24 Μαρτίου 2023

Δ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ

«Χαῖρε, ὡς βροντή τούς ἐχθρούς καταπλήσσουσα»

(Χαῖρε, Παναγία, πού σάν βροντή χτυπᾶς καί φοβίζεις τούς ἐχθρούς)

Ὁ παραπάνω στίχος ἀπό τούς Δ΄ Χαιρετισμούς προκαλεῖ διπλά συναισθήματα: ἱκανοποίηση σ’ ἐκείνους τούς πιστούς πού θρησκειοποιοῦν τή χριστιανική πίστη – ζητοῦν «ἐκδίκηση» ἀπό τόν Θεό καί τούς ἁγίους γιά τούς θεωρούμενους «ἐχθρούς» τους (σάν τούς μαθητές τοῦ Κυρίου πού Τοῦ ζήτησαν νά ρίξει φωτιά στούς Σαμαρεῖτες ὅταν Τοῦ εἶπαν νά φύγει ἀπό τά ὅριά τους)· ἀπορία κι ἴσως ἀντίδραση σ’ ἐκείνους πού ἀρνοῦνται κάθε ἔκφραση ὀργῆς καί «ἐκδίκησης» ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ καί τῶν ἁγίων ἀπέναντι ἀκόμη καί στούς «ἐχθρούς» Του, γιατί ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Εἶναι ἔτσι; Πῶς πρέπει να κατανοήσουμε τόν στίχο;

1. Καταρχάς ὁ χαιρετισμός μᾶς τονίζει τή δύναμη πού ἔχει ἡ Παναγία μας· δύναμη βεβαίως ὄχι ἐξ ἑαυτῆς, ἀλλά ἀπό τή σχέση της μέ τόν Υἱό καί Θεό της. Ὅλοι γνωρίζουμε ὅτι κάθε τι πού ἔχει ἡ Παναγία, ἡ ὅποια χάρη, σοφία καί δύναμή της, ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι ἔχοντας «κολλήσει» ἐλεύθερα στό θέλημα τοῦ Κυρίου, ἔγινε ἡ μεγαλύτερη δίοδος προκειμένου νά διέρχεται δι’ αὐτῆς ἡ παντοδύναμη ἐνέργεια Ἐκείνου, μέ ἀπόλυτη δίοδο τήν ὥρα τῆς σάρκωσής Του στήν ἁγιασμένη γαστέρα της. Ἄν ὁ ἴδιος ὁ προφητικός πνευματοφόρος λόγος βεβαιώνει ὅτι «ἐκολλήθη ἡ ψυχή μου ἐπί τόν Κύριον, ἐμοῦ δέ ἀντελάβετο ἡ δεξιά Σου», δηλαδή  κόλλησε ἡ ψυχή μου στόν Κύριο, γι’ αὐτό καί ἡ δύναμή Του ἦλθε σέ βοήθειά μου· ἄν ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἐκφράζοντας τήν ἐμπειρία ὅλων τῶν ἁγίων ἀποστόλων, λέει ὅτι «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντί με Χριστῷ» (εἶμαι πανίσχυρος λόγω τοῦ Χριστοῦ πού μέ δυναμώνει)· πόσο περισσότερο τοῦτο ἰσχύει γιά τήν Παναγία Μητέρα, ἡ ὁποία ἀνθρωπίνως ὑπῆρξε ὅ,τι ἐξαίρετο καί ἐξαίσιο παρουσίασε, παρουσιάζει καί θά παρουσιάσει ποτέ ἡ ἀνθρωπότητα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ - «ἡ ἐκλελεγμένη πασῶν τῶν γενεῶν»! Στό πρόσωπο λοιπόν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ψαύουμε κυριολεκτικά τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ μας, διότι ἀκριβῶς εἶναι «ὁ Κύριος μετ’ αὐτῆς», γι’ αὐτό καί «πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου».

2. Ἡ παντοδυναμία της ὅμως αὐτή, ὡς χάρη πού ἐκχωρεῖται ἀπό τόν Κύριο καί Θεό της, λειτουργεῖ κατ’ ἀντίστοιχο τρόπο πρός Ἐκείνου τήν παντοδυναμία. Δηλαδή ὡς δύναμη ἀγάπης καί ἐλέους, ὡς δύναμη συγχώρησης, πού «αἴρει» τήν ἁμαρτία τῶν ἀνθρώπων προκειμένου νά τούς δώσει τή δική Του δικαιοσύνη. Αὐτό δέν βλέπουμε σέ ὅλη τήν ἱστορία τῆς θείας οἰκονομίας, τήν ἰστορία δηλαδή τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου; Τί ἔκανε ὁ Θεός ἀπέναντι στόν ἐπαναστατημένο ἄνθρωπο γιά νά τόν σώσει; Δέν ἔστειλε κεραυνούς ἐκδίκησης, δέν ἐξέφρασε τήν ὀργή Του γιά νά δηλώσει τό ποιός ἔχει τό πάνω χέρι καί ἔτσι νά ὑποτάξει τό πλάσμα Του – θά ἦταν βλασφημία μία τέτοια «ὑποταγή» τοῦ ἀνθρώπου ἀπό ἕναν Θεό πού ἀναζητεῖ καί ἐκζητεῖ πάντοτε τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή τήν ἐλεύθερη ἀποδοχή καί ἀγάπη του. «Υἱέ μου, δός μοι σήν καρδίαν» εἶναι τό αἴτημα τοῦ Πατέρα πρός τό ἀγριεμένο παιδί Του. Γι’ αὐτό καί ἡ παντοδυναμία Του κινεῖται μέ τόν πιό ἀπρόσμενο τρόπο πού «λιώνει» κάθε καλοπροαίρετη καρδιά: «κλίνει οὐρανούς» καί γίνεται ἄνθρωπος, ἀναλαμβάνοντας Αὐτός ὅ,τι πιά δέν μποροῦσε νά κάνει ὁ τραυματισμένος καί ἡμιθανής ἄνθρωπος. Ἡ παντοδυναμία Του φανερώνεται μέσα στήν ἀπόλυτη ἀγάπη Του – γι’ αὐτό καί πολλές φορές ἔχει τονιστεῖ ὅτι ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου: ἡ θεωρούμενη ἀπόλυτη «ἀδυναμία» Του, συνιστᾶ «τήν νίκην, τήν νικήσασαν τόν κόσμον».   

3. Καί ποιά ἡ ἔννοια τότε τῆς φράσης τῆς Γραφῆς περί τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ καί περί τῆς ἔκφρασης τῆς δικαιοσύνης Του πέραν τῆς ἀγάπης Του; Ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἑρμηνεύεται συνήθως ἀπό τούς ἁγίους μας - ἄς θυμηθοῦμε ὄχι τίς πολλές ἐπ’ αὐτοῦ ἐκφράσεις τῶν παλαιοτέρων Πατέρων μας, ἀλλά τοῦ συγχρόνου μας ἀγαπημένου ἁγίου Πορφυρίου τοῦ καυσοκαλυβίτου, ὁ ὁποῖος τόνιζε μέ ἔμφαση γιά τόν Κύριο ὅτι δέν κρατάει στά χέρια Του κεραυνούς, δέν λειτουργεῖ μέ τόν φόβο, γιατί ἀκριβῶς μᾶς ἀγαπάει μέ τήν ἀνώτερη δυνατή ἀγάπη πού μπορεῖ κανείς νά φανταστεῖ κι ἀκόμη περισσότερο – (ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ λοιπόν) συνιστᾶ τή βίωση τῆς ἀγάπης Του ἀπό ἐκείνους πού δυστυχῶς ἀρνοῦνται τήν παροχή καί τήν ἐνέργειά Της. Ὁ Θεός δηλαδή παρέχει τήν ἀγάπη Του, ἀλλά μεταποιεῖται αὐτή ἀνάλογα μέ τό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ καλοπροαίρετος πού Τήν δέχεται ζεῖ ἤδη ἀπό τώρα στόν κόσμο τοῦτο τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ὡς Παράδεισο, ὁ κακοπροαίρετος πού Τήν ἀρνεῖται τήν βιώνει ὡς ὀργή Του. Ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ λοιπόν εἶναι ἡ μεταποιημένη ἀπό τή διαστροφή τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου ἀγάπη τοῦ Πατέρα (κάτι παρόμοιο δέν θά ἰσχύσει καί στήν κρίση τοῦ Θεοῦ;).

