08 Απριλίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ)

 

«Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδέν μεριμνᾶτε» (Φιλ. 4, 6)

῾Η Κυριακή τῶν Βαΐων σηματοδοτεῖ τήν ἀπαρχή τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος. ῾Ο Κύριος, λίγες ἡμέρες πρό τοῦ ἐπιγείου τέλους Του, ἔχει ἀναστήσει τόν ἀδελφικό φίλο του Λάζαρο καί δίνει μέ τόν θριαμβευτικό ἐρχομό Του στά ῾Ιεροσόλυμα «ἐπί πῶλον ὄνου» τή δυναμική τῆς νίκης κατά τοῦ θανάτου, κάτι πού θά σφραγιστεῖ μέ τή δική Του τριήμερη μετά τόν Σταυρό ᾽Ανάσταση. ῎Ετσι ἀπό τήν εἴσοδο ἤδη τῆς Μεγάλης ῾Εβδομάδος προβάλλεται ὁ χαρμολυπικός χαρακτήρας αὐτῆς: ἔρχονται τά γεγονότα τοῦ Πάθους μέ τή δραματική ἔντασή τους, μέσα ὅμως στό φῶς τῆς νίκης πού φέρνει ἡ ᾽Ανάσταση τοῦ Κυρίου. Τό ᾽Αποστολικό ἀνάγνωσμα  ἀπό τήν πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου στοιχεῖ στή χαρμολυπική αὐτή λογική. Προβάλλει τήν ἐν Κυρίῳ χαρά καί εἰρήνη τοῦ πιστοῦ, τήν ὑπέρβαση τοῦ ἄγχους πού προκαλεῖ ὁ πεσμένος στήν ἁμαρτία κόσμος, τόν ἀπόλυτο προσανατολισμό τῆς σκέψεως τοῦ πιστοῦ στόν Κύριο καί τίς ἀρετές Του. Κι ὅλα αὐτά γιατί ἀκριβῶς «ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδέν (λοιπόν) μεριμνᾶτε». ῾Ο Κύριος εἶναι κοντά κι ὅπου νά ᾽ναι ἔρχεται. Γιά τίποτε νά μή σᾶς πιάνει ἄγχος.

1. ῾Η προτροπή τοῦ ἀποστόλου εἶναι ἡ πιό ἐπίκαιρη προτροπή. Γιατί χωρίς ὑπερβολή ἡ μεγαλύτερη ἀρρώστια τῆς ἐποχῆς μας, ἡ ὁποία ταλαιπωρεῖ σχεδόν ὅλους τούς ἀνθρώπους, καί τούς χριστιανούς, εἶναι τό ἄγχος,  αὐτό πού μπορεῖ νά καταστρέψει ὅλα τά πνευματικά ἀντισώματα τοῦ ἀνθρώπου καί νά τόν ὁδηγήσει στόν πνευματικό θάνατο, τήν ὁριστική ἀπομάκρυνσή του ἀπό τόν Θεό. Καί βεβαίως γιά τήν ἀρνητική αὐτή κατάσταση ὑπάρχουν πολλά δικαιολογητικά – τά ἀτομικά καί οἰκογενειακά προβλήματά του, τά ἐπαγγελματικά καί τά κοινωνικά, τά ἐθνικά καί τά παγκόσμια. ᾽Αλλά παρ᾽ ὅλα αὐτά! ῾Ο λόγος τοῦ Θεοῦ διά στόματος τοῦ ἀποστόλου εἶνα σαφής: «Μηδέν μεριμνᾶτε». Μήν ἔχετε ἄγχος γιά ὁτιδήποτε. Μήπως ὁ ἅγιος Παῦλος κινεῖται στό χῶρο τῆς οὐτοπίας; ᾽Ασφαλῶς ὄχι. Ξέρει τί ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος στήν καθημερινότητά του. ῾Ο ἴδιος ἄλλωστε «καθ᾽ ἡμέραν ἀπέθνησκεν» (Α´ Κορ. 15, 31), γι᾽ αὐτό καί παράλληλα μέ τήν προτροπή αὐτή θέτει καί τούς ὅρους ὑπερβάσεως τοῦ ἄγχους καί τῆς μέριμνας. 

2. ᾽Απαιτεῖται ὅμως μία διευκρίνηση. Τό «μηδέν μεριμνᾶτε» τοῦ ἀποστόλου δέν νοεῖται ὡς παντελής ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος τοῦ ἀνθρώπου γιά τή ζωή του. Κάτι τέτοιο θά ἦταν σαφής ἄρνηση τῆς ζωῆς καί ἄρα καί τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ο Θεός μᾶς ἔδωσε νοῦ καί δυνάμεις γιά νά μποροῦμε νά φροντίζουμε τόν ἑαυτό μας, ὅπως καί αὐτούς πού ἐξαρτῶνται ἀπό ἐμᾶς. Τό «μηδέν μεριμνᾶτε» λοιπόν πρέπει νά νοηθεῖ ὡς ἀπομάκρυνση καί ἄρνηση τῆς ἀγωνιώδους μέριμνας, αὐτοῦ πού χαρακτηρίσαμε ὡς ἄγχος. Εἶναι τό ἴδιο πού εἶπε ὁ Κύριος: «μήν ἀγχώνεστε λέγοντας τί θά φᾶμε ἤ τί θά πιοῦμε ἤ τί θά ντυθοῦμε. Διότι ὅλα αὐτά τά ἐπιζητοῦν οἱ ἐκτός τῆς πίστεως ἄνθρωποι. Γνωρίζει ὀ Πατέρας σας ὁ Οὐράνιος ὅτι τά ἔχετε ἀνάγκη ὅλα αὐτά» (Ματθ. 6, 31-32). Ὁπότε καταδικάζεται ἐκείνη ἡ μέριμνα πού προϋποθέτει τήν ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης τοῦ ἀνθρώπου στόν Θεό.

3. ῾Η ἀρνητική προτροπή τοῦ ἀποστόλου Παύλου συμπληρώνεται καί ἑρμηνεύεται. Νά μήν ἔχουμε ἄγχος, διότι ὡς χριστιανοί «σέ κάθε περίπτωση μέ τήν προσευχή καί τήν δέησή μας πού γίνεται μέ εὐχαριστία ἀναφέρουμε τά αἰτήματά μας πρός τόν Θεό». Γιά τή χριστιανική πίστη μας δηλαδή τό ἄγχος δέν ὑπερβαίνεται πρωτίστως μέ τά διάφορα ψυχοφάρμακα, μέ τήν ἀποκλειστική καταφυγή στόν ἰατρό, μέ τήν ἀποφυγή ἴσως τῶν διαφόρων εὐθυνῶν πού ἔχουμε ἀναλάβει στόν κόσμο τοῦτο. Τό ἄγχος ὑπερβαίνεται μέ τήν ἀναφορά μας διά τῆς προσευχῆς στόν Θεό.

Ποιός ὁ βαθύτερος λόγος τῆς ἀλήθειας αὐτῆς; «῾Ο Κύριος ἐγγύς». ῾Ο Κύριος εἶναι κοντά μας. Κι ἀφοῦ εἶναι κοντά μας, γιατί νά μεριμνοῦμε, γιατί νά ἔχουμε ἄγχος; ῞Οταν ἡ ᾽Εκκλησία μας ἔλεγε καί λέγει «ὁ Κύριος ἐγγύς» ἐννοεῖ δύο πράγματα: Πρῶτον, ὁ Κύριος εἶναι κοντά μας, διότι ὄχι μόνον εἶναι ὁ Δημιουργός μας, ἀλλά καί ὁ συντηρητής καί ὁ προνοητής τῆς ζωῆς μας. Εἶναι ᾽Εκεῖνος ἀπό τόν ῾Οποῖο ἐξαρτᾶται ἡ ζωή μας. «Αὐτός γάρ ἐστιν ὁ διδούς πᾶσι ζωήν καί πνοήν καί τά πάντα» (Πρ. ᾽Απ. 17, 25). Εἶναι μάλιστα περισσότερο κοντά μας ἀπό ὅ,τι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι στόν ἑαυτό μας. «῾Υμῶν δέ καί αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί» (Ματθ. 10, 30). ῎Αν μάλιστα σκεφτοῦμε ὅτι εἴμαστε μέλη Του καί συνεχῶς μᾶς προσφέρει «πρός βρῶσιν καί πόσιν» τό σῶμα καί τό αἷμα Του, καταλαβαίνουμε ὅτι εἴμαστε ἕνα μέ ᾽Εκεῖνον, «σύσσωμοι καί σύναιμοι Αὐτῷ», μέ προοπτική νά αὐξήσουμε στό ἀνώτερο δυνατό τή μεταξύ μας σχέση. Δεύτερον, εἶναι κοντά μας καί μέ μία ἄλλη ἔννοια: ὅτι ὅπου νά ᾽ναι ὁ Κύριος ξανάρχεται στήν Δευτέρα Παρουσία Του – μία προσμονή πού ἔκανε τούς πρώτους ἰδίως χριστιανούς νά ζοῦν ἁγία καί συνεπή ζωή, πέρα ἀπό ἄγχη καί ἀνασφάλειες. Κι ἡ προσμονή αὐτή βεβαίως πρέπει νά εἶναι προσμονή καί τῆς δικῆς μας ζωῆς. Διότι πράγματι, ἀφοῦ ὁ Κύριος ἦλθε στήν Πρώτη ἐπί γῆς παρουσία Του, εἶναι ἕτοιμος νά ξανάρθει ἀνά πᾶσα στιγμή. Βρισκόμαστε ἔτσι κι ἀλλιῶς μετά Χριστόν στά ἔσχατα τῶν καιρῶν.

