13 Σεπτεμβρίου 2023

Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΕΝΟΣ ΝΑΟΥ

 

ΜΝΗΜΗ ΤΩΝ ΕΓΚΑΙΝΙΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΗΜΩΝ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

«Νόμον παλαιόν Ἰσραήλ πληρῶν νέος, ἐγκαινίοις σοι τόν τάφον τιμᾷ, Λόγε. Τύχθη ἀναστάσεως τρισκαιδεκάτῃ καινισμός» (στίχοι συναξαρίου).

(Εκπληρώνοντας ο νέος Ισραήλ, (η Εκκλησία), τον παλαιό Νόμο, τιμά τον τάφον Σου, Λόγε Θεού, με εγκαίνια. Τα εγκαίνια της αναστάσεως τάχθηκαν κατά την δεκάτη τρίτη του μηνός Σεπτεμβρίου).

Η Εκκλησία μνημονεύει σήμερα τα εγκαίνια του Ναού της Αναστάσεως του Κυρίου, του Παναγίου Τάφου, τον οποίο ναό οικοδόμησε ο Μέγας Κωνσταντίνος κατά το 330 μ.Χ. πάνω στον Γολγοθά, τον τόπο Σταυρώσεως του Κυρίου. Ο Οίκος του Συναξαρίου διευκρινίζει: «Όταν ήλθε στον κόσμο ως άνθρωπος ο Υιός και Λόγος του Θεού, ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο γόνος της βροντής, έγραψε στο Ευαγγέλιό του: Είδαμε με χαρά τη δόξα που είχε ο Υιός δίπλα στον Πατέρα Του, με τη χάρη της αλήθειας. Όσοι δε πίστεψαν σ’ Αυτόν, τους έδωσε την εξουσία να γίνουν τέκνα Θεού. Όσοι λοιπόν αφού αναγεννηθήκαμε όχι σαρκικά ούτε με το θέλημα του ανθρώπου, κι ακόμη επαυξηθήκαμε από το Άγιον Πνεύμα, οικοδομήσαμε οίκο προσευχής και φωνάζουμε με δυνατή φωνή: Αυτόν τον οίκο στερέωσέ τον, Κύριε».

Ο άγιος υμνογράφος Ιωάννης ο μοναχός με πολλές εικόνες μάς προσφέρει την πνευματική διάσταση των εγκαινίων όχι ενός απλού χριστιανικού ναού, αλλά εκείνου που είναι θεμελιωμένος πάνω στον φρικτό Γολγοθά και τον πανάγιο Τάφο. Θεωρεί ότι ο συγκεκριμένος ναός εκπληρώνει αυτό που προφητικά ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη έδωσε ως Σκηνή του μαρτυρίου άγια και αχειροποίητη στον θεόπτη Μωυσή και εγκαινίασε αργότερα ως κτίσμα ο βασιλιάς Σολομών (κάθισμα όρθρου), ενώ για τον λόγο αυτό ο Ναός πια της Αναστάσεως δεν είναι θεμελιωμένος πάνω στο χώμα της γης, αλλά σ’ Αυτόν τον Κύριο. «Όχι το χώμα αλλά τον Χριστό έχοντας ως θεμέλιο η εξ εθνών Εκκλησία, στεφανώνεται από το απρόσιτο κάλλος και διακοσμείται από το στέμμα της Βασιλείας Του» (ωδή ς΄). Οπότε κατά φυσικό τρόπο μάς λέει ότι η συγκεκριμένη οικοδομή αποτελεί τον τόπο σύνδεσης των ουρανίων δυνάμεων με τους πιστούς ανθρώπους: «Συ, Κύριε, κατασκεύασες στη γη σκηνή, όπου ενώνεις με τη δύναμή Σου τους πιστούς με τις ουράνιες τάξεις» (ωδή ε΄), κι ακόμη˙ οι πιστοί στον Ναό αυτόν λαμβάνουν τον δροσισμό του Πνεύματος, κατά αναλογία με τη δρόσο των τριών παίδων στην κάμινο του πυρός της Π. Διαθήκης (ωδή ς΄), που θα πει ότι οι πιστοί με την αγάπη τους στον Χριστό μπορούν στον Ναό αυτόν να συνδεθούν με τον νυμφίο της ψυχής τους: «Όσοι έχουμε πληγωθεί από τον γλυκύτατο θείο έρωτα, εμπρός μέσα στον μυστικό αυτόν θάλαμο να ενωθούμε με τον νυμφίο Χριστό» (ωδή ς΄).

Η ιδιαίτερη όμως συμβολή του αγίου υμνογράφου Ιωάννου έγκειται στη βαθειά θεολογική επισήμανση της σημασίας των εγκαινίων του Ναού, και του συγκεκριμένου πρωτίστως της Αναστάσεως του Κυρίου, αλλά και κάθε άλλου ναού. Τι λέει; Βεβαίως ο Ναός εγκαινιάζεται από το τίμιο και ζωήρρυτο αίμα του σαρκωμένου Θεού μας λόγω της τελέσεως της Θείας Λειτουργίας και κάθε άλλης ακολουθίας κατ’ επέκτασιν (στιχ. εσπ.), αλλά χωρίς την ανθρωπολογική προϋπόθεση, δηλαδή την προετοιμασία του ανθρώπου για να δεχτεί τις δωρεές του Θεού και να αλλάξει επί τα βελτίω, τα εγκαίνια καθίστανται ανενέργητα! Το δοξαστικό των αποστίχων είναι μοναδικό. «Στρέψου στον εαυτό σου, άνθρωπε. Γἰνε καινός-καινούργιος αντί να είσαι παλαιός και γιόρταζε τα εγκαίνια της ψυχής. Όσο υπάρχει καιρός, η ζωή σου  και κάθε τρόπος σου ας γίνονται καινούργια – ιδού, τα πάντα έχουν γίνει καινούργια. Α υ τ ό  φέρε ως καρπό χάριν της εορτής: να αλλοιώνεσαι με την καλή αλλοίωση. Μ’ αυτόν τον τρόπο γίνεται καινούργιος (εγκαινιάζεται) ο άνθρωπος, μ’ αυτόν τον τρόπο τιμάται η ημέρα των Εγκαινίων».