Ἀλλά καί ὡς ὀργή τοῦ Θεοῦ (ἀναλύοντας τό ἴδιο στήν πραγματικότητα σκεπτικό) μποροῦμε νά χαρακτηρίσουμε 1) ἐκεῖνες τίς ἐνέργειές Του πού λειτουργοῦν μ’ ἕναν πιό ἔντονο καί «προκλητικό» θά λέγαμε τρόπο στόν ἀπομακρυσμένο ἀπό Αὐτόν ἄνθρωπο (ἐπιτρέποντας μία δοκιμασία, ἕνα ἀτύχημα, μία ἀρρώστια κλπ.), προκειμένου νά τόν συνετίσει, νά τόν κάνει νά ἔλθει εἰς ἑαυτόν καί  νά μετανοήσει, συνεπῶς λειτουργοῦν ὡς «παιδαγωγία» Του μέσα στό πλαίσιο τῆς φιλανθρωπίας Του· καί 2) ἀκόμη καί τήν (προσωρινή) ἄρση τῆς χάριτός Του, ἀφήνοντας τόν ἄνθρωπο στίς δικές του ἐπιλογές ζωῆς, οἱ ὁποῖες χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν ἐγωισμό του καί τόν ὁδηγοῦν ἤδη ἀπό τώρα σέ μία αἴσθηση κόλασης. Εἶναι εὐνόητο ὅτι τά παραπάνω σημαίνουν πώς ἡ ἔννοια τῆς δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ λειτουργεῖ ἐντελῶς ἀνάποδα ἀπό τή συνήθη ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων λειτουργία, διότι ἔχει ὡς περιεχόμενό της καί πάλι τήν ἀγάπη - ἀγάπη καί δικαιοσύνη στόν Θεό ταυτίζονται.    

4. Λοιπόν, γιά νά ἐπανέλθουμε στήν Παναγία μας, ὅταν χαιρετίζεται ἡ μεγάλη Μάνα τῶν ἀνθρώπων ὡς ἐκείνη πού σάν βροντή χτυπάει καί φοβίζει τούς ἐχθρούς, πρέπει νά ἐννοήσουμε ὅτι ἐκφοβίζει πρῶτα ἀπό ὅλα βεβαίως τούς ἐχθρούς τοῦ ἀνθρωπίνου γένους κι ὅλου τοῦ κόσμου ἐκπεπτωκότας ἀγγέλους, τούς δαίμονες, ὥστε νά μήν πειράζουν καί ταλαιπωροῦν τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί ἐκφοβίζει μέσα στό πλαίσιο τῆς ἀγάπης της καί ὅλους ἐκείνους πού τοποθετοῦνται ἀπέναντι στόν Θεό, ἀπέναντι στούς ἁγίους, ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία, προκειμένου νά τούς ὁδηγήσει σέ συναίσθηση τῆς ἐπιλογῆς τῆς κόλασής τους, φανερώνοντας ταυτόχρονα ὅτι διαφυλάσσει τούς πιστούς καί ὅτι ἡ ἴδια εἶναι Ἐκείνη (μέ πρῶτον βέβαιο τόν Υἱό καί Θεό της) πού θά βροῦν μπροστά τους σέ ὅποια ἐχθρική  τους κατ’ αὐτῶν ἐνέργεια.  Μέ ἄλλα λόγια τό «ἀγριωπό» μερικές φορές βλέμμα της εἶναι τό βλέμμα τῆς Μάνας πού ἡ καρδιά της σπαράζει καθώς βλέπει τό σπλάχνο της νά ὁδεύει πρός τήν καταστροφή του. Ἡ «βροντή» της εἶναι ἡ ἀγωνιῶσα κραυγή της πού θέλει μέ τήν ἔντασή της νά μᾶς προφυλάξει ἀπό τούς πνευματικούς κινδύνους πού διατρέχουμε, ἀλλά καί νά κάνει πέρα, ὅπως εἴπαμε, τούς ἐχθρούς δαίμονες.

Τήν Παναγία μας, (ἑπομένως τόν Κύριο καί Θεό μας μέ τόν τρόπο πού ἐξηγήσαμε καί παραπάνω), δέν τήν ἀφήνουμε ποτέ. Κρατιόμαστε μέσα στήν ἀγκαλιά της, «κολλᾶμε» στό ἅγιο ὄνομά της, γιατί ἔτσι ξέρουμε ὅτι βρισκόμαστε σάν τό πλοῖο μέσα στό λιμάνι. Ἡ ὅποια «βροντή» της τότε ἀκούγεται στά αὐτιά μας ὡς νανούρισμα καί γλυκό τραγούδι της.

«ΠΑΡΑΔΟΞΑ» ΚΑΙ «ΣΚΛΗΡΑ» ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

(Κύρια σημεία ομιλίας του π. Γεωργίου Δορμπαράκη, στις Πυλές Καρπάθου,

 19 Μαρτίου 2023, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως)

Α. (1) Ο λόγος του Χριστού: όχι ένας ανθρώπινος λόγος, έστω φιλοσοφικός και στοχαστικός. Ο ανθρώπινος λόγος εκφράζει τις ανθρώπινες δυνατότητες, οι οποίες όσο σωστές και καλές κι αν είναι μεταφέρουν την πεσμένη στην αμαρτία ανθρώπινη φύση. Κι αυτό σημαίνει ότι ο ανθρώπινος λόγος δεν έχει τη δύναμη να «σηκώσει» τον άνθρωπο από την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο και τη γοητεία της αμαρτίας του. Το βλέπουμε στις διάφορες φιλοσοφίες αλλά και στις διάφορες θρησκείες.

(2) Ο λόγος Του αποκάλυψη Θεού και μία άλλη μορφή παρουσίας Του – φορέας της παντοδύναμης ενέργειάς Του: μη ξεχνάμε ότι «τω λόγω του Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν». «Αυτός είπε και εγενήθησαν, Αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν», ο λόγος Του δηλαδή, ο ίδιος ο Κύριος, είναι ο Δημιουργός.  Ο Χριστός, κατά τη δική Του υπόδειξη μάλιστα, «κρύβεται» μέσα στα λόγια Του. «Εάν με αγαπάτε, τηρήστε τις εντολές μου κι εγώ θα σας φανερωθώ και με τον Πατέρα μου θα έλθω να κατοικήσω μέσα μας και να γίνετε μοναστήρι μας». «Πυρ ήλθον βαλείν και τι θέλω ει ήδη ανήφθη» -  τα λόγια Του φωτιά του αγίου Πνεύματος, που κατακαίουν τα πάθη και φωτίζουν την ύπαρξη του ανθρώπου. Ήδη από την Π. Δ. ακούγεται ο φοβερός προφητικός λόγος: «το λόγιόν μου πεπυρωμένον σφόδρα»!

(3) Γι’  αυτό και κάθε λόγος Του και κάθε εντολή Του συνιστά σωτηρία για τον άνθρωπο: τον επαναφέρει στην κανονική και φυσιολογική του πορεία. Ο λόγος του Χριστού συνιστά την «οδόν» πάνω στην οποία βαδίζοντας ο πιστός φτάνει στη Βασιλεία του Θεού.

(4) Ο όποιος λόγος Του λοιπόν, όσο «σκληρός» και «παράδοξος» ακούγεται, λειτουργεί προς ευεργεσία του ανθρώπου. Ο χαρακτηρισμός της σκληρότητας οφείλεται στον πεσμένο στην αμαρτία άνθρωπο – η προσκόλλησή μας στα πάθη μας μάς κάνει να θεωρούμε σκληρά αυτά που μας ευεργετούν και μας θεραπεύουν. Μοιάζει τούτο με τα φάρμακα: μας πικραίνουν, αλλά είναι προς ιατρεία της όποιας αρρώστιας μας.

Β. Μερικά «σκληρά και παράδοξα» λόγια του Χριστού.

1. «Τό ὅτι ἐζητεῖτέ με;» (Λουκ. 2, 49) (Γιατί με ζητούσατε;)

Η παράδοξη απάντηση του μικρού δωδεκαετούς Ιησού όταν επί τριήμερο που είχε «εξαφανιστεί» τον αναζητούσαν η Παναγία μητέρα Του και ο θεωρούμενος πατέρας Του Ιωσήφ. «Παιδί μου, γιατί μας το έκανες αυτό;» του λέει γεμάτη αγωνία η Παναγία Μητέρα, για να δώσει Εκείνος ήδη «μικρούλης» στην ηλικία τη συγκλονιστική και ακατανόητη και για την Παναγία συγκεκριμένη απάντηση. «Δεν ξέρατε ότι έπρεπε να βρίσκομαι στο σπίτι του Πατέρα Μου;». Κι αυτό τι σημαίνει;  Την αυτοσυνειδησία του Κυρίου ότι είναι ο ενανθρωπήσας Θεός ήδη από τη στιγμή της συλλήψεώς Του μέσα στην κοιλιά της Παναγίας. Δεν πρόκειται για έναν άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο και σταδιακά μετά από κάποια αποκάλυψη συνειδητοποιεί ότι «ωρίμασε» - ό,τι πρέσβευε ο αιρεσιάρχης Νεστόριος, ο οποίος κήρυσσε ότι η Παναγία γέννησε τον άνθρωπο Χριστό (Χριστοτόκος) και έπειτα ήλθε σ’ αυτόν ο Λόγος του Θεού. Οπότε στη συγκεκριμένη απάντηση του Κυρίου κατανοούμε με φωτισμό Θεού ότι ο Χριστός είναι ο Θεός που έγινε και άνθρωπος. «Διπλούς την φύσιν αλλ’  ου την υπόστασιν». Πρόκειται για τη θεολογία των Γ΄ και Δ΄ Οικουμ. Συνόδων που εξέφρεσαν την πίστη της Εκκλησίας για τον Ιησού Χριστό.

