21 Δεκεμβρίου 2024

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΠΡΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Ματθ. 1, 1-25)

Βίβλος γενέσεως  Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ Δαυΐδ, υἱοῦ  Ἀβραάμ. 2  Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν  Ἰσαάκ,  Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ,  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰούδαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ, 3  Ἰούδας δὲ ἐγέννησε τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ ἐκ τῆς Θάμαρ, Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐσρώμ,  Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀράμ, 4  Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμιναδάβ,  Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών, Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών, 5 Σαλμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ ἐκ τῆς Ραχάβ, Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὠβὴδ ἐκ τῆς Ρούθ,  Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεσσαί, 6  Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα. Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου, 7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ροβοάμ, Ροβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιά,  Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀσά, 8  Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσαφάτ,  Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωράμ,  Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ὀζίαν, 9  Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωάθαμ,  Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἄχαζ,  Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐζεκίαν, 10  Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀμών,  Ἀμὼν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσίαν, 11  Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰεχονίαν καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος. 12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν Βαβυλῶνος  Ἰεχονίας ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ, 13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀβιούδ,  Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιακείμ,  Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀζώρ, 14  Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἀχείμ,  Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλιούδ, 15  Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἐλεάζαρ,  Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰακώβ, 16  Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν  Ἰωσὴφ τὸν ἄνδρα Μαρίας, ἐξ ἧς ἐγεννήθη  Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος Χριστός. 17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ  Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες. 18 Τοῦ δὲ  Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ  Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος  Ἁγίου. 19  Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν. 20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων·  Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυΐδ, μὴ φοβηθῇς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν  Ἁγίου. 21 τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν. 22 Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος· 23  Ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός. 24 Διεγερθεὶς δὲ ὁ  Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν ὡς προσέταξεν αὐτῷ ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, 25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν αὐτὴν ἕως οὗ ἔτεκε τὸν υἱὸν αὐτῆς τὸν πρωτότοκον, καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα αὐτοῦ  Ἰησοῦν.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Η γενεαλογία του Ιησού Χριστού

Η βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, του γιου του Δαβίδ, γιου του Αβραάμ. Ο Αβραάμ γέννησε τον Ισαάκ, και ο Ισαάκ γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιούδα και τους αδελφούς του, και ο Ιούδας γέννησε τον Φάρες και τον Ζάρα από τη Θαμάρ, και ο Φάρες γέννησε τον Εσρώμ, και ο Εσρώμ γέννησε τον Αράμ, και ο Αράμ γέννησε τον Αμιναδάβ, και ο Αμιναδάβ γέννησε τον Ναασσών, και ο Ναασσών γέννησε τον Σαλμών, και ο Σαλμών γέννησε τον Βόες από τη Ραχάβ, και ο Βόες γέννησε τον Ιωβήδ από τη Ρουθ, και ο Ιωβήδ γέννησε τον Ιεσσαί, και ο Ιεσσαί γέννησε τον Δαβίδ τον βασιλιά. Και ο Δαβίδ γέννησε τον Σολομώντα από τη γυναίκα του Ουρία, και ο Σολομώντας γέννησε τον Ροβοάμ, και ο Ροβοάμ γέννησε τον Αβιά, και ο Αβιά γέννησε τον Ασάφ,
και ο Ασάφ γέννησε τον Ιωσαφάτ, και ο Ιωσαφάτ γέννησε τον Ιωράμ, και ο Ιωράμ γέννησε τον Οζία, και ο Οζίας γέννησε τον Ιωαθάμ, και ο Ιωαθάμ γέννησε τον Αχάζ, και ο Αχάζ γέννησε τον Εζεκία, και ο Εζεκίας γέννησε τον Μανασσή, και ο Μανασσής γέννησε τον Αμώς, και ο Αμώς γέννησε τον Ιωσία, και ο Ιωσίας γέννησε τον Ιεχονία και τους αδελφούς του κατά τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα. Μετά λοιπόν τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ο Ιεχονίας γέννησε τον Σαλαθιήλ, και ο Σαλαθιήλ γέννησε τον Ζοροβαβέλ, και ο Ζοροβαβέλ γέννησε τον Αβιούδ, και ο Αβιούδ γέννησε τον Ελιακίμ, και ο Ελιακίμ γέννησε τον Αζώρ, και ο Αζώρ γέννησε τον Σαδώκ, και ο Σαδώκ γέννησε τον Αχίμ, και ο Αχίμ γέννησε τον Ελιούδ, και ο Ελιούδ γέννησε τον Ελεάζαρ, και ο Ελεάζαρ γέννησε τον Ματθάν, και ο Ματθάν γέννησε τον Ιακώβ, και ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας, από την οποία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός. Όλες λοιπόν οι γενιές από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τον Δαβίδ ως τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα είναι δεκατέσσερις γενιές, και από τη μετοικεσία στη Βαβυλώνα ως τον Χριστό είναι δεκατέσσερις γενιές.

Η γέννηση του Ιησού Χριστού

Και η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε κατ’ αυτόν τον τρόπο: Όταν μνηστεύτηκε η μητέρα του η Μαρία με τον Ιωσήφ, πριν αυτοί να συνευρεθούν, βρέθηκε να έχει παιδί στην κοιλιά της από το Άγιο Πνεύμα.
Και ο Ιωσήφ ο άντρας της, επειδή ήταν δίκαιος και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να την αποδιώξει κρυφά. Ενώ λοιπόν σκεφτόταν αυτά, ιδού, άγγελος Κυρίου φάνηκε σ’ αυτόν στο όνειρό του, λέγοντας: «Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη φοβηθείς να παραλάβεις τη Μαρία τη γυναίκα σου. Γιατί αυτό που μέσα της γεννήθηκε είναι από Πνεύμα Άγιο. Και θα γεννήσει γιο, και θα καλέσεις το όνομά του Ιησού, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους». Και όλ’ αυτά έχουν γίνει, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο μέσω του προφήτη, όταν έλεγε: Ιδού, η παρθένος θα έχει παιδί στην κοιλιά και θα γεννήσει γιο και θα καλέσουν το όνομά του Εμμανουήλ, που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: Ο Θεός είναι μαζί μας. Και όταν σηκώθηκε ο Ιωσήφ από τον ύπνο, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και παρέλαβε τη γυναίκα του, και δε γνώριζε αυτήν, ωσότου γέννησε γιο. Και κάλεσε το όνομά του Ιησού.

