στη Βαβυλώνα, οι οποίοι ρίχτηκαν στη φωτιά λόγω της συνέπειας στην πίστη τους, και με τον προφήτη Δανιήλ, ο οποίος  υπέστη το μαρτύριο του εγκλεισμού του σε λάκκο με λιοντάρια. Κι ακόμη, τον βλέπει ο άγιος υμνογράφος ως συνέχεια του δικαίου Άβελ: όπως εκείνος, ως ποιμήν προβάτων που προσέφερε  θυσία στον Θεό ό,τι καλύτερο είχε από το ποίμνιό του, δέχτηκε και το στεφάνι της αθλήσεως, έτσι και ο άγιος Μάμας: ζώντας ανάμεσα σε ζώα, όταν κλείστηκε στο σπήλαιο, τελικώς «εαυτόν θύμα ευπρόσδεκτον τω Χριστώ προσήγαγε διά του μαρτυρίου».

Το σημαντικό μεταξύ των άλλων που επισημαίνουμε στον άγιο Μάμα, είναι το γεγονός ότι δεν απέρριψε, αλλ’  αντιθέτως αξιοποίησε πλήρως τη χάρη που του προσφέρθηκε. Θέλουμε να πούμε ότι ο νεαρός άγιος, γόνος μαρτύρων και αναθρεμμένος χριστιανικά, δεν αντιδρά στην ιδιαίτερη αυτή χάρη που του δίνεται, δεν λειτουργεί δηλαδή σ’  αυτόν, θα λέγαμε, η «φυσική» θεωρούμενη σήμερα αντιδραστικότητα της εφηβικής ηλικίας. Διότι πολύ συχνά διαπιστώνουμε ότι παιδιά ευσεβών γονέων, όταν εισέρχονται στην εφηβική ηλικία, αρχίζουν και αντιδρούν στις αρχές και τις αξίες των γονέων τους, γιατί θέλουν  να διαμορφώσουν τη δική τους ξεχωριστή ζωή μέσα σε πλαίσια ελευθερίας, άρα έξω, κατ’  αυτούς από την «καταπίεση» της παραδεδομένης πίστης. Και βεβαίως, ως ένα σημείο, τα πράγματα είναι φυσικό να εξελίσσονται έτσι, όπως είναι φυσικό να βλέπουμε τελικώς την επάνοδο των «επαναστατημένων» νέων στις παραδόσεις της οικογένειας, ευθύς ως ισορροπήσουν από τη λαίλαπα της εφηβικής ηλικίας. Στον άγιο Μάμα δεν βλέπουμε όμως αυτή τη «φυσική» πορεία και εξέλιξη. Παρουσιάζει τέτοια εξέχουσα ωριμότητα ήδη από παιδί, που γίνεται πρότυπο όχι μόνο για τους νέους, αλλά και όλους τους ανθρώπους κάθε ηλικίας.

Ο υμνογράφος μάλιστα, αδυνατώντας προφανώς να κατανοήσει λογικά την εκπληκτική για τα δεδομένα της ηλικίας σύνεση και  ωριμότητα του παιδιού Μάμα,  επιχειρεί να την αιτιολογήσει, ανάγοντας  αυτήν σε μία ξεχωριστή χάρη, την οποία ο Θεός του έδωσε, επειδή προείδε την αγαθή διάθεση της ψυχής του και την όλη αγιασμένη εξέλιξη της ζωής του. «Το ευγενές και κατά πάντα τέλειον, της διανοίας σου, ο προειδώς Λόγος, Μάμα εκ σπαργάνων σε, συνέσεως επλήρωσε, και καλών ταις ιδέαις, πολυειδώς κατεκόσμησε, μάρτυς αθλοφόρε πανεύφημε» (Ο Λόγος του Θεού, ο Χριστός, μάρτυς αθλοφόρε πανεύφημε Μάμα, επειδή προείδε την ευγένεια και την κατά πάντα τελειότητα της διάνοιάς σου, από τα σπάργανα σε γέμισε με σύνεση,  και σε καταστόλισε ποικιλόμορφα με τις ιδέες των καλών). Δεν μπορούμε να σχολιάσουμε τον τρόπο δράσεως αυτόν του Θεού – ποιος μπορεί να γίνει σύμβουλός Του; - μπορούμε όμως να παραδειγματιστούμε όλοι από τον άγιο Μάμα, προσπαθώντας, όσο είναι δυνατόν, να μη γινόμαστε αντιδραστικοί στα καλά που μας παραδίδονται από τις προηγούμενες γενιές. Κάποτε, θα πρέπει όλοι, ως πρόσωπα, ως κοινωνία, ως κράτος να σοβαρευτούμε, επιλέγοντας την ωριμότητα της αποδοχής των καλών και όχι διαρκώς την ανωριμότητα της απόρριψης. Κάποτε θα πρέπει να αφήσουμε την αντιδραστικότητα της εφηβείας και να ενηλικιωθούμε.

