26 Δεκεμβρίου 2022

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

«Μετά την απόφαση του Ηρώδη να φονευτούν όλα τα παιδιά στη Βηθλεέμ, άγγελος Κυρίου φάνηκε στον ύπνο του Ιωσήφ λέγοντάς του: «Σήκω και πάρε το παιδί και τη Μητέρα Του και φύγε στην Αίγυπτο». Φεύγει λοιπόν για την Αίγυπτο η Θεοτόκος με το βρέφος και τον Ιωσήφ, για τους παρακάτω δύο λόγους: Πρώτον, για να εκπληρωθεί αυτό που είχε λεχθεί από τον προφήτη ότι «Από την Αίγυπτο κάλεσα τον Υιό μου». Δεύτερον, για να κλείσει κάθε στόμα αιρετικών. Διότι αν δεν είχε φύγει, θα συλλαμβανόταν το βρέφος. Κι αν μεν φονευόταν, θα εμποδιζόταν η σωτηρία των ανθρώπων. Αν δε δεν φονευόταν, ή με ξίφος ή με άλλη τιμωρία, προκειμένου να εκπληρωνόταν το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία, θα μπορούσε να θεωρηθεί από πολλούς ότι ήλθε κατά φαντασία και δεν έγινε αληθινά πραγματικός άνθρωπος. Διότι αν ήταν αληθινός άνθρωπος, θα σφαζόταν από το σπαθί του τυράννου, κάτι που και  χωρίς να υπάρχει πρόφαση, τόλμησαν οι άθεοι αιρετικοί να το πουν, ότι δηλαδή γεννήθηκε κατά φαντασία. Γι’ αυτό λοιπόν φεύγει στην Αίγυπτο, και για να συντρίψει τα εκεί είδωλα και για να σώσει όλη την οικουμένη κατά τον καιρό της σωτήριας Σταύρωσης».

Η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου θα πρέπει καταρχάς να θυμίσουμε ότι στοιχεί στην παράδοση της Εκκλησίας, να εορτάζεται μετά από ένα μεγάλο γεγονός του ερχομού του Θεού στον κόσμο για τη σωτηρία του ανθρώπου, το πρόσωπο που πρωταγωνίστησε σ’ αυτό. Έτσι μετά τη Γέννηση του Κυρίου έχουμε τη Σύναξη της Θεοτόκου, Εκείνης που έγινε η «γέφυρα δι’ ης κατέβη ο Θεός», όπως και μετά τη Βάπτισή Του έχουμε τη Σύναξη του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού. Είναι περιττό βεβαίως να πούμε ότι το ίδιο το γεγονός, η καθαυτό εορτή, βρίσκεται σε άμεση σχέση με το πρωταγωνιστούν πρόσωπο, με άλλα λόγια η εκάστοτε Σύναξη αποτελεί την προέκταση της εορτής, τονίζοντας και επαναλαμβάνοντας το ίδιο νόημά της, σε μεγάλο βαθμό δε και τους ίδιους τους ύμνους της.

Η Σύναξη της Θεοτόκου λοιπόν τονίζει και πάλι τη Γέννηση του Κυρίου, με ιδιαίτερη επιμονή  στην πραγματικότητα της Σάρκωσής Του. Το στοιχείο αυτό ίσως δεν γίνεται ιδιαίτερα αντιληπτό σήμερα, μετά από τόσους αιώνες εξαγγελίας και βίωσης από την Εκκλησία της θεολογικής σημασίας της. Στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους και αιώνες όμως ήταν ό,τι πιο καίριο και σημαντικό, δεδομένου ότι αμφισβητείτο από αιρετικούς η πραγματικότητα της ενσάρκωσης, οι οποίοι «έφριτταν» στη σκέψη ότι ο Θεός πήρε πραγματική ανθρώπινη σάρκα, προσέλαβε δηλαδή την ύλη του κόσμου τούτου. Τι κρυβόταν πίσω από την άρνησή τους αυτή; Η πεποίθηση ότι ο κόσμος αυτός είναι κόσμος κακός, δημιούργημα άλλου, μη καλού Θεού, συνεπώς φανέρωναν τον μη χριστιανικό προβληματισμό τους, μάλλον την με επίφαση του χριστιανισμού δήλωση των ανατολίτικων δυαλιστικών περί Θεού δοξασιών τους. Θέλουμε να πούμε ότι οι αιρετικοί αυτοί στην πραγματικότητα ήταν οπαδοί του ιρανικού λεγόμενου παρσισμού, κατά τον οποίο υπάρχουν δύο θεοί, ο θεός του καλού και ο θεός του κακού, ο οποίος θεός του κακού είναι και ο δημιουργός του κόσμου. Πώς λοιπόν η κακή ύλη του κακού θεού  μπορούσε να προσληφθεί από τον καλό Θεό, που ερχόταν να σώσει την ψυχή – όχι ασφαλώς και το σώμα – του ανθρώπου;