 

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Εβρ. 11, 9-10, 32-40)

Ἀδελφοί, πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετὰ ᾿Ισαὰκ καὶ ᾿Ιακὼβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς· ἐξεδέχετο γὰρ τὴν τοὺς θεμελίους ἔχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καὶ δημιουργὸς ὁ Θεός. Καὶ τί ἔτι λέγω; ἐπιλείψει γάρ με διηγούμενον ὁ χρόνος περὶ Γεδεών, Βαράκ τε καὶ Σαμψὼν καὶ ᾿Ιεφθάε, Δαυΐδ τε καὶ Σαμουὴλ καὶ τῶν προφητῶν, οἳ διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, εἰργάσαντο δικαιοσύνην, ἐπέτυχον ἐπαγγελιῶν, ἔφραξαν στόματα λεόντων, ἔσβεσαν δύναμιν πυρός, ἔφυγον στόματα μαχαίρας, ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων· ἔλαβον γυναῖκες ἐξ ἀναστάσεως τούς νεκροὺς αὐτῶν· ἄλλοι δὲ ἐτυμπανίσθησαν, οὐ προσδεξάμενοι τὴν ἀπολύτρωσιν, ἵνα κρείττονος ἀναστάσεως τύχωσιν· ἕτεροι δὲ ἐμπαιγμῶν καὶ μαστίγων πεῖραν ἔλαβον, ἔτι δὲ δεσμῶν καὶ φυλακῆς· ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν, ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ μαχαίρας ἀπέθανον, περιῆλθον ἐν μηλωταῖς, ἐν αἰγείοις δέρμασιν, ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ὧν οὐκ ἦν ἄξιος ὁ κόσμος, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς. Καὶ οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διὰ τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τὴν ἐπαγγελίαν, τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττόν τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσι.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ

Άνθρωποι πίστης

Αδελφοί, με την πίστη παροίκησε ο Αβραάμ στη γη της επαγγελίας σαν σε ξένη χώρα και κατοίκησε μέσα σε σκηνές μαζί με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, τους συγκληρονόμους αυτής της υπόσχεσης. Γιατί περίμενε την πόλη που έχει τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. Και τι να λέω ακόμα; Γιατί θα μου λείψει ο χρόνος να διηγούμαι για τον Γεδεών, τον Βαράκ, τον Σαμψών, τον Ιεφθάε, τον Δαβίδ και τον Σαμουήλ και τους προφήτες, οι οποίοι διαμέσου της πίστης κατανίκησαν βασίλεια, έκαναν έργα δικαιοσύνης, πέτυχαν την πραγματοποίηση των υποσχέσεων του Θεού, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς, διέφυγαν από στόματα μάχαιρας, δυναμώθηκαν από ασθένειες, έγιναν ισχυροί στον πόλεμο, έτρεψαν σε φυγή παρατάξεις εχθρικών στρατευμάτων. Γυναίκες έλαβαν τους νεκρούς τους ζωντανούς με ανάσταση. Ενώ άλλοι ξυλοκοπήθηκαν μέχρι τον θάνατο και δεν δέχτηκαν την απολύτρωση, για να επιτύχουν μια καλύτερη ανάσταση. Και άλλοι δοκίμασαν εμπαιγμούς και μαστιγώσεις, ακόμα και δεσμά και φυλακή. Λιθοβολήθηκαν, πριονίστηκαν, πέθαναν με φόνο από μάχαιρα, περιήλθαν με προβιές, με δέρματα κατσικιών, και στερούνταν, θλίβονταν, κακουχούνταν, – για τους οποίους δεν ήταν άξιος ο κόσμος – περιπλανιόνταν σε ερημιές και σε όρη και σε σπηλιές και στις τρύπες της γης. Και αυτοί όλοι, αν και είχαν καλή μαρτυρία μέσω της πίστης τους, δεν απόκτησαν την υπόσχεση, γιατί ο Θεός πρόβλεψε για μας κάτι καλύτερο, για να μην τελειοποιηθούν χωρίς εμάς.

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ

«Σε μία από τις πρώτες μου επισκέψεις στον Άθωνα, έξω από τη Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου, στο κονάκι, εκεί που εγκαταβίωνε και ησύχαζε ο μακαριστός Γέροντας Ιωσήφ (ο Βατοπαιδινός), άκουσα ο ίδιος τον Γέροντα να λέει σε κάποιον από την παρέα μας: “Το μεγαλύτερο προσκύνημά σου είναι η ενορία σου. Και ο πλέον Πανάγιος Τάφος είναι η Αγία Τράπεζα του Ναού της ενορίας σου”» (Δημ. Λυκούδης, θεολόγος, Διευθυντής της εφημ. «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», φ. 428, 12-12-2024).

Ακούγεται προκλητικός ο λόγος του μεγάλου και σπουδαίου Γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού (1921-2009), μαθητή και υποτακτικού του οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού, παραδελφού και ίσως ίδιας  περιωπής με τον όσιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, ανθρώπου συνεπώς με βαθιά σοφία και εμπειρία της χάρης του Θεού. Η παρουσία και αυτού του Γέροντος σφράγισε τα νεώτερα χρόνια την πνευματική πορεία του Αγίου Όρους και θεωρείται ως ένα από τα ορόσημα του ευλογημένου Άθω. Ακούγεται λοιπόν προκλητικός ο λόγος του, διότι φαίνεται να υποβαθμίζει το προσκύνημα των Αγίων Τόπων, ακόμη και τον ίδιο τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου Ιησού Χριστού! Μα υπάρχει τίποτε σημαντικότερο από τα χώματα εκείνα που πάτησαν και βάδισαν τα πανάχραντα πόδια του ενανθρωπήσαντος Θεού; Από τον τόπο δηλαδή που επέλεξε ο ίδιος ο Θεός «κλίνοντας τους ουρανούς» να κατέβει και να περπατήσει ως άνθρωπος επί της γης συναναστρεφόμενος μαζί μας;