01 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΑΤΕΡΑ ΜΑΣ ΟΥΡΑΝΙΕ...


«Τῆς αὐτολέκτου καί θείας διδασκαλίας Χριστοῦ, τήν προσευχήν μαθόντες, καθ’ ἑκάστην ἡμέραν, βοήσωμεν τῷ Κτίστῃ∙ Πάτερ ἡμῶν, ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς κατοικῶν, τόν ἐπιούσιον ἄρτον δίδου ἡμῖν, παρορῶν ἡμῶν τά πταίσματα» (στιχηρό εσπερινού 1ης Σεπτεμβρίου).

(Αφού μάθαμε την προσευχή της θείας διδασκαλίας που είπε ο Ίδιος ο Χριστός, ας φωνάξουμε στον Δημιουργό καθημερινά: Πατέρα μας που κατοικείς στους ουρανούς, δίνε μας τον καθημερινό άρτο, παραβλέποντας τα πταίσματά μας).

Την πρώτη ημέρα της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς, που ξεκινά βεβαίως με τον εσπερινό της προηγουμένης, δεν είναι τυχαίο ότι ο άγιος υμνογράφος θέτει ως πρώτο ύμνο της ακολουθίας την κλήση να προσευχόμαστε με τα λόγια που δίδαξε ο ίδιος ο ενανθρωπήσας Θεός: «Πάτερ ἡμῶν». Κι αυτό βεβαίως διότι για την Εκκλησία μας δεν υπάρχει σπουδαιότερη προσευχή από αυτήν – είναι η Κυριακή προσευχή, η προσευχή του Κυρίου. Ποιος άλλος θα μπορούσε να μας μάθει πώς να προσευχόμαστε παρά ο Ίδιος ο Δημιουργός μας; Αυτός είναι που στο αίτημα των μαθητών Του για το πώς να προσεύχονται απάντησε με τα συγκεκριμένα λόγια της προσευχής. Γι’ αυτό και έκτοτε κάθε προσευχή της Εκκλησίας μας στην ουσία αποτελεί επανάληψη ή προέκταση και ανάλυση της πιο βαθειάς αυτής προσευχής, που σημαίνει ότι εκκλησιαστικά προσευχόμαστε αδιάκοπα με τον τρόπο του Θεού μας.

Να προσφωνούμε τον Θεό «Πατέρα», συνεπώς να νιώθουμε ως παιδιά Του αγαπημένα, είναι μία χαρισματική πραγματικότητα – δεν μπορεί να Τον πει έτσι κανείς άνθρωπος εκτός της χάρης του Θεού, εκτός δηλαδή της Εκκλησίας. Είναι η δωρεά που δίνει ο Χριστός στον βαπτισμένο στο όνομά Του άνθρωπο, γεγονός που φανερώνεται κατεξοχήν στη Θεία Λειτουργία. «Καί καταξίωσον ἡμᾶς, Δέσποτα, μετά παρρησίας, ἀκατακρίτως, τολμᾶν ἐπικαλεῖσθαι Σέ, τόν ἐπουράνιον Θεόν, Πατέρα, καί λέγειν: Πάτερ ἡμῶν...». Πρόκειται για την αλήθεια που διακηρύσσει ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής ήδη από το πρώτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του. «Ὅσοι έλαβον Αὐτόν (δηλαδή πίστεψαν στόν Χριστό), ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι». Ποια μεγαλύτερη εξουσία στον κόσμο υπάρχει από εκείνην που δίνει ο Παντοδύναμος Θεός στον άνθρωπο, γιατί ακριβώς τον έχει κάνει παιδί Του; Οι άγιοί μας που βίωναν στο απόλυτο δυνατό την κάθε λέξη των προσευχών και των λόγων του Χριστού έχουν εκφράσει συγκλονιστικές αλήθειες ειδικά για την Κυριακή προσευχή.