Ο υμνογράφος δεν χαρίζεται. Ο λόγος του λειτουργεί ως δίστομος ρομφαία: αν έχει αξία ο Ναός και κάθε ναός είναι γιατί βοηθάει τον πιστό άνθρωπο στη δική του ανακαίνιση  - για τον άνθρωπο φτιάχνεται το κάθε κτίσμα. Αν ο πιστός δεν παίρνει αφορμή ευρισκόμενος μέσα στον ναό για να στραφεί στον εσωτερικό του κόσμο και να βαθύνει τη μετάνοιά του με τα δάκρυα και το πένθος του για τις κακίες του, ματαίως εισέρχεται σ’ αυτόν. Ίσως μάλιστα να συμβαίνει και το αντίθετο: να αυξάνει τις αμαρτίες του, κατακρίνοντας και σχολιάζοντας τους πάντες και τα πάντα! Κι αυτό σημαίνει περαιτέρω βεβαίως ότι πέραν του όποιου αγίου κτίσματος όπου προσφέρεται πλούσια η χάρη του Θεού, ο όντως ναός του Θεού, ο άνθρωπος ως σώμα και ψυχή, έχει την προτεραιότητα – ό,τι προτρέπει ο απόστολος Παύλος με τον ελεγκτικό λόγο του: «δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του αγίου Πνεύματος που κατοικεί μέσα σας και δεν ανήκετε στον εαυτό σας; Δοξάστε τον Θεό με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, τα οποία ανήκουν και τα δύο στον Θεό». Κι ο λόγος αυτός του εκκλησιαστικού ποιητή δεν αποτελεί παρά εφαρμογή στην πραγματικότητα  του λόγου του ίδιου του αρχηγού της πίστεως Ιησού Χριστού: «το Σάββατο για χάρη του ανθρώπου έγινε και δόθηκε από τον Θεό, όχι ο άνθρωπος για να υπηρετεί το Σάββατο» («τό Σάββατον διά τόν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διά τό Σάββατον»).

Λοιπόν, ο υμνογράφος σηματοδοτεί με τον πιο εμπνευσμένο τρόπο το γεγονός των Εγκαινίων. Ναι, τα Εγκαίνια μας φέρνουν ενώπιον του Θεού, μας αποκαλύπτουν την αγάπη του Δημιουργού μας που θέλει να βρίσκεται μαζί μας και να μας προσφέρεται διαρκώς, όμως μη ξεχνάμε τον σκοπό: ε μ ε ί ς  είμαστε το πρόβλημα! Τα εγκαίνια, ο εγκαινισμός, ως αδιάκοπη ανανέωση της δικής μας ζωής. Κι είναι ευνόητο βεβαίως ότι ο μόνος τρόπος που κάνει τον άνθρωπο να γίνεται πάντοτε καινούργιος είναι η με συναίσθηση τήρηση του αγίου θελήματος του Χριστού και Θεού μας. Τότε τα εγκαίνια γίνονται όχι ανάμνηση ενός σπουδαίου πράγματι γεγονότος, αλλά φανέρωση του Θεού μέσα στη δική μας θεωρούμενη απλή καθημερινότητά μας! Αυτό άλλωστε δεν επισημαίνουμε και δεν καταγράφουμε ακόμη και στις πιο μικρές εκδηλώσεις της ζωής των αγίων μας;   

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΟΡΝΗΛΙΟΣ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ

«Ο άγιος Κορνήλιος έζησε στα χρόνια των αγίων Αποστόλων. Κανείς δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει για κάτι κακό, έστω κι αν δεν ήταν χριστιανός, γι’ αυτό και ο Θεός έστειλε άγγελο που τον παρακίνησε να στείλει και να φωνάξει κοντά του τον απόστολο Πέτρο, προκειμένου να ακούσει από αυτόν όσα ήταν αναγκαία για τη σωτηρία του. Και πράγματι. Ο Πέτρος  ήλθε προς αυτόν και κήρυξε όχι μόνο σ’  αυτόν, αλλά  και σ’  αυτούς που κάλεσε ο Κορνήλιος, τον λόγο του Θεού. Στη συνέχεια τους βάπτισε και ανέθεσε στον Κορνήλιο την ευθύνη της πόλεως της Σκέψης, προκειμένου πια αυτός να κηρύξει εκεί. Ο Κορνήλιος βρήκε την πόλη γεμάτη είδωλα και με τη χάρη του Θεού βάπτισε τους πάντες σ’  αυτήν, ακόμη δε και τον ίδιο τον άρχοντα Δημήτριο, ο οποίος πίστεψε στον Χριστό με όλο τον οίκο του. Ο άγιος Κορνήλιος έζησε αποστολικά το υπόλοιπο της ζωής του και έτσι απήλθε προς τον Κύριο».

Αξιοθαύμαστη η ζωή του αγίου Κορνηλίου, ο οποίος ανήκει σ’ εκείνους τους ανθρώπους, που εκ κοιλίας μητρός, θα έλεγε κανείς, είναι εκλεγμένοι από τον Κύριο. Δεν είναι τυχαίο ότι ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας τον χαρακτηρίζει «ήλιον φωταυγή», «μέγαν ποταμόν αρδεύοντα άπαν το πρόσωπον της γης», «φωτοβόλον αστέρα», δεν διστάζει μάλιστα να τον θεωρήσει ισοστάσιο των αγίων Αποστόλων, διότι έλαβε το ίδιο με εκείνους άγιον Πνεύμα. «Συ γαρ ισοστάσιος των αγίων ώφθης μαθητών, Πνεύμα το Άγιον ως εκείνοι κληρωσάμενος». Το ιδιάζον, πέραν των άλλων, στοιχείο του αγίου Κορνηλίου, το οποίο επανειλημμένως τονίζει ο υμνογράφος, είναι ότι αυτός «γεγένηται απαρχή εθνών», δηλαδή ήταν ο πρώτος που μεταστράφηκε από τους ειδωλολάτρες και βαπτίστηκε και έλαβε τη χάρη του αγίου Πνεύματος σαν τους θεηγόρους αποστόλους.

