16 Δεκεμβρίου 2023

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΑΓΓΑΙΟΣ

 

«Ο προφήτης Αγγαίος καταγόταν από τη φυλή Λευί. Γεννήθηκε στη Βυβυλώνα κατά την εκεί αιχμαλωσία του Ισραηλιτικού λαού (586-538 π.Χ.). Νέος ακόμη ήλθε από τη Βαβυλώνα στα Ιεροσόλυμα και προφήτευσε μαζί με τον προφήτη Ζαχαρία επί τριάντα έξι έτη. Προανήγγειλε και αυτός τη σάρκωση του Χριστού, τετρακόσια εβδομήντα έτη πριν τη Γέννησή Του, ενώ φανερά προφήτευσε για την επιστροφή του λαού από την αιχμαλωσία. Είδε μάλιστα και ένα μέρος από την οικοδομή του νέου ναού που έκτισαν οι επανακάμψαντες Ισραηλίτες. Πέθανε και ετάφη πλησίον των ιερέων, όπως αυτοί, ένδοξα, διότι και αυτός ήταν από γένος ιερατικό. Ήταν γηραιός πολύ, αξιοσέβαστος λόγω της ηλικίας του, πασίγνωστος για την αρετή του, αγαπώμενος  από όλους και τιμώμενος ως ένδοξος και μέγας προφήτης. Το όνομά του ερμηνεύεται Εορτή ή εορταζόμενος».

Με τον προφήτη Αγγαίο βρισκόμαστε στο κλίμα της πρώτης αποκάλυψης του Θεού στον κόσμο, την Παλαιά Διαθήκη: εκεί που ο Θεός προετοίμαζε το έδαφος για τον ερχομό Του ως ανθρώπου. Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Παλαιά Διαθήκη έχει τόση σημασία για την Εκκλησία μας, όχι βεβαίως διότι καταγράφει την Ισραηλιτική ιστορία – αυτό θα ενδιέφερε πρωτίστως τους Ισραηλίτες – αλλά διότι προφητεύει την Καινή Διαθήκη: τον ερχομό του Χριστού. Η Παλαιά Διαθήκη δηλαδή είναι σαφώς προσανατολισμένη προς την Καινή, και μόνον κάτω από την οπτική αυτή μπορεί να κατανοήσει κανείς και τη σημασία της. Με άλλα λόγια ο χριστολογικός χαρακτήρας της φανερώνει και την ισότιμη θέση της προς την Καινή, γι’ αυτό και Αγία Γραφή χαρακτηρίζεται τόσο η Παλαιά, όσο και η Καινή Διαθήκη. Ο ίδιος ο Κύριος με σαφήνεια το έδειξε, όταν μεταξύ άλλων είπε πως «ό,τι έγραψε ο Μωυσής και οι προφήτες για Εμένα το έγραψαν».

Τον χριστολογικό χαρακτήρα των προφητειών του προφήτου Αγγαίου καταγράφει και ο υμνογράφος του άγιος Θεοφάνης. Πολλοί από τους ύμνους της ακολουθίας του αναφέρονται ακριβώς στο γεγονός του ερχομού του Θεού ως ανθρώπου, της ενσάρκου οικονομίας Του. «Προφητεύεις τη σωτήρια απολύτρωση για όλους τους ανθρώπους» σημειώνει μεταξύ άλλων∙ «Χριστέ, υπέδειξες στον προφήτη σου τον έμψυχο ναό που φτιάχτηκε για σένα από Παρθένο» τονίζει αλλού∙ κι ακόμη: «Θεόπτα προφήτα Αγγαίε, προανήγγειλες με φανερό τρόπο ότι θα φανερωθεί ο άναρχος Λόγος στους εσχάτους χρόνους». Έτσι ενώ με τον προφήτη Αγγαίο μεταφερόμαστε αρκετούς αιώνες προ Χριστού, με τις εν Πνεύματι αγίω προφητείες του («Θείω Πνεύματι πεφωτισμένην την διάνοιαν έχων, προφήτα») πατάμε και πάλι στο έδαφος της Καινής, βλέποντας μαζί του τη Γέννηση του ίδιου του Κυρίου μας.

Ο προφήτης Αγγαίος «δέθηκε» με την επάνοδο των συμπατριωτών του από την αιχμαλωσία της Βαβυλώνος και με την ανοικοδόμηση του νέου, λόγω καταστροφής του παλαιοτέρου από τους Βαβυλωνίους,  ναού των Ιεροσολύμων. Το διπλό αυτό «δέσιμο» προβάλλεται κατά κόρον από τους ύμνους της Εκκλησίας μας, με συνεπή αναγωγή τους όμως και στην πνευματική ζωή των χριστιανών. Τι εννοούμε; Ο άγιος υμνογράφος αφενός την απελευθέρωση των Ιουδαίων την παίρνει ως αφορμή για να αναφερθεί και στην απελευθέρωση των ίδιων των χριστιανών από τη δική τους «βαβυλώνια» αιχμαλωσία: τα δίκτυα του διαβόλου, με την παρουσία του Χριστού («Σωτήρα Κύριε, από τον κατώτατο βυθό της αμαρτίας που ήταν αιχμαλωτισμένος ο άνθρωπος επί μακρόν τον ανύψωσες και τον ελευθέρωσες, και τον οδήγησες πάλι σαν φιλάνθρωπος προς την άνω Πόλη, τη Βασιλεία Σου»), αφετέρου την ανοικοδόμηση του ναού που κήρυσσε ο προφήτης την χρησιμοποιεί ως μέσον για να τονίσει και ότι ο ίδιος ο προφήτης έγινε ναός του Θεού («Ο Θεός που κατοικεί στα ουράνια και γεμίζει όλη την οικουμένη σε φανερώνει ναό αγιωσύνης, προφήτα») και ότι εμείς οι χριστιανοί είμαστε ναός του αγίου Πνεύματος και καλούμαστε να το επιβεβαιώνουμε διαρκώς στην καθημερινότητά μας («μακάριε Προφήτη, αξίωσέ μας να γίνουμε ναοί του ζωντανού Θεού»).

15 Δεκεμβρίου 2023

ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ;

Διατεινόμαστε πολλοί ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ - ἡ ζωή μας τό ἐπιβεβαιώνει: πιστεύουμε στόν Χριστό, ἐκκλησιαζόμαστε καί κοινωνοῦμε ἴσως, κάνουμε τήν προσευχή μας ὅταν μποροῦμε, δίνουμε κάποιες ἐλεημοσύνες. Θεωροῦμε μᾶλλον ὅτι εἴμαστε στήν «πλευρά» τοῦ Θεοῦ, ὁπότε καί Ἐκεῖνος μᾶς ὀφείλει τή σωτηρία μας, ὅταν μάλιστα ἔρχονται στιγμές πού Τόν «ὑπερασπιζόμαστε» ἀπέναντι στούς «κακούς» πού Τόν μάχονται. Μά ἔρχεται ὁ «ἐπικίνδυνος» λόγος τοῦ Θεοῦ, «ὁ τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν δίστομον μάχαιραν» πού πάει νά «καταρρίψει» τήν εἰκόνα πού ἔχουμε στό μυαλό μας γιά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας! «Είσαι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ; Δέν μπορεῖς νά ἐπιθυμεῖς τά πλούτη καί τόν θησαυρισμό σου στή ζωή αὐτή. Μόλις πᾶς νά τά ἐπιθυμήσεις ἔχεις ἀνοίξει τή θύρα γιά νά πέσεις σέ πειρασμό, σέ παγίδα πού σοῦ ἔχει ἑτοιμάσει ὁ Πονηρός διάβολος, σέ καταστάσεις πού θά σέ βυθίσουν στήν καταστροφή καί τό χαμό σου! Τό νά ἐπιθυμεῖς τά πλούτη σημαίνει ὅτι ξέφυγες ἀπό τόν ὀρθό δρόμο, τόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ, καί κινεῖσαι πιά στόν σκοτεινό δρόμο τῆς πλάνης. Δέν εἶσαι πιά κἄν πιστός καί αὐτοβασανίζεσαι πληγώνοντας τόν ἑαυτό σου. Κι αὐτό γιατί; Διότι ἀγάπησες τά χρήματα! Κι αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν κακῶν πού ὑπάρχουν, ἡ πύλη τῆς κόλασης!» (ελεύθερη απόδοση λόγων Απ. Παύλου: Α΄ Τιμ. 6, 9-11).