2. «Ὅς δ’ ἄν σκανδαλίσῃ ἕνα τῶν μικρῶν τούτων τῶν πιστευόντων εἰς ἐμέ, συμφέρει αὐτῷ ἵνα κρεμασθῇ μύλος ὀνικός εἰς τόν τράχηλον αὐτοῦ καί καταποντισθῇ ἐν τῷ πελάγει τῆς θαλάσσης» (Ματθ. 18, 6) (Όποιος γίνει αφορμή  να κλονιστεί ένας απ’ αυτούς τους μικρούς που πιστεύουν σ’ εμένα, είναι προτιμότερο γι’ αυτόν να κρεμάσει μια μυλόπετρα στον λαιμό του και να καταποντιστεί στη θάλασσα).

Ο λόγος Του που αποτιμά την αυτοκτονία ως κατώτερη κατάσταση από τον σκανδαλισμό ενός ανθρώπου και μάλιστα παιδιού. Τα λόγια αυτά πρέπει να προσεχτούν ιδιαιτέρως, γιατί μας τονίζουν ότι το βασικό κριτήριο που φανερώνει τη χριστιανικότητά μας ή όχι είναι ακριβώς η στάση μας έναντι του κάθε συνανθρώπου μας, κατεξοχήν του θεωρούμενου πιο μικρού και ταπεινού. Κι η στάση μας αυτή είναι του άπειρου σεβασμού και της ειλικρινούς και ανιδιοτελούς αγάπης, η οποία ανάγεται στον ίδιο τον Κύριο και Θεό μας. «Εφ’  όσον εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων εμοί εποιήσατε». Έτσι καταλαβαίνουμε και την «ευαισθησία» του απ. Παύλου που ομολογούσε: «Προκειμένου να μη σκανδαλίσω έναν απλό συνάνθρωπό μου προτιμώ να μη φάω κρέας ποτέ μου».

3. «Εἶπε δέ τις αὐτῷ˙ ἰδού ἡ μήτηρ σου καί οἱ ἀδελφοί σου ἑστήκασιν ἔξω ζητοῦντές σε ἰδεῖν. Ὁ δέ ἀποκριθείς εἶπε τῷ λέγοντι αὐτῷ˙ τίς ἐστιν ἡ μήτηρ μου καί τίνες εἰσίν οἱ ἀδελφοί μου; Καί ἐκτείνας τήν χεῖρα αὐτοῦ ἐπί τούς μαθητάς αὐτοῦ ἔφη˙ ἰδού ἡ μήτηρ μου καί οἱ ἀδελφοί μου. Ὅστις γάρ ἄν ποιήσῃ τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφός καί ἀδελφή καί μήτηρ ἐστίν» (Ματθ. 12, 47-50) (Του λέει κάποιος: «Η μητέρα σου και τ’ αδέλφια σου στέκουν έξω και θέλουν να σε δουν». Εκείνος απάντησε σ’ αυτόν που του το είπε: «Ποια είναι η μητέρα μου και ποια είναι τ’ αδέρφια μου;» Και δείχνοντας με το χέρι του τους μαθητές του είπε: «Να η μητέρα μου και τ’ αδέρφια μου. Γιατί όποιος ἐφαρμόζει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου, αυτός είναι αδελφός και αδελφή και μητέρα μου».

Οι φυσικές σχέσεις αξιολογούνται μέσα στο πλαίσιο της σχέσεως με τον Θεό. Ο Κύριος ήλθε προκειμένου να μας εντάξει μέσα στον εαυτό Του ώστε να βλέπουμε Θεού πρόσωπο. Η σχέση με τον Χριστό είναι η προτεραιότητα της ζωής μας: «ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην Αυτού και πάντα ταύτα προστεθήσεται υμίν». Οπότε κατανοεί κανείς ότι ο πνευματικός σύνδεσμος που συνδέει τους πιστούς μέσα στην Εκκλησία: να είμαστε μέλη Χριστού και αλλήλων μέλη, είναι ό,τι ανώτερο και ιερότερο. Οι φυσικοί δεσμοί έτσι σχετικοποιούνται, γιατί δεν έχουν αιώνια προοπτική. Το αιώνιο στοιχείο καθορίζει την πορεία μας πάνω στη γη. «Διά πίστεως περιπατούμεν, ου δι’ είδους». «Ου σκοπούμεν τα βλεπόμενα, αλλά τα μη βλεπόμενα. Τα γαρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τα δε μη βλεπόμενα, αιώνια».

4. «Ὁ φιλῶν πατέρα ἤ μητέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος καί ὁ φιλῶν υἱόν ἤ θυγατέρα ὑπέρ ἐμέ οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10, 37) (Όποιος αγαπάει τον πατέρα του ἤ τη μάνα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Κι όποιος αγαπάει τον γιο του ή τη θυγατέρα του παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου).

Η απολυτότητα της αγάπης προς τον Χριστό υπέρ πάσα άλλη αγάπη. Η φράση αυτή προεκτείνει το προηγούμενο σκεπτικό. Καλούμαστε ως πιστοί όλη τη δύναμη της ψυχής και του σώματός μας να την προσανατολίζουμε προς τον Θεό και την αγάπη μας προς Εκείνον. Διότι όχι μόνο είμαστε δημιουργημένοι για τον σκοπό αυτόν: «ότι εξ Αυτού και δι’  Αυτού και εις Αυτόν τα πάντα», αλλά διότι μόνον έτσι μπορεί κανείς να αγαπήσει σωστά και καθαρά και τη γυναίκα του και τα παιδιά του και ό,τι υφίσταται μέσα στον κόσμο. Πάντοτε δηλαδή η ματιά μας πρέπει να είναι η ματιά εν Χριστώ. Αν δεν βάζουμε τον Χριστό σε ό,τι κάνουμε, λέμε ή σκεπτόμαστε, τότε αυτά «λερώνονται» από τον εγωισμό που ενυπάρχει έτσι κι αλλιώς μέσα μας λόγω της πτώσεως του ανθρώπου στην αμαρτία.

5. «Οὐαί ὑμῖν, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μέν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δέ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καί πάσης ἀκαθαρσίας… Ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνών» (Ματθ. 23, 27.33) (Αλίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριτές, γιατί μοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, που εξωτερικά φαίνονται ωραίοι, εσωτερικά όμως είναι γεμάτοι κόκαλα νεκρών και κάθε λογής ακαθαρσίας… Φίδια, γεννήματα οχιάς…).

Ο λόγος Του φαίνεται «υβριστικός» και προσβλητικός. Μα ο Χριστός δεν ήλθε να χαϊδέψει τα ανθρώπινα αυτιά. Ο λόγος Του, κατά τον Παύλο, «τομώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν». Γιατί ήλθε να καλέσει τους ανθρώπους σε μετάνοια, δηλαδή να φύγουν από την εμπάθειά τους και να Τον αποδεχτούν ολοκληρωτικά. Και ο Κύριος βεβαίως διακρίνει την αμαρτία από τους αμαρτωλούς. Τη διαστροφή των Ιουδαίων αρχόντων καταδίκαζε και όχι τους ίδιους ως πρόσωπα, για τους οποίους άλλωστε και σταυρώθηκε, αίροντας την αμαρτία τους και προσφέροντάς τους τη δικαιοσύνη Του.

6. «Μη θέλετε και υμείς υπάγειν;» (Ιω. 6, 67).

 Ο Χριστός δεν θέλει οπαδούς, αλλά πιστούς που Τον ακολουθούν έστω και με θυσία της ζωής τους. Κι είπε τον λόγο τούτο, όταν μίλησε για τη θεία Κοινωνία ως μετοχή στο σώμα και το αίμα Του. «Σκληρός εστιν ο λόγος. Τις δύναται αυτού ακούειν;» - ήταν η εκτίμηση πολλών από αυτούς που Τον ακολουθούσαν. Για να τονιστεί ότι ο Κύριος ζητάει το καθοριστικότερο στοιχείο που χαρακτηρίζει εμάς τους ανθρώπους, προκειμένου να Τον ακολουθούμε: την ελεύθερη βούλησή μας. Χωρίς να θέλουμε κι εμείς την προσφορά Του, χωρίς και τη δική μας συνέργεια, δεν γίνεται τίποτε για τη σωτηρία και τη σχέση μας με τον Θεό. «Όστις θέλει οπίσω μου ελθείν…» τόνισε. «Οι βουλόμενοι αθλήσαι…» συνεχίζει και η Εκκλησία μας. Η ελευθερία: το μεγαλύτερο αγαθό που μη χρησιμοποιούμενο ορθά βεβαίως γίνεται και η αιτία της καταδίκης μας.

