22 Απριλίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ)

 

«Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταί ἰδόντες τόν Κύριον» (Ιωάν. 20, 21)

Πρώτη Κυριακή μετά την Ανάσταση του Κυρίου – Αντίπασχα ονομαζόμενη – και όπως είναι γνωστό από σήμερα αρχίζει η ανακύκληση της εορτής του Πάσχα, ώστε αυτό να προσδιορίζει και όλη την εκκλησιαστική χρονιά: κάθε Κυριακή την Ανάσταση του Κυρίου εορτάζουμε. Τα περιστατικά του Ευαγγελικού αναγνώσματος ακολουθούν τη χρονολογική σειρά καταγραφής τους: ο φόβος των κεκλεισμένων λόγω των Ιουδαίων μαθητών, η εμφάνιση του Κυρίου και η χαρά αυτών από την Ανάστασή Του, η μετάδοση της ειρήνης του Κυρίου στους μαθητές και η εξουσία που τους δίδει για να συγχωρούν ή όχι τις αμαρτίες των ανθρώπων, η απιστία του Θωμά, η εμφάνιση και πάλι του Κυρίου παρόντος του Θωμά και η σωτήρια ομολογία αυτού, οι προτροπές του Κυρίου. Τα συναισθήματα των μαθητών ενώπιον του αναστημένου Χριστού είναι εκείνα που ιδιαιτέρως χρειάζεται να σχολιάσουμε: «εχάρησαν οι μαθηταί  ιδόντες τον Κύριον».

1. Δεν λέμε κάτι πρωτότυπο αν ισχυριστούμε ότι η χαρά αποτελεί την επιδίωξη του κάθε ανθρώπου επί της γης. Τη χαρά και την ευτυχία επιζητεί κάθε άνθρωπος σε ό,τι κι αν κάνει. Κι αυτό γιατί δημιουργήθηκε από τον Θεό προκειμένου να μετάσχει στη χαρά του ίδιου του Θεού. Η έλλειψη μάλιστα της χαράς, η θλίψη και η στενοχώρια συνιστούν διαχρονικά το τίμημα της ανυπακοής του ανθρώπου στο άγιο θέλημα του Θεού. «Θλίψις και στενοχωρία παντί τω εργαζομένω το κακόν», όπως σημειώνει ο απόστολος Παύλος. Ήδη από τα πρώτα κεφάλαια της Γενέσεως, του πρώτου βιβλίου της Παλαιάς Διαθήκης, ακούμε ότι ο Κάιν εξαιτίας του φόνου που έκανε στον αδελφό του Άβελ δέχεται την επέμβαση από τον Θεό: «Σκυθρώπιασες γιατί σκότωσες τον αδελφό σου. Κάνε το καλό και θα ξαναβρείς τη χαρά».

2. Δυστυχώς όμως και σήμερα οι άνθρωποι αναζητούμε τη χαρά εκεί που υπάρχει τις περισσότερες φορές η αμαρτία. Συνεχίζουμε δηλαδή να υπηρετούμε τα πάθη μας – τα σωματικά και τα ψυχικά - πιστεύοντας ότι έτσι θα έλθει η χαρά στη ζωή μας, σαν τον Κάιν που θέλησε να εκδικηθεί, σαν τον άφρονα πλούσιο της γνωστής παραβολής ο οποίος ευφραινόταν καθημερινά λαμπρώς εις βάρος όμως του πλησίον του, κι έτσι αποδεικνυόμαστε τυφλοί στο αυτονόητο: όπου υπάρχει αμαρτία εκεί δεν υπάρχει η αληθινή χαρά. Κι όχι μόνο δεν υπάρχει χαρά, αλλά αυξάνεται διαρκώς και η έλλειψή της, δηλαδή αυξάνεται διαρκώς η θλίψη και η μελαγχολία και ο πνιγμός της ψυχής -  καταστάσεις κυριολεκτικά κόλασης - γιατί συνεχίζουμε ασυνείδητα ή ενσυνείδητα να αμαρτάνουμε. Αυτό δεν συνιστά και την τραγωδία του ανθρώπου σε κάθε εποχή, όπως την είδε διορατικά και ο άγιος αββάς του Γεροντικού: να προσπαθεί να σηκώσει ανεπιτυχώς ένα φορτίο ξύλα κάποιος άνθρωπος και αντί να μειώσει το ασήκωτο γι’ αυτόν φορτίο, αυτός να προσθέτει και νέο φορτίο;

3. Η χαρά πράγματι υπάρχει, η αληθινή και βαθειά και αναφαίρετη, εκεί όμως που είναι η πηγή της: στον αληθινό Θεό. Ο Τριαδικός Θεός μας τον Οποίο φανέρωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός, Αυτός είναι η πηγή της αληθινής ευτυχίας και χαράς, γιατί Αυτός συνιστά το πλήρωμα της ζωής και της αγάπης. Για να χαρεί κανείς - ξανατονίζουμε: αληθινά και βαθειά και αναφαίρετα, δηλαδή στο βάθος του είναι μας, στην ίδια την καρδιά μας - πρέπει να υπερβεί ό,τι προκαλεί φόβο, δηλαδή τον ίδιο τον θάνατο, να βρεθεί κυριολεκτικά μέσα στην ίδια τη Ζωή, να λουστεί από τα κύματα της αγάπης που χαρακτηρίζει αυτήν τη Ζωή. Πού αλλού μπορεί κανείς να αναζητήσει αυτά πέραν του Κυρίου που πάτησε τον θάνατο και πρόσφερε την περίσσια ζωής που έχει ως Θεός; «Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσιν και περισσόν έχωσιν»!  Κι αυτή η ζωή είναι συνυφασμένη με την Αγάπη. Ζωή και Αγάπη συνυπάρχουν, κι αυτά τα δωρίζει μόνον Αυτός που τα έχει, καλύτερα: Αυτός που ε ί ν α ι  και τα δύο. Ο Κύριος είναι η Ζωή, ο Κύριος είναι η Αγάπη, γι’ αυτό και προσφέροντάς τα σ’ εκείνον που θα θελήσει να Τον πιστέψει και να συνδεθεί μαζί Του, του προσφέρει και την ειρήνη Του, «την πάντα νουν υπερέχουσαν», η οποία καθιστά την καρδιά του πιστού ανθρώπου έναν παράδεισο. Γι’ αυτό και αφενός οι μαθητές του Κυρίου χάρηκαν όταν Τον είδαν μέσα στη λάμψη της ζωής, αφετέρου Εκείνος τους έδωσε την ειρήνη Του. «Ειρήνη υμίν». Αληθινή χαρά λοιπόν σημαίνει ζωντανή πίστη στον Χριστό, βίωση της παρουσίας Του ως ζωής που κατανικά τον θάνατο, απόλαυση της ειρήνης Του που μεταγγίζεται στην ψυχή και στο σώμα του ανθρώπου, αίσθηση κατά συνέπεια της αγάπης Του η οποία γίνεται η κινητήρια δύναμη για να προσφερθεί ως αντίδωρο στους αδελφούς του Κυρίου, τους ανθρώπους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.

