09 Ιουλίου 2022

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΤΑΥΡΟΜΕΝΙΑΣ

 


«῾Ο ἅγιος Παγκράτιος καταγόταν ἀπό τήν ᾽Αντιόχεια, ἐνῶ χειραγωγήθηκε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπό τόν ἀπόστολο Πέτρο, ἀπό τόν ὁποῖο καί χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ταυρομενίου. Συναντήθηκε κάποια στιγμή μέ τούς ναυτικούς Ρωμύλο καί Λυκαονίδη, ὁπότε καί πῆγε στή Σικελία, τούς κατοίκους τῆς ὁποίας ὁδήγησε στήν εἰς Χριστόν  πίστη ἀπαρχῆς.  ῞Οταν μάλιστα ἔφθασαν στό νησί ὁ Φάλκων καί ὁ Λύσσων, ἐξαφάνισε τά δαιμονικά εἴδωλα καί ἔκανε τόν ἡγεμόνα τοῦ τόπου Βονιφάτιο νά πιστέψει στόν Χριστό καί νά σέβεται τήν ᾽Εκκλησία. ῾Ο ἅγιος θεράπευε κάθε ἀσθένεια καί πρόσθετε καθημερινά πολλά πλήθη στήν ἀληθινή πίστη τοῦ Θεοῦ, ἐντάσσοντάς τα στήν ᾽Εκκλησία διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, μέχρις ὅτου λόγω ἀπουσίας τοῦ ἡγεμόνα Βονιφατίου φονεύτηκε ἀπό τούς αἱρετικούς Μοντανούς».

 

Μπορεῖ νά μήν εἶναι ἰδιαιτέρως γνωστός στήν ἐποχή μας ὁ ἅγιος Παγκράτιος, ὅμως τυγχάνει ἀποστολικός Πατέρας, ἰσοστάσιος σχεδόν τοῦ ἀποστόλου Πέτρου κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο του Θεοφάνη, ἀφοῦ ὁ μέγας ἀπόστολος τόν χειραγώγησε στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί τόν κατέστησε ἐπίσκοπο, ἐξαποστέλλοντάς τον μάλιστα στή Δύση προκειμένου νά φέρει τό φῶς τῆς ἀλήθειας σ᾽ αὐτήν. Πρόκειται, κατά τήν ὡραία εἰκόνα τοῦ ποιητῆ, γιά δεύτερο ποτάμι, συνέχεια τοῦ πρώτου καί μεγάλου, τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, τό ὁποῖο ἄρδευσε τίς χερσωμένες καρδιές καί ἀποξήρανε τά ποτάμια τῆς ἀσέβειας. ῎Η κατά ἄλλη εἰκόνα ὑπῆρξε ὁ ἅγιος πολύφωτος ἀστέρας πού πῆρε τό φῶς ἀπό τίς φωτοβόλες ἀκτίνες τοῦ Πέτρου, προκειμένου ἀκριβῶς νά φωταγωγήσει τούς πεσμένους στά βάραθρα τῆς ἀγνωσίας ἀνθρώπους τῆς Δύσης.

 «᾽Αφοῦ ἀρδεύτηκε καί γέμισε ὁ Πέτρος ἀπό τήν ἀκρότομη πέτρα τόν Χριστό, σέ στέλνει σάν ἄλλο ποταμό νά ἀρδεύεις χερσωμένες ψυχές καί νά ἀποξηραίνεις τά ποτάμια τῆς ἀσέβειας μέ τά ρεύματα τοῦ θείου κηρύγματος» (ὠδή δ´). «Μέ τά φωτοβόλα πυρσεύματα τοῦ Πέτρου καταυγάσθηκες στήν ψυχή καί τή διάνοια, καί σάν πολύφωτος ἀστέρας ἔφθασες στή Δύση, φωταγωγώντας μέ τίς διδαχές τούς ξεπεσμένους στά βάραθρα τῆς ἀγνωσίας, Παγκράτιε» (ὠδή θ´).