Η Εκκλησία μας λοιπόν αντέδρασε σθεναρά, διότι τυχόν επικράτηση αυτών των αντιλήψεων (κατά δόκηση ή φαντασία εμφάνιση του Υιού του Θεού) θα σήμαινε πλήρη διαστροφή της αλήθειας της και άρνηση του πραγματικού Χριστού. Με ένταση λοιπόν τόνισε ότι ο Χριστός, ο Υιός και Λόγος του Θεού, έλαβε πραγματική και όχι κατά φαντασία την ανθρώπινη φύση, το σώμα και την ψυχή, ώστε ενσωματώνοντάς τα στον Εαυτό Του να σώσει τον άνθρωπο και δι’ αυτού και όλη τη δημιουργία. Και αιτία γι’ αυτό βεβαίως ήταν το γεγονός ότι ο κόσμος όλος, η ύλη και το σώμα του ανθρώπου, αποτελούν δημιουργήματα του ενός Θεού, του φύσει αγαθού Θεού, που είναι και ο Δημιουργός βεβαίως του κόσμου. Ήταν τόσο σημαντική η αλήθεια αυτή, ώστε ήδη από την Καινή Διαθήκη ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος βλέπουμε να τονίζει ότι από την αποδοχή ή όχι της αληθινότητας της σάρκωσης του Θεού φανερώνεται κανείς ως χριστιανός ή όχι. «Πας ος μη ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα εκ του Θεού ουκ έστι», και «πας ος ομολογεί Ιησούν Χριστόν εν σαρκί εληλυθότα εκ του Θεού εστι». Πάνω στην αλήθεια αυτή δηλαδή κρινόταν η αλήθεια από την αίρεση. Κι αυτό τονίζει ιδιαιτέρως σήμερα η Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου, που προεκτείνει, όπως είπαμε, τη Γέννηση του Κυρίου. «Αυτό που ήταν ο Υιός και Λόγος του Θεού το κράτησε, δηλαδή ότι είναι Θεός αληθινός, και αυτό που δεν ήταν το προσέλαβε κι έγινε άνθρωπος από φιλανθρωπία». Ο προβληματισμός της Υπεραγίας Θεοτόκου στον οίκο του κοντακίου της σημερινής εορτής το διακηρύσσει επίσης έντονα: «Βλέποντας τη σφραγίδα της παρθενίας μου να μένει χωρίς να χαλάσει, σε κηρύσσω αληθινό Λόγο του Θεού, που πήρες την ανθρώπινη σάρκα».

Και βεβαίως η σημερινή εορτή της Σύναξης υπενθυμίζει πάλι ότι μπροστά στο πανθαύμαστο γεγονός του ερχομού του Θεού στον κόσμο ως ανθρώπου, όλη η δημιουργία ανταποκρίνεται με ευχαριστία, προσφέροντας τα δώρα της, το καλύτερο όμως όλων των δώρων ήταν του ίδιου του ανθρώπου. Διότι ακριβώς πρόσφερε ό,τι ωραιότερο και ανώτερο μπορούσε ποτέ να φανεί ως κτίση: την Παναγία Παρθένο. «Καθένα από τα δημιουργήματά Σου, Κύριε, σου προσφέρει την ευχαριστία του: οι άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί το αστέρι, οι μάγοι τα δώρα, οι ποιμένες τον θαυμασμό τους, η γη το σπήλαιο, η έρημος τη φάτνη, εμείς όμως Μητέρα Παρθένο». Μη ξεχνάμε: η Παναγία είναι ο εκπρόσωπός μας στον Ουρανό, Εκείνη που έδωσε το αίμα και τη σάρκα της προκειμένου να γίνει άνθρωπος ο ίδιος ο Θεός, συνιστά την «αξιοπρέπειά» μας, αποτελεί πάντοτε την παρηγοριά και την ελπίδα μας. Προς χάρη Της η όποια προσευχή μας γίνεται εισακουστή από τον Θεό, αφού Εκείνος θέλησε να γίνει σαν κι εμάς μέσα από Εκείνην.

ΜΙΑ ΣΠΗΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΡΟΣΙΤΟ ΘΕΟ!

Κοντάκιο. Ἦχος γ΄.