4. Κι αυτά είναι τα γνωρίσματα της αληθινής παρουσίας του Κυρίου, τα οποία κρίνουν και όλα εκείνα που μπορεί να αποπροσανατολίσουν τον άνθρωπο και να τον οδηγήσουν σε σύγχυση του νου και σε υποταγή στον διάβολο: εννοούμε τα όνειρα, τα οράματα, τα διάφορα θαύματα. Αν τα τελευταία αυτά δεν αυξάνουν την πίστη στον Χριστό, δεν φέρνουν την ειρήνη και τη χαρά Εκείνου, δεν δημιουργούν συνεπώς κλίμα αγάπης και ταπείνωσης, τότε δεν είναι εξ Αυτού. Δουλεύουν στον Πονηρό ο οποίος μετασχηματιζόμενος και «ως άγγελος φωτός» σπέρνει την ταραχή, τη σκοτεινιά του νου, την υπερηφάνεια. Γι’ αυτό και οι Πατέρες μας μάς λένε ότι με πολλή προσοχή πρέπει να αντιμετωπίζουμε πάντοτε τέτοιες καταστάσεις και να μη τις δίνουμε καμία σημασία. Γιατί όχι μόνο δεν είναι εκ Θεού και συνεπώς σωτήρια, αλλά οδηγούν στην καταστροφή.

Αν θέλουμε χαρά στη ζωή μας πρέπει να συνδεθούμε με τον Χριστό και Αυτόν να βλέπουμε αδιάκοπα. Η πίστη σ’ Αυτόν είναι η σωστή όρασή Του στη ζωή αυτή, όπως το βεβαίωσε ο Ίδιος: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες». Κι αυτό ασφαλώς σημαίνει επιμονή και υπομονή στη ζωή της Εκκλησίας που είναι το ζωντανό σώμα Εκείνου. Στην επιμονή και υπομονή αυτή διαπιστώνουμε ότι η χαρά υπάρχει ακόμη και μέσα στις θλίψεις και τις δοκιμασίες, αφού τίποτε δεν υπάρχει που μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού. Όσο ο πιστός ζει την αγάπη του Χριστού, τόσο και θα χαίρεται καρδιακά, προσδοκώντας βεβαίως την πληρότητα της υπέρ φύσιν αυτής χαράς που έρχεται από το μέλλον, από τον «και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης» Ιησού Χριστό και την ένδοξη Βασιλεία Του.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ)

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 20, 19-31)

Οὔσης οὖν ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ” αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ” ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ” αὐτῶν. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας·μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καί ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Τήν ἴδια ἐκείνη μέρα, δηλαδή τήν πρώτη μέρα μετά τό Σάββατο, ὅταν βράδιασε κι ἐνῶ οἱ μαθητές ἦταν συγκεντρωμένοι κάπου μέ κλειστές τίς πόρτες, ἐπειδή φοβοῦνταν τίς ἰουδαϊκές ἀρχές, ἦρθε ὁ Ἰησοῦς, στάθηκε στή μέση καί τούς λέει: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς». Κι ὅταν τό εἶπε αὐτό, τούς ἔδειξε τά χέρια καί τήν πλευρά του. Οἱ μαθητές χάρηκαν πού εἶδαν τόν Κύριο. Ὁ Ἰησοῦς τούς εἶπε πάλι: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς! Ὅπως ὁ Πατέρας ἔστειλε ἐμένα, ἔτσι στέλνω κι ἐγώ ἐσᾶς». Ἔπειτα ἀπό τά λόγια αὐτά, φύσηξε στά πρόσωπά τους καί τούς λέει: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο. Σέ ὅποιους συγχωρήσετε τίς ἁμαρτίες, θά τούς εἶναι συγχωρημένες· σέ ὅποιους τίς κρατήσετε ἀσυγχώρητες, θά κρατηθοῦν ἔτσι». Ὁ Θωμᾶς ὅμως, ἕνας ἀπό τούς δώδεκα μαθητές, πού λεγόταν Δίδυμος, δέν ἦταν μαζί τους ὅταν ἦρθε ὁ Ἰησοῦς. Τοῦ ἔλεγαν λοιπόν οἱ ἄλλοι μαθητές: «Εἴδαμε τόν Κύριο μέ τά μάτια μας». Αὐτός ὅμως τούς εἶπε: «Ἐγώ ἄν δέν δῶ στά χέρια τοῦ τά σημάδια ἀπό τά καρφιά, κι ἄν δέ βάλω τό δάχτυλό μου στά σημάδια ἀπό τά καρφιά, καί δέ βάλω τό χέρι μου στή λογχισμένη πλευρά του, δέ θά πιστέψω». Ὀχτώ μέρες ἀργότερα οἱ μαθητές ἦταν πάλι μέσα στό σπίτι, μαζί τους κι ὁ Θωμᾶς. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Ἰησοῦς, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦταν κλειστές, στάθηκε στή μέση καί εἶπε: «Εἰρήνη σ’ ἐσᾶς». Ἔπειτα λέει στό Θωμᾶ: «Φέρε ἐσύ τό δάχτυλό σου ἐδῶ καί δές τά χέρια μου, φέρε καί τό χέρι σου καί βάλ’ το στήν πλευρά μου. Μήν ἀμφιβάλλεις καί πίστεψε». Ὁ Θωμᾶς τότε τοῦ ἀποκρίθηκε: «Εἶσαι ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Τοῦ λέει τότε ὁ Ἰησοῦς: «Πείστηκες ἐπειδή μέ εἶδες μέ τά μάτια σου· μακάριοι ἐκεῖνοι πού πιστεύουν χωρίς νά μ’ ἔχουν δεῖ!» Ὁ Ἰησοῦς ἔκανε βέβαια καί πολλά ἄλλα θαύματα μπροστά στούς μαθητές του, πού δέν εἶναι γραμμένα σ’ αὐτό ἐδῶ τό βιβλίο. Αὐτά ὅμως γράφτηκαν γιά νά πιστέψετε πώς ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, καί πιστεύοντας νά ἔχετε δι’ αὐτοῦ τή ζωή.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ  (Ἁγίου Γεωργίου)

