07 Δεκεμβρίου 2021

ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΩΝ ΘΛΙΨΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΘΗΜΑΤΩΝ!

«Γνώριζε ότι στις θλίψεις και τα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, κρύβονται οι θείες υποσχέσεις, μαζί με τη δόξα και την απόκτηση των θείων αγαθών. Είναι ανάγκη και το σιτάρι που σπέρνεται στη γη και το δένδρο που μπολιάζεται να υποστούν πρώτα σήψη και φαινομενική ατιμία, για να απολαύσουμε κατόπιν την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο καρπό τους» (όσιος Μακάριος Αιγύπτιος).

Φαίνεται παράδοξο και παράλογο: Στις θλίψεις και στα παθήματα και στις δοκιμασίες είναι κρυμμένες όλες οι δωρεές του Θεού – στο θεωρούμενο «σκοτεινό» είναι κρυμμένο το φως! Αυτή δεν είναι η εκτίμηση: του παραλογισμού, όλων ημών που κινούμαστε με την κοσμική λογική, η οποία έχει συνηθίσει όλα να τα θέλει στο χέρι και να θεωρεί ως επιτυχία και δόξα αυτό που φαίνεται και λάμπει – πόσοι δεν πουλάνε και την ψυχή τους, όπως λένε, για λίγα λεπτά ή και δευτερόλεπτα δημοσιότητας! –   και να χαρακτηρίζει καλό και «υγιές» και επιθυμητό αυτό που σφύζει ακριβώς από υγεία και δύναμη σωματική; Οι περισσότεροι δεν κοιτάμε με αποτροπιασμό ή με οίκτο και συγκατάβαση, το λιγότερο, οτιδήποτε ανήκει στον χώρο των θλίψεων και των δυσκολεμένων καταστάσεων; - απευχόμαστε μη τυχόν και βρεθούμε σε παρόμοιες περιστάσεις! Κι όμως ο άγιος το θεωρεί δεδομένο: θείες υποσχέσεις, δόξα Θεού, θεϊκά αγαθά είναι απρόσιτα διά γυμνού οφθαλμού. Γιατί είναι κρυμμένα! Κι είναι κρυμμένα κάτω από τον μανδύα που δεν θέλουμε να βλέπουμε και τον ξεπερνάμε γρήγορα: τον «μαύρο» μανδύα των δοκιμασιών και των παθημάτων! Που θα πει: τα αληθινά της ζωής τελικά, τα γεμάτα φως και δόξα, «όσα οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και καρδιά ανθρώπου δεν τα γεύτηκε», για εμάς ή για τους πολλούς από εμάς δεν... υπάρχουν! Σαν τον τυφλό που επειδή δεν έχει τα μάτια του δεν μπορεί να απολαύσει το φως! Το σκοτάδι είναι το «φως» της μίζερης ζωής μας!

Για τον μεγάλο όσιο Μακάριο η πραγματικότητα αυτή είναι τόσο αληθινή, όσο αληθινό είναι το γεγονός ότι «το σιτάρι και το δένδρο που μπολιάζεται πρώτα πρέπει να υποστούν σήψη και φαινομενική ατιμία κι ύστερα να απολαύσουμε την ομορφιά τους και τον καρπό τους» - η ίδια η φύση μάς διδάσκει και μας καθοδηγεί. Αλλά δεν είναι μόνο η φυσική πραγματικότητα που λειτουργεί «παράδοξα και παράλογα» ως προς τη δική μας λογική. Πολύ περισσότερο λειτουργεί έτσι η πνευματική πραγματικότητα, την οποία απεκάλυψε ο λόγος του Θεού, και στην Παλαιά και στην Καινή κυρίως Διαθήκη. Λέμε το αυτονόητο για έναν χριστιανό: πώς ήλθε στον κόσμο ο παντοδύναμος Θεός μας; Ως βρέφος στην πιο άσημη γωνιά της γης, από μία πολύ συνηθισμένη θεωρούμενη κοπέλα! Και μάλιστα γεννημένος σ’ έναν στάβλο, γιατί δεν υπήρξε κατάλυμα να Τον δεχτεί! Το απόλυτο μεγαλείο ντυμένο την έσχατη ταπείνωση! Μα και όλη η ζωή του ενανθρωπήσαντος Θεού μας, με αποκορύφωση τον Σταυρό, τι ήταν; Δεν ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο φάνηκε ποτέ στη γη, αλλά καλυμμένο με τον μανδύα ενός «απλού»   ανθρώπου; Κι επάνω στον Σταυρό! Με τον πλέον ατιμωτικό τρόπο, ένας θεωρούμενος «εχθρός του λαού και κακούργος» νικά τον διάβολο, καταργεί την αιτία παντός κακού την αμαρτία, καταπατά τον θάνατο! Το απώγειο της δόξας του Θεού μέσα στην «κατάρα» του Σταυρού!

Ο ίδιος ο Κύριος δεν δίδαξε, όχι μόνο με τη ζωή Του, πως «μέσα από πολλές θλίψεις θα εισέλθετε στη Βασιλεία του Θεού;» - οι θλίψεις, όχι μόνο μία αλλά πολλές, αποτελούν το μονοπάτι που βγάζει στη δόξα του Θεού και στην ολόφωτη ζωή Του! Οι θλίψεις και οι δοκιμασίες: η κρυμμένη δόξα και το «εκτυφλωτικό» υπέρ φύσιν φως! Δεν μπορούμε όμως να μη μνημονεύσουμε και την εμπειρία του αποστόλου Παύλου: πονάει σωματικά καθ’ υπερβολήν, δεν αντέχει άλλο τη δοκιμασία και καταφεύγει στον αγαπημένο του Κύριο: «τρεις φορές Τον παρεκάλεσα να μου πάρει τον πόνο και μου απάντησε: όχι, σου αρκεί η χάρη μου! Γιατί η δύναμή μου φτάνει στην ολοκλήρωσή της μέσα από την ασθένεια!» Και με την αποκάλυψη αυτή που ακυρώνει ό,τι συνιστά βεβαιότητα του ανθρώπου: «την υγειά μας πάνω απ’ όλα να έχουμε!»,  καταλαβαίνει: το υπέρτατο είναι να έχει κανείς τη χάρη του Θεού, τον ίδιο τον Θεό δηλαδή στη ζωή του∙ κι ακόμη: η ασθένεια και ο πόνος και η δοκιμασία είναι το ένδυμα που περικλείει τη δύναμη του Θεού και το όχημα που μεταφέρει την πανσθενή ενέργειά Του για να γίνει και ο άνθρωπος παντοδύναμος. «Με μεγάλη ευχαρίστηση λοιπόν θα καυχηθώ για τις ασθένειές μου, για να σκηνώσει στην ύπαρξή μου η δύναμη του Θεού! Όταν βρίσκομαι ασθενής και σε αδύναμη γενικά κατάσταση, τότε είμαι δυνατός!» Η απόλυτη ανατροπή! Η άλλη λογική της πνευματικής ζωής! Η απάντηση στην ακατανόητη, κατά τα άλλα, απόφαση των οσίων Πορφυρίου και Παϊσίου, να μην προσεύχονται υπέρ της αποκαταστάσεως της υγείας τους! Αλλά αυτό όμως που αδιάκοπα κραυγάζει και η ίδια η φύση: «η ομορφιά και ο καρπός έρχονται μέσα από τη σήψη και τη φαινομενική ατιμία»!

Ο ΟΣΙΟΣ ΑΒΒΑΣ ΑΜΜΟΥΝ Ο ΤΗΣ ΝΙΤΡΙΑΣ

«Ἀμμοῦν πατρός κατεῖδε Νιτρία τρία, Κόσμου φυγήν, ἄσκησιν, ἔξοδον βίου» (στίχος συναξαρίου)

(Η πόλη της Νιτρίας είδε καλά από τον πατέρα της Αμμούν αυτά τα τρία: τη φυγή από τον κόσμο, την άσκηση, την έξοδο από τον βίο).

