13 Δεκεμβρίου 2023

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ, ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ, ΕΥΓΕΝΙΟΣ, ΜΑΡΔΑΡΙΟΣ ΚΑΙ ΟΡΕΣΤΗΣ

 

«Οι πέντε αυτοί μάρτυρες ήταν Καππαδόκες κατά το γένος, στα χρόνια του Διοκλητιανού, που σέβονταν από τους προγόνους τους τον Χριστό κατά τρόπο όμως κρυφό. Ομολόγησαν με παρρησία κάποια στιγμή την πίστη τους, γι’ αυτό και υποβλήθηκαν σε πολυειδή βασανιστήρια από τον ηγεμόνα Λυσία. Και οι μεν τρεις πέθαναν στα βασανιστήρια, ο δε Ευστράτιος και ο Ορέστης επέζησαν και στάλθηκαν στη Σεβάστεια, στον διοικητή όλης της Ανατολής, τον Αγρικόλαο, ο οποίος διέταξε να ριχτούν στην πυρά, το 296, οπότε και τελειώθηκαν. Ήταν δε ο Ευστράτιος άνδρας λόγιος και κάτοχος της ρητορικής τέχνης, πρώτος από τους αξιωματικούς του Λυσία και με το αξίωμα του χαρτοφύλακα στην επαρχία του, αξίωμα που στα λατινικά λέγεται σκρινιάριος. Στο όνομα του αγίου Ευστρατίου επιγράφεται  η ευχή που λέγεται στο μεσονυκτικό του Σαββάτου «Μεγαλύνων μεγαλύνω σε, Κύριε…», όπως στον άγιο Μαρδάριο αποδίδεται η ευχή που λέγεται στην Γ΄ ώρα και αλλού «Δέσποτα Θεέ, πάτερ παντοκράτορ…».

«Η πεντάχορδος λύρα και πεντάφωτος λυχνία», κατά την υμνογράφο αγία Κασσιανή, οι πέντε δηλαδή μάρτυρες που εορτάζουμε σήμερα: ο Ευστράτιος, ο Αυξέντιος, ο Ευγένιος, ο Μαρδάριος και ο Ορέστης, χαρακτηρίζονται από τη θερμή αγάπη τους προς τον Κύριο. Η αγάπη τους αυτή, η τέλεια και απολύτως σταθερή, ήταν εκείνη που αποτελούσε την κινητήρια δύναμη, προκειμένου να αντέξουν τα πάμπολλα είδη μαρτυρίων που υπέστησαν, χωρίς να καμφθούν καθόλου. Κι αυτήν την αγάπη τους την έδειξαν, κατά τον υμνογράφο τους, όχι μόνο στην πράξη, με τα μαρτύριά τους δηλαδή, αλλά και με τον λόγο τους - με την ομολογία της πίστεώς τους και τη μαρτυρία ότι ο Χριστός είναι γι’ αυτούς ό,τι μπορεί να έχει αξία σ’ αυτήν τη ζωή. «Οι άγιοι επέδειξαν την προς Εσένα, Κύριε, τέλεια και σταθερή αγάπη, με τα λόγια και με τα παθήματα και τις πολύτροπες στερήσεις της ζωής». Και: «Ο Χριστός είναι για μένα τα πάντα, φώναζε δυνατά ο Μαρδάριος: και πατρίδα και αξία και όνομα. Διότι από σένα έμαθε τούτο, Ευστράτιε».

Είναι συγκινητική η ομολογία αυτή του αγίου Μαρδαρίου, αλλά και των υπολοίπων μαρτύρων, γιατί μας αποκαλύπτει πως για τους αγίους ο Χριστός δεν είναι κάτι στη ζωή τους, έστω και πολύ σημαντικό, αλλά τα πάντα. Είναι δηλαδή Εκείνος που προσδιορίζει την ύπαρξή τους και όλη την ψυχοσωματική τους οντότητα. Το «Χριστός μοι αντί πάντων» αποτελεί την επιβεβαίωση αυτού που έλεγαν όλοι οι άγιοι μάρτυρες, οι οποίοι σε κάθε ερώτηση του ανακριτή και του δημίου τους απαντούσαν με το «Χριστιανός ειμι», όπως και τη συνεπή συνέχεια της ομολογίας του αποστόλου Παύλου, που διαλαλούσε το «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» και «εμοί το ζην Χριστός». Για τους χριστιανούς επομένως η όποια αξία της ζωής είναι αξία στον βαθμό που σχετίζεται με τον Χριστό, όπως και η αυτοσυνειδησία τους, η ταυτότητά τους εξαρτάται απολύτως και αποκλειστικά από Εκείνον.

Η αγάπη τους προς τον Κύριο, είπαμε, εκφραζόταν και με τον λόγο. Πράγματι, οι υμνογράφοι (διότι είναι περισσότεροι του ενός) της ακολουθίας των αγίων επανέρχονται «πάλιν και πολλάκις» στο εκ Θεού χάρισμα του λόγου τους, κατεξοχήν δε  στη φιλοσοφική και ρητορική δεινότητα του αγίου Ευστρατίου. «Με ρητορικά λόγια ο στρατιώτης του Χριστού κατέπληξε τους άνομους», και «Τον μεταξύ των μαρτύρων μεγάλο Ευστράτιο, που αναδείχτηκε φιλόσοφος με τη θεία σοφία και αποδείχτηκε ρήτορας με το κάλλος των λόγων», θα πει ο άγιος Γερμανός, ένας από τους εγκωμιαστές του αγίου Ευστρατίου. «Ρητόρων ευγλωττότερος» ή «τον ρήτορα Ευστράτιον» θα σημειώσει αλλού άλλος υμνογράφος του. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η επιμονή αυτή των υμνογράφων, διότι φανερώνει -  ιδίως για την εποχή μας που είναι εποχή πληθωρισμού λόγων χωρίς αντίκρισμα, συνεπώς μία αργολογία και ματαιολογία -  ότι τότε έχουν σημασία τα λόγια, όταν αφενός αναφέρονται στην ίδια την αλήθεια, που λειτουργεί σαν μαχαίρι απέναντι στο ψεύδος («άρπαξες από τον εχθρό το μαχαίρι των λόγων και με αυτό απέκοψες την αντιλογία του ψεύδους»), αφετέρου επιβεβαιώνονται από την ίδια τη ζωή που φτάνει μέχρι το μαρτύριο. Ο άγιος Ευστράτιος δηλαδή, όπως και οι άλλοι, χρησιμοποίησαν τον λόγο, για να ομολογήσουν  Χριστό. Και υπομνημάτισαν τον λόγο τους, άρα και την αλήθεια του λόγου αυτού, με τα αθλητικά στίγματά τους. «Με ρητορικά λόγια κατέπληξε τους άνομους, με τα στίγματα στο σώμα του από την άθληση του μαρτυρίου του κατατρόπωσε τις δυνάμεις του εχθρού, ο ένδοξος και δυνατός αθλοφόρος Ευστράτιος».

