30 Απριλίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

«Ο άγιος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και αδελφός του Ιωάννου του Θεολόγου. Μετά από την κλήση του Ανδρέου και του Πέτρου, προσκλήθηκε από τον ίδιο τον Σωτήρα μαζί με τον αδελφό του να μαθητεύσουν σ᾽ Εκείνον.  Αυτοί αμέσως και τον πατέρα και το πλοίο, και μ᾽ έναν λόγο τα πάντα άφησαν και ακολούθησαν τον Κύριο. Και τόσο πολύ αγάπησε αυτούς ο Κύριος, ώστε στον μεν ένα να χαρίσει την ανάκληση πάνω στο στήθος Του (την ώρα του Μυστικού Δείπνου), στον δε άλλον να πιει το ποτήριο που ο Ίδιος ήπιε. Ο άγιοι Ιάκωβος και Ιωάννης επέδειξαν τέτοιον ζήλο υπέρ του Χριστού, ώστε να θελήσουν να κατεβάσουν φωτιά από τον Ουρανό και να καταστρέψουν τους απίστους. Κι ίσως και θα το έκαναν, αν δεν τους εμπόδιζε η αγαθότητα Εκείνου. Γι᾽ αυτό λοιπόν ο Κύριος έπαιρνε αυτούς και τον Κορυφαίο Πέτρο πάντοτε στις προσευχές Του και στις άλλες οικονομίες Του, μυσταγωγώντας τους στα υψηλότερα και μυστικότερα από τα δόγματα. Αυτόν τον μακάριο Ιάκωβο, μετά από το Πάθος και την Ανάληψη του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, επειδή δεν άντεχε ο Ηρώδης να μιλάει με θάρρος και να εξαγγέλλει το σωτήριο κήρυγμα, τον συνέλαβε και τον φόνευσε με μαχαίρι, δεύτερον αυτόν μετά τον Στέφανο τον μάρτυρα, στέλνοντάς τον έτσι στον Δεσπότη Χριστό».

Υψηλοτάτη η ποίηση του μεγάλου υμνογράφου της Εκκλησίας μας αγίου Θεοφάνους για τον «άρχοντα όλης της γης», όπως τον χαρακτηρίζει, άγιο Ιάκωβο, τον πρόκριτο μεταξύ των αποστόλων μαζί με τον αδελφό του Ιωάννη τον Θεολόγο και τον άγιο Πέτρο, ανεψιό μάλιστα του Κυρίου μας Ιησού, ως υιό της Σαλώμης, κόρης του Ιωσήφ του μνήστορος της Υπεραγίου Θεοτόκου. Και τον χαρακτηρίζει άρχοντα,  και διότι υπήρξε μαθητής του Κυρίου, αλλά και για τον θερμότατο ζήλο του υπέρ Αυτού, τόσο που πρώτος αυτός από τους δώδεκα έδωσε τη ζωή του για Εκείνον. «Καταστάθηκες, ένδοξε, άρχοντας τώρα σε όλη τη γη, όπως γράφτηκε για σένα, γιατί έγινες μαθητής Αυτού που δημιούργησε τα πάντα. Και λόγω του θερμότατου ζήλου σου υπέμεινες τον φόνο με μαχαίρι από ανόμους, πάνσοφε, φεύγοντας από τη ζωή αυτή πρώτος εσύ από τη σεπτή ομήγυρη των δώδεκα συμμαθητών σου, μακάριε»  (στιχηρό εσπερινού και ωδή η´).

Ο άγιος Θεοφάνης εμμένει με τους ύμνους του στον θερμό πόθο του αγίου Ιακώβου για τον Κύριο: «Ω, τι θερμός είναι ο πόθος σου προς τον Δεσπότη Χριστό!» (ωδή δ´). Πόθος τέτοιος μάλιστα που έβαινε διαρκώς και αυξανόμενος: «Προσλάμβανες ατελείωτο πόθο πάνω στον πόθο, γι᾽αυτό και απέκτησες την έσχατη μακαριότητα των επιθυμητών πραγμάτων, την ίδια την αρχή της αγαθότητας, τον Θεό» (ωδή δ´). Γεγονός που σημαίνει: αν δεν ανταποκριθεί με αγάπη ο άνθρωπος στην αγάπη του Δημιουργού – «ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτον ηγάπησεν ημάς» - δύσκολα, αν όχι καθόλου δεν  μπορεί να προχωρήσει σε ζωντανή σχέση μαζί Του· και: όσο ανοίγεται κανείς με αγάπη στον Κύριο, τόσο και νιώθει την αγάπη του αυτή να φουντώνει. «Πρόσφερες ολόκληρο τον εαυτό σου στην κλήση του Δεσπότη, θεοδίδακτε μύστη, γι᾽αυτό και έφτασες εμφανώς προς την υψηλότατη και θεία πράγματι κορυφή των αρετών» (ωδή δ´).

Γι᾽αυτό και ο άγιος υμνογράφος θεωρεί ότι η κλήση του αγίου Ιακώβου να γίνει απόστολος του Κυρίου ξεκίνησε στην πραγματικότητα πολύ πριν από την εξωτερική κλήση του. Ο Θεός δηλαδή ως προγνώστης, βλέποντας εκ των προτέρων την ευγένεια της ψυχής του, αλλά και τη δύναμη και την παλληκαριά της διάνοιάς του τον κάλεσε ως διακεκριμένο απόστολό Του να κηρύσσει στα έθνη Εκείνον (ωδή α´). Και: «Φάνηκες, Ιάκωβε, άξιος πρόσληψης από τον Κύριο και μύστης της οικονομίας Του, ακόμη και πριν από την κλήση σου, γιατί είδε σε σένα την ιλαρότητα της αγνής ψυχής σου» (ωδή γ´). Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι χαρακτηρίζει ο Θεοφάνης «τη γέννηση του Ιακώβου ιερή και φωτοφόρα, που έλαμψε ακόμη περισσότερο λόγω της συγγενείας που είχε με τον ίδιο τον Κύριο» (ωδή γ´).