Α. «Ο όσιος Αμμούν (τέλος 3ου-μέσα 4ου  μ.Χ. αι.) ήταν κατά το γένος Αιγύπτιος, κι όταν ορφάνεψε με τον θάνατο των γονιών του, αναγκάσθηκε από τον θείο του να οδηγηθεί σε γάμο. Όντως νυμφεύθηκε, αλλά συμφώνησε με τη γυναίκα του να φυλάξουν παρθενία. Δούλευε πάντοτε στον Βαλσαμώνα (δηλαδή στον κήπο που είχε το εκλεκτό χόρτο που ονομαζόταν βάλσαμος), έργο που του προξενούσε πολλούς κόπους και μόχθους. Ύστερα από δεκαοκτώ χρόνια ανεχώρησε από εκεί και πήγε στον μέγα Αντώνιο, ο οποίος τον θαύμασε για την ενάρετη πολιτεία του. Ο Αμμούν έγινε παράδειγμα που ωφελούσε πολλούς όχι μόνον εξαιτίας της αρετής και του θεοφιλούς βίου του, αλλά και λόγω των πολλών θαυμάτων που έκανε. Τη μακάρια ψυχή αυτού του αγίου είδε ο μέγας Αντώνιος να αναφέρεται στους ουρανούς από αγίους αγγέλους».

Β. (Στα Αποφθέγματα Γερόντων καταγράφονται τρία περιστατικά με το όνομά του.

1. Ο αββάς Αμμούν ο Νιτριώτης επισκέφτηκε τον αββά Αντώνιο και του λέγει: «Εγώ καταβάλλω περισσότερο κόπο από εσένα και πώς το όνομά σου δοξάστηκε από τους ανθρώπους παραπάνω από το δικό μου;» Του λέγει ο αββάς Αντώνιος: «Επειδή εγώ αγαπώ τον Θεό περισσότερο από σένα».

2. Έλεγαν για τον αββά Αμμούν ότι έζησε σε μετρητή κριθαριού δύο μήνες. Ο ίδιος επισκέφθηκε τον αββά Ποιμένα και του λέγει: «Εάν πάω στο κελλί του αδελφού ή αυτός με επισκεφθεί για κάποια ανάγκη, φοβόμαστε να μιλήσουμε μεταξύ μας, μη τυχόν και ανακύψει ξένη (αργόλογη) ομιλία. Του απαντά ο Γέρων: «Καλά κάνεις. Γιατί η νεότητα χρειάζεται φυλακή (προσοχή). Του λέγει ο αββάς Αμμούν: «Οι Γέροντες λοιπόν τι έκαναν;» Και του είπε: «Οι Γέροντες επειδή είχαν προκόψει πνευματικά δεν είχαν μέσα  τους κάτι άλλο ή κάτι ξένο στο στόμα για να το πουν». «Αν λοιπόν υπάρξει ανάγκη», λέει ο Αμμούν, «να μιλήσω με τον αδελφό, θέλεις να μιλήσω από τις Γραφές ἤ από τους λόγους των Γερόντων;» Του λέει ο Γέρων: «Αν δεν μπορείς να κρατάς σιωπή, είναι καλύτερο να μιλάς από τα λόγια των Γερόντων και όχι από τη Γραφή. Διότι υπάρχει κίνδυνος όχι μικρός».

3. Αδελφός ήλθε από τη Σκήτη προς τον αββά Αμμούν και του λέγει: «Με στέλνει ο (πνευματικός) πατέρας μου σε διακονία και φοβάμαι την πορνεία». Του λέγει ο Γέρων: «Όποια ώρα σου έλθει ο πειρασμός, να λες∙ Θεέ των δυνάμεων, με τις ευχές του πατέρα μου σώσε με».

Κάποια ημέρα λοιπόν από αυτές, μία παρθένος έκλεισε τη θύρα εμπρός του. Κι αυτός φώναξε με μεγάλη φωνή και είπε: «Θεέ του πατέρα μου, σώσε με». Κι αμέσως βρέθηκε στην οδό που οδηγούσε στη Σκήτη).

Γ. Αγαπημένος αββάς του Γεροντικού ο όσιος Αμμούν, σχετίστηκε όχι μόνο με τον άγιο μέγα Αντώνιο, αλλά και με την ίδρυση των λεγομένων Κελλίων της Νιτρίας, ασκηταριών μεμονωμένων δηλαδή, σχετικά κοντά στην περιοχή που ασκήτεψε ο όσιος Αμμούν. Αναφέρεται μάλιστα από την ασκητική παράδοση ότι τον συγκεκριμένο τόπο των ερημικών αυτών κελλίων καθόρισε (για αδελφούς που επιθυμούσαν να ασκητέψουν μαζί με τον αββά Αμμούν) ο όσιος μαζί με τον μέγα Αντώνιο.

Ένα από τα παραπάνω περιστατικά των Αποφθεγμάτων θα σχολιάσουμε δι’ ολίγων, με την πεποίθηση ότι ερχόμαστε σ’ επαφή όχι μόνο με το αγιασμένο πνεύμα του αββά Αμμούν, αλλά και με αυτό του μεγάλου οσίου, πατέρα του αναχωρητικού βίου, Αντωνίου – αγίου που σφράγισε όλη τη ζωή εξεχουσών προσωπικοτήτων της Ιστορίας, όπως του αγίου Αθανασίου, του αγίου Αυγουστίνου και πλήθους άλλων, παλαιοτέρων και νεωτέρων.

«Ο αββάς Αμμούν ο Νιτριώτης επισκέφτηκε τον αββά Αντώνιο και του λέγει: «Εγώ καταβάλλω περισσότερο κόπο από εσένα και πώς το όνομά σου δοξάστηκε από τους ανθρώπους παραπάνω από το δικό μου;» Του λέγει ο αββάς Αντώνιος: «Επειδή εγώ αγαπώ τον Θεό περισσότερο από σένα».

(α) Είναι ευνόητο καταρχάς ότι η ερώτηση του αββά Αμμούν προς τον άγιο Αντώνιο δεν υποκρύπτει έναν «πληγωμένο» εγωισμό, όπως ίσως ένας αμύητος στην πίστη θα ισχυριζόταν. Η επιδίωξη της δόξας των ανθρώπων θεωρείται από τους αγίους μας, και μάλιστα τους αββάδες τους παλαιούς που είχαν φθάσει σε δυσθεώρητα ύψη αγιότητας, ό,τι χειρότερο μπορεί να τους συμβεί, διότι πηγάζει από τη δαιμονική υπερηφάνεια, αυτήν που έριξε από τους ουρανούς και τον ίδιο τον αρχάγγελο Εωσφόρο. Είναι πάγια θέση των οσίων αυτών του Γεροντικού, και διαχρονικά βεβαίως όλων των αγίων, ότι και όλες τις αρετές να αποκτήσει κανείς, αν αφήσει μέσα στην καρδιά του και ίχνος και υποψία κενόδοξης και υπερήφανης διάθεσης, δεν έχει καταφέρει τίποτε∙ και όχι μόνο δεν έχει καταφέρει τίποτε, αλλά το αντίθετο: έχει εισέλθει στην οδόν της απώλειας,  αφού διαγράφει έτσι και φυγαδεύει από τη ζωή του Κύριο τον Θεό του. Ο Θεός μας είναι αγάπη και ταπείνωση - διαλαλεί διαρκώς η Γραφή - συνεπώς μόνο στο έδαφος αυτών των αρετών βρίσκει κανείς Εκείνον, ενώ όπου αναπτύσσεται ο εγωισμός και η αποκορύφωσή του, η υπερηφάνεια, εκεί υπάρχει μόνον η δαιμονική παρουσία και η ταραχή που δημιουργείται από αυτήν. Ο ίδιος ο Κύριος θεώρησε ότι η επιδίωξη αυτή αποτελεί άρνηση και ακύρωση της πίστης προς τον Θεό – ο διώκτης της ανθρώπινης δόξας δεν μπορεί να πιστέψει σ’ Αυτόν! «Πώς μπορείτε να πιστεύετε, την ώρα που αποδέχεστε τη δόξα των ανθρώπων  και δεν επιζητείτε τη δόξα του Θεού

Ο αββάς Αμμούν λοιπόν με την ταπεινή και αγιασμένη ζωή δεν κινείται από τέτοιο πάθος. Απλώς χρησιμοποιεί τη μέθοδο που έχουν υποδείξει οι άγιοί μας, κατεξοχήν δε ο Δάσκαλός του άγιος Αντώνιος∙  δηλαδή για να μπορέσουν να δρέψουν λίγο από τα άνθη αγιότητας ενός πνευματικού Πατέρα οι θεωρούμενοι κοντινοί ή μακρινοί μαθητές του πρέπει να τον... προκαλέσουν∙ να τον ρωτήσουν∙ να τον... στριμώξουν!  Γιατί; Διότι ο ταπεινός άγιος δεν αποκαλύπτει τίποτε από τη ζωή του. Το αντίθετο: συνήθως την αποκρύπτει, σε βαθμό που ορισμένοι από αυτούς παρουσίαζαν εικόνα «σαλού», για να μην περιπέσουν στον πειρασμό της κενοδοξίας. Θυμόμαστε για παράδειγμα ότι ο μέγας αββάς του Γεροντικού όσιος Μακάριος απέφευγε κάθε άνθρωπο που ερχόταν σ’ αυτόν ως να έρχεται σε άγιο, ενώ αμέσως αποδεχόταν με αγάπη και με ευγνωμοσύνη οποιονδήποτε που του έλεγε λόγια... προσβλητικά!