Θέλει προσοχή! Δέν ἀναφέρεται ὁ ἀπόστολος σ’ αὐτούς πού ἤδη ἔχουν τά πλούτη – αὐτοί βρίσκονται στήν πιό ἐπικίνδυνη θέση, τήν πιό δύσκολη! Γιατί εἶναι ὑποχρεωμένοι, ἄν θέλουν νά ἔχουν σχέση μέ τόν Θεό, νά κάνουν ὀρθή χρήση τοῦ πλούτου τους: νά βρίσκονται σέ ἐκείνη τήν ἑτοιμότητα ἀληθινῆς ἀγάπης ὥστε πρώτιστα νά καλύπτουν τίς ἀνάγκες τῶν ἄλλων συνανθρώπων τους πού ὑστεροῦν καί εἶναι πτωχοί καί ὕστερα καί τίς δικές τους πού πρέπει νά εἶναι λιτές καί περιορισμένες˙ «ἔχοντας τροφή καί σκεπάσματα ἄς ἀρκεστοῦμε σ’ αὐτά» (ἀπ. Παῦλος). Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἔκανε τήν ἀποτίμηση: «πόσο δύσκολα αὐτοί πού ἔχουν τά χρήματα θά εἰσέλθουν στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πιό εὔκολα θά περάσει ἕνα καραβόσχοινο ἀπό τήν τρύπα μίας βελόνας παρά ἕνας πλούσιος στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ!»

Λοιπόν, δέν μιλάει ἐδῶ ὁ θεόπνευστος Παῦλος γιά τούς ἤδη πλουσίους. Κάνει λόγο γιά ὅσους εἶναι πτωχοί καί ἐπιθυμοῦν νά πλουτίσουν, «οἱ βουλόμενοι πλουτεῖν». Καί κρούει τόν κώδωνα τοῦ κινδύνου, «ἀκτινογραφώντας» τήν πνευματική τους κατάσταση. Πρόκειται γιά ἀνθρώπους πού ἡ ροπή τους αὐτή – καί τή ροπή αὐτή τήν ἔχουμε ὅλοι μας ὡς καρπό τῆς ἐνοικούσης ἐν ἡμῖν ἁμαρτίας - ἄν δέν προσεχτεῖ καί δέν ἐλεγχτεῖ θά ὁδηγήσει, ὅπως ἀναφέρει, στήν ὑποταγή μόνον στόν Πονηρό καί τά πάθη τους καί θά διαγράψει τόν Χριστό ἀπό τή ζωή τους. Τό ἔχει ἀποκαλύψει ὁ ἴδιος ὁ Κύριος καί τό ἐπιβεβαιώνει δυστυχῶς ἡ διαχρονική πραγματικότητα: «Οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν. Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾷ».

Ὁ πειρασμός ὄντως εἶναι μεγάλος. Γιατί σέ κάθε ἐποχή τό χρῆμα εἶναι ἡ ἄμεση καί «χειροπιαστή» θεότητα – μέ τό χρῆμα ἀνοίγονται ὅλες οἱ θύρες, ἀκόμη κι ἐκεῖνες πού θεωροῦνται «ἑπτάκλειστες». Ὁ πλούσιος θεωρεῖται ὁ κυρίαρχος τοῦ κόσμου, ὁ πλοῦτος συνυπάρχει μέ τήν ἐξουσία, ὁ πλοῦτος σέ κάνει νά νιώθεις κι ἐσύ λίγο ἤ πολύ… θεός! Μά εἶναι ἡ μεγαλύτερη πλάνη καί ἡ ἀπόδειξη, μέ τήν ἐγωιστική χρήση του, τῆς ἴδιας τῆς ἀπιστίας. Πρόκειται γιά τήν ἀφροσύνη, ὅπως εἶπε ὁ Χριστός στή γνωστή παραβολή τοῦ ἄφρονος πλουσίου, δηλαδή πρόκειται γιά μία τελικῶς τρέλα πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά μήν εἶναι ὁ ἑαυτός του καί νά κινεῖται σέ μία «φαντασιακή» πραγματικότητα. Γιατί ἡ ὄντως πραγματικότητα ἔρχεται ἀμείλικτη ἐκεῖ πού δέν τό περιμένεις καί σοῦ λέει: «Ἀνόητε καί τρελέ, αὐτήν τή νύχτα θά πεθάνεις! Κι ὅλα αὐτά πού ἔχεις τί θά γίνουν; Σοῦ ζητᾶνε οἱ δαίμονες τήν ψυχή σου!»

Γιά τόν πιστό ἡ πορεία εἶναι μονόδρομος: Δέν πρέπει νά ἀφεθεῖ σέ τέτοιον πειρασμό. «Σύ ἀνθρωπε τοῦ Θεοῦ ἀπόφευγε ὅλα αὐτά!» Καί τί πρέπει νά κάνει; Νά στρέφεται ἀδιάκοπα πρός τόν Θεό, ἐκζητώντας μέ βιασμό τῆς καρδιᾶς καί τῆς ψυχῆς του τήν ἐφαρμογή τοῦ ἁγίου θελήματός Του. Ὅσο εἴμαστε μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου στό «κυνηγητό», πού θά πεῖ στήν ἀγάπη, τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου, τήν πίστη καί τό ἄνοιγμα πρός τόν συνάνθρωπο, τόσο θά βλέπουμε ὅτι θά ἀνατέλλει καί ἡ συνοδευτική τῶν πάντων ἀγαθῶν ἀρετή, ἡ ἐγκράτεια. Γιατί ἡ ἐγκράτεια συνιστᾶ γενική ἀρχή πού ἀγκαλιάζει πρῶτα τήν ψυχή καί ἔπειτα τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Καί φανερώνει τήν ἐνυπάρχουσα καί ἐνεργοποιημένη ἀπό τήν καλή μας διάθεση χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. «Ὁ γάρ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν… ἐγκράτεια».

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ

 

«Ο άγιος Ελευθέριος ήταν από την πόλη της Ρώμης, πολύ νέος στην ηλικία, ορφανός από πατέρα, που είχε μόνη τη μητέρα του, στο όνομα Ανθία, η οποία είχε κατηχηθεί στην πίστη του Χριστού από τον άγιο απόστολο Παύλο. Οδηγήθηκε από αυτήν στον επίσκοπο Ανίκητο ο άγιος και έμαθε από αυτόν τα ιερά γράμματα, ενώ τον ενέταξε και στο τάγμα των κληρικών. Κατά το δέκατο πέμπτο έτος της ηλικίας του χειροτονείται διάκονος, κατά το δέκατο όγδοο πρεσβύτερος, στο δε εικοστό προχειρίζεται επίσκοπος του Ιλλυρικού, ενώ προηγουμένως είχε κάνει πολλά θαύματα λόγω της μεγάλης αρετής του. Επειδή όμως, με τη διδασκαλία του, μετέστρεφε πολλούς προς την πίστη του Χριστού, ο βασιλιάς Αδριανός στέλνει και τον καλεί. Κι όταν εκείνος διακήρυξε  ενώπιόν του ότι ο Χριστός είναι Θεός των όλων, δίνει προσταγή να τον βάλουν σε χάλκινο κρεβάτι και να απλώσουν από κάτω σωρό φωτιάς. Έπειτα να τον βάλουν σε σχάρα που είχε εκκαυθεί πάρα πολύ, και πάλι σε πυρωμένο τηγάνι, γεμάτο από λάδι και στέαρ και πίσσα. Με τη χάρη όμως και τη δύναμη του Χριστού φυλάσσεται από όλα αβλαβής. Έπειτα κατασκευάζεται κλίβανος, με τη συμβουλή του επάρχου Κορέμμονος, έχοντας από τη μία και την άλλη πλευρά μυτερούς οβελίσκους. Στον κλίβανο αυτόν εισέρχεται πρώτος ο ίδιος ο Κορέμμων, αφού γέμισε από άγιο Πνεύμα και ομολόγησε ότι ο Χριστός είναι Θεός. Από αυτόν εξήλθε αβλαβής και του έκοψαν το κεφάλι. Ο άγιος Ελευθέριος ρίχτηκε στο τηγάνι, αλλά βγήκε σώος, γιατί σβήστηκε η φλόγα. Έπειτα φρουρείται και δένεται σε άρμα, που το τραβούσαν άγρια άλογα. Λύθηκε όμως από αγγέλους, που τον οδήγησαν σε όρος υψηλό, όπου έζησε μαζί με τα άγρια ζώα, τα οποία εξημερώνονταν, καθώς ο άγιος τους έλεγε λόγια του Θεού. Αργότερα νουθέτησε τους στρατιώτες που έστειλαν να τον συλλάβουν και τους βάπτισε μαζί με άλλους, περίπου πεντακόσιους, που πίστεψαν στον Χριστό. Οδηγήθηκε κάποια στιγμή προς τον βασιλέα και ρίχτηκε στα θηρία να τον φάνε, αλλά διαφυλάχθηκε σώος, οπότε φονεύεται από δύο στρατιώτες που επέπεσαν πάνω του, με προσταγή του ηγεμόνα. Η δε μητέρα του Ανθία, αφού αγκάλιασε το νεκρό σώμα του αγίου και το ασπαζόταν, φονεύεται και αυτή με ξίφος. Τελείται δε η σύναξή του στο μαρτυρείο του, πλησίον του Ξηρολόφου».

