23 Δεκεμβρίου 2023

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 1, 1-25)

Βίβλος γενέσεως  Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ  Ἀβραάμ. 2  Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν  Ἰσαάκ,  Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ,  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, 3  Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐσρώμ,  Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀράμ, 4  Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμιναδάβ,  Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, 5 Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ,  Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεσσαί, 6  Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα. Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, 7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιά,  Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀσά, 8  Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσαφάτ,  Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωράμ,  Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὀζίαν, 9  Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωάθαμ,  Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἄχαζ,  Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐζεκίαν, 10  Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμών,  Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσίαν, 11  Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. 12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος  Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, 13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιούδ,  Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιακείμ,  Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀζώρ, 14  Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀχείμ,  Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιούδ, 15  Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλεάζαρ,  Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ, 16  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη  Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. 17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ  Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. 18 Τοῦ δὲ  Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ  Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος  Ἁγίου. 19  Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων·  Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν  Ἁγίου. 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23  Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ  Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν.

Νεοελληνική Απόδοση

Η γενεαλογία του Ιησού Χριστού

Η βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, του γιου του Δαβίδ, γιου του Αβραάμ. Ο Αβραάμ γέννησε τον Ισαάκ, και ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του, και ο Ιούδας γέννησε το Φάρες και το Ζάρα από τη Θαμάρ, και ο Φάρες γέννησε τον Εσρώμ, και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ, και ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ, και ο Αμιναδάβ γέννησε το Ναασσών, και ο Ναασσών γέννησε το Σαλμών, και ο Σαλμών γέννησε το Βόες από τη Ραχάβ, και ο Βόες γέννησε τον Ιωβήδ από τη Ρουθ, και ο Ιωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί, και ο Ιεσσαί γέννησε το Δαβίδ το βασιλιά. Και ο Δαβίδ γέννησε το Σολομώντα από τη γυναίκα του Ουρία, και ο Σολομώντας γέννησε το Ροβοάμ, και ο Ροβοάμ γέννησε τον Αβιά, και ο Αβιά γέννησε τον Ασάφ, και ο Ασάφ γέννησε τον Ιωσαφάτ, και ο Ιωσαφάτ γέννησε τον Ιωράμ, και ο Ιωράμ γέννησε τον Οζία, και ο Οζίας γέννησε τον Ιωαθάμ, και ο Ιωαθάμ γέννησε τον Αχάζ, και ο Αχάζ γέννησε τον Εζεκία, και ο Εζεκίας γέννησε το Μανασσή, και ο Μανασσής γέννησε τον Αμώς, και ο Αμώς γέννησε τον Ιωσία, και ο Ιωσίας γέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του κατά τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα. Μετά λοιπόν τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ο Ιεχονίας γέννησε το Σαλαθιήλ, και ο Σαλαθιήλ γέννησε το Ζοροβαβέλ, και ο Ζοροβαβέλ γέννησε τον Αβιούδ, και ο Αβιούδ γέννησε τον Ελιακίμ, και ο Ελιακίμ γέννησε τον Αζώρ, και ο Αζώρ γέννησε το Σαδώκ, και ο Σαδώκ γέννησε τον Αχίμ, και ο Αχίμ γέννησε τον Ελιούδ, και ο Ελιούδ γέννησε τον Ελεάζαρ, και ο Ελεάζαρ γέννησε το Ματθάν, και ο Ματθάν γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας, από την οποία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. Όλες λοιπόν οι γενιές από τον Αβραάμ ως το Δαβίδ είναι δεκατέσσερις γενιές, και από το Δαβίδ ως τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ως το Χριστό είναι δεκατέσσερις γενιές.

Η γέννηση του Ιησού Χριστού

Και η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο: Όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του η Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν αυτοί να συνευρεθούν, βρέθηκε να έχει παιδί στην κοιλιά της από το Άγιο Πνεύμα. Και ο Ιωσήφ ο άντρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να την αποδιώξει κρυφά. Ενώ λοιπόν σκεφτόταν αυτά, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε σ’ αυτόν στο όνειρό του, λέγοντας: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη φοβηθείς να παραλάβεις τη Μαρία τη γυναίκα σου. Γιατί αυτό που μέσα της γεννήθηκε είναι από Πνεύμα Άγιο. Και θα γεννήσει γιο, και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». Και όλ’ αυτά έχουν γίνει, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: Ιδού, η παρθένος θα έχει παιδί στην κοιλιά και θα γεννήσει γιο και θα καλέσουν το όνομά του Εμμανουήλ, που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: Ο Θεός είναι μαζί μας. Και όταν σηκώθηκε ο Ιωσήφ από τον ύπνο, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και παρέλαβε τη γυναίκα του,
και δε γνώριζε αυτήν, ωσότου γέννησε γιο. Και κάλεσε το όνομά του Ιησού.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 11, 9-10, 32-40)

Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

Νεοελληνική Απόδοση

Άνθρωποι πίστης

Αδελφοί, με την πίστη παροίκησε ο Αβραάμ στη γη της επαγγελίας σαν σε ξένη χώρα και κατοίκησε μέσα σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, τους συγκληρονόμους αυτής της υπόσχεσης. Γιατί περίμενε την πόλη που έχει τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Και τι να λέω ακόμα; Γιατί θα μου λείψει ο χρόνος να διηγούμαι για το Γεδεών, το Βαράκ, το Σαμψών, τον Ιεφθάε, το Δαβίδ και το Σαμουήλ και τους προφήτες, οι οποίοι διαμέσου της πίστης κατανίκησαν βασίλεια, έκαναν έργα δικαιοσύνης, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν από στόματα μάχαιρας, δυναμώθηκαν από ασθένειες, έγιναν ισχυροί στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή παρατάξεις εχθρικών στρατευμάτων. Γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους ζωντανούς με ανάσταση. Ενώ άλλοι ξυλοκοπήθηκαν μέχρι το θάνατο και δε δέχτηκαν την απολύτρωση, για να επιτύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Και άλλοι δοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμα και δεσμά και φυλακή. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέθαναν με φόνο από μάχαιρα, περιήλθαν με προβιές, με δέρματα κατσικιών, και στερούνταν, θλίβονταν, κακουχούνταν, – για τους οποίους δεν ήταν άξιος ο κόσμος – περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε όρη και σε σπηλιές και στις τρύπες της γης. Και αυτοί όλοι, αν και είχαν καλή μαρτυρία μέσω της πίστης τους, δεν απόκτησαν την υπόσχεση, γιατί ο Θεός πρόβλεψε για μας κάτι καλύτερο, για να μην τελειοποιηθούν χωρίς εμάς.

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 

«Ἡ γῆ πᾶσα βλέπουσα Θεοῦ κάθοδον εὐφραίνεται˙ Μάγοι τά δῶρα μοι φέρουσιν, Οὐρανός φθέγγεται, διά τοῦ Ἀστέρος. Ἄγγελοι δοξάζουσι. Ποιμένες ἀγραυλοῦντες θαυμάζουσι. Φάτνη εἰσδέχεται, ὥσπερ θρόνος με πυρίμορφος. Ἐπαγάλλου, ταῦτα Μῆτερ βλέπουσα» (απόστιχο αίνων).

(Όλη η γη βλέποντας την κάθοδο του Θεού ευφραίνεται. Οι Μάγοι μού προσφέρουν τα δώρα, ο Ουρανός φωνάζει με το Αστέρι. Οι Άγγελοι δοξολογούν. Οι Ποιμένες που είναι στους αγρούς θαυμάζουν. Η Φάτνη με δέχεται μέσα της σαν φλογερός θρόνος. Να χαίρεσαι, Μητέρα, βλέποντας αυτά).

Είναι εξαίσια η προεόρτια των Χριστουγέννων ποίηση της ημέρας με αποκορύφωση τα απόστιχα του όρθρου – διαμείβεται διάλογος(!) μεταξύ του Κυρίου ευρισκομένου ως βρέφους στην αγκαλιά της Μητέρας Του Παναγίας και της ίδιας που βιώνει μέσα σε θάμβος το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Υιού του Θεού και δικού της τέκνου. Και τι λέει το γεννηθέν θείο βρέφος στη Μάνα Του, καθώς την βλέπει προφανώς θλιμμένη λόγω των συνθηκών της Γέννας της: μέσα σ’ ένα στάβλο χωρίς καμία άνεση, χωρίς ανθρώπινο κατάλυμα; Να μην επικεντρώνει στη στενότητα των δύσκολων συνθηκών που προκαλούν θλίψη, - προτροπή που επαναλαμβάνεται σε πολλούς ανάλογους ύμνους -  αλλά να χαίρεται βλέποντας τις ευλογίες που πλούσια προσφέρει ο Θεός μέσα από τα Δημιουργήματά Του: η γη ζει την ευφροσύνη του ερχομού του Θεού, οι Μάγοι προσφέρουν τα δώρα τους ως απαύγασμα της εύρεσης της βαθειάς αναζήτησής τους, ο Ουρανός διηγείται δι’ αστέρος το μυστήριο της Γέννησης του Θεού ως ανθρώπου, οι Άγγελοι δοξολογούν, οι απλοί Ποιμένες απορούν, η Φάτνη φαντάζει ως θρόνος Χερουβικός. Δηλαδή ο Κύριος, όπως η έμπνευση του υμνογράφου μάς καθοδηγεί, προσανατολίζει τον λογισμό της Θεοτόκου Μητέρας Του σε μία «σφαιρική» θεώρηση των πραγμάτων και όχι στον εγκλωβισμό του περιορισμένου εδώ και τώρα!

Το ίδιο όμως δεν γίνεται συχνά και σε εμάς; Πόσες φορές κι εμείς δεν απορροφώμαστε από ένα συγκεκριμένο δύσκολο συμβάν, με αποτέλεσμα τη θλίψη και τη στενοχώρια μας, και μας διαφεύγει το όλο, η «σφαιρική» θεώρηση; Μία δυσκολία για παράδειγμα, ένα ατύχημα, μία αρρώστια, δική μας ή της οικογενείας μας, μας στρέφουν μόνον σ’ αυτό. Και φαίνεται να σκοτεινιάζει ο ορίζοντάς μας, σαν να μην υπάρχει τίποτε άλλο, σαν να μην έχει ανατείλει ο Θεός τον ήλιο Του, σαν να μην έχει έλθει στη γη ο Δημιουργός μας, σαν να έχει διαγραφεί η παντοδύναμη Πρόνοιά Του για εμάς!

