31 Μαΐου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΕΡΜΕΙΑΣ

 

«Ο άγιος Ερμείας ζούσε επί του βασιλιά Αντωνίνου, στην πόλη των Κομάνων και ήταν στρατιωτικός. Ήταν προχωρημένης ηλικίας και είχε άσπρα μαλλιά. Συνελήφθη επειδή ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και οδηγήθηκε στον άρχοντα Σεβαστιανό, με αποτέλεσμα να δώσει αυτός διαταγή να του σπάσουν πρώτα τα σαγόνια, να του αφαιρέσουν το δέρμα του προσώπου και να του ξεριζώσουν τα δόντια. Έπειτα άναψαν καμίνι και τον έριξαν μέσα. Παρέμεινε όμως αβλαβής από τη φωτιά, οπότε δόθηκε διαταγή να τον σκοτώσουν με δηλητηριώδη φάρμακα. Ήπιε τα φάρμακα κι όταν παρέμεινε και από αυτά αβλαβής, έλκυσε προς την πίστη του Χριστού αυτόν που του τα έδωσε. Επειδή αυτός ομολόγησε τον Χριστό ως Θεό, του κόψανε το κεφάλι. Τότε του αγίου του έβγαλαν τα νεύρα του σώματος και τον έριξαν σε πυρωμένο λέβητα, στη συνέχεια του τρύπησαν τους οφθαλμούς και σε τρεις ημέρες τον κρέμασαν με το κεφάλι κάτω. Και έτσι αφού του έκοψαν τον αυχένα, εξεδήμησε προς τον Κύριο».

       Τη γενναιότητα και την ανδρεία είναι φυσικό να την βλέπει κανείς στους νέους ανθρώπους. Να την βλέπει όμως σε μεγάλους και προχωρημένης ηλικίας ανθρώπους είναι πράγμα θαυμαστό και παράδοξο. Διότι ο μεγάλος άνθρωπος, βλέποντας τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, νιώθει περισσότερο ανασφαλής και αναζητεί συνήθως κάλυψη και ασφάλεια. Ο φόβος έτσι γίνεται στοιχείο της ζωής του ηλικιωμένου που αυξάνεται με την πρόοδο της ηλικίας. Τα παραπάνω βεβαίως ισχύουν εκεί που δεν λειτουργεί η μεγάλη πίστη στον Χριστό. Ή μάλλον ισχύουν, αλλά καταπολεμούνται και υπερβαίνονται από την πίστη του Χριστού. Διότι αυτό είναι το χαρακτηριστικό της χριστιανικής πίστεως: η ενδυνάμωση της καρδιάς του ανθρώπου και η εξάλειψη του κάθε φόβου. Η παρουσία του Χριστού στη ζωή του ανθρώπου, όποιας ηλικίας, συνοδεύεται πάντοτε με την προτροπή: "Μη φοβού, μόνον πίστευε". Γι' αυτό και ο απόστολος Παύλος σημειώνει ότι "ουκ έδωκεν ημίν ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού". Και μία τέτοια μεγάλη πίστη, χαρισματική πίστη που κατακρήμνισε όλες τις θεωρούμενες σταθερές, ήταν και η πίστη του αγίου μάρτυρα Ερμεία. Προχωρημένης ηλικίας ο άγιος "και λευκήν έχων την τρίχα τω χρόνω" κατά το συναξάρι. Κι όμως! Το φρόνημά του ήταν τόσο ανδρείο, η γενναιότητά του τόσο εκτυφλωτική, που οι νέοι άνθρωποι κάθε εποχής μπροστά του ωχριούν και υποστέλλονται. Πολύ περισσότερο ισχύουν γι' αυτόν - όπως και για τους άλλους μεγάλης ηλικίας άγιους μάρτυρες της πίστεως, σαν τον άγιο Πολύκαρπο, σαν τον άγιο Χαράλαμπο για παράδειγμα, ή και για τις μικρές κοπέλες χριστιανές μάρτυρες - τα λόγια που είχε πει σπουδαίος άνδρας, όταν γνώρισε την ηρωίδα του '21 Μπουμπουλίνα και είχε θαυμάσει την τόλμη και τη γενναιότητά της, παρόλη τη γυναικεία φύση της: "Μπροστά της οι ανδρείοι έκλιναν την κεφαλή, ενώ οι δειλοί φοβούνταν".

       Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος επισημαίνει επανειλημμένως την πραγματικότητα αυτή. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη το πρώτο στιχηρό του εσπερινού, ο πρώτος ύμνος δηλαδή για τον μάρτυρα Ερμεία, αναφέρεται ακριβώς σ' αυτό: "Η ακαταμάχητη χάρη του Χριστού που σε δυνάμωνε, μάρτυς, δείχνει σε όλους τη δύναμή Του μέσα από την ασθένεια της φύσης σου. Γι' αυτό και σε θνητό σώμα σε ενίσχυσε να καταπαλέψεις τον άσαρκο διάβολο με δύναμη και να πάρεις τη νίκη". "Ενισχυόμενος, πάνσοφε, από τη δύναμη του θείου Πνεύματος, ταπείνωσες με χαρά τον δυνατό στην κακία δράκοντα"  (ωδή γ΄). Ακόμη και στην ρίψη του αγίου μέσα στο καμίνι της φωτιάς, κι εκεί φαίνεται να εισέρχεται απτόητος, θυμίζοντας τους τρεις παίδας εν τη καμίνω. "Μπήκες χωρίς κανένα φόβο στην πυρακτωμένη κάμινο, ένδοξε, κι όπως οι τρεις παίδες διέμεινες ακατάφλεκτος με τη δύναμη του Θεού" (ωδή δ΄). Η νεανική ανδρεία του τον έκανε να κραυγάζει την αφοβία του και να ομολογεί την πίστη του στον αληθινό Θεό: "Δεν φοβάμαι κάθε αύξηση των βασάνων που μου γίνεται, ούτε προσφέρω κανένα σεβασμό στους ανύπαρκτους θεούς, έκραζες, παμμακάριστε. Έναν μόνον σέβομαι, τον Ιησού τον Κύριο, ο Οποίος σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου" (ωδή η΄).