῾Ως καλός θεολόγος ὅμως ὁ ὑμνογράφος ἅγιος Θεοφάνης γνωρίζει ὅτι ἡ παράδοση τοῦ Πέτρου πρός τόν Παγκράτιο γιά τή διακονία τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων ἀποτελεῖ στήν πραγματικότητα παράδοση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Πνεύματός Του πρός αὐτόν. Διότι ἀσφαλῶς ὅ,τι ἔχουν ὡς χάρη οἱ ἀπόστολοι εἶναι χάρη τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου, τήν ὁποία διοχετεύει ὁ ῎Ιδιος μέσω αὐτῶν καί στούς ὑπολοίπους μαθητές Του. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος μέ ἄλλα λόγια ἔχει τόν πρῶτο καί τελευταῖο λόγο γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, οἱ δέ ἀπόστολοι καί ὅλοι οἱ μετά ἀπό αὐτούς ἀπόστολοι συνιστοῦν ὄργανα ᾽Εκείνου πού διακονοῦν τό ἔργο Του. Κι αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τῆς χριστιανικῆς μας πίστεως: ἡ σχέση μας μέ τόν Θεό εἶναι ἄμεση καί προσωπική μέ τόν ῎Ιδιο, ἐνῶ βεβαίως οἱ ἀπόστολοί Του, ὅπως καί οἱ διάδοχοί τους ἐπίσκοποι ἀποτελοῦν τά ἐχέγγυα τῆς γνήσιας αὐτῆς σχέσης μας πρός Αὐτόν, πού σημαίνει ὅτι ἔχουμε κοινωνία μέ τόν Χριστό καί τόν Τριαδικό Θεό μας, ὅταν διατηροῦμε κοινωνία μέ τούς ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους. Γι᾽ αὐτό λοιπόν ὁ ἅγιος Θεοφάνης δέν παραλείπει νά σημειώσει: «Μέ τό πῦρ τοῦ Παρακλήτου ἀναδείχτηκες  πυρίπνοος, Παγκράτιε σοφέ, κι ἔφλεξες ἔτσι τήν ἀπάτη» (ὠδή δ´). «Σοῦ χαρίτωσε καί σοῦ λάμπρυνε τόν νοῦ πλούσια ὁ ᾽Ιησοῦς πού εἶναι ὁ φωτισμός καί ὁ Θεός ὅλων, καί ἔτσι ἔσωσε ἀπό τήν ἀλογία τούς λαούς μέ τόν λόγο σου» (ὠδή ς᾽).

Εἶναι περιττό βεβαίως νά σημειώσουμε ὅτι ὁ ἅγιος ποιητής ὑπενθυμίζει ὅτι ἡ δύναμη τῶν λόγων τοῦ ἁγίου Παγκρατίου, μέ τήν ὁποία μετέστρεφε στήν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ τούς ἀνθρώπους, ἦταν δύναμη πού ἐνισχυόταν ἀφενός μέ τά θαύματα πού ἔκανε – μή λησμονοῦμε ὅτι κατά τήν πίστη μας τό θαῦμα ἔρχεται ὡς ὑπομνηματισμός τοῦ λόγου καί συνέχεια αὐτοῦ - καί ἀφετέρου μέ τόν ἁγιασμένο βίο του, τόν ὁποῖο σφράγισε καί μέ τό ἅγιο μαρτύριό του. ῎Αλλωστε μόνον ὁ λόγος χωρίς τή στήριξη τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς πολύ λίγα μπορεῖ νά προσφέρει στόν ἄνθρωπο. Γιά τόν ἅγιο Παγκράτιο ἴσχυε ὅ,τι καί γιά τούς ἀποστόλους καί ὅλους βεβαίως τούς ἁγίους: ῾οἷος ὁ λόγος, τοῖος ὁ βίος᾽. ῎Ετσι ὁ ἅγιος Παγκράτιος δίδασκε καί μέ τόν λόγο του, ἀλλά καί μέ τή σιωπή του, γι᾽ αὐτό καί ὑπῆρξε μία ἀκόμη φανέρωση τοῦ Χριστοῦ μέσα στόν κόσμο. Μέ τά ἴδια τά λόγια τοῦ ἁγίου Θεοφάνη: «῾Ο βίος σου ἀστράπτοντας ἀπό τίς θεῖες καλλονές, μαύρισε τίς ὁρμές ὅλων τῶν δαιμόνων» (ὠδή δ´). «Προσέλκυσες τούς λαούς μέ τά θαύματά σου» (ὠδή ε´). «῾Ιερούργησες, σοφέ, τό εὐαγγέλιο τοῦ Θεοῦ καί σφράγισες τίς ἔνθεες διδαχές σου λαμπρά μέ τό αἷμα σου, ἱερομύστα μάρτυς Παγκράτιε» (ὠδή ς΄). 