Και ασφαλώς δεν υποβαθμίζει ο μακαριστός Γέροντας τους Αγίους Τόπους! Πώς θα μπορούσε άλλωστε έστω και σαν σκέψη να υπονοήσει τούτο, όταν για παράδειγμα ο ίδιος «καιγόταν» ευρισκόμενος στην Αθήνα να πάει προσκυνητής στην Παναγία της Τήνου; Τα προσκυνήματα δηλαδή γι’ αυτόν, πολύ περισσότερο οι Άγιοι Τόποι, ήταν χώροι που ανέδιδαν τη χάρη του Θεού και των Αγίων, τα λείψανα ή οι εικόνες του Κυρίου και των φίλων Του περιέκλειαν τη δυναμική της παρουσίας του Θεού, που «περίμεναν» την καρδιακή πίστη των ανθρώπων για να ενεργοποιήσουν τη χάρη Του. Τότε προς τι ο «παράδοξος» λόγος του Γέροντα; «Το μεγαλύτερο προσκύνημα η ενορία˙ ο πιο πανάγιος Τάφος η Αγία Τράπεζα»! Πρόκειται γι’ αυτό που ο καθένας μπορεί να υπονοήσει και υπονοεί και ο ίδιος: αν δεν ενταχτείς σωστά στην ενορία σου, αν δεν μετέχεις εν μετανοία και ταπεινώσει στην Αγία Τράπεζα διά της θείας κοινωνίας της ενορίας σου, αν δεν λειτουργείς δηλαδή στη ζωή σου ως μέλος του σώματος του Χριστού, τότε κανένας Άγιος Τόπος και κανένας Πανάγιος Τάφος δεν πρόκειται να σου προσφέρει αυτό που βαθιά αναζητείς: τη χάρη του Θεού, τη ζωντανή αίσθηση της παρουσίας Του! Περισσότερο θα μοιάζεις μ’ εκείνους τους θεωρούμενους «προσκυνητές» του Αγίου Όρους, οι οποίοι πηγαίνουν για την όμορφη και μοναδική φύση, για τα αρχαία κτίσματα, για τα «ωραία» νηστίσιμα, για τους γραφικούς και απόκοσμους καλόγερους, χωρίς ποτέ να έρχονται σ’ επαφή μ’ αυτό που πράγματι είναι το Όρος και το βάθος του: ένας τόπος όπου από αιώνων υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται, έστω και με τις πτώσεις τους, να βρουν τον Θεό τους  άρα και τον αληθινό εαυτό τους! Άλλο περιηγητής και άλλο προσκυνητής!

Το ίδιο λοιπόν και τους με τους Αγίους Τόπους και τον Πανάγιο Τάφο! Για να συλλάβεις το μεγαλείο και τη χάρη και το φως και τη δόξα που περικλείουν θα πρέπει προηγουμένως να «δουλεύεις» πάνω στις προϋποθέσεις της πνευματικής ζωής, ώστε καθαιρόμενος δι’ αυτής να ανοίξουν οι πνευματικές σου  αισθήσεις και ν’ αρχίζεις να βλέπεις και να ακούς και να γεύεσαι. Πόσοι αλήθεια άνθρωποι δεν έχουν πάει στους Αγίους Τόπους, αλλά επέστρεψαν όπως ακριβώς, για να μην πούμε χειρότεροι, από ό,τι πήγαν; Γιατί πήγαν «αδιάβαστοι» και «αδιάβροχοι»! Τι έκανε ο μακαριστός άγιος Γέροντας Ιωσήφ για το προσκύνημά του στην Τήνο; Προκειμένου αυτός και το πνευματικό του τέκνο Αθανάσιος, ο σήμερον Μητροπολίτης Λεμεσού, να πάνε και να προσκυνήσουν σωστά την εικόνα της Παναγίας, νήστεψαν ολόκληρη την προηγούμενη ημέρα. Μόνον για το προσκύνημα! Ας φανταστούμε την ένταση του αγώνα τους και για τα άλλα της πνευματικής ζωής τους! «Δοκιμαζέτω άνθρωπος εαυτόν και ούτω εκ του Ποτηρίου πινέτω»! Για να μη γίνει η θεία κοινωνία «εις κρίμα ή εις κατάκριμα». Η αντιστοιχία με τα άγια προσκυνήματα είναι αυτονόητη.

Και μοιάζει αυτό που λέει ο Γέροντας Ιωσήφ, ο προκλητικός θεωρούμενος λόγος του, με ό,τι σημειώνει ο απόστολος Παύλος: δεν μπορεί να λες ότι αγαπάς τους συνανθρώπους σου, αν δεν αγαπάς και δεν προνοείς πρώτα από όλα για την οικογένειά σου! Με τα ίδια τα λόγια του σε απόδοση: «Αν κάποιος δεν φροντίζει για τους συγγενείς του, κι ιδιαίτερα για εκείνους που μένουν στο ίδιο σπίτι μαζί του, αυτός έχει αρνηθεί την πίστη κι είναι χειρότερος κι από έναν άπιστο» (Α΄Τιμ. 5, 8). Τουτέστιν: αν δεν νιώθεις την ιερότητα του δικού σου χώρου και τόπου, της ενορίας σου, ούτε την ιερότητα των Αγίων Τόπων και του Παναγίου Τάφου θα μπορέσεις να αισθανθείς. Οπότε ο άγιος μακαριστός Γέρων Ιωσήφ μας προσγειώνει: Για να προσεγγίσεις με αίσθηση ψυχής τα μεγάλα, πρώτα πρέπει να ασκηθείς στα θεωρούμενα «μικρά». Η ταπεινή ενορία έτσι γίνεται μέτρο και για το όλον της Εκκλησίας. Κατά τον Κύριο: «επί ολίγα ης πιστός, επί πολλών σε καταστήσω»!

ΥΠΟΔΕΞΑΙ ΒΗΘΛΕΕΜ

Προεόρτιο ἰδιόμελο. Ἦχος πλ. δ΄.

«Ὑπόδεξαι Βηθλεέμ, τήν τοῦ Θεοῦ Μητρόπολιν. Φῶς γάρ τό ἄδυτον ἐπί σέ γεννῆσαι ἥκει. Ἄγγελοι θαυμάσατε ἐν οὐρανῶ, ἄνθρωποι δοξάσατε ἐπί τῆς γῆς, Μάγοι ἐκ Περσίδος, τό τρισόκλεον δῶρον προσκομίσατε. Ποιμένες ἀγραυλοῦντες, τόν τρισάγιον ὕμνον μελῳδήσατε. Πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τόν Παντουργέτην».