Σ’  αυτό το τελευταίο πρέπει κανείς να επιμείνει. Διότι στον άγιο Κορνήλιο βλέπουμε το πώς δρα ο Θεός σ’  αυτούς που είναι καλοπροαίρετοι άνθρωποι, όπου κι αν βρίσκονται κι όποια θρησκεία κι αν έχουν. Ο Κορνήλιος δεν ήταν Χριστιανός. Ο Θεός όμως επέβλεπε σ’  αυτόν, η Πρόνοιά Του η αγαθή τον παρακολουθούσε, η χάρη Του τον καθοδηγούσε, τόσο που του φανερώθηκε, όπως είδαμε, άγγελος Κυρίου για να τον κατευθύνει στα περαιτέρω της ζωής του. Ποια η αιτία της εύνοιας αυτής του Κυρίου στον «ειδωλολάτρη» ακόμη Κορνήλιο; Η καλή του προαίρεση, η αγαθή έστω και με στοιχεία ακόμη πλάνης και εγωισμού διάθεσή του, που φανερωνόταν με τις προσευχές που ανέπεμπε στον άγνωστο γι’  αυτόν Θεό, και με τις πολλές του ελεημοσύνες. Κι είναι τούτο μία βεβαιότητα, διότι δεν το αναφέρει ένας ανθρώπινος ίσως λόγος που φαντάζεται τη στάση του Θεού, αλλά ο ίδιος ο λόγος του Θεού. Το περιστατικό της μεταστροφής του αγίου Κορνηλίου και τι προηγήθηκε καταγράφεται στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων από τον ευαγγελιστή Λουκά. Εκεί έχουμε την αποκάλυψη του Θεού στον απόστολο Πέτρο, ο οποίος ακούει από τον ίδιο τον Θεό ότι οι προσευχές και οι ελεημοσύνες του Κορνηλίου ανέβαιναν σ’  Εκείνον ως ευώδες θυμίαμα. Ο Θεός λοιπόν, όπως θα καταλάβει και από αυτό το περιστατικό ο απόστολος Πέτρος και θα το καταθέσει ως μαρτυρία του συγκλονιστική έπειτα και στην αποστολική Σύνοδο (48/49 μ.Χ.), δεν είναι προσωπολήπτης. Την καρδιά του ανθρώπου πάντοτε κοιτά και όχι τους τίτλους του ή την καταγωγή του. Όπου υπάρχει καλή διάθεση, καλοπροαίρετο φρόνημα, εκεί πράγματι προσφέρει πλουσιοπάροχα τη χάρη Του.

Έτσι, με την περίπτωση του αγίου Κορνηλίου, και όχι μόνον αυτού βεβαίως, δίνεται απάντηση στο πώς συμπεριφέρεται ο Θεός στους ανθρώπους που δεν είναι χριστιανοί. Σπεύδουμε πολλές φορές εμείς οι χριστιανοί, για να «καταδικάσουμε» τους πιστούς των άλλων θρησκειών. Τονίζουμε ότι η σωτηρία είναι μόνο για εμάς. Και βεβαίως αυτό είναι σωστό, διότι κατά τον Κύριο «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται». Εκτός της Εκκλησίας ως εντάξεως στο άγιο Σώμα του Χριστού δεν είναι εύκολο ο άνθρωπος να σωθεί. Όμως, ο Θεός δεν αφήνει τους ανθρώπους, τα πλάσματά Του, όπου γης. Για τον Θεό όλοι οι άνθρωποι είναι παιδιά Του και τα αγαπά εξίσου. Έτσι επιβλέπει και στους Μουσουλμάνους και στους Βουδιστές και στους Ιουδαίους και σε όλους, όπως και στους αθέους. Τι κάνει όμως, όπως διδασκόμαστε από τον άγιο Κορνήλιο; Τον κάθε καλοπροαίρετο τον καλεί με τον τρόπο που Εκείνος κρίνει. Τον καλεί όμως όχι για να «στήσει» μία άμεση σχέση μαζί Του, αλλά για να ενταχτεί στην αγία Του Εκκλησία. Ο Κορνήλιος καθοδηγείται από τον Θεό μέσω του αγγέλου, για να γνωρίσει τον απόστολο Πέτρο, ώστε να βαπτιστεί και να γίνει μέλος Χριστού, μέλος της Εκκλησίας. Όλοι οι καλοδιάθετοι λοιπόν άνθρωποι στον κόσμο βρίσκονται μέσα στην ιδιαίτερη χάρη του Θεού, η οποία ενεργεί σ’  αυτούς μ’  έναν εξωτερικό, θα λέγαμε, τρόπο, που κατευθύνει τα διαβήματά τους στην Εκκλησία, ώστε εκεί, η χάρη αυτή να γίνει εσωτερική, της καρδιάς τους, υπόθεση. Ο άνθρωπος με άλλα λόγια, μόνον εν Χριστώ μπορεί να δει Θεού πρόσωπο, κι αν έχει καλή διάθεση, φανερούμενη στην καλή σχέση του με τους ανθρώπους,  ό,τι κι αν είναι, πράγματι τελικώς θα το δεί.

09 Σεπτεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

«Οὐ γάρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός τόν Υἱόν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον ἵνα κρίνῃ τόν κόσμον, ἀλλ’  ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι’  αὐτοῦ» (Ιωάν. 3, 17).

Ο σκοπός της αποστολής του Χριστού από τον Θεό στον κόσμο είναι εκείνο που κατεξοχήν προβάλλει το εκπληκτικής συμπύκνωσης απόσπασμα από το Ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννου.

1. Το πρώτο που σημειώνει ο Ευαγγελιστής στον προκείμενο στίχο είναι ότι ο ερχομός του Ιησού Χριστού δεν αποτελεί μεμονωμένη ενέργεια ενός προσώπου της Αγίας Τριάδος, αλλά ενέργεια όλου του Τριαδικού Θεού: ο Υιός και Λόγος του Θεού έρχεται ως άνθρωπος στον κόσμο σταλμένος από τον Θεό Πατέρα και βεβαίως εν Αγίω Πνεύματι. Κι είναι τούτο μία κεντρική διδασκαλία της χριστιανικής πίστεως, κατά την οποία η ενέργεια του Θεού είναι κοινή στη Θεότητα. Ο Θεός μας, όπως αποκαλύπτει ο αιώνιος λόγος του Θεού, είναι τρισυπόστατος (Πατήρ, Υιός, Πνεύμα Άγιον), αλλά η ενέργειά Του, όπως και η φύση Του ασφαλώς, είναι μία και κοινή και για τα τρία πρόσωπα. «Ο Πατήρ δι’  Υιού εν αγίω Πνεύματι ποιεί τα πάντα».