Πράξεων τῶν Ἀποστόλων (12,  1 – 11)

Κατ' ἐκεῖνον δὲ τὸν καιρὸν ἐπέβαλεν Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς τὰς χεῖρας κακῶσαί τινας τῶν ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας. Ἀνεῖλε δὲ Ἰάκωβον τὸν ἀδελφὸν Ἰωάννου μαχαίρᾳ. Καὶ ἰδὼν ὅτι ἀρεστόν ἐστι τοῖς Ἰουδαίοις, προσέθετο συλλαβεῖν καὶ Πέτρον· ἦσαν δὲ αἱ ἡμέραι τῶν ἀζύμων· ὃν καὶ πιάσας ἔθετο εἰς φυλακήν, παραδοὺς τέσσαρσι τετραδίοις στρατιωτῶν φυλάσσειν αὐτόν, βουλόμενος μετὰ τὸ πάσχα ἀναγαγεῖν αὐτὸν τῷ λαῷ. Ὁ μὲν οὖν Πέτρος ἐτηρεῖτο ἐν τῇ φυλακῇ· προσευχὴ δὲ ἦν ἐκτενῶς γινομένη ὑπὸ τῆς ἐκκλησίας πρὸς τὸν Θεὸν ὑπὲρ αὐτοῦ. Ὅτε δὲ ἤμελλεν αὐτὸν προάγειν ὁ Ἡρῴδης, τῇ νυκτὶ ἐκείνῃ ἦν ὁ Πέτρος κοιμώμενος μεταξὺ δύο στρατιωτῶν δεδεμένος ἁλύσεσι δυσί, φύλακές τε πρὸ τῆς θύρας ἐτήρουν τὴν φυλακήν. Καὶ ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου ἐπέστη καὶ φῶς ἔλαμψεν ἐν τῷ οἰκήματι· πατάξας δὲ τὴν πλευρὰν τοῦ Πέτρου ἤγειρεν αὐτὸν λέγων· Ἀνάστα ἐν τάχει· καὶ ἐξέπεσον αὐτοῦ αἱ ἁλύσεις ἐκ τῶν χειρῶν. Εἶπέ τε ὁ ἄγγελος πρὸς αὐτόν· Περίζωσαι καὶ ὑπόδησαι τὰ σανδάλιά σου. ἐποίησε δὲ οὕτω· καὶ λέγει αὐτῷ· Περιβαλοῦ τὸ ἱμάτιόν σου καὶ ἀκολούθει μοι. Καὶ ἐξελθὼν ἠκολούθει αὐτῷ, καὶ οὐκ ᾔδει ὅτι ἀληθές ἐστι τὸ γινόμενον διὰ τοῦ ἀγγέλου, ἐδόκει δὲ ὅραμα βλέπειν. Διελθόντες δὲ πρώτην φυλακὴν καὶ δευτέραν ἦλθον ἐπὶ τὴν πύλην τὴν σιδηρᾶν τὴν φέρουσαν εἰς τὴν πόλιν, ἥτις αὐτομάτη ἠνοίχθη αὐτοῖς, καὶ ἐξελθόντες προῆλθον ῥύμην μίαν, καὶ εὐθέως ἀπέστη ὁ ἄγγελος ἀπ' αὐτοῦ. Καὶ ὁ Πέτρος γενόμενος ἐν ἑαυτῷ εἶπε· Νῦν οἶδα ἀληθῶς ὅτι ἐξαπέστειλε Κύριος τὸν ἄγγελον αὐτοῦ καὶ ἐξείλετό με ἐκ χειρὸς Ἡρῴδου καὶ πάσης τῆς προσδοκίας τοῦ λαοῦ τῶν Ἰουδαίων.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκείνη τήν ἐποχή, ὁ βασιλιάς Ἡρώδης ἄρχισε τό διωγμό ἐναντίον μερικῶν μελῶν τῆς ἐκκλησίας. Πρῶτα ἀποκεφάλισε τόν Ἰάκωβο, τόν ἀδερφό τοῦ Ἰωάννη. Ὅταν εἶδε ὅτι αὐτό ἄρεσε στούς Ἰουδαίους, ἀποφάσισε στή συνέχεια νά συλλάβει καί τόν Πέτρο. Αὐτό ἔγινε τίς μέρες τοῦ Πάσχα. Τόν συνέλαβε, λοιπόν, καί τόν ἔριξε στή φυλακή, κι ἔβαλε νά τόν φυλᾶνε διαδοχικά τέσσερις ὁμάδες ἀπό τέσσερις στρατιῶτες στήν κάθε μιά, σκοπεύοντας νά τόν φέρει σέ δημόσια δίκη μετά τό Πάσχα. Ἐνῶ ὁ Πέτρος ἦταν στή φυλακή, ἡ ἐκκλησία προσευχόταν ἀδιάκοπα στό Θεό γι' αὐτόν. Τή νύχτα πού ὁ Ἡρώδης ἐπρόκειτο νά φέρει τόν Πέτρο, ἐκεῖνος κοιμόταν ἀνάμεσα σέ δυό στρατιῶτες, δεμένος μέ δυό ἁλυσίδες, καί δυό φύλακες μπροστά στήν πόρτα φύλαγαν σκοπιά. Ξαφνικά φανερώθηκε ἕνας ἄγγελος Κυρίου κι ἕνα φῶς ἔλαμψε στό κελί. Ὁ ἄγγελος ξύπνησε τόν Πέτρο σκουντώντας τον στό πλευρό καί τοῦ εἶπε: «Σήκω γρήγορα». Ἀμέσως ἔπεσαν οἱ ἁλυσίδες ἀπό τά χέρια του. Ὁ ἄγγελος συνέχισε: «Βάλε τή ζώνη σου καί τά σανδάλια σου». Ὁ Πέτρος τό ἔκανε. Ὕστερα τοῦ λέει ὁ ἄγγελος: «Βάλε τό ἱμάτιό σου κι ἀκολούθησέ με». Ὁ Πέτρος τόν ἀκολούθησε καί βγῆκε ἔξω. Δέν καταλάβαινε ὅτι συνέβαιναν πραγματικά αὐτά πού γίνονταν μέσω τοῦ ἀγγέλου, ἀλλά νόμισε ὅτι ἔβλεπε ὅραμα. Πέρασαν τήν πρώτη φρουρά καί τή δεύτερη κι ἔφτασαν στή σιδερένια πύλη πού βγάζει στήν πόλη. Ἡ πύλη ἄνοιξε ἀπό μόνη της, καί βγῆκαν ἔξω. Πέρασαν ἕνα στενό, κι ἀμέσως ὁ ἄγγελος ἐξαφανίστηκε. Τότε ὁ Πέτρος συνῆλθε καί εἶπε: «Τώρα κατάλαβα πραγματικά ὅτι ὁ Κύριος ἔστειλε τόν ἄγγελό του καί μέ γλίτωσε ἀπό τά χέρια τοῦ Ἡρώδη καί ἀπ' αὐτό πού οἱ Ἰουδαῖοι περίμεναν νά πάθω!»

