04 Δεκεμβρίου 2021

ΟΝΟΜΑΣΤΗΡΙΑ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Με κάθε εκκλησιαστική λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια τιμήθηκε στην τοπική μας Εκκλησία σήμερα Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2021 η μνήμη του Αγίου Νεομάρτυρος Σεραφείμ, Επισκόπου Φαναρίου, εορτή κατά την οποία άγει τα ονομαστήριά του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

Στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Πειραιώς το πρωί εψάλη η Ακολουθία του Όρθρου, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου και στην συνέχεια τελέστηκε πολυαρχιερατικό συλλείτουργο προεξάρχοντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Νικαίας κ.Αλεξίου και συνιερουργούντων  των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Κορίνθου κ.Διονυσίου, Μεσσηνίας κ.Χρυσοστόμου, Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ.Γαβριήλ, των Θεοφιλεστάτων Επισκόπων Χριστιανουπόλεως κ.Προκοπίου, Ευρίπου κ.Χρυσοστόμου και του εορτάζοντος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ. Παρέστει συμπροσευχόμενος ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πτολεμαΐδος κ.Εμμανουήλ.

Προ της Απολύσεως τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση για τους μακαριστούς Πρωθιεράρχες της Ελλαδικής Εκκλησίας, Αρχιεπισκόπους Δαμασκηνό, Σεραφείμ και Χριστόδουλο.

Ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε θερμά τους Σεβασμιωτάτους και Θεοφιλεστάτους “για την προσευχητική διακονία και συνέργεια” στον εορτασμό της μνήμης του Αγίου Σεραφείμ, καθώς και τους παρισταμένους, τον κλήρο και το λαό ευχόμενος σε όλους υγεία και προκοπή.

Τον Θείο Λόγο κήρυξε ο Διευθυντής του περιοδικού «Πειραϊκή Εκκλησία» πρωτοπρεσβύτερος π.Μιλτιάδης Ζέρβας, ο οποίος, αναφέροντας πως η γιορτή είναι «μεγάλο δώρο του Θεού στους ανθρώπους», υπογράμμισε ότι «σήμερα που δοκιμαζόμαστε, σήμερα που αγωνιούμε, σήμερα που ασθενούμε, καλούμαστε να γιορτάσουμε. Καλούμαστε να γεμίσουμε τη ζωή μας με νόημα και σημασία, με ευφροσύνη και χαρά».

«Αφορμή μας δίδει ένα πρόσωπο, ένας Άγιος της Εκκλησίας, ένας Ιεράρχης, ένας Ιερομάρτυρας», συμπλήρωσε ο π.Μιλτιάδης και μιλώντας για τον βίο του Αγίου Σεραφείμ Επισκόπου Φαναρίου επεσήμανε πως «έζησε σε μία εποχή δύσκολη και ζοφερή» όπου «απώτερος σκοπός του κατακτητή ήταν να αφομοιώσει σταδιακά του Ρωμιούς».

«Μονάχα ένας τρόπος υπήρχε: να αρνηθεί την πίστη του, να αρνηθεί το πρόσωπο του Ιησού Χριστού», σημείωσε περιγράφοντας τις μεθόδους των Τούρκων προς αυτή την κατεύθυνση. «Μα ο Θεός δεν εγκατέλειψε το λαό του. Δεν επέτρεψε τον αφανισμό. Έστειλε τους δικούς του ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα στο δοκιμαζόμενο Γένος ως Άγγελοι και προφήτες, ως διδάσκαλοι και θεραπευτές, ως μάρτυρες και ομολογητές. Έστειλε ο Θεός στην Εκκλησία Του τους Νεομάρτυρες», τόνισε μιλώντας για ανθρώπους καθημερινούς που «σε κάποια δύσκολη περίσταση τους ζητήθηκε από τους Τούρκους να αρνηθούν το Χριστό για να σώσουν τη ζωή τους».

Κάνοντας λόγο για «τα φρικτά μαρτύρια, τους βασανισμούς τους πόνους» και τις κακουχίες που υπέστη ο Άγιος Σεραφείμ «για το Χριστό που αγάπησε από τα βάθη της υπάρξεώς του» υπογράμμισε πως ο Θεός χάρισε στο υπόδουλο Γένος «έναν μεγάλο Άγιο, προστάτη και έφορο και συμπαραστάτη στον αγώνα να μη χάσουν τον εαυτό τους, στο αγώνα να μην απωλέσουν την Ελληνική τους ταυτότητα, στον αγώνα για την ελευθερία ο οποίος είχε ήδη ξεκινήσει».

Φτάνοντας στο σήμερα και την συγκυρία των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής επαναστάσεως ανέφερε πως «ο κίνδυνος της αφομοίωσής μας παραμένει υπαρκτός». «Σταδιακά λησμονούμε το ποιοι είμαστε και γι’ αυτό  δε ξέρουμε που πηγαίνουμε», είπε χαρακτηριστικά συμπληρώνοντας πως «ως Χριστιανοί στρεφόμαστε προς το Θεό και τον παρακαλούμε… να μας δώσει και σήμερα ανθρώπους δικούς Του για να μας αφυπνίσουν, για να μας καθοδηγήσουν, για να μας ελευθερώσουν, για να μας αγιάσουν».

Τέλος απευθυνόμενος στον σημερινό εορτάζοντα πνευματικό μας πατέρα, Μητροπολίτη Πειραιώς κ.Σεραφείμ ευχήθηκε να τον αξιώνει ο Θεός να υπηρετεί την Εκκλησία «με σοφία και διάκριση, με θάρρος και σύνεση, με ευαισθησία και αγάπη». «Στο πρόσωπό σας διακρίνουμε έναν άνθρωπο του Θεού, έναν μιμητή του Αγίου Ιερομάρτυρος Σεραφείμ που με ταπεινό τρόπο ακολουθεί το δρόμο του δικού του μαρτυρίου, το δρόμο της θυσίας για το ποίμνιό του», κατέληξε.

(Από το ιστολόγιο της Ι. Μ. Πειραιώς)

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι΄ΛΟΥΚΑ

«Και (ο Ιησούς) επέθηκε επ’ αυτή τας χείρας∙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν» (Λουκ. 13, 13)

Μία «συγκύπτουσα» γυναίκα που επί χρόνια ήταν διπλωμένη στα δύο, που το χώμα ήταν ο μοναδικός ορίζοντας των ματιών της, σηκώνεται και στέκεται όρθια: μπορεί και πάλι να σταθεί αντίκρυ στα πρόσωπα των συνανθρώπων της, να δει και πάλι το γαλάζιο του ουρανού και να ατενίσει κατάματα τον ορίζοντά του. Ένα θαύμα που τη συγκλονίζει και την κάνει να ξεσπάσει σε δοξολογία προς τον Θεό, κι αυτό γιατί  τα χέρια του Ιησού ακούμπησαν πάνω της. «Και επέθηκεν επ’  αυτή τας χείρας∙ και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν».

1. Δεν επρόκειτο για χέρια ενός απλού ανθρώπου, μολονότι και τα χέρια αυτά μπορούν να γίνουν χέρια ιαματικά, όταν είναι χέρια ενός γιατρού, ενός φυσικοθεραπευτή, ενός χειροπράκτη. Ποιος μπορεί για παράδειγμα να μη θαυμάσει τα «μαγικά» χέρια του χειρουργού αγίου Λουκά του ιατρού του Ρώσου, ή τα εξίσου «μαγικά» της γερόντισσας Γαβριηλίας (Παπαγιάννη), με τις χειροπρακτικές μεθόδους της, όταν μαθαίνει ότι αυτά έσωσαν στην εποχή τους τόσες ζωές; Το ίδιο από την άλλη και το φιλικό άγγιγμα των χεριών ενός ανθρώπου μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά για τον συνάνθρωπο, όταν μάλιστα αυτός νιώθει μόνος και ανασφαλής. Πόσες φορές και το απλό άγγιγμα δεν δηλώνει την παρουσία μας ως συμπαραστάτη, ως κάποιου που χωρίς λόγια τις περισσότερες φορές θέλει να πει στον άλλο «μη φοβάσαι, είμαι μαζί σου!»

2. Στο περιστατικό του ευαγγελίου όμως για τη συγκύπτουσα γυναίκα που θεράπευσε ο Χριστός, πρόκειται για τα χέρια του Ίδιου του ενανθρωπήσαντος Θεού μας, Εκείνου που μέσω αυτών σκορπούσε τη θαυματουργική ίαση και την ουράνια ευλογία. Δεν είναι μόνο το συγκεκριμένο περιστατικό. Σε κάθε σχεδόν θαύμα του Κυρίου, θεραπείας από αρρώστια ή αναστάσεως εκ νεκρών, αυτά τα χέρια γίνονταν η δίοδος για να διέλθει η πανσθενής δύναμη του λόγου Του. Κι επί πλέον: είναι τα χέρια εκείνα, που χωρίς να υφίστανται εν σαρκί ακόμη, υπαρκτά όμως με τον ανθρωπομορφισμό της Παλαιάς Διαθήκης, έπλαθαν τον Αδάμ και την Εύα, δημιουργώντας τον πρώτον άνθρωπο. «Αι χείρες Σου εποίησάν με και έπλασάν με». Και να προχωρήσουμε πιο πολύ: είναι τα χέρια που ευλόγησαν τους μαθητές και τον κόσμο, την ώρα που ο Κύριος αναλαμβανόταν στους Ουρανούς, αφήνοντάς μας την ευλογία ακριβώς των χεριών Του ως την τελευταία επί γης ανάμνησή Του. «Και εν τω ευλογείν Αυτόν αυτούς ανεφέρετο εις τους Ουρανούς».