2. Ο Ευαγγελιστής αναφέρεται στον σκοπό του ερχομού του Χριστού: τη σωτηρία και όχι την κρίση του κόσμου. Η άρνηση της κρίσης από τον Χριστό  δεν πρέπει να γίνεται τυχαία. Ο Χριστός έρχεται όχι ως ο αυστηρός κριτής που θα ελέγξει τον άνθρωπο για τις αμαρτίες του - μία εικόνα του Θεού, που εγείρει στον άνθρωπο τον φόβο και που υπήρχε κατά την περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, τότε που ο άνθρωπος βρισκόταν ακόμη σ’  ένα νηπιακό πνευματικό επίπεδο, συνεπώς ο φόβος λειτουργούσε ως παιδαγωγία προς συνετισμό του ανθρώπου. Η μόνη κρίση που φέρνει ο Χριστός είναι η φανέρωση της αμαρτίας του ανθρώπου, λόγω της αλήθειας πια που βρίσκεται στον κόσμο. Μπροστά στην αλήθεια, η πλάνη και το ψεύδος αποκαλύπτονται. «Νῦν κρίσις ἐστίν τοῦ κόσμου. Νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου ἐκβληθήσεται ἔξω». Όχι ο άνθρωπος, αλλά η αμαρτία κρίνεται και ο υποκινητής αυτής διάβολος.

3. Ο άγιος Ιωάννης λοιπόν αρνείται κατηγορηματικά αυτήν την εικόνα του Θεού ως κριτή του ανθρώπου στον κόσμο τούτο. Η περίοδος της σκιάς παρήλθε. Ο Ουρανός δεν είναι απειλητικός. Δεν κρυβόμαστε για να σωθούμε από μία άγνωστη δύναμη. Διότι  ο Θεός φανερώνεται με το αληθινό πρόσωπό Του: το πρόσωπο του φίλου, του αδελφού, του γεμάτου αγάπη προς τα πλάσματά Του Πατέρα. « Θεός ἀγάπη ἐστί» και «οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν». Είναι Εκείνος μπροστά στον Οποίο νιώθουμε ασφαλείς και ήσυχοι, όπως το μικρό παιδί στην αγκαλιά του πατέρα του. Ό,τι πριν ήταν απειλή και βίωμα τραγικό: η αμαρτία, ο θάνατος, ο διάβολος, τα στοιχεία του κόσμου τούτου, αίρονται από Εκείνον. Τα πήρε και τα εξαφάνισε μέσα στη φλόγα της αγάπης Του προσφέροντάς μας την ίαση. Γιατί αυτά αποτελούσαν την πληγή μας. Όπως στην έρημο οι Ισραηλίτες, που  κοιτάζοντας το χάλκινο φίδι (τύπο του Σταυρού) θεραπεύονταν από τα θανατηφόρα δήγματα των φιδιών, έτσι και με τον ερχομό του Χριστού: πάνω στον Σταυρό σηκώνει τις αμαρτίες μας και μας σώζει από την αμαρτία, τον θάνατο, τον ίδιο τον διάβολο.

4. Η σωτηρία αυτή που μας έφερε ο Χριστός δεν πρέπει να κατανοηθεί μονοδιάστατα, ως μία απλή απαλλαγή και απελευθέρωση. Μας έσωσε, διότι κυρίως μας γέμισε με την παρουσία Του, εντάσσοντάς μας μέσα στον εαυτό Του. Και η ένταξη αυτή συνιστά την  προσφορά της αιώνιας ζωής, ως ζωής του Θεού μέσα στην ύπαρξή μας, ήδη από τον κόσμο αυτό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ’  ἔχῃ  ζωήν αἰώνιον». Έτσι η σωτηρία είναι γεγονός που βιώνεται από τη ζωή αυτή, αρκεί βεβαίως κανείς να αποδεχτεί καί νά πιστέψει στον Χριστό: «ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς Αὐτόν».  Αν μάλιστα δεν ζήσει εν πίστει στον κόσμο τούτο τη ζωή του Θεού, συνεπώς τη σωτηρία του, δεν υπάρχει περίπτωση να τη ζήσει μετά, στην άλλη ζωή που λέμε. Ό,τι ζει και θα ζήσει τότε θα είναι μία ζωή εν θανάτω, μία κόλαση.

Μεγαλειώδης η ζωή του Χριστιανού. Στην πραγματικότητα, προέκταση της ζωής του ίδιου του Χριστού. Ο Χριστός μέσα από εμάς. «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός». Αυτό σημαίνει βεβαίως αφενός  εκκλησιαστική μυστηριακή ζωή, που δίνει τη δυνατότητα ενεργοποίησης σ’ εμάς της ζωής του Χριστού, αφετέρου και δική μας άρνηση κρίσης ως κατάκρισης των συνανθρώπων μας. Αν ο Χριστός ήλθε στον κόσμο αρνούμενος την κρίση των ανθρώπων, δεν μπορούμε εμείς στο όνομα του Χριστού, να κρίνουμε τους ανθρώπους. Και δυστυχώς, είναι αυτό που κυρίως κάνουμε. Οι πάντες, ή έστω πάρα πολλοί, λειτουργούμε ως  «εισαγγελέας» του κόσμου: κρίνουμε, κατακρίνουμε, μη συνειδητοποιώντας ότι έτσι αρνούμαστε τον Χριστό. Ο λόγος του Θεού είναι σαφής: η παρουσία του Χριστιανού στον κόσμο, εφόσον προεκτείνει τη ζωή του Χριστού, είναι παρουσία σωτηριώδης: «κλαίειν μετά κλαιόντων καί χαίρειν μετά χαιρόντων». Φίλοι και αδελφοί προς τους άλλους. Καθόλου απειλητικοί, παρά μόνον στην αμαρτία. Και κυρίως: απειλητικοί απέναντι στη δική μας αμαρτία.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἰωάν. 3, 13-17)