7. «Οὐαί τῷ ανθρώπῳ ἐκείνῳ δι’ οὗ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται˙ καλόν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος» (Ματθ. 26, 24) (Αλίμονο στον άνθρωπο εκείνον που θα προδώσει τον Υιό του Ανθρώπου. Θα ’ταν καλύτερα γι’ αυτόν να μην είχε γεννηθεί».

Η αποτίμησή Του για τον μαθητή Του Ιούδα. Ένας από τους παραδοξότερους λόγους του Κυρίου: Εκείνος που συνήργησε ώστε να έλθει ως άνθρωπος στον κόσμο ο Ιούδας, ο Ίδιος κάνει την αποτίμηση. Βρισκόμαστε μπροστά σε μέγιστο μυστήριο που αποκαλύπτει και πάλι το πόσο ο Κύριος σέβεται την ελευθερία μας. Παλεύει να την υποκινήσει, να τη γοητεύσει, αλλά την τελική απάντηση την αφήνει πάντοτε σ’  εμάς.

8. «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ ὅτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων» (Μάρκ. 8, 33) (Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Δεν σκέφτεσαι όπως θέλει ο Θεός αλλά όπως θέλουν οι άνθρωποι). 

Ο λόγος Του προς τον μαθητή Του Πέτρο, όταν εκείνος προσπάθησε να τον αποτρέψει από το πάθος Του! Εξέφρασε την αγάπη του ο Πέτρος προς τον δάσκαλό Του, αλλά η αγάπη του αυτή ήταν απλώς συναισθηματική, εντελώς ανθρώπινη, στο βάθος εγωιστική και άπιστη. Διότι προτρέποντας τον Κύριο ο Πέτρος να μην ακολουθήσει το θέλημα του Θεού φανέρωνε ότι τελικώς δεν αποδέχεται τον Κύριο – «Κύριος» γινόταν ο ίδιος και όχι ο πραγματικός Κύριος ως Θεός. Παρόμοια φερόμαστε συχνά οι άνθρωποι, υποκινώντας και προτρέποντας αγαπημένους συνανθρώπους μας να «σώσουν» τη ζωή τους, διαγράφοντας όμως το θέλημα του Θεού. Γινόμαστε «όπλα» του Πονηρού από τα εκ δεξιών λεγόμενα. Δηλαδή φαίνεται ότι κάνουμε κάτι καλό, αλλά στην πραγματικότητα υπηρετούμε το πονηρό και τον Πονηρό.

9. «Μή μοῦ ἅπτου˙ οὔπω γάρ ἀναβέβηκα πρός τον πατέρα μου» (Ιω. 20, 17) (Μη μ’ αγγίζεις, της λέει ο Ιησούς, γιατί δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου).

Ο λόγος του αναστημένου Κυρίου προς τη Μαρία τη Μαγδαληνή. Πράγματι παράδοξος και αυτός ο λόγος. Τι πιο φυσικό για τη Μαρία που αγαπούσε υπερβαλλόντως τον Κύριο, ο Οποίος την είχε απαλλάξει από την καταδυναστεία των παθών της για να ζήσει ελεύθερα, από το να γονατίσει και να αγκαλιάσει τα πόδια Του; Το ίδιο άλλωστε δεν είχε συμβεί, δύο φορές μάλιστα με άλλες γυναίκες,  μπορεί και μπροστά της εφόσον ήταν ακόλουθη του Κυρίου;  Η άσωτη πόρνη που πρόσφερε το πανάκριβο μύρο στα πόδια του Κυρίου, σκουπίζοντάς τα με τα μαλλιά της, κι έπειτα και η Μαρία η αδελφή του Λαζάρου που προέβη σε παρόμοια κίνηση; Πώς λοιπόν τώρα ο Κύριος με αυστηρό τρόπο την αποτρέπει από το άγγιγμά Του; Διότι μετά την Ανάσταση του Κυρίου ο μόνος τρόπος προσέγγισής Του δεν είναι ο αισθητός, όπως όταν ήταν εν σώματι με τους μαθητές Του, αλλά είναι μέσα από τη Θεία κοινωνία και μέσα από την τήρηση των αγίων Του εντολών – μία προσέγγιση κατά πολύ ανώτερη από ένα άγγιγμα σωματικό, αφού με τη θεία Κοινωνία γινόμαστε σύσσωμοι και σύναιμοι με τον Ίδιο. Ο απόστολος Παύλος λέει κάτι παρεμφερές που φωτίζει την αλήθεια αυτή: Το αν είχα δει τον Κύριο όσο βρισκόταν στον κόσμο τούτο δεν μου προσθέτει τίποτε. Η πνευματική μου σχέση μ’ Εκείνον είναι το σημαντικό.

10. «Αρκεί σοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Β΄ Κορ. 12, 9) (Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία σου).

Ο λόγος του Χριστού στον πονεμένο απόστολο Παύλο. Πρόκειται για τη συμμετοχή στο πάθος του Κυρίου που ανάγει τον άνθρωπο στην Ανάσταση ήδη από τη ζωή αυτή. Όπως ο Κύριος πάνω στον Σταυρό φανερώνει την παντοδυναμία Του, έτσι και ο πιστός: μέσα από τη σωματική αδυναμία του, μέσα από τους πόνους και τις αρρώστιες του, όταν τα αντιμετωπίζει εν πίστει και με αίσθηση ότι είναι μέλος Χριστού, στην πραγματικότητα οδηγείται στη μεγαλύτερη δύναμη που μπορεί να φτάσει. Η αδυναμία του συνιστά την προϋπόθεση για να ενεργοποιηθεί η δύναμη του Χριστού μέσα στην ύπαρξή του. Όσο δηλαδή μειώνεται ο ίδιος, τόσο και αυξάνεται εν αυτώ ο Κύριος. «Όταν ασθενώ, τότε δυνατός ειμι». Από την άποψη αυτή όταν αρχίζουμε να πονάμε και να μην αισθανόμαστε καλά, όταν αρχίζουμε δηλαδή να φαίνεται ότι χάνουμε τον κόσμο κάτω από τα πόδια μας, τότε πρέπει να στρέφουμε τον λογισμό μας στον τρόπο που ενεργεί ο Θεός μας: μας έχει παραλάβει για να μας οδηγήσει σε παραπάνω επίπεδο! Κι επίσης κατανοούμε ότι μάλλον οι πιο ισχυρές περιοχές της γης, αυτές που περικλείουν την παντοδυναμία της χάρης του Θεού είναι τα νοσοκομεία, οι κλινικές, τα κρεβάτια των αρρώστων. Μπροστά στον άρρωστο πρέπει μάλλον να σκύβουμε το κεφάλι και να βγάζουμε τα υποδήματά μας: βρισκόμαστε σε τόπο ιερό. Κι αυτό ασφαλώς όχι μόνο στους άλλους, αλλά και σε εμάς τους ίδιους.  

Γ. «Η Εκκλησία ζει και προβάλλει έναν Χριστό επικίνδυνο για το βόλεμά μας, για τη νοοτροπία και τον πολιτισμό. Και είναι επικίνδυνος ο Χριστός γιατί στην εγωιστική παντοδυναμία του ανθρώπου προβάλλει την θυσία του Θεανθρώπου. Ο Χριστός της Εκκλησίας δεν είναι ένας δάσκαλος, αλλά ο Σωτήρας όλων μας, δεν μιλά μόνο για Αγάπη αλλά κάνει πράξη την Αγάπη, θυσιάζοντας την ύπαρξη Του για να ζήσουμε αιώνια, με την απόλυτη γνώση ότι και οι μετά απ’ Αυτόν θα εξακολουθούν  καθημερινά να Τον Σταυρώνουν με τις αμαρτίες τους και πολλοί δεν θα πιστεύουν.

Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί ενώ είναι  Θεός γίνεται άνθρωπος και πεθαίνει για μας, ενώ ξέρει ότι ο άνθρωπος θα εξακολουθεί να έχει ως θεό τον εαυτό του. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί ξέρει να συγχωρεί και να βάζει τον Ληστή στον Παράδεισο, ενώ σήμερα ο άνθρωπος ξέρει μονάχα να κατακρίνει τον άλλο και να τον κάνει κόλασή του. Είναι επικίνδυνος γιατί δέχεται τον άνθρωπο όπως είναι, με τα τραύματά του, με τις αδυναμίες του και τον μεταμορφώνει, ενώ ο άνθρωπος δέχεται μόνο τους τέλειους της διαφήμισης κι αυτούς που κάνουν τα θελήματά του.

Είναι επικίνδυνος ο Χριστός γιατί προσφέρει την αναρχία της Αγάπης, ενώ η ανθρώπινη εξουσία στηρίζεται στο δίκιο του οικονομικά ισχυρού. Είναι επικίνδυνος γιατί προτείνει μιαν αλλιώτικη ζωή βασισμένη στην ευαισθησία για τον Άλλο, ενώ η εποχή μας μιλάει μόνο για τα ατομικά δικαιώματα που μετριούνται με μεζούρες. Είναι επικίνδυνος γιατί μιλάει για Πόνο και Κόπο, ενώ οι άνθρωποι τα θέλουν όλα χωρίς να κοπιάσουν για τίποτα. Είναι επικίνδυνος γιατί δίνει σ’ όλους μας το χέρι της Ανάστασης κι εμείς μάθαμε να βασιζόμαστε μόνο στα δικά μας χέρια. Μας δίνει το Σώμα και το Αίμα Του, αντί για τα άχυρα της καθημερινότητας. Είναι επικίνδυνος ο Χριστός της Εκκλησίας γιατί μας έδωσε την ελευθερία, αντί για την υποδούλωση στα πάθη, την αδιαφορία, την καλοπέραση!