       Ο άγιος Ιωσήφ βεβαίως δεν είναι δυνατόν να μην επισημάνει την αιτία της μεγάλης αυτής πίστης του αγίου Ερμεία και της τρομερής γενναιότητας της καρδιάς του. Κι αυτή δεν είναι άλλη από την θερμή αγάπη του προς τον Κύριο. Κινητήρια δύναμη, ποιητικό αίτιο της αταλάντευτης θέλησής του, ώστε να υπομείνει όλα τα φοβερά κολαστήρια μέχρι τελικής πτώσης του, παρόλη την ηλικία του, ήταν η πλήρωση της καρδιάς του από τη φλόγα της αγάπης του Χριστού και η διαρκής επομένως ενατένισή του προς Αυτόν. "Γέμισες από το πυρ της αγάπης του Χριστού και έγινες πραγματικά σαν δίστομη μάχαιρα" (ωδή ς΄). "Ατενίζοντας στον Θεό, ο Οποίος μπορεί να προσφέρει τη σωτηρία, υπέμεινες γενναία τους πόνους του σώματος, Ερμεία, με προσηλωμένο νου" (ωδή ζ΄). Τελικά, το μόνο που μετράει στη ζωή αυτή δεν είναι ούτε η ηλικία ούτε βεβαίως οτιδήποτε άλλο επίγειο προσόν, πέραν του φρονήματος της ίδιας της καρδιάς. Και καρδιά που αντέχει και τον ίδιο τον θάνατο, με επίγνωση και με νόημα, είναι η καρδιά του χριστιανού, η καρδιά δηλαδή που είναι γεμάτη από την πίστη και την αγάπη του Χριστού και του ανθρώπου.

30 Μαΐου 2023

Ο ΓΗΡΑΛΕΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΘΗΚΕ!

«Γηράσαντα, Κύριε, κόσμον πολλοῖς ἁμαρτήμασι, καινίσας τῷ πάθει Σου καί τῇ ἐγέρσει Σου, ἀνελήλυθας ὀχούμενος νεφέλῃ, πρός τά ἐπουράνια˙ δόξα τῇ δόξῃ Σου» (ωδή α΄εορτής Αναλήψεως).

(Αφού ανακαίνισες με το Πάθος Σου και την Ανάστασή Σου, Κύριε, τον κόσμο που είχε γεράσει από τις πολλές αμαρτίες, ανήλθες προς τα επουράνια εποχούμενος πάνω σε νεφέλη. Δόξα στη δόξα Σου).

Ο άγιος Ιωσήφ ο Θεσσαλονίκης, ο υμνογράφος του δεύτερου κανόνα της μεγάλης Δεσποτικής εορτής της Αναλήψεως του Κυρίου, νιώθει την ανάγκη να δοξολογήσει τη δόξα του Κυρίου. Και δικαιολογημένα: κάθε τι που είναι του Θεού, ιδίως το δοξαστικό απολυτρωτικό έργο Του, είναι αντικείμενο έρωτα και αγάπης προς Εκείνον - το να δοξολογείς τη δόξα του Θεού σημαίνει να είσαι σε εκστατική πορεία θείου έρωτα, δίνοντας την καρδιά σου σ’ Εκείνον που σε αγάπησε «μέχρι τέλους». Και η πρόκληση έρχεται από τον αναλαμβανόμενο Κύριο επί «νεφέλης», ο  Οποίος πηγαίνει «ὅπου ἦν τό πρότερον», εκεί από όπου ποτέ δεν έφυγε ως Θεός, στα δεξιά του Πατέρα δηλαδή, μαζί όμως πια με την ανθρώπινη φύση Του. Αυτό είναι το μέγιστο μυστήριο για το οποίο μένουν έκπληκτοι και όλοι οι άγγελοι και οι λοιπές επουράνιες δυνάμεις: ο ερχομός του Κυρίου στον κόσμο δεν ήταν μία απλή παρένθεση στη ζωή Του, όπως τα ευρήματα φαντασίας των αρχαίων ποιητών που έβαζαν τους «θεούς» να εισέρχονται στην ανθρώπινη ζωή και να επανέρχονται μετέπειτα στην «κανονικότητά» τους. Η «κανονικότητα» του Κυρίου Ιησού Χριστού είναι μετά την ενσάρκωσή Του να κρατάει διαπαντός και την ανθρώπινη φύση Του, ενωμένη με τη θεότητά Του στη μία Του θεϊκή προσωπικότητα και υπόσταση.