4. ῎Ετσι ἡ αἴσθηση τῆς ἐγγύτητας τοῦ Κυρίου στήν ζωή μας ἀποτελεῖ τό ἰσχυρό ἀντίδοτο τῆς θανατηφόρας ἀρρώστιας τοῦ ἄγχους. Πού θά πεῖ: ἄν τό ἄγχος δέν ἀντιμετωπισθεῖ ὡς πνευματική ἀρνητική κατάσταση, δηλαδή μέσα στό πλαίσιο τῆς σχέσεως μέ τόν Θεό, δέν πρόκειται ποτέ νά ξεπεραστεῖ. Θά ἀποτελεῖ τήν μόνιμη ἀπειλή τῆς ψυχικῆς μας ἰσορροπίας καί ὑγείας. Κατά συνέπεια, στόν βαθμό πού δέν πιστεύουμε στόν Θεό ἤ στόν βαθμό πού ὀλιγοπιστοῦμε, βιώνουμε τόν θάνατο τοῦ ἄγχους μέσα μας. ᾽Από τήν ἄλλη: στόν βαθμό πού ἐμπιστευόμαστε τήν ὕπαρξή μας στόν Θεό, δηλαδή ἐπιρρίπτουμε τήν μέριμνά μας σέ Αὐτόν, κατά τόν λόγο τῆς Γραφῆς: «ἐπίρριψον ἐπί Κύριον τήν μέριμνάν σου καί Αὐτός σέ διαθρέψει», γαληνεύουμε καί εἰρηνεύουμε μέσα μας. Διότι αὐτό εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς μέ πίστη ἀναφορᾶς μας στόν Κύριο: «ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν». Ζοῦμε δηλαδή τήν ἴδια τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, τοῦ χορηγοῦ τῆς ἀληθινῆς εἰρήνης.

5. Τί πρέπει λοιπόν νά κάνουμε, ὥστε μέ πίστη νά ἔχουμε τήν ἐξάρτησή μας ἀπό τόν Θεό; ῾Ο ἀπόστολος κι ἐδῶ μᾶς δίνει τήν λύση: νά προσέχουμε τούς λογισμούς μας καί τίς πράξεις μας. Νά λογιζόμαστε δηλαδή «ὅσα  ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετή καί εἴ τις ἔπαινος», μέ ἄλλα λόγια ὁ νοῦς κι ὁ λογισμός μας νά εἶναι στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό, διότι Αὐτός εἶναι ὅλα τά παραπάνω. Καί τί νά πράττουμε; «Ταῦτα πράσσετε, ὅσα ἐμάθετε καί παρελάβετε καί ἠκούσατε καί εἴδετε ἐν ἐμοί’. Κι ὅλα αὐτά πού ζοῦσε καί παρέδωσε ὀ ἀπόστολος ἦταν ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ὁπότε, ὅταν προσπαθοῦμε νά σκεπτόμαστε τόν Χριστό καί νά προσαρμόζουμε τήν ζωή μας στή ζωή ᾽Εκείνου, νιώθουμε ἐκείνη τή χάρη πού μᾶς ἀνάγει στήν εἰρήνη τοῦ Θεοῦ καί μᾶς κάνει νά ὑπερβαίνουμε τά ἄγχη καί τίς ἀγωνιώδεις μέριμνες τῆς ζωῆς μας.

῾Η ᾽Εκκλησία μας μᾶς καλεῖ συνεχῶς, κατεξοχήν ὅμως στήν πιό ἱερή περίοδο τῆς ζωῆς της, τή Μεγάλη ῾Εβδομάδα, σέ μετοχή αὐτῆς τῆς πραγματικότητας. Δέν ἔχουμε παρά νά προσέλθουμε στό ἰατρεῖο της καί νά παραδοθοῦμε στά θεραπευτικά χέρια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι τά χέρια πού ἁπλωμένα ἐπί τοῦ Σταυροῦ ἀγκάλιασαν τόν κόσμο ὅλο, προσφέροντάς του τή λύτρωση καί τήν ἀπόλυτη καί μοναδική ἀσφάλεια πού ὑπάρχει.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ιωάν. 12, 1-18)

Πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. Ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. Ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. Λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; Εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ’ ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. Εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. Τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ’ ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε. Ἔγνω οὖν ὄχλος πολὺς ἐκ τῶν Ἰουδαίων ὅτι ἐκεῖ ἐστι, καὶ ἦλθον οὐ διὰ τὸν Ἰησοῦν μόνον, ἀλλ’ ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἴδωσιν ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. Ἐβουλεύσαντο δὲ οἱ ἀρχιερεῖς ἵνα καὶ τὸν Λάζαρον ἀποκτείνωσιν, ὅτι πολλοὶ δι’ αὐτὸν ὑπῆγον τῶν Ἰουδαίων καὶ ἐπίστευον εἰς τὸν Ἰησοῦν. Τῇ ἐπαύριον ὁ ὄχλος πολὺς ὁ ἐλθὼν εἰς τὴν ἑορτήν, ἀκούσαντες ὅτι ἔρχεται Ἰησοῦς εἰς Ἱεροσόλυμα, ἔλαβον τὰ βαΐα τῶν φοινίκων καὶ ἐξῆλθον εἰς ὑπάντησιν αὐτῷ, καὶ ἐκραύγαζον· ὡσαννά· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου, ὁ βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ. Εὑρὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς ὀνάριον ἐκάθισεν ἐπ’ αὐτό, καθώς ἐστι γεγραμμένον· μὴ φοβοῦ, θύγατερ Σιών· ἰδοὺ ὁ βασιλεύς σου ἔρχεται καθήμενος ἐπὶ πῶλον ὄνου. Ταῦτα δὲ οὐκ ἔγνωσαν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ τὸ πρῶτον, ἀλλ’ ὅτε ἐδοξάσθη ὁ Ἰησοῦς, τότε ἐμνήσθησαν ὅτι ταῦτα ἦν ἐπ’ αὐτῷ γεγραμμένα, καὶ ταῦτα ἐποίησαν αὐτῷ. Ἐμαρτύρει οὖν ὁ ὄχλος ὁ ὢν μετ’ αὐτοῦ ὅτε τὸν Λάζαρον ἐφώνησεν ἐκ τοῦ μνημείου καὶ ἤγειρεν αὐτὸν ἐκ νεκρῶν. Διὰ τοῦτο καὶ ὑπήντησεν αὐτῷ ὁ ὄχλος, ὅτι ἤκουσαν τοῦτο αὐτὸν πεποιηκέναι τὸ σημεῖον.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἕξι μέρες πρίν ἀπό τό Πάσχα, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς στή Βηθανία, ὅπου ἔμενε ὁ Λάζαρος, πού εἶχε πεθάνει καί ὁ Ἰησοῦς τόν ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς. Ετοίμασαν, λοιπόν, ἐκεῖ γιά χάρη του δεῖπνο, καί ἡ Μάρθα ὑπηρετοῦσε, ἐνῶ ὁ Λάζαρος ἦταν ἕνας ἀπ’ αὐτούς πού παρακάθονταν μαζί μέ τόν Ἰησοῦ στό δεῖπνο. Τότε ἡ Μαρία πῆρε μιά φιάλη ἀπό τό πιό ἀκριβό ἄρωμα τῆς νάρδου κι ἄλειψε τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Ἔπειτα σκούπισε μέ τά μαλλιά της τά πόδια του, κι ὅλο τό σπίτι γέμισε μέ τήν εὐωδιά τοῦ μύρου. Λέει τότε ὁ Ἰούδας ὁ Ἰσκαριώτης, ἕνας ἀπό τούς μαθητές του, αὐτός πού σκόπευε νά τόν προδώσει: «Γιατί νά μήν πουληθεῖ αὐτό τό μύρο γιά τριακόσια ἀργυρά νομίσματα, καί τά χρήματα νά διανεμηθοῦν στούς φτωχούς;» Αυτό τό εἶπε ὄχι γιατί νοιαζόταν γιά τούς φτωχούς, ἀλλά γιατί ἦταν κλέφτης καί, καθώς διαχειριζόταν τό κοινό ταμεῖο, συχνά κρατοῦσε γιά τόν ἑαυτό του ἀπό τά χρήματα πού ἔβαζαν σ’ αὐτό. Εἶπε τότε ὁ Ἰησοῦς: «Ἄφησέ την ἥσυχη· αὐτό πού κάνει εἶναι γιά τήν ἡμέρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου. Οἱ φτωχοί πάντοτε θά ὑπάρχουν κοντά σας, ἐμένα ὅμως δέ θά μέ ἔχετε πάντοτε». Πλῆθος πολύ ἀπό τούς Ἰουδαίους τῆς πόλεως ἔμαθαν ὅτι ὁ Ἰησοῦς βρίσκεται ἐκεῖ καί ἦρθαν γιά νά δοῦν ὄχι μόνο αὐτόν ἀλλά καί τό Λάζαρο, πού τόν εἶχε ἀναστήσει ἀπό τούς νεκρούς. Γι’ αὐτό οἱ ἀρχιερεῖς ἀποφάσισαν νά σκοτώσουν καί τό Λάζαρο, ἐπειδή ἐξαιτίας του πολλοί Ἰουδαῖοι ἐγκατέλειπαν αὐτούς καί πίστευαν στόν Ἰησοῦ. Τήν ἄλλη μέρα, τό μεγάλο πλῆθος πού εἶχε ἔρθει γιά τή γιορτή τοῦ Πάσχα, ὅταν ἄκουσαν ὅτι ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα, πῆραν κλαδιά φοινικιᾶς, καί βγῆκαν ἀπό τήν πόλη νά τόν προϋπαντήσουν κραυγάζοντας: Δόξα στό Θεό! Εὐλογημένος αὐτός πού ἔρχεται σταλμένος ἀπό τόν Κύριο! Εὐλογημένος ὁ βασιλιάς τοῦ Ἰσραήλ! Ὁ Ἰησοῦς εἶχε βρεῖ ἕνα γαϊδουράκι καί κάθισε πάνω του, ὅπως λέει ἡ Γραφή: Μή φοβᾶσαι θυγατέρα μου, πόλη τῆς Σιών· νά πού ἔρχεται σ’ ἐσένα ὁ βασιλιάς σου, σέ γαϊδουράκι πάνω καθισμένος. Αὐτά στήν ἀρχή δέν τά κατάλαβαν οἱ μαθητές του· ὅταν ὅμως ὁ Ἰησοῦς ἀνυψώθηκε στή θεία δόξα, τότε τά θυμήθηκαν. Ὅ,τι εἶχε γράψει γιά κεῖνον ἡ Γραφή, αὐτά καί τοῦ ἔκαναν. Ὅλοι, λοιπόν, ἐκεῖνοι πού ἦταν μαζί μέ τόν Ἰησοῦ, ὅταν φώναξε τό Λάζαρο ἀπό τόν τάφο καί τόν ἀνέστησε ἀπό τούς νεκρούς, διηγοῦνταν αὐτά πού εἶχαν δεῖ. Γι’ αὐτό ἦρθε τό πλῆθος νά τόν προϋπαντήσει, ἐπειδή ἔμαθαν ὅτι αὐτός εἶχε κάνει τό θαυμαστό αὐτό σημεῖο.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Φιλ. 4, 4-9)

Ἀδελφοί, χαίρετε ἐν Κυρίῳ πάντοτε· πάλιν ἐρῶ, χαίρετε. Τὸ ἐπιεικὲς ὑμῶν γνωσθήτω πᾶσιν ἀνθρώποις. Ὁ Κύριος ἐγγύς. Μηδὲν μεριμνᾶτε, ἀλλ’ ἐν παντὶ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει μετὰ εὐχαριστίας τὰ αἰτήματα ὑμῶν γνωριζέσθω πρὸς τὸν Θεόν, καὶ ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τὰς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ, ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρετὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε· ἃ καὶ ἐμάθετε καὶ παρελάβετε καὶ ἠκούσατε καὶ εἴδετε ἐν ἐμοί, ταῦτα πράσσετε· καὶ ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης ἔσται μεθ’ ὑμῶν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

 Ἀδελφοί, νά χαίρεστε πάντοτε μέ τή χαρά πού δίνει ἡ κοινωνία μέ τόν Κύριο. Θά τό πῶ καί πάλι: νά χαίρεστε. Σ’ ὅλους νά δείχνετε τήν καλοσύνη σας. Ὁ Κύριος ἔρχεται σύντομα. Γιά τίποτε νά μή σᾶς πιάνει ἄγχος, ἀλλά σέ κάθε περίσταση τά αἰτήματά σας νά τά ἀπευθύνετε στό Θεό μέ προσευχή καί δέηση, πού θά συνοδεύονται ἀπό εὐχαριστία. Και ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἀσύλληπτη στό ἀνθρώπινο μυαλό, θά διαφυλάξει τίς καρδιές καί τίς σκέψεις σας κοντά στόν Ἰησοῦ Χριστό. Τέλος, ἀδερφοί μου, ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, σεμνό, δίκαιο, καθαρό, ἀξιαγάπητο, καλόφημο, ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τήν ἀρετή καί εἶναι ἄξιο ἐπαίνου, αὐτά νά ἔχετε στό μυαλό σας. Αυτά πού μάθατε, παραλάβατε κι ἀκούσατε ἀπό μένα, αὐτά πού εἴδατε σ’ ἐμένα, αὐτά νά κάνετε κι ἐσεῖς. Καί ὁ Θεός πού δίνει τήν εἰρήνη θά εἶναι μαζί σας.

ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ

 

