28 Νοεμβρίου 2023

ΙΕΡΑ ΛΕΙΨΑΝΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΡΑΦΑΗΛ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ ΣΤΟΝ ΑΓ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Ι. Λείψανα των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης από την Μυτιλήνη, στον Μητροπολιτικό Ι.Ν. Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Πειραιώς.

Με λαμπρότητα και με τις δέουσες τιμές η πόλη του Πειραιά υποδέχθηκε σήμερα Δευτέρα 27 Νοεμβρίου 2023 Ιερά Λείψανα των Αγίων  Νεοφανών Μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, εκ της Ιεράς Μονής Αγίου Ραφαήλ Θέρμης, της Ιεράς Μητροπόλεως Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου.

Τα Ιερά Σεβάσματα κόμισε ο εκπρόσωπος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μυτιλήνης κ.Ιακώβου, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης κ. Πρόχορος και τα υποδέχθηκε, επικεφαλής κλήρου και λαού της τοπικής μας Εκκλησίας, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, έμπροσθεν του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.

Αφού τελέστηκε Δέηση, τα Ιερά Λείψανα των Αγίων μεταφέρθηκαν εν πομπή και τέθηκαν προς προσκύνηση των πιστών, στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Πειραιώς, όπου εψάλη Πανηγυρική Δοξολογία.

Στην σύντομη προσλαλιά του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ, Δοξολογώντας τον Πανάγιο Θεό μας, εξέφρασε την βαθύτατη συγκίνησή του και την ιδιαίτερη τιμή και χαρά για την παρουσία των Νεοφανών Αγίων «Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, των εν Λέσβο αθλησάντων κατ’ εκείνα τα πέτρινα χρόνια της Οθωμανικής κατακτήσεως της μαρτυρικής και πονεμένης μας πατρίδας», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε.

Ευχαριστώντας θερμά τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ.Ιάκωβο, υπογράμμισε με έμφαση πως «οι Άγιοι Νεοφανείς Νεομάρτυρες, των οποίων τα ιερά Λείψανα πλουτίζουν την ιστορική Μητρόπολη Μυτιλήνης και την νήσο της Λέσβου, πότισαν με το αίμα τους το δένδρο της πίστεως». «Συγκινούμαστε βαθύτατα, αλλά και εμπνεόμαστε από το μεγάλο μήνυμα Αναστάσεως το οποίο μας κόμισαν πέντε αιώνες μετά την μαρτυρική τους άθληση», επεσήμανε ο Σεβασμιώτατος, τονίζοντας: «Με τους Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη και τους άλλους συναθλήσαντας, η Ζωή εκ των τάφων ανέτειλε και πιστοποίησε η Ζωή που είναι ο Χριστός δια των Αγίων Νεομαρτύρων, ότι δεν υπάρχει θάνατος, ότι δεν υπάρχει τέλος, αλλά ότι είμεθα πλασμένοι αθάνατοι και ότι έχουμε αυτή τη μοναδική και ανεπανάληπτη ευλογία: να είμεθα μέλη της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Της Εκκλησίας της Αναστάσεως».

Σε άλλο σημείο ο Σεβασμιώτατος σημείωσε πως αν και την παρουσία των Αγίων την «είχε καλύψει η λήθη του χρόνου», ως βοτάνη εκ της γης ανέτειλαν τα ιερά τους Λείψανα και οι θαυμαστές οπτασίες του Αγίου Ραφαήλ και του Αγίου Νικολάου του Διακόνου και της Αγίας Ειρήνης και των άλλων μαρτυρησάντων, καθορίζουν πλέον τη ζωή μας. Εμπνέουν και οδηγούν την πορεία του βίου μας, διότι εφόσον εκείνοι ζουν μετά τον θάνατό τους και εμείς θα ζήσουμε». Το μήνυμα της Εκκλησίας μας ότι «η Ανάσταση είναι το αιώνιο μέλλον μας και η αληθής προοπτική μας, γίνεται για όλους μας εφαλτήριο για τον πνευματικό μας αγώνα», πρόσθεσε.

Αναφερόμενος στον θαυμαστό τρόπο ανευρέσεως των Ιερών Λειψάνων των Αγίων κατόπιν δικής τους υποδείξεως, υπογράμμισε πως «αισθάνεται κανείς πραγματικά να συντρίβεται ο ορθολογισμός, το αθεϊστικό δαιμονικό περίπαιγμα, η όποια δήθεν αυτοθέωση και αυτοδυναμία του παραπαίοντος κόσμου μας και να ζούμε το θαύμα της Αναστάσεως και της αιωνίου πνευματικής διαστάσεως του ανθρωπίνου προσώπου».

Τέλος, ευχαριστώντας για μία ακόμη φορά τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ.Ιάκωβο και τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π.Πρόχορο, ευχήθηκε, με την βοήθεια των Αγίων, «να αντλούμε δύναμη για τον πνευματικό μας αγώνα».

«Έχουμε γεννηθεί για να είμεθα αθάνατοι. Για να υπάρχουμε με το Θεό». «Αγωνιζόμεθα εδώ, αλλά η ζωή μας ευρίσκεται και ολοκληρώνεται στην αιώνια ζωή του Παναγίου Κυρίου μας προς την οποία όλοι μεταβαίνουμε εκόντες άκοντες. Για αυτό ας πάρουμε θάρρος και δύναμη από τους μεγαλομάρτυρες της πίστεώς μας, οι οποίοι έγιναν μιμητές του Χριστού και βάδισαν τον ίδιο δρόμο του Γολγοθά», επεσήμανε καταλήγοντας.