Ο Κύριος λοιπόν αναλαμβάνεται «μετά σαρκός», «σύσσωμος», (εκπληρώνοντας την προτύπωση (προφητεία χωρίς λόγια) της Αναλήψεώς Του με την ανάληψη του προφήτη Ηλία – είναι πολύ ωραίο το τροπάριο από την ε΄ ωδή του ίδιου κανόνα που αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτό: «ανερχόταν στους ουρανούς πάνω σε άρμα ο Ηλίας, ζωοδότα Κύριε, εξεικονίζοντας την θεία Σου ανάληψη»), έχοντας εκπληρώσει το έργο Του: την ανακαίνιση του κόσμου, που πραγματοποιήθηκε με όλη τη ζωή Του, κυρίως όμως με το Πάθος και την Ανάστασή Του. Και η ανακαίνιση που έφερε προϋπέθετε ακριβώς έναν κόσμο φθοράς και γήρατος. Γιατί σ’ αυτό οδηγεί πάντοτε η αμαρτία τον άνθρωπο, απαρχής της πτώσεώς του και όσο θα υπάρχει αυτός ο κόσμος με τη σημερινή του μορφή˙ στη γήρανση. Παλεύει ο άνθρωπος της κάθε εποχής, ιδίως σήμερα με τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα, να διακρατηθεί διαπαντός «νέος» - στο σώμα του εξαντλεί όλη την ύπαρξή του. Και προβαίνει σε επεμβάσεις πλαστικές του σώματος, σε αλλαγές αισθητικές, προκειμένου να διατηρήσει το σώμα του ει δυνατόν «άφθαρτο» και παντοτινά «ακμαίο»! Πόση ουτοπία όμως! Και πόση ολιγοπιστία λόγω του υποκρυπτόμενου φόβου θανάτου! Γιατί το σώμα του ενδεχομένως μπορεί να τα καταφέρει να το κάνει να φαίνεται νέο. Η ψυχή όμως και το πνεύμα του; Αυτά πώς μπορούν να διατηρηθούν σε νεότητα;

Ο άγιος υμνογράφος λοιπόν το υπενθυμίζει: η αιωνία νεότητα ήδη είναι γεγονός. Δεν χρειάζονται πλαστικές και αισθητικές επεμβάσεις για να αποκτηθεί από τον άνθρωπο. Κι αυτό γιατί ήρθε ο Χριστός στον κόσμο και τον ανακαίνισε από τα γηρατειά του, προσλαμβάνοντάς τον μέσα στη δική Του αιώνια ύπαρξη. Κάθε άνθρωπος που θα πιστέψει σ’ Αυτόν και θα θελήσει να Τον εντάξει σοβαρά στη δική του ζωή θα δει το αποτέλεσμα όχι της πλαστικής, αλλά της αληθινής και οντολογικής αλλαγής του: να γίνεται πράγματι νέος, στο πνεύμα και την καρδιά – εκεί που λειτουργεί ο γνήσιος άνθρωπος. «Εἴ τις ἐν Χριστῷ, καινή κτίσις», λέει ο απόστολος Παύλος, όποιος είναι ενωμένος με τον Χριστό είναι καινούργια δημιουργία, γιατί αυτό είπαμε φέρνει Εκείνος: «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα», να, όλα τα κάνω καινούργια.

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΣΑΑΚΙΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΩΝ ΔΑΛΜΑΤΩΝ

 

Ο όσιος Ισαάκιος προερχόταν εξ Ανατολών. Όταν έφτασε στο Βυζάντιο, κατά τους χρόνους του αρειανόφρονα Ουάλεντα, ο Ουάλης αναχωρούσε έχοντας ξεκινήσει πόλεμο κατά των Γότθων. Τον συνάντησε λοιπόν αυτός ο μακάριος, συμβουλεύοντάς τον και προτρέποντάς τον να ανοίξει τις Εκκλησίες των ορθοδόξων. Επειδή ο βασιλιάς δεν πείσθηκε, τον πρόφθασε πάλι και τον προέτρεπε τα ίδια, λέγοντας να ανοίξει τις Εκκλησίες και να τις δώσει πίσω στους ορθοδόξους, διαφορετικά θα ξεφύγει κατά τον πόλεμο από τους εχθρούς, αλλά θα χαθεί. Ο βασιλιάς όμως δυσανασχέτησε λόγω της παρρησίας και του θάρρους του άνδρα και διέταξε να τον μαστιγώσουν και να τον ρίξουν σε αγκάθια. Πάλι όμως τον πρόφθασε ο άγιος για τρίτη φορά, κράτησε το χαλινάρι του αλόγου του και του  επισήμανε τον  ολοκληρωτικό όλεθρό του, αν δεν δώσει πίσω τις Εκκλησίες των Χριστιανών. Τότε εξοργίστηκε ο βασιλιάς και τον παρέδωσε στον Σατορνίνο και τον Βίκτωρα με την εντολή να τον φυλακίσουν μέχρι την ειρηνική επάνοδό του. Του είπε λοιπόν ο άγιος: “Αν εσύ επιστρέψεις ειρηνικά, τότε θα πει ότι δεν μίλησε σε εμένα ο Θεός. Όμως θα ξεφύγεις από τους εχθρούς σου, θα εγκαταλειφθείς και με φωτιά θα δεχτείς την καταστροφή της ζωής σου”.

Όταν πράγματι στον πόλεμο έτυχε να ηττηθεί, κατέφυγε σε αχυρώνα μαζί με τον Πραιπόσιτο, ο οποίος είχε πέσει και αυτός στη νόσο της κακοδοξίας του Αρείου και μάλιστα ερέθιζε πάντοτε τον βασιλιά κατά των ορθοδόξων. Σ᾽ αυτόν τον αχυρώνα παραδόθηκαν στη φωτιά από τους Γότθους. Για την πρόρρησή του αυτή λοιπόν  και για την παρρησία του, όπως και για την ορθόδοξη ομολογία του ο άγιος δοξάστηκε, κι αφού πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του στην Κωνσταντινούπολη, εξεδήμησε προς τον Κύριο».