«Ἡ Παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει, καί ἡ γῆ τό Σπήλαιον τῶ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι μετά Ποιμένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δέ μετά ἀστέρος ὁδοιποροῦσι. Δι’ ἡμᾶς γάρ ἐγεννήθη, παιδίον νέον, ὁ πρό αἰώνων Θεός».

(Ἡ Παρθένος Μαριάμ σήμερα γεννάει αὐτόν πού εἶναι πάνω ἀπό κάθε ὄν καί οὐσία, καί ἡ γῆ προσφέρει στόν ἀπρόσιτο Θεό τό σπήλαιο. Ἄγγελοι μέ τούς Ποιμένες δοξολογοῦν, ἐνῶ μάγοι ὁδοιποροῦν μαζί μέ τ’ ἀστέρι. Κι αὐτό γιατί γιά χάρη μας γεννήθηκε σάν βρέφος ὁ προαιώνιος Θεός).

 

Ὁ μεγαλύτερος ἐκκλησιαστικός ποιητής ὅλων τῶν ἐποχῶν, κατά τή γνώμη τοῦ ἁγίου Πορφυρίου τοῦ καυσοκαλυβίτου, ἅγιος Ρωμανός ὁ μελωδός, εἶναι ὁ συνθέτης τοῦ κοντακίου τῶν Χριστουγέννων, τοῦ δεύτερου πιό γνωστοῦ τροπαρίου μετά τό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς.  Γραμμένος ὁ ὕμνος σέ ἦχο γ΄, δηλαδή σέ ἁπλό ἀλλά καί πολύ ἀνδροπρεπές μέλος, μᾶς τονίζει ὅ,τι ἀποτελεῖ τήν οὐσία τῆς ἑορτῆς στίς κεντρικές διαστάσεις της: ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ συνιστᾶ μέγα μυστήριο, ἀφοῦ ὁ γεννηθείς εἶναι ὁ ὑπερούσιος Θεός, ἀφοῦ Τόν γεννᾶ μία Παρθένος κόρη, ἡ ὁποία ὅμως κρατᾶ τήν παρθενία της, ἀφοῦ πρόκειται γιά τόν προαιώνιο Θεό. Καί μπροστά στό μέγα αὐτό μυστήριο σύμπας ὁ κόσμος κλίνει εὐλαβικά τό γόνυ, ὅταν μάλιστα τοῦ ἀποκαλύπτεται καί ὁ σκοπός τῆς Γέννας τοῦ Θεοῦ: Γεννιέται ὁ Θεός γιά νά πάρει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν κάνει κι αὐτόν Θεό. Δηλαδή κατῆλθε ὁ Θεός γιά νά ἀνέβει ὁ ἄνθρωπος. Πτώχευσε Ἐκεῖνος γιά νά γίνουμε πλούσιοι ἐμεῖς. Κι εἶναι αὐτονόητο ὅτι τό μεγαλεῖο αὐτό τῆς πίστεώς μας πού ὑπερβαίνει κάθε ἀνθρώπινη σκέψη, φιλοσοφία ἤ καί θεοσοφία, πραγματοποιεῖται μέσα στό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν ἁγία Του Ἐκκλησία, ἐνῶ τίθεται σέ ἐνέργεια μέσα ἀπό τά μυστήρια, ἰδίως δέ τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Πού θά πεῖ: χριστιανός χωρίς ἐν μετανοία συμμετοχή στή Θεία Κοινωνία δέν ἑορτάζει Χριστούγεννα.  

24 Δεκεμβρίου 2022

ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ 2022 ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

 


ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟΝ ΚΛΗΡΟΝ

ΚΑΙ ΤΟ ΦΙΛΟΧΡΙΣΤΟΝ ΠΛΗΡΩΜΑ

ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

Τέκνα μου ἀγαπητά καί πεφιλημένα,

 

Τόν περίμεναν τόν Λυτρωτή. Ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα ζοῦσε μέ τήν προσδοκία τοῦ ἐρχομοῦ Του. Ἰσχυρό τόν προσδοκοῦσαν οἱ εἰδωλολάτρες. Διότι Ἐκεῖνος, πού ἐπρόκειτο νά λυτρώσει τόν Προμηθέα δεσμώτη, ἔπρεπε νά εἶναι ἰσχυρός, νά ἔχει θεία δύναμη. Δυνατό τόν λαχταροῦσαν καί οἱ Ἰουδαῖοι. Ἐκεῖνος, πού ἔμελλε νά ἐπανασυστήσει τόν ἔνδοξο θρόνο τοῦ Δαβίδ, ἔπρεπε νά εἶναι ζωσμένος μέ πανίσχυρη ρομφαία.