Ο Σεβασμιώτατος, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, πρόσφερε στον π.Πρόχορο, ως ελάχιστο αντίδωρο ευχαριστίας, έναν επιστήθιο Σταυρό.

Ακολούθως, ο Προϊστάμενος του Μητροπολιτικού Ιερού Ναού Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Πειραιώς, Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Παναγιώτου, αναφέρθηκε στο πρόγραμμα των Λατρευτικών Εκδηλώσεων που θα τελούνται έως τις 4 Δεκεμβρίου που θα παραμείνουν τα Ιερά Σεβάσματα προς προσκύνηση στον Μητροπολιτικό μας Ναό και στην συνέχεια τελέστηκε η Ακολουθία του Εσπερινού.

ΜΗΠΩΣ ΤΡΕΧΟΥΜΕ ΣΤΟΝ… ΥΠΝΟ ΜΑΣ;

«Εκείνος που αγαπά τον Κύριο, έχει προηγουμένως αγαπήσει τον αδελφό του. Το δεύτερο οπωσδήποτε είναι απόδειξη του πρώτου. Εκείνος που αγαπά τον πλησίον του, ποτέ δεν θα ανεχθεί ανθρώπους που καταλαλούν. Θα φύγει δε μακριά από αυτούς σαν από φωτιά. Εκείνος που λέγει ότι αγαπά τον Κύριο και συγχρόνως οργίζεται κατά του αδελφού του, μοιάζει με εκείνον που τρέχει στον ύπνο του!» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. λ΄ 15).

Μάλλον δεν πρέπει να σπεύδουμε να ομολογούμε την αγάπη μας στον Θεό! Γιατί μπορεί να εκτεθούμε… ανεπανόρθωτα! Ο όσιος μας θυμίζει: η αγάπη μας στον Θεό μετριέται μόνο από την αγάπη μας στον συνάνθρωπο. Που σημαίνει: όση αγάπη τρέφουμε στον συνάνθρωπό μας, τόση αγάπη τρέφουμε και στον Θεό. Ποιον συνάνθρωπο όμως; Όχι ασφαλώς τον φίλο και τον αδελφό μας, οι οποίοι στέκονται εξίσου με εμάς φιλάδελφα απέναντί μας. Τον συνάνθρωπο που είναι ίσως ο «κακός» γείτονάς μας, ο «ενοχλητικός» συνάδελφός μας, το «σκληρό» αφεντικό μας, ο «τεμπέλης» υπάλληλός μας, ο υβριστής μας ή αυτός που μας αδίκησε και μας αδικεί! Στη στάση μας απέναντι σ’ αυτούς πρώτιστα θα μετρήσουμε την αγάπη μας και στον Θεό. Κι ίσως τότε θα σκύψουμε τα μάτια από ντροπή! Γιατί μπορεί να μη δούμε όχι τη ζητούμενη από τον Χριστό αγάπη μέσα μας, αλλ’ ούτε καν το ίχνος της! Κι ακόμη χειρότερα: μπορεί να δούμε κι ένα μίσος και μια έχθρα, φανερή ή αφανή, να μας κατατρώγει τα σωθικά! Τότε θα ξέρουμε: όχι μόνο δεν αγαπάμε τον Θεό, αλλά Τον… μισούμε, έστω κι αν θεωρητικά Τον λατρεύουμε! «Απόδειξη της αγάπης στον Θεό είναι η αγάπη στον αδελφό»!

Ο όσιος δεν λέει δικά του πράγματα. Μεταφέρει τον αποκαλυπτικό λόγο της αγίας Γραφής, βεβαιωμένο ασφαλώς και από τη δική του αγία εμπειρία. Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος δεν είναι εκείνος που τονίζει εν Πνεύματι ότι «όποιος πει ότι αγαπώ τον Θεό αλλά μισώ τον συνάνθρωπό μου είναι ψεύτης;» Για να προσθέσει: «εάν δεν αγαπάς τον συνάνθρωπό σου που τον βλέπεις με τα μάτια σου, πώς θα αγαπήσεις τον Θεό που είναι αόρατος;» Αλλά και ο άγιος ευαγγελιστής καταθέτει τελικώς τη μαρτυρία του ίδιου του ενανθρωπήσαντος Θεού: «Εάν αγαπάτε τους αγαπώντας υμάς, ποία υμίν χάρις εστίν; Και γαρ οι αμαρτωλοί το αυτό ποιούσιν. Πλην, αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, προσεύχεσθε υπέρ των διωκόντων και επηρεαζόντων υμάς». Ο λόγος είναι απόλυτος, γιατί είναι ο λόγος ακριβώς του Θεού. Δεν επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες.

Κι ο όσιος Ιωάννης μας δίνει και άλλα αποδεικτικά, για να μην τρέφουμε και πάλι αυταπάτες: λες ότι αγαπάς τον Θεό; Για κοίτα το θέμα της κατάκρισης και της οργής απέναντι στον συνάνθρωπό σου. Όχι μόνο δεν πρέπει να κατακρίνεις τον πλησίον σου, αλλ’ ούτε καν να ακούσεις λόγο κατακρίσεως γι’ αυτόν από άλλον: φύγε σαν από φωτιά! Και μη νευριάζεις και οργίζεσαι μαζί του! Αν το κάνεις, πορεύεσαι την πνευματική ζωή, όσο πορεύεσαι… κοιμώμενος!