08 Ιουλίου 2022

ΟΙ ΣΥΜΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΔΙΔΑΣΚΟΥΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ

 

«Οι συμφορές και οι κίνδυνοι δίδαξαν πολλούς να προσεύχονται. Μ’ επισκέφτηκε κάποτε στην αποθήκη τροφίμων ένας στρατιωτικός, που κατευθυνόταν στη Θεσσαλονίκη. Η ψυχή μου τον αγάπησε και του λέγω: «Προσεύχου στον Κύριο να λιγοστέψουν οι θλίψεις». Κι αυτός απαντά: «Ξέρω να προσεύχομαι. Το έμαθα στον πόλεμο, όταν ήμουν στις μάχες. Παρακαλούσα θερμά τον Κύριο να με φυλάξει ζωντανό. Τα βόλια έπεφταν, τα βλήματα έσκαζαν και λίγοι έμειναν στη ζωή. Αν και πήγα πολλές φορές στη μάχη, ο Κύριος με φύλαξε». Ενώ τα έλεγε αυτά, έδειχνε πως προσευχόταν και από τη στάση του σώματός του φαινόταν πως ήταν όλος βυθισμένος στον Θεό» (Οσίου Σωφρονίου, Ο άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας). 

 

Ένας από τους πιο βαθιά προσευχομένους ανθρώπους της συγχρόνου εποχής, που θα πει τους ολοκληρωτικά στραμμένους με μεγάλο πόθο στην αγάπη του Θεού, ήταν ο μεγάλος όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης. Ο εξίσου μεγάλος Σωφρόνιος ευτύχησε, όπως ομολογεί, να έχει ως Γέροντά του τον Σιλουανό τα τελευταία οκτώ έτη της ζωής του οσίου και ευτυχήσαμε και εμείς μαζί του, γιατί ο Θεός τον φώτισε και διέσωσε τα πολύτιμα χειρόγραφά του, τα οποία και σχολίασε μυώντας μας στο απόθετο κάλλος τους, συνεπώς φέρνοντας ενώπιόν μας έστω και ως υποψία κάτι από τη βαθιά καρδιά του μεγάλου Αθωνίτη. Κι είναι διπλό το καλό, ας πούμε εν παρενθέσει, από την εμπνευσμένη ενέργειά του. Πρώτον γιατί φάνηκε πολύ καθαρά πως το Πνεύμα του Θεού σε κάθε εποχή όπου συναντά άνθρωπο με πόθο και αγάπη προς Αυτόν, εκεί προσφέρεται πλουσιοπάροχα – «ουκ εκ μέτρου δίδωσι το Πνεύμα του ο Θεός». Δεύτερον, γιατί ενώπιον του αγίου και του ιλιγγιώδους πνευματικού ύψους του κατανοούμε οι σύγχρονοι χριστιανοί πόσο μικροί και μηδαμινοί είμαστε, πόσο τα θεωρούμενα «κατορθώματά» μας μοιάζουν ψελλίσματα βρέφους μπροστά σε σοφό επιστήμονα, που σημαίνει ότι μαζί του τελικώς προχωρούμε κι εμείς λόγω ακριβώς της ταπείνωσής μας αυτής.

Όχι μόνο τα σχόλια του μαθητή και υποτακτικού αγίου Σωφρονίου, αλλά κυρίως τα ίδια τα έργα του οσίου Σιλουανού αποκαλύπτουν ότι κάθε λόγος του οσίου είναι καρπός και απαύγασμα προσευχής. Εκείνος, ως αληθώς προσευχόμενος, είχε τον φωτισμό να διακρίνει ακόμη και από τη στάση του ανθρώπου που συναντούσε αν όντως αυτός σχετιζόταν με τον Θεό εν προσευχή ή όχι – ό,τι επισημαίνει ο απόστολος Παύλος για τον αληθινό χριστιανό: «ο πνευματικός ανακρίνει πάντα, αυτός δε υπ’ ουδενός ανακρίνεται». Το ομολογεί απερίφραστα ο όσιος: «και από τη στάση του σώματός του φαινόταν πως ήταν όλος βυθισμένος στον Θεό». Εμείς το καταλαβαίνουμε από τα κείμενά του, γιατί μιλούν για την προσευχή, τις προϋποθέσεις αυτής, τα ενεργήματά της, τις δυσκολίες και τους κινδύνους που μπορεί να αναπτυχθούν από τη μη ορθή εξάσκησή της, με τον τρόπο που βλέπουμε στην Αγία Γραφή, στους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, στους βίους των αγίων μας. Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σοφοί μεγάλοι σύγχρονοι θεολόγοι και ιεράρχες έχουν εν ταπεινώσει ομολογήσει ότι κάθε πρόταση του αγίου Σιλουανού μπορεί να αποβεί έναυσμα για ολόκληρη πραγματεία – είναι τέτοιο το βάθος της σοφίας του λόγου του που απαιτούνται πολλοί άλλοι λόγοι για να αναλυθεί και να γίνει σαφές σε εμάς τους πολλούς.