Έτσι οι άγιοί μας έδειξαν με τη ζωή τους ότι η θεολογία της Εκκλησίας μας κινείται όχι κατά τρόπο αριστοτελικό, δηλαδή με βάση την ανθρώπινη φιλοσοφία, όσο σπουδαία κι αν είναι αυτή, αλλά κατά τρόπο αλιευτικό, δηλαδή με ό,τι κήρυξαν και δίδαξαν οι μάρτυρες του Χριστού, άγιοι απόστολοι. Είναι πολύ ωραία η εμμελής καταγραφή της παραπάνω αλήθειας από την αγία και πάλι Κασσιανή στο δοξαστικό των αποστίχων του όρθρου: «Οι άγιοι μάρτυρες προτίμησαν τη σοφία των Αποστόλων παραπάνω από την παιδεία των Ελλήνων, γι’ αυτό  άφησαν κατά μέρος τα βιβλία των ρητόρων και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με τα βιβλία των αλιέων. Διότι στα πρώτα υπάρχει ευγλωττία απλών λόγων, ενώ στα θεία λόγια των αγραμμάτων διδάσκονταν τη θεολογία της αγίας Τριάδος». Η ίδια μάλιστα αγία υμνογράφος δίνει μ’ έναν πολύ δυνατό στίχο της το στίγμα των σημερινών αγίων και τη θέση που έχουν στην Εκκλησία. «Χαίροις ο ισάριθμος χορός των φρονίμων Παρθένων» εγκωμιάζει. Νομίζουμε ότι πιο άμεση αποτίμηση της αγιότητάς τους από τον παραλληλισμό αυτό με τις  φρόνιμες παρθένους που εισήλθαν στον νυμφώνα με τον νυμφίο Χριστό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

ΤΟ "ΜΥΣΤΙΚΟ" ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ (12 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

«Ὁ Χριστός ἐνήργει ἐν τῷ ἁγίῳ Σπυρίδωνι», ώστε να καταστεί αυτός μέγας θαυματουργός άγιος. Και μπόρεσε να βρει δίοδο μέσα του, λόγω της καθαρής του καρδιάς της γεμάτης από έλεος και ευσπλαγχνία, που σημαίνει ότι εκείνο που θέτει εμπόδιο στην έλευση του Κυρίου μέσα μας είναι αποκλειστικά και μόνον ο εγωισμός μας, δηλαδή η αμαρτία μας. Κι είναι ευνόητο: πώς σε μια καρδιά γεμάτη από το εγώ, το οποίο λειτουργεί πάντοτε με κατακτητικό τρόπο που δεν αφήνει τίποτε άλλο δίπλα του, θα μπορέσει να συνυπάρξει ή να ’βρει λίγο χώρο η χάρη του Θεού; «Εγώ» και «χάρη Θεού» είναι αντιθετικές πραγματικότητες, κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου, «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν».

 Και η Εκκλησία μας έρχεται και μας παίρνει από το χέρι για να μας πάει σε βαθύτερα επίπεδα του εσωτερικού κόσμου του αγίου Σπυρίδωνα. Κυριάρχησε ο Χριστός μέσα στην καρδιά του αγίου εξορίζοντας τον νοσηρό εγωισμό του, έγινε δηλαδή «καταγώγιον θείου Πνεύματος», διότι «ἐγένετο ἔμπλεως ἀποστολικῆς διδασκαλίας» και  έζησε «δι’ ἐναρέτου πολιτείας». Να λοιπόν το «μυστικό» της πνευματικής ζωής του αγαπημένου αυτού αγίου: Στράφηκε με δύναμη ψυχής – ενισχυόμενος προφανώς από τη χάρη του Θεού – στην αληθινή εικόνα του Χριστού που κηρύσσει η αποστολική εκκλησιαστική παράδοση, και αγωνίστηκε, όση αυτώ δύναμις, να τηρήσει τις άγιες εντολές Εκείνου.  Αλήθεια πίστεως της Εκκλησίας και ενάρετη ζωή. Όπου υπάρχει η έφεση στα δύο αυτά, εκεί έχουμε Πνεύμα Θεού, εκεί έχουμε αγιότητα, εκεί λοιπόν κηρύσσεται ορθά ο Θεός και προσφέρονται ιάματα ψυχής και σώματος σε όλους τους ανθρώπους.

11 Δεκεμβρίου 2023

Ο ΠΙΟ ΚΑΛΟΣ ΜΑΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

«Πολλές συμβουλές δίνονται για το συμφέρον μας, τίποτε όμως δεν είναι πιο αρμόδιο στον καθένα από τη δική του γνώμη, δηλαδή τη συνείδησή του» (όσιος Μάρκος ο ασκητής, Περί πνευματικού νόμου, κεφ. 68).

Ο όσιος Μάρκος (4ος αι.) αποτελεί έναν από τους μεγάλους ασκητικούς διδασκάλους, που επηρέασε θετικά τη ζωή πολλών συνανθρώπων του διαχρονικά, όπως τον όσιο Συμεών τον νέο θεολόγο για παράδειγμα – δεν είναι τυχαίο ότι στη Βυζαντινή εποχή επικρατούσε η γνώμη «πώλησον πάντα και αγόρασον Μάρκον»! Στο συγκεκριμένο μικρό κεφάλαιο του έργου του «Περί πνευματικού νόμου» προβαίνει σε μία εξαιρετική παρατήρηση που αποκαλύπτει τη βαθειά γνώση του για τον άνθρωπο, γνώση που απέκτησε και από τη μελέτη της Αγίας Γραφής και των προγενεστέρων από αυτόν Πατέρων, κυρίως όμως από την ασκητική του πείρα δεκαετιών πνευματικής εκκλησιαστικής ζωής.