21 Απριλίου 2023

ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ

 



ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ (ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ)

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ, ΤΗΣ ΖΩΗΦΟΡΟΥ ΠΗΓΗΣ. ΕΤΙ ΔΕ ΚΑΙ ΜΝΕΙΑΝ ΠΟΙΟΥΜΕΘΑ ΤΩΝ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΤΕΛΕΣΘΕΝΤΩΝ ΥΠΕΡΦΥΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ

«Ο ναός αυτός καταρχάς συστήθηκε από τον βασιλιά Λέοντα τον μεγάλο, ο οποίος έχει ονομαστεί και Μακέλλης. Ήταν καλός και επιεικέστατος άνθρωπος, λόγω της συγκαταβατικότητάς του, και πριν γίνει βασιλιάς, όταν ακόμη ήταν ιδιώτης, ευρισκόμενος κάπου εκεί που είναι ο ναός, βρήκε έναν  τυφλό άνδρα που παρέπαιε και τον καθοδηγούσε. Όταν λοιπόν πλησίασαν στον τόπο, καταλαμβάνεται ο τυφλός από πολύ μεγάλη δίψα και παρακαλούσε τον Λέοντα να του δώσει νερό. Αυτός  πράγματι μπήκε σε μία πυκνή συστάδα δένδρων και αναζητούσε νερό. Ο τόπος τότε ήταν κατάφυτος από διάφορα δένδρα. Επειδή λοιπόν δεν εύρισκε το νερό εκεί, επέστρεφε σκυθρωπός. Καθώς όμως γύριζε άκουσε από ψηλά φωνή να του λέει: «Λέων, δεν χρειάζεται να αγωνιάς. Το νερό είναι κοντά». Γύρισε λοιπόν πάλι πίσω ο Λέων και αναζητούσε. Κι αφού έψαξε πολύ, πάλι άκουσε την ίδια φωνή: «Λέων βασιλιά, μπές βαθύτερα στο σκεπαστό μέρος των δένδρων κι αφού πάρεις το θολό νερό  με τα χέρια σου, θεράπευσε τη δίψα του τυφλού. Χρίσε και τα τυφλά μάτια του και θα γνωρίσεις αμέσως ποια είμαι εγώ, που κατοικώ στον χώρο αυτό από παλιά». Έκανε λοιπόν όπως του είπε η φωνή και αμέσως ο τυφλός απέκτησε το φως του. Κατά την πρόρρηση μάλιστα της Θεομήτορος, όταν έγινε ο Λέων βασιλιάς, έκτισε τον ναό της Πηγής, όπως φαίνεται σήμερα.

Άρχισαν δε να γίνονται πάμπολλα θαύματα στον Ναό αυτό, οπότε μετά από αρκετά χρόνια ο Ιουστινιανός, ο μέγιστος αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, ο οποίος ταλαιπωρείτο από δυσουρία, βρήκε την ιατρεία του κι αυτός από εδώ, γι᾽αυτό εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του στη Μητέρα του Λόγου ανήγειρε μέγιστο ναό.  Ο ναός αυτός, επειδή έπαθε ρωγμές από διαφόρους σεισμούς, επιδιορθώθηκε από τον Βασίλειο τον Μακεδόνα και τον υιό του Λέοντα τον σοφό, επί της βασιλείας των οποίων η Πηγή ενήργησε πλείστα θαύματα. Θεραπεύτηκαν αποστήματα και δυσουρίες, μύρια πάθη καρκίνων, αιμόρροιες διάφορες βασιλισσών και άλλων γυναικών, διάφοροι πυρετοί και άλλες πληγές. Και στειρώσεις η Πηγή διέλυσε: Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος για παράδειγμα, που γεννήθηκε από τη βασίλισσα Ζωή, υπήρξε δώρημα της Πηγής αυτής. Και νεκρό ανέστησε η Πηγή: Ο άνθρωπος  ήταν από τη Θεσσαλία. Όταν κατέβαινε με πλοίο στην Πηγή, πέθανε καθ᾽οδόν. Πεθαίνοντας δε και πνέων τα λοίσθια παρήγγειλε στους ναύτες να τον οδηγήσουν προς τον Ναό της Πηγής, να χύσουν επάνω του τρεις κάδους από τον νερό που πήγαζε εκεί, και να τον θάψουν. Έγινε τούτο, οπότε ο νεκρός, όταν επιχύθηκε το νερό, σηκώθηκε πάνω υγιής.