Ὁ ἐκκλησιαστικός ὑμνογράφος κινεῖται ἀδιάκοπα στό ἐπίπεδο τοῦ θάμβους πού τοῦ προκαλεῖ τό μυστήριο τῆς Γέννησης τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου. Καί μαζί μ’ αὐτόν κι οἱ ὑπόλοιποι πιστοί. Γιατί  ξέρουμε πώς τό ἐκκλησιαστικό ποίημα δέν εἶναι ἕνα ἀτομικό ἐπίτευγμα· εἶναι γεγονός ὁλόκληρου τοῦ λαοῦ. Ὁ ὑμνογράφος γίνεται τό στόμα καί τό χέρι τοῦ λαοῦ, γιά νά μιλήσει καί νά γράψει ὅ,τι ὁ λαός ζεῖ καί βιώνει. Γι’ αὐτό καί δέν ἔχει ἀπόλυτη σημασία τό ποιός εἶναι ὁ ὑμνογράφος κάθε φορά ἑνός ποιήματος πού ἡ Ἐκκλησία τραγουδᾶ. Τό ζητούμενο εἶναι τό νόημα, τό περιεχόμενο αὐτοῦ πού ζοῦν οἱ πιστοί. Τό ἴδιο λοιπόν βλέπουμε καί στό παραπάνω τροπάριο, δοξαστικό τοῦ πλ. δ΄, ἀπό τά ἀπόστιχα τοῦ ὄρθρου τῆς παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων. Ὁ ὑμνογράφος καλεῖ τή Βηθλεέμ, τόν τόπο τῆς γέννας τοῦ Σωτήρα, νά ὑποδεχθεῖ τήν Παναγία Μητέρα μέ τό κυοφορούμενο ἔμβρυο. Γιατί αὐτό τό ἔμβρυο εἶναι ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, «τό φῶς τό ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον». Ὁ θαυμασμός τῶν ἀγγέλων, ἡ δοξολογία τῶν ἀνθρώπων, ἡ προσφορά τῶν δώρων ἀπό τούς φωτισμένους Μάγους τῆς Ἀνατολῆς, ἡ μελωδία τῶν Ποιμένων εἶναι ἡ μόνη πρέπουσα στάση. Διαρκῶς ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἀνοίγει τά μάτια γιά νά δοῦμε τή συμπαντική σημασία τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.

Η ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΙΟΥΛΙΑΝΗ Η ΕΝ ΝΙΚΟΜΗΔΕΙΑ

«Η αγία Ιουλιανή έζησε επί της βασιλείας του Μαξιμιανού και ήταν κόρη πλουσίων γονέων, οι οποίοι την μνήστευσαν με κάποιο συγκλητικό, ονόματι Ελεύσιο. Ενώ ο Ελεύσιος ήθελε να την νυμφευθεί, δεν δέχτηκε η αγία, η οποία του είπε: Εάν δεν αποκτήσεις πρώτα την εξουσία της πόλεως, δεν συνέρχομαι σε γάμο μαζί σου. Αυτός πράγματι καταστάθηκε στο αξίωμα του επάρχου, αλλά αυτή του είπε πάλι: Εάν δεν μεταστραφείς στην πίστη των χριστιανών από τη θρησκεία των ειδώλων, δεν καταδέχομαι την κοινωνία σε γάμο με εσένα. Αυτός τότε αποκάλυψε τα πάντα στον πατέρα της παρθένου, ο οποίος, επειδή δεν μπόρεσε να της αλλάξει την πίστη στον Χριστό, την παρέδωσε κατά τους νόμους της εποχής προς εξέταση στον έπαρχο και μνηστήρα της. Ο μνηστήρας της την γύμνωσε από τον χιτώνα της και έδωσε εντολή σε ένδεκα στρατιώτες να την μαστιγώσουν με ωμά βούνευρα, τόσο που την καταξέσχισαν. Στη συνέχεια την κρέμασαν από τα μαλλιά, ώστε αποσπάσθηκε το δέρμα της κεφαλής της, έπειτα κατέφλεξαν τις πλευρές της με σίδερα πυρωμένα, όπως και διαπέρασαν από το μέσο των μηρών της άλλο σίδερο πυρακτωμένο και αυτό. Στο τέλος, έδεσαν τα χέρια της στα πλευρά της και κατά την εντολή του επάρχου την οδήγησαν στη φυλακή. Την ίδια λοιπόν  νύκτα που ρίχτηκε στη φυλακή και ενώ προσευχόταν, της εμφανίστηκε ο αφανής εχθρός και πολέμιος όλων διάβολος, σε σχήμα αγγέλου, ο οποίος την προέτρεπε να θυσιάσει στα είδωλα και να ελευθερωθεί. Η αγία όμως, αφού τον απώθησε, τον έκανε και χωρίς τη θέλησή του να ομολογήσει όλα τα σχετικά με αυτόν. Την οδήγησαν πάλι στον έπαρχο και επειδή παρέμενε αμετάθετη στην αγάπη του Χριστού, την έριξαν σε καμίνι που το είχαν ανάψει πολύ. Το καμίνι σβήστηκε με παράδοξο τρόπο, με αποτέλεσμα πεντακόσιοι άνδρες να πιστέψουν στον Χριστό, οι οποίοι και τελειώθηκαν αμέσως με ξίφος, μαζί με εκατόν τριάντα γυναίκες. Η μάρτυς στη συνέχεια ρίχτηκε σε φλογισμένο λέβητα, αλλά ο λέβητας έγινε λουτρό για τη μακάρια Ιουλιανή. Κι όχι μόνο αυτό: ο λέβητας λύθηκε και χύθηκε έξω το πυρακτωμένο περιεχόμενό του, σαν να κινήθηκε από κάποια μηχανή, και κατέστρεψε τους απίστους που βρίσκονταν ολόγυρά του. Από όλα αυτά η μάρτυς παρέμεινε αβλαβής, γι’ αυτό και υπέστη τελικά τον διά ξίφους θάνατο. Ήταν δε όταν μνηστεύτηκε τον Ελεύσιο ένδεκα χρονών, ενώ όταν μνηστεύτηκε τον Χριστό διά του μαρτυρίου, δεκαοκτώ χρονών. Τελείται δε η σύναξή της στον ναό αυτής, που βρίσκεται πλησίον της αγίας μάρτυρος Ευφημίας στο Πέτριο».

Η αγία Ιουλιανή συνιστά, κατά τον άγιο Ιωσήφ, τον υμνογράφο της αγίας, τον μαγνήτη, που μαγνήτισε τον ίδιο τον Κύριο και Θεό της. Ήταν τέτοιες και τόσες οι αρετές της, λόγω της πληγωμένης από έρωτα Κυρίου καρδιάς της, ώστε Εκείνος την αγάπησε για το κάλλος της ψυχής της και την οδήγησε στον νυμφώνα της βασιλείας Του. Για τον υμνογράφο δηλαδή η αγία Ιουλιανή ανήκει στη χορεία των πέντε παρθένων της γνωστής παραβολής, που «εισήλθον μετ’  αυτού εις τους γάμους». Η παρθενία της δεν υπήρξε στείρα και άκαρπη, αλλά πλήρης του ελαίου της χάριτος του Θεού. «Πληγώθηκες από τον γλυκύτατο έρωτα του Χριστού, πανεύφημε», «γι’ αυτό ο Κύριος αγάπησε το κάλλος σου τώρα και σε έβαλε μέσα στον φωτεινότατο νυμφώνα Του». Η αγία δηλαδή κατενόησε από πολύ μικρή ότι ο Χριστός, αν θέλει κανείς να νιώσει τη δύναμη και τη χάρη Του, δεν είναι το περιθώριο της ζωής, αλλά το κέντρο και η διαρκής αναφορά. Όπως Εκείνος μας προσέφερε όλον τον Εαυτό Του, κατά τον ίδιο τρόπο ζητάει και τη δική μας ολοκληρωτική προσφορά. «Ολόκληρο τον εαυτό σου πρόσφερες στον Θεό», σημειώνει ο υμνογράφος.