3. Τα χέρια του Ιησού δεν χάθηκαν με την Ανάληψή Του. Αφενός η ευλογία τους συνεχίζεται στους αιώνες, δεδομένου ότι ο Κύριος εκράτησε διαπαντός την ανθρώπινη φύση Του – ο Κύριος κάθεται εν δεξιά του Πατρός και ως άνθρωπος και έτσι θα έλθει στη Δευτέρα Του Παρουσία «κρίναι ζώντας και νεκρούς» -  αφετέρου εξακολουθούν και υφίστανται στον κόσμο «εν ετέρα μορφή»: μέσω των χεριών των ιερέων, οι οποίοι δανείζουν, κατά την πατερική έκφραση, τα χέρια τους και το στόμα τους σ’  Εκείνον, προκειμένου Αυτός να αγιάζει διά του λόγου και της τελέσεως των μυστηρίων τους πιστούς όλων των αιώνων, κι ακόμη πιο πολύ ίσως  μέσω του προτεταμένου χεριού του αρχιερέα κατά το μυστήριο  της ιερωσύνης, διά του οποίου διοχετεύεται η πανσθενής χάρη του αγίου Πνεύματος επί την κεφαλήν του υποψηφίου ιερέα. Τι άλλο είναι η ευλογία ιδίως που προσφέρει κατά τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας ο ιερέας, παρά η ευλογία του ίδιου του Κυρίου, διά των χεριών των μελών Του κληρικών; Κι είναι πολύ ωραίο το καταγεγραμμένο περιστατικό από τις ιστορίες του Αγίου Όρους, σύμφωνα με το οποίο νεαρός νεοχειροτονηθείς σε ιερέα μοναχός (ο όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης)  τελούσε τις πρώτες του λειτουργίες. Και σε μία από αυτές, που μετείχε και ο γέροντας ηγούμενός του, εξερχόμενος στην Ωραία Πύλη για το «ειρήνη πάσι», απέφυγε την ευλογία, σκεπτόμενος ότι δεν είναι άξιος αυτός να ευλογήσει τον ηγούμενο. Και με τρόμο και έκπληξη άκουσε μέσα από το πετραχήλι του φωνή να του λέει: «Δεν ευλογείς εσύ, αλλά εγώ».

Δεν είναι όμως μόνον τα χέρια των κληρικών. Ο Κύριος ενεργεί και μέσω των χεριών όλων των πιστών Του, αφού όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομά Του συνιστούν μέλη του σώματός Του, της Εκκλησίας. Κάθε δηλαδή ενέργεια των πιστών πάνω στο θέλημα του Θεού, κάθε άπλωμα των χεριών τους, για να τηρήσουν τις άγιες εντολές Του – το βλέπουμε σε όλους τους αγίους – όπως η προσφορά ελεημοσύνης για παράδειγμα, όπως το σκούπισμα των δακρυσμένων από τη θλίψη και τον πόνο συνανθρώπων τους, είναι στην πραγματικότητα το άπλωμα των χεριών και πάλι του Ίδιου του Ιησού. Και αντιστρόφως: κάθε κακή χρήση των χεριών, κάθε χτύπημα δι’  αυτών του συνανθρώπου, κάθε άπλωμά τους για κλοπή αγαθών που δεν μας ανήκουν, κάθε κίνησή τους που σκοπό έχει την προσβολή των άλλων, σημαίνει τη δαιμονική λειτουργία τους, την εκ μέρους μας πρόκληση «αναπηρίας» στον Κύριο, που Του στερούμε τη δυνατότητα  η ευλογία Του να βρει έκφραση και μέσω ημών.

4. Κι εκεί που αποκορυφώνεται η ευλογία των ιαματικών χεριών Του, εκεί που πράγματι έχουμε μία μυστική προέκτασή Τους μέσα στον χρόνο, είναι στο μυστήριο του Ευχελαίου. Στο ευχέλαιο – στο μυστήριο αυτό που διά της χρίσεως των ασθενών με έλαιο προσφέρεται η ιαματική χάρη του Κυρίου, όταν είναι συνδυασμένη με τη μετάνοια – τι άλλο έχουμε, παρά την μέσα στους αιώνες συνέχεια του «επέθηκε επ’  αυτή τας χείρας Του ο Ιησούς»; Το προτεταμένο χέρι του Κυρίου, το γεμάτο δύναμη αγάπης και θεραπείας, βλέπουμε κάθε φορά στο μυστήριο, και έτσι μας καλεί να το βλέπουμε πάντοτε η Εκκλησία μας. «Βασιλεύ άγιε, εύσπλαγχνε, και πολυέλεε, Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του Θεού του ζώντος - ακούμε τον ιερέα να διαβάζει στην τελευταία ευχή -  ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού, ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν∙ ου τίθημι εμήν χείρα αμαρτωλόν επί την κεφαλήν του προσελθόντος σοι εν αμαρτίαις και αιτουμένου παρά σου δι’ ημών άφεσιν αμαρτιών∙ αλλά σην χείρα κραταιάν και δυνατήν, την εν τω αγίω Ευαγγελίω τούτω…επί την κεφαλήν του δούλου σου έκτεινον».

Η ποικιλόμορφη αυτή μέσα στον χρόνο ευλογία των χεριών του Κυρίου έχει τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα  της επί γης παρουσίας Του. Δεν λειτουργεί λιγότερο, σήμερα για παράδειγμα, η θεραπευτική χάρη του Χριστού από ό,τι τότε που «επί γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη». Το αποδεικνύουν τα διαρκή θαύματα που κάνουν οι άγιοί Του και γίνονται καθημερινά στην Εκκλησία Του. Και τα αποτελέσματα δεν είναι άλλα από αυτό που είδε στον εαυτό της και η συγκύπτουσα του Ευαγγελίου και «μη δυναμένη ανανεύσαι εις το παντελές» επί δεκαοκτώ ολόκληρα έτη: «παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον Θεόν». Αρκεί βεβαίως να υπάρχει η ανθρωπολογική  προϋπόθεση για την ενεργοποίηση της χάρης: η ενεργής και ζωντανή πίστη του ανθρώπου.

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Ι΄ ΛΟΥΚΑ

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Λουκ. 13, 10-17)

10 Ἦν δὲ διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασι. 11 καὶ ἰδοὺ γυνὴ ἦν πνεῦμα ἔχουσα ἀσθενείας ἔτη δέκα καὶ ὀκτώ, καὶ ἦν συγκύπτουσα καὶ μὴ δυναμένη ἀνακύψαι εἰς τὸ παντελές. 12 ἰδὼν δὲ αὐτὴν ὁ Ἰησοῦς προσεφώνησε καὶ εἶπεν αὐτῇ· Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου· 13 καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας· καὶ παραχρῆμα ἀνωρθώθη καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν. 14 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἀρχισυνάγωγος, ἀγανακτῶν ὅτι τῷ σαββάτῳ ἐθεράπευσεν ὁ Ἰησοῦς, ἔλεγε τῷ ὄχλῳ· Ἓξ ἡμέραι εἰσὶν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν ταύταις οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε, καὶ μὴ τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου. 15 ἀπεκρίθη οὖν αὐτῷ ὁ Κύριος καὶ εἶπεν· Ὑποκριτά· ἕκαστος ὑμῶν τῷ σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἢ τὸν ὄνον ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; 16 ταύτην δὲ, θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου τῇ ἡμέρᾳ τοῦ σαββάτου; 17 καὶ ταῦτα λέγοντος αὐτοῦ κατῃσχύνοντο πάντες οἱ ἀντικείμενοι αὐτῷ, καὶ πᾶς ὁ ὄχλος ἔχαιρεν ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἐνδόξοις τοῖς γινομένοις ὑπ’ αὐτοῦ.

Νεοελληνική απόδοση

Και δίδασκε συνεχώς σε μια από τις συναγωγές το Σάββατο. Και ιδού μια γυναίκα που είχε πνεύμα ασθένειας για δεκαοχτώ έτη και ήταν σκυμμένη και δεν μπορούσε να σηκωθεί καθόλου. Όταν την είδε λοιπόν ο Ιησούς, φώναξε προς αυτήν και της είπε: «Γυναίκα, έχεις ελευθερωθεί από την ασθένειά σου» – και επέθεσε σ’ αυτήν τα χέρια. Και αμέσως ανορθώθηκε και δόξαζε το Θεό. Αποκρίθηκε τότε ο αρχισυνάγωγος, αγανακτώντας επειδή το Σάββατο θεράπευσε ο Ιησούς, και έλεγε στο πλήθος: «Έξι ημέρες είναι κατά τις οποίες πρέπει να εργάζεται κανείς. Σ’ αυτές λοιπόν να έρχεστε και να θεραπεύεστε και όχι την ημέρα του Σαββάτου». Του αποκρίθηκε τότε ο Κύριος και είπε: «Υποκριτές, καθένας σας το Σάββατο δε λύνει το βόδι του ή τον όνο από τη φάτνη και δεν το οδηγεί και το ποτίζει; Και αυτή που είναι θυγατέρα του Αβραάμ, την οποία έδεσε ο Σατανάς, ιδού, δεκαοχτώ έτη, δεν έπρεπε να λυθεί από τούτο το δεσμό την ημέρα του Σαββάτου;» Και όταν αυτός έλεγε αυτά, καταντροπιάζονταν όλοι οι αντίθετοί του, και όλο το πλήθος έχαιρε για όλα τα ένδοξα που γίνονταν από αυτόν.

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ (Γαλ. 5, 22-26. 6, 1-2)

5: 22 ὁ δὲ καρπὸς τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, 23 πρᾳότης, ἐγκράτεια· κατὰ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος. 24 οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις. 25 Εἰ ζῶμεν πνεύματι, πνεύματι καὶ στοιχῶμεν. 26 μὴ γινώμεθα κενόδοξοι, ἀλλήλους προκαλούμενοι, ἀλλήλοις φθονοῦντες.

6: 1 Ἀδελφοί, ἐὰν καὶ προληφθῇ ἄνθρωπος ἔν τινι παραπτώματι, ὑμεῖς οἱ πνευματικοὶ καταρτίζετε τὸν τοιοῦτον ἐν πνεύματι πρᾳότητος σκοπῶν σεαυτόν, μὴ καὶ σὺ πειρασθῇς. 2 ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ.