«Ο Λάζαρος ήταν Εβραίος κατά το γένος, Φαρισαίος κατά την αίρεση, και υιός, όπως έχει βρεθεί, του Φαρισαίου Σίμωνα, καταγώμενος από την κώμη της Βηθανίας. Ενώθηκε με δεσμά φιλίας με τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, ο Οποίος ήλθε στον κόσμο για τη σωτηρία μας. Επειδή λοιπόν ο Χριστός συνεχώς διαλεγόταν με τον Σίμωνα, διότι και αυτός πίστευε πολύ στην ανάσταση από τους νεκρούς, και πήγαινε στο σπίτι του, κατά φυσικό τρόπο ο Λάζαρος, όπως και οι δύο του αδελφές, η Μάρθα και η Μαρία, αγάπησαν γνήσια τον Κύριο. Καθώς πλησίαζε το σωτήριο Πάθος, επειδή έπρεπε να θεωρηθεί αξιόπιστο το μυστήριο της Αναστάσεως του Κυρίου, ο μεν Ιησούς έμενε πέραν του Ιορδάνου, αφού προηγουμένως είχε αναστήσει από τους νεκρούς την κόρη του Ιαείρου και τον υιό της Χήρας. Ο δε φίλος του Λάζαρος αρρώστησε βαριά και πέθανε. Ο Ιησούς λοιπόν, ενώ δεν ήταν στη Βηθανία, λέγει στους μαθητές: Ο Λάζαρος κοιμήθηκε, και μετά από λίγο πάλι: Ο Λάζαρος, λέγει, πέθανε. Έρχεται λοιπόν στη Βηθανία, αφήνοντας τον Ιορδάνη, καθώς Του έστειλαν μήνυμα οι αδελφές του Λαζάρου. Απέχει δε η Βηθανία περίπου δεκαπέντε στάδια από τα Ιεροσόλυμα. Τον προϋπάντησαν οι αδελφές του Λαζάρου που του είπαν: Κύριε, αν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μας. Αλλά και τώρα, αν θελήσεις, θα τον αναστήσεις, γιατί μπορείς. Ερωτά τον όχλο ο Ιησούς. Πού τον βάλατε; Και αμέσως όλοι πήγαν προς το μνήμα. Κι αφού σήκωσαν τον λίθο, η Μάρθα λέγει: Κύριε, μυρίζει πια, γιατί είναι τέσσερις ημέρες μέσα. Ο Ιησούς προσευχήθηκε και έκλαψε για τον Λάζαρο, οπότε με μεγάλη φωνή κραύγασε: Λάζαρε, έλα έξω. Κι αμέσως ο πεθαμένος βγήκε, κι αφού λύθηκε αναχώρησε για το σπίτι του. Αυτό το τεράστιο παράδοξο ξεσήκωσε τον φθόνο του Εβραϊκού λαού, που εξοργίστηκε κατά του Χριστού. Ο δε Ιησούς πάλι έφυγε γρήγορα. Οι δε αρχιερείς σκέφτηκαν και τον Λάζαρο να σκοτώσουν, διότι πολλοί βλέποντάς τον πίστευαν στον Χριστό. Ο Λάζαρος τότε που κατάλαβε τις σκέψεις τους διαφεύγει προς τη νήσο Κύπρο, όπου και έμενε, μέχρις ότου αργότερα αναδείχτηκε αρχιερέας της πόλης του Κυτίου από τους Αποστόλους. Κι αφού έζησε καλώς και θεοφιλώς, τριάντα χρόνια μετά από την ανάστασή του πέθανε και πάλι. Ετάφη εκεί και έκανε πολλά θαύματα.

      Λέγεται δε ότι μετά την ανάστασή του δεν έφαγε τίποτε χωρίς να βάλει και κάτι πικρό στο φαγητό και ότι το ωμοφόριό του το έφτιαξε η πάναγνη του Θεού Μητέρα με τα χέρια της και του το χάρισε. Το τίμιο και άγιο λείψανό του ο σοφότατος βασιλιάς Λέων, από κάποια θεία όραση κινούμενος έστειλε και το πήρε από εκεί και το κατέθεσε με σεμνότητα και με πολυτέλεια στον Ναό που έκτισε στην Κωνταντινούπολη προς τιμή του. Και τώρα ακόμη παραμένει το τίμιο λείψανό του, που βγάζει κάποια άρρητη ευωδία. Τάχθηκε δε να εορτάζεται η έγερσή του κατά τη σημερινή ημέρα, διότι οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες μας, μάλλον δε οι άγιοι Απόστολοι, μετά την κάθαρση της σαρανταήμερης νηστείας, ενόψει των αγίων Παθών του Κυρίου μας, επειδή βρήκαν αυτό το θαύμα ότι ήταν η αρχή και μάλιστα η αιτία της μανίας των Ιουδαίων κατά του Χριστού, γι' αυτό λοιπόν έθεσαν εδώ το υπερφυσικό αυτό τεράστιο θαύμα. Αυτό λοιπόν το θαύμα μόνος ο ευαγγελιστής Ιωάννης το έγραψε, διότι οι άλλοι ευαγγελιστές το παρέλειψαν. Ίσως γιατί ήταν ζωντανός ο Λάζαρος και τον έβλεπαν. Λέγεται μάλιστα ότι και γι' αυτό ακριβώς συνέγραψε και το υπόλοιπο Ευαγγέλιο και ότι οι άλλοι δεν αναφέρθηκαν καθόλου στην άναρχη Γέννηση του Χριστού. Διότι αυτό ήταν το ζητούμενο να πιστευθεί, δηλαδή ότι ο Χριστός ήταν ο Υιός του Θεού και Θεός. Και ότι αναστήθηκε και θα γίνει ανάσταση των νεκρών, πράγμα το οποίο με την ανάσταση του Λαζάρου γίνεται περισσότερο πιστευτό. Ο Λάζαρος δε δεν είπε τίποτε για τα εν Άδη ή διότι δεν του επέτρεψε ο Θεός να δει τελείως τα εκεί ή διότι τα είδε μεν, αλλά πήρε εντολή να κρατήσει σιωπή γι' αυτά. Από τότε και μετά, κάθε άνθρωπος που μόλις έχει πεθάνει λέγεται Λάζαρος, ενώ το εντάφιο ένδυμα ονομάζεται Λαζάρωμα, καθώς τον παρακινεί ο λόγος να θυμηθεί τον πρώτο Λάζαρο. Διότι αν εκείνος με τον λόγο του Χριστού αναστήθηκε και ξανάζησε πάλι, έτσι κι αυτός: μολονότι πέθανε, όμως θα αναστηθεί με την τελευταία σάλπιγγα και θα ζήσει αιώνια»[1].

      Η ανάσταση του Λαζάρου από τον Κύριο θεωρείται από τον άγιο υμνογράφο Θεοφάνη πρώτα από όλα γεγονός που φανερώνει τη διπλή φύση Του, την ανθρώπινη και τη θεϊκή. Η μεν ανθρώπινη φύση Του φανερώνεται όταν  ο Κύριος ερωτά, σαν να αγνοεί, τον τόπο της ταφής του φίλου Του, αλλά και όταν κλαίει για τον θάνατό του. Η δε θεϊκή φύση Του αποκαλύπτεται, όπως είναι φυσικό, από την ανάσταση του Λαζάρου, καθώς η ισχύς του θεϊκού λόγου Του βγάζει από το χώρο των κεκοιμημένων τον Λάζαρο, αλλά και προηγουμένως, από τη πρόγνωση του θανάτου του. Τα συγκεκριμένα τροπάρια και οι στίχοι που καταγράφουν την "διπλόην" αυτήν του Κυρίου είναι πάμπολλα. Για παράδειγμα, ως προς την ανθρώπινη φύση Του: "Αφού έγινες ουσιαστικά άνθρωπος κατά τη φύση, Χριστέ, από την Παρθένο, ρωτούσες ως άνθρωπος να μάθεις για τον τάφο του, ενώ δεν αγνοούσες ως Θεός πού βρισκόταν"[2] (ωδή α΄). "Ενώ ήξερες, ρωτούσες, λέγει: Πού τον έχετε βάλει; Και προσευχήθηκες στον Πατέρα, χύνοντας δάκρυα ως άνθρωπος"[3] (κάθισμα όρθρου). "Θρηνείς, Ιησού. Αυτό είναι γνώρισμα της ανθρώπινης φύσης"[4] (στίχος συναξαρίου). Ως προς τη θεϊκή φύση Του: "Δίνεις ζωή στον φίλο Σου. Αυτό είναι γνώρισμα της θεϊκής δύναμής Σου"[5] (στίχος συναξαρίου). "Έδειξες σε όλους το γνώρισμα της υπέρθεης θεότητάς Σου, καθώς ανέστησες από τους νεκρούς τον τετραήμερο στον τάφο Λάζαρο, Δέσποτα"[6] (ωδή α΄). "Συ που δημιούργησες όλον τον κόσμο από το μηδέν και γνωρίζεις τα κρυφά των καρδιών, προλέγεις ως Κύριος στους μαθητές την κοίμηση του Λαζάρου"[7] (ωδή α΄). Έτσι "προβάλλοντας ο Κύριος δύο ενέργειές Του, δείχνει και τη διπλή φύση Του. Ότι δηλαδή είναι Θεός και άνθρωπος"[8] (ωδή γ΄).