Καί μιά νύχτα σ’ ἕνα σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ γεννιέται ἕνα βρέφος. Ἡ Παρθένος μητέρα του, τό ἀνακλίνει μέσα στή φάτνη τῶν ζῴων. Ποιός λοιπόν θά τό πίστευε; Τό νήπιο αὐτό τῆς Βηθλεέμ, τό βρέφος τῆς φάτνης, ὁ υἱός τῆς Παρθένου, εἶναι ὁ ἀναμενόμενος ἰσχυρός καί κραταιός Λυτρωτής, ὁ σωτήρας τῶν ἀνθρώπων, ὁ ἱδρυτής ἀκατάλυτης βασιλείας στούς αἰῶνες! Ὁ ἄνθρωπος μέ τά σάρκινα μάτια, πού ζητάει νά δεῖ ἐξωτερική λάμψη, μεγαλεῖα καί ἀνθρώπινες τιμές, περνάει ἀδιάφορος μπροστά στό μέγα μυστήριο.

Ἡ ἱστορία ὅμως τῶν δύο χιλιάδων χρόνων βροντοφωνάζει «ὅτι παιδίον ἐγενήθη ἡμῖν», «Θεός ἰσχυρός». Κύριος ψυχῶν καί καρδιῶν Ἀρχηγός μαρτύρων καί ἡρώων. Ἀλλά οἱ πολλοί προσπερνοῦν μέ ἀδιαφορία μπροστά στή φτωχή Φάτνη. Εἶναι οἱ μικρόψυχοι, οἱ δοῦλοι στήν ἁμαρτία. Γι’ αὐτό δέν τούς συγκινεῖ τό θεῖο Βρέφος. Δέν σκιρτᾷ ἡ ψυχή τους στό ἄκουσμα τοῦ ὀνόματός Του. Γι’ αὐτό καί δέν φροντίζουν νά Τό γνωρίσουν. Νά Τοῦ παραχωρήσουν μιά θέση στήν καρδιά τους.

Γιά νά σκύψει κανείς σ’ ὅ,τι δέν φαντάζει, στό φαινομενικά ταπεινό Σπήλαιο, πρέπει πάνω ἀπό τίς γνώσεις, πάνω ἀπό τήν ἀνθρώπινη σοφία, πάνω ἀπό τά πλούτη καί τή δόξα, νά ὑπάρχει ἡ πίστη, πού βλέπει βαθύτερα καί ἐκτιμᾷ τά ἀνεκτίμητα.

Καί ὅλα τά ἄστρα καί ὅλα τά μυστήρια τοῦ οὐρανοῦ, ἄν γνώριζαν οἱ Τρεῖς Μάγοι, δέν θά κατόρθωναν νά φθάσουν στή Βηθλεέμ. Γιά μιά τέτοια ἀνακάλυψη, χρειαζόταν κάτι ἄλλο, πού ξεπερνοῦσε τίς γνώσεις τους, πού στεκόταν ψηλότερα ἀπό τήν σοφία τους. Κάτι, πού δέν ἦταν οὔτε γνώση οὔτε ἔπιστήμη, οὔτε σοφία. Ἀλλά ἀποκάλυψη θεία πού τήν δέχονται ψυχές δεκτικές, ἀνοικτές στό Φῶς τοῦ Οὐρανοῦ.

Ἄνθρωποι μορφωμένοι, ἀλλά καί ἄνθρωποι λίγων γραμμάτων, ἁπλοί καί ταπεινοί, ὅπως οἱ Ποιμένες, καί οἱ Μάγοι σ’ αὐτό μοιάζουν: στήν ἀποδοχή τοῦ θείου μηνύματος. Καί ἡ ἄποδοχή ἔγινε, γιατί εἶχαν ψυχές ἁπλές, καθαρές, ἕτοιμες νά δεχθοῦν μέ πίστη τό μεγάλο γεγονός τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου.

Καί φέτος οἱ ἁπλές ψυχές θά πλησιάσουν καί πάλι μέ πίστη τό μεγάλο μυστήριο, σ’ ὅποιο κοινωνικό στρῶμα κι ἄν ἀνήκουν. Καί ἄν ξέρουν γράμματα ἤ καί ἄν δέν ξέρουν, σοφοί καί ἄσοφοι, πλούσιοι καί φτωχοί, σ’ αὐτές μόνο θά «ἀποκαλυφθῇ ὁ θησαυρός ὁ «ἀποκεκρυμμένος». Θά καταλάβουν ὅτι τό Νεογέννητο Βρέφος εἶναι ὅπως ὁ Προφήτης Ἠσαΐας τό εἶπε: «μεγάλης βουλῆς ἄγγελος, Θεός ἰσχυρός, ἐξουσιαστής, ἄρχων εἰρήνης, πατήρ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος» (Ἠσ. 9′ 6).