Το θάμβος που νιώθει ο άγιος Θεοφάνης μπροστά στην τεράστια και λαμπερή προσωπικότητα του αγίου Ιακώβου - αποτέλεσμα όχι μόνο της κλήσεώς του από τον Κύριο και της αγιασμένης βιοτής του, αλλά και από τη φλόγα του Παρακλήτου Πνεύματος που έλαβε την ημέρα της Πεντηκοστής (ωδή γ´) – τον κάνει σε ένα τροπάριό του να φτάσει σε επίπεδα υπερβολής, καθώς αποπειράται να δικαιολογήσει με καλό λογισμό το πρωτείο που ζήτησε αυτός με τον αδελφό του και τη μητέρα τους από τον Κύριο. Θυμόμαστε όλοι ότι η μητέρα τους και οι ίδιοι ζήτησαν από τον Χριστό, λίγο πριν από τα πάθη Του, παρεξηγώντας προφανώς την πνευματική βασιλεία του Κυρίου και εκλαμβάνοντάς την γήινα,  να σταθούν δίπλα Του πρωτόθρονοι. Και ο Κύριος απήντησε ότι ναι μεν «δεν ξέρουν τι ζητούν», αλλά «το ποιος θα σταθεί πρώτος δίπλα Του είναι κάτι που δεν το δίνει ο Ίδιος, αλλά ο Πατέρας Του, ανάλογα με την αγάπη που τρέφει ο άνθρωπος προς Εκείνον μέχρι σημείου θυσίας». Ο υμνογράφος μας λοιπόν ερμηνεύει ως εξής το αίτημά του: «Ανέβηκες στα φτερά της μεγαλύτερης αρετής με την αγάπη, και πόθησες, ένδοξε, να έχεις τα πρωτεία των πρώτων θρόνων του Δεσπότη. Όχι γιατί αγαπούσες τη μάταιη δόξα, αλλά για να βλέπεις με άμεσο τρόπο Αυτόν που αγάπησες» (ωδή ε´). Καταλαβαίνει όμως ο άγιος Θεοφάνης την υπερβολή, γι᾽αυτό και στην επόμενη ωδή «διορθώνει»: «Ζήτησες από τον Χριστό, σαν να είναι γήινος Βασιλιάς, να σου δώσει την επίγεια δόξα, και πέτυχες, μακάριε Ιάκωβε, τη βασιλεία όχι την κάτω και φθαρτή, αλλά την αθάνατη, που την έλαβες όμως με την άθλησή σου» (ωδή ς´).

Μπροστά λοιπόν στον μαθητή του Κυρίου, μπροστά στον πρώτο που έδωσε από τους δώδεκα τη ζωή του για Εκείνον, μπροστά στη φλογισμένη από αγάπη Χριστού καρδιά του αποστόλου και τον ζήλο του που τον έκανε να είναι «ένας νέος Ηλίας» (ωδή ε´), «όλη η Εκκλησία στήνει χορό, γιατί γιορτάζει την παναγία μνήμη του, κατά την οποία  τον δοξολογούμε» (κάθισμα όρθρου).

29 Απριλίου 2022

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ ΙΑΣΩΝ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ

«Από τους αποστόλους αυτούς ο Ιάσων ήταν από την Ταρσό και πρώτος οδηγήθηκε από εκεί προς τη χριστιανική πίστη. Ο Σωσίπατρος  καταγόταν από την Αχαῒα και δέχτηκε την πίστη στον Χριστό μετά από αυτόν. Και οι δύο υπήρξαν μαθητές του αποστόλου Παύλου και ο μεν Ιάσων καταστάθηκε διδάσκαλος της πόλεώς του, ο δε Σωσίπατρος ανέλαβε τη διαποίμανση της Εκκλησίας των Ικονιέων.

Οι απόστολοι αυτοί αφού ποίμαναν τις Εκκλησίες τους με καλό τρόπο πήγαν Δυτικά. Έφτασαν στη νήσο των Κερκυραίων και ανήγειραν περικαλή ναό προς τιμήν του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. Εκεί λειτουργούσαν στον Θεό και οδήγησαν έτσι πολλούς προς την πίστη του Χριστού. Κατηγορήθηκαν όμως στον βασιλιά Κερκυλλίνο και κλείστηκαν στη φυλακή, όπου ήταν ήδη κλεισμένοι και επτά λήσταρχοι, των οποίων τα ονόματα ήταν τα παρακάτω: ο Σατορνίνος, ο Ιακίσχολος, ο Φαυστιανός, ο Ιανουάριος, ο Μαρσάλιος, ο Ευφράσιος και ο Μαμμίνος. Αυτούς με όσα τους είπαν και έκαναν τους μετέστρεψαν στη χριστιανική πίστη, κάνοντάς τους πρόβατα αντί λύκων. Οι άνθρωποι αυτοί μετά, ρίχτηκαν σε λέβητες γεμάτους από πίσσα και θειάφι και κηρό και έλαβαν τα στεφάνια του μαρτυρίου από τον Χριστό. Το ίδιο και ο δεσμοφύλακας, που πίστεψε κι αυτός στον Χριστό, αφού του κόψανε το δεξί χέρι και τα δύο πόδια, του κόψανε στη συνέχεια και τον αυχένα, την ώρα που επικαλείτο το όνομα του Χριστού.

