06 Απριλίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ

«Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε περίπου το 512 στο χωριό Θεία Κώμη της Φρυγίας. Ο πατέρας του ήταν στρατηγός στο στρατό του Βελισάριου. Ο άγιος έγινε μοναχός σε ηλικία 30 ετών από τον Μητροπολίτη Αμασείας και ζούσε στην Κωνσταντινούπολη ως αποκρισάριος του Μητροπολίτη Αμασείας και έφτασε ως τον Ιερατικό βαθμό του Αρχιμανδρίτη. Τον Άγιο Ευτύχιο εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Πατριάρχης Μηνάς, μετά το θάνατο του οποίου ο Άγιος εξελέγη Πατριάρχης, με υπόδειξη του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Επί των ημερών της πρώτης Πατριαρχίας του, και συγκεκριμένα από τις 5 Μαΐου έως τις 21 Ιουνίου του 553, έγινε και η Ε΄ Οικουμενική Σύνοδος. Το 564  ήρθε σε σύγκρουση - διαφωνία με τον Αυτοκράτορα, σχετικά με την αίρεση των αφθαρτοδοκητών. Ο Άγιος Ευτύχιος καταδίκαζε την αίρεση αυτή, παρά τις πιέσεις του αυτοκράτορα. Στις 22 Ιανουαρίου του 565 και ενώ τελούσε τη Λειτουργία για την εορτή του Αγίου Τιμοθέου, στρατιώτες τον συνέλαβαν. Ύστερα από αυτό, καθαιρέθηκε και εξορίστηκε, αρχικά στην Πρίγκηπο και αργότερα στην Αμάσεια του Πόντου. Μετά τον θάνατο του διαδόχου του, Πατριάρχη Ιωάννη του Σχολαστικού, ο νέος αυτοκράτορας Ιουστίνος Β' κάλεσε ξανά στο θρόνο τον Άγιο Ευτύχιο, ο οποίος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο του 577. Ο Άγιος παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο στις 6 Απριλίου το 582.

Ετάφη κάτω από τη βάση της Αγίας Τράπεζας του Ναού των Αγίων Αποστόλων, δίπλα στα Ιερά Λείψανα του Αποστόλου Ανδρέα, του Ευαγγελιστή Λουκά και του Αγίου Τιμοθέου. Η Αγία Κάρα του βρίσκεται σήμερα στη Μονή Χιλανδαρίου στο Άγιον Όρος».

      Ο άγιος Θεοφάνης ο υμνογράφος είναι από εκείνους τους υμνογράφους της Εκκλησίας μας, που αρέσκεται να χρησιμοποιεί το όνομα ενός αγίου προκειμένου να το αξιοποιεί για την προβολή της αγιότητάς του. Αυτό ακριβώς κάνει και με τον άγιο Ευτύχιο. Αφενός στους στίχους του συναξαρίου κρίνει ότι ο ίδιος είναι ευτυχέστατος, διότι αξιώθηκε να τιμήσει με τους λόγους του τον Ευτύχιο που μετέστη από τη ζωή αυτή, που σημαίνει ότι η ενασχόληση με έναν άγιο αποτελεί ώθηση για πνευματική πρόοδο και προκοπή, αφετέρου, προβαίνει σε εκτίμηση πνευματική, καθώς συγκρίνει την κατάσταση των αρετών με την κατάσταση των παθών. Τι λέει; «Επειδή απέκτησες την ευτυχία, σοφέ Ευτύχιε, λόγω των αρετών σου, και φωτίστηκες από τις λαμπρές λάμψεις των χαρισμάτων του Θεού, σώσε με από τις δυστυχίες των παθών με τις πρεσβείες σου» (ωδή α΄). Η στροφή δηλαδή προς τα ανθρώπινα ψεκτά πάθη, τη φιληδονία, τη φιλαργυρία, τη φιλοδοξία, ό,τι αποτελεί καρπό της φιλαυτίας, έχει ως τίμημα τη δυστυχία. Διότι «τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος» - κανείς δεν αμαρτάνει ανέξοδα. Κι από την άλλη: όσο κανείς στρέφεται προς τον Θεό και καθαρίζει την καρδιά του ώστε να λάμπει το φως του Θεού, τόσο και αποκτά την ευτυχία. Η ευτυχία έτσι υπάρχει εκεί που υπάρχει ο Θεός και η παρουσία Του, η δυστυχία υπάρχει εκεί που ο άνθρωπος διαγράφει τον Θεό και σύρεται από τα πάθη του και τον διάβολο που δουλεύει πάνω σ' αυτά.

      Ο υμνογράφος βεβαίως εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο ο άγιος Ευτύχιος μπόρεσε να στραφεί προς τον Θεό κατανικώντας τα πάθη του. Και η εξήγηση που δίνει είναι αυτή που προβάλλει πάντοτε η διαχρονική πνευματική παράδοση της Εκκλησίας μας: ο άγιος καθαρίστηκε από τη λάσπη των παθών, γιατί έδειξε μεγάλη επιμέλεια στον νόμο του Θεού (ωδή γ΄), «θηλάζοντας από παιδί την εγκράτεια και την προσευχή» (ωδή γ΄), συνεπώς κάνοντας τον νου του ηγεμόνα του εαυτού του (ωδή α΄).