Εἶπεν ὁ Κύριος· Οὐδεὶς ἀναβέβηκεν εἰς τὸν οὐρανὸν εἰ μὴ ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὢν ἐν τῷ οὐρανῷ. Καὶ καθὼς Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον. Οὐ γὰρ ἀπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ εἰς τὸν κόσμον ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ. 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Εἶπε ὁ Κύριος· Κανένας δέν ἀνέβηκε στόν οὐρανό παρά μόνο ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, καί πού εἶναι στόν οὐρανό. Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τό χάλκινο φίδι στήν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νά ὑψωθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν νά μή χαθεῖ ἀλλά νά ζήσει αἰώνια. Τόσο πολύ ἀγάπησε ὁ Θεός τόν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στό θάνατο τό μονογενῆ του Υἱό, γιά νά μή χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτόν ἀλλά νά ἔχει ζωή αἰώνια. Γιατί, ὁ Θεός δέν ἔστειλε τόν Υἱό του στόν κόσμο γιά νά καταδικάσει τόν κόσμο, ἀλλά γιά νά σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Γαλ. 6, 11-18)

Ἀδελφοί, ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. Ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. Οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι’ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. Ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. Καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ’ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, προσέξτε μέ πόσο μεγάλα γράμματα σᾶς γράφω τώρα μέ τό ἴδιο μου τό χέρι. Ὅσοι θέλουν ν’ ἀποκτήσουν καλή φήμη στούς ἀνθρώπους, αὐτοί σᾶς ὑποχρεώνουν νά περιτέμνεστε μέ μόνο στόχο νά μήν καταδιώκονται ἀπό τούς Ἰουδαίους ἐξαιτίας τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε οὔτε κι αὐτοί πού ἐπιμένουν στήν περιτομή τηροῦν τό νόμο. Ἁπλῶς θέλουν νά περιτέμνεστε ἐσεῖς, γιά νά καυχηθοῦν ὅτι σᾶς κατάφεραν νά τό κάνετε. Ὅσο γιά μένα, δέν θέλω ἄλλη ἀφορμή γιά καύχηση ἐκτός ἀπό τό σταυρό τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τό σταυρό πού πάνω του ὁ κόσμος πέθανε γιά μένα κι ἐγώ γιά τόν κόσμο. Γιά ὅσους ἀνήκουν στόν Ἰησοῦ Χριστό δέν ἔχει καμιά σημασία οὔτε τό νά κάνεις περιτομή οὔτε τό νά μήν κάνεις, ἀλλά ὅλοι εἶναι νέα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ. Ὅσοι ἀκολουθοῦν αὐτή τήν ἀρχή, θά ἔχουν τήν εἰρήνη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ μαζί τους, αὐτοί καί ὅλος ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Στό ἑξῆς κανένας ἄς μή μοῦ δημιουργεῖ προβλήματα. Ἀρκετά ἔχω πάθει γιά τόν Ἰησοῦ, ὅπως δείχνουν τά σημάδια στό σῶμα μου. Ἡ χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ εὔχομαι νά εἶναι μαζί σας, ἀδερφοί μου. Ἀμήν.

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΘΕΟΠΑΤΟΡΩΝ ΙΩΑΚΕΙΜ ΚΑΙ ΑΝΝΗΣ

«Τη σύναξη αυτών εορτάζουμε, λόγω της γεννήσεως της υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου. Και έγιναν αυτοί πρόξενοι της παγκόσμιας σωτηρίας, μέσω της  πάναγνης αγίας αυτών θυγατέρας, της Θεοτόκου. Την τελείωσή τους όμως από τον κόσμο αυτό γνωρίζει η εικοστή Πέμπτη του μηνός Ιουλίου».

Στον απόηχο των Γενεθλίων της Θεοτόκου η σημερινή εορτή της σύναξης των δικαίων Ιωακείμ και Άννης, κατά την προσφιλή συνήθεια της Εκκλησίας να τιμά μετά από ένα μεγάλο γεγονός τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν σ’ αυτό - ο Ιωακείμ και η Άννα τιμώνται ως οι γονείς της Θεοτόκου, ως εκείνοι δηλαδή που συνήργησαν, προκειμένου να έλθει στον κόσμο, βουλήματι Θεού, η προορισθείσα να γίνει Μητέρα Αυτού, κόρη τους Μαρία. Και βεβαίως, είναι φυσικό τέτοιος ευκλεής καρπός σαν την Παναγία να έχει γονείς όχι τυχαίους, οι οποίοι πράγματι χαρακτηρίζονταν  από έντονη θεοσέβεια και απόλυτη υπακοή στον νόμο του Θεού, γι’  αυτό και υπερέβαλαν όλους ως προς τη γονεϊκή τους ιδιότητα. «Ω, μακάρια δυάδα. Εσείς ξεπεράσατε όλους τους γονείς, γιατί βλαστήσατε αυτήν που υπερέχει από όλη τη δημιουργία», κατά πώς ψάλλει και η Εκκλησία μας.

Η Γέννηση της Θεοτόκου όμως  δεν ήλθε ανώδυνα. Οι γονείς της έζησαν πολλά χρόνια με το «στίγμα» της ατεκνίας, δεδομένου ότι την εποχή εκείνη κάθε Ιουδαϊκό ζεύγος που αδυνατούσε να κάνει παιδιά, θεωρείτο ότι είχε κατά κάποιο τρόπο την «κατάρα» του Θεού, αφού σίγουρα δεν θα προερχόταν από αυτό ο Μεσσίας που αναμενόταν. Με άλλα λόγια, κάθε ζεύγος Ιουδαίων δυνάμει ήταν και το Μεσσιανικό ζεύγος, συνεπώς το άτεκνο ζεύγος εξαιρείτο από  την ευλογία αυτή. Κι όμως, ο Θεός ανατρέπει τη λογική αυτή∙ μέσα από τη στείρωση της Άννας δημιουργεί τις συνθήκες της σπουδαιότερης ευτεκνίας στον κόσμο, για όλες τις εποχές, γεγονός που σηματοδοτεί την εκ θαύματος προέλευση της Παναγίας, σαν ένα είδος νέας δημιουργίας: όπως με τη βούληση του Θεού εκ του μηδενός δημιουργείται ο κόσμος, κατά παρόμοιο τρόπο, με τη βούληση του Θεού εκ της στειρώσεως δημιουργείται η Παναγία. Κι αυτό δίνει ώθηση στον υμνογράφο να «δει» και με άλλον τρόπο τη Γέννησή της: ως απαρχή αφενός στειρώσεως του ανθρώπου έναντι της αμαρτίας – ο άνθρωπος μπορεί να μην αμαρτάνει πια – και αφετέρου  διάλυσης της στειρώσεως της ανθρωπίνης  φύσεως – ο άνθρωπος μπορεί πια να καρποφορεί τις αρετές με τη χάρη του Θεού. Έτσι με τα Γενέθλια της Θεοτόκου βρισκόμαστε μπροστά σε γεγονότα που υπερβαίνουν τη φυσική τάξη και μας μυούν στο μυστήριο της θείας οικονομίας, του σχεδίου δηλαδή του Θεού προς σωτηρία του κόσμου. Η Εκκλησία μάς καθοδηγεί να «ψαύσουμε» εν ταπεινώσει, εν φόβω και τρόμω, τον «βηματισμό» του Θεού, καθώς έρχεται η ώρα εισόδου Του στη γη.

