04 Δεκεμβρίου 2022

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

 

«Ο όσιος έζησε επί της βασιλείας Λέοντος του Ισαύρου και Κωνσταντίνου του υιού του (8ος αι.) και καταγόταν από λαμπρό γένος που διακρινόταν για την ορθόδοξη πίστη του. Ο πατέρας του ήταν φιλάρετος άνθρωπος, ο οποίος έδωσε στον υιό του Ιωάννη τη δυνατότητα να εκπαιδευθεί στα ελληνικά γράμματα, αλλά και να εξερευνήσει καλά τον βυθό της θεόπνευστης Γραφής. Αργότερα ο Ιωάννης ακολούθησε τον μοναχικό βίο μαζί με τον μακαριότατο Κοσμά που ζούσαν μαζί (ως αδέλφιαγιατί τον είχε υιοθετήσει ο πατέρας του οσίου) και που ύστερα έγινε επίσκοπος της περιοχής Μαϊουμά. Και οι δύο λοιπόν εκπαιδεύθηκαν από έναν δάσκαλο, που και εκείνος λεγόταν Κοσμάς (ο επιλεγόμενος  Ασηκρίτης: σύμβουλος και ιδιαίτερος γραμματέας) και είχε εξαγοραστεί από τον πατέρα τού Ιωάννη μαζί με άλλους αιχμαλώτους. Ο Ιωάννης και ο (θετός) αδελφός του Κοσμάς λοιπόν αφού έφτασαν στο άκρο σημείο της σοφίας, με τέτοιο δάσκαλο που είχαν, έπειτα έγιναν μοναχοί, αφιερωμένοι στον Θεό.

Ο Ιωάννης παραδόθηκε εντελώς στον προεστώτα της Μονής του αγίου Σάββα, ο οποίος του δίδασκε προσωπικά τη μακάρια αρετή της υπακοής. Σ’ αυτόν τον προεστώτα λοιπόν λέγεται ότι του εμφανίστηκε η Υπεραγία Θεοτόκος σε όνειρο και του είπε (όσο ακόμη ο Ιωάννης ζούσε μαζί με τον διδάσκαλο), ή μάλλον του έδωσε εντολή να επιτρέψει στον μαθητή του Ιωάννη να συνθέσει ύμνους προς δόξαν του Χριστού που γεννήθηκε ασπόρως από αυτήν, και για καύχημα αυτών που οφείλουν να δοξολογούν την Ίδια μέσα από την καρδιά τους. Αυτό λοιπόν και συνέβη, οπότε ο Ιωάννης άρχισε να γράφει ύμνους και λόγους.

Χωρίς λοιπόν να εγκαταλείψουν καθόλου την ασκητική τους διαγωγή ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, ο μεν μακάριος Κοσμάς αφού άφησε πολλά συγγράμματα στην Εκκλησία, αναπαύτηκε εν ειρήνη. Ο δε αοίδιμος Ιωάννης, αφού έπραξε και αυτός τα όμοια με τον Κοσμά και πλείστα άλλα∙   αφού μάλιστα με τη δύναμη των λόγων του και με τις σοφές αποδείξεις από τις Γραφές στηλίτευσε πάρα πολύ τη δυσεβή αίρεση των Εικονομάχων και άφησε πολλά συγγράμματα στην Εκκλησία του Θεού με τα οποία βρίσκεται η καθαρή γνώσις σχεδόν κάθε θέματος που αναζητεί κανείς, σε βαθύ γήρας έφυγε από τη ζωή αυτή, σε ηλικία εκατόν τεσσάρων χρονών (κατ’ άλλους ογδόντα τεσσάρων χρονών)».  

Τρία είναι κυρίως τα σημεία στα οποία κινείται η χαριτόβρυτη γραφίδα του αγίου υμνογράφου Στεφάνου του Σαββαῒτου, προκειμένου να υμνήσει τον μεγάλο Πατέρα και υμνογράφο της Εκκλησίας Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Πρώτον, ο αντιαιρετικός του αγώνας εναντίον όλων εκείνων των κακοδόξων, οι οποίοι διαστρέβλωναν την ορθόδοξη πίστη και για την αγία Τριάδα και για τον Κύριο Ιησού Χριστό. Δεύτερον, ο υμνολογικός όγκος των ποιημάτων του, με τα οποία δοξάζεται πέραν από την αγία Τριάδα και τον Κύριο, η Υπεραγία Θεοτόκος (που κατ’  εντολήν Εκείνης ενεργοποιήθηκε το υμνολογικό του χάρισμα) και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Τρίτον, η βασική προϋπόθεση για να υπάρχει όλο το έργο του αγίου και όλη η προσφορά του στην Εκκλησία, ιδίως δε να υφίσταται στους αιώνες το δώρο του Θεού που είναι η ίδια η ύπαρξή του: ο εσωτερικός άγρυπνος νηπτικός του αγώνας που εκφραζόταν με την όλη ασκητική του προσπάθεια και αγωγή.

Κι αξίζει να τονίσει κανείς από το πρώτο σημείο, ότι όντως ο άγιος αγωνίστηκε στην εποχή του κατά όλων των αιρέσεων, κυρίως όμως κατά της αίρεσης της εικονομαχίας: της αμφισβήτησης της ύπαρξης των εικόνων στην Εκκλησία, αίρεσης που απεδείκνυε στην πραγματικότητα τη συνέχεια των χριστολογικών αιρέσεων του μονοφυσιτισμού (: ο Χριστός είναι μόνον Θεός) αλλά και του νεστοριανισμού (: ο Χριστός είναι μόνον άνθρωπος), επομένως πιο πίσω οδηγούσε και στις τριαδολογικές αιρέσεις, όπως του αρειανισμού και των Πνευματομάχων. «Έλεγξες με σαφήνεια εγγράφως, Ιωάννη, τη διαίρεση του Νεστορίου, τη σύγχυση του Σεβήρου, την παρανοϊκή πίστη αυτών που έλεγαν ότι ο Κύριος έχει μία μόνο θέληση και μία ενέργεια, καθώς άστραψες σε όλον τον κόσμο το φως της ορθοδοξίας» (ωδή η΄). Κι ακόμη: «Έσπειρε ο εχθρός (διάβολος), κατά τη συνήθειά του, τα ζιζάνια των αιρετικών στην Εκκλησία του Χριστού: δηλαδή να αθετείται η προσκύνηση Εκείνου με τις σεπτές εικόνες. Όμως βρήκε εσένα, Ιωάννη, να είσαι ξύπνιος και να ξεριζώνεις κάθε νόθο σπόρο» (ωδή η΄).

 Εννοείται βεβαίως ότι ο αντιαιρετικός αγώνας του αγίου γινόταν πάντα με θετική φορά∙ δηλαδή με την παρουσίαση και έκθεση ταυτοχρόνως των ορθοδόξων δογμάτων, τα οποία διαφυλάσσουν την αλήθεια της αποκάλυψης του Χριστού. Το σημειώνει με σαφήνεια ο υμνογράφος: «Ανέτρεψες με τη σοφία σου τις αιρέσεις, παμμακάριστε πάνσοφε Ιωάννη, και έδωσες το ορθόδοξο δόγμα στην Εκκλησία, προκειμένου να έχει την ορθή πίστη αλλά και να δοξολογεί ορθά την αγία Τριάδα ως Μονάδα τρισυπόστατη σε μία ουσία» (εξαποστειλάριο). Δεν θέλουμε να επεκταθούμε σε περισσότερες αναλύσεις και με περισσότερες παραπομπές του κανόνα του αγίου. Εκείνο όμως που δεν πρέπει να ξεχνάμε, κάθε φορά μάλιστα που εισερχόμαστε σε οποιοδήποτε ναό ή και στο σπίτι μας με το προσκυνητάρι μας, είναι ότι για την ύπαρξη των εικόνων που και μόνο βλέποντάς τες αναγόμαστε στον Κύριο και σε όλους τους αγίους εν κατανύξει, ο πρώτος Πατέρας που θεολόγησε γι’  αυτές φανερώνοντας την αίρεση των εικονομάχων είναι ακριβώς ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Στη θεολογία κυρίως εκείνου στηρίχτηκε η Εκκλησία μας κατά την έβδομη Οικουμενική Σύνοδο (787) για να δογματίσει θεοπρεπώς.

Από το δεύτερο σημείο του υμνολογικού πλούτου του χαρίσματός του να πούμε, ακολουθώντας τον άγιο υμνογράφο, ότι πράγματι όχι μόνο τον Θεό μας: την αγία Τριάδα και τον Κύριό μας, αλλά και την Παναγία μας (κατεξοχήν Αυτήν) και όλους τους αγίους υμνολόγησε ο άγιος Ιωάννης. Είδαμε ότι η ίδια η Θεοτόκος ήταν Εκείνη που με εντολή Της ενεργοποίησε το χάρισμα του αγίου, σε βαθμό που πολλοί ύμνοι της Εκκλησίας μας που τους έχουμε στο στόμα και την καρδιά μας (όπως π.χ. η αναστάσιμη υμνολογία ή οι ιαμβικοί κανόνες των Χριστουγέννων) είναι του αγίου Δαμασκηνού, πολύ περισσότερο δε οι τριαδολογικοί λεγόμενοι κανόνες του, του Σαββατοκύριακου, όπου εκεί ανοίγεται κυριολεκτικά ο νους του πιστού ανθρώπου για να δει την πίστη του σε όλες της τις διαστάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο άγιος μέγας Γέρων Πορφύριος της εποχής μας αγαπούσε υπερβαλλόντως τους κανόνες αυτούς, τους έψελνε, τους μάθαινε απ’ έξω, εντρυφούσε στη θεολογία τους. Κυρίως αυτούς είχε υπόψη όταν έλεγε σε νεαρό που ήθελε να σπουδάσει θεολογία ότι και μόνον η προσεκτική και στοχαστική με προσευχητική διάθεση εντρύφηση στους τριαδολογικούς κανόνες ισοδυναμεί με τη λήψη ενός θεολογικού πτυχίου.