Ο βασιλιάς έβγαλε από τη φυλακή τους αγίους Ιάσονα και Σωσίπατρο και τους παρέδωσε στον έπαρχο Καρπιανό, προκειμένου να τους τιμωρήσει. Ο Καρπιανός τους εξέτασε και τους έριξε και πάλι δέσμιους στη φυλακή. Όταν τους είδε έτσι δεμένους η Κερκύρα, η κόρη του βασιλιά, και έμαθε ότι πάσχουν για τον Χριστό, είπε ότι είναι και αυτή Χριστιανή, ενώ όλα τα στολίδια που φορούσε τα έδωσε στους φτωχούς. Το έμαθε ο πατέρας της κι επειδή δεν μπόρεσε να την μεταστρέψει από τον σκοπό της, την κλείνει και αυτήν στη φυλακή και την παραδίδει μάλιστα σε κάποιον Αιθίοπα άσωτο για να την διαφθείρει. Όταν όμως αυτός πλησίασε τη θύρα της φυλακής, κατασπαράχτηκε από θηρίο. Η Κερκύρα το έμαθε και τον έκανε καλά, λυτρώνοντάς τον από το θηρίο. Με τα θαύματα αυτά τον έκανε χριστιανό, οπότε ο Αιθίοπας φώναξε δυνατά: ῾Μέγας ο Θεός των χριστιανών᾽, με αποτέλεσμα να βασανισθεί φοβερά αμέσως από τον τύραννο και να φύγει από τη ζωή αυτή. Οι στρατιώτες τότε έφεραν ξύλα κοντά στη φυλακή, τα άναψαν και προσπάθησαν να κατακάψουν τη μάρτυρα. Έγινε κι αυτό αλλά η Κερκύρα παρέμεινε άφλεκτη, οπότε πολλοί βλέποντας το θαύμα οδηγήθηκαν στην πίστη του Χριστού. Για τον λόγο αυτό αναρτάται σε ξύλο και υποβάλλεται σε πνιγηρό καπνό τόσο πολύ, έως ότου παρέδωσε το πνεύμα της στον Θεό. Μετά από αυτά ο βασιλιάς ξεκίνησε διωγμό κατά των χριστιανών, κι επειδή οι άγιοι είχαν διαφύγει σε ένα παρακείμενο μικρό νησί, ο ίδιος μπήκε σε πλοίο για να πάει να τους τιμωρήσει. Ευρισκόμενος όμως στο μέσο του πελάγους, όπως παλιά ο Φαραώ, καταποντίστηκε στη θάλασσα. Και ο μεν λαός του Κυρίου πρόσφερε ευχαριστήριους ύμνους στον Θεό, ο Ιάσων δε και ο Σωσίπατρος που απολύθηκαν από τη φυλακή, δίδασκαν χωρίς εμπόδιο πια τον λόγο του Θεού.

Όταν ανέλαβε άλλος βασιλιάς την εξουσία και έμαθε τα σχετικά με τους αγίους, διέταξε να φέρουν σιδερένιο βόδι, να ρίξουν μέσα πίσσα και ρητίνη και κηρό, να το φλογίσουν πάρα πολύ και να ρίξουν τους αγίους σ᾽αυτό. Όταν έγινε αυτό και οι άγιοι διαφυλάχτηκαν άφλεκτοι, πολλοί από τους απίστους άλλοι μεν καταφλέχτηκαν, άλλοι δε έγιναν χριστιανοί. Ο δε βασιλιάς, αφού κρέμασε στον τράχηλό του λιθάρι, θρηνούσε με τα λόγια: ῾Θεέ του Ιάσονα και του Σωσιπάτρου, ελέησέ με᾽. Ο δε μακάριος Ιάσων, παρόντος του βασιλιά,  νουθέτησε όλον τον λαό, τον δίδαξε, τον κατήχησε και τους βάπτισε όλους στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, επονομάζοντας μάλιστα τον βασιλιά Σεβαστιανό. Μετά από λίγες ημέρες, ο υιός του βασιλιά αρρώστησε και πέθανε. Προσευχήθηκε όμως ο απόστολος και τον ανέστησε. Από τότε λοιπόν έκανε πολλά θαύματα και ανἠγειρε περικαλείς ναούς, και αφού τα τακτοποίησε όλα καλά και όσια και αύξησε το ποίμνιο του Χριστού, σε προχωρημένα γεράματα πήγε προς τον αγαπημένο του Χριστό».

Οι άγιοι Ιάσων και Σωσίπατρος για μία ακόμη φορά προβάλλουν αυτό που συνιστά την προτεραιότητα όλων των συνεπών χριστιανών: την αγάπη προς τον Χριστό, μπροστά στην οποία τα πάντα θεωρούνται δεύτερα και μικρά. Δεν παύει η Εκκλησία μας διά της υμνολογίας της να εξαγγέλλει την αλήθεια αυτή, δεδομένου ότι η αγάπη προς τον Χριστό  αποτελεί τη μοναδική οδό της σωτηρίας. Χωρίς την αγάπη προς Εκείνον τα πάντα γίνονται αποστεωμένα, άνευρα, ανόητα. Εκπίπτει και  η χριστιανική πίστη σε έναν ηθικισμό, που μπορεί να έχει ωραίους κανόνες ζωής, δεν έχει όμως την ίδια τη ζωή. Κι αυτήν τη ζωή την προσφέρει μόνον η θερμότητα της καρδιάς προς τον Θεό. Πρόκειται για την ίδια την εντολή του Θεού που καλεί τον άνθρωπο να Τον αγαπήσει «εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος», όπως και  για την προϋπόθεση που έθετε ο ίδιος ο Κύριος, για να μπορεί κανείς να Τον ακολουθεί και να συντονίζεται με την ενέργεια της χάρης Του: «Εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσατε». Το ερμηνευτικό κλειδί λοιπόν της ζωής των αγίων Ιάσονα και Σωσιπάτρου, αυτό που δίνει τη δυνατότητα κατανοήσεως της όλης πορείας τους είναι ακριβώς η αγάπη τους προς τον Κύριο. Εκείνον αγάπησαν υπεράνω όλων, Σ᾽ Εκείνον κόλλησαν τις ψυχές τους, τα ίχνη Εκείνου ακολούθησαν. «Όλα τα ωραία της ζωής αυτής τα αφήσατε κατά μέρος, γιατί αγαπήσατε τον Χριστό, στον Οποίο κολλήσατε τις ψυχές σας, ένδοξοι. Ακολουθήσατε λοιπόν τα ίχνη Του με πίστη, Ιάσων και Σωσίπατρε» (στιχηρό εσπερινού).

Δεν ήταν δυνατόν όμως να μην αγαπήσουν τον Χριστό και να μην ακολουθήσουν τα ίχνη της ζωής Του, όταν ξέρει κανείς ότι υπήρξαν μαθητές και ακόλουθοι εκείνου που αγάπησε με πάθος τον Κύριο και χάριν του ευαγγελίου Του γύρισε όλον τον κόσμο, δίνοντας στο τέλος και την ίδια τη ζωή του για το όνομά Του: του αποστόλου των Εθνών, του αγίου Παύλου, ο οποίος διετράνωνε πάντοτε «ηγούμαι πάντα σκύβαλα είναι, ίνα Χριστόν κερδήσω», όλα τα θεωρώ σκουπίδια, προκειμένου να κερδίσω τον Χριστό. Όπως το σημειώνει και ο άγιος υμνογράφος: «Γίνατε φοιτητές του Παύλου, σοφοί, και τρέξατε σ᾽όλον τον κόσμο ακολουθώντας τα ίχνη εκείνου, κηρύσσοντας τον σωτήριο λόγο» (ωδή γ´). Έτσι οι άγιοι μιμήθηκαν τον Παύλο που μιμήθηκε τον Κύριο, κατά το «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Κι αυτό σημαίνει πόση σημασία έχει για την πνευματική ζωή μας εκείνος στον οποίο προσκολληθήκαμε σαν σε δάσκαλό μας. Ανάλογα με τον δάσκαλο διαμορφώνεται και η πνευματική ζωή του μαθητή, με άλλα λόγια το φως ή ο ζόφος του δασκάλου γίνεται φως ή ζόφος και του μαθητή. «Φωτιστήκατε πλούσια από τα δόγματα του Παύλου και γίνατε φωστήρες της οικουμένης, τρισμακάριοι» (κοντάκιο).