Τη συγκλονιστική αυτή αναγωγή που αγκαλιάζει όλη την πνευματική ιστορία της ανθρώπινης ύπαρξης, κάνει ο υμνογράφος με πολλές εικόνες και σχήματα, αλλά και με σαφή λόγο, όπως στο κοντάκιο της εορτής: «Ο Ιωακείμ και η ´Αννα, με την αγία γέννησή σου, άχραντε Θεοτόκε, ελευθερώθηκαν από την ντροπή της ατεκνίας, όπως και ο Αδάμ και η Εύα ελευθερώθηκαν από τη φθορά του θανάτου. Τη γέννησή Σου αυτήν εορτάζει και ο λαός σου, καθώς λυτρώθηκε από την ενοχή των πταισμάτων του με το να κραυγάζει σε σένα: η στείρα ´Αννα γεννάει τη Θεοτόκο και τροφό της ζωής μας». Η Γέννηση της Θεοτόκου δεν κινείται δηλαδή μόνο σ’  ένα συγκεκριμένο ιστορικό επίπεδο∙ της εποχής του Ιωακείμ και της Άννας, όπου το ζεύγος ελευθερώνεται από την ντροπή της ατεκνίας, αλλά ανάγεται και στην αρχή της ανθρωπότητας με ό,τι συνέβη με την πτώση του Αδάμ και της Εύας στην αμαρτία: ο θάνατος ως τίμημα της αμαρτίας υπερβαίνεται, γιατί γεννήθηκε εκείνη, που θα γεννούσε τον Λυτρωτή του ανθρώπου, ακριβώς από την αμαρτία και τον θάνατο. Κι ακόμη∙ η Γέννησή της δρα πια διαχρονικά σε όλους τους αιώνες. Με Αυτόν που γέννησε η Παναγία ο άνθρωπος σώθηκε από οποιαδήποτε ενοχή, αφού ο Υιός και Θεός της, διά της σταυρικής Του θυσίας, σήκωσε τις αμαρτίες όλου του κόσμου, όλων των εποχών.

Παρακολουθούμε τα γεγονότα, μαζεμένοι, σιωπηλοί, «ψαύοντας», όπως είπαμε, εν φόβω και τρόμω τα μυστήρια. Και πώς αλλιώς; Ένα ζευγάρι Ιουδαίων, χωρίς να κατανοεί το τι διαδραματίζεται στο βάθος, γίνεται το όργανο του Θεού για το μεγαλύτερο μυστήριο που μπορούσε ποτέ να υπάρξει: της φανέρωσης Εκείνου στον κόσμο ως ανθρώπου!

08 Σεπτεμβρίου 2023

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Δεν προλάβαμε να σταματήσουμε τις δοξολογίες για την Υπεραγία Θεοτόκο του μηνός Αυγούστου - μήνας που  καταγαύζεται, όπως όλοι γνωρίζουμε, από την Κοίμησή της, αλλά και την κατάθεση της τιμίας ζώνης της - και ξεκινάμε νέους πανηγυρισμούς, επί τη εορτή των Γενεθλίων της. Αλλά η Εκκλησία μας δεν παύει ποτέ να εορτάζει την Μητέρα του Κυρίου, σε καθημερινή μάλιστα βάση, αφού όλοι οι ύμνοι της επιστεγάζονται από τα τροπάρια γι’  αυτήν, τα γνωστά «Θεοτοκία», όπως και όλες οι μεγάλες εορτές των αγίων μας έχουν ως σημαιοφόρο τους κανόνες γι’  αυτήν. Και ευλόγως: η Παναγία αποτελεί τύπο της Εκκλησίας, διότι όπως  Εκείνη γέννησε τον Υιό του Θεού ως άνθρωπο, έτσι και η Εκκλησία γεννά τον Χριστό στις καρδιές των ανθρώπων. Όχι μόνο λοιπόν στις Θεομητορικές εορτές, αλλά σε όλες τις εορτές και πάντα, η Παναγία έχει την πρώτη θέση. Τι συγκεκριμένα προβάλλει όμως η σημερινή εορτή, ώστε να διαφοροποιείται αυτή από τις άλλες της Παναγίας;

1. Καταρχάς, θα πρέπει να εξηγήσουμε κάτι που φαίνεται ως αντίφαση και που έχει τονιστεί βεβαίως πολλές φορές: η χριστιανική ορθόδοξη πίστη δεν προβάλλει τα γενέθλια ενός ανθρώπου ως ημέρα εορτής, αλλά την ημέρα που εορτάζει ο άγιός του. Πώς λοιπόν εδώ έχουμε εορτή Γενεθλίων, όπως το ίδιο συμβαίνει και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο; Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη. Τα γενέθλια ενός ανθρώπου, η ημέρα του ερχομού του στον κόσμο λειτουργεί στο επίπεδο μίας οριζόντιας πορείας απλώς του ανθρώπου, η οποία στην πραγματικότητα τροφοδοτεί τον θάνατο. Ο άνθρωπος έρχεται στον κόσμο μέσα σε πλαίσια φθοράς και γνωρίζει ότι το τέλος του είναι ο θάνατος. Τι να γιορτάσει λοιπόν; Η ημέρα όμως που εορτάζει ο άγιος ενός ανθρώπου, αυτός του οποίου φέρει το όνομα, ή έστω η ημέρα της βαπτίσεώς του, ως ημέρα εντάξεώς του στο ζωντανό σώμα του Χριστού, την Εκκλησία, ως μέλος αυτού, αυτό συνιστά την ανάμνηση της χάρης εκ Θεού που δέχτηκε, συνεπώς την απαρχή της σωτηρίας του. Αν κάτι εορτάζεται στην Εκκλησία είναι γιατί έχει πάντοτε σωτηριολογικό χαρακτήρα. Από την άποψη αυτή, είναι ηλίου φαεινότερο γιατί η Εκκλησία μας εορτάζει τα Γενέθλια της Παναγίας ή του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου: τότε έρχονται στον κόσμο εκείνοι που κατεξοχήν συνεργούν στον ερχομό του Χριστού και συνεπώς στη σωτηρία του κόσμου. «Η Γέννησίς σου, Θεοτόκε, χαράν εμήνυσε πάση τη οικουμένη. Εκ σου γαρ ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών».