Ο ποιητής της Εκκλησίας λοιπόν γίνεται για μία ακόμη φορά ο παιδαγωγός μας μέσα από την Παναγία Μάνα μας: να βλέπουμε σφαιρικά τη ζωή μας, κυρίως δε την πνευματική. Κι αυτό κυρίως θα πει: να βλέπουμε τη ζωή μας πάντοτε μέσα στην παρουσία Εκείνου, που Τον ντυθήκαμε και μας έκανε μέλη του αγίου σώματός Του. Τα θεωρούμενα «αυτονόητα» για έναν χριστιανό, που συνήθως τα ξεχνάμε όταν έλθει η κρίσιμη και δύσκολη στιγμή!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΕΚΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΚΡΗΤΗ

«Οι άγιοι αυτοί άθλησαν επί Δεκίου βασιλέως, στη νήσο Κρήτη, προερχόμενοι από διαφορετικά μέρη αυτής και όχι από μία μόνο πόλη της. Πέντε ήταν από τη μητρόπολη Γορτύνης, ο Θεόδουλος, ο Σατορνίνος, ο Εύπορος, ο Γελάσιος και ο Ευνικιανός. Από την Κνωσό ήταν ο Ζωτικός. Από το Επίνειο Πανόρμου ο Αγαθόπους. Από την Κυδωνία ο Βασιλείδης και από το Ηράκλειο ο Ευάρεστος και ο Πόμπιος. Αυτοί παραδόθηκαν από τους απίστους στον άρχοντα της νήσου, ο οποίος επέτρεψε στον δήμιο να τους περιφέρει στους βωμούς των ειδώλων, κι αν δεν θυσιάζουν, να τους βασανίζει με παντός είδους βασανιστήρια. Τριάντα ημέρες λοιπόν γύριζαν συρόμενοι από τους άτακτες υβριστές, οι οποίοι τους κορόιδευαν  και τους έσερναν  κατά γης μέσα στις κοπριές, κι ύστερα, επειδή είδε ο δικαστής ότι είχαν αμετακίνητο και στέρεο  το φρόνημά τους, παρ’ όλα τα κτυπήματα και τους λιθοβολισμούς, τους στρέβλωσαν τα μέλη του σώματος, τους υπέβαλαν σε άλλα φοβερά μαρτύρια και τέλος τους έκοψαν το κεφάλι. Τελείται δε η σύναξή τους στο ναό του αγίου Στεφάνου, πλησίον των Πλακιδίων».  

Η εμπνευσμένη σκέψη του Ιωσήφ του υμνογράφου, να συνδέει τις εορτές των αγίων με τα προεόρτια των Χριστουγέννων, συνεχίζεται. Ό,τι είδαμε και με την αγία Αναστασία την φαρμακολύτρια, να προβάλλεται δηλαδή από τον υμνογράφο ως φως που φωτίζει την Γέννηση του Κυρίου, το ίδιο βλέπουμε και εδώ με τους αγίους δέκα μάρτυρες τους εν Κρήτη: «έφτασε η μνήμη των Μαρτύρων, που κηρύσσει τη Γέννηση του Σωτήρος. Και η Δεσποτική εορτή κάνει την εμφάνισή της σε εμάς  με την άθλησή τους». Με ποιον τρόπο οι άγιοι μας παραπέμπουν στα Χριστούγεννα; Μα με την προσφορά των δώρων τους στον εκ Παρθένου γεννηθέντα: τη θυσία του εαυτού τους. «Οι μάγοι σού πρόσφεραν τα δώρα, οι δε μάρτυρες τα αίματα του μαρτυρίου τους, σε Σένα που γεννήθηκες επί γης από Παρθένο κόρη στην πόλη του Δαυίδ». Κατά τον άγιο Ιωσήφ το μαρτύριο των δέκα μαρτύρων λειτουργεί ως τύπος της Γέννησης του Κυρίου: είναι το νέο αστέρι, που κηρύσσει στους πιστούς Αυτόν που η Παρθένος εκύησε. «Ο αστέρας παλαιά φανερώθηκε στους μάγους, οδηγώντας τους στη Βηθλεέμ, την πόλη Ιούδα. Αυτοί δε κηρύσσουν σε εμάς με τα βάσανά τους Αυτόν που η Παρθένος εκύησε χωρίς συνάφεια ανδρός».

Η καταγωγή των δέκα μαρτύρων από την Κρήτη δεν μένει αναξιοποίητη από τον άγιο υμνογράφο. Παίρνει αφορμή να θυμηθεί τον μεγάλο απόστολο Παύλο και τους μαθητές του, οι οποίοι πέρασαν από την Κρήτη και ίδρυσαν την τοπική Εκκλησία. Στο πρόσωπο των δέκα αυτών ο Ιωσήφ βλέπει την προέκταση  του αποστόλου των εθνών, τα κλήματα που ανήκουν στη φυτεία εκείνου. «Φανήκατε, μάρτυρες, κλήματα του Τίτου και του Κάρπου σαν να βλαστήσατε από τη φυτεία του Παύλου, αφού προσφέρατε από τα χείλη σας στον Χριστό τους καρπούς της ομολογίας σας». Η επισήμανση του αγίου υμνογράφου είναι ιδιαιτέρως σημαντική: γνήσιος συνεχιστής της παράδοσης των αποστόλων θεωρείται εκείνος που έμπρακτα, και μάλιστα με τη θυσία της ζωής του, φανερώνει την πίστη που αυτοί παρέδωσαν. Μία αλήθεια που πρέπει πάντοτε να έχουμε κατά νου, δεδομένου ότι συχνά οι νεώτεροι  καυχώμαστε για τους πατέρες μας, χωρίς καμία προσπάθεια συντονισμού μας με τη ζωή εκείνων.