      Η ανάσταση του Λαζάρου όμως συνιστά κατά τον υμνογράφο σημαντικό γεγονός, γιατί δείχνει και την αξιοπιστία της ανάστασης του ίδιου του Κυρίου. Ο Κύριος δηλαδή που είχε προείπει την ανάστασή Του είναι επόμενο να καθιστά εντελώς αξιόπιστη την προφητεία Του, με την ανάσταση εκ νεκρών που κάνει στον Λάζαρο. Αφού με άλλα λόγια ανέστησε έναν άνθρωπο εκ νεκρών, γιατί να μην μπορεί να αναστήσει και τον εαυτό Του; Η λογική του Κυρίου εν προκειμένω είναι παρεμφερής με τη λογική και των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, όπως έπειτα και με τις προφητείες της Αποκάλυψης του Ιωάννη. Τι θέλουμε να πούμε; Στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης βλέπουμε ότι για να καταστήσουν αξιόπιστες τις προφητείες τους περί του ερχόμενου Μεσσία, περί ενός δηλαδή μακρινού γεγονότος, έλεγαν προφητείες που αναφέρονταν σε βάθος λίγου χρόνου. Επιβεβαιώνονταν οι προφητείες αυτές σύντομα, συνεπώς και ο λόγος για τον Μεσσία εθεωρείτο αξιόπιστος. Το ίδιο συμβαίνει και με την Αποκάλυψη του Ιωάννη: ο Ιωάννης για να μιλήσει περί της αλήθειας του ερχομού του Κυρίου κατά τη Δευτέρα Του παρουσία, ομιλεί περί γεγονότων που επαληθεύονταν σε μικρό χρονικό διάστημα. Η λογική λοιπόν και στο γεγονός της ανάστασης του Λαζάρου είναι το ίδιο: Αυτός που ανασταίνει τον Λάζαρο, δείχνοντας ότι είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, ο Ίδιος σε λίγες ημέρες θα αναστηθεί από τους νεκρούς. "Δείχνοντας, Λόγε, ότι η Ανάστασή Σου αξίζει να πιστευτεί πράγματι, ανέστησες σαν από ύπνο τον φίλο σου, που ήδη μύριζε άσχημα, δηλαδή τον τετραήμερο νεκρό από το μνήμα"[9] (ωδή α΄). 

      Και βεβαίως η ανάσταση του Λαζάρου που παραπέμπει στην Ανάσταση του Κυρίου, προχωρά κατ' επέκταση και στην ανάσταση εκ νεκρών όλων των ανθρώπων. Η Ανάσταση του Κυρίου άλλωστε γι' αυτό έγινε. Όχι γιατί είχε ανάγκη της ανάστασης αυτής ο Κύριος, ο Ίδιος ο παντοδύναμος Θεός που σαρκώθηκε, αλλά για να δώσει στους ανθρώπους τη μεγαλύτερη δωρεά: να υπερβούν τον θάνατο - το τίμημα της αμαρτίας τους - συνεπώς να ζήσουν αυτό που απαρχής είχε δοθεί ως προοπτική στους ανθρώπους: να ζουν αιωνίως εν Θεώ, ψυχή τε και σώματι. Διότι βεβαίως ο άνθρωπος δεν δημιουργήθηκε για να πεθάνει, αλλά για να ζήσει. Ο θάνατος ήλθε ως το αποτέλεσμα της διαγραφής του Θεού από τη ζωή τους. Όμως συνιστούσε γεγονός ανάποδο προς τη φυσιολογία τους. Ο Κύριος λοιπόν ήλθε "ίνα ζωήν έχωσιν οι άνθρωποι και περισσόν έχωσι"[10]. Κι από την άποψη αυτή η Ανάσταση του Κυρίου, αρχής γενομένης από την ανάσταση του Λαζάρου, αποτελεί τη μεγαλύτερη εορτή και των πάντων γεγονότων ανώτερο γεγονός, που νοηματίζει τα πάντα. "Τον Λάζαρο που πέθανε, τον ανέστησες από τον Άδη που βρισκόταν τέσσερις ημέρες, Χριστέ, τραντάζοντας έτσι πριν από τον θάνατό Σου τη δύναμη του θανάτου και προμηνύοντας μέσω ενός προσφιλούς σου προσώπου την ελευθερία όλων των ανθρώπων από τη φθορά"[11] (στιχηρό αίνων). 

      Ο άγιος Θεοφάνης όμως σημειώνοντας την ανάσταση εκ νεκρών όλων των ανθρώπων τονίζει και την προϋπόθεση, προκειμένου η ανάσταση αυτή να λειτουργεί θετικά για τον άνθρωπο. Διότι την ανάσταση θα τη ζήσουν όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι, όχι όμως κατά τρόπο χαροποιό και φωτεινό. Η ανάσταση των νεκρών κατά τη Δευτέρα Παρουσία για άλλους θα είναι, κατά τα λόγια του ίδιου του Κυρίου, ανάσταση ζωής και για άλλους ανάσταση κρίσεως. Κι εκείνο που θα καταστήσει χαροποιό και φωτεινό γεγονός την ανάσταση, κυριολεκτικά παραδείσια κατάσταση, είναι αν ο άνθρωπος, μέσα στο πλαίσιο αυτού του κόσμου που ο Θεός επέτρεψε να βρεθεί, ζήσει με πίστη και με αγάπη, δηλαδή με μετάνοια από τον κακό και αμαρτωλό και εγωιστικό τρόπο ζωής του. Αν με άλλα λόγια από τώρα ζήσει την ανάσταση του Κυρίου. Ο άγιος υμνογράφος συνεπώς μας καθοδηγεί στο πώς κανείς από εδώ και τώρα ζει την ανάσταση του Κυρίου. Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της ανάστασης του Λαζάρου, εκεί που ο ζωοποιός λόγος του Κυρίου μεταγγίζει την ίδια τη ζωή, εύχεται ο Κύριος να αναστήσει και τον δικό μας νου, που κείτεται νεκρός λόγω των αμαρτιών του. Αν από τώρα δεχτούμε τον λόγο του Κυρίου, τότε θα αναστηθούμε από τη νέκρα της αμαρτίας σαν τον Λάζαρο, συνεπώς και ο θάνατός μας, πολύ περισσότερο η Δευτέρα του Κυρίου Παρουσία, θα είναι και για εμάς ανάσταση ζωής. Τον Κύριο δηλαδή που ζήσαμε σ' αυτήν τη ζωή, τον Ίδιο θα ζούμε και αιωνίως, με χαρά και ευφροσύνη. "Τον νεκρό που μύριζε άσχημα και που ήταν δεμένος με σάβανα, Δέσποτα, τον ανέστησες. Κι εμένα που ειμαι δεμένος με τις σειρές των αμαρτημάτων μου, ανάστησέ με"[12] (ωδή ζ΄). "Όπως είπες Κύριε στη Μάρθα: Εγώ είμαι η ανάσταση, έμπρακτα εκπλήρωσες τον λόγο Σου, καλώντας από τον Άδη τον Λάζαρο. Κι εμένα, φιλάνθρωπε, που είμαι νεκρός από τα πάθη μου, ως συμπαθής ανάστησέ με, Σε παρακαλώ"[13] (στιχηρό αίνων).


[1] Από το συναξάρι του Τριωδίου.

[2] "Τον άνθρωπον φύσει ουσιωθείς, Χριστέ, εκ Παρθένου, του Λαζάρου συ την ταφήν μαθείν επηρώτας ως άνθρωπος, ουκ αγνοών ως Θεός όπου έκειτο".

[3] "ειδώς ηρώτας, φησί: Πού τεθείκατε; Και τω Πατρί προσηύξω, δακρύσας ως άνθρωπος".

[4] "Θρηνείς, Ιησού. Τούτο θνητής ουσίας".

[5] "Ζωοίς φίλον σου. Τούτο θείας ισχύος".

[6] "Πάσι της υπερθέου γνώρισμα θεότητος υπέδειξας, εκ των νεκρών εγείρας τετραήμερον Λάζαρον, Δέσποτα".

[7] "Ο πριν εκ μη όντων παραγαγών την σύμπασαν Κτίσιν και γινώσκων των καρδιών ταμεία, προλέγεις ως Δεσπότης τοις Μαθηταίς του Λαζάρου την κοίμησιν".

[8] "Δύο προβαλλόμενος τας ενεργείας Σου, έδειξας των ουσιών, Σώτερ, την διπλόην. Θεός γαρ εί και άνθρωπος".

[9] "Πιστούμενος, Λόγε, την σεαυτού Ανάστασιν όντως, ως εξ ύπνου τον προσφιλή ανέστησας ήδη οδωδότα, τον τεταρταίον νεκρόν εκ του μνήματος".

[10] Ιωάν. 10, 10.