 Εν πρώτοις, πριν από οποιαδήποτε άλλη αναφορά, θα πρέπει να επισημάνουμε μία παραδοξότητα: την υπέρβαση οποιουδήποτε κανόνα της Εκκλησίας σχετικά με την είσοδο του αγίου Ελευθερίου και την εξέλιξή του στους βαθμούς της ιερωσύνης. Τι θέλουμε να πούμε; Ο άγιος Ελευθέριος κλήθηκε από την Εκκλησία να γίνει διάκονος σε ηλικία μόλις δεκαπέντε ετών. Τρία χρόνια αργότερα, σε ηλικία δεκαοκτώ ετών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, και σε ηλικία μόλις είκοσι ετών, προήχθη σε επίσκοπο. Όταν κανείς γνωρίζει ότι οι ηλικίες που διαμορφώθηκαν, τα μετέπειτα βεβαίως χρόνια, για τους βαθμούς της ιερωσύνης είναι κατά πολύ μεγαλύτερες – η Εκκλησία μας καθόρισε ότι στα εικοσιπέντε του χρόνια κάποιος μπορεί να γίνει διάκονος για παράδειγμα – κοντοστέκεται, γιατί βλέπει ότι ενώπιον του αγίου Ελευθερίου η ίδια η Εκκλησία κινήθηκε με έναν εντελώς ελεύθερο τρόπο, δηλαδή με τον χαρισματικό τρόπο που καθορίζει το Πνεύμα του Θεού, που «πνει όπου θέλει», ανεξάρτητα από οποιαδήποτε δέσμευση ηλικίας και φύσεως. Και το γεγονός τούτο συγκινεί ιδιαίτερα, διότι φανερώνει ότι η Εκκλησία μας δεν δεσμεύεται από κανέναν νόμο κανονιστικό, όταν βλέπει την παρουσία του αγίου Πνεύματος. Για την Εκκλησία μας η σημαντικότερη κανονιστική αρχή είναι αυτή που εξήγγειλε ο ίδιος ο αρχηγός Της: «το Σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος διά το Σάββατον».

 Γιατί όμως; Τι ήταν εκείνο που έκανε την Εκκλησία την εποχή εκείνη, να θέσει «επί την λυχνίαν επισκοπής» ένα νεαρό παλληκάρι, έφηβο ακόμη; Η απάντηση δεν είναι δύσκολη και υπονοήθηκε και προηγουμένως: η πνευματεμφορία του αγίου Ελευθερίου. Ο άγιος Ελευθέριος, όπως σημειώνουν μάλιστα και οι ύμνοι της Εκκλησίας μας, «εκ θείου Πνεύματος λαβών της σοφίας τον πλούτον, μιμητής ανεδείχθη των Αποστόλων». Η αγιασμένη του ζωή, με άλλα λόγια, το γεγονός ότι εκ βρέφους αποδείχθηκε «καθαρά μυροθήκη του Πνεύματος» υπήρξε η προϋπόθεση, προκειμένου να λάβει «την προσθήκην του Πνεύματος» διά της ιερωσύνης, την οποία κατέστεψε και με το στεφάνι του μαρτυρίου.

Πώς φανερωνόταν η παρουσία του Πνεύματος του Θεού στη ζωή του; Μα, πρώτα από όλα, με εκείνο που ο ίδιος ο απόστολος Παύλος χαρακτηρίζει ως καρπό του Πνεύματος: τις αρετές. «Ο γαρ καρπός του Πνεύματός εστιν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, αγαθωσύνη, χρηστότης, πίστις, πραότης, εγκράτεια». Ο άγιος Ελευθέριος ήταν πλήρης αρετών. «Των αρετών το τερπνόν καταγώγιον» τον ονομάζει ο υμνογράφος της Εκκλησίας. Κι έπειτα, με τα πάμπολλα θαύματα τα οποία επιτελούσε και εξακολουθεί βεβαίως να επιτελεί. Θαύματα που αποδεικνύουν την παρρησία την οποία είχε και έχει ενώπιον του Τριαδικού Θεού μας, ο Οποίος ήθελε και θέλει να προσφέρει τη χάρη Του μέσω του ταπεινού αγίου Του. Κι εκεί που κατεξοχήν θεωρείται μέχρι σήμερα ο προστάτης και ο ευεργέτης είναι στις επίτοκες γυναίκες, τις εγκύους, οι οποίες πάντοτε τον επικαλούνταν, προκειμένου να φτάσουν να «ελευθερωθούν» με τον καλύτερο τρόπο. Την παραπάνω αλήθεια επισημαίνει και ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας: «Φροντίζοντας, πάτερ, τις επίτοκες γυναίκες, δίνεις ελευθερία σ’ αυτές, που έρχονται προσκυνήτριες στον Ναό σου. Και έκανες καλοτάξιδους πάλι εκείνους που σε παρακάλεσαν θερμά, όπως και στους ασθενείς δίνεις την υγεία, λάμποντας έτσι με τα θαύματα».

Πώς έφτασε σ’ αυτό το σημείο αγιασμού ο άγιος Ελευθέριος, με αποτέλεσμα να χαριτωθεί τόσο πολύ από τον Θεό; Βεβαίως, με τη νόμιμη άσκησή του. Από μικρός, «εκ νεότητος» «ως ο Σαμουήλ», κατενόησε ότι εκείνο που εμποδίζει την παρουσία του Θεού στη ζωή του ανθρώπου είναι τα πάθη του. Γι’ αυτό και αποδύθηκε σε ασκητικούς αγώνες εξαλείψεως των παθών αυτών, καλύτερα: μεταστροφής τους σε ένθεα πάθη, δηλαδή, σε αγάπη του Θεού και σε αγάπη του ανθρώπου.   Στον αγώνα αυτόν είχε συνεργό βεβαίως τον ίδιο τον Κύριο, αφού χωρίς Αυτόν «ου δυνάμεθα ποιείν ουδέν», αλλά και ο ίδιος προσανατόλισε ολοκληρωτικά τον νου και την καρδιά του σ’  Εκείνον, έχοντας μάθει από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι μόνον όποιος έχει μεταθέσει το κέντρο βάρους της ύπαρξής του στον Θεό μπορεί και πράγματι να βρει τον Θεό και να Τον κάνει κάτοικο της ψυχής και του σώματός Του. Κατά τον υμνογράφο του, ο άγιος «προσήλωσε ολοκληρωτικά τον νου του στο ωραιότατο κάλλος του θείου εραστή, του Χριστού, και πληγώθηκε από τον γλυκό του έρωτα». Πράγματι: η ταλάντευση μεταξύ του Θεού και του κόσμου, η «διψυχία» που λέει ο άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος, συνιστά ακαταστασία, που το μόνο που φέρνει στην ψυχή του ανθρώπου είναι η ταραχή. Ο ίδιος ο Κύριος το απεκάλυψε: «Ουδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν». Ο άγιος Ελευθέριος λοιπόν δεν «έπαιζε» με την πίστη του: αγάπησε με πάθος τον Κύριο, προσκολλήθηκε σ’  Αυτόν, γι’  αυτό και δέχτηκε τόσο πλούσια τη δύναμή Του, δύναμη τέτοια ώστε χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία να υπερβεί τα ανθρώπινα πάθη του. «Προσκολλήθηκες στον Θεό με καθαρότατο νου, ήδη από τη νεότητά σου, και απομάκρυνες την ψυχήν σου από το σαρκικό αμαρτωλό φρόνημα, οπότε και απέκτησες πλούσια την άφθονη χάρη των θαυμάτων».