Τι παρατηρεί ο άγιος; Πολλοί άνθρωποι γύρω μας – κι εμείς οι ίδιοι για τους άλλους – είναι έτοιμοι να μας βοηθήσουν με τη συμβουλή τους, όταν αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα, συχνά μάλιστα και όταν δεν έχουμε πρόβλημα, και να μας υποδείξουν πράγματι το συμφέρον για εμάς. Αλλά και πολλά βιβλία υπάρχουν, παλαιότερα και νεώτερα, που εξίσου μας βοηθούν με τα γραφόμενά τους στην επιλογή της ορθής κατεύθυνσης της ζωής μας -  η Αγία Γραφή, τα Πατερικά κείμενα, όλα τα εκκλησιαστικά γενικώς βιβλία δεν εντάσσονται μέσα σ’ αυτήν τη χορεία των ωφέλιμων βιβλίων; Υπάρχει μάλιστα μία τέτοια ετοιμότητα παροχής συμβουλών από κάποιους συνανθρώπους μας, που λειτουργεί μάλλον αρνητικά ακόμη κι όταν χρειαζόμαστε τη γνώμη και τη συμβουλή τους – νιώθουμε ότι συμπεριφέρονται ως οι δάσκαλοι που από θέση ισχύος και αφ’ υψηλού μάς προσφέρουν τα φώτα τους! Για τέτοιους «έτοιμους» προς διδασκαλία ανά πάσα στιγμή πρέπει να προέτρεψε ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος στην καθολική επιστολή του «μη πολλοί διδάσκαλοι γίνεσθε, αδελφοί μου, ειδότες ότι μείζον κρίμα ληψόμεθα» - γνωρίζοντας ότι θα λάβουμε μεγαλύτερη καταδίκη!

Ανεξάρτητα όμως από τις συμβουλές που καλή ή κακή τη πίστει δίνουμε στους άλλους, συμβουλές πάντα για το συμφέρον τους που ο άγιος Μάρκος δεν αμφισβητεί, προβαίνει είπαμε στη βαθειά ανθρωπολογική παρατήρηση: ό,τι καλή συμβουλή κι αν μας δώσει ο άλλος, ο συνάνθρωπος, εάν εμείς οι ίδιοι δεν την αποδεχτούμε μέσα μας, αν δηλαδή δεν γίνουμε οι ίδιοι συμβουλάτορες και «ποιμένες» του εαυτού μας μέσω της συνειδήσεώς μας, μικρή επίδραση μπορεί να έχει για τη ζωή μας. Γιατί αυτό; Διότι - πέραν του γεγονότος ότι ο καθένας γνωρίζει καλύτερα από τους άλλους το τι συμβαίνει μέσα του, όπως σημειώνει ο απόστολος Παύλος:  «ουδείς γινώσκει ανθρώπων τα του ανθρώπου ει μη το πνεύμα του ανθρώπου το εν αυτώ» - ο ίδιος τελικώς είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τον εαυτό του και η δοσμένη από τον Θεό ελευθερία του είναι το πιο καθοριστικό και «κανονιστικό» στοιχείο για την πορεία της ζωής του. Όταν ο ίδιος ο Κύριος καλούσε να Τον ακολουθούν «όσοι θέλουν»  - «όστις θέλει οπίσω μου ελθείν» - τι άλλο ήθελε να μας πει πέραν της αλήθειας αυτής; Γι’ αυτό και δεν έχει καμία σημασία η διά της βίας επιβολή μίας «πνευματικής» ζωής επάνω μας, (και δεν εννοούμε τη χρήση βίας της οργανωμένης Πολιτείας εναντίον αυτών που χρησιμοποιούν βία κατά των άλλων!), μάλιστα καταφέρνει το εντελώς αντίθετο: να αντιδρούμε έστω κι αν αναγνωρίζουμε τον θετικό για εμάς χαρακτήρα της! «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω» ακούγεται ο παρήγορος λόγος του Κυρίου για τον καθένα μας. «Όποιος ακούσει και μου ανοίξει, θα εισέλθω και θα παρακαθήσω μαζί του».

Οπότε το ζητούμενο για τον άγιο που εκφράζει συνολικά την ανθρώπινη φύση εν προκειμένω, είναι να στρέψει ο καθένας την προσοχή του στην επιμέλεια της συνειδήσεώς του – αυτή δίνει τις πιο ορθές συμβουλές ως η πιο αρμόδια! Κι επιμέλεια σημαίνει να φροντίζει ο άνθρωπος να τη διατηρεί καθαρή με την τήρηση των εντολών του Θεού. Όσο ο πιστός «κυνηγάει» με επίγνωση, δηλαδή με δική του ευθύνη και απόφαση, τους λόγους του Κυρίου για να τους εφαρμόσει, τόσο και μεταθέτει εαυτόν στον χώρο συντονισμού του με το φως του Θεού, συνεπώς πορεύεται μέσα στο άπλετο φως της παρουσίας Εκείνου – γίνεται όντως «θεοδίδακτος». Γι’ αυτό και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι το αμέσως επόμενο κεφάλαιο του κειμένου του αγίου Μάρκου λέει: «Εάν αποζητείς τη θεραπεία της ψυχής, να επιμελείσαι τη συνείδησή σου. Να εφαρμόζεις όσα σου υπαγορεύει και θα ωφεληθείς» (69).