Αυτό δίδασκε και έλεγε και ο άγιος Αντώνιος λοιπόν. Μας λέει η παράδοση περί αυτού ότι σε συναναστροφές με άλλους, ακόμη και καλογέρους, είχε ακριβώς αυτήν την τακτική: να λέει έναν λόγο όχι πολύ καθαρό, για να δώσει μόνον το έναυσμα. Αν κάποιος είχε πράγματι επιθυμία για σοβαρή συζήτηση, τον ρωτούσε να δώσει περισσότερες εξηγήσεις, οπότε συνέχιζε ο άγιος, γιατί έβλεπε αληθινό ενδιαφέρον – «τῷ αἰτοῦντί σε δίδου»! Αυτό δεν ήταν άλλωστε η τακτική και του ίδιου του Κυρίου Ιησού; Πολλές από τις παραβολές Του ή και κάποια λόγια Του τα έλεγε όχι προς αποκάλυψη, αλλά προς... κάλυψη, προς συσκότιση. Κι έπρεπε οι μαθητές Του να Τον ρωτήσουν, για να αρχίσει τις εξηγήσεις, όσο επέτρεπε βέβαια το πνευματικό τους επίπεδο – υπήρχαν στιγμές που άφηνε να αιωρούνται τα λόγια Του δίχως εξήγηση, παραπέμποντας στην εποχή μετά την αγία Πεντηκοστή, την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.

Κι αυτήν την τακτική την επισημαίνουμε και στα μετέπειτα χρόνια, μέχρι την εποχή μας, όπως το αποκαλύπτει και από τη ζωή του οσίου Σιλουανού του Αθωνίτη ο μαθητής και υποτακτικός του όσιος Σωφρόνιος (Σαχάρωφ). Γιατί τι μας λέει ο Γέρων Σωφρόνιος; Ότι ο Γέροντάς του (όσιος) Σιλουανός όπου έβλεπε ότι υπήρχε άνθρωπος που δεν έπαιρνε στα σοβαρά τα λόγια του, δεν έλεγε απολύτως τίποτε. Σιωπούσε. Λοιπόν, για να επανέλθουμε: ο αββάς Αμμούν, μαθητής του αγίου Αντωνίου, με γνώση της τακτικής του Γέροντά του, τον προκαλεί. Ακριβώς για να αποκαλυφθεί η μεγάλη και αγία ψυχή του Αντωνίου. Να αποκαλύψει τα μυστικά της καρδιάς του. Και πράγματι, το καταφέρνει! Η απάντηση του Αντωνίου αποτελεί έναν θησαυρό της Πατερικής Γραμματείας – προεκτείνει εμπειρικά τον λόγο της ίδιας της αγίας Γραφής και της Αποστολικής παράδοσης. «Αγαπώ τον Θεό περισσότερο από εσένα».

(β) Να λοιπόν η απάντηση του αγίου Αντωνίου που συνιστά κριτήριο για την όλη πνευματική ζωή: εκείνο που προσδιορίζει τη χριστιανικότητα κάποιου είναι - για να θυμηθούμε από τους νεωτέρους και  τον όσιο Πορφύριο ή ακόμη και την αγία Γερόντισσα Γαβριηλία (Παπαγιάννη) - όχι οι ασκητικές προσπάθειες, όχι το τεράστιο ίσως κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο, όχι η ιεραποστολική δράση μέχρι βαθμού θυσίας, αλλά «το ποσόν και το ποιόν της αγάπης προς τον Θεό»! Που σημαίνει: αν ποιητικό αίτιο και της όποιας σκληρής άσκησης και του όποιου φιλανθρωπικού  και ιεραποστολικού έργου  δεν είναι η αγάπη προς τον Θεό, τότε ολίγη ή μηδαμινή σημασία έχει. Ο Κύριος, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, το τονίζει καθ’ υπερβολήν: «Ἀγαπήσεις Κύριον τόν Θεόν σου, ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς, ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος». Για να συμπληρώσει: «καί τόν πλησίον σου ὡς σεαυτόν». Δηλαδή η αγάπη προς τον συνάνθρωπο θεωρείται έκφραση και συνέχεια της αγάπης προς τον Θεό. Λοιπόν ο άγιος Αντώνιος τονίζει αυτό που θεωρείται το καίριο και το βασικότερο στην πνευματική χριστιανική ζωή. Είναι συγκλονιστικό και προκαλεί φόβο μάλιστα αυτό που σημειώνει και ο απόστολος Παύλος στον ύμνο της αγάπης στην Α΄ Κορ.: «Καί ἐάν ψωμίσω πάντα τά ὑπάρχοντά μου και ἐάν παραδῶ τό σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δέ μή ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦμαι»! Να δίνεις τα πάντα για τον άλλο, να θυσιάζεσαι για τον Θεό, να δίνεις και τη ζωή σου ακόμη, και η προσφορά και η θυσία αυτή να θεωρούνται ανώφελες! Τι τραγικότερο;

(γ) Και βεβαίως δίνοντας την απάντηση αυτή ο άγιος Αντώνιος επισημαίνει όχι μόνο τη βάση των πάντων, την αγάπη, μα παράλληλα και τη διαβάθμιση που υπάρχει σ’ αυτήν: αγαπάει κανείς τον Θεό (συνεπώς και τον συνάνθρωπό του και τα πάντα), αλλά υπάρχει άλλος που μπορεί να Τον αγαπάει περισσότερο, κι άλλος ακόμη πιο πολύ κ.ο.κ. – ό,τι επίσης απεκάλυψε ο Κύριος και στις παραβολές των ταλάντων και του καλού σπορέως. «Αλλού καρποφορεί τριάντα, αλλού εξήντα, αλλού εκατό». Υπάρχει λοιπόν διαβάθμιση και στην αγιότητα. Για παράδειγμα, όπως έλεγε και ο άγιος Σιλουανός, το να φοβάται κανείς τον Θεό λόγω της τιμωρίας του αν δεν Τον υπακούσει, ευρισκόμενος συνεπώς στο επίπεδο του δούλου, είναι το πρώτο σκαλοπάτι της αγάπης. Ανεβαίνει επίπεδο,  καθώς περιμένει τις «αμοιβές» του Παραδείσου, για να φτάσει στο «ατέλεστο» στάδιο τελειότητας, όπου ό,τι κάνει το κάνει από αγάπη καθαρή προς τον Θεό, σαν το παιδί που αγαπάει τον Πατέρα του.

(δ) Και βεβαίως και πάλι σημειώνουμε ότι η απάντηση του αγίου Αντωνίου στηρίζεται στην ίδια την Αγία Γραφή, όπως άλλωστε το σημείωνε εξίσου στον κάθε λόγο του: «Ό,τι σκέπτεστε και κάνετε, να το στηρίζετε στην Αγία Γραφή». Τον λόγο του Χριστού και των αγίων Αποστόλων και των προγενεστέρων Πατέρων από τον ίδιο φανέρωνε ο μέγας Γέρων, έχοντας βεβαίως υπόψιν και το αποτέλεσμα: ότι η αγάπη προς τον Θεό βιούμενη από τον πιστό, τον οδηγεί εκεί που υποσχέθηκε ο Κύριος: σε κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό – ο πιστός γίνεται ένα με τον Θεό του, έχοντας ένοικο και σύνοικο και σπίτι και νυμφίο και τροφή και ρίζα και ένδυμα και Πατέρα και Μητέρα και αδελφό και αδελφή και οτιδήποτε άλλο, τον Ίδιο. Ο αγαπών τον Θεό γίνεται ένας άλλος Θεός επί της γης!