Ερμηνευτική απόδοση Π. Ν. Τρεμπέλα

5: 22 Ὁ καρπός ὅμως πού παράγει τό Ἅγιον Πνεῦμα μέ τό φωτισμό καί τή χάρη πού χορηγεῖ στίς ψυχές μας, εἶ­­ναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά πού προέρχεται ἀπό τήν ἀγαθή συν­­είδηση, ἡ εἰρήνη πού εἶναι ἀχώριστη ἀπ’ αὐτήν, ἡ ἀνοχή καί ἡ πλατιά καρδιά στίς ἀδικίες πού μᾶς κάνουν οἱ ἄλλοι, ἡ ἀγαθή διάθεση καί καλοσύνη, ἡ εὐεργετική διά­θεση καί συμπεριφορά, ἡ πίστη καί ἡ ἀξιοπιστία στά λόγια καί τίς ὑποσχέσεις μας, 23 ἡ πραότητα, ἡ ἐγκράτεια σέ ὁτιδήποτε πονηρό. Ἀ­­­πέ­ναντι στούς ἀνθρώπους πού ἔχουν τίς ἀρε­τές αὐτές δέν ἰσχύει ὁ νόμος. 24 Κι ὅσοι ἀνήκουν πραγματικά στό Χριστό, ἔχουν νε­­­κρώσει τό σαρκικό ἄνθρωπο μέ τά πάθη καί τίς ἐπι­θυ­μίες του. 25 Ἐάν ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἄς συμπεριφερόμαστε καί σύμφωνα μέ τίς προσταγές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ὄχι κινούμενοι ἀπό ἐλατήρια ἰδιοτέλειας καί ματαιοδοξίας. 26 Ἄς μή γινόμαστε ματαιόδοξοι, προκαλώντας ὁ ἕ­­νας τόν ἄλλο σέ φιλονικίες καί φθονώντας ὁ ἕνας τόν ἄλλο. Σᾶς κάνω προσεκτικούς στή ματαιοδοξία καί τό φθό­­νο, διότι οἱ ἀδυναμίες τῶν ἀδελφῶν γίνονται ἀφορ­­­μή νά ἐκδηλώνει ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος τή φιλαρχία του. 6: 1 Ὄχι, ἀδελφοί· κι ἐάν ἀπό ἀδυναμία πέσει ἕνας ἄν­­­­­­­­­­θρωπος σέ κάποιο ἁμάρτημα, ἐσεῖς πού εἶστε πνευ­μα­­­­­τικά ἰσχυροί, νά τόν διορθώνετε καί νά τόν παι­δα­γω­­­­­­­­­­­­γεῖτε μέ πνεῦμα πραότητος. Ἐσύ μάλιστα πού δι­ορ­θώ­­­­­­νεις τόν ἄλλο πρόσεχε τόν ἑαυτό σου μήν πέσεις κι ἐσύ σέ πειρασμό· καί θά συμβεῖ αὐτό εἴτε μέ τό νά πα­ρα­­­­­­­­­­­­­­­συρθεῖς στό ἴδιο ἁμάρτημα, εἴτε μέ τό νά κυ­ρι­ευθεῖς ἀπό ἀνυπομονησία ἤ ματαιοδοξία καί φιλαρ­χία, καί γε­νι­κότερα ἀπό ἐγωισμό. 2 Γιά νά προστατεύεστε λοιπόν ἀπό τόν κίνδυνο νά πέ­σετε κι ἐσεῖς, νά ὑπομένετε ὁ ἕνας τίς ἐνοχλήσεις τοῦ ἄλ­λου, πού ὀφείλονται στά ἐλαττώματα καί τίς ἐλλεί­­ψεις του· κι ἔτσι, μέ τήν ὑπομονετική αὐτή ἀνοχή, ἐκ­πλη­­­ρῶστε τελείως τό νόμο τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τήν ἐντο­­­λή τῆς ἀγάπης. Ἄνθρωπος πού δέν ὑπομένει μέ ἀγά­πη τήν ἀδυναμία τοῦ ἄλλου, δέν συναισθάνεται ὅτι ἔχει κι αὐτός ἐλαττώματα, ἀλλά ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυ­τό του. Ἡ ἰδέα του ὅμως αὐτή εἶναι ψεύτικη.

Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΦΑΝΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«῾Ως φαεινόν σε φωστῆρα, Πάτερ Σεραφείμ, γινώσκομεν καί ἱεράρχην θεῖον τῆς σεπτῆς ᾽Εκκλησίας».

 Τρεῖς πολύ μεγάλες προσωπικότητες ἑορτάζει σήμερα ἡ ᾽Εκκλησία μας. Τρεῖς ἁγίους πού ὁ καθένας σφράγισε θά λέγαμε τήν ἐποχή του εἴτε μέ τή θεολογική του προσφορά εἴτε μέ τήν ἁγιασμένη βιοτή καί τό μαρτύριό του: τόν ἅγιο ᾽Ιωάννη Δαμασκηνό, τόν θεολόγο τῶν εἰκόνων, αὐτόν πάνω στόν ὁποῖο βασίστηκε καί ἡ Ζ´ Οἰκουμενική Σύνοδος γιά νά δώσει ἀπάντηση στήν αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας· τήν ἁγία μεγαλομάρτυρα Βαρβάρα πού ἡ ὁμολογία τῆς πίστεώς της στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό προκάλεσε καί τόν ἴδιο τόν πατέρα της, ἀπό τό μιαρό χέρι τοῦ ὁποίου ἔφυγε μαρτυρικά ἀπό τή ζωή αὐτή· τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα καί θαυματουργό Σεραφείμ, ἀρχιεπίσκοπο Φαναρίου καί Νεοχωρίου, τό ῾καύχημα τῶν μαρτύρων καί τῶν ἱεραρχῶν᾽ κατά τόν ὑμνογράφο τῆς ᾽Εκκλησίας μας.  Στόν τελευταῖο ἰδιαιτέρως θά ἐπικεντρώσουμε σήμερα τήν προσοχή μας, αὐτός θά εἶναι τό ἀντικείμενο τῆς ταπεινῆς ὁμιλίας μας.

 1. Δέν θά ποῦμε δικά μας στοχαστικά λόγια πάνω στόν ἅγιο ἱερομάρτυρα. Θεωροῦμε πιό ἐνδιαφέρον, πιό ἐπωφελές καί πιό  ἐκκλησιαστικό ἴσως νά ἀκολουθήσουμε τά βήματα τοῦ καλοῦ ὑμνογράφου του, ἱερομονάχου ᾽Αναστασίου τοῦ Γορδίου, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἔμπνευση καί τή χαριτόβρυτη γραφίδα του μᾶς δίνει τήν ὅραση τοῦ βάθους τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου καί ὅσο ζοῦσε στή στρατευόμενη τοῦ κόσμου τούτου ᾽Εκκλησία, ἀλλά καί στή δόξα τοῦ Οὐρανοῦ.

Ποιά εἶναι ἡ εἰκόνα πού μᾶς παρουσιάζει γιά τόν ἅγιο Σεραφείμ ὁ ὑμνογράφος; Θά εἴμαστε κατ᾽ ἀνάγκην πολύ ἐπιλεκτικοί: ῾Ο ἅγιος εἶναι τριπλά στεφανωμένος ἀπό τόν Κύριο, στό ἅρμα τοῦ ὁποίου ἐντάχτηκε κι αὐτός μαζί μέ τό πλῆθος τῶν ἄλλων ἁγίων καί μέ τό ὁποῖο ὁ Κύριος περιπολεῖ τόν κόσμο γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου (Δοξαστικό τῶν αἴνων). Ποιό τό τριπλό στεφάνι του; (α) τό στεφάνι τῆς ἀσκητικῆς κατά Χριστόν διαγωγῆς του, (β) τό στεφάνι τῆς ἱερωσύνης του, (γ) τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου τοῦ αἵματός του. Μέσα σ᾽ αὐτό τό στεφάνωμα βρίσκεται ὅλη ἡ ὀμορφιά τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου. Κατά πῶς τό λέει μάλιστα ὁ ἴδιος ὁ ὑμνογράφος: ῾᾽Απέκτησες τήν ὀμορφιά τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀσκητικούς σου κόπους καί χρίστηκες μέ τό ἱερατικό χρίσμα, γι᾽ αὐτό καί ἀναδείχτηκες δοχεῖο τῆς ὑπέρφωτης ἁγίας Τριάδος, χάριν τῆς ὁποίας ἔχυσες καί τό αἷμα σου πρόθυμα, πανσέβαστε Σεραφείμ. Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο καί ἔλαβες ἀπό αὐτήν τρίπλοκο τό ἀμαράντινο στεφάνι καί ἔχεις παρρησία  νά πρεσβεύεις ὑπέρ ἡμῶν πού τιμοῦμε τήν ἀεισέβαστη μνήμη σου᾽ (Δοξαστικό μικροῦ ἑσπερινοῦ).

Πράγματι, τά στοιχεῖα τῆς ζωῆς του ἐπιβεβαιώνουν ἀπολύτως τά τρία στεφάνια του:

(α) ὁ ἅγιος ῾ἀφιερωμένος στόν Θεό ἀπό βρέφους σάν ἄλλος προφήτης  Σαμουήλ᾽ (ὠδή δ´) γεννήθηκε στό χωριό Μπαιζήλα τῆς Θεσσαλικῆς γῆς, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί ἐναρέτους, τόν Σωφρόνιο καί τή Μαρία, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον φρόντισαν νά τόν μορφώσουν μέ τή θύραθεν λεγόμενη παιδεία, ἀλλά κυρίως μέ τήν ἐκκλησιαστική. Τά γράμματα τοῦ Θεοῦ μάλιστα τόσο πολύ κατάνυξαν τήν ἁγνή καρδιά τοῦ μικροῦ παιδιοῦ, ὥστε θέλησε νά ἀφιερωθεῖ πλήρως στό Θεό, γενόμενος μοναχός στό μοναστήρι τῆς Θεοτόκου ῾Κρύα Πηγή᾽. ᾽Εκεῖ κατεξοχήν φάνηκε ἡ ἀσκητική του ἔφεση καί διαγωγή: ἀποδύθηκε σέ μεγάλους ἀγῶνες, οἱ ὁποῖοι συγκεφαλαιώνονταν σέ ὅ,τι ὑποσχέθηκε κατά τή μοναχική του κουρά: νά ζήσει δηλαδή ἐν παρθενίᾳ, ἐν ἀκτημοσύνῃ καί κυρίως ἐν ὑπακοῇ. ῞Ο,τι μέ ἄλλα λόγια ζοῦσε καί πρό τῆς ἐντάξεώς του στό μοναστήρι, τό ἴδιο, ἀλλά σέ πολλαπλάσιο βαθμό, τό ἔκανε πράξη ζωῆς μέσα σέ αὐτό. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἀναμενόμενο καί προφανές: καθάρισε ὅσο ἦταν ἀνθρωπίνως δυνατό τόν νοῦ καί τήν καρδιά του, καθιστάμενος ἔτσι ῾σκεῦος τοῦ ἁγίου Πνεύματος (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ) - ὁπότε ῾ἀνῆλθε στό ῎Ορος τῆς ἀληθινῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί ἄστραψε στήν καρδιά του τό προαιώνιο φῶς ᾽Εκείνου᾽ (ὠδή α´).