 Δεν μπορούμε βεβαίως  να μην επισημάνουμε και τη βοήθεια που του παρέσχε ο πνευματικός του πατέρας, ο άγιος Ανίκητος, πάπας Ρώμης. Αν, είπαμε, έμαθε από την Παράδοση της Εκκλησίας ότι σκοπός της ζωής είναι να αποκτήσει το Πνεύμα του Θεού και ότι αυτό επιτυγχάνεται με την άσκηση κατά των παθών, το έμαθε, γιατί ακριβώς καθοδηγήθηκε σωστά. Πέραν της βοήθειας σ’ αυτό από την ίδια τη μητέρα του – μαθήτρια του αποστόλου Παύλου – ο άγιος Ανίκητος ήταν εκείνος που τον μύησε στην πνευματική αυτή Παράδοση. Ο ίδιος υπήρξε φορέας αυτής, γι’  αυτό και είχε τη δυνατότητα να την μεταγγίσει στο νεαρό βλαστάρι της πίστεως, τον άγιο Ελευθέριο. Έτσι ο άγιός μας ευλογήθηκε από τον Θεό να μάθει την Παράδοση όχι από βιβλία και διαλέξεις, αλλά από ζωντανή πηγή, από τη συναναστροφή του με αγίους. Κατά τον συναξαριστή του, όπως είδαμε: «Οδηγήθηκε από τη μητέρα του στον επίσκοπο Ανίκητο ο άγιος και έμαθε από αυτόν τα ιερά γράμματα, ενώ τον ενέταξε και στο τάγμα των κληρικών».

Ο άγιος Ελευθέριος προσανατολίζει και εμάς σήμερα στην ίδια με αυτόν ζωή, ζωή στην πραγματικότητα του Χριστού και των αγίων Αποστόλων. Και μας καλεί, δεόμενος υπέρ ημών, σε απελευθέρωση από τα πάθη μας. Όπως το θέτει και ο άγιος υμνογράφος: «Μάρτυς Ελευθέριε, ελευθέρωσέ με τώρα, με τις ευφρόσυνες ικεσίες σου στον Κύριο, εμένα που είμαι δουλωμένος στη μαυρίλα των παθών». Είθε με τις πρεσβείες του αγίου να φτάσουμε κι εμείς σ’  αυτήν την απελευθέρωση, που μας καταξιώνει ως ανθρώπους και μας ανοίγει τη Βασιλεία του Θεού ήδη από τη ζωή αυτή.

14 Δεκεμβρίου 2023

Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΙΜΗΣΕ ΤΟΝ ΠΟΛΙΟΥΧΟ ΑΓΙΟ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ

 

Η πόλη και η Μητρόπολη του Πειραιά τίμησαν τον πολιούχο τους Άγιο Σπυρίδωνα.

Με την δέουσα λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια, εκκλησιαστική τάξη και τις αρμόζουσες τιμές εορτάστηκε και φέτος στον Πειραιά, στο πρώτο λιμάνι της χώρας, η μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνος Επισκόπου Τριμυθούντος, προστάτου και πολιούχου της πόλεως και της Μητροπόλεως Πειραιώς.

Προσκεκλημένοι του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ, προκειμένου να λαμπρύνουν τις λατρευτικές συνάξεις και να οικοδομήσουν πνευματικά τον κλήρο και τον λαό της τοπικής μας Εκκλησίας, ήταν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.Παντελεήμων και Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανος.

Τη Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2023, στον τρισαρχιερατικό Εσπερινό χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανος, συγχοροστατούντων  των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών  Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.Παντελεήμωνος και Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Ευχαριστώντας θερμά και καλωσορίζοντας τους Σεβασμιωτάτους Αγίους Αρχιερείς για την παρουσία τους, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ αναφέρθηκε εν συντομία στην άρρηκτη σχέση του Αγίου Σπυρίδωνος με τον Πειραιά και στους λόγους για τους οποίους ο Άγιος ανακηρύχθηκε από το πρώτο Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης σε προστάτη και έφορο του πρώτου λιμένος της χώρας.

Ο Άγιος Σπυρίδων «επί δεκαοκτώ τώρα αιώνες επιμαρτυρεί την αλήθεια της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού» και «με την ένθεη βιοτή του κατέδειξε ότι δεν χρειάζονται πανεπιστημιακαί περγαμηναί και ιδιαζούσης βαθυνουστάτου σοφίας έγγραφα και κείμενα, αλλά αυτό το οποίο είναι το ζητούμενο, είναι η εγχρίστωσις και η θέωσις. «Για αυτό», συνέχισε, «και ανεδείχθη μέγας θαυματουργός, ο Ιερός Σπυρίδων, ο απλούς ποιμήν των προβάτων και με το υπερφυές τελεσθέν υπ’ αυτού θαύμα στην Αγία Α΄ Οικουμενική Σύνοδο το 325 στην Νίκαια της Βιθυνίας, όταν με το θαύμα της κεράμου κατετρόπωσε την λογοπλοκία του αιρεσιάρχου Αρείου και κατέδειξε το τρισυπόστατον της θεότητος με μία απλουστάτη κίνηση» και «το 1716, όταν πάλι δια πυράς και ολέθρου απέτρεψε τον εξουνιτισμό της Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας και διεκράτησε της αμωμήτου Ορθοδόξου πίστεως».

«Ο Ιερός Σπυρίδων, λοιπόν, συνδέεται αρρήκτως με την πόλη και τη Μητρόπολη του Πειραιά μας» επεσήμανε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας πως «η περίπυστος ιστορική Μονή του Αγίου Σπυρίδωνος, η οποία απετέλεσε τον υλικό και πνευματικό σιτοδότη» τα χρόνια της σκλαβιάς, «όταν η Χάρις του Θεού μας επεδαψίλευσε την παλιγγενεσία μας και πάλι ο Ιερός Σπυρίδων και η περίπυστος ιστορική Μονή του ευεργέτησαν το λαό μας, προσφέροντες όλη την εκκλησιαστική περιουσία, η οποία, εξικνείτο έως του σημερινού Δήμου της Καλλιθέας, περιλαμβάνουσα όλη την Πειραϊκή χερσόνησον».

«Η μεγάλη μας χαρά και η μεγάλη μας ευλογία γίνεται ακόμη μεγαλυτέρα με την ημετέραν Αρχιερατική παρρησία και με την φιλάδελφον ανταπόκριση στην ταπεινή πρόσκληση του ευαγούς κλήρου και του φιλοχριστού λαού», «διότι με την σεπτή σας αρχιερατική παρρησία» «έχουμε την ενότητα της πίστεως εν τω συνδέσμω της ειρήνης», είπε ακολούθως ο Σεβασμιώτατος απευθυνόμενος προς τους Σεβασμιωτάτους Αρχιερείς, σημειώνοντας πως «οι ευχές σας και η αγάπη σας και η ευλογία σας και η προς τον Θεόν δέησή σας υπέρ πάντων ημών, μας καθιστά ειλικρινώς δεσμώτας της αγάπης σας».

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ αναφερόμενος στις προσωπικότητες και την προσφορά των Σεβασμιωτάτων στην Εκκλησία μας, για τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας κ.Παντελεήμονα, τόνισε πως είναι «υπόδειγμα Αρχιερωσύνης», ανέφερε και εξήρε την διακονία του «τόσον εις την γεραράν Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, επί έτη ως Πρωτοσύγκελλος αυτής, επιτυχών το μέγα θαύμα της επιστροφής των Ιερών Χαριτοβρύτων Λειψάνων του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλύτου, αλλά και επί δεκαετίες τώρα» «στην Μητρόπολη Βεροίας, Καμπανίας και Ναούσης», «έχοντας εκεί επιτελέσει θαύματα πίστεως και πνευματικής οικοδομής».