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ

«Ο άγιος Αμβρόσιος αναπτύχθηκε στη μεγαλόδοξη πόλη Ρώμη, ήταν ένας από τη Σύγκλητο και τηρούσε πάντοτε την αλήθεια και στα λόγια και στα έργα. Κατά προσφυή τρόπο υπήρξε ένα είδος ζυγού και στάθμης του δικαίου, αποφασίζοντας σε όλες τις περιπτώσεις που του τύχαιναν όχι διφορούμενα αλλά σταθερά και ορθά. Γι’  αυτό και οι ευσεβείς βασιλείς Κωνσταντίνος και Κώνστας, υιοί του μεγάλου Κωνσταντίνου, του εμπιστεύθηκαν την ηγεμονία της Ιταλίας. Χωρίς ακόμη να έχει βαπτιστεί, ευρισκόμενος στην τάξη των κατηχουμένων, ζούσε την αρετή και την καθαρότητα του βίου όχι λιγότερο από εκείνους που ήδη ήταν μέλη της Εκκλησίας και μετείχαν στα Μυστήρια. Με απόφαση του βασιλιά Ουαλεντιανού ο άγιος Αμβρόσιος προχειρίζεται αρχιερέας της Εκκλησίας των Μεδιολάνων, γιατί εκείνον τον καιρό απέθανε ο προηγούμενος επίσκοπος, οπότε μαζί με το βάπτισμα που έλαβε, διήλθε κατά την τάξη της Εκκλησίας όλους τους βαθμούς της ιερωσύνης, φτάνοντας στον τελευταίο. Έκτοτε δίδασκε την ορθόδοξη πίστη και ζωή καλώς και ορθώς, κρατώντας την Εκκλησία μακριά από κάθε αίρεση και υπερασπιζόμενος αυτούς που αγωνίζονταν κατά των αιρέσεων του Αρείου και του Σαβελλίου και του Ευνομίου. Συνέταξε διάφορα βιβλία υπέρ της ευσεβούς πίστεως, ενώ όταν ο βασιλιάς Θεοδόσιος ήλθε στην πόλη των Μεδιολάνων, μετά από διαταγή του να φονευτούν πολλοί στη Θεσσαλονίκη, τον εμπόδισε να εισέλθει στην Εκκλησία, θυμίζοντάς του αυτά που είχε αποτολμήσει να κάνει και διδάσκοντάς τον πόση διαφορά υπάρχει μεταξύ ιερωμένου, λαϊκού και βασιλιά. Κι αφού τον νουθέτησε να μη προσέρχεται στα θεία με αυθάδεια και αναίδεια, τελείωσε τη ζωή του με καλά γηρατειά».

Ο υμνογράφος του αγίου Αμβροσίου, ο άγιος Ιωσήφ, βλέπει κατά πρώτον τον άγιο να είναι στεφανωμένος με δύο στεφάνια: αυτό του καλού ηγεμόνα και αυτό του αρχιερέα. Θεωρεί ότι ο τρόπος που άσκησε την κοσμική εξουσία ήταν παρόμοιος με τον τρόπο που έδρασε ως κληρικός, γι’  αυτό και τον χαρακτηρίζει και για τα δύο ως «οικονόμον της χάριτος». Ο υμνογράφος προφανώς αποδέχεται την κυριαρχούσα άποψη στο Βυζάντιο ότι η κοσμική ηγεμονία λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο της εκ Θεού δοθείσης εξουσίας, οπότε ως  διάκονος του Θεού κατανοείται και ο εκάστοτε ηγεμών, αρκεί και εκείνος να έχει την ίδια συνείδηση. «Κατακόσμησες με αρετές τον θρόνο της ηγεμονίας σου, και έλαβες με καλό τρόπο από θείο φωτισμό τον θρόνο της ιεραρχίας. Γι’ αυτό και έγινες πιστός οικονόμος της χάρης του Θεού και στα δύο, Αμβρόσιε, οπότε και δέχτηκες διπλό στεφάνι» - ο άγιος είναι άγιος σε όλη τη διαδρομή της ζωής του και δρα ως άγιος σε όποιο έργο αναλαμβάνει.

Εκεί που έχουμε μία καθολική σχεδόν θεώρηση της δράσεως του αγίου Αμβροσίου είναι στο κάθισμα του όρθρου. Σημειώνει ο ποιητής: «Έχοντας αποκτήσει λόγους ζωής, πάτερ σοφέ, ποτίζεις τις διάνοιες των πιστών και τους αναδεικνύεις πάντοτε με τη χάρη του Θεού καρποφόρους. Τα μυαλά όμως των αιρετικών τα εξαφανίζεις. Κι από την άλλη αναβλύζοντας τη χάρη των ιαμάτων ξεπλένεις τον ρύπο των κάθε είδους παθών αληθινά, ιερομύστα θεόφρον Αμβρόσιε». Ο άγιος, με άλλα λόγια, αναδείχτηκε μεγάλος και σπουδαίος δάσκαλος της πίστεως, εξολοθρευτής των αιρέσεων, θαυματουργός άγιος.

Πράγματι, εκεί που αναδείχτηκε στον πιο μεγάλο βαθμό η χάρη του αγίου Αμβροσίου ήταν στη διδασκαλία της πίστεως. Ο άγιος Αμβρόσιος υπήρξε μέγας δάσκαλος και για τη Δύση που έδρασε, αλλά και για την Ανατολή. Και τούτο γιατί πέραν του φωτισμού που είχε από τον Θεό, αξιοποίησε και όλες τις φυσικές δυνάμεις του στο να εκμάθει την ελληνική γλώσσα, και συνεπώς να έλθει σε επαφή με τα θεόπνευστα κείμενα των μεγάλων Πατέρων της Ανατολής, του αγίου Αθανασίου, του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Μέσω αυτού μάλιστα μεταγγίστηκε η πατερική αυτή γνώση και στη Δύση, μία προσφορά κολοσσιαία όντως του αγίου Αμβροσίου. Ο άγιος Αμβρόσιος αφομοίωσε δημιουργικά όλη αυτή τη θεολογία και προσπάθησε να τη μεταφέρει στους πιστούς του με τον πιο άμεσο και καίριο τρόπο. Ο υμνογράφος του λοιπόν, γνώστης όλης αυτής της καταστάσεως,  εξαντλεί το μεγαλύτερο ποσοστό των ύμνων του προκειμένου να αναδείξει ακριβώς αυτό το θεόσδοτο χάρισμά του. «Μυημένος στα του Θεού σαν ένθεος ιεράρχης όσιε, εξήγησες με καθαρό τρόπο τα δύσκολα της Γραφής σ’ αυτούς που αγνοούσαν κάθε κατανόησή της».

Πάνω σ’ αυτό το χάρισμα της διδασκαλίας του αγίου θα πρέπει να επισημάνουμε δύο στοιχεία, που επισημαίνει και ο υμνογράφος: αφενός το γεγονός ότι ο Αμβρόσιος, μέσα στην ποιμαντική του αγωνία, συνέθεσε και ύμνους λειτουργικούς, προκειμένου πιο εύκολα να αφομοιωθούν οι διδασκαλίες του από τον πιστό λαό, κάτι που έχει μείνει στην ιστορία ως το «Αμβροσιανό μέλος», αφετέρου ότι ο άγιος Αμβρόσιος τη διδασκαλία του την συνδύαζε πάντοτε με την αγία ζωή του. Ο άγιος δηλαδή δεν δίδασκε κάτι που ο ίδιος δεν το είχε φτάσει, σύμφωνα και με του Κυρίου την υπόδειξη: «ο ποιήσας και διδάξας μέγας κληθήσεται», οπότε η διδασκαλία του συνδυασμένη με την αγία βιοτή του έφθανε στους πιστούς ως κυριολεκτικά ευώδες θυμίαμα που κατευωδίαζε τις αισθήσεις τους. 

 Ο άγιος Αμβρόσιος υπήρξε όμως και μέγας αντιαιρετικός. Ήταν ο μόνος στη Δύση, που έχοντας, όπως είπαμε, μελετήσει και αφομοιώσει τη θεολογία των Πατέρων της Ανατολής, κατενόησε αμέσως τον κίνδυνο των αιρεσιαρχών Αρείου, Σαβελλίου, Ευνομίου. Γι’  αυτό και αποδύθηκε σε αγώνα εξαλείψεως των αιρέσεων αυτών και αποκρούσεώς τους, ώστε να απομακρυνθούν από τα όρια της ευθύνης του. Το γεγονός αυτό βεβαίως τον κατέστησε όριο πίστεως κυρίως για τη Δύση, ώστε όλων τα βλέμματα να είναι στραμμένα σ’ εκείνον, όπως αντιστοίχως συνέβαινε για παράδειγμα στην Ανατολή με τον μέγα Βασίλειο. Γι’  αυτό και ο άγιος Ιωσήφ χαρακτηρίζει μεταξύ άλλων τον Αμβρόσιο «μάχαιραν πιστών εστιλβωμένην» και σάλπιγγα της εορτής της Σαρκώσεως του Θεού, που ως μάχαιρα κατακόβει τα θράση των αιρέσεων, ενώ ως σάλπιγγα διεγείρει τους πάντες στην αληθινή πίστη. Δεν είναι τυχαίο ότι μπόρεσε με τη χάρη του Θεού να ελκύσει στη χριστιανική πίστη τον μέγα Αυγουστίνο, ο οποίος μέχρι να γίνει χριστιανός, ταλαιπωρείτο στα μονοπάτια των διαφόρων φιλοσοφιών και θεοσοφιών.