Και βεβαίως το φως των αποστόλων Ιάσονα και Σωσίπατρου, φως του Χριστού στην πραγματικότητα, καταύγασε την Ανατολή και τη Δύση (ωδή ζ´), κατεξοχήν όμως τη νήσο Κέρκυρα, διότι εκεί κυρίως έδρασαν, θαυματούργησαν, έδωσαν τη ζωή τους, γι᾽αυτό και ο υμνογράφος τους Κερκυραίους πρωτίστως καλεί να χαρούν και να γεμίσουν από πνευματική ευφροσύνη. «Η πάμφωτη και θεϊκή εορτή των Αποστόλων καλεί τα πλήθη των Κερκυραίων να χαρούν. Εμπρός λοιπόν γεμίστε μέχρι κορεσμού όλοι από πνευματική ευφροσύνη» (εξαποστειλάριο). Η κλήση όμως της εορτής και της ευφροσύνης είναι και για όλους τους πιστούς, όπου γης. Οι άγιοι αποτελούν τα εντρυφήματα όλων. Κι ο λόγος είναι σαφής, κατά τον υμνογράφο: «Όλοι είμαστε ποίμνιό σας, καθώς  λυτρωθήκαμε από την πλάνη με τη χάρη του Θεού» (οίκος κοντακίου).

ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ

ΤΑ ΕΓΚΑΙΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΔΕΣΠΟΙΝΗΣ ΗΜΩΝ ΚΑΙ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ, ΤΗΣ ΖΩΗΦΟΡΟΥ ΠΗΓΗΣ. ΕΤΙ ΔΕ ΚΑΙ ΜΝΕΙΑΝ ΠΟΙΟΥΜΕΘΑ ΤΩΝ ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΤΕΛΕΣΘΕΝΤΩΝ ΥΠΕΡΦΥΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΘΕΟΜΗΤΟΡΟΣ

«Ο ναός αυτός καταρχάς συστήθηκε από τον βασιλιά Λέοντα τον μεγάλο, ο οποίος έχει ονομαστεί και Μακέλλης. Ήταν καλός και επιεικέστατος άνθρωπος, λόγω της συγκαταβατικότητάς του, και πριν γίνει βασιλιάς, όταν ακόμη ήταν ιδιώτης, ευρισκόμενος κάπου εκεί που είναι ο ναός, βρήκε έναν  τυφλό άνδρα που παρέπαιε και τον καθοδηγούσε. Όταν λοιπόν πλησίασαν στον τόπο, καταλαμβάνεται ο τυφλός από πολύ μεγάλη δίψα και παρακαλούσε τον Λέοντα να του δώσει νερό. Αυτός  πράγματι μπήκε σε μία πυκνή συστάδα δένδρων και αναζητούσε νερό. Ο τόπος τότε ήταν κατάφυτος από διάφορα δένδρα. Επειδή λοιπόν δεν εύρισκε το νερό εκεί, επέστρεφε σκυθρωπός. Καθώς όμως γύριζε άκουσε από ψηλά φωνή να του λέει: «Λέων, δεν χρειάζεται να αγωνιάς. Το νερό είναι κοντά». Γύρισε λοιπόν πάλι πίσω ο Λέων και αναζητούσε. Κι αφού έψαξε πολύ, πάλι άκουσε την ίδια φωνή: «Λέων βασιλιά, μπές βαθύτερα στο σκεπαστό μέρος των δένδρων κι αφού πάρεις το θολό νερό  με τα χέρια σου, θεράπευσε τη δίψα του τυφλού. Χρίσε και τα τυφλά μάτια του και θα γνωρίσεις αμέσως ποια είμαι εγώ, που κατοικώ στον χώρο αυτό από παλιά». Έκανε λοιπόν όπως του είπε η φωνή και αμέσως ο τυφλός απέκτησε το φως του. Κατά την πρόρρηση μάλιστα της Θεομήτορος, όταν έγινε ο Λέων βασιλιάς, έκτισε τον ναό της Πηγής, όπως φαίνεται σήμερα.

Άρχισαν δε να γίνονται πάμπολλα θαύματα στον Ναό αυτό, οπότε μετά από αρκετά χρόνια ο Ιουστινιανός, ο μέγιστος αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, ο οποίος ταλαιπωρείτο από δυσουρία, βρήκε την ιατρεία του κι αυτός από εδώ, γι᾽αυτό εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη του στη Μητέρα του Λόγου ανήγειρε μέγιστο ναό.  Ο ναός αυτός, επειδή έπαθε ρωγμές από διαφόρους σεισμούς, επιδιορθώθηκε από τον Βασίλειο τον Μακεδόνα και τον υιό του Λέοντα τον σοφό, επί της βασιλείας των οποίων η Πηγή ενήργησε πλείστα θαύματα. Θεραπεύτηκαν αποστήματα και δυσουρίες, μύρια πάθη καρκίνων, αιμόρροιες διάφορες βασιλισσών και άλλων γυναικών, διάφοροι πυρετοί και άλλες πληγές. Και στειρώσεις η Πηγή διέλυσε: Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος για παράδειγμα, που γεννήθηκε από τη βασίλισσα Ζωή, υπήρξε δώρημα της Πηγής αυτής. Και νεκρό ανέστησε η Πηγή: Ο άνθρωπος  ήταν από τη Θεσσαλία. Όταν κατέβαινε με πλοίο στην Πηγή, πέθανε καθ᾽οδόν. Πεθαίνοντας δε και πνέων τα λοίσθια παρήγγειλε στους ναύτες να τον οδηγήσουν προς τον Ναό της Πηγής, να χύσουν επάνω του τρεις κάδους από τον νερό που πήγαζε εκεί, και να τον θάψουν. Έγινε τούτο, οπότε ο νεκρός, όταν επιχύθηκε το νερό, σηκώθηκε πάνω υγιής.