(β) ῾Η λάμψη τῆς ζωῆς του δέν ἔμεινε κρυφή. ῾Η ᾽Εκκλησία μας διά τῶν ὀργάνων της ἐπεσήμανε τόν θησαυρό τῆς καρδιᾶς τοῦ ἁγίου καί τόν κάλεσε στό ὑπερμέγιστο ἀξίωμα τῆς ἱερωσύνης καί τῆς ἀρχιερωσύνης, καθιστώντας τον ποιμένα τῆς ἐπαρχίας Φαναρίου καί Νεοχωρίου. Γιατί στεφανώθηκε ὅμως ἀπό τόν Κύριο καί ὡς ἱεράρχης; Διότι ἀφενός συνέχισε τήν ἴδια ἀσκητική ζωή καί ὡς ἀρχιερέας, ἀφετέρου ἀναλώθηκε ἐν ἀγάπῃ στή διακονία τοῦ ποιμνίου του. ῾Ο ὑμνογράφος του δέν παύει νά τονίζει τόν ἐν χάριτι πλούσιο λόγο τοῦ ἁγίου, μέ τόν ὁποῖο ἄρδευε στίς δύσκολες ἡμέρες πού ζοῦσαν ὅλοι τότε τίς ψυχές τῶν πιστῶν του, ὅπως καί τήν ἀδιάκοπη ὑπηρεσία ἀγάπης πού τούς πρόσφερε. ῏Ηταν ῾ὁ ποιμήν ὁ καλός᾽ πού ῾τήν ψυχήν του ἔθετο ὑπέρ τῶν προβάτων᾽, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου. ῾Μέ τά νάματα τῶν δογμάτων τοῦ Χριστοῦ, ἱερομάρτυς Σεραφείμ, ἄρδευσες ὅλη τήν ποίμνη σου, καί ἔσπειρες σ᾽ αὐτήν τόν ἔνθεο σπόρο, ἐνῶ μέ τά χρώματα τῶν ἀρετῶν τήν ἐλάμπρυνες᾽ (ὠδή η´).

᾽Εκεῖ ὅμως πού ἔνιωθε ὁ ἅγιος ὅτι πραγματοποιεῖ τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης του καί καταξιώνεται ὡς χριστιανός καί ἄνθρωπος ἦταν ὅταν τελοῦσε τή θεία λειτουργία. Ποτέ δέν σταμάτησε νά λειτουργεῖ καί νά προσφέρει τήν ἀναίμακτη λατρεία, μέχρις ὅτου καί ὁ ἴδιος ἔγινε θῦμα, προσφερόμενο στόν Θεό διά τοῦ μαρτυρίου του, συνεχίζοντας συνεπῶς μέ ἄλλον τρόπο τή λατρευτική του ἀναφορά στόν Κύριο καί προεκτείνοντάς την καί μετά τόν θάνατό του ἐνώπιον τοῦ Θείου θυσιαστηρίου. ῾Η ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας μας ἐπ᾽ αὐτοῦ εἶναι σαφής: ῾῾Υπῆρξες ὑπηρέτης τῶν Μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καί οἰκονόμος τῆς χάριτος τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Σεραφείμ. Διότι πολλές φορές ἱερουργώντας τελοῦσες τήν ἀναίμακτη θυσία κι ἀκόμη πρόσφερες τόν ἑαυτό σου στόν Θεό σάν καθαρή προσφορά μέ τό νά  γίνεις  θῦμα καί θύτης᾽ (λιτή). 

(γ) Κι ἀκριβῶς τό τελευταῖο τοῦτο ἐξηγεῖ καί τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου του. ῾Ο ἄγιος ἑτοιμασμένος σχεδόν ῾ἐκ κοιλίας μητρός᾽ ἐπιθυμοῦσε νά δώσει καί τή ζωή του γιά τόν Κύριο. ῞Ο,τι ἦταν καί εἶναι φοβερό καί ἀπευκταῖο γιά τούς πολλούς: ὁ ἴδιος ὁ θάνατος, ἦταν ἐπιθυμητό καί ἀφορμή χαρᾶς γιά ἐκεῖνον. ῎Οχι γιά λόγους ἀσφαλῶς ἀπελπισίας, ὄχι γιά λόγους κατάθλιψης, ἀλλά γιά λόγους ἀγάπης πρός τόν Χριστό. Αὐτό δέν λέει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, φανερώνοντας τή χάρη πού εἶχε, ὅτι ῾ἔχω τήν ἐπιθυμίαν εἰς τό ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι᾽; Αὐτό δέν θέτει καί ὡς ὅριο ἁγιότητος ὁ μέγας ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος, ὅταν σημειώνει ὅτι ῾ὁ ἀληθινός ἅγιος ἐπιθυμεῖ καθ᾽ ἡμέραν τόν θάνατον᾽; ῾Ο ἅγιος Σεραφείμ λοιπόν δέν τρόμαζε μπροστά στόν θάνατο. Τόν θεωροῦσε γέφυρα πού θά τόν φέρει μία ὥρα γρηγορότερα στόν ἀγαπημένο του Κύριο, ἀποδεικνύοντας ἔμπρακτα συνεπῶς ὅτι τό κέντρο βάρους τῆς ζωῆς του ἦταν ᾽Εκεῖνος.  Γι᾽ αὐτό καί ὅταν ἦλθε αὐτή ἡ ὥρα, μέ τρόπο πράγματι ἀπάνθρωπα σκληρό ἀπό τούς δαιμονοκίνητους ᾽Αγαρηνούς, ἀναγάλλιασε ἡ ψυχή του. Μέ δραματική ἔνταση καί λυρισμό ὑψηλό, πού θυμίζει τίς ἐπιστολές τοῦ μεγάλου ἀποστολικοῦ Πατέρα ἁγίου ᾽Ιγνατίου τοῦ θεοφόρου καθώς ὁδηγεῖτο στό μαρτύριο,  ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής ἀναφέρει γιά τόν ἅγιο Σεραφείμ: ῾ὅταν πάρθηκε ἡ ἀπόφαση γιά θάνατο ἐναντίον σου ἀπό τόν πρόεδρο τῆς πλάνης, Πάτερ Σεραφείμ, ἐσύ μέ χαρά ἔλεγες στούς ἀπίστους: τί ἀργοπορεῖτε, ἄφρονες, προκειμένου νά μέ ὁδηγήσετε πράγματι στόν Κύριο σάν θύμα καί καθαρή θυσία; Βιάζομαι νά φθάσω στόν Οὐρανό, γιά νά δοξάσω μαζί μέ τούς ἀγγέλους τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ μαζί μέ τόν Πατέρα καί τό ῞Αγιον Πνεῦμα᾽ (στιχηρό προσόμοιο ἑσπερινοῦ).

Μέ ψεύτικες κατηγορίες, ὅτι δηλαδή συμμετεῖχε στίς ἐπαναστατικές ἐνέργειες τοῦ Λαρίσης Διονυσίου κατά τῶν Τούρκων, τόν κτύπησαν βάναυσα, τοῦ ἔκοψαν τή μύτη σέ λεπτά κομμάτια, κοκκινίζοντας ἀπό τό αἷμα του τόν γύρω του χῶρο, τόν ἔκλεισαν στή φυλακή ἀφήνοντάς τον ἄσιτο καί χωρίς νερό. Κι ὅταν τόν ἔβγαλαν μετά ἀπό ἡμέρες, πιστεύοντας ὅτι τό φρόνημά του θά εἶχε καμφθεῖ, βρέθηκαν στήν πιό μεγάλη ἔκπληξη: ὁ ἅγιος ἦταν περισσότερο θαρραλέος, περισσότερο ἀποφασισμένος ἀπό πρίν, μέ διάθεση νά τούς μεταστρέψει στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ τήν ἀληθινή. ῾Η στάση του βεβαίως αὐτή ἐξῆψε πιό πολύ τήν ὀργή τῶν κριτῶν καί τυράννων του: διέταξαν νά ἁπλωθεῖ τό σῶμα του ἀπό τίς ἄκρες τῶν χεριῶν καί τῶν ποδιῶν του, νά τοῦ βάλουν στήν κοιλιά τεράστιο βάρος, νά τοῦ ξεσκίσουν τίς σάρκες καί νά τοῦ δώσουν νά πιεῖ μίγμα ἀπό νερό, ξύδι καί ἄμμο. Κι ὅταν ἐκεῖνος ἀντί νά λυγίσει γιγάντωσε καί θέριεψε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τούς προκαλοῦσε λέγοντας νά συνεχίσουν τήν προσφορά τῆς θυσίας του, δέχτηκε τό τελικό καί ἀποφασιστικό κτύπημα: τόν ἀνασκολοπισμό του, τό σούβλισμά του, μέ τό ὁποῖο καί ἄφησε τήν τελευταία του πνοή ἐπί τῆς γῆς.

Τόν ἄφησαν ἔτσι ἐκτεθειμένο, ὁπότε καί τοῦ ἔκοψαν τήν τιμία κεφαλή, τήν ὁποία μαζί μέ ἄλλες ἄλλων μαρτύρων ἐπιδείκνυαν στούς ὑπόδουλους πρός ἐκφοβισμό. Καί ὤ τοῦ θαύματος! ῾Αλιεῖς τή νύκτα ἔβλεπαν πύρινο στύλο ἐπί τῆς κεφαλῆς τοῦ ἁγίου (ὠδή ζ´), ἡ ὁποία μάλιστα  ἀπό τή θέση τοῦ πρός δυσμάς προσανατολισμοῦ της ἄλλαζε θέση, στρεφομένη πρός ᾽Ανατολάς (ὠδή ε´). Τό θαῦμα ἦταν προφανές. ᾽Εν τέλει κάποιοι ἔκλεψαν τήν κάρα του καί τήν πούλησαν στό μοναστήρι του τῆς ῾Κρύας Πηγῆς᾽ Θεοτόκου, πού ἔκτοτε, κατά τόν συναξαριστή, τήν κατέχει ὡς τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό του.

2. Τριπλός στέφανος λοιπόν γιά τόν ἅγιο ἱερομάρτυρα. Κι εἶναι ἀκριβῶς τοῦτο πού ἐξηγεῖ καί τή μεγάλη θέση του στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. ῾Συμβασιλεύει τῷ Χριστῷ᾽ ὁ ἅγιος, καί πάλι κατά τόν ὑμνογράφο του (λιτή), γενόμενος ἴδιος Σεραφείμ. ῾Παίζει᾽ κατά κάποιο τρόπο ὁ ἐκκλησιαστικός ποιητής μέ τό ὄνομα τοῦ ἁγίου, γιά νά δηλώσει ἀκριβῶς ὅτι ὁ ἅγιος ἔγινε αὐτό πού σημαίνει τό ὄνομά του: θρόνος Κυρίου μέ διαρκή τή δοξολογία τοῦ ἁγίου ὀνόματός Του. Οἱ στίχοι στό συναξάρι του εἶναι ἀποκαλυπτικοί: ῎Εφυγε ἀπό τή γῆ πρός τόν Οὐρανό ὁ Σεραφείμ, γιά νά γίνει σάν τά Σεραφείμ: θρόνος Κυρίου'.