2. Κι ακριβώς το γεγονός αυτό, δηλαδή η σύνδεση της Γεννήσεως της Παναγίας με τον Ιησού Χριστό, είναι εκείνο που κατεξοχήν εξαγγέλλει η εορτή.  Δεν προβάλλεται η Παναγία μας καθεαυτήν ως άνθρωπος. Ποτέ κανείς άνθρωπος από μόνος του, όσο σπουδαίος κι αν είναι, δεν μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά τους ανθρώπους: όλοι ενεργούν και υπάρχουν μέσα στα πλαίσια της φθοράς, όπως είπαμε, και του θανάτου. Η Παναγία έρχεται στον κόσμο μέσα στο θείο σχέδιο σωτηρίας του κόσμου από την αμαρτία και τον θάνατο: είναι η προορισθείσα εκ πασών των γενεών να γίνει Μητέρα του Θεού, παραμένοντας Παρθένος κόρη, όπως διαλαλούν οι ύμνοι της εορτής της. Είναι εκείνη που ο ερχομός της, ως προαναγγελία του Σωτήρα του κόσμου Χριστού, είχε προφητευθεί με φωτισμό Θεού από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, είτε ως κλίμαξ του Ιακώβ είτε ως στάμνος και μάννα είτε ως ράβδος του Ααρών είτε πολύ περισσότερο ως «η κεκλεισμένη πύλη, η κατά ανατολάς βλέπουσα», την οποία έδειξε στον προφήτη Ιεζεκιήλ ο Θεός, αποκαλύπτοντάς του ότι δεν θα την διέλθει άλλος, παρά μόνον ο Ίδιος, και γι’  αυτό θα την κρατήσει έπειτα και πάλι κεκλεισμένη.

Η Γέννηση της Παναγίας λοιπόν τονίζεται και υμνολογείται τόσο εξαίσια, διότι ακριβώς παραπέμπει στον Ιησού Χριστό. Ο Χριστός είναι Εκείνος που δίνει την αξία στη Μητέρα Του, χωρίς την οποία όμως δεν θα ήταν Αυτός που είναι: εκτός από τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος. Γι’  αυτό και η μοναδικότητα του Ιησού Χριστού αποκαλύπτει και τη μοναδικότητα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Κανείς ποτέ δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει παρόμοιος με την Παναγία. Το ύψος της αγιότητάς της είναι υπέρμετρο και πάντοτε θα παραμένει, κατά την πατερική ποιητική υπερβολή ίσως, «Θεός μετά Θεόν». Κατά συνέπεια κατανοείται και το γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη χαρά στη σύμπασα οικουμένη. Διότι με τη Γέννηση της Παναγίας ξεκινά η διαδικασία Γεννήσεως και της Χαράς του κόσμου, του Χριστού. Στον κόσμο πια θα υπάρχει η δυνατότητα υπέρβασης της αμαρτίας, κατάργησης του διαβόλου, καταπάτησης του θανάτου. Στον κόσμο θα υπάρχει η αληθινή Ζωή. Είναι δυνατόν να μη χαίρει ο κόσμος γι’  αυτό; «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια∙ σήμερον έπνευσαν αύραι, σωτηρίας προάγγελοι».

3. Ένα σημείο, στο οποίο πρέπει κανείς να σταθεί, από εκείνα που μαρτυρεί για την εορτή η Εκκλησία, είναι η συχνή επίκληση του προορισμού της για το ρόλο της στη θεία οικονομία. Η Παναγία προορίστηκε να γίνει Μητέρα του Θεού ως ανθρώπου. Το θέμα του προορισμού έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις, και μάλιστα στο παρελθόν. Είναι δε από εκείνα που οριοθετούν την αλήθεια από την πλάνη της αίρεσης. Υπάρχει προορισμός του ανθρώπου; Κι αν ναι, τότε πού βρίσκεται η ελευθερία του ανθρώπου, η οποία καταγράφεται στην Αγία Γραφή ως το βασικότερο στοιχείο του εικονισμού του Θεού στον άνθρωπο; Δεν θα μακρηγορήσουμε σ’ αυτό. Παρ’  όλη τη σοβαρότητα και τη δυσκολία ίσως που έχει η διαπραγμάτευσή του – μη ξεχνάμε ότι ο ιερός Αυγουστίνος, ο μεγαλύτερος θεολόγος του Δυτικού χριστιανισμού, αλλά και άγιος της δικής μας Εκκλησίας, δίδαξε τον λεγόμενο «απόλυτο προορισμό», δηλαδή τον εξαρχής χωρισμό των ανθρώπων από πλευράς του Θεού, των σωσμένων και των χαμένων, γεγονός που επηρέασε πάρα πολύ έπειτα και τους Προτεστάντες – μπορούμε να κάνουμε μερικές απλές επισημάνσεις: ο Θεός βεβαίως δημιουργεί ελεύθερο τον άνθρωπο, αλλά δεν καταργείται με αυτό η δική Του παγγνωσία και προόραση. Για τον Θεό τα πάντα είναι «γυμνά και τετραχηλισμένα» ενώπιόν Του, συνεπώς γνωρίζει εκ των προτέρων οτιδήποτε κι αν συμβεί, οτιδήποτε κι αν σκεφτεί ως λογισμό ο άνθρωπος. Άλλωστε στον Θεό χρόνος δεν υπάρχει, τα πάντα δηλαδή γι’  Αυτόν είναι παρόντα. Το γεγονός λοιπόν ότι ο Θεός προγνωρίζει τα πάντα δεν σημαίνει ότι καθορίζει και τα πάντα, σαν να είναι Αυτός ο απολύτως υπεύθυνος. Ο άνθρωπος κινείται και σκέφτεται ελεύθερα, αλλά ο Θεός μπορεί απλώς να επέμβει για να τροποποιήσει αυτό που η ελευθερία του ανθρώπου αποφάσισε και ενήργησε. Την πραγματικότητα αυτήν τη βλέπουμε και στα αρνητικά, αλλά και στα θετικά. Και στα θετικά είναι η Γέννηση και της Παναγίας: ο Θεός προγνωρίζοντας τη θετική κλίση της ψυχής της στο πανάγιο θέλημά Του, την προετοιμάζει να γίνει ό,τι και έγινε. Η Παναγία θέλησε να είναι με τον Θεό. Ο Θεός προετοίμασε να γίνει η Μητέρα Του, προβλέποντας τη στροφή της θελήσεώς της σ’  Εκείνον. Με τον τρόπο αυτό, όσο είναι δυνατόν να εκφραστεί απλά, κατανοούμε και τον προορισμό της Παναγίας, ίσως ένα είδος σχετικού προορισμού, για το οποίο μιλούν οι ύμνοι της Εκκλησίας μας.