«Δίδαξες όλους τους υιούς της Εκκλησίας να υμνολογούν ορθοδόξως τη σεπτή Τριαδική Μονάδα, όπως και να θεολογούν τη θεία σάρκωση του Λόγου του Θεού, διατρανώνοντας με σαφήνεια, Ιωάννη, τα δυσκολονόητα για τους πολλούς των ιερών συγγραφών» (ωδή θ΄). Αλλά και: «Υμνολόγησες, όσιε, τα τάγματα των αγίων, την αγνή Θεοτόκο, τον Πρόδρομο του Χριστού, κι ακόμη τους Αποστόλους, τους Προφήτες, τους σοφούς Διδασκάλους μαζί με τους ασκητές, τους Δίκαιους και τους Μάρτυρες, γι’ αυτό και τώρα βρίσκεσαι στις δικές τους σκηνές» (ωδή θ΄). Θα ήταν καλό, έστω και ως γνώση, να πούμε ότι στο όνομά του αναφέρονται 531 ειρμοί, 115 τουλάχιστον κανόνες, 453 ιδιόμελα και 139 στιχηρά προσόμοια, όπως και ότι στο δικό του όνομα επίσης προσγράφονται και τα νεκρώσιμα ιδιόμελα.

Το τρίτο σημείο είναι αυτό στο οποίο κυριολεκτικά αναλώνεται ο όσιος Στέφανος, ο υμνογράφος του. Θα λέγαμε ότι έχει τη διαρκή έγνοια μη τυχόν και θεωρήσει κανείς το έργο του αγίου Δαμασκηνού ως καρπό μίας διανοητικής και μόνο αναζήτησης ή ενός σπουδαίου έστω στοχασμού. Απαρχής μέχρι τέλους προσανατολίζει τη σκέψη μας, αλλά και την προσευχή μας, στα ένδον του αγίου: στην καρδιά του και τον πνευματικό αγώνα τον οποίο έκανε, ώστε να μας κάνει να καταλάβουμε πως ό,τι έγραψε και έκανε ο άγιος ήταν απαύγασμα της προσευχομένης βαθειάς καρδιάς του – μία έμπνευση Θεού (για να θυμηθούμε τον άγιο Σωφρόνιο της εποχής μας). Δεν παύει να μας λέει ότι ο Κύριος και το Άγιο Πνεύμα ήταν οι πηγές έμπνευσης του οσίου Ιωάννη, γιατί ο ίδιος με τη θερμότητα της αγάπης του προς τον Θεό κατέστησε τον εαυτό του, την ψυχή και το σώμα του, δεκτικό έδαφος για να αρδευτεί από τον Ουρανό.

Εντελώς δειγματοληπτικά: «Φωτίστηκες κατά το οπτικό της ψυχής από το λαμπρός φως της Τριάδος. Εισήλθες μέσα στον γνόφο του Πνεύματος» (στιχ. εσπερ.). «Ένδοξε Πάτερ Ιωάννη, απομακρύνθηκες από την κοσμική ταραχώδη σύγχυση και έτρεξες στη γαλήνη του Χριστού. Και πράγματι έτσι πλούτισες από τη θεϊκή θεωρία και την πράξη» (απόστ. εσπ.). «Δάμασες με πολλούς ιδρώτες της ασκήσεως το σώμα σου, γι’ αυτό και εύκολα ανέβηκες σε ουράνιο ύψος, εκεί που σου δίνονται τα θεϊκά μέλη, τα οποία μελώδησες δυνατά, πάτερ όσιε, στους φίλους του Κυρίου» (κοντάκιο).  «Αφού έκανες πέρα την απάτη του βίου και σήκωσες τον Σταυρό του Κυρίου, πάλαιψες δυνατά με την άσκησή σου τον Πονηρό» (κάθισμα δοξαστικό όρθρου) κ.ά.π.

Στο πρόσωπο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού βλέπουμε τι σημαίνει μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας: να συμβασιλεύει με τον Κύριο, αλλά και να είναι ο φίλος και ο προστάτης μας σε όλα τα δύσκολα του βίου.

03 Δεκεμβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΓΙΑΣ ΒΑΡΒΑΡΑΣ)

«Ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. 3, 27 )

Τή σημασία τοῦ βαπτίσματος ἐν Χριστῷ τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ τόν παραπάνω λόγο του ἀπό τήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή του. ῾Ο ἀπόστολος σημειώνει ὅτι ὁ σκοπός τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου ἦταν ἡ ἐπανάκτηση ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ μεγαλειώδους προορισμοῦ πού ὁ Δημιουργός ἀπαρχῆς τοῦ εἶχε θέσει: τό καθ᾽ ὁμοίωσιν ᾽Εκείνου, κάτι πού ὁ ἄνθρωπος ὁριστικά ἀπώλεσε μετά τήν πτώση του στήν ἁμαρτία, μαζί μέ τή ζόφωση πού ὑπέστη καί ἡ ἴδια ἡ κατ᾽ εἰκόνα Θεοῦ πλάση του. ῾Ο Κύριος μέσα στό πλαίσιο ὅμως τῆς ἄπειρης ἀγάπης Του οἰκονομεῖ τά πράγματα ἔτσι ὥστε ὁ ἄνθρωπος καί πάλι νά ἀποκατασταθεῖ, ἀρχῆς γενομένης μέ τήν ἐκλογή τοῦ λαοῦ τοῦ ᾽Ισραήλ καί τόν Νόμο πού τούς δίδει διά τοῦ Μωϋσέως - ἡ ἐποχή τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. ῾Ο Νόμος αὐτός πού λειτουργοῦσε ὡς φύλακας καί παιδαγωγός τοῦ ἀνθρώπου τελείωσε τήν ἀποστολή του, ὅταν ἦλθε ὁ ῎Ιδιος στόν κόσμο, «γενόμενος ὑπό γυναικός, γενόμενος ὑπό νόμον», πού σημαίνει ὅτι καί πάλι δόθηκε ἡ δυνατότητα τῆς υἱοθεσίας ἀπό τόν Θεό γιά τόν ἄνθρωπο. «῞Ινα τήν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν».  Κι αὐτή ἡ υἱοθεσία περνᾶ μέσα ἀπό τό κατά Χριστόν βάπτισμα, μέ τό ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἐνδύεται πιά ὡς υἱός τοῦ Θεοῦ τόν ἴδιο τόν Χριστό. «῞Οσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε».

1. Τό βάπτισμα ἐνδύει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Χριστό. Δέν πρόκειται λοιπόν, ὅταν μιλᾶμε γι᾽ αὐτό, περί ἑνός ἁπλοῦ κοινωνικοῦ γεγονότος, στό ὁποῖο καλοῦνται οἱ συγγενεῖς τοῦ βαπτιζομένου, μεγάλου ἤ νηπίου στήν ἡλικία - ἡ ᾽Εκκλησία μας δέχθηκε ἀπό πολύ νωρίς τόν νηπιοβαπτισμό, διότι τό νήπιο δέν θεωρεῖται ἀρνητικό στή λήψη τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ  - γιά νά ῾διασκεδάσουν᾽ μέ τά τεκταινόμενα˙ οὔτε περί ἑνός ῾μαγικοῦ᾽ τελετουργικοῦ, κατά τό ὁποῖο μέ λόγια καί νερό θά ξορκίσει κανείς κάποιο κακό. Μία τέτοια κατανόηση ὡς ἁπλοῦ κοινωνικοῦ γεγονότος ἤ περίεργου τελετουργικοῦ παραπέμπει εἴτε γιά τήν πρώτη περίπτωση  σέ κοινωνία ἀθέων πού τά πάντα ἀντιμετωπίζονται ἰσοπεδωτικά ἀπό τήν ξερή ἀνθρώπινη λογική, ἡ ὁποία θεωρεῖται κριτήριο ὅλων, εἴτε γιά τή δεύτερη σέ θρησκεῖες καί θεοσοφίες, πού λειτουργοῦν ὑπό τήν ἐπήρεια πονηρῶν πνευμάτων καί πού τίς κατήργησε βεβαίως ὁ Χριστός μέ τόν ἐρχομό Του.

Τό ἐν Χριστῷ βάπτισμα ἐνσωματώνει τόν ἄνθρωπο στόν ἴδιο τόν Κύριο, καθιστώντας αὐτόν μέλος ᾽Εκείνου. Συνιστᾶ συνεπῶς μία κατεξοχήν χαρισματική πράξη τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία θεμελιώνεται στόν ἐρχομό Του ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῾Ο ἐνανθρωπήσας Θεός δηλαδή, ὁ Κύριος, ἐρχόμενος στόν κόσμο γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου δίδει τήν ἀπόλυτη καί ἀποτελεσματική ὤθηση στόν ἄνθρωπο νά σωθεῖ, κάνοντάς τον κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ Του, ἐντάσσοντάς τον δηλαδή μέσα στήν ἀνθρώπινη φύση Του. «᾽Εγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα».  ῎Αν ὁ Κύριος ἐρχόταν μόνο γιά νά κηρύξει τήν ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, κρίνοντας τόν ἄνθρωπο γιά τήν ἁμαρτία του καί καλώντας τον νά τήν ὑπερβεῖ ἀπό μόνος του, δέν θά διέφερε ἀπό τούς ἄλλους προφῆτες πού ὁ ῎Ιδιος ἔστελνε στήν Παλαιά Διαθήκη. Θά ἦταν καί Αὐτός ἕνας προφήτης ἀλλά ὄχι Σωτήρας. Κι ἴσως θά παρουσιαζόταν ἔτσι ὡς τύραννος καί δυνάστης καί ἀπάνθρωπος, δεδομένου ὅτι θά ζητοῦσε ἀπό τόν ἄνθρωπο δυνάμεις πού ἐκ τῶν πραγμάτων ἐκεῖνος λόγω τοῦ τραύματος τῆς ἁμαρτίας δέν εἶχε. ῾Ο Κύριος ὅμως εἶναι φιλάνθρωπος καί ἡ ἀγάπη Του γιά τά πλάσματά Του εἶναι δεδομένη. Καί πάλι τονίζουμε: ἦλθε στόν κόσμο καί προσέλαβε τόν ἄνθρωπο καθ᾽ ὁλοκληρίαν, πλήν τῆς ἁμαρτίας του. Καί γενόμενος ὁ ῎Ιδιος πραγματικός ἄνθρωπος, χωρίς νά παύσει ποτέ νά εἶναι καί τέλειος Θεός, δίδει στόν πεσμένο λόγω τῆς ἁμαρτίας ἄνθρωπο τή χάρη τοῦ Πνεύματός Του, ὤστε διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος νά γίνει ἕνα μέ Αὐτόν. ῞Ο,τι ὁ ἄνθρωπος ἔχασε διά τῆς ἁμαρτίας μπορεῖ πιά ἐν Χριστῷ πολλαπλασίως νά τό ἀποκτήσει καί πάλι.

2. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή τό βάπτισμα εἶναι μία νέα γέννηση γιά τόν ἄνθρωπο. Γεννιέται μέσα σ᾽ αὐτόν ὁ Χριστός καί ἀρχίζει ὁ καινούργιος αὐτός ἄνθρωπος νά λειτουργεῖ στόν κόσμο ὡς ἄλλος Χριστός. Κι εἶναι αὐτή ἡ γέννα ἡ πολιτογράφηση τοῦ ἀνθρώπου στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «᾽Εάν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» εἶπε ὁ Κύριος. ῾Η μαρτυρία τοῦ ἀποστόλου Παύλου ὅτι «ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ ἐν ἐμοί Χριστός» ἀποτελεῖ τή μαρτυρία καί κάθε πιστοῦ χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος συνειδητοποιεῖ χάριτι Θεοῦ ὅτι διά τοῦ ἀγίου βαπτίσματος ἔγινε  ἕ ν α  μέ τόν Κύριο, τόν ῾Οποῖο ἐνδύθηκε καί στήν ψυχή καί στό σῶμα. Τά πάντα σ᾽ αὐτόν δηλαδή σφραγίστηκαν ἀπό τόν Κύριο καί τό ῞Αγιο Πνεῦμα καί ἔτσι τό σῶμα του ἔγινε χριστο-σῶμα καί ἡ ψυχή του χριστο-ψυχή. «Οὐκ οἴδατε ὅτι τό σώμα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστι;... Δοξάσατε δή τόν Θεόν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καί ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ» θά φωνάξει μέ δύναμη καί πάλι ὁ ἴδιος ἀπόστολος. Κι ὅταν, γιά νά κάνουμε ἕνα μεγάλο ἅλμα στόν χρόνο καί νά φτάσουμε στή σημερινή ἐποχή, ὁ μεγάλος Σέρβος θεολόγος καί ὅσιος π. ᾽Ιουστίνος Πόποβιτς γράφει ὅτι οἱ αἰσθήσεις ὅλες τοῦ χριστιανοῦ εἶναι χριστο-αισθήσεις, τί ἄλλο προϋποθέτει ἀπό αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἄπειρη δωρεά τοῦ Χριστοῦ στό πλάσμα Του, νά τό κάνει δηλαδή μέλος καί τμῆμα δικό Του;

Οἱ ἅγιοι Πατέρες μας ἔχουν ἀναπτύξει ἐπ᾽ ἀρκετόν τή θεολογία τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ συνδεδεμένου μέ αὐτό ἁγίου χρίσματος. Κι ἀκριβῶς τά ἐννοοῦν μέ τήν παραπάνω εἰκόνα πού ἀποκαλύπτει ὁ Κύριος, τῆς γέννησης τοῦ ἀνθρώπου. ῞Ενας ἄνθρωπος γεννιέται, ἀρχίζει ὡς ζωντανό ὄν νά κινεῖται, ζητάει τροφή γιά νά ζήσει καί νά αὐξηθεῖ. Κατά τόν ἴδιο τρόπο καί ἡ νέα ἐν Χριστῷ γέννηση: ὁ ἄνθρωπος γεννιέται ἐν Χριστῷ διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, ἀρχίζει νά κινεῖται ὡς ζωντανή ὕπαρξη διά τῶν χαρισμάτων πού δίνει σ᾽ αὐτόν τό ἅγιο χρίσμα, τρέφεται καί αὐξάνεται διά τῆς πνευματικῆς τροφῆς τῆς θείας Κοινωνίας, τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Κι ἀμέσως κατανοοῦμε ἔτσι πόσο τό βάπτισμα, τό χρίσμα, ἡ θεία εὐχαριστία εἶναι ἀπολύτως συνδεδεμένα μεταξύ τους.

3. Οἱ ἅγιοι ὅμως μέ τά μετασκευασμένα ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μάτια τους μᾶς δίνουν τή δυνατότητα νά ἐννοήσουμε, ὅσο εἶναι δυνατό, τό τί διαδραματίζεται στό μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, κάτι πού τό ῾παρακολουθοῦμε᾽ καί στήν ἴδια τήν τέλεσή του. Κι αὐτό πού μᾶς λένε εἶναι ὅτι ὁ βαπτιζόμενος γίνεται μέλος Χριστοῦ, καθώς ἡ χάρη τοῦ Πνεύματός Του ἐνοικεῖ στό βάθος τῆς καρδιᾶς τοῦ βαπτιζομένου, ἐξορίζοντας ταυτόχρονα τήν ἐνέργεια σ᾽αὐτήν τοῦ Πονηροῦ - πρό τοῦ βαπτίσματος συνέβαινε τό ἀντίστροφο: ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργοῦσε ἐξωτερικά καί ἡ ἐνέργεια τοῦ Πονηροῦ ἐσωτερικά. Μιλᾶμε λοιπόν γιά τήν κάθαρση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τό προπατορικό λεγόμενο ἁμάρτημα, τό ὁποῖο φέρει κάθε ἄνθρωπος ἐρχόμενος στόν κόσμο, ὄχι ὡς βάρος ἐνοχῆς, ἀλλ᾽ ὡς ροπή ἀναγκαστική πρός τό κακό, δηλαδή πρός τήν ἐγωϊστική ζωή καί συμπεριφορά, μέ τά ἀποτελέσματα τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου. ῾Η χάρη αὐτή ἀπό τήν ἐνοίκηση τοῦ Χριστοῦ στόν ἄνθρωπο δέν καταργεῖ ἀσφαλῶς τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά τόν ὁδηγεῖ στό ἀφετηριακό σημεῖο νά μπορεῖ νά πορευτεῖ μέ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς χωρίς τήν ἀναγκαστικότητα τῆς ἁμαρτίας. Μέ ἄλλα λόγια ὁ πιστός διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ἐλεύθερος ἔχει τή δυνατότητα, μέ τήν ἐνίσχυση πιά τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, νά ἁγιασθεῖ καί νά φωτισθεῖ καί νά θεωθεῖ. ᾽Αντιστοίχως ὅμως ἔχει τή δυνατότητα καί ἄρνησης τῆς χάρης αὐτῆς: νά πορευτεῖ καί πάλι πρός τό κακό, μόνος αὐτός ὑπεύθυνος συνεπῶς καί γιά τήν ἐν Θεῷ προκοπή του καί γιά τή δαιμονοποίησή του.

4. Μέ βάση τά παραπάνω καταλαβαίνουμε ὅτι διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος ἀρχίζει οὐσιαστικά καί αὐτό πού ὀνομάζεται στήν ᾽Εκκλησία μας πνευματική ζωή. ῾Ο πιστός ζεῖ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ζεῖ δηλαδή τόν Χριστό καί ὡς Χριστός, προσπαθώντας ἀδιάκοπα νά κρατάει καθαρή τήν καρδιά του ἀπό τίς ἐπήρειες τοῦ κακοῦ, συνεπῶς νά κρατάει τήν καθαρότητα τοῦ βαπτίσματός του. Αὐτό συνιστᾶ καί τή βίωση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἤδη ἀπό τόν κόσμο τοῦτο, κατά τά ἀψευδῆ λόγια τοῦ Κυρίου μας: «᾽Ιδού ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι». Κι ἄν ἔχουμε πολλές μαρτυρίες τῶν ἁγίων τῆς ᾽Εκκλησίας μας περί τῶν θεοπτικῶν ἐμπειριῶν τους, τοῦτο ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἐξέφραζαν τήν ἐνέργεια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ τῆς εὑρισκομένης μέσα στήν καρδιά τους καί ἐπεκτεινομένης καί στό ἴδιο τό σῶμα τους. Στήν περίπτωση ὅμως πού λόγω ἀδυναμίας καί ῾δαιμονιώδους λήθης᾽ παρεξέκλιναν ἀπό τή σκοποθεσία τους αὐτή, γενόμενοι ἔτσι ἔρμαια καί πάλι τῶν παθῶν τους καί τῶν ἐπιρροῶν τοῦ Πονηροῦ, ρίχνονταν στή μετάνοια. ῾Η μετάνοια ἦταν καί εἶναι πάντοτε ἡ χάρη πού μᾶς ἀποκαθιστᾶ καί μᾶς ἐπαναφέρει μέ τά δάκρυά της καί πάλι στό σημεῖο τοῦ βαπτίσματός μας, γι᾽ αὐτό καί δεύτερο βάπτισμα χαρακτηρίζεται. Κι εἶναι τόσο σημαντικό τοῦτο, ὥστε τελικῶς ἅγιος στήν ᾽Εκκλησία μας, μέ τό δεδομένο τῶν πτώσεών μας στήν ἁμαρτία καί μετά τό βάπτισμα, εἶναι ὁ μετανοημένος ἁμαρτωλός. Πόση παρηγοριά ὑπάρχει πράγματι γιά ἐμᾶς τούς ταλαίπωρους καί ἀδύναμους ἀνθρώπους στή διδασκαλία τῆς ᾽Εκκλησίας μας ὅτι τό δεύτερο αὐτό βάπτισμα εἶναι ἐπαναλαμβανόμενο, γιατί ὁ Χριστός εἶναι ὁ Πατέρας μας πού ποτέ δέν ῾βαριέται᾽ νά μᾶς συγχωρεῖ!