Μπορεί το συναξάρι του οσίου Ισαακίου να μένει αποκλειστικά στο προορατικό του χάρισμα, τη γενναιότητα της καρδιάς του και τη μέχρι θυσίας  ορθόδοξη πίστη του, μέσα από το περιστατικό με τον κακόδοξο βασιλιά Ουάλεντα, όμως η ακολουθία του δεν ασχολείται καθόλου με αυτό. Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας προτιμά να μας δώσει το υπόβαθρο της συγκεκριμένης στάσεως του οσίου, δηλαδή την οσιακή βιοτή του μέσα από τους ασκητικούς αγώνες του  για κάθαρση της καρδιάς του και την πλήρωσή του επομένως από τις αρετές και τις λαμπηδόνες του αγίου Πνεύματος. Κι είναι εύλογο: κανείς δεν μπορεί να έχει ανδρεία στην καρδιά, ορθόδοξο φρόνημα, προορατικό και διορατικό χάρισμα, αν δεν έχει καταστήσει τον εαυτό του κατάλληλο σκεύος για να κατοικήσει ο ίδιος ο εν Τριάδι Θεός. Με άλλα λόγια ο υμνογράφος κινείται θεμελιακά στην αντιμετώπιση του οσίου, για να μας δείξει ότι εκείνο που είναι αξιοσημείωτο από τη ζωή ενός αγίου δεν είναι κάποια θαυμαστά γεγονότα, αλλά η ίδια η κεκαθαρμένη καρδιά του, κάτι που συνιστά το διαρκώς ζητούμενο από την πίστη μας, κατά τον λόγο του ίδιου του Κυρίου: «μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Την καθαρή καρδιά μας ζητάει πάντοτε ο Θεός και όχι βεβαίως την τυχόν θαυματουργία μας, η οποία αποτελεί καθαρό δώρο δικό Του.

Έτσι: «έζησες όσια στη γη, σοφέ Ισαάκιε, γιατί τήρησες χωρίς παρεκκλίσεις τα προστάγματα και τα δικαιώματα του Θεού» (ωδή θ´). Αυτή είναι η αγιότητα και η οσιότητα: να τηρεί κανείς αταλάντευτα τις εντολές του Θεού. Τότε διανοίγεται η καρδιά και η ύπαρξη του ανθρώπου και γίνεται κατοικητήριο του αγίου Πνεύματος, φεύγοντας από τα πάθη που τον αμαυρώνουν και τον καθιστούν δύσμορφο ενώπιον του Θεού. «Χρημάτισες ναός της τρισηλίου Θεότητος και εξαφάνισες τις εικόνες των παθών από την ψυχή σου» (ωδή ε´).  Η τήρηση βεβαίως των εντολών του Θεού, ώστε να απομειωθούν τα πάθη από την ψυχή, σ᾽ έναν κόσμο πεσμένο στην αμαρτία, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ο πιστός πρέπει να προσανατολίσει με ατσάλινο τρόπο τη θέλησή του προς το θέλημα του Θεού, που σημαίνει ότι θα ῾ματώσει᾽ στον αγώνα του αυτό. Δεν υπάρχει περίπτωση εύκολα κανείς να διέλθει τον πνευματικό αγώνα. Ο όσιος Ισαάκιος το επιβεβαιώνει: «Με ολονύκτιες δεήσεις και ολοήμερες στάσεις, όσιε πάτερ, καθάρισες την ψυχή σου και την έδειξες οίκο της Τριάδος» (ωδή δ´).

Ο όσιος κατέστησε φανερή την παρουσία του Θεού στη ζωή του με τις σπουδαίες αρετές του. Μόνη η κάθαρση της ψυχής δηλαδή δεν έχει νόημα, αν δεν γεμίζει αυτή και με τις χάρες του αγίου Πνεύματος. Αυτό άλλωστε σημαίνει ότι καθάρισε ο όσιος την ψυχή του και έγινε κατοικητήριο του Θεού. Ποια τα φανερά γνωρίσματα της παρουσίας λοιπόν του Θεού; Ασφαλώς η ύπαρξη των κατά Χριστόν αρετών. «Ξέφυγες, Πάτερ, την καταστροφή που προξενεί το νοητό κήτος, ο διάβολος, γιατί απέκτησες εγκράτεια, προσευχή, καθαρή αγάπη, μεγάλη ταπείνωση και βέβαια στοργή προς τον Χριστό» (ωδή ς´). Με τον τρόπο αυτό οδηγήθηκε στα ύψη της κατά Χριστόν απάθειας, ως υπέρβασης των κακών παθών, κι έζησε στη γη αυτή ως άγγελος. «Ανέβηκες στο ύψος της απάθειας, γιατί μιμήθηκες, ενώ ήσουν με το σώμα σου, τους αγγέλους» (ωδή ζ´). Γι᾽ αυτό και αναδείχτηκε σε διώκτη των δαιμόνων και των οργάνων του αιρετικών. «Φωτίστηκες από τη λάμψη του Παναγίου Πνεύματος και έδιωξες το σκοτάδι των αιρέσεων, θαυματουργέ Ισαάκιε» (κάθισμα όρθρου). «Αποδείχτηκες διώκτης των ακαθάρτων πνευμάτων, διότι έγινες καθαρό σκήνωμα του Αγίου Πνεύματος» (ωδή ε´).

26 Μαΐου 2023

ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΚΕΙΜΗΛΙΑΡΧΕΙΟΥ ΣΤΟΝ Ι. ΝΑΟ ΑΓ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ (από τον Σεβ. Μητροπολίτη Πειραιώς κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ)

Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ τελέστηκε πριν λίγες ημέρες και πιο συγκεκριμένα την Παρασκευή 19 Μαΐου 2023 ο Εσπερινός για την πανήγυρη της σύναξης των Αγίων Ιωάννου του Προδρόμου, Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου, Παϊσίου του Αγιορείτου και Ιακώβου του Τσαλίκη που τελέστηκε για πρώτη χρονιά στο νέο Παρεκκλήσιο των Αγίων που βρίσκεται στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως.