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ

«Ο όσιος Στέφανος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 715, από γονείς ευσεβείς, τον Ιωάννη και την Άννα. Ασκήθηκε από τη νεότητά του στη μονή του αγίου Αυξεντίου, που ήταν στη Βιθυνία. Η μονή βρισκόταν σε υψηλό τόπο, που ονομαζόταν Βουνό του αγίου Αυξεντίου. Έγινε ηγούμενος των μοναχών εκεί. Η φήμη των πνευματικών του αγώνων ακούστηκε παντού και η ευωδία των αρετών του οδήγησε πολλούς σ’  αυτόν. Απέθανε με μαρτυρικό θάνατο λόγω της προσκύνησης των αγίων εικόνων, επί Κωνσταντίνου του καλουμένου Κοπρωνύμου. Προ του μαρτυρικού τέλους του, ο Κοπρώνυμος τον κατεδίκασε επί ένδεκα μήνες σε δεσμά και φυλακές. Έπειτα διέταξε και τον έσυραν κατά γης και τον λιθοβόλησαν σαν τον πρωτομάρτυρα Στέφανο, εξ ου και επονομάστηκε νέος Στέφανος. Τον κτύπησαν στη συνέχεια με ξύλο στα μηνίγγια και αφού του συνέτριψαν το κεφάλι, άφησε το πνεύμα του το 767».

Ο όσιος Στέφανος οδηγήθηκε στο μαρτύριο λόγω της επιμονής του στην ορθόδοξη πίστη, που την εποχή εκείνη (8ος αι.) φανέρωνε την αλήθεια της με την αποδοχή των εικόνων («μαρτύρησε γιατί σεβόταν την εικόνα του Χριστού και όλων των αγίων»). Ήταν από εκείνους που κατεξοχήν με την πράξη της ζωής του συνέβαλε στη στερέωση του ορθοδόξου φρονήματος – μη ξεχνάμε ότι η εικονομαχία ήταν στην πραγματικότητα χριστολογική αίρεση, δηλαδή αμφισβητούσε την αληθινή εικόνα του Χριστού ως Θεού και ανθρώπου – γι’  αυτό είχε και ο ίδιος εικόνες: του Κυρίου, της Παναγίας, των άλλων αγίων, τις οποίες, όπως είπαμε, σεβόταν, ασπαζόταν, προσκυνούσε, απονέμοντας βεβαίως τιμητική προσκύνηση σ’ αυτές. Ένας ύμνος μάλιστα του υμνογράφου μας αποδίδει «ζωγραφικά» τη στάση του οσίου απέναντι στις εικόνες. Ο όσιος γονατιστός προφανώς μπροστά στην εικόνα της Παναγίας Μητέρας του Κυρίου μας, τον Οποίο βαστάζει στην αγκαλιά της, κατασπάζεται ένδακρυς Εκείνη και τον Υιό Της, προσευχόμενος να δώσουν λύση στο πρόβλημα που ταλάνιζε την Εκκλησία και νιώθοντας αισθητά τη χάρη του αγίου Πνεύματος, η οποία τον ενδυνάμωνε να βδελυχθεί το δυσσεβές δόγμα του δυσσεβούς βασιλιά, συνεπώς και να δώσει και την ίδια τη ζωή υπέρ της αληθούς πίστεως. «Επειδή ασπαζόσουν τη σεπτή εικόνα του Χριστού και της Παναγίας Μητέρας Του, μακάριε, βδελύχθηκες το δυσσεβές δόγμα του δυσσεβή βασιλιά, με τη δύναμη του Θείου Πνεύματος».

Η περιγραφή του υμνογράφου εν προκειμένω γίνεται σημείο προσανατολισμού. Στο κάθε πρόβλημα, δικό μας ή των άλλων, η προσευχητική στάση μας μπροστά στην εικόνα του Κυρίου και της Παναγίας μας είναι το κατεξοχήν όπλο μας. Η προσευχή αυτή, ενδυναμούμενη και από την προσπάθεια εφαρμογής των εντολών του Κυρίου μας, μας οδηγεί στη διέξοδο των προβλημάτων μας. Κι η σπουδαιότερη διέξοδος τις περισσότερες φορές είναι η από τον Κύριο προσφορά της χάρης της υπομονής, ώστε να αντέχουμε τα προβλήματα.

27 Νοεμβρίου 2023

Η ΑΡΜΟΜΕΛΟΤΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ ΠΕΡΣΟΥ

«Πιστῶς ἀθροισθέντες σήμερον, φιλοθεάμονες, ἀθρήσατε πάλην, ξένην καί διαλάττουσαν, Ἰακώβου τοῦ ἐκ Περσίδος ἡμῖν ἀστράψαντος, δίκην ἀστέρος τοῦ τοῖς Μάγοις φανέντος καί πρός τήν ἀληθῆ ἐπίγνωσιν καθοδηγήσαντος. Οὗτος γάρ ὁ γεννάδας, ἐν τῷ πίπτειν τούς πολεμίους ἀνέτρεπε, καί ἐν τῷ ἁρμομελοτομεῖσθαι τούς τυράννους ἐξενεύρου, τῇ ἄνωθεν προμηθείᾳ νευρούμενος καί βοῶν˙ Εἰ καί τά μέλη μου αἰσθητά ὄντα τέμνετε, ἀλλ’ ἔχω Χριστόν, νοητῶς μοι τά πάντα γινόμενον. Ὅθεν προβλέπων τήν μέλλουσαν ζωήν, διά τοῦ τοῖς πᾶσι προκειμένου θανάτου, πρός ἐκείνην ἔσπευσε περᾶσαι˙ εἰς ἥν καί αὐλιζόμενος, αἰτεῖται ἡμῖν παρά τοῦ στεφοδότου Θεοῦ ἱλασμόν, φωτισμόν, καί τό μέγα ἔλεος, τοῖς ἐκτελοῦσι τήν μνήμην αὐτοῦ» (Δοξαστικό αποστίχων όρθρου, πλ. δ΄).