Ποιο το πρακτέο; Μη σπεύδουμε πρώτα από όλα να κάνουμε το δάσκαλο, δίνοντας συμβουλές. Ακόμη κι αν φορτικά ο άλλος μάς το ζητάει, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Και στην περίπτωση αυτή, μετά από προσευχή μυστική για να μας φωτίσει ο Θεός, λέμε τη γνώμη μας, αφήνοντας όμως τον άλλο να αποφασίσει τι θα κάνει. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι έχουν καταλάβει πολύ καλά το σημείο αυτό: αποφεύγουν να δίνουν συμβουλές σ’ αυτούς που καταφεύγουν στη βοήθειά τους, καθοδηγώντας τους να βρουν μόνοι τους την απάντηση στα προβλήματά τους. Γιατί μάλλον όλοι γνωρίζουμε τη «λύση» σε ό,τι μας απασχολεί, αλλά αγνοούμε τον τρόπο να την ακολουθήσουμε, ή συχνότερα δεν βρίσκουμε τη δύναμη για κάτι τέτοιο. Και το ίδιο σ’ ένα βαθμό συμβαίνει και με τους γονείς: όσο τα παιδιά τους είναι μικρά, ναι, το παράδειγμά τους πρώτιστα και ο λόγος τους έπειτα θα γίνονται οι καθοδηγοί τους. Όταν μεγαλώσουν όμως και μάλιστα στην εφηβεία τους, εκεί χρειάζεται πολύ περίσκεψη και φειδώ: η σπουδή για συμβουλές, και μάλιστα με προτεταμένο δάχτυλο, είναι η βόμβα για να κλονίσει τη σχέση των γονιών με τα παιδιά και να τους δώσει το «πάτημα» να αντιδράσουν και να κάνουν το εντελώς αντίθετο από τη συμβουλή τους. Η διαρκής ορθή πρόταση στην περίπτωση αυτή, αλλά και πάντα, είναι «να έρθουν στο φιλότιμο»! Γιατί «φιλότιμο» και προσωπική ευθύνη είναι ακριβώς το ίδιο!

Νεαρός υποτακτικός βρέθηκε στο ασκηταριό του μεγάλου οσίου Ποιμένα. Κι ο όσιος δεν του υπεδείκνυε τίποτε, δεν τον συμβούλευε. Κι όταν εκείνος παραπονέθηκε σε άλλον αδελφό της συνοδείας για τη «σιωπή» του Γέροντα, ο όγιος Γέρων που πληροφορήθηκε το παράπονο είπε: «Ό,τι βλέπει να κάνω εγώ ας κάνει και εκείνος»! Η συμβουλή με άλλα λόγια που κραυγάζει η ίδια η ζωή μας, και δευτερευόντως ο λόγος μας, είναι η πιο αξιόπιστη και δυνατή συμβουλή: κάνει τον άλλον να την αποδεχτεί ως πρόταση και της δικής του ζωής. Κι αυτή η συμβουλή πια είναι η πιο «αρμόδια»!   

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΔΑΝΙΗΛ Ο ΣΤΥΛΙΤΗΣ

«Ο όσιος Δανιήλ έζησε επί Λέοντος του μεγάλου βασιλιά, του Μακέλλη, ορμώμενος από τη Μεσοποταμία, από την περιοχή  των Σαμοσάτων, από κώμη που ονομαζόταν Μαρουθά, και οι γονείς του  ονομάζονταν Ηλίας και Μάρθα. Μετά τον πέμπτο χρόνο της ηλικίας του, οι γονείς του τον έβαλαν σε μοναστήρι, όπου διέπρεψε στην ασκητική ζωή. Όταν ήδη είχε προκόψει στην άσκηση, πήγε προς τον όσιο Συμεών τον στυλίτη και ευλογήθηκε από αυτόν. Κατά θεία αποκάλυψη, ήλθε στα μέρη της Θράκης, κοντά στο Βυζάντιο, στην περιοχή του Ανάπλου. Εκεί κλείστηκε σε κάποιο ειδωλολατρικό ναό και υπέστη πολλούς δαιμονικούς πειρασμούς. Έπειτα ανέβηκε σε κίονα, δείχνοντας πολλή άσκηση και υπομονή, σε ζέστη και σε κρύο, εκτεθειμένος στις προσβολές των ανέμων. Έκανε λοιπόν πολλά θαύματα, τόσο που η φήμη της αρετής του έφτασε και στον βασιλιά Λέοντα, όπως και στον μετά από αυτόν Ζήνωνα και τον τύραννο Βασιλίσκο. Αυτοί επισκέφτηκαν και προσκύνησαν τον άγιο, ο οποίος τους προανήγγειλε αυτά που επρόκειτο να συμβούν, και έτσι βοήθησε την αγία Εκκλησία, που πολεμείτο από τους αιρετικούς. Έζησε τη ζωή του με τρόπο όσιο και άμεμπτο και εξεδήμησε προς τον Κύριο. Τελείται η σύναξή του στην περιοχή του Ανάπλου».

Το Άγιον Όρος θεωρείται και είναι η αναφορά των ορθοδόξων ανά τα πέρατα της Οικουμένης. Μπορεί να ακούγεται ότι και εκεί υπάρχει πολύ γήινο στοιχείο, δεν παύει όμως να προσφέρει, σ’ εκείνους που θα θελήσουν,  όλες τις προϋποθέσεις για υπέρβαση των παθών τους, για κάθαρση της καρδιάς τους, για έλλαμψη θείου φωτός στην ύπαρξή τους. Αν μη τι άλλο, θεωρείται το Όρος τόπος άσκησης και αγιασμού, που στο διάβα των αιώνων γέννησε και ανέδειξε μεγάλους οσίους, οι οποίοι αποτελούν καύχημα της Εκκλησίας. Το Άγιον Όρος έτσι λειτούργησε και λειτουργεί ως σημείο προσανατολισμού, ως εικόνα που παραπέμπει πάντοτε στις αγιασμένες μορφές του, κατανύσσοντας τις καρδιές όλων των καλοπροαιρέτων ανθρώπων. Ποιος για παράδειγμα, ακούγοντας γι’ αυτό – δεν μιλάμε για εκείνους που έχοντας «χαλασμένο» νου διαστρεβλώνουν τα πάντα, παίρνοντας αφορμή από πραγματικά ή φανταστικά σενάρια σκανδάλων – δεν φέρνει στο μυαλό του μορφές σαν των οσίων Παϊσίου, Πορφυρίου, Εφραίμ του Κατουνακιώτη; Όρος Άγιον: «αρκεί το βλέπειν σε και το ακούειν περί σου» για να δώσεις όραμα και ώθηση αναγωγής στην ψυχή του κάθε πιστού!