 

Ἡ φωτοχυσία ἀπό τό λυτρωτικό Γεγονός τοῦ ἐρχομοῦ στήν ἀνθρωπότητα τοῦ Λυτρωτῆ, ἁπλώνεται στήν ταλαιπωρημένη μας γῆ λοιπόν καί πάλι.  Ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀκτίνων τοῦ Ἥλιου τῆς Δικαιοσύνης, δυό ἀποκτοῦν ἰδιαίτερη ἐπικαιρότητα στήν ἐποχή μας: ἡ ἤρεμη ἀντοχή τῶν κεντρικῶν προσώπων στή βιβλική διήγηση γιά τή Γέννηση καί κυρίως ὁ πυρήνας τοῦ νοήματος τῶν Χριστουγέννων.

Οἱ ἰδιαίτερες συνθῆκες μέσα στίς ὁποῖες ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἦρθε στόν κόσμο μας δέν ἦταν ἄνετες. Λίγες ἡμέρες πρίν τή γέννησή Του, ἡ μητέρα Του εἶχε ὑποβληθεῖ σέ ἕνα κοπιαστικό ταξίδι ἀπό τή Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας στή Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας. Φτάνοντας ἐκεῖ δέν ἄνοιξε γι’ αὐτούς κάποιο φιλόξενο σπίτι.

Ἡ ἀδιαφορία τῶν κατοίκων ὑπῆρξε παγερή. Ἀκόμα καί στό πανδοχεῖο «οὔκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι». Κατέφυγαν στόν στάβλο «καί ἐσπαργάνωσεν αὐτόν καί ἀνέκλινεν αὐτόν ἐν τῇ φάτνῃ» (Λουκ. 2,7).

Ἀπό τήν πρώτη στιγμή ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἀρνήθηκε τή χλιδή καί τήν πολυτέλεια αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Δέν ἄργησε νά ἐμφανιστεῖ ἡ μανιακή ἔκρηξη τοῦ Ἡρώδη, πού προκάλεσε τή φυγή στά ξένα, στήν Αἴγυπτο.

Ὅλες, ὅμως, αὐτές οἱ ἀπροσδόκητες δυσκολίες καί ἐπικίνδυνες συνθῆκες ἀντιμετωπίσθηκαν μέ μία ἤρεμη ἀντοχή, γεμάτη ὑπομονή, καρτερία, γαλήνη.

Ὁ Λυτρωτής προσέλαβε τή σκληρή ἀλήθεια τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀντιμετωπίζοντας, νήπιο ἀκόμη, τήν ἀνέχεια, τόν διωγμό, τήν ξενιτιά.

Τό μήνυμα εἶναι καθοριστικό γιά ὅλους, ὅσοι θέλουμε νά βαδίζουμε στά ἴχνη τοῦ Ἰησοῦ: Ἤρεμη ἀντοχή στίς ποικίλες στενοχώριες πού ἐμφανίζονται στήν πορεία μας, στίς στερήσεις, στίς κακουχίες, στίς θλίψεις. Ἤρεμη ἀντοχή στήν ἀπροσδόκητη ἐχθρότητα, στίς συκοφαντίες, στούς κατατρεγμούς.

Ἤρεμη ἀντοχή στούς σκληρούς δρόμους τῆς ξενιτιᾶς. Αὐτό δέν σημαίνει παθητικότητα. Κατά τήν ἐπιτέλεση τῆς λυτρωτικῆς ἀποστολῆς Του, ὁ «πρᾶος καί ταπεινός» Ἰησοῦς ἀντιστάθηκε στήν ἀδικία καί στήν τυπολατρία. Στηλίτευσε τήν ὑποκρισία καί τή δολιότητα, πάντοτε μέ ἤρεμη ἀντοχή. Ἀκόμη καί στίς πιό ἀκραῖες καταστάσεις, στά φρικτά Πάθη.

Ἡ λαμπροφόρος ἑορτή τῶν Χριστουγέννων καθορίζει τό θεμέλιο αὐτῆς τῆς ἀντοχῆς. Ἐνισχύει τή βεβαιότητα ὅτι μέ τήν ἔλευση τοῦ Λυτρωτῆ δέν εἴμαστε μόνοι, ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ἦρθε γιά νά μείνει μαζί μας.