Ζούμε οι περισσότεροι έναν ακίνδυνο Χριστό, έναν «γλυκό» άνθρωπο. Καιρός να ζήσουμε τον επικίνδυνο Θεάνθρωπο, αυτόν που βάζει μαχαίρι στις καρδιές μας και τις κάνει κομμάτια, για να μοιραστούν σε όλους, από Αγάπη και για την όντως Ελευθερία. Κι όσο αυτοί που κατευθύνουν τις ζωές μας νιώθουν πως υπάρχει ο επικίνδυνος Χριστός, τόσο θα αγωνίζονται να κρατήσουν και να κρατήσουμε τον ακίνδυνο» (π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός).

ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΖΗΛΩΤΕΣ

 

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Ὁ τῆς ἀληθείας ἐξεταστής καί τῶν κρυπτῶν γνώστης Κύριος, τόν Φαρισαῖον τῇ κενοδοξίᾳ νικώμενον καί ταῖς ἐξ ἔργων ἀρεταῖς δικαιούμενον κατέκρινας˙ τόν δέ Τελώνην κατανύξει προσευχόμενον καί ὑπ’ ἐκείνου κατακριθέντα ἐδικαίωσας˙ οὗ καί ἡμᾶς τῆς μετανοίας ζηλωτάς ὁ σταυρωθείς ἀνάδειξον, καί τῆς ἀφέσεως ἀξίωσον ὡς φιλάνθρωπος» (απόστιχα Αίνων Τριωδίου, ήχος δ΄).

(Κύριε, Συ που ερευνάς και εξετάζεις την αλήθεια  και γνωρίζεις τα κρυμμένα, κατέκρινες τον Φαρισαίο, γιατί η κενοδοξία του τον νικούσε και ο ίδιος δικαίωνε τον εαυτό του από τις αρετές των έργων του. Από την άλλη δικαίωσες τον Τελώνη, γιατί προσευχόταν με κατάνυξη και κατέκρινε ο ίδιος τον εαυτό του (ενώ κατακρίθηκε και από τον Φαρισαίο). Συ λοιπόν Εσταυρωμένε Κύριε, ανάδειξε και εμάς ζηλωτές της μετανοίας του Τελώνη και αξίωσέ μας της συγχώρησης των αμαρτιών μας ως φιλάνθρωπος).

Τον Φαρισαίο και τον Τελώνη από την ομώνυμη παραβολή του Κυρίου προβάλλει για μία ακόμη φορά ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ. Με σκοπό να αποφύγουμε το αρνητικό παράδειγμα του Φαρισαίου και να ακολουθήσουμε το θετικό παράδειγμα του Τελώνη. Γιατί; Διότι ο Φαρισαίος είχε ως στοιχεία ζωής ό,τι ο Κύριος απεχθάνεται: την κενοδοξία, η οποία οδηγεί στη δαιμονική υπερηφάνεια, και την αυτοδικαίωση ως καύχηση για τα ενάρετα έργα μας. Το αλαζονικό αυτό ήθος του Φαρισαίου ήταν και είναι όπου απαντάται το ήθος του Εωσφόρου, ο οποίος πρώτος αρχάγγελος ξέπεσε λόγω ακριβώς της ελλείψεως αυτογνωσίας του, αφού το εκ Θεού φως του το προσέγραψε στον εαυτό του: πίστεψε ότι αυτό που ήταν δωρεά του Θεού ήταν κάτι δικό του, πήγαζε από τον ίδιο! Κενοδόξησε λοιπόν και υπερηφανεύτηκε, αυτοδικαιώθηκε, ξέπεσε και έγινε σατανάς, αντικείμενος δηλαδή στον Θεό, «απολαμβάνοντας» τα επίχειρα της απόνοιάς του: τη δυστυχία του και την κόλασή του, αφού δεν έδειξε και κανένα ίχνος μετανοίας του.  «Ἐθεώρουν τόν σατανᾶν ὡς ἀστραπήν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα», κατά τον αποκαλυπτικό λόγο του Κυρίου.

Ο Τελώνης από την άλλη είχε τα στοιχεία στα οποία αρέσκεται ο Κύριος. Όχι βεβαίως την αμαρτωλή πρότερη ζωή του, αλλά τη μετάνοια που επέδειξε, φανέρωση της ταπείνωσής του, γεγονός που τον έκανε να ελκύσει τον ταπεινό Θεό μας – ο Κύριος βρήκε πρόσφορο έδαφος στην καρδιά του για να λειτουργήσει η χάρη Του. «Ταπεινοῖς ὁ Θεός δίδωσι χάριν». Κι αυτό σημαίνει διαχρονικά ότι όπου υπάρχει άνθρωπος ο οποίος μετανοεί για τις αμαρτίες του, δηλαδή με ταπείνωση αναγνωρίζει ότι ξέφυγε από τον δρόμο του Θεού Πατέρα του και στρέφεται με ελπίδα στη φιλανθρωπία Του, αυτός και σώζεται και δικαιώνεται: ο Πατέρας τον συγχωρεί και τον αποκαθιστά στη θέση που του πρέπει˙ τη θέση του αγαπημένου παιδιού!

Τι συγκεκριμένα, κατά τον άγιο ποιητή, εκφράζει το ήθος της μετάνοιας και της ταπείνωσης, το ήθος δηλαδή της αγιότητας; Η εν κατανύξει προσευχή και η αυτομεμψία. Η προσευχή δηλαδή με δάκρυα και πένθος, όπως και η ανάληψη της ευθύνης για όσα άσχημα και αμαρτωλά κάναμε και κάνουμε στη ζωή μας, λόγω, έργω ή διανοία. Ιδίως το τελευταίο θεωρείται το κατεξοχήν αποδεικτικό της αληθινής μετάνοιας, όπως το είδαμε και στον Τελώνη που ο ίδιος κατέκρινε τον εαυτό του. Γιατί υπάρχει πάντοτε η τάση της δικαιολόγησης του εαυτού μας και της επιρρίψεως της ευθύνης στους άλλους, ακόμη και για τα εξώφθαλμα δικά μας σφάλματα. Το πρώτο που έρχεται δυστυχώς σε κάθε αστοχία και παραβατικότητά μας είναι το «δεν φταίω εγώ, αλλά ο άλλος» - ό,τι δυστυχώς έπραξαν και οι πρωτόπλαστοι που ενώ αμάρτησαν έσπευσαν να μεταθέσουν τις ευθύνες τους ο ένας στον άλλον ή και στον διάβολο, όχι όμως στον εαυτό τους! Γι’ αυτό και έχασαν και τον Παράδεισο.

Λοιπόν, ο άγιος υμνογράφος μάς βοηθάει δραστικά την περίοδο αυτή της μετανοίας: το ήθος του Τελώνη είναι αυτό που πρέπει να έχουμε προ οφθαλμών, η κατανυκτική προσευχή του και το «δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου». Και το συντριπτικό επιχείρημα του αγίου Ιωσήφ: ο Κύριος είναι «ὁ ἐτάζων καρδίας καί νεφρούς», τίποτε δεν είναι κρυφό ενώπιον των οφθαλμών Του, ούτε και η παραμικρή σκέψη μας και η παραμικρή κλίση της καρδιάς μας. Το να αρνηθούμε την ευθύνη μας για τη ζωή μας συνεπώς συνιστά τον ορισμό του «στρουθοκαμηλισμού» μας!  

23 Μαρτίου 2023

ΚΑΙ ΜΟΝΟ Ο ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΔΙΩΧΝΕΙ ΚΑΘΕ ΣΚΟΤΕΙΝΙΑ

«Ἡ χάρις σου, καί τῷ τύπῳ σου φοιτᾷ ἐλαύνουσα τῶν δαιμόνων τήν ἀχλύν, Σταυρέ Χριστοῦ, ὅπλον ἀπροσμάχητον» (ωδή δ΄ Τριωδίου).

(Η χάρη σου, Σταυρέ του Χριστού, που είσαι ανίκητο και ακαταμάχητο όπλο, επέρχεται και μόνο με τον τύπο και το σχήμα σου, αποδιώκοντας τη σκοτεινιά και την ταραχή των δαιμόνων).

Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, κινούμενος μέσα στην ατμόσφαιρα της προβολής του Σταυρού του Κυρίου και λόγω εν γένει της Σαρακοστής, αλλά κυρίως λόγω της εορτής της Σταυροπροσκυνήσεως, στο σύντομο τροπάριο τονίζει τη δύναμη που έχει ο Σταυρός. Κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι η δύναμή Του οφείλεται στον επ’ αυτού αναρτηθέντα Κύριο και όχι στο ίδιο το ξύλο, όπως η Εκκλησία μας το ψάλλει διαρκώς: «Σταυρός ἐπάγη ἐπὶ γῆς, καὶ ἥψατο τῶν οὐρανῶν, οὐχ ὡς τοῦ ξύλου φθάσαντος τὸ ὕψος, ἀλλὰ σοῦ τοῦ ἐν αὐτῷ πληροῦντος τὰ σύμπαντα, Κύριε δόξα σοι» (Ο Σταυρός μπήχθηκε στη γη κι ακούμπησε τους ουρανούς, όχι επειδή το ξύλο καθεαυτό έφθασε το ουράνιο ύψος, αλλά επειδή Συ Κύριε, σταυρωμένος πάνω σ’ αυτό, γεμίζεις τα σύμπαντα. Δόξα Σοι).

Ο Σταυρός λοιπόν του Κυρίου, που μετά τη θυσία Του πάνω στο ξύλο του σταυρού καταστάθηκε το κατεξοχήν σύμβολο του χριστιανισμού και συνυπάρχει πάντοτε με Εκείνον, έχει τεράστια δύναμη. Είναι για τον χριστιανό το όπλο με το οποίο πορεύεται στον κόσμο τούτο, όπλο μάλιστα ακαταμάχητο απέναντι στον Πονηρό διάβολο και την ταραχή που θέλει πάντοτε να δημιουργεί στον άνθρωπο, απέναντι στα στοιχεία του κόσμου τούτου, απέναντι στα ίδια τα πάθη του. «Σταυρός ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης, Σταυρός ἡ ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας, Σταυρός βασιλέων τό κραταίωμα, Σταυρός πιστῶν τό στήριγμα, Σταυρός Ἀγγέλων ἡ δόξα καί τῶν δαιμόνων τό τραῦμα», μάς καθοδηγεί μέσα στην «απειρία» των ύμνων της η Εκκλησία. Όχι μόνο στα συναξάρια των αγίων μας, αλλά και στου κάθε χριστιανού την καθημερινότητα μπορεί  να δει κανείς την επέμβαση του Σταυρού, δηλαδή της θυσιαστικής αγάπης του Δημιουργού μας απέναντί μας. Ποιος χριστιανός σε δυσκολία ευρισκόμενος και επικαλούμενος τον Κύριο, προσβλέποντας μάλιστα στον Σταυρό Του, δεν πήρε δύναμη και κουράγιο; Δεν είναι τυχαίο ότι ο Σταυρός θεωρείται το όπλο με το οποίο κατεξοχήν κατακαίεται ο διάβολος και κάθε πονηρή του ενέργεια.

Και ο υμνογράφος μας βεβαίως σημειώνει αυτό που κάνουμε όλοι οι χριστιανοί: όχι μόνο να βλέπουμε το βάθος του Σταυρού του Κυρίου, δηλαδή την άρση της αμαρτίας μας και τη διάνοιξη του Παραδείσου, αλλά και τον ίδιο τον τύπο και το σχήμα του. Και μόνο δηλαδή σχηματίζοντας το σημείο του Σταυρού πάνω στο σώμα μας (πόση προσοχή χρειάζεται εδώ για να κάνουμε σωστά το σημείο του Σταυρού και όχι μία «παράδοξη» και ακατανόητη κίνηση!), και μόνο κρατώντας έναν Σταυρό στο χέρι μας, και μόνον στήνοντας έναν Σταυρό σε οποιοδήποτε σημείο είτε στο σπίτι μας είτε στην εργασία μας είτε οπουδήποτε αλλού, επέρχεται αμέσως η χάρη του Εσταυρωμένου Κυρίου. Κι όπου υπάρχει η χάρη του Κυρίου, εκεί βεβαίως δεν έχει χώρο ύπαρξης ο Πονηρός και κάθε ενέργειά του. Αρκεί βεβαίως ο τύπος και ο σχηματισμός Του να γίνεται με πίστη, δηλαδή με έμπρακτη προσπάθεια να ζούμε σταυρικά: ταπεινά και με αγάπη. Διαφορετικά, η χρήση του Σταυρού λειτουργώντας ως ένα «μαγικό» δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα. Μη ξεχνάμε ότι η πίστη μας είναι λογική λατρεία, της λογικής νοουμένης ως επίκλησης και ενέργειας του Λόγου του Θεού, του Χριστού.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΜΑΘΗΤΑΙ

«Ο άγιος Νίκων έζησε κατά τους χρόνους του ηγεμόνα Κυντιλιανού και καταγόταν από τη χώρα των Νεαπολιτών. Ήταν όμορφος νέος και λαμπερός στην όψη του, ενώ στους πολέμους με την ανδρεία του προξενούσε τον φόβο στους αντιπάλους. Ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης και η μητέρα του χριστιανή. Σε έναν μεγάλο πόλεμο και μάλιστα σε μία σφοδρή μάχη, ο μακάριος θυμήθηκε τις παραινέσεις της μητέρας του, κι αφού στέναξε βαθιά και είπε ᾽Κύριε Ιησού Χριστού, βοήθα με᾽, έκανε το σημείο του Σταυρού σαν να περιβαλλόταν με ένα τείχος, και προχώρησε με δύναμη στο μέσο των αντιπάλων. Και άλλους μεν κτυπούσε με το μαχαίρι, άλλους με το δόρυ, και δεν σταμάτησε έως ότου κατατρόπωσε τους πάντες και τους έτρεψε σε φυγή. Από τη στάση του αυτή εξεπλάγησαν όλοι, επειδή ο πόλεμος ήλθε ευνοϊκά γι᾽ αυτούς, οπότε μαζί με τους άλλους και ο ίδιος επέστρεψε στο σπίτι του. Απεκάλυψε στη μητέρα του τον σκοπό του από εδώ και πέρα, και έπλευσε στα μέρη της Κωνσταντινούπολης.

Αφού έφθασε σε κάποιο Νησί που ονομαζόταν Χίος, ανεβαίνει στο όρος του και έμεινε εκεί επί επτά ημέρες, αφιερωμένος σε νηστείες και αγρυπνίες και προσευχές, οπότε θείος άγγελος του μηνύει να κατέβει στον γιαλό με μία ράβδο, που του έδωσε αυτός που του φανερώθηκε. Φτάνοντας στον γιαλό βρήκε πλοίο, ανέβηκε σ᾽ αυτό και μετά από δύο ημέρες που κατέβηκε, έφτασε στο όρος του Γάνου. Κατά θεία συγκυρία του παρουσιάστηκε ένας επίσκοπος ως μοναχός, κι αφού τον πήρε από το χέρι, τον οδήγησε σε σπηλιά που κατοικούσε ο ίδιος. Εκεί τον κατήχησε και τον βάπτισε στο όνομα της αγίας Τριάδος, μεταδίδοντάς του και τα άγια μυστήρια. Μετά από τρία χρόνια τον χειροτονεί σε πρεσβύτερο κι έπειτα σε επίσκοπο.

Αναδέχτηκε την προστασία όλων των μοναχών που μαζεύτηκαν εκεί, εκατόν ενενήντα στον αριθμό τους, και μαζί με αυτούς έρχεται στη Μυτιλήνη. Από εκεί προχώρησε στην Ιταλία, και αφού είδε τη μητέρα του και την κήδευσε μετά τον θάνατό της, έφτασε στη Σικελία, οπότε κατοίκησε στο όρος του Ταυρομενίου μαζί με άλλους εννέα. Ο ηγεμόνας τότε που έμαθε τα σχετικά με τον άγιο, αμέσως τους έφερε όλους ενώπιόν του, και αφού ερωτήθηκαν για την πίστη τους, τους έριξαν στο έδαφος, τους κτύπησαν πάρα πολύ και τέλος τους σκότωσαν με ξίφος. Ο δε άγιος Νίκων κρατείται από τέσσερις, τον καίνε με λαμπάδες, τον δένουν στη συνέχεια σε υποζύγια και τον σύρουν στη γη, τον ωθούν σε γκρεμό, του κτυπούν το στόμα με πέτρες, του κόβουν τη γλώσσα, και τέλος αποτέμνουν το κεφάλι του με ξίφος. Με τον τρόπο αυτό έφτασε στο τέλος και η δική του μαρτυρία».

Κόσμημα τόσο για τους ασκητές όσο και για τους μάρτυρες ο άγιος Νίκων, κατά τον υμνογράφο άγιο Ιωσήφ. Κι αυτό γιατί υπήρξε τροπαιοφόρος  κατά του διαβόλου και στην άσκηση και στο μαρτύριο σε βαθμό που προκαλεί την κατάπληξη των πιστών (ωδή η´). Γι᾽αυτό και ο Κύριος που δίνει τα στεφάνια, συνεχίζει ο υμνογράφος, επειδή τον είδε να είναι διανθισμένος από το κάλλος των βασάνων του και να είναι ντυμένος με την πορφύρα των αιμάτων του, τον έβαλε να κατοικεί μαζί Του (ωδή θ´). Μένει έκθαμβος όμως ο άγιος Ιωσήφ από τον πόθο και τον θερμό ζήλο του οσίου Νίκωνα, που τον έκανε να φτάσει σε τέτοιο ύψος αθλητικής ζωής, μέχρι του ουρανού. «Πόσο ωραίος είναι ο πόθος σου που απέκτησες για τον Κύριο, Νίκων, και θερμός ο ζήλος σου που αναφλεγόταν από τη θεία φωτιά, και θαυμαστή η άθλησή σου, που σε ένωσε με τα ουράνια» (ωδή θ´).