«Φιλοθεάμονες, καθώς μαζευτήκατε σήμερα με πίστη, ας παρατηρήσετε με προσοχή παράξενη και διαφορετική πάλη, του Ιακώβου που άστραψε από την Περσία σαν το αστέρι που φάνηκε στους Μάγους τότε που γεννήθηκε ο Χριστός και τους καθοδήγησε προς την αληθινή επίγνωση. Κι αυτό γιατί αυτός ο γενναίος την ώρα που έπεφτε νικούσε τους εχθρούς, και την ώρα που τον έκοβαν κομματάκια εξόργιζε τους τυράννους, ενδυναμούμενος από τη βοήθεια του Θεού και φωνάζοντας δυνατά: Κι αν τα μέλη μου που είναι αισθητά τα κόβετε, όμως έχω τον Χριστό που γίνεται για μένα τα πάντα. Γι’ αυτόν τον λόγο βλέποντας ενώπιόν του τη μέλλουσα ζωή έσπευσε να περάσει προς αυτήν μέσω του θανάτου που είναι μπροστά σε όλους. Στη ζωή αυτή τώρα ευρισκόμενος ζητάει για χάρη μας από τον Θεό να μας δώσει συγχώρηση, φωτισμό και το μέγα Του έλεος, σε όλους εμάς που επιτελούμε τη μνήμη του».

Σαν σκηνοθέτης ο γνωστός υμνογράφος της Εκκλησίας Γεώργιος ο Σικελιώτης, (που έζησε περί τα τέλη του όγδοου αιώνα και μας άφησε πολλούς ύμνους), προβάλλει στο δοξαστικό των αποστίχων του όρθρου της εορτής του μεγαλομάρτυρα Ιακώβου του Πέρσου σε ήχο πλ. δ΄ - τον ήχο που δίνει έκταση και ευρύτητα στις ζωηρές φωνές των ασμάτων και χαρακτηρίζεται κορωνίδα και τέλος όλων των ήχων – το μαρτυρικό τέλος του αγίου. Προσκαλεσμένοι στο «θέαμα» αυτό όλοι οι πιστοί της Εκκλησίας για να δούμε τα παράδοξα του αγώνα και της πάλης του – μίας άνισης πάλης μεταξύ αυτού που βρίσκεται παντελώς άοπλος μόνο με το σώμα του και των πάνοπλων εχθρών του, των δημίων του βασιλιά της Περσίας. Και ποια τα παράδοξα; Μα το γεγονός ότι ο αδύναμος γίνεται ο ισχυρός, αυτός που πέφτει από τα κτυπήματα νικάει τους εχθρούς, αυτός που κομματιάζεται αποκτά πελώριες διαστάσεις «καταπίνοντας» τους αντιπάλους. Πώς; Με τη βοήθεια του παντοδύναμου και παντοκράτορα Κυρίου, ο Οποίος γίνεται τα πάντα για τον αγαπημένο του φίλο: όσα χάνει τα αναπληρώνει αμέσως. Γιατί; Διότι πάσχει κι Εκείνος μαζί του, αφού ο μάρτυρας αποτελεί μέλος Του. Αυτό είναι και το μυστήριο του κάθε μαρτυρίου που αδυνατεί βεβαίως ελλείψει «οφθαλμών» να το δει ο άπιστος άνθρωπος: ο μάρτυρας ποτέ δεν είναι μόνο αυτό που «φαίνεται» από τις σωματικές αισθήσεις – ένα κορμί που κείται αδύναμο. Είναι ολόκληρος όταν κανείς τον «δει» με τα μάτια της πίστεως μαζί με τον Χριστό – ό,τι συνιστά την αυτοσυνειδησία του κάθε χριστιανού. «Μέλος Χριστού» ακριβώς, «κλήμα στο αμπέλι του Χριστού», «πέτρα οικοδομημένη στο θεμέλιο του Χριστού», Χριστός δηλαδή κι αυτός «εν ετέρα μορφή». Και παρακολουθούμε λοιπόν οι πιστοί το «βάθος» των πραγμάτων και μετέχουμε εν χάριτι και στην κοινωνία των παθημάτων Χριστού από τον μάρτυρα αλλά και στον δοξασμό του: το πέρασμά του στη Βασιλεία του Θεού, εκεί που χαίρει και αγάλλεται, αρχίζοντας ταυτόχρονα όμως και το μεγαλύτερο πια «διακόνημά» του: την προσευχή του για χάρη μας, εμάς που βρισκόμαστε ακόμα στον κόσμο τούτο και ταλαιπωρούμαστε από τα πάθη μας και τον πεσμένο στην αμαρτία κόσμο μας. 