Και βεβαίως ο άγιος υμνογράφος δεν μπορεί να μη μνημονεύσει, πέραν της ασκητικής και αγίας διαγωγής του Ευτυχίου, και τον αγώνα του υπέρ της ορθοδόξου πίστεως. Ο άγιος Ευτύχιος υπήρξε κληρικός και μάλιστα έγινε και Πατριάρχης. Επ' αυτού, όπως είδαμε και στο συναξάρι του, έγινε και η πέμπτη Οικουμενική Σύνοδος. Συνεπώς εκ της θέσεώς του και της ποιμαντικής του συνειδήσεως ο αγώνας του για την πίστη ήταν δεδομένος. Ο άγιος Θεοφάνης λοιπόν αναφέρεται αρκετά επ' αυτού, τόσο που σημειώνει ότι «η δύναμη των λόγων του αγίου κατέστησε ανίσχυρο το δόγμα και τη δύναμη των αντιθέτων. Κι έγινε τείχος και στήριγμα του ορθοδόξου λαού» (ωδή δ΄). Τονίζει μάλιστα ότι ο άγιος Ευτύχιος «έχοντας ως σκέπη του την ασπίδα της ευσέβειας και παίρνοντας ως κοφτερό ξίφος το ιερό δόγμα της πίστεως, κατέκοψε πράγματι όλες τις φάλαγγες των αιρετικών» (ωδή η΄). Κι είναι εξόχως σημαντική η επισήμανση του αγίου Θεοφάνη ότι στον αγώνα του αγίου κατά της αιρέσεως είχε ως σύμμαχό του τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος ήταν και ο βλασφημούμενος από τους αιρετικούς. Ο βλασφημούμενος δηλαδή ενώ θεωρείτο ότι έμπαινε στο περιθώριο, διότι αλλοιωνόταν από τους φιλοσοφούντες αιρετικούς, Εκείνος ως ο παντοδύναμος Θεός βρισκόταν και βρίσκεται βεβαίως πάντοτε στην πρώτη γραμμή. «Δεν φοβήθηκες και δεν λύγισες, καθώς υπέμεινες διωγμούς υπέρ της πίστεως. Διότι είχες ως σύμμαχό σου τον ίδιο τον βλασφημούμενο Χριστό» (ωδή δ΄).

      Αξίζει, νομίζουμε, να σταθούμε ιδιαιτέρως στην παραπάνω φράση του ύμνου του αγίου Θεοφάνη από την η΄ ωδή του: «έχοντας ως σκέπη την ασπίδα της ευσέβειας και παίρνοντας ως κοφτερό ξίφος το ιερό δόγμα". Ο άγιος Ευτύχιος δηλαδή πήρε ως ξίφος το δόγμα, επειδή ακριβώς βρισκόταν μέσα στην ευσέβεια, τον ορθό τρόπο ζωής. Κι αυτό σημαίνει ότι τότε μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει σωστά το δόγμα της πίστεως, όταν ζει σωστά την αγάπη - η αγάπη είναι ο ορθός τρόπος ζωής, η ίδια η ευσέβεια. Διαφορετικά, το δόγμα μόνο χωρίς αγάπη γίνεται ξίφος που καταστρέφει και κατασπαράσσει τους ανθρώπους, ό,τι έλεγε ο όσιος Παῒσιος ο αγιορείτης: «υπάρχουν μερικοί που έχουν πιάσει το δόγμα με τα δόντια και προκαλούν έτσι μεγαλύτερη βλάβη στην Εκκλησία από ό,τι οι εχθροί της!»

05 Απριλίου 2023

ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ ΤΟΥ ΘΩΜΑ


ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

«Πρός Ἰουδαίαν, Κύριε, πάλιν ἀπαίρειν εἰπών, τούς Μαθητάς ἐφόβησας˙ ἀλλ’ εὐθαρσῶς ὁ Θωμᾶς ἐκβοᾷ˙ Ζωή ἐστιν ἄγωμεν˙ καί γάρ ἄν θνηξώμεθα, αὖθις ἀναζήσωμεν» (ωδή γ΄ β΄ καν., ήχος γ΄).

(Κύριε, φόβισες τους Μαθητές Σου, μόλις τους είπες να σηκωθείτε να πάτε πάλι στην περιοχή της Ιουδαίας. Με θάρρος όμως ο Θωμάς λέει δυνατά: Είναι η Ζωή (ο Διδάσκαλος), ας πάμε. Γιατί κι αν πεθάνουμε, πάλι θα ξαναζήσουμε).

Ενόψει του Σαββάτου του αγίου Λαζάρου, ο άγιος υμνογράφος υπενθυμίζει τα γεγονότα που προηγήθηκαν. Ο φίλος του Κυρίου Λάζαρος έχει κοιμηθεί, έχει πεθάνει, ο Κύριος το αποκαλύπτει στους μαθητές Του και τους καλεί να Τον ακολουθήσουν και πάλι στη Βηθανία προκειμένου και αυτοί μαζί με τους άλλους να γίνουν μέτοχοι της συγκλονιστικής ανάστασης που θα επιτελέσει: ο κεκοιμημένος ήδη Λάζαρος να έλθει και πάλι στη ζωή, μ’ έναν απλό λόγο Του. Γιατί ακριβώς Αυτός είναι «ἡ Ζωή καί ἡ Ἀνάστασις», όπως θα πει και στις αδελφές του Λαζάρου. Οι μαθητές του Κυρίου βεβαίως φοβήθηκαν από τον λόγο του Διδασκάλου τους. Όπως το διατυπώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «(Ο Κύριος) λέει στους μαθητές: “Ας ξαναγυρίσουμε στην Ιουδαία”. Του λένε τότε οι μαθητές: “Διδάσκαλε, μόλις τώρα οι Ιουδαίοι ζητούσαν να σε λιθοβολήσουν, κι εσύ θες να πας πάλι εκεί;”». Κι όταν ο Κύριος τους εξηγεί τι συμβαίνει, εκείνος που παίρνει θαρρετά τον λόγο είναι ο απόστολος Θωμάς, προτρέποντας τους άλλους να μην αντιδράσουν, αλλά να κάνουν υπακοή έστω κι αν συναντήσουν τον θάνατο! «Τότε ο Θωμάς που λεγόταν Δίδυμος, είπε στους άλλους μαθητές: Ας πάμε κι εμείς, να πεθάνουμε μαζί του».