Η αποστολικής καταγωγής πίστη στον Χριστό των αγίων μαρτύρων προβάλλεται από τους ύμνους της ακολουθίας τους και με μία εξαίσια εικόνα: μοιάζει η πίστη τους με πλοίο ευρισκόμενο σε απάνεμο λιμάνι, και γι’ αυτό προφυλαγμένο από τα άγρια κύματα της θάλασσας. Η πίστη στον Χριστό δηλαδή ήταν εκείνη που έδινε τη δύναμη στους μάρτυρες να ξεπερνούν όλα τα κτυπήματα των αθέων, που σαν κύματα έρχονταν εναντίον τους. «Σαν κύμα της θάλασσας ήταν η τυραννίδα του εχθρού που κτυπούσε την ομολογία του Χριστού. Οι αθλητές όμως φάνηκαν  όλοι  σαν απάνεμα λιμάνια, κρατώντας την πίστη τους σαν πλοίο». Όλη η ιστορία της Εκκλησίας και της ανθρωπότητας αδιάκοπα επιβεβαιώνει ότι πράγματι η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο, αυτή που έκαμψε σιδηρόφρακτες αυτοκρατορίες και υπερίσχυσε θεωρουμένων πανίσχυρων αυτοκρατόρων και βασιλέων, είναι η πίστη στον Χριστό. Όταν βεβαίως αυτή δεν εξαντλείται στα λόγια – τούτο συνιστά βλασφημία – αλλά φανερώνεται ως ζωή. Και δικαίως: είναι η πίστη που συνιστά τη δίοδο της παρουσίας του ίδιου του Θεού μέσα στον κόσμο.

22 Δεκεμβρίου 2023

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 

«Μή στύγναζε Ἰωσήφ, καθορῶν μου τήν νυδήν˙ ὄψει γάρ τό τικτόμενον ἐξ ἐμοῦ καί χαρήσῃ, καί ὡς Θεόν προσκυνήσεις, ἡ Θεοτόκος ἔλεγε τῷ ἑαυτῆς μνηστῆρι, μολοῦσα τοῦ τεκεῖν τόν Χριστόν. Ταύτην ἀνυμνήσωμεν λέγοντες˙ Χαῖρε κεχαριτωμένη, μετά σοῦ ὁ Κύριος, καί διά σοῦ μεθ’ ἡμῶν» (απόστιχα όρθρου).

(Μη στενοχωριέσαι και σκυθρωπάζεις, Ιωσήφ, βλέποντάς με έγκυο. Διότι θα δεις αυτό που θα γεννηθεί από εμένα και θα χαρείς και ως Θεό θα το προσκυνήσεις, έλεγε στον μνηστήρα της η Θεοτόκος, καθώς έσπευδε να γεννήσει τον Χριστό. Αυτήν ας ανυμνήσουμε λέγοντας: Χαίρε κεχαριτωμένη, μαζί Σου ο Κύριος, και μέσω Εσένα μαζί και με εμάς).

Οι ακολουθίες της Εκκλησίας μας την τελευταία προ των Χριστουγέννων εβδομάδα προβάλλουν με ένταση τη Γέννηση του Κυρίου και την προετοιμασία μας για το υπερφυές γεγονός. Στο συγκεκριμένο μάλιστα παραπάνω τροπάριο που κατακλείει την ακολουθία της προεόρτιας ημέρας, η κυρία Θεοτόκος «απολογείται» κατά κάποιον τρόπο προς τον μνηστήρα της Ιωσήφ την ώρα που βρίσκεται στο τέλος της εγκυμοσύνης της – προφανώς, κατά τον άγιο υμνογράφο, η Παναγία βιώνει μέχρι τέλους τον προβληματισμό και την επιφύλαξη του Ιωσήφ για ό,τι συνέβη κατά τον Ευαγγελισμό της, την εκ Πνεύματος αγίου σύλληψή της. Και πώς αντιμετωπίζει τον «στυγνασμό» του; Με τρόπο κατεξοχήν θετικό που αποτελεί και λύση και διέξοδο για όλα τα προβλήματα που και εμείς μπορούμε να αντιμετωπίζουμε στον κόσμο που βρισκόμαστε. Τι εννοούμε; Η Θεοτόκος προσανατολίζει τον λογισμό και τη σκέψη του Ιωσήφ όχι στην εγκυμοσύνη της, αλλά στο «τεχθησόμενον», στον Θεό ως «παιδίον νέον» που θα γεννηθεί και το οποίο θα κρατήσει με χαρά και στα δικά του χέρια ο Ιωσήφ και θα το προσκυνήσει ως Θεό του. Κι αυτό συνιστά, όπως είπαμε, και τη διέξοδο και στα δικά μας προβλήματα και τους δικούς μας «στυγνασμούς» στη ζωή αυτή: δεν πρέπει να μένουμε «αγκυλωμένοι» στα προβλήματα, αλλά να υψώνουμε τον νου και τη διάνοιά μας στη λύση, στο θετικό αποτέλεσμα που φέρνει κάθε φορά η Πρόνοια του Θεού και για εμάς. Διότι ποιο πρόβλημα μπορεί να είναι ανυπέρβλητο μέσα στο πλαίσιο της αγάπης και της φροντίδας του Θεού για τον άνθρωπο; Ο λόγος του Θεού διά στόματος ιδίως αποστόλου Πέτρου είναι σαφής: «όλη τη μέριμνά μας ας τη ρίξουμε στον Θεό, γιατί Αυτός φροντίζει για εμάς – «ὅτι αὐτῷ μέλλει περί ἡμῶν»!

Ο χαιρετισμός προς την Παναγία λόγω της πληρότητας της χάρης Της είναι η μόνη στάση μας απέναντί της. Μετέχουμε στη χαρά της, γιατί είναι ο Κύριος μαζί Της. Και βεβαίως, μέσω Εκείνης είναι μαζί και μ’ εμάς. Η Παναγία έφερε στον κόσμο τον «Ἐμμανουήλ», δηλαδή τον Θεό που είναι πια διαπαντός μαζί μας.