᾽Αλλά τό τριπλό στεφάνωμά του ἐξηγεῖ ἐπίσης καί τή δύναμη τῆς θαυματουργίας του. ῾Ο ἅγιος γενόμενος φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο, ὕπαρξη διάφανη πού ἐξακτινώνει τό φῶς τοῦ Θεοῦ, μεταφέρει ἀενάως τή δύναμη τῆς ἐνεργείας ᾽Εκείνου. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά τόν ἐπικαλεῖται καί νά μή βλέπει τή θαυμαστή παρουσία του. ῾Η παρρησία τοῦ ἁγίου ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ παρρησία τῶν μεγάλων ἁγίων μαρτύρων πού ξέρουμε, σάν τῶν ἁγίων Γεωργίου, Δημητρίου, Βαρβάρας, Παρασκευῆς. Καί δέν ἐνεργεῖ ἀσφαλῶς ἡ χάρη τοῦ ἁγίου μέ θαυμαστό τρόπο μόνο στούς κατοίκους τῆς πατρίδος του καί τῆς ἐπισκοπῆς του, ἀλλά σέ ὅλη τήν ῾Ελλάδα καί σέ ὅλον τόν κόσμο. ᾽Αρκεῖ κανείς νά τόν ἐπικαλεστεῖ ἐν πίστει. ῾῾Ο λαός τῶν ᾽Αγράφων καί ὅλη ἡ ῾Ελλάδα καυχῶνται, διότι ἄπειρες φορές λυτρώθηκαν ἀπό τό κακό' (λιτή). ῾Κανείς δέν ὑπάρχει πού δέν λαμβάνει γρήγορα ἀπό τόν ἅγιο Σεραφείμ τήν ἴαση καί τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος᾽ (ὠδή α´).

᾽Εκεῖ ὅμως πού ἀποκορυφώνεται κατά τόν ὑμνογράφο μας ἡ θαυματουργία τοῦ ἁγίου εἶναι μέ ὅ,τι προσφέρει ἡ τιμία κάρα του. Κατεξοχήν αὐτή ἔγινε ἡ πηγή τῶν ἰάσεων, τρόπον τινά μία νέα κολυμβήθρα Σιλωάμ, ὄντως ἰατρεῖο καί θεραπευτήριο μέγιστο, ἡ ὁποία σώζει μέν ἀπό τίς διάφορες παθήσεις, κυρίως ὅμως ἀπό τίς λοιμικές νόσους, ἐνῶ λειτουργεῖ παράλληλα ὡς ἀνάχωμα γιά τήν πλανεμένη πίστη τῶν ᾽Αγαρηνῶν. ῾Σεραφείμ παμμακάριστε, ἀνυμνοῦμε μέ εὐσέβεια τήν πανένδοξη καί θεόστεπτη κάρα σου, τήν ὁποία ἔδωσες σέ ἐμᾶς τά παιδιά σου γιά τήν ἴαση τῶν δεινῶν μας παθῶν, ἐξαιρέτως ὅμως, ῞Αγιε, γιά τήν ἐκδίωξη τῆς φοβερῆς καί πολύφθορης λοιμικῆς νόσου᾽ (στιχηρό ἑσπερινοῦ). 

3. Τί ἦταν ἐκεῖνο πού ὑπῆρξε ἡ αἰτία ὅλης αὐτῆς τῆς θαυμαστῆς πορείας τοῦ ἁγίου καί ὅλων τῶν θαυμασίων πού ἐνεργεῖ; Ποιά ἡ θεμελιακή δύναμη, χωρίς τήν ὁποία δέν θά γινόταν τίποτε στή ζωή του καί θά περνοῦσε κι αὐτός ἀπαρατήρητος σάν ἕνας ἀπό τούς πολλούς τοῦ κόσμου τούτου; Τίποτε περισσότερο ἀπό αὐτό πού ἐπισημαίνουμε στή ζωή ὅλων τῶν ἁγίων καί συνεπῶν πιστῶν ἀνά τούς αἰῶνας: ἡ θερμή πίστη του καί ἀγάπη του πρός τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. ῎Αν ὁ ἅγιος Σεραφείμ ἅγιασε, ἄν στεφανώθηκε ἀπό τόν Θεό τόσο πολύ, ἄν μύρια θαύματα ἔγιναν καί γίνονται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός του, ἄν ἄντεξε βεβαίως στά τόσα μαρτύρια χωρίς καθόλου νά δυσανασχετήσει ἀπέναντι στούς δημίους του, πολλῷ δέ μᾶλλον νά τούς μισήσει καί στό παραμικρό - εἶναι συγκινητική ἡ ἀναφορά τοῦ ὑμνογράφου στό σημεῖο αὐτό ὅτι ὁ ἅγιος ὁδηγεῖτο στό μαρτύριο σάν τόν Χριστό, σάν ἀρνί ἄκακο καί σιωπηλό δηλαδή (κάθισμα ὄρθρου) - ἦταν γιατί ἀκριβῶς ἡ καρδιά του ἦταν πυρωμένη ἀπό τήν πίστη καί τήν ἀγάπη ᾽Εκείνου, ὁ ῾Οποῖος πρῶτος τόν ἀγάπησε καί τοῦ ἔδωσε τή χάρη τῆς ἀντίστοιχης μέ Αὐτόν ἀγάπης. ῾Σεραφείμ, τό σόν αἷμα ἔχυσας θερμῶς δι᾽ ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, διό καί νῦν δοξάζει σε᾽ (στιχηρά ἑσπερινοῦ). 

4. Δέν θέλουμε νά μακρηγορήσουμε. ᾽Αλλά δέν εἶναι δυνατόν νά ἔλθει κανείς σ᾽ ἐπαφή μέ τή φωτεινή καί ὑψηλή καί μαρτυρική ζωή τοῦ ἁγίου καί νά μή κατανυχθεῖ στήν καρδιά καί νά μή προκληθεῖ νά κάνει ἕνα ἀπό τά δύο πού λέει γιά παρόμοιες περιπτώσεις ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης τῆς Κλίμακος:

Πρῶτον· ἤ νά φύγει πληγωμένος μ᾽ ἕνα βέλος στήν καρδιά, ὥστε στό μέτρο τοῦ δυνατοῦ νά κάνει στή δική του ζωή τά ἀντίστοιχα μέ τόν ἅγιο, δηλαδή:

- νά γιγαντώσει τήν πίστη του καί τήν ὁμολογιακή τῆς πίστεως αὐτῆς διάθεσή του, εἰδικά σήμερα πού ἡ πίστη τοῦ Χριστοῦ προκαλεῖται γιά μία ἀκόμη φορά καί ἀμφισβητεῖται ἀπό σύγχρονους νέους ῾᾽Αγαρηνούς᾽, οἱ ὁποῖοι νομίζουν ὅτι αὐτοί συνιστοῦν τούς κυριάρχους τῆς ζωῆς (τό παράδειγμα μάλιστα τοῦ ἁγίου δείχνει ὅτι ὅσο αὐτοί βάλλουν κατά τῆς πίστεως τόσο αὐτή θεριεύει καί μεγαλουργεῖ, σάν τήν κάρα τοῦ ἁγίου πού ἀποκοπεῖσα κατέφερε ἀποφασιστικό πλῆγμα κατά τῆς κεφαλῆς τοῦ ἰοβόλου δράκοντος διαβόλου (λιτή))·

- έπειτα· εἴτε κληρικός εἶναι κανείς εἴτε λαϊκός πιστός νά νιώσει ὅτι τό μεγαλεῖο τῆς πίστεώς μας βρίσκεται κατεξοχήν στό μυστήριο τῆς Θείας Λειτουργίας, κατά τό παράδειγμα καί πάλι τοῦ ἁγίου, ὁ ὁποῖος πρόσφερε ἀδιάκοπα ὅσο ζοῦσε τήν ἀναίμακτη θυσία στόν Τριαδικό Θεό καί συνέχισε νά τήν προσφέρει μέ τήν προσφορά τοῦ αἵματός του, εὑρισκόμενος πιά ὡς λειτουργός ἐνώπιον τοῦ ὑπερουρανίου θυσιαστηρίου, πού σημαίνει ὅτι στή λειτουργική ζωή τῆς ᾽Εκκλησίας μας βρίσκουμε τόν ἀληθινό ἑαυτό μας·

- κι ἀκόμη· νά συναισθανθοῦμε ὅτι πηγή τῶν πάντων στήν πνευματική ζωή εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό, πού ἐκδηλώνεται ὡς ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί προϋποθέτει ζωή ἄσκησης καί ἐγκρατείας, ὥστε ὁ νοῦς καί οἱ αἰσθήσεις μας νά καθαρθοῦν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, νά φωτιστοῦν ἀπό αὐτήν καί, ἄν ἐπιτρέψει ᾽Εκεῖνος, νά φτάσουν νά ψηλαφήσουν ἔστω καί ἐπ᾽ ἐλάχιστον τή χαρισματική θέωσή μας.

Δεύτερον, ἄν δέν μπορεῖ κανείς λόγω ἀδυναμίας ἤ φόβου νά φύγει μέ τό βέλος αὐτό τοῦ ἐνθουσιασμοῦ ὥστε νά ἀποδυθεῖ σ᾽ ἕναν τέτοιο σωτήριο ἀγώνα γιά τόν ἴδιο καί τούς συνανθρώπους του σάν τόν ἅγιο Σεραφείμ, τουλάχιστον νά σκύψει τό κεφάλι ἐν μετανοία, νά ὁμολογήσει τήν πνευματική του ἔνδεια, νά ταπεινωθεῖ ἐκζητώντας τό ἔλεος τοῦ Κυρίου. Κι ἴσως τότε γίνει ἵλεως καί γι᾽ αὐτόν ὁ Κύριος, λέει ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης ὁ Σιναΐτης, γιά νά μή ποῦμε ὅτι θά φτάσει καί τόν πρῶτο.