Μέσα στο πλαίσιο του αντιαιρετικού αγώνα του αγίου Αμβροσίου πρέπει να εντάξουμε και τον αγώνα του κατά της πρακτικής αίρεσης, της αίρεσης του βίου, δηλαδή τον ανορθόδοξο τρόπο ζωής. Κι αυτό κυρίως το έκανε προσφέροντας ανόθευτη την ορθόδοξη πίστη, αλλά και ελέγχοντας τους θρασείς, έστω κι αν βρίσκονταν σε υψηλότατες θέσεις, ακόμη και του βασιλιά. Είναι γνωστό σε όλους, το λέει άλλωστε και το συναξάρι, πώς έλεγξε και τον ίδιο τον Μεγάλο Θεοδόσιο και του έβαλε κανόνα, μέχρι να γίνει και πάλι δεκτός στην Εκκλησία. Ο υμνογράφος του αγίου δεν αφήνει βεβαίως ασχολίαστη αυτήν την ακεραιότητα και ευθύτητα του αγίου Αμβροσίου. Τον παραλληλίζει μάλιστα εν προκειμένω με τον προφήτη Ηλία και τον άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. «Ζηλεύοντας τον προφήτη Ηλία, όπως και τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, έλεγξες με ανδρεία βασιλείς που ανόμησαν». Είναι ευνόητο ότι μία τέτοια στάση έναντι της κοσμικής εξουσίας προϋποθέτει άνθρωπο που έχει μεταθέσει την ύπαρξή του στον ίδιο τον Θεό και γι’ αυτό δεν εξαρτά την πορεία του από τη γνώμη και τη διάθεση των εκάστοτε κρατούντων.

Και τέλος, ο άγιος υπήρξε μέγας θαυματουργός. Ο Θεός τον χαρίτωσε λόγω της κεκαθαρμένης καρδίας του και των πολλών αρετών του όχι μόνο να κάνει θαύματα με την προσευχή και τη μεσιτεία του προς τον Θεό, αλλά και με μόνη την επαφή με το ρούχο του. «Δέχτηκες μεγίστη χάρη και δύναμη από τον Θεό, Πάτερ Αμβρόσιε, γι’ αυτό και θεράπευσες ποικίλα πάθη αυτών που προσέρχονταν σε σένα, και με μόνη την επαφή της εσθήτας σου». «Ταις αυτού πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς».

06 Δεκεμβρίου 2021

ΑΝΟΡΘΩΣΗ...

«Γύναι, απολέλυσαι της ασθενείας σου» (Γυναίκα, απαλλάσσεσαι από την αρρώστια σου) (ο Κύριος).

Είχε απευθυνθεί παντού – δεν υπήρχε γιατρός της εποχής, που να μην πήγε και να μην τον χρυσοπλήρωσε∙ δεν υπήρχε πόρτα που να μην είχε κτυπήσει, πιστεύοντας ότι κάποιο φάρμακο θα της δώσουν: βότανα, ματζούνια, ξόρκια ίσως∙ δεν υπήρχε προσευχή που να μην είχε κάνει – αλλ’ όλα εις μάτην. Το χώμα, τα σανδάλια των άλλων, το κράσπεδο των ιματίων τους ήταν ο μόνιμος ορίζοντάς της! Δεκαοχτώ ολόκληρα χρόνια σκυμμένη κάτω, γιατί δεν μπορούσε καθόλου να σηκωθεί - εντελώς, «εις το παντελές». Κι έρχεται για μία ακόμη φορά στον τόπο της προσευχής – εκεί που κάθε απελπισμένος λαχταράει να βρει τη λύση και τη διέξοδο, εκεί που η καρδιά, η κουρασμένη και απαυδισμένη, διψάει να βρει τ’ αποκούμπι της! Εκεί που μπορεί ίσως να προκαλέσει την επέμβαση του απόλυτου Άλλου, αλλά και μόνου απολύτως γνωστού: του Θεού Πατέρα!

Σήμερα μάλιστα είχε θεριέψει η ελπίδα της. Είχε ακούσει ότι ο Δάσκαλος, ο Ιησούς, ο θεραπευτής θα είναι και πάλι εκεί. Στη Συναγωγή. Στον τόπο που συνήθιζε να πηγαίνει – έψαχνε ανθρώπους απελπισμένους που κραυγάζουν τη βοήθεια του Θεού, έτσι της είπανε. Και Τον είδε. Και τον άκουσε. Και η καρδιά της παρηγορήθηκε. Γιατί ένιωσε πως Αυτός έχει εξουσία στην καρδιά της – γι’ αυτήν μίλησε: για τους ασθενείς και τους ταλαιπωρημένους ανθρώπους, για τους απελπισμένους που δεν έχουν κανένα πραγματικό αποκούμπι στη ζωή. «Ελάτε κοντά μου όλοι οι κουρασμένοι και οι φορτωμένοι της ζωής και εγώ θα σας αναπαύσω»!

«Θεέ μου, Κύριέ μου, την ανάπαυση κι εγώ ζητάω. Να μπορώ να περπατάω σαν άνθρωπος και όχι σαν ζώο. Να βλέπω τους ανθρώπους στο πρόσωπο, εκεί που στα μάτια τους βλέπεις την ίδια την ψυχή τους. Να βλέπω τον ουρανό και τις εναλλαγές του, να χαίρομαι τη δημιουργία Σου – ό,τι πιο «απλό» και «δεδομένο». Πόσο τα απλά και δεδομένα της ζωής γίνονται κάποια στιγμή τα πιο δύσκολα! Νιώθει να μουσκεύει το έδαφος που πατάει – ευτυχώς, έτσι σκυμμένη δεν την βλέπουν οι άλλοι, δεν θέλει να τη λυπούνται.

Μα, τι συμβαίνει; Γιατί αισθάνεται χωρίς να το βλέπει ότι όλοι έστρεψαν το βλέμμα τους πάνω της; Γιατί ακούγεται το σούρσιμο των ποδιών σαν να μαζεύονται για να περάσει κάποιος; Είναι Εκείνος μπροστά της! Βλέπει τα πόδια Του και... τρέμοντας νιώθει τα χέρια Του ν’ ακουμπούν την πλάτη και το κεφάλι της – αδυνατεί να το πιστέψει. Κι αμέσως σαν να τη διαπερνά δύναμη και μία περίεργη αλλά τόσο ευχάριστη δροσιά στην ψυχή και στο σώμα της.  Ακούει πια τη φωνή Του, σ’ αυτήν απευθύνεται: «Γυναίκα, πάει η αρρώστια σου, έφυγε. Θεραπεύτηκες». Κάνει την αυτονόητη για όλους κίνηση, την απαγορευμένη όμως τόσα χρόνια σ’ εκείνην: να ανασηκωθεί, να σταθεί όρθια. Όχι, δεν διστάζει: το είπε Εκείνος! Το κορμί της ισιώνει. Μπορεί να σταθεί όρθια – σαν να σβήστηκαν όλα τα χρόνια τα σκυφτά.

Κι αντικρύζει το βλέμμα Του, το βλέμμα που δεν θα ξεχάσει ποτέ πια μέχρι τα στερνά της: γεμάτο αγάπη, γεμάτο πραότητα και γαλήνη, γεμάτο πατρική και μητρική στοργή. Σαν αστραπή ο νους της πέταξε στην παιδική της ηλικία, τότε που οι γονείς της την έπαιρναν στην αγκαλιά τους, την φιλούσαν, την κανάκευαν – πώς τα μάτια του Ιησού της θύμισαν τα μάτια του πατέρα της που της είχε τέτοια αδυναμία που τον παρατηρούσε κι η ίδια η μάνα της. Μα τούτο το βλέμμα Αυτού του Δασκάλου είχε κάτι ακόμη πιο βαθύ και πιο γνώριμο κι απ’ του πατέρα της, κάτι που χάιδευε την καρδιά της χωρίς να μπορεί να το προσδιορίσει.