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΦΑΡΜΑΚΟΛΥΤΡΙΑ

«Η αγία και γενναιότατη μάρτυς  Αναστασία έζησε επί Διοκλητιανού του βασιλέως, στην πόλη των Ρωμαίων. Ήταν κόρη κάποιου ειδωλολάτρη ονόματι Πρεπέξαστου, ενώ η μητέρα της λεγόταν Φαύστα. Η μητέρα της την οδήγησε στον Χρυσόγονο, θεόπνευστο και ευσεβή άνδρα, από τον οποίο εκπαιδεύθηκε τα ιερά γράμματα, ενώ την πίστη στον Χριστό την έμαθε από την μητέρα της. Συζεύχθηκε με έναν ειδωλολάτρη, τον Πούπλιο, με τον οποίο όμως δεν ήθελε να έχει συζυγικές σχέσεις, προφασιζομένη πάντοτε κάποια αρρώστια της, λόγω της απιστίας του. Ντυνόταν όμως φτωχά και απέριττα και, με τη βοήθεια μιας μόνο υπηρέτριας που την ακολουθούσε, επισκεπτόταν  τις γυναίκες που βρίσκονταν σε ένδεια, ενώ κρυφά υπηρετούσε και τους μάρτυρες του Χριστού, εισερχομένη στις φυλακές που τους κρατούσαν, με το να τους λύνει τα δεσμά, να τους αλείφει με λάδι και να τους καθαρίζει τις πληγές, φέρνοντάς τους και τις κατάλληλες τροφές που χρειάζονταν. Ο σύζυγός της που έμαθε τι έκανε, καταρχάς την έβαλε υπό επιτήρηση. Όταν όμως εκείνος σε κάποιο ταξίδι του με τρικυμιώδη θάλασσα πνίγηκε, βρήκε την ευκαιρία, ελεύθερη πια, να μοιράσει όλη την περιουσία της στους πτωχούς, ενώ χωρίς καμιά πίεση συνέχισε να υπηρετεί τους αθλητές του Χριστού, να μαζεύει τα λείψανά τους μετά το μαρτύριό τους και να τα ενταφιάζει οσίως. Καθοδήγησε και ενίσχυσε  πολλούς  προς το μαρτύριο του Χριστού, κι όταν ήλθε η ώρα και η ίδια να εξετασθεί από διαφόρους ηγεμόνες, ομολόγησε την πίστη της, οπότε την έριξαν στη θάλασσα μαζί με άλλες γυναίκες,  ενώ τέλος αφού την έδεσαν σε πασσάλους και την έβαλαν σε φωτιά, δέχτηκε το στεφάνι του μαρτυρίου. Τελείται δε η σύναξή της στον ναό που οικοδομήθηκε στον τόπο του μαρτυρίου της, που βρίσκεται κοντά στα έμβολα του Δομνίνου».

Δεν διαφεύγει της προσοχής του αγίου υμνογράφου Ιωσήφ ότι η μνήμη της αγίας μεγαλομάρτυρος βρίσκεται λίγες μόνον ημέρες προ της μητροπόλεως των εορτών, της Γεννήσεως του Κυρίου μας («Η προεόρτια εορτή της ενανθρωπήσεως του Χριστού του Θεού έλαμψε μαζί με την εορτή της μάρτυρος Αναστασίας»). Και μολονότι δεν υπάρχει καμία ιστορική και πραγματιστική σχέση μεταξύ των δύο αυτών εορτών, έχει την διαρκή έγνοια να τις συνδέσει μεταξύ τους, γι’ αυτό και οι πρώτοι ύμνοι της κάθε ωδής για την αγία είναι προς τιμήν του ερχομού του Κυρίου. Στο εξαποστειλάριο όμως της ακολουθίας, προς το τέλος πια του όρθρου, στην προεόρτια αναφορά του για τα Χριστούγεννα, προβαίνει στη σύνδεση από πλευράς συμβολικής και νοηματικής: η μνήμη της αγίας Αναστασίας λειτουργεί ως προκήρυξη της Γεννήσεως, ως καθοδηγητικό αστέρι για τους εκ Περσίδος μάγους και τους απλούς βοσκούς, δεδομένου ότι εκείνη πρόσφερε αντί χρυσάφι και λιβάνι και σμύρνα τον ίδιο της τον εαυτό στον Δεσπότη Χριστό. «Η φωτοφόρα μνήμη σου, μάρτυς Αναστασία, προκηρύσσει την εκ Παρθένου Γέννηση του Χριστού, καθώς συγκαλεί στη Βηθλεέμ τους εκ Περσίας μάγους, μαζί με τα δώρα, και τους Ποιμένες μαζί με τους αγγέλους για υμνολογία. Διότι εσύ με το μαρτύριό σου, θεόφρον, πρόσφερες στον Δεσπότη σου, σαν χρυσάφι και λιβάνι και σαν σμύρνα, τον ίδιο τον εαυτό σου».