Μετά από αρκετούς χρόνους, φάνηκε η Θεοτόκος και κράτησε τον μεγάλο αυτόν ναό που επρόκειτο να πέσει, έως ότου το πλήθος που είχε μαζευτεί να φύγει έξω. Το αγιασμένο αυτό νερό, όταν το ήπιανε, έδιωξε διαφόρους δαίμονες, ενώ απέλυσε και φυλακισμένους από τη φυλακή. Θεράπευσε και τη λιθίαση του βασιλιά Λέοντα του σοφού. Και τον πολύ μεγάλο πυρετό της γυναίκας του Θεοφανώς  τον έσβησε, τον δε αδελφόν του, τον πατριάρχη Στέφανο, τον απελευθέρωσε από διάθεση πυρετού που τον ταλαιπωρούσε. Έκανε καλά και την ακοή που μειωνόταν του πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη. Θεραπεύει σφοδρότατο πυρετό και του πατρικίου Ταρασίου και της μητέρας του Μαγιστρίσσης. Και πρόσφερε την ίαση του υιού του Στυλιανού από δυσουρίαση. Λύτρωσε και κάποια γυναίκα Σχίζαινα από δυσεντερία. Ο δε βασιλιάς Ρωμανός ο Λεκαπηνός, και τη λύση και τη δέση της γαστέρας του θεραπεύει με το νερό, το ίδιο και η γυναίκα του. Στη Χαλδία, τον μοναχό Πέπερη και τον μαθητή του τους θεραπεύει η Θεομήτωρ με την επίκλησή της. Το ίδιο και τον μοναχό Ματθαίο και τον Μελέτιο, που διαβλήθηκαν προς τον βασιλιά. Πατρικίους δε και Πρωτοσπαθαρίους, και άλλους μύριους που θεραπεύτηκαν  ποιος θα διηγηθεί; Έτυχε θεραπείας και στο ισχύο ο επί του θυμιάματος Στέφανος.

Και ποια γλώσσα μπορεί να διηγηθεί όσα το αγιασμένο αυτό νερό ενέργησε και ακόμη ενεργεί; Τα θαύματα, που και εμείς στους χρόνους μας τα είδαμε, υπερβαίνουν τις σταγόνες της βροχής και το πλήθος των άστρων και των φύλλων. Φαγέδαινα και γάγγραινα και διατρήσεις και θανάσιμες πληγές άλλες και άνθρακες και λέπρα και ακρωτηριασμούς κατά τρόπο υπερφυή θεράπευσε. Κι ακόμη, έκανε καλά και όγκους γυναικών και, το σπουδαιότερο, θεράπευσε τα πάθη της ψυχής. Και πληγές των οφθαλμών και λευκώματα θεράπευσε επίσης, όπως και το νόσημα της  υδρωπικίασης του Βαράγγου Ιωάννη και τις μεγάλες πληγές του άλλου Βαράγγου έκανε καλά. Έδωσε την ίαση επίσης σε δερματολογικό πρόβλημα του ιερομονάχου Μάρκου, όπως και στη μεγάλη δύσπνοια επί δεκαπέντε έτη και στη λιθίαση του μοναχού Μακαρίου. Και άλλα πλείστα θαύματα, που ο λόγος πια είναι αδύνατο και να αριθμήσει, έγιναν, γίνονται και δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσουν».

Υμνογράφος της ακολουθίας για τη Ζωοδόχο Πηγή της Θεοτόκου, για τον Ναό της Παναγίας με το σπουδαίο αγίασμά της στο Μπαλουκλί στην Κωνσταντινοπούπολη,  είναι ο άγιος Νικηφόρος Κάλλιστος ο Ξανθόπουλος. Ο άγιος δεν βρίσκει λόγια προκειμένου να οριοθετήσει έστω και λίγο αυτό που γίνεται στο αγίασμα τούτο επί εκατονταετίες, την πλημμύρα των ιάσεων, τις ευεργεσίες, τα άπειρα θαύματα. Επιστρατεύει λοιπόν εικόνες από τον φυσικό κόσμο και από την Αγία Γραφή για να δώσει τις σωστές αναλογίες:  ο Ναός εκεί της Θεοτόκου είναι ένας νοητός ωκεανός, κάτι που υπερβαίνει τον ίδιο τον Νείλο ποταμό από πλευράς προσφοράς χάρης Θεού, είναι μία δεύτερη κολυμβήθρα Σιλωάμ, είναι μία δεύτερη πέτρα που πηγάζει το ιαματικό ύδωρ, μία συνέχεια του Ιορδάνη ποταμού, ένα άλλο μάννα που καλύπτει τις ανάγκες αυτού που ζητάει τη σωτηρία. Πρόκειται για θεϊκό ύδωρ, για αμβροσία και νέκταρ (απόστιχα εσπερινού).

Και δεν πρόκειται βεβαίως μόνο για θαύματα που σχετίζονται με την ίαση των σωματικών ασθενειών των ανθρώπων. Το ιαματικό νερό της Θεοτόκου θεραπεύει και τα ψυχικά αρρωστήματα, τα πάθη των ανθρώπων, ώστε δι᾽αυτού ο άνθρωπος να βρίσκει τον Θεό και να γίνεται υγιής κατ᾽ άμφω, ψυχικά και σωματικά. Άλλωστε η προσφορά της χάρης του Θεού μέσω του ύδατος εκεί αποσκοπεί: στην αληθινή αποκατάσταση των ανθρώπων, δηλαδή στην ψυχική υγεία τους. Διότι τι νόημα έχει η σωματική υγεία μόνο, αν δεν συνοδεύεται και με την ψυχική της διάσταση; Μόνη της η σωματική υγεία πολλές φορές αποβαίνει καταστρεπτική για τον άνθρωπο, διότι τον σπρώχνει στην αύξηση των αμαρτιών του. Η Ζωοδόχος Πηγή λοιπόν θεράπευε διττώς τον άνθρωπο  «ρέοντας με τρόπο άφθονο σε όλους που έχουν ανάγκη την υγεία των ψυχών και την υγεία του σώματος, με το νερό της χάρης» (στιχηρό εσπερινού).  «Πόσο μεγάλα είναι τα μεγαλεία σου, Πηγή, που προσφέρεις σε όλους! Διότι όχι μόνο έδιωξες μακριά τις δύσκολες αρρώστιες από αυτούς που προσέρχονται σε Εσένα με πόθο, αλλά και ξεπλένεις τα πάθη των ψυχών» (Δοξαστικό εσπερινού). Γι᾽αυτό και επειδή «κάνει καλά τις ψυχές το νερό της Παρθένου, ας τρέξουμε στην Κόρη εμείς που ταλαιπωρούμαστε από τους ρύπους των παθών και ας τους ξεπλύνουμε» (αίνοι).