Γιατί η αναφορά στο Άγιον Όρος σήμερα, που γιορτάζουμε τον όσιο Δανιήλ τον στυλίτη; Για τον απλούστατο λόγο ότι και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, προβάλλοντας τον όσιο, τον χαρακτηρίζουν ως «όρος Άγιον της Εκκλησίας του Χριστού». Που σημαίνει: όπως το επίγειο Άγιον Όρος ανεβάζει την ψυχή του ανθρώπου και μόνο με τη μνήμη του ή την όρασή του, το ίδιο και περισσότερο προκαλείται ο πιστός να ανέβει πνευματικά και μόνο με το άκουσμα του ονόματος του οσίου Δανιήλ. Γιατί; Διότι ο όσιος, κατά τον υμνογράφο του, είναι ο τύπος του ασκητή, του πνευματικού αθλητή, του προθυμότατου αγωνιστή, του εμπειρότατου ιατρού. «Τι να σε ονομάσουμε Δανιήλ; Ασκητή, γιατί τα πάθη σου τα υπέταξας στον νου∙ αθλητή, γιατί έδειξες υπομονή σε κάθε σκληραγωγία∙ στύλο που υψώθηκε από τη γη προς τον ουρανό, στερεωμένο στην πέτρα της αλήθειας∙ αγωνιστή προθυμότατο και ιατρό εμπειρότατο».

Ο υμνογράφος, ο άγιος Ιωσήφ, διευκρινίζει ακόμη περισσότερο τον χαρακτηρισμό του ως «όρους αγίου»: ο όσιος, υπερβαίνοντας τα πάθη του διά της εγκρατείας που επέδειξε,  έφθασε στο όρος της αληθινής απάθειας, συνεπώς, κατά την υπόσχεση του ίδιου του Κυρίου, έγινε κατοικητήριο Εκείνου, ο Οποίος ζει στην κεκαθαρμένη καρδιά του ανθρώπου. «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». «Αφού έσχισες στα δύο  την θάλασσα των παθών, Πάτερ,  με το ραβδί της εγκράτειας, την διάβηκες,  χωρίς να καταποντιστείς σ’ αυτήν, και έφτασες στο όρος της αληθινής εγκράτειας και μίλησες με τον Θεό διά της καθαρότητας του νου σου». Ο παραλληλισμός είναι σαφέστατος: ο όσιος παρομοιάζεται με τον Μωυσή, ο οποίος κατ’ εντολή του Θεού κτύπησε με το ραβδί του την ερυθρά θάλασσα, ανοίχτηκε αυτή στη μέση, διάβηκε ο λαός του Ισραήλ, ανέβηκε έπειτα ο Μωυσής στο όρος Χωρήβ για τις δέκα εντολές.

Το ιδιαιτέρως αξιοπρόσεκτο στοιχείο του ύμνου, το οποίο έρχεται και επανέρχεται σε όλη σχεδόν την ακολουθία του οσίου, είναι το γεγονός ότι ο   όσιος Δανιήλ υπερέβη τα πάθη του και ανέβηκε στον Θεό με το ραβδί της εγκρατείας. Την εγκράτεια του οσίου Δανιήλ προβάλλει και τονίζει διαρκώς ο άγιος Ιωσήφ, διότι δι’ αυτής πορεύτηκε σε όλη τη ζωή του ο όσιος, αποδεικνύοντας ότι τον νου και την καρδιά του τα είχε μεταθέσει στον Κύριο: μόνον ο «κολληθείς τω Κυρίω» μπορεί να εγκρατευτεί, με την έννοια ακριβώς να περιορίσει την εμπαθή προσκόλλησή του στον κόσμο τούτο.  «Χαλίνωσες, Πάτερ, τις ορέξεις και τις ορμές των παθών, με τους κόπους της εγκράτειας».

Την αρετή της εγκρατείας, που συνιστά καρπό της παρουσίας του αγίου Πνεύματος («ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν…εγκράτεια»), έχουμε ιδιαιτέρως ανάγκη και εμείς σήμερα, σε εποχή που ο κόσμος με τα θέλγητρά του έχει γίνει σχεδόν η αποκλειστική πηγή ζωής του ανθρώπου, δυστυχώς και του χριστιανού. Αλλά το πράγμα είναι πολύ καθαρό και το τονίζει και η ζωή του οσίου Δανιήλ: δεν μπορεί κανείς να πλησιάσει τον Θεό, δεν μπορεί να ανεβεί λίγο πνευματικά, δεν μπορεί δηλαδή να γευτεί τον Χριστό, χωρίς τη γενική αρετή της εγκρατείας. Στον βαθμό που αρχίζουμε να χαλιναγωγούμε τις ορέξεις μας: στις πράξεις, στα λόγια μας, στις επιθυμίες και τους λογισμούς μας, θα αρχίσουμε να γινόμαστε αληθινοί χριστιανοί. Ειδικά, ενόψει της εορτής των Χριστουγέννων, θα λέγαμε ότι τούτο αποτελεί μονόδρομο.

09 Δεκεμβρίου 2023

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ ΛΟΥΚΑ

 

«Και (ο Ιησούς) επέθηκε επ’ αυτή τας χείρας· και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν» (Λουκ. 13, 13)

Μία «συγκύπτουσα» γυναίκα που επί χρόνια ήταν διπλωμένη στα δύο, που το χώμα ήταν ο μοναδικός ορίζοντας των ματιών της, σηκώνεται και στέκεται όρθια: μπορεί και πάλι να σταθεί αντίκρυ στα πρόσωπα των συνανθρώπων της, να δει και πάλι το γαλάζιο του ουρανού και να ατενίσει κατάματα τον ορίζοντά του. Ένα θαύμα που τη συγκλονίζει και την κάνει να ξεσπάσει σε δοξολογία προς τον Θεό, κι αυτό γιατί  τα χέρια του Ιησού ακούμπησαν πάνω της. «Και επέθηκεν επ’  αυτή τας χείρας∙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν».

1. Δεν επρόκειτο για χέρια ενός απλού ανθρώπου, μολονότι και τα χέρια αυτά μπορούν να γίνουν χέρια ιαματικά, όταν είναι χέρια ενός γιατρού, ενός φυσικοθεραπευτή, ενός χειροπράκτη. Ποιος μπορεί για παράδειγμα να μη θαυμάσει τα «μαγικά» χέρια του χειρουργού αγίου Λουκά του ιατρού του Ρώσου, ή τα εξίσου «μαγικά» της οσίας Γαβριηλίας (Παπαγιάννη), με τις χειροπρακτικές μεθόδους της, όταν μαθαίνει ότι αυτά έσωσαν στην εποχή τους τόσες ζωές; Το ίδιο από την άλλη και το φιλικό άγγιγμα των χεριών ενός ανθρώπου μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον συνάνθρωπο, όταν μάλιστα αυτός νιώθει μόνος και ανασφαλής. Πόσες φορές και το απλό άγγιγμα δεν δηλώνει την παρουσία μας ως συμπαραστάτη, ως κάποιου που χωρίς λόγια τις περισσότερες φορές θέλει να πει στον άλλο «μη φοβάσαι, είμαι μαζί σου!»