Και τα εγκώμια δεν είναι μόνον για τον άγιο Νίκωνα βεβαίως. Είναι και για όλους τους μαθητές του, οι οποίοι ακολούθησαν τον δάσκαλό τους σαν ένθεο στράτευμα, προκειμένου και αυτοί να αγωνιστούν στα πνευματικά παλαίσματα. «Περιζώστηκες την πνευματική οδό, μάρτυς Χριστού, και όπλισες τον ένθεο στρατό σου για τα σκάμματα της άθλησης» (ωδή γ´). Κι η αλήθεια αυτή επιβεβαιώνει για μία ακόμη φορά το γεγονός ότι όταν ο ηγέτης είναι συνεπής, ζει δηλαδή αυτό που διδάσκει, τότε εύκολα επιδρά στους καλοπροαίρετους μαθητές του, οι οποίοι τον ακολουθούν μέχρι σημείου προσφοράς και της ίδιας της ζωής τους. Τέτοιοι άνθρωποι που ακολουθούν τον ενάρετο άνθρωπο γίνονται και οι ίδιοι ενάρετοι, γι᾽ αυτό και ευωδιάζουν σαν  ηδύπνοα ρόδα, κάτι που εισπράττουν στη συνέχεια και όλοι οι πιστοί της Εκκλησίας. «Σαν κρίνα ανθήσατε στο λειβάδι των αρετών και σαν ηδύπνοα ρόδα προσφέρετε το άρωμά σας στις καρδιές μας, από τις ομορφιές του μαρτυρίου σας, θεόπνευστοι αθλοφόροι» (ωδή ς´).

Ο άγιος Ιωσήφ όμως στέκεται με προσοχή και στο χαρισματικό σημείο της επίδρασης της μητέρας του οσίου επάνω του. Πράγματι, δεν μπορεί κανείς να ξεπεράσει εύκολα αυτό που επισημαίνει το συναξάρι του, ότι στην πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του θυμήθηκε τις παραινέσεις της μητέρας του. Πρόκειται ασφαλώς για μία ιδιαίτερη χάρη του Θεού, ο Οποίος δεν μας αφήνει σε ησυχία κι έρχεται να μας υπενθυμίσει την παρουσία Του, τότε που υπάρχει κάποια κρίση στη ζωή μας. Τα λόγια της μητέρας του οσίου, με άλλα λόγια, ειπωμένα σε χρόνο ανύποπτο προφανώς, καρποφόρησαν τότε που ήταν έτοιμος να τα αποδεχτεί. Και η πιο πρόσφορη ώρα για κάτι τέτοιο ήταν η ώρα της μάχης που διακυβευόταν και η ίδια η ζωή του. Στο σκοτάδι της δυσκολίας λειτούργησαν τα λόγια αυτά που παρέπεμπαν στον Χριστό ως φως. «Έλαμψε φως στην καρδιά σου από τα θεία λόγια της μητέρας σου, όσιε»  (κάθισμα όρθρου). Θυμίζει αυτό που συνέβη στον όσιο μία σύγχρονη περίπτωση αδελφού, ο οποίος επηρεάστηκε πολύ από Βουδιστές, τόσο που πήγε και έζησε και στο Θιβέτ. Κι εκεί που ο νους του ήταν εντελώς θολωμένος και συγχυσμένος από ό,τι τον έβαζαν να κάνει και να λέει, ξαφνικά του ήρθε στη σκέψη το όνομα του Χριστού. Αυτό που είχε ακούσει παλαιότερα, η μνημόνευση του αγίου ονόματός Του, λειτούργησε εντελώς θεραπευτικά και προς εξυπνισμό του. Ήταν η ώρα της επίσκεψης του Θεού και από τότε, έστω και με δυσκολία, επανήλθε στην πίστη, γινόμενος ένθερμος πιστός. Και οι δύο περιπτώσεις – ελάχιστες μέσα σε απειρία παρομοίων – μας θυμίζουν ότι ο λόγος του Θεού έχει τεράστια δύναμη, που λειτουργεί όμως «υπογείως». Κανείς δεν πρέπει να βιάζεται ούτε και να απογοητεύεται, όταν δεν βλέπει άμεσα αποτελέσματα της σποράς του λόγου του. Η καρποφορία είναι θέμα του Θεού, που ενεργοποιεί τον σπόρο, όταν υπάρχει βεβαίως και η καλή διάθεση του ανθρώπου. Κι αυτήν την τελευταία επισήμανση περί καλής διαθέσεως την καταγράφει ο άγιος υμνογράφος: «Υπακούοντας στις θεϊκές παραινέσεις της μητέρας σου, απόκτησες Νίκων τη  δύναμη του Σταυρού στους πολέμους» (ωδή ε´). 

22 Μαρτίου 2023

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΝΕΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ 25η ΜΑΡΤΙΟΥ

 

Μητροπολίτης Πειραιώς: Η Ορθοδοξία και η Ρωμιοσύνη ανταμωμένες και αγκαλιασμένες βαδίζουν στο πεπρωμένο της αιωνιότητος.

Γεμάτη από Εθνική υπερηφάνεια, παλμό, ζωντάνια και ενθουσιασμό ήταν Εκδήλωση που διοργάνωσε το Γραφείο Νεότητος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς για την επερχόμενη διπλή εορτή της 25ης Μαρτίου: του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της Εθνικής μας Παλιγγενεσίας του 1821.

Στο κατάμεστο από κόσμο αμφιθέατρο «Αθανάσιος Κανελλόπουλος» του Πανεπιστημίου Πειραιώς, περισσότεροι από 450 νέοι και νέες των Ενοριών, αλλά και των Εκπαιδευτηρίων της τοπικής μας Εκκλησίας, παρουσίασαν επετειακά τραγούδια, παραδοσιακούς χορούς και δρώμενα, ενώ η Θεατρική Ομάδα της Μητροπόλεώς μας ερμήνευσε το έργο «…περί γκιλοτίνας και το άγαλμα», μια διασκευή του καθηγητή Χρήστου Παναγιώτου, από τον «Μεγάλο μας Τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη.

Η Εκδήλωση ξεκίνησε με ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των θυμάτων, κυρίως νέων ανθρώπων, του τραγικού σιδηροδρομικού δυστυχήματος που συνέβη στην περιοχή των Τεμπών, ενώ εκ μέρους του Πρυτάνεως του Πανεπιστημίου Πειραιώς κ. Μιχαήλ Σφακιανάκη, χαιρετισμό απηύθυνε η αντιπρύτανης κα Στυλιανή Σοφιανοπούλου.

Κατά την διάρκεια της εκδήλωσης, πριν κληθεί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ να απευθύνει τον χαιρετισμό του προς τους παρευρισκομένους, προβλήθηκε φωτογραφικό υλικό μιας και την Κυριακή 19 Μαρτίου συμπληρώθηκαν 17 χρόνια από την Ενθρόνισή του στον Επισκοπικό Θρόνο της τοπικής μας Εκκλησίας, αλλά και στις καρδιές όλων.

Εμφανώς συγκινημένος ο Σεβασμιώτατος, αφού αναφέρθηκε στην βαθιά οδύνη όλων λόγω του τραγικό δυστυχήματος στα Τέμπη, επεσήμανε πως η γιορτή την οποία τιμούμε είναι πολυσήμαντη. «Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η αιώνια ελευθερία του ανθρώπου», είπε ο Σεβασμιώτατος, συμπληρώνοντας πως πανηγυρίζουμε αυτό το μέγα γεγονός της παλιγγενεσίας μας της πνευματικής, της αιώνιας, και αυτό το γεγονός είναι αλληλένδετο με την παλιγγενεσία του Έθνους μας.

Τόνισε πως η Παναγία ενέπνευσε τους αγωνιστές της πατρίδας μας να αποτινάξουν την σκλαβιά, μια σκλαβιά που – όπως χαρακτηριστικά είπε – «ήταν η πιο φρικώδης δουλεία που μπορούσε να συλλάβει ποτέ ανθρώπινος νους». Υπογράμμισε πως όλοι οι αγωνιστές έτρεξαν στην νήσο της Τήνου για να προσκυνήσουν την Εικόνα της Παναγίας που ανέτειλε μέσα από τη γη, προκειμένου να ενθρονίσει στις καρδιές τους την βεβαιότητα της σωτηρίας και της λευτεριάς.