[11] "Λάζαρον τεθνεώτα, τετραήμερον ανέστησας εξ Άδου, Χριστέ, προ του σου θανάτου διασείσας του θανάτου το κράτος, και δι' ενός προσφιλούς, την πάντων ανθρώπων προμηνύων εκ φθοράς ελευθερίαν".

[12] "Τον νεκρόν οδωδότα, δεδεμένο κειρίαις, Δέσποτα, ήγειρας. Καμέ πεπεδημένον σειραίς αμαρτημάτων διανάστησον".

[13] "Καθώς είπας, Κύριε, τη Μάρθα: Εγώ ειμι η ανάστασις, έργω τον λόγον επλήρωσας, εξ Άδου καλέσας τον Λάζαρον. Καμέ, φιλάνθρωπε, νεκρόν τοις πάθεσι, ως συμπαθής εξανάστασον, δέομαι".

07 Απριλίου 2023

ΣΕ ΑΔΕΛΦΟ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟ, ΑΠΟΚΑΜΩΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΚΝΕΥΡΙΣΜΕΝΟ...

Αγαπητέ μου Σ..., σε ασπάζομαι και μαζί με εσένα και όλη την οικογένεια. 

Πράγματι, είναι στενάχωρο να σ' ακούω – έναν νέο άνθρωπο - να λες πόσο κουρασμένος είσαι. Κι όχι τόσο, όπως σωστά επισημαίνεις, από πλευράς σωματικής, όσο από πλευράς ψυχικής. Γιατί η ψυχική κούραση φέρνει την πραγματική κούραση, κάτι που αντανακλά και στη σχέση σου με τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου, αλλά και με όλο το περιβάλλον σου.

Το παρήγορο σ' αυτά που λες είναι το γεγονός ότι διψάς για αλλαγή. Βλέπεις το αδιέξοδο και θέλεις κάτι να κάνεις για να ξανανιώσεις. Και το ξανάνιωμα, όπως πολύ καλά το ξέρεις, δεν έρχεται με εξωτερικές απλώς αλλαγές - αυτές έχουν εντελώς προσωρινό χαρακτήρα που τις περισσότερες φορές προσθέτουν βάρος και δεν το αφαιρούν! Το ξανάνιωμα έρχεται μόνο με τη στροφή μας προς τον Χριστό. Και δεν είναι ένα νοητικό σχήμα τούτο, αλλά η αποκαλυμμένη αλήθεια του Χριστού, ο Οποίος επανειλημμένως φωνάζει: "Ελάτε κοντά μου όλοι όσοι είστε κουρασμένοι και φορτωμένοι από τα βάρη της ζωής και θα βρείτε σ' εμένα την ανάπαυση". "Τα πάντα τα κάνω καινούργια" λέει το Πνεύμα του Θεού στην Αποκάλυψη. Κι ο απόστολος Παύλος εξαγγέλλοντας την ίδια αλήθεια που αποτελούσε και προσωπική του εμπειρία έλεγε: "ει τις εν Χριστώ, καινή κτίσις", όποιος είναι ενωμένος με τον Χριστό είναι καινούργια δημιουργία. Κι αυτό συμβαίνει, Σ... μου, για τον λόγο που επίσης γνωρίζεις: Ο Χριστός δίνει τη χάρη Του, την υπέρ τα επίγεια και ορώμενα ενέργειά Του, που κάνει τον άνθρωπο να μετατίθεται σε επίπεδο πέρα μόνο από τα υλικά, μάλλον τον κάνει μέσα στα υλικά ευρισκόμενο να ζει πνευματικά σε άλλο επίπεδο. Διαρκώς δεν μας το υπόσχεται; "Μείνετε ενωμένοι μαζί μου, δηλαδή τηρήστε τις εντολές μου, και θα δείτε να μένετε μέσα στον Θεό και ο Θεός να μένει μέσα σε σας". Το κέντρο βάρους δηλαδή σε έναν χριστιανό βρίσκεται όχι στον εαυτό του αλλά στον Χριστό - μία πραγματικότητα που χρειάζεται κανείς να "πειραματιστεί" στον εαυτό του για να δει την αλήθεια της. Κι από την άλλη βεβαίως οποιαδήποτε εξωτερική αλλαγή δεν φέρνει τα "ποθητά" αποτελέσματα της ουσιαστικής ανανέωσης, γιατί ο άνθρωπος χρησιμοποιεί τα ίδια φθαρμένα υλικά, που θα πει ότι ανακυκλώνει πάντοτε τα πάθη του σε ένα νέο ίσως απλώς πλαίσιο. Είναι πολύ ευεργετικό επ’ αυτού να θυμόμαστε πάντοτε τον άγιο Συμεών τον θεοδόχο και την αγία γερόντισσα Άννα την προφήτιδα, γιατί γέροντες αυτοί διακρίνονταν για τέτοιο νεανικό σφρίγος και φρόνημα που θα το ζήλευαν και οι πιο νέοι άνθρωποι.

Πρακτικά τι σημαίνουν αυτά; Σημαίνουν πως όποιος κι αν είναι ο περίγυρός σου, στενός ή ευρύτερος, με «δύσκολους» ως επί το πλείστον ανθρώπους - οι περισσότεροι άνθρωποι  ίδιοι ή παρόμοιοι «περίεργοι» χαρακτήρες είμαστε! - εσύ δεν πρέπει να εστιάζεις εκεί. Ο εστιασμός όλων μας πρέπει να είναι ο ίδιος ο εαυτός μας: εμείς να παλεύουμε να είμαστε στις εντολές του Χριστού, οπότε και θα έχουμε βρει την πηγή της διαρκούς ανανέωσής μας και του ξανανιώματός μας, κι οι άλλοι θα βρίσκονται έτσι μόνο μέσα στην προσευχή και την αγάπη μας – ό,τι τόνιζαν και τονίζουν όλοι οι άγιοί μας, σαν τον όσιο Πορφύριο για παράδειγμα που είχε αντιγράψει ένα απόσπασμα κειμένου από τον άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο που καθοδηγεί τον κάθε χριστιανό στο πώς πρέπει να βλέπει όλους τους ανθρώπους γύρω του: ως τον ίδιο τον Χριστό, ανεξάρτητα από τις κακίες και τα πάθη τους! Κι αν έτσι αρχίσουμε να πορευόμαστε, τότε η καλή αυτή διάθεσή μας: έκφραση της χάρης του Θεού μέσα μας, θα επηρεάζει και τους άλλους. 

Λοιπόν, Σ... μου, καλές είναι οι επισημάνσεις για τις δυσκολίες των ανθρώπων του περιβάλλοντός σου, αλλά νομίζω ότι δεν σε βοηθούν για την αλλαγή που διψάει η ψυχή σου. Και το ίδιο ισχύει και για τον συνάδελφό σου στην εργασία σου με τη συνεχή αρνητική διάθεση και κριτική του. Μη δίνεις σημασία στα λεγόμενά του όσο αρνητικά και αν είναι - εκείνος θα δώσει λόγο για την αμαρτία του αυτή! Εσύ επικέντρωνε στο βάθος του, δηλαδή στην τραυματισμένη εικόνα του Χριστού που υπάρχει στην ψυχή του και προσεύχου υπέρ αυτού. Γιατί μη ξεχνάς: άνθρωπος που μεταφέρει αρνητισμό λόγω κατάκρισης ζει έναν μαρασμό ψυχής και πονάει. Με την προσευχή σου απάλυνε τον πόνο και αυτού του ανθρώπου, κάτι που θα απαλύνει βεβαίως και τον δικό σου πόνο. Και μία ψυχολογικής τάξεως παρατήρηση σίγουρα γνωστή και σε σένα: όταν κάποιος μας ενοχλεί με κάτι που λέει ή κάνει, σημαίνει ότι σ' αυτό που λέει και κάνει βλέπουμε δικά μας τελικά πράγματα – βλέπουμε συνήθως στον άλλο στοιχεία του εαυτού μας. Συνεπώς, εκμεταλλεύσου τα "νεύρα" σου από τη συμπεριφορά του για να βγάλεις ορθά συμπεράσματα για τον ίδιο σου τον εαυτό! Μαθήτευσε δηλαδή στον... θυμό σου!

Σ... μου, προσεύχομαι διαρκώς για σένα και την οικογένειά σου. Όμως μην παραιτείσαι και εσύ από την προσευχή. Αύξησέ την κατά... ένα ή δύο λεπτά! Θα δεις αποτέλεσμα! Γιατί και ο άγιος Αντώνιος να προσεύχεται για σένα τίποτε δεν θα σου κάνει, αν εσύ ο ίδιος δεν στραφείς προς τον Θεό! 