῞Οσοι εἴμαστε βαπτισμένοι στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά παρακαλοῦμε τόν Θεό νά μᾶς ἀνοίγει τά μάτια νά βλέπουμε τή χάρη μέσα στήν ὁποία βρισκόμαστε: εἴμαστε κι ἐμεῖς Χριστός, προέκταση καί «ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ» παρουσία Του μέσα στόν κόσμο, Αὐτός ἀποτελεῖ τό ἔνδυμά μας. Συνεπῶς ἡ ζωή μας δέν μπορεῖ νά ξεφεύγει ἀπό τό κύριο γνώρισμα τῆς ζωῆς Αὐτοῦ, τήν ἀγάπη. «῾Ο Θεός ἀγάπη ἐστί» - πού λέει ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης ὁ Θεολόγος -  εἶναι πιά καί γιά ἐμᾶς. ᾽Εφόσον εἴμαστε μέλη Του, ὀργανικά συνδεδεμένοι μαζί Του, μέσα σ᾽ αὐτό τό «ἐστί» περιλαμβανόμαστε καί ἐμεῖς. Κι αὐτό θά πεῖ: ὁ χριστιανός κατανοεῖ τόν ἑαυτό του μόνο ὡς ἀγάπη γιατί εἶναι ἐνδεδυμένος τόν Χριστό, τήν ἐνσαρκωμένη ἀγάπη. Κάθε παρέκκλιση ἀπό αὐτήν σημαίνει ξέσκισμα τοῦ ἐνδύματός του καί ἀπώλεια Χριστοῦ. Τό ἴδιο ἄλλωστε δέν ἔκανε καί ἡ ἁγία μεγαλομάρτυς Βαρβάρα, τήν ὁποία ἑορτάζουμε σήμερα καί χάριν τῆς ὁποίας ἀκούστηκε καί τό συγκεκριμένο ἀποστολικό ἀνάγνωσμα; Δέν ἦταν δηλαδή αὐτή πού μέσα σέ ὅλα τά φυσικά της χαρίσματα, ψυχικά καί σωματικά, κατενόησε τό μεγαλύτερο ἐξ ὅλων τῶν χαρισμάτων, τήν ἔνδυσή της ἀπό τόν Κύριο; Καί μπροστά σ᾽ αὐτό τό χάρισμα θυσίασε ὅλα τά ἄλλα. Γι᾽ αὐτό ὅμως καί κέρδισε τά πάντα.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ ΛΟΥΚΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 13, 10-17)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; Καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ᾿ αὐτοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τόν καιρό, δίδασκε ὁ Ἰησοῦς σέ κάποια συναγωγή καί ἦταν ἡμέρα Σάββατο. Ἐκεῖ βρισκόταν καί μιά γυναίκα, δεκαοχτώ χρόνια ἄρρωστη ἀπό δαιμονικό πνεῦμα. Ἦταν κυρτωμένη καί δέν μποροῦσε καθόλου νά ἰσιώσει τό σῶμα της. Ὅταν τήν εἶδε ὁ Ἰησοῦς, τή φώναξε καί τῆς εἶπε: «Γυναίκα, ἀπαλλάσσεσαι ἀπό τήν ἀρρώστια σου». Ἔβαλε πάνω της τά χέρια του κι ἀμέσως ἐκείνη ὀρθώθηκε καί δόξαζε τό Θεό. Ὁ ἀρχισυνάγωγος ὅμως, ἀγανακτισμένος πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε τή θεραπεία τό Σάββατο, γύρισε στό πλῆθος καί εἶπε: «Ὑπάρχουν ἕξι μέρες πού ἐπιτρέπεται νά ἐργάζεται κανείς· μέσα σ’ αὐτές, λοιπόν, νά ἔρχεστε καί νά θεραπεύεστε, καί ὄχι τό Σάββατο». Ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: «Ὑποκριτῆ! Ὁ καθένας σας δέ λύνει τό βόδι του ἤ τό γαϊδούρι του ἀπό τό παχνί τό Σάββατο καί πάει νά τό ποτίσει; Κι αὐτή, πού εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, καί ὁ σατανᾶς τήν εἶχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δέν ἔπρεπε νά λυθεῖ ἀπ’ αὐτά τά δεσμά τό Σάββατο;» Μέ τά λόγια του αὐτά ντροπιάζονταν ὅλοι οἱ ἀντίπαλοί του κι ὁ κόσμος χαιρόταν γιά ὅλα τα θαυμαστά πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Αγίας Βαρβάρας: Γαλ. 3, 23-29. 4,1-5)

Ἀδελφοί, πρὸ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι. Ὥστε ὁ νόμος παιδαγωγὸς ἡμῶν γέγονεν εἰς Χριστόν, ἵνα ἐκ πίστεως δικαιωθῶμεν· Ἐλθούσης δὲ τῆς πίστεως οὐκέτι ὑπὸ παιδαγωγόν ἐσμεν. Πάντες γὰρ υἱοὶ Θεοῦ ἐστε διὰ τῆς πίστεως ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· ὅσοι γὰρ εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ· πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Εἰ δὲ ὑμεῖς Χριστοῦ, ἄρα τοῦ Ἀβραὰμ σπέρμα ἐστὲ καὶ κατ” ἐπαγγελίαν κληρονόμοι. Λέγω δέ, ἐφ' ὅσον χρόνον ὁ κληρονόμος νήπιός ἐστιν, οὐδὲν διαφέρει δούλου, κύριος πάντων ὤν, ἀλλὰ ὑπὸ ἐπιτρόπους ἐστὶ καὶ οἰκονόμους ἄχρι τῆς προθεσμίας τοῦ πατρός. Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι· ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ἐκ γυναικός, γενόμενον ὑπὸ νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδερφοί μου, πρίν ἔρθει ὁ Χριστός, μᾶς φρουροῦσε ὁ νόμος. Ἤμασταν φυλακισμένοι, ὥσπου νά φανερωθεῖ ὁ μελλοντικός σωτήρας μας. Ὁ νόμος, λοιπόν, ἦταν σκληρός παιδονόμος γιά μᾶς, ὥσπου ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός, ὁπότε ἡ πίστη μας σ’ αὐτόν μᾶς χάρισε τή σωτηρία. Τώρα ὅμως πού ἦρθε ὁ Χριστός, δέν εἴμαστε πιά ὑπόδουλοι στό νόμο. Εἶστε, λοιπόν, ὅλοι παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ πιστεύετε στόν Ἰησοῦ Χριστό. Κι αὐτό, γιατί ὅσοι βαφτιστήκατε στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔχετε ντυθεῖ τό Χριστό. Δέν ὑπάρχει πιά Ἰουδαῖος καί εἰδωλολάτρης, δέν ὑπάρχει δοῦλος καί ἐλεύθερος, δέν ὑπάρχει ἄντρας καί γυναίκα· ὅλοι σας εἶστε ἕνας, χάρη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Κι ἀφοῦ ἀνήκετε στό Χριστό, εἶστε ἀπόγονοί του Ἀβραάμ καί κληρονόμοι τῆς ζωῆς, ὅπως τήν ὑποσχέθηκε ὁ Θεός. Νά τί θέλω νά πῶ: Ὅσον καιρό ὁ κληρονόμος εἶναι ἀνήλικος, δέν διαφέρει σέ τίποτε ἀπό ἕνα δοῦλο. Εἶναι βέβαια ἰδιοκτήτης τῶν πάντων, ἐξαρτᾶται ὅμως ἀπό ἐπιτρόπους καί διαχειριστές, ὡς τήν προθεσμία πού καθόρισε ὁ πατέρας. Ἔτσι κι ἐμεῖς, ὅταν ἤμασταν ἀνήλικοι, ἤμασταν ὑπόδουλοι στά στοιχεῖα τοῦ κόσμου. Ὅταν ὅμως ἔφτασε ἡ ὥρα πού εἶχε καθορίσει ὁ Θεός, ἀπέστειλε τόν Υἱό του. Γεννήθηκε ἀπό μιά γυναίκα καί ὑποτάχτηκε στό νόμο, γιά νά ἐξαγοράσει αὐτούς πού ἦταν ὑπόδουλοι στό νόμο, γιά νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ.

ΞΕΡΟΥΜΕ ΝΑ ΑΚΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ;

Βήματα για μία δημιουργική επικοινωνία μέσα στην οικογένεια

(Της φιλολόγου Σοφίας Δορμπαράκη)

Πόσο αλήθεια ακούμε τα παιδιά μας;

Είμαστε πρόθυμοι να ακούσουμε τις σκέψεις τους, τα παράπονά τους, τον ενθουσιασμό ή τις απογοητεύσεις τους, τα όνειρα και τα σχέδιά τους για το μέλλον; Ακούμε τα παιδιά μας με την πρόθεση να τα καταλάβουμε, να τα παρηγορήσουμε, να τα στηρίξουμε, ή αντιθέτως είμαστε σε ετοιμότητα να τα μαλώσουμε, να τα προσβάλουμε, να ακούσουμε από αυτά όσοι εμείς θέλουμε;

Παρασυρμένοι οι γονείς από τον ρυθμό της καθημερινότητας που μας καλεί να καλύψουμε ανάγκες (υλικές, οικογενειακές, προσωπικές), δεν αφιερώνουμε χρόνο για να ακούσουμε τα παιδιά μας σωστά, να κατανοήσουμε αυτά που μας λένε, να αποκωδικοποιήσουμε πίσω από τα λόγια τους τα συναισθήματά τους και να καλλιεργήσουμε μια σωστή επικοινωνία μαζί τους.

Οι γονείς παραπονιόμαστε πολλές φορές ότι τα παιδιά μας δεν μας ακούνε. Μήπως όμως εμείς είμαστε αυτοί που αρνιόμαστε ή αδυνατούμε να τα ακούσουμε; Μήπως η παθητική ακρόαση έχει γίνει τρόπος επικοινωνίας και μας στερεί την ουσιαστική προσέγγιση με αυτά;

Καιρός όμως να διορθώσουμε αυτό το συχνό-καθημερινό λάθος μας και να γίνουμε ενεργητικοί ακροατές των παιδιών μας (ασφαλώς και των συζύγων μας).