Δεν γνωρίζουμε με τι αίσθηση καρδίας μίλησε ο απόστολος Θωμάς – έχει μείνει στην ιστορία ως άνθρωπος που κινείται με «τετράγωνη λογική» και εξετάζοντας τα πράγματα με τα δεδομένα των αισθήσεών του - ο άγιος υμνογράφος όμως κατανοεί την επέμβασή του ως έκφραση απόλυτης πίστης στον Κύριο μέχρι βαθμού θανάτου. Πρόκειται μάλλον για ερμηνευτική προσέγγιση που λαμβάνει υπ’ όψιν τη μετέπειτα πορεία του «δύσπιστου» μαθητή, ο οποίος όχι μόνο πίστεψε στον Αναστημένο Κύριο που αρχικά αρνήθηκε, αλλά τον κήρυξε στα πέρατα της οικουμένης, μέχρι κι αυτής της Ινδίας, και παρέδωσε και τη ζωή του προς χάριν Του. Εκ των υστέρων λοιπόν η κρίση του υμνογράφου Θεοδώρου για τον Θωμά της ώρας της επανόδου στη Βηθανία, κι είναι ο Θεόδωρος αυτός που ανάγει την πίστη του Θωμά στο επίπεδο της μεγάλης πίστης του πατριάρχου Αβραάμ, όταν δεν διστάζει να υπακούσει στην εντολή του Θεού να θυσιάσει τον μονάκριβο γιο του! Κι είναι ο απόστολος Παύλος εν προκειμένω που εξηγεί την πίστη του μεγάλου Πατριάρχη: υπήκουσε ο Αβραάμ στη θεωρούμενη «παράλογη» εντολή, γιατί πίστευε βαθύτατα ότι μόλις θυσιάσει τον γιο του, αμέσως ο Κύριος θα τον αναστήσει και θα του τον δώσει πάλι πίσω υγιή. Με τα ίδια τα λόγια του αποστόλου (Εβρ. 11): «Με την πίστη πρόσφερε ο Αβραάμ τον Ισαάκ, όταν δοκιμάστηκε από τον Θεό. Αυτός που πήρε τις υποσχέσεις του Θεού πρόσφερε τον μονάκριβο γιο του, μολονότι του είχε ειπωθεί: Από τον Ισαάκ θα προέλθουν οι απόγονοί σου. Ο Αβραάμ σκέφτηκε πως ο Θεός μπορούσε και τους νεκρούς να ζωντανέψει˙ μπορούμε λοιπόν να πούμε πως στην ουσία ο Αβραάμ τον πήρε πίσω από τους νεκρούς».

Ο άγιος Θωμάς λοιπόν, κατά τον άγιο υμνογράφο, θεωρείται στο σημείο αυτό πρότυπο αληθινής χριστιανικής πίστεως. Γιατί πιστεύει ότι εφόσον έχουν μαζί τους τον Χριστό οι μαθητές, και ο θάνατος να έρθει θα ξεπεραστεί. Διότι ο Χριστός ακριβώς είναι η Ζωή, η πηγή της Ζωής, «ὁ Ὤν» και ο Γιαχβέ της Παλαιάς Διαθήκης. Μ’ αυτό το όριο βεβαίως πρέπει να μετράμε και εμείς την όποια πίστη θεωρούμε ότι έχουμε. Αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι ο Παντοδύναμος Θεός κι Αυτός που μας δίνει τη ζωή και μας κρατάει στη ζωή, το κάθε τι στη ζωή μας, κυρίως δε το θεωρούμενο αρνητικό: πόνος, δοκιμασία, αρρώστια, «ατυχία», βρίσκεται μέσα στο πλαίσιο της αγάπης Του για εμάς και αποσκοπεί στο καλό μας. Κι είναι Εκείνος που αν το αποδεχτούμε με εμπιστοσύνη θα το μεταποιήσει και θα το αποκαταστήσει, κάνοντάς το μέσον σωτηρίας μας.

 Η πίστη! Η αληθινή και μεγάλη πίστη! Η παντοδύναμη που μετακινεί και βουνά!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΛΑΥΔΙΟΣ, ΔΙΟΔΩΡΟΣ, ΟΥΪΚΤΩΡ, ΟΥΪΚΤΩΡΙΝΟΣ, ΠΑΠΠΙΑΣ, ΣΕΡΑΠΙΩΝ ΚΑΙ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

«Οι Άγιοι Μάρτυρες κατάγονταν από την Κόρινθο και συνελήφθησαν κατά την περίοδο της βασιλείας του Δεκίου (249-251), γιατί ομολόγησαν με παρρησία την πίστη τους στον Χριστό. Οδηγήθηκαν ενώπιον του ανθύπατου Τερτίου, ο οποίος ήταν διοικητής της Ελλάδος. Ο ηγεμόνας υπέβαλε σε φρικώδη βασανιστήρια τους αθλητές αυτούς της πίστεως και όλοι τους έλαβαν το στεφάνι του μαρτυρίου. Ο Άγιος Ουικτωρίνος, ο Άγιος Ουίκτωρ και ο Άγιος Νικηφόρος ρίφθηκαν κάτω από μεγάλη κυλινδρική πέτρα που τους συνέτριψε. Οι δήμιοι απέκοψαν τα χέρια και τα πόδια του Αγίου Κλαυδίου, την κεφαλή του Αγίου Σεραπίωνα και έριξαν τον Άγιο Διόδωρο σε πυρακτωμένο καμίνι. Τον Άγιο Παπία τον έπνιξαν στη θάλασσα. Πιθανώς να είναι οι ίδιοι με αυτούς της 5ης Απριλίου» (από το ιστολόγιο Ορθόδοξος Συναξαριστής).