Αιτία βεβαίως για την πλημμύρα αυτής της χάρης του Θεού από το αγίασμα τούτο είναι, σε πρώτη φάση, κατά τον υμνογράφο, η ίδια η Παναγία μας. Αυτή λειτουργεί ως μάννα ουράνιο και Πηγή ένθεη του Παραδείσου, της οποίας η ροή  και η χάρη καλύπτει ολόκληρη τη γη. «Με πολύ προσφυή τρόπο σε ονομάζω, Δέσποινα, ουράνιο μάννα και ένθεη Πηγή του Παραδείσου. Διότι η ροή και η χάρη της Πηγής σου διέτρεξε και τα τέσσερα μέρη της γης, καλύπτοντάς τα κάθε φορά με τεράστια θαύματα» (στιχηρό εσπερινού). Και με μία εξαίσια εικόνα ο άγιος υμνογράφος δίνει το στίγμα της θεραπευτικής δύναμης της Πηγής: «Εσείς που ζητάτε την υγεία, τρέξτε προς την Πηγή. Διότι η Παρθένος Κόρη βρίσκεται μέσα στο Νερό» (ωδή θ´).

Θα αδικούσε όμως ο άγιος υμνογράφος και το αγίασμα, κυρίως όμως την ίδια την Παναγία μας, αν θεωρούσε ότι η βασική αιτία της προσφοράς της χάρης ήταν η Παναγία. Μάλλον θα αλλοίωνε τη θεολογία της Εκκλησίας μας και θα διέστρεφε τη σχετική διδασκαλία της περί των τρόπων προσφοράς της σωτηρίας στους ανθρώπους. Για τον υμνογράφο μας λοιπόν η Παναγία μας γίνεται το όργανο του Κυρίου, προκειμένου Αυτός με την αγάπη Του να προσφέρει την ψυχική και σωματική ίαση στους ανθρώπους. Ο Χριστός δηλαδή είναι Εκείνος που ιάται τους ανθρώπους – χωρίς καμμία μάλιστα διάκριση, αφού «σε όλους τους πιστούς προσφέρει την ίαση, είτε είναι βασιλείς είτε απλοί πολίτες και φτωχοί, άρχοντες, πτωχοί, πλούσιοι» (ωδή γ´) -  η δε Παναγία Μητέρα Του γίνεται το αγιασμένο όργανό Του, μέσα από τη συγκεκριμένη Πηγή. «Παράξενα και παράδοξα ο Δεσπότης των Ουρανών τέλεσε πάνω σου καταρχάς, Πανάμωμε. Διότι Εκείνος με φανερό τρόπο έσταξε, σαν βροχή, στη μήτρα σου, Θεόνυμφε, αναδεικνύοντάς σε Πηγή, που παρέχει κάθε αγαθό» (στιχηρό εσπερινού). «Με εξαίσιους ύμνους, πιστοί, ας υμνήσουμε την επουράνια νεφέλη, η οποία έβρεξε την ουράνια σταγόνα στη γη αρρεύστως, δηλαδή τον ζωοδότη Χριστό» (απόστιχο εσπερινού). «Χαίρε, Μαρία, χαίρε. Διότι ο δημιουργός των όλων κατέβηκε σαφώς σαν σταγόνα πάνω σου, και σε ανέδειξε, Θεόνυμφε, αθάνατη Πηγή» (ωδή α´).

20 Απριλίου 2023

ΠΕΜΠΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

«Κύριε, ἐσφραγισμένου τοῦ τάφου ὑπό τῶν παρανόμων, προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος, καθώς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου∙ οὐκ ἔγνωσαν πῶς ἐσαρκώθης, οἱ ἀσώματοί σου Ἄγγελοι∙ οὐκ ἤσθοντο πότε ἀνέστης, οἱ φυλάσσοντές σε στρατιῶται∙ ἀμφότερα γάρ ἐσφράγισται τοῖς ἐρευνῶσι∙ πεφανέρωται δέ τά θαύματα, τοῖς προσκυνοῦσιν ἐν πίστει τό μυστήριον∙ ὅ ἀνυμνοῦσιν, ἀπόδος ἡμῖν ἀγαλλίασιν, καί τό μέγα ἔλεος» (Στιχηρόν ἀναστασίμων αἴνων, ἦχος πλ. α΄).

(Κύριε, ἐνῶ ἦταν σφραγισμένος ὁ τάφος ἀπό τούς παράνομους, βγῆκες ἔξω ἀπό τό μνῆμα, ὅπως γεννήθηκες ἀπό τή Θεοτόκο. Δεν γνώρισαν πῶς σαρκώθηκες οἱ ἀσώματοί σου Ἄγγελοι. Δέν πῆραν εἴδηση πότε ἀναστήθηκες οἱ στρατιῶτες πού σέ φύλαγαν. Διότι καί τά δύο αὐτά εἶναι σφραγισμένα γι’ αὐτούς πού τά ἐρευνοῦν (μέ τή λογική τους). Ἔχουν ὅμως φανερωθεῖ τά θαύματα σ’ αὐτούς πού προσκυνοῦν μέ πίστη τό μυστήριο. Δῶσε (καί) σ’ ἐμᾶς πού ὑμνολογοῦμε τό μυστήριο αὐτό ἀγαλλίαση καί τό μέγα ἔλεος). 

Θέτει σέ εὐθεῖα γραμμή ὁ ἄγιος ὑμνογράφος τό μυστήριο τῆς γέννησης τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί τό μυστήριο τῆς ἐξόδου Του ἀπό τό μνῆμα στό ὁποῖο εἶχε ταφεῖ. Κανείς ἄνθρωπος, ἀλλ΄ οὔτε καί ἄγγελοι δέν ἦσαν γνῶστες τῶν βουλῶν τοῦ Θεοῦ στά προκείμενα γεγονότα∙ καί ἡ ὑπερφυής Γέννηση τοῦ Κυρίου καί ἡ Ἀνάστασή Του παρέμεναν κλεισμένα γιά ὅλη τήν Κτίση, γιατί ἐκεῖ εἴχαμε ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ - βρισκόμαστε μπρός στό μυστήριο τῆς παντοδύναμης παρουσίας Του. Κι αὐτό ὄχι μόνον βεβαίως τότε πού ἦλθε ὁ Κύριος∙ καί μετέπειτα καί ὅσο θά ὑπάρχει κόσμος καί δημιουργία μέ τή μορφή πού ξέρουμε, τά σωτηριώδη αὐτά γεγονότα θά παραμένουν ἑρμητικά κλειστά γιά κάθε λογικό ὄν πού νομίζει ὅτι μπορεῖ νά ἐρευνήσει μέ τίς δικές του δυνάμεις τή δράση τοῦ Θεοῦ - ἀκόμη καί γιά τούς ἀγγέλους! Ποτέ μέ ἄλλα λόγια κτιστή λογική φύση, ὅσο προικισμένη κι ἄν εἶναι, δέν μπορεῖ νά εἰσέλθει στά ἄδυτα τῆς σκέψης τοῦ Θεοῦ. Αὐτά συνιστοῦν προσόν μόνον τῶν τριῶν θείων ὑποστάσεων, πού σημαίνει ὅτι ὁ Θεός κρατάει «μυστικά» ἀκόμη καί ἀπό τούς ἁγίους Του ἀγγέλους.  Τό ὁμολογεῖ μέ ἀπόλυτο δέος ὁ ἀπόστολος Παῦλος σέ κάποιο σημεῖο τῶν ἐπιστολῶν του, ἐπαναλαμβάνοντας στήν οὐσία τόν προφητικό λόγο: «τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» 