«Ἐμμανουήλ» εἶναι ἕνα ἀπό τά κύρια ὀνόματά Του, δηλαδή «ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν». Ἴχνη ἀπό τήν ἀναζήτηση τοῦ Ὑπερβατικοῦ, τῆς Ὑπερτάτης Δυνάμεως τοῦ σύμπαντος, διαπιστώνονται σέ διάφορους πολιτισμούς. Αὐτό, ὅμως, πού καθιστᾷ μοναδικό τό χριστιανικό μήνυμα εἶναι ὅτι ὁ ἴδιος ὁ προαιώνιος Θεός ἔγινε ἄνθρωπος.

Δύο βασικές πατερικές φράσεις συνοψίζουν τό νόημα τῆς ἑορτῆς: «Αὐτός γάρ ἐνηνθρώπησε, ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν» τονίζει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος καί ὁ Μέγας Βασίλειος ὑπογραμμίζει: Ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἦρθε στή γῆ «ἵνα ἐπαναγάγῃ πᾶσαν τήν ἀνθρωπότητα εἰς ἑαυτόν».

Ὁ ἄπειρος Θεός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση, γιά νά μᾶς ὁδηγήσει στό μέγιστο τῆς ἀναπτύξεως καί τελειώσεως, στήν κατά χάριν θέωση.

Ἡ ἕνωση τῆς θείας καί ἀνθρώπινης φύσεως ἐν Χριστῷ ἔδωσε στήν ἀνθρωπότητα μία νέα δυναμική καί τήν ἀνύψωσε μέσα στό φῶς τῶν ἄκτιστων θείων ἐνεργειῶν, τίς ὁποῖες ἀκτινοβολεῖ ἡ ἀγάπη Του.

Ὁ Θεός Πατέρας σήμερα μᾶς λέει:  Σᾶς ἀποκαλύπτω τό μεγάλο μυστικό. Στέλνω ἀναμεσά σας, κοντά σας, μαζί σας τόν Υἱό μου. Τόν μονογενῆ Υἱό μου. Τόν στέλνω νά μείνει γιά πάντα σύντροφός σας. Θά ἔλθει στή γῆ ὡς Θεάνθρωπος. Μή γελαστεῖτε πού θά τόν δεῖτε μικρό, ἀδύνατο νήπιο. Τό μικρό αὐτό βρέφος, τέλειος ἄνθρωπος καί τέλειος Θεός, εἶναι ὁ Υἱός μου, ὁ συνάναρχος Λόγος, ὁ αἰώνιος καί παντοδύναμος. Γι’ αὐτό καί τό ὄνομά του εἶναι Ἐμμανουήλ. Ἔτσι θά τόν ὀνομάζετε. Διότι Ἐμμανουήλ σημαίνει «ὁ Θεός μεθ’ ἡμῶν», ὁ Θεός εἶναι μαζί μας. Καί ἀκριβῶς μέ τή σάρκωση τοῦ Υἱοῦ μου, μέ τόν ἐρχομό Του στόν κόσμο σας, ἐγώ ὁ Θεός ἔρχομαι νά μείνω μαζί σας. Γιά πάντα.

Σᾶς ἀποκαλύπτω τό μεγάλο μυστικό. Μήν τό ξεχνᾶτε. Αὐτό πού κρύβεται στό ὄνομα Ἐμμανουήλ. «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν καί καλέσεις τό ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ» (Ἠσ.7’4), «ὁ ἔστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἤμῶν ὁ Θεός» (Ματθ. 1′ 23). Ἔτσι θά προσφωνήσετε τό νήπιο αὐτό τῆς Βηθλεέμ. Ἀπό τή στιγμή τῆς Γεννήσεώς Του θά μπορεῖτε νά λέτε: ὁ Θεός εἶναι πιά μαζί μας. Γεννήθηκε ὁ Ἰησοῦς. Ὁ Ἐμμανουήλ. «Ὁ Θεός μεθ ’ ἡμῶν».

Ἔτσι μίλησε ὁ Αἰώνιος. Ἔτσι μίλησε ὁ Κύριος (Ἠσ. 7’14 καί Ματθ. 1’23). Οἱ αἰῶνες πού πέρασαν γέμισαν ἀπό τήν ἠχώ τῆς φωνῆς Του καί ἀπό τήν βαθιά παρηγοριά καί γαλήνη πού φέρνει αὐτή ἡ φωνή. Τήν ἀκοῦμε κι ἐμεῖς ἀπόψε: Παιδιά μου, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Ἐμμανουήλ. Αὐτό εἶναι ἕνα ἀπό τά αἰώνια ὀνόματά Του. Γιατί ὁ Ἰησοῦς, ὁ Θεάνθρωπος, ἦλθε καί μένει γιά πάντα μαζί σου, μαζί μας, ἀνάμεσά μας.