Ο Σεβασμιώτατος τέλεσε, επίσης, τον Αγιασμό Εγκαινίων του νέου κειμηλιαρχείου που βρίσκεται στον γυναικωνίτη του Ναού με εκθέματα Ιερά σκεύη, Εικόνες, άμφια και βιβλία.

Στην σύντομη προσλαλιά του ο Σεβασμιώτατος εξέφρασε τη χαρά του για το νέο κειμηλιαρχείο, το οποίο, όπως χαρακτηριστικά είπε, μας υπενθυμίζει «τις αλύτρωτες πατρίδες και τον πόνο της σταυρωμένης ρωμιοσύνης»

Αναφέρθηκε στην «πνευματική μας υποχρέωση να μεταλαμπαδεύσουμε τα ζώπυρα της πίστεως στις διάδοχες γενιές», «όπως ακριβώς οι πατέρες μας διωκόμενοι, σταυρούμενοι και πονεμένοι ήρθαν εδώ και μετέφεραν αυτό τον πλούτο της πίστεως, τον θησαυρό της Εκκλησίας και μας χάρισαν αυτή την μεταλαμπάδευση των ζωπύρων της αληθείας».

Ευχαρίστησε και συνεχάρη θερμά τον Πρόεδρο του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου Πρωτοπρεσβύτερο π.Ελισσαίο Κυνούση, χάρη στις ενέργειες του οποίου «ήρθαν εις πέρας σπουδαία και μεγαλοπρεπή έργα που ανέδειξαν ακόμη περισσότερο τον Ιερό Ναό».

Κάνοντας αναφορά στην κατακόμβη, στο Ιερό Παρεκκλήσιο που τιμάται στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και στους νέους Αγίους της Εκκλησίας μας Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη, Παΐσιο τον Αγιορείτη και Ιάκωβο τον Τσαλίκη, επεσήμανε πως στην Εκκλησία μας γινόμαστε όλοι «μέτοχοι και κοινωνοί της ακτίστου Θείας Ενεργείας και Χάριτος».

Τονίζοντας πως τόσο ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος όσο και οι τρεις ασκητές των ημερών μας απέβησαν ορατά σημεία της Θείας Χάριτος, σημείωσε πως «είναι οι πλήρεις αποδείξεις ότι όντος ο Χριστός Ανέστη και ότι έχει καλέσει όλους μας στην αιώνια δόξα της Αναστάσεως». Υπενθύμισε ταυτόχρονα πως για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, πρώτα πρέπει να εφαρμόσουμε τον λόγο Του, «που είναι λόγος  ζωής, τιμιότητος και αληθείας». «Δεν είναι απροϋπόθετη η Αγιότητα», πρόσθεσε.

Ο Σεβασμιώτατος ανέφερε, επίσης, πως με το νέο κειμηλιαρχείο, προσφέρεται σε εμάς και τα παιδιά μας «το κάλλος και η ωραιότητα της Αγίας μας πίστεως, η οποία γίνεται έργο ζωής και απτό, πραγματικό γεγονός που το χαιρόμαστε και το απολαμβάνουμε». Τέλος, επεσήμανε πως αντικρύζοντας τα όμορφα σκεύη και αυτά τα πλούτη του πολιτισμούς μας, οφείλουμε να θυμηθούμε «εκείνους οι οποίοι αγωνίστηκαν, για να έχουμε εμείς σήμερα όλη αυτή την ομορφιά, να την απολαμβάνουμε και να την χαιρόμαστε».

Ύστερα από εισήγηση του π.Ελισσαίου Κυνούση και του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου του Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής Καλλιπόλεως, ο Σεβασμιώτατος απένειμε «την ευαρέσκεια της Εκκλησίας και τον δίκαιο Αυτής έπαινον» στα πνευματικά έκγονα του μακαριστού Αρχιμανδρίτη Μιχαήλ Καρακάση, ο οποίος υπήρξε ο κτήτωρ του Ναού και διέσωσε τα Ιερά αυτά Κειμήλια, όπως ένα Ιερό Ευαγγέλιο του 1799 το οποίο πρόσφεραν για το κειμηλιαρχείο οι οικογένειες της Σταματίνας Καρακάση και του Νικήτα Τσουδερού «ως δείγμα της αγάπης των αδελφών και Πατέρων μας».

«Είμαστε ευγνώμονες και ες αεί ευχόμενοι», είπε ολοκληρώνοντας ο Σεβασμιώτατος.

ΚΑΤΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑΝ... ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ!

 

Φαντασιωνόμαστε πολλές φορές μεγαλεπήβολα σχέδια για τον εαυτό μας, θέτουμε στόχους που μοιάζουν ηρωικά κατορθώματα, θα θέλαμε να προσφέρουμε γενικά στην κοινωνία μας με μιαν αγάπη περιεκτική του ανθρώπου. Κι έρχεται η πραγματικότητα και το καθημερινό χωματένιο μαγγανοπήγαδο: στο σπίτι μας, στο επάγγελμά μας, στις κοινωνικές σχέσεις μας, που δείχνει ότι παλεύουμε με ό,τι μικρό και ποταπό, με καταστάσεις που μας βγάζουν έξω από τα ρούχα μας, με πράγματα που αποκαλύπτουν ότι κι εμείς τελικά, παρόλο που νομίζουμε ότι είμαστε… αετοί, δεν ξεπερνάμε τα σπουργίτια, για να μην πούμε τα… σκουλήκια – αγόμαστε και φερόμαστε από τα πάθη μας που θεωρούμε ότι τα έχουμε…ξεπεράσει! Είμαστε οι «κατά φαντασίαν χριστιανοί», όπως έγραψε μακαριστός σοφός καθηγητής Θεολογίας, παραφράζοντας τον «κατά φαντασίαν ασθενή» του Μολιέρου.