Ας δώσουμε ένα δείγμα από τον λόγο του για την προσευχή: «Όποιος αγαπά τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον και η θύμηση του Θεού γεννά την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι∙ και χωρίς την προσευχή δεν θα παραμείνει η ψυχή στην αγάπη του Θεού, γιατί η χάρη του Αγίου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή».

«Η προσευχή δίνεται στον προσευχόμενο. Η προσευχή που γίνεται μόνο από συνήθεια, χωρίς καρδιά συντετριμμένη για τις αμαρτίες της, δεν είναι αρεστή στον Θεό. Θα διακόψω για λίγο τον λόγο για την προσευχή. Νοσταλγεί η ψυχή μου τον Κύριο και Τον αναζητώ με πόθο και η ψυχή μου δεν μπορεί να σκέφτεται τίποτε άλλο».

«Ω άνθρωπε, μάθε την κατά Χριστόν ταπείνωση και θα σου χαρίσει ο Κύριος να γευτείς τη γλυκύτητα της προσευχής».

Τι λέει επιπλέον όμως ο όσιος Σιλουανός στο απόσπασμα του λόγου του με το οποίο ξεκινήσαμε; Ότι βεβαίως ο ίδιος ο Κύριος διδάσκει την προσευχή σ’ εκείνον που αγωνίζεται σ’ αυτήν: «Αυτός εστιν ο διδούς ευχήν τω ευχομένω» κατά τη Γραφή, όμως και «οι συμφορές και οι κίνδυνοι δίδαξαν πολλούς να προσεύχονται». Διότι όπως είναι ευνόητο στις δύσκολες αυτές καταστάσεις όπου διακυβεύεται η ίδια η ζωή του ανθρώπου η μόνη καταφυγή, ιδίως για έναν χριστιανό, είναι ο Θεός. Όταν δεν έχεις κανένα ανθρώπινο και επίγειο αποκούμπι – και στις συμφορές και στους κινδύνους πράγματι εξανεμίζονται όλα τα ανθρώπινα στηρίγματα – πού αλλού να στραφείς πέραν του Θεού σου; Ακόμη και δηλωμένοι άθεοι στους κινδύνους βλέπουμε να βοούν προς τον Κύριο, γιατί στον κίνδυνο για τη ζωή χάνεται η όποια «παλληκαριά» και η κάθε ψευδαίσθηση της δύναμης του ανθρώπου. Ο κίνδυνος με άλλα λόγια, όπως η εμπειρία του καθενός μας επιβεβαιώνει, προκαλεί τον άνθρωπο να ξυπνήσει πνευματικά και να φέρει το κρυμμένο βάθος της ψυχής του στην επιφάνεια. Θυμίζει τούτο αυτό που έλεγε εκείνος ο όσιος ασκητής, ο οποίος όταν ρωτήθηκε ποιος τον έμαθε να προσεύχεται απάντησε: ο διάβολος. Εξηγώντας: από τις κατά παραχώρηση του Κυρίου επιθέσεις του, εγώ διαρκώς κατέφευγα στον Κύριο!

Ο συγκεκριμένος αξιωματικός που γνώρισε ο άγιος Σιλουανός κράτησε όμως την προσευχή και μετά τους κινδύνους από τις μάχες που έλαβε μέρος – έμαθε να προσεύχεται και συνέχισε να βαθαίνει τη σχέση του με τον Θεό και στην περίοδο της ειρήνης. Δυστυχώς πολλοί δεν επιτελούν το ίδιο. Σε κινδύνους που αντιμετωπίζουν δηλαδή καταφεύγουν στον Θεό πράγματι, Τον επικαλούνται με πόνο, νιώθουν την ευεργετική παρουσία Του, αλλ’ όταν «ησυχάζουν» επανέρχονται στον προηγούμενο εγωιστικό τρόπο ζωής τους. Σαν την περίπτωση των εννέα από τους δέκα λεπρούς του Ευαγγελίου, οι οποίοι στράφηκαν προς τον Κύριο, Τον επικαλέστηκαν, θεραπεύτηκαν αλλά μετά Τον… διέγραψαν! Ο ένας μόνο σκέφτηκε να γυρίσει και να Τον ευχαριστήσει, φανερώνοντας ότι θέλει να κρατήσει τη σχέση του μ’ Εκείνον. Γι’ αυτό βεβαίως και ήταν ο μόνος που πράγματι «σώθηκε» - βρήκε τον Θεό του!