Με τον τρόπο αυτόν:

 1) Θα δώσουμε την ευκαιρία στα παιδιά μας να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, τα παράπονα κι ίσως και τον θυμό τους για εμάς, τα αδέλφια τους, τους συμμαθητές τους, τους δασκάλους τους, κι έτσι να εκτονωθούν.

2) Δημιουργούμε κλίμα εμπιστοσύνης στην οικογένεια. Οι καλές ανθρώπινες σχέσεις δεν στηρίζονται στον φόβο, αλλά στον σεβασμό και τον διάλογο.

3) Ενισχύουμε την αυτοεκτίμηση των παιδιών μας. «Για να με ακούει προσεκτικά ο μπαμπάς, η μαμά, σημαίνει ότι αξίζω».

4) Μαθαίνουμε τα παιδιά μας να γίνουν κι αυτά καλοί ακροατές των άλλων, δίνοντάς τους ένα σωστό παράδειγμα.

Πώς γινόμαστε καλοί και ενεργητικοί ακροατές των παιδιών μας;

- Αφιερώνουμε χρόνο γι’  αυτά, όταν θέλουν να μας μιλήσουν για κάτι που  εκείνα θεωρούν σοβαρό, σταματώντας τη συγκεκριμένη ασχολία μας (υπολογιστή, δουλειές του σπιτιού, εφημερίδα κ.λπ.).

- Έχουμε οπτική επαφή με το παιδί μας. Καθόμαστε δίπλα του, φιλικά και αγαπητικά.

- Μαθαίνουμε να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά του κάτω από τα λόγια του (λύπη, χαρά, απογοήτευση, θυμό).

- Δεν βιαζόμαστε να απαντήσουμε. Αποφεύγουμε να διδάξουμε, να μαλώσουμε, να κρίνουμε, να χαρακτηρίσουμε το παιδί μας. Μερικές φορές είναι αρκετό το να σιωπήσουμε.

- Το ρωτάμε με ειλικρίνεια αν θέλει τη βοήθειά μας ή τι σκέφτεται να κάνει πάνω σ’ αυτό που το απασχολεί.

- Ακούμε όχι μόνο με τα αυτιά μας, αλλά και με τα μάτια μας, με το μυαλό μας, με την καρδιά μας. Είμαστε όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά παρόντες.

Μόνον έτσι θα καταλάβουμε τα παιδιά μας και θα τα βοηθήσουμε.

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΑΓΓΕΛΗΣ Ο ΑΡΓΕΙΟΣ ΚΑΙ ΕΝ ΧΙΩ ΑΣΚΗΣΑΣ

«Ευλαβής, φιλήσυχος, φιλακόλουθος και ευσεβής ο Αγγελής, εξασκούσε το λειτούργημα του ιατρού στο Άργος. Σε κάποια θρησκευτική συζήτηση με έναν Γάλλο, υπεραμύνθηκε της χριστιανικής πίστεως και δέχτηκε να μονομαχήσει χωρίς όπλο με τον Γάλλο, που ήταν οπλισμένος. Ο Γάλλος μπροστά στην πίστη του Αγγελή δείλιασε και ο Αγγελής αναδείχτηκε και επίσημα νικητής. Μετά τη νίκη αυτή ο Αγγελής αποφάσισε να μαρτυρήσει για τον Χριστό. Εγκατέλειψε λοιπόν την ιατριή και κλείστηκε στο υπερώο του σπιτιού του. Ξαφνικά όμως, άγνωστο για ποιο λόγο, το Σάββατο του Λαζάρου του έτους 1813 μ.Χ., αρνήθηκε τον Χριστό και έγινε Μουσουλμάνος. Επειδή δημιούργησε επεισόδιο σε καφενείο του Ναυπλίου, ενώ βρισκόταν σε κατάσταση μέθης, οι αρχές τον εξόρισαν στη Χίο. Εκεί μετανοημένος, έβρεχε κάθε μέρα με δάκρυα μετανοίας τους ναούς και προσευχόταν. Επίσης έδινε αφορμές στους Τούρκους, επιζητώντας το μαρτύριο. Κάποτε μπήκε σε κάποιο τελωνείο και ομολόγησε ότι ήταν Χριστιανός. Οι Τούρκοι τον έδειραν ανελέητα και τον έκλεισαν σιδηροδέσμιο στη φυλακή του Κάστρου της Χίου. Αλλά επειδή παρέμεινε σταθερός στη χριστιανική ομολογία του, αποκεφαλίστηκε στις 3 Δεκεμβρίου 1813».

Ο άγιος Αγγελής ανήκει στη χορεία των λεγομένων νεομαρτύρων, εκείνων δηλαδή των μαρτύρων που έφυγαν από τη ζωή αυτή με μαρτυρικό τρόπο κατά την περίοδο κυρίως της Τουρκοκρατίας. Και πρόκειται για μάρτυρες ισοστάσιους με τους παλαιούς τόσο που λέμε ότι οι νέοι φέρνουν και πάλι στην επιφάνεια τον ενθουσιασμό και τη δόξα των πρώτων μαρτύρων, σαν να έχουμε δηλαδή μία δυναμική επάνοδο της πίστης τους, κάτω από άλλο απλώς πρόσωπο αλλά με ίδιο σχεδόν όνομα. Την ίδια εκτίμηση έχει και ο υμνογράφος του αγίου Αγγελή, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρει: «η χορεία των μαρτύρων, Αγγελή, σε δέχτηκε στον ουρανό με χαρά, σαν ιερά προσθήκη του».

Εκείνο που αξίζει ιδιαιτέρως να τονιστεί από το μαρτύριο του αγίου Αγγελή είναι το εθελούσιο αυτού - ο άγιος επεζήτησε μόνος του το μαρτύριο. Κατά την έκφραση του υμνογράφου: «Φέρνοντας τον εαυτό σου με τη θέλησή σου τον παρέδωσες στην ωμότητα και την επιθετικότητα των τυράννων». Δεν πρέπει να μας παραξενέψει το γεγονός. Πέραν του ότι το συναντάμε επανειλημμένως και στα πρωτοχριστιανικά χρόνια των διωγμών, στην Τουρκοκρατία ήταν σχεδόν παγιωμένη κατάσταση για εκείνους που είχαν αρνηθεί τον Χριστό σε κάποια φάση της ζωής τους και είχαν γίνει Μουσουλμάνοι, τους αρνησιχρίστους. Σ’ αυτούς θεωρείτο δεδομένο το εθελούσιο μαρτύριο, προκειμένου να ξεπλύνουν την άρνησή τους, κάτι που βεβαίωνε και ο Κύριος με τη χάρη που τους έδινε. Όπως συνέβη και με τον άγιο Αγγελή. «Έλαβες από τον Χριστό το στεφάνι της αφθαρσίας, μάρτυς Αγγελή, αφού αποκόπηκε με ξίφος το κεφάλι σου για χάρη Του».

Ανεξάρτητα πάντως από το δοξασμένο μαρτυρικό τέλος του αγίου Αγγελή και των ομοίων του αρνησιχρίστων μαρτύρων, δεν πρέπει να μας διαφεύγει και η στιγμή της αδυναμίας του: ευρισκόμενος ο άγιος σε πνευματική έξαρση -απομονωμένος, κατά το συναξάρι του,  στο υπερώο του σπιτιού του και αφιερωμένος σε προσευχή, με ετοιμότητα για μαρτύριο – κάτι γίνεται, προφανώς κάποια αποδοχή υπερήφανου λογισμού, και ξεπέφτει πνευματικά. Που σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να είναι απολύτως σίγουρος για τον εαυτό του, όσο βρίσκεται στον κόσμο τούτο. «Ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση» (όποιος νομίζει ότι στέκεται στην πίστη του ας προσέχει μη πέσει), σημειώνει ο απόστολος Παύλος. Δεν είναι τυχαίο ότι οι άγιοι Πατέρες μας χαρακτήρισαν την ορθόδοξη χριστιανική πίστη ως το «αεί σχοινοβατείν». Σχοινοβατούμε καθημερινά, που σημαίνει ότι αν δεν προσέξουμε, αν έστω και επ’ ελάχιστον υπερηφανευτούμε και χαλαρώσουμε, μπορούμε να εκπέσουμε από την πίστη μας. Γι’  αυτό και το μόνο στέρεο και άπτωτο έδαφος στην πνευματική ζωή είναι η ταπείνωση. Όταν κανείς ομολογεί ενσυνείδητα «εγώ ειμι γη και σποδός», τότε, και μόνον τότε,  δεν υπάρχει περιθώριο πτώσης στην απιστία και στην αμαρτία.

02 Δεκεμβρίου 2022

«Ο,ΤΙ ΩΦΕΛΕΙ ΚΑΙ ΣΤΗΡΙΖΕΙ» (Όσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης)

«Ἰωάννην τόν Καλυβίτην, Πορφύριε, ζηλώσας, Ἄθωνι ἔδραμες ἀσκήσει βιώσας» (στίχος συναξαρίου)

(Καθώς ζήλεψες, Πορφύριε, τον Ιωάννη τον Καλυβίτη, έτρεξες στον Άθωνα να ζήσεις με άσκηση - Στις 2 Δεκεμβρίου ο Πορφύριος μετάλλαξε τη γη με τον Παράδεισο).