Μα, τι κάνει; Δεν πρέπει τώρα που σηκώθηκε και πάλι να ξαναπέσει. Το κάνει όμως! Τα γόνατά της δεν αντέχουν από τη χαρά και τη συγκίνηση – γονατίζει από το θάμβος μέσα στο οποίο βρίσκεται, από το θαύμα που ζει! Ξεσπάει σε λυγμούς, ευχαριστεί Εκείνον που της δώρισε και πάλι ανθρώπινη ζωή, δοξολογεί τον Θεό. Και μαζί της βλέπει πια να ξεσπούν σε δάκρυα και όλοι οι συγκεντρωμένοι – το βλέμμα όλων πηγαίνει μια σ’ εκείνην και μια στον Ιησού, τον Πατέρα, την ελπίδα τους. Γιατί όλοι ξέρουν ότι το ίδιο θα έκανε και για τον καθένα ξεχωριστά. Γιατί καταλαβαίνουν ότι ο καθένας τους είναι ξεχωριστός για Εκείνον. «Για σένα ήλθα!» ακούνε όλοι στην καρδιά τους τον γλυκό ψίθυρο της φωνής Του!  

05 Δεκεμβρίου 2021

ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ ΣΤΟ ΠΑΙΔΙ (ΑΠΟ ΤΗΝ Ι. ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ)

 

Στις 20 Δεκεμβρίου Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά Η “Συναυλία Αφιερωμένη Στο Παιδί” Από Την Ι.Μητρόπολη Πειραιώς.

Προσφέρουμε την καρδιά μας και την αφιερώνουμε σε όλα τα παιδιά που χρειάζονται την αγάπη μας και τη στοργή μας.

H Ι.Μητρόπολη Πειραιώς θέλοντας να στηρίξει ενεργά και ουσιαστικά τα παιδιά, τις πολύτεκνες οικογένειες και την ελπιδοφόρα νεότητα που αποτελεί το μέλλον της πατρίδος μας, διοργανώνει την Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου στις 19:00 στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιώς, μεγάλη Συναυλία αφιερωμένη στο παιδί με γενικό σύνθημα «Μέσα στην καρδιά μου κλείνω την Ελλάδα».

Πρόκειται για ένα μουσικοχορευτικό οδοιπορικό με τίτλο «ΤΑΞΙΔΙΑ» που περιλαμβάνει τραγούδια από το Βυζάντιο έως τον 20ο αιώνα, καθώς και λαϊκά και λυρικά τραγούδια του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη αείμνηστου Μίκη Θεοδωράκη.

Η μουσική παράσταση ακολουθεί τους τόπους που έζησε ο Μίκης Θεοδωράκης. Είναι ένα οδοιπορικό μνήμης που, ξεκινώντας από τους τόπους καταγωγής των γονιών του, τη Μικρά Ασία και την Κρήτη, ταξιδεύει στους τόπους που έζησε ο συνθέτης: Χίος, Μυτιλήνη, Λέσβος, Σύρος, Γιάννενα, Αργοστόλι, Πάτρα, Πύργος, Τρίπολη, Νέα Σμύρνη, Ικαρία, Μακρόνησος, Κρήτη.

Στο ταξίδι αυτό θα μας συντροφεύσουν οι φωνές των: Μανώλη Μητσιά, Βασίλη Λέκκα, Σοφίας Παπάζογλου, Θοδωρή Μέρμηγκα και Θανάση Βούτσα.

Συνοδεύουν: η Ορχήστρα «ΟΡ.Ι.Μ.Α.Α.» του Ιδρύματος Μουσικής της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και η λαϊκή ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης», με τη συνδρομή του Ελληνικού Παραδοσιακού Χορευτικού Ομίλου Δικταίοι – Καστρινοί.

Συμμετέχει η χορωδία των Εκπαιδευτηρίων της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.

Την εκδήλωση θα παρουσιάσουν η Δώρα Αναγνωστοπούλου και ο Δημήτρης Αλφιέρης.

Η Συναυλία αυτή εντάσσεται στην γενικότερη κοινωνική δράση της τοπικής μας Εκκλησίας, μιας και όλα τα έσοδα θα διατεθούν στο πολύπλευρο και πολυσχιδές φιλανθρωπικό έργο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.

Στην προσπάθειά μας αυτή έχει συστρατευθεί ως μεγάλος χορηγός η ΠΑΕ ΟΥΜΠΙΑΚΟΣ και ως χορηγός επικοινωνίας ο όμιλος Alter Ego Media με την τηλεόραση του MEGA, τις εφημερίδες «ΤΟ ΒΗΜΑ» και «ΤΑ ΝΕΑ», το ONE CHANNEL, το IN.GR και το My Radio 104,6 FM.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να απευθύνεστε στον Ραδιοφωνικό Σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (210 41 18 602 και 210 41 18 640) και στο Βιβλιοπωλείο της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς (210 41 22 625).

Διάθεση προσκλήσεων στο Βιβλιοπωλείο και στα Εκπαιδευτήρια της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς, στο Ραδιοφωνικό Σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» και στο TicketServices.gr

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Σύμφωνα με τα υγειονομικά πρωτόκολλα, ή είσοδος στα θέατρα επιτρέπεται μόνο σε εμβολιασμένους και νοσήσαντες και με υποχρεωτική τη χρήση μάσκας.

Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΥΡΩΝ ΤΗΣ ΛΥΚΙΑΣ, Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

«Ο άγιος Νικόλαος έζησε στα χρόνια των τυράννων Διοκλητιανού και  Μαξιμιανού και διέπρεψε πρώτα ως μοναχός. Έπειτα λόγω της μεγάλης αρετής του δέχτηκε την αρχιερωσύνη. Επειδή όμως πίστευε στον Χριστό και κήρυσσε ελεύθερα την χριστιανική πίστη και ζωή, συνελήφθη από τους άρχοντες της πόλεως κι αφού υποβλήθηκε σε βασανιστήρια και στρεβλώσεις του σώματός του, ρίχτηκε στη φυλακή μαζί και με άλλους χριστιανούς. Όταν όμως ο μεγάλος και ευσεβής Κωνσταντίνος απέκτησε τη βασιλεία των Ρωμαίων με το θέλημα του Θεού, ελευθερώθηκαν οι φυλακισμένοι, και μαζί με αυτούς και ο Νικόλαος, ο οποίος πήγε στα Μύρα. Μετά από λίγο διάστημα, συγκροτήθηκε με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου και η πρώτη εν Νικαία Σύνοδος, της οποίας μέλος ήταν και ο θαυμαστός Νικόλαος.

Αυτός έκανε πολλά και διάφορα θαύματα, όπως δηλώνει και η ιστορία του.  Διέσωσε μάλιστα και τρεις άντρες που συκοφαντήθηκαν και επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Διότι ευρισκόμενοι στη φυλακή, έμαθαν τον χρόνο που έμελλε να αποκεφαλισθούν και επικαλέστηκαν τον άγιο σε βοήθειά τους, θυμίζοντάς του τις διάφορες ευεργεσίες που έκανε και πώς έσωσε στη Λυκία τρεις άνδρες που επρόκειτο κι αυτοί να χάσουν τη ζωή τους. Λοιπόν ο ταχύς και θερμός σε βοήθεια, ο άγιος Νικόλαος δηλαδή, φανερώνεται στον βασιλιά και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους. Και τον μεν έπαρχο επιτιμά για την συκοφαντία των ανδρών προς τον βασιλιά, τον δε βασιλιά διδάσκει και του υπενθυμίζει  ότι οι φυλακισμένοι άνδρες είναι αθώοι και από φθόνο κατηγορήθηκαν. Οπότε τους λύτρωσε από την επικείμενη τιμωρία. Επί πλέον και άλλα πολλά τεράστια θαύματα επιτέλεσε, κι αφού ποίμανε τον ορθόδοξο λαό με ιερό τρόπο κι έφτασε σε βαθύ γήρας, εξεδήμησε προς τον Κύριο, χωρίς όμως να ξεχάσει μετά το τέλος του το ποίμνιό του. Διότι καθημερινά, θα λέγαμε, πρόσφερε τις ευεργεσίες του σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη και τους έσωζε από παντός είδους κινδύνους και περιστάσεις».

Ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης ευρισκόμενος σε αδυναμία και απορία προκειμένου να εγκωμιάσει έναν τόσο μεγάλο άγιο σαν τον άγιο Νικόλαο επιχειρεί να τον προβάλει χρησιμοποιώντας τον τόπο της επισκοπής του: τα Μύρα της Λυκίας, το ίδιο το όνομά του: Νικόλαος, την προσωνυμία του: θαυματουργός.