Μπορεί να είναι άγνωστοι οι άγιοι μάρτυρες στους περισσοτέρους πιστούς, όμως δεν παύουν να χαρακτηρίζονται από την Εκκλησία μας διά του υμνογράφου της ως «μεγαλομάρτυρες» (στιχ. εσπ.). Και τούτο διότι υπέστησαν για χάρη της πίστεώς τους όλων των ειδών τα βασανιστήρια που μπορούσε η δαιμονοκίνητη καρδιά των διωκτών τους να σκαρφιστεί: «το πλήγωμα των οφθαλμών τους, το κόψιμο των δακτύλων τους, το χαράκωμα των πλευρών τους, το κρέμασμά τους, τη συντριβή των οστών τους, την τεμάχισή τους με ξίφος» (στιχ. εσπ.). Στην πραγματικότητα το μαρτύριό τους ήταν και γι’ αυτούς  «μίμηση του αγίου πάθους του ίδιου του Χριστού» (στιχ. εσπ., ωδή θ΄), που σημαίνει ότι ποιητικό αίτιο για ό,τι υπέμειναν ήταν η αγάπη τους για Εκείνον (ωδή γ΄). Γι’ αυτό και ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος σημειώνει το αποτέλεσμα της χαρισματικής αυτής καταστάσεώς τους, συνέχεια της απολύτρωσης που έφερε η Σταύρωση του Κυρίου: «Διαλύσατε όλα τα τεχνάσματα του πονηρού διαβόλου» (ωδή γ΄), ενώ «λάμψατε σαν άστρα με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος παραπάνω από το χρυσάφι» (ωδή γ΄).

Είναι αξιοπρόσεκτη η επιμονή του υμνογράφου μας να προβάλει τους αγίους μάρτυρες ως πράγματι λαμπρούς και φωτεινούς ανθρώπους. Όχι μόνο με την παραπάνω επισήμανση, αλλά και σε πολλούς ύμνους αυτήν την έγνοια έχει: ότι το άγιο Πνεύμα τους φώτισε (βλ. και ωδή α΄), ότι η φωτεινότητά τους υπερέβη και τη λάμψη του ίδιου του ήλιου (κάθισμα όρθρου, ωδή θ΄), ότι αναδείχτηκαν όντως «φωστήρες των πιστών» (στιχ. εσπ., ωδή θ΄). Κι αυτό γιατί; Διότι θέλει να τονίσει το αυτονόητο για τη χριστιανική πίστη, ότι αυτός που διακατέχεται από την αγάπη του Χριστού και έχει διαρκώς στραμμένους τους νοερούς οφθαλμούς του σ’ Εκείνον (κάθισμα όρθρου, ωδή ε΄), δεν μπορεί παρά να ζει μέσα στο δικό Του Φως. Πρόκειται για αλήθεια που λησμονούμε συχνά οι χριστιανοί και γι’ αυτό κυριαρχούμαστε από το σκότος του κοσμικού φρονήματός μας. Εννοούμε αυτό που σημειώνει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, στοιχώντας στον λόγο του Κυρίου: «Όποιος αγαπά τον Θεό και τον συνάνθρωπό του, μένει μέσα στο φως του Θεού». Κι αυτό σημαίνει ότι ενώ για τον άνθρωπο της πτώσεως τα βασανιστήρια είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβούν σ’ έναν άνθρωπο, για τους ίδιους τους μάρτυρες είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να επιτύχουν στη ζωή τους: τους οδηγούν κατευθείαν μέσα στο φως του Παραδείσου (ωδή ς΄). Είναι η άλλη λογική, η εκτός του κόσμου τούτου, της πίστεως του Χριστού, την οποία επισημαίνουμε και στο άλλο μαρτύριο, της συνειδήσεως, του αγώνα δηλαδή κατά των παθών με την άσκηση της εγκρατείας, της νηστείας, των λοιπών ασκητικών τρόπων. Ακούνε νηστεία και εγκράτεια οι πολλοί και «σκοτεινιάζει» το πρόσωπό τους. Ακούνε νηστεία και εγκράτεια οι εν επιγνώσει χριστιανοί και λάμπουν. Γιατί ξέρουν: οδεύουν την οδό που τους βγάζει από το σκοτάδι για να τους πάει στο ξάγναντο της αιώνιας λιακάδας. Δριμύς χειμώνας η ζωή η μακριά από τον Θεό. Γλυκιά άνοιξη και λιακάδα η ζωή μαζί με Εκείνον. Γιατί είναι ζωή μαζί με τον Πατέρα και Δημιουργό μας, που είναι μονίμως μία αγκαλιά απέναντί μας!    

04 Απριλίου 2023

ΕΙΜΑΙ ΣΕ ΟΛΙΣΘΗΡΟ ΔΡΟΜΟ!

ΤΡΙΤΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑϊΩΝ

«Ὀλισθηρῶς τοῖς παραπτώμασι καί ταῖς σειραῖς τῶν ἁμαρτημάτων συνδεδεμένη, ὦ ψυχή, τί ῥαθυμεῖς; τί ἀμελεῖς; φεῦγε ἀεί Σοδόμων καί Γομόρρας ὡς ὁ Λώτ ἀσελγείας τόν ἐμπρησμόν˙ μή στραφῇς εἰς τά ὀπίσω καί γένῃ καθάπερ στήλη ἁλός˙ εἰς ὄρος ἀνασώζου τῶν ἀρετῶν˙ φεῦγε ἀεί τοῦ ἀπηνοῦς Πλουσίου ἀσπλαγχνίας τήν φλεγμονήν˙ εἰς τούς κόλπους πρόβαινε τοῦ Ἀβραάμ, ὡς ὁ Λάζαρος, διά ταπεινοφροσύνης κράζουσα˙ Ἡ ἐλπίς μου καί καταφυγή, Κύριε, δόξα σοι» (απόστιχα αίνων, ήχος πλ. α΄).