Ο όσιος Σωφρόνιος του Έσσεξ για παράδειγμα, για να αναφερθούμε σε σύγχρονο άγιο, πολλές φορές έχει γράψει πάνω στο θέμα αυτό. Ο ίδιος καταρχάς έχει αποκαλύψει ότι υπήρχαν εποχές που ξεκινούσε το «Πάτερ ἡμῶν» το πρωί για να το ολοκληρώσει το βράδυ: την κάθε λέξη την περνούσε βιωματικά μέσα από ολόκληρη την ύπαρξή του. Γι’ αυτό και δεν δίσταζε να πει στις ομιλίες του στο τέλος της ζωής του: «Και μόνη η προφορά του Ονόματος του Θεού μάς φλέγει πραγματικά σαν φωτιά. Έτσι θα έπρεπε να προφέρουμε και το «Πάτερ ἡμῶν». Ουσιαστικά, αν προφέραμε μόνο μία φορά σε ολη τη ζωή μας τις λέξεις αυτές του «Πάτερ ἡμῶν» με το αυθεντικό νόημά τους, που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα του Ίδιου του είναι, θα ήταν αρκετό. Σε αυτό έγκειται το μυστήριο της αναγεννήσεώς μας από την αμαρτωλή κατάστασή μας σε εκείνην που αναμένει από εμάς ο Κύριος».

Ο άγιος υμνογράφος λοιπόν, για να επανέλθουμε στον πρώτο εκκλησιαστικό ύμνο του νέου έτους, μας θυμίζει την αλήθεια αυτή. Να παρακαλούμε τον Θεό ως Πατέρα μας με την αίσθηση της υιϊκότητάς μας, με επίγνωση βεβαίως της αμαρτωλότητάς μας. «Δίνε μας τον επιούσιο άρτο μας (και το επίγειο αλλά και τον αιώνιο μέσα από τη Θεία Ευχαριστία) και συγχώρα τα πταίσματά μας». Γιατί είναι ο Μόνος που μπορεί να μας καθαρίσει από την όποια πνευματική και ψυχική ακαθαρσία μας. Αρκεί να Τον παρακαλούμε, όπως είπαμε, εκκλησιαστικά: ως μέλη του αγίου Σώματός Του εν μετανοία και ταπεινώσει, που θα πει εν αγάπη και ανεξίκακα.

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

 

Αρχή της νέας εκκλησιαστικής χρονιάς η 1ηΣεπτεμβρίου, γι’  αυτό και όλη η εκκλησιαστική ακολουθία, πέραν βεβαίως εκείνης που αναφέρεται και στους άλλους αγίους που εορτάζουμε σήμερα, όπως τον όσιο Συμεών τον στυλίτη, τις άγιες σαράντα γυναίκες μάρτυρες, αποτελεί στην πραγματικότητα μία ευχή: να ευλογήσει ο Κύριος τη χρονιά αυτή – «ευλόγησον τον στέφανον του ενιαυτού της χρηστότητός Σου, Κύριε» - που σημαίνει να δώσει τη χάρη Του, ώστε να ζήσουμε οι άνθρωποι με ειρήνη και ομόνοια, ακολουθώντας τις άγιες εντολές Εκείνου. Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι η Εκκλησία μας μόνο με τον τρόπο αυτό θεωρεί ότι υπάρχει ευλογία στον κόσμο: όχι αν οι άνθρωποι απλώς ευημερούν οικονομικά, όχι αν όλα τους έρχονται βολικά, όπως λέμε, αλλά  αν βρισκόμαστε «εν ομονοία και ειρήνη», κυρίως όμως αν τηρούμε τις άγιες εντολές του Θεού. Η προτεραιότητα του συντονισμού μας με το θέλημα του Θεού, η πραγματοποίηση, όπως σημειώνουν οι ύμνοι της ημέρας, των αιτημάτων του «Πάτερ ημών», για να έχουμε την ευλογία του Θεού, δεν σημαίνει βεβαίως υποτίμηση και υποβάθμιση και των οικονομικών μεγεθών: χωρίς αυτά δεν μπορεί ο άνθρωπος να επιβιώσει σ’  αυτόν τον κόσμο. Σημαίνει ότι τα οικονομικά δεν έχουν την προτεραιότητα. Το πρώτο στη ζωή μας είναι το «ελθέτω η βασιλεία Σου», όπως άλλωστε δίδαξε την ορθή ιεράρχηση των πραγμάτων ο ίδιος ο Κύριος: «ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και ταύτα πάντα (όλα τα υλικά και επίγεια) προστεθήσεται υμίν».