Ἀλλ’ ἄν ὄντως οἱ βουλές τοῦ Θεοῦ ἀνήκουν μόνον σ’ Αὐτόν καί τό μυστήριο τῆς ἐνέργειάς Του εἶναι κλεισμένο γιά ὅλα τά λογικά ὄντα στίς ἐρευνητικές τους προσπάθειες, ὑπάρχει «κάτι» πού ἀνοίγει καί ἀποκαλύπτει τό μυστήριο∙ γιατί εἶναι αὐτό πού «συγκινεῖ» τόν Κύριο καί Τόν συντονίζει μέ τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Κι αὐτό τό κάτι εἶναι ἡ πίστη τους σ’ Ἐκεῖνον.  Ἡ πίστη ὄχι ὡς ἁπλή παραδοχή τῆς ὕπαρξής Του – αὐτό τό ἔχουν καί οἱ δαίμονες! - ἀλλά ἡ πίστη ὡς κίνηση ἐμπιστοσύνης πρός Αὐτόν καί τίς ἐνέργειές Του, ἔστω κι ἄν φαίνονται ὅτι καταλύουν αὐτές τή λογική καί τίς αἰσθήσεις στήν «κανονική» λειτουργία τους∙ ἡ πίστη στήν ὁποία μᾶς καλεῖ πάντοτε ἡ Ἐκκλησία μας μέ τό «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα». «Πεφανέρωται δέ τά θαύματα τοῖς προσκυνοῦσιν ἐν πίστει τό μυστήριον». Γι’ αὐτό καί μπορεῖ νά ὑπάρχουν ἄνθρωποι μέ ἐξαιρετικά μεγάλο νοητικό πηλίκο, μέ τρομερές γνώσεις καί δυνατότητες, κι ὅμως νά μήν κατανοοῦν τίποτε ἀπό τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ - τά πάντα τά ὑποτάσσουν στίς δικές τους ἱκανότητες. Κι ὑπάρχουν ἄλλοι, ἁπλοί ἐντελῶς ἄνθρωποι, ἄντρες καί γυναῖκες καί παιδιά, πού ἡ καρδιά τους λειτουργεῖ μέ τήν ἁπλότητα πού ζητάει ὁ Θεός, ἔχουν δηλαδή τήν ἐμπιστοσύνη ἑνός παιδιοῦ πρός τήν αὐθεντία τοῦ πατέρα του, ὁπότε σ’ αὐτούς Ἐκεῖνος ἀποκαλύπτεται καί φανερώνει τά μυστήριά Του. «Ἐξομολογοῦμαί σοι, πάτερ, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς, ὅτι ἀπέκρυψας ταῦτα ἀπό σοφῶν καί συνετῶν, καί ἀπεκάλυψας αὐτά νηπίοις». Καί λίγο παρακάτω: «Οὐδείς ἐπιγινώσκει τόν υἱόν εἰ μή ὁ πατήρ, οὐδέ τόν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μή ὁ υἱός καί ᾧ ἐάν βούληται ὁ υἱός ἀποκαλύψαι». Αὐτήν τήν πίστη, λέει ὁ ὑμνογράφος, ἔχουμε κι ἐμεῖς οἱ πιστοί πού ἀνυμνοῦμε τό μυστήριο, γι’ αὐτό καί παρακαλεῖ καί περιμένει νά δώσει ὁ Κύριος ὅ,τι ἐπακολουθεῖ στήν πίστη αὐτή: ἡ χαρά καί ἡ ἀγαλλίαση καί τό μέγα ἔλεος Ἐκείνου.

19 Απριλίου 2023

ΑΝΑΣΤΗΤΩ Ο ΘΕΟΣ...




 

ΤΕΤΑΡΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

«Τόν ζωοποιόν σου Σταυρόν, ἀπαύστως προσκυνοῦντες Χριστέ ὁ Θεός, τήν τριήμερόν σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν∙ δι’ αὐτῆς γάρ ἀνεκαίνισας, τήν καταφθαρεῖσαν τῶν ἀνθρώπων φύσιν παντοδύναμε, καί τήν εἰς οὐρανούς ἄνοδον καθυπέδειξας ἡμῖν, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος» (Στιχηρόν ἀναστάσιμον, ἦχος δ΄).

(Προσκυνώντας ἀδιάκοπα, Χριστέ Θεέ μας, τόν Σταυρό Σου πού ἔφερε τή ζωή, δοξάζουμε τήν τριήμερη Ἀνάστασή Σου. Διότι μέ αὐτήν, παντοδύναμε, ἀνακαίνισες τήν ἀνθρώπινη φύση πού εἶχε καταφθαρεῖ (ἀπό τήν ἁμαρτία) καί μᾶς ὑπέδειξες τήν ἄνοδο στούς οὐρανούς, ὡς μόνος ἀγαθός καί φιλάνθρωπος).

Τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μᾶς καλεῖ ὁ ἄγιος ὑμνογράφος νά δοξολογήσουμε. Γιατί ἦταν αὐτή πού ἔδωσε καινούργια ζωή στήν ἀνθρώπινη φύση πού εἶχε τραυματιστεῖ καί διαφθαρεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν Πονηρό διάβολο. Ἡ ἐπιλογή τῆς ἁμαρτίας δυστυχῶς ἀπό τούς πρωτοπλάστους ἦταν ἐπιλογή θανάτου. Νομίζοντας ὅτι ἀποκτοῦν τήν αἰώνια ζωή, κατά τήν ἀπατηλή ὑπόδειξη τοῦ Διαβόλου ὄφεως, εἶδαν μέ τρόμο ὅτι στράφηκαν κατά τοῦ ἑαυτοῦ τους, τραυματίστηκαν ἀνεπανόρθωτα, εἰσῆλθαν στό σκοτεινό τοῦνελ τῆς φθορᾶς καί τῆς κόλασης. Ἡ ζωή τους ἔκτοτε ὑπῆρξε πράγματι ὀδύνη καί στεναγμός, περιέπεσαν σέ κοιλάδα πένθους καί δακρύων. Ἡ μόνη ἐλπίδα τους ἦταν ἡ παρήγορη φωνή τοῦ Δημιουργοῦ ὅτι στό μέλλον κάποιος ἀπόγονος τῆς γυναίκας θά συνέτριβε τόν διάβολο καί θά τούς ἀποκαθιστοῦσε στήν πρωτινή τους κατάσταση κι ἀκόμη περισσότερο. Κι αὐτό βεβαίως ἔγινε μέ τήν ἐμφάνιση τῆς κόρης τῆς Ναζαρέτ, Μαριάμ, ἡ ὁποία γέννησε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί τῆς δικῆς της συνέργειας τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπο. Ὁ Χριστός πιά, ὁ δεύτερος Ἀδάμ, προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση καί τήν ἕνωσε μέ τή Θεότητά Του, ὁπότε ἐν Χριστῷ ὁ ἄνθρωπος λυτρώθηκε – εἶδε καί πάλι Θεοῦ πρόσωπο. Ὅποιος πιά εἶναι ἑνωμένος μέ τόν Χριστό, μέσα στό ζωντανό σῶμα Του τήν Ἐκκλησία, αὐτός καί ζεῖ μία νέα ζωή, πέρα ἀπό τήν ἀναγκαστική ροπή τῆς ἁμαρτίας, ζεῖ ἀπό τώρα τήν αἰώνια ζωή, δηλαδή τή ζωή τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀγάπη πρός τόν Θεό, τόν συνάνθρωπο, ὅλη τή Δημιουργία. «Εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις» πού λέει καί ὁ ἀπόστολος. «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα», κατά τή βεβαίωση τοῦ Ἴδιου. Ὁ πιστός στόν Χριστό ἄνθρωπος πιά βρίσκεται στόν δρόμο πρός τόν Οὐρανό, καλύτερα ζεῖ ἀπό τώρα τόν Οὐρανό, γιατί βαδίζει πάνω στόν ἴδιο τόν Οὐρανό, τήν Ὁδό πού εἶναι ὁ Χριστός. 

Ἡ δοξολογία γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου πού ἄλλαξε τά δεδομένα τοῦ κόσμου ὅμως, μᾶς τονίζει ὁ ἅγιος ὑμνογράφος, λειτουργεῖ παράλληλα μέ τόν Σταυρό Του. Ἡ Ἀνάσταση δέν θά ἐρχόταν, ἄν δέν προηγεῖτο ὁ Σταυρός. Κι ὁ Σταυρός δέν θά ὑπῆρχε, ἄν δέν ἐρχόταν ἡ Ἀνάσταση. Σταυρός καί Ἀνάσταση πάντοτε συνθεωροῦνται καί προσφέρονται ὡς μία διπλή ἐν μονάδι πραγματικότητα. Οὔτε μόνον ὀδύνη, ἀλλ’ οὔτε μόνο χαρά. Ἡ ὀδύνη μέσα στή χαρά καί ἡ χαρά μέσα στήν ὀδύνη. Κι αὐτό σημαίνει ὅτι ὅποιος θέλει νά τονίσει τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου ὑπέρ τό δέον, ὑποβαθμίζοντας δηλαδή τήν Ἀνάσταση, κινεῖται, ὅπως ἔχει ἐπισημανθεῖ, σέ ἐπίπεδο πολιτικῆς∙ ὅποιος θέλει νά τονίσει τήν Ἀνάσταση εἰς βάρος τοῦ Σταυροῦ, αὐτός στήν πραγματικότητα κινεῖται σέ ἐπίπεδο οὐτοπίας. Γι’ αὐτό καί ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, ἡ ὁποία προβάλλει τήν Ἀνάσταση τόσο ἔντονα, εἶναι αὐτή πού ἐξίσου τονίζει καί τόν Σταυρό. Ἄλλωστε ὅλη ἡ ἱστορία της εἶναι μία δοξολογική ἱστορία, μία ἱστορία θριάμβου, γιατί ἀκριβῶς εἶναι μία ἱστορία μαρτυρίου. Ὅπως ἡ δόξα τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ Σταυρός – «νῦν ἐδοξάσθη ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου», σημειώνει ὁ Ἰωάννης ὁ εὐαγγελιστής ἀναφερόμενος στή Σταυρική του θυσία - ἔτσι καί ἡ δόξα τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας εἶναι τό μαρτύριο τῶν ἁγίων της, μαρτύριο καί αἵματος μά καί συνειδήσεως ὡς ἀγώνα τηρήσεως τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Κυρίου. Εἶναι ὁ δρόμος πού πρόβαλε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος γιά ὅλους ἀνά τούς αἰῶνες πιστούς καί μαθητές Του: «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι». Ἡ ἀκολουθία τοῦ Χριστοῦ ἐκβάλλει πάντοτε στήν Ἀνάσταση, ἀφοῦ προηγουμένως ὅμως ἔχει ὑπάρξει ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ὡς ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ, δηλαδή ὡς βίωση τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Καί σ’ αὐτήν τήν πορεία δέν ὑπάρχουν διαλείμματα. «Ἀπαύστως προσκυνοῦντες τόν Σταυρόν» σημειώνει ὁ ὑμνογράφος, δηλαδή παντοτινά, χωρίς σταματημό. Ἄρα χωρίς σταματημό εἶναι καί ἡ βίωση τῆς Ἀνάστασης. Ὁ σταυρός τοῦ πιστοῦ μέ ἄλλα λόγια κατανοεῖται ὡς μετοχή τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, κι αὐτόν τόν σταυρό τόν δικό μας ἔτσι, τόν προσκυνᾶμε - ἀποδεχόμαστε ἐν πίστει καί ἀγάπῃ τά ὅποια «πάθια» μας - ὄχι γιατί εἴμαστε «μαζοχιστές», ἀλλά γιατί αὐτός φέρνει τή δυναμική τῆς ἀνάστασης ὡς χαρᾶς στή ζωή μας καί μᾶς κάνει νά ζοῦμε ἀπό τώρα τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.