Μετά από αρκετούς χρόνους, φάνηκε η Θεοτόκος και κράτησε τον μεγάλο αυτόν ναό που επρόκειτο να πέσει, έως ότου το πλήθος που είχε μαζευτεί να φύγει έξω. Το αγιασμένο αυτό νερό, όταν το ήπιανε, έδιωξε διαφόρους δαίμονες, ενώ απέλυσε και φυλακισμένους από τη φυλακή. Θεράπευσε και τη λιθίαση του βασιλιά Λέοντα του σοφού. Και τον πολύ μεγάλο πυρετό της γυναίκας του Θεοφανώς  τον έσβησε, τον δε αδελφόν του, τον πατριάρχη Στέφανο, τον απελευθέρωσε από διάθεση πυρετού που τον ταλαιπωρούσε. Έκανε καλά και την ακοή που μειωνόταν του πατριάρχη Ιεροσολύμων Ιωάννη. Θεραπεύει σφοδρότατο πυρετό και του πατρικίου Ταρασίου και της μητέρας του Μαγιστρίσσης. Και πρόσφερε την ίαση του υιού του Στυλιανού από δυσουρίαση. Λύτρωσε και κάποια γυναίκα Σχίζαινα από δυσεντερία. Ο δε βασιλιάς Ρωμανός ο Λεκαπηνός, και τη λύση και τη δέση της γαστέρας του θεραπεύει με το νερό, το ίδιο και η γυναίκα του. Στη Χαλδία, τον μοναχό Πέπερη και τον μαθητή του τους θεραπεύει η Θεομήτωρ με την επίκλησή της. Το ίδιο και τον μοναχό Ματθαίο και τον Μελέτιο, που διαβλήθηκαν προς τον βασιλιά. Πατρικίους δε και Πρωτοσπαθαρίους, και άλλους μύριους που θεραπεύτηκαν  ποιος θα διηγηθεί; Έτυχε θεραπείας και στο ισχύο ο επί του θυμιάματος Στέφανος.

Και ποια γλώσσα μπορεί να διηγηθεί όσα το αγιασμένο αυτό νερό ενέργησε και ακόμη ενεργεί; Τα θαύματα, που και εμείς στους χρόνους μας τα είδαμε, υπερβαίνουν τις σταγόνες της βροχής και το πλήθος των άστρων και των φύλλων. Φαγέδαινα και γάγγραινα και διατρήσεις και θανάσιμες πληγές άλλες και άνθρακες και λέπρα και ακρωτηριασμούς κατά τρόπο υπερφυή θεράπευσε. Κι ακόμη, έκανε καλά και όγκους γυναικών και, το σπουδαιότερο, θεράπευσε τα πάθη της ψυχής. Και πληγές των οφθαλμών και λευκώματα θεράπευσε επίσης, όπως και το νόσημα της  υδρωπικίασης του Βαράγγου Ιωάννη και τις μεγάλες πληγές του άλλου Βαράγγου έκανε καλά. Έδωσε την ίαση επίσης σε δερματολογικό πρόβλημα του ιερομονάχου Μάρκου, όπως και στη μεγάλη δύσπνοια επί δεκαπέντε έτη και στη λιθίαση του μοναχού Μακαρίου. Και άλλα πλείστα θαύματα, που ο λόγος πια είναι αδύνατο και να αριθμήσει, έγιναν, γίνονται και δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσουν».

Υμνογράφος της ακολουθίας για τη Ζωοδόχο Πηγή της Θεοτόκου, για τον Ναό της Παναγίας με το σπουδαίο αγίασμά της στο Μπαλουκλί στην Κωνσταντινοπούπολη,  είναι ο άγιος Νικηφόρος Κάλλιστος ο Ξανθόπουλος. Ο άγιος δεν βρίσκει λόγια προκειμένου να οριοθετήσει έστω και λίγο αυτό που γίνεται στο αγίασμα τούτο επί εκατονταετίες, την πλημμύρα των ιάσεων, τις ευεργεσίες, τα άπειρα θαύματα. Επιστρατεύει λοιπόν εικόνες από τον φυσικό κόσμο και από την Αγία Γραφή για να δώσει τις σωστές αναλογίες:  ο Ναός εκεί της Θεοτόκου είναι ένας νοητός ωκεανός, κάτι που υπερβαίνει τον ίδιο τον Νείλο ποταμό από πλευράς προσφοράς χάρης Θεού, είναι μία δεύτερη κολυμβήθρα Σιλωάμ, είναι μία δεύτερη πέτρα που πηγάζει το ιαματικό ύδωρ, μία συνέχεια του Ιορδάνη ποταμού, ένα άλλο μάννα που καλύπτει τις ανάγκες αυτού που ζητάει τη σωτηρία. Πρόκειται για θεϊκό ύδωρ, για αμβροσία και νέκταρ (απόστιχα εσπερινού).

Και δεν πρόκειται βεβαίως μόνο για θαύματα που σχετίζονται με την ίαση των σωματικών ασθενειών των ανθρώπων. Το ιαματικό νερό της Θεοτόκου θεραπεύει και τα ψυχικά αρρωστήματα, τα πάθη των ανθρώπων, ώστε δι᾽αυτού ο άνθρωπος να βρίσκει τον Θεό και να γίνεται υγιής κατ᾽ άμφω, ψυχικά και σωματικά. Άλλωστε η προσφορά της χάρης του Θεού μέσω του ύδατος εκεί αποσκοπεί: στην αληθινή αποκατάσταση των ανθρώπων, δηλαδή στην ψυχική υγεία τους. Διότι τι νόημα έχει η σωματική υγεία μόνο, αν δεν συνοδεύεται και με την ψυχική της διάσταση; Μόνη της η σωματική υγεία πολλές φορές αποβαίνει καταστρεπτική για τον άνθρωπο, διότι τον σπρώχνει στην αύξηση των αμαρτιών του. Η Ζωοδόχος Πηγή λοιπόν θεράπευε διττώς τον άνθρωπο  «ρέοντας με τρόπο άφθονο σε όλους που έχουν ανάγκη την υγεία των ψυχών και την υγεία του σώματος, με το νερό της χάρης» (στιχηρό εσπερινού).  «Πόσο μεγάλα είναι τα μεγαλεία σου, Πηγή, που προσφέρεις σε όλους! Διότι όχι μόνο έδιωξες μακριά τις δύσκολες αρρώστιες από αυτούς που προσέρχονται σε Εσένα με πόθο, αλλά και ξεπλένεις τα πάθη των ψυχών» (Δοξαστικό εσπερινού). Γι᾽αυτό και επειδή «κάνει καλά τις ψυχές το νερό της Παρθένου, ας τρέξουμε στην Κόρη εμείς που ταλαιπωρούμαστε από τους ρύπους των παθών και ας τους ξεπλύνουμε» (αίνοι).