Για τον «πρωπιστεύοντα της Παννυχίδος», Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανο, τόνισε πως κοσμείται «με χαριέστατον χαρακτήρα, με πιστότητα βίου, με ένθεον φρόνημα, με ρηξικέλευθον παρρησίαν και παρουσίαν, με δυναμικό λόγο, με ηγιασμένον βίον» καλώντας τον να χαρίσει σε όλους «λόγο οικοδομής και λόγον παρακλήσεως».

Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανος αρχικά ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ.Σεραφείμ «για την καρδιά σας, για την πρόσκλησή σας για την αγάπη σας με την οποία μας προσεκαλέσατε εδώ στον αγιασμένο αυτό τόπο και μαρτυρικό της Ελλάδος μας, της πατρίδος μας, της ευλογημένης γης των προγόνων μας», όπως χαρακτηριστικά είπε, ευχόμενος «η Χάρις του Θεού να σας προσδίδει υγεία και δύναμη για να ποιμαίνετε, να οργανώνετε, να διοικείτε και να καθοδηγείτε διδάσκοντας τον Ιερό Κλήρο και τον ευσεβή λαό σας προκειμένου στην ενότητα αυτή της πίστεως να βαδίζομε όλοι ατενίζοντες εις την αιωνίαν πόλην την κατερχομένην εκ των ουρανών».

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανος απηύθυνε προς όλους εγκάρδιο χαιρετισμό από την Αποστολική Εκκλησία των Φιλίππων «την πρώτη ιδρυθείσα Εκκλησία επί του εδάφους του Ελληνικού της Μακεδονίας, της Ελλάδος και της Ευρώπης από τον Απόστολο των Εθνών Παύλο».

«Είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος που είμαι μαζί σας και είμαι επίσης ιδιαίτερα συντονισμένος πνευματικά με την παρουσία εδώ τμήματος του Αγίου Λειψάνου του Αγίου Ενδόξου και πανευφήμου Ευαγγελιστού Λουκά, ο οποίος συνόδευσε τον Απόστολο Παύλο κατά την δεύτερη περιοδεία του στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και ήταν και εκείνος ο οποίος συνέγραψε πραγματικά με συγκλονιστικό τρόπο την παρουσία του στους Φιλίππους, αλλά και στις άλλες Εκκλησίες της Βεροίας, της Θεσσαλονίκης της Κορίνθου, των Αθηνών και όλης της παρουσίας του στην Ελλάδα στο βιβλίο το Θεόπνευστο των Πράξεων», ανέφερε.

«Λέγει ο Χριστός κάπου που μας το διασώζει ο Ευαγγελιστής: ήλθα να βάλω φωτιά στη γη», σημείωσε στην συνέχεια του κηρύγματός του, εξηγώντας πως «προφανώς η φωτιά αυτή είναι το μεγάλο χάος το οποίο επικρατεί στον κόσμο».

«Ενώ τα θαύματα του Θεού είναι περιποίκιλα και γεμάτα από την αγάπη του στη ζωή μας όπως εν προκειμένω το μεγάλο δώρο του Αγίου Σπυρίδωνος, εμείς δυστυχώς ξεχνάμε εκείνα τα οποία μας εχάρισε ο Θεός και τα οποία μας τα εχάρισε από αγάπη και από χαρά και από ειρήνη κατ’ εικόνα Του και καθ’ ομοίωσή Του», τόνισε, επισημαίνοντας πως από την εποχή του Κάιν και του Άβελ μέχρι και σήμερα, «δυστυχώς συνεχίζουμαι με τις ίδιες πράξεις να βλασφημούμε το πάντιμο όνομα του Αγίου Τριαδικού Θεού και να οδηγούμε, δυστυχώς, τους εαυτούς μας παγκοσμίως στον όλεθρο και στην καταστροφή. Η απάντηση, λοιπόν, προς το χάος αυτό είναι η Αγία μας Εκκλησία. Η Αγία μας Εκκλησία η οποία είναι ιδρυμένη, κατοχυρωμένη και ενταγμένη στον ίδιο τον Χριστό, με τον ίδιο τον Χριστό αρχηγό και μέσα στο τίμιο και πανάχραντο Σώμα Του να αποτελούμε εμείς οι δυστυχείς και ταπεινοί μέλη αυτού του σώματος της Εκκλησίας. Μιας Εκκλησίας που ως προς την ανθρωπίνη της υπόσταση είναι πολύ πληγωμένη.  Είναι γεμάτη από αίματα Αγίων, ηρώων, Χριστιανών. Ανθρώπων κάθε υφής, ηλικίας, πιστότητος και γνώσεως».

Αναφέροντας πως «τα χρόνια που έζησε ο Άγιος Σπυρίδων», «οι διωγμοί ήσαν επίκαιροι στην ιστορία» και πως «τα πλήθη και τα εκατομμύρια των Αγίων μαρτύρων κοσμούσαν τις κατακόμβες», υπογράμμισε με έμφαση πως «η ενότητα αυτή είναι ικανή να σβήσει το χάος. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο και μέχρι σήμερα υπάρχουμε ως Εκκλησία. Διότι ως άνθρωποι είμεθα, δυστυχώς, τόσο ταλαίπωροι που χωρίς τον Χριστό δεν μπορούμε να πράξουμε κάτι το υγιές». «Μέσα λοιπόν σε αυτήν την ατμόσφαιρα, την πνευματική, τη λειτουργική, την ιστορική της Εκκλησίας μας που καταγράφουμε σήμερα αυτή τη στιγμή εδώ στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνος είμεθα εκφραστές αυτής της ενότητος», πρόσθεσε.

Στην συνέχεια του κηρύγματός του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ.Στέφανος, ανέλυσε το πρώτο ανάγνωσμα των Παροιμιών, συνδέοντάς το με τη ζωή του Αγίου Σπυρίδωνος.

Σήμερα Τρίτη 12 Δεκεμβρίου 2023, τελέστηκε τρισαρχιερατικό συλλείτουργο στο οποίο προεξήρχε και κήρυξε το θείο Λόγο ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ.Παντελεήμων συγχοροστατούντων των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Φιλίππων κ.Στεφάνου και Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Κατά την διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ.Παντελεήμων μίλησε, μεταξύ άλλων, για την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο όπου «ο βλάσφημος εκείνος αιρεσιάρχης Άρειος διεκήρυττε ότι ο Λόγος του Πατρός, δηλαδή ο Κύριός μας, είναι κτίσμα, ως το πρώτο δημιούργημά Του».

Επίσης, αναφέρθηκε στο γεγονός όπου «ο Άγιος Νικόλαος σήκωσε το ευλογημένο χέρι του και ράπισε το στόμα του Αρείου, με αποτέλεσμα να του σπάσει ένα δόντι», αλλά και στο χέρι «ενός άλλου Αγίου Ιεράρχου», ο οποίος «προέβη σε μία πράξη θαυματουργίας: επιτέλεσε ένα παράδοξο και μεγάλο θαύμα, επικυρωτικό της αιώνιας αλήθειας του ορθού δόγματος της Εκκλησίας περί του τρισυποστάτου χαρακτήρος της Θεότητος. Ήταν το χέρι το ευλογημένο του Αγίου Σπυρίδωνος που κρατούσε ένα κεραμίδι. Το έδειξε ο Άγιος σε όλους τους Πατέρες της Συνόδου, το σταύρωσε, έτσι ώστε, λέγοντας, «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός», η φωτιά που το είχε ψήσει διεχωρίσθη και ανέβηκε προς τα επάνω, «καί τοῦ Υἱοῦ», το νερό που συμμίχθηκε με τον πηλό έρρευσε καταγής, «καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», απέμεινε στο χέρι του Αγίου το χώμα, που μαζί με το νερό και τη φωτιά είχαν φτιάξει εκείνο το κεραμίδι».