Εἴτε πάντως στή μία εἴτε στήν ἄλλη περίπτωση ὁ ἅγιος ἐνεργεῖ χαρισματικά: συνιστᾶ ὅριο πάνω στό ὁποῖο κρίνεται ἡ ζωή καί ἡ συνείδησή μας. Κι αὐτό τελικῶς ἴσως εἶναι καί τό νόημα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Σεραφείμ καί ὅλων τῶν ἁγίων. ῾Τιμή μάρτυρος, μίμησις μάρτυρος᾽ δέν λέει καί τό πατερικό λόγιο;

 Τιμώντας τόν ἅγιο δέν προσθέτουμε ἀπολύτως τίποτε στή δική του χάρη καί δόξα. ᾽Εμεῖς ἀντιθέτως στόν βαθμό πού τόν τιμοῦμε αὐξανόμαστε πνευματικά καί ὡραϊζόμαστε ψυχικά. ῞Οπως σημειώνει κι ὁ ποιητής ὑμνογράφος: ῾Οἱ πολύφωνες γλῶσσες τῶν ρητόρων ἄς κινηθοῦν πρός δοξολογία τοῦ μάρτυρα, ὄχι γιά νά προσθέσουν κάτι στή δόξα του, ἀλλά γιά νά καλλωπιστοῦν ἐκεῖνοι μέ τή δοξολογία του᾽ (ὠδή στ´). Κι αὐτό συμβαίνει διότι ἡ δοξολογική ἀναφορά μας στόν ἅγιο ἀποτελεῖ τελικῶς ἀναφορά καί δοξολογία τοῦ ἴδιου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ μας, τοῦ χορηγοῦ κάθε καλοῦ καί ἀγαθοῦ.

῎Ας εὐχηθοῦμε ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Σεραφείμ, ἀρχιεπίσκοπος Φαναρίου καί Νεοχωρίου ὁ θαυματουργός, νά εἶναι πάντοτε θερμός πρεσβευτής μας στόν Κύριο, προκειμένου νά μᾶς δίδει τή χάρη νά ἀκολουθοῦμε τά μαρτυρικά βήματά του, βήματα βεβαίως τοῦ ἴδιου τοῦ ἐν σαρκί φανερωθέντος Θεοῦ μας.

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ

«Η αγία Βαρβάρα ζούσε επί Μαξιμιανού, του βασιλιά του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, κόρη κάποιου ειδωλολάτρη Διοσκόρου, ο οποίος την φύλασσε  σε υψηλό πύργο, λόγω της ανθηρής σωματικής ωραιότητάς της. Το γεγονός ότι ήταν κόρη που σεβόταν τον Χριστό δεν άργησε να έλθει σε γνώση του πατέρα της. Έμαθε δηλαδή τα σχετικά με την πίστη της, όταν ανοικοδομούσε λουτρό. Κι ενώ αυτός είπε να φτιάξουν δύο παράθυρα σ’ αυτό, η Βαρβάρα έδωσε εντολή να φτιάξουν τρία. Κι όταν την ρώτησε το γιατί, είπε «για να είναι επ’ ονόματι του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος». Μόλις άκουσε την απάντησή της εκείνος, αμέσως όρμησε εναντίον της για να τη σκοτώσει με το ίδιο του το ξίφος. Ξέφυγε όμως η Βαρβάρα και εισήλθε μέσα σε πέτρα που άνοιξε στα δύο. Την καταδίωξε όμως ο πατέρας της και την βρήκε, οπότε την άρπαξε από τα μαλλιά και την παρέδωσε στον ηγεμόνα της χώρας. Μπροστά σ’  αυτόν η αγία ομολόγησε τον Χριστό και καθύβρισε τα είδωλα, με αποτέλεσμα να κτυπηθεί σκληρά, να ξυσθούν οι σάρκες της, να κατακαούν οι πλευρές της και να κτυπηθεί το κεφάλι της με σιδερένιες σφαίρες. Έπειτα την περιέφεραν στην πόλη γυμνή, την ξανακτύπησαν, μέχρις ότου δέχτηκε το διά ξίφους τέλος από τον πατέρα της που την σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια. Αυτός λέγεται ότι μετά τη σφαγή της, κατεβαίνοντας από το βουνό, κτυπήθηκε από κεραυνό και ξεψύχησε».

Με την αγία Βαρβάρα -  μάλλον και με αυτήν -  πραγματοποιείται ο λόγος του Κυρίου: «ο φιλών πατέρα ή μητέρα… υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος». Ο Κύριος δηλαδή ζητά την αγάπη του ανθρώπου υπεράνω όλων των επιγείων αγαπών, έστω κι αν πρόκειται για τους γονείς, για τα τέκνα, για τον ή την σύζυγο, για τον ίδιο τον εαυτό μας. Όχι διότι απορρίπτει την αγάπη προς αυτούς – τούτο θα ήταν οξύμωρο, αφού  ο Ίδιος έχει νομοθετήσει την αγάπη προς όλους, και μάλιστα προς τους γονείς – αλλά διότι η αγάπη προς Εκείνον, η αγάπη δηλαδή προς τον Θεό, αν δεν είναι υπεράνω όλων, σημαίνει ότι η όποια άλλη αγάπη θα λειτουργεί μέσα σε πλαίσια που έχουν το στοιχείο του εγωισμού, το στοιχείο τελικώς της νοσηρότητας. Έτσι η απόλυτη αγάπη προς τον Θεό στην πραγματικότητα καθαρίζει όλες τις άλλες αγάπες και τις κάνει να φανερωθούν στην πιο καθαρή μορφή τους. Από την άποψη αυτή η άρνηση της Βαρβάρας να υπακούσει στον πατέρα της, ναι μεν φανέρωνε την «πυρωμένη προς Θεόν» αγάπη της,  από την άλλη όμως αποτελούσε έκφραση αγάπης και προς εκείνον, γιατί του έδινε πρόκληση μετανοίας και αλλαγής: να φύγει από την αθεΐα του, άσχετα προς το γεγονός ότι εκείνος τελικώς απέρριψε την πρόκληση αυτή. «Πληγωμένη από το γλυκύτατο βέλος του πόθου σου ως νυμφίου, Δέσποτα, η αθληφόρος Βαρβάρα, βδελύχθηκε όλην την αθεΐα του πατέρα της».

Η αντιθετική σχέση της αγίας Βαρβάρας με τον πατέρα της δίνει την ευκαιρία στον εκκλησιαστικό ποιητή αφενός να θυμηθεί ότι εκπληρώνεται έτσι η προφητεία του Κυρίου ότι «εχθροί του ανθρώπου οι οικειακοί αυτού» και ότι «λόγω Εκείνου θα στραφεί ο πατέρας εναντίον του παιδιού και το παιδί εναντίον του πατέρα» - «Φάνηκε με σαφήνεια, Χριστέ, εκπληρωμένη η προφητεία σου: ο πατέρας δηλαδή προδίδει σε φόνο το τέκνο του» -  αφετέρου ότι ισχύει πάντοτε η παροιμία που λέει: «από ρόδο βγαίνει αγκάθι και από αγκάθι βγαίνει ρόδο», δηλαδή ότι υπάρχουν συχνά περιπτώσεις που το οικογενειακό περιβάλλον δεν καθορίζει τη διαμόρφωση  των παιδιών και την πορεία της ζωής του. «Η Βαρβάρα ευωδίασε την Εκκλησία του Χριστού, σαν ιερότατο ρόδο που βγήκε από αγκάθινη ρίζα».

Ο υμνογράφος της αγίας μένει έκθαμβος μπροστά στην ψυχική δύναμη που της έδινε η αγάπη της προς τον Χριστό. Για να τονίσει ότι όπου υπάρχει ο πόθος για Εκείνον, τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο, ακόμη και η θεωρούμενη αδυναμία της γυναικείας φύσεως, η νεότητα με τα θέλγητρα που της παρουσιάζονται, η ομορφιά του σώματος, ο πλούτος, οι ηδονές. «Ούτε η ευχαρίστηση της τρυφής ούτε το άνθος του κάλλους και ο πλούτος, ούτε οι ηδονές της νεότητας σε γοήτευσαν, ένδοξη Βαρβάρα, γιατί νυμφεύθηκες τον Χριστό, καλλιπάρθενε». «Για τους αγώνες της τελειότητας, κανένα εμπόδιο δεν φάνηκε η ασθένεια της γυναικείας φύσεως και η νεότητα της ηλικίας». Η αγία Βαρβάρα αποτελεί την απάντηση σε όλους εκείνους που είναι έτοιμοι να δικαιολογήσουν κάθε παρεκτροπή της νεότητας, επικαλούμενοι ακριβώς αυτήν ως επιχείρημά τους. Τα πάντα ήταν μπροστά στα πόδια της αγίας: και οι ηδονές και τα πλούτη και η δόξα. Μπροστά όμως στον Χριστό, όλα θεωρήθηκαν από αυτήν ως «σκύβαλα», όπως λέει αντιστοίχως και ο απόστολος Παύλος. «Ηγούμαι πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω». Όλα τα θεωρώ σκουπίδια, προκειμένου να κερδίσω τον Χριστό.

Ο άγιος Στέφανος ο Σαββαΐτης, ο υμνογράφος της αγίας, δεν μπορεί να αφήσει ασχολίαστο το γεγονός της γυμνής περιφοράς της στην πόλη, που συνιστούσε ένα από τα σκληρότερα μαρτύρια της σεμνής Βαρβάρας. Ως άνθρωπος όμως πίστεως το βλέπει με πνευματικούς οφθαλμούς, βλέπει δηλαδή εκείνα που βρίσκονται και πίσω από το γεγονός. «Λαμπρός άγγελος, σεμνή Βαρβάρα, σε έντυσε με φωτεινή στολή και σε περιέφερε σαν νύμφη,  εσένα που έγινες γυμνή για χάρη του Χριστού. Διότι μαζί με το φόρεμά σου απεκδύθηκες και τα πάθη σου, σεμνή Βαρβάρα, φτάνοντας σε έκσταση θείας αλλοίωσης».  Έτσι κατά τον ύμνο της Εκκλησίας μας, η αγία Βαρβάρα ποτέ δεν υπήρξε γυμνή. Την ώρα που οι διώκτες της σωματικά την γύμνωναν, άγγελος την έντυνε σαν νύμφη και την οδηγούσε στον ουρανό, ενώ η γύμνωσή της αυτή συνιστούσε και την μεγαλύτερη αγιότητά της, αφού έτσι ξέφευγε από οποιοδήποτε αμαρτωλό πάθος της.

Δεν μπορούμε να μην κάνουμε τη σύγκριση: η ακούσια γύμνωση της αγίας οδηγούσε στην θεϊκή ένδυσή της,  την πλήρωσή της από τη χάρη του Θεού. Η εκούσια γύμνωση πολλών γυναικών στην εποχή μας οδηγεί μάλλον στο αντίθετο αποτέλεσμα: στη δαιμονική ένδυσή τους, την αιχμαλωσία τους στα δίχτυα του πονηρού, που σημαίνει βεβαίως την απέκδυσή τους από οποιαδήποτε χάρη του Θεού.  