Ο τόπος της επισκοπής του, τα Μύρα, γίνεται εν πρώτοις αφορμή για τον υμνογράφο να φανερώσει το πνευματικό βάθος του αγίου: ο ίδιος αναδείχθηκε πνευματικό μύρο ως χρισμένος από το νοητό μύρο, το άγιο Πνεύμα, το οποίο και προσφέρει στους πιστούς που με πίστη και πόθο τελούν την πανσέβαστη μνήμη του. Η εικόνα αυτή του μυρωμένου από τον Θεό αγίου που «μυρίζει» σαν άνοιξη τους πιστούς, είναι από τις αγαπημένες εικόνες του υμνογράφου του, γιατί φανερώνει  ότι στην πραγματικότητα ο άγιος Νικόλαος υπήρξε μιμητής των αγίων Αποστόλων, που πρώτοι αυτοί υπήρξαν τα μυροδοχεία του αγίου Πνεύματος - σαν εκείνους και ο ίδιος «περιπολεύει την οικουμένην» για να προσφέρει την βοήθειά του.

Ο άγιος Θεοφάνης δεν παραλείπει βεβαίως, έστω και σε μικρότερη έκταση, να τονίσει και τον τρόπο που ο άγιος έγινε κατοικητήριο του Θεού και συνεπώς μυροθήκη του Πνεύματός Του. Χρησιμοποιεί μάλιστα για να δείξει την πνευματική του άσκηση και μία εξαίσια εικόνα, παρμένη από την Παλαιά Διαθήκη: ο άγιος Νικόλαος έγινε νέος Αβραάμ και ευλογήθηκε από τον Θεό ως έχων και αυτός την αρετή της φιλοξενίας. Τι έκανε λοιπόν από πλευράς πνευματικής ασκήσεως ο άγιος; Όπως πρόσφερε  ο Αβραάμ θυσία στον Θεό τον μονογενή του υιό, κατά τον ίδιο τρόπο και ο Νικόλαος: πρόσφερε στον Θεό θυσία τον νου του, σαν να ήταν ο μονογενής υιός του. Ο άγιος με άλλα λόγια χαριτώθηκε από το Πνεύμα του Θεού, διότι αγάπησε ολοκάρδια τον Θεό, τόσο ώστε ο νους του αδιάκοπα ευρισκόταν προσκολλημένος σ’  Εκείνον. «Αποδείχθηκες νέος Αβραάμ, Νικόλαε, γιατί οδήγησες τον νου στον Δεσπότη σου, σαν μονογενή υιό, προσφέροντάς του πάντοτε αναίμακτες θυσίες, και έτσι ευλογήθηκες σαν φιλόξενος, Πάτερ, και έγινες κατοικητήριο θείο και άμωμο».

Ο υμνογράφος όμως, είπαμε, χρησιμοποιεί και το όνομα του Νικολάου ως αφορμή σχολιασμού της αγιότητάς του. «Αναδείχθηκες αληθινά κι όπως το λέει και το όνομά σου, νίκη για τον λαό, πραγματικέ δούλε του Χριστού. Διότι μόλις καλείσαι οπουδήποτε, προφταίνεις πολύ γρήγορα εκείνους που προστρέχουν με πόθο κάτω από την σκέπη σου. Εσύ δηλαδή και την νύκτα και την ημέρα φανερούμενος με την πίστη σώζεις από τους πειρασμούς και τις δεινές περιστάσεις». Ο άγιος εν Πνεύματι ευρισκόμενος, ιδίως μετά την κοίμησή του, αποτελεί το όπλο του κάθε πιστού. Ο οποιοσδήποτε που θα τον επικαλεστεί εν πίστει, αν μάλιστα βρίσκεται σε κίνδυνο, είτε είναι στη γη είτε στη θάλασσα, θα τον βρει πρόθυμο συμπαραστάτη του - ο άγιος γίνεται η νίκη του πιστού. «Είσαι, άγιε Νικόλαε, ιεροκήρυκα Χριστού,  μέγας και θερμός βοηθός σ’ αυτούς που βρίσκονται στους κινδύνους, είτε είναι στη γη είτε πλέουν στη θάλασσα, είτε είναι μακριά είτε είναι κοντά». Και βεβαίως ο άγιος έγινε και η νίκη του λαού απέναντι στις αιρέσεις της εποχής, ιδίως απέναντι στον αιρεσιάρχη Άρειο. Υπήρξε κατά τον υμνογράφο μάλιστα «ο ολετήρ Αρείου και θερμός αντίμαχός» του, δηλαδή αυτός που τον εξολόθρευσε – κυρίως με την αγιασμένη ζωή του – και ο θερμός πολέμιός του. Είναι γνωστό ότι μη αντέχοντας ο άγιος τις βλασφημίες του Αρείου κατά του Κυρίου μέσα στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, σηκώθηκε και ράπισε το βλάσφημο στόμα.

Και τέλος, ο άγιος υμνογράφος επιμένει πάρα πολύ στο θαυματουργικό χάρισμα του αγίου – θαυματουργός είναι η προσωνυμία του. Η εμφάνισή του μάλιστα, όπως αναφέρει και το συναξάρι, στον βασιλιά Κωνσταντίνο και στον έπαρχο κατά τον ύπνο τους, για να σώσει αθώους άνδρες, είναι τόσο γνωστή, ώστε και στο εξαποστειλάριο της Πέμπτης της κάθε εβδομάδος, της ημέρας της αφιερωμένης στον άγιο Νικόλαο, όπως και στους αγίους αποστόλους βέβαια – ενδεικτικό της μεγάλης αγιότητάς του: να υπάρχει ημέρα αφιερωμένη σ’ εκείνον, όπως γίνεται με την ημέρα Τρίτη  και με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο – να μνημονεύεται το συγκεκριμένο θαύμα του. «Όλοι δοξολογούμε τον μεγάλο αρχιποιμένα και ιεράρχη, τον πρόεδρο των Μυρέων, τον Νικόλαο. Διότι έσωσε πολλούς άνδρες που επρόκειτο να πεθάνουν άδικα. Και φανερώνεται στον βασιλιά, όπως και στον Αβλάβιο, στον ύπνο τους, καταργώντας την άδικη απόφαση». Θα έπρεπε βεβαίως να γεμίσουμε πολλές σελίδες, αν θέλαμε, έστω και ακροθιγώς,  να μνημονεύσουμε όχι τα θαύματα που έκανε και κάνει ο άγιος Νικόλαος, αλλά και μόνον αυτά που είναι καταγεγραμμένα στην ακολουθία του αγίου. Είναι σαν τις ακτίνες του ήλιου, με τα οποία φανερώνεται η λαμπρότητά του. Όπως το λέει και ο υμνογράφος: «Αστράπτεις εν τη γη των θαυμάτων ακτίσι, Νικόλαε σοφέ». Και: «Γνωρίζει πάσα υφήλιος, Νικόλαε τρισμάκαρ, τα θαύματά σου».

Εκεί όμως που υπάρχει η πληθύς των θαυμάτων του είναι στον χώρο των ναυτικών. Δεν υπάρχει άνθρωπος της θάλασσας που να μην έχει να διηγηθεί κάποια επέμβαση του αγίου, κάποιο θαύμα προς σωτηρία του. Γι’ αυτό και όλοι τους έχουν αναρτημένη στο δωμάτιό τους  την εικόνα του αγίου Νικολάου, του προστάτη τους. Κι αυτό όχι τυχαία. Το ίδιο το συναξάρι του, πέρα από άλλες περιπτώσεις, μνημονεύει τον ευλαβή εκείνο άνθρωπο του Βυζαντίου, που αγαπούσε υπερβαλλόντως τον άγιο Νικόλαο και που αναγκάστηκε να φύγει με καράβι για δουλειές σε άλλη χώρα. Και κάτι συνέβη το βράδυ της αναχώρησής του που είχε δυναμώσει ο αέρας, οι ναύτες δεν τον πρόσεξαν και τον έσπρωξαν και βρέθηκε στα μανιασμένα κύματα. Κανείς δεν μπόρεσε να τον σώσει και τον έκλαιγαν ως ήδη πεθαμένο. Εκείνος όμως στον βυθό ευρισκόμενος άρχισε να επικαλείται τον προστάτη άγιό του, και, ω του θαύματος! Βρέθηκε μέσα στο σπίτι του στάζοντας από το θαλασσινό νερό. Το μεγάλο αυτό θαύμα βεβαίως έγινε γνωστό όχι μόνον στους συγγενείς και τους γείτονες, αλλά και σε όλο το Βυζάντιο, τόσο που κλήθηκε και από τον βασιλιά και τους αρχιερείς να το διηγηθεί, με κατάληξη την δοξολογία του Θεού και την άγρυπνη δέησή Του μέσα στον Ναό από όλους.