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΠΕΡΣΗΣ

 


«Ο άγιος Ιάκωβος ήταν επί των βασιλέων Ονωρίου και Αρκαδίου, χριστιανός από γονείς χριστιανούς, κατοικούσε στην πόλη Βηθλαβά, στη χώρα των Ελουζησίων, από γένος έντιμο και λαμπρό, και ετιμάτο πολύ από τον βασιλιά Ισδιγέρδο. Γι’  αυτόν τον λόγο, επειδή δηλαδή τον αγαπούσε πολύ ο βασιλιάς των Περσών, απομακρύνθηκε από την πίστη των Χριστιανών και ακολούθησε τον βασιλιά, οδηγούμενος έτσι στην απώλεια με την άρνηση του Χριστού. Όταν όμως η μητέρα του και η σύζυγός του διέκοψαν την κοινωνία τους με αυτόν, διότι προτίμησε την αγάπη του βασιλιά από την αγάπη του Χριστού, και για την πρόσκαιρη δόξα επέλεξε την αιώνια ντροπή και κατάκριση – κάτι που του το μήνυσαν με γράμματα που του έστειλαν – πληγώθηκε στην ψυχή και απομακρύνθηκε από τη μάταια θρησκεία του βασιλιά, οπότε άρχισε να κλαίει για όσα αμάρτησε, καθώς αποστάτησε από τον Χριστό. Για τον λόγο αυτό οδηγείται σε εξέταση, ενώ ο βασιλιάς δυσαρεστήθηκε  πάρα πολύ από το γεγονός. Αποτέλεσμα ήταν να υποστεί πικρό θάνατο, με την κατάτμηση λίγο λίγο της αρμονίας του σώματος: των χεριών και των ποδιών και των βραχιόνων, ώστε να μείνει μόνον σ’  αυτόν το κεφάλι με την κοιλιά. Έπειτα του αφαίρεσαν και το κεφάλι με μαχαίρι».

Η μητέρα και η σύζυγος του αγίου Ιακώβου έπαιξαν τον ρόλο του αλείπτη, δηλαδή του πνευματικού προπονητή του, όταν η συναισθηματική προσκόλληση του αγίου στον βασιλιά των Περσών τον απομάκρυνε από την πίστη του Χριστού. Όπως σημειώνει ο υμνογράφος: «Δέχτηκες τη νουθεσία των πιο οικείων προσώπων σου με φρόνηση, και με χαρά προχώρησες προς τους μαρτυρικούς αγώνες». Και: «πεισθείς τη καλή συζύγω…ανεδείχθης μάρτυς θαυμαστός».  Όπως συνέβαινε ιδίως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οπότε και αναφάνηκε ο συγκεκριμένος αυτός θεσμός: να καθοδηγούνται από έμπειρους πνευματικούς, τους αλείπτες ονομαζομένους,  οι αρνησίχριστοι, ώστε μετά από προετοιμασία να πηγαίνουν στο μαρτύριο, ομολογώντας την πίστη τους εκεί που αρνήθηκαν τον Χριστό, έτσι και με τον Ιάκωβο: χωρίς να έχουν συνείδηση επακριβώς του συγκεκριμένου ρόλου τους η μητέρα και η γυναίκα του, αυθόρμητα, έγιναν το όργανο του Θεού για να μεταστραφεί και πάλι εκείνος, και μάλιστα να φτάσει στο μαρτύριο. Και τι μαρτύριο; Τέτοιο που ο υμνογράφος μάς προτρέπει να στενάξουμε και να κλάψουμε, βλέποντας το τι πέρασε με την ομολογία του Χριστού. «Από ψυχής στενάξωμεν πάντες, δάκρυα εκχέοντες, καθορώντες πικρώς τον Μάρτυρα μελιζόμενον».

Το τρομερό αυτό μαρτύριο όμως που υπέστη – «υπέμεινες καρτερικά το κόψιμο των δαχτύλων και των χεριών σου και των βραχιόνων σου, όπως και των ποδιών και των κνημίδων σου» - δηλωτικό της γνήσιας μεταστροφής και μετάνοιάς του, τον έκανε να αναφανεί ως νέο αστέρι εκ Περσίδος, καθοδηγητικό των υπολοίπων χριστιανών. Ο υμνογράφος του άγιος Θεοφάνης, έκθαμβος μπροστά πια στα φοβερά μαρτύριά του, τον θεωρεί ως αντίστοιχο με το αστέρι που καθοδήγησε κατά τη Γέννηση του Κυρίου τους εκ Περσίδος μάγους. Ο άγιος Ιάκωβος μάς φέρνει μπροστά στον Χριστό μέσω του μαρτυρίου του. Εκείνον προβάλλει το πάθος του, το οποίο βεβαίως κατανοείται ως μαρτύριο «κοινωνίας των παθημάτων του Χριστού». «Ο Ιάκωβος ο Πέρσης άστραψε σαν το αστέρι που φάνηκε στους Μάγους κατά τη Γέννηση του Χριστού και τους καθοδήγησε προς την αληθινή επίγνωση». Και: «Ο Χριστός ανέτειλε στους ανθρώπους τον θείο Ιάκωβο ως νεοφανή αστέρα…και δι’  αυτού έδιωξε τη σκοτεινιά της πλάνης». Ο παραλληλισμός που κάνει ο υμνογράφος, λόγω της αφορμής που του δίνει η εκ Περσίας καταγωγή του Ιακώβου, είναι καταπληκτικός. Διότι έτσι τονίζει με πράγματι μοναδικό τρόπο τη δύναμη του χριστιανικού μαρτυρίου: ο θάνατος ενός χριστιανού δίνει τη μεγαλύτερη ώθηση στην πίστη των ανθρώπων. Είναι όντως ένα φως που καθοδηγεί τους εν σκότει ευρισκομένους.