«Μπορεί η χάρις των Αγίων να φανερώνεται ποικιλοτρόπως, μπορεί η ζωή και ο ένθεος ζήλος του κάθε Αγίου να διαφέρει, μπορεί ο καθένας να αγιάζεται και να ανταποκρίνεται με τον δικό του μοναδικό τρόπο στο προσωπικό κάλεσμα του κοινού Δεσπότου Χριστού, όμως η Εκκλησία είναι Μία και μόνο Μία, γιατί Ένας και μόνο Ένας είναι ο Κύριός μας, Αυτός που πέθανε για όλη την ανθρωπότητα και καλεί στη μία και μόνη μάνδρα τους ανθρώπους με διαφορετικές θρησκευτικές, γλωσσικές και φυλετικές καταβολές», είπε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτη Βεροίας κ.Παντελεήμων,

Επισημαίνοντας πως «όσοι απεκόπησαν από την Ορθόδοξη Εκκλησία, κάποιοι από αυτούς, συνεχιστές της αιρέσεως του Αρείου και των άλλων αιρετικών», «πλανώντες και πλανώμενοι, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, ευρίσκονται μακράν της αποκεκαλυμμένης αληθείας και του Χριστού», τόνισε πως «η Εκκλησία συνεχίζει να τους καλεί να επιστρέψουν στη σωτηρία».

«Μη φοβάστε να ραπίζετε με τον λόγο της αληθείας την κάθε βλάσφημη αίρεση που συμπαρασύρει έξω από τα σαφή όρια της σωτηρίας τους ανθρώπους», προέτρεψε σε άλλο σημείο τους πιστούς», υπογραμμίζοντας πως «δεν είναι μόνο το δόγμα αδιαπραγμάτευτο και φυλακτέο. Είναι και το ήθος και το βίωμα», διότι όλοι οι αιρετικοί εξέπεσαν πρώτα στο ήθος και στο βίωμα και στη συνέχεια αποτύπωσαν την πλάνη των βιωμάτων τους στη διδασκαλία τους. Όλοι οι αιρεσιάρχες ζούσαν λανθασμένα την εκκλησιαστική ζωή και έπειτα οδηγήθηκαν σε λανθασμένες διδασκαλίες πού παρέσυραν και άλλους».

Αμέσως μετά την Θεία Λειτουργία, τελέστηκε Δοξολογία με τη συμμετοχή των τοπικών αρχών και στην συνέχεια πραγματοποιήθηκε πάνδημη και μεγαλόπρεπη λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος του Αγίου Σπυρίδωνος στους κεντρικούς δρόμους της πόλεως του Πειραιά.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΘΥΡΣΟΣ, ΛΕΥΚΙΠΠΟΣ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΣ

«Οι άγιοι αυτοί έζησαν επί της βασιλείας του Δεκίου, όταν ηγεμόνας ήταν ο Κουμβρίκιος, ο οποίος κίνησε διωγμό κατά των Χριστιανών στα μέρη της Νικομηδείας και της Νίκαιας και της Καισαρείας της Βιθυνίας. Ο άγιος Λεύκιος από μόνος του προσήλθε στον ηγεμόνα, ομολογώντας την πίστη του στον Χριστό και διακωμωδώντας τη ματαιότητα των ειδώλων. Κρεμάστηκε λοιπόν με την προσταγή του ηγεμόνα, καταξέστηκαν οι σάρκες του με φοβερό τρόπο, κι επειδή επέμενε με σταθερότητα στην ευσεβή πίστη των Χριστιανών, του κόψανε το κεφάλι. Έπειτα, καθώς πορεύτηκε ο ηγεμόνας  στον Ελλήσποντο, ο μέγας αθλητής Θύρσος τον συνάντησε, ανακηρύσσοντας με παρρησία ότι ο Χριστός είναι Θεός και ελέγχοντας τον τύραννο ότι απονέμει σεβασμό κατά παράλογο τρόπο σ’ αυτούς που δεν είναι θεοί. Γι’  αυτό γρονθοκοπείται, του σπάνε τα πλευρά, του δένουν και του συντρίβουν τα χέρια και τα πόδια, του τρυπάνε τα βλέφαρα των οφθαλμών και τους ίδιους του οφθαλμούς, του σπάνε με χάλκινους στρόβιλους τα πόδια και του χύνουν καυτό μολύβι στην πλάτη. Το μολύβι που χύθηκε μάλλον έβλαψε τους υπηρέτες παρά τον άγιο. Επειδή με τη χάρη του Χριστού διαφυλάχτηκε αβλαβής από όλα τα φοβερά που του έκαναν, τον έδεσαν με σιδερένια δεσμά. Καταστρέφει όμως με την προσευχή του όλα τα σεβάσματα των ειδώλων. Έπειτα τον έβαλαν  με το κεφάλι κάτω μέσα σε κάποιο αγγείο γεμάτο νερό, το οποίο όμως έσπασε αμέσως. Τον έριξαν στη συνέχεια από ένα ψηλό τοίχο, ενώ είχαν βάλει στο μέρος που θα έπεφτε, μυτερά καρφιά και σίδερα, αλλά και από αυτά με τη δύναμη του Χριστού διαφυλάχτηκε πάλι αβλαβής.

Αργότερα, αφού έφυγαν από τη ζωή αυτή με άσχημο τρόπο ο Κουμβρίκιος και ο Σιλβανός, ήλθε στην ηγεμονία ο Βάβδος. Αυτός βλέποντας τον άγιο να μένει σταθερός ακόμη στην πίστη του Χριστού, τον έβαλε μέσα σε σάκο και τον έριξε στη θάλασσα.  Έσπασε όμως ο σάκος με τη δύναμη αγγέλου και οδηγήθηκε ο άγιος στην ξηρά. Έπειτα τον κτύπησαν με σφοδρότητα, αλλά αυτός και πάλι με την προσευχή του έριξε κάτω τα ξόανα, ενώ όταν τον έβαλαν για να φαγωθεί από άγρια θηρία, αυτά δεν του έκαναν τίποτε. Και πάλι τον κτύπησαν τόσο πολύ, ώστε να κομματιαστούν οι σάρκες του και να πέφτουν στη γη. Τότε τράβηξε  στην πίστη του Χριστού και τον άγιο Καλλίνικο, που ήταν ιερέας των ειδώλων, γιατί σκέφτηκε αυτός ότι μεγαλύτερος από όλους είναι εκείνος ο Θεός, που με την επίκλησή Του πέφτουν τα είδωλα. Φτάνοντας ο άγιος Θύρσος στην Απολλωνία, τράνταξε τους ναούς των ματαίων θεών με την προσευχή και τα έριξε στη γη. Το ίδιο θαυματούργησε  και ο άγιος Καλλίνικος, ο οποίος αφού έριξε το είδωλο, δέχτηκε το τέλος του με ξίφος. Ο δε άγιος Θύρσος, αφού τον έβαλαν μέσα σε κιβώτιο, ώστε να τον κομματιάσουν με πριόνι, κι επειδή οι υπηρέτες δεν μπόρεσαν να μετακινήσουν το πριόνι, ο άγιος παρέμεινε και πάλι αβλαβής. Εκεί παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό, ενώ ακούστηκε από τον ουρανό εκείνη την ώρα φωνή σ’ αυτόν, που του φανέρωνε τα αγαθά που του έχουν ετοιμαστεί. Τελείται δε η σύναξη των αγίων στο Μαρτυρείο τους, που είναι κοντά στους Ελενιανούς».

Η αγία Εκκλησία μας σήμερα, επί τη μνήμη των αγίων αυτών μαρτύρων, μας προσφέρει ένα μπουκέτο από λουλούδια ευωδιαστά, που ευωδιάζουν τη χάρη του αγίου Πνεύματος. Πρόκειται για την ευωδία που λέει ο απόστολος Παύλος, ότι δηλαδή οι πιστοί στον Χριστό αποτελούν οσμή ζωής, την οποία όμως μπορούν να οσφρανθούν μόνον οι επίσης πιστοί, ενώ  η ίδια αυτή ευωδία λειτουργεί ως οσμή θανάτου για εκείνους που έχουν αποστρέψει το πρόσωπό τους από τον Θεό, λόγω της μεταποίησης που προκαλεί στις πνευματικές αισθήσεις τους  η «χαλασμένη» διάνοιά τους. Με απλά λόγια, η αγιότητα  άλλους, τους πιστούς, τους ωθεί σε δοξολογία του Θεού, ενώ άλλους, τους απίστους και μη καλοπροαιρέτους ανθρώπους, τους ωθεί σε βλασφημία και δυσανασχέτηση. Την αλήθεια αυτή προβάλλει απαρχής σχεδόν η ακολουθία των σημερινών αγίων μας. «Οι ένδοξοι άγιοι άνθησαν σαν ωραιότατα άνθη μέσα στον κήπο των μαρτύρων, στέλνοντας τη θεϊκή ευωδία του αγίου Πνεύματος, και ευωδιάζοντας τις διάνοιες αυτών που τους τιμούν κάθε χρόνο με πίστη».