Η ολοκληρωτική προσφορά της αγίας στον Χριστό, απόδειξη της αγάπης της προς Εκείνον, την έκανε να αποκτήσει και τη δύναμη Εκείνου. Ο υμνογράφος της την παρομοιάζει με ξίφος που έκανε κομμάτια όλη τη δύναμη των δαιμόνων. «Ατσάλωσες το φρόνημά σου από την αγάπη του Θεού, αληθινά μεγαλώνυμη μάρτυς, και φάνηκες έτσι σαν ξίφος, που κατακόβει τις φάλαγγες των δαιμόνων, με πίστη στον Θεό». Την παντοδυναμία αυτή εξάλλου, λόγω της παρουσίας του Χριστού στην ύπαρξή της, προβάλλει ο άγιος Ιωσήφ και μέσω του ονόματός της: εικονίζει η αγία την Ανάσταση του Χριστού, γιατί όπως η Ανάσταση Εκείνου συνέτριψε τον διάβολο, έτσι και η αγία συνέτριψε με δύναμη τους εχθρούς δαίμονες. «Εικονίζεις με το όνομά σου την Ανάσταση του Χριστού, πανεύφημε, καθώς σύντριψες τους αόρατους εχθρούς».

Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που την εκ Χριστού δύναμή της η αγία την προσφέρει σε κάθε πιστό που προσέρχεται εν πίστει σε αυτήν και την επικαλείται («Και τώρα με τη χάρη του Θεού, ανακουφίζεις κάθε πόνο, πανεύφημε, από τις ψυχές και τα σώματά μας, εμάς που τιμούμε τους αγώνες και τα προτερήματά σου»). Το όνομά της μάλιστα ο άγιος υμνογράφος το χρησιμοποιεί και με αυτήν την έννοια: ως ανάσταση μέσω των προσευχών της και για τις πτώσεις στις αμαρτίες μας («Έχοντας το ίδιο όνομα με την Ανάσταση του Κυρίου, ανάστησε και εμένα τώρα που είμαι πεσμένος στην αμαρτία, με τις πρεσβείες σου»), αφού βεβαίως προηγουμένως το ίδιο, το όνομά της, λειτούργησε αναγεννητικά και για την ίδια («Απέκτησες την επωνυμία της αναστάσεως του Χριστού και γι’ αυτό ακολούθησες τρόπο ζωής σύμφωνο με το όνομά σου»).  

Η ετοιμότητα της αγίας Αναστασίας να απαλαίνει τις πληγές που υφιστάμεθα από την αμαρτία και τον διάβολο δικαιολογείται από το ιδιαίτερο χάρισμα που της είχε δώσει ο Θεός: να υπηρετεί τους μάρτυρες και μάλιστα να περιποιείται τις πληγές τους. Είμαστε βέβαιοι: όπως τότε έτρεχε στην περιποίηση αυτών των πληγών, το ίδιο – κι ίσως περισσότερο – τρέχει και σε εμάς. Το χάρισμά της αυτό λειτουργεί τώρα απείρως αυξημένο και άκρως πιο αποτελεσματικό. Αρκεί να αναγνωρίζουμε βεβαίως ότι η αμαρτία αποτελεί τραύμα στην ψυχή μας και να προσερχόμαστε εν μετανοία στον Κύριο.

21 Δεκεμβρίου 2023

ΕΝΟΨΕΙ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

 

Προεόρτιο ἰδιόμελο. Ἦχος πλ. δ΄.

«Ὑπόδεξαι Βηθλεέμ, τήν τοῦ Θεοῦ Μητρόπολιν. Φῶς γάρ τό ἄδυτον ἐπί σέ γεννῆσαι ἥκει. Ἄγγελοι θαυμάσατε ἐν οὐρανῶ, ἄνθρωποι δοξάσατε ἐπί τῆς γῆς, Μάγοι ἐκ Περσίδος, τό τρισόκλεον δῶρον προσκομίσατε. Ποιμένες ἀγραυλοῦντες, τόν τρισάγιον ὕμνον μελῳδήσατε. Πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τόν Παντουργέτην».

Ὁ ἐκκλησιαστικός ὑμνογράφος κινεῖται ἀδιάκοπα στό ἐπίπεδο τοῦ θάμβους πού τοῦ προκαλεῖ τό μυστήριο τῆς Γέννησης τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου. Καί μαζί μ’ αὐτόν κι οἱ ὑπόλοιποι πιστοί. Γιατί  ξέρουμε πώς τό ἐκκλησιαστικό ποίημα δέν εἶναι ἕνα ἀτομικό ἐπίτευγμα· εἶναι γεγονός ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ. Ὁ ὑμνογράφος γίνεται τό στόμα καί τό χέρι τοῦ λαοῦ, γιά νά μιλήσει καί νά γράψει ὅ,τι ὁ λαός ζεῖ καί βιώνει. Γι’ αὐτό καί δέν ἔχει ἀπόλυτη σημασία τό ποιός εἶναι ὁ ὑμνογράφος κάθε φορά ἑνός ποιήματος πού ἡ Ἐκκλησία τραγουδᾶ. Τό ζητούμενο εἶναι τό νόημα, τό περιεχόμενο αὐτοῦ πού ζοῦν οἱ πιστοί. Τό ἴδιο λοιπόν βλέπουμε καί στό παραπάνω τροπάριο, δοξαστικό τοῦ πλ. δ΄, ἀπό τά ἀπόστιχα τοῦ ὄρθρου τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων. Ὁ ὑμνογράφος καλεῖ τή Βηθλεέμ, τόν τόπο τῆς γέννας τοῦ Σωτήρα, νά ὑποδεχθεῖ τήν Παναγία Μητέρα μέ τό κυοφορούμενο ἔμβρυο. Γιατί αὐτό τό ἔμβρυο εἶναι ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, «τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Ὁ θαυμασμός τῶν ἀγγέλων, ἡ δοξολογία τῶν ἀνθρώπων, ἡ προσφορά τῶν δώρων ἀπό τούς φωτισμένους Μάγους τῆς Ἀνατολῆς, ἡ μελωδία τῶν Ποιμένων εἶναι ἡ μόνη πρέπουσα στάση. Διαρκῶς ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀνοίγει τά μάτια γιά νά δοῦμε τή συμπαντική σημασία τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΛΙΑΝΗ Η ΕΝ ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ

«Η αγία Ιουλιανή έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και ήταν κόρη πλουσίων γονέων, οι οποίοι την μνήστευσαν με κάποιο συγκλητικό, ονόματι Ελεύσιο. Ενώ ο Ελεύσιος ήθελε να την νυμφευθεί, δεν δέχτηκε η αγία, η οποία του είπε: Εάν δεν αποκτήσεις πρώτα την εξουσία της πόλεως, δεν συνέρχομαι σε γάμο μαζί σου. Αυτός πράγματι καταστάθηκε στο αξίωμα του επάρχου, αλλά αυτή του είπε πάλι: Εάν δεν μεταστραφείς στην πίστη των χριστιανών από τη θρησκεία των ειδώλων, δεν καταδέχομαι την κοινωνία σε γάμο με εσένα. Αυτός τότε αποκάλυψε τα πάντα στον πατέρα της παρθένου, ο οποίος, επειδή δεν μπόρεσε να της αλλάξει την πίστη στον Χριστό, την παρέδωσε κατά τους νόμους της εποχής προς εξέταση στον έπαρχο και μνηστήρα της. Ο μνηστήρας της την γύμνωσε από τον χιτώνα της και έδωσε εντολή σε ένδεκα στρατιώτες να την μαστιγώσουν με ωμά βούνευρα, τόσο που την καταξέσχισαν. Στη συνέχεια την κρέμασαν από τα μαλλιά, ώστε αποσπάσθηκε το δέρμα της κεφαλής της, έπειτα κατέφλεξαν τις πλευρές της με σίδερα πυρωμένα, όπως και διαπέρασαν από το μέσο των μηρών της άλλο σίδερο πυρακτωμένο και αυτό. Στο τέλος, έδεσαν τα χέρια της στα πλευρά της και κατά την εντολή του επάρχου την οδήγησαν στη φυλακή. Την ίδια λοιπόν  νύκτα που ρίχτηκε στη φυλακή και ενώ προσευχόταν, της εμφανίστηκε ο αφανής εχθρός και πολέμιος όλων διάβολος, σε σχήμα αγγέλου, ο οποίος την προέτρεπε να θυσιάσει στα είδωλα και να ελευθερωθεί. Η αγία όμως, αφού τον απώθησε, τον έκανε και χωρίς τη θέλησή του να ομολογήσει όλα τα σχετικά με αυτόν. Την οδήγησαν πάλι στον έπαρχο και επειδή παρέμενε αμετάθετη στην αγάπη του Χριστού, την έριξαν σε καμίνι που το είχαν ανάψει πολύ. Το καμίνι σβήστηκε με παράδοξο τρόπο, με αποτέλεσμα πεντακόσιοι άνδρες να πιστέψουν στον Χριστό, οι οποίοι και τελειώθηκαν αμέσως με ξίφος, μαζί με εκατόν τριάντα γυναίκες. Η μάρτυς στη συνέχεια ρίχτηκε σε φλογισμένο λέβητα, αλλά ο λέβητας έγινε λουτρό για τη μακάρια Ιουλιανή. Κι όχι μόνο αυτό: ο λέβητας λύθηκε και χύθηκε έξω το πυρακτωμένο περιεχόμενό του, σαν να κινήθηκε από κάποια μηχανή, και κατέστρεψε τους απίστους που βρίσκονταν ολόγυρά του. Από όλα αυτά η μάρτυς παρέμεινε αβλαβής, γι’ αυτό και υπέστη τελικά τον διά ξίφους θάνατο. Ήταν δε όταν μνηστεύτηκε τον Ελεύσιο ένδεκα χρονών, ενώ όταν μνηστεύτηκε τον Χριστό διά του μαρτυρίου, δεκαοκτώ χρονών. Τελείται δε η σύναξή της στον ναό αυτής, που βρίσκεται πλησίον της αγίας μάρτυρος Ευφημίας στο Πέτριο».

Η αγία Ιουλιανή συνιστά, κατά τον άγιο Ιωσήφ, τον υμνογράφο της αγίας, τον μαγνήτη, που μαγνήτισε τον ίδιο τον Κύριο και Θεό της. Ήταν τέτοιες και τόσες οι αρετές της, λόγω της πληγωμένης από έρωτα Κυρίου καρδιάς της, ώστε Εκείνος την αγάπησε για το κάλλος της ψυχής της και την οδήγησε στον νυμφώνα της βασιλείας Του. Για τον υμνογράφο δηλαδή η αγία Ιουλιανή ανήκει στη χορεία των πέντε παρθένων της γνωστής παραβολής, που «εισήλθον μετ’  αυτού εις τους γάμους». Η παρθενία της δεν υπήρξε στείρα και άκαρπη, αλλά πλήρης του ελαίου της χάριτος του Θεού. «Πληγώθηκες από τον γλυκύτατο έρωτα του Χριστού, πανεύφημε», «γι’ αυτό ο Κύριος αγάπησε το κάλλος σου τώρα και σε έβαλε μέσα στον φωτεινότατο νυμφώνα Του». Η αγία δηλαδή κατενόησε από πολύ μικρή ότι ο Χριστός, αν θέλει κανείς να νιώσει τη δύναμη και τη χάρη Του, δεν είναι το περιθώριο της ζωής, αλλά το κέντρο και η διαρκής αναφορά. Όπως Εκείνος μας προσέφερε όλον τον Εαυτό Του, κατά τον ίδιο τρόπο ζητάει και τη δική μας ολοκληρωτική προσφορά. «Ολόκληρο τον εαυτό σου πρόσφερες στον Θεό», σημειώνει ο υμνογράφος.