«Αυτός ο όσιος πατέρας μας Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης γεννήθηκε στο χωριό Άγιος Ιωάννης της νήσου Ευβοίας από γονείς ευσεβείς, ονομαζόταν δε κατά κόσμον Ευάγγελος. Από παιδί βόσκοντας τα λίγα πρόβατα του πτωχού πατέρα του μελετούσε τακτικά τον βίο του αγίου Ιωάννη του Καλυβίτη. Γεννήθηκε έτσι στην καρδιά του φλεγερός πόθος για να ανέβει στον Άθωνα και να μονάσει εκεί. Με την ευδοκία και την πρόνοια του Θεού τα κατάφερε, καταφεύγοντας στην καλύβη του αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια. Εκεί ασκούμενος με άκρα εγκράτεια επέδειξε χαρούμενη αδιάκριτη υπακοή στους Γέροντές του, Παντελεήμονα και Ιωαννίκιο, κι αφού έζησε με άκρα ταπείνωση και καθάρισε τον εαυτό του, τόσο που να γίνει θεοειδής, αξιώθηκε να λάβει νεότατος το χάρισμα της διοράσεως. Κατ’ οικονομία του αγίου Θεού ασθένησε βαριά, ώστε να μην μπορεί να παραμείνει πια στον Άγιον Όρος, οπότε και στάλθηκε από τους γέροντές του σε μοναστήρι έξω από το Όρος. Στη συνέχεια αφού μόνασε σε διάφορες μονές της νήσου Ευβοίας και υπηρέτησε τον λαό του Θεού ως άριστος λειτουργός και διακριτικός πνευματικός, ήλθε στην Αθήνα υπηρετώντας πια στον μικρό ναό της Πολυκλινικής Αθηνών πολύ κοντά στην Ομόνοια. Εκδαπανώντας ταπεινά τον εαυτό του για χάρη όσων έπασχαν σωματικά και ψυχικά, αξιώθηκε μεγαλύτερης χάρης από τον Παράκλητο, γιατί δέχθηκε επιπλέον τα χαρίσματα της ιάσεως των ασθενειών και της εκβολής των δαιμονίων με την ταπεινή μυστική προσευχή και τη σημείωση του τιμίου Σταυρού. Για κάποιο χρόνο ασκήτευσε και στην Ιερά Μονή του αγίου Νικολάου στα Καλλίσια Πεντέλης Αττικής. Στη δύση του επιγείου βίου του αξιώθηκε από τον Κύριο να ανεγείρει ιερό γυναικείο ησυχαστήριο, επ’ ονόματι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος και περικαλή ναό αυτού στο Μήλεσι Αττικής.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιερατικής του διακονίας ευεργέτησε πολλαπλώς αμέτρητα πλήθη ανθρώπων, θεραπεύοντας τις ψυχικές και σωματικές ασθένειές τους από κοντά και από απόσταση, οδηγώντας τους σε μετάνοια και σωτηρία, προλέγοντας τα μέλλοντα να γίνουν όσες φορές τους συνέφερε, και εκβάλλοντας δαιμόνια.

Αγρυπνούσε δε προσευχόμενος υπέρ της σωτηρίας των πολλών χιλιάδων πνευματικών του τέκνων οπουδήποτε στη γη. Κατά γενική ομολογία υπήρξε θαυματουργός άγιος. Δεχόταν καθημερινά επισκέψεις αγίων της Εκκλησίας και συνομιλούσε μαζί τους. Αξιώθηκε μάλιστα στην Πάτμο να δει, σαν άλλος Ιωάννης, σκηνές της θείας Αποκαλύψεως.

Τέλος, αναμένοντας την επικείμενη κοίμησή του, επανήλθε στο άγιον Όρος, στην καλύβη του αγίου Γεωργίου, όπου είχε καρεί μοναχός, και εν μέσω της μοναχικής του συνοδείας παρέδωσε την αγία ψυχή του στον Κύριο, τη 2α Δεκεμβρίου (19 Νοεμβρίου π.η.), δεόμενος στον Κύριο «ἵνα πάντες ἕν ὦσιν» (Ιω. ιζ΄ 21)».

Είναι σε όλους γνωστό πλέον ότι με τον όσιο μεγάλο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη – γιατί μολονότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε στην Αττική και μάλιστα στο κέντρο της Αθήνας την Ομόνοια,  η καρδιά του δεν έπαυε να χτυπάει στον ρυθμό της μοναχικής του καλύβας στα Καυσοκαλύβια, απ’ όπου και ξεκίνησε αλλά και τελειώθηκε – βρισκόμαστε ενώπιον τεραστίου πνευματικού αναστήματος, τόσο που ακόμη και οι πιστοί που τον ακολουθούσαν λίγα πράγματα ίσως είχαν καταλάβει για την αγιότητά του. Όταν ο άγιος Παῒσιος ο αγιορείτης χαρακτήριζε τον μέγα Πορφύριο «καθηγητή» κι έλεγε ότι αυτό που προτείνει ο ίδιος σε διαφόρους πιστούς ισχύει μέχρις ότου πει κάτι διαφορετικό «ο Γέρων Πορφύριος»∙ όταν ο άλλος μέγας όσιος Γέρων Σωφρόνιος διεκήρυττε ότι δεν έχουν καταλάβει οι περισσότεροι πιστοί το τι σημαίνει «Πορφύριος» και πόσο μεγάλος είναι∙ ε, τότε, καταλαβαίνουμε ότι η εποχή μας πράγματι δέχτηκε εκ Θεού μέγα θησαυρό και τρισμέγιστη ευλογία της χάρης Του! Γι’ αυτό και όλες οι ακολουθίες που γράφτηκαν γι’ αυτόν επικεντρώνουν στην καθαρή και αγιασμένη του καρδιά που έγινε το κάτοπτρο για να αντιφεγγίσει το τρισήλιο φως της Θεότητος – με τον Πορφύριο γινόμαστε κι εμείς «θεατές» του Χριστού και Θεού μας, του Πατέρα και του Αγίου Πνεύματος. Ο πόθος του μάλιστα για τον Χριστό και η αβυσσαλέα ταπείνωσή του είναι τα στοιχεία που αποτελούν το ερμηνευτικό κλειδί της ευθείας καρδίας του και η προϋπόθεση των άμετρων πνευματικών χαρισμάτων του προς χάρη του λαού του Θεού. Δεν είναι τυχαίο γι’ αυτό ότι χαρακτηρίζεται «Γέρων Γερόντων» και «ἐγκαλλώπισμα τῶν ὁσίων», επί τον οποίον επέβλεπαν θαυμαστώς και οι ίδιοι οι άγγελοι.

Αφήνοντας κατά μέρος τα πάμπολλα στοιχεία της ζωής του που πυροδοτούν τη σκέψη και την καρδιά όλων των πιστών, εμμένουμε σ’ ένα σημείο της ακολουθίας του, γραμμένης με μεγάλη έμπνευση και θερμή αγάπη προς τον άγιο από τον θεολόγο-φιλόλογο Ευάγγελο Καραδήμο, από την στ΄ ωδή του ορθρινού κανόνα που έχει ξεχωριστή σημασία για τη σημερινή ιδίως εποχή που ταλαιπωρείται από την υγειονομική κρίση.

«Ὁρῶν ἀπόρρητα, ὅσιε, χαρίσματί σου τῷ διορατικῷ καί προορατικῷ, τά ὠφελοῦντα προέλεγες, καί προσιόντας πάντας Χριστῷ ἐστήριζες» (Βλέποντας τα απόρρητα, όσιε, με το διορατικό και προορατικό σου χάρισμα, προέλεγες σε όλους που προσέρχονταν κοντά σου αυτά που τους ωφελούσαν και τους στήριζες στην πίστη του Χριστού).

Διορατικός και προορατικός ο όσιος, όπως ξέρουμε. Αλλά και για τον λόγο αυτόν εξαιρετικά διακριτικός. Διότι η διόραση και η προόραση ως χαρίσματα του Πνεύματος του Θεού στον έχοντα τις ανάλογες προϋποθέσεις λειτουργούν πάντοτε μέσα στο πλαίσιο της διάκρισης για να ωφελούν τον κόσμο και να μην τον καταρρακώνουν! Τι θέλουμε να πούμε; Ο άγιος έβλεπε και καταλάβαινε τα περισσότερα της ανθρώπινης καρδιάς, γιατί χάριτι Θεού διείσδυε στο βάθος της ψυχής τους – δεν είναι τυχαίο ότι επεσήμαινε ψυχολογικά προβλήματα που ανάγονταν στους πρώτους μήνες της κύησής τους μέσα στην κοιλιά της μάνας τους! Κι ακόμη: έβλεπε με καθαρότητα χάριτι Θεού και πολλά από τα μέλλοντα συμβαίνειν. Τι έκανε όμως; Δεν τα απεκάλυπτε όλα στους ανθρώπους που τον προσέγγιζαν. Έκρινε τι πρέπει να τους αποκαλύψει, τι πρέπει να τους κρύψει, ώστε αυτό που θα τους πει ή δεν θα τους πει να είναι προς όφελός τους! Να φεύγουν οι άνθρωποι στηριγμένοι στην πίστη του Χριστού (που έχει τη δύναμη να μετακινεί όρη και να αλλάζει συνειδήσεις επί τα βελτίω), και όχι «φωτισμένοι» με μία γνώση, είτε για τον εαυτό τους είτε για δικούς τους ανθρώπους, είτε για το παρόν είτε για το μέλλον τους, που τους οδηγεί στην κατάθλιψη και στην απελπισία λόγω του σκοτεινού χαρακτήρα της! Πώς να έλεγε για παράδειγμα – και δεν είπε – σε μία μάνα που τον εκλιπαρούσε για τον ναρκομανή γιο της, την εξέλιξη των πραγμάτων, όταν ο άγιος, καθώς ομολόγησε αργότερα ένδακρυς σε γνωστό του πρόσωπο, έβλεπε «την επαύριον» τον γιο να χτυπάει θολωμένος από τα ναρκωτικά τη μάνα και να την αφήνει σχεδόν ημιθανή;

Ο άγιος δηλαδή επειδή είχε τα χαρίσματα του Πνεύματος, τα έθετε προς ωφέλεια των ανθρώπων και προς πνευματική τους προκοπή, που θα πει: δεν «λειτουργούσε» ως ένα είδος μέντιουμ για να εισπράττει το «μπράβο» και τον θαυμασμό αυτών – έτσι λειτουργεί το δαιμονικό στοιχείο! Τα χαρίσματά του τα είχε εμβαπτισμένα στο κατεξοχήν χάρισμα, από την ύπαρξη του οποίου εξαρτάται και η αγιωσύνη του ανθρώπου: την αγάπη. Ο απόστολος Παύλος, στοιχώντας στον λόγο του ίδιου του Χριστού, δεν λέει ότι η αγάπη είναι η «καθ’ ὑπερβολήν ὁδός»; Οτιδήποτε δεν προϋποθέτει και δεν εκφράζει την αγάπη του Χριστού δεν έχει νόημα – το αντίθετο: μπορεί να είναι αρετή και να είναι προς κατάκριση! Λοιπόν, ο άγιος Πορφύριος, έχοντας ανεπτυγμένες στο έπακρο την αγάπη και την ταπείνωση, ό,τι έλεγε και έκανε ήταν προς το συμφέρον και την ωφέλεια του συνανθρώπου – «τά ὠφελοῦντα προέλεγε» και ό,τι στήριζε στην πίστη του Χριστού.