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

«Ο όσιος έζησε επί της βασιλείας Λέοντος του Ισαύρου και Κωνσταντίνου του υιού του (8ος αι.) και καταγόταν από λαμπρό γένος που διακρινόταν για την ορθόδοξη πίστη του. Ο πατέρας του ήταν φιλάρετος άνθρωπος, ο οποίος έδωσε στον υιό του Ιωάννη τη δυνατότητα να εκπαιδευθεί στα ελληνικά γράμματα, αλλά και να εξερευνήσει καλά τον βυθό της θεόπνευστης Γραφής. Αργότερα ο Ιωάννης ακολούθησε τον μοναχικό βίο μαζί με τον μακαριότατο Κοσμά που ζούσαν μαζί (ως αδέλφια, γιατί τον είχε υιοθετήσει ο πατέρας του οσίου) και που ύστερα έγινε επίσκοπος της περιοχής Μαϊουμά. Και οι δύο λοιπόν εκπαιδεύθηκαν από έναν δάσκαλο, που και εκείνος λεγόταν Κοσμάς (ο επιλεγόμενος  Ασηκρίτης: σύμβουλος και ιδιαίτερος γραμματέας) και είχε εξαγοραστεί από τον πατέρα τού Ιωάννη μαζί με άλλους αιχμαλώτους. Ο Ιωάννης και ο (θετός) αδελφός του Κοσμάς λοιπόν αφού έφτασαν στο άκρο σημείο της σοφίας, με τέτοιο δάσκαλο που είχαν, έπειτα έγιναν μοναχοί, αφιερωμένοι στον Θεό.

Ο Ιωάννης παραδόθηκε εντελώς στον προεστώτα της Μονής του αγίου Σάββα, ο οποίος του δίδασκε προσωπικά τη μακάρια αρετή της υπακοής. Σ’ αυτόν τον προεστώτα λοιπόν λέγεται ότι του εμφανίστηκε η Υπεραγία Θεοτόκος σε όνειρο και του είπε (όσο ακόμη ο Ιωάννης ζούσε μαζί με τον διδάσκαλο), ή μάλλον του έδωσε εντολή να επιτρέψει στον μαθητή του Ιωάννη να συνθέσει ύμνους προς δόξαν του Χριστού που γεννήθηκε ασπόρως από αυτήν, και για καύχημα αυτών που οφείλουν να δοξολογούν την Ίδια μέσα από την καρδιά τους. Αυτό λοιπόν και συνέβη, οπότε ο Ιωάννης άρχισε να γράφει ύμνους και λόγους.

Χωρίς λοιπόν να εγκαταλείψουν καθόλου την ασκητική τους διαγωγή ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, ο μεν μακάριος Κοσμάς αφού άφησε πολλά συγγράμματα στην Εκκλησία, αναπαύτηκε εν ειρήνη. Ο δε αοίδιμος Ιωάννης, αφού έπραξε και αυτός τα όμοια με τον Κοσμά και πλείστα άλλα∙   αφού μάλιστα με τη δύναμη των λόγων του και με τις σοφές αποδείξεις από τις Γραφές στηλίτευσε πάρα πολύ τη δυσεβή αίρεση των Εικονομάχων και άφησε πολλά συγγράμματα στην Εκκλησία του Θεού με τα οποία βρίσκεται η καθαρή γνώσις σχεδόν κάθε θέματος που αναζητεί κανείς, σε βαθύ γήρας έφυγε από τη ζωή αυτή, σε ηλικία εκατόν τεσσάρων χρονών (κατ’ άλλους ογδόντα τεσσάρων χρονών)».  

Τρία είναι κυρίως τα σημεία στα οποία κινείται η χαριτόβρυτη γραφίδα του αγίου υμνογράφου Στεφάνου του Σαββαῒτου, προκειμένου να υμνήσει τον μεγάλο Πατέρα και υμνογράφο της Εκκλησίας Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Πρώτον, ο αντιαιρετικός του αγώνας εναντίον όλων εκείνων των κακοδόξων, οι οποίοι διαστρέβλωναν την ορθόδοξη πίστη και για την αγία Τριάδα και για τον Κύριο Ιησού Χριστό. Δεύτερον, ο υμνολογικός όγκος των ποιημάτων του, με τα οποία δοξάζεται πέραν από την αγία Τριάδα και τον Κύριο, η Υπεραγία Θεοτόκος (που κατ’  εντολήν Εκείνης ενεργοποιήθηκε το υμνολογικό του χάρισμα) και όλοι οι άγιοι της Εκκλησίας. Τρίτον, η βασική προϋπόθεση για να υπάρχει όλο το έργο του αγίου και όλη η προσφορά του στην Εκκλησία, ιδίως δε να υφίσταται στους αιώνες το δώρο του Θεού που είναι η ίδια η ύπαρξή του: ο εσωτερικός άγρυπνος νηπτικός του αγώνας που εκφραζόταν με την όλη ασκητική του προσπάθεια και αγωγή.

Κι αξίζει να τονίσει κανείς από το πρώτο σημείο, ότι όντως ο άγιος αγωνίστηκε στην εποχή του κατά όλων των αιρέσεων, κυρίως όμως κατά της αίρεσης της εικονομαχίας: της αμφισβήτησης της ύπαρξης των εικόνων στην Εκκλησία, αίρεσης που απεδείκνυε στην πραγματικότητα τη συνέχεια των χριστολογικών αιρέσεων του μονοφυσιτισμού (: ο Χριστός είναι μόνον Θεός) αλλά και του νεστοριανισμού (: ο Χριστός είναι μόνον άνθρωπος), επομένως πιο πίσω οδηγούσε και στις τριαδολογικές αιρέσεις, όπως του αρειανισμού και των Πνευματομάχων. «Έλεγξες με σαφήνεια εγγράφως, Ιωάννη, τη διαίρεση του Νεστορίου, τη σύγχυση του Σεβήρου, την παρανοϊκή πίστη αυτών που έλεγαν ότι ο Κύριος έχει μία μόνο θέληση και μία ενέργεια, καθώς άστραψες σε όλον τον κόσμο το φως της ορθοδοξίας» (ωδή η΄). Κι ακόμη: «Έσπειρε ο εχθρός (διάβολος), κατά τη συνήθειά του, τα ζιζάνια των αιρετικών στην Εκκλησία του Χριστού: δηλαδή να αθετείται η προσκύνηση Εκείνου με τις σεπτές εικόνες. Όμως βρήκε εσένα, Ιωάννη, να είσαι ξύπνιος και να ξεριζώνεις κάθε νόθο σπόρο» (ωδή η΄).

 Εννοείται βεβαίως ότι ο αντιαιρετικός αγώνας του αγίου γινόταν πάντα με θετική φορά∙ δηλαδή με την παρουσίαση και έκθεση ταυτοχρόνως των ορθοδόξων δογμάτων, τα οποία διαφυλάσσουν την αλήθεια της αποκάλυψης του Χριστού. Το σημειώνει με σαφήνεια ο υμνογράφος: «Ανέτρεψες με τη σοφία σου τις αιρέσεις, παμμακάριστε πάνσοφε Ιωάννη, και έδωσες το ορθόδοξο δόγμα στην Εκκλησία, προκειμένου να έχει την ορθή πίστη αλλά και να δοξολογεί ορθά την αγία Τριάδα ως Μονάδα τρισυπόστατη σε μία ουσία» (εξαποστειλάριο). Δεν θέλουμε να επεκταθούμε σε περισσότερες αναλύσεις και με περισσότερες παραπομπές του κανόνα του αγίου. Εκείνο όμως που δεν πρέπει να ξεχνάμε, κάθε φορά μάλιστα που εισερχόμαστε σε οποιοδήποτε ναό ή και στο σπίτι μας με το προσκυνητάρι μας, είναι ότι για την ύπαρξη των εικόνων που και μόνο βλέποντάς τες αναγόμαστε στον Κύριο και σε όλους τους αγίους εν κατανύξει, ο πρώτος Πατέρας που θεολόγησε γι’  αυτές φανερώνοντας την αίρεση των εικονομάχων είναι ακριβώς ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Στη θεολογία κυρίως εκείνου στηρίχτηκε η Εκκλησία μας κατά την έβδομη Οικουμενική Σύνοδο (787) για να δογματίσει θεοπρεπώς.

Από το δεύτερο σημείο του υμνολογικού πλούτου του χαρίσματός του να πούμε, ακολουθώντας τον άγιο υμνογράφο, ότι πράγματι όχι μόνο τον Θεό μας: την αγία Τριάδα και τον Κύριό μας, αλλά και την Παναγία μας (κατεξοχήν Αυτήν) και όλους τους αγίους υμνολόγησε ο άγιος Ιωάννης. Είδαμε ότι η ίδια η Θεοτόκος ήταν Εκείνη που με εντολή Της ενεργοποίησε το χάρισμα του αγίου, σε βαθμό που πολλοί ύμνοι της Εκκλησίας μας που τους έχουμε στο στόμα και την καρδιά μας (όπως π.χ. η αναστάσιμη υμνολογία ή οι ιαμβικοί κανόνες των Χριστουγέννων) είναι του αγίου Δαμασκηνού, πολύ περισσότερο δε οι τριαδολογικοί λεγόμενοι κανόνες του, του Σαββατοκύριακου, όπου εκεί ανοίγεται κυριολεκτικά ο νους του πιστού ανθρώπου για να δει την πίστη του σε όλες της τις διαστάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι ο άγιος μέγας Γέρων Πορφύριος της εποχής μας αγαπούσε υπερβαλλόντως τους κανόνες αυτούς, τους έψελνε, τους μάθαινε απ’ έξω, εντρυφούσε στη θεολογία τους. Κυρίως αυτούς είχε υπόψη όταν έλεγε σε νεαρό που ήθελε να σπουδάσει θεολογία ότι και μόνον η προσεκτική και στοχαστική με προσευχητική διάθεση εντρύφηση στους τριαδολογικούς κανόνες ισοδυναμεί με τη λήψη ενός θεολογικού πτυχίου.

«Δίδαξες όλους τους υιούς της Εκκλησίας να υμνολογούν ορθοδόξως τη σεπτή Τριαδική Μονάδα, όπως και να θεολογούν τη θεία σάρκωση του Λόγου του Θεού, διατρανώνοντας με σαφήνεια, Ιωάννη, τα δυσκολονόητα για τους πολλούς των ιερών συγγραφών» (ωδή θ΄). Αλλά και: «Υμνολόγησες, όσιε, τα τάγματα των αγίων, την αγνή Θεοτόκο, τον Πρόδρομο του Χριστού, κι ακόμη τους Αποστόλους, τους Προφήτες, τους σοφούς Διδασκάλους μαζί με τους ασκητές, τους Δίκαιους και τους Μάρτυρες, γι’ αυτό και τώρα βρίσκεσαι στις δικές τους σκηνές» (ωδή θ΄). Θα ήταν καλό, έστω και ως γνώση, να πούμε ότι στο όνομά του αναφέρονται 531 ειρμοί, 115 τουλάχιστον κανόνες, 453 ιδιόμελα και 139 στιχηρά προσόμοια, όπως και ότι στο δικό του όνομα επίσης προσγράφονται και τα νεκρώσιμα ιδιόμελα.