  Γι’ αυτό και το ζητούμενο και το προσγειωμένο είναι να προσπαθούμε για το λίγο που μπορούμε, αρκεί να το κάνουμε όπως πρέπει. Να γινόμαστε δηλαδή ένα κεράκι μέσα στη γενικότερη καταχνιά και το έρεβος. Όπως το λέει κι ένας στίχος: «γίνε κεράκι με φως λιγοστό, κάποιοι να ελπίσουν είν’ αρκετό». Και κεράκι βεβαίως γίνεται κανείς, όταν αφήνει το Φως του Χριστού να διαπερνά έστω κι αμυδρά την ύπαρξή του.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΚΑΡΠΟΣ

«Αὐτός ὁ μέγας ἀπόστολος τοῦ Κυρίου πού συναριθμήθηκε ἀπό τόν Ἴδιο στούς ἑβδομήντα μαθητές καί ἀποστόλους καί διακονοῦσε τόν μεγάλο Παῦλο στό κήρυγμα, ὅπως καί μετέφερε τίς θεῖες του ἐπιστολές σ’ αὐτούς πρός τούς ὁποίους τίς ἔστελνε, δίδαξε πολλούς ἀπό τούς εἰδωλολάτρες νά σέβονται τήν ἁγία Τριάδα. Γι’ αὐτό κι ὅταν καταυγάσθηκε ἡ διάνοιά του ἀπό τή θεία ἔλλαμψη τοῦ Παρακλήτου (τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς) καί ξεκίνησε σάν ἄδυτος ἥλιος ἀπ’ τήν Ἀνατολή, καταφώτισε ὅλη τήν οἰκουμένη μέ τίς θεϊκές του διδασκαλίες, ἐπιτελώντας μέγιστα θαυμαστά πράγματα καθημερινά καί σώζοντας πολλούς ἀπό τά πονηρά πνεύματα.

Τράβηξε πολλές πόλεις καί λαούς πρός τή χριστιανική πίστη καί διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος χωρίστηκαν ἔτσι οἱ πιστοί ἀπό τούς ἀπίστους, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποστεῖ πολλούς διωγμούς καί θλίψεις ἀπό τούς ἀπίστους. Κι αὐτό γιατί προχωρώντας μέ ἐντελῶς σταθερό τρόπο πρός τά πιό σκληρά καί ἐπίπονα μαρτύρια δέν δείλιασε καθόλου μπροστά στήν ὀργή τῶν ἀρχόντων. Γι’ αὐτό, ἐπειδή δόξασε τόν Θεό καί μέ τόν ἴδιο του τό σῶμα, δοξάσθηκε ἀπό Αὐτόν μέ λαμπρό τρόπο. Ἀναπαύτηκε ἐν Κυρίῳ, ὁπότε θαυματουργεῖ καθημερινά μέσω τῶν λειψάνων του, θεραπεύοντας ὅλων τῶν εἰδῶν τά πάθη καί ἀποδιώκοντας τά ἀκάθαρτα πνεύματα».

Ὁ ἅγιος ὑμνογράφος Ἰωσήφ δέν προσθέτει ἰδιαίτερα ἐπιπλέον στοιχεῖα στόν κανόνα του γιά τόν ἀπόστολο Κάρπο ἀπό αὐτά πού καταγράφονται στό σύντομο συναξάρι του. Ἡ προσοχή του εἶναι στραμμένη στό πιό θαυμαστό γεγονός στό ὁποῖο μετεῖχε ὁ ἀπόστολος, δηλαδή στή λήψη τοῦ ἁγίου Πνεύματος τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, λήψη πού ἐξηγεῖ καί τήν ὅλη πορεία του, τό οἰκουμενικό ἄνοιγμά του στά ἔθνη, τό ἀποστολικό κήρυγμά του, τό μαρτυρικό τέλος του, τά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε καί ὅσο ζοῦσε ἀλλά καί μετά τήν ἐν Κυρίῳ ἀνάπαυσή του. «Κάνοντας τόν νοῦ σου δεκτικό τῶν θείων ἐλλάμψεων, φωτίστηκες ἐντελῶς, παμμακάριστε, καί βγῆκες στό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ» (στιχ. ἑσπ.). «Δέχτηκες στήν ὕπαρξή σου τή θεία ἔλλαμψη τοῦ Παρακλήτου, Κάρπε πάνσοφε, κι ἔτσι φώτισες αὐτούς πού ἦταν στό σκοτάδι λόγω τῆς ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ» (κάθισμα όρθρου).