2. Στο περιστατικό του ευαγγελίου όμως για τη συγκύπτουσα γυναίκα που θεράπευσε ο Χριστός, πρόκειται για τα χέρια του Ίδιου του ενανθρωπήσαντος Θεού μας, Εκείνου που μέσω αυτών σκορπούσε τη θαυματουργική ίαση και την ουράνια ευλογία. Δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο περιστατικό. Σε κάθε σχεδόν θαύμα του Κυρίου, θεραπείας από αρρώστια ή αναστάσεως εκ νεκρών, αυτά τα χέρια γίνονταν η δίοδος για να διέλθει η πανσθενής δύναμη του λόγου Του. Κι επί πλέον: είναι τα χέρια εκείνα, που χωρίς να υφίστανται εν σαρκί ακόμη, υπαρκτά όμως με τον ανθρωπομορφισμό της Παλαιάς Διαθήκης, έπλαθαν τον Αδάμ και την Εύα, δημιουργώντας τον πρώτον άνθρωπο. «Αι χείρες Σου εποίησάν με και έπλασάν με». Και να προχωρήσουμε πιο πολύ: είναι τα χέρια που ευλόγησαν τους μαθητές και τον κόσμο, την ώρα που ο Κύριος αναλαμβανόταν στους Ουρανούς, αφήνοντάς μας την ευλογία ακριβώς των χεριών Του ως την τελευταία επί γης ανάμνησή Του. «Και εν τω ευλογείν Αυτόν αυτούς ανεφέρετο εις τους Ουρανούς».

3. Τα χέρια του Ιησού δεν χάθηκαν με την Ανάληψή Του. Αφενός η ευλογία τους συνεχίζεται στους αιώνες, δεδομένου ότι ο Κύριος εκράτησε διαπαντός την ανθρώπινη φύση Του – ο Κύριος κάθεται εν δεξιά του Πατρός και ως άνθρωπος και έτσι θα έλθει στη Δευτέρα Του Παρουσία «κρίναι ζώντας και νεκρούς» -  αφετέρου εξακολουθούν και υφίστανται στον κόσμο «εν ετέρα μορφή»: μέσω των χεριών των ιερέων, οι οποίοι δανείζουν, κατά την πατερική έκφραση, τα χέρια τους και το στόμα τους σ’  Εκείνον, προκειμένου Αυτός να αγιάζει διά του λόγου και της τελέσεως των μυστηρίων τους πιστούς όλων των αιώνων, κι ακόμη πιο πολύ ίσως  μέσω του προτεταμένου χεριού του αρχιερέα κατά το μυστήριο  της ιερωσύνης, διά του οποίου διοχετεύεται η πανσθενής χάρη του αγίου Πνεύματος επί την κεφαλήν του υποψηφίου ιερέα. Τι άλλο είναι η ευλογία ιδίως που προσφέρει κατά τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας ο ιερέας, παρά η ευλογία του ίδιου του Κυρίου, διά των χεριών των μελών Του κληρικών; Κι είναι πολύ ωραίο το καταγεγραμμένο περιστατικό από τις ιστορίες του Αγίου Όρους, σύμφωνα με το οποίο νεαρός νεοχειροτονηθείς σε ιερέα μοναχός τελούσε τις πρώτες του λειτουργίες. Και σε μία από αυτές, που μετείχε και ο γέροντας ηγούμενός του, εξερχόμενος στην Ωραία Πύλη για το «ειρήνη πάσι», απέφυγε την ευλογία, σκεπτόμενος ότι δεν είναι άξιος αυτός να ευλογήσει τον ηγούμενο. Και με τρόμο και έκπληξη άκουσε μέσα από το πετραχήλι του φωνή να του λέει: «Δεν ευλογείς εσύ, αλλά εγώ».

Δεν είναι όμως μόνον τα χέρια των κληρικών. Ο Κύριος ενεργεί και μέσω των χεριών όλων των πιστών Του, αφού όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομά Του συνιστούν μέλη του σώματός Του, της Εκκλησίας. Κάθε δηλαδή ενέργεια των πιστών πάνω στο θέλημα του Θεού, κάθε άπλωμα των χεριών τους, για να τηρήσουν τις άγιες εντολές Του – το βλέπουμε σε όλους τους αγίους – όπως η προσφορά ελεημοσύνης για παράδειγμα, όπως το σκούπισμα των δακρυσμένων από τη θλίψη και τον πόνο συνανθρώπων τους, είναι στην πραγματικότητα το άπλωμα των χεριών και πάλι του Ίδιου του Ιησού. Και αντιστρόφως: κάθε κακή χρήση των χεριών, κάθε χτύπημα δι’  αυτών του συνανθρώπου, κάθε άπλωμά τους για κλοπή αγαθών που δεν μας ανήκουν, κάθε κίνησή τους που σκοπό έχει την προσβολή των άλλων, σημαίνει τη δαιμονική λειτουργία τους, την εκ μέρους μας πρόκληση «αναπηρίας» στον Κύριο, που Του στερούμε τη δυνατότητα  η ευλογία Του να βρει έκφραση και μέσω ημών.