Ο Θεοφάνης όμως, πέραν των ανωτέρω, κάνει και δύο ακόμη σημαντικές επισημάνσεις.  Πρώτον∙ ο άγιος Ιάκωβος τελικώς με τη μεταστροφή του αποδεικνύεται πράγματι έξυπνος. Ενώ ένας κοσμικός άνθρωπος, με κριτήρια απιστίας, θα έλεγε ότι εκμεταλλευόμενος τη σχέση του με τον βασιλιά, όπως και τη θέση και τα πλούτη που του εξασφάλιζε η γνωριμία του αυτή, τότε ήταν πραγματικά έξυπνος, με τα κριτήρια της πίστεως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Και δικαίως: έξυπνος τελικώς είναι εκείνος που προκρίνει το αιώνιο από το πρόσκαιρο και το φθαρτό. Κι αυτό έκανε ο άγιος Ιάκωβος. «Περιφρόνησες, στεφανηφόρε Ιάκωβε, γιατί είχες φρόνηση, το φθαρτό και το ευδιάλυτο των πρόσκαιρων πραγμάτων. Σαν έξυπνος δε άνθρωπος προτίμησες το ασάλευτο των αιωνίων πραγμάτων». Πόσο πρέπει να τονίζουμε την αλήθεια αυτή και σήμερα, που δυστυχώς δεν μπορούμε να δούμε το προέχον των αιωνίων από τα προσωρινά και φθαρτά. Και είμαστε και χριστιανοί.

Δεύτερον∙ ο άγιος Ιάκωβος, όπως τον παρουσιάζει ο υμνογράφος, εξαγγέλλει επίσης μία αλήθεια που δεν λαμβάνεται υπόψη όσο πρέπει: ό,τι υφίσταται ένας πιστός χάριν της πίστεώς του, τόσο αυτό που υφίσταται αναπληρώνεται αντιστοίχως από τον Θεό και γίνεται η δόξα του. Σαν τον Σταυρό του Κυρίου: το Πάθος έγινε η δόξα Του. Με τη διατύπωση του ιδίου του υμνογράφου: «Ει και τα μέλη μου αισθητά όντα τέμνετε, αλλ’ έχω Χριστόν, νοητώς μοι τα πάντα γινόμενον» - Αν και τα μέλη μου που είναι αισθητά τα κομματιάζετε, όμως έχω τον Χριστό, που νοητά γίνεται τα πάντα για μένα. Με άλλα λόγια: ο πιστός, έστω κι αν βλέπει να του παίρνουν τα πάντα,  όσο έχει τον Χριστό, όσο η πίστη του είναι ζωντανή, θα βλέπει Εκείνον να του αναπληρώνει ό,τι έχασε με τρόπο θαυμαστό. Αλλά καταντάμε κουραστικοί κάθε φορά: έχουμε την πίστη Του; Κρατάμε τον Χριστό;

26 Νοεμβρίου 2023

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ- ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ!

Όταν η Εκκλησία μας έρχεται διά της υμνολογίας μας να μας πει ότι ο άγιος Στυλιανός ο Παφλαγών ισοσταθμίζεται με τεράστια πνευματικά αναστήματα αγαπημένα του Θεού: τον προφήτη και κριτή Σαμουήλ, τον προφήτη Ιερεμία, τον προφήτη Ηλία, τον Μωυσή, τον τρισμέγιστο Ιωάννη τον Πρόδρομο, τότε βρισκόμαστε ενώπιον ενός αγίου ανθρώπου που δεν είναι των κοινών μέτρων. Γιατί υπάρχουν και τέτοιοι άγιοι, «κοινοί», που αγαπούν τον Χριστό αλλά χωρίς να καταθέτουν «ολοκληρωτικά» τον εαυτό τους σ’ Αυτόν, ή καλύτερα που αγωνίζονται να στραφούν προς Εκείνον, αλλά δεν τα καταφέρνουν πάντοτε, καθώς η αδύναμη θέλησή τους προσκλίνει επικίνδυνα και συχνά στα του κόσμου και στα πάθη τους – ό,τι ζούμε δυστυχώς οι πολλοί που κι εμείς λόγω του αγίου βαπτίσματός μας χαρακτηριζόμαστε «άγιοι».