Το τρίτο σημείο είναι αυτό στο οποίο κυριολεκτικά αναλώνεται ο όσιος Στέφανος, ο υμνογράφος του. Θα λέγαμε ότι έχει τη διαρκή έγνοια μη τυχόν και θεωρήσει κανείς το έργο του αγίου Δαμασκηνού ως καρπό μίας διανοητικής και μόνο αναζήτησης ή ενός σπουδαίου έστω στοχασμού. Απαρχής μέχρι τέλους προσανατολίζει τη σκέψη μας, αλλά και την προσευχή μας, στα ένδον του αγίου: στην καρδιά του και τον πνευματικό αγώνα τον οποίο έκανε, ώστε να μας κάνει να καταλάβουμε πως ό,τι έγραψε και έκανε ο άγιος ήταν απαύγασμα της προσευχομένης βαθειάς καρδιάς του – μία έμπνευση Θεού (για να θυμηθούμε τον άγιο Σωφρόνιο της εποχής μας). Δεν παύει να μας λέει ότι ο Κύριος και το Άγιο Πνεύμα ήταν οι πηγές έμπνευσης του οσίου Ιωάννη, γιατί ο ίδιος με τη θερμότητα της αγάπης του προς τον Θεό κατέστησε τον εαυτό του, την ψυχή και το σώμα του, δεκτικό έδαφος για να αρδευτεί από τον Ουρανό.

Εντελώς δειγματοληπτικά: «Φωτίστηκες κατά το οπτικό της ψυχής από το λαμπρός φως της Τριάδος. Εισήλθες μέσα στον γνόφο του Πνεύματος» (στιχ. εσπερ.). «Ένδοξε Πάτερ Ιωάννη, απομακρύνθηκες από την κοσμική ταραχώδη σύγχυση και έτρεξες στη γαλήνη του Χριστού. Και πράγματι έτσι πλούτισες από τη θεϊκή θεωρία και την πράξη» (απόστ. εσπ.). «Δάμασες με πολλούς ιδρώτες της ασκήσεως το σώμα σου, γι’ αυτό και εύκολα ανέβηκες σε ουράνιο ύψος, εκεί που σου δίνονται τα θεϊκά μέλη, τα οποία μελώδησες δυνατά, πάτερ όσιε, στους φίλους του Κυρίου» (κοντάκιο).  «Αφού έκανες πέρα την απάτη του βίου και σήκωσες τον Σταυρό του Κυρίου, πάλαιψες δυνατά με την άσκησή σου τον Πονηρό» (κάθισμα δοξαστικό όρθρου) κ.ά.π.

Στο πρόσωπο του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού βλέπουμε τι σημαίνει μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας: να συμβασιλεύει με τον Κύριο, αλλά και να είναι ο φίλος και ο προστάτης μας σε όλα τα δύσκολα του βίου.

03 Δεκεμβρίου 2021

ΛΟΓΙΑ ΑΓΙΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΔΕΝ ΦΕΥΓΕΙ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΜΕ ΠΟΛΕΜΟ!

 «Μην πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι απ’ το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα, για να έλθει το φως, και το σκοτάδι θα φύγει. Το ίδιο ισχύει και για τα πάθη και τις αδυναμίες. Να μην τα πολεμάτε, αλλά να τα μεταμορφώνετε σε δυνάμεις, περιφρονώντας το κακό. Να καταγίνεσθε με τα τροπάρια, τους κανόνες, τη λατρεία του Θεού, τον θείο έρωτα. Όλα τ’  άγια βιβλία της Εκκλησίας, μας, η Παρακλητική, το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι, τα Μηναία περιέχουν λόγια άγια, ερωτικά προς τον Χριστό μας. Να τα διαβάζετε με χαρά και αγάπη και αγαλλίαση. Όταν δοθείτε σ’  αυτήν την προσπάθεια με λαχτάρα, η ψυχή σας θ’ αγιάζεται με τρόπο απαλό, μυστικό, χωρίς να το καταλαβαίνετε» (Οσίου Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Ι. Μ. Χρυσοπηγής, Χανιά, 2003, σελ. 283).

Μία απλή εμπειρική πραγματικότητα αναφέρει ο μεγάλος σύγχρονος άγιος και αγαπημένος Γέροντας Πορφύριος: Όταν θέλουμε να φύγουμε από το σκοτάδι, δεν προβαίνουμε σε…πολεμικές ενέργειες! Απλώς στρεφόμαστε προς το φως – αρκεί και μία… τρυπίτσα! Για να τονίσει έτσι ότι το ίδιο ισχύει και στην πνευματική ζωή. Τι δηλαδή; Ότι ζώντας σ’ έναν κόσμο που λόγω της αμαρτίας έχει χάσει την κοινωνία του με το φως που είναι ο Θεός και συνεπώς ζει μέσα στο πνευματικό σκοτάδι  – «ο Θεός είναι φως και δεν υπάρχει σ’ Αυτόν κανένα σκοτάδι» μάς λέει ο λόγος του Θεού – το μόνο που αρμόζει να κάνουμε οι άνθρωποι είναι να στραφούμε ακριβώς προς το φως, να στραφούμε δηλαδή προς τον Θεό.

Το κάνουμε όμως; Στρεφόμαστε προς το θεωρούμενο αυτονόητο, δηλαδή το φως του Χριστού και Θεού; Και δεν μιλάμε μόνο για τους εκτός της χριστιανικής πίστεως και της Εκκλησίας – εκείνοι έχουν αρκετά  δικαιολογητικά που τους κρατούν εκτός του φωτός του Χριστού.  Μιλάμε κυρίως για τους εντός, για εμάς τους ίδιους, που ο «συσχηματισμός» μας πολλές φορές με τον κόσμο είναι τόσο μεγάλος, ώστε δεν απέχουμε και πολύ από τη ζωή των αθέων. Γιατί; Διότι ο κόσμος με τη σαγήνη του μας έχει «ρουφήξει» στα γρανάζια του και η μετάνοια ως οδός Κυρίου φαντάζει ως... Έβερεστ στη ζωή μας. Δρόμος μας γίνεται το «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γάρ αποθνήσκομεν», συνεπώς η ημέρα μας είναι καλυμμένη από τα βαριά νέφη των παθών μας και «ο ασέληνος έρως της αμαρτίας» σαν την περίπτωση της πόρνης του Ευαγγελίου μάς έχει τυλίξει στα πέπλα του. Το κάνουμε λοιπόν;

Έρχονται στιγμές που το ποθούμε. Διότι συνεχίζει να λειτουργεί στο βάθος της καρδιάς μας, έστω και ως υποψία, η χάρη του αγίου βαπτίσματός μας. Και κυρίως: «τα οψώνια της αμαρτίας» που έρχονται ως κύματα τεράστια πάνω μας. Η θλίψη, η στενοχώρια, η μελαγχολία, οι εξάψεις οργής, η ταραχή που νιώθουμε, είναι αυτά που συχνά μάς κάνουν να οραματιζόμαστε το φως και να το θέλουμε στη ζωή μας. Κι είναι η ώρα της χάρης του Θεού που θα πρέπει να την αξιοποιούμε, γιατί από μία τέτοια ώρα φωτός μπορεί να σφραγιστεί ολόκληρη η ζωή μας. Την ώρα που θυμόμαστε Χριστό, να μην αφήνουμε την ευκαιρία. «Κύριε, σώσε με» κραύγασε ο Πέτρος τότε που καταποντιζόταν κι ο Κύριος τού άδραξε το χέρι και τον έσωσε.

Και πέραν αυτού: ο παραπάνω λόγος του αγίου Πορφυρίου ισχύει και για τους προχωρημένους θα λέγαμε και «τελείους» χριστιανούς, οι οποίοι σε κάποια ή κάποιες φάσεις της ζωής τους κάμπτονται στον πνευματικό τους αγώνα, χαλαρώνουν την έντασή τους, απογοητεύονται, πάνε να απελπιστούν – οι πειρασμοί του διαβόλου φαίνονται ότι παίρνουν το πάνω χέρι. Σ’ αυτές λοιπόν τις περιπτώσεις, τις δύσκολες στην πνευματική ζωή, χρειάζεται η υπενθύμιση του αγίου Γέροντα: «το σκοτάδι δεν το πολεμούμε. Στρεφόμαστε απλώς προς το φως». Ο ίδιος ο άγιος σε άλλο σημείο το εξηγεί: «Κάθε φορά που έβλεπα τον πειρασμό, δηλαδή το σκοτάδι, να πλησιάζει έκανα αυτό που κάνει ένα παιδί που νιώθει φόβο: στρέφεται προς τον πατέρα του και πέφτει στην αγκαλιά του». Το ίδιο σημειώνει με παρεμφερές παράδειγμα ο όσιος αββάς Ιωάννης ο Κολοβός: «Βλέποντας τον πειρασμό να με απειλεί σαν ένα άγριο ζώο που έρχεται κατεπάνω μου, σκαρφάλωνα στο δέντρο της προσευχής».

Το σκοτάδι όντως συχνά μας επισκέπτεται - ο διάβολος δεν σταματά να κάνει τη δουλειά του. Αλλά και τα πάθη μας δεν μας αφήνουν τόσο εύκολα, όσο βρισκόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο. Η λύση και η διέξοδος όμως είναι γνωστή και μπροστά μας: Η στροφή με αποφασιστική διάθεση και με ζέουσα καρδιά στον «μόνον δυνάμενον σώζειν», τον Κύριο Ιησού Χριστό. Και μόνον η μετατόπιση της προσοχής μας τις περισσότερες φορές στην εικόνα του Χριστού, της Παναγίας μας, των αγίων μας, όταν βρισκόμαστε σε μία δυσκολεμένη κατάσταση, ήδη έχει ξεκινήσει την υπέρβαση της δυσκολίας. Κι ακόμη πιο συγκεκριμένα, κατά τον όσιο: η μελέτη των βιβλίων της Εκκλησίας μας, η προσευχή μας με βάση τα ερωτικά λόγια προς τον Κύριο που περιέχουν αυτά -  μας σπρώχνουν προς το φως απαλά, χωρίς πιέσεις και άγχη! Το μόνο ζητούμενο: Να θέλουμε το φως περισσότερο από το σκοτάδι!