(Ψυχή μου, καθώς είσαι συνδεδεμένη με τρόπο ολισθηρό με τα παραπτώματα και τις συνεχείς αμαρτίες, γιατί δείχνεις ραθυμία και αμέλεια; Απόφευγε πάντοτε όπως ο Λωτ τον εμπρησμό των Σοδόμων και των Γομόρρων. Μη στραφείς προς τα πίσω και γίνεις σαν στήλη άλατος. Κατάφυγε για να σωθείς στο όρος των αρετών. Απόφευγε πάντοτε τη φλεγμονή της ασπλαχνίας του σκληρόκαρδου πλουσίου. Προχώρα εκεί που είναι η αγκαλιά του Αβραάμ, όπως ο Λάζαρος, κραυγάζοντας με ταπείνωση: Κύριε που είσαι η ελπίδα και η καταφυγή μου, δόξα Σοι).

 Απόλυτα προσγειωμένος ο άγιος υμνογράφος βλέπει με τη χάρη του Θεού ότι η αμαρτία δεν είναι κάτι από το οποίο εύκολα μπορεί να ξεφύγει. Μπορεί να είναι βαπτισμένος και συνδεδεμένος πραγματικά με τον Ιησού Χριστό, ένα με Εκείνον, διότι «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε», όμως διαπιστώνει ότι τα απομεινάρια της αμαρτίας και οι ρίζες των παθών του τον κατατρύχουν και τον ταλαιπωρούν. Κι αυτό γιατί; Διότι κυριαρχείται από την τυραννίδα των παθών, τη ραθυμία και την αμέλεια. Ο άνθρωπος εύκολα γλιστράει στην αμαρτία, τα πάθη του λειτουργούν μέσα του ως δρόμος ολισθηρός, όπως είναι πολύ εύκολο κάποιος να γλιστρήσει όταν περπατάει εκεί που έχουν χυθεί λάδια! Κι είναι μία έμμεση εξαγγελία του αγίου ποιητή ότι στην πνευματική ζωή δεν μπορείς να ξεχαστείς. Μόλις ξεχαστείς και αρχίσεις τη ρέμβη από τα ηδέα της ζωής, έχεις κιόλας πέσει. Η πνευματική ζωή δηλαδή χαρακτηρίζεται από τη νήψη, από την εγρήγορση, τη διαρκή πρόκληση δηλαδή προς την ίδια την ψυχή μας να βρισκόμαστε σε ένταση – όλες οι δυνάμεις του ανθρώπου, ψυχικές και σωματικές πρέπει να είναι σε λειτουργία. Κι όχι μόνο για το «λεῖον τῶν ἡδονῶν», αλλά και για τον «ζήλο» που δείχνει ο αντίδικος ημών διάβολος, ο οποίος σαν λιοντάρι ωρύεται ψάχνοντας ποιον να καταπιεί. Ο ίδιος ο Κύριος επανειλημμένως τόνιζε «γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν». Κι ο πατερικός λόγος διά στόματος μάλιστα του οσίου Σωφρονίου του Αθωνίτου θα το πει με δραματική ένταση: «Αν είστε αμελείς για τη σωτηρία σας, ο Θεός επίσης θα γίνει “αμελής” προς εσάς» - βλέποντας ο Θεός την άρνησή μας να βρισκόμαστε σε υπακοή προς τον λόγο και το θέλημά Του, μας αφήνει στο νοσηρό δικό μας θέλημα. Η κόλαση της «αμέλειας» του Θεού έναντι ημών!

Ο άγιος υμνογράφος επιστρατεύει παραδείγματα από τη Γραφή: Αρνητικά: την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων που επέμεναν αμετάκλητα στην αμαρτία τους˙ τη γυναίκα του Λωτ που παρήκουσε την εντολή του Θεού και στράφηκε και πάλι στα αμαρτωλά γινόμενη στήλη άλατος˙ τον σκληρόκαρδο πλούσιο της παραβολής με τον πτωχό Λάζαρο. Και θετικά: τον Λωτ που υπήκουσε και σώθηκε˙ τον Λάζαρο που με την ταπείνωσή του γεύτηκε τις δωρεές του Αβραάμ. Για τον ποιητή μας και σύνολη την Εκκλησία μας βεβαίως η πνευματική ζωή είναι μονόδρομος: ανάβαση στο όρος των αρετών, δηλαδή πορεία στα ίχνη του Χριστού. Και τα ίχνη του Χριστού τα βλέπουμε αποκλειστικά και μόνο στις άγιες εντολές Του. Οι εντολές του Κυρίου αποκαλύπτουν το περιεχόμενο και της δικής Του ζωής, επομένως ο πιστός δεν πορεύεται στα τυφλά. Ο δρόμος είναι ξεκάθαρος μπροστά του. Αρκεί να κινήσει προς τα εκεί εν αγάπη και τη θέλησή του.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΕΝ ΜΑΛΑΙΩ

 

«Από νεαρή ηλικία αγάπησε ολόψυχα τον Κύριο. Επειδή όμως οι γονείς του, παρά τη θέληση του, θέλησαν να τον παντρέψουν, ο Γεώργιος έγινε μοναχός και επιδόθηκε με όλη του τη δύναμη σε κάθε είδους άσκηση, δηλαδή νηστεία, σκληραγωγία, προσευχή, μελέτη των θείων Γραφών και άλλα. Πολλοί που προσέτρεχαν στον Όσιο, φωτίζονταν και επέστρεφαν δια της μετανοίας στον Χριστό. Αλλά επειδή ήταν πολλοί αυτοί πού τον επισκέπτονταν, δεν τον άφηναν ήσυχο να προσευχηθεί και ο Όσιος αποσύρθηκε στο όρος Μαλαιό όπου ησύχαζε. Αλλά και εκεί μαζεύτηκε πλήθος Μοναχών, τους οποίους ο όσιος καθοδηγούσε με προσευχή και άσκηση. Τόσο δε πρόκοψε στην αρετή, ώστε έγινε ξακουστός και θαυμαστός και στους άρχοντες, ακόμα και στους βασιλείς, στους οποίους είχε γράψει πολλές και αξιόλογες συμβουλευτικές επιστολές για διάφορα ζητήματα. Το τέλος της επίγειας ζωής του προείπε ο Όσιος τρία χρόνια προ της τελευτής του. Έτσι αφού ασθένησε για λίγο, μάζεψε τους μοναχούς του όρους Μαλαιό και αφού τους έδωσε θείες συμβουλές παρέδωσε τη δίκαια ψυχή του στον Θεό, πού τόσο αγάπησε από βρέφος».