Ἀντηχεῖ ἀπόψε μέσα μας ἡ οὐράνια αὐτή φωνή. Τούτη τή νύχτα τῶν Χριστουγέννων. Τή δεχόμεθα μέ βαθιά εὐγνωμοσύνη. Τήν κλείνουμε εὐλαβικά καί στοργικά ἐντός μας. Κι ἐκείνη προκαλεῖ μιά δόνηση στήν ὕπαρξή μας. Ὅλα μέσα μας φωτίζονται.  Καί ἀπό παντοῦ νιώθουμε νά ἀναδίδεται ἕνας ὕμνος. Ἀδύνατον νά τόν κλείσουμε στό στῆθος μας. Τόν αἰσθανόμαστε νά ἀνεβαίνει. Νά ἀνεβαίνει. Νά φθάνει στό στόμα, νά κυλάει στά χείλη. Νά ξεχύνεται.

Ἐμμανουήλ! Τό ὄνομά σου γεμίζει μέ δάκρυα χαρᾶς τά μάτια μας.  Ἦλθες καί μένεις μαζί μας. Θεός ἀγάπης καί δύναμης.

Εἶσαι μαζί μας, Ἰησοῦ. Γι’ αὐτό καί δέν θά πάψουμε νά Σέ καλοῦμε μέ τό ὄνομά Σου, πού ἐκφράζει αὐτό τό μεγάλο γεγονός, νά Σέ προσφωνοῦμε μέρα καί νύχτα: Ἐμμανουήλ.

Ἐμμανουήλ, ἀγαπημένε μας Κύριε, εἶσαι μαζί μας. Εἶσαι μαζί μας στά σπίτια μας, στά ἐργοστάσιά μας. Σ’ αὐτά πού βγάζουν σίδερα, τσιμέντα ἤ ὕφάσματα. Περπατᾷς ἀνάμεσα στά μηχανήματα. Ἐργάτης κοντά στούς ἐργάτες, μέσα στόν ἐξοντωτικό θόρυβο, τή σκόνη καί τίς δηλητηριώδεις ἀναθυμιάσεις. Ἦλθες γιά νά ζήσεις αἰώνια κοντά στούς ἀνθρώπους, στούς ἀνθρώπους πού μοχθοῦν.  Δέν μπορεῖς λοιπόν νά λείπεις ἀπό τά ἐργοστάσια, ἀφού τό ὄνομά σου εἶναι Ἐμμανουήλ.

Ἀκοῦμε τά βήματά σου Ἰησοῦ, Ἐμμανουήλ μας, στούς διαδρόμους τῶν νοσοκομείων. Σ’ αὐτούς τούς διαδρόμους πού μυρίζουν φάρμακα. Μπαίνεις μέσα στούς θαλάμους, μένεις μέσα στούς θαλάμους, δίπλα στά κρεβάτια τών ἀδελφῶν σου, τών ἀδελφῶν μας. Ἀγωνίζεσαι μαζί μέ τούς γιατρούς καί τίς νοσηλεύτριες γιά τή νίκη πάνω στήν ἀρρώστια καί τόν θάνατο. Ἡ βάρδια σου δέν ἔχει τέλος, δέν λήγει ποτέ. Πῶς νά λήξει, ἀφού τό ὄνομά σου εἶναι Ἐμμανουήλ;

Εἶσαι μαζί μας στά χωράφια μας καί στά βουνά μας. Σπέρνεις μαζί μέ τούς σποριάδες, εἶσαι βοσκός μαζί μέ τούς τσοπάνους. Ταξιδεύεις ἀκούραστος ναυτικός κοντά στούς ναυτικούς.

Εἶσαι μαζί μας! Δέν χορταίνουμε νά τό λέμε. Εἶσαι ὁ Ἐμμανουήλ μας.  Ὅλοι οἱ δρόμοι μας, ὅλες οἱ πλατεῖες τῶν πόλεών μας θά μποροῦσαν νά λέγονται: ὁδός Ἐμμανουήλ ἤ πλατεῖα Ἐμμανουήλ. Γιατί εἶσαι ὁ μόνιμος διαβάτης τους. Βαδίζεις ἀδιάκοπα δίπλα μας. Μᾶς στηρίζεις στούς πειρασμούς. Ἀκοῦς τίς σκέψεις μας, τίς γκρίνιες μας. Μᾶς συνοδεύεις διακριτικά, ἀλλά οὐσιαστικά. Εἶσαι μόνιμα κοντά μας περισσότερο ἀπό ὅ,τι εἶναι ἡ ἴδια μας ἡ σκιά. Εἶσαι ἡ σκιά μας. Λάθος: τό φῶς μας.