Αιτία βεβαίως για την πλημμύρα αυτής της χάρης του Θεού από το αγίασμα τούτο είναι, σε πρώτη φάση, κατά τον υμνογράφο, η ίδια η Παναγία μας. Αυτή λειτουργεί ως μάννα ουράνιο και Πηγή ένθεη του Παραδείσου, της οποίας η ροή  και η χάρη καλύπτει ολόκληρη τη γη. «Με πολύ προσφυή τρόπο σε ονομάζω, Δέσποινα, ουράνιο μάννα και ένθεη Πηγή του Παραδείσου. Διότι η ροή και η χάρη της Πηγής σου διέτρεξε και τα τέσσερα μέρη της γης, καλύπτοντάς τα κάθε φορά με τεράστια θαύματα» (στιχηρό εσπερινού). Και με μία εξαίσια εικόνα ο άγιος υμνογράφος δίνει το στίγμα της θεραπευτικής δύναμης της Πηγής: «Εσείς που ζητάτε την υγεία, τρέξτε προς την Πηγή. Διότι η Παρθένος Κόρη βρίσκεται μέσα στο Νερό» (ωδή θ´).

Θα αδικούσε όμως ο άγιος υμνογράφος και το αγίασμα, κυρίως όμως την ίδια την Παναγία μας, αν θεωρούσε ότι η βασική αιτία της προσφοράς της χάρης ήταν η Παναγία. Μάλλον θα αλλοίωνε τη θεολογία της Εκκλησίας μας και θα διέστρεφε τη σχετική διδασκαλία της περί των τρόπων προσφοράς της σωτηρίας στους ανθρώπους. Για τον υμνογράφο μας λοιπόν η Παναγία μας γίνεται το όργανο του Κυρίου, προκειμένου Αυτός με την αγάπη Του να προσφέρει την ψυχική και σωματική ίαση στους ανθρώπους. Ο Χριστός δηλαδή είναι Εκείνος που ιάται τους ανθρώπους – χωρίς καμμία μάλιστα διάκριση, αφού «σε όλους τους πιστούς προσφέρει την ίαση, είτε είναι βασιλείς είτε απλοί πολίτες και φτωχοί, άρχοντες, πτωχοί, πλούσιοι» (ωδή γ´) -  η δε Παναγία Μητέρα Του γίνεται το αγιασμένο όργανό Του, μέσα από τη συγκεκριμένη Πηγή. «Παράξενα και παράδοξα ο Δεσπότης των Ουρανών τέλεσε πάνω σου καταρχάς, Πανάμωμε. Διότι Εκείνος με φανερό τρόπο έσταξε, σαν βροχή, στη μήτρα σου, Θεόνυμφε, αναδεικνύοντάς σε Πηγή, που παρέχει κάθε αγαθό» (στιχηρό εσπερινού). «Με εξαίσιους ύμνους, πιστοί, ας υμνήσουμε την επουράνια νεφέλη, η οποία έβρεξε την ουράνια σταγόνα στη γη αρρεύστως, δηλαδή τον ζωοδότη Χριστό» (απόστιχο εσπερινού). «Χαίρε, Μαρία, χαίρε. Διότι ο δημιουργός των όλων κατέβηκε σαφώς σαν σταγόνα πάνω σου, και σε ανέδειξε, Θεόνυμφε, αθάνατη Πηγή» (ωδή α´).

28 Απριλίου 2022

ΜΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΦΟΒΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ!

Πέθανε για εμάς! Εκείνος που προσέλαβε την ανθρώπινη φύση, δηλαδή όλους μας. Οπότε, πεθαίνοντας πεθάναμε κι εμείς μαζί Του. Αλλά ο θάνατός Του ήταν η κατάργηση του θανάτου, ο θάνατος του θανάτου! "Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν". Και καθώς αναστήθηκε, αναστηθήκαμε κι εμείς. Η ανάσταση και η ζωή έγινε πια η "μοίρα" μας. Θάνατος στην ουσία δεν υπάρχει - η βιολογική διάστασή του παρέμεινε για να λειτουργεί για το καλό μας: να μη διαιωνίζει την όποια κακία μας. Φόβος λοιπόν θανάτου για τον χριστιανό δεν υπάρχει. Γνωρίζει ότι και να πεθάνει στην αγκαλιά του Χριστού "πέφτει". "Είτε ζούμε είτε πεθαίνουμε, σ' Εκείνον ανήκουμε" (απ. Παύλος). Τη συμμετοχή στον θάνατό Του τη ζήσαμε με το άγιο βάπτισμά μας. Την ανάστασή μας τη ζούμε πνευματικά μέσα στη δική Του Ανάσταση. Ο βιολογικός θάνατος έγινε απλώς μία θύρα και μία είσοδος. Το λοιπόν: "προσδοκώ ανάστασιν νεκρών"! 

ΕΝΑ ΤΕΛΕΙΟ ΠΡΑΓΜΑ!