4. Κι εκεί που αποκορυφώνεται η ευλογία των ιαματικών χεριών Του, εκεί που πράγματι έχουμε μία μυστική προέκτασή Τους μέσα στον χρόνο, είναι στο μυστήριο του Ευχελαίου. Στο ευχέλαιο – στο μυστήριο αυτό που διά της χρίσεως των ασθενών με έλαιο προσφέρεται η ιαματική χάρη του Κυρίου, όταν είναι συνδυασμένη με τη μετάνοια – τι άλλο έχουμε, παρά την μέσα στους αιώνες συνέχεια του «επέθηκε επ’  αυτή τας χείρας Του ο Ιησούς»; Το προτεταμένο χέρι του Κυρίου, το γεμάτο δύναμη αγάπης και θεραπείας, βλέπουμε κάθε φορά στο μυστήριο, και έτσι μας καλεί να το βλέπουμε πάντοτε η Εκκλησία μας. «Βασιλεύ άγιε, εύσπλαγχνε, και πολυέλεε, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος - ακούμε τον ιερέα να διαβάζει στην τελευταία ευχή -  ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν∙ ου τίθημι εμήν χείρα αμαρτωλόν επί την κεφαλήν του προσελθόντος σοι εν αμαρτίαις και αιτουμένου παρά σου δι’ ημών άφεσιν αμαρτιών∙ αλλά σην χείρα κραταιάν και δυνατήν, την εν τω αγίω Ευαγγελίω τούτω…επί την κεφαλήν του δούλου σου έκτεινον».

Η ποικιλόμορφη αυτή μέσα στον χρόνο ευλογία των χεριών του Κυρίου έχει τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα  της επί γης παρουσίας Του. Δεν λειτουργεί λιγότερο, σήμερα για παράδειγμα, η θεραπευτική χάρη του Χριστού από ό,τι τότε που «επί γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη». Το αποδεικνύουν τα διαρκή θαύματα που κάνουν οι άγιοί Του και γίνονται καθημερινά στην Εκκλησία Του. Και τα αποτελέσματα δεν είναι άλλα από αυτό που είδε στον εαυτό της και η συγκύπτουσα του Ευαγγελίου και «μη δυναμένη ανανεύσαι εις το παντελές» επί δεκαοκτώ ολόκληρα έτη: «παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν». Αρκεί βεβαίως να υπάρχει η ανθρωπολογική  προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της χάρης: η ενεργής και ζωντανή πίστη του ανθρώπου.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ ΛΟΥΚΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 13, 10 – 17)

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἦν διδάσκων ὁ Ἰησοῦς ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. Καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακῦψαι εἰς τὸ παντελές. Ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. Ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; ταύτην δέ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; Καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ ̓ αὐτοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἐκεῖνο τόν καιρό, δίδασκε ὁ Ἰησοῦς σέ κάποια συναγωγή καί ἦταν ἡμέρα Σάββατο. Ἐκεῖ βρισκόταν καί μιά γυναίκα, δεκαοχτώ χρόνια ἄρρωστη ἀπό δαιμονικό πνεῦμα. Ἦταν κυρτωμένη καί δέν μποροῦσε καθόλου νά ἰσιώσει τό σῶμα της. Ὅταν τήν εἶδε ὁ Ἰησοῦς, τή φώναξε καί τῆς εἶπε: «Γυναίκα, ἀπαλλάσσεσαι ἀπό τήν ἀρρώστια σου». Ἔβαλε πάνω της τά χέρια του κι ἀμέσως ἐκείνη ὀρθώθηκε καί δόξαζε τό Θεό. Ὁ ἀρχισυνάγωγος ὅμως, ἀγανακτισμένος πού ὁ Ἰησοῦς ἔκανε τή θεραπεία τό Σάββατο, γύρισε στό πλῆθος καί εἶπε: «Ὑπάρχουν ἕξι μέρες πού ἐπιτρέπεται νά ἐργάζεται κανείς· μέσα σ’ αὐτές, λοιπόν, νά ἔρχεστε καί νά θεραπεύεστε, καί ὄχι τό Σάββατο». Ὁ Κύριος τοῦ ἀπάντησε: «Ὑποκριτῆ! Ὁ καθένας σας δέ λύνει τό βόδι του ἤ τό γαϊδούρι του ἀπό τό παχνί τό Σάββατο καί πάει νά τό ποτίσει; Κι αὐτή, πού εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, καί ὁ σατανᾶς τήν εἶχε δεμένη δεκαοχτώ χρόνια, δέν ἔπρεπε νά λυθεῖ ἀπ’ αὐτά τά δεσμά τό Σάββατο;» Μέ τά λόγια του αὐτά ντροπιάζονταν ὅλοι οἱ ἀντίπαλοί του κι ὁ κόσμος χαιρόταν γιά ὅλα τά θαυμαστά πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς.

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ἐφεσ. 6, 10 – 17)

Ἀδελφοί, ἐνδυναμοῦσθε ἐν Κυρίῳ καὶ ἐν τῷ κράτει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ. Ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Διὰ τοῦτο ἀναλάβετε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ, ἵνα δυνηθῆτε ἀντιστῆναι ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ πονηρᾷ καὶ ἅπαντα κατεργασάμενοι στῆναι. Στῆτε οὖν περιζωσάμενοι τὴν ὀσφὺν ὑμῶν ἐν ἀληθείᾳ, καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν θώρακα τῆς δικαιοσύνης, καὶ ὑποδησάμενοι τοὺς πόδας ἐν ἑτοιμασίᾳ τοῦ εὐαγγελίου τῆς εἰρήνης, ἐπὶ πᾶσιν ἀναλαβόντες τὸν θυρεὸν τῆς πίστεως, ἐν ᾧ δυνήσεσθε πάντα τὰ βέλη τοῦ πονηροῦ τὰ πεπυρωμένα σβέσαι· καὶ τὴν περικεφαλαίαν τοῦ σωτηρίου δέξασθε, καὶ τὴν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστι ρῆμα Θεοῦ.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Ἀδελφοί, πάρτε δύναμη ἀπό τήν ἕνωσή σας μέ τόν Κύριο κι ἀπό τή μεγάλη του ἰσχύ. Ντυθεῖτε μέ τήν πανοπλία πού δίνει ὁ Θεός, γιά νά μπορέσετε ν’ ἀντιμετωπίσετε τά τεχνάσματα τοῦ διαβόλου. Γιατί δέν ἔχουμε νά παλέψουμε μέ ἀνθρώπους ἀλλά μέ ἀρχές καί ἐξουσίες, δηλαδή μέ τούς κυρίαρχους τοῦ σκοτεινοῦ τούτου κόσμου, τά πονηρά πνεύματα πού βρίσκονται ἀνάμεσα στή γῆ καί στόν οὐρανό. Γι’ αὐτό φορέστε τήν πανοπλία τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά μπορέσετε νά προβάλετε ἀντίσταση, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς σατανικῆς ἐπίθεσης. Λάβετε κάθε ἀπαραίτητο μέτρο γιά νά μείνετε ὡς τό τέλος σταθεροί στίς θέσεις σας. Σταθεῖτε, λοιπόν, σέ θέση μάχης· ζωστεῖτε τήν ἀλήθεια σάν ζώνη στή μέση σας· φορέστε σαν θώρακα τή δικαιοσύνη. Γιά ὑποδήματα στά πόδια σας βάλτε τήν ἑτοιμότητα νά διακηρύξετε τό χαρούμενο ἄγγελμα τῆς εἰρήνης. Ἐκτός ἀπ’ ὅλα αὐτά, κρατᾶτε πάντα τήν πίστη σάν ἀσπίδα, πάνω στήν ὁποία θά μπορέσετε νά σβήσετε τά φλογισμένα βέλη τοῦ πονηροῦ. Ἡ σωτηρία ἅς εἶναι περικεφαλαία σας, καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἡ μάχαιρα πού σᾶς δίνει τό Πνεῦμα.

ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟΣ;

«Πνευματική πρόοδος υπάρχει εκεί που υπάρχει η αίσθηση ότι όλα είναι χάλια!» (όσιος Παΐσιος Αγιορείτης).

Πιστεύεις ότι προχωράς καλά κι ότι η πνευματική σου ζωή έχει πάρει την… ανιούσα! Γιατί εκκλησιάζεσαι, ίσως και κοινωνάς τακτικά, παρακολουθείς κηρύγματα, διαβάζεις κάποια πνευματικά βιβλία, δίνεις και κάποια ελεημοσύνη… Πώς λοιπόν να μη δέχεσαι λογισμούς ότι έχεις ανέβει επίπεδο; Πράγματι φαίνεσαι «ότι δεν είσαι σαν τους πολλούς των ανθρώπων, δεν είσαι άρπαγας, μοιχός, πόρνος!» Οπότε μπορείς να… «καμαρώσεις» το φαρισαϊκό σου ήθος! Γιατί έφτασες στα μέτρα εκείνου από τη γνωστή παραβολή του Κυρίου, που ο Κύριος τον κατέταξε στη χορεία των αδίκων που δεν μπορούν να δουν πρόσωπο Θεού! Του Φαρισαίου! «Εξήλθε δικαιωμένος ο αμαρτωλός Τελώνης από τον Ναό και όχι ο «άγιος» Φαρισαίος» (ο Κύριος).

Στη χριστιανική μας πίστη τα πράγματα πορεύονται αντίστροφα: προχωράς προς τα εμπρός όταν αρχίζεις να αισθάνεσαι ότι οι άλλοι προηγούνται από εσένα˙ ανεβαίνεις όταν βλέπεις ότι κατεβαίνεις˙ πλουτίζεις από πνευματικά αγαθά όταν διαπιστώνεις τη φτώχεια σου. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος πρώτα από όλα μακάρισε ακριβώς αυτόν τον άνθρωπο: όποιον αναγνωρίζει ότι δεν έχει… τίποτε καλό από πλευράς πνευματικής. «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, ότι αυτών έστιν η βασιλεία των Ουρανών». Δεν εκπλήσσει  ότι ο μέγιστος απόστολος Παύλος εκεί κατατάσσει τον εαυτό του˙ στον «πάτο» της αμαρτίας! «Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο να σώσει τους αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ!» Ο αιώνιος λόγος του Θεού εξαγγέλλει την αλήθεια χωρίς περιστροφές: «Ο Κύριος βρίσκεται αντιμέτωπος με τους υπερήφανους, ενώ στους ταπεινούς δίνει τη χάρη Του». «Ταπεινοίς δίδωσι χάριν». Οπότε «θυσία αληθινή προς τον Θεό προσφέρει εκείνος που έχει συντριμμένο πνεύμα. Καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη από την επίγνωση της αμαρτίας του ο Θεός δεν πρόκειται να την αποστραφεί». Γι’ αυτό και κατανοούμε αυτό που διαχρονικά κηρύσσουν και ομολογούν όλοι οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας: η ταπείνωση αποτελεί τη βάση και την κρηπίδα όλων των αρετών. «Χωρίς αυτήν όλα τα θεωρούμενα καλά είναι μετέωρα και χωρίς στήριγμα» (άγιος Ιωάννης της Κλίμακος).

Πώς φτάνει κανείς στο επίπεδο αυτό που αρχίζει και μπαίνει στον Παράδεισο ήδη από τη ζωή αυτή; Όχι βεβαίως όταν κατασκευάζει  δικά του σχέδια θεωρούμενης ταπείνωσης είτε στη συμπεριφορά (ταπεινοσχημία) είτε στα λόγια (ταπεινολογία) – εκεί οσμίζεσαι την άβυσσο της υπερηφάνειας! Αλλά όταν πιστεύει στον Χριστό ζωντανά και αληθινά, που θα πει βάζει τον εαυτό του «συν πάσι τοις αγίοις» στην οδό των αγίων εντολών Εκείνου. Μόνον ο αγωνιζόμενος στο δρόμο του Κυρίου, εκεί δηλαδή που αφήνει ο πιστός κατά μέρος το δικό του εγωιστικό θέλημα για να υπακούει στο θέλημα του Χριστού, βρίσκει την αληθινή και γνήσια ταπείνωση, την αγία ταπείνωση κατά μέγα Πορφύριο, δηλαδή βρίσκει με έκπληξη και χαρά τον ίδιο τον Κύριο να κατοικεί μέσα του και να του μαθαίνει τι σημαίνει πραότητα και ταπείνωση – είναι θεοδίδακτη η ταπείνωση, χάρισμα κυριολεκτικά του Θεού στον καλοπροαίρετο άνθρωπο. Το είπε ο ίδιος: «Μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά». Αλλά με την προϋπόθεση που επίσης έθεσε: «άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς», σηκώστε τον ζυγό μου, δηλαδή τηρήστε τον λόγο μου – ό,τι χαρακτηρίζεται σταυρικό ήθος που νεκρώνει τον εγωισμό για να ανατείλει η αγάπη.

Πρόκειται για τον καθημερινό αγώνα του εν επιγνώσει χριστιανού που νοηματοδοτεί την πορεία του στον κόσμο τούτο.