Και γι’ αυτό λέμε ότι η επισήμανση του σοφού υμνογράφου είναι κατεξοχήν επίκαιρη: ζώντας τη δυσκολία της πανδημίας, ακούμε και διαβάζουμε και βλέπουμε ανθρώπους που ψάχνουν να βρουν οτιδήποτε συνωμοτικό και σκοτεινό και περίεργο και παράδοξο μπορεί να κρύβεται πίσω από τον θανατηφόρο ιό και τον περίγυρό του. Και θέλουν να διεισδύουν με τη σκέψη και το πνεύμα τους στα «υπόγεια» για να τα φέρουν σε φως, καθώς και επιστρατεύουν όλη τη φαντασία τους για να προβλέψουν το μέλλον, που πάντα γι’ αυτούς είναι τραγικό και καταστροφικό. Ό,τι πιο κινδυνώδες και φοβικό και τρομοκρατικό μπορεί να ειπωθεί, το λένε, ελαφρά τη καρδία. Γιατί; Με βάση τη στάση του αγίου Πορφυρίου, γιατί δεν διαπνέονται από την υπερβολή της αγάπης. Κι αληθινά που λέει ο λόγος να είναι ό,τι εκστομίζουν και γράφουν, θα πρέπει προηγουμένως να περνάει αυτό μέσα από την κρισάρα του χαρίσματος της αληθινής και γνήσιας αγάπης τους. Και να προβληματίζονται: ωφελεί αυτό που λέω και γράφω; Στηρίζει στην πίστη του Χριστού; Ανοίγει τον δρόμο της ελπίδας; Ή προκαλεί τον φόβο, την ανησυχία, την ανασφάλεια, το άγχος, δηλαδή όλα εκείνα που αποτελούν την «ατμόσφαιρα» του πονηρού διαβόλου; Γιατί είναι γνωστό από τους αγίους μας ότι ο διάβολος πάντοτε προσπαθεί να δημιουργήσει κλίμα φόβου και ανησυχίας και θλίψης – το κλίμα της δικής του ζωής. Με σκοπό να υποτάξει τους αδόκιμους και άπειρους στην πνευματική ζωή ανθρώπους. Λοιπόν, ο άγιος Πορφύριος έρχεται και δίνει με το άγιο ευαγγελικό θεοειδές ήθος του την απάντηση σε όλα τα ακούσματα και γραφόμενα της εποχής. Μας δείχνει τον δρόμο κι από κει και πέρα αρχίζει η δική μας ευθύνη!  

ΟΣΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ Ο ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΗΣ

 

ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗΣ  ΜΝΗΜΟΝΙΟΝ

(Κείμενο του μακαριστού πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Κρητικού για τον όσιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη σε αφιέρωμα για τον όσιο του περιοδικού «Πειραϊκή Ἐκκλησία»)

«Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ἡμῶν, οἵτινες ἐλάλησαν ἡμῖν τόν λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες τήν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς, μιμεῖσθε τήν πίστιν» (Ἑβρ. ιγ΄ 7).

Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς παραγγέλλει νά ἐνθυμούμεθα συνεχῶς τούς πνευματικούς μας πατέρες καί διδασκάλους, οἱ ὁποῖοι μᾶς μίλησαν γιά τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ τά λόγια καί μέ τή ζωή τους, ὥστε βλέποντας τή ζωή τους νά μιμηθοῦμε τήν πίστη τους. Ὁποιαδήποτε ἄλλη προσφορά εὐγνωμοσύνης πρός αὐτούς τούς ἁγίους πατέρες καί διδασκάλους τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς προσωπικῆς μας ζωῆς, δέν θά εἶναι τόσον εὐπρόσδεκτη ἀπό αὐτούς, ὅσον ἡ προσπάθεια νά τούς μιμηθοῦμε στή ζωή μας. Μή ξεχνᾶμε τόν οὐρανοβάμονα ἅγιον ἀπ. Παῦλο, ὁ ὁποῖος καί σέ ἄλλο σημεῖο μᾶς λέγει: «...αὐτοί γάρ οἴδατε πῶς δεῖ μιμεῖσθαι ἡμᾶς ὅτι οὐκ ἠτακτήσαμεν ἐν ὑμῖν»(Β΄ Θεσσ.γ΄ 7,9) καί «...παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς μιμηταί μου γίνεσθε» (Α΄Κορ. δ΄ 16). Ἀλήθεια, πόσο ἔχει ἀτονήσει μέσα μας αὐτή ἡ σωτήρια ἐντολή τοῦ θείου Παύλου!

Εἶναι καθῆκον λοιπόν καί ἀνάγκη νά ἐνθυμούμεθα καί νά τιμᾶμε τούς οὐρανόσταλτους πατέρες καί διδασκάλους μας στή χριστιανική μας ζωή. Καί ἡ ἀπόφαση τό ἀφιέρωμα τοῦ περιοδικοῦ «Πειραϊκή Ἐκκλησία» τοῦ μηνός Φεβρουαρίου νά εἶναι γιά τόν ἀξιομνημόνευτο καί θεοδόξαστο πατέρα Πορφύριο Μπαϊρακτάρη τόν ἁγιορείτη, εἶναι θεοπρόσδεκτη καί ψυχωφελέστατη καί περιποιεῖ τιμή στή συντακτική ἐπιτροπή, τήν ὁποία καί εὐχαριστῶ γιά τήν εὐκαιρία νά βάλω καί ἐγώ δύο κόκκους μοσχολίβανο στό θυμιατήριο τοῦτο τῆς εὐγνωμοσύνης καί τιμῆς πρός τόν νεοφανή Γέροντα πατέρα Πορφύριο.

Δόξα τῷ Θεῷ ἔχουν γραφεῖ πολλά καί θεοφώτιστα καί ὠφέλιμα ἀπό φιλόχριστους, φιλοπάτορες καί φιλάδελφους συγγραφεῖς πού ἀναφέρονται στό βίο γενικά, στήν πίστη, στήν ἀγάπη τοῦ πατρός Πορφυρίου γιά τόν Χριστό μας, στίς ἀρετές και τά χαρίσματα τοῦ Γέροντός μας. Ἐγώ θά ἀναφερθῶ σέ μερικές θέσεις, πού ἀφοροῦν στή γνωριμία μου μέ τόν Γέροντα καί σέ μερικές συναντήσεις μέ αὐτόν.

Εἶχα τήν εὐκαιρία νά γνωρίσω τόν πατέρα Πορφύριο στίς 20 Ὀκτωβρίου τοῦ 1946, ἑορτή τοῦ ἁγίου Γερασίμου, ἐκεῖ στό παρεκκλήσιο τοῦ ἁγίου στήν Πολυκλινική Ἀθηνῶν στήν Ὁμόνοια.

Νεαρός ἐγώ τότε φοιτητής, σεβάσμιος ἱερομόναχος καί ἀρχιμανδρίτης ἐκεῖνος. Μοῦ ἔκανε ἀρίστη ἐντύπωση ἡ ἱεροπρέπειά του, τό χαρίεν πρόσωπό του, ἡ εὐλάβειά του, ἡ ταπείνωσή του, ἡ ἁπλότητά του, τό πλησίασμα στόν ἄνθρωπο, τό ἐμπνευστικό τοῦ λόγου του. Γνωριστήκαμε ἀπό κοντά μέσα στό ἅγιον Βῆμα. Πῆρα τήν ἀπόφαση καί ἔβαλα τόν ἑαυτό μας κάτω ἀπό τό πετραχήλι του. Δόξα τῷ Θεῷ!!! Μετά ἐνάμιση μήνα ἔφυγα γιά τό ἐξωτερικό μέ τήν εὐχή του. Ἐκεῖ ἔμεινα τέσσερα χρόνια ὡς φοιτητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς. Κατά τήν ἀπουσία μου εἶχα δυστυχῶς λίγη ἐπικοινωνία μαζί του. Ὅταν γύρισα στήν πατρίδα, ξαναπῆγα κοντά του, μέ δέχτηκε μέ πολλή ἀγάπη ἐκεῖ στόν ἅγιο Γεράσιμο στήν Ὁμόνοια. Συζητήσαμε τά τῆς χειροτονίας μου εἰς διάκονο, ἡ ὁποία καί ἔγινε τήν 27η Ἰανουαρίου 1951, στό Καθολικό τῆς Ἱ. Μονῆς Πετράκη.

Ἡ πνευματική πατρότητα καί ἡ κατά Χριστόν παιδεία συνεχίζεται μέ τόν Γέροντα. Καί ὡς κληρικός πλέον, διάκονος καί πρεσβύτερος ἀργότερα, λάμβανα κατευθύνσεις, προτροπές καί συγχωρήσεις ἀπό τόν Γέροντα. Ὅταν ἦλθε ὁ Σεβ. Καλλίνικος στόν Πειραιᾶ, μοῦ εἶπε: «Εἶναι καλός! Νά τόν προσέξεις καί θά σέ προσέξει καί ἐκεῖνος!» Ὅπως καί ἔγινε.

 Κάποτε ἐξομολογήθηκα ἕνα λάθος μου.

-Παπα-Γιώργη μου... δέν ἀγαπᾶς τόν Χριστό!!!

- Ὄχι, Γέροντα, τόν ἀγαπῶ! εἶπα ντροπιασμένος καί λυπημένος.

-Μά ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τόν Χριστό δέν τόν στενοχωρεῖ μέ τίποτε, μοῦ ἀπάντησε.