 Ο όσιος Γεώργιος αποτελεί μία ακόμη επιβεβαίωση αυτού που έλεγε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης: στους ρωμαιοκαθολικούς ο μοναχισμός είναι εξωστρεφής, με την έννοια ότι οι μοναχοί πηγαίνουν στον κόσμο για να βρουν τους ανθρώπους. Στους ορθοδόξους ο μοναχισμός προσβλέπει με αγάπη πρωτίστως στον Θεό, ώστε να καθαρθεί η καρδιά και να γίνει έτσι καθαρή και η αγάπη προς τους ανθρώπους, πράγμα που το αισθάνεται ο κόσμος, γι' αυτό και αναζητεί αυτός τους μοναχούς και προσέρχεται στα μοναστήρια. Έτσι συμβαίνει το παράδοξο να φεύγει ο μοναχός από τον κόσμο και ο Θεός να τον μεταποιεί σε μαγνήτη για τους ανθρώπους. Στον όσιο Γεώργιο λοιπόν βλέπουμε ακριβώς εφαρμοσμένη αυτήν την πραγματικότητα: αποτραβιόταν από τον κόσμο για να είναι με τον Θεό, και ο κόσμος διαρκώς τον αναζητούσε. Κι όσο μάλιστα απομακρυνόταν, τόσο και η δίψα των ανθρώπων γι' αυτόν αυξανόταν. Ένα από τα στιχηρά του εσπερινού της εορτής του οσίου αποδίδει με τον τρόπο του υμνογράφου την αλήθεια αυτή: «Ανατέθηκες ολόκληρος με θέρμη στον παντεπόπτη Θεό και συνδέθηκες με Αυτόν με όλη την ψυχή σου, γι' αυτό και καλλιέργησες τους θεϊκούς καρπούς του Πνεύματος: την ησυχία, την εγκράτεια, την αγάπη, την ελπίδα, την μακροθυμία και την πραότητα, δείχνοντας έτσι με μεγαλοπρέπεια τον δρόμο που οδηγεί στον ουρανό, δηλαδή την πίστη και την αγάπη, πάτερ». Κι αλλού: «Ο βίος σου αναδείχτηκε λαμπρός, ο λόγος σου αρτυμένος από το θεϊκό αλάτι και τη χάρη Του, Γεώργιε» (ωδή γ΄).

     Η εν θερμή αγάπη στροφή του οσίου Γεωργίου προς τον Κύριο συνιστά "αξιοπερίεργο" γεγονός για τον άγιο Θεοφάνη, τον υμνογράφο του οσίου, γι' αυτό και το σχολιάζει περισσότερο της μιας φοράς. Και τούτο, γιατί ο Γεώργιος στράφηκε προς τον Θεό όχι γιατί τον καθοδήγησαν οι γονείς του, όχι γιατί είχε κάποιο αγιασμένο πρότυπο στη νεότητά του, αλλά γιατί τον καθοδήγησε η ίδια η Πρόνοια του Θεού. Κι αυτό σημαίνει ότι όπου ο Κύριος συναντήσει καλοπροαίρετη καρδιά, εκεί αναλαμβάνει ο Ίδιος την κυβέρνηση του ανθρώπου, αν και πρέπει να σημειώσουμε ότι και στις περιπτώσεις που άνθρωπος καθοδηγεί συνάνθρωπό του προς εύρεση του Θεού, τελικώς είναι ο Ίδιος ο Θεός που απλώς χρησιμοποιεί ως όργανό του τον καθοδηγητή για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η αγάπη του Θεού για τον κάθε άνθρωπο, έστω και τον πιο ελάχιστο, με άλλα λόγια, είναι δεδομένη: όλους μάς έχει στο κέντρο της "καρδιάς" Του, εφευρίσκοντας τρόπους να μας φέρει κοντά Του. «Οδηγήθηκες από τη θεία Πρόνοια, Γεώργιε, και βάδισες την οδό που φέρει προς τον ουρανό, έχοντας συνεργό σου τον μόνο ευεργέτη και πανοικτίρμονα Θεό» (ωδή α΄). «Μακάριε, από τον Θεό σαφώς κυβερνήθηκες» (ωδή α΄).

     Ο Θεοφάνης όμως σημειώνει και το αυτονόητο: βεβαίως ο Θεός καθοδηγεί τον άνθρωπο, αλλά και πρέπει και ο άνθρωπος στη συνέχεια να ανταποκριθεί, προκειμένου να κρατήσει τη δωρεά του Θεού και να την αυξήσει. Κι αυτό γίνεται με τη συνεχή μελέτη του λόγου του Θεού και την προσοχή των λογισμών του. Άνθρωπος ο οποίος μένει μόνον στην πρώτη κλήση του Θεού και δεν συνεργάζεται έπειτα με τον Θεό, δυστυχώς δεν μπορεί να καρποφορήσει τις αρετές. Ο όσιος Γεώργιος έδειξε το πόσο πράγματι η αγάπη του Θεού τον συνείχε: δεν περνούσε ημέρα που να μη μελετά τα λόγια του Θεού και να μη βρίσκεται σε κατάσταση διαρκούς νήψεως. Είχε κατανοήσει πλήρως ότι το μυστικό της πνευματικής ζωής είναι ο έλεγχος των λογισμών και ότι για να συμβεί αυτό πρέπει να ποτίζει αδιάκοπα την ψυχή του με τη βροχή των θεϊκών λογίων. Κι αν και σήμερα, όπως και σε κάθε εποχή, υπάρχει μικρή καρποφορία στις πνευματικές αρετές, που σημαίνει έχουμε λιγοστή παρουσία της χάρης του Θεού στις ανθρώπινες καρδιές, είναι διότι δεν μελετούμε όσο πρέπει τον λόγο του Θεού, είτε σαν Ευαγγέλιο είτε σαν πατερικά κείμενα είτε σαν βίους αγίων είτε ως ύμνους της Εκκλησίας μας, οπότε ανοχύρωτη η καρδιά μας γίνεται σπήλαιο ληστών. «Πρόσεχες αδιάκοπα, πάνσοφε, στη μελέτη των λόγων του Θεού, γι' αυτό και απομάκρυνες, πάτερ Γεώργιε, τους άστατους δαιμονικούς λογισμούς» (ωδή δ΄).