4. Και βεβαίως η Εκκλησία μας δεν παύει, προβάλλοντας με ποιητικότατο και θεολογικότατο τρόπο την εορτή, να καλεί και εμάς τους πιστούς όλων των αιώνων στην πρακτική διάσταση αυτής: δηλαδή αφενός να κινηθούμε σε δοξολογία του Θεού μας για την ευεργεσία Του να αναδείξει την Παναγία κατοικητήριό Του, αφετέρου να κατανοήσουμε ότι «ταις πρεσβείαις της Θεοτόκου» ο Κύριος θα μας σώζει, και τρίτον, να διδαχθούμε από την Παναγία στον τρόπο της ζωής της, ακολουθώντας  αυτό που την ανέδειξε σε τόσο μεγάλη αγιότητα: το «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά Σου». Η Εκκλησία αδιάκοπα μας υπενθυμίζει ότι είμαστε κλημένοι για τη θέωση, δηλαδή να γινόμαστε κι εμείς Παναγίες, σαρκώνοντας τον Χριστό μέσα μας. Κι ο λόγος για την προοπτική αυτή που ξεπερνά οποιαδήποτε φαντασία είναι η ένταξή μας στο σώμα του Χριστού διά του αγίου βαπτίσματός μας. Είμαστε μέλη Χριστού, είμαστε ενδεδυμένοι Εκείνον, συνεπώς μπορούμε να ζούμε σαν την Παναγία. Αρκεί βεβαίως να το θέλουμε και να το επιτηζούμε.

07 Σεπτεμβρίου 2023

Η ΔΙΑΡΚΗΣ ΙΕΡΑ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ

 

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος σχετικά με τις νέες αστυνομικές ταυτότητες, τις οποίες η υπεύθυνη Ελληνική Πολιτεία αποφάσισε να εκδώσει, δημοσιοποιεί τις κατωτέρω θέσεις Της, απευθυνόμενη προς τον ιερό Κλήρο και τον ευσεβή Λαό:

1. Η Ιερά Σύνοδος αντιλαμβάνεται την ανησυχία κάποιων χριστιανών, γι’ αυτό ζητά από όλους να έχουν εμπιστοσύνη στην Εκκλησία και τους υπεύθυνους Ποιμένες Της, οι οποίοι γρηγορούν για όλα τα ζητήματα που αφορούν στη ζωή των πιστών.

2. Όσες απόψεις ή επιφυλάξεις αναπαράγονται από παραθρησκευτικές αντιλήψεις γύρω από τις αστυνομικές ταυτότητες των πολιτών δεν είναι αμιγώς ορθόδοξης προέλευσης.

3. Δεν είναι θεολογικώς ισχυρές οι θεωρίες ότι προσβάλλεται το δόγμα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού από τη μορφή και το περιεχόμενο της νέας αστυνομικής ταυτότητας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τις ισχύουσες Υπουργικές Αποφάσεις (2018, 2019, 2023). Επίσης παραθρησκευτική αφετηρία έχει η χρήση φράσεων περί «ηλεκτρονικού φακελώματος» που επιβάλλει η «Νέα Τάξη Πραγμάτων» και η «παγκοσμιοποίηση», καθώς δεν στοχεύει στην προστασία των ατομικών ελευθεριών των πολιτών, αλλά υπονοεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, οι υπηρεσίες της και η εκάστοτε εκλεγμένη Κυβέρνηση είναι «όργανα του Αντιχρίστου».

4. Το 2019 το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε τη νομιμότητα της Υπουργικής Αποφάσεως του 2018 για τη νέα αστυνομική ταυτότητα (αποφάσεις 2388/2019, 2389/2019). Αφ’ ενός απέρριψε τις νομικές διαφωνίες σχετικά με την προστασία της προσωπικότητας, της θρησκευτικής συνειδήσεως και των προσωπικών δεδομένων του πολίτη, αφ’ ετέρου ακύρωσε μερικώς την Υπουργική Απόφαση του 2018 ως προς μία διάταξή της, που προέβλεπε άμεση χρήση της ταυτότητας από τους πολίτες ως κάρτας υπηρεσιών ψηφιακής διακυβερνήσεως, καθώς αυτή η λειτουργία της δεν προβλεπόταν νομοθετικώς. Έκτοτε η Πολιτεία συμμορφώθηκε και εξέδωσε δύο διορθωτικές Υπουργικές Αποφάσεις (2019, 2023).

Σε κάθε περίπτωση η κρίση για τη νομιμότητα της αστυνομικής ταυτότητας ανήκει στη δικαιοδοσία της δικαστικής εξουσίας της χώρας, που ήδη αποφάνθηκε, και αφορά ένα διοικητικής φύσεως ζήτημα των σχέσεων Κράτους και πολίτη.

5. Παρά ταύτα το θέμα μελετάται σε όλες τις προεκτάσεις του και θα παραπεμφθεί σε μελλοντική έκτακτη σύγκληση της Σεπτής Ιεραρχίας.