Εύχομαι εκ βαθέων η χάρη του Θεού να ενεργοποιήσει ακόμη περισσότερο τη θέλησή σου - γιατί ήδη στην έχει ενεργοποιήσει - ώστε να ζεις τη χαρά της πίστεως. Και μη ξεχνάς: κάποιες φορές μάς λένε οι άγιοι, ο Θεός μάς αφήνει λίγο με τη στενοχώρια και το θεωρούμενο αδιέξοδό μας, για να έχουμε αφορμή ταπείνωσης! 

Σας ασπάζομαι και σας φιλώ όλους σας. Ο πνευματικός σας αδελφός.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΩΦΕΛΟΥΣ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ

 

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

«Τήν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, καί τήν ἁγίαν Ἑβδομάδα τοῦ Πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, Φιλάνθρωπε, τοῦ δοξάσαι ἐν αὐτῇ τά μεγαλεῖά σου καί τήν ἄφατον δι’ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου, ὁμοφρόνως μελῳδοῦντες· Κύριε, δόξα Σοι» (Δοξαστικόν ἰδιόμελον εἰς ἦχον πλ. α΄, ἀποστίχων ὄρθρου).

(Τώρα πού φτάσαμε στό τέλος τῆς ψυχωφελοῦς Τεσσαρακοστῆς, Σέ παρακαλοῦμε, Φιλάνθρωπε, νά δοῦμε καθαρά καί τήν ἁγία ἑβδομάδα τοῦ Πάθους Σου, προκειμένου νά δοξάσουμε μέσα σ’ αὐτήν τά μεγαλεῖα σου καί τήν ἄφατη γιά χάρη μας οἰκονομία Σου, ψάλλοντας: Κύριε, δόξα Σοι).

Τό Σάββατο τοῦ Λαζάρου, ὡς γνωστόν, σηματοδοτεῖ τό τέλος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Ἡ εὐλογημένη περίοδος πού ξεκίνησε τήν Καθαρά Δευτέρα φτάνει πιά στό τέλος της – τό ἴδιο τροπάριο ψέλνεται καί στόν ἑσπερινό τῆς ἑορτῆς τοῦ Λαζάρου. Καί τί μᾶς λέει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος; Πρῶτον, ὅτι ἡ περίοδος αὐτή τῆς Σαρακοστῆς εἶναι «ψυχωφελής»· δεύτερον, ὅτι ἐνῶ πρόκειται περί «τέλους» ὡς συμπλήρωσης τῶν σαράντα ἡμερῶν της, λειτουργεῖ καί πάλι ὡς σημεῖο ἐκκίνησης: τῆς ἀπαρχῆς τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος – εἴμαστε μπροστά σ’ ἕνα θαυμαστό κατώφλι. Κι εἶναι αὐτονόητο· ἡ Σαρακοστή τέθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία προκειμένου νά ἑτοιμαστοῦμε οἱ χριστιανοί γιά τή συγκεκριμένη Ἑβδομάδα, αὐτήν στήν ὁποία προβάλλονται ἐκεῖνα τά γεγονότα πού ἔφεραν τή σωτηρία στό ἀνθρώπινο γένος - τά Πάθη τοῦ Κυρίου, τήν ἴδια τή Σταυρική Του θυσία. Στόν Σταυρό δέν ἦρε ὁ Κύριος τίς ἁμαρτίες μας καί κατήργησε τόν διάβολο, πατώντας τόν θάνατο; «Ἰδού γάρ ἦλθε διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῶ κόσμῳ». Γι’ αὐτό ἄλλωστε καί χαρακτηρίζεται ὡς «Μεγάλη». Ὄχι, ὅπως σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, γιατί ἔχει μεγαλύτερη διάρκεια ἡ κάθε ἡμέρα της, ἀλλά γιατί εἶναι σπουδαῖα καί συγκλονιστικά τά ὅσα διαλαμβάνει μέ τά Πάθη τοῦ Κυρίου. Μπροστά λοιπόν στό πνευματικό μέγεθος τῶν ἡμερῶν αὐτῶν ἀφενός ἀπαιτεῖται ἰδιαίτερη καί ξεχωριστή προετοιμασία – κανείς «ἀμύητος» καί χαμερπής δέν μπορεῖ νά ψαύσει τό ἱερό μυστήριο - ἀφετέρου προκαλεῖται ὁ μυημένος κι ἑτοιμασμένος ὅσο εἶναι δυνατόν πιστός νά δοξολογήσει τόν Κύριο τῆς δόξης, διακρίνοντας ὄχι τήν ἐπιφάνεια ἑνός ἀνθρώπου πού πάσχει, ἀλλά τό βάθος τῆς ἀγάπης τοῦ Ἴδιου τοῦ Δημιουργοῦ. Ἡ προετοιμασία τῶν σαράντα ἡμερῶν, ὡς ἕνα εἶδος μύησης στήν πνευματικότητα τῆς ἁγίας ἑβδομάδας, ἑρμηνεύει καί τόν ὅρο «ψυχωφελής Τεσσαρακοστή» - ὅ,τι πρόσφερε ἡ Ἐκκλησία αὐτήν τήν περίοδο, (μέ τό πλῆθος τῶν ἀκολουθιῶν της, μέ τόν τονισμό τῆς ἀληθινῆς νηστείας, σωματικῆς καί πνευματικῆς, μέ τή διαρκή ὑπενθύμιση τῆς μετανοίας ὡς τοῦ μονόδρομου πού ἐκβάλλει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ), ἦταν γιά τή θρέψη καί τή ζώωση τῆς ψυχῆς μας! Καί παρ’ ὅλα αὐτά! Ἔστω καί μέ προετοιμασία, ἀπαιτεῖται καί πάλι ἡ χάρη τοῦ Κυρίου γιά τό σωστό περπάτημα τῆς ἁγίας Ἑβδομάδος! «Σοῦ ζητᾶμε νά μᾶς δώσεις τή χάρη νά δοῦμε καθαρά καί τό περιεχόμενο τῆς ἁγίας Ἑβδομάδος τοῦ Πάθους Σου».

ΓΙΑΤΙ ΚΛΑΙΜΕ ΑΦΟΥ ΕΙΝΑΙ ΦΙΛΟΣ ΜΑΣ "Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΚΑΙ Η ΖΩΗ";

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

«Τήν ἀνάστασιν καί ζωήν ἔχουσαι Γυναῖκες προσφιλῆ, τί ἀποδύρεσθε πικρῶς; Παραγίνεται καί ζωώσει τόν γνήσιον φίλον, τῆ αὐτοῦ ἀναστάσει, τήν ἔγερσιν πάντων προμηνύων πάντων εὐεργέτης» (ωδή η΄ Τριωδίου).

(Γυναίκες (Μάρθα και Μαρία), έχοντας την ανάσταση και ζωή, δηλαδή τον Κύριο, φίλο και αγαπητό σας, γιατί κλαίτε πικρά; Έρχεται και θα δώσει ζωή στον γνήσιο φίλο του τον Λάζαρο, προμηνύοντας με εκείνου την ανάσταση την ανάσταση όλων ο ευεργέτης όλων).

Την ανάσταση του Λαζάρου προβάλλει ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος, μία ανάσα προ της ημέρας της αφιερωμένης σ’ αυτόν. Κι αυτό για να τονίσει ότι εκείνου η ανάσταση αποτελεί προμήνυμα της Αναστάσεως του Κυρίου και συνεπώς της αναστάσεως όλων των ανθρώπων – ο Κύριος ανασταίνεται για να αναστηθεί σύμπαν το ανθρώπινο γένος (ό,τι εικονίζει και η εικόνα της εις Άδου καθόδου του Κυρίου). Οι ύμνοι της Εκκλησίας μας με καταιγιστικό τρόπο εξαγγέλλουν την αλήθεια αυτή με αφθάστου ύψους ποιητική δύναμη. Για παράδειγμα στην ίδια ωδή: «Καθώς ερχόσουν Κύριε προς Βηθσφαγή, ο αποτρόπαιος Άδης αισθάνθηκε τον κρότο των ποδών Σου και άγγιξε τα πόδια του Λαζάρου λέγοντάς του: Αν πρόκειται να σε φωνάξει η Ζωή, μην αργήσεις, αλλά βγες έξω. Διότι γνωρίζω την καταστροφή μου που έρχεται γρήγορα».