Με τον τρόπο αυτό η αγία Ιουλιανή είδε εμπειρικά να πραγματοποιείται και στον εαυτό της η υπόσχεση του Κυρίου, ότι όποιος θα Τον αγαπήσει αληθινά, θα γίνει κατοικητήριο δικό Του, θα Τον δει να φανερώνεται ο Ίδιος  στην ύπαρξή του. Κι είναι αυτό που αδιάκοπα κραυγάζει η Εκκλησία και οι άγιοί μας: η πίστη μας δεν είναι κάτι το θεωρητικό, αλλά αγκαλιάζει και το σώμα και την ψυχή μας. Μόλις νιώσει κανείς λίγο την αγάπη του Θεού, αμέσως Εκείνος καθίσταται ένοικος της ψυχής και του σώματος του ανθρώπου. «Έκανες την ψυχή σου πανάγιο ναό του Θεού, ένδοξε». Ο υμνογράφος όμως γίνεται σαφής. Δεν θέλει να αφήσει περιθώριο παρεξήγησης, ώστε να νομίσει κανείς ότι έχει φτάσει αυτήν την αγάπη. Συνεχίζει λοιπόν για την αγία: «Έκανες την ψυχή σου ναό πανάγιο του Θεού, με το να ζεις πάντοτε μέσα στους θείους ναούς, με τους ύμνους και τις προσευχές». Με άλλα λόγια, η αγάπη του Θεού προϋποθέτει την ένταξη στην Εκκλησία, την αγάπη για τις ακολουθίες της Εκκλησίας, την αγάπη για τους ύμνους και τις προσευχές. Πράγματι, δεν υπάρχει πιο άμεσος και αποτελεσματικός τρόπος να αγαπήσει κανείς τον Θεό από το να εμβαπτίζει διαρκώς την ύπαρξή του σε ό,τι αποτελεί χώρο του Θεού και ψαλμούς του Θεού. Που σημαίνει: αν σήμερα η αγάπη προς τον Θεό έχει υποχωρήσει, κατά το μεγαλύτερο μέρος φταίει η μικρή ή και μηδαμινή σχέση του ανθρώπου με την λατρεία της Εκκλησίας.

Ο άγιος Ιωσήφ, εν αγνοία του, επισημαίνει κάτι που ιδιαιτέρως στην εποχή μας αποτελεί σχεδόν παραδοξότητα: το «ερύθημα της παρθενίας». Λέγοντας για την μάρτυρα ότι στράφηκε ολοκληρωτικά προς τον Χριστό τονίζει ότι έκανε το φυσικό κόκκινο χρώμα της παρθενίας, το κοκκινάδι δηλαδή της σεμνότητας και της ντροπαλοσύνης, πιο λαμπρό με το αίμα του μαρτυρίου της. Τι ωραία εικόνα! Τι ποιητική σύλληψη! Μας λέει να δούμε με τα μάτια της ψυχής μας την αγία γεμάτη σεμνότητα, με κόκκινα τα μάγουλά της από τη χάρη της παρθενίας της. Κι αυτό το κόκκινο να το δούμε πιο έντονο πια, μετά το μαρτύριό της. Το μαρτύριό της δηλαδή ήταν η συνέχεια της παρθενίας της. Η επιβεβαίωση της σεμνότητάς της και της χάρης που την διακατείχε. Έτσι μας καθοδηγεί ο υμνογράφος να δούμε και το νόημα της παρθενίας: ως της καθαρότητας πρώτιστα της ψυχής διά της ανατάσεως αυτής προς τον Σωτήρα Χριστό. Κι αυτή η ανάταση είναι ένα είδος μαρτυρίου, του μαρτυρίου της συνειδήσεως, που προεκτείνεται και με το μαρτύριο του αίματος, όταν ζητηθεί κάτι τέτοιο.

Πώς να μην ενεργήσει η χάρη του Θεού μέσα σε ένα τέτοιο πλάσμα; Πώς ο Χριστός να μην την διατηρήσει αβλαβή από όσα οι δαιμονοκίνητοι διώκτες της τής έκαναν; Πώς να μην επηρεαστούν βλέποντάς την όλοι οι καλοπροαίρετοι άνθρωποι; Και τι λέει επ’ αυτού ο άγιος Ιωσήφ; Όλοι αυτοί που μέσω της αγίας βρήκαν την πίστη του Χριστού υπήρξαν και η δική της προίκα σ’  Εκείνον. «Σαν πολύτιμη προίκα πρόσφερες στον Νυμφίο Χριστό, αθλοφόρε ένδοξε Ιουλιανή, όλους εκείνους τους αγίους ανθρώπους, που πίστεψαν στον Χριστό από τα θαυμάσια που με πίστη τέλεσες». Η αγία Ιουλιανή μας καθοδηγεί και σ’ αυτήν την αλήθεια: η αγία βιοτή μας, η συνεπής πορεία μας πάνω στα χνάρια του Χριστού λειτουργεί ιεραποστολικά: φέρνει και άλλους στον Χριστό. Κι αυτό λογαριάζεται σε εμάς. Συνιστά την προίκα μας μπροστά στον Χριστό. Πόση «προίκα» τέτοια άραγε θα φέρουμε κι εμείς μαζί μας; Πόσους ανθρώπους δηλαδή θα έχουμε επηρεάσει θετικά σε όλη την επίγεια ζωή μας, ώστε αυτό να «μετρήσει» υπέρ ημών στην κρίση του Θεού;

20 Δεκεμβρίου 2024

Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ ΣΗΜΕΡΟΝ ΤΟΝ ΠΡΟΑΙΩΝΙΟΝ ΛΟΓΟΝ...

«Ἡ Παρθένος σήμερον, τόν προαιώνιον Λόγον, ἐν Σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀπορρήτως. Χόρευε ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα, δόξασον μετά Ἀγγέλων καί τῶν Ποιμένων, βουληθέντα ἐποφθῆναι, παιδίον νέον, τόν πρό αἰώνων Θεόν». ( Προεόρτιο κοντάκιο σέ ἦχο γ΄).