Ποια είναι η ωραιότερη ευωδία που μας έρχεται από την αγία ζωή των μαρτύρων; Ασφαλώς εκείνη που φανερώνει και το «μυστικό» τους, να μπορούν δηλαδή να αντέχουν τα βάσανα και όλες τις θλίψεις τους με τρόπο που κυριολεκτικά μας καταπλήσσει: ο πόθος της θεϊκής ομορφιάς, τέτοιος που όλα τα τερπνά και ωραία του βίου αυτού τα θεώρησαν ως ένα τίποτε. «Ποθώντας το θεϊκό κάλλος, όλα τα τερπνά της ζωής αυτής τα θεωρήσατε σαν ένα μηδενικό, αθλοφόροι του Χριστού». Κι είναι εύλογο: ποιος λογικός άνθρωπος, έχων σώας τας φρένας του, καθώς λέμε, μπορεί να θέσει σε ίση μοίρα αυτά που προσφέρει ο κόσμος αυτός με αυτά που προσφέρει ο ίδιος ο Δημιουργός; Όταν μάλιστα γνωρίζει ότι οι ομορφιές του κόσμου υφίστανται ως δωρεές του Θεού, προκειμένου μέσω αυτών να αναχθούμε σ’  Εκείνον; Αν υπάρχει τόση ωραιότητα στον κόσμο, ας φανταστούμε την απείρως μεγαλύτερη ωραιότητα Εκείνου που την δημιούργησε. Κι ακόμη: όλα τα τερπνά του βίου αυτού είναι φθαρτά και παρερχόμενα, οι προσφορές όμως του Κυρίου είναι αιώνιες και αθάνατες. Αν λοιπόν αυτονομηθούν τα τερπνά του βίου, χωρίς αναφορά στον Δημιουργό, ποιο το νόημά τους; Και βεβαίως  ο πόθος αυτός των σημερινών αγίων για τον Χριστό, που αποτελεί κοινό τόπο σε όλους τους αγίους της Εκκλησίας μας, στοιχεί στο επίπεδο ζωής του αποστόλου Παύλου, ο οποίος πρώτος εξ όλων διακήρυσσε: «Ηγούμαι πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω». Όλα τα θεωρώ σκουπίδια, προκειμένου να κερδίσω τον Χριστό.

Ο άγιος υμνογράφος, ο Θεοφάνης, επισημαίνει όμως και κάτι ακόμη, που πράγματι και αυτό έρχεται ως ευωδία αγιασμού. «Χαρακώνοντας το σώμα σου – λέει - με φοβερό τρόπο οι προστάτες του σκοταδιού, Θύρσε, δεν μάραναν  τον τοκετό του λογισμού σου, ο οποίος ενισχυόταν δυνατά με αγάπη, από τη θεϊκή στοργή». Η αλήθεια που προβάλλει εν προκειμένω ο άγιος Θεοφάνης είναι πράγματι εξόχως σημαντική: ο πιστός χριστιανός πρέπει να βρίσκεται πάντοτε σε μία κατάσταση τοκετού των λογισμών του, δηλαδή να γεννά, να προεκτείνει την αγάπη του Θεού που (πρέπει να) διακατέχει την ύπαρξή του. Με άλλα λόγια, ο λογισμός μας, αν είμαστε, χριστιανοί, πρέπει να βρίσκεται πάντοτε στην αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Οι λογισμοί μας πρέπει να είναι αδιάκοπα σε κατάσταση «εγκυμοσύνης» του καρπού του αγίου Πνεύματος. Να μη γινόμαστε στείροι και άκαρποι. Πρόκειται για  διαφορετική διατύπωση της εικόνας που απεκάλυψε ο ίδιος ο Κύριος, ότι Εκείνος είναι το αμπέλι και ο Θεός Πατέρας ο γεωργός. «Και παν κλήμα εν εμοί μη φέρον καρπόν αίρει αυτό, και παν το καρπόν φέρον καθαίρει αυτό, ίνα πλείονα καρπόν φέρη». Κάθε κλήμα, κάθε χριστιανός δηλαδή, που δεν μένει ενωμένο με το αμπέλι που είναι ο Χριστός, ο Θεός Πατέρας το κόβει και το πετά. Ενώ κάθε κλήμα που μένει ενωμένο με το αμπέλι, το καθαρίζει, ώστε να φέρει περισσότερο καρπό. Είναι μία εικόνα, που τον Χριστιανό δεν τον αφήνει σε ησυχία. Καλούμαστε να βρισκόμαστε πάντοτε σε αέναη πορεία αυξήσεως και καρποφορίας. Δεν το κάνουνε; Δεν γεννάμε αυτό που μας προσφέρει ο Χριστός; Δυστυχώς, αυτό που μας περιμένει είναι το σάπισμα και το πέταμα.

13 Δεκεμβρίου 2023

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ, ΑΥΞΕΝΤΙΟΣ, ΕΥΓΕΝΙΟΣ, ΜΑΡΔΑΡΙΟΣ ΚΑΙ ΟΡΕΣΤΗΣ

 

«Οι πέντε αυτοί μάρτυρες ήταν Καππαδόκες κατά το γένος, στα χρόνια του Διοκλητιανού, που σέβονταν από τους προγόνους τους τον Χριστό κατά τρόπο όμως κρυφό. Ομολόγησαν με παρρησία κάποια στιγμή την πίστη τους, γι’ αυτό και υποβλήθηκαν σε πολυειδή βασανιστήρια από τον ηγεμόνα Λυσία. Και οι μεν τρεις πέθαναν στα βασανιστήρια, ο δε Ευστράτιος και ο Ορέστης επέζησαν και στάλθηκαν στη Σεβάστεια, στον διοικητή όλης της Ανατολής, τον Αγρικόλαο, ο οποίος διέταξε να ριχτούν στην πυρά, το 296, οπότε και τελειώθηκαν. Ήταν δε ο Ευστράτιος άνδρας λόγιος και κάτοχος της ρητορικής τέχνης, πρώτος από τους αξιωματικούς του Λυσία και με το αξίωμα του χαρτοφύλακα στην επαρχία του, αξίωμα που στα λατινικά λέγεται σκρινιάριος. Στο όνομα του αγίου Ευστρατίου επιγράφεται  η ευχή που λέγεται στο μεσονυκτικό του Σαββάτου «Μεγαλύνων μεγαλύνω σε, Κύριε…», όπως στον άγιο Μαρδάριο αποδίδεται η ευχή που λέγεται στην Γ΄ ώρα και αλλού «Δέσποτα Θεέ, πάτερ παντοκράτορ…».

«Η πεντάχορδος λύρα και πεντάφωτος λυχνία», κατά την υμνογράφο αγία Κασσιανή, οι πέντε δηλαδή μάρτυρες που εορτάζουμε σήμερα: ο Ευστράτιος, ο Αυξέντιος, ο Ευγένιος, ο Μαρδάριος και ο Ορέστης, χαρακτηρίζονται από τη θερμή αγάπη τους προς τον Κύριο. Η αγάπη τους αυτή, η τέλεια και απολύτως σταθερή, ήταν εκείνη που αποτελούσε την κινητήρια δύναμη, προκειμένου να αντέξουν τα πάμπολλα είδη μαρτυρίων που υπέστησαν, χωρίς να καμφθούν καθόλου. Κι αυτήν την αγάπη τους την έδειξαν, κατά τον υμνογράφο τους, όχι μόνο στην πράξη, με τα μαρτύριά τους δηλαδή, αλλά και με τον λόγο τους - με την ομολογία της πίστεώς τους και τη μαρτυρία ότι ο Χριστός είναι γι’ αυτούς ό,τι μπορεί να έχει αξία σ’ αυτήν τη ζωή. «Οι άγιοι επέδειξαν την προς Εσένα, Κύριε, τέλεια και σταθερή αγάπη, με τα λόγια και με τα παθήματα και τις πολύτροπες στερήσεις της ζωής». Και: «Ο Χριστός είναι για μένα τα πάντα, φώναζε δυνατά ο Μαρδάριος: και πατρίδα και αξία και όνομα. Διότι από σένα έμαθε τούτο, Ευστράτιε».