Με τον άγιο Στυλιανό όμως βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα φαινόμενο που το μόνο που διαπιστώνουμε είναι η διαρκής ανοδική πορεία, η αδιάκοπη πνευματική ανάβαση. Τα λίγα στοιχεία που διαθέτουμε, αλλά αρκετά για να καταλάβουμε τι γίνεται, το επιβεβαιώνουν: από μικρός, στραμμένος προς τον Θεό∙ νεαρός, αφιερωμένος ως μοναχός μαζί με άλλους ασκητές∙ πιο ώριμος, αναζητητής με ευλογία του μοναστηριού του της πιο ερημητικής ζωής, ζώντας σε σπήλαιο και τρεφόμενος από άγγελο σαν τον προφήτη Ηλία∙ δέκτης αργότερα χαρισμάτων από τον Θεό για χάρη του λαού: θαυματουργός και ιεραπόστολος διά των προσευχών του∙ κι έπειτα διαχρονικά και αιώνια: ισχυρός πρεσβευτής των πιστών που χειμαζόμαστε στον κόσμο τούτο, ιδίως μάλιστα των παιδιών. Πόσο ευαίσθητη άραγε καρδιά είχε ο άγιος αυτός, ώστε ο Θεός να τον χαριτώσει με την ευλογία της θεραπείας των παιδιών; - και μόνο η επίκληση του ονόματός του, και όσο ζούσε και μετέπειτα, και μόνο η θέα του διά του αγίου εικονίσματός του έφερνε το ποθητό αποτέλεσμα: την ίαση και τη θεραπεία των παιδιών και τη δυνατότητα εκ νέου για τεκνοποίηση σε ατεκνούσες γυναίκες! Στο πρόσωπο του αγίου Στυλιανού βλέπουμε τον ίδιο τον Κύριο να προτρέπει: «άφετε τα παιδία έρχεσθαι προς με∙ των γαρ τοιούτων εστί η βασιλεία των Ουρανών».

Μία είναι η εξήγηση της θαυμαστής αυτής ζωής, αδιάκοπα ανοδικής όπως είπαμε: η χάριτι Θεού επιλογή του να ακολουθεί τον Χριστό με ολοκληρωτικά στραμμένο προ Εκείνον το φρόνημά του! Το σημειώνει ο άγιος υμνογράφος, όσιος  Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, με πολλούς τρόπους: ο Στυλιανός «ηκολούθησε τω Χριστώ τελείω φρονήματι εκ νεότητος»! Ακολούθησε τον Χριστό, αλλά με ολόκληρο τον εαυτό του, και ψυχικά και σωματικά. Ό,τι ζητά ο Κύριος, «να αγαπήσουμε τον Θεό με όλη την ψυχή μας, την καρδιά μας, τη διάνοιά μας, τη δύναμή μας», αυτό έκανε ο Στυλιανός παιδιόθεν. Η διψυχία που παρουσιάζουμε συχνά οι απλοί χριστιανοί, πότε με τον Θεό πότε με τον κόσμο, ήταν κάτι ξένο και απαράδεκτο γι’ αυτόν. Γρανιτένια θέληση και παγιωμένη στον βράχο που είναι ο Χριστός – αυτό αποφάσισε για τη ζωή του. Που θα πει: έβαλε τον θάνατο ως βασικό στοιχείο της πίστεώς του. Να μείνει πιστός στον Χριστό και το άγιο θέλημά Του δηλαδή κι ας πεθάνει – «γίνου πιστός άχρι θανάτου» που λέει το Πνεύμα του Θεού. Και γι’ αυτό γεύτηκε το αποτέλεσμα: να μαγνητίσει τον Θεό, να γίνει η καρδιά και όλη η ύπαρξή του «καταγώγιον του Πνεύματος», να γίνει μία άλλη «Παναγία» στον κόσμο μας. Υποκλινόμαστε στον Χριστό-Στυλιανό. Και τον παρακαλούμε να πρεσβεύει και για εμάς, για τα παιδιά μας, για τα παιδιά όλου του κόσμου.  

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Ο ΠΑΦΛΑΓΩΝ

«Ο όσιος Στυλιανός αγιάστηκε ήδη από τη μήτρα της μητέρας του και έγινε κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Έδωσε μάλιστα ό,τι περιουσία  είχε στους πτωχούς και ακολούθησε τον μοναχικό βίο, ξεπερνώντας όλους στην επίπονη άσκηση και τη σκληραγωγία. Έπειτα πήγε στην έρημο, κι αφού βρήκε ένα σπήλαιο ως τόπο κατοικίας, δεχόταν τροφή από θείο άγγελο κι έγινε θεραπευτής ποικίλων ανιάτων παθών. Όταν κάποτε ο φθοροποιός θάνατος, προσβάλλοντας  νεογνά, έκανε άτεκνες αυτές που είχαν γεννήσει, οι μητέρες επικαλούνταν το όνομα του αγίου και φτιάχνοντας το τίμιο εικόνισμά του ξαναγίνονταν και πάλι ικανές προς τεκνοποιία. Όταν πέθανε, το σώμα του κατατέθηκε στη χώρα των Παφλαγόνων, επιτελώντας πολλές ιάσεις και θαυματουργίες».

Ο όσιος Στυλιανός θεωρείται προστάτης των παιδιών: των νηπίων, των βρεφών, των νεογνών. Ο ίδιος ο Θεός φανέρωσε τη θέλησή Του  να θεραπεύονται τα παιδιά με την επίκληση του ονόματός του, που γινόταν ίαμα σ’ αυτά και στις μητέρες τους (Συναξάρι).  Ποια η αιτία του χαρίσματος αυτού; Κατά τον υμνογράφο του όσιο Γεράσιμο Μικραγιαννίτη, επειδή αγιάστηκε ήδη από την κοιλιά της μητέρας του. «Ηγίασε, Πάτερ,  σε ο Θεός εκ κοιλίας μητρός». Κι αυτό γιατί ο Θεός προείδε με την παγγνωσία Του τη θετική προς Αυτόν στάση του, οπότε τον χαρίτωσε με πλούσια χαρίσματα και σημεία. «Εξ απαλών ονύχων ο Θεός σ’ έκανε δικό Του, γιατί προείδε την αγαθή ζωή σου». Η από τόσο νωρίς κλήση του από τον Θεό μάλιστα κάνει τον υμνογράφο να τον παραλληλίζει με γιγάντια αναστήματα του παρελθόντος, που και αυτά είχαν κληθεί με αντίστοιχο τρόπο: τον ένθεο προφήτη Σαμουήλ, τον ένδοξο προφήτη Ιερεμία, τον Πρόδρομο του Κυρίου, μέγα Ιωάννη τον Βαπτιστή.