(Ἡ Παρθένος Κόρη σήμερα, ἔρχεται νά γεννήσει μέ τρόπο ἀνέκφραστο τόν προαιώνιο Λόγο του Θεού μέσα σ’ ἕνα σπήλαιο. Ξεκίνα χορό ὅλη ἡ οἰκουμένη τώρα πού τ’ ἄκουσες, δοξολόγησε μαζί μέ τούς ἀγγέλους καί τούς βοσκούς τόν προαιώνιο Θεό που θέλησε νά φανερωθεῖ στόν κόσμο σάν ἕνα μικρό βρέφος).

Σχεδόν ἕνα μήνα τώρα ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προετοιμάζει γιά τό γεγονός τῶν Χριστουγέννων. Δέν εἶναι μόνον ἡ σαρανταήμερη νηστεία, δέν εἶναι μόνον οἱ καθημερινές λειτουργίες, εἶναι κυρίως τό περιεχόμενο τοῦ λόγου της μέσα ἀπό τήν ὑμνολογία πού μᾶς ἀνοίγει τά μάτια γιά τό ὑπερφυές γεγονός τῆς Γέννας τοῦ Θεοῦ μας ὡς ἀνθρώπου στόν κόσμο τοῦτο. Και μάλιστα τό προεόρτιο κοντάκιο τῶν Χριστουγέννων, κάθε Κυριακή ἐδῶ καί καιρό, μᾶς μηνοῦσε καί ἐξακολουθεῖ νά μᾶς μηνάει καί γιά τό περιεχόμενο τῆς ἑορτῆς, ἀλλά καί γιά τόν τρόπο ὑποδοχῆς της. Καί τί μᾶς λέει; Ὁ προαιώνιος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὡς ἄσαρκος ἀκόμη Θεός, «κλίνει οὐρανούς» καί ἔρχεται ἐπί τῆς γῆς ὡς ἄνθρωπος. Διάκονοι τοῦ παράδοξου αὐτοῦ μυστηρίου ἡ Παρθένος κόρη Μαριάμ, ἀλλά καί ἡ ἄλογη φύση στό «πρόσωπο» τοῦ σπηλαίου. Καί τώρα πού γίνεται γνωστό τό μυστήριο καλεῖται ὅλη ἡ οἰκουμένη, οἱ ἄγγελοι, οἱ ποιμένες τῆς Ἰουδαίας νά μετάσχουν σ’ αὐτό μέ τόν μόνο  τρόπο πού μπορεῖ νά σταθεῖ ἡ κτιστή φύση ἀπέναντι στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ: μέ τόν ἐνθουσιασμό τοῦ χοροῦ καί μέ τίς δοξολογικές φωνές – «Χριστός γεννᾶται, δοξάσατε». Ἀρκεῖ νά μή ξεχνᾶμε ὅτι δοξολογοῦμε τόν Θεό μέ τόν λόγο μας, όταν αὐτός ἀποτελεῖ ἔκφραση τῆς ἁγιασμένης ζωῆς μας, τῆς ζωῆς δηλαδή πού πορεύεται μέ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ - ὅ,τι μαρτυρεῖ ἡ ζωή τῆς Παναγίας καί ὅλων τῶν ἁγίων μας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ

«Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης γεννήθηκε σ' ένα χωριό της βόρειας Ρωσίας στις 19 Οκτωβρίου 1829. Οι γονείς του ήταν άνθρωποι θεοσεβείς αλλά πολύ φτωχοί. Παρ' όλο που η υγεία του ήταν πολύ εύθραυστη, από μικρός είχε την ψυχή και τη διάνοιά του επικεντρωμένη στην ορθόδοξη πίστη και στην αγάπη προς την Εκκλησία. Το όνειρό του ήταν να εισέλθει στον Κλήρο, να γίνει ποιμήν ψυχών. Επωφελούμενος μία κρατική υποτροφία, πήγε να σπουδάσει στη Θεολογική Ακαδημία της Πετρούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του το 1855 και έγινε θεολόγος.

Ο μεγάλος του πόθος να βοηθήσει τους ξεστρατισμένους χριστιανούς και να συνδράμει τους φτωχούς και εξαθλιωμένους ανθρώπους της εποχής του, τον οδήγησε στην Κροστάνδη, όπου έγινε εφημέριος στην εκκλησία του αγίου Ανδρέα. Αλλά δεν περιορίστηκε μόνο σ' αυτό το έργο. Ανέπτυξε εξαιρετικά μεγάλο κοινωνικό και ανθρωπιστικό έργο που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλη τη Ρωσία. Από παντού ζητούσαν να τον συναντήσουν, ν' ακούσουν τα θεία λόγια του, ν' απολαύσουν τα χαρίσματά του, να δεχτούν τη βοήθειά του και τα θαύματά του. Η φήμη του ξεπέρασε τα όρια της χώρας.

Ανάμεσα στις δραστηριότητές του ανήκει και το ογκώδες συγγραφικό έργο που άφησε πίσω του. Ιδιαιτέρως "Η εν Χριστώ ζωή μου"  - μία σειρά από ιερούς λογισμούς και προσευχές που κατέγραψε στο πνευματικό του Ημερολόγιο - αγαπήθηκε και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες (και στην ελληνική), και μάλιστα η αγγλική μετάφραση του Γουλιάεφ, το 1987, προκάλεσε ξεχωριστή αίσθηση, ώστε να γραφούν πολλές θετικές κρίσεις στον αγγλικό, τον αμερικάνικο και τον αυστραλέζικο τύπο.

Την 8η Ιουνίου 1990 (82 χρόνια μετά την οσιακή κοίμησή του την οποία προέβλεψε: 20 Δεκεμβρίου 1908), η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας διεκήρυξε επισήμως την αγιότητά του, θεωρώντας τη ζωή του προφητική, λόγω της ενάρετης ζωής του με την οποία ήταν τύπος των πιστών, λόγω της πλήρους ζήλου και θυσιών υπηρεσίας του στον Θεό και στην Εκκλησία, λόγω της μεγάλης του αγάπης στον πλησίον με την οποία σαν τον καλό Σαμαρείτη δίδασκε στο ποίμνιό του την ευσπλαχνία προς τους πτωχούς και τους δυστυχισμένους, λόγω τέλος των θαυμάτων που έκανε, τόσο εν ζωή όσο και μετά θάνατο μέχρι σήμερα» (Στοιχεία για τη ζωή του από: Ορθόδοξος Συναξαριστής και από το βιβλίο «Η εν Χριστώ ζωή μου», εκδ. Παπαδημητρίου).