Δυστυχώς, στην εποχή μας, η ιεράρχηση αυτή σ’  ένα μεγάλο ποσοστό έχει ανατραπεί. Ο Θεός και το άγιο θέλημά Του έχει μπει στο περιθώριο, αν δεν έχει διαγραφεί πλήρως, και προτεραιότητα ως αποκλειστικός σχεδόν σκοπός του ανθρώπου έχει γίνει το οικονομικό στοιχείο. Ίνδαλμα για τους πολλούς φαντάζει ο άφρων πλούσιος της γνωστής παραβολής, ο οποίος ναι μεν ευφραινόταν καθ’  ημέραν λαμπρώς, ο θάνατος όμως ήλθε αδυσώπητος και απροειδοποίητα στη ζωή του και του…ανέτρεψε τα σχέδια, βυθίζοντάς τον στην άφατη οδύνη. Από την άποψη αυτή, η εποχή μας είναι εποχή αφροσύνης, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνον πολλούς πλουσίους, αλλά και ένα πολύ μεγάλο μέρος των πτωχών. Γιατί και οι πτωχοί, αν επιθυμούν ως προτεραιότητα της ζωής τους τα χρήματα και τα υλικά αγαθά, έστω κι αν δεν τα έχουν, ως άφρονες πλούσιοι αντιμετωπίζονται από τον λόγο του Θεού. Το περιεχόμενο της καρδιάς μας είναι εκείνο που έχει πάντοτε προ οφθαλμών Του ο Θεός, κατά την αποκάλυψη του ίδιου του Θεού.

Η Εκκλησία μας σήμερα, με την πρωτοχρονιά που εορτάζει, υπενθυμίζοντάς μας και την έναρξη της δημόσιας δράσης του Κυρίου με το κήρυγμά Του στη Ναζαρέτ για μία καινούργια εποχή δεκτή και ευάρεστη στον Θεό, μας φέρνει σε ισορροπία, διότι μας προτείνει αυτό που συνιστά το αιώνιο θέλημα του Θεού: πάνω από όλα να θέτουμε ακριβώς Εκείνον και τον λόγο Του. Μας ανοίγει και πάλι τα μάτια, σε μία εποχή σύγχυσης και θόλωσης της διάνοιας, για να συνειδητοποιούμε ότι στη ζωή βρισκόμαστε κατά χάριν Θεού, ότι Εκείνος παρατείνει τον χρόνο της διαμονής μας σ’ αυτόν, ως «καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θέμενος», προκειμένου να ζούμε κατά το θέλημά Του.

Με άλλα λόγια, η Εκκλησία μάς υπενθυμίζει ότι ο χρόνος αποτελεί δωρεά του Θεού, όχι για να τη σπαταλάμε σε ανοησίες και αμαρτίες, αλλά να την αξιοποιούμε προς ανοδική πορεία πάντοτε προς Αυτόν, δηλαδή σε πορεία αγάπης προς τον συνάνθρωπο. Και τότε, μας λέει, θα δούμε ό,τι υποσχέθηκε ο Κύριος: την ώρα που θα θέτουμε αυτό το θέλημά Του ως βάση της ζωής μας, την ίδια ώρα θα ενεργοποιούνται και οι δυνάμεις Εκείνου, προς υπέρβαση αφενός των όποιων προβλημάτων μας, προς αποκατάσταση αφετέρου και όλης της δημιουργίας. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ και αρκετά χρόνια, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο έχει προβάλει την αρχή του εκκλησιαστικού έτους ως ημέρα προστασίας του περιβάλλοντος. Και εύλογα: το θέλημα του Θεού, όπως είπαμε, βιούμενο από τον «βασιλιά» της κτίσεως, τον άνθρωπο, έχει άμεση αντανάκλαση και σε όλη τη φύση και σε όλη τη δημιουργία. Έχει κατά κόρον τονιστεί: η λύση στη σημερινή οικονομική κρίση, και κάθε κρίση βεβαίως,  θα έλθει, μόλις αρχίσουμε να ζούμε ως πραγματικοί άνθρωποι, με βάση τον νόμο του Θεού. Με απλά λόγια, η κρίση οποιασδήποτε διάστασης είναι κατ’  ουσίαν πνευματική.