Μέ συγχώρησε, μοῦ ἔδωσε τήν εὐχή καί συνεχίσαμε.

Στήν ἐξομολόγηση δέν ζητοῦσε λεπτομέρειες. Ζητοῦσε μόνον πραγματική μετάνοια, ἀπόφαση νά μή ξαναπέσει ὁ πιστός. Τό βίωμα τοῦ Γέροντα ἦταν ἡ ἀγάπη του γιά τόν Χριστό. «Ὅταν ἔχουμε τόν Χριστό, ἔχουμε τά πάντα» ἔλεγε.

Σέ μιά ἄλλη ἐπίσκεψη γιά ἐξομολόγηση, ἀφοῦ τελείωσα καί μοῦ εἶπε ὅ,τι ἔπρεπε καί μοῦ διάβασε τήν εὐχή, μοῦ λέγει:

-Τώρα, ἄκουσε κάτι νά μοῦ πεῖς ἄν ἔδωσα σωστή λύση.

Διαμαρτυρήθηκα γι’ αὐτήν τήν πρόταση.

-Ὄχι, ἄκουσε καί πές μου.

Ἔκανα ὑπακοή, ἀλλά καί θαύμασα τήν ταπείνωση τοῦ Γέροντά μου καί πῆρα φωτεινό μάθημα.

Τά χρόνια περνοῦσαν καί ἡ συνεργασία συνεχιζόταν. Κάποτε ἀρρώστησα. Ἡ ἰατρική διάγνωση ἐπέβαλε καί ἐνέσεις θεραπευτικές. Πῆρα τόν Γέροντα στό τηλέφωνο καί ἀνέφερα τό γεγονός.

-Τά φάρμακα θά τά πάρεις καί θά μείνεις σήμερα στό σπίτι, τίς ἐνέσεις δέν θά τίς κάνεις.

Εὐχαρίστησα καί ἔκανα ὑπακοή. Τήν ἑβδόμη ἡμέρα πῆγα στήν Ἐκκλησία...

Ὅταν ἀρραβώνιασα τήν πρώτη μου κόρη Μαρία καί πῆγα νά ζητήσω τήν εὐλογία του, μοῦ περιέγραψε τό γαμπρό σωματικά καί ψυχικά, σά νά τόν εἶχε ἐμπρός του.

-Γέροντα, ἔχει ἔλθει ἐδῶ; Τόν γνωρίζετε; εἶπα.

-Ὄχι, μωρέ, μοῦ λέγει, ἀλλά εἶναι ἔτσι πού λέγω;

Ἔμεινα κατάπληκτος καί τότε, δυστυχῶς τόσο ἀργά, ἄρχισα νά καταλαβαίνω ὅτι ὁ πατήρ Πορφύριος μιλεῖ μέ τόν Θεό. Ἐν τῶ μεταξύ, ὡς γνωστό, ἔφυγε ἀπό τήν Ὁμόνοια καί πῆγε στά Καλλίσια. Καί ἐκεῖ ἐπῆγα μερικές φορές. Σέ μία ἀπό αὐτές, ὅταν φύγαμε, εἶχε νυκτώσει πλέον. Μᾶς συνόδευσε ἀρκετά ἔξω ἀπό τό Κονάκι μέχρι νά βροῦμε τό δρόμο. Καί ὅταν πλέον πῆγε στό Μήλεσι, πήγαινα μέ τό γαμπρό μου, τόν εὐλογημένο πιά Διονύση, πού τώρα εἶναι στόν Οὐρανό, πιστεύω κοντά στόν  Γέροντα, γιατί πολύ τόν εἶχε ἀγαπήσει.

Μιά φορά στή γιορτή του, 26 Φεβρουαρίου, πήγαμε μέ χιόνια. Ἦταν ἀκόμη στό τροχόσπιτο μέ τήν τούβλινη σόμπα. Μᾶς μάλωσε λίγο γιά τόν καιρό, ἀλλά καί χάρηκε!!! Εἶχε ἀρχίσει ἡ οἰκοδομή τῆς Μονῆς του. Σέ μία ἄλλη ἐπίσκεψη γιά νά τοῦ ἀναφέρω ἕνα περιστατικό πού εἶχε συμβεῖ στό χωριό μου Πέλεκας στήν Κέρκυρα, ἀφοῦ τοῦ εἶπα ὅ,τι εἶχα νά εἰπῶ, μοῦ περιέγραψε τό πρόσωπο μέ τό ὁποῖο εἶχα μιά διαφορά καί μοῦ συνέστησε ὑπομονή καί ἐπιείκεια καί πρόσθεσε: «Εἶναι ἄδικο, ἀλλά νά ὑποχωρήσετε». Καί στή συνέχεια μᾶς περιέγραψε λεπτομερῶς ὅλο τό χωριό καί ὅλο τό τοπίο σά νά ἦταν παρών. Καί πάλι θαύμασα γιά τό διορατικό τοῦ Γέροντα! Μάλιστα τοῦ λέγω:

-Γέροντα, πῶς γίνεται  νά γνωρίζεις ὅλα αὐτά;

Καί πάλι μέ μάλωσε καί μοῦ εἶπε:

-Βρέ παπα-Γιώργη μου, καί σύ ρωτᾶς; Δέν εἶναι εὔκολο νά σοῦ ἐξηγήσω. Νά, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ!

Ἀργότερα τόν ἐπισκεπτόμουν μέ τόν υἱό Ἱερομόναχο Μεθόδιο στόν ὁποῖον ἔδινε συμβουλές  γιά τή μοναχική πολιτεία καί τό μοναστήρι γενικότερα. Χάρηκε ἰδιαιτέρως  ὅταν τοῦ εἶπε ὁ π. Μεθόδιος ὅτι ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς Καλλίνικος θέλει νά ἱδρύσει τό Ἡσυχαστήριό του ὁ π. Μεθόδιος στόν Πειραιᾶ.

Σέ ἄλλες εὐκαιρίες μοῦ μιλοῦσε γιά τήν προσοχή στήν τέλεση τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν καί μάλιστα τῆς θείας Λειτουργίας. Ἔλεγε: «Καλή προετοιμασία. Προσοχή στήν κατανόηση. Προσοχή στήν ἀπαγγελία». Π.χ. ἔλεγε ὁ ἴδιος τό Πιστεύω, τό Πάτερ ἡμῶν.

Σέ κάποιους προβληματισμούς μου γιά τήν προσφορά στήν Ἐκκλησία καί τήν οἰκογένεια μοῦ ἔλεγε: «Ὅλα μέ διάκριση. Προηγεῖται βέβαια ἡ προσφορά καί ἐργασία σου στήν ἐκκλησία, στήν ἐνορία σου, στούς ἐνορίτες σου, στούς πτωχούς της, ἀλλά μή ξεχνᾶς ὅτι ἔχεις καί οἰκογένεια, δέν εἶσαι ἱερομόναχος. Ἔχει καί ἡ οἰκογένεια τίς ἀνάγκες της...».

Μέχρι πού ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὄρος  καί ἀπό ἐκεῖ γιά τόν Οὐρανό, εἶχα τήν εὐλογία νά ἐπικοινωνῶ μαζί του. Ἀλλά καί μετά τήν ὁσιακή ἐκδημία του στόν Οὐρανό δέν σταμάτησα καί ἐγώ καί τά παιδιά μου νά ἐπικοινωνοῦμε νοερῶς μαζί του καί νά ἐπισκεπτόμαστε τό ἱερό Μοναστήρι του. Ἀλλά καί ἐκεῖνος ὅπως γιά ὅλα τά πνευματικά του παιδιά καί γιά ὅλους ὅσοι τόν ἐπικαλοῦνται δέν σταμάτησε νά μᾶς παρακολουθεῖ καί νά βεβαιώνει τοῦτο.

Κάποτε, μετά τήν κοίμησή του, ἐπισκέφθηκα μέ ἄλλα πρόσωπα τό Μοναστήρι, περνώντας ἀπό ἐκεῖ. Ἦταν ἀπομεσήμερο καί δέν μᾶς ἄνοιξαν τήν πόρτα. Μετά ὀκτώ ἡμέρες ἀκριβῶς,  ἦλθε ὁ ἴδιος στόν ὕπνο τῆς κόρης μου Μαρίας, ἡ ὁποία δέν ἐγνώριζε τήν ἐπίσκεψή μου στό Μοναστήρι, καί τῆς εἶπε: «Νά πεῖς στόν πατέρα σου ὅτι χάρηκα πού πέρασε ἀπό τό Μοναστήρι». Ὁμολογῶ ὅτι καί ἐγώ χάρηκα γι’ αὐτήν τήν παρακολούθηση. Καί ἐμεῖς δέν λείπει ἡμέρα, πού νά μήν ἀναφερθοῦμε στό ἅγιο πρόσωπό του σέ κάποιες περιπτώσεις πού παρουσιάζονται, καί νά μήν ἀγωνιζόμαστε νά ἀκολουθήσουμε τίς ὑποδείξεις του καί τό ἅγιο παράδειγμά του.

Δοξάζουμε καί πάλι τόν Θεό γιά τήν παρουσία τοῦ Γέροντα πατρός Πορφυρίου στίς ἡμέρες μας. Παρακαλοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό καί τήν Παναγία Μητέρα Του πού τόσο ἀγάπησε ὁ Γέροντας, μέ εὐχές αὐτοῦ νά στηρίζει τό ἱερό Μοναστήρι του, τήν ἁγία ἡγουμένη καί τή συνοδεία της καί τούς εὐλαβικούς συνεργάτες τους, γιά τήν πραγμάτωση τῶν σκοπῶν τῆς Μονῆς καί νά βοηθεῖ ὅλους ἐμᾶς νά γίνουμε τέλειοι μιμητές τοῦ ἔργου καί τῆς ἁγιότητος τοῦ πατρός Πορφυρίου.

«Χαίροις τῆς Εὐβοίας γόνος λαμπρός καί τῆς Ὁμονοίας θεοφώτιστος ἱερός, χαίροις τῶν ἀνθρώπων ἱώμενος τά πάθη ψυχῶν τε καί σωμάτων, πάτερ Πορφύριε»!