Ὁ ἅγιος Ἰωσήφ, πέραν τοῦ γεγονότος τῆς ἐπιφοιτήσεως σ’ αὐτόν τοῦ ἁγίου Πνεύματος καί συνεπῶς τῆς καθοδήγησεως καί ἐνισχύσεώς του ἀπό τόν Ἴδιο τόν Κύριο (ὠδή γ΄), τονίζει τή συνύπαρξή του μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο καί τή διακονία πού τοῦ πρόσφερε στό οἰκουμενικῶν διαστάσεων ἔργο του – σ’ αὐτόν ἐμπιστευόταν ὁ Παῦλος τίς ἐπιστολές του γιά τή μεταφορά τους στούς πιστούς. «Ὁδοιπορώνας πολλές φορές μαζί μέ τόν Παῦλο τόν φωστήρα τῆς οἰκουμένης...» (ὠδή δ΄)∙ «Διακονοῦσες τόν σοφό ἡγέτη Παῦλο, Ἱεράρχα, μεταφέροντας στούς πιστούς τίς σωτήριες διδαχές του μέσα ἀπό τίς ἔνθεες ἐπιστολές του» (ὠδή η΄). Γι’ αὐτό καί δέν διστάζει ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής νά χαρακτηρίσει καί τόν ἴδιο ὡς κήρυκα τῶν ἐθνῶν, σάν τόν Παῦλο, ὡς σεπτό δάσκαλο, ὡς ἱερομύστη καί ἱερολόγο, πού παρίσταται μέ χαρά ἐνώπιον τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ (ὠδή ε΄). Μέ ἕναν πολύ δυνατό στίχο μάλιστα ὁ ἅγιος Ἰωσήφ μᾶς παρουσιάζει τόν Κάρπο νά περπατᾶ στό ἱεραποστολικό ἔργο του καί τό κάθε βῆμα του νά γίνεται ἀναβαθμός τῆς ἀνόδου του στήν ἁγιωσύνη. «Ἅγιασες, Κάρπε, καθώς βημάτιζες πάνω στή γῆ καί κήρυττες τό ἅγιο Εὐαγγέλιο» (ὠδή θ΄).

Τί ἦταν ἐκεῖνο πού ἔκανε καί τόν Κάρπο, ὅπως καί τούς λοιπούς βεβαίως ἀποστόλους καί μαθητές τοῦ Κυρίου, νά ἔχουν αὐτήν τήν ἔνθεη πορεία στόν κόσμο; Μά τό γεγονός ὅτι πορευόταν κι αὐτός, ἔστω καί λίγο πιό ἀπόμακρα, μαζί μέ τόν Κύριο ἕως τό τέλος τῆς ἐπί γῆς πορείας Του, τήν ἁγία Ἀνάληψή Του (βλ. ὠδή θ΄), κινούμενος ἀπό τή μεγάλη ἀγάπη του πρός Αὐτόν. Κι εἶναι γνωστό ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά σταθεῖ δίπλα στόν Κύριο καί νά Τόν ἀκολουθήσει, ἄν δέν διέπεται ἀπό σφοδρή ἀγάπη πρός τό πάντιμο πρόσωπό Του καί ἀπόφαση μέχρι θανάτου νά τηρεῖ τίς ἅγιες ἐντολές Ἐκείνου. «Ἐπειδή ἤσουν ὁλοκληρωτικά στραμμένος πρός τόν Δεσπότη Χριστό, γι’ αὐτό καί τήρησες ἐντελῶς τίς σεπτές ἐντολές Του» (ὠδή α΄). «Ἀγάπησες μέ μυστική θεωρία τόν Θεό πού εἶναι ὁ Νοῦς πέρα ἀπό κάθε ἔννοια ἀνθρώπινη, γι’ αὐτό καί καταφωτίστηκε ὁ νοῦς σου» (ὠδή α΄).

Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή κατανοεῖ κανείς γιατί ἀφενός δέχτηκε τόσες διώξεις καί θλίψεις ἀπό τούς ἀπίστους ὁ Κάρπος: ἦταν μία συνέχεια τοῦ Κυρίου (βλ. ὠδή γ΄, ζ΄κ.ἀ.), ἀφετέρου γίνονταν δι’ αὐτοῦ τόσα θαύματα καί σημεῖα, τά ὁποῖα σφράγιζαν τό ἀποστολικό του κήρυγμα. «Ὁ λόγος σου ἔσωσε ἀπό τήν ἀλογία τούς ἀνθρώπους καί ἡ μέγιστη ἐπίδειξη τῶν θαυμάτων σου ὁδήγησε τούς πλανημένους στήν πίστη, ἔνδοξε Κάρπε» (ὠδή ς΄). Ἕνα τροπάριο μάλιστα τοῦ ὑμνογράφου ἔρχεται νά θέσει τόν ἅγιο Κάρπο στό ἴδιο ὕψος μέ τούς δώδεκα ἀποστόλους καί μάλιστα μέ τόν πρωτόθρονο ἀπόστολο Πέτρο. Ὅπως δηλαδή καί μόνη ἡ σκιά τοῦ Πέτρου, καθώς μᾶς ἱστορεῖ ὁ ἅγιος Λουκᾶς στίς Πράξεις τῶν ἀποστόλων, θεράπευε τούς ἀρρώστους, ἔτσι καί μόνη ἡ φωνή τοῦ Κάρπου καί μόνη ἡ κίνησή του νά σφραγίζει μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ἔφερναν στούς ἐν σκότει εὑρισκομένους τή χάρη τοῦ Θεοῦ. «Διώχνοντας τίς ἀρρώστιες μέ μόνη τή φωνή σου καί θεραπεύοντας τά πάθη μέ μόνο τό σφράγισμα τῶν χεριῶν σου, ἔκανες κήρυγμα σωτηρίας, ἱερομύστη Κάρπε, καί φώτιζες αὐτούς πού ἦταν στό σκοτάδι» (ὠδή ζ΄).

25 Μαΐου 2023

Η ΤΡΙΤΗ ΕΥΡΕΣΗ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

 

«Η τιμία και αγία κεφαλή του Ιωάννου Προδρόμου που ήταν κρυμμένη προ πολλού, τώρα βγήκε από τους κόλπους της γης, σαν χρυσός από τα μέταλλα, κλεισμένη όχι σε στάμνα, όπως παλαιότερα, αλλά σε αργυρό σκεύος, ευρισκόμενη σε ιερό τόπο και γενόμενη φανερή από ιερέα. Αυτήν την κεφαλή, την οποία έφερε από τα Κόμανα η ένδοξη των Πόλεων, η Κωνσταντινούπολη, μαζί με τον πιστό βασιλιά και τον ποιμενάρχη της και τον πιστό λαό, την δέχεται με μεγάλη ευφροσύνη, κι αφού την προσκύνησαν όλοι με μεγάλη πίστη την εναπέθεσαν σε ιερό τόπο».