Αναφερόμενος στην «αναθεωρητική τάση και σε μία αρπακτική διάθεση» την οποία «ιστορικά έχουν όλες οι δυνάμεις της γείτονος χώρας», υπογράμμισε πως «είμαστε υποχρεωμένοι να εμπνέουμε αυτή την πίστη και αυτή την ευψυχία και το εθνικό φρόνιμα στις διάδοχες γενιές για να διατηρηθεί ακέραιη η πατρίδα μας». «Έχουμε ιερό χρέος να μεταλαμπαδεύουμε στα παιδιά μας τα ζώπυρα του Γένους, την δύναμη και την ευψυχία των ηρώων μας», σημείωσε ο Σεβασμιώτατος εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του προς όλους για αυτή την μεγάλη σταυροφορία προκειμένου «να δοθεί σε όλους το μήνυμα, σε μια εποχή βαθιάς πνευματικής υποθερμίας, ότι η Ορθοδοξία και η Ρωμιοσύνη ανταμωμένες και αγκαλιασμένες βαδίζουν στο πεπρωμένο της αιωνιότητος».

Χρειάζεται πνευματική αφύπνιση, πνευματικός αναστοχασμός, δυναμισμός, αλήθεια και βέβαια εμπιστοσύνη στην Κυρία των Αγγέλων, τη Μάνα μας, την Παναγία μας, αλλά και στο Ευαγγέλιο του Υιού της και πρακτική εφαρμογή των θεσπεσίων θεσφάτων της αμωμήτου πίστεώς μας», είπε ολοκληρώνοντας τον σύντομο χαιρετισμό του ο Σεβασμιώτατος, ευχαριστώντας θερμά όλους τους συμμετέχοντες, τους Ιερείς Νεότητος, τους υπευθύνους των νεανικών δραστηριοτήτων και τα παιδιά μας.

Την ευθύνη διοργάνωσης της όλης Εκδηλώσεως είχε  το Γραφείο Νεότητος της τοπικής μας Εκκλησίας και ειδικότερα ο διευθυντής του, Αρχιμανδρίτης Νήφων Καπογιάννης, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, η Γραμματέας Νεότητος κα Ασπασία Αθανασάκη και ο Διευθυντής Εκδηλώσεων Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Παναγιώτου.

ΤΕΤΑΡΤΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

«Πυρί με καθάρισον τῶν ἐντολῶν σου, φιλάνθρωπε, και σοῦ τά σωτήρια δίδου Παθήματα νῦν θεάσασθαι, καί πόθῳ προσκυνῆσαι, Σταυρῷ τειχιζόμενον καί συντηρούμενον» (ωδή α΄Τριωδίου).

(Φιλάνθρωπε Κύριε, καθάρισέ με με τη φωτιά των εντολών σου, και δώσε μου να δω τώρα τα Παθήματά Σου που έσωσαν το ανθρώπινο γένος, και να τα προσκυνήσω με πόθο, καθώς ο Σταυρός είναι ο φρουρός και ο φύλακάς μου).

Ο άγιος υμνογράφος Θεοφάνης σε λίγες λέξεις περικλείει όλο το βάθος θα λέγαμε της θεολογίας του Σταυρού. Τι επισημαίνει;

Πρώτον, ότι ο Σταυρός για τον πιστό, τον ίδιο και τα άλλα μέλη της Εκκλησίας, συνιστά το τείχος του, τον φύλακα και τον φρουρό του. Διότι ως μέλος Χριστού και της Εκκλησίας, είναι ενδεδυμένος Εκείνον – «ὅσοι γάρ εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε» - συνεπώς τον  Σταυρό έχει εγκολπωθεί, που θα πει ότι η ζωή του στον κόσμο τούτο αν θέλει να είναι χριστιανός έχει χαρακτήρα σταυρικό. Ο ίδιος ο Κύριος δεν το απεκάλυψε; «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Κι ο απόστολος Παύλος φανερώνοντας το εσωτερικό του βίωμα σημείωνε: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι˙ ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Συνεπώς, ο Σταυρός του Κυρίου δεν τελειώνει σ’ Εκείνον μόνον. Γίνεται «ζυγός», «χρηστός» όμως, για κάθε χριστιανό - Χριστός και πιστός συνθεωρούνται πάντοτε και συνορώνται.

Δεύτερον, παρ’ όλη τη συγκλονιστική αυτή θεώρηση του χριστιανού ως συνέχειας του Χριστού, απαιτείται διαρκώς η συνέργειά του για να ενεργοποιείται η δοσμένη σ’ αυτόν χάρη. Μπορεί δηλαδή ο Θεός να μας τα έχει δώσει όλα, αν όμως δεν βρίσκεται και η δική μας θέληση στην ίδια πορεία θελήσεως Εκείνου, τότε  όλα «ακυρώνονται», με την έννοια ότι ενώ υπάρχουν, παραμένουν ανενέργητα και λειτουργούν δυστυχώς προς «κρίμα και κατάκριμα» του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο άγιος Θεοφάνης ενώ αναγνωρίζει ως πιστός ότι ο Χριστός με τη Σταυρική Του θυσία κυρίως έσωσε τον άνθρωπο: μπορεί και πάλι να έχει ζωντανή συνειδητή σχέση με τον Δημιουργό του, όμως ζητά από τον Κύριο να του δώσει τη δωρεά να δει, να μετάσχει δηλαδή, στα Παθήματά Του, με τον τρόπο που αναφέραμε παραπάνω: να ζει κι ο ίδιος σταυρικά τη ζωή του, με θυσιαστική αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, γεγονός που ισοδυναμεί με την αληθινή και με πόθο  προσκύνηση του Σταυρού.

Και τρίτον, η θέα του Σταυρού του Χριστού ως αληθινή προσκύνησή Του με την έννοια της συσταύρωσης του πιστού με τον Χριστό – και πάλι το τονίζουμε: βλέπει και προσκυνά τον Σταυρό μόνον εκείνος που αγωνίζεται να ζει την αγάπη του Εσταυρωμένου Χριστού – απαιτεί την κάθαρση της καρδιάς από ό,τι εμπαθές ταλαιπωρεί αυτήν στον κόσμο τον πεσμένο στην αμαρτία. «Καθάρισέ με με τη φωτιά των εντολών Σου», είναι η προϋπόθεση για όλες τις χαρισματικές μεγάλες δωρεές του Κυρίου στον πιστό άνθρωπο. Κι αυτό διότι ο απόλυτα καθαρός από αμαρτία Θεός μπορεί να προσεγγιστεί μόνον από εκείνον που αγωνίζεται να καθαρίσει με τη δύναμη του Θεού την καρδιά του. Ο λόγος του υμνογράφου αγίου Θεοφάνους έχει την ίδια σημασία μ’ αυτό που ο ίδιος ο Κύριος απεκάλυψε ήδη από τον πρώτο μακαρισμό του στην επί του Όρους ομιλία Του: «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». Θα δει τον Θεό, θα δει συνεπώς το μυστήριο και το βάθος του Σταυρού ως σωτηρίας του κόσμου, μόνον εκείνος που έχει καθαρή την καρδιά. (Θυμόμαστε εν προκειμένω την περίπτωση της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, που μόνον όταν μετανόησε και άρχισε να καθαρίζεται η καρδιά της μπόρεσε να προσεγγίσει τον Σταυρό!)

Και η συμβολή εν προκειμένω του αγίου υμνογράφου είναι η συγκεκριμενοποίηση του τρόπου καθάρσεως της καρδιάς: διά των εντολών του Χριστού, που λειτουργούν στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου ως φλόγα, ως πυρ. Κι αξίζει την εικόνα αυτή, εικόνα πάλι της αγίας Γραφής, να την έχουμε συχνά πυκνά μπροστά στα μάτια μας: οι εντολές του Χριστού όταν τίθενται σε εφαρμογή από τον χριστιανό, έχουν τη δύναμη του πυρός, που οδηγεί σε διπλό αποτέλεσμα: κατακαίει όλα τα αγκάθια των παθών και της αμαρτίας, φωτίζει την ψυχή του ανθρώπου. Όπου είναι ο Χριστός δηλαδή: μέσα στις εντολές Του, στο σώμα και το αίμα Του, στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, εκεί έχουμε την παρουσία της καθαρτικής και φωτιστικής φωτιάς. Άλλωστε ο Ίδιος το είπε: «Πῦρ ἦλθον βαλεῖν επί τῆς γῆς καί τί θέλω εἰ ἤδη ἀνήφθη». Φωτιά ήλθε να βάλει με το Πνεύμα Του και η χαρά Του είναι ακριβώς αυτή!

Λοιπόν: η αγία Σαρακοστή ως η κατεξοχήν περίοδος προβολής και θέασης του Σταυρού του Κυρίου (και της ακολουθούσης βεβαίως Ανάστασής Του) είναι σαν καμίνι. Πρέπει να είμαστε φωτιά κι εμείς για να μπορούμε να πούμε ότι σωστά την «περπατάμε». Να πορευόμαστε δηλαδή στον δρόμο των αγίων εντολών του Κυρίου!