Ο Κύριος μας διδάσκει την προσευχή, κυρίως μέσα από τους πειρασμούς. Το ζητούμενο όμως για τη σωτηρία μας δεν είναι απλώς η επίκλησή Του κάποιες στιγμές της ζωής μας, αλλά η «μάθηση» της αγάπης Του. Όταν με επίγνωση αποκτήσουμε λίγη έστω αίσθηση του πόσο μας αγαπά, τότε θα παλεύουμε για την προσευχή δίχως σταματημό και ανάπαυλα. Γιατί θα έχουμε γευτεί, κατά τον μεγάλο όσιο, τη γλυκύτητα της παρουσίας Του. «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».  

07 Ιουλίου 2022

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΚΥΡΙΑΚΗ

 


«Ἡ ῾Αγία Κυριακή ἔζησε τίς τελευταῖες δεκαετίες τοῦ 3ου καί ἀρχές τοῦ 4ου μ. Χ. αἰ. ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ. Οἱ γονεῖς της ἦταν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι μετά πολλά χρόνια ἀτεκνίας ἔφεραν στόν κόσμο τήν κόρη τους, πού τήν ὀνόμασαν Κυριακή, ὡς γεννημένη τήν ὁμώνυμη ἡμέρα καί ὡς ἀφιερωμένη στόν Κύριο. Συνελήφθησαν γονεῖς καί κόρη γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό καί ὁδηγήθηκαν σέ διαφορετικά μέρη, προκειμένου νά βασανιστοῦν γιά νά ἀλλαξοπιστήσουν. Ἡ νεαρή παιδούλα Κυριακή, ἀφοῦ ὑπέστη σκληρά μαρτύρια, χωρίς νά ἀλλάξει ἐπ᾽ οὐδενί τήν πίστη της, τήν ὁποία διαρκῶς καί ὁμολογοῦσε - ῾Χριστιανή εἶμαι᾽, ἔλεγε διαρκῶς - ὁδηγήθηκε σέ εἰδωλολατρικό ναό, γιά νά θυσιάσει στά εἴδωλα, τά ὁποῖα ὅμως μέ μόνη τήν παρουσία της, πού συνοδεύτηκε ἀπό σεισμό, ἔγιναν κομμάτια. Τήν ἔβαλαν σέ φωτιά, ἡ ὁποία, ὅπως καί στούς τρεῖς παῖδες καί στόν ἅγιο Πολύκαρπο, δέν ῾τόλμησε᾽ νά τήν πειράξει στό παραμικρό. Τήν πῆγαν στά θηρία, πού καί αὐτά, ὅπως παλαιά μέ τόν προφήτη Δανιήλ, δέν τῆς ἔκαναν κανένα κακό. Τότε, μανιασμένος ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας διέταξε νά τήν ἀποκεφαλίσουν, ἀλλά στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου ἡ ἁγία, ἀφοῦ προσευχήθηκε, ξάπλωσε καί παρέδωσε τήν ἁγία της ψυχή στά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ της, χωρίς νά προλάβουν οἱ δήμιοι νά ἐπιτελέσουν τό φρικτό ἔργο τους».

 

       Τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς χρησιμοποιεῖ τό ὄνομα τῆς ἁγίας,  Κυριακή, για να μᾶς καθοδηγήσει στήν οὐσία τῆς ἁγιότητάς της: φάνηκε ἡ ἁγία «ὡς ἀνδρεία τῷ φρονήματι, κυρία νοός τε καί παθῶν ἀπρεπῶν». Μέ ἀνδρικό τό φρόνημα, μέ πίστη σταθερή καί ἀκατάβλητη, ὑπῆρξε κυρία τοῦ νοῦ καί τῶν ἀπρεπῶν παθῶν τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ κυριαρχία αὐτή πάνω στά πάθη καί τίς κακίες, ὥστε ὁ νοῦς νά λειτουργεῖ μέ φυσικό τρόπο, δηλαδή προσβλέποντας στόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό, φανερώνει τό παρθενικό ἦθος τῆς ἁγίας. Ἡ παρθενικότητά της ἐγκωμιάζεται μέ ἔντονο λυρισμό ἀπό τήν ὑμνολογία τῆς ᾽Εκκλησίας: «᾽Ακούσωμεν τῆς Παρθένου ἐγκώμιον: ῏Ω Παρθενία, ναός Θεοῦ! ὦ Παρθενία, Μαρτύρων δόξα! ὦ Παρθενία, ᾽Αγγέλων συνόμιλε».

       Πρέπει νά διευκρινίσουμε βεβαίως ὅτι γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη μας ἡ ἔννοια τῆς παρθενίας δέν ἐξαντλεῖται σέ ὅ,τι σήμερα οἱ πολλοί κατανοοῦν: ὡς μία σωματικῆς φύσεως μόνο διαφύλαξη τοῦ ἀνθρώπου. Μία τέτοια μονομερής κατανόηση τῆς παρθενίας δέν θεωρεῖται χαρισματική κατάσταση, ἀφοῦ μπορεῖ νά τήν ἔχουν πολλοί, ἀλλά νά μή σχετίζονται καθόλου μέ τόν Θεό οὔτε καί νά ἀνήκουν κἄν στό χῶρο τῆς ᾽Εκκλησίας. Μή ξεχνᾶμε ἄλλωστε ὅτι ὑπάρχουν θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες σ᾽ αὐτό τό σημεῖο ὡς κάτι τό ἀπόλυτο ἐπικεντρώνουν τήν ὅλη ἠθική τους. Κι ἀπό τήν ἄλλη, ἡ γνωστή παραβολή τοῦ Κυρίου μας περί τῶν δέκα παρθένων, ἀπό τίς ὁποῖες οἱ πέντε παρ᾽ ὅλη τήν παρθενία τους ἔμειναν «ἐκτός νυμφῶνος», ἐπιβεβαιώνει ἀκόμη περισσότερο τή μή χαρισματική ἀπό μόνη της αὐτή κατάσταση. Γιά τήν ᾽Εκκλησία μας, ἡ παρθενία ἐκτείνεται σέ ὅλο τό φάσμα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης: ἀγκαλιάζει τήν ψυχή καί τό σῶμα, τόν νοῦ καί ὅλες τίς δυνάμεις του, τή λογική, τά συναισθήματα καί κυρίως τίς ἐπιθυμίες. Μέ ἄλλα λόγια, ἡ παρθενία ὡς ἀρετή εἶναι πρωτίστως ἐσωτερική, τῆς ψυχῆς, κατάσταση, καί κατ᾽ ἐπέκταση σωματική. ῎Αν ὁ νοῦς δέν εἶναι παρθένος, δηλαδή δέν στέκει ὡς φρουρός ξάγρυπνος, ὥστε νά ἐλέγχει τούς ὅποιους λογισμούς πᾶνε νά ἀναπτυχθοῦν, εἴτε ἀπό τήν ἴδια τήν ἀνθρώπινη φύση εἴτε ἀπό τόν διάβολο, τότε μικρή ἤ καί μηδαμινή σημασία ἔχει ἡ σωματική παρθενία, κάτι πού σημαίνει ὅτι τήν παρθενία μπορεῖ νά τήν ἔχουν καί οἱ ἔγγαμοι καί οἱ ἄγαμοι. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἔχει τονιστεῖ ἐπαρκῶς ὅτι ἡ συζυγική πιστότητα, ψυχική καί σωματική, σ᾽ ἕνα χριστιανικό ζευγάρι, ἀντιστοιχεῖ στήν ἀρετή τῆς παρθενίας πού ὑπόσχεται ὁ μοναχός.