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ: "ΚΑΘΕ ΣΤΙΓΜΗ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΑΦΗΣΕΙΣ ΤΗ ΖΩΗ ΑΥΤΗ!"

Είναι γνωστό ότι ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, (όπως σημειώνει ο ίδιος στις Γραφές του μέσα στο γνωστό βιβλίο του οσίου Σωφρονίου του Έσσεξ γι’ αυτόν), αναφέρεται στον μεγάλο νεώτερο άγιο της Ρωσικής Εκκλησίας Ιωάννη της Κροστάνδης (1829-1908) και τονίζει την καταλυτική επίδραση που είχε στη νεανική ζωή του η προσευχή του αγίου, τόσο που ένιωθε για αρκετό καιρό «τις φλόγες της» να τον σκεπάζουν. Εξίσου ο όσιος Σωφρόνιος στις ομιλίες του στο μοναστήρι του Έσσεξ που είχε ιδρύσει,  συχνά αναφερόταν στην αγιότητα βίου του στάρετς Ιωάννη, για να τονίσει μάλιστα το μέγεθος της ασκητικής του ζωής, της εγκράτειας και της νηστείας του, την ετοιμότητα της υπακοής του στα κελεύσματα της Εκκλησίας αλλά και της ίδιας της αγίας μητέρας του, καθώς και τη διαρκή κοινωνία διά της προσευχής που είχε με τον Θεό, έστω κι αν περιστοιχιζόταν από πλήθος ανθρώπων καθημερινά.

Μία από τις πάμπολλες συμβουλές του αγίου Ιωάννη που λειτουργεί ως κατευθυντήρια γραμμή αγιασμού των ανθρώπων είναι και το παρακάτω απόσπασμα.

«Να περνάς τη ζωή σου εδώ έτσι, ώστε κάθε στιγμή να είσαι έτοιμος να την αφήσεις. Ποτέ σου να μην επιτρέψεις οι απολαύσεις να σε κάνουν να ξεχάσεις τον εαυτό σου και τον Θεό. Να θυμάσαι πάντα ότι η ζωή σου και η ευτυχία είναι δώρα του Θεού, δώρα που δεν σου αξίζουν. Αμαρτία είναι όταν δεν απολαμβάνουμε σωστά αυτό το δώρο, όπως είναι και αμαρτία να ξεχνάμε ότι όλα όσα έχουμε στη ζωή μας είναι δώρα του Θεού».

Η ετοιμότητα να αφήσει κανείς οποιαδήποτε στιγμή τη ζωή αυτή δεν στηρίζεται προφανώς, κατά τον άγιο, σε μία τυχοδιωκτική αντίληψη της ζωής, σύμφωνα με την οποία κινείται κανείς «στα κουτουρού» εκμεταλλευόμενος οτιδήποτε προκύψει στη ζωή του – αντίληψη που φανερώνει ότι έχει διαγράψει κανείς τον Θεό από τη συνείδησή του∙ αλλά και ούτε σε μία καταθλιπτικού τύπου θεώρηση, όπου η μελαγχολία τείνει να ρουφήξει κάθε ικμάδα ζωής μη αφήνοντας περιθώριο ελπίδας για οτιδήποτε θετικό – μολονότι ο άγιος στη νεότητά του πέρασε και από αυτό το στάδιο, το οποίο όμως με τη χάρη του Θεού και τη δική του προσπάθεια ξεπέρασε. Η ετοιμότητα «φυγής» για την οποία μιλάει στηρίζεται στη βαθιά πίστη στον Ιησού Χριστό και τον Τριαδικό Θεό, ο Οποίος προσδιορίζει τα πάντα, τα επίγεια και τα επουράνια ως Κύριος της ζωής και του θανάτου, συνεπώς αποκαλύπτει  (η ετοιμότητα) ότι το κέντρο βάρους για τον εν επιγνώσει χριστιανό είναι ο Χριστός και όχι ο κόσμος αυτός μέσα στον οποίο βρισκόμαστε. Διότι αφενός ο χριστιανός του ύψους αυτού αισθάνεται ως μέλος Χριστού, ενταγμένος μέσα στο άγιο Σώμα Του και ενδεδυμένος Εκείνον, αφετέρου «βλέπει» με τους οφθαλμούς της ψυχής ότι «παράγει τό σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου» και ο ίδιος «οὐκ ἔχει μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητεῖ». Αυτό μας έφερε η αποκάλυψη του Ιησού Χριστού: να μπορούμε να βλέπουμε τα ουσιώδη της ζωής, τα οποία όμως δεν είναι τα βλεπόμενα υλικά αλλά τα μη βλεπόμενα, κατά τον απόστολο Παύλο – τα βλεπόμενα είναι πρόσκαιρα, ενώ τα μη βλεπόμενα, δηλαδή η χάρη του Θεού, είναι αιώνια. Κατά πώς το λέει και ο άγιος Ιωάννης: ζει διαρκώς τον Θεό και η έγνοια του είναι «μη ξεχάσει κανείς τον εαυτό του και τον Θεό» - λήθη Θεού ίσον λήθη εαυτού∙ μια βαθιά θεολογική και ανθρωπολογική παρατήρησή του.

Πρόκειται γι’ αυτό που ο ίδιος ο Κύριος προέτρεψε: «γίνεσθε ἕτοιμοι ὅτι ᾗ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ Κύριος ἔρχεται»∙ γι’ αυτό που μας έκανε να δούμε μέσα από την παραβολή των δέκα παρθένων: «ὁ νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός»∙ όπως επίσης ακριβώς γι’ αυτό που κάνει τον απόστολο να λέει «ἔχω τήν ἐπιθυμίαν εἰς τό ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι» - τελικά δηλαδή άγιος είναι ο πιστός που φτάνει στο σημείο «να επιθυμεί κάθε ώρα τον θάνατο» (άγιος Ιωάννης της Κλίμακος), γιατί ζει την αληθινή ζωή που είναι ο Χριστός: «ἐμοί τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρδος». Οπότε κατανοεί κανείς τον λόγο του αγίου Ιωάννη ως συνέχεια του ευαγγελικού και αποστολικού και πατερικού λόγου, ο οποίος όμως εκφράζεται κι απ’ αυτόν μ’ έναν τέτοιο τρόπο που καταλαβαίνεις ότι συνιστά και δικό του βίωμα. Κι είναι αλήθεια: ο άγιος της Κροστάνδης αυτό που έλεγε και κήρυσσε το πρόσφερε ως «σάρκα και αίμα» του, γιατί πρώτα το είχε ζήσει και αγωνιζόταν διαρκώς να το ζει, ώστε ο πιστός λαός της εποχής του να το αφομοιώνει ως δική του τροφή, ως δύναμη άνωθεν προερχομένη – «ἐκήρυσσε ὡς ἐξουσίαν ἔχων».