03 Απριλίου 2023

ΝΗΣΤΕΨΑ, ΑΛΛΑ ΑΠΟ... ΑΡΕΤΕΣ!

 

ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

«Ἐκ πάντων ἐνήστευσα κατορθωμάτων, εἰς κόρον ἀπήλαυσα τῶν σφαλμάτων, Κύριε· νῦν οὖν πεινῶντά με, σωτηριώδους καί σεπτῆς ἔμπλησον βρώσεως» (ὠδή α΄ ἦχος α΄)

(Νήστεψα ἀπό ὅλα τά κατορθώματα, ἀπόλαυσα μέχρι κορεσμοῦ τά σφάλματα, Κύριε. Τώρα λοιπόν πού πεινάω, γέμισέ με ἀπό τή σωτήρια καί ἱερή σου βρώση).

Ἀπό τήν πρώτη ὠδή τοῦ κανόνα τό τροπάριο, ἐκφράζει τήν πνευματική κατάσταση πού συνήθως ἀπαντᾶται στούς πιστούς στόν Χριστό ἀνθρώπους: τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, τήν ἔλλειψη τῶν καρπῶν του Πνεύματος. Καί δέν πρέπει νά μᾶς παραξενεύει τοῦτο. Γιατί καί μία ὥρα νά εἶναι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς, μᾶς διδάσκει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καί πάλι δυστυχῶς θά ἁμαρτήσει – εἶναι τό τίμημα τῆς ἀνυπακοῆς τῶν πρωτοπλάστων πού σάν ρίζα πού μολύνθηκε διαπερνάει ὁλόκληρο ἔκτοτε τό δένδρο τῆς ἀνθρωπότητας. Καί μπορεῖ βεβαίως ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός νά ἔχει ἔλθει καί νά μᾶς ἔχει δώσει τή δυνατότητα, μέ τήν ἐνσωμάτωσή μας στό ἅγιο σῶμα Του διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, νά ξεπερνᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅμως εἶναι τέτοια ἡ ραθυμία τῆς ζωῆς μας, ὥστε οὔτε αὐτό τελικῶς κάνουμε: παρ’ ὅλη τή βοήθειά Του νά συνεχίζουμε τόν δρόμο καί τῆς δικῆς μας ἀνυπακοῆς. Ὅσο λοιπόν προχωράει ἡ ζωή μας, τόσο βλέπουμε καί τήν αὔξηση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Ὅμως διαπιστώνουμε τήν ἁμαρτία μας καί ἀπό ἄλλη πλευρά: ὅσο σχετιζόμαστε μέ τόν Κύριο, ὅσο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀγωνιζόμαστε νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του, τόσο διανοίγεται ὁ πνευματικός μας ὀφθαλμός καί βλέπει πράγματα πού πρίν ἀγνοοῦσε, δηλαδή διαπιστώνει ἁμαρτίες πού πρίν οὔτε κἄν τίς ὑποψιαζόταν. Σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος ἐνῶ δέν ἔβλεπε κάποια ὁρατή ἁμαρτία στή συνείδησή του, δέν ἐπαναπαυόταν. Γιατί «Κριτής μου εἶναι ὁ Κύριος», ἔλεγε, δηλαδή Ἐκεῖνος πού βλέπει καί τίς πιό ἀδιόρατες κινήσεις τῆς ψυχῆς, πού καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀγνοοῦμε. Δέν εἶναι τοῦτο μία ἐκ πλαγίου ἐπιβεβαίωση αὐτοῦ πού καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἡ νεώτερη ψυχολογία τοῦ βάθους, ὅπως λέγεται, ἐπισημαίνει; Δηλαδή ὅτι μιλώντας γιά την ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μιλᾶμε γιά κάτι πού ἔχει βάθος ἀπύθμενο, κυριολεκτικά γιά μία «ἄβυσσο» τοῦ ἀσυνειδήτου, ἡ ὁποία ἔχει τούς δικούς της «κανόνες» καί τούς δικούς της τρόπους; Λοιπόν νήστεψα, λέει ὁ ἅγιος Ἰωσήφ ὁ ὑμνογράφος, ἀλλά ὄχι ἀπό φαγητά καί κακίες, ἀλλά ἀπό κατορθώματα. Καί ἔφτασε σέ κορεσμό γι’ αὐτόν τόν λόγο ἀπό σφάλματα καί ἁμαρτίες. Δέν μᾶς ἀφήνει ἐκθέτους ὅμως ὁ ποιητής. Μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι πάντοτε ὑπάρχει ἡ ὁδός διαφυγῆς, ἡ θεραπεία καί ἡ σωτηρία: ἡ στροφή πρός τόν Κύριο, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἕτοιμος νά μᾶς συγχωρήσει καί νά μᾶς προσφέρει ἐκείνη τήν τροφή πού γεμίζει τήν πεινασμένη μας ψυχή, δηλαδή τή χάρη Του, τόν ἴδιο Του τόν ἑαυτό. Ἡ λύση γιά ὅλα τά ἀρνητικά τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά καί τοῦ κόσμου τούτου, εἶναι πάντοτε ἡ ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ μας.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΣΗΦ Ο ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΣ

«Ζῶντος Θεοῦ σὺ θεῖος ὑμνητὴς Πάτερ,

Ἐγὼ δὲ σοῦ θανόντος ὑμνητὴς νέος» (στίχοι συναξαρίου).