       Μία τέτοια συνολική ἔννοια τῆς παρθενίας θεωρεῖται ὅτι κατορθώνεται μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό μόνος του δέν ἔχει μία τέτοια δυνατότητα, πού σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι παρθένος χωρίς νά εἶναι μέλος Χριστοῦ. Ὁ βαπτισμένος καί χρισμένος Χριστιανός, αὐτός νιώθει τή δύναμη τοῦ πνεύματος τοῦ Θεοῦ, πού τόν ἐνισχύει νά ἀντιπαλαίει πρός ὅ,τι πονηρό πάει νά ἀλλοιώσει τήν ὕπαρξή του. «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν» εἶπε ὁ Κύριος, ἐνῶ γιά τήν ἁγία μας σήμερα, μεταξύ τῶν ἄλλων, ὁ ὑμνογράφος σημειώνει ἐπ᾽ αὐτοῦ: «φωτίστηκε ἡ ἔνδοξη Κυριακή, φιλάνθρωπε Χριστέ, ἀπό τό δικό Σου φῶς καί ξέφυγε ἀπό τό σκοτάδι τῆς πολύθεης ἀπάτης». ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή, ἡ παρθένος ψυχή σώζεται, δηλαδή σχετίζεται μέ τόν Θεό, ὅταν γίνεται ταυτοχρόνως νύμφη ψυχή. ῎Αν ὁ ἄνθρωπος δέν δεχθεῖ τόν Χριστό ὡς νυμφίο τῆς ψυχῆς του, τότε σωτηρία δέν ὑφίσταται. Τό ζητούμενο λοιπόν γιά κάθε πιστό - κάτι πού κατορθώθηκε ἤδη ἀπό τούς ἁγίους καί ἀπό τήν σήμερον ἑορταζομένη Κυριακή - εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τόν Χριστό. «Εἰς ὀσμήν μύρου σου ἔδραμον, Χριστέ ὁ Θεός, ὅτι τέτρωμαι τῆς σῆς ἀγάπης ἐγώ. Μή χωρίσῃς με Νυμφίε ἐπουράνιε», πού λέει καί τό δοξαστικό τῶν στιχηρῶν τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς ἁγίας. Ὅτι, μέ τούς παραπάνω ὅρους, τό πρότυπο γιά τόν κάθε πιστό εἶναι ἡ Παναγία, ὡς Παρθένος καί νύμφη ἀνύμφευτος, εἶναι περιττό καί νά σημειώσουμε.  

Ταῖς πρεσβείας τῆς μεγαλομάρτυρος Κυριακῆς, Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τάς ψυχάς ἡμῶν.

 

06 Ιουλίου 2022

Η ΜΑΝΑ ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΕ ΑΚΟΥΣΕ!

 

«Είπε ο μακαριστός άγιος Γέρων π. Γεώργιος (Κρητικός): “Κάποιος αδελφός, πολύ γνωστός μου, με πρόσβαλε κι η καρδιά μου πικράθηκε. Πρόσπεσα γονατιστός στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου με δάκρυα στα μάτια, να μου πάρει την πίκρα από μέσα μου. Κι η Μάνα με άκουσε. Ένιωσα την πίκρα να φεύγει και μια θερμή αγάπη για τον αδελφό μαζί με άφατη χαρά πλημμύρισαν την καρδιά μου”» (Από το βιβλίο των εκδ. «ακολουθείν», Ο Γέροντας του Πειραιά, π. Γεώργιος Κρητικός, Δεκέμβριος 2020). 

 

Ο μακαριστός Γέροντας του Πειραιά π. Γεώργιος (Κρητικός), τον οποίο υπερβαλλόντως αγαπούσε και ο πνευματικός του όσιος Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης – σημειωτέον ότι από το 1946 ο Γέρων Γεώργιος τον είχε πνευματικό, πλην των χρόνων που πήγε για σπουδές στον Τίμιο Σταυρό Βοστώνης, έως της κοιμήσεως του οσίου – ήταν πολυτάλαντος κληρικός με δύναμη κηρυκτική ου την τυχούσαν. «Χρυσόστομο» τον χαρακτήριζαν πολλοί όταν τον άκουγαν, με το δεδομένο βεβαίως για όσους τον γνώριζαν περισσότερο πως ό,τι κήρυσσε αγωνιζόταν ο ίδιος να το κάνει πράξη. Ήταν ο ποιητής του νόμου του Θεού και έπειτα ο κήρυκάς του, γι’ αυτό και είμαστε βέβαιοι για τη μεγαλωσύνη του: «ούτος μέγας κληθήσεται». Κι ακριβώς το παραπάνω περιστατικό έρχεται προς επίρρωση της αλήθειας∙ ο άγιος Γέροντας ήταν ένας ανεξίκακος άνθρωπος, με την έννοια όχι ότι εκ φύσεως μόνο δεν μπορούσε να κρατήσει κακία, αλλά κυρίως γιατί αυτό επέτασσε ο λόγος του Θεού, ο οποίος αποκαλύπτει ότι σχέση με τον Θεό είναι των αδυνάτων αδύνατο να έχει ο οιοσδήποτε που μέσα στην καρδιά του διατηρεί έστω και υποψία έχθρας και μίσους και πικρίας για τον συνάνθρωπό του. «Εάν μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών εκ των καρδιών υμών, και ο Πατήρ υμών ο ουράνιος ουδέ υμίν αφήσει τα παραπτώματα υμών». Ο Ίδιος ο Κύριος άλλωστε με τον πιο σαφή και καθαρό τρόπο μας το είπε και στην προσευχή που μας δίδαξε, το «Πάτερ ημών»: «και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών».