 

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

«Ο όσιος Σάββας ζούσε επί Θεοδοσίου του μικρού σε μία κώμη της Καππαδοκίας, που λεγόταν Μουταλάσκη, και οι γονείς του ονομάζονταν Ιωάννης και Σοφία. Ήδη λοιπόν από την αρχή του βίου του πρόστρεξε στη μοναχική ζωή, σε μοναστήρι που λεγόταν Φλαβιανές, και τόσο πολύ από τη νεαρή του ηλικία έγινε εγκρατής, ώστε όταν είδε στον κήπο κάποια φορά ένα μήλο και το επιθύμησε, είπε: «Ήταν ωραίος στην όραση και καλός στη βρώση ο καρπός που με θανάτωσε». Πήρε το μήλο στα χέρια του, αλλά δεν το έφαγε. Αντίθετα το καταπάτησε με τα πόδια του και έθεσε όρο στον εαυτό του να μη φάει ποτέ μήλο. Αλλά  και σε φούρνο  όταν μπήκε κάποια φορά, βγήκε αβλαβής, χωρίς η φωτιά να αγγίξει ούτε τα ιμάτιά του. Στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών, τον γνώρισε ο μέγας όσιος Ευθύμιος και τον έστειλε σε κοινόβιο, προς τον όσιο Θεόκτιστο. Από όλους όσους συναντούσε, προσλάμβανε και μάθαινε τους τρόπους και την αρετή τους.  Βλέποντάς τον ο άγιος Ευθύμιος τον προσφωνούσε «παιδαριογέροντα», λόγω της πέρα από τα κοινά μέτρα πνευματικής του καταστάσεως. Όσο περνούσε η ηλικία του, τόσο και αύξανε την αρετή του. Γι’ αυτό και έκανε πολλά θαύματα, όπως και έβγαλε νερό με την προσευχή του σε άνυδρους τόπους. Έγινε μάλιστα και καθηγητής πολλών μοναχών, κι όταν ήλθε   στην Κωνσταντινούπολη,  δύο φορές έστειλε πρέσβεις  και προς τον βασιλιά Αναστάσιο και προς τον Ιουστινιανό, καθώς παρακλήθηκε γι’ αυτό από τους κατά καιρούς πατριάρχες των Ιεροσολύμων. Έφθασε στο ακρότατο της κατά Χριστόν ηλικίας και σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών εξεδήμησε προς τον Κύριο».          

Είναι βασική αλήθεια της χριστιανικής πίστεως ότι τον άγιο τον καταλαβαίνει ένας επίσης άγιος. Μόνον όποιος έχει ανεπτυγμένες πνευματικές αισθήσεις μπορεί να «οσφρανθεί» την ευωδία που εκπέμπει η ζωή ενός αγίου – ένας άγευστος της πνευματικής ζωής πορεύεται ως τυφλός μέσα στον κόσμο! Γιατί το αναφέρουμε αυτό εν σχέσει με τον όσιο Σάββα; Για τον απλούστατο λόγο ότι εκείνος που αμέσως τον κατάλαβε και τον «οσφράνθηκε», που είδε την προχωρημένη πνευματική του κατάσταση ήταν ο μέγας όσιος Ευθύμιος.  Ο όσιος αυτός προσφωνούσε «παιδαριογέροντα» τον νεαρό Σάββα, που σημαίνει ότι στην πραγματικότητα αναγνώριζε την εκ νεότητος αγιότητά του. Από κει και πέρα τα μάτια του μεγάλου Ευθυμίου έγιναν και τα μάτια των υπολοίπων συμμοναστών του, άρχισαν δηλαδή και οι άλλοι να διακρίνουν  τα εκ Θεού χαρίσματά του, τα οποία επιβεβαιώθηκαν περίτρανα με τα θαύματα που ο Θεός επέτρεψε να γίνονται μέσω αυτού, όπως και από τη μυροβολία του αγίου λειψάνου του.

Η εκ παιδός σοφία του οσίου Σάββα αποδεικνύεται ανάγλυφα από το γεγονός ότι όπου πήγαινε είχε ανοικτά τα μάτια του για να βλέπει την κατά Χριστόν πολιτεία των αφιερωμένων στον Θεό και να αντιγράφει τους άθλους και τις αρετές τους. Δεν επικέντρωνε στις αδυναμίες των άλλων, που ασφαλώς ως άνθρωποι είχαν. Η έγνοια του, λόγω του μεγάλου πόθου του για τον Θεό, ήταν πώς να προχωρεί πνευματικά. Κι αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να εκμεταλλευτεί κάθε τι που παρουσιαζόταν στον δρόμο του. Θυμίζει η περίπτωσή του τον μέγα Γέροντα των αιώνων, τον όσιο Αντώνιο, ο οποίος και εκείνος προσπαθούσε να μαζέψει σαν τη μέλισσα ό,τι καλό του προσέφεραν οι άγιοι αφιερωμένοι στον Θεό άνθρωποι της εποχής του. Κι όπως εκείνος, γι’  αυτόν τον λόγο, έγινε «θεοφιλής», τον αγαπούσε δηλαδή ο Θεός, το ίδιο και ο όσιος Σάββας. Μέγα δίδαγμα για όλους τους χριστιανούς, ιδίως της εποχής μας, που δυστυχώς σε ένα μεγάλο ποσοστό η προσοχή μας είναι στραμμένη στα αρνητικά των άλλων, στις αδυναμίες τους, χωρίς να μπορούμε να βλέπουμε τα θετικά τους και τις αρετές τους προς παραδειγματισμό. Για να χρησιμοποιήσουμε την εν προκειμένω έκφραση του οσίου της εποχής μας Παϊσίου του αγιορείτου, ο όσιος Σάββας ζούσε και λειτουργούσε στον κόσμο ως μέλισσα που συλλέγει τον καλό καρπό, και όχι ως μύγα, που επιζητεί πάντοτε την ακαθαρσία.

Αποτέλεσμα αυτής της σοφίας και της σύνεσης του οσίου ήταν ακριβώς να γεμίσει ο όσιος Σάββας με όλες τις αρετές. Όπως σημειώνει και ο σχετικός ύμνος: «Πάτερ, φάνηκες οίκος Θεού, διότι υπήρξες μέτριος, άκακος, πράος, απλός, ήσυχος, πράγματι πάνω από τα ανθρώπινα, και σαν άυλος μέσα σε ύλη». Ο υμνογράφος του όμως έχει επίγνωση ότι όλες οι αρετές από μόνες τους δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, αν δεν καταλήγουν στο πλήρωμα των αρετών, την αγάπη. Αν η αγάπη δεν αποτελεί την κατάληξη της όποιας αρετής, παύει αυτή να χαρακτηρίζεται χριστιανική. Διότι βεβαίως λείπει ο ίδιος ο Θεός που είναι αγάπη. Γι’ αυτό και επισημαίνει: «Απόκτησες την αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, γι’ αυτό και συγκεφαλαιώνεις τον Νόμο και τους Προφήτες. Διότι κατόρθωσες, Πάτερ, την μεγαλύτερη, κατά ασύγκριτο τρόπο από όλες, αρετή».  Και ξέρει βεβαίως επίσης ο υμνογράφος ότι κανείς δεν μπορεί να φτάσει σ’ αυτήν την αγάπη, αν δεν την κτίσει με τον φόβο του Θεού, που κάνει τον άνθρωπο να τηρεί τις άγιες εντολές Του. «Πόθησες την αρχή της σοφίας, δηλαδή τον φόβο του Θεού. Με αυτόν τον φόβο έκτισες τη ζωή σου κι έφτασες, Πάτερ, στην τελειότητα, αυτήν που μπορούν βεβαίως οι άνθρωποι».

Μία τέτοια αγιασμένη ζωή σαν του αγίου Σάββα, επάνω δηλαδή στα ίχνη του Χριστού και των Αποστόλων, ήταν ευνόητο να εξακτινωθεί και να γίνει ιεραποστολική φλόγα. Οι συμμοναστές του, όπως και ο υπόλοιπος κόσμος που τον γνώρισε, κυρίως με το παράδειγμά του αλλά και με τον λόγο του, άλλαζαν και μεταστρέφονταν. Πολλοί μάλιστα εγκατέλειπαν την ενασχόλησή τους με τα πράγματα του κόσμου και γίνονταν μοναχοί. «Έγινες συνόμιλος του αγίου Πνεύματος. Γι’  αυτό και διέγειρες τον ζήλο των λαών, με αποτέλεσμα να αδειάσουν οι πόλεις και να γίνουν πόλεις οι έρημοι, θεοφόρες πατήρ ημών».  «Ταις πρεσβείαις του οσίου πατρός ημών Σάββα, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον και σώσον ημάς».