Ἐμμανουήλ! Καί ὅταν ξεφεύγουμε ἀπό τό δρόμο σου, καί πάλι δέν μᾶς ἀφήνεις μοναχούς. Δέν μᾶς ἐγκαταλείπεις στή μοναξιά μας. Ἄν κοιτάξουμε λίγο πίσω, μποροῦμε νά ξαναβροῦμε τόν δρόμο. Κάτω στό ἔδαφος θά ὑπάρχει μιά γραμμή. Εἶναι τά δάκρυα πού ἔχυνες ἀκολουθῶντας μας σιωπηλά. Παίρνοντας τή γραμμή αὐτή, πού τή χάραξε ὁ πόνος σου, μποροῦμε νά ξανασυναντήσουμε τήν ὁδό. Γιατί ὅμως νά κοιτάξουμε κάτω, ἀφού Σύ ὁ ἴδιος στέκεις δίπλα μας, ἕτοιμος νά μᾶς ὁδηγήσεις; Ναί, βέβαια! Εἶσαι μαζί μας, ἀφού τό ὄνομά σου εἶναι Ἐμμανουήλ.

Ἐμμανουήλ! Ὄνομα ὑπέρτατα ἀγαπημένο. Μᾶς φθάνει αὐτό γιά κάθε πόνο, γιά κάθε θλίψη, γιά κάθε πειρασμό. Στόν ἀδελφό μου πού πονάει θά λέω αὐτή τή λέξη: Ἐμμανουήλ! Στόν ἄνθρωπο πού θρηνεῖ γιά τήν ἐγκατάλειψή του θά ψιθυρίζω γεμᾶτος σιγουριά: Μήν ξεχνᾷς τόν Ἐμμανουήλ! Ὁ Θεός, ὁ παντοδύναμος σύντροφος, εἶναι μαζί σου. Δέν εἶσαι μόνος. Καί στήν τραυματισμένη καρδιά μου θά μπορῶ νά χρησιμοποιήσω αὐτόν τόν θαυμαστό ἐπίδεσμο, πού φέρει τό ὄνομα: Ἐμμανουήλ.

Στήν εὐφρόσυνη αὐτή πανήγυρη, ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ ὄχι μόνο νά ὑμνήσουμε τόν Ἐρχόμενο, ἀλλά καί νά δυναμώσουμε τήν πίστη μας στή συνεχῆ παρουσία Του, μέσα στήν ἱστορία  τοῦ κόσμου -καί τή δική μας- μέ ἐγκάρδια προσευχή καί συμμετοχή μας στή ζωοπάροχη Θεία Εὐχαριστία.

Ἡ χριστιανική πίστη ἐπιμένει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι πάντοτε μαζί μας, ὄχι μόνο στίς ὧρες κατανύξεως καί εἰρήνης ἀλλά καί στίς ἡμέρες τῆς θλίψεως, τῆς ἀμφιβολίας, τῆς δειλίας, τῆς ἀνησυχίας καί τῶν δοκιμασιῶν, πού στήν ἐποχή μας ἐξαπλώνει ἡ πρωτόγνωρη πανδημία.

Ἡ συνείδηση τῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐμπνέει, παρηγορεῖ, ἐνισχύει τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός τελικά θά ἐπέμβει τήν κατάλληλη στιγμή, ὅταν καί ὅπως Ἐκεῖνος κρίνει.

Ὅμως, ὅσοι πιστεύουμε, δέν ἀρκεῖ νά αἰσθανόμαστε ὅτι δέν εἴμαστε μόνοι. Ὀφείλουμε νά φροντίζουμε ὥστε ἡ θεία παρουσία νά γίνεται αἰσθητή στό περιβάλλον μας μέ τόν λόγο, τά ἔργα, τή μαρτυρία τῆς ζωῆς μας.

Τό ὡραιότερο χριστουγεννιάτικο δῶρο, ἀδελφοί καί ἀδελφές μου, γιά τόν ἑαυτό μας καί τους γύρω μας, εἶναι νά δυναμώσουμε τήν πίστη ὅτι ὁ Θεός τῆς ἀλήθειας, τῆς ἀγάπης καί τῆς δυνάμεως εἶναι μαζί μας.

Ὁ Σαρκωθείς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἄς καθοδηγεῖ τίς σκέψεις καί τίς ἐνέργειές μας, ὥστε νά ἀντιμετωπίζουμε τά μικρά καί τά μεγάλα προβλήματα τοῦ βίου μας, μέ ἤρεμη ἀντοχή.

 

Χρόνια Πολλά καί Εὐλογημένα!

ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΤΕΧΘΗ! ΑΛΗΘΩΣ ΕΤΕΧΘΗ!

 

Μέ ὅλη μου τήν ἀγάπη!

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