«Πάνω απ’ την καλύβα μας, πολύ ψηλά, ζούσε ένας Ρώσος, ο Γερο-Δημάς, σε μία πρωτόγονη καλύβα, μόνος του. Ήταν πολύ ευλαβής. Ο Γερο-Δημάς έμεινε σχεδόν άγνωστος σ’ όλη του τη ζωή. Κανείς δεν αναφέρει το όνομά του ή για το χάρισμά του... Τ’ άφησε όλα, για να έλθει σε μία άκρη του κόσμου, στα Καυσοκαλύβια, κι έζησε όλη του τη ζωή εκεί. Και πέθανε άγνωστος. Δεν ήταν κανείς εγωιστής. Όχι, όχι, αγωνιστής ήταν... Ήταν μυστικός αγωνιστής. Ναι, ναι, είναι ένα τέλειο πράγμα αυτό. Ένα τέλειο, ένα ανιδιοτελές. Ανιδιοτέλεια, λατρεία, αγιοσύνη, ενώπιος ενωπίω, χωρίς ανθρωπαρέσκεια. Ο δούλος τω Δεσπότη. Τίποτ’ άλλο απολύτως... Είδα έναν άγιο ζωντανό. Ναι, έναν άγνωστο άγιο. Ο καημένος, περιφρονημένος» (Αγίου Πορφυρίου καυσοκαλυβίτου, Βίος και Λόγοι, Ι. Μ. Χρυσοπηγής Χανίων).

Έκθαμβος ο μέγας σύγχρονος άγιος Πορφύριος ο καυσοκαλυβίτης μπροστά στον αφανή άγιο Γερο-Δημά. Έναν Ρώσο Γέροντα που αποφάσισε να έλθει στο Άγιον Όρος και εκεί να ζήσει την ασκητική ζωή, μόνος μόνω Θεώ. Κανείς δεν τον ήξερε από τους ανθρώπους – κι ο άγιος Πορφύριος τον γνώρισε «κατά λάθος» όταν ήταν νεαρός, μόλις δεκαεπτά ετών. Ο Θεός όμως θέλησε να τον καταστήσει γνωστό μέσω του δούλου Του Πορφυρίου, γιατί εκείνου, του Δημά, τα χαρίσματα έλαβε επειδή ήταν έτοιμη και αγαθή γη. Θυμίζει την ανάλογη περίπτωση του αγίου Παύλου του Θηβαίου, τον οποίο «ανακάλυψε» ο μέγας άγιος Αντώνιος. Χωρίς τον Αντώνιο θα ήταν ο όσιος Παύλος ένας μεγάλος αλλά εντελώς άγνωστος. Όμως τελικώς αυτό δεν έχει σημασία. Γιατί οι μεγάλοι κατά την πίστη μας είναι οι θεωρούμενοι πιο μικροί. Όσο μικρότερος φαίνεσαι σ’ αυτόν τον κόσμο, όσο αφανέστερος και άγνωστος, τόσο μεγαλύτερος και φανερός είσαι ενώπιον του Θεού. Κι αυτό συμβαίνει γιατί η αφάνεια αυτή που περικλείει τον πλούτο των χαρισμάτων του Θεού αποκαλύπτει τη σπουδαιότερη και μεγαλύτερη όλων των αρετών, την ταπείνωση. Στην ταπείνωση και στην κρυμμένη ζωή είσαι ατόφιος ο εαυτός σου – δεν «ζαλίζεσαι» από τα μπράβο και τα εύγε των ανθρώπων, τα οποία λειτουργούν πάντοτε αποπροσανατολιστικά για τον άνθρωπο. Για τον άγιο Πορφύριο η αφάνεια και ταπείνωση αυτή συνιστά την τελειότητα. «Ναι, ναι, είναι ένα τέλειο πράγμα αυτό. Ένα τέλειο, ένα ανιδιοτελές. Ανιδιοτέλεια, λατρεία, αγιοσύνη, ενώπιος ενωπίω, χωρίς ανθρωπαρέσκεια. Ο δούλος τω Δεσπότη. Τίποτ’ άλλο απολύτως». Κι είναι ο ίδιος ο Θεός ο Οποίος θέλει κατά καιρούς, προκειμένου να βοηθήσει τους υπόλοιπους εμάς, να αποκαλύπτει τέτοιους αγίους Του – γίνονται οι μεσίτες και οι πρεσβευτές μας για τη σωτηρία μας. Οι άνθρωποι αυτοί που με την προσευχή τους «ενοχλούν» τον Θεό για χάρη μας και μάλιστα αδιάκοπα, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέτες της ανθρωπότητας. Χάριν αυτών στέκεται ακόμη ο κόσμος, με την έννοια ότι Κύριος ο Θεός παρατείνει τον ερχομό Του για δεύτερη φορά ώστε περισσότεροι άνθρωποι να μετανοήσουν και να μετάσχουν στη Βασιλεία Του. Σ’ έναν κόσμο πεσμένο στην αμαρτία, δηλαδή στην αλαζονεία και την υπερηφάνεια και το φαίνεσθαι, οι άνθρωποι αυτοί, όταν γίνονται γνωστοί, αποτελούν τη μεγαλύτερη κρίση και τον μεγαλύτερο έλεγχο. Γιατί διαλαλούν μέσα στην αφάνειά τους το πόσο «κενοί» και «ψεύτικοι» και «τενεκέδες» είμαστε οι πολλοί – αποκαλύπτουν την απιστία της ζωής μας, ακόμη και ημών των θεωρουμένων πιστών.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ

«Αυτοί οι θειότατοι μάρτυρες που μαζεύτηκαν από διαφόρους τόπους και έφτασαν στην Κύζικο, ντρόπιασαν τον άρχοντα με τη γενναιότητα του φρονήματός τους και αρνήθηκαν με βδελυγμία την πλάνη των ειδώλων. Υποβλήθηκαν γι᾽αυτό σε διάφορα βασανιστήρια, χωρίς βεβαίως να πειστούν να αλλάξουν. Το αντίθετο μάλιστα: πρόσφεραν στον αληθινό Θεό ζωντανή θυσία τους εαυτούς τους, οπότε φονεύτηκαν με ξίφος».