Τι μας αποκαλύπτει λοιπόν ο Γέροντας; Σε πρώτη φάση από την προσβολή που δέχτηκε από εν Χριστώ αδελφό πικράθηκε και ταράχτηκε. Θυμίζει την περίπτωση του οσίου Παϊσίου που δέχτηκε προσβολή από έναν ιερέα μέσα το ιερό που βρισκόταν – κι ο όσιος ταράχτηκε, μα δεν είπε τίποτε και ταπεινά αγωνίστηκε να ξεπεράσει την ταραχή και να την αντιμετωπίσει πνευματικά. Το ίδιο κάνει και ο Γέρων Γεώργιος. Αντιδρά αμέσως στην πικρία που πάει να καταλάβει την ψυχή του. Ξέρει πως αν την αφήσει μέσα του η χάρη του Θεού θα τον εγκαταλείψει. Γιατί η χάρη είναι μόνον αγάπη που εκδηλώνεται αδιάκοπα ως συγχώρηση και ανεξικακία. Και πώς αντιδρά; Με τον μόνο τρόπο που μας υποδεικνύει ο λόγος του Θεού: διά της στροφής προς τον Κύριο και τους αγίους με την προσευχή και διά της ωθήσεως της καρδιάς, με «βιασμόν» της, κατά τα λόγια του Κυρίου, να μείνει εκεί που διακρατείται όπως είπαμε η χάρη, στην αγάπη.

Και το αποτέλεσμα επιβεβαιώνει τον λόγο του Κυρίου: η πίκρα, μετά τον αγώνα αυτόν και την προσευχή στη Μεγάλη Μάνα – ο μακαριστός πατέρας αγαπούσε ιδιαιτέρως την Παναγία - εξαφανίζεται. Κι όχι μόνο εξαφανίζεται αλλά γεμίζει η καρδιά «από θερμή αγάπη προς τον αδελφό και από άφατη χαρά». Και δικαίως: η καρδιά ποτέ δεν μένει «κενή». Αν γεμίσει από το εγώ του ανθρώπου, που θα πει από την κακία και την εχθρότητα, τότε ο άνθρωπος θα γευτεί και τις συνέπειες: την παρουσία του Πονηρού και τη θλίψη και τη στενοχώρια που συνοδεύει την ενέργειά του. Αν όμως κρατήσει τη χάρη, τότε η χάρη αυτή πολλαπλασιάζεται, οπότε και η καρδιά θα αρχίσει να «φλέγεται» από αγάπη, συνοδευόμενη από την «αδελφή» της, τη χαρά. Αγάπη και χαρά, ως γνωστόν, πάνε πάντοτε μαζί, όπως το σημειώνει και ο απόστολος Παύλος μαζί με τη χορεία όλων των αγίων της Εκκλησίας. «Ο καρπός του Πνεύματος είναι αγάπη, χαρά» και όλες οι υπόλοιπες αρετές.

Στο παραπάνω περιστατικό με τον άγιο μακαριστό Γέροντα, που ήμουν αυτήκοος μάρτυς του, «διαβάζουμε» και το ανάλογο με τον όσιο αββά του Γεροντικού. Συνάντησε μοναχός αδελφός έναν όσιο αββά την ώρα που εκείνος έφτυνε αίμα από το στόμα του. Και στην ερώτηση τι συνέβη, εκείνος με απλότητα απάντησε: Να, ένας αδελφός με πρόσβαλε κι εγώ παρακάλεσα τον Κύριο να πάρει από μέσα μου την πίκρα που πήγε να αναπτυχτεί. Και ο Κύριος μου έκανε την πίκρα αίμα και την έφτυσα και απαλλάχτηκα.