Μία πολύ ὄμορφη εἰκόνα τῆς σχέσης τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη Προδρόμου μέ τόν ᾽Ιησοῦ Χριστό, πού μᾶς προβάλλει ἡ ὑμνολογία τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, εἶναι αὐτή τῆς φωνῆς πρός τόν Λόγο. «῎Εγινες φωνή του Λόγου, Πρόδρομε οὐράνιε ἄνθρωπε» (ωδή α´). Ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης δηλαδή προβάλλεται, μέ βάση τά πραγματικά περιστατικά τῆς ζωῆς του, ὡς ἐκεῖνος πού φανερώνει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, πού ἐξαγγέλλει μέ δυνατή φωνή, ὥστε νά γίνει ἀκουστός, τόν ἐρχομό τοῦ Μεσσία. Καί βεβαίως δέν εἶναι ὁ μόνος πού ἔχει αὐτό τό χαρακτηριστικό. Ὅλοι οἱ προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀποτελοῦν κατ᾽ ἀκρίβεια τέτοιες φωνές γιά τόν ἐρχομό Αὐτοῦ, μέ τή διαφορά ὅτι ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης, ὡς ὁ τελευταῖος προφήτης καί τό πλήρωμα γι᾽ αὐτό τῆς προφητείας, εἶναι ἡ πιό δυνατή φωνή, κυριολεκτικά, ὅπως ὀνομάζεται, «ὁ μεγαλοφωνότατος πάντων τῶν προφητῶν» καί «προφητών ὑπέρτερος» (ωδή δ´).

Ἡ σχέση τῆς φωνῆς πρός τόν Λόγο βρίσκεται σέ εὐθεῖα γραμμή, ἡ φωνή δηλαδή ἀκούγεται γιά νά φανερώνει ἀποκλειστικά καί μόνο τόν Λόγο, γεγονός πού σημαίνει  ὅτι ὁ ᾽Ιωάννης στάλθηκε ἀπό τόν Θεό ὡς ἄγγελος τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ: νά εἶναι ὁ Πρόδρομος ᾽Εκείνου, ἄρα μέ τόν τρόπο αὐτό νά κατανοεῖ κανείς καί τήν ὕπαρξη καί τό ἔργο του. ῎Ετσι ἡ φωνή τοῦ Προδρόμου δέν μποροῦσε νά μηνύσει κάτι ἄλλο, πέραν αὐτοῦ γιά τό ὁποῖο ἦλθε καί ὁ Χριστός, δηλαδή τή μετάνοια. Ὁ Χριστός, ὡς ὁ ἐνσαρκωθείς Θεός μας, ἦλθε ἀκριβῶς γιά νά ἑνώσει «εἰς ἕν», πού θά πεῖ στόν ἑαυτό Του καί διά τοῦ ἑαυτοῦ Του στόν Θεό Πατέρα, «πάντα τά διεσκορπισμένα τέκνα Αὐτοῦ», συνεπῶς νά καλέσει τόν κόσμο ὅλο σέ μετάνοια. Γι᾽ αὐτό καί τό κήρυγμα τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννη καί τό κήρυγμα τοῦ ᾽Ι. Χριστοῦ εἶναι ἀκριβῶς τό ἴδιο: «μετανοεῖτε, ἤγγικε γάρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». «Σέ ὅλους βεβαίωσε ἡ κάρα τοῦ Προδρόμου τούς σωτήριους δρόμους τῆς μετανοίας,  μέ τίς θεῖες συμβουλές» (αίνοι).

Ὑπενθύμιση αὐτονοήτων, θά πεῖ κάποιος. Ναί, ἀλλά μέ προέκταση καί στά καθ᾽ ἡμᾶς. Δηλαδή: δέν μπορεῖ κάποιος πού θέλει νά ἀνήκει στόν Χριστό καί στήν ἁγία Του ᾽Εκκλησία, νά ἔχει διαφορετική φωνή ἀπό ὅ,τι ᾽Εκεῖνος. Τί θέλουμε νά ποῦμε; Ὁ χριστιανός ῾βοᾶ᾽ μέ τά λόγια του, κυρίως ὅμως μέ τή ζωή του, τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. «Οὐ δύναται πόλις κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη» (ὁ Κύριος). Δέν εἶναι δυνατόν νά εἴμαστε χριστιανοί, καί, ἀπό τήν ἄλλη, ἡ ζωή καί οἱ λόγοι μας νά μή βρίσκονται σέ εὐθεῖα γραμμή καί ἀναλογία πρός τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων φίλων Του. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι βάση τῆς ᾽Εκκλησίας ἀποτελεῖ ἡ πεποίθηση καί τό βίωμα ὅτι οἱ χριστιανοί συνιστοῦμε μέλη Χριστοῦ καί συνεπῶς προεκτείνουμε ᾽Εκείνου τήν παρουσία στόν κόσμο. Κι ἐπειδή ὁ Λόγος Χριστός ἔζησε καί δίδαξε τήν ἀγάπη – αὐτό ἄλλωστε εἶναι καί τό κύριο γνώρισμα αὐτοῦ πού μετανοεῖ - ἄρα καί ὁ χριστιανός εἶναι πράγματι χριστιανός, ὅταν ζεῖ καί διδάσκει πάντα τήν ἀγάπη. Ὁποιαδήποτε ἄλλη ῾φωνή᾽, ἔστω καί στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ παραχάραξη ᾽Εκείνου καί βεβαίως παραφωνία Του.