Εικονίζουν τα εννέα άυλα τάγματα των αγγέλων οι άγιοι εννέα μάρτυρες οι εν Κυζίκω αθλήσαντες. Που σημαίνει: όπως οι άγγελοι δοξολογούν  αενάως τον Τριαδικό Θεό ευρισκόμενοι πάντοτε σε ετοιμότητα υπακοής στο πανάγιο θέλημά Του, κατά τον ίδιο τρόπο και αυτοί: υπήκουσαν όσο ζούσαν στη ζωή αυτή στο θέλημα του Κυρίου, πρόσφεραν μάλιστα και την ίδια τη ζωή τους χάριν Αυτού, γι᾽αυτό και χαριτώθηκαν από τον Ίδιο να Τον δοξολογούν μαζί με τους αγγέλους αδιάκοπα στον ουρανό. Οι στίχοι του συναξαρίου των αγίων, όπως και πολλά τροπάρια από τις ωδές, αυτήν την αλήθεια προβάλλουν. «Αποτελούν εικόνα των εννέα άυλων αγγελικών ταγμάτων οι εννέα άνδρες, των οποίων έκοψαν τα κεφάλια». «Δυναμωθήκατε από το σθένος του Αγίου Πνεύματος και νικήσατε τις βουλές και τις παγίδες των ανόμων, ζώντας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Κι αφού αγωνιστήκατε νόμιμα αποκτήσατε τη δόξα του Ουρανού» (ωδή γ´). Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος απαρχής τονίζει αυτό που η Εκκλησία μας, βασισμένη στον άγιο λόγο του Κυρίου, εξαγγέλλει διαρκώς: κανένας δεν παίρνει το στεφάνι από τον Θεό, αν δεν αγωνιστεί νόμιμα, σύμφωνα δηλαδή με το θέλημα του Θεού. «Ουδείς αθλητής στεφανούται, αν μη νομίμως αθλήση» (απ. Παύλος). Ό,τι κι αν κάνει ο άνθρωπος, ό,τι πορεία ζωής αν θελήσει να ακολουθήσει, ποτέ δεν πρόκειται να έχει πραγματική σχέση με τον Θεό, κάνοντας πέρα τις άγιες εντολές Του. «Διά των εντολών όδευσον» είναι η μόνιμη προτροπή των αγίων Πατέρων μας και της Εκκλησίας μας, που θα πει να περιπατούμε εν τω Χριστώ. «Εν Αυτώ περιπατείτε» (απόστ. Ιωάννης).

Ο άγιος υμνογράφος, πέραν της παραπάνω αλήθειας που αποτελεί το κεφάλαιο της αγιότητας των εννέα μαρτύρων, μένει και σε κάτι που αποτελεί αποδεικτικό στοιχείο της ορθής πορείας ζωής των εννέα: την ενότητά τους. Οι άγιοι, μολονότι εννιά στον αριθμό και προερχόμενοι μάλιστα από διαφορετικές περιοχές, είχαν μία ψυχή και μία καρδιά. Ό,τι σημειώνει για την πρώτη κοινότητα των Ιεροσολύμων ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι δηλαδή οι χριστιανοί «είχαν τα πάντα κοινά, διότι είχαν μία καρδιά και ένα φρόνημα όλοι τους», ό,τι εύχεται η Εκκλησία μας, στοιχούσα στην εντολή του αρχηγού της Ιησού Χριστού: «ίνα πάντες εν ώσιν», αυτό ακριβώς βλέπουμε στους εννέα σήμερα ήρωες της πίστεως. Μπορεί να ήταν εννιά σώματα, μία όμως ήταν η γνώμη τους, λόγω της κοινής πίστεως και αγάπης τους προς τον Χριστό. Κι από την άποψη αυτή όπου υπάρχει διάσπαση και έχθρα και μίσος, ακόμη κι αν ομολογείται η ίδια πίστη, Χριστός εκεί δεν υφίσταται. «Έχοντας μία γνώμη στα διαφορετικά σώματά σας, πήρατε μαζί το στεφάνι του μαρτυρίου, μάρτυρες» (ωδή δ´). Κι αλλού: «Έξι νέοι, μαζί με άλλους τρεις, απέκτησαν μία γνώμη σε πολλά σώματα και κατάσβεσαν το καμίνι της πλάνης, γιατί δροσίζονταν ευσεβώς από τη δροσιά του θείου Πνεύματος» (ωδή ζ´).

Η εν πίστει και αγάπη ενότητά τους αυτή, φανέρωση της παρουσίας του Χριστού στη ζωή τους, αποκορυφούμενη και στο κοινό τους μαρτύριο, τους έκανε, κατά τον υμνογράφο, να λειτουργούν στον κόσμο αφενός ως βροχή που αναζωογονεί τους πιστούς, αφετέρου ως δύναμη ξηρασίας για την πλάνη της αθεῒας. Με άλλα λόγια, η μεγαλύτερη προσφορά ενός πιστού, προκειμένου να βοηθήσει τους συνανθρώπους του στο να βρουν τον δρόμο της ζωντανής πίστεως και να δώσει αποφασιστικό πλήγμα κατά της δαιμονικής και διαστροφικής αθεῒας που αποξηραίνει τη ζωή, είναι να ζει ο ίδιος εν Χριστώ, έτοιμος να θυσιάσει και τη ζωή του για την πίστη του. Ο άγιος Ιωσήφ μάς καθοδηγεί και επ᾽αυτού: «Αναδειχτήκατε, σοφοί αξιοθαύμαστοι αθλητές, μυστικές νεφέλες που προσφέρουν τη βροχή με τις στάλες των αιμάτων σας στους πιστούς, και ξεραίνουν με τη χάρη του Θεού την πλάνη της αθεῒας. Γι᾽αυτό και σας μακαρίζουμε» (ωδή α´). «Με τους ποταμούς των ιερών σας αιμάτων αποξηράνατε τη θάλασσα πράγματι της ειδωλικής απάτης και καταποτίσατε την Εκκλησία του Χριστού, θεόφρονες μάρτυρες» (ωδή ς´).

27 Απριλίου 2022

ΤΟΝ ΑΔΗ ΜΟΥ ΤΟΝ ΕΚΑΝΕ ΔΙΚΟ ΤΟΥ!

 

Όλα τώρα πλημμύρισαν από το Φως π’ ανέτειλε

απ’ την παστάδα του Παναγίου Τάφου Σου, Κύριε.

 Όλα! Εκτός από τη σκοτεινιασμένη ψυχή μου.

Εκείνη πωρωμένη κείται στον τάφο του Άδη της

κρυμμένη αμετανόητα πίσω από τα πάθη της...

Μα ο Αναστημένος δεν απελπίζεται. 

Ίδια Μάνα ξαγρυπνά μ' υπομονή στο πλάι μου

γιατί τον Άδη μου τον έκανε δικό Του.

Προσμένει τη χαραμάδα της απόγνωσής μου!