Μη νομίσει όμως κανείς ότι ο άγιος έφτανε στο σημείο μηδενισμού των αγαθών της εδώ ζωής. Μπορεί όλος ο προσανατολισμός του να ήταν στον Χριστό και στο «ἄνω φρονεῖν», μα ακριβώς γι’ αυτό είχε τον φωτισμό να βλέπει την παρουσία του Θεού σε κάθετι από τη Δημιουργία, συνεπώς να το εκλαμβάνει και να το απολαμβάνει ως δωρεά Εκείνου. «Να θυμάσαι πάντα ότι η ζωή σου και η ευτυχία είναι δώρα του Θεού». Κι αυτό τι σημαίνει; Ότι τα αγαθά της ζωής αυτής που τα θεωρούσε δώρα Θεού τον οδηγούσαν αφενός να δοξολογεί τον Δωρεοδότη, αφετέρου να θέλει να τα αντιπροσφέρει στον κάθε συνάνθρωπό του. Η ίδια η ζωή του, απαρχής μέχρι τέλους, αποτελεί έναν υπομνηματισμό αυτής της πραγματικότητας: «άπειρα» χρήματα και δωρεές ανθρώπων περνούσαν από τα χέρια του. Για να γίνουν όμως καλύμματα αγάπης για κάθε πονεμένο και αναγκεμένο, όπως και δοξολογικές κραυγές όχι μόνο από τον ίδιο, αλλά και από τους ανθρώπους που δέχονταν τις προσφορές. Και το ακόμη σημαντικότερο: οι δωρεές αυτές του Θεού τον οδηγούσαν – και σ’αυτό καλούσε και τους πιστούς – σε βάθος ταπείνωσης, γιατί έβλεπε ότι ο Θεός προσφέρει χωρίς εμείς να είμαστε άξιοι της προσφοράς Του. «Δώρα που δεν σου αξίζουν». Κι ίσως, ακολουθώντας και την αίσθηση του αγίου Ιωάννη της Κλίμακος αλλά και άλλων Πατέρων, αυτό να είναι το όριο της αληθινής ταπείνωσης: να γεύεται κανείς τις δωρεές του Θεού και όχι μόνο να μην υπερηφανεύεται, αλλά να οδηγείται σε μεγαλύτερη αίσθηση αναξιότητας!

Ο λόγος όμως του αγίου, ο φαινομενικά τόσο απλός, συνεχίζει να λειτουργεί ως έκπληξη. Γιατί τι λέει στη συνέχεια; Ότι η μη αποδοχή των δώρων του Θεού – και τι δεν είναι δώρο Θεού σ’ αυτήν τη ζωή; Το μόνο δικό μας είναι... οι αμαρτίες μας και το μηδέν μας! – ακριβώς με την έννοια του δώρου, συνεπώς ως κάτι που δεν το αξίζουμε και δεν το απαιτούμε, ταυτίζεται με την ίδια την αμαρτία. Αυτό κι αν είναι ο ορισμός πράγματι της θεολογικής ορθής σκέψης και του πνευματικού ανθρώπου: αμαρτία δεν είναι να ξεφεύγω από κάποιους κανόνες ηθικής πνευματικής ζωής – η κατανόηση μιας επιφανειακής αντίληψης της αμαρτίας – αλλά να μην μπορώ να δω ότι όλη η ζωή και κάθετι που αυτή μου προσφέρει έχουν πηγή την αγάπη του Θεού: «είναι δώρα Του»∙ και περαιτέρω: να μην μπορώ να απολαύσω τη ζωή ως δώρο του Πατέρα. Ο Θεός δηλαδή δεν επέτρεψε να βρεθούμε στον κόσμο για να ταλαιπωρούμαστε – αυτό είναι δικό μας «κατόρθωμα» λόγω της κακής χρήσεως της ελευθερίας μας που κάνει πέρα τον Θεό μας – αλλά για να χαιρόμαστε και να απολαμβάνουμε τη ζωή μας. Σωστά όμως! Που θα πει με ανοικτά τα μάτια για να την βλέπουμε σε σχέση με Εκείνον και εν υπακοή προς Αυτόν, συνεπώς να λειτουργεί ως δοξολογία και ευχαριστία απέναντί Του. Για τον άγιο Ιωάννη με άλλα λόγια το «Δόξα Σοι ὁ Θεός» αποτελεί την επωδό για κάθε διάσταση της ζωής ενός πιστού. Και σε προχωρημένα στάδια∙ και γι’ αυτήν τη διάσταση του Πάθους και των δοκιμασιών. «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

Να ζούμε διαρκώς την παρουσία του Χριστού σε κάθε βήμα της ζωής μας∙ να είμαστε ευγνώμονες απέναντί Του για την ύπαρξή μας και για ό,τι συμβαίνει στη ζωή μας∙ να είμαστε προσανατολισμένοι στην αληθινή πατρίδα, συνεπώς με ετοιμότητα φυγής από το εδώ προς το εκεί: η συνοπτική προτροπή του αγίου Ιωάννη, ο οποίος επειδή ζούσε, καθώς είπαμε, αυτά που έλεγε παρουσιαζόταν εν χάριτι με το αληθινό του πρόσωπο: ως ένας άλλος Χριστό στον κόσμο.

(Και παρενθετικά ας προσθέσουμε κι ένα άλλο απόσπασμά του που έρχεται να ρίξει περισσότερο φως στον σχολιασθέντα λόγο του: «Γιατί να κοιτάζουμε το μέλλον; «Ἀρκετόν τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία αὐτῆς» (Ματθ. 6:34). Ας παραδοθούμε σαν παιδιά στον Ουράνιο Πατέρα μας. «Ὁ Θεὸς οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθῆναι ὑπὲρ ὃ δύνασθε» (Α´ Κορ. 10:13). Με τις υποψίες βασανίζεις μόνο τον εαυτό σου και δεν εξυπηρετείς τον σκοπό που έταξες. Βλάπτεις ακόμη και τον εαυτό σου με το να φαντάζεσαι εκ των προτέρων ότι υπάρχει κακό εκεί όπου πιθανόν δεν υπάρχει τίποτε. Εφόσον εμείς δεν κάνουμε κακό σε κανένα, ας μας κάνουν οι άλλοι, αν το επιτρέπει αυτό ο Θεός»).