(Πάτερ, εσύ υπήρξες θείος υμνητής του Ζωντανού Θεού, κι εγώ νέος υμνητής δικός σου, τώρα που έφυγες από τη ζωή αυτή).

«Αυτός ο θείος πατέρας καταγόταν από τη Σικελία και ήταν υιός του Πλωτίνου και της Αγάθης. Κατόρθωσε να διαφύγει από την πατρίδα του για να μην αιχμαλωτιστεί από τους βαρβάρους και από εκεί, μεταβαίνοντας από τόπο σε τόπο έφτασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπέμεινε θλίψεις και διώξεις για τον ευσεβή ζήλο του υπέρ των αγίων εικόνων. Τελείωσε οσιακά τον δρόμο της ζωής του, αφού χρημάτισε άριστος ασματογράφος, και κοιμήθηκε εν Κυρίω μετά το 866. Ο Ιωσήφ έγραψε ύμνους που κάλυψαν σχεδόν ολόκληρη την Παρακλητική, όπως και πάμπολλους ασματικούς κανόνες των Μηναίων, γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται ως ο κατεξοχήν υμνογράφος της Εκκλησίας».

Αν η πορεία των εν επιγνώσει χριστιανών είναι «συν πάσι τοις αγίοις», διότι εν Χριστώ όλοι είμαστε ένα: και οι της στρατευόμενης όπως λέμε Εκκλησίας και οι της θριαμβεύουσας, πολύ περισσότερο ισχύει τούτο για τον άγιο Ιωσήφ τον υμνογράφο: είναι ο μόνιμος συνοδοιπόρος μας,  ο καθημερινός σύντροφός μας, ο μεγάλος φίλος και αδελφός μας, διότι με τους δικούς του ύμνους και κανόνες ανοίγονται τα μάτια μας επ’ εκκλησίαις για να τιμούμε και να δοξολογούμε όπως πρέπει τους περισσοτέρους αγίους μας. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι ο σοφός υμνογράφος του «πρύτανιν» όλων των άλλων υμνογράφων τον ονομάζει (κάθ. όρθρου).

Πώς είχε τη δυνατότητα να γράφει τόσους ύμνους και με τόση μεγάλη ευκολία ο άγιος; Και μάλιστα ύμνους που το περιεχόμενό τους αποκαλύπτει όχι μόνο την ιστορική πορεία του κάθε αγίου, αλλά κυρίως την κατά Χριστόν πολιτεία του και τους μυστικούς κραδασμούς της χαριτωμένης καρδιάς του; Πρόκειται για εκ Θεού χάρισμα, σημειώνει ο δικός του υμνογράφος. Ο Χριστός του το έδωσε, ανταποκρινόμενος στο αίτημα της καρδιάς του, χρησιμοποιώντας μάλιστα ως όργανο τον άγιο απόστολο Βαρθολομαίο. «Ο Σωτήρας Κύριος που γνωρίζει να δοξάζει αυτούς που Τον δοξάζουν, σου δώρισε το χάρισμα της ποιήσεως διά του θείου και σεπτού αποστόλου Βαρθολομαίου» (δοξ. εσπ.). Κι ακριβώς εδώ έχουμε τη βαθύτερη εξήγηση: ο Ιωσήφ τον Χριστό είχε μόνιμη αναφορά του, Εκείνον ποθούσε να δοξάζει διαρκώς στη ζωή του, γι’ αυτό και θεωρούσε ανάγκη της ψυχής του να ασχολείται και με Εκείνον αλλά και με τους αγίους Του που συνιστούν άλλον τρόπο δοξολογικής προσευχής Του. «Δοξολογούσες τις θείες φάλαγγες όλων των αγίων και κήρυττες με δύναμη τα κατορθώματά τους. Διότι άντλησες από τις πηγές του σωτηρίου τα λόγια σου» (στιχ. εσπ.).

Είναι ευνόητο έτσι ότι ο άγιος Ιωσήφ αγάπησε και υμνολόγησε τόσο τους αγίους, γιατί υπήρξε κοινωνός της δικής τους ζωής, κοινωνός δηλαδή της ίδιας της ζωής του Κυρίου. Μόνον ένας που έχει αναλογία ζωής προς τους αγίους, αγωνιζόμενος κατά των παθών του με έμπονη στροφή της καρδιάς του προς το θέλημα του Θεού και υπομένοντας όλους τους πειρασμούς που συνοδεύουν τη στροφή αυτή, μπορεί και να τους κατανοήσει και να τους περιγράψει με τον ορθό τρόπο (στιχ. εσπ., λιτή). Οπότε ο άγιος ενεργοποιούσε το χάρισμά του, γιατί κινείτο από την πνοή του Παρακλήτου Πνεύματος. Εκείνο είχε τελικώς ως διδάσκαλο και καθοδηγητή!  «Μεγάλο θαύμα! Πες μας Ιωσήφ, πώς λαλούσες και κατέγραφες τους ύμνους σου εύκολα; Σαν να διδασκόσουν από κάποιον άλλον. Ασφαλώς το Πνεύμα το Άγιον μιλούσε μέσα από εσένα» (λιτή). Το αποτέλεσμα είναι σαφές: ό,τι κινούσε τον άγιο στις γραφές του αυτό και μετέδιδε – την ανόρθωση των καρδιών. Η εκκλησιαστική υμνογραφία του αγίου Ιωσήφ δεν αφήνει περιθώρια παρανοήσεως. «Αφού ανήλθες στο ύψος των αρετών και έλαβες από τον Θεό την άνω σοφία, διασάφησες τα θεία δόγματα των Γραφών. Γι’  αυτό και κάθε άνθρωπο τον υψώνεις με τους ύμνους σου προς τον ένθεο έρωτα, υποδεικνύοντας τους άριστους δρόμους της κατανύξεως» (Κάθισμα όρθρου).