Είναι συγκινητική η ομολογία αυτή του αγίου Μαρδαρίου, αλλά και των υπολοίπων μαρτύρων, γιατί μας αποκαλύπτει πως για τους αγίους ο Χριστός δεν είναι κάτι στη ζωή τους, έστω και πολύ σημαντικό, αλλά τα πάντα. Είναι δηλαδή Εκείνος που προσδιορίζει την ύπαρξή τους και όλη την ψυχοσωματική τους οντότητα. Το «Χριστός μοι αντί πάντων» αποτελεί την επιβεβαίωση αυτού που έλεγαν όλοι οι άγιοι μάρτυρες, οι οποίοι σε κάθε ερώτηση του ανακριτή και του δημίου τους απαντούσαν με το «Χριστιανός ειμι», όπως και τη συνεπή συνέχεια της ομολογίας του αποστόλου Παύλου, που διαλαλούσε το «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» και «εμοί το ζην Χριστός». Για τους χριστιανούς επομένως η όποια αξία της ζωής είναι αξία στον βαθμό που σχετίζεται με τον Χριστό, όπως και η αυτοσυνειδησία τους, η ταυτότητά τους εξαρτάται απολύτως και αποκλειστικά από Εκείνον.

Η αγάπη τους προς τον Κύριο, είπαμε, εκφραζόταν και με τον λόγο. Πράγματι, οι υμνογράφοι (διότι είναι περισσότεροι του ενός) της ακολουθίας των αγίων επανέρχονται «πάλιν και πολλάκις» στο εκ Θεού χάρισμα του λόγου τους, κατεξοχήν δε  στη φιλοσοφική και ρητορική δεινότητα του αγίου Ευστρατίου. «Με ρητορικά λόγια ο στρατιώτης του Χριστού κατέπληξε τους άνομους», και «Τον μεταξύ των μαρτύρων μεγάλο Ευστράτιο, που αναδείχτηκε φιλόσοφος με τη θεία σοφία και αποδείχτηκε ρήτορας με το κάλλος των λόγων», θα πει ο άγιος Γερμανός, ένας από τους εγκωμιαστές του αγίου Ευστρατίου. «Ρητόρων ευγλωττότερος» ή «τον ρήτορα Ευστράτιον» θα σημειώσει αλλού άλλος υμνογράφος του. Κι είναι ιδιαιτέρως σημαντική η επιμονή αυτή των υμνογράφων, διότι φανερώνει -  ιδίως για την εποχή μας που είναι εποχή πληθωρισμού λόγων χωρίς αντίκρισμα, συνεπώς μία αργολογία και ματαιολογία -  ότι τότε έχουν σημασία τα λόγια, όταν αφενός αναφέρονται στην ίδια την αλήθεια, που λειτουργεί σαν μαχαίρι απέναντι στο ψεύδος («άρπαξες από τον εχθρό το μαχαίρι των λόγων και με αυτό απέκοψες την αντιλογία του ψεύδους»), αφετέρου επιβεβαιώνονται από την ίδια τη ζωή που φτάνει μέχρι το μαρτύριο. Ο άγιος Ευστράτιος δηλαδή, όπως και οι άλλοι, χρησιμοποίησαν τον λόγο, για να ομολογήσουν  Χριστό. Και υπομνημάτισαν τον λόγο τους, άρα και την αλήθεια του λόγου αυτού, με τα αθλητικά στίγματά τους. «Με ρητορικά λόγια κατέπληξε τους άνομους, με τα στίγματα στο σώμα του από την άθληση του μαρτυρίου του κατατρόπωσε τις δυνάμεις του εχθρού, ο ένδοξος και δυνατός αθλοφόρος Ευστράτιος».

Έτσι οι άγιοί μας έδειξαν με τη ζωή τους ότι η θεολογία της Εκκλησίας μας κινείται όχι κατά τρόπο αριστοτελικό, δηλαδή με βάση την ανθρώπινη φιλοσοφία, όσο σπουδαία κι αν είναι αυτή, αλλά κατά τρόπο αλιευτικό, δηλαδή με ό,τι κήρυξαν και δίδαξαν οι μάρτυρες του Χριστού, άγιοι απόστολοι. Είναι πολύ ωραία η εμμελής καταγραφή της παραπάνω αλήθειας από την αγία και πάλι Κασσιανή στο δοξαστικό των αποστίχων του όρθρου: «Οι άγιοι μάρτυρες προτίμησαν τη σοφία των Αποστόλων παραπάνω από την παιδεία των Ελλήνων, γι’ αυτό  άφησαν κατά μέρος τα βιβλία των ρητόρων και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με τα βιβλία των αλιέων. Διότι στα πρώτα υπάρχει ευγλωττία απλών λόγων, ενώ στα θεία λόγια των αγραμμάτων διδάσκονταν τη θεολογία της αγίας Τριάδος». Η ίδια μάλιστα αγία υμνογράφος δίνει μ’ έναν πολύ δυνατό στίχο της το στίγμα των σημερινών αγίων και τη θέση που έχουν στην Εκκλησία. «Χαίροις ο ισάριθμος χορός των φρονίμων Παρθένων» εγκωμιάζει. Νομίζουμε ότι πιο άμεση αποτίμηση της αγιότητάς τους από τον παραλληλισμό αυτό με τις  φρόνιμες παρθένους που εισήλθαν στον νυμφώνα με τον νυμφίο Χριστό, δεν θα μπορούσε να υπάρξει.

ΤΟ "ΜΥΣΤΙΚΟ" ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ (12 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

«Ὁ Χριστός ἐνήργει ἐν τῷ ἁγίῳ Σπυρίδωνι», ώστε να καταστεί αυτός μέγας θαυματουργός άγιος. Και μπόρεσε να βρει δίοδο μέσα του, λόγω της καθαρής του καρδιάς της γεμάτης από έλεος και ευσπλαγχνία, που σημαίνει ότι εκείνο που θέτει εμπόδιο στην έλευση του Κυρίου μέσα μας είναι αποκλειστικά και μόνον ο εγωισμός μας, δηλαδή η αμαρτία μας. Κι είναι ευνόητο: πώς σε μια καρδιά γεμάτη από το εγώ, το οποίο λειτουργεί πάντοτε με κατακτητικό τρόπο που δεν αφήνει τίποτε άλλο δίπλα του, θα μπορέσει να συνυπάρξει ή να ’βρει λίγο χώρο η χάρη του Θεού; «Εγώ» και «χάρη Θεού» είναι αντιθετικές πραγματικότητες, κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου, «οὐδείς δύναται δυσίν κυρίοις δουλεύειν».

 Και η Εκκλησία μας έρχεται και μας παίρνει από το χέρι για να μας πάει σε βαθύτερα επίπεδα του εσωτερικού κόσμου του αγίου Σπυρίδωνα. Κυριάρχησε ο Χριστός μέσα στην καρδιά του αγίου εξορίζοντας τον νοσηρό εγωισμό του, έγινε δηλαδή «καταγώγιον θείου Πνεύματος», διότι «ἐγένετο ἔμπλεως ἀποστολικῆς διδασκαλίας» και  έζησε «δι’ ἐναρέτου πολιτείας». Να λοιπόν το «μυστικό» της πνευματικής ζωής του αγαπημένου αυτού αγίου: Στράφηκε με δύναμη ψυχής – ενισχυόμενος προφανώς από τη χάρη του Θεού – στην αληθινή εικόνα του Χριστού που κηρύσσει η αποστολική εκκλησιαστική παράδοση, και αγωνίστηκε, όση αυτώ δύναμις, να τηρήσει τις άγιες εντολές Εκείνου.  Αλήθεια πίστεως της Εκκλησίας και ενάρετη ζωή. Όπου υπάρχει η έφεση στα δύο αυτά, εκεί έχουμε Πνεύμα Θεού, εκεί έχουμε αγιότητα, εκεί λοιπόν κηρύσσεται ορθά ο Θεός και προσφέρονται ιάματα ψυχής και σώματος σε όλους τους ανθρώπους.