Ο περιορισμός όμως των χαρισμάτων του μόνο στον κόσμο των παιδιών θα ήταν μία συρρίκνωση της θαυμαστής παρουσίας του στην Εκκλησία. Διότι η Εκκλησία τον προβάλλει, πέρα από προστάτη των παιδιών, και ευρύτερα ως έναν από τους στύλους της ζωής της: «στύλος άσειστος της Εκκλησίας ανεδείχθης, μακάριε» (απολυτίκιο). Χρειάζεται να το εξηγήσουμε. Η Εκκλησία μας βεβαίως στηρίζεται στον Κύριο Ιησού Χριστό, ο Οποίος αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της, όμως ο Ίδιος  θέλησε να μαρτυρείται στον κόσμο και να στερεώνονται οι άνθρωποι και μέσω των πιστών Του. Εκείνος είπε ότι οι μαθητές Του θα αποτελούν τους μάρτυρές Του στον κόσμο «μέχρι τα πέρατα της γης». Από την άποψη αυτή, ο πιστός που με συνέπεια ακολουθεί τον Κύριο, σαν τον όσιο Στυλιανό που «ακολούθησε τον Χριστό με τέλειο φρόνημα», γίνεται κι αυτός ένας στύλος της Εκκλησίας: οι άνθρωποι μπορούν να στηρίζονται επάνω του, βλέποντας στο πρόσωπό του την παρουσία Εκείνου.

Ποιο το κύριο γνώρισμα της αγιασμένης ζωής του; Ο άγιος «διέπρεψε στην καθαρότητα των ηθών και στους ιερούς αγώνες για να αποκτήσει την τελειότητα των αρετών ως άγγελος». Κι αυτό θα πει ότι αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του, ώστε να ζήσει την αγάπη του Θεού, ήταν η εγκράτεια. Επανειλημμένως η ακολουθία του αναφέρει ότι υπήρξε «στήλη έμψυχος της εγκρατείας» και «της εγκρατείας αληθής υποτύπωσις». Δεν είναι τυχαίο ότι προβάλλεται «ως άσαρκος», «καθώς θεώρησε βδέλυγμα εντελώς την αίσθηση των φθαρτών», ζώντας σε ένα σπήλαιο και τρεφόμενος από άγγελο του Θεού. Η εγκράτειά του όμως δεν πρέπει να εννοηθεί αιρετικά: ως αποχή των αισθητών από μίσος προς αυτά ή από  άρνηση γενικότερα προς τη ζωή. Η εγκράτεια, χριστιανικά, είναι η απομάκρυνση από τη γοητεία του κόσμου των αισθήσεων, διότι ο χριστιανός έχει προσανατολίσει με αγάπη τον νου και την καρδιά του προς τον Θεό. Η εγκράτεια δηλαδή είναι μία γενική αρετή, που χαρακτηρίζει όλη τη ζωή του ανθρώπου. «Ο πιστός εγκρατεύεται ως προς όλα» (Παύλος).

Που σημαίνει: δεν είναι δυνατόν να στραφεί κάποιος προς τον Θεό, αν ταυτοχρόνως δεν αγωνίζεται να απεγκλωβιστεί από τον μαγνήτη των παθών. «Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν». Δεν μπορεί, για παράδειγμα, να ακολουθεί κανείς τα ίχνη του Χριστού, χωρίς να θέλει να νηστεύει. Η νηστεία, ως στοιχείο εγκράτειας, δηλώνει το πού έχει ρίξει ο πιστός το κέντρο βάρους της ψυχής του. Αδυναμία νηστείας – εννοείται χωρίς να υπάρχει ιατρικός λόγος – σημαίνει ότι η ψυχή είναι «δεμένη» με τα πράγματα του κόσμου και όχι με τον Χριστό.  Έτσι η εγκράτεια κατανοείται με θετικό τρόπο: σαν το ελατήριο που συμπιεζόμενο φαίνεται ότι μικραίνει, μαζεύει όμως τεράστια ενέργεια. Οπότε ασκούμενη σωστά δίνει τη δύναμη για να «πετάξει» ο άνθρωπος ακολουθώντας τα χνάρια του Χριστού. Στην πραγματικότητα είναι το «απαρνησάσθω εαυτόν» που είπε ο Κύριος, για να γίνει κάποιος ακόλουθος και μαθητής Του. «Τα έχασαν με την ασκητική σου διαγωγή, σοφέ Στυλιανέ, όσοι σε είδαν να ζεις σαν άγγελος από τον έρωτα του Θεού που είχες», σημειώνει για τον άγιο επί του θέματος ο υμνογράφος. Να δώσει ο Θεός διά του αγίου να ζούμε και εμείς με λίγη εγκράτεια, σ’  έναν κόσμο που ταλανίζεται μεν από ποικίλες κρίσεις, αλλά παραδέρνεται συνήθως από τις διάφορες ηδονές.