Με τον τρόπο αυτό η αγία Ιουλιανή είδε εμπειρικά να πραγματοποιείται και στον εαυτό της η υπόσχεση του Κυρίου, ότι όποιος θα Τον αγαπήσει αληθινά, θα γίνει κατοικητήριο δικό Του, θα Τον δει να φανερώνεται ο Ίδιος  στην ύπαρξή του. Κι είναι αυτό που αδιάκοπα κραυγάζει η Εκκλησία και οι άγιοί μας: η πίστη μας δεν είναι κάτι το θεωρητικό, αλλά αγκαλιάζει και το σώμα και την ψυχή μας. Μόλις νιώσει κανείς λίγο την αγάπη του Θεού, αμέσως Εκείνος καθίσταται ένοικος της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου. «Έκανες την ψυχή σου πανάγιο ναό του Θεού, ένδοξε». Ο υμνογράφος όμως γίνεται σαφής. Δεν θέλει να αφήσει περιθώριο παρεξήγησης, ώστε να νομίσει κανείς ότι έχει φτάσει αυτήν την αγάπη. Συνεχίζει λοιπόν για την αγία: «Έκανες την ψυχή σου ναό πανάγιο του Θεού, με το να ζεις πάντοτε μέσα στους θείους ναούς, με τους ύμνους και τις προσευχές». Με άλλα λόγια, η αγάπη του Θεού προϋποθέτει την ένταξη στην Εκκλησία, την αγάπη για τις ακολουθίες της Εκκλησίας, την αγάπη για τους ύμνους και τις προσευχές. Πράγματι, δεν υπάρχει πιο άμεσος και αποτελεσματικός τρόπος να αγαπήσει κανείς τον Θεό από το να εμβαπτίζει διαρκώς την ύπαρξή του σε ό,τι αποτελεί χώρο του Θεού και ψαλμούς του Θεού. Που σημαίνει: αν σήμερα η αγάπη προς τον Θεό έχει υποχωρήσει, κατά το μεγαλύτερο μέρος φταίει η μικρή ή και μηδαμινή σχέση του ανθρώπου με την λατρεία της Εκκλησίας.

Ο άγιος Ιωσήφ, εν αγνοία του, επισημαίνει κάτι που ιδιαιτέρως στην εποχή μας αποτελεί σχεδόν παραδοξότητα: το «ερύθημα της παρθενίας». Λέγοντας για την μάρτυρα ότι στράφηκε ολοκληρωτικά προς τον Χριστό τονίζει ότι έκανε το φυσικό κόκκινο χρώμα της παρθενίας, το κοκκινάδι δηλαδή της σεμνότητας και της ντροπαλοσύνης, πιο λαμπρό με το αίμα του μαρτυρίου της. Τι ωραία εικόνα! Τι ποιητική σύλληψη! Μας λέει να δούμε με τα μάτια της ψυχής μας την αγία γεμάτη σεμνότητα, με κόκκινα τα μάγουλά της από τη χάρη της παρθενίας της. Κι αυτό το κόκκινο να το δούμε πιο έντονο πια, μετά το μαρτύριό της. Το μαρτύριό της δηλαδή ήταν η συνέχεια της παρθενίας της. Η επιβεβαίωση της σεμνότητάς της και της χάρης που την διακατείχε. Έτσι μας καθοδηγεί ο υμνογράφος να δούμε και το νόημα της παρθενίας: ως της καθαρότητας πρώτιστα της ψυχής διά της ανατάσεως αυτής προς τον Σωτήρα Χριστό. Κι αυτή η ανάταση είναι ένα είδος μαρτυρίου, του μαρτυρίου της συνειδήσεως, που προεκτείνεται και με το μαρτύριο του αίματος, όταν ζητηθεί κάτι τέτοιο.

Πώς να μην ενεργήσει η χάρη του Θεού μέσα σε ένα τέτοιο πλάσμα; Πώς ο Χριστός να μην την διατηρήσει αβλαβή από όσα οι δαιμονοκίνητοι διώκτες της τής έκαναν; Πώς να μην επηρεαστούν βλέποντάς την όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι; Και τι λέει επ’ αυτού ο άγιος Ιωσήφ; Όλοι αυτοί που μέσω της αγίας βρήκαν την πίστη του Χριστού υπήρξαν και η δική της προίκα σ’  Εκείνον. «Σαν πολύτιμη προίκα πρόσφερες στον Νυμφίο Χριστό, αθλοφόρε ένδοξε Ιουλιανή, όλους εκείνους τους αγίους ανθρώπους, που πίστεψαν στον Χριστό από τα θαυμάσια που με πίστη τέλεσες». Η αγία Ιουλιανή μας καθοδηγεί και σ’ αυτήν την αλήθεια: η αγία βιοτή μας, η συνεπής πορεία μας πάνω στα χνάρια του Χριστού λειτουργεί ιεραποστολικά: φέρνει και άλλους στον Χριστό. Κι αυτό λογαριάζεται σε εμάς. Συνιστά την προίκα μας μπροστά στον Χριστό. Πόση «προίκα» τέτοια άραγε θα φέρουμε κι εμείς μαζί μας; Πόσους ανθρώπους δηλαδή θα έχουμε επηρεάσει θετικά σε όλη την επίγεια ζωή μας, ώστε αυτό να «μετρήσει» υπέρ ημών στην κρίση του Θεού;