Ενόψει λοιπόν του ερχομού του Κυρίου στη Βηθανία για να αναστήσει τον φίλο του Λάζαρο, ο υμνογράφος «ελέγχει» τις αδελφές του Λαζάρου, Μάρθα και Μαρία. Και τις ελέγχει για την ολιγοπιστία τους, με το συντριπτικό πράγματι επιχείρημα: αφού ο Κύριος είναι και δικός σας φίλος, αγαπητός και προσφιλής, Αυτός που είναι η Ανάσταση και η Ζωή, όπως θα το δηλώσει μάλιστα στις ίδιες, τότε γιατί κλαίτε και μάλιστα πικρά, δηλαδή με κάποια απελπισία; Να έχει κανείς τον Χριστό τόσο κοντινό του και να απελπίζεται, είναι μάλλον παράλογο. Εκτός κι αν δεν Τον πιστεύει όπως πρέπει.

Τι θα έπρεπε να πει βεβαίως ο άγιος υμνογράφος και σε μας που έχουμε βαπτιστεί στο όνομα του Χριστού και έχουμε γίνει μέλη του αγίου Σώματός Του – ένα κυριολεκτικά μ’ Εκείνον; Και μάλιστα όταν επιβεβαιώνουμε τούτο με την κοινωνία του αγίου σώματος και αίματός Του; Πώς έρχονται στιγμές ή και μακρύτερα χρονικά διαστήματα που ξεχνάμε την πιο καίρια αυτή αλήθεια της πίστης μας, οπότε μας καταλαμβάνει η βαθιά λύπη της μοναξιάς, ο μεγάλος φόβος για τα δεινά του βίου, ακόμη και η δαιμονική απόγνωση; Δεν είναι απτά σημάδια αυτά της ολιγοπιστίας ή και της απιστίας μας ακόμη; Αλλά ο Χριστός μας επιμένει: είμαι ο φίλος Σας, λέει, είμαι ο Πατέρας και η Μάνα σας, είμαι το σπίτι σας, είμαι η τροφή σας, είμαι ο νυμφίος της ψυχής σας. Είμαι τα πάντα για εσάς. Σας αγαπώ περισσότερο κι από την αγάπη της μάνας προς το λατρευτό βλαστάρι της!

06 Απριλίου 2023

ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΟΔΕΧΤΟΥΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ

«Πρᾷοι τῇ ψυχῇ καί ταπεινοί τῇ γνώμῃ γενόμενοι χάριτι, ὑποδεξώμεθα πρᾷον τόν πάντων ἐρχόμενον Δεσπότην, τήν ἀλαζονείαν τοῦ πονηροῦ συντρίψαι» (ωδή η΄ Τριωδίου).

(Αφού γίνουμε με τη χάρη του Θεού πράοι κατά την ψυχή και ταπεινοί κατά τη γνώμη, ας υποδεχθούμε τον Κύριο όλων Χριστό που έρχεται πράος, προκειμένου να συντρίψει την αλαζονεία του πονηρού).

Στη Βαϊοφόρο, τη θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα δηλαδή, αναφέρεται ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ, προκειμένου  π ρ ώ τ ο ν, να τονίσει τον σκοπό του γεγονότος. Ο Κύριος έρχεται «πραΰς, καθήμενος επί πῶλον ὄνου» για να ολοκληρώσει το σχέδιο της θείας οικονομίας, τη συντριβή δηλαδή της αλαζονικής εξουσίας του πονηρού διαβόλου πάνω στις καρδιές των ανθρώπων, που θα πει τη συντριβή της αμαρτίας και του αποτελέσματός της, του θανάτου. Οι ημέρες πια είναι μετρημένες. Η κάθε ημέρα αποκτά τεράστιο βάρος και σημασία για σύνολη την ανθρωπότητα, απαρχής μέχρι συντελείας των αιώνων – ο κάθε άνθρωπος σ’ αυτές τις ημέρες προσβλέπει για τη σωτηρία του: την άμεση και προσωπική σχέση του με τον Θεό. Και το καταλαβαίνουμε αν σκεφτούμε πως ό,τι τραγικό συνέβη με την πτώση των προπατόρων μας στην αμαρτία λόγω της ανυπακοής τους στο θέλημα του Θεού, αυτό σβήστηκε και διαγράφηκε πάνω στον Σταυρό του Κυρίου - ένα μυστήριο που αντανακλά έκτοτε στην κάθε αμαρτία που επιτελούμε οι άνθρωποι διαχρονικά και όπου γης. Ένας από τους πιο δυνατούς ύμνους της Εκκλησίας μας, από την ακολουθία της τρίτης ώρας, σημειώνει την αλήθεια αυτή  κατά μοναδικό τρόπο: «Ὁ ἐν ἕκτῃ ἡμέρᾳ τε καί ὥρᾳ τῷ Σταυρῷ προσηλώσας τήν ἐν τῷ παραδείσῳ τολμηθεῖσαν τῷ Ἀδάμ ἁμαρτίαν, καί τῶν πταισμάτων ἡμῶν τό χειρόγραφον διάρρηξον, Χριστέ ὁ Θεός, καί σῶσον ἡμᾶς» (Χριστέ Θεέ μας, Συ που κάρφωσες πάνω στον Σταυρό, ημέρα Παρασκευή και δώδεκα το μεσημέρι, την αμαρτία που τόλμησε να επιτελέσει ο Αδάμ στον παράδεισο, σχίσε και το χειρόγραφο και των δικών μας πταισμάτων και αμαρτιών και σώσε μας).

Ο άγιος υμνογράφος όμως, δ ε ύ τ ε ρ ο ν, προβάλλει, πέραν του βασικού αυτού σκοπού της Βαϊοφόρου, και τη διαχρονικότητά της, όπως συμβαίνει και με όλα τα γεγονότα της επί γης πορείας του Κυρίου. Εννοούμε πως η ζωή του Κυρίου με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος πλατύνεται και αγκαλιάζει όλες τις διαστάσεις του χωροχρόνου. Είναι αυτό το σήμερον που λέει κάθε φορά η Εκκλησία όχι ως σχήμα λόγου αλλά ως μυστηριακή πραγματικότητα – ό,τι σημειώνουν οι θεολόγοι μας για τον λειτουργικό λεγόμενο χρόνο: κάθε γεγονός της θείας οικονομίας βιώνεται ως παρόν! Έτσι λοιπόν και με τη Βαϊοφόρο: καλούμαστε ως πιστοί να μετάσχουμε σ’ αυτήν, να είμαστε από τους ακολούθους και από εκείνους που με ανοιχτή την καρδιά υποδεχόμαστε τον Κύριο. Το αντικειμενικό ιστορικό γεγονός, όπως είπαμε, που γίνεται εν πνεύματι γεγονός της εκκλησιαστικής ζωής μας.

Και τι τονίζει ο άγιος υμνογράφος; Μπορούμε να υποδεχτούμε τον ερχόμενο πράο Χριστό, όταν κι εμείς με τη χάρη Εκείνου έχουμε αποδυθεί στον αγώνα πραότητας και ταπείνωσής Του. Με άλλα λόγια αποδέχεται και υποδέχεται ο πιστός τον Χριστό, όταν παλεύει να λειάνει τους εσωτερικούς του δρόμους για να τους βαδίσει χωρίς πρόσκομμα Εκείνος – ό,τι πολύ απλά αλλά και πολύ βαθιά σημείωνε ο όσιος Παΐσιος ο αγιορείτης, λέγοντας ότι με τον Χριστό είναι μόνον εκείνος που συγγενεύει μαζί Του. Υπάκουος λοιπόν ο Χριστός στον Θεό Πατέρα; Στον υπάκουο στο δικό Του θέλημα και στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία επιβλέπει με στοργή. Πράος και ταπεινός ο Ίδιος; Στον πράο και ταπεινό έρχεται με χαρά. Αγάπη άπειρη Εκείνος; Στον αγωνιζόμενο στην αγάπη βρίσκει «καταφυγή».

Δυο λόγια του αγίου Ιωσήφ που περικλείουν όμως τόσο βάθος θεολογίας και παράκλησης Κυρίου!